Solo traveling, ένα ταξίδι στον Αρκτικό Κύκλο και το Βόρειο Σέλας: Μία γυναίκα αφηγείται την εμπειρία του να ταξιδεύει κανείς μόνος
Ενότητα 1
Πριν το ταξίδι, σχεδιασμός ταξιδιού και σκέψεις
00:00:00 - 00:14:07
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Καλησπέρα. Πώς είναι το όνομά σας; Χωράφα Ειρήνη. Είναι Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2021, είμαι με την Ειρήνη Χωραφά, βρισκόμαστε στον …ξέρω ποιος είχε πάρει τη Μαρία τηλέφωνο! Αφού είδα ότι ήταν όλα καλά κατέβηκα, αλλά με το ζόρι, από το αυτοκίνητο. Και από κει και πέρα...
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΘέματα
Ενότητα 2
Ταξίδι στη Βιέννη, απρόοπτα και διαμονή
00:14:07 - 00:25:24
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Τι εννοείς πότε έφυγα; Ποια ημερομηνία; Ποια ημερομηνία έφυγα; 9 Νοέμβρη. 9 Νοέμβρη, ναι. 9 Νοέμβρη έφτασα στην Αθήνα. Λοιπόν, περίμενα εκεί…λον, μάλλον, το βρήκα εύκολα, γιατί δεν θυμάμαι ούτε να καθυστέρησα ούτε να αγχώθηκα. Οπότε, μάλλον, πήγα κατευθείαν και πέταξα για Όσλο.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΘέματα
Τοποθεσίες
Tags
Φωτογραφίες και τεκμήρια

Καφέ Central
Στην Βιέννη της Αυστρίας.

Καθεδρικός Αγίου Στεφάνου
Στην Βιέννη της Αυστρίας.
Ενότητα 3
Νορβηγία: Όσλο, Τρόμσο και Βόρειο Σέλας
00:25:24 - 01:37:56
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Πέταξα για Όσλο και ήμουνα στο Όσλο, 8:00 η ώρα το βράδυ. Στο αεροδρόμιο του Όσλο. Εκεί, τώρα, μπορείς να πεις ότι ήταν έτσι ένα ψιλό... Όχι…ιο που σου λέω που μ’ άρεσε πάρα πολύ, με το γλυπτό μες στη θάλασσα. Ναι. Την επομένη σηκώθηκα, πήγα στο αεροδρόμιο και πήγα στη Βαρσοβία.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηTags
Φωτογραφίες και τεκμήρια

Πλωτό Γλυπτό
Στη μέση της θάλασσας στο Όσλο της Νορβηγί ...

Τίγρη του Όσλο
Στο κέντρο της πόλης.

Παραδοσιακό σπίτι
Στο χιονισμένο Τρόμσο.

Στάση λεωφορείου
Στο Τρόμσο της Νορβηγίας.

Χιονισμένο τοπίο
Στο Τρόμσο της Νορβηγίας.

Τάρανδος στο Όσλο
«Αν δεις ένα τάρανδο και περνάει το δρόμο, ...
Ενότητα 4
Η απογοητευτική εμπειρία της Βαρσοβίας
01:37:56 - 01:42:01
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Και στη Βαρσοβία πήρα ένα τρένο, το οποίο μετά από δέκα λεπτά με άφησε σε ένα άλλο σταθμό. Πάλι σε ερημιά, αλλά όχι πάρα πολύ ερημιά, είχε σ…την πλατεία, δεν μου έκανε εντύπωση. Δεν μπορώ να πω ότι θα ξαναπήγαινα στη Βαρσοβία. Και μετά τι κάνατε, που φύγατε από τη Βαρσοβία;
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 5
Η επιστροφή στην Αθήνα
01:42:01 - 01:49:00
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Μετά, είχα το άγχος να προλάβω πάλι αεροπλάνο. Αυτό ήταν το ταξίδι μου, ένα άγχος να προλάβω ένα αεροπλάνο κι ένα άγχος να μην χαθώ. Που χάθ… Και εντάξει κάποιος άλλος τώρα, ίσως να μην πήγαινε απ’ τη μέση-μέση του Πολυτεχνείου, που είχε το ξέρεις, που είχανε μαζευτεί και αυτά.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΘέματα
Τοποθεσίες
Ενότητα 6
Τα συναισθήματα από το μοναχικό ταξίδι και συμβουλές προς γυναίκες που είναι solo travellers
01:49:00 - 02:07:31
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Εγώ, όμως, έπρεπε να περάσω από κει. Μετά... Τι έκανα μετά; Άφησα τη βαλίτσα μου στο ξενοδοχείο, έκανα αυτή τη φόρτιση που σου είπα και έπρε… ευκαιρία να δω κάτι μοναδικό, θα ξαναπάω. Θα είναι ενδιαφέρον. Και δεν θα πάρω κανένα! Τέλεια. Ευχαριστούμε πολύ. Παρακαλώ.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνηση[00:00:00]
Καλησπέρα. Πώς είναι το όνομά σας;
Χωράφα Ειρήνη.
Είναι Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2021, είμαι με την Ειρήνη Χωραφά, βρισκόμαστε στον Άγιο Νικόλαο Λασιθίου Κρήτης, εγώ ονομάζομαι Δήμητρα Γιαννακάκη, είμαι Ερευνήτρια στο Istorima και ξεκινάμε... Θα θέλετε να μου πείτε λίγα λόγια για τη ζωή σας;
Γεννήθηκα στον Άγιο Νικόλαο το 1970. Τέλειωσα το Γυμνάσιο, πήγα σε μία σχολή διακοσμητών στο Ηράκλειο, παντρεύτηκα, έκανα δύο παιδιά και τώρα δουλεύω σε λογιστήριο και τίποτα άλλο. Αυτά.
Ωραία. Είμαστε εδώ για να μιλήσουμε για τις θεματικές «Ταξίδια» και «Φύλο» και πιο συγκεκριμένα για το ταξίδι που είχατε με προορισμό τη Νορβηγία.
Ναι.
Πότε πήρατε την απόφαση να ταξιδέψετε στη Νορβηγία;
Πάντα ήθελα να πάω στη Νορβηγία. Είδα κάποια εισιτήρια οικονομικά και τα έκλεισα απλά, δεν είχα πάρει ακόμα την απόφαση, αλλά σιγά-σιγά άρχισα να βλέπω βιντεάκια για την Νορβηγία, να διαβάζω κι αυτά και όταν ήρθε η ώρα του ταξιδιού, είχα προετοιμαστεί ψυχολογικά και πήγα.
Πότε ξεκινήσατε να διοργανώνετε το ταξίδι;
Μόλις είδα τα εισιτήρια. Δεν το... Δεν είχα αποφασίσει να πάω, είδα τα εισιτήρια και τα έκλεισα, χωρίς να το έχω πάρει ακόμα απόφαση. Στην αρχή, ήθελα να πάω με κάποιον δικό μου, αλλά ρώτησα τον Γιώργο, ρώτησα τον Γιάννη, ρώτησα την ανιψιά μου... Κανένας δεν μπορούσε, κανένας δεν ήθελε, οι φίλες μου είχαν δουλειές... Και το αποφάσισα έξω από το αεροδρόμιο ότι θα ανέβω στο αεροπλάνο! Και βασικά, με έβαλε ο Γιάννης. Μου είπε: «Όχι θα πας!», «Όχι ρε Γιάννη —του έλεγα—, πάμε να γυρίσουμε πίσω». «Όχι θα πας! Κατέβα!».
Και είχατε ξεκινήσει από πριν να κλείσετε για ξενοδοχεία και τα λοιπά;
Ναι έβλεπα βιντεάκια, πώς είναι η ζωή εκεί, τι καιρό θα κάνει, έψαξα τον καιρό, τη θερμοκρασία, τι πρέπει να πάρω μαζί μου... Αν είναι ασφαλής χώρα, τι πρέπει να προσέχω, τι τρώνε, αν πίνεται το νερό... Τι αξιοθέατα έχει. Τέτοια πράγματα. Τι ώρα νυχτώνει. Λεπτομέρειες! Ποιες είναι οι καλές περιοχές, ποιες περιοχές πρέπει να αποφεύγω... Αν και εκεί δεν έχει εγκληματικότητα και τέτοια πράγματα. Τι άλλο έψαξα; Συγκοινωνίες, πώς πηγαίνεις από το αεροδρόμιο στο κέντρο, πώς θα πάω στο ξενοδοχείο, τι ώρα θα φτάσω... Όλες τις λεπτομέρειες. Είχα πολλή δουλειά!
Άρα τα είχατε όλα ετοιμάσει...
Ναι... Τα περισσότερα, όχι όλα-όλα. Ναι παιδί μου, μέχρι και βιντεάκια από το αεροδρόμιο είχα δει, να δω πώς είναι τα αεροδρόμια, από πού θα πάω να πάρω το λεωφορείο, το τρένο... Δηλαδή, όχι μόνο ξέρεις: «Θα πάρεις το τρένο νούμερο τάδε», είχα δει και βίντεο πώς είναι η διαδρομή!
Και πόσο χρόνο σάς πήρε περίπου να διοργανώσετε το ταξίδι;
Να το διοργανώσω, τι εννοείς; Να βρω ξενοδοχεία και διαδρομές;
Ναι.
Δεν παίρνει πολύ χρόνο αυτό το συγκεκριμένο. Για μένα, ας πούμε, πήρε πολύ, γιατί μου άρεσε να ψάχνω τις λεπτομέρειες. Και τώρα με το Internet και αυτά, έμπαινα στο Google, έβλεπα τους δρόμους, τι είναι κοντά στα ξενοδοχεία, ποιο δρόμο πρέπει να πάρω για να πάω, ας πούμε, στο σούπερ-μάρκετ ή στο αξιοθέατο που ήθελα... Τι άλλο; Βιντεάκια, σου λέω, από τα αεροδρόμια... Τι να σου πω τώρα; Μέχρι και πώς βγάζεις εισιτήριο για το τρένο σε κάθε χώρα! Δηλαδή, στη Βιέννη, ας πούμε, θα πάρεις εισιτήριο από αυτό το μηχάνημα. Στην Νορβηγία δεν μπορείς να αγοράσεις εισιτήριο με μετρητά, πρέπει να βγάλεις κάρτα. Το παραμικρό. Μόνο για την Βαρσοβία δεν είχα ψάξει τίποτα.
Μπορείτε να μου περιγράψετε βήμα-βήμα τον προγραμματισμό του ταξιδιού;
Βήμα-βήμα... Επειδή δεν ήτανε αποφασισμένο, το πρώτο βήμα ήτανε ότι μου έβγαλε το Facebook μία διαφήμιση... Tο Facebook; Δεν ξέρω, πού το είδα. Το Skyscanner —γκρίζα διαφήμιση— με κάποια εισιτήρια φθηνά για Όσλο από Ηράκλειο απευθείας. Πάτησα το κουμπάκι, το είδα, ήτανε γύρω στα 60 ευρώ... Το σκέφτηκα, δεν έδωσα σημασία, μετά το ξαναείδα, μετά το ξανασκεφτόμουνα... Στο τέλος λέω: «Θα κλείσω το εισιτήριο και αν καταφέρω θα πάω! 60 ευρώ, θα ονειρεύομαι δύο μήνες, είναι καλό το deal». Έκλεισα, λοιπόν, το εισιτήριο. Πέρασε κάνα δύο εβδομάδες, δεν ασχολήθηκα καθόλου. Μετά, λέω: «Κάτσε να δω. Αν πάω πού θα μείνω;». Βρήκα, ας πούμε, ένα ξενοδοχείο, λέω... Είχε... Ήταν φτηνό το εισιτήριο, επειδή είχε ενδιάμεσο σταθμό με δεκαεφτά ώρες, ακριβώς, στη Βιέννη. Οπότε, έπρεπε να μείνω στη Βιέννη και μετά να ξαναπάω στο αεροδρόμιο, να πάρω άλλο αεροπλάνο για Όσλο. Λέω: «Κάτσε. Θα κλείσω μόνο την πρώτη βραδιά στη Βιέννη». Έκλεισα, λοιπόν, ένα ξενοδοχείο στη Βιέννη -με μία προσφορά που μου έκανε η πλατφόρμα που κλείνω ξενοδοχεία και το άφησα πάλι. Δεν το... Το σκεφτόμουνα, βέβαια, κάθε μέρα. Λέω: «Να κλείσω ξενοδοχείο; Α, δεν θα τα καταφέρω να πάω! Έχουμε αυτή τη δουλειά. Πρέπει να πάει η μαμά μου στο γιατρό. Κάτσε να δούμε πώς θα πάει αυτό. Πώς θα πάει το ένα, πώς θα πάει το άλλο…». Και μετά, κάποια στιγμή όποτε το έπαιρνα απόφαση, έκλεινα και μία βραδιά. Λέω: «Κάτσε να κλείσω και μία βραδιά την πρώτη στο Όσλο!». Έκλεισα και πρώτη βραδιά στο Όσλο. Μετά, κάτι τύχαινε, τα παρατούσα. Όλα τα υπόλοιπα τα έκλεισα τελευταία στιγμή την τελευταία μέρα. Δηλαδή, επειδή δεν το είχα πάρει απόφαση , ξέρεις για να μην υπάρχει ρίσκο οικονομικό, επειδή δεν ήμουνα καθόλου σίγουρη ότι θα πάω, ήτανε το ρίσκο μου, ας πούμε, όταν... Πόσο ήτανε; Γύρω στα 200 ευρώ. Μόλις έφτασα εκεί περίπου, δεν ξαναέκλεισα ούτε εισιτήριο... Τα υπόλοιπα τα έκλεισα τελευταία στιγμή. Λίγο πριν φύγω; Μπορεί και την προηγούμενη. Και έλεγα... Μου έλεγε ο Γιώργος: «Τελικά θα πας;». «Άσε με —του λέω— Γιώργο. Τώρα έχω φτάσει μέχρι τη Βιέννη». Γιατί πήγαινα σιγά-σιγά τα εισιτήρια και τα ξενοδοχεία. «Σήμερα... Τώρα έχω φτάσει στο Όσλο!».
Τι συναισθήματα είχατε πριν φύγετε για το ταξίδι;
Ανασφάλεια... Φόβο. Δεν φοβήθηκα... Όχι δεν φοβόμουνα κάτι. Απλώς, σκεφτόμουνα ότι: «Πού θα πάω τώρα; Μόνη μου... Και έχουμε τόση πολλή δουλειά! Που η μαμά μου πρέπει να κάνει κάτι εξετάσεις». «Θα χάσω το αεροπλάνο! Θα χάσω το τρένο! Θα χαθώ! Θα με ληστέψουν. Μπορεί να αρρωστήσω. Θα γλιστρήσω στα χιόνια. Θα σπάσω κάνα πόδι και θα είμαι μόνη μου!» και κάτι τέτοια! Δεν ήθελα να πάω! Ναι. Δηλαδή, ας πούμε, ότι περάσανε δύο μήνες από την ώρα που έκλεισα τα εισιτήρια. Δεν ξέρω. Δεν ξέρω, ακριβώς. Πάνω από ενάμισι, πάντως. Μόνο τρεις μέρες στους δύο μήνες ήμουν αποφασισμένη ότι θα πάω. Όλες τις άλλες μέρες δεν το... Δεν ήθελα! Και γιατί πήγα; Γιατί λέω του αδερφού μου... Είπα και του αδερφού μου να έρθει μαζί μου και της ανιψιάς μου και δεν ήθελε κανένας. Είπα στη Γωγώ, είπα στη Χριστιάννα, είπα στον αδερφό μου... Του λέω: «Γιώργο! Έκλεισα εισιτήρια για Νορβηγία!». Μου λέει: «Γιατί πετάς τα λεφτά σου; Αφού ξέρεις ότι δεν θα πας!». Λέω: «Εσύ γιατί δεν έρχεσαι;». «Άμα ήτανε —μου λέει— πουθενά αλλού, μπορεί να ερχόμουνα. Αλλά εκεί δεν θα πήγαινα με τίποτα!». «Εντάξει, Γιώργο». Δεν είπα: «Θα πάω», αλλά το είπα από μέσα μου. Λέω: «Τι θα πει, αφού ξέρεις ότι δεν θα πας;». Nομίζοντας ότι τώρα: «Εγώ θα πάω. Δεν πα να λες!». Αλλά πάλι, σου λέω, πάλι δεν το είχα αποφασίσει.
Τι σκεφτόσασταν;
Σκεφτόμουνα... Ναι μωρέ, δεν θα πάω. Αφού κανένας δεν έρχεται... Πού θα πάω μόνη μου; Αφού δεν πάω μόνη μου ούτε μέχρι την Αθήνα. Πού θα πάω εκεί στο Βόρειο Πόλο; Αλήθεια...[00:10:00] Απλώς, όταν μου είπε αυτό: «Αφού έτσι κι αλλιώς δεν θα πας!». Λέω: «Πώς είσαι τόσο σίγουρος ότι εγώ δεν θα πάω;». Από μέσα μου, βέβαια, το ‘πα. Και νευρίασα, γιατί ο ένας... Καλά ο Γιάννης είχε πει κατευθείαν ότι: «Εγώ μόνο ένα ταξίδι στο εξωτερικό το χρόνο!». Δεν ήθελε να έρθει. Η άλλη δεν ήθελε να... Βασικά, της Μαρίας δεν της το είπα! Γιατί όταν της είπα να πάω μαζί της στην Αθήνα μου λέει: «Δεν μπορώ, ρε θεία, να κάνω babysitting!». «Babysitting; Δεν θα ‘ρθεις —της λέω— στην Νορβηγία!». «Δεν θα κάνω εγώ babysitting!». Ναι! Bullying κανονικά. Ο Γιώργος και ο Γιάννης θέλαν να με διώξουνε... Αλλά η άλλη σου λέω... Βασικά, η Γωγώ δεν είπε τίποτα. Απλώς, δεν ήθελε να ‘ρθει. Δεν μπορούσε, δεν ήθελε. Η Μαρία ξέρεις ότι έχει τη μικρή. Δεν της το ‘πα καθόλου. Η Αγγέλα θα πήγαινε... Δεν της το είπα ούτε αυτηνής, γιατί ήξερε ότι είχε δουλειά. Ποιον άλλον το είπα; Εσένα το είπα! Το είπα εσένα; Σε όλους το είπα. Μόνο στη μάνα μου και τον πατέρα μου δεν το ‘πα. Εντάξει, αφού δεν μπορούσανε; Μέχρι τελευταία στιγμή... Η Αγγέλα με πήρε τηλέφωνο και είχαμε πάει στο Ηράκλειο με τον Γιάννη και είχαμε περάσει απ’ το Καμάρι, απ’ το χωριό. Έφευγε το αεροπλάνο 2:00 το μεσημέρι. Δεν ξέρω, τι ώρα έφευγε; Τέλος πάντων. Ήτανε μεσημέρι. Και μου λέει: «Πού είστε;». Λέω: «Θα πάμε για καφέ». Μου λέει: «Το απόγευμα;». «Αγγέλα —της λέω— εγώ φεύγω!». Μου λέει: «Πού πας;». Λέω: «Πάω στη Νορβηγία!». Όχι, στη Βιέννη της είπα, γιατί όντως πήγαινα μέχρι τη Βιέννη και αν τα κατάφερνα θα πήγαινα και μέχρι το Όσλο. Αλλιώς θα έμενα στη Βιέννη! Μου λέει: «Μόνη σου;». Λέω: «Μόνη μου». Μου λέει: «Δεν θα πας πουθενά! Πού θα πας μόνη σου; Όχι δεν θα πας!». Λέω: «Αγγέλα, έχω κλείσει εισιτήρια». Λέει: «Δεν με ενδιαφέρει, εγώ θα στα δώσω τα λεφτά! Γύρνα πίσω! Έρχομαι να σε πάρω. Πού είσαι; Τι ώρα φεύγει το αεροπλάνο;». «Αγγέλα —της λέω— μην έρχεσαι!». «Θα σου δώσω εγώ —μου λέει— τα λεφτά. Πόσα έδωσες;». Λέω: «Πού είσαι;». Μου λέει: «Στο λεωφορείο έρχομαι!». Να με γυρίσει πίσω.
Η φίλη σας;
Ναι. Λέω: «Ναι;», της λέω. «Πόσα —μου λέει— έδωσες;». «Είμαι στα 245 ευρώ». Μου λέει: «Θα στα δώσω εγώ!». Μετά που ξαναπήρε τηλέφωνο. «Όχι, Αγγέλα, ψέματα σου είπα, λάθος έκανα. Είναι και το ξενοδοχείο, είναι 400 ευρώ!». Εκεί, όμως, λίγο κώλωσε... Ναι.
Και πότε φύγατε για το ταξίδι;
Από έξω απ’ το αεροδρόμιο, η μάνα μου ήτανε να κάνει μία εξέταση και περίμενα και με παίρνει τηλέφωνο η Μαρία, μου λέει: «Δεν μπορώ να βρω τη γιαγιά και την ψάχνει ο γιατρός! Είναι επείγον, πρέπει να τη βρω!». Λέω: «Ρε Γιάννη —του λέω— πάμε. Πάμε στο νοσοκομείο, να δούμε τι έγινε». «Όχι —μου λέει— κάτσε να την πάρουμε τηλέφωνο». Δηλαδή, κατέβαινα από το αυτοκίνητο. Δεν πήγαινα πουθενά! Είχαμε χάσει τον ασθενή. Λέω... Λέω: «Κάτσε να πάρω τον παππού σου!». Μου λέει ο πατέρας μου: «Όχι —μου λέει— εδώ είμαστε. Αφού είναι —μου λέει— εδώ. Δεν... Ποιος την ψάχνει;». Ήτανε false alarm. Δεν... Ήτανε... Δεν ξέρω ποιος είχε πάρει τη Μαρία τηλέφωνο! Αφού είδα ότι ήταν όλα καλά κατέβηκα, αλλά με το ζόρι, από το αυτοκίνητο. Και από κει και πέρα...
Τι εννοείς πότε έφυγα; Ποια ημερομηνία; Ποια ημερομηνία έφυγα; 9 Νοέμβρη. 9 Νοέμβρη, ναι. 9 Νοέμβρη έφτασα στην Αθήνα. Λοιπόν, περίμενα εκεί πέρα πέντε ώρες, ακριβώς.
Πώς φύγατε;
Αεροπλάνο. Περίμενα στο αεροδρόμιο 5 ώρες. Μετά, έφτασα στη Βιέννη 10 η ώρα το βράδυ. Αυτό δεν ήταν καθόλου καλό. Γιατί, πήρα ένα τρένο, πήγα στο κέντρο και... Αλλά ξέρεις πώς είναι το gps... Δεν σε πάει, ρε παιδί μου, από το κεντρικό το δρόμο... Σε πάει από το πιο σύντομο δρόμο, που είναι κάτι στενά. Μες στη νύχτα, τώρα, έφτασα εκεί πέρα 11:30 η ώρα. Να κυκλοφορώ μες στη νύχτα με μία βαλίτσα ολομόναχη, σε κάτι ερημιές. Τελείως, ερημιές! Να μην υπάρχει τίποτα! Ούτε αυτοκίνητο να περνάει. Και να μη βρίσκω το ξενοδοχείο. Είδα ένα μπαράκι ανοιχτό, εκεί πέρα. Ήτανε δύο αγόρια και ένα κορίτσι, αυτοί ήταν οι άνθρωποι που είδα. Λέω: «Ρε παιδιά, πού είναι αυτή η οδός; Αυτό το ξενοδοχείο;». Δεν ξέρανε... «Μάλλον από κει». Πάω παραπέρα, τίποτα. Είχε πάει 12:30 η ώρα. Βρίσκω ένα, τι ήτανε; Βενζινάδικο ανοιχτό. Ρωτάω και εκεί, να μην ξέρει κανείς: «Μάλλον από δω. Μάλλον από κει». Τριγυρνούσα εγώ τα μεσάνυχτα με μία βαλίτσα στο δρόμο στις ερημιές! Τελικά... Τελικά, είδα επιτέλους ένα ταξί. Τον σταματάω, του λέω: «Πήγαινε με εδώ», του δείχνω το χαρτί. Λέει: «Μα είναι —μου λέει— εδώ. Στα 120 μέτρα. 100 μέτρα είναι». «Πού; —του λέω— εγώ δεν βλέπω τίποτα. Πήγαινε με εδώ!». Μου λέει: «Μα να το!», μου λέει. «Δεν με ενδιαφέρει! —του λέω— πήγαινε με εδώ!». «Άντε —μου λέει— μπες». Με πάει... Τώρα, ούτε ένα λεπτό, έτσι; Μέσα σε ένα λεπτό με αφήνει, μου δείχνει τη πόρτα. «Εκεί είναι», μου λέει. «Ευχαριστώ —του λέω—πόσα σου χρωστάω;». «Τίποτα! —μου λέει— τίποτα!». Μετά, ο κύριος αυτός στη ρεσεψιόν... Δεν του γκρίνιαξα. Του λέω: «Επιτέλους, σας βρίσκω. Δεν μπορούσα να βρω το ξενοδοχείο». Μου λέει: «Είχες προχθές στα γενέθλιά σου». Επειδή, ψιλοκρίνιαξα ότι δεν τον έβρισκα, λέει: «Θα σου κάνω —μου λέει— αναβάθμιση». Και μου ‘δωσε ένα μεγάλο δωμάτιο. Ναι.
Πώς ήταν το δωμάτιο;
Ήτανε... Όντως! Είχε σαλόνι και ένα μεγάλο δωμάτιο με κάτι ωραίους φεγγίτες. Ήταν πολύ μεγάλο, ήταν στην ουσία ήταν δυο-τρία δωμάτια. Πεινούσα τόσο πολύ! Δεν είχα φάει τίποτα, από την προηγούμενη... Επειδή ξεκινήσαμε πρωί για να πάει... Επειδή στο Ηράκλειο ήταν να κάνει και εξετάσεις η μάνα μου, είχαμε ξεκινήσει πολύ νωρίς. Δεν ξεκινήσαμε, ας πούμε, δυο-τρεις ώρες πριν το αεροπλάνο. Και είχα δουλειές και στο Ηράκλειο και τριγύριζα και περπατούσα πάλι όλη μέρα στο Ηράκλειο. Δηλαδή, δεν είχα σταματήσει απ’ το πρωί και δεν είχα φάει τίποτα! Και τι έξυπνη που είμαι... Είχα πάρει μαζί μου τυροπιτάκια και δεν ήξερα καν αν ήταν χαλασμένα, που τα ‘χα βάλει από την προηγούμενη την τσάντα μου, αλλά έκατσα και τα έφαγα. Τι να έκανα; Πού; Δεν είχα δει τίποτα! Ούτε μαγαζί, ούτε άνθρωπο! 12 η ώρα τη νύχτα.
Στην Αθήνα τι κάνατε, όταν ήσασταν εκεί;
Στο αεροδρόμιο; Δεν πήγα πουθενά. Στο αεροδρόμιο καθόμουνα. Τι έκανα; Έψαχνα τα χαρτιά μου, έπαιρνα τηλέφωνο τα παιδιά, μιλούσα στο τηλέφωνο, έψαχνα ξέρεις πού είναι το ξενοδοχείο και αυτά, ενημερωνόμουνα γενικά. Τις διαδρομές. Δηλαδή, ήτανε σαν... Δεν μπορώ να πω ότι βαρέθηκα, γιατί σου λέω οργανωνόμουν. Επειδή δεν είχα πάρει την απόφαση... Και σου λέω, ξεκίνησα να πάω στη Βιέννη και αν όλα πήγαιναν καλά, θα έπαιρνα και την επόμενη το αεροπλάνο. Έτσι πολύ... Δεν ήθελα να αγχωθώ, δεν ήθελα να υποχρεώσω τον εαυτό μου, ας πούμε... Ήθελα να πάω έτσι χαλαρά. Αν...
Πώς ήταν το ταξίδι για τη Βιέννη;
Για τη Βιέννη; Στο αεροπλάνο. Δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο και ούτε... Και μου έκανε και εντύπωση, ότι παρόλο που ήτανε, δεν ήταν καλοκαίρι να πεις ότι είχε καλό καιρό, ότι ήτανε όλες οι πτήσεις, ας πούμε, ομαλές. Δεν είχαμε ούτε καθυστερήσεις ούτε αναταράξεις. Εντάξει. Ναι, δεν... Τι μου έκανε εντύπωση, ας πούμε, στο… Κοίτα, από Αθήνα για Βιέννη μου τα ελέγξαν όλα. Εμβολιασμό, ταυτότητα και εισιτήριο. Αυτά. Στη Βιέννη, τώρα, τίποτα. Ούτε στο ξενοδοχείο μού ζήτησαν [00:20:00]πιστοποιητικό εμβολιασμού ούτε τίποτα, μόνο την ταυτότητα. Και σε καφετέρια που πήγα στη Βιέννη δεν μου ζήτησαν πιστοποιητικό, εγώ τους το έδειχνα, αυτοί δεν θέλαν ούτε να το δούνε. Αυτά. Δεν πρόλαβα πολλά πράγματα στην Βιέννη.
Τι κάνατε;
Πήγα σε μία καφετέρια, έτσι, που ήθελα, γιατί έβλεπα φωτογραφίες. Με το που έκατσα, με έβαλε το γκαρσόνι σε ένα τραπέζι και ακριβώς στους είκοσι πόντους καθόταν Έλληνες! Κολλητά δίπλα-δίπλα... Πώς έτυχε, τώρα; Δηλαδή, από όλη τη Βιέννη έπρεπε να κάτσω σε ένα τραπέζι δίπλα-δίπλα με Έλληνες; Και ξεκινήσαμε πάλι την γκρίνια για τον κορωνοϊό, για αυτά τα πράγματα, ενώ εγώ ήθελα να ξεφύγω, λέγαμε πάλι αυτά. Τι λέγαμε; Λέγαμε ότι το service στην Ελλάδα είναι πολύ καλύτερο από της Βιέννης ότι: «Κοίτα τι μας πετάξανε, τα μαχαιροπίρουνα, ενώ στην Ελλάδα θα μας τα είχανε βάλει καλά. Που δεν μας κοίταξαν τα πιστοποιητικά. Που μας βάζουν και καθόμαστε ο ένας πάνω στον άλλο. Που δεν τους ενδιαφέρει τίποτα. Που εμείς προσέχουμε! Ούτε μάσκες ούτε πιστοποιητικά ούτε τίποτα!». Γκρίνια. Ήπια τον καφέ. Λέω στον γκαρσόνι: «Apple pie —του λέω— με ice cream». Μηλόπιτα με παγωτό! Μου λέει: «Τι;». Λέω: «Apple pie and ice cream». Μου λέει: «Apple pie;». Λέω: «Ναι». «No Apple Pie. Apple strudel!». «Εντάξει! Φέρε strudel!». «Στη Βιέννη —λέει— εμείς έχουμε strudel». Παρεξηγήθηκε…
Μπορείτε να περιγράψετε με εικόνες τη Βιέννη, πώς ήταν;
Μόνο στο κέντρο πήγα, δεν έκανα... Βασικά, έκανα και βόλτες με το αστικό. Όλη μέρα τριγύριζα. Γιατί λέω ότι πήγα μόνο στο κέντρο; Που έψαχνα κάτι μπαταρίες. Τι μου έκανε εντύπωση... Ότι αγόραζα εισιτήριο και κανείς δεν μου το ζητούσε. Και δεν έβλεπα και κανένα να αγοράζει εισιτήριο, μόνο εγώ! Στο τέλος σταμάτησα και εγώ να αγοράζω εισιτήρια και ανέβαινα, όπου ήθελα. Στα τραμ, στα λεωφορεία... Και γιατί να πιάσουν εμένα; Αφού... Να πιάσουν τους άλλους πρώτα. Και έκανα βόλτες, έτσι μία αναγνωριστική, να δω πού έχει μαγαζί, που ήθελα κάτι συγκεκριμένο μία μπαταρία. Πήρα τις μπαταρίες μου. Με το gps έφτασα στο κέντρο σε αυτή την καφετέρια, που σου είπα. Και μετά πήγα στον Άγιο Στέφανο, εκεί στην κεντρική τους εκκλησία. Είχε άλογα, άμαξες... Δεν μύριζε καθόλου ωραία. Αλλά δεν μου έκανε φοβερή εντύπωση. Επειδή, είχα δει κάποια άλλα πολύ καλύτερα μέρη, δεν μου έκανε εντύπωση ιδιαίτερη. Ας πούμε, πώς να σου πως; Δεν θα πλήρωνα για να πάω να δω τη Βιέννη, θα προτιμούσα να πάω κάπου αλλού, που είναι έτσι πιο εντυπωσιακά. Δεν ήτανε ιδιαίτερα εντυπωσιακή. Σου λέω δεν την είδα καλά, είδα εκεί μόνο το κέντρο. Και οι πρωτεύουσες, ας πούμε, Βουδαπέστη, Βιέννη είναι σχεδόν ίδιες. Δεν... Δεν έχουν κάτι διαφορετικό η μία από την άλλη. Δεν μου έκανε εντύπωση. Εντάξει, δεν θα ξαναπήγαινα.
Τι αρχιτεκτονική είχε;
Δεν ξέρω πώς τη λένε την αρχιτεκτονική αυτή; Αλλά αυτό το... Πως να πω; Το νεοκλασικό; Ωραία ήτανε, αλλά όχι εντυπωσιακά ωραία. Το μόνο διαφορετικό ήταν, σου λέω, τα άλογα με τις άμαξες, που μυρίζανε όμως. Δεν... Ωραία, εντάξει, καλά. Καλή βολτίτσα ήτανε.
Πόσο χρόνο μείνατε στη Βιέννη;
Από ό,τι λέει το εισιτήριο έμεινα 17 ώρες. Δηλαδή, στην ουσία, κοιμήθηκα εκεί και έφυγα την επόμενη μέρα, 5:00. Αλλά από το κέντρο υποθέτω ότι έφυγα γύρω στις 2:00, 2:00 ναι. Για να είμαι στην ώρα μου για το... Μισή μέρα! Όχι 19 ώρες. Τέλος πάντων, μισή μέρα. Γιατί ήτανε βράδυ, έφτασα... Τι ώρα; Να σηκώθηκα κατά τις 9:00; 9:00 με 2:00, 9:00 με 1:00; Ένα καφέ και τον Άγιο Στέφανο, τίποτα άλλο. Και τις βόλτες με το αστικό.
Και μετά προς τα πού ταξιδέψατε;
Μετά...Προσπαθώ, τώρα, να θυμηθώ... Προσπαθώ να θυμηθώ, αν βρήκα εύκολα το τρένο για να πάω στο αεροδρόμιο της Βιέννης. Και δεν θυμάμαι... Μάλλον, μάλλον, το βρήκα εύκολα, γιατί δεν θυμάμαι ούτε να καθυστέρησα ούτε να αγχώθηκα. Οπότε, μάλλον, πήγα κατευθείαν και πέταξα για Όσλο.
Πέταξα για Όσλο και ήμουνα στο Όσλο, 8:00 η ώρα το βράδυ. Στο αεροδρόμιο του Όσλο. Εκεί, τώρα, μπορείς να πεις ότι ήταν έτσι ένα ψιλό... Όχι σοκ, δεν το λες και σοκ. Αλλά μπήκα σε ένα τρένο, ας πούμε, για το κέντρο του Όσλο, 8:00 η ώρα το βράδυ, δεν είναι και νωρίς και μετά από κανένα τέταρτο σταματάει το τρένο, μας κατεβάζει σε μία ερημιά. Ερημιά, όμως, όταν λέμε χωρίς τίποτα. Ούτε κτίριο... Χωράφια, όχι ερημιά σε οικισμό. Σε μία ερημιά, τελείως εξοχή. Βράδυ! Και ευτυχώς, που δεν ήμουνα μόνη μου, γιατί ήταν καμιά δεκαριά άτομα ακόμα, κυρίως Ιταλοί, που και αυτωνών τους έκανε εντύπωση και κοίταζαν γύρω-γύρω. Σου λέει: «Γιατί μας κατέβασε αυτός εδώ»; Και τελικά κάποιος εκεί πέρα, μάλλον, ντόπιος μας ενημέρωσε... Με κάποιον μίλησε και καταλάβαμε ότι θα ερχόταν ένα άλλο αστικό; Ένα άλλο, τέλος πάντων, λεωφορείο να μας πάρει για να συνεχίσουμε. Καλά, όχι ότι... Ακόμα και τότε, όμως, δεν φοβήθηκα! Δηλαδή, απλά εντύπωση μού έκανε, που με παράτησαν σε μια ερημιά. Αλλά λέω: «Εντάξει, αφού είναι κι άλλοι εδώ πέρα κάτι θα γίνεται, δεν ξέρω». Και μας πήγε, λοιπόν, στο κέντρο και πάλι εκεί μου έκανε φοβερή εντύπωση ότι πάλι είχα δει βέβαια βιντεάκι, πώς είναι ο σταθμός και αυτά; Αλλά μου κάνει εντύπωση πόσο εύκολα βρήκα το ξενοδοχείο μου, που δεν ήτανε, ρε παιδί μου, κεντρικό-κεντρικό. Ούτε ταξί, ούτε τίποτα. Ούτε αστικό. Με τα πόδια πήγα. Με το gps, αλλά πάλι νύχτα όμως! Εκεί δεν δυσκολεύτηκα όσο στη Βιέννη, το βρήκα πιο εύκολα. Και μου έκανε εντύπωση και το ξενοδοχείο αυτό, γιατί ήτανε, είναι πανάκριβα στη Νορβηγία,αλλά αυτό ήτανε... 50 ευρώ; Ούτε. Για Νορβηγία αυτή η τιμή δεν υπάρχει! Και ήτανε γύρω στα 8 τετραγωνικά, αλλά δεν χρειαζόσουν παραπάνω. Δηλαδή, σαν ιδέα τώρα αυτή μου άρεσε. Δηλαδή, κάποιος, ας πούμε, που θέλει να φτιάξει ένα ξενοδοχείο, αντί να φτιάξει ένα hostel, μπορεί να κάνει ένα μικρό-μικρό δωμάτιο με το μπάνιο του. Μ’ άρεσε σαν ιδέα. Ήταν πάρα πολύ βολικό. Δεν ήταν απόλυτα κεντρικό, αλλά ήτανε και... Σου λέω, εγώ το βρήκα εύκολα και μου ‘κανε εντύπωση. Μετά, δεν μπορούσα να μείνω στο Όσλο, έπρεπε να φύγω. Για να πάω... Γιατί εμένα δεν με ενδιέφερε... Εγώ ξεκίνησα να πάω να δω το Βόρειο Σέλας. Το Όσλο σαν πόλη είναι μία πόλη, ρε παιδί μου, εντάξει. Είναι πολύ όμορφο, αλλά ήθελα κάτι συγκεκριμένο. Οπότε είχα βγάλει εισιτήριο, ξέχασα να στο πω αυτό, για να πάω πιο βόρεια στο Τρόμσο. Υποτίθεται ότι είναι στον Αρκτικό κύκλο και θα φαινόταν το Βόρειο Σέλας. Πήγα, λοιπόν, εκεί... Κάτσε να δω, περίμενε. Πώς πήγα; Πάρα πολύ άνετα, χωρίς κανένα πρόβλημα. Βρήκα το σταθμό, βρήκα το συγκεκριμένο λεωφορείο που θα με πήγαινε στο συγκεκριμένο αεροδρόμιο. Η μόνη στιγμή που ζορίστηκα με τις συγκοινωνίες και όλα αυτά ήταν στη Βιέννη και στην Αθήνα. Πουθενά αλλού. Και λίγο στη Βαρσοβία. Αλλά ειδικά... Σαν να είχα γεννηθεί στη Νορβηγία. Πήρα το τρενάκι, πήγα στο αεροδρόμιο... Προσπαθώ να θυμηθώ αν μας ξανακατέβασε αυτός στην ερημιά. Αλλά όχι, δεν θυμάμαι να μας ξανακατέβασε στην ερημιά. Πήρα το[00:30:00] αεροπλάνο και έφτασα στο Τρόμσο. Εκεί τώρα, εγώ σκεφτόμουν να πάρω κάνα ταξί να μην την ξαναπατήσω με τις νύχτες, γιατί ήδη την είχα πατήσει δύο φορές που έφτασα νύχτα. Και λέω: «Να πάρω κάνα ταξί» και μετά λέω: «Είναι μέρα». Αλλά τελικά μου έφεξε και είχα ένα συνεπιβάτη που πήγαινε στο Τρόμσο και μου λέει: «Να το μοιραστούμε το ταξί». Λέω: «Εντάξει. Τι θα πάθω;». Λέω: «Πόσο να ‘ναι; 100 ευρώ το ταξί;». Και έφτασα στο ξενοδοχείο άνετα, λοιπόν, χωρίς να ψάχνω. Πάω στη ρεσέψιον και τους λέω: «Έχω μία κράτηση». Μου λέει: «Δεν μπορείτε να κάνετε check-in πριν τις 3.00». Λέω: «Ποιες 3:00; Τι ώρα είναι τώρα;». Μου λέει: «12:00». Παιδιά ήταν νύχτα. 12:00 το πρωί! Αφού, αυτομάτως, μες στο μυαλό μου κάνω συνειρμό, 12:00 το βράδυ; Την προηγούμενη; Ήταν 12:00 το μεσημέρι και ήταν νύχτα και αυτή μου έλεγε... Μου ‘λεγε 3:00 και εγώ νόμιζα ότι ήταν γύρω στις 8:00 το βράδυ. Και λέω:«Και γιατί δεν μπορώ να κάνω check-in;». Μου λέει: «Στις 3:00». Λέω: «Τι ώρα είναι τώρα;». Μου λέει: «12:00». Λέω: «Τι να κάνω;». Ενώ το φως έξω ήταν, σου λέω, 8:00-9:00 το βράδυ; Και αυτή μου έλεγε ότι είναι 12:00. «Τέλος πάντων», λέω. «Και τι να κάνω εγώ τώρα; Μπορώ να αφήσω εδώ τη βαλίτσα μου;». Μου λέει: «Άντε. Άσ’ τη». Μου δώσαν εκεί πέρα ένα καφεδάκι για όσο περίμενα. Άφησα τη βαλίτσα και είπα να κάνω καμιά βόλτα. Αλλά παρόλο που ήτανε μεσημέρι, ήτανε νύχτα. Μου άρεσε πάρα πολύ. Δεν ήτανε μία μεγάλη πόλη, ήτανε μικρό χωριουδάκι, ήταν πάρα πολύ γραφικό. Ωραίο. Με τα πόδια, ας πούμε, βόλτα εκεί γύρω-γύρω. Πολύ ωραία. Ναι, γραφικό. Ο καιρός καλός. Δηλαδή, παραδόξως ούτε καν έβρεξε, ενώ ήτανε Νοέμβρης και περίμενα από αυτά τα βιντεάκια που έβλεπα και αυτά που διάβαζα ότι θα ‘βρεχε, ότι θα... Τίποτα! Μην σου πω, ότι ήταν πιο καλός ο καιρός κι από εδώ. Αυτό μ’ εκνεύρισε λίγο, γιατί εγώ ήθελα να αλλάξω, ρε παιδί μου, παραστάσεις, να δω λίγο βροχή, χιόνι, να δω λίγο χειμώνα. Δεν είχε... Είχαμε βαρεθεί το καλοκαίρι εδώ πέρα. Γύρισα, λοιπόν, στο ξενοδοχείο της ίδιας φίρμας με αυτό του Όσλο. Πάλι ένα μικρούλικο-μικρούλικο δωματιάκι. Τι έκανα εκεί; Δεν μπορώ να θυμηθώ! Πάλι περνούσα, εννοείται. Και στην αναγνωριστική, όσο περίμενα να μου κάνει το check-in, που δεν με άφηνε η άλλη να μπω στο δωμάτιο, είχα κάνει τη βόλτα μου, είχα βρει σούπερ μάρκετ... Άφησα, λοιπόν, τα πράγματα μου, κατέβηκα στο σούπερ μάρκετ και μου ‘κανε πάλι εντύπωση εκεί που δεν είχε πωλήτριες, ενώ ήταν χωριό όμως, δεν ήταν, ας πούμε, στο Όσλο στην πρωτεύουσα, σκανάριζες εσύ μόνος σου τα προϊόντα που αγόραζες και για να βγεις από το σούπερ μάρκετ, σκανάριζες στην απόδειξη. Παρόλα αυτά, ας πούμε, δεν ξέρω... Έχουν εμπιστοσύνη φαίνεται, γιατί άνετα μπορείς να βάλεις κάτι ασκανάριστο στην τσάντα σου, δεν έχει… δεν σου τσεκάρει κάποιος αυτά που παίρνεις και βγαίνεις έξω. Εκτός αν έχουνε σύστημα που χτυπάει, δεν ξέρω. Και εγώ σκέφτηκα, ας πούμε, ότι πόσες θέσεις εργασίας καταργούνται, επειδή υπάρχουν αυτά τα μηχανάκια, μόνος σου. Δεν είδα... Τα λεφτά τους δεν τα είδα καθόλου στη Νορβηγία, δεν υπάρχει μετρητό καθόλου. Δηλαδή, ακόμα και το εισιτήριο το παίρνεις με κάρτα. Τι να σου πω τώρα. Καθόλου μετρητό, πουθενά. Δεν τα βλέπεις καθόλου τα λεφτά τους! Δεν υπάρχει... Πού να σου πω τώρα; Ούτε καφέ ούτε εισιτήριο, τίποτα, τίποτα... Αφού ήθελα να έχω μερικά κέρματα έτσι για σουβενίρ. Δεν υπήρχε πουθενά, τίποτα.
Και πώς πληρώνατε;
Η κάρτα. Είχε μηχανήματα... Και μάλιστα ούτε καν το κωδικό σου, ας πούμε, δεν βάζεις. Περνάς δίπλα στη στάση, είχε μηχάνημα, πατάς, ας πούμε, πού θες να πας, τι εισιτήριο θέλεις και δεν ξέρω τι, σκανάρεις την κάρτα, τέλος. Και σου βγάζει αυτόματος πωλητής το εισιτήριο. Τώρα, γιατί στο βγάζει, αφού μετά το εισιτήριο δεν το σκανάρεις. Δεν έχουν μηχανήματα πάνω στα λεωφορεία, ούτε όπως στο Ηράκλειο που στο κόβει, ας πούμε. Τώρα, γιατί το βγάζεις το εισιτήριο, δεν ξέρω. Εγώ, πάντως, το ‘βγαζα.
Όταν πήγατε στο Όσλο... Πώς ήταν το ταξίδι από τη Βιέννη στο Όσλο, αρχικά;
Στο αεροπλάνο; Μια χαρά. Δεν... Δεν είχα κάποιο πρόβλημα. Ναι, είναι μια καλή ερώτηση, γιατί στη Βιέννη στο αεροδρόμιο κανένας δεν τσέκαρε το πιστοποιητικό μου. Στο είπα αυτό; Μου έκανε φοβερή εντύπωση. Ούτε ρωτάγαν, εάν έχεις κάνει εμβόλιο και τέτοια πράγματα. Εκεί, όμως, μου κοίταξαν ταυτότητα και το pass. Πιο βόρεια, δηλαδή, σε όλες τις πτήσεις που έκανα απ’ το Όσλο, δηλαδή Όσλο-Τρόμσο, Τρόμσο-Όσλο, Όσλο-Βαρσοβία, δεν κοίταξαν ούτε την ταυτότητά μου. Όχι μόνο δεν κοίταξαν το πιστοποιητικό εμβολιασμού, δεν κοίταξαν ούτε ποια είμαι. Δεν τσεκάραν την ταυτότητα μου. Απλά το boarding pass. Ούτε ποιος είσαι ούτε τι κουβαλάς ούτε εμβολιασμένος ούτε τεστ, τίποτα. Περνάς και φεύγεις.
Και τι κάνετε στο Όσλο την πρώτη φορά που πήγατε;
Όταν έφτασα ήτανε πάλι βράδυ. Και δεν... Πήγα κατευθείαν στο ξενοδοχείο εύκολα, το βρήκα εύκολα. Με τα πόδια. Τι έκανα; Πήγα στο ξενοδοχείο, κοιμήθηκα. Κάτσε να δω τι ώρα ήτανε που έφυγα. Δεν το έχω το Τρόμσο, τι ώρα έφυγα για το Τρόμσο.
Πόσο είχατε κάτσει, θυμάστε;
Δεν έκατσα. Έκατσα... Δεν το έχω αυτό το εισιτήριο, γιατί το είχα με άλλη εταιρεία. Δεν έκατσα, δεν έκανα καν βόλτα στο Όσλο. Στο Όσλο, δηλαδή, έφυγα κατευθείαν μόλις σηκώθηκα, ήπια τον καφέ μου, δεν ξέρω αν... Και έφυγα... Είχα πάρει βέβαια καφέ δικό μου έτσι; Nescafe. Δεν έβγαινα. Τον έφτιαχνα μόνη μου. Έφυγα, κατευθείαν, για το αεροδρόμιο, να πάω στο Τρόμσο. Δεν... Την πρώτη μέρα στο Όσλο, δεν... Απλά κοιμήθηκα, δεν έκανα κάτι. Γιατί είχα κανονίσει να το δω το Όσλο στο γυρισμό.
Κατάλαβα.
Θα ξαναγύρναγα. Οπότε, πήγα στοΤρόμσο και…
Μπορείτε να μου το γράψετε το Τρόμσο με εικόνες;
Εικόνες... Είχε... Καταρχάς, δεν είχε καθόλου πολυκατοικίες ή χτισμένα, πώς να σου πω; Ήταν φανταστικό, ήταν πολύ γραφικό, δεν είχε καθόλου τα συμβατικά αυτά τα κτίρια τα τετράγωνα που έχουν εδώ πέρα, ήτανε τα περισσότερα ξύλινα. Είναι σαν να ήταν σε μία κάρτα! Γιατί ήταν πολύ ωραίο! Ενώ είναι... Δεν νομίζω ότι είναι μικρό χωριό, πρέπει να είναι έτσι σαν τον Άγιο Νικόλαο; Μπορεί να έχει 7000; Δεν θυμάμαι, τώρα. Πάντως, πόλη. Δεν ήταν χωριουδάκι. Όμως, παρόλα αυτά, φαινόταν σαν χωριουδάκι. Δηλαδή, γραφικό. Ακόμα και η εκκλησία τους ήταν ξύλινη με τριγωνικές στέγες, με καμπαναριό. Όλα τα σπιτάκια με στέγες τριγωνικές, λόγω χιονιού υποθέτω. Το άλλο, που μου ‘κανε εντύπωση, ήταν ότι είναι απλωμένο σε μία τεράστια έκταση και είναι πολύ απομακρυσμένα τα σπιτάκια το ένα απ’ το άλλο. Όχι στο κέντρο. Με το λεωφορείο, που έκανα βόλτες, είναι τεράστιο. Αλλά είναι... Δηλαδή, τι να σου πω τώρα; Ένα χιλιόμετρο το ένα σπίτι απ’ το άλλο. Και ό,τι είναι μαζεμένο στο κέντρο, σε μία πάρα πολύ μικρή έκταση, είναι κολλητό το ένα με το άλλο. Λίγο πιο έξω, δηλαδή, στα πόσα να σου πω; 2-3 χιλιόμετρα [00:40:00]από το κέντρο και έξω είναι έτσι απλωμένα... Ενώ έχει συγκοινωνία, δηλαδή, η συγκοινωνία, πώς να σου εξηγήσω τώρα; Φαντάσου ότι είναι τόσο απλωμένα και τόσο απομακρυσμένα το ένα σπίτι από το άλλο, που το αστικό για να πάρει, ας πούμε, τα παιδάκια κάνει μία βόλτα, τι να σου πω; Μπορεί και πάνω από μία ώρα για να κάνει τον κύκλο του Τρόμσο. Η συγκοινωνία είναι πάρα πολύ τακτική, δηλαδή κάθε δέκα λεπτά, ένα τέταρτο, αλλά δεν είναι πυκνοκατοικημένο. Δεν μπορώ, τώρα, να στο εξηγήσω να καταλάβεις. Πες ότι τα παιδάκια πάνε στο σχολείο. Για να πάνε όλα τα παιδάκια στο σχολείο, αντί να κάνει, αν ήταν, ας πούμε, στο Ηράκλειο θα έκανε μία περιοχή και θα μαζεύετε εκατόν πενήντα παιδάκια, εκεί πέρα, μέσα σε δέκα λεπτά, εκεί πέρα πρέπει να κάνει μία ώρα για να μαζέψει εκατόν πενήντα παιδάκια. Είναι η απόσταση από το ένα σπίτι απ’ το άλλο είναι τεράστια. Αλλά είναι... Δεν υπάρχει ερημιά. Δηλαδή, μπορεί να... Επειδή πήγαμε, ας πούμε, για να βρούμε το Βόρειο Σέλας και ήμασταν μες στο λεωφορείο καμιά δεκαριά ώρες, όσο κι αν προχωράς είναι κατοικημένη. Δηλαδή, δεν υπάρχει ερημιά, όπως εδώ, που έχουμε, ας πούμε, ένα βουνό ή μια εξοχή, δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα. Απλά, είναι αραιά τα σπίτια το ένα από το άλλο, αλλά παντού, παντού είναι κατοικημένα. Και σου λέω κάναμε, τουλάχιστον, τέσσερις ώρες, ας πούμε διαδρομή και τα σπίτια είναι παντού στο 1 χιλιόμετρο το ένα απ' το άλλο. Υποθέτω ότι γι’ αυτό είναι έτσι αντικοινωνικοί, γιατί είναι όλοι... Το κάθε σπίτι είναι μόνο του. Αλλά, σου λέω, μου ‘κανε και εντύπωση ότι παντού είχε φωτάκια, δηλαδή όσο και να έβλεπες, δεν υπήρχε ερημιά. Ήταν κατοικημένα... Μπορεί να ήταν, ας πούμε, ένα σπίτι στα 3 χιλιόμετρα, όμως το έβλεπες ότι υπήρχε, ήταν κατοικημένο, δεν υπήρχε ερημιά πουθενά, παρόλο που είναι τεράστια χώρα. Δεν ξέρω τι κάνουν τώρα στις ερημιές, πάντως δεν υπήρχε ερημιά όχι. Εξοχή, που λέμε εμείς βουνό, ας πούμε. Απλά είναι αραιοκατοικημένη, αλλά είναι απλωμένη παντού, τα σπίτια.
Τι καιρό είχε;
Πολύ καλό καιρό! Ούτε βροχή ούτε τίποτα.
Η θερμοκρασία;
Η θερμοκρασία… Τι κάνουν, τώρα, αυτοί εκεί, ρε παιδί μου... Εκεί είσαι μέσα, ας πούμε, και νιώθεις να ζεσταίνεσαι αν φοράς ένα φούτερ ή ένα πουλόβερ. Πρέπει να είσαι με το κοντομάνικο. Άμα φοράς φούτερ ή πουλόβερ ή μπουφάν ιδρώνεις μέσα, δεν μπορείς. Μέχρι να ντυθείς, να βάλεις όλα αυτά που πρέπει, έχεις ιδρώσει. Κασκόλ, σκούφους, πουλόβερ, μπουφάν και αυτά... Μέχρι να βγεις έξω, έχεις ιδρώσει. Με το που βγαίνεις έξω ιδρωμένος, σου φυσάει ο παγωμένος ο αέρας... Δεν το καταλαβαίνεις, γιατί είσαι ζεστός, πάρα πολύ ζεστός και ιδρωμένος, το καταλαβαίνεις μετά από λίγο από τα χέρια σου, αν δεν φοράς γάντια, ότι αρχίζουν και παγώνουν τα χέρια σου... Εν τω μεταξύ έχεις παγώσει, χωρίς να το καταλάβεις, επειδή είσαι ιδρωμένος, αλλά παρόλα αυτά δεν είναι... Ας πούμε, οι τέσσερις βαθμοί εκεί δεν είναι ίδιοι με τους τέσσερις... Δεν μπορώ να το εξηγήσω γιατί. Πάντως εκεί μου φαινόταν πιο ζεστά στους 4 βαθμούς από ό,τι εδώ στους 4 βαθμούς. Δεν ξέρω γιατί, πάντως έτσι είναι. Δεν κρυώνεις, όχι. Αρχίζεις να κρυώνεις, ας πούμε, μετά από κάνα τέταρτο έξω, από τα χέρια. Άμα βάλεις γάντια και προσπαθήσεις να ζεσταθείς... Εντάξει, πήγα και Νοέμβρη, δεν ξέρω τι θα γίνεται τώρα το Δεκέμβριο ή Ιανουάριο. Πάντως, ήταν οι βαθμοί, πρέπει να... Θυμάμαι, ας πούμε, στους 4 βαθμούς δεν το καταλάβαινες, νόμιζες ότι ήτανε εδώ 15, ξέρω ‘γώ. Ήθελες να ντυθείς, αλλά εντάξει έβαζες το μπουφάν σου, το σκούφο σου, το κασκόλ σου και μετά από λίγο έβαζες και τα γάντια σου, γιατί δεν μπορούσες, αλλά δεν το καταλάβαινες. Δεν το καταλάβαινα. Από τα χέρια, έτσι λίγο, μετά από λίγη ώρα. Το πρώτο τέταρτο δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Μετά, αρχίζεις και το αντιλαμβάνεσαι το κρύο.
Και τι συναισθήματα είχατε, που είχατε φτάσει στον τελικό προορισμό;
Σου είπα, ότι περίμενα να δω το Βόρειο Σέλας και ήμουνα... Δηλαδή, τα διάβαζα και τα άκουγα, ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο να το δεις, ότι δεν βγαίνει πάντα, δεν πρέπει να έχει σύννεφα, πρέπει να έχει απόλυτο σκοτάδι, πρέπει να είναι και οι συνθήκες συγκεκριμένες για να το δεις και γενικά ότι είναι πολύ σπάνιο. Και λέω: «Μωρέ, εντάξει. Δεν πειράζει, θα κάνω εγώ την προσπάθεια μου και στο κάτω-κάτω άμα δεν το δω, θα πάω μία βόλτα απλά στην εξοχή. Πες ότι πήγα μία βόλτα». Έψαξα, λοιπόν, πώς το λένε; Στα tours που κάνουν τα... Ξέχασα να σου πω! Τη δεύτερη μέρα που... Δεύτερη μέρα; 2 βράδια έμεινα. Ναι, την επόμενη ημέρα, λοιπόν, που ξύπνησα στο Τρόμσο, την πρώτη μέρα πήγα να πάρω σουβενίρ. Είχα κάνει τη βόλτα μου, είχα εντοπίσει διάφορα μαγαζιά... Πάω σε ένα μαγαζί, ψωνίζω. Μου λέει: «Από πού είσαι;» Γιατί έκανα... Έπρεπε... Κάτι κάρτες έστειλα. Και μου λέει: «Από πού είσαι;», η κυρία που ήταν εκεί πέρα. Λέω: «Από Ελλάδα». Μου λέει: «Από πού από την Ελλάδα;». «Από την Κρήτη». «Στην Κρήτη έμενα —λέει— με την αδερφή μου. Η αδερφή μου είχε παντρευτεί εκεί με έναν Αλβανό και μένανε». Λέω: «Πού; Πού στην Κρήτη;». Μου λέει: «Στα Χανιά. Αλλά, τώρα, έχει έρθει» και δεν ξέρω τι. Ναι! Παραλίγο να βρεθούμε και συγγενείς! Ναι. Γιατί τη θυμήθηκα τώρα αυτή; Γιατί διοργάνωνε και αυτή tours, γιατί της είπα ότι ήθελα να πάω να δω το Βόρειο Σέλας, μου λέει: «Διοργανώνουμε και εμείς tours, άμα θέλεις». Λέω: «Πόσο κάνει;». Και αυτή, πρέπει να έκανε λάθος, δεν είμαι σίγουρη, μου λέει: «1.000 euros». 1.000 ευρώ. Λέω: «Πόσο;». Μου λέει και επιμένει: «1.000». Μήπως, ήθελε να πει 100; Αλλά αυτή μου έλεγε 1.000. Της λέω: «Πάρα πολύ ακριβά!». Μου λέει: «Το ξέρω!» Και, τέλος πάντων, έφυγα και όταν είδα, ας πούμε, tour για Βόρειο Σέλας οχτώ ώρες, εννιά, δέκα, δεν ξέρω, αυτός οχτώ ώρες ήτανε, αλλά αυτός μας έκανε πάνω από δέκα, γύρω στα 85-90 ευρώ. Αφού μου είχε πει η άλλη 1.000, εγώ χάρηκα πάρα πολύ, που ήτανε μόνο 90 ευρώ και το έκλεισα αμέσως! Μπορεί να έβρισκα πιο φτηνό, αλλά επειδή περίμενα... Πρέπει να είχε κάνει λάθος και αυτή, δεν πρέπει να ήτανε 1.000!
Και πότε φύγατε για την αποστολή στο Βόρειο Σέλας;
Ναι. Το βράδυ, λοιπόν, είχαμε ραντεβού 6:00 η ώρα στο… κάτσε να σου πω, Magic ice bar; κάτι τέτοιο. Και αυτό το είχα εντοπίσει εγώ στη βόλτα μου και ένας από τους λόγους που έκλεισα με αυτό το γκρουπ, τέλος πάντων, ήταν επειδή ήξερα πού να πάω. Το είχα δει. Μόλις είδα πού ήταν το ραντεβού, λέω: «Το θυμάμαι αυτό! Μ’ αυτούς θα πάω, που ξέρω πού να τους βρω». Και περίμενα εκεί, είδα και κάτι άλλους, που περιμένανε, κάτι Γιαπωνέζους, δεν ξέρω τι, μες στο κρύο! Είχε αρχίσει λίγο να πέφτει χιόνι. Και δεν περιμέναν μέσα, το ραντεβού ήταν απ’ έξω. Καθόμασταν εκεί πέρα και χιονιζόμασταν. Τελικά, ήρθε ο ξεναγός, τέλος πάντων, και μάζεψε. Λέει: «Ποια είναι η Ειρήνη;» Λέω: «Εγώ ,εγώ». Λέει: «Πάμε, φύγαμε!» Μπήκαμε στο λεωφορείο και ξεκινήσαμε... Ήτανε ένα βαν. Ήτανε άλλα... Ήτανε δύο ζευγάρια Γερμανοί, ένας Γάλλος και εγώ. Ωραία διαδρομή, μες στα χιόνια. Εγώ φοβόμουνα πάρα πολύ, μην γλιστρήσει, ας πούμε, στο χιόνι το λεωφορειάκι, γιατί και τα άλλα αυτοκίνητα που έβλεπα στο δρόμο τρέχαν σαν τρελά πάνω στο χιόνι! Δεν μπορώ... Ακόμα δεν μπο[00:50:00]ρώ να το καταλάβω αυτό, πώς γινότανε. Χωρίς αλυσίδες, εννοείται. Δεν ξέρω πώς οδηγούνε απάνω στα χιόνια! Χάρηκα τόσο πολύ που άρχισε να χιονίζει. Άρχισα να κάνω βιντεοκλήσεις και να τους δείχνω τα χιόνια. Και... Κάναμε μία στάση σε ένα βενζινάδικο. Άρχισα να φωτογραφίζω τα χιονισμένα δέντρα... Θα νομίζανε οι άνθρωποι ότι είμαι... Δεν ξέρω από... Δεν ξέρω. Αλλά εγώ, εντάξει στην Κρήτη δεν χιονίζει ποτέ, τι να κάνω τώρα; Ήταν εντυπωσιακό για μένα. Φωτογραφίες στο χιόνι, δηλαδή χωρίς κανένα ιδιαίτερο λόγο κάποιο αξιοθέατο έτσι, ένα χιονισμένο δέντρο, ξέρω ’γώ. Κάτι συνηθισμένο, αλλά χιονισμένο. Σου λέω δεν περίμενα εγώ να δω Βόρειο Σέλας και τέτοια, γιατί είχα ενημερωθεί, ρε παιδί μου, πολύ και από τα βίντεο και από τα άρθρα, ότι είναι πολύ δύσκολο να το πετύχεις. Λέω: «Σιγά! Εγώ θα είμαι τώρα η τυχερή που θα το δω;». Φτάσαμε σε μία ερημιά που σου λέω, δεν ήταν πουθενά ερημιά, δηλαδή έβλεπες ότι ήταν κατοικημένες περιοχές στο 1 χλμ. και υποτίθεται ότι για να δεις το Βόρειο Σέλας πρέπει να είσαι κάπου που να μην έχει φώτα. Δηλαδή, να μην είναι κατοικημένη περιοχή. Όμως, όσο και να... Όση ώρα., σου λέω, πάνω από τέσσερις ώρες οδηγούσε ο άνθρωπος μες στα χιόνια, δεν υπάρχει μη κατοικημένη περιοχή. Από ό,τι είδα εγώ, μπορεί πιο μακριά να υπάρχει. Αλλά τέσσερις ώρες να οδηγείς και να μην βρίσκεις ερημιά; Τα έβλεπες τα φωτάκια, ότι ήτανε δηλαδή στο 1 χιλιόμετρο; Υπήρχαν φώτα. Και όχι ένα και δύο, παντού υπήρχαν φώτα. Έχουνε πολλά πετρέλαια, έχουν ενέργεια, δεν τους νοιάζει, βάζουν φώτα παντού.
Και τι κάνατε, όταν φτάσατε;
Ναι ήτανε κι αυτό, ας πούμε ένα... Όχι πολιτισμικό σοκ, γιατί το περιμένεις ότι θα βρεις χιόνια και πάγο και τέτοια. Δεν περιμένεις, όμως, ότι θα γλιστράς και ότι εκεί που περπατάς θα νιώθεις από κάτω σου και θα ακούς: «Κρακ κρακ» και θα είναι... Και καταλαβαίνεις ότι από κάτω σου είναι νερό, δηλαδή εσύ πατάς πάνω στον πάγο, αλλά είναι τεράστιες λακκούβες με νερό από κάτω, που αν σπάσει ο πάγος, θα γεμίσουν τα παπούτσια σου νερό. Γλιστράει. Είναι επικίνδυνο, πάρα πολύ επικίνδυνο, γιατί εκεί που περπατάς κανονικά πάνω στο χιόνι που είναι μαλακό και εντάξει δεν γλιστράει, ξαφνικά πατάς πάγο, δηλαδή, λακκούβες με πάγο, που γλιστράνε. Και αυτό δεν το βλέπεις, γιατί είναι νύχτα. Δεν μπορείς να βλέπεις, πού πατάς. Εντάξει, επιβιώσαμε. Kαι είχε δύο σκηνές, δηλαδή αυτή η εταιρεία που διοργανώνει αυτά τα tours, τέλος πάντων, έχει και δεν ξέρω κι άλλες εταιρίες πρέπει να έχουνε των Sámi. Είναι μία φυλή, λέει, που ζει σε τέτοιες σκηνές και όλοι οι τάρανδοι της Νορβηγίας οι άγριοι ανήκουν σε αυτή τη φυλή. Δηλαδή, αν δεις ένα τάρανδο και περνάει το δρόμο, αυτός ο τάρανδος ανήκει στους Sámi. Δεν είναι αδέσποτοι, είναι των Sámi όλοι οι τάρανδοι της Νορβηγίας. Και αυτοί οι Sámi μένουν σε κάτι σκηνές. Μία απομίμηση, εντάξει, δεν νομίζω να ήταν των Sámi. Είχαν φτιάξει, αυτό το… αυτή η εταιρεία, που διοργάνωνε το tour, σκηνές πανομοιότυπες με των Sámi και ανάψαμε μία φωτιά εκεί μέσα στη σκηνή, να περιμένουμε να νυχτώσει καλά, να φύγουν τα σύννεφα... Δηλαδή, βγαίναμε εκεί που πίναμε το τσάι μας στη φωτιά μες στη σκηνή, βγαίναμε κάθε τόσο, κοιτάζαμε τον ουρανό, μήπως έφυγαν τα σύννεφα, μήπως βγει το Σέλας. Περιμέναμε, περιμέναμε... Ας πούμε, λέγαμε: «Από εδώ φαίνονται λίγα αστέρια…». «Θα ανοίξει, πιστεύω, ότι θα ανοίξει τώρα ο ουρανός!». Και περιμέναμε να φύγουν τα σύννεφα, να δούμε τα αστέρια και όταν βλέπαμε αστέρια και είχαν φύγει όλα τα σύννεφα, θα είχαμε ελπίδες να δούμε το Σέλας. Ήπιαμε το τσάι μας, ήπιαμε τη σούπα μας, περιμέναμε, περιμέναμε... Στο τέλος, άρχισε, ας πούμε, να φεύγουν τα σύννεφα. Αρχίσαμε να βλέπουμε όλο και πιο πολλά αστέρια. Τυχαία, δηλαδή, ήμασταν τυχεροί. Μετά, κοιτάζαμε να δούμε πότε θα βγει αυτή η Αurora. Βλέπαμε, ας πούμε, κάτι φωτεινά από τη μία μεριά. Ξέρεις, είναι σαν να βλέπεις ένα σύννεφο, αλλά εκεί που είναι ο ουρανός μαύρος, νύχτα, φαντάσου τώρα τα σύννεφα, που βλέπουμε εμείς εδώ, όταν είναι ο ήλιος από πίσω που φαίνονται έτσι φωτεινά σαν… Αυτό, λοιπόν, το σέλας είναι, φαίνεται σαν να είναι, πάνω σε ένα μαύρο ουρανό, ένα φωτεινό σύννεφο, χωρίς να υπάρχει ήλιος από πίσω, το σύννεφο λάμπει. Δεν είναι... Δεν είναι πάντα πράσινο, αλλά φαίνεται σαν… πώς να σου πω τώρα; Ένα φως, που…. να το πω τώρα, χορεύει; Δεν είναι σταθερό. Να κουνιέται; Και μετά, αρχίζει να μαζεύει τώρα όλο αυτό το φως, μαζεύεται σε διάφορους σχεδιασμούς, συνήθως, κυκλικούς. Και εκτός από αυτό, σαν να είναι ένα σύννεφο φωτεινό, γύρω στρογγυλό, αρχίζουν και κάτι ακτίνες να τρεμοπαίζουν. Δηλαδή, είναι ένα φωτορυθμικό. Αλλά δεν είναι πράσινο. Μπορεί να φαίνεται στις φωτογραφίες ή για να είναι λέει πράσινο πρέπει να πας πιο βόρεια και να είσαι και τυχερός να το δεις με χρώματα πράσινα, μωβ και δεν ξέρω τι. Εμείς δεν το είδαμε έτσι. Στις φωτογραφίες μπορεί να φαίνεται έτσι, αλλά η αλήθεια είναι ότι ήταν όντως εντυπωσιακό, αλλά δεν είχε χρώμα. Ήταν απογοήτευση αυτό, γιατί κανένας δεν μας το είχε πει. Νόμιζα εγώ ότι πάντα το Βόρειο Σέλας είναι χρωματιστό. Όχι, είναι φωτεινό, το καταλαβαίνεις ότι είναι αυτό, ας πούμε, και είναι εντυπωσιακό, γιατί φαίνονται... Είναι, ρε παιδί μου, σαν φωτορυθμικό. Φαίνονται οι σχηματισμοί, που κάνει τα διάφορα σχέδια και οι εναλλαγές έτσι του φωτός με τις ακτίνες και αυτά, αλλά δεν είχε χρώμα. Δεν... Δεν ξέρω, μπορεί να είναι και ψέματα ότι είναι χρωματιστό, δεν ξέρω. Ναι, μετά μας κέρασαν και μία ψαρόσουπα πολύ ωραία. Εγώ κάθε τόσο έφευγα. Όχι, δεν έφευγα, όταν φαινότανε το Βόρειο Σέλας, αλλά όση ώρα περιμέναμε κάθε τόσο εγώ πήγαινα μέσα στη σκηνή και ζέσταινα τα πόδια μου, γιατί είχα παγώσει. Οι άλλοι δεν ξέρω πως καθόντουσαν τόση ώρα έξω.
Τι θερμοκρασίες είχε εκεί;
Μα πού να ξέρω;
Ναι.
Σίγουρα -0°C... Και δεν είχα θερμόμετρο. Δεν σκέφτηκα, ξέρεις, περίμενα το Βόρειο Σέλας, δεν σκέφτηκα να κοιτάξω τη θερμοκρασία. Αλλά ήταν πολύ κρύο. Εκεί. Εκεί, όντως. Εκεί, όντως, πάγωναν τα πόδια μου.
Και πώς ήταν η σκηνή μέσα;
Η σκηνή... Ξύλα... Όπως τα βλέπεις στις φωτογραφίες με ξύλινα δοκάρια, γύρω-γύρω, τώρα τι είχανε βάλει; Ύφασμα; Δέρμα; Δεν ξέρω τι ήταν αυτό που την είχανε ντύσει. Στη μέση είχε μία φωτιά με ένα... Χύτρα; Κατσαρόλα; Τσαγιέρα; Βάλανε πάνω για να κάνουνε το… για να ζεστάνουν το νερό, να φτιάξουμε το τσάι. Είδα... Μου ‘κανε εντύπωση και πώς ανάβαν τη φωτιά, γιατί δεν έχουν προσανάμματα και μικρά ξυλαράκια που έχουμε εμείς, βγάζουν το φλούδι από τον κορμό, τη φλούδα του κορμού και την κάνουν προσάναμμα. Ναι, πιάνουν τον κορμό, σκαλίζουν, σκαλίζουν, το βγάζουν το φλούδι για να ανάψουν τη φωτιά. Η σκηνή στη μέση, φυσικά, είχε μία τρύπα να βγαίνει ο καπνός, από όπου έμπαινε χιόνι και όλα τα ξύλα ήταν χιονισμένα και δεν μπορώ να καταλάβω πώς άναψε αυτή η φωτιά, αλλά άναψε. Καρέκλες γύρω απ’ τη φωτιά. Ξύλα κάτω, γιατί ήταν πάνω στο χώμα, [01:00:00]να μην πατάμε στις λάσπες. Γουνίτσες πάνω στις καρέκλες για να σκεπάζεσαι. Αυτά, δεν είχε κάτι άλλο μέσα.
Δηλαδή, όταν φτάσατε σ’ εκείνη την περιοχή, ήταν έτοιμες οι σκηνές;
Ναι. Και μάλιστα, κάπως τις ανοίγανε με κλειδί, δεν ξέρω. Δηλαδή, μας λέει ο ξεναγός: «Εδώ είναι σκηνές μας». Δηλαδή, είναι της εταιρείας αυτής. Δεν ήτανε κατοικημένες, ήτανε του... Ξέρεις, για να κάθεσαι εκεί μέσα να περιμένεις στο Βόρειο Σέλας. Υποθέτω, όμως, ότι, επειδή τους άκουγα ότι επικοινωνούσαν και με άλλους, που ψάχνανε και αυτοί το Σέλας, δηλαδή έπαιρνε ο ένας τον άλλο και λέει: «Εδώ, ας πούμε, έχει πολύ σύννεφο. Εκεί πώς είναι». Πώς να σου πω; Πρέπει να είχανε σε διάφορα σημεία σκηνές. Κι όπου ακούγανε ότι πήγαινε να ανοίξει λίγο, να φύγουν τα σύννεφα, πηγαίναν προς τα εκεί. Πρέπει να είχανε... Συνεργάζονται μεταξύ τους, υποθέτω, τα πρακτορεία για να ξέρουνε, που έχουνε μεγαλύτερες πιθανότητες.
Πώς νιώσατε που είδατε το Βόρειο Σέλας;
Ένιωσα πάρα πολύ τυχερή, αλλά σου λέω εγώ ήθελα να το δω πράσινο! Με τίποτα δεν ικανοποιούμαι τελικά. Αφού σκέφτομαι, τώρα, να πάω μήπως στη Φιλανδία, να μπορέσω να το δω πράσινο; Αλλά εντάξει στη φωτογραφία ο κύριος είχε ένα κάτι σαν φλας, που το άναβε και φαινότανε πράσινο. Δηλαδή, στη φωτογραφία που μας έβγαλε, το χρωμάτισε, δεν ξέρω πώς το ‘κανε. Και φαινόταν και στην οθόνη έτσι; Δηλαδή, στην οθόνη του, γιατί έβλεπα εγώ από την οθόνη που είχε την κάμερα, τέλος πάντων, που έβγαλε τις φωτογραφίες και χωρίς το φλας φαινότανε χρωματιστό, πράσινο. Δεν ξέρω. Εγώ πάντως με το γυμνό μάτι... Ήτανε κάτι θα έχει ο φακός, δεν μπορεί. Δεν μπορεί. Πάντως, τα σύννεφα δεν φαινόταν πράσινα, μόνο το Σέλας φαινόταν πράσινο. Κάτι είχε ο φακός. Υπέρυθρες. Δεν ξέρω.
Και πόσο θα κάτσατε εκεί στην αποστολή;
Πάρα πολλή ώρα κάτσαμε. Έφυγα 6:00 και πρέπει να γύρισα κατά τις 3:00 το βράδυ. Ναι. Γιατί κάναμε τέσσερις ώρες... Όχι, μωρέ τέσσερις ώρες διαδρομή; Μπορεί και τέσσερις ώρες. Κοίτα εμένα μου άρεσε η διαδρομή, σου λέω, γιατί είχε το χιόνι. Εγώ μόλις είδα το χιόνι, δεν με ένοιαζε τίποτα άλλο. Δεν με ένοιαζε κι αν κρύωνα, δεν με ένοιαζε κι αν άργησα. Μου φαινόταν τόσο παράξενο... Γιατί εδώ για να το δεις αυτό, δεν το βλέπεις... Κάθε δέκα χρόνια και ίσως και ποτέ δεν τον έχω δει τόσο πολύ χιόνι. Και στις άκρες του δρόμου είχε κάτι κόκκινα καγκελάκια, κάτι κόκκινα σίδερα παντού, σχεδόν σε όλη τη Νορβηγία, που δεν καταλάβαινα τι είναι. Τελικά αυτά είναι για να βρίσκεις το δρόμο μέσα στο χιόνι, ξέρεις για να μην φεύγουν τα αυτοκίνητα... Βλέπουν τα κόκκινα, όταν είναι όλα σκεπασμένα με χιόνι, για να ξέρουν που βρίσκεται ο δρόμος. Γιατί δεν διακρίνεται ο δρόμος. Επίσης, είχε κάτι πινακίδες με ταράνδους. Πώς έχουμε εμείς εδώ τις αγελάδες; Με τάρανδους. Αλλά δεν είδα τίποτα. Ούτε τάρανδο, ούτε ένα ζωάκι. Έφαγα, όμως.
Τι φάγατε;
Burger με μπιφτέκι από τάρανδο. Έπρεπε να το φάω αυτό, δεν γινότανε! Πού θα το βρεις; Γύρισα 3:00 η ώρα το βράδυ...
Και τι κάνατε;
Και δεν σκέφτηκα εγώ να ζητήσω, αν γινόταν, να με πάνε στο ξενοδοχείο, γιατί ήξερα το δρόμο. Ήτανε κοντά. Το θυμόμουν ότι ήταν πάρα πολύ κοντά. Με άφησε εκεί, που με πήρε σε αυτό το Ice bar, δεν ξέρω πώς το λένε και ήξερα πώς να πάω. Όμως, την ώρα που φτάσαμε ήταν δυόμισι τη νύχτα, ερημιά και χιονοθύελλα. Και εκεί δεν έχει μπαλκονάκια, όπως έχουμε εμείς εδώ, να πηγαίνεις από κάτω, να μην βρέχεσαι και να μην χιονίζεσαι. Δεν έχει κάπου να προστατευτείς. Ευτυχώς, είχα μαζί μου ένα τύπου αδιάβροχο και ευτυχώς είχα σκεφτεί και το είχα βάλει στην τσάντα μου. Κουκουλώθηκα, λοιπόν, με αυτό και ξεκίνησα να πάω στο ξενοδοχείο, που ήξερα πού ήταν και ήξερα και ότι ήταν κοντά. Η χιονοθύελλα δεν με πείραζε, γιατί εμένα το χιόνι μου αρέσει! Έβαλα και το αδιάβροχο και ξεκίνησα να πάω στο ξενοδοχείο τρεις η ώρα το βράδυ. Όμως, ήξερα, είχα διαβάσει, είχα ακούσει, είχα ενημερωθεί, ότι δεν υπάρχει εγκληματικότητα. Δεν φοβόμουνα, δηλαδή, για κάτι πώς να σου πω; Μην με κλέψουνε, με ληστέψουνε και αυτά. Φοβόμουνα μόνο μη γλιστρήσω! Τίποτα άλλο. Έλα σου, όμως, που εγώ ενώ ξέρω ότι ήταν γύρω στα 500 μέτρα, ρε παιδί μου, δεν ξέρω πώς έγινε και χάθηκα. Πάλι μες στη νύχτα χάθηκα. Αλλά εκεί... Περπατούσα, περπατούσα, περπατούσα... Πήρα κάπου, κάπου πήρα λάθος δρόμο, δεν ξέρω πώς το κατάφερα. Ενώ ακόμα και τώρα που το σκέφτομαι ήταν πάρα πολύ... Δηλαδή το θυμάμαι... Θυμάμαι το πώς να σου πω τη διαδρομή και δεν καταλαβαίνω πώς χάθηκα, αφού έπρεπε να πάω πάνω και δεξιά. Πού πήγα; Δεν ξέρω πώς έγινε και χάθηκα. Είχα το μυαλό μου να μη γλιστρήσω στο χιόνι και ξέρεις... Σου λέω χιονοθύελλα! Δεν... Δεν είχες έτσι... Πώς να σου πω, κρύο, χιονοθύελλα, νύχτα και γλίστρημα μου αποσπάσαν την προσοχή και κάπου έστριψα λάθος. Χάθηκα πάλι μες στη νύχτα, ρε παιδί μου. Δηλαδή, δεν χάνομαι τη μέρα, χάθηκα πάλι μες στη νύχτα. Και ευτυχώς, δεν ξέρω πώς κάτι αναγνώρισα, κάτι αυτό, γιατί δεν υπάρχει και κανένας να ρωτήσεις ή το gps δεν μπορείς να το βγάλεις, γιατί χιονίζει και φοράς και γάντια, δεν μπορείς και πρέπει να προσέχεις και μπροστά σου μην γλιστρήσεις, τελικά το βρήκα. Όταν το είδα... Νόμιζα ότι σώθηκα! Δεν ξέρω... Και να πονάνε τα πόδια μου τόσο πολύ! Φούσκες στα πόδια... Εντάξει, επιβίωσα και από τη χιονοθύελλα και από το γλίστρημα. Την επόμενη θα έφευγα. Δεν ξέρω τι ώρα θα έφευγα την επόμενη... Θα πήγαινα στο Όσλο. Την επόμενη ήταν...
Στο Τρόμσο πόσες μέρες είχατε κάνει;
Στο Τρόμσο έμεινα δύο βράδια. Οπότε έφτασα μεσημέρι... Την επόμενη... Ναι δύο βράδια, πες τρεις μέρες.
Και τι είχατε κάνει εκεί πέρα, εκτός από την αποστολή;
Δεν έκανα τίποτα, γιατί την πρώτη μέρα που έφτασα ήμουνα, ταξίδευα δύο μέρες... Ήμουνα... Δεν θυμάμαι τι έκανα. Έκανα μία βόλτα εκεί για να αναγνώριση. Έβγαλα selfie στην εκκλησία. Είχα ψιλονευριάσει, γιατί ο καιρός ήταν καλός. Πήρα κάτι απ’ το σούπερ μάρκετ, πήγα έφαγα, κοιμήθηκα. Έψαχνα τις εκδρομές... Ξέρεις, οργανώθηκα. Την επομένη έκανα κάτι ψώνια, σου λέω, σουβενίρ και τέτοια από αυτή την κυρία απ’ την Κρήτη. Βόλτες... Νομίζω ότι έκανα βόλτα και με αστικό. Νομίζω ότι ναι πήγα έτσι μία βόλτα. Μέχρι... Ρε παιδί μου, όπου και να πήγαινα, μέχρι να, πως να σου πω-; Να εγκλιματιστώ, να καταλάβω πού βρίσκομαι, πώς πάνε οι συγκοινωνίες, οι δρόμοι έφευγα. Δηλαδή, έτσι, μόνο αναγνώριση έκανα… Ναι πήγα στο... Την πρώτη μέρα πήγα στο Σέλας; Ή τη δεύτερη; Δεν μπορώ να θυμηθώ τώρα. Όχι, την πρώτη νομίζω. Τη δεύτερη μέρα, ήπια ένα καφέ σε ένα φανταστικό καφέ, έτσι, πολύ ζεστό και περίεργο. Με...
Περίεργο από ποια έννοια;
Όπως το έβλεπες απέξω, νόμιζες ότι ήτανε... Ότι ήτανε μαγαζί με ρούχα, γιατί είχε κάτι κούκλες, μανεκέν ντυμένες με ρούχα. Μετά, όμως, είδα ότι είχε και κάτι ποδήλατα. Μετά, είδα ότι είχε απ’ τη βιτρίνα και κάτι σερβίτσια μαζεμένα, κάτι κεντήματα, κάτι σαλόνια, μπορεί να είχε και έπιπλα δηλαδή, αλλά μετά είδα ότι εκεί πάνω στα έπιπλα καθόταν και πίνανε καφέ. Κι από έξω έγραφε και «Καφέ». Μπήκα, λοιπόν, μέσα, παράγγειλα ένα πολύ ωραίο γλυκό με ένα λουλούδι πάνω, που ήταν το κάτι σαν καρυδόπιτα και ένα καφέ. Αλλά ήταν πολύ ατμοσφαιρικό το μαγαζάκι, ήταν έτσι... Εί[01:10:00]χε, πραγματικά, είχε τρία σαλόνια, καναπέδες κανονικά, πώς είναι το σαλόνι, που έχει ένα τριθέσιο, ένα διθέσιο, πολυθρόνα; Μπαρόκ στιλ. Είχε χώρισμα στη μέση. Μετά, είχε ένα άλλο σαλόνι με διαφορετική ταπετσαρία και στιλ και τραπεζάκι. Μετά, χώρισμα παραβάν στη μέση, ένα άλλο σαλόνι. Σου λέω, ήτανε σαν να ήτανε πόσες καφετέριες διαφορετικές; Τρεις, τέσσερις, πέντε διαφορετικές καφετέριες. Γιατί είχε και ένα χώρο με πλεξιγκλάς, δηλαδή σαν να ήσουνα μέσα σε ένα δωμάτιο με γυαλί γύρω-γύρω, που είχε τέσσερα τραπεζάκια μέσα, άλλη καφετέρια πάλι αυτή. Καφετέρια μες στην καφετέρια. Ήτανε ωραίο. Περίεργο. Εστιατόριο δεν πήγα... Και τη δεύτερη μέρα πήγα στο σούπερ μάρκετ και πήρα από εκεί φαγητό. Στο ίδιο σούπερ μάρκετ. Τι άλλο; Όχι δεν έμεινα άλλο εκεί. Πήγα πήρα κάτι μπλουζάκια στα παιδιά, Νορβηγία και δεν ξέρω τι. Όλα πανάκριβα! Τώρα, δεν θα το πιστέψεις, αλλά άμα σου πω ότι ένα μήλο καραμελωμένο έκανε 8,50 ευρώ; Ένα μπρελοκάκι, που έγραφε πάνω, νορμάλ μπρελοκάκι, όχι μπρελοκάκι χρυσό, ένα μπρελόκ όπως αυτά, που έχουμε εμείς εδώ, μπρελόκ που έγραφε Norway πάνω, 8,50 ευρώ. Μία κάρτα που εδώ κάνει 50 λεπτά, έκανε εκεί 2,50. Και αγόραζες και το γραμματόσημο δεν ξέρω πόσο... Οπότε, καταλαβαίνεις, ότι δεν πήγα σε εστιατόριο, ούτε ταξί πήρα. Ναι, αλλά έλα να σου πω, η γαριδοσαλάτα στο σούπερ μάρκετ ήταν πάρα πολύ ωραία και εδώ που θα έκανε, ας πούμε, 10 ευρώ, εγώ την πήρα 3,50! Γαριδοσαλάτα έτρωγα κάθε μέρα!
Και μετά επιστρέψατε στο Όσλο. Πότε πήγατε;
Ναι, στο Όσλο. Ευτυχώς, ξεκίνησα νωρίς να πάω να βρω το αστικό το λεωφορείο να πάω στο αεροδρόμιο. Και βλέπω ένα πολύ ωραίο λεωφορείο που έγραφε, είχα καταλάβει τη λέξη τώρα, δεν ξέρω, αλλά δεν την θυμάμαι να στην πω το αεροδρόμιο στα Νορβηγικά, πάντως εγώ την αναγνώριζα και έγραφε αεροδρόμιο. Παίρνω, λοιπόν, αυτό το αστικό. Λέω: «Εντάξει. Σε μισή ώρα θα είμαι εκεί το πολύ». Πήγαινε, πήγαινε... Διέσχισε... Πώς σου είπα ότι είναι πάρα πολύ μακριά το ένα σπίτι από το άλλο; Παιδιά, έκανε τον κύκλο όλου του Τρόμσο να πω, όλης της επαρχίας να πούμε, γιατί πήγαινε μιάμιση-δυο ώρες και εγώ είχα τρελαθεί, λέω: «Θα χάσω το αεροπλάνο!» Αλλά τι να έκανα; Τι να του ‘λεγα; Εγώ μπήκα οικειοθελώς, αυτός όμως έπρεπε να κάνει το γύρο όλης της πόλης. Είδα όλα τα παιδάκια που ανεβοκατέβαιναν για να πάνε στο σχολείο με τις σάκες, όλη τη βιομηχανική περιοχή. Μες στα χιόνια. Μες στα χιόνια και να τρέχει πάνω στα χιόνια! Πώς τρέχουν πάνω στα χιόνια; Χωρίς αλυσίδες! Δεν ξέρω, δεν μπορώ να το καταλάβω, θα μου μείνει τώρα αυτό το πράγμα. Γιατί πηγαίνανε... Δεν είχε κίνηση πολλή, αλλά όλοι αυτοί που πηγαίνανε με τα αυτοκίνητα και το λεωφορείο, πηγαίναν με κανονική ταχύτητα, που πάμε εμείς εδώ, αλλά πάνω στα χιόνια! Δεν ήταν καθαροί οι δρόμοι, γιατί χιόνιζε εκείνη την ώρα. Δεν ξέρω. Με τα πόδια σου γλιστράς. Αυτοί με τις ρόδες, χωρίς αλυσίδες, δηλαδή με τι θράσος τρέχανε με κόσμο μέσα; Δηλαδή, δεν ξέρω. Πάντως, είναι για αυτούς συνηθισμένο. Όλοι έτσι πηγαίνανε. Δεν ήτανε μόνο ο δικός μας οδηγός. Εγώ δηλαδή... Όχι πως φοβήθηκα, γιατί τους έβλεπα ότι ήταν πολύ σίγουροι για τον εαυτό τους, αλλά... Και κατεβαίνανε... Ανεβοκατεβαίναν στο λεωφορείο μες τις ερημιές ολόχαροι, ξέρω ‘γώ και πηγαίνανε... Τους άφηνε το λεωφορείο, ας πούμε, σε μία στάση μες στα χιόνια, μες στην ερημιά και ξεκινούσαν αυτοί να πάνε στο σπίτι τους, που ήτανε, στο πόσο να σου πω τώρα, ένα χιλιόμετρο από τη στάση. Δεν είχαν πρόβλημα, έτσι. Και όλοι καλοντυμένοι, όλοι χτενισμένοι. Δεν ξέρω, εκεί, επειδή κάνει κρύο ήτανε όλοι έτσι φρέσκοι. Απλώς, δεν είδα πουθενά τακούνι. Καμία. Πού να το φορέσεις το τακούνι; Και δεν βάφονται, σχεδόν καθόλου δεν βάφονται. Δεν είδα καμία, έτσι, βαμμένη... Άλλες προτεραιότητες έχουν, ρε παιδί μου. Να μην κρυώνουν. Ξέρω 'γώ;
Και τελικά, πότε γυρίσατε στο Όσλο;
Ναι. Τελικά, το πρόλαβα το αεροπλάνο. Μικρό το αεροδρόμιο του Τρόμσο. Δεν είδα κανέναν Έλληνα. Ήτανε το μόνο μέρος που δεν υπήρχε Έλληνας, γιατί… γιατί και στη... Σου λέω, στη Βιέννη ήπιαμε καφέ αναγκαστικά με Έλληνες. Στο αεροδρόμιο, όπου και να πήγα, είχε Έλληνες, τους ξεχωρίζεις, τους ακούς και να μη θες να τους ακούσεις, τους ακούς. Στο Τρόμσο, όμως, δεν είδα όμως κανέναν. Μόνο αυτή την κυρία, που είχε το μαγαζί, που ήταν απ’ την Κρήτη. Ήταν απ’ την Κρήτη... Είχε μείνει, έμενε στην Κρήτη. Ναι. Στο αεροδρόμιο του Τρόμσο είδα κάτι πολύ ωραία πραγματάκια στα μαγαζιά, του τύπου mobile phone warmer, δηλαδή παλτουδάκια για το κινητό. Πήρα και ένα φορτιστή από εκεί. Τι άλλο; Κομμωτήριο είχε το αεροδρόμιο, όση ώρα περιμένεις, να πας να κουρευτείς. Ναι και αυτό. Είχε και ένα ξύλινο, μία κατασκευή, ένα αεροπλανάκι για να παίζουν τα παιδάκια, πώς έχουμε εμείς τις κούνιες, τις τσουλήθρες και αυτά, αυτοί το είχανε την τσουλήθρα, μέσα στο αεροδρόμιο όμως, σαν… για να παίζουν τα παιδιά, Playground. Είχαν ένα αεροπλανάκι και μπαίναν μέσα τα παιδάκια, κάναν τσουλήθρα. Και αυτό ήταν ωραίο. Μικρό, όμως. Πήγα, λοιπόν, στο Όσλο. Δεν θυμάμαι αν μας άφησε στο ίδιο το αεροδρόμιο, γιατί το εισιτήριο ήταν φθηνό, επειδή έχει δύο αεροδρόμια εκτός του ότι είχε ενδιάμεσους σταθμούς και έχανες όλες σου τις μέρες στα αεροδρόμια, ήτανε και σε αεροδρόμιο μακριά, δηλαδή έχει δύο αεροδρόμια το Όσλο, απ’ ό,τι κατάλαβα μετά, το ένα είναι στη μισή ώρα από την πόλη, το άλλο είναι στις τέσσερις-τρεις ώρες από την πόλη. Όχι, μωρέ, μιάμιση ώρα από την πόλη. Τέλος πάντων, ήταν στο πιο μακρινό. Ναι, έφτασα στο Όσλο. Σου λέω πολύ καλές πτήσεις, κανένα πρόβλημα. Ούτε αέρας, ούτε βροχές, ούτε καταιγίδες. Τίποτα. Και έφτασα μεσημέρι. Εγώ, όμως, είχα ξαναφτάσει στο Όσλο και το Όσλο το ήξερα τώρα και... Την πρώτη φορά που έφτασα στον κεντρικό σταθμό του Όσλο, εκεί, ας πούμε, που ξεκινάνε τα τρένα, που φτάνουν τα τρένα και αυτά, στο κέντρο, είχα δει στα βιντεάκια ένα άγαλμα, μία τίγρη που ήταν και καλά το σύμβολο του Όσλο. Και έλεγα, τώρα, από μέσα μου: «Εγώ δεν είδα πουθενά τίγρη, άρα δεν είμαι εγώ —την πρώτη φορά που πήγα— δεν είμαι στον κεντρικό σταθμό. Άμα ήμουν στο κεντρικό σταθμό δεν θα έβλεπα την τίγρη;». Και έψαχνα, τώρα, να δω, γιατί: «Αφού η στάση μου είναι στον κεντρικό σταθμό, είμαι στον κεντρικό σταθμό. Πού είναι η τίγρης;». Και γύριζα γύρω-γύρω από το σταθμό, να βεβαιωθώ ότι ήμουνα στο να βρω την τίγρη για να βεβαιωθώ ότι ήμουνα στον κεντρικό σταθμό του Όσλο. Τη βρήκα. Μετά, έπρεπε να πάω στο ξενοδοχείο μου. Όμως, αυτό δεν ήταν το ίδιο ξενοδοχείο που είχα πάει την πρώτη φορά με τα πόδια και το είχα βρει εύκολα. Θα έπρεπε να πάρω αστικό. Ποιο αστικό; Ποιο τρένο και ποιο τραμ; Δεν ήξερα. Τελικά, το gps μου είπε, ας πούμε, ένα νούμερο να πάρω, ένα νούμερο του τραμ. Το πήρα, λοιπόν, και έψαχνα τώρα εγώ να βρω πού βρίσκομαι, πού είναι το ξενοδοχείο. Ευτυχώς, δεν ήταν νύχτα και δεν είχα κανένα πρόβλημα να κάνω βόλτες όλη μέρα. Απλώς, ήθελα να αφήσω την τσάντα μου, τη βαλίτσα μου, για να κάνω καμιά βόλτα. Εκεί, λοιπόν, που πήγαινα βλέπω είχανε στήσει ένα χριστουγεννιάτικο χωριό! Ενώ ήταν νωρίς. Ήτανε 10 Νοέμβρη; Και λέω: «Πω πω! Εδώ θα κατέβω». Δηλαδή, λέω, βρήκα τρόπο να απασχοληθώ.
Πώς ήταν αυτό το Χριστουγεννιάτικο;
Ήταν μικρά σπιτάκια, ξέρεις, κόκκινα και στολισμένα. Είχανε... Ήτανε σε ένα πάρκο μεγάλο. Ήτανε μία ρόδα, ξέρεις, πώς το λένε αυτό που γυρνάει; [01:20:00]Του λούνα παρκ. Είχε ψησταριές, είχε καπνούς, μουσικές. Είχε στολίδια, είχε... Έμπαινες μέσα στο χωριουδάκι και είχε σπιτάκια με διάφορα πράγματα από τη μία και την άλλη. Μαγαζάκια. Εγώ, όμως, το έβλεπα, ας πούμε, απ’ την πίσω μεριά, γιατί ήταν ανάμεσα σε δύο δρόμους το πάρκο αυτό. Εγώ ήμουν από τη μία μεριά και έβλεπα την πλάτη των σπιτιών, δεν ήταν προς τη μεριά μου, έπρεπε δηλαδή να περάσεις την πύλη για να περάσεις ανάμεσα απ’ τα σπιτάκια. Και ήξερα, σύμφωνα με το gps, το ότι κάπου εκεί ήταν το ξενοδοχείο μου. Λέω: «Θα κατέβω εδώ, να είμαι κοντά στο χριστουγεννιάτικο χωριό, να μην το χάσω —γιατί ήθελα να πάω— και θα βρω το ξενοδοχείο με τα πόδια». Κατέβηκα, λοιπόν, εκεί. Το βρήκα, τελικά, ξέρεις με το gps και αυτά. Δεν δυσκολεύτηκα. Σου λέω, δεν δυσκολεύτηκα πουθενά παρά μόνο στην Αθήνα και στη Βιέννη. Δεν ξέρω γιατί. Ειδικά στην Αθήνα, δεν μπορώ να σου περιγράψω πώς πέρασα, απαίσια! Βρήκα το ξενοδοχείο, άφησα τα πράγματα μου και ξεκίνησα για το Χριστουγεννιάτικο χωριό. Ήτανε... Τι ώρα θα ήταν; Θα ήταν 6:00-7:00 η ώρα; Αλλά εκεί, ρε παιδί μου, βραδιάζει πάρα πολύ γρήγορα! Μπορεί να είναι μεσημέρι και εσύ νομίζεις ότι είναι 9:00 η ώρα το βράδυ. Η προτεραιότητα θα έπρεπε να είναι να βρω και κάτι να φάω. Αλλά εγώ λέω: «Θα πάω πρώτα τη βόλτα στο χριστουγεννιάτικο χωριό, να δω ότι θα το βρω…». Γιατί έπρεπε να το ξαναβρώ. Ήξερα ότι είμαι κοντά, αλλά δεν ήξερα, ακριβώς, πού θα το ‘βρισκα. Το βρήκα, όμως. Έκανα τη βόλτα μου, αναγνωριστική και μετά έπρεπε να βρω κάτι να φάω. Τι να φάω; Βρήκα ένα σούπερ μάρκετ στο δρόμο. Άμα σου πω ότι πήρα πάλι γαριδοσαλάτα, δεν θα με πιστέψεις. Ναι, δεν θυμάμαι τι άλλο, νομίζω πήρα και ένα γλυκό περίεργο που είδα και πήρα και ένα ωραίο γιαούρτι που μου φάνηκε ότι ήταν γιαούρτι, αλλά δεν ήταν τελικά, αλλά εγώ νόμιζα ότι ήταν γιαούρτι με μούσλι και φρούτα. Πήγα στο ξενοδοχείο, άραξα λίγο να οργανωθώ πάλι, να βρω πού θα πάω να βρω... Ήθελα να πάω στο μουσείο του Munch... Τον ξέρεις; Και πού αλλού ήθελα να πάω; Όχι, αυτό. Και μία εκκλησία που τελικά δεν την βρήκα. Δηλαδή, μπροστά μου ήτανε, την έβλεπα, αλλά δεν έβρισκα την είσοδο. Και δεν είχα και πολλή όρεξη. Την πρώτη φορά, που τη βρήκα, ήταν κλειστά. Αυτοί, ρε παιδί μου, εκεί πέρα κλείνουνε... Τι να σου πω τώρα; Κάνουν ένα οκτάωρο, ας πούμε, ξεκινάνε και 6:00 η ώρα κλείνουν τέλος! 10:00 η ώρα ανοίγουνε, 6:00 η ώρα κλείνουνε! Δεν έχει μα και μου, 6:00 η ώρα κλείνουνε, ό,τι κι αν είναι αυτό. Και στο χριστουγεννιάτικο χωριό. 6:00 η ώρα τέλος. Δεν έχει υπερωρίες εκεί και τέτοια. Έχουνε δουλειές οι άνθρωποι. 10:00 η ώρα ανοίγουνε. Όχι 8:00-9.00!10:00! Πήγα σε κάτι... Σε μία έκθεση, έκθεση; Τέλος πάντων, έκθεση πες, αυτοκινήτου από αυτά τα ηλεκτρικά και έβγαλα φωτογραφίες. Όχι ότι μ' άρεσαν εμένα, για τα παιδιά, για τ’ αγόρια. Τι άλλο έκανα; Έκανα τις βόλτες μου εκεί μέσα στο κρύο, εκεί πάλι δεν έβρεχε. Το μόνο που είδα σε χιόνι ήταν εκεί στο Τρόμσο. Όχι βροχή, χιόνι κατευθείαν. Δεν έβρεχε… Την τελευταία βραδιά στο Όσλο έβρεχε, αλλά εντάξει πρόλαβα και πήγα, μπήκα μέσα. Βόλτες, βόλτες βόλτες, εκεί με τα πόδια. Έκανα και βόλτες με το αστικό, είδα έτσι την πόλη πώς κυκλοφορούν, πώς ντύνονται, πώς... Δεν μιλάει κανένας. Δηλαδή, μπαίνεις μέσα σε αστικά, στα τραμ και αυτά... Ησυχία. Ούτε μουσικές, που βάζουνε εμάς οι οδηγοί μας εδώ μουσικές, μιλάνε, τίποτα! Ησυχία! Κανένας δεν μίλαγε. Και σε μία από τις πολλές βόλτες, ακούω δύο κυρίες και μιλάγανε πίσω μου. Τι ήτανε; Δεν βάλανε όμως, γλώσσα μέσα έτσι; Ελληνίδες στο Όσλο μες στο λεωφορείο! Δεν σταματήσαν καθόλου, μόνο αυτές μιλάγανε! Όλες αυτές τις μέρες, που ήμουνα εκεί, κανένας δεν μίλησε μέσα σε λεωφορείο... Μόνο αυτές! Αφού τις ηχογράφησα και τις έστειλα του αδερφού μου. Εκεί που περπατούσα... Στο Όσλο είχε Έλληνες! Σου λέω, μόνο στο Τρόμσο δεν είχε. Και στη Βιέννη είχε Έλληνες, σου λέω, αφού ήπιαμε και καφέ. Παντού είχε Έλληνες. Παντού! Και, φυσικά, τους άκουγες. Δηλαδή, καταλάβαινες ότι ήταν εκεί. Αφού μιλούσε ένας στο κινητό και πήγαινε στο δρόμο, φωνάζοντας! Του κάνω, μιλούσε αυτός στο κινητό, πήγαινε, του κάνω: «Καλησπέρα σας». Μου λέει: «Καλησπέρα». Μέσα στα ξεκάρφωτα, τώρα, ε; Στο Όσλο.
Πόσο διάστημα καθίσατε στο Όσλο τη δεύτερη φορά;
Τη δεύτερη φορά έφτασα, μεσημέρι, απόγευμα 3:00 η ώρα, ας πούμε και έμεινα... Δύο βράδια έμεινα τη δεύτερη φορά. Ναι 13 έφτασα και έμεινα 13,14 και έφυγα 15. Αλλά 15 τι ώρα; Το πρωί, τώρα, το θυμήθηκα. Έφτασα απόγευμα στις 13. Σου είπα. Είδα το Χριστουγεννιάτικο χωριό. Άφησα τα πράγματά μου και πήγα στο Χριστουγεννιάτικο χωριό. Πάρα πολύς κόσμος. Και αυτό μου έκανε εντύπωση. Ούτε μάσκες, ούτε κορωνοϊός, δεν υπήρχε τίποτα. Σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Μόνο εγώ φορούσα μάσκα. Και εγώ τη φορούσα, ξέρεις, όχι για μένα, μην πάω τίποτα στην Ελλάδα.
Ναι. Κατάλαβα.
Κι άρχισε να πονάει ο λαιμός μου. Επειδή έβγαινα, φαίνεται, στα χιόνια ιδρωμένη και δεν ξέρω τι, άρχισε να πονάει ο λαιμός μου. Και σκεφτόμουνα: «Λες να έχω κολλήσει κορωνοϊό;». Σε τόσα αεροπλάνα, τόσα αστικά, τόσο κόσμο... «Και πώς θα ταξιδέψω, άμα έχω κορωνοϊό και με βάλουν σε καραντίνα και χάσω τις πτήσεις;».
Τέλος πάντων, εγώ πήγα στο Χριστουγεννιάτικο χωριό. Δεν μπορούσα να κάνω κάτι. Λέω: «Εντάξει θα πάρω αύριο ή μεθαύριο, θα κάνω κάνα τεστ». Έκανα τη βόλτα μου, σου λέω, 6:00 η ώρα αρχίσαν αυτοί και κλείνανε. Εκνευρίστηκα. Ρε παιδί μου, δεν είναι μαγαζί να κλείνει 6:00 η ώρα. Τι το κάνεις και καθόλου το Χριστουγεννιάτικο χωριό; Και φυσικά ξέρεις, ήθελα να πάρω ένα από αυτά τα ζεστά κρασάκια, που έχουν στις άλλες ευρωπαϊκές πόλεις τα σπιτάκια αυτά, πουθενά αλκοόλ. Όχι πως θα πιω, ρε παιδί μου, εγώ αλκοόλ, αλλά Χριστούγεννα... Και ας ήτανε 13 Νοέμβρη. Αφού είσαι σε τέτοιο mood, ας πούμε, σε χριστουγεννιάτικη διάθεση... Τίποτα. Εντόπισα τον τάρανδο, αλλά εκείνη την ώρα δεν... Τον τάρανδο... Το burger τάρανδου. Αλλά εκείνη την ώρα δεν πεινούσα, λέω: «Άσε αύριο.» Ήμουνα κουρασμένη, πήγα κοιμήθηκα, οργανώθηκα πάλι να δω, πώς θα πάω πού και... Ήθελα να πάω... Έχουνε στη παραλία τους, ας πούμε, παραλιακά έχουν ένα κτίριο όπερας, που δεν νομίζω ότι αξίζει κάτι σαν όπερα, παρά μόνο σαν αρχιτεκτονική. Ήθελα, λοιπόν, να πάω εκεί.
Και στο Munch το μουσείο, το οποίο πήγα, μπήκα, πήρα σουβενίρ και βγήκα. Το βρήκα και αυτό.
Είδατε μέσα την έκθεση;
Όχι.
Γιατί;
Δεν μπήκα, δεν ξέρω γιατί. Δεν προλάβαινα; Ήτανε την τελευταία μου μέρα στο Όσλο, τέλος πάντων. Και... Επειδή νύχτωνε και νωρίς και επειδή βιαζόμουν να πάω να πάρω το burger τάρανδου και το καραμελωμένο μήλο για τη Μαρία. Πήγα μόνο παραλιακά, φωτογραφήθηκα στην όπερα... Πάρα πολύ όμορφα εκεί πέρα! Είχανε ένα γλυπτό, στη μέση-μέση της θάλασσας, γυάλινο, φανταστικό. Τα νερά απόλυτα ήρεμα. Ήταν ωραία. Αλλά, ρε παιδί μου, δεν προλάβαινες. Δηλαδή, που πρόλαβα να βγάλω μερικές φωτογραφίες... Γιατί νύχτωνε.
Κατάλαβα.
Ήτανε... Τι ώρα ήτανε; 2:00 το μεσημέρι; Νύχτωνε, δεν... Δηλαδή, μέχρι να το βρεις, το έχανες, νύχτωνε. Τέλος. Δεν ήθελα να ξαναζήσω αυτή την εμπειρία του να κυκλοφορώ μόνη μου μες στη νύχτα, ρε παιδί μου. Ήθελα να πηγαίνω νωρίς, αλλά αυτό νύχτωνε νωρίς. Έκανα αυτή τη βόλτα... Δηλαδή, εντάξει. Αυτό το... Δεν ξέρω, γιατί μ’ άρεσε τόσο πολύ αυτή η εικόνα. Δηλαδή, του κτιρίου αυτού το υπερμοντέρνου της Όπερας, της απόλυτα[01:30:00] ήρεμης θάλασσας και το γλυπτό το γυάλινο στη μέση, ήταν πάρα πολύ ωραίο. Μετά, ήθελα να πάρω και σουβενίρ. Οπότε, πήρα πάλι το αστικό... Σου λέω, δεν ξέρω, γιατί μου φάνηκε τόσο εύκολο το Όσλο. Δεν ξέρω, ήξερα που πήγαινα εκεί. Ναι, πήρα το αστικό μου, πήγα πάλι στο κέντρο, βρήκα ένα μαγαζί με σουβενίρ, πήρα τα σουβενίρ μου. Πήγα πάλι σούπερ, πήρα τη γαριδοσαλάτα μου... Δεν θυμάμαι, δεν θυμάμαι τι πήρα, αλλά μάλλον πήρα πάλι σαλάτα. Δεν την έτρωγα όλη ρε, την πετούσα, γιατί δεν είχα ψυγείο. Και έτρεξα γρήγορα-γρήγορα, άφησα πάλι τα πράγματα μου στο ξενοδοχείο και πήγα στο χριστουγεννιάτικο χωριό. Εκείνη την ώρα, άρχισαν να κλείνουν. 6:00 η ώρα, δηλαδή. Και του έλεγα... Του λέω, ήταν εκεί μπροστά μου, δεν είχαν κλείσει, ήταν ανοιχτά, δεν είχα κατεβάσει ρολά και τέτοια, απλώς τους τους είδα ότι άρχισαν να μαζεύουνε, λέω: «Ένα μήλο να πάρω». 8,50 ευρώ το μήλο! Λέει: «Έχουμε κλείσει». Μα αφού δεν έχεις κλείσει, είσαι εδώ, να εδώ, δηλαδή, να το το μηλαράκι, δώσε μου το, παιδί μου, να σου δώσω τα λεφτά. «Όχι». Λέω: «Μα θέλω να το πάω στην ανιψιά μου στην Ελλάδα». «Όχι —μου λέει—, συγγνώμη, έχουμε κλείσει». Τι να κάνω; Δεν ήθελε να μου το πουλήσει. Ευτυχώς, πήγα παρακάτω και την πρόλαβα, πρόλαβα ένα άλλο, αλλά δεν ήταν με καραμέλα, ήταν με σοκολάτα. Έφαγα και το burger μου, εκεί στο παγκάκι, με τον τάρανδο. Πάρα πολύς κόσμος, μα πάρα πάρα πολύς κόσμος και κλείνουν 6:00 η ώρα. Δηλαδή, ήταν γεμάτη η χριστουγεννιάτικη αγορά κόσμο και αυτοί κλείναν τα μαγαζιά τους.
Και έπρεπε να πάω πολύ νωρίς στο ξενοδοχείο, γιατί πετούσε το αεροπλάνο μου 6:00 το πρωί.
Προς τα πού;
Όχι 6:00. Συγγνώμη, λάθος. 8:00. Αλλά δεδομένο ότι εγώ ήξερα ότι αυτό το αεροδρόμιο ήταν πάρα πολύ μακριά, έπρεπε να ξεκινήσω το πολύ... Το πολύ 5:00 η ώρα. 5:00 η ώρα, δηλαδή, έπρεπε να είμαι στο σταθμό. Μην σου πω μέσα στο τρένο. Για Βαρσοβία. Για Βαρσοβία... Οπότε πήγα, κοιμήθηκα νωρίς, έβαλα το ξυπνητήρι μου, έφτιαξα τη βαλίτσα μου και ξεκίνησα 4:30 η ώρα, πήγα και έκανα τσεκ άουτ.Και τι μου έκανε εντύπωση... Ότι ξέρεις, ξημερώματα τώρα, νύχτα στην ουσία 4:30 το πρωί, 5:00 κι όμως, σου λέω, εγώ ήξερα πού ήταν ο σταθμός. Σαν να ήμουνα από το Όσλο. Ξεκίνησα, λοιπόν, με τη βαλίτσα μου με τα πόδια, χωρίς ταξί και χωρίς αστικό. Αστικό δεν πήρα όχι, ήταν κοντά. Κοντά... είκοσι λεπτά περπατούσα. Το θέμα είναι ότι συνάντησα κάτι τουρίστες, που πρέπει να ήτανε Ιταλοί, δεν ξέρω τι ήτανε, έξω από ένα ξενοδοχείο ήταν μόνο ένας μπαμπάς με τον γιο του, μεγάλο όμως παιδί γύρω στα 20-25, δηλαδή και κοιτάζαν τα gps τους, με βλέπουν εμένα με τη βαλίτσα -ή δεν ξέρω τι, δεν ήταν και κανένας άλλος και με ρωτάνε εμένα: «Πώς θα πάμε στο κεντρικό σταθμό;». Λέω: «Μα είναι από δω κάτω και αριστερά». Δηλαδή, δεν φτάνει που ήμουνα εγώ τουρίστρια, έδινα και οδηγίες στους τουρίστες. Ναι. Και όντως έφτασα και ήτανε νομίζω εκείνη η μέρα, που πρόλαβα το τρένο για τέσσερα λεπτά. Αν είχα αργήσει τέσσερα λεπτά, δεν θα προλάβαινα. Εντάξει, πιστεύω και το επόμενο θα προλάβαινα την πτήση, αλλά εκείνο το τρένο το πρόλαβα για 4 λεπτά. Μετά στο αεροδρόμιο, δεν θυμάμαι... Εκεί στο αεροδρόμιο έχω... Ναι. Εκεί, ήπια ένα καφέ, γιατί ήτανε... Δεν είχα προλάβει να πιώ καφέ και ξεκίνησα... Ξέχασα να σου πω, βρε, για το νοσοκομείο. Στο Όσλο την τελευταία μέρα πριν πάω να... Γι’ αυτό δεν πρόλαβα να πάω στο μουσείο του Munch, γιατί όλο το πρωί το πέρασα στο νοσοκομείο για το λαιμό. Έλεγα να κάνω κάνα τεστ για τον κορωνοϊό, αυτοί δεν θέλαν να μου κάνουν, δεν τους ένοιαζε αν είχα κορωνοϊό. Αλλά μέχρι να μου το πουν αυτό και να με διώξουνε, εγώ περίμενα πέντε ώρες εκεί πέρα, όλο το πρωί το έφαγα εκεί πέρα.
Τι σας είπαν, δηλαδή, όταν πήγατε;
Εγώ δεν τους μίλησα για κορωνοϊό, γιατί φοβήθηκα μην με βάλουν σε κανένα επείγον και τέτοια. Λέω: «Πονάει ο λαιμός μου» όντως, δηλαδή, αυτό είχα δεν είχα κάτι άλλο. «Και δεν μπορώ να κοιμηθώ, γιατί όπως αναπνέω πονάει ο λαιμός μου». Με ρώτησε διάφορα πράγματα, από πού είμαι, πού μένω, μου πήρε όλα τα στοιχεία και μου λέει: «Είστε —μου λέει— θα σου δώσω —μου λέει— πράσινο, που σημαίνει —μου λέει— ότι δεν είσαι σοβαρά και θα πρέπει να περιμένεις πολλή ώρα». Λέω: «Τι να κάνω; Θα περιμένω».Γιατί, σου λέω, είχα μία ανησυχία ότι αν είχα κορωνοϊό, δεν θα μπορούσα να πετάξω. Και περίμενα πάνω από τέσσερις ώρες, εκεί πέρα. Δεν είχε καθόλου κόσμο, καμία σχέση με τα νοσοκομεία μας. Αλλά δεν είχε κόσμο, επειδή δεν δουλεύανε. Δηλαδή δεν είχε... Δεν είναι όπως εδώ, που τρέχουνε οι νοσοκόμες πάνω-κάτω, που το γραφείο του γιατρού δεν αδειάζει, που έχει εξεταστήρια, που έχει, που σε πιάνει και σου κάνουν όλες τις εξετάσεις γενικές αίματος. Δηλαδή, καμία σχέση μου πήρα μία σταγόνα αίμα για να δουν αν έχω μόλυνση, infection δεν ξέρω τι, είδαν ότι δεν… μετά μου τα είπε ο γιατρός, μου βάλανε ένα τσιροτάκι και με αφήσαν και περίμενα. Όταν φώναξαν το όνομά μου, μού λέει ο γιατρός «Δεν έχεις μόλυνση. Να δω το λαιμό σου». Λέω: «Πονάει ο λαιμός μου, δεν μπορώ να αναπνεύσω, γιατί με την αναπνοή πονάω». Μου λέει: «Θα σου δώσω παρακεταμόλη». «Εντάξει. Και αν έχω» λέω «κορωνοϊό;». Μου λέει: «Δεν ξέρω». Λέω: «Θέλω να ταξιδέψω, δεν πρέπει να κάνω κάνα τεστ;». Μου λέει: «Αν θες —μου λέει— να κάνεις τεστ, θα πας αλλού να το κάνεις το τεστ». Λέω: «Εντάξει, φεύγω, τι να κάνω τώρα;». Έτσι, έφυγα. Και για αυτό δεν πρόλαβα να πάω στο μουσείο. Πήγα, αλλά δεν μπήκα μέσα, μπήκα μέσα, πήρα σουβενίρ και βγήκα. Ήτανε κοντά στην όπερα, εκείνο το κτίριο που σου λέω που μ’ άρεσε πάρα πολύ, με το γλυπτό μες στη θάλασσα. Ναι. Την επομένη σηκώθηκα, πήγα στο αεροδρόμιο και πήγα στη Βαρσοβία.
Και στη Βαρσοβία πήρα ένα τρένο, το οποίο μετά από δέκα λεπτά με άφησε σε ένα άλλο σταθμό. Πάλι σε ερημιά, αλλά όχι πάρα πολύ ερημιά, είχε σταθμό. Τουλάχιστον, υπήρχε κάποιος. Που έπρεπε... Που μου είπαν ότι έπρεπε να ανέβω σε μία σκάλα, να κατέβω σε κάτι ράγες τρένου και από κει να πάρω ένα άλλο τρένο. Εντάξει, τουλάχιστον, σου λέω ήξερες, σου ‘λεγαν πού να πας. Όχι όπως στο Όσλο, που σε παρατούσαν στην ερημιά, χωρίς κανένα λόγο και καμία εξήγηση.
Πόσο κάτσατε στη Βαρσοβία;
Στη Βαρσοβία έκατσα πέντε-έξι… Στην πόλη, γιατί και αυτό το τρένο ήτανε πάνω από μία ώρα διαδρομή. Πρέπει να έκατσα στην πόλη πέντε ώρες; Στην πόλη ούτε πέντε ώρες, όχι ψέματα λέω τέσσερις ώρες έκατσα στην πόλη.
Και πώς σας φάνηκε;
Εκεί, δεν μου άρεσε καθόλου, γιατί ενώ ζήτησα στο αεροδρόμιο να κρατήσουν τη βαλίτσα μου κάπου, ρε παιδί μου, σε ένα... Αν έχουνε δωμάτιο, που φυλάνε τις αποσκευές. Δεν θέλαν με τίποτα, δεν είχαν τέτοιο πράγμα, ούτε ξέραν τι τους λέω. Νομίζανε, φαίνεται, ότι θα τους αφήσω καμιά βδομάδα δεν ξέρω τι. Και έπρεπε να την κουβαλάω τη βαλίτσα μαζί. Κατέβηκα στον κεντρικό σταθμό, πήγα ήπια ένα καφέ εκεί πέρα, έφαγα ένα κρουασάν, δεν ξέρω τι έφαγα, και μετά ήθελα να δω την παλιά πόλη με τη βαλίτσα. Και μου έδειχνε το gps ότι ήταν κάπου κοντά. Λέω: «Εντάξει, θα πάω με τα πόδια». Περπατούσα, περπατούσα, δεν την έβρισκα. Και εκεί χάθηκα, [01:40:00]δεν χάθηκα ακριβώς, κουράστηκα πάρα πολύ. Στο τέλος, επειδή δεν προλάβαινα, είχα μόνο τέσσερις ώρες, λέω: «Εντάξει, θα πάρω το πρώτο μου ταξί». Και αν ήξερα ότι ήταν μόνο 3,50 ευρώ, 2,50 δεν ξέρω πόσα μου πήρε και κουράστηκα τόσο πολύ και περπατούσα και έχασα και μία ώρα... Την είδα την παλιά πόλη... Έκανα μία βόλτα. Δεν ενθουσιάστηκα, αλλά νομίζω ότι δεν... Έπρεπε να πάω πιο μέσα στην παλιά πόλη, αλλά δεν είχα χρόνο. Πήρα και…
Πώς ήταν η παλιά πόλη;
Δεν ξέρω, μάλλον στην άκρη την είδα... Δεν είχα χρόνο. Εκεί στην πλατεούλα και αυτά. Ωραία ήτανε. Μάλλον, που δεν μπήκα μέσα. Γιατί, αλλιώς, αν ήταν αυτό που είδα... Δεν μπήκα μέσα στα στενά. Ωραία ήτανε. Εγώ, μάλλον, δεν την είδα καλά. Ωραία ήταν. Πήρα κάτι σουβενίρ κι από εκεί και γύρισα να είμαι κοντά στο σταθμό. Ναι. Ναι. Δεν έκατσα. Πόσες ώρες έκατσα; Τέσσερις ώρες... Τις δύο περπατούσα, τη μία έπινα καφέ και την άλλη είδα την πόλη την παλιά, που μάλλον δεν την είδα.
Πώς ήταν τα σπίτια εκεί;
Γραφικά ήτανε, δεν μπορώ να πω. Πώς ήτανε τώρα; Δεν θυμάμαι, ακριβώς, αλλά ήταν γραφικά έτσι ωραία. Κοίτα, ρε παιδί μου, οτιδήποτε δεν είναι έτσι με τσιμέντο και πώς να σου πω; Σαν κλουβιά, είναι γραφικό. Ήταν ωραίο. Πιστεύω ότι εγώ αν προχωρούσα πιο μέσα, θα μου άρεσε. Έτσι που το είδα, μόνο γύρω-γύρω στην πλατεία, δεν μου έκανε εντύπωση. Δεν μπορώ να πω ότι θα ξαναπήγαινα στη Βαρσοβία.
Και μετά τι κάνατε, που φύγατε από τη Βαρσοβία;
Μετά, είχα το άγχος να προλάβω πάλι αεροπλάνο. Αυτό ήταν το ταξίδι μου, ένα άγχος να προλάβω ένα αεροπλάνο κι ένα άγχος να μην χαθώ. Που χάθηκα... Πού χάθηκα; Στην Βιέννη και στην Αθήνα. Χάθηκα σοβαρά, όμως, εκεί, γιατί ήταν βράδυ. Δεν χανόμουνα εγώ τις μέρες. Τη μέρα δεν χανόμουνα, μόνο το βράδυ χανόμουνα. Πήρα το αεροπλάνο, λοιπόν, απ’ τη Βαρσοβία, την είδα και αυτή την πόλη, να πάω Αθήνα. Έλα σου που θα ‘φτανα πάλι βράδυ στην Αθήνα και δεν είχα πτήση για Κρήτη, γιατί επειδή περίμενα τελευταία στιγμή δεν είχα κλείσει... Δηλαδή, το εισιτήριο που είχα κλείσει στην αρχή, πριν από δύο μήνες, ας πούμε, απ’ το ταξίδι, ήτανε Ηράκλειο- Όσλο, Όσλο-Αθήνα με 60 ευρώ. Λέω εντάξει, συμφωνώ, 60 ευρώ. Αλλά δεν έκλεισα, όμως, Αθήνα-Ηράκλειο. Αυτό μου έλειπε, γιατί περίμενα τελευταία στιγμή, δεν πίστευα ότι θα πάω και δεν το ‘κλεισα. Και όταν πήγα να το κλείσω τελευταία στιγμή, δεν θυμάμαι πόσα λεφτά ήταν, ήταν πάρα πολλά. Λέω: «Εντάξει. Αφού φτάνω, έτσι κι αλλιώς, νύχτα, θα μείνω ένα βράδυ…». Έτσι κι αλλιώς, θα ‘μενα. Είτε γύριζα με αεροπλάνο είτε με καράβι, έπρεπε να μείνω ένα βράδυ. «Και θα φύγω —λέω— με το καράβι. Να πάω και στο μουσείο, να δω και τον φίλο μου τον Κώστα». Γιατί να δώσω, ας πούμε, 150 ευρώ και να μην δώσω 30. Και έτσι, λοιπόν, έφτασα πάλι βράδυ στην Αθήνα. Λέω: «Εντάξει. Θα πάρω το τρένο και θα πάω στο Μοναστηράκι στο κέντρο». Πήρα εγώ το τρένο, λέει η στάση «Αθήνα». Λέω: «Όχι Αθήνα. Εγώ θέλω να πάω «Μοναστηράκι. Κάτσε, η πιο κάτω στάση θα είναι το Μοναστηράκι». Περνάει και η άλλη στάση, δεν είναι το «Μοναστηράκι». «Η επόμενη θα είναι το Μοναστηράκι». Περίμενα εγώ, τώρα, να με πάει ακριβώς στο Μοναστηράκι που ήθελα. Έλα σου, που αυτός πήγαινε στον Πειραιά. Λέω: «Κάτσε θα φτάσω στον Πειραιά. Από τον Πειραιά εγώ, ξέρω να πάρω το μετρό, δεν ξέρω πώς το λένε; Να πάω στην Αθήνα. Θα πάω, αφού έφτασα που έφτασα, θα το πάρω απ’ τον Πειραιά να πάω στο Μοναστηράκι, που ξέρω». Αλλά αυτό, δεν ξέρω, ήτανε... Άλλο πράγμα είναι το μέτρο, άλλο ο προαστιακός, άλλο πράγμα είναι όλα αυτά. Δεν με άφησε εκεί, που ήξερα εγώ, που είναι ο σταθμός του Μετρό, που ανεβαίνεις ένα γεφυράκι και κατεβαίνεις μετά και παίρνεις το μετρό και πας όπου θες. Με άφησε σε κάτι ερημιές! Δεν ξέρω, από άλλη μεριά του λιμανιού. Όχι, με μία βαλίτσα. Με τη βαλίτσα πάλι, να είμαι πάλι στον Πειραιά, 12:00 η ώρα τη νύχτα, στις ερημιές. Δεν είχε ούτε μαγαζί ανοιχτό, ούτε καφετέρια, ούτε τίποτα! Πού με άφησε, δεν μπορώ να καταλάβω. Ούτε πλοία δεν είχε. Δεν ξέρω. Και να περπατάω πάλι... Ούτε ταξί, ούτε τίποτα. Αλήθεια, δεν περνούσαν ούτε αυτοκίνητα, δεν ξέρω τι ώρα ήτανε. Μετά τις 12:00, Δεν είχε ούτε ταξί. Και πού να πάω; Περπατούσα, περπατούσα... Βλέπω ένα ταξί, όμως, μετά από μισή ώρα, που είχα εκτός από... Είχα αρχίσει και να φοβάμαι, γιατί όποιος περνούσε ήταν λίγο περίεργος. Είχα αρχίσει και να φοβάμαι. Δεν φοβήθηκα πουθενά, ούτε στο Τρόμσο ούτε στη Βιέννη φοβήθηκα, να σου πω την αλήθεια, αλλά στον Πειραιά φοβήθηκα! Και εκνευρίστηκα! Λέω: «Είναι δυνατόν να χαθώ πάλι; Είναι δυνατόν να μην περνάει τίποτα; Είναι δυνατόν να μη βρίσκω; Είναι δυνατόν να είμαι τόσο χαζή, να μη βρίσκω ένα ταξί;». Και περνούσαν ταξιά, αλλά απ’ την άλλη μεριά του δρόμου. Εγώ έπρεπε να είμαι απ’ την άλλη μεριά του δρόμου. Αλλά εγώ δεν το ‘ξερα. Βλέπω, λοιπόν, το ταξί, το σταματάω, ένα ταξί δηλαδή στο πουθενά. Σου λέω απ’ την άλλη μεριά είχε λίγο κίνηση και ταξιά, αλλά απ’ τη δικιά μου τη μεριά δεν περνούσε άνθρωπος. Μου λέει ο ταξιτζής... Λέω: «Θέλω να πάω στο Μοναστηράκι.» Μου λέει: «Είσαι τελείως ανάποδα! Έπρεπε να ‘σαι —μου λέει— απ’ την άλλη πλευρά». «Το κατάλαβα —λέω— αλλά το κατάλαβα αργά, τώρα». Ναι. Τι να του πεις, τώρα, του ανθρώπου; Και να μην βρίσκει το ξενοδοχείο, γιατί εγώ είχα κλείσει πάλι ένα φθηνό, το οποίο δεν το ‘ξερε ούτε ο ταξιτζής. Ήξερα, όμως, ότι είναι στο κέντρο, εγώ ήθελα κάτι να είναι στο κέντρο και κοντά στο σταθμό, γιατί ήθελα να… πώς να σου πω; Να βρίσκω εύκολα τις συγκοινωνίες. Και μου λέει ο ταξιτζής... Κάναμε εκεί κάτι βόλτες, δεν το βρίσκαμε. Μετά θα σου πω, γιατί δεν το βρίσκαμε. Και βλέπει ένα, μου λέει: «Να! Αυτό είναι». «Σίγουρα;», του λέω. Γιατί δεν έγραφε κάτι απέξω. Μου λέει «Ναι, αυτό είναι». Ήθελε να με ξεφορτωθεί ο άνθρωπος. Πάω εγώ εκεί, δεν ήτανε φυσικά αυτό. Δηλαδή, με ξεγέλασε, δεν ήτανε αυτό! «Και πού είναι —λέω— αυτό;», Του ρεσεψιονίστ, τώρα, του άλλου ξενοδοχείου. Μου λέει: «Πρέπει να είναι από κει». Τελικά, το βρήκα. Ήταν πάνω από μία καφετέρια και δεν φαινόταν, είχε μια πινακίδα, ρε παιδί μου. αλλά ήτανε έτσι μία πόρτα, γιατί από κάτω είχε καφετέρια. Αλλά αυτός ο ταξιτζής, εντάξει, δεν έπρεπε να μου φερθεί έτσι. Ναι. Μετά, την άλλη μέρα το πρωί ήπια καφέ με το φίλο μου τον Κώστα, ήθελα να τον ξεφορτωθώ για να πάω στο μουσείο, πήγα στο μουσείο. Ήθελα, οπωσδήποτε, να πιώ ένα espresso. Ναι, ήπια τον καφέ μου, έφαγα ένα γύρο, που έτρωγα τόσες μέρες γαριδοσαλάτα...
Σε ποιο μουσείο πήγατε;
Στο Εθνικό Mουσείο. Είχα πάει στο Ακρόπολης αλλά… Και ήτανε και 17 Νοέμβρη, δηλαδή... Όχι, ήταν 16 Νοέμβρη. Και εντάξει κάποιος άλλος τώρα, ίσως να μην πήγαινε απ’ τη μέση-μέση του Πολυτεχνείου, που είχε το ξέρεις, που είχανε μαζευτεί και αυτά.
Ενότητα 6
Τα συναισθήματα από το μοναχικό ταξίδι και συμβουλές προς γυναίκες που είναι solo travellers
01:49:00 - 02:07:31
Εγώ, όμως, έπρεπε να περάσω από κει. Μετά... Τι έκανα μετά; Άφησα τη βαλίτσα μου στο ξενοδοχείο, έκανα αυτή τη φόρτιση που σου είπα και έπρεπε μετά να βρω μία συγκοινωνία να πάω πάλι στον Πειραιά, να πάω στο καράβι. Αυτή τη φορά, όμως, είχα δύο βαλίτσες. Και επειδή είχα νευριάσει τόσο πολύ που χάθηκα, πήρα ένα ταξί νωρίς-νωρίς! Έφευγε, νομίζω, 9 η ώρα το καράβι και του είπα να με πάει ακριβώς, λέω: « Δείξε μου ποιο είναι το πλοίο; Ποιο είναι το πλοίο;». Μου λέει: «Να!». Λέω: «Από εκεί θα βγάλω το εισιτήριο;». Μου λέει: «Ναι από εκεί. Κάτσε να σε πάω εκεί». Ναι. Και με άφησε, ακριβώς, απέξω από το γκισέ της εταιρείας. Ναι. Μπήκα στο... Και αυτό το πλοίο, μια χαρά πλοίο, πολύ ωραίο,[01:50:00] πρίζα να φορτίσω το κινητό... Ξέρεις πού τις είχε τις πρίζες; Δεν ξέρω με ποια εταιρεία πας ή αν το έχουνε όλες οι εταιρείες. Ψηλά. Δεν ξέρω γιατί. Δηλαδή, κι έψαχνα να βρω μία πρίζα, να φορτίσω το κινητό. Να έχω μείνει από μπαταρία... Είχα πάρει, βέβαια, και ένα τεστ να κάνω στο καράβι κορωνοϊού, αλλά είχα ένα άγχος με το κινητό που είχε ξεφορτίσει. Και έπρεπε, επειδή δεν πήρα καμπίνα, έπρεπε τώρα να αφήσω τη βαλίτσα μου σε ένα, στην καφετέρια ξέρω ‘γώ; Και να πάω σε ένα άλλο δωμάτιο. Αφού με κοίταζε καλά-καλά ο… δεν ξέρω τι ήτανε εκεί, καμαρότος, σου λέει... Ήμουνα σίγουρη ότι σε μία φάση θα μου έλεγε: «Καλά, αφήνεις τα πράγματά σου και κάθεσαι στο άλλο δωμάτιο;». Άφηνα τη βαλίτσα μου στη καφετέρια, για να έχω τον καναπέ, να ξαπλώσω αργότερα να δω καμία ταινία και πήγαινα σε ένα άλλο δωμάτιο που ήταν η πρίζα. Εγώ φταίω που δεν είχαν πρίζες; Και εντάξει εγώ δεν είχα τίποτα, ήξερα... Τα πράγματά μου τα είχα μαζί μου στην τσάντα μου, δεν τα είχα στη βαλίτσα. Δηλαδή και να μου ‘παιρναν τα ρούχα, τι με ένοιαζε; Αλλά ο άνθρωπος που με έβλεπε, που ήταν στο σαλόνι και μ’ έβλεπε, ότι άφηνα τα πράγματά μου, θα μου έλεγε καμιά κουβέντα, θα μου έλεγε: «Κοπέλα μου, κυρία μου, μαντάμ, μην αφήνεις τα πράγματά σου. Εγώ θα φταίω μετά, άμα…;». Τέλος πάντων, με κοίταζε καλά-καλά και αγριεμένος, αλλά δεν μου μίλησε. Πήγαινα, περίμενα να πάει 15% η μπαταρία, πήγαινα έβλεπα, δεν μπορούσα να αφήσω ούτε το κινητό ούτε τη βαλίτσα, πήγαινα έβλεπα τη βαλίτσα, ξαναγύριζα στην πρίζα. Έτσι πήγε. Είδα μία ταινία, μπορεί να κοιμήθηκα και μισή, μία ώρα και έφτασα στο Ηράκλειο, επιτέλους!
Τι συναισθήματα είχατε, όταν επιστρέψατε από το ταξίδι όλο;
Πραγματικά, χωρίς, δηλαδή, πλάκα, πιστεύω ότι ο αδερφός μου, που ήταν και κομάντο, δεν θα μπορούσε να το κάνει αυτό το πράγμα. Δεν θα μπορούσε κανένας να είναι μαζί μου. Ούτε η ανηψιά μου. Ο Γιάννης θα ήταν μέσα στα νεύρα. Εσύ δεν θα μπορούσες. Αλήθεια σου λέω, κανένας δεν θα μπορούσε. Κανένας. Δηλαδή, θα είχα... Θα είχα φοβερούς τσακωμούς. Ο Γιώργος, ίσως, μπορούσε που είναι έτσι πιο… ξέρεις ζαμανφού που δεν τον πολυνοιάζει... Αλλά δεν θα μπορούσε κανένας τόσο περπάτημα! Και το πιο ενοχλητικό από όλα δεν είναι, ας πούμε, είναι και το περπάτημα, αλλά είναι να κουβαλάς τη βαλίτσα σου, ρε παιδί μου. Δηλαδή, αυτό πραγματικά είναι άθλος. Γιατί το περπάτημα εντάξει, αλλά να κουβαλάς και τόσα πράγματα μαζί σου; Δηλαδή... Ναι, ποιος θα το έκανε; Δεν νομίζω να το έκανε κανείς, αυτή τη βλακεία. Δεν είναι... Δεν είναι πολύ έξυπνο... Και εκνευρίστηκα πολύ με το αεροδρόμιο, να μην έχει ένα χώρο να αφήνεις... στη Βαρσοβία. Ναι. Συναισθήματα... Ότι καλά έκανα και πήγα, γιατί θα είχα... Πιο πολύ, σου λέω, το bullying του αδερφού μου. Δηλαδή, αν δεν έλεγε αυτή τη βλακεία, που λέει: «Αφού ξέρεις, ότι δεν θα πας! Γιατί τα έκλεισες τα εισιτήρια; Θα χάσεις τα λεφτά σου! Πάλι…». Και δεν θα πήγαινα, σου λέω, ο Γιάννης με κατέβασε με το ζόρι από το αυτοκίνητο και καλά έκανε. Ναι, εντυπωσιάστηκα που χάθηκα μόνο δύο φορές. Το gps ήθελε... Επειδή το είχα βάλει πρώτη φορά στη Βιέννη, δεν ήξερα να το ρυθμίσω και όπου και να πήγαινα στο Όσλο, στο Τρόμσο, όπου και να πήγαινα, αυτό ήθελε να με πάει πίσω στη Βιέννη. Δεν ξέρω γιατί, κάτι με τις ρυθμίσεις, αλλά δεν με βοήθησε ιδιαίτερα.
Τελικά, πόσο κόστισε όλο αυτό, περίπου;
Κοίτα αυτό... Επειδή δεν έπαιρνα ούτε ταξί ούτε πήγαινα σε εστιατόρια... Δεν πήγα σε κανένα εστιατόριο! Δεν πήρα κανένα ταξί. Μόνο στην Αθήνα, στην Αθήνα και στη Βαρσοβία. Ούτε στη Βιέννη πήρα ταξί ούτε στο Όσλο ούτε στο Τρόμσο... Στο Τρόμσο, όχι. Ναι, δεν πήρα. Εισιτήρια... Εγώ τα είχα υπολογίσει όλα μαζί 700, αλλά μετά που είδα την κάρτα μου ήταν παραπάνω, γιατί ψώνισα κιόλας. Ψώνισα και απ’ την Αθήνα ρούχα των παιδιών. Ήτανε πανάκριβα τα σουβενίρ. Εάν υπολογίσω μόνο εισιτήρια, μεταφορές, ήτανε γύρω στα... Δεν ήτανε πάνω από 700 ευρώ, αυτά! Αλλά, όμως, ψώνια, σουβενίρ και τέτοια πράγματα ήταν παραπάνω. Τα ξενοδοχεία μου δεν κάναν πάνω από... Περίμενε να σου πω. 24 στη Βιέννη, 50, ακριβά στο Τρόμσο, νομίζω 160. Ναι ήταν ακριβά, είναι ακριβή χώρα ρε συ! Ναι. Εάν το ξανάκανα, θα πήγαινα μόνο στο Τρόμσο. Δεν θα πήγαινα ούτε Βιέννη, ούτε Βαρσοβία. Θα πήγαινα... Ίσως πήγαινα στο Όσλο, έτσι μια βόλτα και στην παραλία στην όπερα και αυτά, αλλά στο Τρόμσο σίγουρα. Και θα πήγαινα, πάλι, μόνη μου, γιατί κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να περπατάει τόσες ώρες.
Αν ξαναπηγαίνατε, τι θα κάνατε διαφορετικά;
Δεν θα περνούσα... Θα πήγαινα κατευθείαν, εντάξει και στο Όσλο. Θα πήγαινα, κατευθείαν, στην Όσλο, Τρόμσο. Δεν θα έκανα Βιέννη, Βαρσοβία και τέτοια. Δηλαδή, δεν θα ‘χα... Γιατί όλο μου το ταξίδι ήταν σε ένα αεροδρόμιο! Θα πήγαινα Τρόμσο, θα πήγαινα να δω τις φάρμες με τους ταράνδους, θα πήγαινα να δω κυνήγι φάλαινας, θα ξαναπήγαινα βόλτα εκεί στην εξοχή να δω μήπως έβλεπα το Βόρειο Σέλας, αν και το είδα, ας πούμε, αλλά μήπως το έβλεπα με χρώμα και να δω λίγο χιόνι. Δηλαδή, θα ξαναπήγαινα χειμώνα. Δεν θα πήγαινα καλοκαίρι. Ναι, αλλά τώρα ξέρω ότι Βιέννη και Βαρσοβία δεν μου αρέσει, οπότε ναι δεν θα πήγαινα εκεί. Ναι, θα ξαναπήγαινα Νορβηγία.
Πώς επηρέασε η περίοδος του κορωνοϊού το ταξίδι;
Τον κορωνοϊό εγώ ποτέ δεν το φοβήθηκα, ας πούμε, ποτέ ιδιαίτερα, όμως φορούσα πάντα τη μάσκα μου. Προσπαθούσα, δηλαδή, να τη βάζω ειδικά μέσα στα... Εντάξει, υποχρεωτικά στο αεροπλάνο, αλλά προσπαθούσα και στο δρόμο να τη φοράω. Δηλαδή, ήμουνα η μοναδική που φορούσα μάσκα παντού. Οι άλλοι... Δεν φορούσε κανένας! Πραγματικά, δηλαδή, ούτε στη Βιέννη. Δηλαδή, απ’ την Ελλάδα και πάνω, παιδιά, δεν φοράει κάνεις μάσκα. Κανένας. Τίποτα χαμπάρι. Ούτε σε τσεκάρουν.
Ήταν υποχρεωτική;
Πού; Όχι, δεν φορούσανε, όχι. Μόνο μέσα στο αεροπλάνο, υποτίθεται.
Ναι. Κατάλαβα. Και πώς επηρέασε, το γεγονός ότι είστε γυναίκα στο ταξίδι σας, πιστεύετε;
Δεν... Για τους άλλους; Δεν...
Εσείς πώς το νιώσατε, βασικά.
Όχι, δεν με επηρέασε... Ρε παιδί μου, σου είπα, ότι εγώ είχα ψάξει πάρα πολύ και ήξερα ότι δεν υπάρχει εγκληματικότητα. Ας πούμε, δεν θα πήγαινα στο Μαρόκο μόνη μου. Δεν θα πήγαινα στην Τουρκία μόνη μου, δεν θα πήγαινα μόνη μου... Ούτε καν στη Βουλγαρία δεν θα πήγαινα μόνη μου. Δεν ένιωσα καθόλου, καθόλου... Δεν φοβήθηκα, σου λέω. Μόνο στην Αθήνα φοβήθηκα, πουθενά αλλού, μόνο στον Πειραιά. Δεν... Όχι. Δεν... Δεν ένιωσα κανένα... Ούτε κι από τους άλλους. Βασικά, δεν με ένοιαζε, κιόλας, αλλά δεν ένιωσα κάτι... Και σου λέω, σου ξαναλέω, ότι αυτό το πράγμα με αυτό τον τρόπο, δηλαδή τόσα αεροδρόμια, τόσο περπάτημα δεν θα το έκανε όχι γυναίκα, ούτε άντρας, γιατί είναι χαζό, δηλαδή... Δηλαδή, το να χάνεις τόσες ώρες στο αεροδρόμιο, να τρέχεις να κυνηγάς αεροπλάνα και πτήσεις... Εμένα... Εγώ ήθελα να το κάνω αυτό, γιατί δεν ήθελα να βαρεθώ. Δηλαδή, ήθελα συνέχεια να είμαι σε κίνηση για δικούς μου λόγους, τέλος πάντων, δεν ήθελα να σταματήσω κάπου, ήθελα να είμαι σε κίνηση. Το ήξερα. Δηλαδή, ήξερα κάθε δρομολόγιο, ήξερα... Και είχα και υπόψη μου ότι μπο[02:00:00]ρεί να χάσω κάποιο αεροπλάνο. Όπως, πραγματικά, παραλίγο να χάσω κάποιο αεροπλάνο. Και πάλι είχα plan B και δεν... Δεν ήταν το άγχος μου αυτό. Το άγχος μου ήτανε μόνο στις δύο περιπτώσεις που φοβήθηκα, δηλαδή στη Βιέννη τα μεσάνυχτα και στον Πειραιά τα μεσάνυχτα, και δεν με ένοιαζε, ας πούμε κάτι άλλο. Ούτε καν, αν έχανα πτήση, δεν θα με πείραζε. Θα έβρισκα τρόπο να γυρίσω με το λεωφορείο, ξέρω ‘γώ σιγά-σιγά. Και για αυτό πήγα, κιόλας, γιατί είχα σκεφτεί το ενδεχόμενο να γίνει το ένα ή να με κλέψουνε ή να... Είχα κρύψει χρήματα μέσα στα παπούτσια μου... Ο φόβος μου ήταν μη χάσω την ταυτότητά μου, γιατί ακόμα και κάρτες είχα δύο κρυμμένες, μόνο την ταυτότητά μου, ας πούμε και το κινητό. Τίποτα άλλο δεν με ένοιαζε. Ούτε αν έχανα αεροπλάνο, ούτε αν έχανα τσάντα, ούτε... Δεν με πείραζε.
Τι μάθατε κάνοντας αυτό το ταξίδι μόνη σας;
Τι έμαθα; Εκτός από τα προφανή, ότι έμαθα, ας πούμε, τις χώρες, πού ζούνε, πώς κινούνται, πώς, πού μένουν, τις διαφορές και όλα αυτά... Δεν υπάρχει κάποιος λόγος, ας πούμε, να μην κάνεις κάτι που το έχεις... Δεν μπορώ να πω ότι ήταν το όνειρό μου να δω το Βόρειο Σέλας, αλλά αφού το σκέφτηκα και βρήκα μία ευκαιρία, έκανα καλά που το έκανα. Δηλαδή, όχι ότι το ήθελα και πάρα πολύ, αλλά αφού ήταν μία ευκαιρία, καλά έκανα που πήγα. Δηλαδή, δεν το μετάνιωσα και μάλιστα, σου λέω, με θαυμάζω και λίγο περισσότερο, γιατί αυτό με τις πτήσεις, με το περπάτημα και... Δεν ένιωσα και μοναξιά, μπορώ να σου πω, γιατί σκεφτόμουνα ότι: «Αν ήτανε μαζί μου, τώρα, ο Γιάννης θα είχε τόσα πολλά νεύρα!» ή «Αν ήτανε μαζί μου, ας πούμε, η Μαρία, δεν θα μπορούσε να περπατήσει ούτε ένα χιλιόμετρο» ή «Αν ήταν μαζί μου ο Γιώργος, θα ήθελε, ας πούμε, να κάτσουμε…». «Αν ήτανε μαζί μου ο τάδε, τώρα αυτή τη στιγμή θα έλεγε: “Μα πού θα τρέχω τώρα και έλα να πάρουμε ένα ταξί”». Όχι, κανένας άλλος. Μπορεί να περνούσα πιο ωραία, ας πούμε, αλλά δεν θα έκανα αυτό που ήθελα.
Τι θα συμβουλεύατε μία γυναίκα που θέλει να ταξιδέψει μόνη της;
Ναι. Είναι, σου λέω, αυτό που σου είπα, ότι δεν θα πήγαινα, ας πούμε, σε μία χώρα... Γιατί όταν θέλεις να φύγεις για να πας κάπου, όταν είσαι μόνος σου, πρέπει να σκέφτεσαι όλα τα ενδεχόμενα, να προσέχεις τον εαυτό σου, έχει προτεραιότητα ο εαυτός σου, αυτό είναι πάρα πολύ περίεργο, ειδικά για τις μαμάδες και δεν θα πήγαινα... Δηλαδή, θα συμβούλευα να κοιτάνε τι εγκληματικότητα έχει κάθε χώρα, γιατί εγώ, ας πούμε, δεν είχα σκεφτεί ότι αυτές οι δύο πτήσεις ήταν μεσάνυχτα. Το ‘χα σκεφτεί, αλλά δεν περίμενα ότι θα χαθώ. Και αυτό το είχα σκεφτεί και δεν με ένοιαζε, γιατί ήξερα ότι όταν ξέρεις ότι η χώρα είναι ασφαλής, σου λέω, φοβήθηκα μόνο στον Πειραιά. Τουλάχιστον, δεν έχεις αυτό το άγχος! Αν ήταν και αυτό το άγχος, δεν ξέρω πώς να σου πω, εντάξει δεν... Όχι δεν θα πήγαινα σε μία χώρα με εγκληματικότητα. Αυτό συμβουλεύω, λοιπόν. Ή αν θες να πας σε κάποια χώρα, που ξέρεις ότι δεν είναι απόλυτα ασφαλής, θα φροντίσεις να μην φτάνεις μεσάνυχτα, να φτάνεις μέρα! Θα προσέχεις τις πτήσεις σου. Θα έχεις, δεν ξέρω... Εγώ εκτός του ότι είχα κρύψει χρήματα στα παπούτσια μου, είχα και ένα… μία παλιά θήκη κινητού, που την είχα δέσει στη ζώνη μου, που είχα μέσα μία πιστωτική και τι άλλο; Νομίζω ότι είχα μέσα και την ταυτότητα. Όχι την ταυτότητά μου, την είχα στο τσαντάκι μου. Μία πιστωτική είχα μέσα, δεν θυμάμαι… Ξέρεις τι είχα; Και ένα χαρτάκι με τα τηλέφωνα του γιου μου, του αδερφού μου και δεν ξέρω τι, γιατί σκεφτόμουν ότι μπορεί να μου πάρουν το τσαντάκι με το κινητό μέσα, να έχω την κάρτα και να έχω και το τηλέφωνο. Αλλά τα τηλέφωνα, δεν τα θυμάμαι απ’ έξω. Δηλαδή, πρέπει να... Δεν πρέπει να έχεις το άγχος, πρέπει να μειώνεις το άγχος, όταν είσαι μόνος σου. Δηλαδή να είσαι προετοιμασμένος για όλα, για να μην έχεις το άγχος ότι: «Άμα μου πάρουν αυτό, τι θα κάνω; Θα έχω κάπου το άλλο». Ναι κάτι τέτοια. Έτσι μόνο και μόνο για να νιώσεις πιο καλά.
Θα θέλατε να μοιραστείτε κάτι τελευταίο, σχετικό με αυτά που είπαμε, πριν τελειώσει η συνέντευξη;
Ναι, αν κάποια γυναίκα, αφού το θέτεις, ας πούμε, έτσι, αν ένιωσα επειδή είμαι γυναίκα μόνη και δεν ξέρω τι, θέλει να πάει κάπου και βρει μία ευκαιρία, να το οργανώσει σωστά, να ενημερωθεί και να πάει, γιατί σου είπα ότι εγώ λέω, τώρα, ότι ευτυχώς που πήγα, γιατί μέχρι τελευταία στιγμή δίσταζα να πάω. Δεν θα πήγαινα. Σου λέω, ήμουνα... Είχα ανοίξει την πόρτα του αυτοκινήτου και την ξαναέκλεισα και είπα του Γιάννη: «Πήγαινε πίσω!», στο αεροδρόμιο μπροστά. Αλλά, ευτυχώς, το παιδί με έσπρωξε και βγήκα. Ναι και έκανα καλά, ευτυχώς. Αυτό. Όποια βρει μια ευκαιρία και θέλει να το κάνει, όχι να πάει ένα ταξίδι, πώς να σου πω τώρα; Για να λέει ότι πήγε. Αν θέλει να πάει να μην διστάζει, δεν είναι... Σιγά. Αλλά να μην πάει σε καμιά χώρα, όπως, ας πούμε, ξέρω ‘γώ, Λιβύη, Συρία, δεν ξέρω τι. Δεν είναι ανάγκη. Ναι, αυτά.
Ωραία. Ευχαριστούμε πάρα πολύ για τη συνέντευξη, για τις συμβουλές και εύχομαι να ξαναπάτε σύντομα ένα ταξίδι.
Το σκέφτομαι, αλλά δεν έχω και πάρα πολλή όρεξη τώρα. Πρέπει να έχεις ένα συγκεκριμένο λόγο που θέλεις να πας κάπου συγκεκριμένα, αλλιώς τώρα αν θέλω να πάω να ξεκουραστώ θα πάω σε μία παραλία το καλοκαίρι στην Ελλάδα. Αν θέλω, όμως, να πάω να δω το Βόρειο Σέλας, πρέπει οπωσδήποτε να πάω κάπου πιο μακριά. Τώρα αυτή τη στιγμή, δεν έχω, ας πούμε, ένα στόχο να πάω να δω κάτι συγκεκριμένο, όμως αν ξαναβρώ ευκαιρία να δω κάτι μοναδικό, θα ξαναπάω.
Θα είναι ενδιαφέρον.
Και δεν θα πάρω κανένα!
Τέλεια. Ευχαριστούμε πολύ.
Παρακαλώ.
Φωτογραφίες

Πλωτό Γλυπτό
Στη μέση της θάλασσας στο Όσλο της Νορβηγί ...

Τίγρη του Όσλο
Στο κέντρο της πόλης.

Παραδοσιακό σπίτι
Στο χιονισμένο Τρόμσο.

Στάση λεωφορείου
Στο Τρόμσο της Νορβηγίας.

Χιονισμένο τοπίο
Στο Τρόμσο της Νορβηγίας.

Τάρανδος στο Όσλο
«Αν δεις ένα τάρανδο και περνάει το δρόμο, ...

Καφέ Central
Στην Βιέννη της Αυστρίας.

Καθεδρικός Αγίου Στεφάνου
Στην Βιέννη της Αυστρίας.
Περίληψη
Η Ειρήνη Χωραφά αφηγείται το ταξίδι της, την εποχή του κορωνοϊού, με σκοπό να δει το Βόρειο Σέλας στην Βόρεια Νορβηγία. Αφηγείται, αρχικά, το σχεδιασμό του ταξιδιού και τους ενδοιασμούς που είχε πριν πάει για το ταξίδι. Στη συνέχεια, αρχίζει να περιγράφει καρέ-καρέ τη διαδρομή που διέσχισε μέχρι να φτάσει στο Τρόμσο της Νορβηγίας. Πρώτη στάση ήταν η Βιέννη της Αυστρίας. Περιγράφει τις συνθήκες που αντιμετώπισε σε αυτήν την διαδρομή και τα αξιοθέατα που είδε. Δεύτερη στάση ήταν το Όσλο της Νορβηγίας, στο οποίο δεν έμεινε πολύ την πρώτη φορά. Στη συνέχεια, έφτασε στο Τρόμσο της Νορβηγίας. Αφηγείται τις δραστηριότητες της, την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, τη διαφορά θερμοκρασίας, την παραδοσιακή κουζίνα, την καθημερινότητα των ανθρώπων εκεί κλπ. Περιγράφει την αποστολή με την οποία πήγε να δει το Βόρειο Σέλας και αφηγείται την συνολική εμπειρία της. Μετά το Τρόμσο επέστρεψε στο Όσλο, όπου αφηγείται τις δραστηριότητές της και περιγράφει τα αξιοθέατα που είδε. Στη συνέχεια, ξεκίνησε η διαδρομή προς τα πίσω. Πρώτη στάση η Βαρσοβία της Πολωνίας και δεύτερη στάση η Αθήνα με τελικό προορισμό το Ηράκλειο Κρήτης. Αφηγείται τις εμπειρίες της και τις συνθήκες που αντιμετώπισε σε αυτές τις περιοχές. Τέλος, μιλάει για τα συναισθήματα και τις σκέψεις της μετά την επιστροφή της.
Αφηγητές/τριες
Ειρήνη Χωραφά
Ερευνητές/τριες
Δήμητρα Γιαννακάκη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
21/12/2021
Διάρκεια
127'
Σημειώσεις Συνέντευξης
Η Αφηγήτρια και η Ερευνήτρια είναι συγγενείς.
Περίληψη
Η Ειρήνη Χωραφά αφηγείται το ταξίδι της, την εποχή του κορωνοϊού, με σκοπό να δει το Βόρειο Σέλας στην Βόρεια Νορβηγία. Αφηγείται, αρχικά, το σχεδιασμό του ταξιδιού και τους ενδοιασμούς που είχε πριν πάει για το ταξίδι. Στη συνέχεια, αρχίζει να περιγράφει καρέ-καρέ τη διαδρομή που διέσχισε μέχρι να φτάσει στο Τρόμσο της Νορβηγίας. Πρώτη στάση ήταν η Βιέννη της Αυστρίας. Περιγράφει τις συνθήκες που αντιμετώπισε σε αυτήν την διαδρομή και τα αξιοθέατα που είδε. Δεύτερη στάση ήταν το Όσλο της Νορβηγίας, στο οποίο δεν έμεινε πολύ την πρώτη φορά. Στη συνέχεια, έφτασε στο Τρόμσο της Νορβηγίας. Αφηγείται τις δραστηριότητες της, την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, τη διαφορά θερμοκρασίας, την παραδοσιακή κουζίνα, την καθημερινότητα των ανθρώπων εκεί κλπ. Περιγράφει την αποστολή με την οποία πήγε να δει το Βόρειο Σέλας και αφηγείται την συνολική εμπειρία της. Μετά το Τρόμσο επέστρεψε στο Όσλο, όπου αφηγείται τις δραστηριότητές της και περιγράφει τα αξιοθέατα που είδε. Στη συνέχεια, ξεκίνησε η διαδρομή προς τα πίσω. Πρώτη στάση η Βαρσοβία της Πολωνίας και δεύτερη στάση η Αθήνα με τελικό προορισμό το Ηράκλειο Κρήτης. Αφηγείται τις εμπειρίες της και τις συνθήκες που αντιμετώπισε σε αυτές τις περιοχές. Τέλος, μιλάει για τα συναισθήματα και τις σκέψεις της μετά την επιστροφή της.
Αφηγητές/τριες
Ειρήνη Χωραφά
Ερευνητές/τριες
Δήμητρα Γιαννακάκη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
21/12/2021
Διάρκεια
127'
Σημειώσεις Συνέντευξης
Η Αφηγήτρια και η Ερευνήτρια είναι συγγενείς.