© Copyright Istorima
Istorima Archive
Τίτλος Ιστορίας
Η ιστορία του προαστίου του Παπάγου
Κωδικός Ιστορίας
12876
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Χρήστος Ρίτσος (Χ.Ρ.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
18/10/2022
Ερευνητής/τρια
Άγις Σωρούλας (Ά.Σ.)
[00:00:00]Το όνομά μου, Χρήστος Ρίτσος. Τοπογράφος μηχανικός. Συνταξιούχος πλέον. Κατοικώ στον οικισμό Παπάγου. Τώρα είναι Δήμος Παπάγου-Χολαργού από το 1956. Έτσι θα προσπαθήσω να σας πω πράγματα που έζησα, που άκουσα, που είδα. Καταρχάς, λέω ότι το 2022 συμπληρώθηκαν εβδομήντα χρόνια από τη θεμελίωση της πρώτης κατοικίας στην περιοχή μας. Η θεμελίωση έγινε σε οικόπεδο επί των οδών Κορυτσάς και Σμύρνης, στην περιοχή της κάτω ζώνης από τον τότε βασιλιά Παύλο, παρουσία του πρωθυπουργού Νικολάου Πλαστήρα και πλήθος κόσμου. Η πρώτη κατοικία ήταν τετραπλό-κατοικία και ήταν δοκιμαστική, ώστε να δει αν μπορούν να γίνουν τέτοιες κατοικίες να μένουν οι κάτοικοι, αλλά τελικά αποφάσισαν να κάνουν μονοκατοικίες. Λοιπόν, είχαμε το θέμα εάν και από ποιον γινόταν η δουλειά. Η δουλειά θα γινόταν από τον ΑΟΟΑ που σημαίνει Αυτόνομος Οικοδομικός Οργανισμός Αξιωματικών. Ο ΑΟΟΑ ιδρύθηκε το 1950 με πρωθυπουργό τότε τον Σοφοκλή Βενιζέλο -δυστυχώς, δεν υπάρχει οδός με αυτό το όνομα στο Παπάγου- και την προτροπή, την πίεση, την παράκληση του στρατάρχη Αλέξανδρου Παπάγου, ο οποίος Παπάγος όταν το ’53 έγινε πρωθυπουργός ενίσχυσε οικονομικά τον ΑΟΟΑ για να εκτελέσει τα προγράμματά του. Ποια ήταν τα προγράμματα του ΑΟΟΑ; Ο ΑΟΟΑ είχε καταφέρει και εξασφάλισε μία έκταση γειτονική με τον Δήμο Χολαργού. Η έκταση αυτή βρισκόταν στους πρόποδες του Υμηττού και περιβαλλόταν από την Λεωφόρο Μεσογείων, Αναστάσεως, Περιφερειακή Υμηττού -σήμερα, τότε δεν υπήρχε-, Κατεχάκη και από το τετράγωνο όλο αυτό μπορούμε να αφαιρέσουμε την έκταση της Σωτηρίας. Αυτή ήταν η έκταση. Ο ΑΟΟΑ έχει καταφέρει με την υποστήριξη του Παπάγου, ο διευθυντής του -του ΑΟΟΑ- να βγάζει τις οικοδομικές άδειες. Έτσι, χτυπήθηκε μία γραφειοκρατία και το έργο δεν θα είχε εμπόδια να εκτελεστεί γρήγορα. Η πρώτη κατοικία -όπως είπαμε- θεμελιώθηκε το 1952 και στη συνέχεια άρχισαν να κτίζονται και άλλα σπίτια. Το 1954 είχαν τελειώσει εκατόν ενενήντα δύο σπίτια. Έγινε διατομή με κλήρωση στους δικαιούχους. Τα πενήντα σπίτια ήταν του πρώτου προγράμματος και τα εκατόν σαράντα δύο του δεύτερου. Ακολούθησαν άλλα προγράμματα, ώστε να ολοκληρωθεί η περιοχή οικοδομικά. Τελικά, χτίστηκαν χίλια τριακόσια ενενήντα δύο σπίτια. Δόθηκαν χίλια ογδόντα δύο οικόπεδα για αυτοστέγαση, δηλαδή πήραν το οικόπεδο από τον ΑΟΟΑ και με δικά τους λεφτά οι δικαιούχοι έχτισαν τα σπίτια τους. Για αυτό υπάρχει μία διαφορά. Τα σπίτια της κάτω ζώνης και της περιοχής πάνω από το άλσος Παπάγου τα έχτισε ο ΑΟΟΑ με εργολαβίες και λοιπά, ενώ τα άλλα σπίτια που έχτισαν οι ιδιώτες ήταν…και άμα περπατήσει κανένας στου Παπάγου στην νέα περιοχή θα δει πολύ καλύτερα σπίτια. Λοιπόν, ας πούμε μερικές καταστάσεις οι οποίες υπήρχαν και ζήσαμε εμείς οι πρώτοι κάτοικοι. Ο πατέρας μου πήρε σπίτι τον Αύγουστο του ’56 και μας έφερε εδώ. Ξένοι σε ξένη πόλη! Δεν ξέραμε κανέναν και ούτε μας ήξερε κανένας. Τί βρήκαμε; Βρήκαμε δύο εργοτάξια. Το ένα εργοτάξιο ήταν το εργοτάξιο του ΑΟΟΑ με τη βοήθεια του ΕΤΜΠΑ -Ειδικό Τάγμα Μηχα[00:05:00]νικού Περιοχής Αττικής-, που είχε τα μηχανήματα και το άλλο εργοτάξιο των ιδιοκτητών των σπιτιών. Το πρώτο εργοτάξιο ξεκίναγε τη δουλειά στις 8:00 το πρωί, με θόρυβο στα κομπρεσέρ, στις μπουλντόζες, στα grader, στα φορτηγά που έφερναν υλικά και ανακατευόταν μαζί ο ήχος των σφυριών που σμίλευαν την πέτρα και του μυστρί που χτύπαγε τα τούβλα για να χτιστούν. Ένας ήχος μιας δημιουργίας υπέροχης για μία νέα πόλη. Πάμε στο δεύτερο εργοτάξιο. Το δεύτερο εργοτάξιο ήταν η κατοικία του κάθε ιδιοκτήτη. Ο ΑΟΟΑ δεν είχε δώσει οικόπεδα περιφραγμένα. Είχε δώσει το σπίτι και η περίφραξη και η διαμόρφωση του γηπέδου ήταν υποχρέωση του ιδιοκτήτη. Ο ιδιοκτήτης -συνήθως απόστρατος αξιωματικός, ο οποίος ήταν από αυτούς που είχαν λάβει μέρος στον Εμφύλιο-, κουρασμένος και απογοητευμένος εθνικά έπεσε με τα μούτρα στη διαμόρφωση του οικοπέδου του. Αγόρασε κασμάδες, φτυάρια, βαριές, σφήνες και άρχισε να διώχνει τα βράχια. Άλλοι που έγερνε το οικόπεδο, έφερναν χώματα για να το στρώσουν. Αφού το κατάφερναν, έκαναν λακκούβες να φυτέψουν δέντρα και λουλούδια. Εκεί που είχε ενδιαφέρον ήταν η πρόσοψη. Είχαν αποφασίσει να κάνουνε προσόψεις στα σπίτια με πέτρα κόκκινη αρμολογημένη. Αν περπατήσεις στον Παπάγο, ιδιαίτερα στην κάτω ζώνη, θα δεις πολλά σπίτια -παλιά που δεν έχουν γκρεμίσει- με αυτή τη μάντρα. Η μάντρα για τον ιδιοκτήτη ήταν μία υπέροχη εργασία. Έβγαινε το πρωί, είχε καφέ και νερό, έδινε στους μαστόρους και ύστερα καθόταν σε μία πέτρα. Τον είχα δει εγώ. Καθόταν σε μία πέτρα με ένα φλιτζάνι καφέ, ρούφαγε τον καφέ και μυστικά ρούφαγε το τσιγάρο, κοιτάζοντας την πόρτα μην τον δει η γυναίκα του, γιατί του το απαγόρευε! Όταν ολοκληρωνόταν το σπίτι, καλούσαν τους συγγενείς να έρθουν από το χωριό. Τα αδέρφια, οι κουμπάροι, τα βαφτιστήρια, τα ανίψια και φίλοι…να δουν το σπίτι, το παλατάκι. Πράγματι, το θεωρούσαν παλατάκι. Η νοικοκυρά είχε κάνει κουρτίνες, είχε στρώσει -εάν ήτανε χειμώνας- χαλιά και ερχότανε φίλοι και συγγενείς με τα ταγάρια τους. Μέσα στο ταγάρι είχαν τραχανά, χυλοπίτες, μυζήθρες και καμιά φορά μερικοί έφερναν και ένα κόκορα ή κάποια κότα. Μόλις μπαίναν στο σπίτι άρχιζαν οι ιδιοκτήτες τα καλώς ήρθατε και τέτοια, και τους έδειχναν το σπίτι. «Εδώ είναι το χολ», «Εδώ είναι ο διάδρομος», «Εδώ είναι το σαλόνι», «Να και οι κρεβατοκάμαρες», «Να η κουζίνα», «Να η τουαλέτα». Μετά, τους έβγαζαν έξω να δούνε την αυλή πώς έγινε και ότι φέρανε δέντρα. Συνήθως λεμονιές, πορτοκαλιές, μανταρινιές, βερικοκιές, νεραντζιές. Από την Κορινθία τα είχαν φέρει συνήθως. Εκεί που έχει σημασία είναι…γέμισαν όλα τα πεζοδρόμια νεραντζιές. Αν περπατήσεις, δηλαδή, στον Παπάγο θα δεις πολλές νεραντζιές και πολλά νεράντζια πεσμένα στους δρόμους όταν καρποφορούν. Αφού τελείωνε η επίδειξη του σπιτιού, μπαίνανε μέσα για να φάνε. Γινόταν το τραπέζι, τρώγανε και σε μία στιγμή -συνέβη και αυτό- λέει μία από τις συγγένισσες: «Ευλαμπία», η ντόπια, «Θέλω να πάω για πιπί μου». «Για πιπί σου; Πήγαινε στην τουαλέτα». Και λέει η χωριάτισσα: «Μωρέ, σε αυτή την πολυτέλεια θα πάω;». Η χωριάτισσα ήταν συνηθισμένη να πηγαίνει στην αυλή. Η πέτρα η κόκκινη που έχουμε, που θα δεις στην μάντρα απ’έξω και ο απέναντι…ήταν ένας εργολάβος εδώ. Αττάρτ λεγόταν. Απόστρατος, ο οποίος έφερνε την πέτρα και τα λοιπά. Και εγώ έχω πει στον δήμαρχο να έχει έναν κανονισμό. Η πέτρα αυτή να μείνει, να μείνει στις μάντρες, να μην γκρεμίζονται αυτά τα καινούργια που χτίζουν, γιατί άμα πας παρακάτω θα δεις κάγκελα και αυτά....να μην το χαλάσουμε, τέλος πάντων.
Για να δούμε τώρα τί βρήκαμε εμείς οι πρώτοι κάτοικοι που ήρθαμε στο[00:10:00]ν τόπο. Καταρχάς, δεν ξέραμε κανένας ή κάποιο γνωστό θα είχε ο πατέρας κάπου. Μαγαζιά τίποτα. Δεν υπήρχε ούτε ένα μαγαζί. Άλλωστε η πολεοδομία λέει αμιγής κατοικία που δεν επιτρέπεται να γίνουν πουθενά μαγαζιά ή σποραδικά κάποιο φαρμακείο κάτι τέτοιο. Βέβαια έχουνε γίνει τώρα λαθραία. Λοιπόν, γείτονας ήταν ο Χολαργός. Το μόνο που έγινε ήταν ο φούρνος που είναι απάνω στην Αναστάσεως, ο «Φούρνος του Παπάγου». Αυτό ήταν το πρώτο μαγαζί, το οποίο έγινε για να πάρουμε ψωμί. Το δεύτερο που έγινε ήταν ένα εστιατόριο. Εκεί που είναι η Άρτεμις σήμερα -δεν ξέρω αν έχεις πάει- είχε γίνει εστιατόριο-μαγειρείο με φασολάκια, μακαρόνια, πατάτες για να τρώνε οι εργάτες των έργων του ΑΟΟΑ. Εκεί τρώγανε μεσημέρι. Το βράδυ αυτό άλλαζε και γινόταν ψησταριά και όποιος ήθελε πήγαινε εκεί πέρα παρέες και τέτοια. Το τρίτο που έγινε ήταν το περίπτερο, πώς είναι σήμερα το περίπτερο μπροστά στην Άρτεμη; Το περίπτερο ήταν κάτω. Δεν ξέρω αν το πρόλαβες ήταν κάτω. Ο περιπτεράς εκεί -έχει σημασία αυτό- ο περιπτεράς εκεί ήταν ο Παναγιώτης το πρωί και η Κατίνα το απόγευμα. Εξαιρετικοί άνθρωποι, μεγάλοι άνθρωποι, χαρούμενοι. Εμείς τότε οι νέοι αρχίσαμε και πηγαίναμε εκεί και ρωτάγαμε: «Πέρασε ο Γιώργος; Πέρασε ο Θανάσης; Πέρασε η Αντωνία; Πέρασε η Βίβιαν;». Υπάρχοντα ονόματα αυτά. «Πέρασε η Σοφία; Πέρασε η Καίτη;». Και ο περιπτεράς ή η περιπτερού ήξερε. Είχε πάει προηγουμένως και του λέει: «Αύριο θα ρθώ και τα τοιαύτα. Ένα άλλο στέκι ήτανε η «Ομπρέλα». Η «Ομπρέλα» που υπάρχει σήμερα εκεί -δεν ξέρω αν την έχεις δει- ήτανε το σημείο που μαζευόμασταν. Όταν ερχόταν καινούργια οικογένεια, οι παλιοί ή νέοι πήγαιναν και φώναζαν: «Έχετε παιδιά; Αν έχετε παιδιά, το βράδυ στις 19:00 ελάτε να κουβεντιάσουμε». Μαζευόντουσαν, λοιπόν…άρχισε να μαζεύεται πλήθος, άρχισαν οι έρωτες και αυτά τα γνωστά της ηλικίας και αποφασιζόταν που θα γίνει πάρτι. Αυτή ήταν η διασκέδαση. Δεν υπήρχε ούτε καφετέρια ούτε τίποτα. Η διασκέδαση ήταν το Σαββατιάτικο πάρτι. Όποιος είχε μαγνητόφωνο, κασετόφωνο ή πως τα λέγαν τότε, έβαζε τους δίσκους, Long-Play της λέγανε σαράντα πεντάρηδες και χορεύαμε. Αυτός που διέθετε τέτοιο έκανε και το πάρτι. Βέβαια, την πρώτη χρονιά πάρα πολλοί -όπως και εγώ- ήμασταν υποψήφιοι να δώσουμε εξετάσεις στα πανεπιστήμια. Άλλος στο πανεπιστήμιο, άλλος Ευελπίδων, άλλος στην Ικάρων, άλλος στην Εμποροπλοιάρχων, στο Πολυτεχνείο και τα λοιπά. Έτσι, εξαφανιστήκαμε ένα διάστημα γιατί και οι πατεράδες μας ήταν αυστηροί. Απαιτούσαν να μπεις! «Δεν θα παίξεις. Δεν θα χαζεύεις». Δεν είχαν και λεφτά πολλά οι άνθρωποι και προσπαθούσαν να σε στεριώσουν. Έτσι, λοιπόν, αφού τελειώσαμε τις εξετάσεις, γινότανε πάλι συνάντηση. Όσοι είχαν πετύχει ήταν και χαρούμενοι περισσότερο. Άρα είχαμε το οινομαγειρείο, είχαμε το περίπτερο, είχαμε την «Ομπρέλα» και τίποτα άλλο. Από άποψη μαγαζιών τώρα, είπαμε είχε γίνει ο φούρνος. Μετά από λίγο, έγινε πιο κάτω ένα βιβλιοπωλείο, μετά ένα γαλατάδικο επί της Αναστάσεως, αυτά…ένα γαλατάδικο, ένα φωτογραφείο, ένα κουρείο που είχε δίπλα και καθαριστήριο, ο ίδιος, Λαμπρόπουλος. Επίσης, είχε γίνει ένα μαγαζί στην 25ης Μαρτίου που είναι δίπλα από την Άρτεμη, που ήταν ο Τρίγκας ο οποίος πούλαγε γάλα, και είχε και το βράδυ έψηνε και διάφορα κοντοσούβλια. Επί της 25ης Μαρτίου έχει γίνει ο Τρίγκας, ο οποίος ήταν γαλατάδικο και τα λοιπά. Κατά σύμπτωση, τον Τρίγκα μετά τον γιο του τον έτυχα εγώ στο στρατό ήμασταν και συνάδελφοι. Είχε φτιάξει και…ο αδερφός του Τρίγκα είχε φτιάξει ένα ψυγείο, γιατί δεν υπήρχαν ψυγεία ηλεκτρικά εκείνη την εποχή, είχε και πούλαγε πάγο. Ήταν ένα σπιτάκι μικρό εδώ Αναστάσεως-Αρτέμιδος γωνία και πούλαγε πάγο. «Λοιπόν, άρα τί κάναμε τώρα; Από πού θα ψωνίζαμε;». «Από τον Χολαργό! Μία μέρα, μου έλεγε ένας φίλος μου και ήθελα να αποτυπωθεί και αυτό, ότι του είπε η μάνα του «Πάρε αυτό τον κατάλογο, αυτά τα λαχανικά, αυτά από τον μπακάλη, αυτά από τον χρωματιστή να πάρουμε χρώματα και τα λοιπά και θέλω να αγοράσεις και μοσχοκάρυδο». Η μάνα του θα έκανε παστίτσιο και στο παστίτσιο βάζανε μία σκόνη. Ήταν καρυδάκι, το χτυπάγανε. «Έμεινα», λέει ο φίλος μου, «δεν ήξερα τι να κάνω». Πήγα [00:15:00]στον Χολαργό, κατάφερα βρήκα ένα μανάβικο, πήρα αυτά τα μανάβικα που ήθελα. Βρήκα ένα μπακάλικο, πήρα τα μπακάλικα που ήθελα και μετά γύρισα και δεν είχα μοσχοκάρυδο και η μάνα μου θα γκρινιάζει. Βλέπω ένα περίπτερο. Σταματάω στο περίπτερο -εδώ Αναστάσεως- και του λέω: «Μήπως έχεις μοσχοκάρυδο;». «Βεβαίως, και μοσχοκάρυδο έχω και κανέλα έχω και τα λοιπά. Εγώ είμαι ο Σταμάτης ο περιπτεράς, ο τραυματίας πολέμου, που μου έδωσε το κράτος το περίπτερο και έχω αυτό το περίπτερο. Ό,τι θέλεις». Άρα, είχαμε και τον Σταμάτη να μπορέσουμε να αγοράσουμε αυτά που μας λείπανε. Μου έλεγε ο φίλος μου και του λέω: «Να είσαι καλά που μου το είπες». Λοιπόν, διασκέδαση δεν υπήρχε. Έγινε ένας κινηματογράφος του Χολαργού, η «Ριάννα» νομίζω λεγότανε. Κινηματογράφοι υπήρχαν και στο Ψυχικό, υπήρχαν και αλλού, αλλά εδώ δεν υπήρχε τίποτα. Ξαφνικά όμως, εμφανίστηκε να γίνεται ένας κινηματογράφος, η «Άρτεμις». Έτσι, ξεκίνησε το όνομα «Άρτεμις» στην περιοχή. Η Άρτεμις ήταν ένας θερινός κινηματογράφος ωραιότατος με λουλούδια, με αυτά. Άλλαζε έργα τρεις φορές την εβδομάδα Δευτέρα-Τετάρτη-Παρασκευή -συνήθως ελληνικά έφερνε- και πηγαίναμε οπωσδήποτε το Σάββατο στον κινηματογράφο για να δούμε. Εκεί συνέβη και το εξής το οποίο έζησα και εγώ παρακολουθώντας. Ο Γιώργος και ο Μιχάλης δεν υπάρχουν σήμερα, ήταν φίλοι αχώριστοι όπως και δική μου. Μία μέρα αυτοί πηγαίνανε νωρίς στον κινηματογράφο και έπιαναν θέσεις. Δύο θέσεις μένανε και κράταγαν και μία δεξιά μία αριστερά μήπως πάει καμιά. Μία μέρα, λοιπόν, σπρώχνει ο Γιώργος τον Μιχάλη και του λέει: «Μιχάλη, η Κορίνα». Γυρίζει ο Μιχάλης, κοιτάει την Κορίνα, του λέει: «Πάψε, ρε, είναι και η μάνα της μαζί και είναι γυναίκα ταξίαρχου». Για να δείξουμε σεβασμό, το φόβο, καθίσανε. Το άλλο Σάββατο πάλι ο Γιώργος: «Μιχάλη, η Κορίνα». Γνωστή του η Κορίνα, γυρίζει και του λέει: «Πάψε ρε. Είναι η αδερφή της μαζί και είναι και ψυχολόγος. Θα μας ταράξει». Πάει και αυτό το Σάββατο. Το τρίτο Σάββατο, να η Κορίνα με μια φιλενάδα της. Της κάνανε σήμα αυτοί, «Ελάτε εδώ». Γνωστές αυτές, πάνε να κάτσουνε δίπλα και εκείνη την ώρα ακούγεται μία φωνή απέξω: «Κορίτσια, ο Μπάρκουλης». Μόλις άκουσαν αυτοί στο «Μπάρκουλης» πετάχτηκαν έξω και έφυγαν και έμειναν ο Γιώργος και ο Μιχάλης χωρίς παρέα. Ένα μεγάλο έργο, το οποίο γινότανε, ήταν για το περιβάλλον. Ήτανε το σημερινό πάρκο Στρατάρχου Παπάγου, όπου ήτανε ένα βουνό, μία ηρεμία, ένας χέρσος τόπος, αλλά κάνανε μία τοπογραφική μελέτη υψομετρική και χτίζανε διάφορους τοίχους. Αν κάνεις εκεί μέσα καμιά βόλτα θα δεις κάτι τοιχαλάκια άσπρα, πολύ ωραία πέτρα! Πολύ ωραία πέτρα, παραμένει έτσι. Ήτανε οι πεζούλες. Δεν είχε τίποτα άλλο εκεί μέσα, παρά εμείς νέοι -και ο Χρήστος θα σου πει ο κουρέας, το ξέρει και αυτό-…είχε ένα γήπεδο μπάλας, «αλάνα» το λέγαμε και πηγαίναμε και παίζαμε μπάλα εκεί μέσα. Λοιπόν, εκκλησίες. Δεν υπήρχε εκκλησία. Μόνο η εκκλησία «Ανάσταση» και λέγεται «Ανάσταση των Έξι», διότι είχανε σκοτώσει τους έξι λόγω της μικρασιατικής καταστροφής και μάλιστα εμείς φοβόμαστε να περάσουμε από κει μέσα.
Εγώ εκεί βαφτίστηκα.
Λέγαμε ότι είναι εκεί πέρα τα κυπαρίσσια. Λοιπόν, υπήρχε η Ανάσταση και υπήρχε και ο Άγιος Ιωάννης Θεολόγος απάνω εις το μοναστήρι, που υπάρχει ένα μοναστήρι σήμερα. Εκεί, λοιπόν, η πάνω ζώνη, εκείνα τα εκατόν ενενήντα δύο πήγαιναν εκεί. Γυναικούλες κάθε πρωί, Κυριακή -ξέρω γω-, όποτε είχε γιορτή, πήγαιναν εκεί. Αυτομάτως, άρχισε να έχει εισοδήματα το μοναστήρι με τα κεριά με τα τάματα και τα λοιπά. Ήταν ένας υπέροχος τόπος -δεν ξέρω αν έχεις πάει-. Είναι υπέροχο αυτό. Άρα, είχαμε την Ανάσταση και το μοναστήρι. Τίποτα άλλο. Σχολεία τώρα. Σχολεία. Δεν υπήρχε δημοτικό. Τα παιδιά του δημοτικού πηγαίνανε στον Χολαργό. Άνοιξε ένα σχολείο ιδιωτικό η Σχολινάκη, μετά ο Καλογερόπουλος με μία υπέροχη δασκάλα τη Λίτσα -λέω τα ονόματα που μας έχουν μείνει στο μυαλό- και μετά άνοιξε και εδώ στην κάτω ζώνη η Βίνιου για να πηγαίνουν τα παιδάκια. Γυμνάσιο δεν υπήρχε, τα αγόρια πηγαίνανε στο 3ο και 10ο αρρένων, που ή[00:20:00]ταν στους Αμπελόκηπους και είχε έναν υπέροχο δάσκαλο, τον Αυδή, μαθηματικό. Άνθρωπος, ο οποίος ήταν στην Μακρόνησο και μετά είχε μαθητές παιδιά αξιωματικών, ο οποίος όμως δεν το’βαλέ κάτω. Τους έμαθε γράμματα…έχει αξία αυτό. Και τον Κλωνή. Τα κορίτσια πηγαίνανε στο 2ο θηλέων, που ήτανε στον Ευαγγελισμό. Συγκοινωνίες. Βάλανε ένα λεωφορείο και Αναστάσεως ανέβαινε και κατέβαινε. Το πρώτο τέρμα ήταν εκεί που είναι σήμερα η Άρτεμις. Στη συνέχεια, έγινε το νέο τέρμα εκεί που είναι ένα άλλο περίπτερο. «Τσουμπέκας» λέγεται εκεί πέρα. Λοιπόν, τι γινότανε; Τα λεωφορεία αυτά γέμιζαν. Γέμιζαν από πάνω και εδώ πέρα η κάτω στάση, δεν σταμάταγε το αυτοκίνητο και φεύγανε. Φεύγανε και εσύ είχες και ωράριο να πας στη δουλειά σου. Έτσι, αρχίσαμε και πηγαίναμε με τα πόδια στο τέρμα απάνω. Ανεβαίναμε την ανηφόρα, πηγαίναμε στο τέρμα και μπαίναμε στο λεωφορείο και καθόμασταν στη θέση. Μέσα στο λεωφορείο -περιγραφή- μόλις έμπαινες είχε ένα ταμπελάκι και έλεγε: «Για τα γηρατειά η ορθοστασία είναι δοκιμασία. Για τον νέο η ορθοστασία είναι άσκηση». Δηλαδή, για να δώσει τη θέση του. Τα κορίτσια -ήταν μία ωραία εικόνα-…κοπέλες με κοτσίδα και ουρά και ένα στεκάκι -πώς τα λέγανε;-. Όλες με μπλε ποδιά και άσπρο γιακαδάκι. Τα δε αγόρια άρχισαν για τον Ολυμπιακό, τον Παναθηναϊκό, την ΑΕΚ να συζητάνε και τα τοιαύτα. Αλλά, υπήρχαν και ραντεβού! Δηλαδή: «Στην τάδε ώρα θα έρθω στο τέρμα να σε δω». Οπτικές ήτανε οι αγάπες τότε. Δεν είχε τίποτα. Μετά άρχισαν. Άρα, δεν είχαμε και συγκοινωνία, τί θα κάναμε τώρα; Θα έπρεπε να κάνουμε τη νέα πόλη. Η νέα πόλη διοικητικά άρχισε να είναι καταρχάς κοινότητα του Χολαργού, καμιά πέντε-έξι χρόνια. Στη συνέχεια, έγινε ανεξάρτητη κοινότητα. Μετά, έγινε Δήμος και μετά έγινε Δήμος Παπάγου-Χολαργού -ενιαίος-. Ποια ήταν η ηγεσία; Ο πρώτος ήταν ο Μιχάλης ο Δερέκας, ο οποίος ήταν κοινοτάρχης. Στην συνέχεια, έγινε ο Βασίλης Παπαευθυμίου, που ήταν και αυτός κοινοτάρχης. Τρία χρόνια όλοι έχουν. Τρία-τέσσερα. Μετά από αυτόν, έγινε η Καλλιόπη Λιάπη -Πίτσα-. Η Πίτσα μας…μια αγαπητή κοπέλα, δεν υπάρχει τώρα…κοινοτάρχης. Μετά, γίνεται ο Βλαδένης ο Βασίλης κοινοτάρχης, αλλά επί Βασίλη Βλαδένη βγαίνει διάταγμα…ο Παπάγος, το Ψυχικό, η Φιλοθέη, η Γλυφάδα, που ήταν κοινότητες, έγιναν δήμοι και έτσι αναβαθμίστηκε σε δήμο. Μετά από τον Βλαδένη έγινε δήμαρχος ο Βασίλης ο Ξύδης, γύρω στο ’90-’91. Έμεινε δήμαρχος μέχρι το ’10 που ήρθε ο Καλλικράτης. Με τον Καλλικράτη ενοποιήθηκε ο Παπάγος και ο Χολαργός. Έγινε ενιαίος δήμος Παπάγος-Χολαργός. Έμεινε ο Βασίλης ο Ξύδης μέχρι 31/12/14. Από κει και πέρα είναι ο Ηλίας Αποστολόπουλος από 1η 1/14 μέχρι το ’19 δήμαρχος και επανεξελέγη και είναι και ακόμα συνέχεια. Στα εβδομήντα, λοιπόν, χρόνια ο οικισμός Παπάγος…εκείνο που κελαηδούσαν τα κομπρεσέρ, οι μπουλντόζες, τα μυστριά, οι βαριές…αλλά μην ξεχνάμε αυτόν τον ηρωισμό. Δεν θα τον ξεχάσω ποτέ μου! Οι άνθρωποι αυτοί, ηλικιωμένοι, βασανισμένοι και -είπαμε- εθνικά λυπημένοι -άλλο θέμα αυτό- να είναι ανασκουμπωμένοι και να εκβραχίζουν μόνοι τους χωρίς εργάτες τον κήπο τους. Αυτά τα σπίτια…αυτά παραδόθηκαν από τους πατεράδες μας σε μας -στη δεύτερη γενιά- και τώρα πάει στην τρίτη. Αλλά, η τρίτη γενιά δυστυχώς τα δίνει αντιπαροχή και εκεί θα πάμε μετά. Λοιπόν, είμαστε στη δημιουργία. Ο ΑΟΟΑ, οι εκλεγμένοι κοινοτάρχες, οι εκλεγμένοι δήμαρχοι, τα εκλεγμένα δημοτικά συμβούλια έκαναν προγράμματα και έργα με την οικο[00:25:00]νομική συνδρομή των κατοίκων για να γίνουν ό,τι χρειαζότανε, ιδίως στις υποδομές και στα άλση και λοιπά στην περιοχή. Με την ΑΟΟΑ εκλεγμένη ηγεσία και κάτοικοι έκαναν τα έργα για τη μεγάλη αλλαγή. Για να δούμε τα έργα τώρα. Πρώτα-πρώτα έπρεπε να γίνουν σχολεία. Τα σχολεία ήταν δουλειά του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων. Άρα, υπήρχαν διαδικασίες…έπρεπε να δοθούν οικόπεδα. Αυτή τη στιγμή, λοιπόν, ο Παπάγος, ο ενιαίος...Δημοτική Κοινότητα Παπάγου λέγεται, Δημοτική Κοινότητα Χολαργού…έχει τρία νηπιαγωγεία, έχει το 1ο, το 2ο και 4ο δημοτικά σχολεία, έχει το 1ο και 2ο Γυμνάσιο, το 1ο και 2ο Λύκειο. Εάν επισκεφθείς αυτά τα σχολεία θα πεις: «Εκεί πήγαινε ο Χρήστος και ο γιος μου». Θα πεις: «Θα ήθελα να είμαι μαθητής σε αυτά τα σχολεία». Με ωραίες αυλές, με τέννις και λοιπά και γήπεδα για μπάσκετ μες στα σχολεία. Λοιπόν, φτιάξαμε σχολεία. Έπρεπε να κάνουμε εκκλησίες. Τα προϊόντα των εκσκαφών άρχισαν να τα μαζεύουν σε ένα σημείο και δημιουργήθηκε ένας λόφος. Σε αυτόν τον λόφο χτίστηκε η εκκλησία «Αγία Σκέπη-Άγιος Αλέξανδρος». Μάλιστα, μεθαύριο έχει γιορτή η Αγία Σκέπη. Εκεί είχα τύχει εγώ -στην περιοχή πριν γίνει η εκκλησία- να υπάρχει το μαντρί του Τρίγκα να έχει γίδια. Δηλαδή, το ’56, υπήρχαν ίδια εδώ πέρα, υπήρχαν αλεπούδες που ερχότανε από το βουνό και ακόμα έρχονται αλεπούδες και τώρα. Λοιπόν, φτιάξαμε την εκκλησία την Αγία Σκέπη με λεφτά όλων. Πληρώναμε κάθε μήνα κάποια χρήματα. Λοιπόν, πάει η εκκλησία. Στη συνέχεια, οροποιήθηκε και η εκκλησία «Ανάσταση», αλλά ο χώρος της Ανάστασης ανήκει στον Χολαργό. Δεν είναι Παπάγος, είναι Χολαργός. Πίσω μεριά ο παπάς με αγώνα μάζευε λεφτά, έκανε εράνους και με τον Δήμαρχο που υπήρχε τότε -ήταν εργολάβος- χτίστηκε ο Τίμιος Σταυρός από πίσω. Τρεις εκκλησίες. Τέταρτη εκκλησία ο Αϊ-Γιάννης Θεολόγος. Πέμπτη εκκλησία ο Άγιος Γιώργης-Αγία Ειρήνη, που είχε μία μεγάλη περιπέτεια, γιατί οι κάτοικοι δεν θέλαν να υπάρξει, δεν θέλαν να γίνει. Πήγαν στο Συμβούλιο Επικρατείας. Το είχαν ονομάσει «Αϊ-Γιώργη» και φωνάζανε «Το βάλατε Αϊ-Γιώργη γιατί είναι ο Παπαδόπουλος Γιώργος» και πήραν το όνομα του βάλαν «Κατερίνα», το ξαναγύρισαν το όνομα, το κάνανε «Γιώργο». Τελικά, έγινε μία υπέροχη εκκλησία, δεν ξέρω αν έχεις πάει, είναι μία υπέροχη εκκλησία. Υπήρχε και εκκλησία η «Μονή Αστερίου», που είναι απάνω και αυτή θεωρείται Παπάγος, απάνω εκεί που είναι η εκκλησία. Συγκοινωνίες. Όταν είχαμε εδώ στον Παπάγο λέγανε: «Θα ρθει το ΜΕΤΡΟ. Θα ρθει το τρόλεϊ». Παραμύθια! Τελικά ήρθε το μέτρο. Έδωσε λύση στη συγκοινωνία. Μπορεί να πας στην Αθήνα σε δέκα λεπτά, ενώ πρώτα έκανες μία ώρα. Τα λεωφορεία που λέγαμε που παίρνανε τα παιδιά από το 2ο Θηλέων και από το 10ο Αρρένων δεν ήτανε....δηλαδή βγαίνανε τα παιδιά τα σχολεία και χάνανε μία ώρα να περιμένουν να τους πάρει το λεωφορείο που ερχόταν στου Παπάγου. Τώρα τελείωσαν αυτά τα πράγματα με το μέτρο. Επίσης, στη συνέχεια, έγινε η Περιφερειακή Υμηττού, η οποία ήταν θείο δώρο για τον Παπάγο, διότι αν ήθελες να πας στην Κόρινθο ή να πας στη Λαμία, βγαίνεις απέξω και πας. Ενώ πρώτα πήγαινες μέσα από την Αθήνα και γινότανε χαμός. Λοιπόν, μαγαζιά τώρα. Αρχίσανε να φυτρώνουν κάποια μαγαζιά. Έγινε του Βασιλόπουλου το σούπερ μάρκετ. Αυτό εξυπηρετεί πολλά. Έχει έναν φούρνο πιο πάνω και τί άλλο; Κάποια κουρεία, κάποια κομμωτήρια. Βέβαια, υπήρχαν σε σπίτια κομμωτήρια για τις γυναίκες -όπως λέω- και πηγαίνανε για τα μαλλιά τους. Λοιπόν, φαρμακεία και τα λοιπά. Σήμερα, λοιπόν, ο Παπάγος -Παπάγου- έχει τα δικά του σχολεία, ενώ το ’56 δεν είχε τίποτα. Έχει άλση ωραιότατα με πεύκα και κάθε από αυτά…το κάθε άλσος έχει όνομα γεωγραφικό. Δηλαδή, «Πελοποννησίων», «Θεσσαλών», «Ιόνιων». Δηλαδή, εκεί πέρα μπροστά ας πούμε που είναι…είναι των «Πελοποννησίων». Αυτό. Εγώ ήμουνα και εγώ που τα πρότεινα τότε στη[00:30:00] δημαρχία και τα δέχτηκε. Είχαμε σκοπό να υιοθετηθούνε. Δηλαδή, οι Πελοποννήσιοι του Παπάγου να υιοθετήσουν το άλσος Παπάγου, οι Θεσσαλοί το δικό τους, οι Ίωνες το δικό τους, οι Μακεδόνες το δικό τους, ώστε να το φροντίζουν, να το περιποιούνται. Αυτό ήταν δουλειά του δήμου να την κάνει, δεν το έκανε. Εκείνο που έχω όμως να πω και το πιστεύω…οι κοινοτάρχες, οι δήμαρχοι, οι δημοτικοί σύμβουλοι αγωνίστηκαν για να ομορφύνουν τον Παπάγο, να τον κάνουν κηπούπολη και ο καθένας παρέδιδε στον επόμενο κατάσταση καλύτερη από ό,τι είχε παραλάβει! Αυτό τους τιμά όλους και δεν ακούστηκε και σκάνδαλο οικονομικό. Ήταν έντιμοι αξιωματικοί, οι οποίοι...και ετούτος εδώ ο δήμαρχος μία χαρά είναι. Λοιπόν, εκείνο που είναι το καμάρι του Παπάγου -τα καμάρια- είναι η εκκλησία «Αγία Σκέπη» -είναι ένα πολύ ωραίο εκκλησάκι και αισθητικά ωραίο-. Είναι η Ομπρέλα, στην οποία συνεχίζουν ακόμα νέοι να μαζεύονται. Σήμερα έμαθα ότι πάλι μαζεύονται κάθε βράδυ εκεί πέρα, αλλά φωνάζει η γειτονιά, γιατί φωνάζουνε. Λοιπόν, πάμε στα αναψυκτήρια. Αναψυκτήριο, όπως είπαμε στην αρχή, δεν υπήρχε. Πρώτο-έγινε η «Ολυμπιάδα». Η «Ολυμπιάδα» είναι εκεί που είναι η πλατεία Ελευθερίας, εκεί δα. Στη συνέχεια, η «Άρτεμις» το εστιατόριο ξαναέγινε και αυτό αναψυκτήριο. Αυτά. Σήμερα η «Άρτεμις» ξαναέγινε αναψυκτήριο πολυτελείας, η «Ολυμπιάδα» υπάρχει, πιο κάτω εκεί που είναι το βενζινάδικο απέναντι χτίζεται ένα γυάλινο κτίριο θα είναι ΚΑΠΗ και απάνω κάνουμε καφετέρια που θα έχει ωραία θέα. Έχουμε και το καμάρι, που είναι το «Verde». Θα έχεις πάει στο «Verde». Το «Verde» είναι μες στο «Άλσος Αλέξανδρος Παπάγος». Αυτό είναι δέκα στρέμματα εκεί. Το κτίριο είναι κάπου εξακόσια τετραγωνικά. Ο περιβάλλων χώρος είναι πράσινος, έχει και μία δεξαμενή εκεί πέρα με νερό και τα λοιπά. Είναι και αυτή αριστούργημα! Ο δε υπόλοιπος χώρος του άλσους είναι κάπου εξήντα στρέμματα το άλσος. Είναι δρόμος περιπάτου. Έχει ένα γήπεδο τένις. Έχει μία παιδική χαρά που πιστεύω ότι είναι καλύτερη της Ελλάδος. Αν πας και την δεις αυτήν την παιδική χαρά είναι υπέροχη. Εκτός από αυτή την παιδική χαρά, υπάρχουν άλλες οκτώ παιδικές χαρές. Είναι δύο στην κάτω ζώνη, είναι αυτή που είπαμε μέσα στο άλσος και έχει και κάποιες άλλες στην πάνω ζώνη. Την πάνω ζώνη την λέμε «Ελβετία». Αν πας εκεί, είναι η «Ελβετία». Οι δρόμοι φαρδείς, με τα δέντρα, με ωραιότατα σπίτια. Εμείς εδώ κάτω το μόνο μεγάλο πλεονέκτημα έχουμε που είναι κοντά στο μετρό. Το μέτρο πας από δω με τα πόδια, ενώ εκείνοι πρέπει να μπούνε στα αυτοκίνητα. Λοιπόν, από κει και πέρα, τώρα είναι Δήμος Παπάγου-Χολαργού, δημοτική κοινότητα Παπάγου. Καθαρή περιοχή είναι. Δεν υπάρχουν νομίζω προβλήματα. Το μόνο πρόβλημα που είναι, είναι ότι δίδεται αντιπαροχή το παλιό οικοπεδάκι και χτίζονται τετραόροφα κτίρια και ποιος ξέρει τι θα γίνει αργότερα. Θα μπλοκάρει η αποχέτευση και λοιπά. Βέβαια, εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα. Όταν εγώ όπως είδες έχω εξαντλήσει τον συντελεστή…ήταν κάτω το ισόγειο και έχουμε χτίσει δύο ορόφους, τελειώσαμε. Ο απέναντι όμως, ο οποίος έχει ισόγειο και μόνο, σκοπεύει κάποτε να το δώσει αντιπαροχή να χτίσει. Ο συντελεστής δόμησης είναι 1 τώρα και είπε το Δημαρχείο να το κάνει 0.9. Έχουν ξεσηκωθεί αυτοί και λέει ότι «Χάνω…Κάνω…» και τα λοιπά. Είναι ένα από τα προβλήματα, τα οποία υπάρχουν και ο δήμος το έχει προτείνει. Προχωράει για γενικό πολεοδομικό σχέδιο και να γίνουν αλλαγές, τις οποίες δεν ξέρω. Εύχομαι να υπάρχω όταν τις δω να τα πούμε. Αν θέλεις κάτι άλλο, ρώτησέ με.
Θα ήθελα να σας ρωτήσω σε όλα αυτά τα ενδιαφέροντα που έχετε πει-
Μόνο λέγε τα δυνατά, γιατί-
Σε όλα αυτά τα ενδιαφέροντα που έχετε πει…όταν ήρθατε εδώ πέρα -την πρώτη δεκαετία, την πρώτη εικοσαετία- ήταν φωταγωγημένα; Είχε χωματόδρομους; Ήταν ασφαλτοστρωμένα;
Την πρώτη δεκαετία όπως είπαμε ήταν ένα εργοτάξιο με χωματόδρομους. Φωτισμοί δεν υπήρχανε. Όταν έβρεχε, γινόταν η λάσπη, έφτανε στο γόνατο και το καλοκαίρι που ήταν ξηρασία, η σκόνη πήγαινε στον αφαλό σου. Δηλαδή, η κατάσταση ήτανε παραμυθένια, ας πούμε. Παρά ταύτα, υπήρχαν μανάδες, οι οποίες λέγανε στον άντρα τους: «Τι με έφερες εδώ πέρα; Εδώ θα με φάνε [00:35:00]οι αλεπούδες». Μετά από λίγο όμως είπανε: «Είναι το καλύτερο μέρος». Κατάλαβες; Άλλη ερώτηση.
Υπήρχαν κοινοτικοί γιατροί; Αν πάθαινε κάποιος κάτι;
Όχι. Τώρα υπάρχουν. Τώρα υπάρχει υπάρχουν εθελοντές και μάλιστα και το ΝΙΜΙΤΣ, το Νοσηλευτικό Ίδρυμα Μετοχικού Ταμείου Στρατού έχει μονίμως κάποιον ταγματάρχη και πηγαίνουνε. Υπάρχει το 401 και το ΝΙΜΙΤΣ. Καλά ρώτησες. Εγώ που είμαι γιος στρατιωτικού, έχω ταυτότητα. Δηλαδή, βγάλανε ένα νόμο και τα παιδιά τα ορφανά των στρατιωτικών έχουν ταυτότητα και μπορούν να πάνε στο ΝΙΜΙΤΣ, στο 401 και σε ένα πρατήριο που έχουν εδώ πάνω για τρόφιμα. Αυτή ήταν μία κοινωνική προσφορά. Αλλά για νοσοκομεία που ρώτησες, όλοι πήγαιναν στο Νίμιτς, γιατί ήταν οι στρατιωτικοί τότε. Τώρα δεν είναι στρατιωτικοί. Τώρα είναι δεκατρείς χιλιάδες Παπαγιώτες που πάνε και ψηφίζουν, αλλά στην ουσία είναι είκοσι χιλιάδες οι δημότες. Έχουμε επτά χιλιάδες από πάνω, οι οποίοι πάνε και ψηφίζουν στην Αθήνα ή στο χωριό τους, δεν ξέρω. Άλλο.
Τηλέφωνο; Είχε στη γειτονιά;
Τηλέφωνο. Δεν υπήρχε τηλέφωνο. Για να πάρεις έπρεπε δύο χρόνια να κάνεις αίτηση και να βάλεις και πολιτικό μέσο για να μπορέσεις να σου βάλουν τηλέφωνο. Καλά ρώτησες. Υπήρχε ένα τηλέφωνο. Πες το «κοινό τηλέφωνο» στο περίπτερο απάνω και στο περίπτερο απάνω πήγαινες να πάρεις όπου ήθελες τηλέφωνο. Εκεί κατά σύμπτωση γυρίζαν και ένα κινηματογραφικό έργο ελληνικό με τη Βλαχοπούλου και ο φίλος της έπρεπε να την πάρει στο τηλέφωνο να της πει «Βγες έξω». Το γυρίζανε εκεί Αναστάσεως το έργο. Μιλάμε για την εποχή του ’57-’58. Πήγε από αυτό το τηλέφωνο και πήρε…το μόνο κοινόχρηστο που υπήρχε. Βέβαια μετά άρχισαν. Έγινε τηλεφωνικό, έγινε κέντρο και τα λοιπά. Αρχίσαμε και πήραμε και τηλέφωνο. Νερό είχε. Νερό είχανε φέρει από την αρχή και τα φώτα είχαν έρθει. Δεν είπαμε το εξής: η εξυπηρέτηση των Παπαγιωτών στα πρώτα χρόνια -όταν λέμε με την πρώτη δεκαετία που είπες, για αυτήν μιλάμε- την πρώτη δεκαετία για να πάρουν σύνταξη πήγαιναν στο Χαλάνδρι. Η εφορία η οικονομική ήταν στο Χαλάνδρι. Όλες οι υπηρεσίες, δηλαδή, που μπορούσαν να σε εξυπηρετήσουν ήταν στο Χαλάνδρι και επειδή δεν είχαν και αυτοκίνητα, πήγαιναν με τα πόδια! Ξεκίναγαν, τρώγανε μία μέρα. Μάλιστα, με είχε στείλει ο πατέρας μου να πάρω τη σύνταξή του και πήγα στο Χαλάνδρι. Είχε και εφορία. Η εφορία ήταν στο Χαλάνδρι. Δεν υπήρχε εφορία Χολαργού. Δηλαδή, μιλάμε για καταστάσεις σαν να πήγαμε στη σελήνη και κάναμε νέο τόπο εκεί και τον φτιάξαμε και έχει τα πάντα τώρα! Μέσα σε εβδομήντα χρόνια! Εβδομήντα χρόνια. Εγώ τώρα είμαι ογδόντα έξι. Ήμουνα δεκαέξι ετών.
Δυο-τρεις ερωτησούλες θα σας κάνω ακόμα. Εσείς πόσο χρονών ήρθατε εδώ;
Είχα έρθει στα δεκαέξι.
Στα δεκαέξι σας. Και σπουδάσατε; Μπήκατε στο πανεπιστήμιο;
Έδωσα εξετάσεις στο Πολυτεχνείο και ευτυχώς πέτυχα εκείνη τη χρόνια. Νόμιζα ότι κέρδισα τον κόσμο. Στη συνέχεια, -προσωπικά τώρα- έκανα μαθήματα σε παιδιά, μαθηματικά -και εδώ ο Στάθης και λοιπά- για να βγάζω κάποια φράγκα, κάποια λεφτά, γιατί και ο πατέρας δεν μπορούσε, δεν είχαν τη δυνατότητα. Τότε έκανε και μάθημα σε μία κοπέλα, την οποία γνώρισα και μετά παντρευτήκαμε, δηλαδή υπήρξε και έρωτας στα χρόνια αυτά. Αυτό το σπίτι ήταν της γυναίκας μου. Ήταν ισόγειο και χτίσαμε εμείς τον πρώτο και τον δεύτερο. Τώρα έχουμε πέντε εγγόνια. Είχαμε δύο παιδιά, αγόρι και κορίτσι. Το αγόρι είναι πολιτικός μηχανικός, η κοπέλα δασολόγος και έχουμε και πέντε εγγόνια. Ένας είναι αυτός ο μικρότερος.
Να σας ζήσουν όλα!
Ο Παύλος. Άλλο. Λέγε.
Πώς νιώσατε αυτή την ανάγκη να γράψετε βιβλίο για το προάστιο αυτό;
Έχω βγάλει. Πώς έγραψα;
Πώς το αισθανθήκατε να προβείτε σε αυτήν την πράξη;
Κοίταξε, για δύο λόγους. Καταρχάς, σαν μηχανικός ήθελα να γραφτεί. Δεύτερον, είδα ότι υπήρχαν μερικά πράγματα που δεν μου αρέσανε που είχανε γίνει εδώ και τα έγραψα -όχι στο πράσινο, στο άλλο-. Και λέει: «Οικισμός Παπάγου: Παρελθόν -αυτά που είπαμε-, παρόν -όπως είναι σήμερα- και μέλλον». Ποιο είναι το μέλλον; Εδώ είναι ένα θέμα. Θα πρέπει να κάνουμε πεζοδρόμια! [00:40:00]Δεν έχουμε πεζοδρόμια, δηλαδή η πάνω ζώνη έχει, η κάτω ζώνη στερείται πεζοδρόμιου. Δηλαδή, περπατάς είναι τα δέντρα, θα σου δείξω και τα λοιπά, πεζοδρόμια. Δεύτερον, από την Αρτέμιδος και ο Παπάγος έχει εκατόν πενήντα δρόμους. Εκατόν πενήντα δρόμους με ονόματα στρατιωτικών που έπεσαν για την πατρίδα ή ονόματα πόλεων που έγιναν μάχες και λοιπά ή μυθολογίας σου, όπως η Αρτέμιδος, Πολύμνιας, ξέρω γω. Όπως, όμως, είναι η Σαρανταπόρου. Σαρανταπόρου είναι το Σαραντάπορο που έγινε εκεί η μάχη με τους Τούρκους, ’12-’13. Λοιπόν, υπάρχει Αργυροκάστρου, όπου ήτανε στην Αλβανία και είχαμε μπει μέσα. Είναι, δηλαδή, εθνικά ονόματα. Έχει εθνική ιστορία ο Παπάγος. Εγώ προσωπικά δεν ήθελα να γίνει ενιαίος Δήμος Παπάγου. Να έμενε Παπάγος τιμητικά. Πώς είναι το Μεσολόγγι; Να έμενε και αυτό. Αλλά εν πάση περιπτώσει, για λόγους οικονομίας και τα λοιπά…άλλα μη νομίζεις ότι κάνουν οικονομία. Το δημαρχείο το κτιρίου υπάρχει, δουλεύει, φώτα. Δεν το πουλήσανε. Εν πάση περιπτώσει, αγαπητέ φίλε, δεν γίνεται τίποτα. Δεν μπορείς να σταματήσεις το ποτάμι. Και αντιπαροχές θα δοθούνε και κτίρια θα γίνονται. Το μόνο που θα πρέπει να υπάρχουν κάποιοι πεζόδρομοι, να υπάρχουν...αν πας τώρα στην εκκλησία εδώ Ανάσταση που λέμε, θα δεις τη μάντρα χαλασμένη. Δεν είναι σωστό. Εκείνο, λοιπόν, τώρα που είπαμε για τη μάντρα -είδες ξεχάσαμε- είναι ότι όταν έρχονται το καλοκαίρι, περνάνε από την Αρτέμιδος, ανεβαίνουν την Κορυτσάς και πάνε στο θέατρο. Το «Θέατρο Παπάγου» είναι ένα υπέροχο θεατράκι, το οποίο είχαμε φτιάξει το ’73 με τις θέσεις και τα λοιπά, το οποίο στην αρχή δεν δούλευε, δεν έκανε τίποτα. Λοιπόν, επί Ξύδη δημάρχου ζωντάνεψε και κάθε καλοκαίρι δεν βρίσκεις θέση να πας. Έχει φίρμες, έχουν αυτό, είναι δηλαδή ένα ωραιότατο σημείο συνάντησης και διασκέδασης-
Σφύζει από ζωή.
Το θέατρο.
Έχει πολλή ζωή! Είναι πολύ ωραία.
Ναι είναι ωραία. Έχει και το «Ρομάντζο». Και το βράδυ δηλαδή μπορείς να πας. Δηλαδή, τώρα από ότι είδα οι Παπαγιώτες μαζεύονται στο «Verde», μαζεύονται και στην Άρτεμις και σε λίγο εκεί που είναι ο Αϊ-Γιώργης ήταν η λέσχη των Αποστράτων. Η λέσχη των Αποστράτων το δώσανε και το πήρε αυτός που έχει το «Verde» -εταιρεία είναι αυτή- και άρχισαν να κάνουν εργασίες ανακαίνισης και τους κάνανε ασφαλιστικά μέτρα οι γείτονες και τώρα τρέχουν να βρουν περιβαλλοντολογικές μελέτες και λοιπά και λοιπά και έχει σταματήσει. Είναι αυτά που σου ’λεγα ότι γίνονται μερικά πράγματα χωρίς να συνεννοηθούμε, αλλά από την άλλη μεριά είναι δυνατόν οι διάφοροι να συμφωνήσουν; Δεν συμφωνούν. Ένα περίπτερο αν θες να βάλεις εδώ, θα αντιδράσουν, θα υπάρξει αντίδραση. Αλλά αυτά πρέπει να γίνονται συνεννοήσεις, δηλαδή να καλέσει ο δήμαρχος τη δημαρχεία και να πει: «Παιδιά, το πρόγραμμα το οποίο έχω φέτος είναι αυτό. Μέσα σε έναν μήνα να μου πείτε τις απόψεις σας». Θα υπάρξουν καλές προτάσεις. Δεν θα υπάρξουν. Αυτά. Άλλο.
Μια τελευταία ερώτηση, αν θέλετε να απαντήσετε.
Λέγε.
Το προάστιο αυτό δημιουργήθηκε από τον ΑΟΟΑ απευθυνόμενο σε ένα συγκεκριμένο κοινό...
Προκειμένου να στεγαστούν οι αξιωματικοί των Ενόπλων Δυνάμεων και οι αστυνόμοι.
Ακριβώς. Εσείς γίνατε ποτέ μάρτυρας…να δημιουργεί πολιτικές εντάσεις;
Καμία, καμία. Προς έπαινο του Χολαργού που δεν αντέδρασαν. Δηλαδή, δεν αντέδρασαν οι κάτοικοι του Χολαργού να πουν: «Εδώ θα φορτωθεί περιοχή» και τα λοιπά. Αντίθετα, ωφελήθηκαν τα μαγαζιά -όπως σου είπα ο φίλος το πρωί πήγε και αγόρασε-. Ωφελήθηκαν τα μαγαζιά. Δεν υπήρξε καμία αντίδραση και αυτό. Βέβαια, Παπάγος-Χολαργός έχουν διαφορά. Δεν κατάφεραν να ενωθούν. Και βάζω το εγώ τώρα τι να κάνουμε υποχρεωμένος. Όταν γκρέμισαν τον φούρνο και θέλανε να κάνουν πολιτιστικό, τους προτείναμε να γίνει παιδικός σταθμός και νηπιαγωγείο που να δέχεται Παπαγιωτάκια και Χολαργιοτάκια για να αρχίσει η κοινωνία να ενώνεται. Κατάλαβες; Τελικά, το συμβούλιο επικρατείας… νικήσαμε το συμβούλιο επικρατείας και ξέρεις γιατί νικήσαμε; Γιατί είχε υπογράψει το διάταγμα ο υπουργός Δημοσίων Έργων και όχι ο Πρόεδρος της Δημοκρα[00:45:00]τίας, το φαντάζεσαι; Δηλαδή, για διαδικαστικά θέματα το χάσανε αυτοί. Λοιπόν, και επανέφερε ο ίδιος δήμαρχος, προς τιμήν του, κατάλαβε και το επανέφερε και ψηφίστηκε και βγήκε και σφραγίδα να γίνει παιδικός σταθμός και νηπιαγωγείο. Αν είχε γίνει τότε, θα πήγαινες εσύ εκεί και δεν θα ήσουνα κάπου αλλού. Το καταφέραμε και αυτό. Δηλαδή, θα γίνει κάποτε -αν βρουν τα λεφτά- νηπιαγωγείο. Καμία αντίδραση δεν υπήρχε -είναι γνωστή αυτή- και στο βιβλίο αυτό που γράφω, γράφω...από κει ξεκίνησε το βιβλίο «Μην τυχόν ο Παπάγου καταντήσει». Η λέξη «καταντήσει» και θέλησα…και για αυτό έγραψα παρελθόν, παρόν και μέλλον…να προσεχθεί το μέλλον. Τα βιβλία τα πήγα στο δημαρχείο και τα έδωσα και στον Ξίδη. Προχθές, είδα ένα δημοσίευμα από το Ψυχικό να λέει: «Το Ψυχικό έκανε κάποια βιβλία και τα έκανε παρουσίαση, ενώ αντίθετα ο Δήμος Παπάγου-Χολαργού παρά του ότι πήρε τα βιβλία...». Κάποια κυρία το έγραψε εκεί πέρα. Εγώ δεν έγραψα τα βιβλία για να τα πουλήσω. Εγώ έγραψα τα βιβλία για να υπάρχει ιστορία! Έπρεπε κάποιος να τη γράψει και έτυχε σε μένα να τη γράψω, γιατί ήμουνα μηχανικός. Μία και είχα ζήσει από τους πρώτους Παπαγιώτες και έγραψα αυτά τα βιβλία. Άκου πρώτα και αν θες μαγνητοφώνησέ το. Το 1963, όταν είχα τελειώσει μηχανικός, πήρα μία δουλειά στην Μάνη. Μία μέρα με έπιασε βροχή φοβερή στο ύπαιθρο. Τρέχω, βρίσκω μία ρεματιά, κατεβαίνω και βρίσκω μία σπηλιά. Μπαίνω μες στη σπηλιά. Τώρα δεν σκέφτηκα ότι το ρέμα μπορεί να κατεβάσει νερά, γιατί είχε και υψόμετρο. Μπαίνω σε μία σπηλιά και δίψαγα πάρα πολύ και κοιτάω πάνω από την οροφή να πέφτουν σταγόνες νερού μέσα σε μία πέτρα καρούτα. Σκύβω -γιατί δίψαγα πολύ- και εκεί είχανε προηγηθεί κατσίκες και είχανε...δεν βαριέσαι, το πίνω. Η Μάνη τότε δεν είχε νερό, δεν είχε συγκοινωνία, δεν είχε τηλέφωνο, δεν είχε τίποτα. Ήταν ρημαγμένος τόπος. Πήγα μετά από χρόνια, γιατί έτυχε ο γιος μου να γνωρίσει μία κοπέλα που ήταν ο πατέρας της από τη Μάνη και αυτή παντρεύτηκε τελικά…λοιπόν, και είδα την αλλαγή. Υπήρχαν δρόμοι, υπήρχε τηλέφωνο, υπήρχε νερό, υπήρχε τουρισμός. Μία τεράστια αλλαγή από το ’63 μέχρι το ας πούμε ’23 για να φύγει η δουλειά είναι εξήντα χρόνια. Λοιπόν, έγραψα ένα βιβλίο. «Σταγόνες νερού» είναι ότι ο τίτλος, όπου εκεί μπαίνει το μυθιστόρημα. Αυτά που σου είπα ήταν τα αληθινά, τώρα είναι η φαντασία. Δεν είμαι εγώ τώρα…είναι ο Άγις που λες και εσύ. Ο Άγις, λοιπόν, έχει ανάψει φωτιά, είχε σπίρτα και λοιπά. Ξαφνικά, βλέπεις στην είσοδο της σπηλιάς μία κοπέλα. Φαντασία είναι αυτά. Μία κοπέλα της λέει: «Μπες μέσα γρήγορα, θα παγώσεις». Μπαίνει αυτή μέσα και του μιλάει Εγγλέζικα. Του λέει: «Λοιπόν, είμαι από την Αγγλία και ήρθα να κάνω διδακτορικό στη Μάνη για τις σπηλιές -έχει σπηλιές η Μάνη κι άλλες- και με έπιασε βροχή». Ο Άγις, λοιπόν, -Άλκη τον λέω εγώ-, της λέει: «Πάρε το πουκάμισό μου, πάρε το κοντό μου παντελόνι, γιατί θα παγώσεις». Της τα δίνει, λοιπόν. Γυρίζει από δω να μην βλέπει. Μπαίνει το μυθιστόρημα τώρα. Την ώρα που το ‘βάζε το κουμπί του πουκαμίσου, ακουμπάει στα μαλλιά, κάνει «Αα» αυτή, γυρίζει την κοιτάει...για να δείξουμε λίγο το....κάθονται και συζητάνε οι δυο τους τώρα. Ο Άγις ξέρει για τα σπήλαια, ξέρει για την Μάνη. Έχεις πάει κάτω;
Έχω πάει μια φορά.
Έχεις πάει μια φορά...της μιλάει για την Αλεπότρυπα, εκεί που είναι όλα αυτά... Εντυπωσιάζεται αυτή, αλλά σταματάει η βροχή και πρέπει να χωρίσουνε. Του λέει αυτή: «Εγώ θα πάω στο προάστιο». Της λέει αυτός: «Εγώ θα πάω στον Πύργο». Της είπε, λοιπόν, ότι ήταν αρραβωνιασμένος και θα παντρευτεί και έτσι κρατήθηκαν. Λοιπόν, μυθιστόρημα έτσι. Λοιπόν, η κοπέλα περιγράφει την κατάσταση το ’63 που είδε…χωρίς νερό, χωρίς φως, χωρίς τηλέφωνο, χωρίς τίποτα[00:50:00] και επανέρχεται μετά το ’18. Το 2018 κατεβαίνει στο αεροδρόμιο του Βενιζέλου, κοιτάει το αεροδρόμιο -οι αλλαγές που σε ενδιαφέρουν-, την Ελευσίνος-Κορωπί-Μαρκόπουλο-Ελευσίνος, την Περιφερειακή Υμηττού και καταλήγει στου Άγι το σπίτι, όπου είχε ενημερωθεί η κοπέλα ότι έρχεται με τον άντρα της και τις δύο εγγονές. Συζητάνε για το παρελθόν και τέτοια και ξαναπάει στην Μάνη η κοπέλα. Περιγράφει τώρα τι είδε πλέον…αυτά και εκείνα και τα άλλα. Βρίσκει και την οικογένεια του Άγι, κάνουν και ένα πάρτι και φεύγουνε πλέον για την Αγγλία. Μόλις φτάσαμε στην Αγγλία πήρανε μες στο τηλέφωνο να τους πούνε ότι φτάσανε, δηλαδή για να δείξει ότι η παρέα...όλο ήταν φαντασία αυτό. Το μόνο αληθινό ήταν η σπηλιά. Η σπηλιά ήταν αλήθεια. Από κει μου ήρθε και σου λέω λοιπόν για τις αλλαγές των πόλεων. Είναι ωραίο αυτό... Αυτά.
Είναι πάρα πολύ ωραίος ο παραλληλισμός. Κύριε Χρήστο, σας ευχαριστώ πάρα πολύ και προσωπικά.
Τίποτα, ότι χρειαστείς. Και πολεοδομικά, καμιά βοήθεια, εάν χρειαστείς κάτι.