Camping & Disco YIANNA
Ενότητα 1
Πώς γεννήθηκε η ιδέα του camping
00:00:00 - 00:07:16
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Είναι 22 Μαρτίου του 2021, βρισκόμαστε στο Γαλησσά της Σύρου με την κυρία Ελπίδα Φρέρη και εγώ είμαι η Αρβανίτη Ζουστίν, ερευνήτρια στο I…θεια»– το ζήτησε και αυτή η Εγγλέζα, ότι «Κάνε ένα μαγαζί να έχει, γιατί δεν υπάρχει τίποτα στο Γαλησσά». Ήταν μόνο δύο μικρά σουπερμάρκετ.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΘέματα
Τοποθεσίες
Tags
Ενότητα 2
H disco, η μουσική και οι γυμνιστές
00:07:16 - 00:21:12
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Δηλαδή, τότε ο Γαλησσάς πώς ήταν σε σχέση με τώρα; Ήταν ένα χωριό νεκρωμένο. Δεν είχε τίποτα. Τα δύο σουπερμάρκετ και δεν είχανε… και βάσε…ιση για τη Μύκονο. Δηλαδή, αυτό ήτανε πολύ σημαντικό και ίσως και οι ξένοι να είχανε γεμίσει. Δεν αποκλείεται. Τέλος πάντων, τελείωσε αυτό.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΘέματα
Ενότητα 3
H λειτουργία του camping
00:21:12 - 00:30:00
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ωραία, για να γυρίσουμε στην disco. Όταν παίζατε μουσική, θυμάστε καθόλου ή ποιες μπάντες παίζατε ή ποιους δίσκους ή ποια τραγούδια προτιμο… μετά, τον καφέ τους, το αναψυκτικό. Είχε πάρα-πάρα πολλά αυτό. Δεν ήτανε ένα γκρουπ απλό. Ήτανε πολύ επίσημα… τους άρεσε να κάνουν, ναι.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΤοποθεσίες
Ενότητα 4
Tα πάρτι
00:30:00 - 00:36:04
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Είχε στο πρόγραμμα βραδινό μπάνιο στη θάλασσα; Δεν το είχαν στο πρόγραμμα, αλλά γινόντανε! Εν τω μεταξύ ο σύζυγος, επειδή ήταν αγρότης, κά…κράτη. Αμερικανοί ερχόντουσαν. Πολλοί. Φέρναμε… τσάρτερ τον κόσμο και έφερνε μέχρι σ’ αυτό το σημείο, φέρναμε… τι άλλο; Είχε κίνηση μεγάλη.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΤοποθεσίες
Ενότητα 5
Ζημιές και κλοπές
00:36:04 - 00:40:18
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Θυμάστε, οι περισσότεροι που ερχόντουσαν στο camping, από ποιες χώρες ήτανε; Ήτανε από Αμερική, είχαμε όχι τόσο πολλοί. Γερμανοί πάρα πολλ…δυο-τρεις φορές έχουμε πάθει μεγάλες πλημμύρες εκεί. Οπότε ανοίξατε το camping το ‘75 και η πλημμύρα έγινε το ‘76; Την disco. Την disco.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΤοποθεσίες
Ενότητα 6
Οι χώροι του camping
00:40:18 - 00:50:47
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Τη disco. Το camping άνοιξε αργότερα, λίγο το ‘78 χωρίς άδεια, αλλά επειδή πολύ ταλαιπωρηθήκαμε, γύρω το ‘82 ήτανε νόμιμο το camping. Αλλά … ώρες, 03:00 η ώρα, γιατί έπρεπε να σηκωθώ να φύγω για το ταξί. Γιατί μετά δούλεψα και το ταξί, όπως σου είπα. Δεν είχαμε ξεκουρασιά πολλή.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 7
Η προετοιμασία του camping
00:50:47 - 00:54:20
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Οπότε, όταν κλείνατε, που μου είπατε, εκεί γύρω στον Οκτώβρη, θέλετε να μου περιγράψετε εσείς που είστε ουσιαστικά, η ζωή του camping- Ναι…πράσινο και ήτανε σε διαφορετική μορφή. Όταν όμως ξεραινόντουσαν, έπρεπε να το έχεις καθαρίσει. Είχαμε κόσμο και εργάτες και το καθαρίζανε.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΤοποθεσίες
Ενότητα 8
Οι σχέσεις με τους ντόπιους
00:54:20 - 01:02:39
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Οπότε, έχετε κρατήσει φιλίες και γνωριμίες με μερικούς, φαντάζομαι. Πάρα πολλές. Πρώτα από όλα, παντρεύτηκε η κόρη μου και έχει κουμπάροι … πολύ ωραία. Είχε στο μυαλό, σαν να είναι εκείνη η στιγμή, από τότε που έχουν περάσει πόσα χρόνια; 40 χρόνια, ξέρω ‘γω, πόσα έχουν περάσει;
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΤοποθεσίες
Ενότητα 9
Η πορεία προς το κλείσιμο και αλλαγές στην περιοχή
01:02:39 - 01:15:46
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Τώρα, που είμαστε στο 2021 και κάνουμε αυτή την κουβέντα και που τώρα, έτσι που μου λέτε όλες αυτές τις ιστορίες, έχετε πάει λίγο με το μυα…αίρνανε θυρωροί και τέτοια, ναι. Το μαγαζί του ακόμα υπάρχει, αυτός ο θείος. Το έχει η κόρη του, αλλά είναι κλειστό, στο κέντρο του χωριού.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΤοποθεσίες
Ενότητα 10
Αναμνήσεις από το camping
01:15:46 - 01:30:33
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Για να γυρίσουμε στην ταμπέλα. Μου είχατε πει ότι εσείς την είχατε ζωγραφίσει. Ναι, ναι. Εγώ. Σωστά; Ναι, εγώ. Πράσινη και λευκή, σωστά…τεί να συναντηθείτε να πει και κάποια πράγματα δικά του. Σίγουρα. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ. Και πάλι κι εγώ σε ευχαριστώ και δε θα χαθούμε!
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΤοποθεσίες
[00:00:00]Είναι 22 Μαρτίου του 2021, βρισκόμαστε στο Γαλησσά της Σύρου με την κυρία Ελπίδα Φρέρη και εγώ είμαι η Αρβανίτη Ζουστίν, ερευνήτρια στο Istorima.
Ωραία.
Κυρία Ελπίδα, βρισκόμαστε στο Γαλησσά.
Καλώς ήρθατε! Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ που μας κάνετε την έρευνα, γιατί μπορώ να πω ότι πάρα πολλοί ξένοι έχουν έρθει από ξένα κράτη, αυτοί που έζησαν στο Γαλησσά και έχουν κάνει τέτοιες προσπάθειες και μάθανε από τι είχαν ακούσει, πώς πέρασαν και θέλανε να δούνε και το Γαλησσά… πώς ζούμε. Και το ήθελα πάρα πολύ να ξαναγίνει κάτι τέτοιο. Εμείς δεν βρίσκαμε το χρόνο, για να μπορέσουμε να το κάνουμε αυτό το... την εργασία. Αλλά το θέλαμε πάρα πολύ.
Πολύ ωραία. Εγώ σαν Συριανή που είμαι, έχω στις δικές μου μνήμες το Γαλησσά –απ’ αυτά που άκουγα και από τους παλαιότερους– ότι στο Γαλησσά υπήρχανε χίπηδες, ότι ήτανε το πρώτο χωριό της Σύρου που είχε τόσο τουρισμό.
Μπράβο. Σωστά, πολύ σωστά.
Ότι είχε τις πρώτες ντισκοτέκ, το πρώτο camping.
Ναι.
Και τα λοιπά.
Ναι, ναι.
Εγώ ήρθα σε σας συγκεκριμένα, γιατί είσαστε, ήσασταν, ιδιοκτήτρια μαζί με το σύζυγό σας-
Και οι «πρωτοπόροι», μπορώ να πω, που ξεκινήσαμε για όλα αυτά. Στο κάθε τι, δηλαδή, πρωτοπόροι. Πού να σας πω; Όπως είπαμε, για τη disco, για τα αυτοκίνητα… τα πάντα. Ήμαστε πάντα πρωτοπόροι.
Οπότε, για να ξεκινήσουμε, έτσι ώστε αυτοί που θα ακούσουν κάποια στιγμή αυτή τη συνέντευξη να καταλάβουν για τι πράγμα μιλάμε-
Ναι.
Ήσασταν ιδιοκτήτρια, μαζί με τον σύζυγό σας, του camping «YIANNA»-
Ναι, και τη disco «YIANNA».
Και της ντισκοτέκ «YIANNA» στο Γαλησσά. Θέλω λίγο να μου πείτε, πριν ανοίξετε το camping και τη disco στο Γαλησσά, τι ήταν αυτό που υπήρχε τότε στο Γαλησσά και σας έκανε να σκεφτείτε να το ανοίξετε;
Να το ξεκινήσουμε, ναι. Πολύ σωστά. Ο σύζυγος, αρχικά, ήταν αγρότης. Δεν είχε καμία σχέση με όλα τα αυτά, ούτε τη ζωή την ξένη, πώς να το πω; Ούτε… δεν είχε δημιουργηθεί, γιατί ο πατέρας του είχε σκοτωθεί στον πόλεμο το 1941. Άφησε δύο παιδιά, το ένα 18 μηνών και το άλλο 5 χρονών –τον σύζυγο 5 χρονών– μεγάλωναν με δυσκολίες, με όλα αυτά και στην αγροτική ζωή. Μετά, ξεκίνησαν και ερχόντουσαν κατά καιρούς ένα... Ο πρώτος ξένος που ήρθε, ήταν ένας Αμερικανός και μας ζήτησε –που έμεινε στο Γαλησσά δίπλα στο σπίτι μου– να πάει στη σπηλιά του Φερεκύδη να δει, να γνωρίσει. Εμείς, μπορούμε να πούμε ότι τη γνωρίζαμε, την είχαμε ακούσει αλλά δεν… Μιλάω τώρα για το 1960, περίπου, ήταν αυτό. Και τον οδηγήσαμε περίπου, το βράδυ επίστρεψε και μας είπε: «Τη βρήκα». Τελείωσε αυτό, έφυγε μετά από τις διακοπές του. Ξεκίνησαν κι άλλα παιδιά και ερχόντουσαν κατά καιρούς. Εγώ είχα το ένα παιδί το κορίτσι και ερχόταν δίπλα στο σπίτι, να μιλήσουν στο παιδί. Και να φανταστείτε ότι οι γειτόνισσες φοβόντουσαν που βλέπανε δύο ξένους, έναν ξένο, να περνάει απ’ την αυλή σου, απ’ τον δρόμο. Και μου έλεγαν: «Γιατί το αφήνεις το παιδάκι και σου μιλάει ο ξένος; Θα σου το κλέψουν!». Σε τέτοιο σημείο ήταν το μυαλό τους οι γυναίκες. Εγώ όμως, δεν είχα αυτή την πονηριά να πω ότι θα μου… Αφού έβλεπα ότι είχανε ωραίο τρόπο και όλα αυτά. Μετά το 1900… και συνέχιζαν στην πορεία να περνάνε κόσμος.
Ερχόντουσαν δηλαδή τουρίστες, θέλετε να πείτε.
Ναι, τουρίστες, ξένοι. Μιλάω πάντα για ξένους. Οι Έλληνες ήτανε στο τέλος. Πάντα μιλάω για ξένοι. Το 1967, ήταν που είχε γίνει επιστράτευση, θυμάμαι, είχανε μαζευτεί αρκετά άτομα, περίπου τα 40 άτομα, στην παραλία κατασκηνώσανε. Και επειδή άκουσαν την επιστράτευση και όλα αυτά που έγινε στο κράτος, φοβόντουσαν να φύγουν και παραμείνανε στην παραλία. Μετά, ήταν ήσυχα τα πράγματα, φύγανε και πλήθυνε ο κόσμος στην παραλία. Γέμιζαν από σκηνές. Όλοι με τις σκηνές ερχόντουσαν. Ήρθε μία Εγγλέζα, η οποία ζει ακόμη, είναι περίπου τα 90-92 χρονών, ζει εδώ στη Σύρο. Είναι το σπίτι που έχεις δει, απέναντι στην παραλία, δικό της, και το έχτισε. Μάζευε τον κόσμο, παίρνανε οι νεαροί τουρίστες και κάπου-κάπου κάνας Έλληνας «καμάκι» –θα το θεωρήσω έτσι– γιατί μόνο αυτοί ερχόντουσαν στο Γαλησσά και πήγαιναν στην ταράτσα της, είχε βάλει μουσική και τραγούδαγαν και τη βρίσκαν εκεί τα παιδιά. Αγόραζαν τα ποτά, δυο μπύρες, ξέρω ‘γω, και περνούσαν όλη τη βραδιά εκεί. Δεν είχε τίποτε άλλο. Όμως δεν μπορούσε να το κάνει αυτό πάρα πολύ και λέγαμε «Κάτι πρέπει να γίνει». Πηγαίναμε και εμείς εκεί, συναντιόμαστε μ’ αυτούς τους ξένους.
Θέλετε να μου περιγράψετε λίγο, όταν πηγαίνατε εκεί, πώς… δηλαδή, τι θυμάστε; Πηγαίνατε το βράδυ, ας πούμε;
Ναι, την ημέρα ήτανε στην παραλία αυτοί οι λίγοι ξένοι και έκαναν το μπάνιο τους, να πάνε να φάνε και πηγαίναμε και εμείς, γιατί είχαμε γνωριμίες. Του άρεσε του συζύγου, όποιος περάσει, να μιλήσει, να τον ρωτήσει «Από πού έρχεσαι; Πού πας; Τι κάνεις;» και τέτοια πολλά. Στην πορεία όμως, είχε έρθει, το 1963 νομίζω, ένας παπάς από τη Βοστώνη, Συριανός απ’ το Βήσσα. Ζει, θα τον ξέρεις τον Father John.
Ναι, τον ξέρω.
Ήρθε και έμεινε εφημέριος στον Γαλησσά. Μας έφερε οχτώ παιδιά, τέσσερις φοιτητές και τέσσερις φοιτήτριες. Τις είχαμε εδώ στο Γαλησσά. Θέλαν να ζήσουν τη ζωή και να βοηθήσουνε κάτι, ό,τι αυτό. Στο κτήμα, στο σπίτι, όλα αυτά. Πήρα κι εγώ τη μία κοπέλα, την είχα όμως όλες τις διακοπές, δεν την κράτησα –είχαμε επικοινωνία, τώρα, τα τελευταία χρόνια, έχομε σταματήσει, είναι πολλά τα χρόνια– και τους είχαμε εκεί πέρα. Μετά, συνέχιζαν και ερχόντουσαν κι άλλοι, ζευγάρια ξένοι. Έφερε ένα ζευγάρι ο Father John, έκανε τον γάμο στην εκκλησία του Γαλησσά, όπως γίνεται ο παραδοσιακός στον Γαλησσά με κεράσματα και λοιπά και ήτανε αυτοί. Εμείς όμως, συγχρόνως που πλήθυναν ο κόσμος, εκεί στην παραλία, κάτι έπρεπε να κάνουμε. Και με –όχι τη βοήθεια, ας το πω «βοήθεια»– το ζήτησε και αυτή η Εγγλέζα, ότι «Κάνε ένα μαγαζί να έχει, γιατί δεν υπάρχει τίποτα στο Γαλησσά». Ήταν μόνο δύο μικρά σουπερμάρκετ.
Δηλαδή, τότε ο Γαλησσάς πώς ήταν σε σχέση με τώρα;
Ήταν ένα χωριό νεκρωμένο. Δεν είχε τίποτα. Τα δύο σουπερμάρκετ και δεν είχανε… και βάσει εκεινής ξεκίνησε. Άλλοι χτίσανε μαγαζιά και μετά, σε εμάς που ερχόντουσαν στη disco, στο camping, χτίσανε όλα τα μαγαζιά. Δεν υπήρχε τίποτα μαγαζί. Και όλοι αυτοί που ερχόντουσαν, 1-2-3 άτομα, τους φιλοξενούσα εγώ στο σπίτι. Γιατί είχαμε έναν ταξιτζή, που είχε ζήσει στην Αυστραλία και η Νομαρχία, η τότε Νομαρχία, πρόσφερε άδεια ταξί, όποιος θέλει να γυρίσει να του δώσουν. Και αυτός έφερε. Ήξερε τα Αγγλικά και όταν ερχόντουσαν στο πλοίο δύο ξένοι, παράδειγμα, τους έπαιρνε και τους έφερνε στο Γαλησσά. Τους έφερνε σε εμένα, στο σπίτι, τους φιλοξενούσα, 1-2-3 μέρες αφιλοκερδώς και πλήθυναν. Και έτσι, αποφασίσαμε να φτιάξουμε την disco. Αφού δεν υπάρχει κάτι άλλο για τους ξένους και για εμάς. Οι ντόπιοι δεν τους πολυάρεσε, δεν είχαμε πολύ κόσμο, αλλά εμείς το φτιάξαμε με δυσκολίες από υπηρεσίες, από διάφορα, μας…
Ήτανε δύσκολο, δηλαδή, για να πάρετε άδεια για disco;
Ναι. Πολλά. Μετά όμως, πήραμε την άδεια, τη φτιάξαμε. Το 1975 ολοκληρώθηκε η disco. Γιατί ο διοικητής της αστυνομίας μάς έλεγε: «Κάντε κάτι να τους μαζέψουμε, να έρχονται». Δεν έφερνε τίποτα αντίρρηση. Ξεκίνησε η disco, μαζευότανε όλοι αυτοί οι ξένοι, γιατί τους άρεσε, αλλά πάντα με ξένη μουσική. Δεν βάλαμε ποτέ ελληνικό τραγούδι. Αν τους έβαζες με δοκιμή, διαλούσε το μαγαζί! Και έτσι, μαζευόντουσαν και γέμιζε. Είχαμε πολλές προσωπικότητες, Έλληνες ερχόντουσαν με ελικόπτερο στην παραλία του Γαλησσά, για να έρθουνε στη disco να διασκεδάσουνε. Μεγάλες προσωπικότητες. Οι οποίες δε θα τις αναφέρω, γιατί μπορεί και αυτοί να μη θέλουνε να το πούνε είτε ήτανε ξένοι είτε κι Έλληνες. Και έφευγαν το πρωί, σηκωνόταν το ελικόπτερο και έφευγε. Και έτσι ο κόσμος...
Και πώς ήτανε τότε η disco; Θέλετε να μου περιγράψετε λίγο;
Υπαίθρια. Πήραμε άδεια, γιατί μας είχε πει ο διοικητής ότι άλλη υπαίθρια δεν πρόκειται να ξανανοιχτεί. Είναι μόνο τρεις στην Ελλάδα. Μία στην Ίο, που ήτανε κάποιος συγγενής του και μετά [00:10:00]την έκλεισε και δεν μπορούσε να την ξανανοίξει, η δική μας και μία, νομίζω, στη Χαλκιδική, κάπου εκεί. Εμείς την είχαμε για πολλά χρόνια και οπότε, βάσει αυτού, του κόσμου που ερχόντανε, χτίζανε μαγαζιά. Άλλος εστιατόριο, είχαν κάνει και μπαρ, είχανε κάνει… Πολλά. Περίπου τα 30 μαγαζιά ήτανε με δωμάτια που είχανε φτιάξει. Όλα αυτά που βλέπεις στην παραλία.
Μετέπειτα, λέτε.
Μετέπειτα. Βάσει όμως τον κόσμο που ερχόντουσαν οι ξένοι, οι τουρίστες, έτσι να το πω.
Αν μείνουμε σ’ αυτή την εποχή της disco, που ακόμα δεν είχανε χτίσει, που ήταν ακόμα κάπως ένα έρημο χωριό-
Ναι.
Θέλετε να μου πείτε –κάποιος που δεν έχει δει σε φωτογραφία τη disco– θέλετε να μου την περιγράψετε λίγο πώς ήταν; Ήταν ανάμεσα στις καλαμιές;
Ναι, ναι, ναι.
Είχε δέντρα; Πώς ήταν;
Τώρα εσύ θα πάρεις μία γραμμή πώς ήτανε εκεί η αυλή… μέσα σε καλαμιές. Όλο. Και το camping, όπως είναι οι άλλες καλαμιές, έτσι ήταν τα τετράγωνα. Εμείς φυτεύαμε. Τον πρώτο χρόνο που ξεκίνησε να δουλέψει, για να μη χάσουμε τον κόσμο και επειδή τα οικονομικά είχανε λίγο περιοριστεί, το μισό χωράφι ήτανε η disco, το άλλο μισό είχε κολοκύθια, μαζεύαμε! Σε τόσο φτηνά… ήτανε. Και ερχόντουσαν τα βράδια, είχαμε χτίσει πεζούλια γύρω-γύρω, είχε τοίχο, που αυτός ο τοίχος μετά, με μια θεομηνία, μετά από πολλά χρόνια, πολλά όχι, τον πρώτο χρόνο, μας την κατάστρεψε. Είχε γίνει μία πλημμύρα το 1976 και μας τα κατάστρεψε. Και τον επόμενο, για να ανοίξουμε, φέραμε μηχάνημα και ξεμπάζωσε όλα την αυλή για να ξαναξεκινήσει, να αρχίσει. Είχαμε πολλές δυσκολίες. Δηλαδή, οικονομικώς ξαναρχίσαμε απ’ την αρχή, πάλι. Η disco, είχαμε ένα DJ συγγενή, όχι DJ. Που έφτιαχνε τα μηχανήματα, μας τα τοποθέτησε, ερχόντανε μετά ο… ήταν ένας απ’ την Ερμούπολη, μας έφερε τα μηχανήματα, τα τακτοποιήσαμε. Σε μια γωνιά ήταν τα μηχανήματα, στην άλλη ήτανε που προσφέραμε το μπαρ. Τα είδες τα παράθυρα πώς ήτανε. Και δούλευε. DJ δεν είχε, δεν υπήρχε κανένας στη Σύρο. Πώς να το κάνουμε; Τον έκανα εγώ. Θα πάμε για να δεις το ξεκίνημα του DJ. Αυτή η Εγγλέζα, μου έγραψε τα τραγούδια σε ένα μπλοκ, για να ξέρω να κάνω πρόγραμμα. Γιατί είχαμε 2 μίξερ, έπρεπε να γίνεται η αλλαγή χωρίς να σταματάει η πίστα. Η πίστα γέμιζε από κόσμο. Κάθε βράδυ είχε πάρα-πάρα πολύ, όταν λέμε, πάρα πολύ κόσμο! Απ’ την Ερμούπολη ερχόντουσαν λίγα άτομα. Τα ταξί όμως, πηγαινοερχόντουσαν, γιατί ερχόντουσαν και από το ναυπηγείο. Ερχόντουσαν τότε τα πλοία για επισκευή και όσοι ήτανε μέσα στο πλοίο, ξένοι, ειδικά Φιλιππινέζοι, ό,τι θέλεις που είχε μέσα πλήρωμα, ερχόντουσαν κάθε βράδυ. Και τα ταξί δούλευαν πάρα πολύ σε εμάς. Πηγαινοερχόντουσαν όλη τη νύχτα, για να φέρουνε κόσμο.
Κι εσείς παίζατε μουσική;
Εγώ έκανα την αλλαγή τη μουσική.
Με δίσκους, με βινύλια.
Ναι, θα σου τα δείξω. Όχι. Εδώ δεν έχω, έχω μόνο κάτι άλμπουμ. Θα πάμε μετά, για να δεις. Με δίσκους και ήτανε 2 πικάπ και έπρεπε να κάνω με το μίξερ, να κάνομε την αλλαγή. Και καθόμουνα εκεί πέρα. Βρέθηκε ένας εξάδερφός μου, που έμαθε το DJ και έκανε. Αλλά μετά από 2-3 χρόνια γνώρισε μία κοπέλα και πήγε στην Αυστραλία και μέχρι τώρα, ζει στην Αυστραλία. Έχει έρθει πολλές φορές, γιατί ήταν οι γονείς του εδώ, αλλά θέλω να πω ότι έκανα εγώ το DJ. Ερχόντουσαν όμως πολλά παιδιά και ρωτάγανε: «Μπορούμε να μπούμε να βάλουμε δικά μας τραγούδια, μουσική;», ναι, και ξένοι. Και ειδικά οι ξένοι, που ξέρανε τα κομμάτια και θέλανε να βάλουν δικά τους κομμάτια. Και τους έδινα και μπαίνανε μέσα. Είχα βρει ένα δισκάδικο στην Αθήνα και κάπου κάθε 20 μέρες, 25 μέρες, πήγαινα στην Αθήνα και έφερνα καινούργια κομμάτια. Γιατί κάθε μέρα τα ίδια-τα ίδια δεν μπορείς. Πρέπει να έχεις και μία αλλαγή. Πήγα το 1980 στην Αμερική και έφερα κομμάτια ακυκλοφόρητα στην Ελλάδα. Φαντάζεσαι τι είχε γίνει, να τους βάζεις ακυκλοφόρητα τραγούδια, εδώ πέρα.
Για πείτε μου. Θυμάστε πώς ήταν όταν παίζατε δίσκο ακυκλοφόρητο;
Τώρα ό,τι και να πω… ήτανε το κάτι άλλο. Γινότανε ένας χαμός, μια τρέλα ήταν εκεί πέρα. Τους άρεσε πάρα πολύ. Γι’ αυτό και μαζευόντουσαν όλοι οι ξένοι από όλη τη Σύρο, ερχόντουσαν. Γιατί όσο κόσμο, τουρισμό, είχε ο Γαλησσάς, δεν τον είχε η υπόλοιπη Σύρο. Τόσο πολλοί που ήτανε. Είχαμε οργανωθεί, αλλά μετά χτίσανε μαγαζιά, δεν μας πείραζε, απλά οι Γαλησσιανοί καμιά φορά τους ενοχλούσαμε στη μουσική! Μόνο μία κυρία, η γιαγιά μου, την έπαιρνα πολλές φορές στο σπίτι, που ήταν 80 χρονώ και την έπαιρνα όταν πηγαίναμε το απόγευμα, για να κάνουμε μια προετοιμασία, την έπαιρνα εκεί και δεν ήθελε να φύγει. Της άρεσε πάρα πολύ και καθόταν μπροστά στην πίστα και άκουγε τη μουσική. Και μετά αργά, την έπαιρνα και την έφερνα στο σπίτι. Μία άλλη κυρία, του Γαλησσά, Γεωργία Βουτσίνου τη λένε, η «Σκαμπήλιου» –γιατί μπορεί να τα ακούσουνε και τα παιδιά της μπορεί να τα– άνοιγε το παράθυρο όλη τη νύχτα, να ακούσει τη μουσική. Της άρεσε πάρα πολύ. Αλλά και υπήρχαν άλλα άτομα που δεν τους άρεσε. Δεν είναι ότι όλοι τους αρέσει. Αλλά ήταν η μοναδική γυναίκα αυτή, που της άρεσε πάρα-πάρα πολύ να ακούει τη μουσική. Αλλά ήταν δύο-τρεις γυναίκες, που τα παιδιά τους, ήδη ερχόντουσαν στην disco –ο ένας, της μίας ο γιος τα συντηρούσε τα μηχανήματα– και είχαν φέρει την αστυνομία και έκανε και μήνυση σε τουρίστες, που είχανε γυμνωθεί στην παραλία. Γιατί είναι, όπως ξέρεις, δύο παραλίες. Η μεγάλη παραλία και η μικρή πίσω των γυμνιστών. Εγώ με το σύζυγο προσπαθήσαμε πάρα πολύ να πάρουμε άδεια γυμνιστών, αλλά δεν τα καταφέραμε. Βρήκαμε τον πρόεδρο των γυμνιστών, μας είπε τι πρέπει να κάνουμε, αλλά δεν τα καταφέραμε. Και λειτουργεί ως τώρα τόπος γυμνιστών, αλλά χωρίς άδεια να είναι μόνιμη…
Για την Αγία Πακού λέτε.
Για την Αγία Πακού, ναι. Όχι για την παραλία, τη μεγάλη παραλία δεν μπορείς, αλλά για τη μικρή παραλία … Επειδή της κυνηγούσανε οι ντόπιοι, μερικές γυναίκες. Ας μην αναφέρω τα ονόματά τους. Δεν με πειράζει, γιατί μετά, τα παιδιά θέλανε να ‘ρχονται στην disco και τους άρεσε, αλλά ας μην αυτό… να μην ακούσουν. Το ξέρανε τα παιδιά τους ότι κυνηγάνε. Και στις δύο κοπέλες έκαναν και δικαστήριο να τις τιμωρήσουνε, γιατί γυμνωθήκαν δύο κοπέλες στην παραλία. Ο σύζυγος με άλλα δύο άτομα, το self service, ο Γιάννης ο Βουτσίνος, πήγανε στο δικαστήριο και τους υπεράσπισαν ότι: «Εμείς θέλουμε τον τουρισμό και δεν έγινε, τέλος πάντων, αυτό» και τελείωσε εκεί. Δεν ξανά… Αλλά ερχόντουσαν και τις κυνηγάγανε πολλοί. Αλλά ο κόσμος, επειδή ήτανε τόπος τουρισμού, εδώ τουριστικό το χωριό, ερχόντουσαν πάρα πολλά άτομα. Μπορούσε να έχει και 1.000 άτομα την ημέρα. Πολλά… ίσως και περισσότερα, γιατί πότε δεν τα…
Τον πρόεδρο των γυμνιστών πώς τον βρήκατε;
Πώς;
Τον πρόεδρο των γυμνιστών.
Προσπάθησε ο σύζυγος και τον βρήκε!
Θυμάστε καθόλου τι έπρεπε να κάνει ένα χωριό, ένα μέρος, για να γίνει τόπος γυμνιστών; Πώς; Για να βγει, ας πούμε, άδεια σε αυτή την παραλία.
Ναι.
Ότι θα είναι για γυμνιστές.
Ναι είχε προσπαθήσει-
Θυμάστε τη διαδικασία;
Είχε πολλή διαδικασία, αλλά οι αρχές δεν μας δίνανε άδεια. Δεν μας δίνανε. Εγώ όμως, για να γίνει και η disco, που είπα προηγουμένως ότι ήταν βάσει –αυτό έπρεπε να το πω στην αρχή– έφυγα και πήγα στη Μύκονο. Ο Γιώργος ήτανε 6-7 χρονών. Μικρός-
Ο γιος σας.
Ο γιος μου. Και τον πήρα και ήθελε να έρθει μαζί μου και πήγαμε παρέα-
Και, είπατε, γιατί πήγατε στη Μύκονο;
Για να δούμε πώς λειτουργούνε τα ξενυχτάδικα εκεί.
Πριν ανοίξατε την disco.
Πριν, πριν. Αλλά δεν είδα τίποτα το ιδιαίτερο. Μικρά δωματιάκια και μπαίναν-βγαίνανε και διασκεδάζαν. Δεν ήτανε απ’ ό,τι τη διαφημίζανε «Η Μύκονο» και «η Μύκονο». Ήταν και αυτή χαμηλών τόνων. Και μες στην παραλία ήτανε… Πιο έξω δεν είχε τίποτα κόσμο. Και εκεί μου έτυχε και μια περίπτωση που δε θέλω να ξαναπάω. Θα πω και τι ήτανε. Αφού βράδιασε, πήγαμε στα μαγαζιά και οι δρόμοι… ένας δρόμος, ήτανε βασικά η Μύκονο, δεν έχει και πολλά. Η παραλία, λίγοι τουρίστες με τα μπαγκάζια περίμεναν εκεί πέρα και ήθελαν κάπου να κοιμηθούμε. Δεν έχουμε κόσμο, δεν έχομε. Μία κυρία που ήδη την είχα γνωρίσει εδώ στο νοσοκομείο, με πήρε και γιατί βάσει μιας άλλης γυναίκας, της λέει: «Εφόσον γνωριζόσαστε και σου έκανε τέτοια εξυπηρέτηση, πώς και… σε ζήτησε να τη φιλοξενήσεις, γιατί δεν την παίρνεις;» Με πήρε και με πάει στο σπίτι της. Και μου λέει [00:20:00]«Δεν έχω…» τα δωμάτια είναι γεμάτα –σπιτάκια, μη νομίζεις ότι ήτανε…– και στο χολ είχε ένα καναπέ! Πιάνει δύο σεντόνια απ’ το καλάθι που είχε, για να τα πλύνει, στρώνει τον καναπέ, λέει: «Στον καναπέ». Της λέω: «Μόνο το παιδάκι να κοιμηθεί, εγώ δεν με πειράζει. Εγώ είμαι μεγάλη, θα κάτσω δίπλα». Σηκωνόμαστε το πρωί και είχαμε γεμίσει ψείρες. Και το λέω αυτό, που την διαφημίζανε τη Μύκονο τόσο πολύ. Ήρθαμε εδώ, να φανταστείς ότι ενημέρωσα το δάσκαλο και κάναμε… μια εβδομάδα δεν άφηνα το παιδί, πώς να το πω; Όπως τώρα κάνομε stop για να περάσει ο κορωνοϊός, έτσι έκανα και για τις ψείρες που γεμίσαμε! Και έτσι, ουδέποτε θέλω να ακούσω για τη Μύκονο. Είχα κακιά εμπειρία. Δηλαδή, την διαφημίζανε και εκεί δεν είχανε πώς να τις προσέξουν και να τα… αυτό τον κόσμο. Και έτσι, δεν πήγαινα. Πήγα μετά στη Μύκονο, αλλά με τη δουλειά με το φορτηγό, να ξεφορτώσω και να φύγω. Δεν ήθελα και ούτε μέχρι τώρα αγάπησα και δεν έκανα καμιά διαφήμιση για τη Μύκονο. Δηλαδή, αυτό ήτανε πολύ σημαντικό και ίσως και οι ξένοι να είχανε γεμίσει. Δεν αποκλείεται. Τέλος πάντων, τελείωσε αυτό.
Ωραία, για να γυρίσουμε στην disco. Όταν παίζατε μουσική, θυμάστε καθόλου ή ποιες μπάντες παίζατε ή ποιους δίσκους ή ποια τραγούδια προτιμούσαν;
Ναι, είχαμε ροκ, είχαμε τις Pink Floyd, είχαμε πολλά έτσι δίσκους. Φέρναμε μπάντες από την Αθήνα με ξένη μουσική και έτυχε βραδιά, να είναι τρία γκρουπάκια. Δηλαδή, από τις 23:00 ως τη 01:00, από τη 01:00 ως τις 02:00, απ’ τις 02:00 ως τις 05:00 το πρωί. Τρία γκρουπ. Και αυτό γινόντανε πολύ τακτικά, τα φέρναμε τα παιδιά, γνωστά, από την Αθήνα. Που κι αυτοί ήτανε ερασιτεχνικοί, άλλα είχε και μεγάλες αυτές. Είχαμε πάρα πολλή κίνηση και γι’ αυτό και μαζευόντουσαν ο κόσμος. Δεν είχε κάτι τέτοιο μαγαζί δεν υπήρχε στη Σύρο. Αλλά βάσει αυτού, που ήταν μαζί ο κόσμος στο Γαλησσά, έπρεπε να κάνουμε και κάπου που να κοιμούνται. Μένανε όλοι σε σκηνές στα χωράφια, στην παραλία και έτσι, το αποφασίσαμε να κάνουμε ένα οργανωμένο camping. Μας πίεσε και ο διοικητής της αστυνομίας ότι: «Κύριε Φρέρη, κάντε κάτι, αφού έχετε χώρο». Όντως έτσι και έγινε, αλλά βρήκα πολλές δυσκολίες και άργησα πολύ να το ανοίξω, αλλά μπαίνανε μέσα έτσι αφιλοκερδώς. Και γέμιζε και το camping και τους άρεσε που ερχόνταν κάποιες οικογένειες γιατροί, πώς να πω; Ήτανε κάποιος που ήταν από τον πύργο ελέγχου του αεροδρομίου. Τέτοιες οικογένειες, που ερχόντουσαν να ξεκουραστούνε και φέρνανε και τα παιδιά. Και τους ρωτάγαμε ότι «Γιατί ερχόσαστε και δεν πάτε να κατασκηνώσετε;» Λέει: «Άκουσε να δεις. Έχω παιδιά που είναι 16-18 χρονών, πού μπορώ να πάω να τα αφήσω και να είμαι ξέγνοιαστος; Εδώ υπάρχει η παραλία που είναι πάρα πολύ ωραία για την ημέρα, να κάνουν τα παιδιά το μπάνιο –είχε φέρει όμως αυτοκίνητο τροχόσπιτο, ήταν οργανωμένος, όλοι αυτοί– και το βράδυ να πάνε να διασκεδάσουν. Από εκεί που κοιμάμαι, είναι δίπλα μου η disco. Μπορώ να τα ελέγχω τα παιδιά μου και ξέρω ότι δε θα φύγουνε και θα τα έχω μέσα». Τόσο πολλοί που ερχόντουσαν.
Άρα ερχόντουσαν και με τροχόσπιτα και είχατε ειδικό χώρο για τα τροχόσπιτα;
Μέσα το camping είχε τροχόσπιτα, μπαίνανε πολλά. Στην αρχή, δεν είχαμε πολλά. Ένα-δύο και αυτά. Μετά όμως πλήθυναν. Είχαμε τροχόσπιτα που ερχόντουσαν την εποχή του Πάσχα. Τις μέρες, αυτό, που ερχόνταν από τη Γαλλία περίπου από τα 20 με 30 τροχόσπιτα. Αυτοί ήταν όλοι μεγάλοι βιομήχανοι, ήτανε κρασάδες που φτιάχνανε κρασιά. Τέτοιοι, τα γκρουπ. Και έμεναν μια βδομάδα. Αυτοί ήταν οργανωμένοι και πηγαίνανε όλα τα νησιά. Μας παίρνανε τηλέφωνο από τον Ιανουάριο, μας δίνανε το πρόγραμμα, ποια μέρα, ποια ώρα. Είχαμε ενημερώσει και μιλάγαμε πολύ με την Blue Star. Είχε συναντηθεί ο Γιώργος, αν χρειάζεται, για να μας κάνουν και καλές τιμές. Για φαντάζεσαι τώρα, παράδειγμα, 25 αυτοκίνητα τροχόσπιτα, τι τιμή είχαν αυτό. Να φύγουνε, να έρθουνε καθοδόν από τη Γαλλία και να ‘ρθουν να πάνε Σαντορίνη, μετά να ‘ρθουνε Πάρο, να πάνε Νάξο, Σύρο, Τήνο, Ραφήνα και να φύγουνε. Και είχε πάρα πολλή κίνηση και με τα αυτοκίνητα. Ερχόντουσαν και γκρουπ απ’ τη Γαλλία, παιδιά από σχολεία. Τα έφερνε με πούλμαν απ’ τη Γαλλία, ερχόντουσαν στο Γαλησσά, μένανε στο Γαλησσά και μετά, έφευγε το πούλμαν, επίστρεφε στη Γαλλία και έφερνε πάλι άλλα παιδιά. Αυτό το πούλμαν έπρεπε ίσα-ίσα τρία δρομολόγια να κάνει όλο το καλοκαίρι. Γιατί να κάνει 20 μέρες να ‘ρθει και να φύγει και να πάει... έκανε σταθμό, δεν ήτανε εύκολο. Κι ερχόντουσαν τα παιδιά. Το πρώτο γκρουπ που ήρθε, τα παιδιά, ήτανε ο χρόνος που έγινε ο μεγάλος καύσωνας. Δε θυμάμαι, περίπου … Και έβλεπες τα παιδιά και έπεφταν, λιποθυμούσανε από τη ζέστη, αλλά είχαμε γιατρό στο camping μέσα και τα περιποιούσε. Και έτσι, δεν είχε πάθει ποτέ κανένα τίποτα, τα παιδιά. Ήτανε πολύ… Μέσα στο camping φτιάχνανε μόνοι τους και μαγειρεύανε, γιατί τους είχα –το camping, αφού τελείωσε– τους είχα κουζίνα, για να μαγειρεύουνε. Γιατί οι χώροι, όλο αυτό το χωράφι που είδες ήτανε χωρισμένο με καλάμια, απ’ τις καλαμιές. Ήτανε περίπου τα 10 κομμάτια δεξιά-αριστερά και μέσα τούς είχα και ψυγείο στο κάθε κομμάτι, για να βάζουν κάτι… όταν θέλουνε, τους έχει περισσέψει κάτι, να έχουνε νερό παγωμένο. Τους είχα στο κάθε τετράγωνο και αυτό και ψυγείο και μπρίζες, για να θέλουν να φορτίσουν τη φωτογραφική μηχανή. Γιατί γέμιζαν από να παίρνουνε φωτογραφίες. Εμείς δεν προφταίναμε. Απ’ την πολλή δουλειά, δεν προφταίναμε να τα κάνουμε όλα και ξεχνιόμασταν. Αλλά αυτοί ερχόντουσαν για αυτό το σκοπό που ήτανε για διακοπές και τα έκαναν όλα. Όλη τη νύχτα που διασκέδαζαν, μετά έγινε και ωράριο η μουσική. Μετά από 02:00 η ώρα είχε stop. Τι κάναν οι ξένοι; Μαζευόμαστε όλοι, και εμείς μαζί με την οικογένειά μου, και πηγαίναμε στην παραλία. Και εκεί, άρχιζε άλλο πάρτι! Άναβαν φωτιά, είχαν μαζέψει ξυλαράκια από τα γύρω μέρη και άναβαν φωτιά, αλλά αυτά γινόντουσαν, ξέρω ‘γω, πολλά έτσι παρέες-παρέες και άναβαν φωτιά. Κάποιος που είχε μία κιθάρα, έπαιζε, και καθόμαστε γύρω. Αφού τα παιδιά μου ήταν… η κόρη ήταν πιο μεγάλη, στα 14-15, αλλά τους άρεσε και καθόντουσαν δίπλα. Όταν νυστάζανε, είχα μία κουβέρτα και κοιμόντουσαν δίπλα! Το ίδιο κάνανε και οι ξένοι. Και όταν πια έβγαινε ο ήλιος, που μας πείραζε ο ήλιος, τα μαζεύαμε και πηγαίνανε για ύπνο!
Οπότε παίρνατε τα παιδιά σας μετά τις 2:00 και πηγαίνατε…
Μαζί τους πηγαίναμε στην παραλία, που άναβαν φωτιά και διασκέδαζαν ακόμη, τους άρεσε η μουσική, αυτοί δεν βιαζόντουσαν να κοιμηθούνε. Θέλανε να ξενυχτήσουν για όλη τη νύχτα.
Εσείς πώς και πηγαίνατε μαζί τους, μαζί με τα παιδιά;
Γιατί μας άρεσε η μουσική, μας άρεσε όλα αυτά, το περιβάλλον, όλο αυτό μας άρεσε. Δεν ήτανε ότι δεν το αγαπήσαμε. Το αγαπήσαμε πάρα-πάρα πολύ. Γιατί και ο σύζυγος δεν ήτανε κανένας αυστηρός πατέρας. Από μικρή και που τον γνώρισα, τέλος πάντων, ήτανε σε όλα πρωτοπόρος. Του άρεσε. Και γι’ αυτό το οργανώναμε έτσι.
Και παίρνατε μαζί σας και ποτά; Παίρνανε αυτοί μαζί τους ποτά και τέτοια;
Αυτοί. Άλλος το είχε αγοράσει, άλλος αγόραζε εκείνη την ώρα και το έπαιρνε το μπουκάλι το κρασί ή ένα ποτό και πηγαίναμε στην παραλία και καθόμαστε και πέρναγε η νύχτα πολύ…
Και κάνανε και μπάνιο το βράδυ; Πώς;
Πολλοί! Το μπάνιο ήτανε απαραίτητο, το μπάνιο να κάνουν όλη τη νύχτα. Τα δε γκρουπ που ερχόντουσαν οργανωμένα, τις μέρες του Πάσχα και Θωμά, και αυτοί ήταν πολύ οργανωμένοι, γιατί ήτανε πάρα πολλοί. Μας είχανε κάνει πρόγραμμα «Την τάδε μέρα θα έρθουμε» ημερομηνίες, ώρες, το φαγητό τι ώρα. Και όχι ότι ήτανε απλά ένα φαγητό. Μαγείρευα, είχα και κοπέλες, με βοηθούσαν τα παιδιά μου. Και θέλαν το πρώτο πιάτο, το πρώτο να είναι ένα ουζάκι με ένα μεζεδάκι, μετά το πρώτο πιάτο το δεύτερο πιάτο, το βασικό, ας πούμε, το τέλειο, φρούτα μετά, τον καφέ τους, το αναψυκτικό. Είχε πάρα-πάρα πολλά αυτό. Δεν ήτανε ένα γκρουπ απλό. Ήτανε πολύ επίσημα… τους άρεσε να [00:30:00]κάνουν, ναι.
Είχε στο πρόγραμμα βραδινό μπάνιο στη θάλασσα;
Δεν το είχαν στο πρόγραμμα, αλλά γινόντανε! Εν τω μεταξύ ο σύζυγος, επειδή ήταν αγρότης, κάποτε είχα φιλοξενήσει έναν κύριο και μου λέει: «Θα σου φέρω σπόρους από Αμερική, πεπόνια και καρπούζια να φυτέψεις» αφού είδε ότι ήτανε… Αυτός είναι… πώς τους λένε; Που ελέγχουνε τα… όταν έρθουνε από τα βαπόρια, απ’ τα αεροπλάνα.
Τελωνειακός;
Τελωνειακός. Μπράβο. Ένας τελωνειακός είχε έρθει με τη γυναίκα, το παιδί του [Δ.Α.] να τον φιλοξενήσω, αλλά δεν είχε τότε κόσμο, αλλά μου έφερε τα πεπόνια, τους σπόρους, φύτεψε ο Γιάννης. Και όταν κάθε βράδυ στη disco, που αγόραζαν τα ποτά και το αυτό, τους κέρναγε αφιλοκερδώς καρπούζι, πεπόνια από το κτήμα. Και αυτοί ευχαριστιόντουσαν και τόσο καθίζανε. Γιατί και μόνο το πιοτό, είσαι νηστικός. Αλλά έφτιαχνα και μία μακαρονάδα. Το οποίο το ξέχασα να σου το πω και στη… τώρα μου ‘ρχονται, ένα-ένα έρχονται στο μυαλό! Έφτιαχνα μακαρονάδα και τρώγανε και μία μακαρονάδα και πέρναγα. Κάπου-κάπου, ερχόντουσαν και καλές προσωπικότητες της Ερμούπολης. Ο πρώτος ήτανε ο επιχειρηματίας ο κύριος Μπαρμπέτας, ο Σταύρος. Τον είχαμε κάθε βράδυ στη disco. Του άρεσε. Έκανα και πολλή φιλία, γιατί μετά που αγόρασα το ταξί, τον εμετάφερνα. Δεν ήταν πια για το ταξί να οδηγεί στο δικό του που είχε και με είχε ταξί. Και ερχότανε κάθε βράδυ στη disco να περάσει τη βραδιά του, να φάει τη μακαρονάδα του, να πιει το ποτό του και μετά έφευγε. Όταν… πριν πάρω εγώ το ταξί, επειδή είχε εκείνος το Ι.Χ. –εγώ είχα ένα φορτηγάκι– με ειδοποιούσε. Με έπαιρνε τηλέφωνο «Έλα, γιατί θέλω να πάω να πιω», γιατί φοβόταν, επειδή ήταν πια μεγάλος άνθρωπος και τον πήγαινα και τον έπαιρνα με το αυτοκίνητο. Μου έδινε το αυτοκίνητο, όταν γυρνάγαμε απ’ τον περίπατο το βράδυ, το έφερνα στο σπίτι μου το Ι.Χ. και όταν το χρειαζόντανε, με έπαιρνε τηλέφωνο και πήγαινα. Ήτανε πάρα πολύ καλός άνθρωπος και ερχόνταν και στη disco. Αυτά, τι άλλο; Κάτι άλλο έχω να πω, δεν το θυμάμαι τώρα.
Μήπως θέλετε να μου πείτε για τα πάρτι που κάνατε;
Τα πάρτι. Μπράβο. Τα πάρτι, τον πρώτο χρόνο που ξεκίνησε και το δεύτερο, μας ζητήσαν να κάνουνε πάρτι. Να κάνουμε πάρτι! Φύγαμε με ένα φορτηγάκι –θα το δεις που το έχω, φωτογραφία, γιατί έχει πια εξαφανιστεί– πήγαμε και ψωνίσαμε απ’ την Ερμούπολη κρέατα, φρούτα, σαλάτες, τα διάφορα και τα έφτιαξαν μόνοι τους τα σουβλάκια. Βρήκανε και στον δρόμο –δεν ξέρω πού το βρήκανε, σε κάποια κυρίας το σπίτι;– ένα ράντζο, σομιέ, μεγάλο. Και το φέρνουνε στη disco, αλλά πάντα όλα τα πάρτια γινόντανε μέσα στη disco. Πού καθίσαμε; Εκεί. Να χορεύουνε, να πίνουνε και να τρώνε. Και τα έψηναν αυτοί, το απόγευμα τα περνούσανε σε καλαμάκια. Ήτανε οργανωμένοι. Ο σύζυγος, του άρεσε πολύ, πήγαινε και ψώνιζε ό,τι θέλανε και ερχόντουσαν. Αφού μας είπανε ότι «Θα κάνουμε πάρτι» φεύγει ο σύζυγος και πάει και φέρνει ένα φορτηγό ποτά, κρασιά, μπύρες. Και λέει «Πόσα θα πιούνε;» Ξεκίνησαν η ώρα 18:00 που είναι ο ήλιος ακόμα ψηλά. Μόλις έκανε να σκοτεινιάσει, το φορτηγό άδειασε από τα φορτηγά. Είχαμε γεμίσει ψυγεία, είχαμε γεμίσει όλα αυτά, ήμαστε οργανωμένοι, τα είχαμε όλα οργανωμένα. Τέλειωσε. Άλλα που δεν-
Άδειασε απ’ τα ποτά, εννοείτε-
Από ποτά και κρασιά και μπύρες, όλα αυτά τα είχανε πιει. Είχανε γίνει κουρέλι. Του λέω στο σύζυγο, εκείνος ήταν ακόμα με τα ζώα του και τον αδερφό του: «Παιδιά, δεν έχω τίποτα». «Μωρέ, μας κοροϊδεύεις». «Βρε όχι» και έρχεται, παίρνει το φορτηγό και πηγαίνει στην Ερμούπολη και το ξαναγεμίζει και ξαναρχίσανε και πίνανε. Αυτό γινότανε κάθε βράδυ, στα διαστήματα του καλοκαιριού, τα πάρτια. Μπορούσε μια φορά τη βδομάδα, μια φορά-δύο φορές το μήνα, ανάλογα, αλλά γινόντουσαν πάρα πολύ τακτικά τα πάρτια. Και όλα τα χρόνια! Και όχι ότι ήτανε γνωστοί ένας με τον άλλο και συναντιόσασταν. Δύο-τρεις τα οργανώνανε και μετά, όλοι συναντιόντουσαν και γινήκανε μια παρέα και νόμιζες ότι είναι όλοι γνωστοί. Όμως ερχόντουσαν από τα διάφορα κράτη που ερχόντουσαν, καθόντουσαν εκεί και διασκεδάζανε. Τους άρεσε πάρα πολύ. Είχανε κάνει και γνωριμίες που… Άλλοι είχανε κάνει τον γάμο εδώ στο Γαλησσά, τον γάμο τους. Οι γνωριμίες που γνωρίστηκαν άλλος με Έλληνα και Γάλλο, Γάλλος… Έλληνας με Δανός. Ασχέτως ότι έχω και εγώ τώρα παιδιά με μαμά Δανέζα. Αλλά οι Ιταλοί πήρανε Ελληνίδες και εδώ από το Γαλησσά. Πολλοί-πολλοί γνωριστήκανε και έχει γίνει μία ανταλλαγή, πώς να το πω; Πρόσωπα από όλα τα κράτη. Αμερικανοί ερχόντουσαν. Πολλοί. Φέρναμε… τσάρτερ τον κόσμο και έφερνε μέχρι σ’ αυτό το σημείο, φέρναμε… τι άλλο; Είχε κίνηση μεγάλη.
Θυμάστε, οι περισσότεροι που ερχόντουσαν στο camping, από ποιες χώρες ήτανε;
Ήτανε από Αμερική, είχαμε όχι τόσο πολλοί. Γερμανοί πάρα πολλοί, γιατί το camping άνοιγε από Γερμανούς. Δηλαδή, το Μάρτιο ξεκινούσαν οι Γερμανοί και τελειώναμε με Γερμανοί. Δηλαδή, η αλλαγή. Ερχόντουσαν Γάλλοι, ερχόντουσαν Δανοί, ερχόντουσαν από Αυστρία, ερχόντουσαν από Ιταλία. Πάρα πολλοί. Ολλανδία. Ολλανδοί ήτανε πάρα πολλοί. Όλοι αυτοί. Είχε πάρα πολλούς.
Και όταν λέτε «κλείναμε με Γερμανούς» πότε περίπου; Ανοίγατε Μάρτιο και κλείνατε πότε;
Μάρτιο… συνήθως το Πάσχα ανοίγαμε. Μάρτιο ερχόντουσαν, κατασκηνώνανε, δεν τους παίρναμε και λεφτά. Να φανταστείς, όταν ήτανε 50 άτομα, λέγαμε: «Δεν έχει τίποτα. Άσ' τους να μείνουν έτσι». Το Πάσχα, Απρίλιο και κλείναμε τέλη Οκτωβρίου που έπιανε η βροχή και αναγκαστικά, σταματούσε η disco. Υπαίθρια που ήτανε.
Και κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού μπορεί να ρίξει καμιά βροχή. Είχε ρίξει ποτέ;
1-2 φορές στην αρχή και στο τέλος. Αέρα έκανε, φυσούσε πολύ. Φυσούσε πολύ μόνο σε κάποια διαστήματα το καλοκαίρι.
Δεν τους έπαιρνε τις σκηνές;
Τους πήρε και τις σκηνές. Μας είχε πάρει και ένα τροχόσπιτο μέσα απ’ το camping! Αλλά δεν έπαθε τίποτα, το πήρε από τη μία και το μετατόπισε σε άλλη γωνιά. Δεν είχε πάθει τίποτα.
Κατάλαβα.
Ναι. Αλλά η παραλία είχε πάρα πολλές σκηνές, κατασκήνωνε. Γιατί πού να τους χωρέσομε; Ήτανε και πάρα πολλοί που ερχόντουσαν.
Άρα, παρόλο που είχατε το camping, συνεχίσανε άλλοι να ‘ρχονται και να κατασκηνώνουν στην παραλία, παρόλο που είχατε το camping.
Πολλοί λίγοι. Ναι, είτε μόνο με τα sleeping bag μπορούσε να μείνουνε, ναι. Γέμιζε το camping, γέμιζε, είχε πολύ κόσμο, γέμιζε. Ήτανε –θα το πω– σαν ανεξέλεγκτο. Αφού μπαίνανε και δεν τους προφταίναμε. Τα λεωφορεία ερχόντουσαν κάθε μέρα, τα δρομολόγια, με φορτωμένα μπαγκάζια από πάνω και κόσμο. Μπορούσε να μπούνε και 180 άτομα την ημέρα μέσα στο camping. Αλλά δεν μπορούσαμε και να τους ελέγξουμε. Είχαμε βιβλία, συγγνώμη. Η εφορία δεν μπορούσαμε χωρίς βιβλία και αυτά. Όταν έγινε η πλημμύρα η μεγάλη, μας είχαν καταστρέψει τα μηχανήματα και ξαναπήραμε καινούργια. Και όλα αυτά καταστράφηκαν, τα δηλώσαμε στην εφορία και ξανακάναμε απ’ την αρχή. Μας τα είχανε κλέψει και τα μηχανήματα! Όλα μαζί μας τα είχανε κλέψει, Έλληνες.
Ποιος τα ‘κλεψε;
Άστο! Η νεολαία πάλι, που ήθελε να οργανωθεί και αυτό, το πήρανε από… –Έλληνες– και ένα βράδυ ήρθε και στο ταξί που δούλευα, η αστυνομία, και μου λέει: «Έλα εδώ, γιατί έχουμε επισημάνει κάπου. Μήπως είναι και τίποτα δικό σου;» Πήγαμε, δεν είχε τίποτα, κάτι λίγοι δίσκοι που τους είπα ότι δεν είναι δικοί μου, επειδή δεν είχα το όνομα επάνω. Γιατί συνήθως έγραφα το όνομά μου επάνω, για να το φαίνεται. Και τους λέω, για να μην θίξω τα παλικάρια εκεί –ήτανε λίγο γνωστά, ήτανε θαμώνες της disco– λέω: «Άσ' τους, ας μην πω τίποτα».
Άρα, ερχόντουσαν στην disco και κλέβανε δίσκους;
Μπαίνανε μέσα ότι θέλουνε να βάλουν ένα δίσκο να διαλέξουνε, ή στο πουκάμισο ή κάπου σε γελούσανε. Αφού ήτανε η μουσική μπροστά στο παράθυρο. Είδες, ήταν τρία παράθυρα, το τελευταίο ήτανε η μουσική. Αν ήταν δύο φίλοι, ο ένας τον έδινε πως θα το κοιτάξει, σε ένα λεπτό το έπαιρνε. Μου είχανε κλέψει πάρα-πάρα πολύ. Έχω όμως. Θα τα δεις τα κομμάτια. Τα έχω όμως εκεί κάτω. [00:40:00]Και μας είχανε κάνει ζημιές πολλές. Οι πλημμύρες, δυο-τρεις φορές έχουμε πάθει μεγάλες πλημμύρες εκεί.
Οπότε ανοίξατε το camping το ‘75 και η πλημμύρα έγινε το ‘76;
Την disco.
Την disco.
Τη disco. Το camping άνοιξε αργότερα, λίγο το ‘78 χωρίς άδεια, αλλά επειδή πολύ ταλαιπωρηθήκαμε, γύρω το ‘82 ήτανε νόμιμο το camping. Αλλά ήτανε φορτωμένο από κόσμο, ναι. Και μας μπαίνανε και πολλές φορές κρυφά, κοντά σε άλλους και χωρίς άδεια. Αλλά τους δίναμε κάρτα στη ρεσεψιόν, για να ξέρουμε πως θα πληρώσουν όταν φεύγουνε. Ήτανε… οργανωμένα τα είχαμε. Είχαμε, ήταν η disco, ήταν η καφετέρια, ήταν το μίνι μάρκετ, είχαμε ένα αργυροχρυσοχόο και τα έφτιαχνε. Που πήγαινε τα πουλούσε και ξαναρχότανε. Πλήρωσε μία μέρα, του ναυλώσαμε ένα ελικόπτερο και ερχόντανε απ’ την Αθήνα μόνος του. Είχε, πολλή ζωή ήτανε.
Όλο αυτό στο δικό σας κτήμα.
Όλα στο camping, ναι. Το camping ήτανε… όλος ο χώρος ήταν, αλλά είχαμε συμπληρώσει τα 10 στρέμματα, 10-12 στρέμματα, και κατασκηνώνανε εκεί. Δεν μπορούσε να φύγουνε. Φεύγανε, γιατί μπορούσε να… αλλά εκεί κατασκηνώνανε, ναι.
Οπότε είχατε μέσα στο χώρο του camping, το camping, την disco…
Είχαμε την disco, είχαμε την καφετέρια, το μίνι μάρκετ. Γιατί όταν ήρθε ο έλεγχος για να μας δώσει την άδεια λειτουργίας του camping απ’ τον Ε.Ο.Τ., απ’ την Αθήνα, γιατί όλα αυτά γινόνταν, θα έπρεπε να πάω στην Αθήνα. Δεν είναι όπως είναι εδώ τα δωμάτια, παίρνεις από εδώ το γραφείο του Ε.Ο.Τ.. Έπρεπε να πάω στον Ε.Ο.Τ. στην Αθήνα. Και όταν ήρθε ο έλεγχος για να μου δώσει την άδεια λειτουργίας, το μίνι μάρκετ το είχα, αλλά ήτανε άδειο. Μου λέει «Που είναι τα ψώνια;» Του είπαμε ότι έχει δύο μίνι μάρκετ ο Γαλησσάς και στην πορεία θα ψωνίσομε. Λέει: «Δεν σας δίνω την άδεια λειτουργίας, αν δεν βάλετε μέσα ψώνια». Και αναγκαστήκαμε, ψωνίσαμε και φεύγει και ξανάρχεται να το ελέγξει, για να μας δώσει την άδεια λειτουργίας! Είχαμε τουαλέτες ανδρικές, τουαλέτες γυναικείες, ένα δωμάτιο με πλυντήριο μέσα, για να πλένουνε, πλύστρες, αυτό να σιδερώνουνε με σίδερα και αυτά, είχαμε κουζίνα –ξεχωριστή από τη δική μας– στην καφετέρια και της disco, μόνο για να πάνε οι ξένοι να μαγειρέψουνε. Γιατί πολλοί μαγείρευαν με γκαζάκια στο χώρο μέσα στο χωράφι, γιατί θέλανε μέσα στο camping να ζήσουνε την υπαίθρια ζωή. Αλλά και πολλοί μαγείρευαν μέσα στην κουζίνα, να πλύνουν τα πιάτα. Τους είχαμε γούρνες και μαγείρευαν και μετά, πήγαιναν στους χώρους και τρώγανε.
Το ράντζο, που μου είπατε πριν, που κλέψανε από κάπου;
Όχι, το βρήκαν πεταμένο. Δεν το κλέψανε!
Το βρήκαν πεταμένο.
Ναι, αλλά ήτανε μόνο το επάνω του ράντζου.
Και τι το κάνανε;
Το ακουμπήσανε επάνω σε τσιμεντόλιθοι, γιατί αρχικά, δεν είχα τραπεζάκια. Είχα μερικά τραπεζάκια, αγόρασα, με σκαμπό, αλλά είχα και τραπεζάκια τσιμεντένια. Και το είχανε ακουμπήσει επάνω στα τραπεζάκια εκεί στα τσιμεντένια με τσιμεντόλιθοι και βάλανε φωτιά, φέρανε ξύλο, μάζεψαν ξύλο και έψηναν τα σουβλάκια και τρώγανε! Κάνανε την υπαίθρια ζωή.
Άρα, χρησιμοποιήσανε το ράντζο σαν ψησταριά.
Ναι, ναι, το ράντζο ήτανε η ψησταριά τους. Θέλαν να ζήσουνε την υπαίθρια ζωή. Έτσι ήτανε. Μπορούσε να είναι ένας και όλο το καλοκαίρι και τρεις μήνες και τέσσερις μήνες. Του άρεσε να μένει εκεί. Ερχόντουσαν φοιτητές, ερχόντουσαν όλοι. Μετά, αρχίσαν κι ερχόντουσαν στην πορεία και Έλληνες, αλλά πάντα λίγοι, πάντα λίγοι. Είχαμε κάποια παιδιά φοιτητές απ’ τη Θεσσαλονίκη, που αυτοί κάθε χρόνο του Αγίου Πνεύματος ερχόντουσαν πάντα. Μετά, μεγάλωσαν και δεν … Σταματήσανε λίγο. Και μας παραγγέλνανε τι φαγητό. «Φτιάξε μας παστίτσιο, φτιάξε μας μουσακά» ανήμερα της Πεντηκοστής να έχουμε το μουσακά έτοιμο που θα ‘ρθουν τα παιδιά, οι φοιτητές, να φάνε! Έχω φωτογραφίες που κάνανε παρέα και στην καφετέρια και μέσα και τρώγανε, διασκεδάζανε. Ήτανε πάρα πολύ οργανωμένα. Οι μουσικές; Άσε πια, μουσική πάντα μέσα στο camping, γεμάτα μουσική. Και εγώ είχα ηχεία και ξεχωριστά στη disco και ξεχωριστά στην καφετέρια. Παίρνανε πρωινά – εμείς δεν κοιμόμαστε το βράδυ. Αφού 04:00 η ώρα, 05:00 η ώρα ακόμα η μουσική έπαιζε. Εγώ έτυχε να μην κοιμηθώ καθόλου όλο το εικοσιτετράωρο. 06:00 η ώρα έπρεπε να σκουπίσω την καφετέρια, για να ‘ρθουν για τα πρωινά. Ερχόντουσαν πολλοί και έπαιρναν το πρωινό τους. Να καθαρίσω, για να καθίσουνε να πιουν το πρωινό.
Κάποιοι δηλαδή, το πρωί, μπορεί να τρώγαν το πρωινό και κάποιοι άλλοι να τελειώναν τα ποτά τους!
Ναι, μπράβο! Έτσι γινόντανε. Πάρα πολλοί.
Οπότε συνέχεια υπήρχε κίνηση.
Κίνηση όλο το εικοσιτετράωρο. Είχαμε λεωφορείο πάρει, ένα πουλμανάκι, και πήγαινε ο Γιώργος και –πλέον είχε μεγαλώσει– στη disco είπα πως ήταν 8 με 10 χρονώ, αλλά τα χρόνια πέρασαν και όταν άνοιξε το camping, δούλεψε πάρα πολύ και ο Γιώργος. Είχε το λεωφορείο, του βγάλαμε δίπλωμα. Πριν τα μηχανάκια και η κόρη δεν είχε δίπλωμα και είχαμε υπογράψει στην αστυνομία και εγώ, ότι θα παίρνει το μηχανάκι να οδηγεί, για να πηγαίνει στο σχολείο το απογευματινό, γιατί η κόρη έκανε το γυμνάσιο και μετά πήγε απογευματινό σχολείο. Και πώς να πηγαίνει στο σχολείο; Έπρεπε να βγάλει δίπλωμα. Και πήγαμε στην αστυνομία, υπογράψαμε υπεύθυνοι ό,τι και να συμβεί, για να μπορεί να κινείται με το μηχανάκι.
Πιο μικρή από…
Πιο μικρή. Μιλάμε για 15-16 χρονών εκεί. Και ο Γιώργος μετά, έβγαλε και εκείνος δίπλωμα, έβγαλε στο πούλμαν. Και πηγαινοερχόταν να πηγαινοφέρνει από το camping στο πλοίο και απ’ το πλοίο στο camping, όλο το εικοσιτετράωρο όμως. Είχαμε, σε ένα διάστημα, είχαμε πάρει και ένα οδηγό, για να βοηθήσει λίγο τον Γιώργο… να κοιμηθεί λίγο και αυτός.
Οπότε εσείς, κατά τη διάρκεια της μέρας και της νύχτας, στο camping, ήσασταν το πρωί στα πρωινά, μετά φτιάχνατε τη μακαρονάδα, μετά πηγαίνατε στην disco;
Η μακαρονάδα ήταν το βράδυ. Η μακαρονάδα στη disco το βράδυ.
Για περιγράψτε μου μία μέρα από το πρωί-πρωί μέχρι το βράδυ. Εσείς τι κάνατε;
Κάναμε τα πρωινά, όπως σου είπα, τελείωνε η νύχτα. Σηκωνόμουνα 06:00 η ώρα να σκουπίσω για να καθαρίσω, γιατί από τις 07:00 η ώρα αρχίζαν τα πρωινά. Πολλοί θέλανε να φύγουν, για να προλάβουν το πλοίο. Πολλοί θέλαν να πάνε Ερμούπολη. Δε θέλανε και να κοιμώνται και όλη την ημέρα. Είχαμε το πρωινό, μετά στην πορεία έως το μεσημέρι και 14:00 η ώρα ακόμα σερβίραμε πρωινά. Να ετοιμάσουμε φαγητό, γιατί πολλοί ήθελαν να φάνε. Άλλος… ήταν και η συννυφάδα μου, μαγείρευε στην κουζίνα, να βοηθήσει. Μαζί το είχαμε. Ήταν δύο αδέρφια, ο σύζυγος, να μην ξεχνάω. Γιατί μετά ο κουνιάδος μου, δουλέψαμε μαζί το ταξί και έφυγε από τη δουλειά, αλλά ήταν η συννυφάδα και βοηθούσε για να μαγειρεύομε. Το απόγευμα, δε σταματούσανε, τρώγανε το απογευματινό, να πιούνε αναψυκτικά. Στη διάρκεια της μέρας, συνέχεια ήτανε κάποιος στην κουζίνα να ετοιμάσει, είχαμε πάρει και μία κοπέλα και μας βοήθαγε για να πλένει πιάτα, να πλένει… για να ετοιμάζει φαγητά να φάνε. Το βράδυ, στη disco, έπρεπε να την καθαρίσομε. Η καημένη η πεθερά μου ήταν γριά με το μπαστούνι και ερχόνταν πρωί-πρωί να καθαρίσει τη disco! Να σκουπίσει, να κάνει.
Οπότε, εσείς μετά τα απογευματινά πηγαίνατε στη disco να την ετοιμάσετε.
Ναι, ναι. Γιατί ήθελε μια προετοιμασία, ό,τι χρειαζόταν να πάει ο σύζυγος να ψωνίσει είτε και εγώ να ψωνίσω απ’ την Ερμούπολη, όταν είχα χρόνο, να πάω να ψωνίσω. Ψωμιά, πρωί-πρωί στις 06:00 η ώρα, πηγαίναμε στο φούρνο στον τότε… τον Κουμαριάνο –τώρα το έχει αλλάξει– και μας φέρνανε ψωμιά. Και ανήμερα της Παναγίας, ένα καλοκαίρι, θυμάμαι ότι φέραμε –φέρναμε και ψωμάκια μικρά, κουλούρια– φέραμε 1.200 κομμάτια για το τριήμερο. Για να ‘χω να ψωνίσει και να φάμε. Απ’ τον Κουμαριανό. Πηγαίναμε και στον Αξό, που είναι τώρα ο… πώς τον λένε;
Ο Δεναξάς.
Ο Δεναξάς. Και αυτός μας έφερνε κρουασάν που είχε κάνει πάρα πολύ ωραία κρουασάν, όταν ξεκίνησε το μαγαζί του και έφτιαχνε. Ήταν το κάτι άλλο τα κρουασάν του, στο τύπου, δεν ξέρω, γεύσεις από Γαλλία, δεν ξέρω από πού τα είχε φέρει, αλλά είχε πάρα πολύ ωραία κρουασάν και ψωμιά. Ψωμιά φέρναμε πάρα πολλά. Αλλά θέλανε όλο ψωμάκια για τα ατομικά. Και σου λέω, ένα τριήμερο της Παναγίας, καλοκαίρι φέραμε 1.200 ψωμάκια. Μετά δεν τα μετρούσα. Μετά λιγόστεψαν, μετά έτσι… αυτά.
Οπότε, μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο, ποιες ήταν οι στιγμές οι πιο [00:50:00]ήσυχες στο camping;
Δεν είχαμε ησυχία. Μόνο όταν ήταν αρχή του καλοκαιριού και τέλος που λιγόστευαν, μπορεί να είχαμε λίγο ησυχία. Απλά είχε πάντα κίνηση.
Μες στη μέρα, εσείς δεν ξεκουραζόσασταν κάπου να … λίγο να πέσετε για ύπνο;
Εγώ, μεσημέρι δεν είχα κοιμηθεί ποτέ. Ο σύζυγος κοιμόταν δυο-τρεις ώρες. Εγώ δεν είχα κοιμηθεί ποτέ και έως τώρα, μεσημέρι δεν κοιμάμαι. Κοιμάμαι το βράδυ, κοιμόμουνα, δυο-τρεις ώρες, 03:00 η ώρα, γιατί έπρεπε να σηκωθώ να φύγω για το ταξί. Γιατί μετά δούλεψα και το ταξί, όπως σου είπα. Δεν είχαμε ξεκουρασιά πολλή.
Οπότε, όταν κλείνατε, που μου είπατε, εκεί γύρω στον Οκτώβρη, θέλετε να μου περιγράψετε εσείς που είστε ουσιαστικά, η ζωή του camping-
Ναι.
Όταν έκλεινε το camping, εσείς τι κάνατε τον χειμώνα; Δηλαδή, για να το προετοιμάσετε;
Είχε διάφορες δουλίτσες που έπρεπε να κάνουμε, γιατί μέσα είχε δροσιές, είχε … πώς να το πω; Ήταν τα χωρίσματα με καλαμιές, αλλά είχαμε κάνει και με από ξύλα και αυτό… δροσιές. Και αυτά θέλανε συντήρηση. Και ο σύζυγος ήτανε στα ζώα του και να κάνει και τη συντήρηση. Εγώ, τα δωμάτια θέλανε καθάρισμα, θέλανε άσπρισμα, θέλανε… είχε πολλή δουλειά. Έφευγα εγώ να πάω να δουλέψω το ταξί, δούλευε, βοηθούσα λίγο έξω, αυτά.
Ας πούμε, οι δουλειές για να το ετοιμάσετε το camping ξεκινούσανε, ξέρω ‘γω, ένα μήνα πριν το Μάρτιο; Πότε;
Και πιο πριν. Μπορούσε να υπάρχει μία δουλειά που έπρεπε να γίνει το χειμώνα. Δεν μπορούσες τελευταία στιγμή να γίνει. Έπρεπε να είναι μέσα το χειμώνα να γίνει. Ήθελε να φτιάξουμε μια δεξαμενούλα, για να μαζεύομε το νερό, να μη μένει χωρίς νερό στα ντους οι ξένοι. Και αυτό έπρεπε να γίνει πιο γρήγορα. Ήταν πολλές εργασίες που έπρεπε να γίνουνε πιο νωρίς. Και πάντα είχε δουλειά.
Οπότε-
Ο χειμώνας ήταν και οι κακοκαιρίες, δεν μπορούσες να δουλέψεις. Και πάντα κάναμε μια προετοιμασία ό,τι ήταν το πιο εύκολο.
Και όταν ερχόταν η άνοιξη, έτσι ανυπομονούσατε για την καινούργια σεζόν, να ξαναδείτε τα ίδια πρόσωπα;
Ναι, ναι, ναι, ναι, τα ίδια πρόσωπα, γιατί είχανε έρθει πάρα-πάρα πολλά. Ξεκινούσαμε, καθάριζε ο σύζυγος το ένα τετράγωνο, γιατί γέμιζε από χόρτα, χαμομήλια και έπρεπε να το καθαρίσουμε. Πολλοί όμως, τους καθαρίζαμε ένα τετράγωνο; Αυτοί έφευγαν και πήγαιναν κατασκήνωναν εκεί που ήταν η πρασινάδα, το χαμομήλι, τα… Τόσο πολύ! Ναι. Ήτανε… δεν το βαρέθηκα. Ούτε εγώ, ούτε ο σύζυγος, ούτε τα παιδιά μου. Πάντα, ο Γιώργος είχε πάει και σε πάρα πολλές εκθέσεις. Όλα τα χρόνια, αφότου έγινε, τι; 18 χρονών τον πήραν οι Γερμανοί στη Γερμανία και πήγε σε έκθεση, μετά που διοργανόντουσαν και ξέραμε ότι γίνονται εκθέσεις είτε στην Ιταλία, είτε στην Ελβετία, είτε στη Δανία, είτε στη Γερμανία, γινόντουσαν πολλές εκθέσεις. Πηγαίναμε Φρανκφούρτη, σε πάρα πολλά πηγαίναμε και κάναμε.
Γιατί πιστεύετε ότι… επειδή είπατε ότι τους καθαρίζατε ένα τετράγωνο και αυτοί θέλανε να πάνε να κατασκηνώσουν στα χαμομήλια και στα γρασίδια-
Ναι.
Γιατί πιστεύετε ότι είχανε αυτή την ανάγκη της ζωής έξω;
Τους άρεσε. Γιατί θέλανε την υπαίθρια ζωή να ζήσουνε. Ερχόντουσαν με αυτό το σκεπτικό. Μετά, ταυτόχρονα το ‘χαμε καθαρίσει, ερχόντουσαν. Αυτό ήτανε στην αρχή, τον πρώτο μήνα μέχρι ωσότου να… Γιατί δεν μπορείς να το αφήσεις ούτε τον Ιούνιο να το καθαρίσεις, αλλά ούτε και πρόφταινες και τον Μάρτιο να το έχεις καθαρό, τέλειο. Αλλά ήταν το πράσινο και ήτανε σε διαφορετική μορφή. Όταν όμως ξεραινόντουσαν, έπρεπε να το έχεις καθαρίσει. Είχαμε κόσμο και εργάτες και το καθαρίζανε.
Οπότε, έχετε κρατήσει φιλίες και γνωριμίες με μερικούς, φαντάζομαι.
Πάρα πολλές. Πρώτα από όλα, παντρεύτηκε η κόρη μου και έχει κουμπάροι Γερμανοί.
Που γνώρισε απ’ το camping;
Ναι. Και μέχρι τώρα έχομε. Ο ένας έχει πεθάνει, τα άλλα παιδιά ζουν ακόμη. Έχουμε τις φιλίες. Με πάρα πολλούς έχουμε φιλίες. Στην αρχή, ήτανε πάρα πολλοί… ερχόντουσαν… μας στέλνανε, όταν φεύγανε κάρτες από Αμερική, από Γερμανία που πολλές φορές δεν τις θυμόμαστε. Αλλά μέχρι τώρα οι πιο πολλοί που ερχόντουσαν και ξαναρχόντουσαν, άλλος ερχόνταν να φέρει τη γυναίκα του για να δει πού έκανε τη ζωή αυτή, η γυναίκα να φέρει τον άντρα. Είχε πολλές …
Άρα, και τώρα δηλαδή που έχετε κλείσει, μπορεί να έρχονται μερικοί να περάσουν, για να δείξουν στους συντρόφους τους πού περνούσανε τα χρόνια.
Ναι, ναι, ναι. Ακόμα και αυτοί οι λίγοι Έλληνες, ειδικά η νεολαία που ερχόντουσαν στη disco, έχουν φέρει τη φιλενάδα τους, τη γυναίκα τους, τον άντρα της να δούνε που ζήσαν. Ακόμα, τώρα φέτο, πριν 15 μέρες ερχόντουσαν. Ήρθε ένας και όποιος περάσει «Ρε η disco!». Δεν έχει σταματήσει αυτό. Περάσαμε ζωή καλή. Έρχομαι Ερμούπολη; Μόλις με συναντήσουν οι θαμώνες, που τώρα είναι είτε της ηλικίας μου είτε πιο μικροί, θα μου φωνάξουν για τη disco. Είχανε… την είχαν αγαπήσει πάρα πολύ, την είχαν αγαπήσει.
Και στο camping εσείς είχατε γυμνιστές; Ή ήταν μόνο στην παραλία;
Πώς δεν είχαμε; Δεν είχαμε πρόβλημα εμείς. Αφού πηγαίναμε και εμείς μαζί πίσω στον Αρμεό, πίσω στην παραλία. Και για να μας πείσουν, αφού εγώ είχα και δουλειά, δεν μπορούσα να φεύγω να πηγαίνω. Τι μας πιέζανε; Ότι «Θα ‘ρθείτε το μεσημέρι στην παραλία πίσω στους γυμνιστές, για να ‘ρθούμε εμείς το βράδυ στη disco!». Δηλαδή, αισθανόντουσαν πιο ασφάλεια.
Να υπάρχει ένας ντόπιος;
Αυτό είχα καταλάβει, ότι φοβόντουσαν και υπήρχε… για να ‘ναι πιο ασφαλισμένοι. Αφού ήμαστε πια γνωρισμένοι και όλα αυτά, ερχόντουσαν ναι. Γιατί ξέρανε ότι υπάρχουν και που και που προς την αστυνομία να τους απαγορεύουν και να κάνουν τον γυμνισμό.
Οπότε πηγαίνατε και εσείς στον Αρμεό.
Πάρα πολλές φορές είχα πάει, ναι. Πάρα πολλές φορές είχα πάει.
Εσείς πώς και ήσασταν έτσι – σας το ‘χα ρωτήσει και την προηγούμενη φορά αυτό...
Ναι.
Πώς και ήσασταν έτσι τόσο-
Άνετη.
Ανοιχτή;
Ανοιχτή.
Και άνετη;
Γιατί ήταν και ο σύζυγος ανοιχτός. Εγώ και από παιδί, μια φορά μου λένε: «Ήσουνα άτακτη». Λέω: «Ήμουνα από παιδί άτακτη». Το θεώρησα έτσι «άτακτη» μέχρι τώρα. Ήμουνα πολύ ανοιχτή και ο σύζυγος και έτσι ταιριάξαμε σαν ζευγάρι και όπου έλεγε ο ένας, ήτανε και ο άλλος, ακολουθούσε. Δεν είχαμε: «Γιατί μίλησες στον έναν νεαρό;». «Γιατί μίλησες εσύ στη γυναίκα αυτή;» Ήμαστε πιο ανοιχτοί σε χαρακτήρα και ταιριάξαμε. Και γι’ αυτό, όπου πηγαίναμε, εκείνος δεν ερχόντανε: «Πήγαινε όπου θέλεις, δεν έχω πρόβλημα». Πηγαίναμε και μαζί, αλλά, θέλω να πω, ήμαστε πιο εξελιγμένοι ή δεν ξέρω… από παιδί. Παρότι που μεγάλωσα σε παππού και γιαγιά και θείους, είχαμε ζήσει.
Γιατί, φαντάζομαι, και από αυτά που μου έχετε πει μέχρι στιγμής, ότι στο Γαλησσά οι υπόλοιποι Γαλησσιανοί, ας τους πούμε έτσι-
Ναι.
Που παραμένει ο Γαλησσάς, ένα μικρό χωριό, έτσι;
Ναι, ένα μικρό χωριό. Μην κοιτάς τώρα που είναι τόσα σπίτια. Ό,τι είναι η πεδιάδα του –πώς να το πω;– δεν υπήρχε σπίτι. Ήταν όλα μετά χτισμένα. Άλλοι Γαλησσιανοί μπορεί να μην τους άρεσε. Τώρα, δεν τους άρεσε από θέμα, επειδή γυμνό, σαν ηθικής; Από θέμα ζήλιας; Δεν ξέρω. Απέναντι προς το βουνό –είναι τώρα δύο σπίτια– ήταν ένας παππούς με τη γιαγιά, του άρεσε πάρα πολύ και πηγαίνανε οι υπόλοιποι Γαλησσιανοί: «Μπάρμπα Αντώνη, μα δεν σε ενοχλούν η μουσική, δεν σε ενοχλεί;» Γιατί πηγαίνανε και πηγαίνανε στην αστυνομία… ότι να κλείσουμε τη μουσική. «Όχι, δεν με ενοχλεί καθόλου, κάθομαι στην αυλή μου και ακούω την μουσική, αναπνέω τις μυρωδιές που βγαίνει μέσα από το camping –ξέρεις, οι κοπέλες βάζανε αρώματα και τέτοια, είναι, ειδικά οι Γαλλίδες που έχουν τα δυνατά αρώματα– και έρχεται στο σπίτι μου και εγώ τ’ απολαμβάνω». Σε κάποια… στην πορεία, ας πούμε, στα χρόνια το ξαναλέγανε. Για να τον έχουν ως μάρτυρα ότι τον ενοχλεί. Ο άλλος δίπλα ήταν ο αδερφός μου, είχε παντρευτεί και ήταν εκεί, δεν μιλούσανε. Πηγαίνανε πάλι: «Μπάρμπα Αντώνη, δεν σε ενοχλούνε;» «Τώρα, παιδιά, δεν ακούω»! Αλλά του άρεσε. Κάθε βράδυ, κάθε μέρα, κάθε απόγευμα, τον είχα με τη γυναίκα του στην αυλή, στην καφετέρια, να περνάει. Και μου έλεγε: «Μα, μήπως ενοχλώ;», «Όχι Θεία, γιατί» της λέω «σε έχω σαν δεύτερη μαμά μου». Μας αρέσαν, μου άρεσαν, ήτανε καλοί άνθρωποι και ήθελα να έρχονται και ερχόντουσαν κάθε καλοκαίρι. Όταν έκανε [01:00:00]τη βάφτιση ο γιος μου, το πρώτο παιδί, την κάλεσα. Και μου λέει: «Ρε μαμά, μήπως τους κακοφανεί ότι τους καλάς;». Έρχεται –καλοκαίρι– έρχεται με ένα κουστούμι, το καπέλο, εκείνη πολύ καλά, τσάντα. Δηλαδή, όπως πηγαίναν σ’ ένα γάμο, σ’ ένα αυτό. Τους ευχαρίστησε και βάζει και το δώρο στην τσέπη το παιδί, δηλαδή, τόσο πολύ. Δηλαδή, εάν δεν την καλούσα, θα της κακοφαινόντανε. Και στο δεύτερο παιδί, το ίδιο. Ήτανε πάρα πολύ... Κάθε μέρα που ερχόντανε, τι νομίζεις ότι μπορεί να αυτό; Από ευχαρίστηση. Είχε καραμέλες στο σπίτι; Να φέρει μια καραμέλα στην τσέπη και να μου την εδώσει. Ήτανε η καραμέλα; Να μου φέρει… Είχε ροδιές, να μου φέρει ένα ρόδι. Ήθελε να ‘ρθει κάθε μέρα, να περάσει εκεί την ημέρα της, το απογευματάκι της.
Η γυναίκα του Μπάρμπα Αντώνη, λέτε τώρα;
Nαι, ναι, ναι. Και οι δυο. Τον λένε Αντώνη και Φραγκίσκα Βουτσίνου ή Κατεγιώρη. Γιατί μπορεί να τ’ ακούσουν τα παιδιά, να ακούσουνε πόσο… Αν και τα ‘χω πει και στα παιδιά τους και τους έλεγα ότι είναι η δεύτερή μου μάνα, αλλά το λέω το όνομα όλο, για να καταλάβει για ποιον λέω.
Οπότε, ουσιαστικά, τότε υπήρχε μια μερίδα των Γαλησσιανών που ευχαριστιόντουσαν την κατάσταση-
Ναι, ναι.-
Και μια μερίδα, που είναι φυσιολογικό, ίσως ήταν έτσι ο τρόπος σκέψης, ήταν πιο-
Τώρα, οι σκέψεις τους δεν μπορώ να τις κάνω. Μπορεί είτε επειδή δεν μπορούσανε να κάνουν κάτι τέτοιο είτε… και δεν ξέρω. Ένας θείος του Γιάννη, του άρεσε πάρα πολύ, ερχόντουσαν πολύ εδώ πέρα, εκεί, και με τα παιδιά του, με όλο. Ήτανε … διαφορετικά. Αλλά και η μουσική, να μη λέμε ότι ήτανε παράλογοι και ορισμένοι Γαλησσιανοί. Αφού ακουγόντανε στον Σταυρό εκεί επάνω, η μουσική! Τι να κάνουνε; Κάθε μέρα, κάθε μέρα, τόσους μήνες. Τι να κάνουν κι αυτοί; Αλλά τους καθησύχαζε. Είχα μία κοπέλα: «Βρε Γιάννη, δε θα σταματήσεις τη μουσική;». «Έγνοια σου Άννα, εγώ θα σε τακτοποιήσω». Δεν μίλαγε η καημένη. Δηλαδή, όλους τους καθησύχαζε. Μπορούσε, είχε τον τρόπο του και τους καθησύχαζε. Άλλους ναι, άλλους όχι. Εντάξει, περάσαμε καλά. Δηλαδή, μας έχουν μείνει στη μνήμη, στο μυαλό μας, κάθε μέρα δεν περνάει που να μην πούμε για όλη αυτή την κατάσταση που ζήσαμε. Περάσαμε πάρα-πάρα πολύ ωραία. Είχε στο μυαλό, σαν να είναι εκείνη η στιγμή, από τότε που έχουν περάσει πόσα χρόνια; 40 χρόνια, ξέρω ‘γω, πόσα έχουν περάσει;
Τώρα, που είμαστε στο 2021 και κάνουμε αυτή την κουβέντα και που τώρα, έτσι που μου λέτε όλες αυτές τις ιστορίες, έχετε πάει λίγο με το μυαλό σας πίσω-
Είμαι πάντα, το μυαλό μου πάντα έρχεται πίσω. Και τώρα ακόμη, το ευχαριστήθηκα πιο πολύ, γιατί μπορεί να ακούσουν κάποια άτομα και να πούνε: «Τι ήτανε η ζωή του Γαλησσά τότε και πώς είναι τώρα» γιατί τώρα είναι νεκρωμένη, είναι πεθαμένη –εγώ θα την πω– η ζωή του Γαλησσά. Ενώ ξεκίνησε με μια ωραία ζωή, με μια… πώς να το πω; Δηλαδή, ο κόσμος αισθάνθηκε τη ζωή ότι πρέπει να αναπτυχθεί ο Γαλησσάς, βοηθήσανε, αλλά δεν έπρεπε να το αφήσουν να πεθάνει. Έπρεπε να μείνει η ζωή όπως ήτανε. Εγώ τη βλέπω τη ζωή, νομίζω τώρα πως είμαι ακόμα στην εποχή εκείνη. Δεν αισθάνομαι… Όταν καθίσω και σκεφτώ τα χρόνια μου, θα πω: «Αχ μεγάλωσα». Αλλά όμως, θέλω και τα παιδιά μου προσπαθώ να τα αυτό, τους αρέσει και μ’ αρέσει να φέρνουν στη μνήμη τους. Ειδικά και ο Γιώργος, και τα δυο μου παιδιά, φέρνουν τις μνήμες που είχαμε περάσει εκεί, τότε.
Τι είναι αυτό που σας λείπει περισσότερο από εκείνη την εποχή;
Δηλαδή, τη ζωή του camping; Γενικώς, γενικώς όλα αυτά που είπα, μου λείπουνε. Όλα αυτά που είπα, που περάσαμε, μου λείπουνε. Και σκέπτομαι ότι δεν ξέρω αν τα παιδιά μου, τα εγγόνια μου –τα εγγόνια μου που έρχονται από τη Δανία, μόνο φέτο δεν ήρθανε, λόγω που δεν τους άφησαν να ‘ρθούνε– αλλά τους αρέσει πάρα πολύ και τα εγγόνια μου ο Γαλησσάς. Η κοπέλα του Γιώργου, τη γνώρισε εδώ. Είχαμε φέρει και ελικόπτερο μαζί με την κοπέλα του και βγάλαμε φωτογραφίες το camping, για να κάνουμε διαφημίσεις. Κάθε χρόνο κάναμε διαφημίσεις. Με τα τότε λεφτά, ένα εκατομμύριο δεν μας έφτανε για τις διαφημίσεις στα ξένα κράτη και στις εκθέσεις. Δεν είναι απλά μόνο ότι μπορεί να ερχόντουσαν. Κάναμε και εμείς κάποια έξοδα. Κάναμε… πήγαινε ο Γιώργος σε… Ξοδεύαμε. Τι άλλο να πω;
Οπότε, μέσα στη μέρα σας αυτή που ζούσατε εκεί πέρα, μέρα και βράδυ, έτσι;
Ναι.
Δεν υπήρχε μια αγαπημένη στιγμή της ημέρας ή της νύχτας που εσείς ανυπομονούσατε να ‘ρθει εκείνη η στιγμή, γιατί το απολαμβάνατε πολύ;
Το απολάμβανα, αλλά ήτανε καθημερινά το ίδιο πράγμα. Το ίδιο πράγμα. Η ζωή συνεχιζόταν έτσι όλο το καλοκαίρι.
Εσείς πώς μιλούσατε με τους τουρίστες; Στα αγγλικά;
Όλες τις γλώσσες. Ο σύζυγος έβγαινε και τα έγραφε. Αν και ο σύζυγος, με τους Ιταλούς και τους Γερμανούς που είχαν έρθει, ήξερε και γερμανικά λίγα και ιταλικά λίγα. Και όταν ήρθανε, ξεκίνησε και δούλευε το μυαλό του. Κατάλαβες; Είχε… διαφορετική. Οι Αμερικάνοι που ήρθανε, ο παπάς που μας είχε φέρει τα παιδιά, άρχιζε και εξοικειωνότανε. Είχαμε μια εξαδέρφη, η πεθερά μου, ένα θείο και ήτανε στην Αμερική. Και η κόρη του ήρθε να γνωρίσει αυτό και είχαν έρθει και οι τρεις κόρες. Κι ένα γιο είχε. Ο γιος δεν είχε έρθει ποτέ, οι κόρες είχαν έρθει. Μας έφερνε μικρά γκρουπάκια από την Αμερική. Εγώ τους φιλοξενούσα στο σπίτι και πριν το camping. Να φάνε, να πιουν και τα ευχαριστιόντουσαν. Είχαμε πολύ… έτσι αλλαγή. Και αυτά μας αρέσαν και μακάρι, δεν ξέρω αν ο κόσμος τι πρέπει να γίνει, για να επανέλθει ο Γαλησσάς. Θέλω να επανέλθει. Γιατί μετά να αναπτυχθεί, ας πούμε, όλα τα άλλα χωριά, η Ερμούπολη και να μείνει πίσω ο Γαλησσάς… Αυτό είναι μόνο το παράπονό μου. Πιστεύω… Από τι ξεκίνησε; Δεν ξέρω. Ίσα-ίσα μπορούσε… Δεν τους βλέπανε πολλές φορές και το λιμεναρχείο… Βασικά, δεν ήθελα να το πω, γιατί μου είπε ο Γιώργος να μην το πω, αλλά και η αστυνομία τους έδιωχναν, δεν τους... η συμπεριφορά τους στα λιμεναρχεία δεν ήταν τόσο καλή.
Εννοείτε, των τουριστών;
Ναι και στους τουρίστες και στα τροχόσπιτα. Δεν τους έβλεπαν με ωραίο μάτι, δε θέλανε να τους εξυπηρετήσουν. Δεν είχανε τόσο καλή συμπεριφορά.
Εννοείτε, οι ντόπιοι απέναντι στους-
Ξένους.
Στους ξένους.
Ναι.
Μήπως επειδή είχανε στιγματιστεί ότι «Είναι αυτοί που κάνουν camping», ας πούμε;
Ναι, καλά, δεν τους άρεσε τώρα, στην αρχή ειδικά και στο Γαλησσά-
Γιατί την ίδια ιστορία την έχουμε ακούσει και στην Κρήτη, στα Μάταλα, και στην Ίο. Δηλαδή, αντίστοιχες συμπεριφορές.
Καλά, τα Μάταλα δεν ήταν και τόσο. Έχει πάει και στα Μάταλα ο Γιώργος. Δεν ήταν και κανένα… Έχει ακουστεί τόσο πολύ «τα Μάταλα» και «τα Μάταλα» αλλά δεν είχε αξιοποιηθεί. Όταν πήγε, ήταν μόνο ένα ξενοδοχείο μικρό, που ήτανε το ξενοδοχείο εδώ, ο Βουτσίνος, που αυτό είναι και ξάδερφος, αλλά δεν είχε τίποτα το ιδιαίτερο, παρότι που είχε τέτοια φήμη τα Μάταλα κι αλλού. Αλλά στην αρχή δεν τα βλέπανε τόσο καλά. Αλλά έπρεπε τη στιγμή που είχαμε τόσο εξέλιξη, δεν έπρεπε να σταματήσει. Δεν ξέρω τι, από πού προέρχεται. Από τους πράκτορες, πήγανε σε άλλα κράτη; Πήγανε σε άλλα μέρη; Ίσως και να φταίει και αυτό. Εγώ, τα γκρουπ τα σταματήσαμε πια, που δεν μπορούσαμε να βοηθήσουμε και οι καταστάσεις. Οι δικές μας, όχι ότι… Ενώ τα γκρουπ ερχόντουσαν κάθε χρόνο για πολλά χρόνια.
Οπότε, σιγά-σιγά, άρχισε να λιγοστεύει ο κόσμος;
Ναι.
Και αποφασίσατε να το κλείσετε;
Ναι. Γιατί ταυτόχρονα, μετά άνοιξε και το άλλο camping, το «Δυο Καρδιές» μετά από εμάς, αλλά αφού είδαμε και λιγόστευε ο κόσμος, έκλεισε εκείνος και αφού έκλεισε εκείνος, κλείσαμε και εμείς. Είχε πολύ λίγο κόσμο. Δεν άξιζε. Γιατί το θέμα ήτανε όχι ότι γιατί είχες μόνο λίγο κόσμο, ήτανε και φορολογικά. Δηλαδή, σε έκανε σε ένα σημείο ότι του έλεγες: «Δεν έχω κόσμο» σου λέει: «Για να είσαι ανοιχτός, έχεις και εισόδημα καλό». Ενώ εμείς δεν το βλέπαμε έτσι. Βλέπαμε ότι πρέπει να τους κρατήσομε. Κι έτσι, αναγκαστήκαμε να κλείσουμε βιβλία και όλα αυτά, από αυτή την άποψη. Οι δε πλημμύρες; Μας κάναν τεράστιες ζημιές, τεράστιες ζημιές πάθαμε. Πολύ τεράστιες. Αλλά δεν μας βοήθησε και κανένας.... Μια απογραφή έγινε από κάποιους, τις υπηρεσίες, για να δώσουν απολογισμό και να κάνουν κάποιο βοήθημα. Ήρθαν μετά από 6 μήνες, 7, την τότε πλημμύρα. Τι να το κάνεις; Μετά κόπου και βασάνους μας βγάλανε κάπου 400… δραχμές ήτανε; Ευρώ; Δε θυμάμαι. Και το αποτέλεσμα, Φ.Π.Α. για το ένα, Φ.Π.Α. [01:10:00]άλλο, καθαρίσαμε 170 δραχμές. Δηλαδή, δεν είχαμε βοήθειες από πουθενά. Όλα τα έξοδα ήτανε εις βάρος εμάς. Εντάξει, εμείς οικονομούσαμε, αλλά δεν είχαμε και βοήθειες από πουθενά.
Τώρα, άμα-
Όχι, και θέλω να το ακούσουνε και η εταιρεία αυτή, γιατί μπορεί κάποιοι να λένε ότι βοηθήσανε. Και πρέπει να το ξέρουν ότι δεν βοηθάνε καθόλου τον κόσμο. Πολύ λίγοι μπορεί να τους βοηθάνε, αλλά προσωπικά σε εμάς δε μας βοήθησε καμιά υπηρεσία. Είναι και ένα… ένας λόγος και αυτό.
Που κλείσατε, εννοείτε.
Δεν είχε πια κόσμο και δεν μας εσύμφερε να καθόμαστε για 10 άτομα και να σε φορολογάει και να κάνει και αυτό. Δεν άξιζε. Ωστόσο, γινήκαν τα δωμάτια, γινήκαν τα ξενοδοχεία και ο κόσμος αυξήθηκε.
Σήμερα, άμα περάσει κανείς εκεί από το δρόμο -όπως πέρασα κι εγώ, καλή ώρα, όταν σας βρήκα- θα δει έτσι μερικά βουλημένα σπιτάκια και μία ταμπέλα που στέκει ακόμα. Και που γράφει;
«CAMPING YIANNA»!
«CAMPING YIANNA».
Και έχω και της καφετέριας. Ναι «DISCO YIANNA» γιατί τη disco τη βγάλαμε «Nέα Zωή, Nτίσκο Γιάννα». Tη «Νέα Ζωή» το αφαιρέσαμε μετά και αφήσαμε μόνο «DISCO YIANNA». Εφόσον ήτανε σε ένα σημείο όλα, τα βγάλαμε … ήτανε σε όλα. Και δε θέλω και να φύγει η ταμπέλα. Την έχουμε και στο δρόμο «CAMPING YIANNA» και εκεί. Όταν φύγω εγώ απ’ τη ζωή, ας την βγάλουνε.
Πώς αισθάνεστε όταν την βλέπετε την ταμπέλα;
Με στεναχωρεί. Με στεναχωρεί, όχι προσωπικά μόνο για εμένα, αλλά με στενοχωρεί και για τα παιδιά μου, την οικογένειά μου, αλλά και γενικώς για τον Γαλησσά, για τις οικογένειες που ζήσανε, χτίσανε μαγαζιά και τα ‘χουν κλειστά. Είχε ένα νυχτερινό μαγαζί, το «Μινόρε» ήταν κάποια… δεν ήτανε Συριανή, αναγκάστηκε και το έκλεισε από τη μουσική, γιατί την ενοχλούσε το «Μινόρε». Ήταν πολύ ωραίο και αυτό μαγαζί. Το κλείσανε. Δηλαδή, οι ντόπιοι τον εκλείσανε. Συνέχεια, «Μουσική ενοχλεί, ενοχλεί, ενοχλεί» αναγκάστηκε και το ‘κλεισε.
Θυμάστε άλλα μαγαζιά που υπήρχανε τότε, την εποχή τη δική σας;
Στην εποχή ήταν τα «Αρμυρίκια» που τώρα είναι στην παραλία, στο κέντρο της παραλίας, που είναι οι ομπρέλες. Αυτό ήτανε τα «Αρμυρίκια» που χτίστηκε αμέσως μετά από εμάς βάσει των τουριστών. Και το μαγαζί το self service που ανοίχτηκε για αυτό τον λόγο, που ήταν οι ξένοι. Ήταν τρία μαγαζιά, στην ουσία, αρχικά. Εμείς χτίσαμε το πρώτο, μετά ήτανε το self service και τα «Αρμυρίκια» αυτό. Ήταν τα πρώτα. Και μετά χτίστηκε το «Αργώ» και συνάμα, αρχίσανε και χτίζανε συνέχεια.
Το self service, ποιο εννοείτε;
Τώρα στο… είναι το «aVentoura».
Το «aVentoura».
Αυτό βγήκε με άδεια, πώς το λένε; Παράγκας, βγήκε. Και μετά το μεγάλωσε ο άνθρωπος και λειτουργεί μέχρι τώρα.
Κάποιος που μου είπατε, τι μου είχατε πει; Ένας ιερέας που έκανε πατάτες τηγανητές στη θάλασσα; Στην παραλία, σε ένα μαγαζί; Ή τα μπερδεύω τώρα;
Όχι, παπάς όχι. Όχι, αυτός ήταν ένας απλός άνθρωπος, πρέπει να ζει, τον λέγανε, το «κάρβουνο» που είχε σουβλάκια. Ο πρώτος που είχε κάνει σουβλάκια στην Ερμούπολη και μετά, πήγαινε κάθε μέρα στον Αρμεό, στους γυμνιστές και τους έφτιαχνε σουβλάκια και τα πουλούσε, ξέρω ‘γω τι έκανε, και τους κέρναγε και τρώγανε. Όσοι ήταν, για να μην έρχονται κάτω στην παραλία, πηγαίναν, εκεί. Όχι, παπάς δεν ήτανε. Ο παπάς ήταν που είχε φέρει τα-
Τους φοιτητές.
Βοήθησε και αυτόν, το self service του «aVentoura» και το χτίσανε. Το φτιάξαν να πάρει μια άλλη μορφή ο Γαλησσάς, που δεν είχε ούτε νερό να πιούνε. Αυτό ήτανε.
Και το «Green Dollars» πότε άνοιξε;
Μετά που αυτό, κάθε χρόνο, δούλευε και μετά το μεγάλωνε και έμεινε εκεί πέρα και τώρα το έχουν τα παιδιά. Εκείνος πια δεν δουλεύει. Η ιδιοκτήτρια έχει πεθάνει. Είμαστε και φίλοι και εκείνος πια μεγάλωσε, σταμάτησε και το έχει τώρα, το «Green Dollars» το έχει ο αδερφός του, με την ανιψιά του το δουλεύουνε.
Αν δεν κάνω λάθος, είναι το «Green Dollars» το μοναδικό μαγαζί το πιο παλιό που μένει ακόμα ανοιχτό και λειτουργεί;
Το «Green Dollars» ναι. Το self service ήτανε πρώτα και το «Green Dollars» μετά. Το «Green Dollars» το είχε χτίσει ένας θείος του Γιάννη. Το είχε αγοράσει ένας, τον λέγανε Αρνόπουλο, ήταν κάπου από την Άνω Μάννα, κάπου. Αλλά το αγόρασε και μετά το πούλησε. Το είχε ένας θείος δικός μας και τον βοηθάγαμε πολλές φορές, δούλευε, μετά και αυτός πήγε στην Αθήνα ο θείος μας σε αυτή… πώς το λένε; Σε πολυκατοικία που παίρνανε θυρωροί και τέτοια, ναι. Το μαγαζί του ακόμα υπάρχει, αυτός ο θείος. Το έχει η κόρη του, αλλά είναι κλειστό, στο κέντρο του χωριού.
Για να γυρίσουμε στην ταμπέλα. Μου είχατε πει ότι εσείς την είχατε ζωγραφίσει.
Ναι, ναι. Εγώ.
Σωστά;
Ναι, εγώ.
Πράσινη και λευκή, σωστά;
Ναι, ναι. Εγώ την είχα...
Από ό,τι βλέπω, τα έχουμε περάσει όλα, όσα ήθελα δηλαδή να σας ρωτήσω, να ξαναγυρίσουμε σε αυτήν την εποχή.
Ναι.
Που σας ρώτησα, τι σας έχει λείψει και μου είπατε «Όλο αυτό».
Γενικώς, γενικώς, όλα. Όλο το… Παρότι που μπορούσα να, ξέρω ‘γω, να έχω κουραστεί, να έχω δει κάποιους είτε ψιλοπαρεξηγήσεις, δεν έτυχε τίποτα το σοβαρό. Ήτανε όλα. Στο διάστημα τώρα, τον τελευταίο χρόνο, είχε έρθει ένα παλικάρι από τα Σκανδιναβικά κράτη, δε θυμάμαι, Σουηδία… Νορβηγός νομίζω ήτανε. Και είχε… έπινε πολύ και ήτανε λίγο με ναρκωτικά. Βοήθησε ο Γιώργος, ο Γιώργος είχε βοηθήσει πάρα πολύ, είχαμε βοηθήσει πολλούς και να τους πάμε στα νοσοκομεία, δεν τους αφήναμε, είχαμε γιατρό μόνιμο που ερχόντανε. Και τώρα πάλι, αυτόν δεν τον άφησε. Τον βοήθησε, οι άλλοι δεν βάζανε σημασία, γιατί πια πλέον είχε σταματήσει όλη η κίνηση του Γαλησσά. Μιλάμε τώρα για, ξέρω ‘γω, αν είναι 3 χρόνια, 4; Δε θυμάμαι. Και τον πήγε στο νοσοκομείο. Πήγε η αστυνομία εκεί πέρα, τον βλέπανε ότι ήτανε χάλια και του είπαν του Γιώργου: «Γιατί τον συνοδεύεις;» Λέει: «Πρέπει κάποιος να τον βοηθήσει». Όπως και έτσι βοηθούσαμε και πολλούς. Πάρα πολλούς είχαμε βοηθήσει είτε που μεθούσανε είτε χρειαστεί και λίγο ο γιατρός και οτιδήποτε. Και υπέγραψε στην αστυνομία, του είπανε η αστυνομία ότι «Θα υπογράψεις ότι είσαι υπεύθυνος για αυτόν». Λέει: «Βεβαίως». Του έδωσαν τα φάρμακα οι γιατροί, τον πήρε εδώ, τον έφερε στο Γαλησσά, τον βοήθησε να ταξιδέψει, να φύγει από την Ελλάδα. Πήρε μια γνωστή του, την κοπέλα του, δεν ξέρω ποιον πήρε, του έστειλε τα εισιτήρια, τον βοήθησε, ταξίδεψε, πήγε στη Νορβηγία. Νομίζω… Νορβηγία, Σουηδία… νομίζω Νορβηγία. Πάντως ήτανε απ’ τα Σκανδιναβικά κράτη. Και πήγε στην πατρίδα του και μετά τον έπαιρνε και τηλέφωνο, γιατί του έδωσε και μία αγωγή οι γιατροί και έπρεπε να την κάνει, για να σταματήσει που ήτανε άρρωστος. Και τον είχε υποχρεώσει ο Γιώργος «Θα με παίρνεις τηλέφωνο και θα σε παίρνω, για να παίρνεις τα φάρμακα» να μην ξεχνιέται. Όταν πήγε στο σπίτι του, τα είπε στη μάνα του και ευχαριστήθηκε πάρα πολύ. Μας έπαιρνε και τηλέφωνο ότι «Έφτασα και λοιπά και κάνω τη θεραπεία». Μετά σταμάτησε για λίγο. Σε δύο χρόνια, μας παίρνει η μαμά του, ίσως τον είχε πάρει και να τον ευχαριστήσει που όταν έφτασε, κάτι τέτοιο, και του λέει: «Έφυγε από τη ζωή, σε ευχαριστούμε πάρα πολύ» και είχε γράψει και μία κάρτα. Ότι «Ευχαριστώ …» ελληνικές λέξεις, αλίμονο πως ήτανε και αφότου έφυγε απ’ τη ζωή, ξεκίνησε η μάνα του και ήρθε εδώ, να γνωρίσει, να μας γνωρίσει και να περπατήσει στα σημεία που πήγε ο γιος της. Και είχε φέρει και την κάρτα του γιου της και έδωσε και στον Γιώργο ένα φάκελο εκεί με κάτι χρήματα, λίγα, ασήμαντα. Τέλος πάντων, ήτανε η χειρονομία που έκανε η μάνα. Τον ευχαρίστησε τον Γιώργο και την πήγε, τέλος πάντων, κάθισε λίγες μέρες και μετά έφυγε. Δηλαδή, αισθάνθηκε ότι το παιδί της δεν έμεινε αβοήθητο και μπόρεσε και πήγε πίσω στην πατρίδα του, έζησε όσο έζησε και μετά, αφότου μετά από δύο χρόνια, πέθανε. Καλά, αυτό δεν είναι [01:20:00]ότι δεν τον βοηθήσανε, αλλά ήτανε σημαντικό, ας πούμε, για εκείνη και ευχαρίστησε τον Γιώργο, ιδιαιτέρως. Εγώ δεν -
Οπότε, ήρθε και σας είπε: «Θέλω να με πάτε εκεί που περπάτησε ο γιος μου».
Ναι, και την πήγανε τα παιδιά μου, την γυρίσανε, ναι. Αυτά. Τι άλλο;
Οπότε, για να-
Δηλαδή, ήτανε σημαντικό αυτό για εμάς στο τέλος.
Ναι, αντιλαμβάνομαι ότι έχει δημιουργηθεί μία πολύ σημαντική σχέση ανάμεσα σε σας και στους ανθρώπους που έχουν έρθει.
Ναι, που έχουν έρθει. Γιατί είχαμε πάρα πολλή αλληλογραφία μας έστελναν εδώ πέρα. Φωτογραφίες την ώρα που έφευγαν, τα γκρουπ, όταν έφευγαν, όταν ερχόντουσαν. Ο κάθε ένας, το κάθε τροχόσπιτο, ήτανε κρασάς; Να αφήσει από ένα μπουκάλι σαμπάνια, να φέρει κρασί, γαλλικό. Την τελευταία μέρα, η μία, το ένα τροχόσπιτο πήγε και αγόρασε μία ανθοδέσμη και την ώρα, έξω απ’ το πλοίο, να μου την προσφέρει. Δηλαδή, είχαμε πολλή επαφή με πολλούς από τα… απ’ τον κόσμο που έχουν έρθει. Πέρασα πάρα πολύ καλά. Έτυχε ένας Ιταλός, δεν ξέρω, μας ερχόντουσαν πολλές φορές λεφτά, που δεν ξέραμε από πού είναι. Ότι: «Έφυγα, δεν πλήρωσα και σας στέλνω τα χρήματα». Πηγαίναμε στην τράπεζα και παίρναμε χρήματα απ’ τα παιδιά που έφυγαν και δεν είχανε πληρώσει. Σε τέτοιο σημείο. Από αλληλογραφία, άσε, μην συζητάμε.
Αυτό που μου έχει κάνει εντύπωση και το κρατάω εγώ πολύ έντονα σαν εικόνα στο μυαλό μου… είναι που πηγαίνατε στον Αρμεό και κάνατε γυμνισμό μαζί τους.
Ναι.
Και που παίρνατε τα παιδιά μετά τις 02:00 το βράδυ στην παραλία-
Το πιο σημαντικό, δηλαδή.
Με την κιθαρίτσα… Όχι το πιο σημαντικό-
Όχι, είναι σημαντικό για εμάς, δηλαδή πόσο επαφή είχαμε με τους ξένους. Είχαμε πάρα πολλή επαφή. Μία χρονιά που έπιασε… έβγαλε η θάλασσα ψάρια. Όχι μεγάλα. Φαίνεται ήτανε καμιά… αυτή που έβγαιναν πολλά ψάρια απέξω, μικρά. Όχι μεγάλα.
Ζωντανά.
Ζωντανά. Βγήκανε, σπαρταρούσανε. Και όσοι ήτανε ξένοι εκεί πέρα του camping, μαζεύανε, έρχονται και μας φωνάζουνε, έρχεται μια εξαδέλφη που την εφιλοξενούσαμε απ’ τη Θεσσαλονίκη και λέει «Ψάρια, ελάτε να μαζέψουμε». Μαζέψαμε πολλές τσάντες, πάρα πολλές τσάντες. Και οι ξένοι… πολλοί Γερμανοί τις βάλανε στην κατάψυξη, για να το πάρουνε μαζί τους. Οι δε άλλοι, καθόμαστε εκείνη τη βραδιά να τα καθαρίζουμε, άλλοι να καθαρίζουνε, άλλοι να τηγανίζουνε, άλλοι να ετοιμάζουν το τραπέζι. Καθόντουσαν και το διασκεδάσανε. Σε πολλά πράγματα είχανε διασκεδάσει και μέσα και στο camping είχανε διασκεδάσει πολύ. Άναβαν φωτιές και διασκέδαζαν. Και είχαμε και ένα γκρουπάκι, Συριανοί, ήτανε διευθυντής στην Αγροτική Τράπεζα και ερχόντουσαν από Αθήνα και θέλανε να περάσουν, τους είχανε καλέσει; Δεν ξέρω. Να περάσουν καλοκαίρι και ήρθανε στο camping. Κρατήσανε ένα τετράγωνο και λέει, μας λένε ότι: «Γιατί να πηγαίνομε στο Γαλησσά να κάνομε μπάνιο και να θέλω στο σπίτι όλη αυτή η διαδικασία;» Είχαν έρθει κατασκηνώσανε, δε θυμάμαι πόσες μέρες, 15; Και ερχόντουσαν. Τα παιδιά τα δε, είχανε τα ποδήλατά τους, ήταν στο βάθος για να μην ενοχλούν κανένα, σηκωνόντουσαν το πρωί, κάνανε το φαγητό, ετοιμάζανε, πηγαίνανε για μπάνιο, μετά γύρναγαν, τρώγανε. Τα παιδιά ερχόντουσαν, για να μην περπατάνε, ερχόντουσαν απ’ το βάθος έως έξω στο μίνι μάρκετ να ψωνίσουν και να ξαναγυρίσουνε. Και μετά, το είχε οργανώσει αυτός και κάθε Σαββατοκύριακο, από Παρασκευή έως και Δευτέρα πρωί που θα πήγαινε στη δουλειά, ερχόταν στο camping. Μετά αρχίσανε οι Έλληνες και το αγαπήσανε.
Την προηγούμενη φορά, μου είχατε πει για κάτι πολύ γνωστά ονόματα, ξένοι, που είχαν έρθει. Θέλετε να μου πείτε κάποιο όνομα ή όχι;
Για Έλληνες;
Για ξένους.
Ξένοι. Θα δυσκολευτώ να τα πω, γιατί δεν ξέρω τι μπορούσε να είναι αυτά τα παιδιά και για ποιον τρόπο ερχόντουσαν και κάνανε διακοπές.
Επειδή μου είπατε για κάποια ονόματα ξένα, του εξωτερικού, πολύ γνωστά συγκροτήματα ή τραγουδιστές που είχανε έρθει στο camping.
Τραγουδιστές; Είχαμε τις Boney M., είχαμε Pink Floyd, είχαμε πολλά τέτοια.
Όχι, εννοώ, που ήρθανε στο camping.
Ναι.
Που μου είπατε την τελευταία φορά, που είχανε έρθει εδώ.
Τελευταία φόρα, ναι, ήρθανε. Και στην αρχή δεν μας λέγανε και ποιοι ήτανε. Ήρθανε, διασκεδάσανε και στο τέλος το είπανε στο σύζυγο ότι «Είμαι ο τάδες».
Αυτό σας ρωτάω. Θέλετε να μου πείτε ποιοι ήταν αυτοί ή δε θέλετε;
Όχι, δε θα πω, γιατί δεν ξέρω το πώς μπορεί να δημιουργηθεί. Μπορεί να ‘χουν πεθάνει κιόλας, δεν το ξέρω, γιατί είναι πριν τόσα χρόνια. Αλλά ας μείνει εκεί.
Εντάξει. Αν κάποιος ακούσει την συνέντευξη και θέλει να μάθει ποια είναι αυτά τα ξένα συγκροτήματα που είχαν έρθει εδώ, θα έρθει να σας βρει!
Άμα είναι απ’ αυτούς, ναι. Μπορεί να το θελήσουνε και να πει. Γιατί συνεργαζόντουσαν όλοι αυτοί οι μπάντες και όλα αυτά, πολλά. Ερχόντουσαν και από την Αθήνα, είχαν έρθει πολλά… Έλληνες και παίξανε εδώ πέρα. Πάντως είχαμε μια ιστορία πολύ ωραία και σίγουρα θα ‘χω ξεχάσει και κάτι να πω, αλλά …
Δεν έχει σημασία.
Ναι. Με λίγα λόγια, ήταν πάρα πολύ ωραία αυτή η εποχή, γιατί ο Γαλησσάς ήτανε ένα νεκρωμένο χωριό, δεν είχε τίποτα και ξεκίνησαν με αυτά.
Για να κλείσουμε λοιπόν, τη συνέντευξή σας, αρχικά να σας ευχαριστήσω που γυρίσαμε πίσω το χρόνο λίγο.
Ναι.
Και μοιραστήκατε μαζί μου μία εποχή πολύ σημαντική, έτσι όπως τις βλέπω εγώ δηλαδή.
Ε, ναι σίγουρα και θα σου μείνουνε αυτά στη μνήμη σου, γιατί θα ρωτήσεις και μπορεί να τα ζωγραφίσεις λίγο στο μυαλό σου, όπως και εγώ τώρα το θυμάμαι και μπορεί να πω: «Αυτό δεν το είπα». Έρχονται πίσω. Αν και σου ξαναείπα προηγουμένως ότι δεν έχουν ξεχαστεί. Τα έχομε στο μυαλό μας, πάντα θα πούμε κάτι για όλα αυτά. Αλλά τώρα, ακόμα μου αρέσουν πάρα πολύ που ήρθαμε και μακάρι, η καινούργια η γενεά να προσπαθήσει, δεν ξέρω στο ίδιο στυλ; Σε άλλο; Τι μπορεί να γίνει. Και αν κάποιος και το Ίδρυμα ακόμα, να θέλει κάτι να βοηθήσουμε, θα είμαστε πολύ πρόθυμοι. Και ειδικά ο Γιώργος, που ασχολείται με πολλά, θα το ευχαριστηθεί να μιλήσει μαζί τους. Δεν μου το είπε αυτό να το πω, αλλά εγώ το λέω, γιατί ξέρω ότι θα δεχτεί πάρα πολύ καλά.
Για το Ίδρυμα του Σταύρου Νιάρχου, εννοείτε.
Με το Ίδρυμα Σταύρου Νιάρχου, ναι. Γιατί έχω ακούσει τόσα πολλά, ξέρω ότι είναι πολύ μεγάλο Ίδρυμα, το ξέρει και ο Γιώργος και αν κάτι που θέλουν να ρωτήσουνε, με χαρά μας θα το δεχτούμε. Και μακάρι να θέλουν να συναντηθούμε, γιατί με πολλά έχουμε ασχοληθεί, ναι.
Οπότε, σε 5 χρόνια, σε 10 χρόνια, σε 50, κάποιος μπορεί να ακούσει τη συνέντευξή σας-
Σίγουρα, σίγουρα.
Τι θα θέλατε να πείτε τώρα για να κλείσετε αυτή τη συνέντευξη και θα θέλατε να αφήσετε; Έτσι, σαν επίλογο.
Σε αυτό δεν έχω προετοιμαστεί, αλλά θα ήθελα πάλι να επανέλθουνε και να ακούσουν αυτά και να μπορέσουνε πάλι να το ξαναφτιάξουν αυτό που έχουμε ζήσει εμείς. Το θέλω πολύ.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ, κυρία Ελπίδα.
Και εγώ σας ευχαριστώ, ευχαριστώ και το Ίδρυμα που ήρθατε, ιδιαίτερα στο Ίδρυμα, γιατί εκεινών ήταν η σκέψη να το αποφασίσουν να το κάνουνε. Και αυτό μου έδωσε μεγάλη χαρά, γιατί κατάλαβα ότι έχει προχωρήσει το θέμα τουρισμού για τον Γαλησσά και αυτό με έχει ευχαριστήσει πάρα πολύ. Ότι… πώς να το πω; Αυτή η ομορφιά που περάσαμε, θα επανέλθει σε πολλά άτομα. Και πολλά άτομα που θα τα ακούσουνε, που έχουν περάσει, θα τους ευχαριστήσει. Γιατί υπάρχουν παιδιά που μου λένε: «Αυτή η ‘YIANNA’ πότε θα την ξανανοίξετε; Πάμε να την ανοίξουμε!» περνάνε και φωνάζουνε. Δεν είναι μόνο εσένα που έδωσε το μυαλό. Και σε άλλους. Μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην πέρασε και να έχει ευχαριστηθεί. Έτσι πιστεύω.
Και δεν είπαμε το «YIANNA» από πού προήλθε.
Το «YIANNA» προήλθε … Ιωάννα λεγόταν η κόρη μου και αυτό σκεφτήκαμε, γιατί ήτανε τα δυο αγόρια, τα δυο ξαδέρφια, Γιώργιδοι, και δεν ταίριαζε να το πούμε «Γιώργος» ή τον ένα ή τον άλλο. Ο άλλος ήτανε Ραφαήλ και έτσι, το βγάλαμε «Γιάννα» που ήταν η πεθερά μου, Ιωάννα, η κόρη μου και η εγγονή μου τώρα, του Γιώργου. Το βγάλαμε «Γιάννα» από τότε. «Ιωάννα» τη φωνάζανε, τώρα με αυτό από τότε, τη φωνάζουνε «YIANNA».
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ, κυρία Ελπίδα, για τον χρόνο σας.
Κι εγώ. Και πάλι σε ευχαριστώ και δεν πρέπει να χάσουμε την επικοινωνία. Θα πρέπει πάλι, σε κάτι που μπορώ να βοηθήσω, [01:30:00]είσαι ευπρόσδεκτη.
Να ‘στε καλά.
Και γιατί μπορεί και ο Γιώργος έχει πάρα πολλά να πει και για διάφορα άλλα πράγματα και αν κάτι που… Θα πρέπει να μιλήσεις κάποτε, γιατί το ήθελε ο Γιώργος να ‘ρθει, μη νομίζεις.
Πρέπει να είμαστε οι δυο μας. Για να μου πείτε εσείς, τη δική σας ιστορία.
Ναι, αλλά είδες και πόσα σου είπε όταν ήμαστε μαζί. Οπότε, σε κάτι που μπορείς να συναντηθείτε, πιστεύω, θα το δεχτεί να συναντηθείτε να πει και κάποια πράγματα δικά του. Σίγουρα.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.
Και πάλι κι εγώ σε ευχαριστώ και δε θα χαθούμε!
Φωτογραφίες

CAMPING «YIANNA» 35
Στην κουζίνα του Camping «YIANNA».

ΓΑΜΟΣ ΣΤΟ ΓΑΛΗΣΣΑ
Φωτογραφία από τον πρώτο γάμο που έγινε στ ...

ΛΙΜΑΝΙ 2
Στο λιμάνι της Ερμούπολης.

ΛΙΜΑΝΙ 3
Στο λιμάνι της Ερμούπολης.

ΛΙΜΑΝΙ 4
Στο λιμάνι της Ερμούπολης, μπροστά από το ...

ΛΙΜΑΝΙ 5
Στο λιμάνι της Ερμούπολης, μπροστά από το ...

CAMPING «YIANNA» 36
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA». Χώρος ...

DISCO «YIANNA» 24
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA». «1987».

DISCO «YIANNA» 25
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA». «1988».

DISCO «YIANNA» 26
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

CAMPING «YIANNA»
Η αφηγήτρια μέσα στη πρώτη σκηνή που στήθη ...

DISCO «YIANNA» 27
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA». Η θέση τ ...

DISCO «YIANNA» 28
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA». Η θέση τ ...

DISCO «YIANNA» 29
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA». Η θέση τ ...

DISCO «YIANNA» 30
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 31
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 32
Εξωτερικός χώρος της Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 33
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA». Η θέση τ ...

DISCO «YIANNA» 34
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 35
Εξωτερικός χώρος της Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 36
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA». Η θέση τ ...

ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΑΛΗΣΣΑΣ
Η παραλία του Γαλησσά, της Σύρου.

DISCO «YIANNA» 37
Εξωτερικός χώρος της Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 38
Εξωτερικός χώρος της Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 39
Εξωτερικός χώρος της Disco και του Camping ...

DISCO «YIANNA» 40
Εξωτερικός χώρος της Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 41
Η πίστα της Disco «YIANNA» από ψηλά.

DISCO «YIANNA» 42
Γαϊδουράκι στη πίστα της Disco «YIANNA».

CAMPING «YIANNA» 37
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA».

CAMPING «YIANNA» 38
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA». Χώρος ...

CAMPING «YIANNA» 39
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA». Χώρος ...

CAMPING «YIANNA» 40
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA». Χώρος ...

ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΑΛΗΣΣΑΣ 2
Η παραλία του Γαλησσά, της Σύρου.

CAMPING «YIANNA» 41
Ψησίματα στον προαύλιο χώρο του Camping «Y ...

ΛΙΜΑΝΙ 6
Γκρουπ Γάλλων, που ερχόταν παλιά στο Campi ...

ΒΙΝΥΛΙΑ
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 2
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 3
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 4
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 5
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 6
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 7
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΑΛΗΣΣΑΣ 3
Η παραλία του Γαλησσά, της Σύρου, κάποτε. ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 8
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 9
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 10
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 11
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 12
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 13
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 14
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 15
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΒΙΝΥΛΙΑ 16
Οι εναπομείναντες δίσκοι μουσικής 33-στροφ ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΑΛΗΣΣΑΣ 4
Η παραλία του Γαλησσά, της Σύρου, κάποτε. ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 2
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 3
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 4
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 5
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 6
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 7
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 8
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 9
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 10
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 11
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΑΛΗΣΣΑΣ 5
Η παραλία του Γαλησσά, της Σύρου, κάποτε. ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 12
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 13
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 14
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 15
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 16
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 17
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

ΜΠΛΟΚ ΜΕ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 18
Το μπλοκ που είχε φτιάξει η Εγγλέζα με τα ...

CAMPING «YIANNA» 43
Η πόρτα της ρεσεψιόν του Camping «YIANNA» ...

CAMPING «YIANNA» 44
Η πόρτα της ρεσεψιόν του Camping «YIANNA» ...

CAMPING «YIANNA» 45
Η ταμπέλα της καφετέριας του Camping «YIAN ...

ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΑΛΗΣΣΑΣ 6
Η παραλία του Γαλησσά, της Σύρου, κάποτε. ...

ΑΦΙΣΑ
Η επετειακή αφίσα της Disco «YIANNA» για τ ...

ΠΙΣΤΑ ΤΗΣ DISCO «YIANNA»
Η πίστα της Disco «YIANNA» σήμερα. Φαίνετα ...

ΤΑΜΠΕΛΑ
Ο εξωτερικός χώρος της Disco «YIANNA» σήμερα.

ΤΑΜΠΕΛΑ 2
Η λευκή και πράσινη ταμπέλα «CAMPING YIANN ...

ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΑΛΗΣΣΑΣ 7
Η παραλία του Γαλησσά, της Σύρου, κάποτε. ...

ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΑΛΗΣΣΑΣ 8
Η παραλία του Γαλησσά, της Σύρου, κάποτε. ...

ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΑΛΗΣΣΑΣ 9
Η παραλία του Γαλησσά, της Σύρου.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ
Η αφηγήτρια σε μικρή ηλικία (στα δεξιά).

ΑΓΙΑ ΠΑΚΟΥ
Η Αγία Πακού. Το μικρό εκκλησάκι στα αριστ ...

ΑΓΙΑ ΠΑΚΟΥ 2
Η μικρή παραλία στα αριστερά της παραλίας ...

ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΑΛΗΣΣΑΣ 10
Η παραλία του Γαλησσά, της Σύρου.

ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΑΛΗΣΣΑΣ 11
Ηλιοβασίλεμα στη παραλία του Γαλησσά, της ...

ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΑΛΗΣΣΑΣ 12
Ηλιοβασίλεμα στη παραλία του Γαλησσά, της ...

DISCO «YIANNA» 3
Η πίστα στη Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 4
H Disco «YIANNA» όταν πρωτοάνοιξε λεγόταν ...

DISCO ΚΑΙ CAMPING «YIANN ...
Εξωτερικός χώρος της Disco και του Camping ...

DISCO ΚΑΙ CAMPING «YIANN ...
Εξωτερικός χώρος της Disco και του Camping ...

DISCO ΚΑΙ CAMPING «YIANN ...
Εξωτερικός χώρος της Disco και του Camping ...

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ
Η αφηγήτρια στο πανηγύρι των Αγίων Αναργύρ ...

DISCO ΚΑΙ CAMPING «YIANN ...
Εξωτερικός χώρος της Disco και του Camping ...

DISCO ΚΑΙ CAMPING «YIANN ...
Εξωτερικός χώρος της Disco και του Camping ...

DISCO «YIANNA» 5
Εξωτερικός χώρος της Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 6
Εξωτερικός χώρος της Disco «YIANNA».

CAMPING «YIANNA» 2
Εξωτερικός χώρος του Camping «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 7
Εξωτερικός χώρος της Disco «YIANNA».

ΣΥΝΑΥΛΙΑ
Live συναυλία στη Disco «YIANNA».

ΣΥΝΑΥΛΙΑ 2
Live συναυλία στη Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 8
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 9
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ 2
Η αφηγήτρια δίπλα στον σύζυγό της στο πανη ...

DISCO «YIANNA» 10
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 11
Εξωτερικός χώρος της Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 12
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 13
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 14
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 15
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 16
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

CAMPING «YIANNA» 3
Φωτογραφία τραβηγμένη από πελάτη του Campi ...

CAMPING «YIANNA» 4
Ο σύζυγος της αφηγήτριας με τον γερμανικής ...

CAMPING «YIANNA» 5
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA».

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ 3
Η αφηγήτρια δίπλα στον σύζυγό της στο πανη ...

ΤΑΞΙ
Η αφηγήτρια με το ταξί της.

CAMPING «YIANNA» 6
Αυτοκόλλητο του Camping «YIANNA».

CAMPING «YIANNA» 7
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA».

CAMPING «YIANNA» 8
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA».

CAMPING «YIANNA» 9
Η καλαμωτή (καλαμιές που χρησίμευαν ως δια ...

CAMPING «YIANNA» 10
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA».

CAMPING «YIANNA» 11
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA».

ΠΑΡΑΛΙΑ ΓΑΛΗΣΣΑΣ 13
Αναμνήσεις από τη παραλία του Γαλησσά.

CAMPING «YIANNA» 12
Τροχόσπιτο καταφθάνει στο Camping «YIANNA».

CAMPING «YIANNA» 13
Η καλαμωτή (καλαμιές που χρησίμευαν ως δια ...

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΓΑΛΗΣΣΑ
Η αφηγήτρια μαζί με τον σύζυγό της στη παρ ...

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ
Λεωφορείο από την Γαλλία μαζί με τον οδηγό ...

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ 2
Λεωφορείο από την Γαλλία μαζί με τον οδηγό ...

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ 3
Λεωφορείο από την Γαλλία καταφθάνει στο Ca ...

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ 4
Ο οδηγός του λεωφορείου από τη Γαλλία στο ...

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ 5
Γκρουπ καταφθάνει στο Camping «YIANNA». Η ...

ΑΦΙΞΗ
Με τα λόγια της αφηγήτριας: «Αυτές οι 2 κο ...

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ 6
Ο σύζυγος της αφηγήτριας μπροστά από το λε ...

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ 7
Η αφηγήτρια μπροστά από το λεωφορειάκι του ...

CAMPING «YIANNA» 14
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA».

CAMPING «YIANNA» 15
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA».

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΓΑΛΗΣΣΑ 2
Η αφηγήτρια μαζί με τον σύζυγό της στη παρ ...

CAMPING «YIANNA» 16
Μπροστά από τη ρεσεψιόν του Camping «YIANNA».

CAMPING «YIANNA» 17
Φάκελος του Camping «YIANNA».

CAMPING «YIANNA» 18
Διαφημιστική μπροσούρα του Camping «YIANNA ...

CAMPING «YIANNA» 19
Διαφημιστική μπροσούρα του Camping «YIANNA ...

DISCO «YIANNA» 17
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA». Ψήσιμο.

DISCO «YIANNA» 18
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA». Χορός.

DISCO «YIANNA» 19
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA». Χορός.

DISCO «YIANNA» 20
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA». Χορός.

DISCO «YIANNA» 21
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΓΑΛΗΣΣΑ 3
Η αφηγήτρια στη παραλία του Γαλησσά στη Σύρο.

DISCO «YIANNA» 22
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA».

DISCO «YIANNA» 23
Αναμνήσεις από τη Disco «YIANNA». Χορός.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΠΑΙΔΙΩΝ
Τα παιδιά της αφηγήτριας.

CAMPING «YIANNA» 20
Εξωτερικός χώρος του Camping «YIANNA».

CAMPING «YIANNA» 21
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA». Χώρος ...

CAMPING «YIANNA» 22
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA». Χώρος ...

CAMPING «YIANNA» 23
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA». Χώρος ...

CAMPING «YIANNA» 24
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA». Χώρος ...

ΛΙΜΑΝΙ
Στο λιμάνι της Ερμούπολης μπροστά από το π ...

ΑΓΟΡΑ
Στην Αγορά της Ερμούπολης. Οδός Χίου.

DISCO «YIANNA»
Από τις πρώτες φωτογραφίες της υπαίθριας D ...

CAMPING «YIANNA» 25
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA». Χώρος ...

CAMPING «YIANNA» 26
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA». Χώρος ...

CAMPING «YIANNA» 27
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA». Χώρος ...

CAMPING «YIANNA» 28
Ψησίματα στον προαύλιο χώρο του Camping «Y ...

CAMPING «YIANNA» 29
Ψησίματα στον προαύλιο χώρο του Camping «Y ...

CAMPING «YIANNA» 30
Ψησίματα στον προαύλιο χώρο του Camping «Y ...

CAMPING «YIANNA» 31
Ψησίματα στον προαύλιο χώρο του Camping «Y ...

CAMPING «YIANNA» 32
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA». Χώρος ...

CAMPING «YIANNA» 33
Αναμνήσεις από το Camping «YIANNA». Χώρος ...

CAMPING «YIANNA» 34
Στην κουζίνα του Camping «YIANNA». Η αφηγή ...

DISCO «YIANNA» 2
Από τις πρώτες φωτογραφίες της υπαίθριας D ...

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΦΗΓΗΤΡΙΑΣ 2
Ελπίδα Φρέρη - Κάθετη φωτογραφία αφηγήτριας.
Περίληψη
Η ιδιοκτήτρια του πρώτου camping και της πρώτης disco στη Σύρο, που φέρουν το όνομα «YIANNA», αφηγείται και αναπολεί ιστορίες από την ιστορική εποχή των ταξιδιωτών «χίπηδων» στο χωριό του Γαλησσά.
Αφηγητές/τριες
Ελπίς Φρέρη
Ερευνητές/τριες
Ζουστίν Αρβανίτη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
22/03/2021
Διάρκεια
90'
Περίληψη
Η ιδιοκτήτρια του πρώτου camping και της πρώτης disco στη Σύρο, που φέρουν το όνομα «YIANNA», αφηγείται και αναπολεί ιστορίες από την ιστορική εποχή των ταξιδιωτών «χίπηδων» στο χωριό του Γαλησσά.
Αφηγητές/τριες
Ελπίς Φρέρη
Ερευνητές/τριες
Ζουστίν Αρβανίτη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
22/03/2021
Διάρκεια
90'