Ηλικιακός περιορισμός
Η συνέντευξη είναι διαθέσιμη μόνο για χρήστες άνω των 18 ετών.
Φυλομετάβαση: Το ταξίδι της τεστοστερόνης από έναν διεμφυλικό
[00:00:00]
Καλημέρα.
Καλημέρα.
Θα ήθελες να μας συστηθείς;
Ναι, είμαι ο Αποστόλης Μεράκος.
Είναι Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2021, είμαι με τον Αποστόλη Μεράκο στην Αλεξανδρούπολη. Εγώ είμαι η Κατερίνα Πιστόλα, ερευνήτρια στο Ιstorima και ξεκινάμε με την αφήγησή σου.
Λοιπόν, τα είπαμε και πριν, είναι μια μεγάλη διαδικασία όλο αυτό που πάμε να κάνουμε. Η δικιά μου ιστορία είναι ότι είμαι ένα τρανς άτομο στην Ελλάδα. Ένα άτομο που έχει κάνει μετάβαση φύλου. Είμαι 24 χρονών και ξεκίνησα τη μετάβαση από τα 20. Η αλήθεια είναι ότι ήμουνα τυχερός σε πάρα πολλά κομμάτια της μετάβασης και δεν δημιουργήθηκαν προβλήματα στο να φτάσω στο σημείο που είμαι σήμερα. Θεωρούσα πάντα, από πολύ μικρή ηλικία, ότι κάτι πήγαινε στραβά, οπότε όταν πήρα την απόφαση να το ξεκινήσω όλο αυτό μου φαινόταν κάτι πολύ φυσιολογικό. Όπως τα άτομα τα οποία δεν βρίσκονται σε δυσφορία φύλου και επιλέγουν το να αγοράσουν κάποιο σπίτι, κάποιο αμάξι, και βάζουν ένα στόχο και τον καταφέρνουν, για μένα ήταν κάτι τόσο οικείο που δεν μου φάνηκε σαν στόχος. Εγώ νομίζω ότι… πιστεύω ότι το κατάλαβα περίπου στα πέντε, στα πέντε χρόνια της ζωής μου, όπου οι γονείς μου είχαν όλο το προφίλ των γονέων από άποψη πατρικότητας και –πώς να το θέσω;– ότι με πρόσεχαν με όλα τα στερεότυπα της, ρε παιδί μου, Ελλάδας: πατριαρχία, κοριτσάκι-αγοράκι… Έχω έναν αδερφό, πλέον στα 30 και αυτός, που μεγαλώσαμε τελείως διαφορετικά. Οπότε οι γονείς μου θέλανε να με έχουν μόνιμα στα ροζ, στα φουστανάκια και σε ό,τι έχουμε συμβολίσει ως το γυναικείο φύλο στην Ελλάδα. Εγώ δυσφορούσα πάρα πολύ από τότε. Δεν ήξερα γιατί, απλά δεν τα ήθελα πάνω μου, δεν πίστευα ότι μου ταιριάζουν, τουλάχιστον στο χαρακτήρα μου. Ήμουνα γενικά αντιδραστικό παιδί από πάντα, αλλά σε αυτό το κομμάτι νομίζω ότι δεν ήταν απλά αντίδραση. Ήτανε σαν πηγή ανάγκης, το να μη γίνεται αυτό που εγώ ένιωθα ότι γίνεται λάθος. Ο πατέρας μου στρατιωτικός. Παίρναμε μεταθέσεις κάθε δύο χρόνια, οπότε στο διάστημα που εγώ το κατάλαβα ήμασταν στο Αμύνταιο και μέναμε στις στρατιωτικές κατοικίες του Αμυνταίου. Τότε ήτανε μία άλλη οικογένεια παραδίπλα μας, γείτονες, οι οποίοι είχαν δύο παιδιά. Εγώ το κοριτσάκι όταν το είδα ένιωσα κάτι παραπάνω νομίζω από φιλικό ή παιδικό επίπεδο σύνδεσης, ότι θα ήθελα να τη γνωρίσω λίγο διαφορετικά. Πώς σου λένε τα αγοράκια: «Φίλησα την τάδε», κάτι τέτοιο. Εντάξει, ήμουνα προφανώς μωρό, δεν ήξερα τι μου γινόταν και με τα χρόνια κατέληξα να φτάνω γυμνάσιο. Μέχρι τότε, έπαιρνα τα ρούχα του αδερφού μου χωρίς να το ξέρουνε, ντυνόμουν ανδρικά χωρίς να το ξέρουνε, και φτάνω γυμνάσιο. Τότε είχα μία παρέα δύο κοριτσιών, οι οποίες όχι ακριβώς με χειραγωγούσαν, αλλά με παρακινούσαν με τρόπο έτσι ώστε να βρω κάποιον άντρα σύντροφο. Εγώ το θεωρούσα πολύ λάθος για τα δικά μου τα μέτρα. Έλεγα ότι νιώθω σαν γκέι άντρας. Οπότε, κάτι πήγαινε λάθος εφόσον ήμουνα, ας πούμε, κορίτσι στα 13 και θα έπρεπε λογικά σιγά σιγά να βρίσκω κάποιον σύντροφο, ας πούμε, στο να κάνω σχέση μαζί του. Εγώ ήθελα κορίτσι. Εν τέλει, άρχισα να ψάχνω τι κοινωνικές ομάδες υπάρχουν σε ό,τι αφορά τη σεξουαλικότητα. Internet τότε στα ντουζένια του, πολλές πληροφορίες για εμάς τότε. Όχι έτσι όπως ήτανε τώρα. Προσπάθησα να κάνω και κάποια έρευνα σε βιβλία. Η αλήθεια είναι ότι δεν υπήρχε κάτι συγκεκριμένο, μέχρι τότε τουλάχιστον ή σε όσα είχα ψάξει εγώ μέχρι τότε. Οπότε, πέρασα ένα χρονικό διάστημα το να πιστεύω ότι απλά θέλω γυναίκες, το ότι ανήκω στην κατηγορία των λεσβιών γυναικών. Εν τέλει, το έψαξα, το έψαξα παραπάνω, έφτασα περίπου στα 14, ένιωθα το ότι οι γυναίκες –έτσι όπως διάβαζα– οι γυναίκες που είναι λεσβίες είναι γυναίκες, νιώθουν γυναίκες και απλά επιλέγουν να έχουνε σύντροφο γυναίκα, [00:05:00]Εγώ δεν ήμουνα στην πρώτη κατηγορία. Δεν ένιωθα γυναίκα. Ένιωθα σίγουρα ότι θα ήθελα, ας πούμε, να με λένε Μπάμπη, Γιώργο, Κώστα, οτιδήποτε. Το ψάχνω λίγο περισσότερο. Εμένα μου ήρθε περίοδος… όχι, εμένα μου ήρθε περίοδος στην τρίτη γυμνασίου. Οπότε ένιωθα ότι κάτι σαν να μου μιλάει, ας πούμε, το σύμπαν και μου λέει: «Εντάξει, ρε παιδί μου, ψάξ’ το λίγο παραπάνω! Ενώ άμα ήσουνα γυναίκα, δεν θα σου ερχόταν τόσο αργά. Κάτι πάει λάθος ορμονικά!» Και είχα μία πάρα πολύ καλή φίλη τότε, παιδική φίλη, την Ξένια, η οποία τότε ήταν κι εκείνη σε φάση που ήθελε να ασχοληθεί πάρα πολύ με την ιατρική και ιατρικά θέματα και λοιπά. Οπότε ήταν το πρώτο άτομο που της μίλησα ανοιχτά στο ότι δε νιώθω πλέον ως Μαρία και ότι θα ήθελα να βρω κάποιο ανδρικό όνομα. Εκείνη είχε ανησυχήσει στο σημείο στο ότι «Πώς θα το κάνουμε έτσι ώστε να μπορείς να βρεις κάποιο γιατρό και να σου πει το τι ακριβώς πρέπει να κάνεις. Με το να τα λέμε μεταξύ μας δεν θα διορθωθεί κάτι». Με παρακινούσε πάρα πολύ να μιλήσω τους γονείς μου για να με πάνε σε κάποιο γυναικολόγο να δω την περίοδο καταρχάς. Δεν το έκανα, γιατί ένιωθα ότι δε θα το αποδεχτούνε. Και έτσι και έγινε βασικά. Μίλησα στα 14,5-15 στους γονείς μου. Η μάνα μου δεν το πήρε καλά. Άρχισε να κλαίει και άρχισε να μου λέει «Γιατί στο παιδί μου;» και «Γιατί…» και μήπως περνάω φάση, ξέρεις, τα γνωστά, και «Θα σου περάσει, η εφηβεία είναι…» Αλλά ανησύχησε η μάνα μου από την πλευρά του ότι τι πάω να κάνω με την υγεία μου. Όχι για ποιο λόγο νιώθω έτσι. Δηλαδή, δεν της χτύπησε τόσο πολύ ότι έβγαλε, κατά κάποιο τρόπο, ένα λάθος παιδί, για τα δικά της πρότυπα. Είναι ότι θα καταστρέψω την υγεία μου για κάτι που ίσως μπορεί και να μην θέλω όντως, ας πούμε. Να μην είναι αυτό που ψάχνω. Ο πατέρας μου τότε το πήρε τελείως διαφορετικά. Οπότε, για να το παίξει προοδευτικός, ας πούμε, και άνετος και κομπλέ τότε, είπε «Εντάξει, παιδί μου, να είσαι εσύ καλά» και ότι «Εμείς θα είμαστε μαζί σου». Που, εν τέλει, ένιωθα κάθε φορά που μιλάω μαζί του ότι δεν το είχε αποδεχθεί πλήρως. Η μάνα μου έκανε τέσσερα χρόνια να το αποδεχτεί. Δεν της ξαναμίλησα γι’ αυτό το θέμα. Σε όλο αυτό το διάστημα όμως που δεν της μιλούσα, εγώ άρχισα να κάνω στο Facebook ανδρικά προφίλ και να λέω ψέματα στο ότι είμαι άντρας και να έχω επικοινωνία με κοπέλες, χωρίς να ξέρουνε το τι φύλο είμαι πραγματικά. Εν τέλει, αυτό με βούλιαξε σε μία πάρα πολύ μεγάλη κατάθλιψη, στο ότι λέω πάρα πολλά ψέματα. Είχα καταλήξει στο να λέω ψέματα μπορεί και ότι τα μήλα είναι μπλε και ότι επειδή το κόκκινο πηγάζει, ξέρω γω, από το κίτρινο και το πράσινο που βγαίνει μπλε, άρα και τα μήλα είναι μπλε! Σε τέτοια φάση ήμουνα. Με είχε βουλιάξει πάρα πολύ. Είχα κάνει την πρώτη μου σχέση, εφηβική σχέση, στα 16 στα δικά μου, 17-16. Η κοπέλα ήταν τότε 16-17 και είχαμε περίπου δυόμισι χρόνια σχέση. Δεν ήξερε τίποτα το πρώτο μεγάλο χρονικό διάστημα της σχέσης και έτυχε να το ανακαλύψει πολύ άσχημα. Ο αδερφός της έφερε φωτοτυπία την ταυτότητά μου ενώ καθόμασταν εγώ, εκείνη και η αδερφή της μέσα στο σπίτι και της είπε: «Ξέρεις με ποιον άνθρωπο είσαι; Να! Πάρ’ το!» και έδειξε το φύλλο χαρτί. Οπότε εκείνη τρελάθηκε, άρχισε να κλαίει, δεν ήθελε να με ξαναδεί. Και ήταν απόλυτα λογικό. Εν τέλει, μετά από ένα μήνα είχαμε μιλήσει, τα είχαμε ψιλοβρεί και συνεχίσαμε κάτι το οποίο είχαμε αφήσει. Αλλά, εντάξει, προφανώς η κοπέλα δεν ήτανε σε κατάσταση ούτε να διαχειριστεί ένα τρανς άτομο ούτε… βασικά δεν ήξερε καν τι ήταν αυτό εν τέλει. Και όταν φτάσαμε 19 εγώ, 18 εκείνη, κόψαμε τελείως. Επέλεξε άλλους συντρόφους. Το οικογενειακό μου περιβάλλον ήταν ένα πάρα πολύ δύσκολο περιβάλλον στο πώς να διαχειριστώ το ίδιο το κομμάτι, οικονομικά… Το περισσότερο ήταν η λεκτική βία, οπότε το ένα κούμπωσε πάνω στο άλλο και νομίζω ότι πέρασα μία κατάθλιψη, την οποία απλά την απορρόφησε ο οργανισμός μου και μου τη βγάζει σε μακρά χρονικά διαστήματα. Μπορεί, ας πούμε, ένα μήνα να είμαι καλά και μετά για το υπόλοιπο δίμηνο τρίμηνο να μην μπορώ να σηκωθώ. Δεν το έψαξα σε ψυχίατρο μέχρι τότε, μέχρι τα 19, και αυτό που ήθελα να κάνω είναι απλά το να βρω ποιος είμαι. Γιατί ήξερα ποιος ήμουν, απλά να το βάλω σε πορεία, σε γραμμή στο [00:10:00]να το πετύχω αυτό το πράγμα. Τα έκανα όλα μόνος μου. Βρήκα τον ψυχίατρο μόνος μου. Υπάρχουν δύο ψυχίατροι σε όλη την Ελλάδα που μπορούν να αναλάβουν τη μετάβαση φύλου. Ένας είναι στη Θεσσαλονίκη και ο άλλος είναι στην Αθήνα. Στην Αλεξανδρούπολη υπήρχε μία ομάδα φοιτητών η οποία ξεκίνησε από το μηδέν και κάνανε μια αντισεξιστική ομάδα. Εγώ μπήκα στο δεύτερο χρόνο λειτουργίας της ομάδας. Ήτανε τα «Σόδομα και Πόμολα». Τα παιδιά ήταν κατά βάση περίπου στα 15 άτομα και πιο πολλοί ήταν φοιτητές της Ιατρικής, οι οποίοι μαζευόντουσαν κάθε Κυριακή και κάνανε αυτομορφώσεις. Ήταν ο κύριος και ο πηγαίος λόγος ο οποίος με βοήθησαν, και οικονομικά και ψυχικά, το να μπορέσω να κάνω κάτι τέτοιο. Ουσιαστικά, μαζί βρήκαμε και τον ψυχίατρο και τη δικηγόρο που χρειάστηκε μετά, για το νομικό κομμάτι της ταυτότητας. Και μαζεύαμε, κάναμε, ας πούμε, πάρτι ανά τακτά χρονικά διαστήματα για να έχουμε ταμείο, και για τη δικιά μου τη μετάβαση, αλλά και για να έχουμε και για πορείες, για τρικάκια και λοιπά και λοιπά. Οπότε τα συγκεκριμένα τα παιδιά τα έχω μες στην καρδιά μου. Εκείνη ήταν η μαγιά, η πρώτη στήριξη που αν δεν μου δίναν το πρώτο boost δεν νομίζω να ήμουν εδώ πέρα αυτή τη στιγμή και να σ’ τα λέω όλα αυτά. Οπότε, απ’ ό,τι είχαμε βρει, ήτανε δύο ψυχιατρεία, ένα στη Θεσσαλονίκη κι ένα στην Αθήνα. Και ένα παιδί από την ομάδα είχε μία πολύ καλή φίλη κάτω στην Αθήνα, οπότε μου είχε πει ότι «Σε περίπτωση που θες να φύγεις κάτω, μπορώ να σε φέρω σε επικοινωνία μαζί της να σε φιλοξενήσει». Γιατί είχα συγγενείς κάτω στην Αθήνα, είχα τον αδερφό της μάνας μου, ο οποίος όταν είχε μάθει για τη μετάβαση, όταν ήμουν 15 χρονών, δεν το πήρε καλά. Είχαμε πολύ άσχημα, πολύ άσχημο σκηνικό. Μου είπε πολύ βαριά λόγια, τύπου ότι «Και εγώ πώς θα σε χαιρετήσω έξω στο δρόμο όταν θα έχεις πλέον αλλάξει;», το ότι «Είσαι σίγουρος γι’ αυτό που θες; Αν είχα ένα χάπι ροζ που θα γινόσουν γυναίκα και ένα χάπι μπλε που θα γινόσουν άντρας, ποιο θα διάλεγες και γιατί;», ότι «Θα καταλήξεις στη Συγγρού να πιάνεις πελάτες», ότι «Αυτά τα άτομα δεν έχουν μέλλον στην Ελλάδα», το ότι θα μπορούσα να το κάνω αυτό μόνο κάπου που δεν θα με ήξερε κανένας και ότι πάει βόλτες με το αμάξι και βλέπει μόνο τρανς άτομα εκδιδόμενα. Δεν έχει δει κάποιο τρανς άτομο που να έχει μια φυσιολογική… φυσιολογική; μία κανονική πορεία ζωής, ας πούμε. Και η γυναίκα του τότε πετάχτηκε και είπε το επικό σε ένα δεκαπεντάχρονο, ότι «Θα είσαι πάντα ένα λάθος στη μάνα σου. Δεν θα σε αποδεχτεί ποτέ. Απλά επειδή είναι η μάνα σου, γι’ αυτό σε δέχεται. Αλλιώς θα ήθελε μία κόρη και της βγήκες εσύ». Μανιτάρια πέταξε η αλήθεια είναι. Άρχισα να κλαίω, πήρα τη μάνα μου με λυγμούς και δεν ήξερε πώς να με μαζέψει. Η μάνα μου ακόμα τότε δεν το είχε αποδεχθεί, αλλά η στήριξη που μου έδωσε εκείνο το βράδυ ήταν πάρα πολύ σημαντική για μένα. Μου έλεγε ότι «Δεν θα επιτρέψω σε κανέναν, ποτέ σε κανένα, ό,τι και να είσαι, να σου μιλάει έτσι. Είσαι ένα υπέροχο παιδί και δε θα σε άλλαζα για τίποτα στον κόσμο, είτε ήσουν άντρας είτε ήσουν γυναίκα είτε ήσουν ελικόπτερο». Και όταν πλέον πέρασε όλο αυτό και ήμουνα με τα παιδιά και το αποφασίσαμε να το κάνουμε όλο αυτό και βρήκαμε άτομο να μείνω στην Αθήνα, ήμουνα 19 προς τα 20, έπιασα τη μάνα μου μία μέρα στη δουλειά που δούλευε και της είπα «Θέλω να σου πω κάτι πολύ σημαντικό». Και μου λέει «Πες μου, παιδί μου» και λοιπά. Και της λέω «Κοίταξε λίγο, έτσι έχει η κατάσταση. Σου είχα μιλήσει στα 14, πλέον το έχω πάρει απόφαση. Ή θα με στηρίξεις και θα είσαι δίπλα μου και θα το πάμε μαζί, που το μόνο που θέλω από σένα είναι η ψυχολογική στήριξη, δεν θέλω χρήματα από σένα, μπορώ να το κάνω μόνος μου, το θέμα είναι το να ξέρω ότι είσαι δίπλα μου ή το άλλο είναι να σηκωθώ να φύγω από το σπίτι και να μην ξαναμιλήσουμε ποτέ». Και την βούρκωσε και μου είπε ότι «Ό,τι σε κάνει εσένα ευτυχισμένο, παιδί μου. Θα είμαι δίπλα σου. Δεν μπορώ να σου στερήσω μία ζωή την οποία θα σε κάνει καλά, για να είμαι εγώ καλά». Και η μάνα μου πιστεύει γενικά πάρα πολύ στο Θεό, είναι θρήσκα, και είχε απλά τις αμφιβολίες της στο κατά πόσο θα είμαι εγώ καλά με βάση την υγεία. Τέλος πάντων, η αφεντικίνα της τότε ήταν ένας πολύ αγαθός άνθρωπος, που ήταν και αυτή πολύ πιστή, και την είπε ότι «Για να το επιτρέψει αυτό ο Θεός, [00:15:00]κάτι έχει στο μυαλό του. Οπότε, μην το αφήνεις το παιδί» Και από τότε δεν με έχει αφήσει στιγμή, η αλήθεια είναι. Δεν με έχει παρατήσει ούτε λεπτό. Με στηρίζει και ακόμα και στα πιο ηλίθια πράγματα που θα μπορούσα να κάνω. Ας πούμε, στο να πάρω ταξί και να εξαφανιστώ για μια δυο μέρες και να την πάρω και να την πω απλά ότι «Είμαι καλά», ας πούμε. Και θα μου πει «Εντάξει, απλά γύρνα πίσω»… όχι γύρνα πίσω ακριβώς, ότι «Όπου και να είσαι, θέλω να σαι καλά. Είτε είσαι στο σπίτι ή οπουδήποτε αλλού, απλά να ξέρω ότι είσαι καλά». Η αλήθεια είναι ότι με στήριξε πάρα πολύ και εκείνη, και οικονομικά χρειάστηκε φορές να μου πληρώσει την τεστοστερόνη, που δεν είχε και κανένα πρόβλημα με αυτό. Το μόνο πρόβλημα που αντιμετώπισε ήτανε ο κοινωνικός περίγυρος, στο «Πώς θα το πω στον κόσμο». Το πρώτο διάστημα της φάνηκε λίγο ζόρικο, αλλά άρχισε να λύνεται, γιατί όλοι της λέγανε ότι «Μα το βλέπαμε στον Αποστόλη πλέον, ότι δεν ήταν η Μαρία». Και κάπως, λες και ήρθε και την καθησύχασε όλο αυτό το πράγμα, το ότι «Ναι, ρε παιδιά, και εγώ το έβλεπα, απλά δεν ήθελα να το παραδεχτώ». Εν τέλει, της ήρθε σαν κερασάκι στην τούρτα ότι το αποδέχτηκε εύκολα ο κόσμος, ο κοινωνικός κύκλος τουλάχιστον, οπότε δε χρειάστηκε να το παλέψει τελείως. Πέρα από το θείο μου, που πλέον κάνει κάτι, ας πούμε, προσπάθειες να με λέει Αποστόλη, που απλά δε με συγκινεί πλέον. Δηλαδή, δεν… έχω να του μιλήσω από τότε, από το 2015… όχι, πιο νωρίς νομίζω, 2013, εκεί. Αυτό. Άρχισα πλέον να πηγαίνω στον ψυχίατρο της Αθήνας. Τότε δεν είχε βγει ακόμα η απόφαση, το νομοσχέδιο του ότι τα δεκαπεντάχρονα μπορούνε να κάνουνε αλλαγή της ταυτότητας χωρίς να έχουν ψυχιατρική γνωμάτευση. Οπότε, μέχρι τότε αυτό που ξέραμε ήταν ότι θα έπρεπε τουλάχιστον για ένα χρόνο να με παρακολουθεί ψυχίατρος, στο να μπορεί να μου πει ότι «Ok, ρε παιδί μου, έχεις σώας τα φρένας για να μπορώ να σου δώσω το οk το να κάνεις μία φυλομετάβαση» και ότι δε σ’ το λέει ο φανταστικός σου φίλος ο εξωγήινος το να αλλάξεις φύλο και να πας να το κάνεις. Οπότε, τον έβλεπα μία φορά κάθε μήνα περίπου. Με ενόχλησε το… με ενόχλησε; με πείραξε ότι… εντάξει, ο άνθρωπος τη δουλειά του έκανε, αλλά μου είπε ότι «Ξέρεις κάτι; Δεν είσαι σε φάση να πάρεις ακόμα τεστοστερόνη. Πρέπει να λύσουμε κάποια θέματα που έχεις εσωτερικά, γιατί φοβάμαι ότι αν πάρεις την τεστοστερόνη μπορεί να έχεις και τάσεις αυτοκτονίας. Είναι κάτι το οποίο είναι τελείως ξένο στον οργανισμό σου και θα σου μπουστάρει πάρα πολύ άσχημα την ενέργεια. Από το μηδέν θα σου φτάσει στο 100 και φοβάμαι ότι μπορεί να κάνεις καμιά τρέλα. Θέλω λίγο», λέει, «να το συζητήσουμε κι άλλο. Δεν είμαι ακόμα σίγουρος ότι μπορώ να σου δώσω το οk». Εν τέλει, κάτσαμε, συζητήσαμε πολλά πράγματα, κατά βάση για την οικογένειά μου. Του είπα ότι το ένα δεν συνδέει το άλλο. Δηλαδή, το ότι έχω θέμα με την οικογένειά μου κι ότι μεγάλωσα πολύ λάθος, δεν έχει να κάνει με το ότι θέλω να γίνω άντρας. Ότι πλέον είναι ανάγκη, δεν είναι απλά ένα «θέλω». Εν τέλει, όλα καλά, μου το έδωσε το οk. Πήγα σε δημόσιο νοσοκομείο, στο Έλενα Βενιζέλου στην Αθήνα, στο οποίο συνεργάστηκα με την Κούκου. Αυτή είναι ενδοκρινολόγος, αλλά είναι κάτι παραπάνω. Έχει πολλά, νομίζω, πτυχία και σπουδές πάνω στην ενδοκρινολογία και νομίζω πρέπει να είναι και διευθύντρια της Μαιευτικής εκεί πέρα. Οπότε, με ανέλαβε εκείνη. Και αρχίσαμε την τεστοστερόνη, η οποία ήτανε σε μορφή γέλης, για να μπορεί ο οργανισμός μου πλέον να κάνει όλη αυτή τη μετάβαση πάρα πολύ ομαλά, να μη σοκαριστεί. Οπότε, για ένα χρόνο έπαιρνα τεστοστερόνη σε γέλη. Την άπλωνα στους ώμους το πρώτο τρίμηνο, ώμους και κοιλιά στο δεύτερο τρίμηνο, ώμους, κοιλιά και οπίσθια στον τελευταίο χρόνο. Εντάξει, η αλήθεια είναι ότι μου άρεσε πάρα πολύ αυτή η διαδικασία. Ένιωθα λίγο, ξέρεις, πιο ουάου, ξέρω γω, και λοιπά! Ο αδερφός μου, λόγω ορμονών… ο πατέρας μου ήταν γενικά πολύ αρρενωπός, το ίδιο και ο αδερφός μου, και είχε τρίχα παντού, δηλαδή σε όλο το σώμα. Και, εντάξει, πριν αρχίσω την τεστοστερόνη, έλεγα: «Ποπό, να μη βγάλω και στον κώλο τρίχες!» Τουλάχιστον να έχω σε όλο το υπόλοιπο το σώμα. Εγώ ήθελα πάρα πολύ να βγάλω γένια. Και όσο περνούσε ο καιρός, έβλεπα ότι γένια δεν είχα και στον κώλο είχα! Και λέω: «Κάτι πάει λάθος. Τι; Θα πληρώνω και laser πέρα από την τεστοστερόνη για να φτάσω στο επιθυμητό σημείο;» Τέλος πάντων, αυτό. Το σώμα μου[00:20:00] γέμισε τρίχα. Η αλήθεια είναι ότι έχω βγάλει αρκετή τριχοφυΐα. Βοήθησε και μετά η εναλλαγή της γέλης στην ενέσιμη τεστοστερόνη, που γίνεται ενδομυϊκά. Είναι βραδείας απορρόφησης η nebido. Mέχρι σήμερα δεν έχω βγάλει τρίχες στο πρόσωπο που μπορώ να πω εγώ το ότι είμαι εντάξει με αυτό. Έχω βγάλει κάποιες, αλλά είναι τζούφιες. Απλά με βοήθησε στο να κάνω όλη αυτή την αλλαγή, στο να μπορώ να προετοιμάσω το σώμα μου, έτσι ώστε να δεχτεί και άλλα οφέλη της τεστοστερόνης ουσιαστικά. Στο να χαμηλώσει κι άλλο η φωνή μου, στο να μπορεί να αλλάξει σχήμα το σώμα μου. Είχα καμπύλες, πλέον δεν έχω τόσο έντονες καμπύλες. Στο ότι… το σαγόνι μου να φαίνεται πιο σαγόνι, να μην είναι αυτό το… η μάνα μου έλεγε «Σαν φεγγαράκι είναι το πρόσωπό σου», ήταν πολύ στρογγυλό. Αυτό κατά βάση. Πλέον, στα τρία χρόνια ενέσιμης τεστοστερόνης, μιλήσαμε με το γιατρό και του εξηγούσα ότι δεν είμαι ευχαριστημένος με τα αποτελέσματα που βλέπω, γιατί βλέπω άτομα τα οποία είναι ξανθά, που κανονικά δε θα πρέπει να έχουν την τριχοφυΐα ενός… όχι πιο αρρενωπού απαραίτητα, αλλά πιο μαυριδερού ανθρώπου, που την έχουνε δηλαδή. Κάτι πάει λάθος σ’ εμένα, κάτι δεν πάει καλά. Γιατί είμαι σκουρόχρωμος και νομίζω ότι πέρασα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα στο να έχω πρόσωπο και σώμα μωρού, ενώ θα έπρεπε να μην ήταν έτσι. Εν τέλει, ο γιατρός πιστεύω ότι ή δεν έχει τις απαραίτητες γνώσεις για τα ελληνικά δεδομένα, το να με βοηθήσει σε αυτό που νιώθω, ή ήθελε να με προστατέψει κατά κάποιο τρόπο στο να μην κάνω κάτι παραπάνω απ’ ό,τι πιστεύει αυτός ότι μου χρειάζεται αυτή τη στιγμή. Ότι από τη βιασύνη μου την πολλή, μην κάνω κάποια λάθος κίνηση. Εν τέλει, εγώ μίλησα με πάρα πολλά τρανς άτομα τα οποία χρησιμοποιούσαν την ταχείας απορρόφησης τεστοστερόνη, τη Νorma, και μου είπανε ότι από τη στιγμή που την αρχίσανε ότι δεν έχουνε βρει κάποιο ελάττωμα, ότι, ρε παιδί μου, έχουνε βγάλει τρίχες, ότι έχουν βγάλει τρίχες στο πρόσωπο, ότι έχουνε κάνει καλύτερα ουσιαστικά την μετάβαση ορμονών πάνω στο σώμα τους. Και απλά επικοινώνησα μαζί του και του είπα ότι το και το, «Θέλω να την αρχίσουμε. Θα είστε έτσι κι αλλιώς δίπλα μου. Θα κάνουμε τις εξετάσεις και αν πάει κάτι λάθος, μπορούμε να το αλλάξουμε. Δεν είναι ότι θα το παντρευτώ, θα πεθάνω με αυτό το πράγμα». Οπότε λίγο το άφησε πάνω μου. Δεν πιστεύω ότι είχα την κατάλληλη στήριξη, ίσως μάλλον επειδή είναι δημόσιος γιατρός και δεν μπορεί να δώσει τόσο απαραίτητη προσοχή σε έναν ασθενή που περνάει το δικό του κομμάτι. Δηλαδή πιστεύω ότι απλά δεν έδωσε την κατάλληλη προσοχή. Όχι ότι με άφησε τελείως. Eίναι γενικά πάρα πολύ εντάξει γιατρός και πολύ εντάξει άνθρωπος. Δεν με έχει φέρει ούτε αυτός σε καμία δυσφορία, ούτε φύλου ούτε κιλών ούτε τίποτα. Μου εξηγεί πάντα το πώς σκέφτεται και το τι θα πρέπει να κάνουμε με βάση τις ορμόνες και τις τιμές μου. Δηλαδή από τότε που δεν έχουμε πλέον επικοινωνία με την Κούκου και έχουμε με τον ίδιο, είναι πολύ επαγγελματίας, τουλάχιστον στο κομμάτι αυτό. Οπότε άρχισα πλέον, έχει ένα μήνα, που παίρνω τη Norma, περιμένω να δω αποτελέσματα. Νιώθω καλά, είμαι καλά και μπόρεσα και έκανα τη μαστεκτομή. Ήταν ένα μεγάλο πρόβλημα στις ορμόνες μου, γιατί το στήθος στη γυναίκα παράγει οιστρογόνα και επηρεάζει πολύ τις τιμές της τεστοστερόνης. Για να κάνω τη μαστεκτομή ήθελε πολύ κόπο, «Θέλει νεκροί χιλιάδες να ’ναι στους τροχούς»! Χρειάστηκε να πάω περίπου δύο σεζόν, να φύγω Σαμοθράκη για δουλειά. Όχι ότι απαιτεί τόσα πολλά χρήματα, απλά έτσι όπως ήρθαν σ’ εμένα, στη δικιά μου τη ζωή, τα πράγματα, δεν μπόρεσα να το κάνω την πρώτη χρονιά. Εγώ επικοινώνησα, έκανα μία ψιλοέρευνα με πλαστικούς χειρούργους, και είχα επικοινωνήσει με τον κύριο… Δεν μου άρεσε καθόλου ο τρόπος που το αντιμετώπισε. Δηλαδή «ψεκάσαμε, σκουπίσαμε, περάσαμε». Οι φωτογραφίες που μου είχε δείξει ήτανε θολές, ήταν σαν να τις είχε κατεβάσει από Internet Explorer, σαν να μην ήταν δικές του [00:25:00]και δεν μου άρεσε δηλαδή. Κάτι, κάτι με έκανε να πω όχι. Εν τέλει, πάλι καλά που είπα όχι. Μιλούσα με έναν φίλο μου, και αυτός σε μετάβαση φύλου, μου είπε ότι έκανε την μαστεκτομή του στην Αρκουμάνη τη Λαμπρινή. Και λέω: «Γιατί όχι; Δεν έχω κάτι να χάσω». Επικοινωνήσαμε. Η γυναίκα ήτανε πάρα πολύ εντάξει και σαν άνθρωπος και κυρίως σαν επαγγελματίας. Δηλαδή μιλούσαμε από τον Ιούλιο μέχρι τον Οκτώβριο που έκανα το χειρουργείο. Δεν είχαμε χάσει επικοινωνία, γιατί την έπαιρνα στο να επιβεβαιώσουμε το ραντεβού. Γιατί μου έλεγε συνέχεια «Πάρε με, μην το ξεχάσουμε και οι δύο». Το σημαντικό της υπόθεσης είναι ότι μου είχε πει το ότι δεν θα έπρεπε να έχω τοστερόνη… να μην έχω κάνει την ένεση της τεστοστερόνης ένα μήνα πριν το χειρουργείο. Εγώ –έτσι όπως τα είχα υπολογίσει, ακριβώς έπεφτε Οκτώβριος– είχα τελειώσει το τρίμηνο της τεστοστερόνης, οπότε στον επόμενο μήνα θα μπορούσα να κάνω άνετα το χειρουργείο. Με είδανε, κάναμε ένα πρώτο ραντεβού. Η συγκεκριμένη χειρουργεί με τον άντρα της, και αυτός ήτανε πολύ επαγγελματίας στη δουλειά του. Σε προσέχουν σαν γονείς, η αλήθεια είναι. Μου εξήγησαν ότι έτσι κι έτσι θα γίνει. Και έτσι έγινε. Δεν μου αλλάξανε το χρηματικό το ποσό, που ήταν στα τρεισήμισι χιλιάρικα, ούτε μου κάνανε μπαγαποντιές ούτε βγήκε κάτι το οποίο δεν μου άρεσε ή δεν ήθελα καθόλου. Οπότε, κάναμε τον προεγχειρητικό έλεγχο, μου είπαν τι πρέπει να κάνω, πήγαν όλα καλά. Έκανα μία ακτινογραφία θώρακος, μία μαστογραφία, προφανώς μου πήραν αίμα και πρέπει να έκανα και ένα καρδιογράφημα. Βγήκαν όλα εντάξει. Εν μέσω κορονοϊού κάναμε και ένα PCR τεστ που βγήκε και αυτό αρνητικό. Οπότε το Σάββατο 16 Οκτωβρίου μπήκα στο χειρουργείο. Πήγα από τις 7:00 το πρωί στην κλινική. Με βάλανε σε ένα δωμάτιο το οποίο φαινόταν ότι λες και το ξέχασαν να το κάνουνε, λες και, ρε παιδί μου, μπήκα κάπου λάθος εγώ. Τέλος πάντων, λέω: «Εντάξει, ρε παιδί μου», μπαίνω με μία διάθεση «Ποπό, θα πάω να κάνω το χειρουργείο, θα αλλάξει η ζωή μου», τα πήρα όλα θετικά. Και μπαίνω στο δωμάτιο και βρίσκω όχι μία τρώγλη ακριβώς, αλλά ένα ακαθάριστο δωμάτιο! Και λέω τώρα «Πλάκα μου κάνεις! Εντάξει, δεν παίζει…» Και τρίχες από δω και από κει πεταμένες, λερωμένα κουβερλί πάνω στα κρεβάτια. Και κάθομαι και κάθομαι, ξέρω γω, σε φάση «Εντάξει, μήπως είμαι τρελός εγώ;» Δεν ξέρω. Και έρχεται ο νοσοκόμος, μου δίνει τα ρούχα μετά το χειρουργείο και μου λέει: «Άμα θέλεις άλλαξε. Θα έρθουν και οι γιατροί σε κάποια φάση να σε δούνε για να μπεις μετά στο χειρουργείο». Αλλάζω. Ευτυχώς η ρόμπα έδενε από πίσω. Δεν ήμουνα με το κωλομέρι έξω να περιφέρομαι σαν τους τρελούς στις ταινίες. Και ξανάρχεται μετά από κάνα μισάωρο ο ίδιος και μου λέει μία: «Μπορούμε άμα θες να αλλάξουμε δωμάτιο και λοιπά, γιατί έχω κάνει κάποιο λάθος εγώ». Λέω «Ναι, κανένα πρόβλημα». Και φεύγω από κει. Πάμε σε ένα καθαρό δωμάτιο πλέον, σ’ ένα εντάξει δωμάτιο. Η αλήθεια είναι το χάρηκα. Λέω «Εντάξει, δεν είμαι εγώ τρελός τελικά». Εντάξει, ήρθαν οι γιατροί, μιλήσαμε, μου εξήγησαν το τι θα κάνουνε. Μου βάλανε το μαρκαδοράκι, μου μαρκάρανε το στήθος, το τι πρέπει να κάνω και πώς και τι. Γίνεται το χειρουργείο. Πήγαν όλα πολύ καλά. Συμπάθησα πάρα πολύ τον αναισθησιολόγο, γιατί είχα πει στους γιατρούς ότι δουλεύω σε ένα οινοποιείο στην Αλεξανδρούπολη και μου λέει μία ο αναισθησιολόγος: «Έμαθα ότι δουλεύεις σε οινοποιείο. Κάνετε και τσίπουρο;» Και του λέω: «Ναι, γιατρέ», λέω, «κάνουμε». Και μου λέει: «Καλό τσίπουρο;» Και λέω μία: «Ναι, θα σας στείλω και για τις γιορτές να σας κεράσω». Και μου λέει: «Όχι, περίμενε. Θα σε κεράσω εγώ ένα». Και μου βάζει την αναισθησία και πέφτω τάβλα. «Εντάξει», λέω, «κορυφή ο άνθρωπος». Λίγο πριν γίνει όλο αυτό, με στέλνουν από το δωμάτιο στο χειρουργείο. Εγώ περίμενα, λέω «Χειρουργείο θα κάνω, θα με πάρουν με φορείο ή θα με πάρουν με καροτσάκι». Με τα πόδια πήγα! Φορούσα και κάτι ποδοπατάκια, που σε βάζουν με αυτά τα μπλε, και λέω «Εντάξει. Μια χαρά. Ok. Μπορεί να τα φαντάζομαι εγώ έτσι στο μυαλό μου». Με το που μπαίνω μέσα, [00:30:00]ανοίγει η πόρτα και είναι 6-7 άτομα. Τους κοιτάω, αγχώνομαι. Λέω: «Είναι σαν τα γατιά που θα κάνουν μαλακία και θα τους δει το αφεντικό τους και κάθονται σαν στήλη άλατος εκεί πέρα». Και λέω μία: «Ωχ!» Με παίρνουν από το χέρι, ουσιαστικά σαν να με τράβηξαν, με ώθησαν μέσα να ξαπλώσω στο κρεβάτι. Γίνεται μία αναμπουμπούλα, να είναι νοσοκόμοι, πλαστικοί, ο αναισθησιολόγος, να τρέχουν, να παίρνουν από δω, από κει πράγματα. Και γίνεται όλο αυτό με τον αναισθησιολόγο, με το να μου λέει «Κάτσε να σε κεράσω εγώ ένα», και λέω: «Πάντα τόσοι πολλοί είστε ή εγώ σας βλέπω διπλούς;» Και, εντάξει, εκεί είναι που έσβησα. Δεν κατάλαβα Χριστό, η αλήθεια είναι. Ξύπνησα στο κρεβάτι της κλινικής και ξυπνάω και νιώθω ένα κάψιμο μπροστά στο στήθος. Ένα πολύ έντονο πόνο. Αλλά μέχρι να το συνειδητοποιήσω ότι πονάω, νόμιζα ότι ήμουνα κάπου, δεν ξέρω τι, λες και με φέρανε για βόλτα στην κλινική, ότι κάθομαι και περιμένω κάποιον άλλον. Συνειδητοποιώ ότι είμαι στο δωμάτιο, έχω κάνει το χειρουργείο, λέω «Εντάξει, μια χαρά». Και αρχίζει ο πόνος. Αρχίζει από το έξι στα δέκα 6/10, και πάει 7/10 στα 8/10, 9 στα 10. Μπαίνει ο νοσοκόμος και μου λέει «Έχω μία δουλίτσα», λέει, «σε 10 λεπτά έρχομαι». Και δεν μπορώ να σηκώσω το χέρι να του κάνω like γιατί πονούσα. Μου λέει «Ό,τι χρειαστείς, πάτα το κουμπί για να έρθω». Ανοίγω την τηλεόραση, κοιτάω, λέω «Όχι, δεν μου αρέσει, όχι, δεν μου αρέσει» Εγώ να προσπαθώ να σκοτώσω χρόνο στο να περάσουνε τα δέκα λεπτά. Εν τέλει, δεν αντέχω από τον πόνο. Του πατάω το κουμπί και έρχεται και μου λέει: «Είσαι εντάξει;» Λέω: «Πέρασαν τα 10 λεπτά; Πονάω πάρα πολύ, συγνώμη». Εν τέλει, έρχεται με το παυσίπονο, μου το βάζει και φεύγει και, εντάξει, κάθομαι, ηρεμώ λίγο. Και έτσι όπως είναι το κρεβάτι, και από τα αριστερά στο μπράτσο βγαίνει ακόμη ένα μπράτσο, που είναι το τραπεζάκι και μπορείς να το μετακινήσεις σε διαγώνια μορφή, σε διαγώνια ροή, στο να ’ρθει ή κοντά σου ή μακριά σου, ανάλογα. Και έρχεται η τραπεζοκόμος και μου φέρνει το φαγητό και το ακουμπάει επάνω σε αυτό το δισκάκι, που ήτανε προφανώς μακριά από μένα, και ήμουνα σε ανάκληση του κρεβατιού. Να βλέπω το φαγητό, να με κοιτάει το φαγητό, να το κοιτάω και εγώ πίσω, να πεινάω και να μην μπορώ να το πιάσω, γιατί πονάω! Και λέω: «Με τη δύναμη του μυαλού δεν θα ’ρθει με τίποτα!» Οπότε λέω: «Κάτσε, περίμενε, κάποια στιγμή θα θυμηθεί κάποιος να έρθει να με δει. Σου λέει, “Eντάξει, έκανε χειρουργείο, μην τον έχουμε και τελείως χεσμένο”». Μπας και μου φέρουν το φαγητό. Μπαίνει η νοσοκόμα σε κάποια φάση και μου λέει: «Καλά, δεν έφαγες τίποτα; Δεν πεινάς;» «Δεν μπορώ να το φτάσω, δεν είναι ότι δεν πεινάω!» Τέλος πάντων, μου το φέρνουνε μπροστά μου, το κοιτάω, λέω: «Εντάξει, δεν παίζει». Να έχεις κάνει μαστεκτομή και να βλέπεις μπροστά δύο βουναλάκια πουρέ με ένα καροτάκι για ρώγα και ένα κοτόπουλο από μπροστά ακριβώς από το στήθος που σου έχουν σχηματίσει! Και λέω: «Εντάξει, με δουλεύουνε, δεν παίζει! Δηλαδή άμα έκανα προστάτη, τι θα μου δίνανε;» Τέλος πάντων, περνάει όλο αυτό, έρχεται μετά ένας γιατρός, μου λέει: «Γεια σου, Αποστόλη, είσαι καλά;» λέει. «Έκλασες, κατούρησες;» Και του κάνω: «Ναι, γιατρέ. Όλα καλά». Μου λέει «Ωραία», λέει, «ξανακατούρησε, θέλω να δω αν λειτουργούν όλα σου τα όργανα σωστά από την αναισθησία και είσαι έτοιμος να την κοπανήσεις». Και εν τέλει όλα πήγαν καλά, τα έντερα και λοιπά. Με δέσανε σαν μούμια, πήρα και τις παροχετεύσεις αγκαλιά και κατέβηκα. Πήγα να φύγω, με παίρνει τότε η φίλη μου που μου πρόσεχε, η Σοφία, και μου λέει «Άκουσε να δεις, μαλακισμένο, δεν πιστεύω να πάρεις κανένα λεωφορείο. Γιατί σε έχω ικανό. Θα πάρεις ταξί και θα έρθεις, όσο και να κάνει θα σ’ το πληρώσω εγώ». Και λέω μία: «Εντάξει, ρε παιδί μου, θα πάρω ταξί, εννοείται». Πάω να πάρω ταξί, σταματάει μία γυναίκα. Ανοίγω την πόρτα, πάω να κάτσω και της λέω μία: «Είμαι φρεσκοχειρουργημένος, σας παρακαλώ, μένω Ίλιον. Αποφύγετε μόνο τις λακκούβες». Κάθομαι, κλείνω και την πόρτα και την κοιτάω. Με κοιτάει και μου λέει: «Γίνεται να βγεις έξω γιατί δεν πάω εκεί πέρα και θέλω να πάρω το παιδί μου από το σχολείο; Έχω σχολάσει και απλά προσπαθώ να βρω πελάτη που πάει και αυτός κατά εκεί…» Και εγώ να μην μπορώ να το διαχειριστώ και λέω[00:35:00] «Εντάξει», λέω, «συμφωνία με το διάολο έχουνε κάνει όλοι, ρε φίλε; Δηλαδή, εντάξει». Βγαίνω έξω, παίρνω ένα άλλο ταξί. Ευτυχώς ο άνθρωπος ήτανε μια χαρά. Όπου λακκούβα και μέσα! Ένιωσα την ψυχή μου να πηγαινοέρχεται μερικές φορές, αλλά, εντάξει, δεν έφταιγε αυτός. Οι δρόμοι κάτω στην Αθήνα είναι άθλιοι. Φτάνω σπίτι, με βλέπουν τα παιδιά –έμενα σε δύο φίλους μου– και μου λέγανε: «Τα βυζάκια τέλος; Τα βυζάκια φύγανε, κάνουνε πάρτι μόνα τους;» Και εγώ να είμαι σε φάση «Θέλω απλά να κοιμηθώ. Αφήστε με!» Η αλήθεια είναι ότι πέρασα πάρα πολύ όμορφα, με προσέχανε τα παιδιά πάρα πολύ. Η Σοφία με κυνηγούσε να μη σηκώνω βάρη, να μην κάνω βλακείες, να μη βγαίνω έξω. Νιώθω ότι λες και μου είχε βάλει ένα λουρί και με κρατούσε δεμένο. Εγώ έψαχνα δικαιολογίες για να κάνω δουλειές, για να σηκωθώ, «Να, έχουμε πιάτα να πλύνουμε», «Να, έχω να απλώσω το πλυντήριο»… Με κοιτούσε με ένα βλέμμα, ξανακαθόταν κάτω. Τις πρώτες δύο εβδομάδες είχα της παροχετεύσεις. Δεν με πονούσε το χειρουργείο, ότι έχει γίνει όλη αυτή η τομή εδώ πέρα. Με πονούσαν οι παροχετεύσεις, ότι έφευγαν τα υγρά συνέχεια μέσα στα μπουκαλάκια. Σάββατο έκανα το χειρουργείο, Δευτέρα πήγα για αλλαγή στις γάζες. Πέμπτη ξαναπήγα και την επόμενη εβδομάδα. Όλο αυτό το διάστημα είχα τις παροχετεύσεις. Τις βλέπανε οι γιατροί, τις άλλαζαν, όλα κομπλέ. Μου είπανε ότι στον δικό μου τον οργανισμό ότι η επούλωση γίνεται με διαφορετικό τρόπο. Πρώτα θα φουσκώσουν και θα πρηστούνε, και, αν δεν ξεπρηστούν, «Θα πρέπει να κάνουμε ενέσιμη κορτιζόνη για να μπορέσουμε να σε βοηθήσουμε», αλλά ευτυχώς δεν έγινε κάτι τέτοιο. Είχαμε γατιά στο σπίτι, δύο γατιά: τον Τσίκο και την Φράιτι. Πάω εγώ με μία χαρά να δω τη γιατρό και με βλέπει, παθαίνει σοκ και μου λέει: «Τι είναι αυτά;» Και λέω: «Ποια;» Μου λέει: «Έχεις γατί στο σπίτι;» Και λέω: «Γατιά». Και μου λέει: «Αποστόλη, έτσι όπως είσαι, μπες στον κλίβανο. Βγάλ’ τα όλα», λέει, «δεν θέλω να σε ακουμπήσει όχι γατί, ούτε τα δικά σου τα μαλλιά!» Αγχώθηκε τόσο πολύ, πιο πολύ και από μένα! Στο ότι δεν κάνει όχι τρίχα να πέσει σε ανοιχτή πληγή, προφανώς τίποτα. Τέλος πάντων, με ζόρισε …όχι με ζόρισε, με μπούσταρε στο να προσέχω παραπάνω. Η αλήθεια είναι ότι τα γατιά δεν μπορούσα να τα κάνω κάτι. Προσέχαμε όσο μπορούσαμε, να έχουμε συνέχεια τα ρούχα μας με το ρολό, να τα προσέχουμε και ευτυχώς δεν έπαθα κάτι τρελό. Έβγαλα τις παροχετεύσεις στις δύο εβδομάδες και κάναμε μετά αλλαγές συνέχεια. Δηλαδή, κάθε μέρα έπρεπε να αλλάζω γάζες και να ανανεώνω ουσιαστικά… το δέρμα μου να παίρνει και αέρα και να βάζω και αλοιφούλες και τέτοια. Το μπάνιο ήταν δύσκολο στις πρώτες δύο εβδομάδες. Με βοηθούσε η Σοφία. Ένιωθα ότι σκίζεται συνέχεια το δέρμα μου, ενώ ήτανε στη θέση του. Απλά ένιωθα ότι τέντωνε πολύ άσχημα. Αυτό, το ότι δεν μπορούσα να κοιμηθώ το βράδυ ήτανε μία δυσκολία. Με τις παροχετεύσεις γενικά δεν είχα κάποιο θέμα. Απλά σηκωνόμουν σαν τον Ρόμποκοπ και ξάπλωνα σαν σανίδα. Αυτά. Αυτά όσον αφορά την μαστεκτομή. Τώρα, για το όλο το θέμα της μετάβασης, δεν θεωρώ ότι πέρασα μεγάλο bullying ή είχα κάποιες σοβαρές ρατσιστικές αντιδράσεις στο πρόσωπό μου, γιατί αποφάσισα να το κάνω μετά το λύκειο. Γυμνάσιο και λύκειο είχα αυτό το ότι: «Α, κοίτα τη λεσβία» ή το… όχι «Τι θέλει αυτό το φρικιό;», κάτι τύπου σαν «Ναι, είναι άνθρωπος, αλλά δεν είναι και στα στάνταρ μας, οπότε το κάνει και κάτι σαν μη φυσιολογικό». Άρα ένιωθα μόνιμα σαν να με βλέπουνε σαν τέρας για κάποιο λόγο. Αυτό ένιωθα. Μπορεί και να μην ισχύει, αλλά με κοιτούσαν με αηδία, ότι σιγομουρμούριζαν πίσω από την πλάτη μου και αυτά με έκανε να έχω μία πάρα πολύ μεγάλη εσωτερικευμένη τρανσφοβία, που να μην μπορώ να την αποβάλω. Μέχρι τώρα νιώθω ότι καμιά φορά ότι με κοιτάνε και μου λένε: «Α, κοίτα ο τρανς», που δεν ισχύει πλέον, γιατί ήμουν από τους τυχερούς που δεν φαινόταν το ότι είμαι σε φυλομετάβαση. Είχα πάντα και αρρενωπή φυσιογνωμία και βαριά φωνή, οπότε δεν χρειάστηκε να το αντιμετωπίσω πολλές φορές. Στη σχολή έκανα την έξυπνη κίνηση στο να μιλήσω με τον διευθυντή της σχολής και να τους πω ότι: «Αυτή είναι η κατάσταση. Θέλω αν γίνεται στο παρουσιολόγιο να αναγράφεται ως Αποστόλη Μεράκο και όχι ως Μαρία Μεράκου». Ο πρώτος διευθυντής ήτανε πολύ ψυχούλα, το δέχτηκε και δεν είχε κανένα πρόβλημα. Απλά μου εξήγησε ότι στα επίσημα [00:40:00]έγγραφα δεν γίνεται να αλλάξει προφανώς. Εγώ τότε είχα γνωρίσει μία δικηγόρο, η οποία στην αρχή με ανέλαβε, ήτανε μια χαρά και «Ναι, θα σε βοηθήσω να αλλάξουμε ταυτότητα». Εν τέλει πλήρωσα περίπου στο χιλιάρικο, 1.200 ευρώ, γιατί της πλήρωνα και τα μεταφορικά κάποιες φορές, να έρθει Αλεξανδρούπολη γιατί δεν είχε μεταφορικό μέσο, και δύο χρόνια μου έλεγε ψέματα ότι το τρέχει το θέμα της ταυτότητας και δεν έκανε τίποτα! Δηλαδή σε κάποια φάση είχα απλά κουραστεί, γιατί είχα μπει στη σχολή, είχα όλο αυτό το θέμα ότι τους έλεγα όλους ότι «Τώρα βγαίνει η ταυτότητα. Κάντε λίγο υπομονή και θα σας δώσω τα κατάλληλα χαρτιά». Και μου λέγανε, εκεί ο πρώτος ο διευθυντής, «Ναι, κανένα πρόβλημα. Θα τα περιμένουμε. Να είσαι εσύ άνετα». Οι καθηγητές σχεδόν όλοι ήταν πολύ εντάξει με αυτό, δεν είχαν κανένα πρόβλημα. Η μία καθηγήτρια μου το έπαιξε στην αρχή ότι «Ναι, κομπλέ, δεν έχω θέμα», open-minded και λοιπά, και εν τέλει αποδείχθηκε πολύ κακός άνθρωπος, κακή συμπεριφορά. Δηλαδή, θα μπορούσε να αποφύγει να πει πάρα πολλά πράγματα. Και πήγα να κάνω την πρακτική μου σε μία ταβέρνα. Και, εν τέλει, δεν πήγαν τα πράγματα καλά εκεί πέρα, γιατί και τα αφεντικά δεν ταίριαζαν μ’ εμένα και εγώ μαζί τους, και προσπαθούσαν να βγάλουν δουλειά υπαλλήλου με δουλειά πρακτικάριου! Που με πληρώνανε 120 ευρώ το μήνα και θέλανε να βγάζω δουλειά για 700 ευρώ το μήνα. Εγώ δεν είχα ιδέα από μαγειρική. Πρώτη φορά σε κουζίνα. Που αυτό ήταν ένα άλλο θέμα που… και τα αφεντικά μου τότε ήτανε πολύ κομπλέ με το θέμα της μετάβασης, αλλά όταν έφυγα γύρισε η αφεντικίνα μου και μου είπε ότι: «Οι άνδρες δεν κάνουνε τα παντελόνια και επειδή φοράς παντελόνια δεν σημαίνει ότι είσαι και άνδρας με τον τρόπο που συμπεριφέρεσαι και εμείς σε αποδεχτήκαμε γι’ αυτό που είσαι και εσύ δεν το εκτίμησες». Λες και έχει να κάνει το κομμάτι της μετάβασης με το επαγγελματικό το κομμάτι. Ό,τι να ’ναι γενικά, έγινε τριμπούρδελο όλη η κατάσταση και μπλέχτηκε και η καθηγήτρια και με έκανε να νιώσω ακόμα πιο άσχημα. «Να πάω να λύσω τα δικά μου θέματα πρώτα και μετά να βρω πρακτική» και ότι δεν θα μου ξαναβρεί πρακτική στην κατάσταση που είμαι και ότι «Να πάω να βρω τη λύση μόνος μου» ουσιαστικά, αυτό. Οπότε με τους υπόλοιπους καθηγητές δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα, με σέβονταν και με αγαπούσανε όπως και εγώ τους ίδιους πάρα πολύ, γιατί με ενδιαφέραν και τα μαθήματα και ο τρόπος, η μεταδοτικότητα που είχανε. Φεύγει και η σχολή, την τελειώνω και συνεχίζει η ταυτότητα να μένει στον πάγο. Τέλος πάντων, σε κάποια φάση είχα απηυδήσει και πώς γύρισε ο καιρός και την έπαιρνα τηλέφωνο συνέχεια και της έλεγα: «Ακόμα θα περιμένουμε τι θα γίνει;» Και μου λέει «Δεν μπορώ να τους βρω στο Ειρηνοδικείο», και «Να, ο κορωνοϊός τώρα», «Να, δεν ξέρω εγώ τι, δεν μπορώ», «Δεν μπορώ να τους βρω». Η κύρια δικαιολογία ήταν ότι δεν μπορούσε να τους βρει και της έλεγα «Δεν μπορώ να τους πάρω εγώ τηλέφωνο; Να πάω. Δίπλα είμαι. Δεν χρειάζεται να έρθετε. Μου το απέφευγε. Εν τέλει, μαθαίνω ότι της έχουν κάνει αρκετές φορές αναφορά ως δικηγόρο, το ότι αναλαμβάνει πελάτες, τους τρώει τα λεφτά και δεν αναλαμβάνει υποθέσεις. Από πού να το πρωτοπιάσεις; Είναι και κάποια άλλα προσωπικά δεδομένα, που δεν θα ήθελα να τα αναφέρω, αλλά γενικά να προσέχετε ποιους εμπιστεύεστε σαν άτομα που σου λένε ότι «Θα σε στηρίξω». Το λάθος που έκανα εγώ είναι ότι της έδωσα τα λεφτά της μπροστά, γιατί μου τα ζήτησε επειδή είχε δυσκολίες, και νομίζω ότι μετά το άφησε τελείως στην τύχη του. Οπότε έτυχε μία πολύ καλή μου φίλη στην Αθήνα να μου συστήσει τη δική της δικηγόρο, που είναι κοντά ηλικία μας, 27-28 χρονών η κοπέλα, η Ισμήνη. Μιλήσαμε και της είπα «Αυτό είναι το πρόβλημα» και μου λέει «Εντάξει», μου λέει, «δεν παίζει. Εδώ τους δικούς μου τους πελάτες που αναλαμβάνω, τρανς άτομα, μέσα σε ένα εξάμηνο έχει βγει η ταυτότητα. Εσύ γιατί δύο χρόνια;» Και λέω: «Ανέλαβέ το, σε παρακαλώ. Δεν έχω βγάλει άκρη». Η κοπέλα δεν μου πήρε χρήματα, μου είπε ότι «Έδωσες ήδη αρκετά. Δεν μπορώ να σου πω ότι αυτό το ποσό θέλω. Συνήθως η τιμή είναι περίπου στα 400 ευρώ, οπότε εσύ που έδωσες 1.200 είναι ήδη πάρα πολλά! Δεν μπορώ να το κάνω αυτό το πράγμα, αλλά το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να σε καθοδηγήσω το να το πάρεις εσύ μόνος σου, εφόσον έχει βγει απόφαση». Εν τέλει, παίρνει στο Ειρηνοδικείο και γυρνάει η ειρηνοδίκης και της λέει μία: «Έχει βγει η απόφαση [00:45:00]εδώ και δύο χρόνια και δεν ήρθε ποτέ κανένας να την πάρει. Απορήσαμε», λέει, «ακόμα και εμείς οι ίδιοι». Και να παθαίνω ένα σοκ και να λέω «Εντάξει, ρε φίλε, δηλαδή γιατί να μου γαμήσεις την ψυχούλα επειδή εσύ είσαι ανίκανη να αναλάβεις μία υπόθεση; Αν δεν μπορείς, πες μου ότι “Δεν αναλαμβάνω” ή, έστω, “Nα σε μεταφέρω σε κάποιον άλλον δικηγόρο”». Δηλαδή, δύο χρόνια εγώ σε τράπεζες που πήγαινα και είχα τρανσφοβικές συμπεριφορές, δημόσιες υπηρεσίες, σχολή… αν είχανε απλά γίνει σωστά τα πράγματα, δεν θα τραβούσα όλο αυτό το παλούκι. Κι αυτό με πείραξε, η αλήθεια είναι, πάρα πολύ. Εν τέλει, βγήκε η ταυτότητα. Η κοπέλα, να είναι καλά, με στήριξε και εκείνη πάρα πολύ. Και απλά στο σήμερα που έχουμε μετά από τόσα κύματα θεωρώ ότι λες και κάποιος, μία ανώτερη δύναμη, δεν μπορώ να πω ότι πιστεύω στο Θεό, απλά θεωρώ ότι επειδή το ήθελα τόσο πολύ, το ότι δεν τύχανε αναποδιές σοβαρές στο να γίνει κάποιο τραγικό γεγονός, ούτε στην Αθήνα, στο να πάει λάθος το χειρουργείο, στο να πάει λάθος η ορμονοθεραπεία, στο να βγάλω κάποιο πρόβλημα… Ευτυχώς πήγανε όλα καλά. Έπεσα σε πολύ κατάλληλους ανθρώπους – οι περισσότεροι. Αυτό. Απλά, έχω έρθει πλέον στα 24 να σκέφτομαι ότι παλαιότερα δεν μπορούσα να δεχτώ ότι αυτό, θα πρέπει να φας σφαλιάρα για να ωριμάσεις. Θα πρέπει να φας σφαλιάρα για να μεγαλώσεις. Απλά, όσο το περνάω και βλέπω ότι όσο μεγαλώνεις τελικά ότι όσο βλέπεις το τι έχεις περάσει, να λες: «Ποπό, ρε φίλε, εγώ το έκανα αυτό το πράγμα τότε; Κοίτα τι πέρασα!» Έβλεπα μία σειρά στο Netflix τελευταία που η ψυχολόγος ρωτούσε σε μία κοπέλα που υπέστη βιασμό: «Τι πολύτιμο μπορείς να κρατήσεις από αυτή σου την εμπειρία έτσι ώστε, σε ενδεχόμενο τέτοιο γεγονός, να προστατεύσεις τον εαυτό σου ή να μην το ξαναβιώσεις το ίδιο;» Κοίτα να δεις πόσο βαθυστόχαστη ερώτηση είναι αυτή, που μπορείς να το κάνεις για οτιδήποτε κομμάτι της ζωής σου. Δεν χρειάζεται να έχεις πέσει θύμα βιασμού για να το κάνεις αυτό το πράγμα. Οπότε, νομίζω ότι το να βρίσκεις σιγά σιγά τον εαυτό σου και το τι σε κάνει καλά είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ζωής και το ξεχνάμε πάρα πολύ. Ειδικά τα άτομα που βιώνουν συμπεριφορές από άλλους ανθρώπους άσχημες, είτε είναι σε κοινωνικό επίπεδο είτε σε οικογενειακό… Δεν θα αναφέρω τις ομάδες που είναι σε μειονότητες. Εννοείται αυτοί είναι σε πιο δύσκολη θέση, αλλά και το να είσαι χοντρός είναι μια μειονότητα. Δηλαδή, το έχουμε καθημερινά, «Αδυνάτισες;» και χαίρονται ή «Πάχυνες;» και στεναχωριούνται. Αυτό. Να είμαστε καλά. Έχεις κάτι να μου πεις εσύ; Να με ρωτήσεις;
Ποια είναι τώρα τα επόμενά σου σχέδια ή ποια όνειρα κάνεις;
Αυτό είναι μια πολύ καλή ερώτηση. Δεν έχω ιδέα. Είμαι ένας άνθρωπος που επιζητώ την ασφάλεια. Είναι όλα στον αέρα και με φέρνει σε πολύ μεγάλη κρίση πανικού, η αλήθεια είναι, στο τι θα κάνω επαγγελματικά. Στο αμπέλι που δουλεύω, στο οινοποιείο που δουλεύω είμαι πάρα πολύ καλά. Η αφεντικίνα μου είναι πολύ δοτικός άνθρωπος, με έχει σαν μικρό αδερφό και την αγαπάω και εγώ πάρα πολύ και με στηρίζει. Απλά νιώθω ότι δεν μπορώ να κάθομαι στην Αλεξανδρούπολη για το υπόλοιπο της ζωής μου επειδή απλά η δουλειά μου είναι καλή, η εργοδότρια μου είναι καλή. Αν είχα την επιλογή να την πάρω έτσι όπως είναι και να την πάω όπου θέλω, θα το έκανα, απλά δεν μου δίνεται αυτή η ευκαιρία. Τώρα σκεφτόμουνα πάρα πολύ στο να δω το χειρουργείο των γεννητικών οργάνων. Είναι μία πολύ μεγάλη απόφαση, πολύ χρονοβόρα και ειδικά δαπανηρή. Μιλάμε για 20-25-30 χιλιάρικα και δεν είσαι και σίγουρος για το αποτέλεσμα. Δηλαδή, εγώ απ’ ό,τι έχω διαβάσει μέχρι τώρα και έχω δει, τα αποτελέσματα των ανθρώπων των οποίων έχουν ρισκάρει, τουλάχιστον στην Ελλάδα και γενικά στο εξωτερικό, να το κάνουνε, δεν είναι συμβατά στα δικά μου τα πρότυπα. Και από θέμα εμφάνισης του πέους και από θέμα λειτουργικότητας. Δηλαδή δεν σου εγγυώνται 100% ναι, ρε φίλε, ότι θα βγει. Ούτε καν 100%, δεν εγγυώνται ούτε 90%. Δηλαδή σου λένε ότι: «Θα κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε, εννοείται, αλλά αν βγει κάποιο πρόβλημα θα το φτιάξουμε». Δηλαδή έχω μιλήσει με άτομα που είχαν μόνιμη στύση. Ήταν πρόβλημα αυτό το πράγμα. Το θεωρούμε «Χαχα», ξέρω γω, στην πλάκα, «Ποπό, έχεις μόνιμα στύση, τι καλύτερο;», αλλά όχι. Πραγματικά είναι πάρα πολύ δύσκολο στο ότι ο άλλος ο άνθρωπος μπορούσε να νιώσει όλη την σεξουαλική πράξη,[00:50:00] δεν είχε το αίσθημα του οργασμού. Κάτι που τον τρέλαινε. Το άλλο το άτομο είχε πρόβλημα με το ουροποιητικό σύστημα. Είχανε κάτι κάνει λάθος, κάτι πήγε λάθος. Δεν μπορούσε να κατουρήσει από το πέος του, του κάνανε ακριβώς τρύπα από κάτω από το πέος, στην ένωση των όρχεων και του πέους. Από κει κατουρούσε για ένα διάστημα. Και λες ότι «Να πάω να κάνω κάτι το οποίο δεν είμαι και εγώ 100% σίγουρος, είναι ρίσκο, και οι γιατροί που θα πάω θα είναι σφάχτες;» Δεν ξέρω. Ίσως μετά τα 35-40, αν μπορέσω και την κάνω μέχρι τότε, έχει καλώς, αλλιώς δεν το κυνηγάω κιόλας. Η αλήθεια είναι ότι η σχέση η οποία είχα τα τελευταία τρία χρόνια περίπου, ήτανε πάρα πολύ εντάξει με αυτό το κομμάτι. Δηλαδή δεν με έκανε να νιώθω δυσφορία καθόλου για τα γεννητικά όργανα τουλάχιστον και η σεξουαλική επαφή ήταν πολύ όμορφη και χωρίς το να έχω κάνει κάποια αλλαγή στα γεννητικά όργανα. Και μου έλεγε και οι ίδια, ότι «Αν είναι να κάνεις κάτι και μετά να είσαι ακόμα πιο δυσλειτουργικός», ουσιαστικά να χαλάσεις κάτι λειτουργικό για κάτι δυσλειτουργικό, «χρειάζεται πολύ μεγάλη σκέψη». Και γι’ αυτό το έχω αφήσει στο πολύ πίσω μέρος του μυαλού μου. Τα επόμενα 2 χρόνια θα είμαι Αλεξανδρούπολη, γιατί έχω κλείσει ένα συμβόλαιο, ένα πρόγραμμα με την Κική, με την κοπέλα που δουλεύουμε μαζί, οπότε θα είμαι Αλεξανδρούπολη. Σκέφτομαι ότι κάποια στιγμή θέλω να φύγω από Αλεξανδρούπολη, να ανοίξω λίγο τα φτερά μου και αλλού. Εξωτερικό θα είναι; Αθήνα θα είναι; Κάπου, κάπου να φύγω. Νομίζω ότι πνίγομαι εδώ πέρα, ότι ο κόσμος δεν μπορεί να δεχτεί ανθρώπους με χαρακτηριστικά σαν τα δικά μου. Αυτό.
Αναφέρθηκες στο κομμάτι της υποστήριξης, ότι προήλθε από το φιλικό σου περίγυρο αλλά και από τρανς άτομα, τα οποία γνώρισες μέσα από ομάδες πολιτικές. Θεωρείς ότι είναι υποστηρικτικά αυτά τα δίκτυα ή κατά πόσο συμμετέχεις ή συνεχίζεις να συμμετέχει σε αυτά;
Γενικά ήμουν ένας άνθρωπος ο οποίος δεν είχε ιδέα τι είναι γενικότερα μία πολιτική χροιά του λόγου, στο ότι όλα έχουν μία πολιτική. Απλά ήξερα ότι δεν δέχομαι ρατσισμό, δεν δέχομαι σεξισμό, ότι δεν είναι όμορφο το να είσαι μισογύνης, δεν είναι όμορφο το να είσαι χοντροφοβικός, ομοφοβικός και λοιπά. Οπότε ήθελα να ενταχθώ με άτομα που έχουν τον ίδιο ακριβώς τρόπο σκέψης. Με το να μπλέκω συνέχεια με άτομα… το να πρέπει να τους εξηγώ συνέχεια από την αρχή, ότι «Ξέρεις κάτι; Αυτό που κάνεις δεν είναι ωραίο» ή «Αν η αδερφή σου ήταν έτσι, τι θα έκανες;», «Αν ήσουν εσύ χοντρός;», «Αν ήσουν εσύ γκέι;», «Αν ήταν το παιδί σου γκέι, τι θα έκανες;» και συνέχεια το να αναλώνεσαι, να παίρνεις ένα ρόλο καθηγητή σε ανθρώπους οι οποίοι έχουν όλοι… όχι την αυτοδιάθεση, έχουν τη βούληση και τα ερεθίσματα και τις πληροφορίες από παντού να το κάνουν μόνοι τους. Και σε βρίσκουν εσένα ήδη έτοιμο και σου λένε: «Αφού τα έμαθες, μάθε τα μου και σ’ εμένα!» Δηλαδή αυτό ένιωθα πάρα πολύ. «Α, ο Αποστόλης τα ξέρει, ας τον ρωτήσουμε αυτό». Δηλαδή, με κούρασε πάρα πολύ. Και είχαμε μία πλευρά αυτή και η άλλη πλευρά ήταν ότι: «Ξέρεις κάτι; Χέστηκα για τη γνώμη σου. Δεν πά’ να λες ότι, ξέρω γω, οι χοντροί αξίζουν δικαιώματα; Εγώ θα τους κράζω επειδή το θεωρώ αστείο». Δηλαδή πηγαίναμε και στο άλλο άκρο. Οπότε ήθελα κάτι το οποίο να συμβαδίζει καθαρά στα δικά μου τα πιστεύω. Οπότε όταν μπλέχτηκα στην αντισεξιστική την ομάδα, θεώρησα ότι εκεί πέρα ανήκω. Όταν όμως μέσα στην αντισεξιστική έβλεπα και άλλες ομάδες ή βλέπαμε και άλλες ομάδες, Θεσσαλονίκη-Αθήνα, που είχανε το μανδύα του αντισεξισμού, ενώ μέσα γινότανε τελείως διαφορετικά πράγματα, θεώρησα ότι αυτή η ομάδα που εντάχθηκα εγώ, για μένα ότι ήταν η καλύτερη που θα μπορούσα να ενταχθώ, από την άποψη ότι δεν υπήρχαν διπροσωπείες, δεν υπήρχανε ότι: «Ναι, πιστεύω ότι δεν θα έπρεπε να είσαι σεξιστής, αλλά η γυναίκα ανήκει στην κουζίνα, επειδή είναι γυναίκα». Δηλαδή δεν υπήρχε αντίφαση. Ήταν αυτό. Λέγαμε ότι κάνουμε αυτομόρφωση, π.χ., για το φεμινισμό. Καθόμασταν και διαβάζαμε και ήταν αυτό. Δηλαδή κατανοούσαμε κάποια πράγματα, δεν το ξαναφέρναμε στη συζήτηση. Δεν ξαναμπήκα στη διαδικασία να ’μαι σε τέτοιους χώρους, γιατί πιστεύω ότι δεν έχω τόσο δυναμικό χαρακτήρα στο να κυνηγάω συνέχεια κάτι άπιαστο. Δηλαδή, ναι, υπάρχουν αλλαγές εννοείται, αλλά το να τρέχω σε πορείες, το να έχω τόσο μεγάλη έκθεση του εαυτού μου, δεν μπορώ να το σηκώσω εγώ.[00:55:00] Ίσως επειδή έχω ακόμα την τρανσφοβία μέσα μου, ότι κάτι μπορεί να γίνει, κάποιος, κάτι, δεν ξέρω. Νιώθω ότι δεν μπορώ να έχω έκθεση γενικότερα του εαυτού μου, οπότε το να μπω σε ένα τέτοιο κύκλο θα μου ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Νομίζω δεν έχω μπει κιόλας και επειδή είμαι και στην Αλεξανδρούπολη, δεν έχει ξαναγίνει κάτι τέτοιο. Και δυστυχώς με ενόχλησε πάρα πολύ που το διαλύσαμε γιατί, εντάξει, όπως και να γίνει, οι φοιτητές έπρεπε να γυρίσουν οι άνθρωποι σπίτι τους. Αλλά δεν ξαναείχε γίνει κάτι τέτοιο δυστυχώς στην Αλεξανδρούπολη και ότι απλά έσβησε, και έτσι γίνεται με τους φοιτητές. Δηλαδή, για ποιο λόγο να μην την κρατήσουμε έστω κάτι και να το συνεχίσουμε; Έστω και με δύο και με τρία άτομα. Δεν είχαμε χρόνο, δεν είχαμε το κατάλληλο υλικό μετά, δεν το ψάχναμε και πολύ, λίγο μας απορρόφησε η ζωή. Γι’ αυτό. Γι’ αυτό. Και νομίζω ότι δεν θα ήθελα να ξαναβρεθώ σε κάτι τέτοιο, γιατί δεν νιώθω την ίδια οικειότητα θες; Την ίδια ασφάλεια θες; Ότι δε θα είναι το ίδιο. Ότι δεν θα είναι τα ίδια αγνά άτομα με την ίδια… Αυτό νομίζω. Ότι ο στόχος της ομάδας ήταν ο κοινός στόχος. Ότι δεν ήταν καθένας ό,τι να ’ναι εκεί μέσα και απλά βρισκόμασταν για να κάνουμε αυτομορφώσεις. Δηλαδή ήθελαν όλοι και να στηρίξουν έναν Αποστόλη και να στηρίξουν και την ομάδα και να μπορέσουμε να κάνουμε δουλειές, το να φανεί… Είχαμε κάνει πολλές εκδηλώσεις, τύπου «κουλτούρα του βιασμού», είχαν έρθει πόσος κόσμος, είχαμε δείξει διαφάνειες και λοιπά. Είχαμε κοινό στόχο. Αυτό πιστεύω ότι στις άλλες ομάδες ή δεν υπάρχει ή είναι δύσκολο να το βρεις και δεν θέλω να μπω στη διαδικασία να ψάχνω καρφίτσα στα άχυρα. Αυτό.
Υπάρχει κάποια άλλη σκέψη ή ανάμνηση ή κάτι άλλο που θα ήθελες να προσθέσεις προτού κλείσουμε;
Αυτό θέλει σκέψη. Νιώθω ότι θα έπρεπε να στηρίξω τον εαυτό μου παραπάνω και σε όλα. Νιώθω ότι επειδή μεγάλωσα σε ένα οικογενειακό περιβάλλον που ο πατέρας μου ήταν πολύ χειριστικός και βίαιος και η μάνα μου το ακριβώς αντίθετο, πολύ ανεκτική και μαλθακή, ότι πήρα της μάνας μου την ανεκτικότητα και δέχτηκα από γνωστούς, άγνωστους, δικούς μου και μη ανθρώπους, συμπεριφορές τις οποίες θα ήμουνα πολύ καλύτερα με τον εαυτό μου αν δεν τις δεχόμουνα. Και δεν σου μιλάω καν για το κομμάτι της μετάβασης, αυτό ήτανε γενικά πολύ βαρύ. Απλά, νιώθω ότι αν το έψαχνα περισσότερο, αν νοιαζόμουν περισσότερο για τον εαυτό μου και δε με ένοιαζε απλά ότι «Θα κάνω τη μετάβαση και μετά θα είμαι άνδρας και μετά θα είμαι ο άντρας που είχα στο μυαλό μου, γιατί θα είμαι καλά». Έφτασα σε αυτό το σημείο και δεν είμαι καλά. Δηλαδή, πιστεύουμε ότι θα καταφέρουμε το στόχο μας, ότι θα κάνουμε όλη αυτή τη μετάβαση και ότι μετά λες και με ένα κλικ θα αλλάξει όλη σου η ζωή. Δυστυχώς δεν γίνεται έτσι, γιατί μέρα με τη μέρα αλλάζεις και έχω φτάσει σε ένα σημείο να είμαι αυτός που θέλω να είμαι. Ναι, είμαι ο Αποστόλης, αλλά νομίζω ότι ένα μεγάλο κομμάτι του εαυτού μου ότι έχει πολλά ψυχικά τραύματα, που ακόμα προσπαθώ να τα βολέψω, να τα διορθώσω. Αυτό. Δηλαδή, με πείραξε πολύ που βίωσα ένα μεγάλο χρονικό διάστημα της ζωής μου κατάθλιψη και δεν του έδωσα καν σημασία και τώρα τυραννιέμαι με αυτό το κομμάτι. Αυτό. Δηλαδή όλες τις ευχές που δίνουν κατά καιρούς οι άνθρωποι «Να είσαι ο εαυτός σου, να αγαπάς τον εαυτό σου, μη σε νοιάζει τίποτα» και δηλαδή το ακούμε πάντα τόσο πολύ σαν μία γλυκιά ευχή, κάτι τόσο μακριά από εμάς. Ενώ όταν έρχεται η στιγμή όντως να τον βιώσεις αυτό το πράγμα, το να πεις ότι: «Ναι, ρε φίλε, θα ’πρεπε όντως να το χειριστώ καλύτερα» ή «Δεν μου αξίζει αυτό το πράγμα», τότε αντιλαμβανόμαστε το τι μας λένε οι άλλοι. Ότι, ναι, θα πρέπει να είσαι καλά με τον εαυτό σου, να το ψάξεις, το να φροντίζεις τον εαυτό σου. Αυτό, αυτό, νομίζω ότι άργησα πολύ να το καταλάβω και τώρα έχω μπει σε μία διαδικασία να το παίρνω πρέφα, αλλά ακόμα είμαι σε πολύ αρχικά στάδια. Αυτό.
Σε ευχαριστώ πάρα πολύ.
Κι εγώ σ’ ευχαριστώ πολύ.
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί έπειτα από νομικό έλεγχο.
Περιεχόμενο διαθέσιμο για ενήλικους
Περίληψη
Ένας τρανς άντρας 24 ετών αφηγείται σπαρταριστά, σαρκαστικά και αληθινά τον τρόπο με τον οποίο συνειδητοποίησε τη δυσφορία φύλου στα 5 του, την αναζήτηση στην εφηβεία του, τη διαδικασία και την ορμονοθεραπεία με την οποία ξεκίνησε τη μετάβαση φύλου στα 20 του, την αλλαγή ταυτότητας, τη μαστεκτομή και τα συναισθήματα του να ζεις ως τρανς άτομο σε μια επαρχιακή πόλη της Ελλάδας το 2022.
Αφηγητές/τριες
Αποστόλης Μεράκος
Ερευνητές/τριες
Κατερίνα Πιστόλα
Ημερομηνία Συνέντευξης
26/12/2021
Διάρκεια
59'
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί έπειτα από νομικό έλεγχο.
Περιεχόμενο διαθέσιμο για ενήλικους
Περίληψη
Ένας τρανς άντρας 24 ετών αφηγείται σπαρταριστά, σαρκαστικά και αληθινά τον τρόπο με τον οποίο συνειδητοποίησε τη δυσφορία φύλου στα 5 του, την αναζήτηση στην εφηβεία του, τη διαδικασία και την ορμονοθεραπεία με την οποία ξεκίνησε τη μετάβαση φύλου στα 20 του, την αλλαγή ταυτότητας, τη μαστεκτομή και τα συναισθήματα του να ζεις ως τρανς άτομο σε μια επαρχιακή πόλη της Ελλάδας το 2022.
Αφηγητές/τριες
Αποστόλης Μεράκος
Ερευνητές/τριες
Κατερίνα Πιστόλα
Ημερομηνία Συνέντευξης
26/12/2021
Διάρκεια
59'