Παρατηρώντας τη δουλειά μιας barwoman-σερβιτόρας και μαθαίνοντας γι' αυτή
Ενότητα 1
Η καθημερινότητα δουλεύοντας στην εστίαση νύχτα και οι δυσκολίες
00:00:00 - 00:13:55
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Καλησπέρα. Καλησπέρα. Πώς ονομάζεσαι; Γεωργούλα Δανάη. Πολύ ωραία. Είμαστε με τη Δανάη στο Χαλάνδρι, είναι 28 Μαΐου του 2020. Είμαι η…θεραπείας, το πιστεύω. Δηλαδή η μπάρα είναι, ακουμπάει πάνω ένα χέρι με λίγο παραπάνω δύναμη και ξέρεις ότι θα ακούσεις μία τέλεια ιστορία.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 2
Διάφορα περιστατικά, τα θετικά και τα αρνητικά της δουλειάς
00:13:55 - 00:35:10
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Έχεις ακούσει κάποια ιστορία ή έχει γίνει κάτι; Γιατί περιγράφεις τώρα… Οι άνθρωποι είναι πιο χαλαροί το βράδυ, το ξέρουμε. Αλλά, ξέρεις, γί…και ανυπομονώ να δοκιμάσω αυτό το κοκτέιλ. Είναι υπόσχεση. Pinky promise. Ευχαριστώ πάρα πολύ. Εγώ. Καλή συνέχεια. Καλή συνέχεια.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνηση[00:00:00]Καλησπέρα.
Καλησπέρα.
Πώς ονομάζεσαι;
Γεωργούλα Δανάη.
Πολύ ωραία. Είμαστε με τη Δανάη στο Χαλάνδρι, είναι 28 Μαΐου του 2020. Είμαι η Μάρθα Μητσικώστα, ερευνήτρια για το Istorima και ξεκινάμε. Πες μου μερικά πράγματα για εσένα.
Με έπιασες απροετοίμαστη μπορώ να πω.
Με τι ασχολείσαι;
Τα τελευταία έξι χρόνια, εφτά πια, ασχολούμαι με τον χώρο της εστίασης. Και σε λίγο καιρό ελπίζω να καταφέρω να μπω στον χώρο του θεάτρου. Κάνω μεγάλες προσπάθειες για αυτό, ελπίζω να αποδώσουν. Κυρίως τον τελευταίο καιρό για να βγάλω τα προς το ζην είμαι στον χώρο της εστίασης σαν σερβιτόρα ή barwoman. Ήμουν σε μία σχολή, είναι ακόμα, εκκρεμεί. Ελπίζω να φτάσει στο τέλος της κάποια στιγμή, να πάρω και ένα πτυχίο από κει.
Πόσο χρονών είσαι;
Είμαι 24.
Και είπες ότι είσαι σερβιτόρα και barwoman. Άρα κυρίως δουλεύεις βράδυ;
Κυρίως βράδυ. Ειδικά τα τελευταία πέντε χρόνια είμαι μόνο βράδυ. Όταν ξεκίνησα επειδή δεν ήξερα ακριβώς και τη δουλειά, έπρεπε να τη μάθω, δεν ήξερα και από πού πρέπει να ξεκινήσω και όλα αυτά. Ξεκίνησα από επιχειρήσεις οι οποίες ήταν κυρίως καφέ. Δεν είχα άμεση επικοινωνία με τον κόσμο, δεν είχα καταλάβει ακριβώς τι σημαίνει εστίαση. Έπρεπε απλά να βρω κάτι για να μπορώ να παίρνω απλά κάποια χρήματα για να ζω με κάποιον τρόπο. Όσο περνούσαν τα χρόνια, το ένα μεροκάματο έφερε το άλλο μέχρι που κατέληξα να δουλεύω βράδυ χωρίς να καταλάβω πώς. Δηλαδή απλά κοίταξα πίσω μου και είδα ότι έχουν περάσει δύο χρόνια που είμαι μόνο βράδυ και είναι αυτό που με κάνει να ζω.
Όταν λες βράδυ, δηλαδή;
Βράδυ εννοώ… Όταν ξεκίνησα να δουλεύω βραδινά, ήταν συνήθως ώρες που η βάρδια ξεκινούσε στις 18:00 αλλά τέλειωνε στις 02:00 που αυτό ήταν το σχετικά φυσιολογικό. Περνώντας τα χρόνια, πάλι με έναν τρόπο που επίσης δεν κατάλαβα, δηλαδή από δουλειά σε δουλειά τα ζυγίζεις με διαφορετικό τρόπο όταν είσαι μέσα σε αυτό. Το 18:00-02:00 έγινε 19:00-03:00, το 19:00-03:00 έγινε 22:00-05:00. Κατέληξα να πιάνω βάρδια 19:00 το απόγευμα και να σχολάω 05:00-06:00 ή 07:00 η ώρα το πρωί. Και δεν με πείραζε τόσο στις αρχές γιατί ήταν εντάξει. Χρόνο τον χρόνο γινόταν πιο δύσκολο γιατί υπάρχει ψυχική κούραση μέσα σε αυτό που δεν την καταλαβαίνεις όταν ξεκινάς και χαίρεσαι γιατί είναι όντως ωραία. Αλλά όταν έχουν περάσει πέντε χρόνια που έχεις κάνει το ίδιο πράγμα, όσο και να σε γεμίζει κάποια στιγμή αρχίζεις να συνειδητοποιείς πράγματα για σένα που δεν θα περνούσαν καν από το μυαλό σου. Αλλά, ναι, το βράδυ, εννοώ, αρχικά μέχρι τις 02:00 το πρωί δηλαδή. Μετά γυρνούσα σπίτι μου όταν είχε πια ξημερώσει. Δηλαδή όταν έφευγα από το σπίτι, έφευγα με τον ίδιο ήλιο που υπήρχε όταν γύριζα. Δεν άλλαζε κάτι. Ήταν ένα δωδεκάωρο γεμάτο.
Και πώς, ας πούμε, είναι η καθημερινότητα όταν γυρνάς από μία δουλειά όπως είπες το πρωί, το μεσημέρι, μετά τι κάνεις στην καθημερινότητά σου;
Έχει πλάκα γιατί δεν προλαβαίνεις ούτε αυτό να σκεφτείς. Δηλαδή όταν έχει περάσει κυριολεκτικά όλο το βράδυ από πάνω σου, γυρνάς στο σπίτι, το πρώτο πράγμα και το τελευταίο που θέλεις να κάνεις, είναι να κάνεις ένα μπάνιο. Κοιμάσαι, θα ξυπνήσεις 16:00 η ώρα το απόγευμα και 19:00 θα πρέπει να ξαναπάς για δουλειά. Οπότε εκεί είναι που αρχίζεις και χάνεις και λίγο και τον εαυτό σου γιατί δεν καταλαβαίνεις πραγματικά τι κάνεις και σε παίρνει αγκαλιά και σε πάει. Οπότε η καθημερινότητα είναι δουλειά. Το ποτό για την αποσυμπίεση που θα πιεις μετά, που συμβαίνει σε όλους, δεν θα είναι μία μπύρα ένα μισάωρο. Δεν ξέρεις πού μπορεί να σε φτάσει. Μπορεί να σε φτάσει μέχρι όντως πολύ πρωί. Αλλά η καθημερινότητα αλλάζει ανά δουλειά. Δηλαδή εάν έχεις εντάξει κλίμα… Είχα την εξαιρετική τύχη να δουλεύω με ανθρώπους που πηγαίναμε πολύ καλά τα τελευταία χρόνια. Οπότε κάθε φορά όταν τελείωνε η βάρδια, ειδικά δύσκολες βάρδιες, έπρεπε να πιούμε μία μπύρα. Δεν είχε σημασία πού ή μέχρι πόσο, έπρεπε να πιούμε μία μπύρα. Οπότε γυρνούσα σπίτι, μπάνιο, ύπνος και μέχρι να ξαναξυπνήσω, έπρεπε να πάω πάλι για δουλειά. Ακόμη και τις μέρες δηλαδή που μπορεί να είχα δύο μέρες σερί ρεπό, δεν προλάβαινα να κάνω ακριβώς τα πράγματα τα οποία θα ήθελα για εμένα. Προτιμούσα να ξεκουραστώ και να βάλω τα πόδια μου ψηλά στον τοίχο να κατέβει το αίμα πάλι πίσω.
Είπες πριν ότι πέρα από την κούραση τη σωματική, που προφανώς το καταλαβαίνω, υπάρχει και μία ψυχική κούραση. Αυτό από που απορρέει;
Είναι πάρα πολύ δύσκολο να διαχειρίζεσαι την καλοπέραση ανθρώπων που έχουν βγει καθαρά για αυτό και δεν τους ενδιαφέρει ο δικός σου τρόπος. Δεν καταλαβαίνουν ότι είναι δουλειά σου. Νομίζουν ότι από τη στιγμή που εκείνοι βγήκαν, έχεις βγει και εσύ για να περάσεις καλά. Πράγμα που δεν συμβαίνει. Δηλαδή όποιος και να σκεφτεί τον εαυτό του να βγαίνει για ποτό[00:05:00], θα περάσει σίγουρα από το μυαλό του, τα πρώτα δευτερόλεπτα που θα μπει σε αυτή τη διαδικασία, μία στιγμή που φέρθηκε λίγο διαφορετικά από ό,τι θα ήθελε σε έναν άνθρωπο που δούλευε. Είναι φυσιολογικό να συμβεί μια και δύο. Αλλά αν το βάλεις συναθροιστικά, όταν έχεις να εξυπηρετήσεις ογδόντα, εκατό, εκατόν είκοσι άτομα το βράδυ, όλοι κάποια στιγμή κάτι θα κάνουν. Και αυτό κουράζει. Κουράζει γιατί πρέπει να πάρεις μία βαθιά ανάσα και να χαμογελάσεις πάλι πίσω. Όχι γιατί πρέπει, γιατί δεν βγαίνει αλλιώς, γιατί είναι ντόμινο. Γιατί αν σου χαλάσει η ψυχολογία το πρώτο δεκάλεπτο της βάρδιας, δεν υπάρχει πιθανότητα να σωθεί. Γιατί θα μιλήσεις περίεργα στο επόμενο τραπέζι ακόμη και αν δεν το θέλεις. Και όλο αυτό φτάνει στο τέλος της βάρδιας να έχει πάει όλο λάθος επειδή ξεκίνησες άσχημα. Και αυτό είναι και η δύσκολη βάρδια, ρε παιδί μου. Γιατί κάποια στιγμή δεν μπορείς να το διαχειριστείς, φτάνεις σε ένα σημείο που δεν μπορείς να πάρεις βαθιά ανάσα γιατί δεν έχει άλλο… Είναι η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι.
Επειδή είπες ότι ασχολείσαι και με το θέατρο και τα λοιπά, αν, ας πούμε, ότι είχαμε μία κάμερα και ότι ήσουν εσύ στη δουλειά.
Ναι.
Πώς θα ήταν αυτή η σκηνή; Δηλαδή είναι χαλαρά το βράδυ, δίσκος, πηγαίνεις στα τραπέζια; Πώς θα το περιέγραφες; Δηλαδή τι μουσική θα έβαζες; Για να καταλάβω και το κλίμα των μαγαζιών που δούλευες και τα λοιπά.
Σίγουρα δεν είναι ένα χαλαρό μαγαζί. Τα περισσότερα μαγαζιά που δούλεψα, δεν ήταν χαλαρά. Ήταν το μαγαζί που για να φτάσεις από τη μία άκρη του στην άλλη, ήθελες ένα τεντωμένο χέρι στον αέρα, το αριστερό σου. Και το δεξί σου χέρι έπρεπε να σπρώχνει ανθρώπους που χορεύουν και δεν σε βλέπουν αν δεν σε ψάξουν. Δηλαδή ήταν απίστευτος ο τρόπος που έβλεπα. Ξεκίνησα να βλέπω τον κόσμο γύρω μου, να τον παρατηρώ και όταν έβγαινα χωρίς να δουλεύω. Που έβλεπα πώς συμπεριφέρονται σε έναν άνθρωπο και πώς συμπεριφέρομαι και εγώ. Άλλαξε η συμπεριφορά μου στον κόσμο. Έφευγα από τη μία γωνία του μαγαζιού για να πάω στην άλλη και δεν υπήρχε πιθανότητα να φτάσω αν δεν τους ακουμπήσω όλους. Δεν έσπρωχνα ποτέ γιατί η δράση φέρνει αντίδραση. Αλλά έπρεπε να δηλώσεις την παρουσία σου με το δεξί σου χέρι απαραίτητα. Δεν ήταν χαλαρά. Αν έβαζα τραγούδι, ε; «The eye of the tiger», νομίζω.
Έχεις αλλάξει πολλές δουλειές;
Εννοείς μαγαζιά ή…
Μαγαζιά.
Όχι τόσα πολλά για τον καιρό που δουλεύω στην εστίαση. Κυρίως γιατί το ένα μαγαζί που έκατσα τα τελευταία πέντε χρόνια ήταν το μεγαλύτερο κομμάτι της δουλειάς μου. Πρέπει να είναι έξι μαγαζιά, εφτά. Σε κάποια πήγε πάρα πολύ καλά, δηλαδή υπάρχουν συνεργασίες που… Η κάθε συνεργασία σε ένα μαγαζί σπάει για διαφορετικούς λόγους κάθε φορά. Μπορεί το μαγαζί να κλείσει που αυτό είναι κατανοητό. Μπορεί να μην αντέχεις. Έπιασα τον εαυτό μου να πηγαίνω σε δουλειές που με το που φορούσα την ποδιά, με έπιαναν ψυχοσωματικά ότι δεν μπορούσα να αναπνεύσω.
Γιατί;
Μέσα στο περιβάλλον. Γιατί αυτό που είπα πριν, ότι ήμουν πάρα πολύ, στάθηκα πάρα πολύ τυχερή να γνωρίσω μία ομάδα ανθρώπων και να δουλέψω μαζί τους, στάθηκα και πάρα πολύ άτυχη να γνωρίσω μία ομάδα ανθρώπων που δεν μπορούσα να συνεργαστώ με τίποτα. Γιατί ο καθένας κοιτούσε τον δικό του σκοπό που δεν είναι κακό απαραίτητα αυτό αν το δεις μόνο του. Αλλά όταν δουλεύεις και βλέπεις πέντε συγκεκριμένα άτομα καθημερινά, πρέπει να έχεις μία ομαδικότητα για να βγει η βάρδια. Δεν συνέβαινε πάντα αυτό.
Μιλάς από την εργοδοσία ή από τα άτομα τα οποία δουλεύατε μαζί;
Και από τις δύο πλευρές. Υπήρχε περίοδος που χρειάστηκε να ζητήσω να μην μου αλλάξουν τα μεροκάματα σε θέμα, ποσοτικά μέσα στην εβδομάδα, έτσι; Γιατί έπρεπε να καλύψω ένα δικό μου ζήτημα υγείας και δεν μπορούσα να το κάνω αν δεν συνέχιζα με τους προϋπολογισμούς που είχα ήδη κάνει. Και μέσα σε δύο εβδομάδες απλά από πέντε οκτάωρα μες στην εβδομάδα, είχα τρία τετράωρα μόνο και μόνο γιατί ήθελε να με απολύσει. Αλλά δεν ήθελε να με απολύσει για να μην μου δώσει αποζημίωση και έκανε τα πάντα για να φύγω από μόνη μου.
Δηλαδή;
Δηλαδή, ας πούμε, παράδειγμα αυτό. Του ζήτησα να μην μου αλλάξει τα μεροκάματα που είχα την εβδομάδα και μέσα σε δύο εβδομάδες από π.χ. ένα ποσό που έπαιρνα ανά εβδομάδα, έπαιρνα το 1/4. Και έκανε ό,τι μπορούσε για να πω ότι «Δεν γίνεται να δουλεύω άλλο». Ο λόγος. Ήθελε να βάλει την ανιψιά του αλλά δεν μπορούσε να προσλάβει έξτρα άτομο. Δηλαδή όλα αυτά. Αυτός ήταν ο λόγος που η εργοδοσία με έκανε να μην αντέχω σε μία δουλειά. Μετά υπάρχουν και οι συνεργασίες που… Όταν είσαι καινούργιος σε αυτόν τον χώρο γενικά, όλοι έχουν την τάση να σου δείχνουν με τον χειρότερο τρόπο πώς να κάνεις τη δουλειά σου. Σηκώνουν το φρύδι και βάζουν τον δείκτη τους απέναντι από εσένα, αρχίζοντας να λένε ό,τι μπορούν για να φανούν εκείνοι στον εαυτό τους ότι είναι εκείνοι λίγο πιο πάνω, ότι «Εγώ ξέρω». Κάποιες φορές με βοήθησε. Δηλαδή τώρα πολλά από τα πράγματα που ξέρω, αν τα ξέρω[00:10:00] είναι για κάτι τέτοιο. Αλλά, ρε παιδιά, δηλαδή αλήθεια, παράκληση, δεν ξέρω. Δεν χρειάζεται να είμαστε τόσο απόλυτοι. Έχω εκπαιδεύσει άπειρο κόσμο για να κάνει αυτή τη δουλειά. Δεν λειτούργησα ποτέ έτσι και βγήκε μία χαρά. Δεν υπάρχει λόγος. Και όταν ξεκίνησα να κάνω αυτή τη δουλειά που ήμουν και κυρίως πρωινά, φοβόμουν να μπω στη διαδικασία να ρωτήσω κάτι που δεν ήξερα μόνο και μόνο επειδή θα ερχόταν ο barista με το σηκωμένο φρύδι του να μου πει πάλι «Τι όντως;». Ήμουν 17,5. «Ναι όντως». Δεν είχα επαφή με τον κλάδο και λογικό νομίζω, δεν ξέρω.
Δούλεψες αρχικά από επιλογή ή δεν υπήρχε στήριξη από την οικογένειά σου;
Εντάξει, στα 17,5 είναι λίγο δύσκολο να δουλέψεις, έτσι, από επιλογή, η αλήθεια είναι. Παρ’ όλα αυτά, ναι, η επιλογή μου ήταν ότι ήθελα να ήμουνα αυτόνομη γιατί έβλεπα ότι από την οικογένειά μου δεν υπήρχε στήριξη. Δεν ασχολήθηκα ποτέ στο κομμάτι του αν δεν ήθελαν ή δεν μπορούσαν, δεν με απασχόλησε. Απλά ήξερα ότι από τη στιγμή που μπορώ εργασιακά να είμαι ενεργή, ξεκίνησα να το κάνω. Γιατί ήθελα να πατάω στα δικά μου πόδια, τέλος πάντων. Ξεκίνησα την πρώτη μου βάρδια με το σκεπτικό ότι θα κρατήσω τα λεφτά για να κάνω προετοιμασία, να δώσω σε μία σχολή κρυφά από τους δικούς μου.
Δεν συμφωνούσαν;
Δεν συμφωνούσαν από τα 14.
Εννοείς θέατρο;
Ναι. Δεν συμφωνούσαν από πολύ μικρή, οπότε ξεκίνησα τη δουλειά αυτή για να παίρνω χρήματα, να τα δίνω σε προετοιμασία για να δώσω σε σχολές. Γιατί ήμουν στα χαμένα, δεν ήξερα τίποτα. Η βάρδια έφερε τη βάρδια, τα χρήματα έφεραν μια ανεξαρτησία η οποία έπρεπε να συντηρηθεί με κάποιον τρόπο. Ξεκίνησε να γίνεται καθημερινότητά μου όλο αυτό. Ξεκίνησα να αφήνω πίσω τη σχολή που ήμουνα. Που, ναι, οk δεν ήταν η βασική μου επιλογή αλλά και πάλι ήταν μία σχολή που μου άρεσε. Αλλά έπρεπε κάπως να τα βγάζω. Και ήρθαν μετά υποχρεώσεις οι οποίες δεν μου επέτρεπαν να μένω εκτός του εργασιακού κλάδου. Από τα 17,5 μέχρι και τώρα. Δηλαδή δεν έχω βρεθεί άνεργη, νομίζω έχω μείνει άνεργη έναν μήνα στη ζωή μου επειδή έκανα ένα χειρουργείο. Αλλά δεν έβγαινε αλλιώς. Οπότε ήταν επιλογή αλλά σχετικά εξαναγκασμένη.
Οι περισσότερες δουλειές που έχεις κάνει είναι βράδυ;
Ναι.
Γιατί; Αν μπορούσες να επιλέξεις να δουλέψεις πρωινά, θα το επέλεγες καλύτερα;
Εξαρτάται. Πρωινά στον ίδιο κλάδο;
Ναι, στον ίδιο κλάδο.
Όχι.
Γιατί;
Είναι εξαιρετικός ο τρόπος που αλλάζει ο άνθρωπος με το που πέφτει ο ήλιος. Δεν ξέρω πώς αλλιώς να το περιγράψω. Δηλαδή γνωρίζεις κάποιον –πελάτη, συνάδελφο, φίλο, σύντροφο, δεν έχει σημασία– και είναι άλλος άνθρωπος το βράδυ. Δεν έχει, νομίζω, τόση σημασία η ποσότητα αλκοόλ που μπορεί να έχει καταναλώσει. Εμένα με μάγευε η διαδικασία του… Έβλεπα να ανοίγει η πόρτα από το μαγαζί και να δίνουν όλοι ένα άτυπο ραντεβού στο μαγαζί που σύχναζαν έτσι κι αλλιώς. Γινόμασταν μία τεράστια παρέα και δεν υπήρχε τίποτα που να… Σπάνια θα μας χαλούσε κάτι τη διάθεση αν εξαιρέσεις αυτά που έλεγα πριν. Ας πούμε, περίεργοι πελάτες ή πολύ κακές βάρδιες που μπορεί να έφταιγα και εγώ. Είναι μαγικός ο τρόπος που αλλάζει και η δική σου ψυχοσύνθεση μέσα σε αυτό. Όχι, δεν νομίζω ότι θα έφευγα από το βράδυ τόσο εύκολα. Εκτός αν με ανάγκαζε κάτι, ας πούμε θέμα υγείας, που έφτασα κοντά σε αυτό κάποια στιγμή. Όχι, δεν θα πήγαινα πρωί. Είναι άλλο κέφι, μπορείς να χορέψεις μέσα στο μαγαζί που δουλεύεις, δουλεύεις με ανθρώπους που αν είσαι τυχερός και ήμουν, το έχω πει πολλές φορές αυτό, δημιουργείς ένα κλίμα που είναι το ίδιο ευχάριστο για σένα όσο και για τους συναδέλφους σου. Και αν καταφέρεις να φτιάξεις ομάδα που ξέρεις ότι είμαστε εμείς και είναι και οι άλλοι που προσπαθούμε να τους κάνουμε καλά, είναι τέλειο. Είναι μέσο ψυχοθεραπείας, το πιστεύω. Δηλαδή η μπάρα είναι, ακουμπάει πάνω ένα χέρι με λίγο παραπάνω δύναμη και ξέρεις ότι θα ακούσεις μία τέλεια ιστορία.
Έχεις ακούσει κάποια ιστορία ή έχει γίνει κάτι; Γιατί περιγράφεις τώρα… Οι άνθρωποι είναι πιο χαλαροί το βράδυ, το ξέρουμε. Αλλά, ξέρεις, γίνονται και ευτράπελα και θετικά και αρνητικά. Έχεις να μοιραστείς κάτι;
Να έχω πάθει ή να έχω δει;
Και τα δύο.
Πρέπει να θυμηθώ τα top, νομίζω, τώρα. Δηλαδή σε κάθε βάρδια κάτι συνέβαινε, αυτό είναι τέλειο. Δεν ρουτινιάζεις ποτέ, αυτό είναι το καλό με τη δουλειά αυτή. Θυμάμαι κάποια στιγμή, το μαγαζί που δούλευα ήταν μακρόστενο και είχε, ειδικά τα καλοκαίρια έξω, είχε πάρα πολύ κόσμο αλλά ήταν όλοι πάρα πολύ στριμωχτά ο ένας με τον άλλον. Έρχεται, λοιπόν, κάποια στιγμή ένας άνθρωπος, δεν τον είχα ξαναδεί ποτέ στη ζωή μου, μου λέει «Πίσω αριστερά κάθεται μία…», μου την περιγράφει. «Θέλω να πας μία σαμπάνια, αυτό το ποτήρι και αυτό μέσα» και μου πετάει ένα δαχτυλίδι, ένα μονόπετρο. Και λέω «Tέλεια, love story στη δουλειά». Ήμουν ενθουσιασμένη τύπου «Τέλεια, θα κάνω έμμεση πρόταση γάμου». Εντάξει, δεν συμβαίνει σε όλους, είχε πλάκα για αρχή. Τέλος πάντων, πάω το μπου[00:15:00]κάλι με το ποτήρι όπως μου τα ζήτησε ακριβώς. Πριν μιλήσω, με το που με βλέπει η κοπέλα, βουρκώνει, γουρλώνει τα μάτια της και μου λέει «Σε παρακαλώ, φύγε». Δεν έμαθα ποτέ ακριβώς τι έγινε, έμαθα σίγουρα ότι ο τύπος ήταν creepy. Την ήξερε σίγουρα. Η κοπέλα έκατσε στο μαγαζί μέχρι να κλείσουμε και όταν κλείσαμε μας παρακάλεσε να μείνει λίγο ακόμα. Τρομακτική τροπή παίρνει αυτό, δεν έμαθα, δεν ξαναήρθε η κοπέλα, είναι εντάξει. Αλλά ήταν η ιστορία που μου είχε μείνει και δεν έχω καταλάβει τόσο πολύ γιατί. Όσο, ξέρεις, τι μπορεί να σου συμβεί. Δεν ξέρω καν αν ο τύπος την ήξερε ή όχι. Προφανώς και τη γνώριζε, αλλά τι σχέση είχαν μεταξύ τους; Την είδα τρομαγμένη, όχι απλά αρνητική. Ευτράπελα. Μου έχουν τουμπάρει δίσκο, δεν μου έχει πέσει δίσκος ποτέ. Μου τον έχουν ρίξει στο κεφάλι όμως κατά λάθος. Μία κοπέλα χόρευε, το θεώρησε εξαιρετική ιδέα να σηκώσει τον δίσκο και να έρθει όλος τούμπα. Δεν ξέρω, δεν ξέρω τι να… Είναι πολλές ιστορίες που πρέπει να σκεφτώ. Ξύλο. Αυτό κουράζει από ένα σημείο και μετά. Κουράζει και εμάς γιατί είναι κρίμα να βλέπεις ανθρώπους που το ένα δευτερόλεπτο είναι ευτυχισμένοι, χαρούμενοι με τις παρέες τους και ξαφνικά για έναν λόγο που κανένας δεν ξέρει και δεν θυμάται κιόλας να σπάνε μπουκάλια ο ένας στον άλλον. Και δεν ήμασταν τέτοιο μαγαζί, δεν υπήρχε αυτό. Απλά θα βρουν αφορμή. Πάντα θα γίνει και παντού. Το έχω δει από το πιο ήρεμο μπαρ στο χειρότερο καταγώγι, συμβαίνει παντού. Χριστούγεννα, χωρίς λόγο. Είναι αυτό που τους πιάνεις από το μάγουλο και λες «Γιατί ρε φίλε;». Εντάξει, κάθε ιστορία έχει ενδιαφέρον και το εξαιρετικό είναι ότι ποτέ δεν ξέρεις τι πραγματικά κρύβεται πίσω από αυτό. Δηλαδή όλες οι ιστορίες που βλέπουμε, προφανώς και θα πάρουμε θέση, είναι η ανθρώπινη φύση. Αλλά ποτέ δεν ξέρεις πραγματικά αν έχεις δίκιο.
Σου έχει τύχει ποτέ αυτό που βλέπουμε σε ταινίες, και σε ανέκδοτα το έχουμε ακούσει, που μπαίνει, ξέρω εγώ, ένας σε ένα μαγαζί, είναι στο μπαρ –γιατί είπες ότι ήσουνα πίσω από το μπαρ– και λέει «Λοιπόν, άκου να δεις. Βάλε μου ένα ποτό και άκου να δεις ιστορία». Σου έχει τύχει ποτέ να έρθει κάποιος και να σου πει που έχει ανάγκη να μιλήσει σε κάποιον «Άκου να δεις;»;
Είναι αυτό που είπα πριν ότι είναι μορφή ψυχοθεραπείας. Είναι από τις φορές… Έχει συμβεί και συμβαίνει. Γενικά δεν είναι τόσο σπάνιο όσο μπορεί να φανταζόμαστε. Δηλαδή όταν ακούμε κάτι τέτοιο, συνήθως δεν φανταζόμαστε πόσο συχνά μπορεί να συμβαίνει. Μπορεί να συμβαίνει τουλάχιστον σε δέκα bartender ανά, θα πω, τετράωρο. Αλλά είναι φορές που είναι τόσο όμορφο να βλέπεις κάποιον που δεν ξέρεις, να θέλει να μοιραστεί την ιστορία της ζωής του με άτομα που μπορεί να μην ξαναδεί και ποτέ έτσι; Είναι ωραίο να είσαι ένα από αυτά τα άτομα, να βλέπεις ότι κάποιος σε εμπιστεύεται μόνο και μόνο με την ιδιότητα του… Είναι αυτοί οι εξήντα πόντοι ξύλου που σε χωρίζουν από τον πελάτη, σε εισαγωγικά, που εκείνη την ώρα χάνεις την ιδιότητα του bartender, ο πελάτης χάνει την ιδιότητα του πελάτη και μένουν δύο άνθρωποι που τα λένε ο ένας στον άλλον, δεν έχουν ιδωθεί ποτέ και δεν θα ξαναϊδωθούν. Αλλά μόνο και μόνο ότι επειδή εσύ μπορεί να προσφέρεις αλκοόλ ή ό,τι άλλο, μπαίνεις σε έναν ρολό που εμένα προσωπικά μου αρέσει πάρα πολύ.
Θυμάσαι κάποια τέτοια ιστορία;
Οι περισσότερες ιστορίες έχουν να κάνουν με χωρισμό, χαρακτηρισμούς που δεν χρειάζεται να πω τώρα. Αλλά σιγά-σιγά οι άνθρωποι λύνονται μετά το πρώτο ποτό. Δεν θα μπει κανείς σε μπαρ χωρίς να σε έχει ξαναδεί και να αρχίσει να μιλάει. Θα πιει ένα ποτό και όταν δει ότι μπορεί να ακουμπήσει πάνω σου μία ιστορία, θα το κάνει. Απλά αυτό, ο μέσος χρόνος που χρειάζεται είναι ένα ποτό. Θα αρχίσει να σου μιλάει με τον τρόπο του σιγά σιγά. Μπορεί να ξεκινήσει την ιστορία του από άσχετη κουβέντα για να καταλήξει στο ότι «Να σου πω κάτι; Xώρισα χτες. Mην σε νοιάζει». «Να σου πω κάτι; Μπαίνω χειρουργείο σε έναν μήνα και δεν ξέρω αν θα βγω». Δηλαδή μπορεί να ακούσεις από το πιο όμορφο πράγμα, τύπου «Παντρεύομαι μεθαύριο» μέχρι το «Δεν ξέρω αν θα ζω τον επόμενο μήνα». Είναι πολύ ψυχοφθόρο αλλά είναι ζωή. Είναι αυτό που λες, ακούς τόσες ιστορίες ανθρώπων που αποκτάς μία πεποίθηση που κακώς έχουμε όλοι στο πίσω μέρος του μυαλού μας, κάποια στιγμή στη ζωή μας, τη σκέψη του «Περιστρέφεται ο κόσμος γύρω από εμένα». Με τέτοιου είδους δουλειές που συναναστρέφεσαι με τόσον κόσμο, συνειδητοποιείς ότι περιστρέφεσαι εσύ γύρω από τον κόσμο και είναι πανέμορφο αυτό. Γιατί υπάρχουν άπειρες ιστορίες που δεν έχουν καμία σχέση με σένα και είναι πανέμορφο να τις μοιράζεται κάποιος που δεν σε ξέρει μαζί σου. Συμβαίνει, συμβαίνει συχνά.
Μάλιστα. Άρα στην ουσία είπαμε ότι σου αρέσει πάρα πολύ αυτό το μέρος[00:20:00] το επικοινωνιακό. Η πιο όμορφη μέρα στη δουλειά ποια ήτανε; Που να έχει να κάνει με τη δουλειά. Δηλαδή να πεις, που είπες και πριν ότι «Έχω νιώσει πολύ τυχερή για αυτή τη δουλειά».
Ο άξονας που επικεντρώθηκα πριν, ήταν σε θέμα συνεργασίας. Ότι ξεκίνησα να δουλεύω σε ένα μαγαζί πριν, ήμουν 19 χρονών και μπήκα σε έναν χώρο που ένιωσα είκοσι ανθρώπους και τους είκοσι να με αγκαλιάζουν και εγώ το ίδιο. Δηλαδή δεν υπήρξε ποτέ καμία, τίποτα κακό, τίποτα που να με κάνει να νιώσω περίεργα στη δουλειά όσον αφορά τους συνεργάτες μου. Είτε αυτό σημαίνει από την εργοδοσία. Με τα παιδιά που έχουν το μαγαζί, πλέον είναι σαν οικογένεια μου. Μου έχουν σταθεί περισσότερο και από συγγενείς, τι να σου πω. Και ένιωσα ευγνώμων για αυτό. Μία πάρα πολύ όμορφη μέρα στη δουλειά; Όμορφες μέρες είναι και εκείνες που δεν είναι μόνο η δουλειά, που έρχεται ένας δικός σου άνθρωπος με ένα τριαντάφυλλο. Μπορεί να μην σου μιλήσει καν, να στο δώσει και να φύγει. Αλλά είναι πάρα πολύ όμορφη μέρα στη δουλειά αυτή. Όμορφη μέρα στη δουλειά είναι ένα ζευγάρι άγνωστα μάτια που θα σε κοιτάξουν και θα σου χαμογελάσουν λίγο πιο ειλικρινά από το τυπικό «Καλησπέρα σας» ή «Ευχαριστούμε». Δεν ξέρω, όσες άσχημες μέρες έχω στο μυαλό μου, τόσες ευχάριστες. Δηλαδή μπορεί να έχω φύγει από βάρδια και να είμαι ράκος ή να είμαι τρισευτυχισμένη και μπορεί να είναι τόσο μικρός ο λόγος. Δηλαδή μία χειραψία, μία αγκαλιά από έναν άγνωστο. Τα καλύτερα tips που έχω πάρει στη ζωή μου είναι χαμόγελα. Έχω και το λέω ότι «Προτιμώ να έρθεις, να μου φτιάξεις τη βάρδια και να μην αφήσεις ούτε ένα ευρώ, από το να μου διαλύσεις δέκα ώρες και να μου αφήσεις όσα θες. Δηλαδή ένα κομμάτι χαρτί δεν μπορεί να με κάνει να νιώσω λίγο καλύτερα αν εσύ δεν μπορείς να διαχειριστείς τον τρόπο σου. Ωραίες μέρες στη δουλειά. Έχω κάνει φίλο. Ο καλύτερός μου φίλος, κολλητός μου, τον γνώρισα στη δουλειά. Θέλω να το ακούσει αυτό κάποια στιγμή. Δεν τον είχα προσέξει ποτέ και ξαφνικά ήρθε το αφεντικό μου και μου λέει «Ρε, σε παρακαλώ, πήγαινε δέκα υποβρύχια σε αυτή την παρέα εκεί πίσω. Αυτός έρχεται από Νέα Μάκρη στο Χαλάνδρι κάθε μέρα. Την προηγούμενη εβδομάδα τον έγραψαν για αλκοτέστ, παίρνει το ΚΤΕΛ και έρχεται». Εκεί κατάλαβα ότι είναι φίλος μου, ρε παιδί μου, πριν τον γνωρίσω, δεν υπήρχε. Και από τότε είμαστε αχώριστοι. Και είναι από τα πράγματα που μου έχει κάνει πάρα πολύ καλό η δουλειά αυτή. Δηλαδή γνώρισα ανθρώπους που φτιάξαμε τόσο γερούς δεσμούς που δεν πρόκειται να σπάσουν ό,τι και να γίνει. Δεν μιλάω για καθημερινότητα, μιλάω για δεσμούς που μπορεί να τους δω μετά από πέντε χρόνια αλλά θα είμαστε το ίδιο, δεν θα έχει αλλάξει τίποτα. Και είναι πανέμορφο.
Αυτό που είπες πριν ότι όταν τελειώνει η βάρδια, δεν γίνεται να μην πιεις μία μπύρα.
Ε, δεν γίνεται.
Είναι όντως μία μπύρα; Δηλαδή πάντα το είχα απορία για ανθρώπους που δουλεύουν το βράδυ. Μπορεί να είναι μόνο μία μπύρα;
Νομίζω, για κανέναν άνθρωπο δεν υφίσταται το «Πάμε για μία μπύρα», ή, «Πάμε για ένα ποτό». Είναι ψέμα όποιος το είπε. Παρ’ όλα αυτά και εκεί εξαρτάται. Υπάρχουν βάρδιες που έχεις πιει μισή μπύρα και λες «Δεν αντέχω, θα κοιμηθώ πάνω στο μπαρ». Υπάρχουν βάρδιες που λες «Είμαι πτώμα, πάω να πιω μία μπύρα» και καταλήγεις τέσσερις ώρες αργότερα σε ένα νησί. Δεν ξέρω. Δηλαδή φεύγεις από τον χώρο εργασίας σου και αν συμπέσουν οι παρέες σου με τους συναδέλφους σου και όλους τους ανθρώπους που σου φτιάχνουν το βράδυ, δεν θα φύγεις. Και συνήθως επειδή τα ωράρια είναι πολύ συγκεκριμένα κάθε φορά και τα μαγαζιά που πηγαίνεις μετά τη δουλειά είναι επίσης συγκεκριμένα. Οπότε μετά από μία καθημερινότητα τέτοιου είδους, τους μαθαίνεις και δεν σε αφήνουν να πιεις μόνο μία μπύρα. Δηλαδή δεν θυμάμαι ποια ήταν η τελευταία φορά που πλήρωσα όσα ήπια. Είναι τέλειο αυτό γιατί είναι αμφίδρομο.
Αλλά δεν είναι στα πλαίσια εθισμού, είναι στα πλαίσια της παρέας.
Όχι, όχι. Είναι στα πλαίσια… Εντάξει, χαϊδεύω τον εθισμό, νομίζω. Όχι. Είναι στα πλαίσια της παρέας αλλά θέλει μέτρο. Γιατί η παρέα από τον εθισμό σε αυτό το κομμάτι ξεφεύγει αρκετά εύκολα.
Εσύ το έχεις βρει το μέτρο;
Νομίζω, ναι. Νομίζω. Πάντα θα χρειαστώ ένα ποτό. Δεν πιστεύω ότι αυτό είναι εθισμός, μπορεί να είναι ρουτίνα, συνήθεια. Ο κάθε άνθρωπος έχει τα δικά του κουμπιά για αποσυμπίεση. Για κάποιους είναι το αλκοόλ. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν σαν τέτοιο είδος τον αθλητισμό. Μπορείς να έχεις παραπάνω από ένα. Δηλαδή εγώ έχω το αλκοόλ, βρίσκω και το θέατρο σαν τέτοιο. Όχι μόνο σαν κουμπί, σαν αποσυμπίεση αλλά είναι και αυτό κομμάτι που με κάνει να νιώθω εγώ. Το ποτό μετά τη δουλειά νομίζω ότι χρειάζεται σε τέτοιες δουλειές γιατί όλο το βράδυ κάνεις κάτι για κάποιον άλλον. Δεν είδα ποτέ ότι το κάνεις για λεφτά. Εντάξει, προφανώς και το κάνεις για χρήματα αλλά την ώρα της βάρδιας ποτέ δεν σκέφτηκα καθαρά «Α, είναι για μεροκάματο». Έκανα τον καραγκιόζη καλώς ή κακώς. Δηλαδή πάντα γελούσα γιατί[00:25:00] είναι όμορφο και για εσένα αυτό. Κάνεις και εσύ ψυχοθεραπεία μαζί με τον απέναντι. Γελάς γιατί είσαι έξω, όλοι οι άλλοι περνάνε καλά, γιατί όχι και εσύ; Αλλά μετά από αυτό θες και λίγο χρόνο με τον εαυτό σου και δεν ευδοκιμεί πάντα το σπίτι.
Μένεις μόνη σου ή με τους δικούς σου;
Μέχρι πρότινος έμενα με τη μητέρα μου, τώρα μετακομίζω. Αλλά ήταν απλά σαν συγκατοίκηση. Δηλαδή δεν βρισκόμασταν ποτέ, είναι σαν να μένω μόνη μου.
Δεν υπήρχαν προβλήματα τύπου ότι εσύ γυρνάς πρωί, μεσημέρι, «Πού ήσουν; Τι έκανες;»;
Όχι, αυτά κόπηκαν από πολύ νωρίς λόγω του ότι είχα την ελευθερία και ήμουν αρκετά αυτόνομη. Όχι αρκετά, αυτόνομη. Αν εξαιρέσεις το θέμα της στέγασης. Δεν ήμουν ποτέ στο σπίτι μου για να ψάξω ένα δικό μου. Δηλαδή πήγαινα για έναν ύπνο, για ένα μπάνιο. Μέχρι εκεί. Όλα τα υπόλοιπα τα έκανα εκτός σπιτιού. Εμένα με φίλους πολύ συχνά. Δηλαδή μπορεί να γυρνούσα σπίτι μου όντως μία φορά την εβδομάδα χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έμενα εκεί. Εκεί ήταν το σπίτι μου αλλά γυρνούσα σπάνια. Οπότε δεν υπήρχαν τέτοια ζητήματα γιατί είχα θέσει από την αρχή όρια. Δεν είχαμε αρχικά ποτέ σχέση μάνας-κόρης. Ήμασταν πιο πολύ σαν συγκάτοικοι, παρέα. Μέχρι εκεί. Μπορεί να λέγαμε ένα γεια μέσα στη μέρα και να μην προλάβαινα να την ξαναδώ.
Αυτό πιστεύεις ότι επηρεάστηκε και από τη φύση της δουλειάς;
Καθαρά από τη φύση της δουλειάς. Νομίζω ότι αν έκανα μια οποιαδήποτε άλλη δουλειά που θα με ανάγκαζε να έρχομαι σε περισσότερη επαφή, μπορεί να είχα μετακομίσει πολύ νωρίτερα.
Αλλά στην ουσία δεν θα ήθελες να έχεις μετακομίσει. Ενώ ήταν μία κανονική συγκατοίκηση που δεν υπήρχαν προβλήματα.
Εντάξει, τα πάνω της, τα κάτω της, τα πολύ κάτω της. Πάντα υπάρχουν προβλήματα σε μία συγκατοίκηση, ειδικά όταν γίνεται και σχετικά εξαναγκασμένα. Δηλαδή όταν μένεις κάπου επειδή δεν μπορείς να κάνεις κάτι άλλο, θα δημιουργηθούν προβλήματα που μπορεί να πηγάζουν και από σένα αλλά όχι απαραίτητα μόνο. Η φύση της δουλειάς μου ήταν τέτοια που ακριβώς επειδή δεν περνούσα χρόνο μέσα στο σπίτι, δεν με επηρέαζε κιόλας το σπίτι καθαυτό. Τώρα σιγά-σιγά που αναγκάστηκα να σταματήσω την τόσο βραδινή δουλειά για ζητήματα υγείας που σου είπα και πριν. Και έχω και άλλες ασχολίες οι οποίες αναγκαστικά πρέπει να είμαι στο σπίτι για πρόβες, για οτιδήποτε. Ε, τώρα, ας πούμε, δεν γίνεται να συνεχιστεί αυτό έτσι κι αλλιώς. Κάποια στιγμή πρέπει να φύγω, είμαι 24, εντάξει.
Σε πέντε χρόνια πώς φαντάζεσαι τον εαυτό σου στα πλαίσια της δουλειάς; Δηλαδή τι θέλω να πω. Φαντάζεσαι ότι πάλι θα είσαι στον χώρο της εστίασης; Θα κάνεις κάτι άλλο; Κι αν κάνεις κάτι άλλο, θα σου λείπει; Ή θα το αντιμετωπίσεις σαν κάτι ότι «Έγινε, τελείωσε. Πήρα ό,τι είχα να πάρω και αυτό ήταν»;
Σε ένα ουτοπικό περιβάλλον;
Ναι. Ή και όχι, δεν ξέρω.
Ωραία. Σε ένα ουτοπικό περιβάλλον σε πέντε χρόνια θα μπορούσα να είμαι ηθοποιός που βιοπορίζομαι καθαρά από αυτό γιατί είναι αρκετά δύσκολο. Έχω ακούσει, δεν ξέρω. Θα μου λείπει πάντα. Γιατί είναι αυτό που έλεγα πριν, είναι πάρα πολύ όμορφο να βλέπεις ιστορίες ανθρώπων για πολύ συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μέσα στη μέρα τους. Θα μου λείπει πάντα. Θα μου λείπει από τον χαβαλέ μέχρι την ένταση. Εντάξει, δεν είναι πάρα πολύ ωραίο να σκέφτεσαι τον εαυτό σου να κυνηγάει στον δρόμο ανθρώπους που δεν πλήρωσαν τα ποτά τους, ρε παιδί μου. Αν πάω τον εαυτό μου πέντε χρόνια μετά και σκεφτώ το τώρα, θα μου λείπει. Τώρα μπορεί να μην μου λείπει τόσο γιατί σε κανέναν δεν λείπει η ρουτίνα του, σχεδόν κανέναν. Ουτοπικά αυτό. Ρεαλιστικά, με το θέατρο θα ασχοληθώ, ό,τι και να γίνει. Απλά επειδή η κατάσταση είναι έτσι και όσο πάει και χειροτερεύει λόγω γεγονότων γενικότερα, αναγκαστικά θα κρατήσω επαφή με αυτό. Και νομίζω ότι το αναγκαστικά δεν το λέω με μεγάλη στεναχώρια. Δηλαδή νομίζω ότι το θέλω κιόλας. Δεν θα το άφηνα τόσο εύκολα. Νομίζω ότι έχει γίνει κομμάτι μου πια.
Λοιπόν, θέλω να μου πεις επειδή ξέρω ότι εσείς που είστε στο μπαρ πειραματίζεστε λιγάκι με κοκτέιλ, ποτά και τέτοια.
Αρκετά. Περισσότερο από ό,τι θα έπρεπε, νομίζω.
Θέλω να μου πεις το πιο ωραίο κοκτέιλ ή ποτό που έχεις φτιάξει, που δεν ήταν συνταγή, ξέρεις, το κλασικό. Που το έχεις οραματιστεί μόνη σου και το έχεις φτιάξει και το έχεις πιει και είπες «Tι έφτιαξα», ας πούμε.
Κοίτα, αυτό δεν το κάνω συνήθως γιατί πάντα υπάρχει ένας συνάδελφος που θα γελάσει μαζί μου μόνο και μόνο για τον χαβαλέ. Οπότε δεν το λέω ποτέ γιατί ξέρω ότι θα δεχτώ τα πυρά του για πλάκα. Είχε Philadelphia.
Τυρί;
Ναι. Και ενώ απεχθάνομαι τα γλυκά, το ποτό μου είναι Campari σκέτο με πάγο ή gin με πάγο, δεν έχει τίποτα γλυκό αυτό μέσα[00:30:00]. Έγινε με παρότρυνση φίλου, εξαιρετικού bartender και έχει κάνει άπειρα πράγματα στον χώρο και τον θαυμάζω στη δουλειά του και σαν άνθρωπος είναι εξαιρετικός, τον αγαπάω πάρα πολύ. Είχαμε μαζευτεί όλοι οι bartender του μαγαζιού που δούλευα σαν σερβιτόρα και εγώ μαζί με τους bartender γιατί ασχολούμαι και θέλω να ασχοληθώ και λίγο περισσότερο με τον κλάδο, να φτιάξουμε κατάλογο, να στήσουμε ένα καινούριο μπαρ. Και μπήκε η ιδέα Philadelphia. Όταν βγήκε αυτό που βγήκε, φοβήθηκα πάρα πολύ να το δοκιμάσω γιατί είναι Philadelphia. Eννοώ, οk, Philadelphia με αλκοόλ. Φοβάσαι. Ήταν εξαιρετικό. Ήπια τρία και μετά ξεκίνησα να συνειδητοποιώ ότι «Φίλε, με έπιασε».
Τι είχε μέσα;
Ήταν γλυκό. Είχε Amaretto, είχε Vodka, είχε Philadelphia και είχε και άλλα που ήταν οι ιδέες του Βαγγέλη που δεν θα της πω τώρα γιατί δεν ξέρω ποιος μπορεί να με ακούσει. Αλλά ήταν από τα κοκτέιλ που πραγματικά… Δεν είμαι του κοκτέιλ σαν άνθρωπος, παρ’ όλα αυτά υπάρχουν συστατικά που αν τα βάλεις μαζί, μπορεί να καταλάβεις τι σημαίνει μαγεία σε αυτόν τον τομέα. Και ξεκινάει από πολύ παλιά όλο αυτό. Υπάρχουν φιλοσοφίες οι οποίες… Υπάρχουν σχολές. Tiki cocktails, όλα αυτά. Όλη η ιδέα της, από την απόσταξη, από την αγροτική ύλη που θα γίνει αλκοόλ, με τον τρόπο που θα γίνει αλκοόλ, πώς θα γίνει απόσταξη, πώς θα φτιάξεις ένα καπνιστό ουίσκι, γιατί είναι καπνιστό, γιατί το Mezcal είναι Mezcal, γιατί το Mezcal δεν είναι τεκίλα. Όλα αυτά για εμένα είναι μαγεία. Είναι ένας από τους λόγους που δεν θα την άφηνα αυτή τη δουλειά. Δηλαδή μπαίνω σε ένα σεμινάριο και σβήνουν τα πάντα, απλά ακούω τι έχει να μου πει ο προφανώς εξαιρετικός άνθρωπος.
Έχεις πάει και σε σεμινάρια;
Έχω πάει, έχω κάνει σεμινάρια. Και πάλι όχι όσα θα ήθελα λόγω πίεσης χρόνου. Αλλά έχω κάνει σεμινάρια τα οποία έχω νιώσει ευγνώμων που έχω βρεθεί εκεί. Δεν ξέρω ακόμα όσα θα ήθελα. Θέλω να τα μάθω. Θα γίνει κάποια στιγμή. Θέλει πάρα πολύ διάβασμα αυτή η δουλειά. Δηλαδή για να πάρεις στα χέρια σου ένα shaker και να φτιάξεις μία γεύση που δεν είναι για σένα, είναι για ανθρώπους που δεν ξέρεις, είναι σαν να τους μαθαίνεις μέσα από αυτό, είναι σαν να σε μαθαίνουνε εκείνοι μέσα από αυτό, είναι πτυχή του χαρακτήρα σου. Μπορεί να φαίνεται πολύ περίεργο. Kαι εμένα θα μου φαινόταν αν τα άκουγα λίγα χρόνια πριν, αλλά όντως. Είναι συναίσθημα η γεύση και προκύπτει με πάρα πολλούς πειραματισμούς και πάρα πολύ πεταμένο αλκοόλ που λυπάμαι κάθε φορά που συμβαίνει αλλά γίνεται αναγκαστικά.
Πολύ ωραία. Λοιπόν, εγώ θα ήθελα να το δοκιμάσω αυτό με τη Philadelphia, έχω να πω.
Θα σ' το φτιάξω μία μέρα.
Θα έρθω να δοκιμάσω. Τελειώνοντας, θέλω να σε ρωτήσω αν γύρναγες τον χρόνο πίσω, αν θα άλλαζες κάτι στις επιλογές αυτές τις επαγγελματικές; Και αν άλλαζες, τι θα ήταν;
Λοιπόν, νομίζω ότι θα ήμουν λιγότερο ανεκτική σε συμπεριφορές που πρακτικά δεν μπορούσαν να μου κάνουν τίποτα αλλά εκείνη τη στιγμή μου φαινόντουσαν τεράστιες. Από συμπεριφορές πελατών μέχρι εργοδοσία, μέχρι τα πάντα. Μέχρι μαύρα μεροκάματα, μέχρι μεροκάματα που δεν πληρώθηκα ποτέ. Μπορούσα να έχω κάνει πράγματα και δεν τα έκανα γιατί φοβήθηκα «Μήπως;». Αλλά μήπως τι; Όταν ήμουν 18 δεν ήξερα το «Μήπως τι», γιατί δεν ήξερα τίποτα. Αυτά τα μαθαίνεις σιγά-σιγά και αποκτάς δύναμη δική σου στην αντοχή που έχεις σε τέτοια ζητήματα. Απειλές πελατών που δεν ξέρω πραγματικά τι είχαν στο μυαλό τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα. Έχουν έρθει δύο άνθρωποι γύρω στα 50, έχουν κάτσει σε ένα τραπέζι που προσπαθώ πάρα πολύ ευγενικά να τους εξηγήσω ότι είναι κράτηση, η απάντηση του ενός ήταν «Ας έρθει η κράτηση και θα μου…». Εξακολουθώ να προσπαθώ ευγενικά να το εξηγήσω, πάλι δεν καταλαβαίνει. Η απάντησή του σε αυτό ήταν «Φώναξε μου τον κακομοίρη τον υπεύθυνό σου να του εξηγήσω εγώ τι σημαίνει». Και να βάζει το χέρι του μέσα από το μπουφάν του. Ότι τι; Εκείνη τη στιγμή… Και δεν δούλευα σε μαγαζί που μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, έτσι; Δεν υπήρχε τίποτα τέτοιο. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν άνθρωποι που βγαίνουν έξω και δεν ξέρω πραγματικά τι έχουν στο κεφάλι τους. Ήμουν πολύ ευγενική με ανθρώπους που δεν έπρεπε. Και το έχω ακόμα αυτό, δηλαδή και σε πέντε χρόνια να με ρωτήσεις μπορώ να σου πω ακριβώς το ίδιο. Δεν χρειάζεται τόση ευγένεια σε έναν άνθρωπο που έρχεται και ξέρεις ότι έρχεται μόνο και μόνο για να σου κάνει τη ζωή δύσκολη. Αυτό θα άλλαζα σίγουρα. Ίσως να είχα μείνει και λιγότερο σε δουλειές που δεν με κάλυπταν από θέμα περιβάλλοντος. Το περιβάλλον για εμένα είναι το Α και το Ω σε μία συνεργασία, σε ό,τι δουλειά και να είσαι, σε ό,τι πόστο και να είσαι.
Ωραία. Σε ευχαριστώ πάρα πολύ, Δανάη.
Ευχαριστώ εγώ [00:35:00]πολύ.
Εύχομαι καλή συνέχεια και ανυπομονώ να δοκιμάσω αυτό το κοκτέιλ.
Είναι υπόσχεση. Pinky promise.
Ευχαριστώ πάρα πολύ.
Εγώ.
Καλή συνέχεια.
Καλή συνέχεια.
Περίληψη
Η Δανάη μάς μιλάει για τη δουλειά της ως σερβιτόρα και barwoman. Αναφέρεται στις δυσκολίες που έχει συναντήσει, στην προτίμησή της να εργάζεται στη βραδινή βάρδια, καθώς και σε διάφορα ευχάριστα ή δυσάρεστα περιστατικά που έχει αντιμετωπίσει. Ομολογεί πως θα της λείψει η συγκεκριμένη εργασία εάν μελλοντικά ασχοληθεί με κάτι άλλο, ενώ στο ερώτημα εάν μετανιώνει για κάτι απαντά για την ανεκτικότητα που έχει δείξει σε ορισμένες συμπεριφορές που δέχτηκε στο πλαίσιο του εργασιακού χώρου.
Αφηγητές/τριες
Δανάη Γεωργούλα
Ερευνητές/τριες
Μάρθα Μητσικώστα
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
27/05/2020
Διάρκεια
35'
Περίληψη
Η Δανάη μάς μιλάει για τη δουλειά της ως σερβιτόρα και barwoman. Αναφέρεται στις δυσκολίες που έχει συναντήσει, στην προτίμησή της να εργάζεται στη βραδινή βάρδια, καθώς και σε διάφορα ευχάριστα ή δυσάρεστα περιστατικά που έχει αντιμετωπίσει. Ομολογεί πως θα της λείψει η συγκεκριμένη εργασία εάν μελλοντικά ασχοληθεί με κάτι άλλο, ενώ στο ερώτημα εάν μετανιώνει για κάτι απαντά για την ανεκτικότητα που έχει δείξει σε ορισμένες συμπεριφορές που δέχτηκε στο πλαίσιο του εργασιακού χώρου.
Αφηγητές/τριες
Δανάη Γεωργούλα
Ερευνητές/τριες
Μάρθα Μητσικώστα
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
27/05/2020
Διάρκεια
35'