Από την ηλεκτρονική μουσική, λυράρης στα Αναστενάρια Μαυρολεύκης Δράμας
Ενότητα 1
Οι σπουδές και η πρώτη επαφή με τα Αναστενάρια
00:00:00 - 00:03:16
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Καλησπέρα, θα ήθελες να μου πεις το όνομά σου; Ονομάζομαι Γιώργος Μαυρίδης. Είναι Πέμπτη 12 Αυγούστου, είμαι με τον κύριο Γιώργο Μαυρίδ…εν ήξερα σε δεύτερο και τρίτο επίπεδο πραγματικά την παραδοσιακή μουσική-ακούω εκεί πέρα για πρώτη φορά λοιπόν Θρακιώτικη λύρα και νταούλι.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 2
Η πρώτη λύρα Μακεδονίας και η μελέτη της παράδοσης σε συνδυασμό με τη φιλοσοφία
00:03:16 - 00:08:34
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Και με συνεπήρε, αυτή ήταν στην ουσία η πρώτη επαφή και ο τρόπος που μπήκα, ας το πούμε, στην παραδοσιακή μουσική και ξεκίνησα να ασχολούμαι…σε κάποιο χωριό, σε ένα σύλλογο μήπως μάθουμε κάποιο τραγούδι, ό,τι μπορούμε να βρούμε από πληροφορίες, από σκοπούς, στίχους και τα λοιπά.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 3
Η πρώτη συμμετοχή στα Αναστενάρια
00:08:34 - 00:11:38
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Και φτάνουμε τώρα στο 2013 όπου πάω ξανά να παρακολουθήσω τα Αναστενάρια, Μάιο, όπου στα Αναστενάρια εκεί πέρα παίζετε άλλη μουσική είναι θρ…που τελικά είμαστε μαζί στα Αναστενάρια γιατί τον κάλεσα εγώ μετά από ένα χρόνο, μου δίνει μία λύρα και ξεκινάω να μελετάω σιγά-σιγά πάλι.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 4
Η Μακεδονική λύρα στην Επίδαυρο και η Θρακιώτικη λύρα στα Αναστενάρια
00:11:38 - 00:16:23
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ψάχνω να βρω κάποια τραγούδια, παράλληλα ασχολούμαι και στο θέατρο γράφω μουσική και παίζω. Δηλαδή το 2013 πήγαμε στην Επίδαυρο με μία παράσ…ο με τη λύρα, με τη μουσική, με το τραγούδι, με τα παραδοσιακά και ειδικά με τα Αναστενάρια που είναι και ένα σπουδαίο και πανάρχαιο έθιμο.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 5
Το τελετουργικό των Αναστεναρίων και ο ρόλος του λυράρη
00:16:23 - 00:25:45
Περίληψη
Ο αφηγητής περιγράφει τα στάδια του τελετουργικού των Αναστεναρίων, τις αρμοδιότητες του κάθε συμμετέχοντος και τον ρόλο του λυράρη στο έθιμο.
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Θα ήθελες να μου μιλήσεις λίγο για το τελετουργικό που συμβαίνει στα Αναστενάρια; Όσον αφορά και το δικό σου το ρόλο. Τι είναι; Με ποιες υπ…, πολλές φορές το βράδυ μπορεί να κοιμηθούμε κι εκεί πέρα. Είναι ο χώρος που συγκεντρωνόμαστε και είναι σαν να λέμε η εκκλησία, κάπως έτσι.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 6
Τα συναισθήματα της πρώτης εμπειρίας στα Αναστενάρια
00:25:45 - 00:28:34
Περίληψη
Ο αφηγητής περιγράφει την αίσθηση, τα βαθύτερα συναισθήματα και τον προβληματισμό που του άφησε η πρώτη του εμπειρία στα Αναστενάρια της Μαυρολεύκης.
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Όταν πήγες πρώτη φορά- Ναι. Τι αίσθηση σου άφησε; Τι συναίσθημα σου δημιουργήθηκε; Την πρώτη φορά όταν πήγα συγκλονίστηκα με όλο αυτό πο…όλοιπα πανηγύρια διάφορα συναισθήματα πάρα πολλά. Θα μπορούσα να πω τα πάντα, όλα, όλα ας πούμε μπορεί να τα συναντήσεις εκεί στο πανηγύρι.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 7
Η Μακεδονική λύρα και τα δρώμενα της Δράμας
00:28:34 - 00:31:32
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Θες να κάνουμε ένα διάλειμμα; Πέρα από τα Αναστενάρια παίζεις λύρα και σε άλλα δρώμενα που συμβαίνουν στο νομό Δράμας; Ναι την άλλη, με τη…ζω στους Πύργους, στο χωριό μου τα τελευταία χρόνια. Βέβαια τώρα δύο χρόνια δεν έχει γίνει κάτι ούτε στα δρώμενα αυτά ούτε στα Αναστενάρια.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 8
Το βαθύτερο νόημα του εθίμου των Αναστεναρίων
00:31:32 - 00:38:14
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Σου έχει στοιχίσει αυτό; Νιώθεις ότι έχασες είναι κομμάτι; Κυρίως τα Αναστενάρια ναι. Γιατί τα Αναστενάρια της Μαυρολεύκης που ξεκίνησα να…άγματα σε όλους. Δηλαδή πρέπει και αυτός που συμμετέχει να πάει λίγο προς τα εκεί να πει: «Θέλω να μάθω βαθύτερα τι γίνεται ή να αισθανθώ».
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 9
Η ιδιαιτερότητα της συμμετοχής στα Αναστενάρια
00:38:14 - 00:41:07
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Μπορεί να γίνει οποιοσδήποτε αναστενάρης ή πρέπει να περάσεις από μία προετοιμασία; Αυτό τώρα είναι κάτι που και εγώ πήγα εκεί για να παρα…ρίζει να τραγουδάει, ο μάγειρας θα μαγειρέψει και όλοι μαζί έχετε ανάγκη αυτό το συλλογικό. Αυτή είναι μία ιστορία έτσι, υπάρχουν κι άλλες.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 10
Το τραπέζι των Αναστεναρίων
00:41:07 - 00:45:06
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Μετά τρώτε όλοι μαζί μου είπες. Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο, συγκεκριμένα τρόφιμα που επιλέγονται Την πρώτη μέρα, 21 του μηνός το πρωί γίν…ύθυμα ας το πούμε τραγούδια γιατί πλέον όλα έχουν πάει καλά και έρχεται και το λυτρωτικό κομμάτι και ακολουθούν μία τέτοια πορεία ας το πω.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 11
Η σημασία της παράδοσης για έναν νέο καλλιτέχνη
00:45:06 - 00:51:15
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ανέφερες στην αρχή ότι λίγο την παράδοση την σνόμπαρες αρχικά- Ναι. Δεν την ήξερες. Τώρα ποια είναι η άποψή σου για την παράδοση; Γιατί ε…υτό το το αρχέγονο ηχόχρωμα και όλο αυτό που προκαλεί. Κάποιος μπορεί να καθίσει εκεί και να του φέρει και ένα αίσθημα ελευθερίας όλο αυτό.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 12
Η κατασκευή μουσικών οργάνων και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της λύρας Μακεδονίας ή Δράμας
00:51:15 - 01:05:15
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Κατασκευάζεις μόνος σου λύρες; Ναι αυτό ξεκίνησε το 2013, όταν είχαμε πάει στην Επίδαυρο με την παράσταση. Εγώ τότε έτσι μάθαινα είχα ένα …ριά παιζόταν ο νταχαρές ή νταϊρές. Αλλά για τη Δράμα είναι, ναι, είναι σαν ένα όργανο-σύμβολο, δηλαδή χωρίς αυτό δεν γίνεται εύκολα γλέντι.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 13
Η εμπειρία ως λυράρης στο θέατρο της Επιδαύρου
01:05:15 - 01:07:52
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Να σε ρωτήσω έτσι και κάτι τελευταίο. Πώς είναι να βρίσκεται ένας λυράρης στην Επίδαυρο ή σε ένα αρχαίο θέατρο; Πώς ήταν αυτή η εμπειρία σο…ρετικά, από το καθένα, ας πούμε, πήρα διαφορετικά πράγματα και εύχομαι να ξαναπάω, γιατί είναι μου αρέσει πάρα πολύ να βρίσκομαι εκεί πέρα.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 14
Η παράδοση στο σήμερα
01:07:52 - 01:16:30
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ωραία, οπότε χαρακτηρίζεις τον εαυτό σου ως έναν σύγχρονο λυράρη; Μουσικό- Μουσικό; Μουσικός είμαι, που είμαι και λυράρης, είμαι και τρα…υν τα όργανα και να βγουν όλοι στους δρόμους, για να ακούμε και κάτι άλλο πέρα από κακές ειδήσεις» ας το πούμε, χρειάζεται και το αντίβαρο.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 15
Η απομόνωση του lockdown και οι επιπτώσεις στην καλλιτεχνική δημιουργία
01:16:30 - 01:21:58
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Νομίζω φάνηκε αυτή η έλλειψη των τεχνών αυτό το διάστημα. Ναι. Σε επηρέασε; Εννοώ ως καλλιτέχνη ή συνέχισες να κάνεις τη μουσική σου απλά… σε κάποια επόμενη να τα ξαναπούμε, να πούμε τα υπόλοιπα. Ευχαριστώ πολύ για την συνέντευξη για τις ερωτήσεις. Εγώ σε ευχαριστώ πάρα πολύ.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνηση[00:00:00]
Καλησπέρα, θα ήθελες να μου πεις το όνομά σου;
Ονομάζομαι Γιώργος Μαυρίδης.
Είναι Πέμπτη 12 Αυγούστου, είμαι με τον κύριο Γιώργο Μαυρίδη, βρισκόμαστε στη Δράμα. Εγώ ονομάζομαι Μανούση Κατερίνα, είμαι ερευνήτρια στο Istorima και ξεκινάμε. Γιώργο θα ήθελες να μου πεις κάποια πράγματα για σένα;
Ναι, λοιπόν, εγώ γεννήθηκα το 1984 στην Δράμα και μεγάλωσα μέχρι να φύγω για σπουδές μεγάλωσα στη Δράμα. Δεν είχα κάποια επαφή με τη μουσική ούτε οι γονείς είχαν κάποια επαφή με τη μουσική. Έφυγα για σπουδές στη Θεσσαλονίκη, σπούδασα πληροφορική. Οι αδερφές μου ήταν, είχαν μπει στη σχολή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, οπότε εκείνη ήταν η πρώτη μου επαφή με τις τέχνες, με το θέατρο. Περίπου στο πρώτο ή το δεύτερο έτος της σχολής ξεκίνησα να ασχολούμαι με κάποια προγράμματα στον υπολογιστή ηλεκτρονικής μουσικής, διότι δεν μου άρεσε η πληροφορική. Και στην πορεία πριν να τελειώσω, να ολοκληρώσω τις σπουδές έφυγα στο Λονδίνο και σπούδασα μουσική τεχνολογία και ηχοληψία από το 2007 μέχρι το ‘10. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχα κάποια επαφή με μουσικά όργανα είχα κάνει μόνο ένα χρόνο πιάνο στη Θεσσαλονίκη. Το ‘10 γύρισα από την Αγγλία είχα ξεκινήσει μαθήματα ηλεκτρικό μπάσο και μετά από ένα μικρό διάστημα εμφανίστηκε, ας πούμε, στη ζωή μου η λύρα. Τώρα το πώς έγινε όλο αυτό είναι ιδιαίτερο για μένα, διότι λίγο πριν να τελειώσω τις σπουδές στην Αγγλία, είχα ένα ατύχημα με σε ένα μπαρ, ας το πούμε, όπου έχασα στο αριστερό μου αυτί ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της ακοής, λίγο πριν να παραδώσω τις τελικές εργασίες. Οπότε γύρισα στην Ελλάδα, είχα πάρει και παράταση, γιατί μου είχαν πει ότι δεν πρέπει να ασχοληθώ, να μην είμαι μπροστά σε ηχεία. Και μετά από κάποιους μήνες πάω στη Μαυρολεύκη Δράμας, όπου είναι χωριό που έχει πρόσφυγες από το χωριό Κωστή της Βόρειας Θράκης, όπου γίνονται τα Αναστενάρια, το πανάρχαιο θρακικό έθιμο, τελετουργικό. Πήγα Μάιο για να παρακολουθήσω το έθιμο αυτό, διότι η αδερφή μου είναι αναστενάρισσα και πυροβατεί. Και εκεί πέρα, όταν μπήκα στο κονάκι, άκουσα για πρώτη φορά από κοντά, διότι όλα τα προηγούμενα χρόνια δεν είχα επαφή με την παραδοσιακή μουσική-μπορώ να πω κιόλας ότι σύμφωνα με αυτό που έβλεπα ότι είναι δηλαδή ένα πολύ φθηνό φολκλόρ, το χλεύαζα κιόλας διότι δεν ήξερα σε δεύτερο και τρίτο επίπεδο πραγματικά την παραδοσιακή μουσική-ακούω εκεί πέρα για πρώτη φορά λοιπόν Θρακιώτικη λύρα και νταούλι.
Ενότητα 2
Η πρώτη λύρα Μακεδονίας και η μελέτη της παράδοσης σε συνδυασμό με τη φιλοσοφία
00:03:16 - 00:08:34
Και με συνεπήρε, αυτή ήταν στην ουσία η πρώτη επαφή και ο τρόπος που μπήκα, ας το πούμε, στην παραδοσιακή μουσική και ξεκίνησα να ασχολούμαι. Έπειτα από κάποιους μήνες βρέθηκα στον Ξηροπόταμο Δράμας και εκεί πέρα πήρα την πρώτη μου λύρα, λύρα Μακεδονίας ή λύρα Δράμας, όπως λέγεται. Πάλι με έναν τρόπο-δεν θυμάμαι πώς- μου λέει ο πατέρας μου: «Πάμε να πάρουμε μία λύρα που κράτησε ο παππούς σου, ο Αβραάμ ο Δεμίσης για σένα». Εγώ δεν είχα ζητήσει κάτι τέτοιο, δεν είχα ζητήσει λύρα, δεν ξέρω πώς έγινε και επιστρέφω στο σπίτι πλέον με αυτή τη λύρα και από εκείνη τη στιγμή, αυτό ήταν Αύγουστος του 2011, από κείνη τη στιγμή ξεκίνησα μόνος μου να μαθαίνω. Κάθε μέρα να ασχολούμαι με τη λύρα, να προσπαθώ να βρω καταγραφές, να πηγαίνω στα χωριά. Οπότε αυτό ήταν η έναρξη, ας το πούμε, της πορείας μου αυτής μέσα στην παραδοσιακή μουσική. Ταυτόχρονα μαζί με αυτή τη λύρα, επειδή έπρεπε να τελειώσω τη σχολή στη Θεσσαλονίκη στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, το Τμήμα Πληροφορικής είχα να κάνω την πτυχιακή μου, την πτυχιακή μου εργασία. Και εκεί πέρα ήρθα σε επαφή με ένα άλλο κομμάτι που ονομάζεται Πυθαγόρας, Πυθαγόρειες Κλίμακες, Πυθαγόρεια μουσική και κατ’ επέκταση και Πυθαγόρεια Φιλοσοφία. Όπου ήταν και η πρώτη μου επαφή με τη φιλοσοφία σε γενικότερο πλαίσιο. Οπότε τα κομβικά σημεία είναι πρώτον το ατύχημα που είχα στην Αγγλία, το οποίο μου αφαιρεί την ακοή από το αριστερό αυτί, συνεπώς με βάζει σε έναν άλλο δρόμο, γιατί θα μπορούσα να δουλεύω ας το πούμε σε κάποιο κέντρο νύχτα, εγώ ξεκινώντας είχα πει θα γίνω DJ. Και μετά το ατύχημα έρχεται αυτή η επαφή με τα Αναστενάρια στη Μαυρολεύκη Δράμας, όπου εκεί πέρα συγκλονίστηκα, γιατί ήταν σαν αυτή η μουσική που άκουγα με πήγαινε πολύ πίσω στο χρόνο και η μελωδία και τα ηχοχρώματα και ο ρυθμός του νταουλιού. Και ήταν σαν να είχε αρχίσει να σκάβει σαν γεωτρύπανο μέσα μου, ας πούμε, και κάποια στιγμή άφησε έναν σπόρο, ο οποίος βγήκε μετά από κάποιους μήνες όπου πήρα τη λύρα. Γιατί τα Αναστενάρια ήταν Μάιο, την λύρα την πήρα Αύγουστο. Και ταυτόχρονα έρχεται και η πτυχιακή εργασία στη Θεσσαλονίκη, όπου ξεκινάω και ασχολούμαι με τον Πυθαγόρα και από μία εργασία τελικά παραγγέλνω και άλλα βιβλία και διαβάζω για τον Πυθαγόρα και για τη φιλοσοφία και η εκμάθηση της λύρας με αυτό το κομμάτι, με τη φιλοσοφία και την μουσική και την αρμονία έρχονται κάπως παράλληλα. Αυτό τρέχει για κάποιους μήνες, μετά αναγκαστικά μπήκα στο στρατό το 2012, όπου εκεί πέρα πάλι πήρα τη λύρα μαζί μου και την είχα, είχα το Κ.Ψ.Μ. (Κέντρο Ψυχαγωγίας Μονάδος) έπαιζα λύρα, έφευγα στο φυλάκιο έπαιρνα τη λύρα μαζί και πολλές ώρες την ημέρα καθόμουν και μελετούσα γιατί δεν είχα κάποιον δάσκαλο. Οπότε έπρεπε από το αυτί ή από καταγραφές ή από κάποιους δίσκους που έβρισκα από τους συλλόγους σε αυτά τα χωριά να μάθω τις μελωδίες τους σκοπούς. Τελειώνω το στρατό το 2012 τον Οκτώβριο και πάμε έτσι λίγο πιο μπροστά, συνεχίζω εγώ τώρα να μαθαίνω λύρα, προσπαθώ να βρω κάποιους παππούδες στα χωριά, ήταν και μία περίοδος που άρχισαν να φεύγουν από τη ζωή αρκετοί λυράρηδες παλιοί, δηλαδή 60-70 χρόνων. Ευτυχώς πρόλαβα δύο, τον Αβραάμ τον Δεμίση από τον Ξηροπόταμο, που μου έδωσε και την πρώτη λύρα και τον Δημήτρη Ζεδαμάνη από την Πετρούσα, με τον οποίο ήπιαμε ένα καφέ και μου είχε πει το εξής, είναι συγκλονιστικό για μένα. Ήπιαμε ένα καφέ μου λέει: «Α εντάξει παίζεις», εγώ τότε βέβαια γρατζουνούσα δεν έπαιζα όπως σήμερα, μου λέει: «Ωραία, ωραία συνέχισε» και γυρνάει και με κοιτάει στα μάτια και μου λέει: «Τώρα και να θέλεις να αφήσεις το όργανο-λέει-το όργανο δεν θα σε αφήσει» και το δεύτερο που μου είπε είναι: «Να τραγουδάς με τη λύρα, εκεί πέρα-λέει-γίνεται ένα άλλο πράγμα, να τραγουδάς». Ένας καφές, δυο πράγματα που μου είπε αυτός ο άνθρωπος και πάλι σαν σπόρος μπήκαν μέσα, γιατί θεωρώ ότι αυτοί οι άνθρωποι, οι παλαιότεροι είχαν και μία άλλη σοφία και φιλοσοφία και μία διαφορετική σύνδεση με αυτά τα πράγματα. Και είμαι σε αυτή τη διαδικασία, βάζω τον πατέρα μου, επειδή εγώ δεν οδηγώ, να με πηγαίνει σε κάποιο χωριό, σε ένα σύλλογο μήπως μάθουμε κάποιο τραγούδι, ό,τι μπορούμε να βρούμε από πληροφορίες, από σκοπούς, στίχους και τα λοιπά.
Και φτάνουμε τώρα στο 2013 όπου πάω ξανά να παρακολουθήσω τα Αναστενάρια, Μάιο, όπου στα Αναστενάρια εκεί πέρα παίζετε άλλη μουσική είναι θρακιώτικη μουσική, κωστελίδικοι σκοποί, είναι διαφορετική λύρα. Εγώ μαθαίνω μέχρι εκείνο το σημείο δραμινή λύρα Δράμας ή λύρα Μακεδονίας. Και τη δεύτερη μέρα ένας αναστενάρης λέει, επειδή γυρνάμε το χωριό με τις εικόνες αλλά δεν είχαν όργανα εκείνες τις μέρες, είχαν μόνο για το πανηγύρι λέει: «Γιατί δεν λες στον Γιώργο, ας πούμε», «Γιατί-λέει- παίζει λύρα;» λέει «Ναι, να μαθαίνει». Και πάω εγώ το απόγευμα χωρίς να γνωρίζω κάτι, έρχεται ο αρχιαναστενάρης και μου λέει: «Μα καλά-λέει-παίζεις λύρα;», λέω: «Ε, δεν παίζω, λίγο μαθαίνω» και μου λέει: «Φέρ’ την εδώ πέρα, έλα να μαθαίνεις να γρατζουνάς δίπλα-δίπλα στους άλλους εκεί πέρα». Λέω: «Όχι είναι και άλλη λύρα» εγώ ήμουν τυπικός γιατί ήξερα ότι άλλη μουσική η μία άλλη η άλλη. «Όχι, όχι -λέει- φέρ’ την» και τα λοιπά και τα λοιπά. Εν τω μεταξύ σε εκείνο το πανηγύρι έπαιζε ένας παππούς από τις Σέρρες. Και την επόμενη μέρα πάω εγώ με τη λύρα τη δικιά μου, που δεν ήταν η σωστή λύρα ας πούμε για[00:10:00] αυτό το έθιμο, για τα Αναστενάρια και για κάποιο λόγο τυχαίνει και εκείνη τη μέρα αυτός ο παππούς δεν είναι εκεί, δεν θα έρθει, δεν θα παίξει. Οπότε μένει μία θρακιώτικη λύρα ελεύθερη, κενή και ήταν και ένα άλλο παιδί που έπαιζε εκεί πέρα στο έθιμο, οπότε μου λέει εμένα: «Πάρε τη λύρα αυτήν του Σταύρου του Βασδέκη και παίξε». Και έτσι την τελευταία μέρα του πανηγυριού, Μάιος ξεκινάει το πανηγύρι 21 Μαΐου Αγίου Κωνσταντίνου και Αγίας Ελένης, βρίσκομαι εγώ ξαφνικά χωρίς να το έχω συζητήσει, χωρίς να έχω πει κάπως με έναν, ας το πούμε, μαγικό τρόπο ή-έτσι όπως τα βλέπω εγώ-με άνωθεν εντολή ή παρέμβαση βρίσκομαι να κρατάω θρακιώτικη λύρα στο πανηγύρι των Αναστεναρίων στη Μαυρολεύκη. Και στην ουσία εκεί πέρα είναι σαν να παίρνω το βάπτισμα και μου λένε: «Άντε και στο επόμενο πανηγύρι να έρθεις να παίξεις» και τα λοιπά. Εντάξει είναι και η αδερφή μου αναστενάρισσα, οπότε έχουμε πλέον συγγενικές σχέσεις με αυτούς τους ανθρώπους. Κατεβαίνω στην Αθήνα δεν έχω λύρα τώρα, ψάχνω να βρω θρακιώτικη λύρα. Ένας πολύ καλός μου φίλος, ο Χάρης ο Πορφυρίδης, που τελικά είμαστε μαζί στα Αναστενάρια γιατί τον κάλεσα εγώ μετά από ένα χρόνο, μου δίνει μία λύρα και ξεκινάω να μελετάω σιγά-σιγά πάλι.
Ψάχνω να βρω κάποια τραγούδια, παράλληλα ασχολούμαι και στο θέατρο γράφω μουσική και παίζω. Δηλαδή το 2013 πήγαμε στην Επίδαυρο με μία παράσταση και η έναρξη ήτανε με σκοπούς από τη Δράμα, δηλαδή ήταν σαν δρώμενο αυτό. Μπήκαμε μέσα στο αλώνι στην Επίδαυρο κάναμε τρεις φορές το γύρο και μετά ξεκίνησε η παράσταση.
Ποια παράσταση ήταν;
«Άσκηση Επίδαυρος-Σύσσημον», Εταιρεία Θεάτρου Χώρος, σκηνοθεσία Σίμος Κακάλας. Οπότε συνεχίζονται αυτά παράλληλα, εγώ μαθαίνω εκεί πέρα με αφορμή αυτή την παράσταση κάθομαι, γιατί ήταν το πρώτο μου καλοκαίρι, ο πρώτος χρόνος που έφυγα από την Δράμα και πήγα στην Αθήνα για να μείνω μόνιμα. Και πηγαίνω στις πρόβες και μελετάω και μαθαίνω τραγούδια και παίζω λύρα για να μάθω ακόμα καλύτερα. Γιατί δεν ήμουν σε υψηλό επίπεδο, ήταν ένας χρόνος όπου μάθαινα μόνος μου. Αυτή η παράσταση στην Επίδαυρο βοήθησε πάρα πολύ, γιατί έκανα περισσότερη εξάσκηση, έμαθα κι άλλα τραγούδια κάτι το οποίο δεν σταματάει ποτέ. Και την επόμενη χρονιά-έτσι κάνουμε λίγο πάμε μπροστά στο χρόνο-το 2014 μου στέλνει μήνυμα, πριν το πανηγύρι των Αναστεναρίων, είχαμε πάει ήδη το Γενάρη 17 Ιανουαρίου παίξαμε κανονικά και μετά ερχόμαστε στον Μάιο του 2014 μου στέλνει μήνυμα το παιδί που έπαιζε εκεί στη Μαυρολεύκη μου λέει: «Ο Σταύρος ο παππούς που έπαιζε-λέει- δεν θα μπορέσει να έρθει έχει κάποιο θέμα υγείας κτλ, οπότε-λέει-θα είμαστε οι δυο μας». Λέω εντάξει. Εγώ είχα πάρει κάποια cd με αναστενάρικα τραγούδια, κωστελίδικα, που είχε κάνει μία εξαιρετική δουλειά ο Σπύρος ο Κούκος, λυράρης από την Αγία Ελένη Σερρών, Κωστελής και μελετούσα του σκοπούς και τα λοιπά. Και ένα μήνα πριν το πανηγύρι, πριν τις 20 Μαΐου μου στέλνει μήνυμα το παιδί μου και μου λέει: «Ξέρεις ούτε και εγώ θα μπορέσω να είμαι», οπότε τελικά με έναν, πάλι με έναν τρόπο, μία διευθέτηση χωρίς δική μου παρέμβαση καλούμε να είμαι μόνος ας πούμε στη λύρα στο πανηγύρι στη Μαυρολεύκη και να σηκώσω το όλο το πανηγύρι μόνος, υπήρχε βέβαια και ένα παιδί που έπαιζε γκάιντα. Και κάθομαι εγώ τότε ήταν μία περίοδος που δεν είχα δουλειά και τα λοιπά και θυμάμαι ότι ήμουν ένα μήνα μέσα στο σπίτι και έπαιζα λύρα με τον δίσκο αυτό και προσπαθούσα να μάθω τα πατήματα πάνω στη λύρα, τις μελωδίες, τους σκοπούς, τα γυρίσματα, τα τσακίσματα-που λέμε-όλα αυτά, τις αλλαγές. Και θυμάμαι έντονα ότι ξεκινούσα απόγευμα έβαζα, έκανα, έφτιαχνα ας πούμε ένα καφέ και ξεκινούσα, κούρδιζα τη λύρα όπως ήταν στο CD με το Σπύρο και σαν να τον είχα παρέα καθόμουν και μάθαινα και περνούσε, περνούσε η ώρα και από κει που είχε φως, ερχόταν βράδυ και ήταν 9:00 δεν σηκωνόμουν ούτε καν ανάψω το φως ας πούμε και συνέχιζα να παίζω τους σκοπούς. Και πάω στο πανηγύρι τον Μάιο, όπου πλέον είμαι μόνος μου στη λύρα αλλά είχα πολλή όρεξη, δηλαδή κάτι με τραβούσε πολύ έντονα χωρίς να ξέρω τι. Ήδη από την πρώτη στιγμή που είχα πάρει τη λύρα σταμάτησα και τα μαθήματα ηλεκτρικό μπάσο και πήγα στο δάσκαλο και του λέω: «Τι να σου πω από τη στιγμή που έπιασα δοξάρι άστο, δεν…», μου έλεγε: «Όχι, γιατί;» και τα λοιπά, «Ε -του λέω- άστο έπιασα το δοξάρι τελείωσε». Και ερχόμαστε στο πανηγύρι και πηγαίνω και το πρωί παίζω γυρνάω και όλο το χωριό και γίνεται ένα πολύ δυνατό πανηγύρι, όπου στην ουσία ήμουν πλέον, ήταν η πρώτη φορά που ήμουνα-ας το πούμε-εγώ ο λυράρης, λύρατζης του εθίμου. Αυτή έτσι ήταν εν συντομία η πορεία, ας το πούμε, από την Αγγλία, από την ηλεκτρονική μουσική, από την ηχοληψία και τα λοιπά στο πώς έγινε το πέρασμα με μία παρέμβαση που εγώ θεωρώ ας το πούμε άνωθεν ή θεϊκή είτε εξωτερική του σύμπαντος που με έβαλε σε ένα δρόμο. Δηλαδή έφυγα π.χ. από τη νύχτα ή από ηχοληψία και τα λοιπά και μπήκα σε αυτό τον δρόμο με τη λύρα, με τη μουσική, με το τραγούδι, με τα παραδοσιακά και ειδικά με τα Αναστενάρια που είναι και ένα σπουδαίο και πανάρχαιο έθιμο.
Θα ήθελες να μου μιλήσεις λίγο για το τελετουργικό που συμβαίνει στα Αναστενάρια; Όσον αφορά και το δικό σου το ρόλο. Τι είναι; Με ποιες υποχρεώσεις είναι επιφορτισμένος ένας λυράρης, τι πρέπει να κάνει; Πως πρέπει να είναι;
Το πρώτο και σημαντικότερο που το κατάλαβα φυσικά μετά από χρόνια, ο λυράρης πρέπει να έχει ενσυναίσθηση, πρέπει να είναι πάνω από όλα άνθρωπος, να μπορεί να καθίσει στο τραπέζι να μιλήσει με αυτούς τους ανθρώπους και να συνομιλήσει. Δηλαδή ασχέτως του πόσο καλά παίζει, πρέπει να μπορεί να είναι εκεί γιατί στην ουσία με τη μουσική γίνεται όλο το δρώμενο. Πρέπει να έχει ανοιχτές τις κεραίες για το τι γίνεται, πότε γίνεται, ποια ανάγκη υπάρχει. Δηλαδή μπορεί εγώ να παίζω κάποια ώρα και να λέω θα σταματήσω ας το πούμε το χορό, γιατί στα Αναστενάρια γίνονται χοροί με μουσική με τη συνοδεία της λύρας και του νταουλιού, χορός προετοιμασίας για να πάμε στη φωτιά να σβήσουν οι πυροβάτες τα κάρβουνα. Πρέπει να είσαι ανοιχτός εκεί πέρα, γιατί μπορεί εσύ να πηγαίνεις για να κλείσεις τη μουσική, ας το πούμε να κάνουμε ένα διάλειμμα αλλά εκείνη τη στιγμή κάποιος να έχει έντονη ανάγκη να χορέψει και πρέπει αυτό κάπως να το πιάσεις και να συνεχίσεις. Είναι σαν να πηγαίνεις και στην εκκλησία, δηλαδή σίγουρα αυτό που θέλει είναι σεβασμό προς αυτό που γίνεται. Δεν είναι συναυλία, δεν είναι πολιτιστική εκδήλωση, δεν είναι τίποτα από αυτά. Είναι ένα μυστήριο και στην ουσία πας εκεί και μυείσαι, θέλει ένα σεβασμό προς αυτό σίγουρα θέλει και τη μελέτη, δηλαδή να μελετήσεις τους σκοπούς, ποιος σκοπός παίζεται ποτέ, γιατί δεν είναι αυθαίρετα και τυχαία κάποια πράγματα. Και θέλει η ψυχή.
Διαρκεί δύο μέρες;
Διαρκεί τρεις μέρες. Βέβαια εμείς πάμε από τις 20 Μαΐου, ας πούμε στο μεγάλο το πανηγύρι του Μαΐου μαζευόμαστε από τις 20 το απόγευμα πηγαίνουμε παίρνουμε τα εικονίσματα συνοδεία μουσικής, δηλαδή με την λύρα τη θρακιώτικη, την κωστελίδικη πιο σωστά και με το νταούλι. Παίζουμε συγκεκριμένο σκοπό ας το πούμε, όταν πηγαίνουμε να πάρουμε τα εικονίσματα.
Έχει κάποιο όνομα;
Του δρόμου λέγεται ο σκοπός είναι…και το καταλαβαίνεις και από τη μουσική ότι είναι σκοπός πομπής, πορείας. Βέβαια το καταλαβαίνει κάποιος αν ασχοληθεί και αφήσει την ψυχή του ανοιχτή να καταλάβει τι είναι όλα αυτά τα πράγματα. Γίνεται ένας πρώτος χορός, στην ουσία είναι σαν ένα καλωσόρισμα γιατί τώρα κάποιος έρχεται από την Αθήνα, ο άλλος έρχεται από τα χωράφια, ο άλλος έρχεται από τη δουλειά του. Κάπως πρέπει όλοι λίγο να συντονιστούμε σε ένα ίδιο μήκος κύματος για να ξεκινήσει το πανηγύρι και από την επόμενη μέρα τρεις μέρες γίνεται χορός, μένουμε το μεσημέρι, εκεί θα φάμε, θα…Την ίδια μέρα το βράδυ 21 του μηνός Αγίου Κωνσταντίνου και Αγίας Ελένης θα γίνει και το βράδυ πυροβασία. Αν είναι να γίνει, γιατί πολλά από αυτά τα πράγματα δεν είναι, δεν τα ορίζουμε εμείς. Εγώ έτσι το βλέπω και υπάρχουν διάφορες ιστορίες, ας πούμε. [00:20:00]Την επόμενη μέρα γυρνάμε το χωριό με τα εικονίσματα πάλι συνοδεία μουσικής και ευλογείται όλο το χωριό για το καλό και για καλές σοδειές και για να λυθούν κάποια θέματα υγείας. Δηλαδή ζητάμε βοήθεια και ευλογία από τους παππούδες, όπως λέμε, από τους Αγίους. Οπότε ο λυράρης πρέπει να ξέρει και τους σκοπούς, πρέπει να είναι διατεθειμένος να είναι εκεί παρών, δηλαδή να γυρίσει το χωριό, να παίξει, να τραγουδήσει, να ξανατραγουδήσει. Υπάρχουν και πολλά τραγούδια της τάβλας, ας πούμε καθιστικά, τα οποία λέγονται ενδιάμεσα που δεν γίνεται χορός για να κρατήσει όλο αυτό το νήμα της τελετουργίας το τελετουργικό. Και μάλλον χρειάζεται να είναι και ψυχικά ώριμος για αυτό, δηλαδή πρέπει να έχει κάτι να δώσει μέσα από τη λύρα, μέσα από το παίξιμο για να βοηθήσει, ας πούμε, τους αναστενάρηδες να κάνουν τη δουλειά που είναι να γίνει. Γιατί εκεί πέρα η αλήθεια είναι ότι είμαστε όλοι για να κάνουμε μία δουλειά. Ο λυράρης και ο νταουλτζής να παίξουν τους σκοπούς, να χορέψουν οι πυροβάτες να σβήσουν τα κάρβουνα. Ο μάγειρας, η μαγείρισσα μαγειρεύει το φαγητό για το τραπέζι, όπου είναι όλοι οι καλεσμένοι εκεί πέρα, γιατί δεν είναι θεατές, ο κόσμος που έρχεται εκεί πέρα δεν είναι θεατής συμμετέχει. Αυτός που θα κόψει τα ξύλα για τη φωτιά, αυτός που θα καθαρίσει. Όλοι είναι σημαντικοί, δηλαδή είναι και ένα μήνυμα για το πώς είναι ο κάθε ένας σημαντικός σε μία κοινότητα. Δηλαδή είτε σε ένα χωριό είτε σε μία πόλη. Βέβαια στις μεγαλουπόλεις αυτό χάνεται κάπως αλλά είναι ένα τέτοιο μήνυμα ότι όλοι είναι εξίσου σημαντικοί για να τελεστή αυτό. Από τον πρώτο που θα πάρει και θα κουνήσει ένα πιρούνι, ένα κουτάλι, θα βάλει ένα ποτήρι νερό μέχρι τον λυράρη και τον πυροβάτη και τα λοιπά όλοι είναι ανάγκη για να γίνει αυτό και όλοι έχουν την προσωπική ανάγκη για να ολοκληρωθεί το έθιμο. Το οποίο έθιμο, φυσικά, επειδή δεν είναι πολιτιστική εκδήλωση και είναι ζωντανό και είναι ανοιχτό είναι και κάθε φορά διαφορετικό. Δηλαδή μπορεί εγώ να έχω μία χρονιά όρεξη και να πω: «Αχ τι ωραία θα πάω στο πανηγύρι, έχω όρεξη να παίξω λύρα» και τα λοιπά και όταν θα φτάσω εκεί να μην έχω, να μην είναι έτσι όπως το οραματίζομαι εγώ και… Δηλαδή ορίζεται από όλους μαζί, από τον ψυχισμό και από τη δυναμική όλων των συμμετεχόντων. Πέρα από αυτά θα πρέπει να ξέρει ο λυράρης τους σκοπούς πότε παίζονται και να έχει και την διάθεση να συμμετέχει.
Πώς μαθαίνεις του σκοπούς;
Είτε με δάσκαλο όπως στην Αγία Ελένη ο Σπύρος ο Κούκος είχε κάποιους μαθητές και τους έμαθε αυτά τα τραγούδια, που μπορεί να τα έμαθε από τον παππού του, από πιο παλιούς λυράρηδες γιατί αυτό γίνεται συνήθως από γενεά σε γενεά είναι ένας παππούς μαθαίνει σε έναν εγγονό, ο εγγονός μετά μεγαλώνει. Εγώ τα έμαθα μικτά, δηλαδή και μέσα στο πανηγύρι παίζοντας με άλλους λυράρηδες και από μόνος μου, όπως έκανα εξάσκηση και μάθαινα την άλλη λύρα το ίδιο και με αυτά, με αυτούς τους σκοπούς. Έτσι αλλά νομίζω ότι κυρίως τα μαθαίνεις μέσα στο πανηγύρι εκείνη τη στιγμή, ας πούμε, είναι που κάνεις τη μεγαλύτερη εξάσκηση. Γιατί παίζεις και τέσσερις μέρες αυτή τη μουσική.
Δεν είναι εξαντλητικό;
Εντάξει είναι απαιτητικό. Πρέπει, χρειάζεται να είσαι εκεί πέρα ψυχή και σώμα, φυσικά υπάρχει κούραση αλλά όταν τελειώνει εγώ τουλάχιστον φεύγω γεμάτος από αυτό. Μπορεί δηλαδή λίγο να πονάει το χέρι το αριστερό επειδή κρατάμε τη λύρα και τα λοιπά ή απ’ το δοξάρι έχει τύχει να κοπεί το χέρι μου το δεξί, να κάνει φουσκάλες και τα λοιπά αλλά εντάξει δεν σταματάς για τέτοιο λόγο. Είναι εξαντλητικό αλλά από την άλλη είναι και προσφέρει και μία λύτρωση, μια κάθαρση δηλαδή μπορεί να φύγεις πιο ελαφρύς από αυτό ψυχικά. Μετά υπάρχει μία έτσι γλυκιά κούραση, αφού έχει τελειώσει το πανηγύρι.
Ανέφερες σε ένα σημείο το κονάκι.
Ναι.
Θέλεις να μου πεις τι είναι;
Το κονάκι είναι ο χώρος όπου μαζεύονται οι αναστενάρηδες και τελείται το πανηγύρι εκεί πέρα. Έρχονται και τα εικονίσματα που κρατιούνται σε συγκεκριμένο σπίτι και εκεί πέρα γίνεται η συγκέντρωση και τελείται το έθιμο. Εκεί πέρα θα γίνει και το τραπέζι, όπου θα φάει όλος ο κόσμος, πολλές φορές το βράδυ μπορεί να κοιμηθούμε κι εκεί πέρα. Είναι ο χώρος που συγκεντρωνόμαστε και είναι σαν να λέμε η εκκλησία, κάπως έτσι.
Όταν πήγες πρώτη φορά-
Ναι.
Τι αίσθηση σου άφησε; Τι συναίσθημα σου δημιουργήθηκε;
Την πρώτη φορά όταν πήγα συγκλονίστηκα με όλο αυτό που ένιωθα και έβλεπα και άκουγα μέσα στο κονάκι. Εμένα σίγουρα με επηρέασε πάρα πολύ η μουσική δηλαδή μαγνητίστηκα από τη μουσική από το ηχόχρωμα της λύρας, από το νταούλι, από όλο αυτό. Και στην ουσία ήτανε, για εμένα ήταν ένα βάπτισμα αυτό δηλαδή ήταν η αρχή που ξεκίνησα να ασχολούμαι. Και συγκίνηση και θάρρος κάπως παίρνεις, δηλαδή όχι θράσος με την έννοια της ανδρείας, βλέποντας αυτούς τους ανθρώπους να κάνουν αυτό λες ότι εντάξει όλα μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε. Ειδικά τώρα αν έχουμε και συλλογική συνείδηση γίνεται ακόμα πιο εύκολο, νομίζω αυτό είναι και ένα νόημα. Και σίγουρα το άλλο είναι που αισθανόμουν είναι κάτι πολύ είναι πανάρχαιο το έθιμο. Δεν ξέρω πόσο πίσω στο χρόνο μπορεί να πηγαίνει αλλά αισθανόμουν αυτό, ότι είναι κάτι… Σήμερα αν με ρωτήσεις θα σου πω, μετά από τόσα χρόνια, εγώ θα σου πω ότι είναι το πιο σημαντικό έθιμο που έχουμε στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή και ίσως αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σύνδεση με τους προγόνους μας. Τώρα την πρώτη φορά ένιωσα αυτό, δηλαδή έναν μαγνητισμό ήμουν και δεν είχα γνώση για αυτά τα πράγματα. Υπήρχε και η έκπληξη, ο θαυμασμός υπήρχε…Θυμάμαι στο κονάκι καθόμουν και ήμουνα ακίνητος ας πούμε, γιατί καταλάβαινα ότι είναι και κάτι που χρειάζεται αυστηρότητα και σεβασμό αλλά νομίζω κυρίως αυτό με τη μουσική ήταν ότι χάθηκε το μυαλό μου και αυτό το γεωτρύπανο έσκαβε, έσκαβε, έσκαβε και δεν ξέρω ή με πήρε εμένα και με πήγε πολύ πίσω στο χρόνο ή έφτασε πολύ βαθιά μέσα μου και άφησε ξέρω γω στην ψυχή ένα σπόρο, ένα κομματάκι κάτι και περίμενε μετά να δει αν θα φυτρώσει. Αυτά έτσι στην πρώτη φορά, από κει και πέρα στα υπόλοιπα πανηγύρια διάφορα συναισθήματα πάρα πολλά. Θα μπορούσα να πω τα πάντα, όλα, όλα ας πούμε μπορεί να τα συναντήσεις εκεί στο πανηγύρι.
Θες να κάνουμε ένα διάλειμμα; Πέρα από τα Αναστενάρια παίζεις λύρα και σε άλλα δρώμενα που συμβαίνουν στο νομό Δράμας;
Ναι την άλλη, με την άλλη λύρα που ασχολούμαι, που με αυτήν ξεκίνησα με τη λύρα Μακεδονίας. Παίζω αρχές Γενάρη, δηλαδή των Φώτων 6, 7, 8 του μηνός 9. Στα χωριά της Δράμας που έχουνε ντόπιους κατοίκους γίνονται κάποια δρώμενα όπως είναι οι Αράπηδες, οι Αρκούδες, το Μπάμπιντεν. Εγώ συγκεκριμένα παίζω στο χωριό μου, στους Πύργους Δράμας, τα υπόλοιπα χωριά είναι το Μοναστηράκι, ο Ξηροπόταμος, η Καλή Βρύση, ο Βώλακας, το Παγονέρι, η Πετρούσα τα οποία αυτά είναι-ας το πούμε-πιο διονυσιακά, πιο βακχικά δρώμενα. Και αυτά γίνονται για την καλή σοδειά, είναι σαν ένα κάλεσμα της άνοιξης γιατί γίνονται μέσα στο βαρύ χειμώνα ας πούμε. Όπου εκεί πέρα έχουμε και τις ομάδες ανθρώπων που ντύνονται με δέρματα ζώων, με τα κουδούνια, με τις μάσκες και σαν περιπλανώμενος θίασος ας πούμε πάλι ευλογούν όλο το χωριό χτυπάνε και τα κουδούνια δυνατά για να ξυπνήσει και η γη[00:30:00] και να υπάρχει ευγονία, καλοζωία, να φύγει ας το πούμε το κακό. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτοί οι πληθυσμοί είναι όλοι αγροτοκτηνοτροφικοί και μία κακή σοδειά είναι κάτι πολύ δύσκολο, ας πούμε. Μπορεί και τους παλιούς χρόνους να θεωρείται και ακόμα και κακό ή ότι το έστειλε κάποιο δαιμόνιο κάποιο ζιζάνιο κάτι τέτοιο. Έχουν διαφορετική για μένα, έχουν διαφορετική φύση αυτά τα δρώμενα από τα Αναστενάρια. Δηλαδή τα Αναστενάρια είναι κάτι πολύ πιο βαθύ, πολύ πιο θρησκευτικό είναι ένα μυστήριο. Αυτά είναι πιο-πώς να το πω-είναι περισσότερο διονυσιακά έχει τον χορό, έχει τα κουδούνια, έχει το τσίπουρο. Μία μεγάλη διαφορά ότι στα Αναστενάρια δεν πίνεις ούτε σταγόνα μέχρι να τελειώσει, μέχρι να γίνει το τραπέζι ας το πούμε δηλαδή του παππού, ενώ στα δρώμενα της Δράμας μπορείς να πιείς, να χορέψεις, να γυρίσεις στο χωριό με τα κουδούνια. Και αυτό έχει παλιές ρίζες. Εγώ παίζω στους Πύργους, στο χωριό μου τα τελευταία χρόνια. Βέβαια τώρα δύο χρόνια δεν έχει γίνει κάτι ούτε στα δρώμενα αυτά ούτε στα Αναστενάρια.
Σου έχει στοιχίσει αυτό; Νιώθεις ότι έχασες είναι κομμάτι;
Κυρίως τα Αναστενάρια ναι. Γιατί τα Αναστενάρια της Μαυρολεύκης που ξεκίνησα να συμμετέχω με έκαναν αυτό που είμαι σήμερα. Δηλαδή ήταν και η αφορμή να πιάσω τη λύρα και εκεί μέσα ωρίμασα και μεγάλωσα μέσα από το πανηγύρι, έμαθα να τραγουδάω, έμαθα να αντέχω να μπορώ να παίξω αρκετές ώρες, να μην κουράζομαι, να παίζω για τους συνανθρώπους μου, να τους ακούω. Δηλαδή σαν λυράρης, σαν μουσικό τα Αναστενάρια με κάναν αυτό που είμαι και, ναι, τώρα τα τελευταία δύο χρόνια που δεν έχει γίνει, ναι μου λείπει. Έχει χαθεί αυτή η επαφή που σε αναζωογονεί και σε ανατροφοδοτεί. Θα πρέπει να είμαστε υπομονετικοί τώρα μέχρι να συνεχιστούν.
Πιστεύεις ότι θα ξανασυνεχιστούν με τον ίδιο ζήλο που γίνονται τόσα χρόνια;
Με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο όσο και να υπάρχουν απαγορεύσεις ή το οτιδήποτε αυτά τα πράγματα βρίσκουν τον τρόπο να ξαναγίνονται, γιατί επιβίωσαν και επί χριστιανισμού γιατί είναι προχριστιανικά έθιμα. Μπορεί να κυνηγήθηκαν ως ειδωλολατρικά το οτιδήποτε και τα λοιπά, κατάφεραν να επιβιώσουν, θα το ξανακάνουν και σε αυτή την περίπτωση. Τώρα το πώς δεν το ξέρουμε. Μπορεί να έρθουν δηλαδή πάλι εποχές, όπου κρυφά θα ανεβαίνουμε πάνω στα βουνά και θα γίνεται το έθιμο αλλά θα γίνει. Είναι κάτι πολύ δυνατό για να σταματήσει και αν σταματήσουν όλα αυτά για μένα είναι σαν να βάζουμε και ένα τέλος στο τι σημαίνει είμαι άνθρωπος ας πούμε.
Γιατί πιστεύεις ότι είναι σημαντικό για τους ανθρώπους; Ποια βαθιά ανάγκη μας εξυπηρετούν; Ρωτάω επειδή το έχεις ζήσει τελείως από μέσα.
Ναι, για τον καθένα μπορεί να είναι διαφορετικό. Είναι μία-πώς να το πω-κάποιος μπορεί να έρθει γιατί έχει προβλήματα υγείας και ζητάει θεραπεία, ζητάει μία βοήθεια. Κάποιος έρχεται και παίρνει δύναμη από αυτό βλέποντας δηλαδή ανθρώπους να κάνουν την υπέρβαση και να σβήνουν τη φωτιά παίρνουμε δύναμη. Ενισχύεται και η πίστη δηλαδή και σε μένα με την επαφή με τη λύρα και με τα Αναστενάρια, επειδή είχε υπάρξει μία περίοδος πριν χρόνια που ήμουν φοιτητής που έλεγα είμαι άθεος και τα λοιπά, ενισχύθηκε πάρα πολύ η πίστη μου στο Θεό όχι σε δόγματα, δηλαδή και φιλοσοφικά ας το πούμε με το θείο, με το θεϊκό στοιχείο ενισχύθηκε αυτή η πίστη και βλέπω ότι υπάρχει και μέσα στη λύρα αυτό το πράγμα. Κάποιος άλλος μπορεί να έρθει ενδεχομένως γιατί το θεωρεί ότι είναι κοινωνική εκδήλωση, κάποιος μπορεί να έρθει και να μη δει τίποτα, να 'ρθει επειδή υπάρχει κόσμος. Νομίζω ότι το πανηγύρι όλους τους δέχεται, τον καθένα για το δικό του λόγο. Στον καθένα δίνει ανάλογα και αυτό που ήρθε να δει, να πάρει με τον τρόπο που ήρθε. Κάποιος μπορεί να έχει ένα βάσανο είτε ψυχικό είτε κάτι και να το αφήσει εκεί πέρα, δηλαδή να κλάψει με αυτό που το έχω δει κιόλας. Να κλάψει να κάνει και να το αφήσει εκεί να το αφήσεις στον τόπο και να φύγει πιο ελαφρύς. Δηλαδή υπάρχει και η λύτρωση υπάρχει και η κάθαρση όπως υπάρχει και στις τραγωδίες. Και σίγουρα υπάρχει και το ερχόμαστε όλοι μαζί από διαφορετικούς τόπους για έναν κοινό σκοπό κάτι που σήμερα μας λείπει αυτό και πρέπει να το βρούμε, γιατί αλλιώς θα δυσκολευτούμε πάρα πολύ ειδικά από δω και πέρα.
Και αυτή η φιλοσοφία σχετίζεται με τη διονυσιακή λατρεία, το κομμάτι της συλλογικότητας-
Ναι ναι ναι ναι.
Και στα υπόλοιπα δρώμενα.
Αυτά και άλλους μπορεί να τους…Ας πούμε εμένα δεν πήγα εκεί πέρα για να…πήγα να παρακολουθήσω και βρέθηκα να έχω τοποθετηθεί εκεί πέρα με κάποιον τρόπο και για να δώσω κάτι που ίσως έχω ας πούμε σαν άνθρωπος, σαν μουσικός μέσα μου αλλά και για να πάρω, δηλαδή είναι μία τέτοια κατάσταση. Θα σου μάθω λύρα εγώ σαν πανηγύρι, σαν μυστήριο και θα σου μάθω κι άλλα πράγματα και εσύ θα έρχεσαι εδώ πέρα να παίζεις, ας πούμε, για μένα. Μπορεί εγώ να το βλέπω έτσι αυτό, ίσως ο κάθε άνθρωπος το βλέπει και διαφορετικά την σχέση του, την επαφή. Οπότε κάποιοι θά 'ρθουν και από περιέργεια, απλή περιέργεια και θα φύγουνε με άδεια χέρια ή…Για διάφορους λόγους νομίζω, για πάρα πολλούς λόγους. Αλλά ίσως υπάρχει και η ανάγκη να κρατηθούμε και από κάτι, ας το πούμε, ιερό ή θεϊκό να πάρουμε μια δύναμη, μια συμπαράσταση.
Πιστεύω δεν αφήνει εύκολα κάποιον ασυγκίνητο όλο το θέμα από την προετοιμασία μέχρι το περπάτημα αυτό πάνω στη φωτιά, είναι τόσο ιδιαίτερο και τόσο συγκλονιστικό, μεταφυσικό.
Ναι είναι. Νομίζω εξαρτάται από το πώς θα το παρακολουθήσει κάποιος και ενδεχομένως από το πώς ήταν πριν στη ζωή του, με ποιο σκοπό έρχεται. Δηλαδή αν κάποιος έρθει απλά για να δει κόσμο, να μιλήσει να κάνει και τα λοιπά μπορεί κάποια πράγματα να μην τα δει. Δεν φανερώνονται όλα σε όλους και αυτό είναι σωστό. Δηλαδή δεν μπορείς αδιακρίτως να μοιράσεις και τη γνώση και κάποια βαθύτερα πράγματα σε όλους. Δηλαδή πρέπει και αυτός που συμμετέχει να πάει λίγο προς τα εκεί να πει: «Θέλω να μάθω βαθύτερα τι γίνεται ή να αισθανθώ».
Μπορεί να γίνει οποιοσδήποτε αναστενάρης ή πρέπει να περάσεις από μία προετοιμασία;
Αυτό τώρα είναι κάτι που και εγώ πήγα εκεί για να παρακολουθήσω και έγινα λυράρης. Δηλαδή δεν είναι ότι πας το ζητάς, εκτός αν έχει κάποιος τον πιάσει κάτι και γίνει, μπει μέσα στο πανηγύρι και χορέψει. Είναι πολύ ιδιαίτερο είναι ένα… Εγώ το λέω και το ξαναλέω ότι πολλά από αυτά τα πράγματα δεν είναι στα δικά μας χέρια. Θα πω έτσι τώρα μία ιστορία για αυτό γιατί μέσα στα χρόνια στο πανηγύρι γίνονται διάφορα και προσπαθούμε πολλές φορές να εξηγήσουμε και εγώ έχω πάρει να διαβάσω βιβλία και ερευνητών και το ένα και το άλλο και πάντα κάτι λείπει, πάντα κάτι δεν είναι εκεί όσο και να προσπαθήσεις να το πιάσεις από δω και σφαιρικά πάντα αυτό που κρύβεται πίσω από αυτό, πάντα χαμογελάει και σου λέει ναι αλλά είναι και αυτό είναι και εκείνο. Θυμάμαι συγκεκριμένα σε ένα από τα τελευταία πανηγύρια η προετοιμασία, τι ωραία και αυτά, βγαίνουμε έξω ανάβουμε τη φωτιά και βγαίνουμε μετά από κάποιους χορούς να πάμε να σβήσουμε τη φωτιά και πριν ξεκινήσουμε ρίχνει μία καταρρακτώδη βροχή και σβήνει η βροχή τη φωτιά και μπαίνουμε εμείς μέσα. Θυμάμαι μου φώναζε ο νταουλτζής: «Πάμε, πάμε δεν θα παίζουν οι λίρες, θα κολλήσουν οι χορδές, θα κάνουν…» και εγώ εκείνη τη στιγμή μου ήρθε να γελάσω αλλά ταυτόχρονα ήταν σαν να μπήκε και κάτι μέσα στο μυαλό μου, μία φωνή που λέει: «Κοιτάξτε να δείτε δεν έχω εγώ ανάγκη π.χ. εσάς να το κάνετε αυτό, εσείς έρχεστε εδ[00:40:00]ώ πέρα γιατί έχετε ανάγκη από αυτό. Εγώ το ανάβω και το σβήνω όποτε θέλω». Και γέλασα γιατί είναι μία συνειδητοποίηση, συνειδητοποιείς λίγο και τη θέση σου μέσα στο σύμπαν, δηλαδή δεν είσαι παντοδύναμος σαν άνθρωπος. Δηλαδή εκεί λίγο χτυπιέται ο εγωισμός του ανθρώπου για μένα και αυτό είναι ένα άλλο μεγάλο μήνυμα μέσα στο πανηγύρι ότι γκρεμίζεται ο εγωισμός. Και αυτό όταν έγινε με τη βροχή ήθελα δηλαδή χαμογέλασα θετικά και είπα, ναι, έτσι ακριβώς είναι ας πούμε κατάλαβα το μήνυμα. Γιατί ο Θεός σου λέει εγώ άμα θέλω ανάβω φωτιές, σβήνω, ρίχνω. Εσείς έχετε την ανάγκη να ρθείτε εδώ πέρα να συμμετέχετε όλοι μαζί. Ο καθένας να βάλει το δικό του το κομμάτι ότι γνωρίζει ο μουσικός γνωρίζει να τραγουδάει, ο μάγειρας θα μαγειρέψει και όλοι μαζί έχετε ανάγκη αυτό το συλλογικό. Αυτή είναι μία ιστορία έτσι, υπάρχουν κι άλλες.
Μετά τρώτε όλοι μαζί μου είπες. Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο, συγκεκριμένα τρόφιμα που επιλέγονται
Την πρώτη μέρα, 21 του μηνός το πρωί γίνεται η θυσία του ζώου, τα οποία ζώα παλιότερα, στα πιο παλιά χρόνια ήταν ταύρος. Βέβαια τώρα δεν μπορείς εύκολα να βρεις ταύρο, όποτε μπορεί κάποιος να πει ότι εγώ θα κάνω στο επόμενο πανηγύρι δώρο δύο ζώα ξέρω γω, πρόβατα δύο κατσίκια, το οποίο αυτό ονομάζεται το κουρμπάνι είναι το ζώο το οποίο θυσιάζεται και από αυτό τρώνε όλοι όσοι συμμετέχουν. Παλιότερα ας πούμε κοβόταν το κρέας σε κομμάτια και μοιραζόταν πόρτα-πόρτα έστω και λίγο να ήταν από ένα κομμάτι σε κάθε σπίτι, σε κάθε οικογένεια. Και από κει και πέρα μπορεί να έχει φασόλια, σαλάτες ντομάτες, δεν έχει δηλαδή κάποιο συγκεκριμένο. Και μέσα στις υπόλοιπες μέρες μία μέρα π.χ. άμα είναι ημέρα νηστείας μπορεί να έχει κάποιο λαδερό φαγητό έτσι πάει. Σε αυτό το τραπέζι είναι καλεσμένοι όλοι, ο κόσμος που έρχεται δηλαδή είναι καλεσμένος μπορεί να καθίσει να φάει γιατί γίνεται για όλους που βρίσκονται εκεί πέρα και γίνεται και για αυτούς που δεν βρίσκονται σαν ευλογία.
Αν θυμάμαι καλά το τραπέζι, κάθεστε στο πάτωμα;
Ναι. Αυτό τώρα εξαρτάται και από το κονάκι. Εμείς στη Μαυρολεύκη καθόμαστε στο πάτωμα, εκεί πέρα ετοιμάζεται το τραπέζι. Εμείς σαν μουσικοί την ώρα που ετοιμάζεται το τραπέζι παίζουμε καθιστικά τραγούδια, δηλαδή όχι χορευτικά, τα οποία είναι κάποιες ιστορίες. Είναι και επηρεασμένα και από ακριτικά τραγούδια, γιατί μιλάνε για Ρωμιούς, για Τούρκους, για χωριά που μπήκαν ας το πούμε κουρσάροι κτλ. Μέχρι να στηθεί όλο το τραπέζι, δηλαδή ο λυράρης ίσως τρώει και τελευταίος, γιατί παίζει, τραγουδάει για να συνεχιστεί το μυστήριο, γιατί δεν είναι…Αυτό μου είχε κάνει πολλή εντύπωση την πρώτη φορά που το παρακολουθούσα στη Μαυρολεύκη δεν έπαιζε μουσική στο τραπέζι και είχε αρχίσει να γίνει μία οχλαγωγία και έγινε αυτό στο χωριό, φωνές και τα λοιπά. Την πρώτη φορά που πήγα εγώ το 2014 είπα εντάξει θα παίξουμε έστω 1-2 τραγούδια ό,τι έχω μάθει μέχρι τώρα κι αμέσως-αμέσως άλλαξε όλη η συμπεριφορά. Δηλαδή επειδή συνεχίζει και υπάρχει αυτός ο ήχος αλλάζει ενέργεια, ήταν όλοι πιο ήπιοι, συνέχισαν να μιλάνε αλλά 2-3 τόνους παρακάτω, δηλαδή φύγαμε από αυτό της ταβέρνας και της οχλαγωγίας και ήτανε με μεγαλύτερη ταπεινότητα, ας πούμε, έτρωγε ο κόσμος και μιλούσε. Αυτό μου είχε κάνει εντύπωση για το τι δύναμη έχει η μουσική γενικότερα και ειδικά αυτή η μουσική. Και μετά το τραπέζι θα μαζέψουμε, θα πλύνουμε τα χέρια μας γιατί περνάει κανάτα με νερό και πετσέτα και όλοι πλένουμε τα χέρια μας. Και μπορεί να γίνει μετά κάποιος χορός αν είναι το τέλος του πανηγυριού να γίνουν και χοροί, πιο εύθυμα ας το πούμε τραγούδια γιατί πλέον όλα έχουν πάει καλά και έρχεται και το λυτρωτικό κομμάτι και ακολουθούν μία τέτοια πορεία ας το πω.
Ανέφερες στην αρχή ότι λίγο την παράδοση την σνόμπαρες αρχικά-
Ναι.
Δεν την ήξερες. Τώρα ποια είναι η άποψή σου για την παράδοση; Γιατί είσαι ένας πολύ νέος άνθρωπος που ασχολείσαι με ένα παραδοσιακό όργανο, σπάνιο όργανο και ουσιαστικά ζεις από αυτό το επάγγελμα έτσι;
Ε ναι μέχρι πρόσφατα ναι, τώρα τα τελευταία δύο χρόνια που έχουν σταματήσει οι χοροί, οι σύλλογοι, απαγορεύεται η μουσική σε μαγαζιά, απαγορεύεται ο χορός και τα λοιπά αυτό άλλαξε. Η άποψή μου ποια είναι τώρα για την παραδοσιακή μουσική. Πριν ξεκινήσω έβλεπα ας το πούμε κάποια φολκλορ ή κάποια πολύ, ας το πούμε, πολύ φθηνά ποιοτικά πράγματα όσον αφορά την παραδοσιακή μουσική με κάποια συνθεσάιζερ και έτσι ένα πανηγύρι, με την κακή έννοια πανηγύρι και δεν με ενδιέφεραν τότε, τα χλεύαζα λέω δεν έχω να πάρω κάτι από αυτό. Και αυτό είναι συνήθως αυτό που προβάλλεται και πρώτο-πρώτο σε κάποιον που δεν έχει γνώση, είναι σαν ένα τείχος το οποίο πρέπει να γκρεμίσεις για να δεις το θησαυρό που υπάρχει από πίσω. Ένα φαινόμενο το οποίο δεν έχει σταματήσει, τώρα μπορεί να έχει γίνει και χειρότερο, γιατί πλέον όλοι ασχολούνται, θα πουν ένα παραδοσιακό, θα το διασκευάσουν, θα του αλλάξουν τα φώτα και τα λοιπά. Όταν κατέβηκα στην Αθήνα στο ‘15-‘16 και μετά είδα ότι υπάρχει και έντονη ανάγκη και από νέους ανθρώπους για να χορέψουν, υπάρχουν πολλά χορευτικά, βγαίνουν καινούργιοι μουσικοί και τα λοιπά. Το οποίο αυτό είναι και θετικό γιατί ασχολείται πολύς περισσότερος κόσμος αλλά το ερώτημα είναι γιατί ασχολείται; Πολλές φορές ασχολείται και για μεροκάματο και μόνο για αυτό, ότι εγώ θα παίξω εγώ έχω ένα σύλλογο και θα κάνω ή θα κάνω μία διασκευή ενός τραγουδιού το οποίο δεν το καταλαβαίνω ούτε καν ρυθμικά, δηλαδή αυτά είναι φαινόμενα και της Αθήνας έντονα. Δεν καταλαβαίνω ένα ρυθμικό πως πάει, θα το κάνω διασκευή στα δικά μου τα μέτρα. Τώρα αυτή τη στιγμή που μιλάμε μετά από δύο χρόνια lockdown περιορισμών και όλα αυτά, η παράδοση κατ’ εμέ θα επιβιώσει στα βουνά και στα σπίτια κάτι σαν αντάρτικο δηλαδή. Και εγώ ξεκίνησα μετά από τόσα χρόνια βγήκα και στο δρόμο, είπα εφόσον δεν επιτρέπεται στα μαγαζιά και τα λοιπά θα βγούμε κάτω από την Ακρόπολη, ας πούμε, στην Αεροπαγίτου να παίξουμε για τους φίλους μας, για τους περαστικούς, για να χορέψουν. Γιατί δεν γίνεται αλλιώς, δηλαδή πρέπει ο κόσμος κάπως και να λυτρώνεται, να μπαίνει και σε μία ευδαιμονία. Γιατί αν συνεχίσει έτσι όπως πάει η κατάσταση ή θα γίνει μουσείο η παραδοσιακή μουσική, δηλαδή αν πάμε σε μία πολύ μεγάλη τεχνολογική επανάσταση και πλέον όλα γίνονται για το YouTube και το Instagram θα γίνει μουσείο, θα πεθάνει, θα σβήσει. Γιατί η δική μας η παραδοσιακή μουσική έχει να κάνει με το τραγούδι, με τη μουσική, με το χορό, έχει να κάνει με το ότι πιάνεις το χέρι του διπλανού χωρίς φόβο και χορεύεις και αν δεν ξέρεις τα βήματα τα μαθαίνεις, τα οποία αυτά βήματα φυσικά θα στα δείξει ο παλαιότερος, αυτός που ξέρει το χορό θα στα δείξει και εσύ μετά όταν θα μεγαλώσεις τα δείξεις σε ένα νεότερο. Δηλαδή είμαστε ένα κομμάτι, ας πούμε, ένας κρίκος σε μία αλυσίδα και εγώ τώρα σήμερα βρίσκομαι εδώ πέρα αύριο-μεθαύριο θα πεθάνω, θα φύγω, θα συνεχίσουν άλλοι από κει που το αφήνουμε. Ή θα επιβίωση στα βουνά και όσοι είναι διατεθειμένοι να παίξουν εκεί πέρα θα το κρατήσουν ζωντανό όλο αυτό τον πλούτο που έχουμε, το θησαυρό ή θα καταλήξει να είναι μουσείο και 2-3, ας το πούμε, 2-3 μεγάλα ονόματα και τα λοιπά, θα έχουν τη δυνατότητα να βγουν να παίζουν αλλά η πλειοψηφία του κόσμου θα έχει απαγορεύσεις. Αυτή τη στιγμή αυτό μπορώ να δω. Βέβαια, εντάξει, επειδή όλα αλλάζουν μπορεί και μέσα από ανάγκη να γίνει κάτι που δεν μπορούμε να το…δεν μπορώ εγώ να το υπολογίσω.
Όταν παίξατε κάτω από την Ακρόπολη, πώς αντέδρασε ο κόσμος;
Είχαμε ευτυχώς αρκετούς δικούς μας ανθρώπους, οι οποίοι έρχονται στα μαγαζιά, είναι από χορευτικά ξέρουν τους χορούς. Οπότε ήταν σαν να είμαστε μία [00:50:00]παρέα γνωστών που το συνεχίσαμε από κει που το είχαμε αφήσει πριν από τα lockdown, από τα κλεισίματα. Αρκετός κόσμος από τουρίστες και τα λοιπά σταματούσε, άφηνε λεφτά για τους μουσικούς, καθόταν παρακολουθούσε, τραβούσε βίντεο. Δηλαδή νομίζω ότι αυτά τα ηχοχρώματα τους τραβάνε για κάποιο λόγο που αρκετοί δεν ξέρουν. Εντάξει, αρκετοί θα αδιαφορήσουν τελείως, γιατί ας το πούμε δεν είναι κιθάρα, δεν είναι έντεχνο, δεν είναι ρεμπέτικο θα φύγουν. Είναι πιο δύσκολα ηχοχρώματα αυτά, κάποιους όμως τους τραβάνε, τους τραβάει όλο αυτό και μένουν. Οι δικοί μας οι άνθρωποι το χαίρονται με την καρδιά τους, χορεύουν, γίνεται κανονικό γλέντι. Άλλος πάλι μπορεί να μείνει από περιέργεια να σταθεί, να ακούσει τι είναι αυτό. Δηλαδή, ειδικά κάποιος τουρίστας τώρα όταν βλέπει ένα νταούλι έναν νταχαρέ, που είναι ο νταχαρές το τύμπανο, το αρχαίο, όσο και να μη, κάπως σου κάνει εντύπωση αυτό το το αρχέγονο ηχόχρωμα και όλο αυτό που προκαλεί. Κάποιος μπορεί να καθίσει εκεί και να του φέρει και ένα αίσθημα ελευθερίας όλο αυτό.
Ενότητα 12
Η κατασκευή μουσικών οργάνων και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της λύρας Μακεδονίας ή Δράμας
00:51:15 - 01:05:15
Κατασκευάζεις μόνος σου λύρες;
Ναι αυτό ξεκίνησε το 2013, όταν είχαμε πάει στην Επίδαυρο με την παράσταση. Εγώ τότε έτσι μάθαινα είχα ένα χρόνο που είχα πάρει τη λύρα, δύο χρόνια και μέσα στο στρατό και συνέχιζα να μαθαίνω. Δεν είχα κάνει ακόμα δική μου λύρα. Το φοβόμουνα, γιατί ήταν κάτι που εντάξει, πώς γίνεται αυτό. Και εκεί μιλούσα με ένα παιδί, ο οποίος έφτιαχνε, είχε φτιάξει λύρες και τα λοιπά και μου είπε θα πάρεις αυτά τα εργαλεία και εκείνα και τα λοιπά, μιλούσαμε για αυτό. Και μετά από κάποιους μήνες βρήκα στην Αθήνα μία σχολή, το ΚΕΠΕΜ, τη σχολή του Σίμωνα Καρά και είδα ότι έχει τμήμα οργανοποιίας. Γράφτηκα στο τμήμα, μαθήτευσα εκεί πέρα με τον Μανώλη τον Γιαννουλάκη, το δάσκαλό μου, όπου ήταν η πρώτη μου επαφή με εργαλεία, με ξύλα και τα λοιπά και ξεκίνησα να φτιάχνω λίρες. Γιατί είχα πει… όταν είχα ξεκινήσει με τη λύρα να παίζω, άκουγα ιστορίες ότι ο λυράρης έφτιαχνε τη λύρα μόνος του, δηλαδή στα δικά του πρότυπα ανάλογα με το σωματότυπό του, με τα χέρια με αυτά, με το σχήμα που του αρέσει και τα λοιπά. Και έλεγα θέλω και εγώ την λύρα που θα παίζω να την έχω φτιάξει εγώ. Η αλήθεια είναι ότι όταν το έχεις κάνει αυτό, ίσως το πονάς και λίγο παραπάνω το όργανο γιατί ξέρεις και την κατασκευή και όταν κατασκευάζεις ξέρεις τι πρέπει να κάνει αυτό το όργανο, τι πρέπει να βγάλει, πώς πρέπει να παίξει. Και έτσι από το ‘14, νομίζω 2014 ξεκίνησα να φτιάχνω και λίρες και μέχρι σήμερα που συνεχίζω, φτιάχνω και για μένα και σε κάποιο κόσμο που παίρνει. Και συνεχίζει μια μελέτη πάνω στις λύρες, γιατί είναι και τα υλικά τα ξύλα είναι και οι αναλογίες είναι και τα σχέδια είναι. Είναι πολλά πράγματα, ας πούμε, που είναι για μελέτη.
Εσύ τι λύρα κατασκευάζεις;
Λύρα Μακεδονίας-λύρα Δράμας με αυτή που ξεκίνησα, Θρακιώτικη λύρα-Κωστελίδικη, Δωδεκανησιακές έχω φτιάξει, μία Κρητική, Πολίτικες αυτά. Δεν έχω φτιάξει Ποντιακή μέχρι στιγμής. Αλλά με ενδιαφέρουν και άλλα όργανα έφτιαξα, επίσης, ένα Πυθαγόρειο μονόχορδο λέγεται στο εξωτερικό. Βέβαια, επειδή έχει πολλές χορδές εγώ το λέω πολύχορδο, το οποίο είναι ένα κουτί ορθογώνιο. Εγώ αυτό που έφτιαξα έχει 27 χορδές, κουρδίζονται όλες στον ίδιο τόνο και παράγει συντονισμό. Δηλαδή σε έναν τόνο, ας πούμε, στο Ρε στο Λα στο Σολ αναλόγως που θα κουρδίσεις. Και αυτό θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και στο θέατρο σε μία πρόβα είτε σε μία ανάγνωση κειμένου παράγει ένα ισοκράτημα αυτό έναν σταθερό τόνο και για γιόγκα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για χαλάρωση. Ναι αυτό ήτανε, έχει να κάνει με την πτυχιακή που έκανα στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο με τον Πυθαγόρα, όπου πάλι εκεί πέρα είχε έρθει αυτή η πληροφορία το μονόχορδο και είχα πει κάποια στιγμή θέλω να φτιάξω και μετά από αρκετά χρόνια, ας πούμε, το ολοκλήρωσα, έφτιαξα το πρώτο. Και φυσικά αυτό τώρα θέλει μελέτη, να τροποποιηθεί να βελτιωθεί και τα λοιπά.
Υπήρχε κάποιο πρότυπο ή εσύ από τη μελέτη σου…
Όχι δεν υπήρχε, έβλεπα κάποια βίντεο στο διαδίκτυο που δεν ήξερα ποτέ τι υπάρχει μέσα, πώς είναι κατασκευασμένο μέσα. Εντάξει, ένα κουτί εξωτερικά το βλέπεις, βλέπεις τις χορδές και για αυτό καθυστέρησα αρκετό καιρό. Στην ουσία αυτό που έφτιαξα για μένα είναι το πρωτότυπο και από δω και πέρα αυτά που θα φτιάξουν, ενδεχομένως, στο μέλλον μπορεί να είναι βελτιωμένες εκδοχές, μπορεί να έχουν παραπάνω χορδές. Επίσης, στο εξωτερικό βλέπω υπάρχουν ακόμα και κρεβάτια τέτοια, που χρησιμοποιούνται για ήχοθεραπεία, δηλαδή ξαπλώνει ο ασθενής και έχει χορδές από κάτω και ας πούμε ο θεραπευτής ή ο χειριστής παίζει με τις χορδές και οι δονήσεις ας πούμε πάνε προς το σώμα. Εντάξει ακόμα κρεβάτι δεν έχω σκεφτεί να φτιάξω, τέτοιο μέγεθος. Αυτό και με ενδιαφέρει μπορεί να φτιάξω και λύρα Καλαβρίας, που παίζεται στη νότια Ιταλία. Και σίγουρα θέλω κάποια στιγμή να φτιάξω και αρχαιοελληνική λύρα, δηλαδή σαν άρπα που είναι περισσότερο και δεν παίζεται με δοξάρι, παίζεται με το πλήκτρο ή με το νύχι.
Θα ήθελες να μου μιλήσεις λίγο περισσότερο για τη Μακεδονική λύρα, τη λύρα της Δράμας;
Ε ναι αυτή η λύρα είναι ανήκει στην κατηγορία…Έχουμε δύο κατηγορίες στις λίρες είναι η αχλαδόσχημες, αυτές που το σχήμα τους είναι σαν αχλάδι και η Ποντιακή που είναι φιαλόσχημη, είναι σαν ένα μπουκάλι, σαν μία φιάλη. Η Μακεδονική λύρα ανήκει στην πρώτη κατηγορία είναι αχλαδόσχημη, έχει τρεις χορδές, οι οποίες είναι κατασκευασμένες από έντερο. Αυτή είναι μία ιδιαιτερότητα που έχει μείνει στη Μακεδονική λύρα και στη λύρα της Θράκης είναι ότι οι χορδές είναι εντέρινες, οπότε παράγουν ένα λίγο πιο γλυκό, ένα πιο ζεστό ηχόχρωμα, δεν έχουν αυτό της μεταλλικής χορδής. Είναι συγγενικές η Μακεδονική με τη Θρακιώτικη. Είναι αρκετά κοντά και στην κατασκευή, απλά έχουν τελείως διαφορετικό κούρδισμα. Η Μακεδονική έχει την ιδιαιτερότητα, επίσης, ότι η μεσαία χορδή κουρδίζεται ας πούμε σε έναν τόνο, ας πούμε, Λα και είναι ισοκράτημα, δηλαδή παίζει συνεχώς με το δοξάρι αυτή, οπότε έχουμε συνεχώς ένα τόνο Λα Λα Λα, ξέρω γω, παίζει συνεχώς. Η μπροστά η χορδή, η ψιλή εκεί που παίζουμε τη μελωδία είναι μία οκτάβα πάνω από τη μεσαία και εκεί πέρα παίζουμε τη μελωδία. Οπότε έχουμε ισοκράτημα στο Λα και παίζει η μελωδία του σκοπού και η πίσω η χορδή είναι κουρδισμένη στον τόνο Μι σε καθαρή πέμπτη, δεν είναι ακριβώς πάνω στο κουρδιστήρι, αυτή είναι μία άλλη ιδιαιτερότητα αυτών των οργάνων. Και εκεί πέρα παίζουμε με την ψίχα του χεριού, δηλαδή δεν παίζουμε με το νύχι αλλά ακουμπάμε με το μαλακό κομμάτι των δακτύλων στην πίσω τη χορδή. Το κούρδισμα της είναι σαν μια γκάιντα, δηλαδή που έχει το ίσο που φουσκώνει ο ασκός, φυσάει βγαίνει ένας τόνος μιιιιι, αυτό είναι το ισοκράτημα, που είναι η μεσαία η χορδή στην λύρα Μακεδονίας και μετά έχουμε μία έκταση, ας πούμε, μία οκτάβα και 2-3 τόνους από την πίσω τη χορδή μέχρι την μπροστά. Που στην μπροστά τη χορδή παίζουμε με το νύχι, δηλαδή σταματάμε τη χορδή από το πλάι με το νύχι. Τι άλλο, αυτά είναι τα πιο σημαντικά στοιχεία της δραμινής λύρας της Μακεδονίας. Σαν ηχόχρωμα τώρα είναι αυτό που έχει, που μας δίνει η εντέρινη χορδή έτσι ένα θαμπό ηχόχρωμα, δεν είναι τόσο όξινο όπως είναι αυτό με την Κρητική λύρα που είναι μεταλλικές οι χορδές. Και ίσως θεωρώ ότι η Μακεδονική λύρα έχει το παλαιότερο κούρδισμα που μπορούμε να βρούμε σε όργανο και αυτό το λέω βάσει των διαστημάτων που κουρδίζεται, κουρδίζεται στα δύο πρώτα εύηχα διαστήματα σύμφωνα, δηλαδή που ακούγονται ωραία μεταξύ τους, τα οποία ανακάλυψε ο Πυθαγόρας. Το πρώτο είναι η οκτάβα, δηλαδή μία συχνότητα διπλάσια της και το δεύτερο πιο αρμονικό εύηχο είναι η Πέμπτη, καθαρή Πέμπτη, δηλαδή από το Λα στο Μι ή από το Ντο στο Σολ, ας πούμε. Ενώ η Θρακιώτικη λύρα έχει άλλο κούρδισμα έχει Λα Ρε Σολ ένα τόνο κάτω από το Λα, που αυτό μας δίνει διάφωνο διάστημα, δηλαδή είναι σαν να έχουμε δύο διπλανά πλήκτρα στη λύρα. Είναι λιγότερο αρμονικό σαν κού[01:00:00]ρδισμα από το λύρα Μακεδονίας. Της Μακεδονικής λύρας εμένα μου φαίνεται πιο αρχοντικό, πιο-πώς να το πω, ας πούμε-πιο απολλώνιο, πιο απολλώνιο το κούρδισμα. Της Θρακιώτικης είναι πιο διονυσιακό είναι πιο-πώς να το εξηγήσω- έχει κάτι το αρχοντικό της Δράμας είναι η οκτάβα, είναι η πέμπτη, είναι εύηχα και τα τρία διαστήματα και επίσης όταν δεν παίζει κάποια χορδή υπάρχει αρμονία σε όλο το όργανο. Στην Θρακιώτικη ή στην Κωστελίδικη υπάρχει μία τραχύτητα, που προκύπτει από αυτό τη διαφορά τόνου μεταξύ δύο χορδών. Που βέβαια εντάξει, τώρα αυτά ίσως είναι και με την βάση της δυτικής μουσικής του τι είναι σύμφωνο και διάφωνο. Στην Θρακιώτικη λύρα η πίσω η χορδή παίζει μόνο με το δοξάρι, δηλαδή σαν ρυθμικό στοιχείο. Αυτά, τι άλλο για τη Μακεδονική λύρα αποτελείται από ένα κομμάτι ξύλου μονοκόμματο, το οποίο είναι σκαφτό, φτιάχνουμε το αντηχείο δηλαδή είναι μία λακκούβα η οποία είναι σκαφτή, μπαίνει πάνω το καπάκι, έχουμε τις χορδές, τα κλειδιά στα οποία φαίνονται οι χορδές ή στριφτάρια. Στο κάτω μέρος υπάρχει ο χορδοδέτης, που εκεί πέρα δένονται οι χορδές σε ένα κομμάτι ξύλο που προεξέχει και σηκώνονται οι χορδές και στηρίζονται στον καβαλάρη όποιος τις κρατάει σε μία θέση για να μπορούν να παίξουν και τα δάχτυλα. Και όλο αυτό το όργανο δεν παίζει, δεν βγάζει φωνή αν δεν βάλουμε ένα κομματάκι ξύλο από τον καβαλάρη που πάει κάτω στο σκάφος μέσα από τα μάτια του και ονομάζεται «ψυχή», δηλαδή είναι αυτό που δίνει ψυχή στο όργανο, είναι ένας στύλος που από τον καβαλάρη μεταφέρει τις δονήσεις κάτω στο αντηχείο και δημιουργείται ο παλμός και βγαίνει μέσα από τα μάτια της λύρας ο ήχος και η φωνή της. Όπου εκεί πέρα κάθε λύρα τώρα αναλόγως τα ξύλα της, το βάθος, το πλάτος, πού είναι τα μάτια και τα λοιπά θα βγάλει και διαφορετική φωνή. Κάποια μπορεί να βγάλει πιο μεταλλική χροιά, κάποια μπορεί να βγάλει πιο γλυκιά, κάποια πρέπει να μην έχει πολλή ένταση. Είναι αυτό που λένε ότι αν πάρεις δύο λύρες δεν θα βρεις ποτέ δύο ίδιες λύρες, να παίζουν ακριβώς το ίδιο, να έχουν ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά είναι δύσκολο. Αλλά αυτό είναι το ωραίο είναι ότι δεν υπάρχει τυποποίηση στην κατασκευή. Κάτι που το κρατάω και εγώ, γιατί επειδή βαριέμαι εύκολα τα ίδια και τα ίδια πράγματα αλλάζω τα ξύλα, αλλάζω τα σχέδια, αλλάζω τα μάτια, κάνω πειράματα να δω τι θα βγάλει σαν τελικό αποτέλεσμα. Γιατί όταν έχεις ένα κομμάτι, όλο ξεκινάει από μία πλάκα ξύλο το οποίο λες τελικά όταν βάζεις και τις χορδές τώρα τι θα βγάλει, τι φωνή; Αυτό. Η συνοδεία της Μακεδονικής λύρας είναι ο νταϊρές ή νταχαρές, που είναι ένα τύμπανο στρογγυλό σαν γεμάτο φεγγάρι και έχει και ζίλια, έχει κάποια μεταλλικά κάποια κομμάτια στρόγγυλα μετάλλου, τα οποία παράγουν υψηλές συχνότητες και αυτά τα δύο μαζί αποτελούν την ζυγιά. Δηλαδή στη Δράμα έχουμε τη λύρα και τον νταχαρέ, στη Θράκη έχουμε λύρα-νταούλι, στο Κωστή σε αυτά τα χωριά ή μπορεί να έχουμε και γκάιντα-νταχαρέ ή γκάιντα-νταούλι και τα λοιπά. Ο νταϊρές είναι ένα στεφάνι ξύλινο πάνω στο οποίο τεντώνουν οι κατασκευαστές δέρμα είτε από κατσίκι ό,τι είναι πιο ανθεκτικό συνήθως από κόκκινο κατσίκι νομίζω, αν δεν κάνω λάθος, γιατί είναι πιο ανθεκτικό. Τεντώνουν το δέρμα εκεί πάνω και με το χτύπημα με το χέρι, αφού έχει τεντώσει το δέρμα, παράγεται ο ήχος. Και η Δραμινή λύρα εννοείται παίζετε με δοξάρι, που είναι ένα κομμάτι ξύλο πάνω στο οποίο δένουμε, σταθεροποιούμε τρίχες αλόγου και αυτές ακουμπάνε πάνω στις χορδές και τις θέτουν σε κίνηση και παράγεται ο ήχος με αυτό τον τρόπο.
Εντυπωσιακό.
Ναι, ναι.
Και ο νταχαρές είναι δραμινό παραδοσιακό όργανο ή το συναντάμε και αλλού;
Νομίζω υπάρχει και σε άλλες περιοχές στη Μακεδονία και στην Καππαδοκία είχανε, αν δεν κάνω λάθος, αυτά νταχαρέ. Στην Ήπειρο με μία άλλη μορφή είναι το ηπειρώτικο ντέφι που είναι πιο μικρό. Αλλά σαν νταχαρές τώρα σήμερα από όσο γνωρίζω στη Δράμα, ίσως σε κάποια χωριά στην Αλιστράτη Σερρών έχουνε και δηλαδή στην Ανατολική Μακεδονία σε διάφορα χωριά παιζόταν ο νταχαρές ή νταϊρές. Αλλά για τη Δράμα είναι, ναι, είναι σαν ένα όργανο-σύμβολο, δηλαδή χωρίς αυτό δεν γίνεται εύκολα γλέντι.
Να σε ρωτήσω έτσι και κάτι τελευταίο. Πώς είναι να βρίσκεται ένας λυράρης στην Επίδαυρο ή σε ένα αρχαίο θέατρο; Πώς ήταν αυτή η εμπειρία σου;
Εντάξει αυτή για μένα ήταν από τα ομορφότερα, τις ωραιότερες εμπειρίες που είχα σαν λυράρης, σαν μουσικός το να μπαίνω στην Επίδαυρο. Δύο φορές έχω παίξει. Δεν ξέρω γιατί θεωρώ ότι υπάρχει μία σύνδεση, έχουμε από τη μία ένα πανάρχαιο θέατρο με όλες αυτές τις ιδιότητες που είναι και σαν…λειτουργεί και σαν θεραπευτήριο και έχουμε και ένα όργανο το οποίο είναι και αυτό, εμένα ας πούμε μου δημιουργεί μία σύνδεση με τους προγόνους. Οπότε και τιμή αισθάνθηκα που μπήκα και δέος και γεμάτος έφυγα από την Επίδαυρο δύο φορές που έπαιξα. Είναι αυτό, εκείνη την εβδομάδα που πάμε για τις πρόβες έλεγα εγώ έτσι θέλω να ζω, δηλαδή έτσι να είναι κάθε μέρα. Το θέατρο επίσης είναι ζωντανό, δηλαδή βλέπεις ένα τεράστιο θέατρο την Επίδαυρο και μπορεί άμα φοβηθείς να το δεις ακόμα πιο τεράστιο, θα γιγαντωθεί αυτό και θα σε πνίξει. Αν δεν φοβηθείς και πας με αλαζονεία πάλι θα σε πνίξει. Νομίζω ότι είναι ένας χώρος, ο οποίος χρειάζεται μέτρο να μπεις μέσα με σεβασμό, να μη φοβηθείς και αυτό αμέσως μετατρέπεται σε μία αγκαλιά. Βέβαια, εντάξει, εγώ έχω και το δικό μου τρόπο λειτουργίας. Δηλαδή πέρυσι που ήμουνα πάλι με τη λύρα σε παράσταση, κάθε φορά που έμπαινα και για την πρόβα πήγαινα και στο κέντρο έκανα και την δέηση μου στους θεούς και στον Αισχύλο και σε όλους τους προγόνους να έρθουν να βοηθήσουν στο να πάει όλο καλά. Εντάξει, για μένα είναι μαγικοί αυτοί οι χώροι, είναι ιεροί. Και βεβαίως και τιμή και αισθάνομαι σαν να είμαι στο σπίτι μου ταυτόχρονα από τις ωραιότερες εμπειρίες, δηλαδή σαν χώρο δεν έχω παίξει κάπου που να πω είναι καλύτερα. Ειδικά από την Επίδαυρο και τη Δωδώνη και το αρχαίο θέατρο των Φιλίππων, που είναι τρία διαφορετικά όσον αφορά την ενέργεια και το πώς είναι ο χώρος και τα τρία είναι διαφορετικά, από το καθένα, ας πούμε, πήρα διαφορετικά πράγματα και εύχομαι να ξαναπάω, γιατί είναι μου αρέσει πάρα πολύ να βρίσκομαι εκεί πέρα.
Ωραία, οπότε χαρακτηρίζεις τον εαυτό σου ως έναν σύγχρονο λυράρη;
Μουσικό-
Μουσικό;
Μουσικός είμαι, που είμαι και λυράρης, είμαι και τραγουδιστής δηλαδή μαζί με τη λύρα τραγουδάω ταυτόχρονα, αλλά και ηλεκτρονική μουσική γράφω για το θέατρο. Και τελευταία από πέρυσι αυτά τα δύο ενώ έτρεχαν ανεξάρτητα και δεν ήθελα εγώ να τα μπλέξω, γιατί θεωρούσα λέω εντάξει η παραδοσιακή μουσική είναι παραδοσιακή μουσική και η ηλεκτρονική μουσική είναι ηλεκτρονική, θα τα κρατήσω χώρια. Και πέρυσι μετά από την συνεργασία μου με το μουσικό στην παράσταση του Εθνικού, ο οποίος με βοήθησε να βγω λίγο έξω από τα από τα νερά μου και να σκέφτομαι τη λύρα, ας πούμε, μη παραδοσιακά ότι δεν χρειάζεται να παίξω παραδοσιακούς σκοπούς. Ε ξεκίνησα τώρα να τα μπλέκω αυτά τα δύο, να τα γεφυρώνω, δηλαδή γράφω ηλεκτρονική μουσική και χρησιμοποιώ και τις λύρες μέσα και είδα ότι ταιριάζει. Και, επίσης, είδα ότι είναι και αυτό το πράγμα είμαι εγώ οπότε ναι μουσικός θα έλεγα και λυράρης και οργανοποιός. Μέχρι στιγμής δηλαδή αυτά και συνθέτης μουσικής, αυτά.
Πολύ ωραία. Άρα η λύρα είναι ένα όργανο που παρά την αρχαιότητά της έχει και πολύ μέλλον μέσα σε σύγχρονα πλαίσια;
Σίγουρα, όσο καταφέρνει να συγκινεί, να κάνει ανθρώπους να χορεύουν ή όσο μπορεί να μπαίνει μέσα σε τέτοιες συνθέσεις ή και αυτούσια έτσι όπως είναι, ναι, νομίζω ότι θα έχει μέλλον. Εκτός αν τα αφήσουμε εμείς τα όργανα, δεν ασχοληθούμε, δεν παίξουμε, δεν προσπαθούμε να τα βελτιώσουμε με καινούργια ξύλα, με καινούργια υλικά, καινούργιες κόλλες κτλ αλλά και με γλέντια, με χορούς, με τραγούδια με όλα αυτά θα σίγουρα…Πάντα είναι επίκαιρο έν[01:10:00]α τέτοιο όργανο, εκτός αν φτάσουμε στο 3.000 μετά Χριστόν και πλέον δεν υπάρχει κοινωνική ζωή, είμαστε όλοι με ένα laptop ή με μία σύνδεση, ας πούμε, ο καθένας σε ένα ψηφιακό κελί, εκεί πέρα νομίζω ότι θα γίνει μουσείο. Θα είναι ίσως και κάτι που δεν θα έχει τόσο σημασία. Αλλά σίγουρα μπορεί να μπει και σε συνθέσεις, εγώ τη χρησιμοποιώ τώρα και στο θέατρο που γράφω μουσική και θα συνεχίσω να τη χρησιμοποιώ. Ίσως όχι με τόσο παραδοσιακό τρόπο αλλά παίζοντας ας το πούμε δυτικότροπα με ένα τέτοιο όργανο γίνεται κάτι περίεργο επειδή έχει ένα ηχόχρωμα διαφορετικό είναι σαν να ακούς βιολί αλλά και να μην είναι βιολί ακριβώς. Ναι, νομίζω εξαρτάται από το πώς θα χρησιμοποιούμε τα όργανα. Και είναι οι άνθρωποι τι θα κάνουν με αυτά. Σίγουρα, σίγουρα μπορεί να μείνει και στο μέλλον. Και μπορεί τώρα να προκύψει και μεγαλύτερη ανάγκη για επιστροφή σε κάτι πιο απλό, όπως χόρευαν οι παππούδες και οι πρόγονοί μας ουδείς ξέρει για αυτό.
Πώς θα ήθελες να κλείσουμε αυτή τη συνέντευξη;
Δεν ξέρω, ό,τι θέλεις εσύ να με ρωτήσεις. Εγώ έχω πει πολλά, μπορώ να πω και άλλα τόσα. Ό,τι θέλεις εσύ.
Νομίζεις ότι αν είχες γεννηθεί σε έναν άλλο τόπο θα είχες την ίδια εξέλιξη; Θα έφτανες πάλι στη λύρα ή η Δράμα έπαιξε καταλυτικό ρόλο;
Άλλο τόπο εννοείς εκτός Ελλάδος;
Σε άλλη πόλη, ίσως και εκτός Ελλάδος. Η Δράμα, δηλαδή, έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωσή σου ως καλλιτέχνης;
Ναι, θεωρώ, ναι, ότι έπαιξε καθοριστικό ρόλο, δηλαδή παρότι εγώ δεν είχα βιώματα μικρό παιδί, δεν μεγάλωσα στο χωριό μεγάλωσα στη Δράμα. Παρόλα αυτά η γιαγιά μου, ας πούμε, χόρευε αυτά τα τραγούδια, ο άντρας της αδερφής της έπαιζε νταϊρέ. Και αφού έμαθα να παίζω λύρα μετά από χρόνια μου είπε η μητέρα μου ότι, ναι, πηγαίναμε στο χωριό και έπαιζε ο θείος, έπαιζε νταχαρέ. Φυσικά εγώ ήμουν πολύ μικρός, δεν το θυμόμουνα αλλά όλα αυτά μάλλον είναι σπόροι που μπαίνουν μέσα μας και κάποια στιγμή, αν βρεθεί η ευκαιρία αναπτύσσονται βγάζουν κλαδιά και τα λοιπά και γίνονται δέντρα. Αυτό είναι ένα ωραίο πράγμα, θα μπορούσαμε να κλείσουμε με αυτό. Μία προτροπή και προς τους μεγάλους ανθρώπους, ας πούμε, και αυτούς που έχουν οικογένεια και τα λοιπά είναι να δίνουν ερεθίσματα τέτοια στα παιδιά και από κει και πέρα αν υπάρξουν τα ερεθίσματα υπάρχει ελευθερία, μπορεί κάτι να φυτρώσει. Να βγουν παιδιά να ασχοληθούν και τα λοιπά χωρίς πίεση, χωρίς ζόρι. Δεν είναι κάτι που είναι για καριέρα. Ούτως ή άλλως και εγώ ξεκινώντας δεν πήγαινα να κάνω καριέρα σε αυτό το πράγμα. Ήταν κάτι τρελό τώρα να παίζεις τραγούδια της Δράμας στην Αθήνα αλλά οι γονείς μπορεί να είναι ανοιχτοί και να αφήνουν τα παιδιά να έρχονται σε επαφή με τέτοια ερεθίσματα. Και μπορεί κάτι να προκύψει μέσα από όλο αυτό και σίγουρα και τα παιδιά θα βοηθηθούν στη ζωή τους. Και έτσι θα καταλάβουμε όλοι-γιατί αυτό περνάει από τους προγόνους σε μας και στους απογόνους-για μένα το μεγαλύτερο μάθημα είναι αυτό ότι είμαστε ένα κομμάτι σε μία αλυσίδα που είχε και πριν και θα έχει και μετά. Γυρνάμε προς τα πίσω, ας πούμε, κοιτάμε στο παρελθόν με σεβασμό, μαθαίνουμε, παίρνουμε κάποια πράγματα τα βελτιώνουμε, τα ανελίσσουμε, τα πάμε προς τα πέρα, τα φέρουμε στο σήμερα και αυτοί που είναι μετά από μας θα γυρίσουν πίσω και θα κοιτάξουν και έτσι συνεχίζεται αυτός ο κρίκος. Γιατί και για τα τραγούδια να πούμε πόσοι και πόσοι τραγούδησαν αυτά πριν από μας και πριν από μένα πόσοι και πόσοι. Καμιά φορά το σκέφτομαι εγώ αυτό το πράγμα σαν ένα τεράστιο ποτάμι που δεν ξέρουμε πότε ξεκίνησε, ίσως από τον Όμηρο μπορεί να ξεκίνησε και από τους ραψωδούς. Πόσοι και πόσοι άνθρωποι έχουν τραγουδήσει, οπότε καλό είναι να μην υπάρχει και τόσο έντονος εγωισμός. Να αφηνόμαστε και λίγο για να περάσουν και αυτές οι φωνές από μέσα μας και να βγουν να τραγουδήσουν, για να συνειδητοποιήσουμε αυτό το κομμάτι της συνέχειας. Άμα σπάσουν 1-2 κομμάτια από την αλυσίδα, διαλύεται φεύγουν όλα τα υπόλοιπα. Αυτό νομίζω είναι το πιο σημαντικό. Γιατί και δέντρο χωρίς ρίζες δεν μπορεί να βγάλει φύλλα και καρπό, αυτό. Οπότε είναι καλό να έχουν και μικρά παιδιά τέτοια ερεθίσματα, ας πούμε, εγώ δεν είχα στο νηπιαγωγείο, δημοτικό και τα λοιπά. Ε τώρα που υπάρχει αυτή η δυνατότητα μπορούν οι γονείς και οι άνθρωποι να τα φέρουν σε επαφή με τη μουσική. Ίσως γίνουν ας το πούμε στο μέλλον καλύτεροι άνθρωποι με τη μουσική, με τις τέχνες, με τον πολιτισμό.
Σε άλλαξε δηλαδή η παράδοση προς το καλύτερο.
Ναι, ναι, ναι. Σίγουρα, σίγουρα με βοήθησε πάρα πολύ και σε δυσκολίες κάπου να στηρίζομαι και να μπορέσω να βοηθήσω κι άλλους και οικονομικά με έχει στηρίξει. Δηλαδή δεν το βγάζω και αυτό ότι με έχει βοηθήσει να συνεχίσω να κάνω αυτά που θέλω να κάνω, ας πούμε στη δουλειά μου, στην μελέτη, στην έρευνα. Σίγουρα με έχει στηρίξει ναι, αλλά θέλω να το πω και γενικότερα σαν τη μουσική. Γιατί η μουσική γενικότερα, ας πούμε, με έχει στηρίξει και με έχει βοηθήσει και συνεχίζει να με βοηθάει και θα με βοηθάει ακόμα και μέσα σε αυτό τώρα που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια. Ίσως τώρα είναι ακόμα μεγαλύτερη ανάγκη. Μιλούσα με μία γνωστή μου και μου λέει: «Αυτό που πρέπει να κάνουν τώρα οι μουσικοί είναι να πάρουν τα όργανα και να βγουν όλοι στους δρόμους, για να ακούμε και κάτι άλλο πέρα από κακές ειδήσεις» ας το πούμε, χρειάζεται και το αντίβαρο.
Ενότητα 15
Η απομόνωση του lockdown και οι επιπτώσεις στην καλλιτεχνική δημιουργία
01:16:30 - 01:21:58
Νομίζω φάνηκε αυτή η έλλειψη των τεχνών αυτό το διάστημα.
Ναι.
Σε επηρέασε; Εννοώ ως καλλιτέχνη ή συνέχισες να κάνεις τη μουσική σου απλά για τον εαυτό σου; Σου έλλειψε η επαφή με το κοινό;
Ναι σίγουρα μου έλειψε η επαφή με το κοινό. Αφού κάποια στιγμή πριν να κλείσουμε έλεγα: «Ο κόσμος παίζουμε, μιλάει, δεν ακούει» και τα λοιπά. Και μέσα στο πρώτο κλείσιμο λέω ας παίζουμε κι ας μιλάει όσο θέλεις, δεν πειράζει γιατί έρχεται και αυτός ο κόσμος να, θέλει να πει, να συνομιλήσει, να μάθει τα νέα του διπλανού του. Με επηρέασε, βέβαια. Εντάξει εγώ το έριξα στο διάβασμα, διάβαζα φιλοσοφία αλλά κάποια στιγμή όταν άνοιξε ειδικά και απαγορευόταν η μουσική στα μαγαζιά, κάτι που είναι δεν έχει καμία βάση, πέρα από το ότι να μην έχει χαρά ο κόσμος και να μην ξεχνιέται από αυτά τα προβλήματα. Εκεί πέρα με επηρέασε ακόμα περισσότερο και πήρα και την απόφαση ότι εντάξει θα βγούμε στο δρόμο, θα παίξουμε και ό,τι γίνει γιατί δεν πάει άλλο. Δηλαδή κάναμε κάναμε υπομονή πόσο καιρό αλλά φτάσαμε σε ένα σημείο, τουλάχιστον εγώ προσωπικά, που μπορεί να αρχίζεις να ξεχνάς και τραγούδια άμα δεν παίξεις τόσο καιρό. Δεν θέλει και πολύ μια-δυο γενιές και πάνε, μπορεί να εξαφανιστούν. Από την άλλη κλείστηκα στο στούντιο και έγραψα και έναν δίσκο, που ήταν αυτό που έλεγα πριν, που δοκίμασα ένα πείραμα να ενώσω ας πούμε τη λύρα, να τη βάλω, να τη χρησιμοποιήσω σε συνθέσεις ηλεκτρονικής μουσικής. Οπότε συνέχισα κατά κάποιο τρόπο σε αυτό. Αλλά σίγουρα ότι επηρέασε και επηρέασε και πάρα πολύ κόσμο, που έκανε μόνο αυτό, που έπαιζε μόνο μουσική σε μαγαζιά, ναι, με όλες τις συνέπειες που μπορεί να έχει αυτό ψυχικά ακόμα και σε μένα και στους συνανθρώπους μου.
Γιατί φαντάζομαι ότι οι καλλιτέχνες…έχει μια ιδιαιτερότητα το επάγγελμα του καλλιτέχνη, εκφράζεται ψυχικά μέσα τη δουλειά του και εξαρτάται από το κοινό του, οπότε δεν είναι απλά το οικονομικό το πρόβλημα, νομίζω είναι και βαθύτερο;
Ναι, δεν είναι μόνο οικονομικό. Γιατί όλα αυτά εντάξει, να μάθω εγώ τραγούδια στο σπίτι για μένα αλλά δεν έχουν νόημα αν δεν τα μοιραστώ σε ένα γλέντι, να χορέψει ο κόσμος, να δεις τα πρόσωπα του να είναι χαρούμενος. Δεν έχει νόημα αν δεν το μοιραστείς όλο αυτό. Οπότε πέρα από το βιοποριστικό υπάρχει και κάτι άλλο. Καταρχάς εγώ όταν βγαίνω να παίξω πρώτα από όλα παίζω και για μένα δηλαδή εκείνη τη στιγμή είμαι σε ένα χώρο σε ένα μαγαζί παίζω πρώτα για τη δική μου την ψυχαγωγία και από κει και πέρα αρχίζει και εκτείνεται αλλά αυτό τροφοδοτείται, δηλαδή από τον κόσμο που είναι εκεί. Αν είναι κάποιοι φίλοι και αυτά με τροφοδοτούν και παίζω και εγώ καλύτερα και αφού θα παίξω καλύτερα γίνεται ένα πάρε-δώσε συνεχές σε αυτό. Υπάρχει αυτή η ανάγκη ας πούμε. Μετά από ένα γλέντι γυρνάς στο σπίτι και είσαι ήρεμος ή τουλάχιστον εγώ. Γυρνάς και είσαι γεμάτος. Λες καλά περάσαμε και σήμερα, ήτανε ωραία, γιατί δεν είναι μόνο η δουλειά. Δ[01:20:00]ηλαδή τώρα υπάρχει ένας κίνδυνος ότι είναι μόνο η δουλειά. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο, δεν μας ορίζει κάτι άλλο, είναι μόνο η εργασία. Δεν είναι μόνο αυτά. Υπάρχει ο έρωτας, δηλαδή σε αυτά τα τραγούδια και οι στίχοι οι περισσότεροι μιλούν για αυτό. Μιλάνε για οτιδήποτε για ό,τι όμορφο και η ιερό υπάρχει πάνω στη γη. Για τη φύση, για τον έρωτα, για αυτά. Αυτά τραγουδάμε συνήθως, δηλαδή αυτό δεν μπορεί να σταματήσει και να αντικατασταθεί από ούτε από το διαδίκτυο ούτε από ψηφιακές καριέρες ούτε από τίποτα τουλάχιστον στα παραδοσιακά δεν γίνεται χρειάζεται και είναι απαραίτητη προϋπόθεση τουλάχιστον δύο άνθρωποι να πιαστούν χέρι-χέρι για να ξεκινήσει ο χορός. Εντάξει ας βγάλουμε τα αντικρυστά, τους αντικρυστούς χορούς που είναι απέναντι. Είναι ανάγκη αυτή νομίζω και για τον κόσμο που έρχεται να χορέψει ή να τραγουδήσει, να συμμετέχει.
Πολύ ωραία. Εμένα με κάλυψες. Θέλεις να προσθέσεις κάτι άλλο;
Όχι αυτά, ίσως σε κάποια επόμενη να τα ξαναπούμε, να πούμε τα υπόλοιπα. Ευχαριστώ πολύ για την συνέντευξη για τις ερωτήσεις.
Εγώ σε ευχαριστώ πάρα πολύ.
Φωτογραφίες

Πυροβασία-Αναστενάρια Μα ...
Πυροβασία-Αναστενάρια Μαυρολεύκης, Δράμας

Ο Γεώργιος Μαυρίδης στο ...
Ο Γεώργιος Μαυρίδης με λύρα στο στούντιο

Ο Γεώργιος Μαυρίδης στα ...
Ο αφηγητής παίζει λύρα κατά τη διάρκεια το ...

Ο Γεώργιος Μαυρίδης με λ ...
Ο αφηγητής με τη λύρα Μακεδονίας ή Δράμας

Ο Γεώργιος Μαυρίδης με τ ...
Ο αφηγητής με τη λύρα Μακεδονίας ή Δράμας

Ο Γεώργιος Μαυρίδης με λ ...
Ο αφηγητής με τη λύρα Μακεδονίας ή Δράμας

Ο Γεώργιος Μαυρίδης με λ ...
Ο αφηγητής με τη λύρα Μακεδονίας ή Δράμας ...

Πυροβασία-Αναστενάρια Μα ...
Πυροβασία-Αναστενάρια Μαυρολεύκης, Δράμας

Ο Γεώργιος Μαυρίδης με λ ...
Ο αφηγητής παίζει λύρα κατά τη διάρκεια το ...

Ο αφηγητής Γεώργιος Μαυρ ...
Ο αφηγητής παίζοντας λύρα Μακεδονίας ή Δράμας
Περίληψη
Ο Γιώργος Μαυρίδης γεννημένος στη Δράμα, φεύγει στο εξωτερικό με όνειρο να γίνει dj. Ένα ατύχημα του στερεί την ακοή από το ένα αυτί και τον γυρίζει πίσω στη Δράμα. Ακολουθεί μια σειρά τυχαίων συμβάντων, που τον τοποθετούν λυράρη στα Αναστενάρια στη Μαυρολεύκη της Δράμας. Αφηγείται τη συγκλονιστική εμπειρία των Αναστεναρίων, το τελετουργικό και τη μεταμορφωτική του επίδραση στους συμμετέχοντες. Μετά την πρώτη συμμετοχή στο έθιμο των Αναστεναρίων, του κληροδοτείται μια λύρα Μακεδονίας από τον παππού του και η σύνδεση με το πανάρχαιο μουσικό όργανο είναι μοιραία. Τον καλούν να παίξει την επόμενη χρονιά στο έθιμο, μαθαίνει τη Θρακιώτικη λύρα και γίνεται επίσημα ο λυράρης που συνοδεύει τους αναστενάρηδες στη φωτιά. Η δυνατή σχέση με τη λύρα, παρά το γεγονός ότι δεν είχε καμία προηγούμενη εμπειρία με την παραδοσιακή μουσική, τον οδηγούν στην οργανοποιία και την κατασκευή λυρών. Γράφει μουσική για θεατρικές παραστάσεις και συνδέει τη λύρα με την ηλεκτρονική μουσική. Περιγράφει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Μακεδονικής λύρας και την θέση της παραδοσιακής μουσικής στην σύγχρονη κοινωνία.
Αφηγητές/τριες
Γεώργιος Μαυρίδης
Ερευνητές/τριες
Κατερίνα Μανούση
Σχετικοί Σύνδεσμοι
Θέματα
Ιστορικά Γεγονότα
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
12/08/2021
Διάρκεια
81'
Περίληψη
Ο Γιώργος Μαυρίδης γεννημένος στη Δράμα, φεύγει στο εξωτερικό με όνειρο να γίνει dj. Ένα ατύχημα του στερεί την ακοή από το ένα αυτί και τον γυρίζει πίσω στη Δράμα. Ακολουθεί μια σειρά τυχαίων συμβάντων, που τον τοποθετούν λυράρη στα Αναστενάρια στη Μαυρολεύκη της Δράμας. Αφηγείται τη συγκλονιστική εμπειρία των Αναστεναρίων, το τελετουργικό και τη μεταμορφωτική του επίδραση στους συμμετέχοντες. Μετά την πρώτη συμμετοχή στο έθιμο των Αναστεναρίων, του κληροδοτείται μια λύρα Μακεδονίας από τον παππού του και η σύνδεση με το πανάρχαιο μουσικό όργανο είναι μοιραία. Τον καλούν να παίξει την επόμενη χρονιά στο έθιμο, μαθαίνει τη Θρακιώτικη λύρα και γίνεται επίσημα ο λυράρης που συνοδεύει τους αναστενάρηδες στη φωτιά. Η δυνατή σχέση με τη λύρα, παρά το γεγονός ότι δεν είχε καμία προηγούμενη εμπειρία με την παραδοσιακή μουσική, τον οδηγούν στην οργανοποιία και την κατασκευή λυρών. Γράφει μουσική για θεατρικές παραστάσεις και συνδέει τη λύρα με την ηλεκτρονική μουσική. Περιγράφει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Μακεδονικής λύρας και την θέση της παραδοσιακής μουσικής στην σύγχρονη κοινωνία.
Αφηγητές/τριες
Γεώργιος Μαυρίδης
Ερευνητές/τριες
Κατερίνα Μανούση
Σχετικοί Σύνδεσμοι
Θέματα
Ιστορικά Γεγονότα
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
12/08/2021
Διάρκεια
81'