Η ιστορία του σινεμά στην επαρχία
Ενότητα 1
Η άνθηση και η κρίση του επαρχιακού κινηματογράφου
00:00:00 - 00:13:51
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Θα μας πείτε το όνομά σας; Με λένε Νίκο Μισυρλή. Τέλεια, είναι Παρασκευή 5 Ιουνίου και βρισκόμαστε με τον Νίκο Μισυρλή στην Πύλο. Εγώ ο…α κι έφυγα και ανέβηκα πάνω στο μηχανοστάσιο και χάζεψα εκεί. Από εκεί και μετά δεν έχω ξαναπατήσει στον κινηματογράφο, γιατί συγκινούμαι.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 2
Η λειτουργία της αγοράς του σινεμά και η θέση του στην τοπική κοινωνία
00:13:51 - 00:27:00
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Αυτό είναι, ότι όταν ένα πράγμα σε έχει μεγαλώσει, σε έχει ζήσει και μετά σου ρίχνει ένα χαστούκι, σε στεναχωρεί. Τώρα λένε, ξέρω ‘γω, λέει:…ι! Τώρα είμαστε σε μια τηλεόραση καρφωμένοι, σε ένα τάμπλετ και χαζεύουμε, χαζεύουμε, μας χαζεύουνε, τους χαζεύουμε, όσοι ξέρουν και… Αυτά.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 3
Η παρακμή του σινεμά και οι συνήθειες ως προς την ονοματοδοσία των αιθουσών
00:27:00 - 00:36:10
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Κάπως έτσι παράκμασαν οι θερινοί. Ναι. Δεν υπάρχει. Στην περιοχή υπήρχανε δεκαοχτώ σινεμά καλοκαιρινά. Η Καλαμάτα είχε εννιά. Η Κυπαρισσία…πομακρυνθούμε από τον τόπο μας. Και πάλι σας ευχαριστώ πολύ. Λοιπόν, να είσαι καλά και σου εύχομαι κάθε επιτυχία στην εργασία που κάνεις.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνηση[00:00:00]
Θα μας πείτε το όνομά σας;
Με λένε Νίκο Μισυρλή.
Τέλεια, είναι Παρασκευή 5 Ιουνίου και βρισκόμαστε με τον Νίκο Μισυρλή στην Πύλο. Εγώ ονομάζομαι Αγγελική Κοτσόβολου, ερευνήτρια στο Istorima, και τώρα μπορούμε να ξεκινήσουμε. Θέλετε να μας πείτε λίγα πράγματα για εσάς, γεννηθήκατε εδώ; Μεγαλώσατε εδώ;
Εγώ γεννήθηκα εδώ, μεγάλωσα εδώ. Μόλις τελείωσα το σχολείο πήγα σε μια τεχνική σχολή να πάρω το πτυχίο του χειριστού του κινηματογράφου, το οποίο το πήρα και γύρισα να βοηθήσω τον πατέρα μου, ο οποίος είχε τον κινηματογράφο από το 1955. Όχι! Από το 1950. Λοιπόν, και εγώ φυσικά έφυγα το ‘80 από εδώ, το ‘78, και μετά από τρία χρόνια γύρισα και ασχολήθηκα με τον κινηματογράφο, μαζί με τον πατέρα μου. Τότε ήτανε ο κινηματογράφος, είχε μια άνθηση, γιατί από το ‘70 μέχρι το ‘78 πέρασε μία κρίση, μεγάλη κρίση. Το ‘81-‘82 ξανανέβηκε πάλι ο κινηματογράφος, μιλάμε για εδώ στην Πύλο, ήταν το μοναδικό καλοκαιρινό σινεμά που είχε μείνει στο νομό Μεσσηνίας, το οποίο έκλεισε το ’92, στις 13 Αυγούστου, πάλι το τελευταίο σινεμά είχε παραμείνει, καλοκαιρινό. Φυσικά μέχρι το 1972 υπήρχε και καλοκαιρινό και χειμερινό σινεμά. Το σινεμά ήταν ένας τρόπος διασκέδασης. Το σινεμά και –όχι το καφέ– το ζαχαροπλαστείο, έτσι; Δεν υπήρχαν τότε καφέ, υπήρχαν τα καφενεία, και ήταν κι ένας τόπος συνάντησης και από εκεί και μετά, ξέρω ‘γω τι, γινόντουσαν οι γνωριμίες, οι φιλίες, οι παρέες, λοιπόν, μέσα στο σινεμά. Τώρα από εμπειρία έχω να σου πω ότι είμαι στεναχωρημένος από αυτά που πέρασε ο κινηματογράφος. Φυσικά η τεχνολογία έφερε τα πάνω κάτω, αλλάξαν τα πράγματα. Μπήκε η τηλεόραση, μπήκαν τα βίντεο. Από το ‘80, όμως, μέχρι το ‘90, άλλη μια δεκαετία, είχε μία άνθηση o κινηματογράφος και οικονομικά, δηλαδή, συνέφερε να… Μετά, όμως, το ‘90 άρχισε η πτώση. Να αναφέρω από τα παλιά ότι… Βασικά δεν θέλω να μιλάω για την πτώση, στεναχωριέμαι πάρα πολύ, γιατί μεγάλωσα με τον κινηματογράφο. Παραπλεύρως, κάναμε κι άλλες δουλειές τον καιρό της κρίσης, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε. Το 1960 ήταν το φουλ. Κόσμος να έρθει στον κινηματογράφο, να δει κάποια ταινία και εξαρτάται, δηλαδή τα έργα απευθυνόντουσαν σε ορισμένο κοινό, όχι πάντα στους ίδιους. Παράδειγμα, ξέρω ‘γω, όταν είχαμε και τα κινητά, γιατί είχαμε και τα κινητά συνεργεία, σε ένα χωριό, ξέρω ‘γω τι, βλέπανε κάποιες ταινίες συγκεκριμένες, ανάλογα με το επίπεδο που είχε το κάθε χωριό, γιατί υπήρχαν κι αυτά. Τώρα να πω για το Κορυφάσιο, να ονομάσω το χωριό αυτό, είχε επίπεδο υψηλό. [00:05:00]Η Ίκλαινα, τα Φρουτζοκρέμμυδα, λοιπόν, χωρίς να θέλω να μειώσω τα άλλα χωριά της περιοχής μας, βλέπανε τον ποιοτικό κινηματογράφο. Υπήρχανε… Τώρα φεύγουμε από τον κινηματογράφο, τον μόνιμο, και πάμε στον περιφερειακό, τον κινητό, που πηγαίναμε και παίζαμε και στα χωριά. Το κάθε χωριό είχε τους δικούς του ανθρώπους που βλέπανε, ξέρω ‘γω, όχι ότι δεν ερχόντουσαν στα… Αλλά δεν είχαν απήχηση τα έργα τα λίγο έτσι μελετημένα, λίγο προσεγμένα, ξέρω ‘γω τι. Θέλανε κι αρβάλες. Λοιπόν, εμείς τα προσφέραμε όλα, λοιπόν, για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε. Η σεζόν, η καλοκαιρινή, πάμε τώρα στον καλοκαιρινό σινεμά, ξεκινούσε το Μάιο, γύρω στις 15 Μαΐου. Εμείς από τον Απρίλιο ανεβαίναμε στην Αθήνα, στη στοά –στοά Πανταζόπουλου λέγεται τώρα, Ακαδημίας 67 νομίζω;– στην πλατεία Κάνιγγος. Εκεί ήταν όλες οι κινηματογραφικές εταιρίες, τεχνικοί, κομπάρσοι, ηθοποιοί, μάνατζερ. Γινόταν ο χαμός! Μιλάμε για κόσμο, Αγγελική. Δεν ξέρω αν ξέρεις πού είναι η στοά Πανταζόπουλου.
Ναι!
Μιλάμε για χίλια άτομα! Και τώρα περνάς και κλαίει η ψυχή σου. Ό,τι ήθελες να βρεις, που είχε σχέση με τον κινηματογράφο, από αναλώσιμα, από προπομπούς θιάσων, ό,τι ήθελες τους έβρισκες εκεί. Πηγαίναμε εκεί και κάναμε το πρόγραμμα της σεζόν. Εμείς σαν Πύλο, λόγω του ότι ήμαστε μια μικρή κωμόπολη, τις ταινίες τις πληρώναμε φιξ, ενώ στις μεγαλύτερες πόλεις, π.χ. στην Καλαμάτα, οι ταινίες πληρωνόντουσαν στην εταιρία με ποσοστό 25% επί των εισπράξεων. Εμείς δεν το είχαμε και πολλές φορές μας τραβάγανε και το αυτί οι εταιρείες. Ιστορίες άλλες από τον κινηματογράφο, που με έχουνε συγκλονίσει και θυμάμαι από παιδάκι, ήτανε που κάναμε χίλια δύο εισιτήρια στο Λόρενς της Αραβίας, στο καλοκαιρινό σινεμά, και μάλιστα ο κόσμος έσπασε και την πόρτα, για να μπορέσει να μπει στην… Γιατί την παίζαμε τρείς μέρες την ταινία από δύο παραστάσεις. Τη δεύτερη μέρα στη βραδινή σπάσαν την πόρτα, ρίξανε την πόρτα κάτω του καλοκαιρινού σινεμά.
Πώς αισθανθήκατε εσείς τότε;
Δεν ξέρω, πανικοβλήθηκα, γιατί ήμουνα και πιτσιρικάς. Λοιπόν, αλλά ιστορίες υπάρχουν πολλές. Σε κάποια χωριά που πήγαιναν τα συνεργεία μας –γιατί είχαμε και τρία συνεργεία–, επειδή τα καφενεία ήταν πολύ μικρά και δε χωρούσε, ξέρω ‘γω τι, εκατό ανθρώπους, βρίσκαμε μια αποθήκη και αυτός που είχε την αποθήκη[00:10:00], είχε τα τελάρα με τις πορτοκαλάδες εκεί χύμα και ο κόσμος τις καρέκλες τις έφερνε από το σπίτι του. Μιλάμε για τέτοιες ιστορίες.
Πείτε μας λίγο για αυτά τα κινητά…
Τα κινητά κάνανε ένα πρόγραμμα εβδομαδιαίο. Τη Δευτέρα, ξέρω ‘γω, είχε προβολή Χανδρινού-Φρουτζοκρέμμυδα, την Τρίτη είχε –κι αυτές οι προβολές σύγχρονες, δηλαδή ξεκίναγε η μία προβολή στις 20:30, η άλλη ξεκίναγε στις 21:30, λοιπόν, πηγαινοερχόταν η κόπια– Πύλο-Μεθώνη, Φοινικούντα-Ευαγγελισμό, Κορυφάσιο-Ρωμανού, Ίκλαινα-Καραμανώλη, Χατζή-Βλαχοπούλου. Γινόντουσαν σύγχρονες παραστάσεις και πολλές φορές υπήρχαν και οι άτυχες στιγμές, οι ζημιές, τα ατυχήματα, όπως σε όλες τις δουλειές βέβαια, και είχε και την πλάκα του. Μετά από κάθε παράσταση –όχι συνέχεια– είχε το ψιλοτσιμπούσι με τον μαγαζάτορα, τον καφετζή εκεί, με τις πλάκες μας, με τα τραγούδια μας, με τα κρασάκια μας. Είχε και καλές στιγμές, αλλά είχε και στιγμές, οι οποίες… Θυμάμαι στις 13 Αυγούστου του ‘92 ήμαστε στον κινηματογράφο, τρεις θεατές ήταν, εγώ και ο πατέρας μου. Εγώ πήγα πιο μετά και αναγκάστηκε να πει ότι: «Κύριοι, μέχρι εδώ είμαστε, δεν αντέχουμε πλέον άλλο να κάνουμε προβολές, γιατί πληρώνουμε τις ταινίες από την τσέπη μας». Μάλιστα πλήρωσε και 400.000 χιλιάδες ο πατέρας μου τότε από την τσέπη του και μέσα σε αυτούς τους θεατές τους τρεις, που ήτανε, οι δύο ήταν οι γονείς σου, το ήξερες αυτό; Μάλιστα. Οι δύο ήταν οι γονείς σου. Μετά, εγώ δεν ασχολήθηκα με τον κινηματογράφο, ούτε ξαναπάτησα σε κινηματογράφο. Πάρα μόνο μια φορά, που με πήραν τα ανίψια μου, η Ντιάνα με την Αναστασία, βρισκόμενος στην Αθήνα και πήγαμε να πάμε να δούμε τον Τιτανικό. Εγώ ήξερα τον άλλο Τιτανικό, δεν ήξερα τον Τιτανικό αυτόν. Λοιπόν, δεν το είδα, μόνο το πρώτο μέρος, γιατί με πήραν τα κλάματα και σηκώθηκα κι έφυγα και ανέβηκα πάνω στο μηχανοστάσιο και χάζεψα εκεί. Από εκεί και μετά δεν έχω ξαναπατήσει στον κινηματογράφο, γιατί συγκινούμαι.
Αυτό είναι, ότι όταν ένα πράγμα σε έχει μεγαλώσει, σε έχει ζήσει και μετά σου ρίχνει ένα χαστούκι, σε στεναχωρεί. Τώρα λένε, ξέρω ‘γω, λέει: «Πάμε σινεμά», «Να πάτε σινεμά, δεν έρχομαι». Έμαθα εκ των υστέρων ότι τα συστήματα πλέον έχουν αλλάξει, δεν υπάρχουνε μηχανές όπως είναι χειριστές και αυτά… Και μάλιστα με ενοχλήσανε πρόσφατα να λειτουργήσουν ένα κινηματογράφο εδώ, στη Χώρα. Μια φανταστική αίθουσα που υπάρχει, την οποία την είχαμε δουλέψει εμείς, με τον πατέρα μου, για κάποια χρόνια και πήγα πάνω και… Λοιπόν, εμείς τότε δουλεύαμε με κόπιες, [00:15:00]με τα φιλμ. Ερχόταν η κόπια εδώ, την παίρναμε σε κομμάτια, σε πράξεις, και τα συναρμολογούσαμε. Είχε μια διαδικασία, καμία ώρα, δύο. Πρώτη, δεύτερη, τρίτη, τέταρτη ή πέμπτη πράξη. Λοιπόν, και ξεκινάγαμε πάντα από ανάποδα, από την πέμπτη στην τέταρτη, από την τέταρτη στην τρίτη και ούτω καθεξής. Βασικά στις δυο πρώτες πράξεις ήταν το διάλειμμα και γινόντουσαν οι προβολές και μετά πάλι ξεμοντάραμε την κόπια, την τοποθετούσαμε στα κουτιά και την ξαναστέλναμε στην Αθήνα, η οποία κόπια πήγαινε πάλι για κοντρολάρισμα στην εταιρία, για να δούνε μήπως υπάρχουν φθορές, μήπως λείπουν κομμάτια, μήπως χρειάζεται να μοντάρουν κάτι άλλο επάνω. Αυτά από τεχνικής πλευράς.
Θυμάστε πώς αντιδρούσε ο κόσμος στις προβολές, είτε στα χωριά που μας αναφέρατε πριν, είτε και στο θερινό που ήταν εδώ;
Α! Εξαρτάται το τι βλέπανε. Τα μικρά παιδιά μόλις βλέπανε Ταρζάν, όλα κάναν τον Ταρζάν. Μόλις βλέπανε καμία αστυνομική ταινία, παίζανε το Στάκαμαν στην πλατεία. Μιλάμε για τα παιδιά, τώρα οι μεγάλοι, εντάξει, ήτανε… Δεν αντιδρούσαν έτσι, αλλά η πιτσιρικαρία ό,τι έβλεπε το έκανε στην πλατεία.
Κάποιο περιστατικό που να σας έχει κάνει εντύπωση και να το θυμάστε μέχρι σήμερα;
Δε μπορώ να θυμηθώ, δε μπορώ να θυμηθώ. Δε μπορώ να θυμηθώ, γιατί έχουνε περάσει και πολλά χρόνια, δε μπορώ να… Ίσως μου έρθει αργότερα περιστατικό.
Ή γενικά, το κλίμα που λαμβάνατε εσείς από τον κόσμο;
Αν ήτανε καλή η ταινία, ήταν ο κόσμος ευχαριστημένος. Aν ήταν η ταινία φόλα, που λέγαμε, ο κόσμος έφευγε με κρεμασμένα τα μούτρα, λοιπόν, και φυσικά η φόλα δεν πληρωνότανε... Μια καλή ταινία πληρωνόταν πολύ καλά λεφτά για εκείνη την εποχή, η φόλα, όμως, ήταν τσάμπα, σχεδόν τσάμπα. Όσο κόστιζαν τα μεταφορικά να πάει και να ‘ρθει η κόπια από την Αθήνα εδώ κόστιζε και να… Ενώ, οι ποιοτικές ταινίες και οι καλές ταινίες πληρωνόντουσαν πανάκριβα. Δηλαδή, το 1985 πληρώθηκε ταινία 40.000 δραχμές και μετά από τέσσερις μέρες που παίχτηκε μία άλλη ταινία πληρώθηκε ένα πεντακοσάρικο, λόγω του ότι ήτανε παλιά ταινία, ότι δεν ήταν ποιοτική, μιλάμε για φόλα, αλλά εκεί, εντάξει, με το τι έδινες, έπαιρνες και το θέμα είναι ότι σε εμάς εδώ, στην επαρχία, οι εταιρίες μας είχανε σφιγμένους πάρα πολύ. Δηλαδή, προγραμμάτιζες να παίξεις μια υπερπαραγωγή, ξέρω ‘γω τι, στο φουλ της σεζόν και η εταιρία σου έλεγε πέντε μέρες πιο πριν: «Δεν θα την παίξεις εσύ, θα την παίξει», π.χ., [00:20:00]«το Ναύπλιο που είναι μεγαλύτερο από εσάς πληθυσμιακά, γιατί θα έχει περισσότερα έσοδα». Αυτά στον επαρχιακό κινηματογράφο γινόντουσαν. Τώρα στην Αθήνα τα περισσότερα σινεμά τα εκμεταλλευόντουσαν οι εταιρείες με τους αιθουσάρχες και εκεί δουλεύαν με ποσοστά, δεν υπήρχε… Δούλευε; Έπαιρνε η εταιρία. Δε δούλευε; Δεν έπαιρνε ούτε ο αιθουσάρχης, ούτε η εταιρία. Πήγαινε καλά το έργο; Το κρατάγανε μια βδομάδα, δέκα μέρες. Λοιπόν, Δεν πήγαινε καλά; Μέσα σε τρεις μέρες είχε κατέβει. Αυτά συνέβαιναν.
Μας αναφέρατε πριν κάποιες άτυχες στιγμές.
Ναι, άτυχες στιγμές. Από τεχνικής πλευράς, ξέρω ‘γω, μερικές διακοπές ρεύματος και να είναι ο κόσμος μέσα και να μην ξέρεις το τι να κάνεις, να προσπαθείς να βάλεις μπροστά την γεννήτρια και να μην παίρνει και έπρεπε να επιστρέψεις τα χρήματα πίσω. Αλλά ένας που ήταν συνεργάτης του πατέρα μου, στο Βλαχόπουλο, έκανε μια προβολή. Το Βλαχόπουλο δεν είχε ρεύμα και χάλασε η γεννήτρια. Η ΔΕΗ τότε έβαζε κολόνες για να ηλεκτροδοτήσει το χωριό και αφού χάλασε η γεννήτρια και δεν μπορούσε να κάνει την προβολή, για να μην επιστρέψει τα χρήματα πίσω και η ταινία την επόμενη μέρα έπρεπε να φύγει για την Αθήνα και δε μπορούσε να παιχτεί την επόμενη μέρα με το ίδιο εισιτήριο, πήγε σε ένα μαγαζί απέναντι, πήρε ένα ηλεκτρικό σίδερο [Δ.Α.]: «Με το εισιτήριο», λοιπόν, «θα… Που έχετε στα χέρια σας θα κληρώσουμε το σίδερο και θα ‘ρθούμε να παίξουμε την ταινία». Τότε ένας χωροφύλακας εκεί στο χωριό, πάει και του λέει του Ηλία: «Ηλία», του λέει, «το σίδερο να κανονίσεις να πέσει σε μένα». Τελικά έγινε φασαρία, δεν κληρώθηκε ποτέ το σίδερο, ο Ηλίας πήγε αυτόφωρο και τρέχαμε με τον πατέρα μου να βγάλουμε τον Ηλία πάνω, από το αυτόφωρο. Αυτή ήτανε έτσι, μια από τις άτυχες στιγμές. Στις σύγχρονες παραστάσεις είχαμε και τις ατυχίες μας. Πολλές φορές το αυτοκίνητο που μετέφερε την κόπια από την Πύλο στη Μεθώνη πάθαινε ζημιά και περίμενε ο κόσμος και φώναζε ο κόσμος και τους βάζαμε εμείς διαφημίσεις, για να μπορέσουμε να τους καθυστερήσουμε, να τους καθησυχάσουμε και τον κρατάγαμε τον άλλονα αντί για δύο ώρες μέσα τρεις. Λοιπόν, και οι καφετζήδες είχανε θέμα στην πλατεία της Πύλου, γιατί μετά από το σινεμαδάκι, το καλοκαιρινό, πηγαίνανε στο καφέ [00:25:00]για ουζάκι, στην παραλία. Όταν τον κράταγες τον άλλον μέχρι τις 00:30-01:00 η ώρα δεν κατέβαινε να πάει, κι άμα είχες και καλή κόπια; Καλό έργο; Δεν κυκλοφορούσε κουνούπι και τότε οι καφετζήδες κρατάγανε μούτρα του πατέρα μου: «Πάλι ο Μισυρλής μάζεψε τον κόσμο και δεν είναι στην πλατεία». Tο ίδιο συνέβαινε και το χειμώνα, μετά από την προβολή μιας ταινίας πηγαίνανε στα ζαχαροπλαστεία. Ήτανε ο μόνος τρόπος διασκέδασης ο κινηματογράφος παλιά. Τώρα έχουνε βγει άλλα πράγματα. Kαι ήτανε και σημείο συνάντησης και αργότερα κλεινόντουσαν και τα ραντεβουδάκια εκεί. «Πού θα πάμε το βραδύ», ξέρω ‘γω τι, «μετά τον κινηματογράφο; Σε ποιο κλαμπάκι; Σε ποιο καφέ;», ξέρω ‘γω τι, αλλά τον σημερινό κινηματογράφο δεν τον ξέρω, ούτε πώς λειτουργεί. Έχω πλήρη άγνοια για τον σημερινό κινηματογράφο. Αυτά θυμάμαι! Τώρα είμαστε σε μια τηλεόραση καρφωμένοι, σε ένα τάμπλετ και χαζεύουμε, χαζεύουμε, μας χαζεύουνε, τους χαζεύουμε, όσοι ξέρουν και… Αυτά.
Ενότητα 3
Η παρακμή του σινεμά και οι συνήθειες ως προς την ονοματοδοσία των αιθουσών
00:27:00 - 00:36:10
Κάπως έτσι παράκμασαν οι θερινοί.
Ναι. Δεν υπάρχει. Στην περιοχή υπήρχανε δεκαοχτώ σινεμά καλοκαιρινά. Η Καλαμάτα είχε εννιά. Η Κυπαρισσία είχε δύο. Εδώ είχαμε έναν. Στην Μεθώνη υπήρχαν δύο. Στη Χώρα υπήρχε ένα. Στα Φιλιατρά υπήρχαν δύο. Στο Πεταλίδι υπήρχε ένα. Στο Μελιγαλά ένα, στη Μεσσήνη είπα; Στη Μεσσήνη υπήρχαν τρία σινεμαδάκια. Τώρα δεν υπάρχει κανένα. Κάποιες προβολές γίνονται, λέει, στην παλιά «Όαση» και πάνε όλοι στην Καλαμάτα.
Θυμάστε πώς νιώσατε την περίοδο της παρακμής;
Πολύ άσχημα, πάρα πολύ άσχημα. Πάρα πολύ άσχημα, γιατί μας κυνηγάγανε τράπεζες, κλητήρες, γιατί υπογράφαμε συναλλαγματικές στις εταιρίες, πριν, σαν εγγυητική. Λοιπόν, αν γινόταν μία καθυστέρηση, είχε την συναλλαγματική η εταιρία και σε κούναγε και ειδικά τον καιρό που υπήρχε η πτώση του κινηματογράφου συνέβαιναν πάρα πολλά πράγματα τέτοια και αυτές είναι πικρές εμπειρίες. Τώρα να έρχεται ο άλλος να σου χτυπάει στο αυτό… Ή να σε παίρνει τηλέφωνο και να σου λέει: «Ξέρεις, η κόπια δεν ήρθε». «Mα, δεν πρόλαβα το λεωφορείο!», «Όχι, εγώ ήθελα την κόπια να είναι αύριο εδώ, να την κοντρολάρω και να την στείλω αλλού». Τέτοια συνέβαιναν τον καιρό της κρίσης. Να έρχεται η κόπια εδώ [00:30:00]για να την παίξεις, να την προβάλλεις και να μην υπάρχει ανταπόκριση, να μην έχεις θεατές και να αναγκάζεσαι την πληρώνεις. Φυσικά σε όλα τα επαγγέλματα συμβαίνουν αυτά, έτσι; Λοιπόν, αλλά το θέμα είναι ότι εκεί το ακριβοπληρώναμε το τίμημα πάρα πολύ. Άλλη εμπειρία κακή είναι…
Πάρα πολλά σινεμά εκείνη την περίοδο είχαν γυναικεία ονόματα.
Ναι, πολλά! Εμείς ξεκινήσαμε σαν «Σινέ Ναυαρίνο» και κλείσαμε σαν «Σινέ Τζένη». Μετονομάστηκε «Σινέ Τζένη» το 1980. Μόλις έφυγε η αδερφή μου από την Πύλο, o πατέρας μου μετονόμασε το σινεμά «Τζένη». Αυτή είναι η ιστορία, δηλαδή, της ονομασίας και έκλεισε σαν «Τζένη». Τώρα, αν πας, αν πάμε στο σπίτι της Μισυρλή, έχει φύγει ο σοβάς και φαίνεται το «Σινέ Ναυαρίνο», το έχεις δει;
Ναι.
Το έχεις δει!
Που ήταν το αρχικό όνομα.
Ναι, το «Σινέ» και πίσω από το δημαρχείο ήταν σαν «Σινέ Ναυαρίνο» εκεί που είναι το δημαρχείο τώρα. Μόλις πήγαμε εκεί επάνω, στις αποθήκες του ΑΣΟ, μετονομάσθει «Σινέ Τζένη», γιατί τότε φύγαμε από εκεί, γιατί τότε ο δήμος ήθελε να το κάνει πνευματικό κέντρο με την προϋπόθεση ότι θα μπορούσαμε… Αλλά ποτέ δεν έγινε πνευματικό κέντρο. Αλλάξαν οι δημάρχοι, αλλάξανε τα σχέδια, ο καθένας έλεγε το… Από το ‘92 δεν υπάρχει πλέον κινηματογράφος στην Πύλο και για να στήσεις σήμερα κινηματογράφο είναι πολλά τα έξοδα και δεν ξέρεις αν είναι να προχωρήσει. Τώρα αυτός ο κύριος εκεί, στα Φιλιατρά, που έχει ξεκινήσει και κάνει εδώ δυο-τρία χρόνια προβολές, έχει πάρει ένα κινηματογράφο, μία αίθουσα, που υπήρχε εκεί κλειστή, λοιπόν, έχει αναβαθμίσει τα μηχανήματά του και έχει και κάπου αλλού –δεν ξέρω, κάπου στην Σαντορίνη; Και στην Αθήνα;– και κάνει αυτός ταυτόχρονες προβολές και στο νομό υπάρχουνε δύο τέτοια, ένα στην Καλαμάτα κι ένα στα Φιλιατρά και πιστεύω ότι ο άνθρωπος πάει, πιστεύω ότι πάει καλά και μακάρι να πηγαίνει καλά, γιατί είναι πολλά τα έξοδα.
Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ για αυτή την πολύ ωραία διήγηση των γεγονότων.
Εντάξει, σου τα είπα και λίγο αχταρμάς, έτσι; Δεν τα βάλαμε σε μία σειρά, αλλά το σινεμαδάκι, είναι σινεμαδάκι. Έχουμε και καλές και κακές εμπειρίες, ας ελπίζουμε ότι το σινεμαδάκι θα διατηρηθεί. Κάποτε, όμως, θα πάω και δεν ξέρω τότε. Θέλω να πάω, να το πω, να δω την καινούργια τεχνική προβολής. Αυτό με ενδιαφέρει. Έτσι να πάω, έτσι να δω, ενώ παλιά γινότανε ολόκληρο μηχανοστάσιο όσο είναι εδώ το γραφείο με ανορθωτές, αρολέζες, ενισχυτές. Λοιπόν, τώρα[00:35:00] τι γίνεται δεν ξέρω. Θέλω να πάω να δω.
Ελπίζω να είναι καλή η ταινία.
Λοιπόν, θέλω να πάω να δω. Μπα! Δε θα δω την ταινία, δε θα δω το έργο, γιατί θα αρχίσω να ψάχνομαι μέσα να δω τεχνικά, τι αυτό, τι… Αν μείνω, δηλαδή, θα μείνω στη δεύτερη προβολή, έτσι, για να παρακολουθήσω, την πρώτη θα αρχίσω να ψάχνομαι μέσα από τεχνικής πλευράς, πώς γίνονται οι προβολές τώρα. Πιστεύω κάποτε θα πάω, αλλά πιστεύω να μου βγει κι ο χρόνος, γιατί τώρα έχουν περάσει τα χρόνια, είμαστε και 64, λοιπόν, και έχουμε κι αλλά προβλήματα, τα οποία δε μπορούμε να απομακρυνθούμε από τον τόπο μας.
Και πάλι σας ευχαριστώ πολύ.
Λοιπόν, να είσαι καλά και σου εύχομαι κάθε επιτυχία στην εργασία που κάνεις.
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί έπειτα από νομικό έλεγχο.
Περίληψη
Ο Νίκος Μισυρλής παρουσιάζει την ιστορία του κινηματογράφου στη Μεσσηνία. Αναφερόμενος σε βιωμένα παραδείγματα κοντά στο σινεμά που διατηρούσε η οικογένειά του, περιγράφει την άνθηση και την παρακμή του επαρχιακού κινηματογράφου, τη δομή της αγοράς γύρω από αυτόν και τη θέση του στην τοπική κοινωνία. Θυμάται το κινητό σινεμά, τη διαδικασία προβολής ταινιών με κόπιες φιλμ, τις αντιδράσεις των ντόπιων απέναντι σε ταινίες και τις, τεχνικές ή μη, δυσκολίες που προέκυπταν γύρω από τις προβολές. Κλείνει την αφήγησή του μεταδίδοντας τα συναισθήματά του σχετικά με την παρακμή του κινηματογράφου, αλλά και στοιχεία όσον αφορά στις συνήθειες ονοματοδοσίας αιθουσών πριν το 2000.
Αφηγητές/τριες
Νίκος Μισυρλής
Ερευνητές/τριες
Αγγελική Κοτσόβολου
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
04/06/2020
Διάρκεια
36'
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί έπειτα από νομικό έλεγχο.
Περίληψη
Ο Νίκος Μισυρλής παρουσιάζει την ιστορία του κινηματογράφου στη Μεσσηνία. Αναφερόμενος σε βιωμένα παραδείγματα κοντά στο σινεμά που διατηρούσε η οικογένειά του, περιγράφει την άνθηση και την παρακμή του επαρχιακού κινηματογράφου, τη δομή της αγοράς γύρω από αυτόν και τη θέση του στην τοπική κοινωνία. Θυμάται το κινητό σινεμά, τη διαδικασία προβολής ταινιών με κόπιες φιλμ, τις αντιδράσεις των ντόπιων απέναντι σε ταινίες και τις, τεχνικές ή μη, δυσκολίες που προέκυπταν γύρω από τις προβολές. Κλείνει την αφήγησή του μεταδίδοντας τα συναισθήματά του σχετικά με την παρακμή του κινηματογράφου, αλλά και στοιχεία όσον αφορά στις συνήθειες ονοματοδοσίας αιθουσών πριν το 2000.
Αφηγητές/τριες
Νίκος Μισυρλής
Ερευνητές/τριες
Αγγελική Κοτσόβολου
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
04/06/2020
Διάρκεια
36'