Μια οικογένεια, μια σκηνή: Η δισέγγονη της Κυβέλης αφηγείται
Ενότητα 1
Ονοματοδοσία και σύντομο βιογραφικό
00:00:00 - 00:03:37
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Στέλλα μου, καλώς ήρθες στο σπίτι μου στη Σύρο. Όταν γεννήθηκα με έλεγαν Βαλεντίνη Στεφανίδου. Πολίτικο σπίτι, το βλέπεις κι απ’ το περιβά…αι στον ουρανό. Λοιπόν, δεν είχα έρθει ποτέ στη Σύρο, η φράση αυτή του Μάνου Ελευθερίου με τάραξε αφάνταστα, γύρισα στην Αθήνα και μίλησα.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 2
Ανακαλύπτοντας την Κυβέλη
00:03:37 - 00:06:56
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Και με το Μαέστρο που είμαστε ξαδέλφια, τον Αλέξανδρο Μυράτ και με τη μητέρα μου και αποφασίσαμε να πουλήσει η μητέρα μου το σπίτι της στην …οντάδο και το πηγάδι, μπάρκαρε για 30-35 χρόνια και με το χρυσάφι των κυμάτων έχτισε αυτό το σπίτι, στο οποίο μέσα, σήμερα βρίσκομαι εγώ.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 3
Το σπίτι στη Σύρο
00:06:56 - 00:08:23
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Είναι εκπληκτικό αυτό το σπίτι! Τι άλλο ξέρουμε για αυτόν τον άνθρωπο; Ε, δεν ξέρουμε παραπάνω πράγματα, έγινε ναυτικός. Θα πρέπει πολλά …παντρέψουμε και τα λοιπά, υπηρέτρια, αλλιώς ο τρίτος δρόμος είναι η πορνεία. Έχει γραφτεί ένα εξαιρετικό ντοκτορά για την πορνεία στη Σύρο.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 4
Το Ινστιτούτο Κυβέλη
00:08:23 - 00:10:02
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Και το ‘99 αν δεν κάνω λάθος ανοίγει το ινστιτούτο. Ναι, ναι, ανοίξαμε. Κάναμε μία μικρή ομάδα, να μπορούμε να κάνουμε κάποια έρευνα. Και…γιατί ήταν πάρα πολύ λίγο το κοινό. Το Αθηναϊκό κυρίω ς κοινό, ελάχιστο. Συν που το κλέβανε η μία από την άλλη, η Κυβέλη με την Κοτοπούλη.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 5
Ποια ήταν η Κυβέλη
00:10:02 - 00:15:04
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Είναι πάρα πολύ εντυπωσιακό το ότι εσύ ανακάλυψες όλη αυτή την ιστορία με το δικό σου δρόμο, ξεκινώντας τόσο αργά, χωρίς να το ξέρεις από το…τέψω ότι δεν υπάρχει μοίρα; Κισμέτ; Ε, πώς να το δεχτώ αυτό το πράγμα; Όταν αλλάζει η ζωή σου επειδή έπεσε εκεί, μία σφαίρα. Σ' έπεισα;
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 6
Ο Χρηστομάνος και η Νέα Σκηνή
00:15:04 - 00:17:04
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Εγώ θα πω πως ναι. Και εμφανίζεται ο Χρηστομάνος, ιδρύει το... Το νέο ελληνικό θέατρο που λέγεται Νέα Σκηνή. Παίρνει έναν αέρα το θέατρο…ει ο εαυτός της, δεν της φτάνει αυτό που ζει, δεν της φτάνει αυτό που είναι αντίκρυ της, δεν της φτάνει η Κοτοπούλη, δεν της φτάνει τίποτα.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 7
Η πολιτική ατμόσφαιρα της εποχής
00:17:04 - 00:21:49
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Η κοινωνία της εποχής πώς αντιμετωπίζει το ότι φεύγει για τη Γαλλία, παρατώντας τον Μυράτ; Α! Έχει φοβερά δημοσιεύματα, «Η άπιστη, η αυ…χε σπουδάσει εκεί, και εκεί πρωτοσυνάντησε ο Βενιζέλος τον Γεώργιο Παπανδρέου, σαν νομίζω πρόεδρο μιας φοιτητικής οργάνωσης, κάτι τέτοιο.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 8
Στη σκηνή με την Κοτοπούλη
00:21:49 - 00:25:18
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Η Κυβέλη πώς βρίσκεται σε όλες αυτές τις πόλεις της διασποράς; Ε, με το θίασο. Πάει να παίξει. Δεν ταξιδεύει με τον Παπανδρέου; Όχι, …ε καινούργιοι συγγραφείς στο προσκήνιο και παίζουνε και τον Ευγένιο Ο’ Νηλ, Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα, είναι μία τριλογία νομίζω.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 9
Οικοδομώντας το Ινστιτούτο
00:25:18 - 00:26:58
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Υπάρχει μια ιδιαίτερη σχέση και με τον Πιραντέλλο αρκετά πριν... Ε, αυτό είναι πολύ νωρίς. Αυτό και εκεί... Αυτό πώς προέκυψε; Ε, φαν…εχόμαστε τους άλλους ανθρώπους; Γιατί αυτό είναι μία βαθιά δημοκρατική πράξη. Κρίνεσαι διαρκώς! Κρίνεσαι! Εκτίθεσαι. Εκτίθεσαι! Αυτό.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 10
Γιατί όχι θέατρο και η ζωή ως ξεναγός
00:26:58 - 00:32:23
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Πώς και δεν ασχολήθηκες με το θέατρο; Δεν ασχολήθηκα με το θέατρο, γιατί δεν με ενθάρρυναν ούτε οι θεατρίνες και επιπλέον όταν πια έφτασα…είχε στην Ολυμπία;» Είσαι ξεναγός λοιπόν, έχεις το γιο σου που τον έχεις ήδη μεγαλώσει, παντρεμένη... Παντρεμένη, μετά χωρισμένη.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 11
Ο πεθερός καβαλιέρε και η μοίρα
00:32:23 - 00:33:54
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ανέφερες ένα πλοίο, το οποίο σε πήγαινε στις Κυκλάδες και δεν είχες κατέβει στη Σύρο μέχρι τη... Ο Κολοκοτρώνης. Τι ήταν αυτό το πλοίο… ο ουρανός να βγω ακόμα, γιατί δεν ήτανε ο Μάνος έξω από το θέατρο. Μου αρέσει η μοιρολατρία σου! Με ένα τρόπο που δε γνωρίζει τυχαίο...
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 12
Επίλογος
00:33:54 - 00:43:14
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Να σου πω κάτι, Στέλλα; Κάνει και πιο εύκολα τα πράγματα. Λες δεν ήθελε, δεν ήθελε η ζωή, δεν ήθελε οι μοίρα. Τελείωσε. Κλείνει. Χάνουμε λ…νη. Θέλει προσπάθεια η χαρά, συχνά μπορεί να είναι και θέατρο. Είναι η μεγαλύτερη άμυνα που έχω γνωρίσει η χαρά. Είναι θωράκιση η χαρά.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνηση[00:00:00]Στέλλα μου, καλώς ήρθες στο σπίτι μου στη Σύρο. Όταν γεννήθηκα με έλεγαν Βαλεντίνη Στεφανίδου. Πολίτικο σπίτι, το βλέπεις κι απ’ το περιβάλλον μου, Πολιτική η οικογένεια του πατέρα μου, Κωνσταντινουπολίτες. Το άλλο σόι της μάνας μου ήταν γυναίκες πανέμορφες, ελεύθερες, επιπόλαιες και θέλανε να με ονομάσουν ή Κυβέλη ή Μιράντα. Η Κωνσταντινοπολίτισσα γιαγιά μου λοιπόν, ένα βράδυ είπε: «Πεθαίνω! Πριν σβήσω να ακούσω το όνομά μου» και φέρανε την κολυμπήθρα στο σπίτι και με βάφτισαν Βαλεντίνη. Το Βαλεντίνη το πήρε η γιαγιά μου από το μεγάλο μυθιστόρημα του Κόμη Μόντε Χρίστου. Είναι η γυναίκα, είναι το σπάνιο λουλούδι μέσα στο αφήγημα του Κόμη Μόντε Χρίστο, που είναι ένα διάσημο βιβλίο, ιδίως για την εποχή της γιαγιάς μου, του Δουμά, Αλέξανδρου Δουμά. Πάει αυτό, δεν πειράζει. Λοιπόν, τώρα ονομάζομαι Βαλεντίνη Ποταμιάνου, αυτό ήταν το επαγγελματικό μου όνομα μετά το γάμο μου. Δούλεψα πάρα πολύ και πάρα πολύ ωραία χρόνια ως Ελληνίδα ξεναγός και η τελευταία δουλειά που έκανα ήτανε στο Μέγαρο Μουσικής. Στο Μέγαρο Μουσικής μου ζητήσανε να έρθω στη Σύρο, νομίζω ήταν το ‘95, να δω εάν μπορεί η ορχήστρα του Μεγάρου η καμεράτα, να παίξει στο πανέμορφο θεατράκι «Απόλλων». Έξω από το θέατρο ήταν κάποιοι που δουλεύανε για το δήμο, ήταν ένας θαυμάσιος άνθρωπος ο Αντώνης Μαρκούλης και ήτανε και ο Μάνος Ελευθερίου, που μου είπε ότι ετοιμάζει τους τέσσερις τόμους για την ιστορία του θεάτρου μέσα στους οποίους, στο δεύτερο συγκεκριμένα, θα βρίσκεται ένα ζευγάρι που είναι οι δικοί μου άνθρωποι. Και ρώτησα: «Ποιοι είναι αυτοί οι δικοί μου άνθρωποι;» και μου είπε: «Η προγιαγιά σου η Κυβέλη και ο προπάππος σου ο Μήτσος Μυράτ! Τους έφερε στη Σύρο πρώτη φορά, ανύπαντρους ακόμα, το 1904 αυτός ο σπουδαίος άνθρωπος, ο πατριάρχης του θεάτρου ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος». Πολλοί με ρωτάνε: «Μα δεν ήξερες;». Φυσικά δεν ήξερα! Ποιος ξέρει για τον προπάππο του; Εδώ δεν ξέρουμε που γεννήθηκαν οι προπαππούδες μας. Ωστόσο, το πλοίο Κολοκοτρώνης, που ερχότανε σχεδόν κάθε εβδομάδα στη Σύρο ήτανε του πεθερού μου. Ο πεθερός μου, Πέτρος Ποταμιάνος, αγόρασε ένα από τα τέσσερα καράβια των ιταλικών επανορθώσεων. Εγώ όμως στη Σύρο δε βγήκα ποτέ! Παρότι έμεινα με τον άντρα μου, παντρεμένοι μείναμε μαζί, δέκα ευτυχισμένα χρόνια. Στα λέω αυτά Στέλλα, γιατί εγώ πιστεύω ότι υπάρχει κάτι άλλο στη ζωή του κάθε ανθρώπου, παίζεται η ζωή σου σε μιας άλλης καρδιάς τους χτύπους, μπορεί ακόμα και στον ουρανό. Λοιπόν, δεν είχα έρθει ποτέ στη Σύρο, η φράση αυτή του Μάνου Ελευθερίου με τάραξε αφάνταστα, γύρισα στην Αθήνα και μίλησα.
Και με το Μαέστρο που είμαστε ξαδέλφια, τον Αλέξανδρο Μυράτ και με τη μητέρα μου και αποφασίσαμε να πουλήσει η μητέρα μου το σπίτι της στην Αθήνα και να αγοράσουμε αυτό. Της είπα: «Κυβέλη, θέλεις να πας να δεις το σπίτι που βρήκα στη Σύρο που θα ανοίγουμε και στο κοινό;» και μου είπε: «Όχι, θα πάω μία και καλή, όταν ανοίξουμε στο κοινό!». Φέραμε λοιπόν, ό,τι υπάρχει εδώ. Που είναι είναι ετερόκλητα πράγματα, σπαράγματα, όπως σπαραγμένες είναι και οι ζωές όλων των Ελλήνων μέσα στο Αιγαίο, μέσα στη Μεσόγειο, με τα ταξίδια της διασποράς, με όλους αυτούς τους πολέμους, τους εμφύλιους, τις καταστροφές, όπου βέβαια μέσα στη δική μου οικογένεια, καταστροφές λογαριάζω τους έρωτες και τα διαζύγια. Λοιπόν, ήθελα όμως να σου πω κάτι ακόμα, η οικογένεια Ποταμιάνου, που φέρνω ακόμα το όνομά της, είναι μία πολύ σπουδαία για τη ναυτιλία οικογένεια και ο γιος μου που ήταν από μικρός ηλεκτρολόγος με παρακάλεσε μία μέρα να πάω σε ένα σπίτι στο Μεταξο[00:05:00]υργείο, σε ένα λαϊκό σπίτι, που αυτός καθώς ήτανε εκπαιδευόμενος ηλεκτρολόγος, μου είπε: «Θα τους κάνω έτσι, κάποιες εγκαταστάσεις στο σπιτάκι τους και σε παρακαλώ έλα, γιατί μου ζήτησαν να σε γνωρίσουν». Εγώ πήγα σε αυτό το λαϊκό σπίτι στο Μεταξουργείο και με υποδέχτηκε η κυρία και μου είπε: «Ο σύζυγός μου είναι ακόμα στο κρεβάτι, περάστε!» τον είδα και εκείνος μου είπε: «Κυρία Ποταμιάνου, πρέπει να σηκωθώ να σας μιλήσω. Θα με περιμένετε έξω, να φορέσω τα πόδια μου!» και μαζί με το παντελόνι... έβαλε τα πόδια του. Μου είπε λοιπόν, ότι η Ελένη Ποταμιάνου, η θεία του συζύγου μου, του έκανε μασάζ σαν εθελόντρια νοσοκόμα, μετά την Αλβανία και έτσι μπόρεσε να του κόψουν τα πόδια κάτω από τα γόνατα, πράγμα που τον βοήθησε πάρα πολύ, στην κίνηση του και στη δύναμή του.
Συγκλονιστικό!
Συγκλονιστικό. Στη Σύρο λοιπόν, ήρθα αφού αγοράσαμε αυτό το σπίτι - ήταν ακόμα δραχμές - και το σπίτι, με μία έρευνα που έγινε, πίσω πίσω-πίσω απ’ τα συμβόλαια, βρήκα πως το έχτισε ένας Χιώτης, που γεννήθηκε στη Χίο το 1803, ονομαζόταν Φραγκίσκος Μαυρουδής και αφού αγόρασε το βράχο στη ρίζα του Bροντάδο και το πηγάδι, μπάρκαρε για 30-35 χρόνια και με το χρυσάφι των κυμάτων έχτισε αυτό το σπίτι, στο οποίο μέσα, σήμερα βρίσκομαι εγώ.
Είναι εκπληκτικό αυτό το σπίτι! Τι άλλο ξέρουμε για αυτόν τον άνθρωπο;
Ε, δεν ξέρουμε παραπάνω πράγματα, έγινε ναυτικός. Θα πρέπει πολλά σπίτια να είναι καπετανόσπιτα στην ίδια γειτονιά, γιατί βρίσκουμε και τα ίδια στοιχεία στο μαντέμι, στα μπαλκόνια και λοιπά. Έχει ένα πηγάδι πολύ μεγάλο και έχει και στέρνα στην κουζίνα. Τα μεγάλα αριστοκρατικά σπίτια των εμπόρων έχουνε και τρεις στέρνες. Χρειάζονται πάρα πολύ νερό. Για να είσαι μπουρζουά πρέπει να έχεις πάρα πολύ νερό, να έχεις προσωπικό να σιδερώνει, να πλένει και αυτό ήτανε μία ιστορία πολύ σπουδαία για τη Σύρο, γιατί καταλαβαίνεις ότι μετά την καταστροφή της Χίου, πόσες κοπέλες ήρθανε ορφανές, απροστάτευτες που θα πρεπε να βρούνε μία προστασία σε ένα σπίτι, σαν αυτό που λέγανε ψυχοκόρη, θα σε παντρέψουμε και τα λοιπά, υπηρέτρια, αλλιώς ο τρίτος δρόμος είναι η πορνεία. Έχει γραφτεί ένα εξαιρετικό ντοκτορά για την πορνεία στη Σύρο.
Και το ‘99 αν δεν κάνω λάθος ανοίγει το ινστιτούτο.
Ναι, ναι, ανοίξαμε. Κάναμε μία μικρή ομάδα, να μπορούμε να κάνουμε κάποια έρευνα. Και σε αυτή την έρευνα, μπήκε ένα σπουδαίο κορίτσι που λέγεται Μαίρη Καπή και το μάστερ που έκανε ήταν πάνω στο «Βασιλικόν Θέατρον». Οπότε η Κυβέλη, που έκανε το ντοκτορά της και δούλεψε για αυτό έξι-εφτά χρόνια -όχι αστείο- για να αποδελτιώσει αυτούς τους αιώνες, που παίζανε αυτοί ατελείωτα στα θέατρα, που μπορεί να ανεβάζαν και 60 έργα την ημέρα, την χρονιά 60 έργα, αλλάζαν κάθε μέρα θέλω να πω. Και δούλεψε πάρα πολύ, έκανε ένα ντοκτορά με τη θεατρολογία της Θεσσαλονίκης, τον Ανδρέα Δημητριάδη, ντοκτορά 150.000 λέξεις. Εσύ, θα πρέπει να καταλαβαίνεις τι μόχθος είναι αυτό! Έχει πολύ μόχθο όλη αυτή η ιστορία του θεάτρου και η έρευνα. Το μόνο είναι ότι το ένα πέφτει πάνω στο άλλο, μπλέκονται όλα μαζί και σου βγάζει και πράγματα που εκπλήσσεται κανείς και χαίρεται για αυτό που υπήρξε ο Ελληνισμός. Το ελληνικό θέατρο του 20ου αιώνα είναι απόλυτα συνδεδεμένο με τον ελληνισμό της διασποράς. Δε θα επιζούσανε οι άνθρωποι αυτοί, γιατί ήταν πάρα πολύ λίγο το κοινό. Το Αθηναϊκό κυρίω[00:10:00]ς κοινό, ελάχιστο. Συν που το κλέβανε η μία από την άλλη, η Κυβέλη με την Κοτοπούλη.
Είναι πάρα πολύ εντυπωσιακό το ότι εσύ ανακάλυψες όλη αυτή την ιστορία με το δικό σου δρόμο, ξεκινώντας τόσο αργά, χωρίς να το ξέρεις από τους γονείς σου εννοώ. Αλλά, επειδή μιλάμε τόση ώρα σε έναν χώρο όπως είναι το Ινστιτούτο Κυβέλη για την Κυβέλη χωρίς να έχουμε μιλήσει για την ίδια. Θέλεις να μας πεις λίγα λόγια για την ιστορία της; Πώς ξεκινάμε; Ποια είναι η Κυβέλη; Πότε γεννιέται;
Η Κυβέλη δε γεννήθηκε, βρέθηκε. Το 1888 έξω από ένα φτωχικό σπιτάκι, σε μία αυλή, όπου φτωχοί προλετάριοι είχαν ο καθένας στην καμαρούλα του, το αφήσανε έξω από τον Αναστάση Ανδριανό, που ήταν τσαγκάρης. Ζούσε με μία αγράμματη γυναίκα, που ξενόπλενε, ήτανε ασπρορουχού, που σημαίνει σιδέρωνε και άσπριζε ασπρόρουχα, λευκά είδη που λέμε σήμερα. Και οι άνθρωποι αυτοί το πήραν το παιδάκι, αλλά φορούσε κάτι που έδειχνε ότι είναι βαφτισμένη, Κυβέλη. Τώρα το όνομα αυτό πάει κατευθείαν στην Μικρά Ασία. Λοιπόν, η γυναίκα το πήρε και την άλλη μέρα ψάξανε να βρούνε κάποιος να το θηλάσει, και πήγε στη δουλειά της με το μωρό της και οι άνθρωποι αυτοί της είπανε: «Δε μπορείς από το δρόμο να κάνεις ένα παιδί δικό σου. Θα το ρίξετε στη βρεφοδόχο, στην οδό Πειραιώς, στο συρτάρι της βρεφοδόχου -το Μουσείο Μπενάκη μας έδωσε μία σπουδαία φωτογραφία της βρεφοδόχου- και από εκεί θα το πάρετε με χαρτιά» και έτσι η Κυβέλη πήρε το όνομά του τσαγκάρη, που λεγόταν Αναστάσιος Ανδριανός. Αυτούς θεώρησε γονείς, δεν έψαξε ποτέ να βρει ποιοι είναι οι γονείς της, ούτε ενδιαφέρθηκε ποτέ και σε όσοι την πλησίασαν και λοιπά. Αναγνώρισε μόνο αυτούς τους ανθρώπους και όταν τη ρώτησα: «Πότε μάθατε ότι δεν είναι οι γονείς σας;» μου είπε: «Ε, μόλις έπαιζα μικρό παιδί και στο σχολείο και με τα άλλα τα παιδιά, μου το είπανε» και τη ρώτησα: «Ταραχτήκατε, στεναχωρηθήκατε;» και μου είπε: «Όχι, μάλλον λυτρώθηκα που δεν είμαι παιδί τόσο ταπεινών ανθρώπων. Θά 'πρεπε να σκεφτώ τον εαυτό μου...πώς θα τον αναπτύξω».
Τι συνέβη λοιπόν στη ζωή της που μεγάλωσε σε αυτή την οικογένεια των ταπεινών ανθρώπων;
Ήρθε ο Χρηστομάνος. Δολοφονήθηκε η Σίσσυ στη Βιέννη, ψέματα, στη λίμνη της Γενεύης, δολοφόνησαν τη Σίσσυ. Και η Σίσσυ είχε κοντά της έναν νέο, ταλαντούχο, πανέξυπνο φοιτητή, τον Κωνσταντίνο Χρηστομάνο. Και η Βιέννη τον θεώρησε persona non grata, γιατί είχε και ημερολόγια κρατούσαν, αλληλογραφούσαν με την αυτοκράτειρα. Η Βιέννη τον θεώρησε ανεπιθύμητο, τον έδιωξε και στην Αθήνα που ήρθε, συγκέντρωσε στο θέατρο του Διονύσου τους λόγιους, την ιντελιγκέντσια της εποχής του και είπε: «Θα ιδρύσω το νεοελληνικό θέατρο, θα λέγεται Νέα Σκηνή, και εσείς όλοι θα είστε οι μύστες!». Έτσι ξεκίνησε, με όνειρα, όλη η ιντελιγκέντσια, θα ήτανε ξέρεις τώρα, ο Νιρβάνας...όλη η εποχή αυτή. Είναι η αυγή του 20ου αιώνα αυτή. Λοιπόν, όταν έφτιαξε τη σχολή του, πήγανε νέοι άνθρωποι που πιστεύανε, που ψάχνανε, που απογοητεύτηκαν από το «Βασιλικόν Θέατρον» -που έκανε την εργασία της η Μαίρη η Καπή- και ψάχνονταν, απογοητευόντουσαν. Μα δεν έχει αλλάξει και τίποτα, ψάχνεις απογοητεύεσαι, πας αλλού, νομίζεις, αντιστέκεσαι, πέφτεις στην τρύπα, σηκώνεσαι, κάποιος σου λέει κάτι άλλο, εμπιστεύεσαι…
Και παίρνεις μία κατεύθυνση, μάλλον.
Τι αλλάζει; Τι έχει αλλάξει Στέλλα μου; Τι έχει αλλάξει; Τι κάνει ο νέος άνθρωπος;
Τίποτα. Αλλά λέγαμε για την Κυβέλη και στάθηκε πιο τυχερή... επιλέγοντας.
Ε, λοιπόν εντάξει, για αυτό σου είπα αν δεν είναι ανοιχτός ο ουρανός Στέλλα μου...εδώ η ζωή της άλλαξε, επειδή δολοφόνησε ένας τρελός την αυτοκράτειρα Ελισάβετ στη λίμνη της Γενεύης. Τώρα θες να πιστέψω ότι δεν υπάρχει μοίρα; Κισμέτ; Ε, πώς να [00:15:00]το δεχτώ αυτό το πράγμα; Όταν αλλάζει η ζωή σου επειδή έπεσε εκεί, μία σφαίρα. Σ' έπεισα;
Εγώ θα πω πως ναι. Και εμφανίζεται ο Χρηστομάνος, ιδρύει το...
Το νέο ελληνικό θέατρο που λέγεται Νέα Σκηνή. Παίρνει έναν αέρα το θέατρο τότε, γιατί εντάξει, παίζανε βουκολικά δράματα ως τότε. Γίνανε κι άλλες προσπάθειες, υπάρχει θέατρο και πριν από την Κυβέλη και το Μυράτ και την Κοτοπούλη. Αλίμονο! Τα έχει γράψει ο Μάνος όλα αυτά, τις λατρεύει αυτές τις παλαιές ντίβες o Μάνος. Λοιπόν, τι άλλο θες να σου πω;
Φτάνει, μπαίνει στη Νέα Σκηνή, γίνεται η μούσα...
Ε, σε 1-2 χρόνια τον εγκαταλείπει τον Μυράτ, και έχει πια δεύτερο σύζυγο που είναι…
Δεν ήτανε με τον Μυράτ. Ήταν μετά τη δολοφονία της Σίσσυς, έχει γίνει η μούσα στη Νέα Σκηνή...
Ναι, ναι βέβαια. Τη λατρεύει ο Χρηστομάνος. Υπάρχουνε ντοκουμέντα, υπάρχουν ημερολόγια, τα έχουμε γράψει, τα έχουμε ξαναπεί. Του φιλάει τα ρούχα, τον έχει για Θεό. Aυτός τους βρίζει, τους δέρνει, τους πετάει καρέκλες το κεφάλι, αυτοί τον λατρεύουνε, είναι love and hate μία σχέση. Ώσπου παντρεύεται τον Μυράτ και μετά πρέπει να συνεχίσουν μόνοι τους, χωρίς τον Χρηστομάνο. Ε καταλαβαίνεις τώρα, τι θα ταν η ζωή αυτών των ερήμων ηθοποιών τότε. Λοιπόν μετά από αυτό σε δύο χρόνια παντρεύεται τον ιμπρεσάριο, ξεκινάει μία άλλη καριέρα μαζί του, από το Παρίσι. Βλέπει το γαλλικό θέατρο, βλέπει τη Σάρα Μπερνάρ, αλλάζει η ζωή της. Θέλει να μεταμορφώσει πρώτα τον εαυτό της και μετά το νεοελληνικό θέατρο. Δεν της φτάνει ο εαυτός της, δεν της φτάνει αυτό που ζει, δεν της φτάνει αυτό που είναι αντίκρυ της, δεν της φτάνει η Κοτοπούλη, δεν της φτάνει τίποτα.
Η κοινωνία της εποχής πώς αντιμετωπίζει το ότι φεύγει για τη Γαλλία, παρατώντας τον Μυράτ;
Α! Έχει φοβερά δημοσιεύματα, «Η άπιστη, η αυτή...» Αυτή δεν τη νοιάζει τίποτα. Γυρίζει, την ξανα λατρεύουν.
Γυρίζει και…;
Ξέρεις τι λέει ο Πικάσο; «Δεν έχω πράσινο, βάζω μπλε». Αυτή φτιάχνει τον κόσμο, αυτή ζωγραφίζει τον πίνακα, δε σε ρωτάει. Λοιπόν, κρατάει πάρα πολλά χρόνια, 20 χρονών έχει θέατρο δικό της και τρία παιδιά. Μέχρι που γυρίζει από τη Σμύρνη το 1920 και στη Χίο συναντάει τον Γεώργιο Παπανδρέου. Έρωτας με την πρώτη ματιά, ε και αλλάζει η ζωή τους. Έλεγα σε κάποιους προχθές, ότι έχουν ανταλλάξει μεταξύ τους 350 γράμματα ερωτικά και διαβάζω ότι ο Βίκτωρ Ουγκώ με μία γυναίκα που αγάπησε. επί 50 χρόνια, έχουν ανταλλάξει 17.000 γράμματα! Λοιπόν βλέπεις πάντα είναι μικρή η Ελλάς, μικρή και έντιμος Ελλάς. Λοιπόν, 17.000 γράμματα!!
Ε, ήταν ο Βίκτωρας Ουγκώ...
Έ, βλέπεις τα μεγέθη! Πρέπει να έχουμε -είναι πολύ σωστό αυτό που είπες, Στέλλα- πρέπει να έχουμε συνείδηση των μεγεθών, είναι πολύ σημαντικό στη ζωή ενός ανθρώπου!
Εμένα, αυτό που με είχε εντυπωσιάσει με τη ζωή της Κυβέλης, είναι οι πολιτικές συνθήκες που συνέβαιναν παράλληλα γιατί ζούσε σε μία ταραχώδη εποχή...
Ναι, ναι.
Και τις ακολουθούσε και με κάποιο τρόπο ήταν και ένα λιθαράκι, ας πούμε πριν τον Γεώργιο Παπανδρέου, στη...
Είναι Βενιζελική, είναι ιέρεια του ρομαντισμού, μούσα και ιέρεια του βενιζελισμού, είναι δοσμένη πολύ.
Σε αντίθεση;
Είναι πολιτικοποιημένος άνθρωπος. Απόλυτα. Έχει διαλέξει, και πληρώνεις και το κόστος. Έφευγε ο Βενιζέλος, σπάγαν το θέατρο της, έφευγε κι αυτή. Μετά, καίγανε το θέατρο της Κοτοπούλη, ήτανε μία τέτοια κατάσταση. Και ξέρεις ποιο είναι το χειρότερο, Στέλλα; Ότι οι άνθρωποι αυτά τα βρίσκαν και φυσικά. «Ε, φυσικό ήτανε να της κάψουν το θέατρο!». Αυτό είναι το χειρότερο[00:20:00]! Όχι ότι τα καίγανε, ότι το θεωρούσαν φυσικό. Ότι το θεωρούσαν φυσικό επακόλουθο! Την καταστροφή, τον εξευτελισμό, τα θεωρούσαν φυσικά επακόλουθα. Τέλος πάντων...
Ε, είχε μπολιάσει και τους ανθρώπους ο διχασμός, γι’ αυτό το θεωρούσαν φυσικό. Που έχουμε μείνει στην ιστορία; Δεν έχουμε βάλει καμμιά ημερομηνία, μ’ αρέσει αυτό, όποιος ακούει ξέρει...
Λοιπόν, το ‘20 συναντιούνται στη Χίο, είναι σημαδιακή η Χίος για αυτό το σπίτι. Λοιπόν, γεννιέται ένας έρωτας με έναν απεριόριστο θαυμασμό που έχει ο ένας για τον άλλο, φαίνεται στην αλληλογραφία, μέσα σε αυτά τα 350 γράμματα. Από αυτά, δημοσιεύσαμε 2-3, βγήκε ένα πολύ μεγάλο μυθιστόρημα, «Φλόγα και Άνεμος», το έγραψε ο Στέφανος Δάνδολος, και τώρα θα γυριστεί σε 12 επεισόδια για την ΕΡΤ. Κάναμε τρεις μικρές ταινίες μικρού μήκους και την αλληλογραφία την έδωσα σε ένα πολύ μεγάλο ίδρυμα της πατρίδας μας στο «Αικατερίνη Λασκαρίδη» και φαντάζομαι ότι θα ασχοληθούν, γιατί θέλει έρευνα. Θέλει να πληρώσεις τους επιστήμονες, θέλει θεατρολόγο, θέλει ιστορικό, πρέπει να ταξιδέψεις στις πόλεις της διασποράς, πρέπει να πας στη Γερμανία, να ξεκινήσεις με τα κινήματα του σοσιαλισμού στη Γερμανία. Δεν είναι τυχαίο ότι είχε σπουδάσει εκεί, και εκεί πρωτοσυνάντησε ο Βενιζέλος τον Γεώργιο Παπανδρέου, σαν νομίζω πρόεδρο μιας φοιτητικής οργάνωσης, κάτι τέτοιο.
Η Κυβέλη πώς βρίσκεται σε όλες αυτές τις πόλεις της διασποράς;
Ε, με το θίασο. Πάει να παίξει.
Δεν ταξιδεύει με τον Παπανδρέου;
Όχι, όχι. Με τον Παπανδρέου κάνανε μόνο βέβαια αυτό το μεγάλο ταξίδι, όταν έχει γίνει η γερμανική κατοχή που φεύγουν με καΐκι στη Μικρά Ασία, στο Λίβανο, έτσι λέγεται «Κυβέρνησις του Λιβάνου» και μετά περνάνε στην Αίγυπτο και μετά το τέλος του πολέμου η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας βρίσκεται στην Cava de’ Tirreni, έξω από τη Νάπολη νομίζω είναι αυτό το μικρό μέρος. Όταν ήρθε ο δήμαρχος από την Cava de’ Tirreni στην Αθήνα, τον συνάντησα και του έδειξα φωτογραφίες που υπάρχουν και τα ταύτισε τα κτίρια που πήγε η ελληνική κυβέρνηση γιατί διπλωμάτης ήταν εκεί, -Αχ Στέλλα, ποιος ήτανε!- ο Σεφέρης!
Τρομερό! Ήταν διπλωμάτης στην…
Και ταύτισε λοιπόν τα κτίρια όλα, όπως του έδειξα τις φωτογραφίες και έκανε ένα μικρό φεστιβάλ. Και έκανε νομίζω και ένα φεστιβάλ για τον Σεφέρη στην Cava de’ Tirreni απέναντι από το πέλαγος των Τυρρηνών, και αυτά είναι μεγάλα μέρη της Ελληνικής διασποράς.
Φανταστικό. Έχουμε φτάσει λοιπόν σε αυτή την εποχή, έχουμε μιλήσει για το αντίπαλο δέος της Κοτοπούλη και του Βασιλικού Θεάτρου. Αυτά τα δύο κάπου συναντιούνται, σε αυτή την ιστορία, τα δύο...
Δεν είναι... δε συναντιούνται. Είναι παράλληλα! Διαρκώς είναι μαζί, είναι παράλληλα!
Είναι μαζί αλλά είναι σαν ανταγωνιστικά και πού βρίσκονται κάποια στιγμή; Γιατί συνυπήρξαν στη σκηνή νομίζω...
Ναι βέβαια, όταν ιδρύθηκε το Εθνικό Θέατρο έπαιξαν μαζί για να χτυπήσουν το Εθνικό Θέατρο και να δείξουν ότι… Δεν πήγανε στο Εθνικό να παίξουνε, καλά η Κυβέλη δεν θα πήγαινε, με υπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου δεν μπορούσε να πάει, θα το λέγανε κρεβατοκάμαρα. Λοιπόν, δεν πήγε να παίξει! Βεβαίως τις καλέσανε. Και ανεβάσανε πάρα πολύ πρωτοποριακά πράγματα, για να δώσουν το στίγμα τους, να υπερασπιστούν το θέατρο και τη ζωή τους και να ταράξουν τα νερά της κοινωνίας. Γιατί έχει αλλάξει πια και η κριτική ως προς τον αστικό βίο. Έχουνε μπει καινούργιοι συγγραφείς. Είναι ο Μπρεχτ. Ας πούμε τη Μάνα κουράγιο τ[00:25:00]ην ανέβασε το 1954, που είναι πανελλήνια πρώτη, αυτό τη Μάνα κουράγιο. Λοιπόν, μπαίνουνε καινούργιοι συγγραφείς στο προσκήνιο και παίζουνε και τον Ευγένιο Ο’ Νηλ, Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα, είναι μία τριλογία νομίζω.
Υπάρχει μια ιδιαίτερη σχέση και με τον Πιραντέλλο αρκετά πριν...
Ε, αυτό είναι πολύ νωρίς. Αυτό και εκεί...
Αυτό πώς προέκυψε;
Ε, φαντάζομαι...που τον ανακάλυψαν τον Πιραντέλλο, δεν ξέρω. Αλλά αυτός έρχεται πρώτη φορά στο θέατρο της Κυβέλης το 1914 μες στους βαλκανικούς πολέμους, αυτό είναι φοβερό. Και γράφει κριτική «Ήταν χάλια το έργο και ο υποβολέας ακουγόταν έως την οδό Σταδίου!».
Τρομερές κριτικές!
Αυτό το βρήκε η Μαίρη η Καπή, η θεατρολόγος.
Πρόσφατα, πριν φτάσουμε στη δική σου ιστορία, γιατί μου τα λες σαν ξεναγός τόση ώρα στη ζωή της Κυβέλης, ας φτάσουμε στη δική σου. Ιδρύεται το Ινστιτούτο το ‘99, γίνεται όλη αυτή η έρευνα, και εσύ βρίσκεσαι σαν πρόεδρος του Ινστιτούτου και σε ποια άλλη θέση; Τι συμβαίνει στη δική σου προσωπική ζωή;
Εγώ δουλεύω ακόμα στο Μέγαρο Μουσικής, δεν έχω πάρει ακόμα σύνταξη. Προσπαθώ να φτιάξω τα τούβλα και τα κεραμίδια και σιγά-σιγά με τη μητέρα μου αποφασίζουμε: Τι θα πάμε στη Σύρο; Τι είναι αυτό που επιδιώκουμε; Τι θα ενδιαφέρει το κοινό εκεί; Πόση θεατρικότητα θα έχει αυτός ο χώρος; Πώς θα δεχόμαστε τους άλλους ανθρώπους; Γιατί αυτό είναι μία βαθιά δημοκρατική πράξη. Κρίνεσαι διαρκώς! Κρίνεσαι!
Εκτίθεσαι.
Εκτίθεσαι! Αυτό.
Πώς και δεν ασχολήθηκες με το θέατρο;
Δεν ασχολήθηκα με το θέατρο, γιατί δεν με ενθάρρυναν ούτε οι θεατρίνες και επιπλέον όταν πια έφτασα εγώ σε μία κρίσιμη ηλικία να μπορώ να παίξω, να μάθω, να διδαχτώ, η προγιαγιά μου δεν είχε πια χρήματα για να φτιάξει θέατρο, όπως έκανε για τις κόρες της και είχε αλλάξει πια και το τοπίο. Είναι μία μετεμφυλιακή Ελλάδα, μια Αθήνα που προσπαθεί να κάνει πράγματα με πρωταγωνίστριες και με έναν κινηματογράφο που δεν είναι ο Ιταλικός Κινηματογράφος, είναι ο Ελληνικός Κινηματογράφος. Οπότε δε θεώρησα ότι έχω θέση στις πρωταγωνίστριες που μεσουρανούσαν, όταν ήμουνα και εγώ νέα, ή λίγο μικρότερη. Και επιπλέον είχα το στίγμα ότι: «Ε, αυτή είναι η εγγονή της Μιράντας!» ή «Αυτή είναι η δισέγγονη!», υπήρχε διχασμός και μέσα στο θέατρο, τι νομίζεις;
Από τη μία το καταλαβαίνω αυτό, από την άλλη το λες σαν να μην ήσουνα αρκετά προνομιούχα όσο οι...
Ε, σίγουρα δεν ήμουνα. Ε, σίγουρα δεν ήμουνα!
Άρα θα...κάπως...
Ενωνόντουσαν αλλιώς οι γενιές οι προηγούμενες, ακόμα και όταν ήτανε ανταγωνιστικές, ενωνόντουσαν με μιαν άλλη φλόγα για το θέατρο!
Αυτό σε σχέση με τον ανταγωνισμό το είδα και λίγο σε αυτό το έργο, στο οι Κόρες του Χάους που έγινε πρόσφατα από το Ινστιτούτο. Είχε πάρα πολύ αυτήν αίσθηση, τη θεατρικότητα την ανταγωνιστική, ενώ μιλάγαμε για μάνα-κόρη και...
Ναι ναι ναι, πρέπει να το πεις!
Αυτό υπήρχε.
Ναι, ναι.
Υπήρχε, όπως υπάρχει στους κύκλους τους θεατρικούς ή το γνωρίζεις από ιστορίες της μητέρας σου;
Ναι.
Σου έχει μιλήσει η μητέρα σου για αυτή τη σχέση;
Ε, η μητέρα μου δεν είχε φιλοδοξίες μέσα στο Ελληνικό θέατρο. Έπαιξε με τον Βασίλη Λογοθετίδη, έκανε τουρνέ στην Αμερική, αλλά έπαιξε ελληνικό κινηματογράφο. Ε, είχε απόλυτη επίγνωση του τι ρόλοι είναι αυτοί. Δεν μπόρεσαν να κάνουνε Ευρωπαϊκό κινηματογράφο, δεν μπόρεσαν. Πάθη, πάθη...
Ωραία, και εσύ σπουδάζεις ξεναγός;
Εγώ πήγα στη σχολή ξεναγ[00:30:00]ών, αυτό ήταν, αυτή ήταν η ζωή μου. Μόλις μεγάλωσα το παιδί μου, έγινα ξεναγός κάτι που με ενδιέφερε πολύ, ήταν πολύ κοντά στο βιβλίο, πολύ κοντά σε όλη την Ελλάδα, πολύ κοντά στα ταξίδια. Και έζησα πάρα πολύ ωραία χρόνια έτσι σαν ξεναγός. Ε, και μόνο το να ταξιδεύεις μέσα στην Ελλάδα, δεν υπάρχει μεγαλύτερο προνόμιο. Για φαντάσου να ταξιδεύεις μες στην Ελλάδα, και να σε πληρώνουνε! Για φαντάσου να ταξιδεύεις μέσα στην Ελλάδα, και να σε αποθεώνουνε!
Ποιο ήταν το πιο ενδιαφέρον μέρος που έχεις ξεναγήσει;
Δεν υπάρχουν αυτά. Δεν είναι ερώτηση αυτή!
Αλήθεια; Δεν είχε…
Η στιγμή το κάνει το ενδιαφέρον!
Το κοινό;
Δεν το κάνουνε τα Τρίκαλα, δεν το κάνει το Μέτσοβο! Η στιγμή! Μες στη δικτατορία να βρεθείς στο Μυστρά, και να τραγουδάν φαντάροι, και να καίνε φανάρια με λάδι παντού, και να είναι φωταγωγημένες οι εκκλησιές και η Παντάνασσα, φωταγωγημένα τα παλάτια των βιλλεαρδουίνων και απάνω έναστρος ουρανός! Η στιγμή είναι Στέλλα μου!
Τότε ποια είναι η καλύτερη στιγμή;
Ε, δεν ξέρω. Είναι πολλές οι στιγμές.
Πες μου καμιά ακόμα, αυτή η εικόνα ήταν φανταστική!
Δεν ξέρω, δεν μπορώ τώρα να σου λέω τώρα. Σου είπα μία, φτάνει. Φτάνει μία, αρκεί αυτή. Αυτή που ήρθε πρώτη…
Τόσες ξεναγήσεις σε όλη την Ελλάδα, μου φαίνεται...
Και πληρωμένη!
Και πληρωμένη!
Να ψαρεύεις γόπες στο Λιβυκό πέλαγος με δεμένη βάρκα! Δεν υπάρχει, δεν υπάρχει η Ελλάδα. Δεν υπάρχει, δεν υπάρχει. Λοιπόν, σκέψου και να σε πληρώνουνε κιόλας! Μια φορά στους Δελφούς -σκέψου πόσο ενθουσιώδης ήμουνα- που μου είπε μία Αμερικάνα: «Κι εσείς πρώτη φορά έρχεστε ε;». «Και όλο λέτε BC, BC στην Ολυμπία», λέω: «Προ Χριστού», «Και ο Χριστός, τι δουλειά είχε στην Ολυμπία;»
Είσαι ξεναγός λοιπόν, έχεις το γιο σου που τον έχεις ήδη μεγαλώσει, παντρεμένη...
Παντρεμένη, μετά χωρισμένη.
Ανέφερες ένα πλοίο, το οποίο σε πήγαινε στις Κυκλάδες και δεν είχες κατέβει στη Σύρο μέχρι τη...
Ο Κολοκοτρώνης.
Τι ήταν αυτό το πλοίο;
Αυτό ήτανε το πλοίο του πεθερού μου, που ήταν ένα από τα τέσσερα πλοία που έδωσαν οι Ιταλοί για τις ιταλικές επανορθώσεις. Μιαούλης, Κανάρης, Καραϊσκάκης, Κολοκοτρώνης. Τον Κολοκοτρώνη αγόρασε ο πεθερός μου, άνοιξε τη γραμμή πρώτος Ελλάδος-Ιταλίας για αυτό οι Ιταλοί τον επαίνεσαν, τον βράβευσαν, τον έκαναν ιππότη, καβαλιέρε λέγεται, και μετά από αυτό ο καημένος χρεοκόπησε, γιατί το είχε πάρει με ρήτρα δολαρίου και ο Μαρκεζίνης διπλασίασε το δολάριο και ο άνθρωπος χρεοκόπησε. Έχω το πτυχίο του όμως βλέπεις των Ιταλών, τον τίτλο που του έδωσαν, σαν αναγνώριση.
Σαν αναγνώριση για αυτή τη γραμμή, πήρε το πλοίο από εδώ... διευκρίνισέ το μου λίγο.
Το έβαλε, έπρεπε κάπου να το δρομολογήσει το πλοίο. Το έβαλε Κυκλάδες, Σύρο-Τήνο-Μύκονο, που δεν βγήκα ποτέ στη Σύρο, γιατί είπαμε ότι υπάρχει μοίρα, κισμέτ. Δεν ήθελε ο ουρανός να βγω ακόμα, γιατί δεν ήτανε ο Μάνος έξω από το θέατρο.
Μου αρέσει η μοιρολατρία σου! Με ένα τρόπο που δε γνωρίζει τυχαίο...
Να σου πω κάτι, Στέλλα; Κάνει και πιο εύκολα τα πράγματα. Λες δεν ήθελε, δεν ήθελε η ζωή, δεν ήθελε οι μοίρα. Τελείωσε. Κλείνει.
Χάνουμε λίγο την ευθύνη; Ή όχι; Όχι. Την ευθύνη των επιλογών μας; Γι’ αυτό δεν είναι πιο εύκολα; Λες, δεν τα 'φερε η ζωή.
Ναι, ναι. Δεν είναι κακό...
Όχι, δεν είναι κακό. Αλαφραίνει λίγο!
Ελαφραίνει ναι, έχεις δίκιο.
Και είμαστε εδώ, εγώ ήθελα να σε ρωτήσω -είναι πάρα πολύ όμορφος αυτός ο χώρος, είναι κρίμα που δεν μπορούν να τον δούνε κιόλας και μόνο μας ακούνε- λειτουργεί τόσα χρόνια, 20 χρόνια πλέον;
Βέβαια.
Πώς βλέπεις την ανταπόκριση του κοινού;
Δεν έχω κανένα παράπονο, είμαι ενθουσιασμένη. Η Σύρος είναι μία σπουδαία κοιν[00:35:00]ωνία...με αταξική καρδιά.
Το πιστεύεις αυτό;
Απόλυτα!
Αταξική...
Αταξική καρδιά έχει η Σύρος! Βεβαίως έχει διαφορετικές κοινωνίες και πολύ αξιόλογη εργατική τάξη στη θάλασσα. Ήταν μία μεγάλη κοινωνία η Σύρος. Γιατί για βάλε ότι έχει δύο εκκλησίες, δύο δόγματα, ας αρχίσουμε από πάνω και ας κατέβουμε παρακάτω, έχει αγροτικά προϊόντα, έχει ναυπηγείο, έχει τόσο...με τέτοια κίνηση λιμάνι, τουρισμό, συν απέναντι από τη Μύκονο, ε αυτό πια να λέγεται! «Πού μένετε; Απέναντι από τη Μύκονο!». Λοιπόν, τι είναι αυτό που δεν έχει Σύρος; Σου είπα, έχει και αταξική καρδιά! Μπορείς με μεγάλη, μεγάλη ανάγκη επικοινωνίας να μιλήσεις με όλους, γίνεσαι κατανοητός από όλους, και έχουν αγαπήσει το Ινστιτούτου και άνθρωποι που δεν έχουν όλοι...δεν ανήκουν σε ερασιτεχνική θεατρική ομάδα. Αλλά για βάλε πόσους ερασιτεχνικούς θιάσους έχει, μα νομίζω έχει πέντε! Ε δεν έχει άλλη πόλη τέτοιο άνοιγμα! Και μουσική και μουσικότητα και λαϊκά τραγούδια και τα πάντα, τα πάντα. Είναι ένας παράδεισος επίγειος η Σύρος!
Πολιτιστικά μάλλον είναι, το πιστεύω και εγώ. Χρονικά πάντως, δηλαδή ζούμε σε μία εποχή, που όπως είχαμε πολιτικές αναταραχές, τώρα τα σε σχέση με τον πολιτισμό, εγώ βλέπω ότι δεν πάνε καλά τα πράγματα...μ’ αρέσει που είσαι αισιόδοξη και θέλω να ακούσω αυτή την...
Αισιόδοξη ως προς; Τον πολιτισμό;
Στο πως πάει το Ινστιτούτο…
Δεν μπορεί κανένας να τον χαλάσει τον πολιτισμό! Ο πολιτισμός είναι εκεί, εάν θες πλησίασε. Δεν είναιε, δεν είναι, η μνήμη είναι ζύμη!
Εσύ που σκαλίζεις τη μνήμη τόσα χρόνια, δεν σου φαίνεται μάταιο;
Όσο τη σκαλίζεις, τόσο σου βγάζει ζύμη να ζυμώσεις! Εμένα δεν μου φταίει κανένας, δεν μου φταίνε ούτε πάνω στην εξουσία. Δεν μου φταίει κανένας. Χαράζει κανείς την πορεία του. Και θα σου πω γιατί, Στέλλα; Γιατί, το πρώτο φως της μέρας λέγεται Χαραυγή και η Χαρά ενσωματώνεται στο Χαρακτήρα σου και Χαράζεις τη μέρα σου, και τα μικρά πράγματα, και Χαράζεις τα όνειρά σου, άσε τις σταδιοδρομίες, τα πεπρωμένα, ό,τι, αλλά και τη μικρή καθημερινότητά σου, τη χαράζεις. Και για αυτό στο τέλος λες και στους άλλους «Χαίρε!». Η χαρά είναι το βασικό. Όταν δεν έχεις χαρά στη ζωή σου, δεν έχεις τίποτα, Στέλλα. Δεν πα να σου πέσουνε οι Χορηγίες! Δεν έχουν χαρά οι χορηγίες! Η Χαρά είναι στη ζωή! Δε συμφωνείς σε αυτό;
Συμφωνώ!
Που έχουμε τόσα χρόνια διαφορά μεταξύ μας;
Συμφωνώ πάρα πολύ!
Χαίρετε!
Προστακτική! Χαίρε!
Προστακτική! Χαίρεται και Χαίρε! Και το φινάλε είναι Χαίρε!
Δεν ξέρω τι άλλο να σε ρωτήσω, θες να κλείσουμε με κάτι;
Είχε ένα ποίημα όλη μου η οικογένεια... «Μπήκαμε σε μία μικρή γαλανή βαρκούλα, μα ποιος πήγε ποτέ στης χαράς το νησί;» Και αυτό έπρεπε να το λέμε και στο τραπέζι και εν χορώ. Ήταν και η Αννούλα και η βαρκούλα και αυτό, ένα απλό ποίημα -δε νομίζω ότι είναι Σολωμός, μπορεί και να ναι- και το φινάλε πάντα, η επωδός ήταν «Μα ποιος πήγε στης χαράς το νησί;», αυτό έπρεπε να το επαναλαμβάνουμε, όλοι. Ο καθένας με τη δική του λαλιά, τη δική του φωνή, τη δική του συντριβή, το δικό του πάθος ακόμ[00:40:00]α και τη βαρεμάρα. Ήταν όλα αποδεκτά, αλλά έπρεπε να πούμε την επωδό όλοι. «Μα ποιος πήγε ποτέ στης Χαράς το νησί;»
Βρήκες απάντηση σε αυτό μετά από χρόνια...
Βρήκα;
Ποιος πήγε; Στης χαράς το νησί; Τώρα που ανέφερες πάλι αυτό περί οικογένειας και τραπεζιού, θέλω να μου πεις λίγο πώς μεγάλωσες σε αυτή την οικογένεια με τη μητέρα σου...
Ε, δεν μεγάλωσα εγώ με τη μητέρα μου, εγώ μεγάλωσα στο Κωνσταντινουπολίτικο σπίτι. Και αυτό βλέπεις, αποτυπώνεται παντού.
Ε, δε μεγάλωσες στο σπίτι που βρισκόμαστε τώρα. Σε ποιο σπίτι...ποιο είναι το πατρικό σου σπίτι;
Το πατρικό μου σπίτι ήτανε Πατησίων 65, που είναι τώρα η Σχολή Σταυράκου.
Πώς έτυχε να γεννηθείς εκεί;
Ήτανε όλα τα διαμερίσματα, μεγάλα, τεράστια διαμερίσματα, τα είχανε όλο ομογενείς. Και ένα από αυτά, είχε και ο παππούς μου ο Στεφανίδης ο Καππαδόκης, παντρεμένος με τη Βαλεντίνη. Ο πατέρας μου, η μάνα μου ήταν πάρα πολύ νέοι και έτσι το σταθερό σημείο, η σταθερή οικογένεια, το τραπέζι ήταν ο παππούς και η γιαγιά. Ε, μετά παντρεύτηκα πάρα πολύ μικρή, τελειώσαμε.
Έχεις μεγαλώσει στη μελλοντική Σχολή Σταυράκου, είναι το πατρικό σου σπίτι, η μητέρα σου ήταν ηθοποιός, άρα και πριν γνωρίσεις την προ-προγιαγιά σου, έχεις μεγαλώσει σε μια θεατρική οικογένεια.
Σίγουρα, σίγουρα. Το παιδί μου, όταν πέθανε η προγιαγιά μου, το παιδί μου που ήταν πέμπτη γενεά, ήτανε 10 χρονών. Πέντε γενιές ήμασταν στο τραπέζι μαζί. Τρώγαμε, πίναμε, γελάγαμε, παίζαμε χαρτιά.
Φοβερό!
Αλλά απλώς ήτανε ένας άλλος τρόπος, ένας άλλος κόσμος και πάρα πολύ ωραίος.
Εκτός απ’ τη θεατρικότητα στην ομιλία, στην αφήγηση τι άλλο νιώθεις ότι κέρδισες από αυτή την οικογένεια και το χαρακτήρα που σου έδωσε;
Λίγο είναι ο Χαρακτήρας και η Χαρά; Αυτό. Το να ζεις με χαρά.
Νιώθω ότι κλείσαμε.
Κλείσαμε.
Έτσι νιώθω.
Πόσο σ’ αγαπώ!
Νιώθω χαρούμενη!
Αν μπόρεσα να σου μεταδώσω κάτι Στέλλα μου, να έχεις εμπιστοσύνη στη χαρά!
Και στη μοίρα! Ευχαριστώ πολύ, Βαλεντίνη.
Θέλει προσπάθεια η χαρά, συχνά μπορεί να είναι και θέατρο. Είναι η μεγαλύτερη άμυνα που έχω γνωρίσει η χαρά. Είναι θωράκιση η χαρά.
Φωτογραφίες

Λεπτομέρεια προθήκης
Λεπτομέρεια από τις θεματικές προθήκες του ...

Λεπτομέρεια προθήκης
Λεπτομέρεια από τις θεματικές προθήκες του ...

Οι προθήκες του μουσείου ...
Οι θεματικές προθήκες του μουσείου που περ ...

Λεπτομέρεια προθήκης
Λεπτομέρεια από τις θεματικές προθήκες του ...

Λεπτομέρεια προθήκης
Λεπτομέρεια από τις θεματικές προθήκες του ...

Λεπτομέρεια προθήκης
Λεπτομέρεια από τις θεματικές προθήκες του ...

Λεπτομέρεια προθήκης
Λεπτομέρεια από τις θεματικές προθήκες του ...

Η Κυβέλη
Η Κυβέλη σε λεπτομέρεια από τις θεματικές ...

Ινστιτούτο Κυβέλη
Η είσοδος Ινστιτούτου Κυβέλη.

Λεπτομέρεια προθήκης
Λεπτομέρεια από τις θεματικές προθήκες του ...

Κυβέλη Θεοχάρη
Η μητέρα της αφηγήτριας Κυβέλη Θεοχάρη σε ...

Λεπτομέρεια προθήκης
Λεπτομέρεια από τις θεματικές προθήκες του ...

Δωμάτιο του σπιτιού
Λεπτομέρειες από το σπίτι Χιώτη ναυτικού π ...

Δωμάτιο του σπιτιού
Λεπτομέρειες από το σπίτι Χιώτη ναυτικού π ...

Η εσωτερική αυλή του σπι ...
Λεπτομέρειες από το σπίτι Χιώτη ναυτικού π ...

Η εσωτερική αυλή του σπι ...
Λεπτομέρειες από το σπίτι Χιώτη ναυτικού π ...

Δωμάτιο του σπιτιού
Το σμυρνέικο γραμμόφωνο στο σαλόνι του σπι ...

Δωμάτιο του σπιτιού
Λεπτομέρειες από το σπίτι Χιώτη ναυτικού π ...

Το πορτραίτο της Κυβέλης
Λεπτομέρειες από το σπίτι Χιώτη ναυτικού π ...

Το μουσείο Κυβέλης
Γενική άποψη του χώρου του μουσείου.
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί για να διευκολυνθεί η παρακολουθήσή της.
Περίληψη
Η Βαλεντίνη Στεφανίδη-Ποταμιάνου, δισέγγονη της μεγάλης ηθοποιού Κυβέλης, αφηγείται πως η χαρά και η μοίρα, χάραξαν τις ζωές μιας ολόκληρης θεατρικής οικογένειας. Γενιές που μεγάλωσαν στο ίδιο τραπέζι, πρωταγωνίστησαν στη σκηνή, αλλά και σε όλα τα πολιτικά γεγονότα της νεότερης Ελλάδας.
Αφηγητές/τριες
Βαλεντίνη Στεφανίδη-Ποταμιάνου
Ερευνητές/τριες
Στέλλα Πιστοφίδου
Ημερομηνία Συνέντευξης
25/10/2021
Διάρκεια
43'
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί για να διευκολυνθεί η παρακολουθήσή της.
Περίληψη
Η Βαλεντίνη Στεφανίδη-Ποταμιάνου, δισέγγονη της μεγάλης ηθοποιού Κυβέλης, αφηγείται πως η χαρά και η μοίρα, χάραξαν τις ζωές μιας ολόκληρης θεατρικής οικογένειας. Γενιές που μεγάλωσαν στο ίδιο τραπέζι, πρωταγωνίστησαν στη σκηνή, αλλά και σε όλα τα πολιτικά γεγονότα της νεότερης Ελλάδας.
Αφηγητές/τριες
Βαλεντίνη Στεφανίδη-Ποταμιάνου
Ερευνητές/τριες
Στέλλα Πιστοφίδου
Ημερομηνία Συνέντευξης
25/10/2021
Διάρκεια
43'