© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Η δολοφονία της Ζωής Δαλακλίδου

Κωδικός Ιστορίας
9983
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Ελένη Δαλακλίδου (Ε.Δ.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
27/10/2020
Ερευνητής/τρια
Μαρία Μπατζιομήτρου (Μ.Μ.)

[00:00:00]

Μ.Μ.:

Πώς ονομάζεσαι;

Ε.Δ.:

Ονομάζομαι Ελένη Δαλακλίδου.

Μ.Μ.:

Είναι Τρίτη 27 Οκτωβρίου του 2020, βρισκόμαστε στη Θεσσαλονίκη με την Ελένη Δαλακλίδου. Ονομάζομαι Μαρία Μπατζιομήτρου, είμαι ερευνήτρια στο Istorima και ξεκινάμε.

Μ.Μ.:

Από πού κατάγεσαι Ελένη;

Ε.Δ.:

Κατάγομαι από την Ξάνθη, αλλά τα τελευταία χρόνια ζω στη Θεσσαλονίκη. 

Μ.Μ.:

Πόσα χρόνια ζεις στη Θεσσαλονίκη;

Ε.Δ.:

Είμαι περίπου δέκα χρόνια εδώ πέρα.

Μ.Μ.:

Γιατί αποφάσισες να έρθεις να ζήσεις στη Θεσσαλονίκη;

Ε.Δ.:

Λόγω σπουδών. Ήθελα να φύγω κι από την Ξάνθη, κι έτσι ήρθα εδώ πέρα με αφορμή κάποια σχολή που έψαξα να βρω.

Μ.Μ.:

Πριν πόσα χρόνια ήρθες στη Θεσσαλονίκη;

Ε.Δ.:

Το 2009 συγκεκριμένα. 

Μ.Μ.:

Είπες ότι βρήκες μια σχολή και ήρθες στη Θεσσαλονίκη. Ποιά σχολή ήτανε;

Ε.Δ.:

Πήγα σ’ ένα ΙΕΚ δημόσιο για… Βοηθός διαιτολόγου ήταν η ειδικότητά μου. Ουσιαστικά, ειδικός εφαρμογών διαιτητικής λεγότανε αλλά ήμουνα… Βγήκαμε ως βοηθοί διαιτολόγου.

Μ.Μ.:

Τώρα στο παρόν με τι ασχολείσαι;

Ε.Δ.:

Δουλεύω στο "Cosmos", στο εμπορικό. Είμαι στα φαγάδικα, στην εστίαση ουσιαστικά δουλεύω, τα τελευταία τρία χρόνια. 

Μ.Μ.:

Ασχολείσαι παράλληλα και με κάτι άλλο;

Ε.Δ.:

Ασχολούμαι με τον χορό. Κάνω πάρα πολλά χρόνια χορό. Εδώ στη Θεσσαλονίκη απλά ασχολήθηκα παραπάνω επαγγελματικά. Έχω δώσει κάποια πτυχία. Και αγωνιστικά.

Μ.Μ.:

Το ενδιαφέρον σου για το χορό πώς προέκυψε;

Ε.Δ.:

Από μικρή έκανα μπαλέτο στην Ξάνθη και όταν ήρθα εδώ στη Θεσσαλονίκη ήθελα να ασχοληθώ με κάτι διαφορετικό πάνω στον τομέα του χορού κι έτσι αποφάσισα να μπω στο περιβάλλον του λάτιν. Σ’ αυτό το είδος.

Μ.Μ.:

Οπότε ασχολείσαι αρκετά χρόνια και με το λάτιν.

Ε.Δ.:

Ναι με το λάτιν και με τους ευρωπαϊκούς, κυρίως.

Μ.Μ.:

Μου είπες ότι κατάγεσαι από την Ξάνθη. Πες μου λίγα πράγματα για την οικογένειά σου.

Ε.Δ.:

Οι γονείς μου ζούνε στην Ξάνθη. Έχουμε μία οικογενειακή επιχείρηση, του μπαμπά μου είναι. Του μπαμπά μου, του θείου μου, τέλος πάντων. Οι γονείς μου ζούνε εκεί πέρα.

Μ.Μ.:

Αδέρφια έχεις;

Ε.Δ.:

Έχω άλλα… Ήμασταν τέσσερα αδέρφια. Πλέον είμαστε τρεις.

Μ.Μ.:

Τα αδέρφια σου ζουν στη Θεσσαλονίκη μαζί σου;

Ε.Δ.:

Όχι. Ο αδερφός μου, ο ένας, ζει στην Αθήνα. Είναι στρατιωτικός. Και ο άλλος μου αδερφός είναι στην Ξάνθη, που έχει αναλάβει την οικογενειακή μας επιχείρηση.

Μ.Μ.:

Μου είπες ότι ήσασταν τέσσερα αδέρφια και μείνατε τρεις… 

Ε.Δ.:

Ναι. Είχα και μία αδερφή. Είχαμε μία αδερφή με την οποία ζούσαμε μαζί, εδώ, στη Θεσσαλονίκη. Όταν ήρθα εδώ πέρα ήμουνα μαζί της…

Μ.Μ.:

Η αδερφή σου σπούδαζε κι εκείνη στη Θεσσαλονίκη;

Ε.Δ.:

Ναι. Είχε τελειώσει ήδη μία σχολή στην Ξάνθη και ήρθε κι εδώ πέρα στη Θεσσαλονίκη και τελείωσε μία ακόμα σχολή, με τη γραφιστική. Παράλληλα, έψαξε και για δουλειά και έμεινε κι αυτή εδώ πέρα. Κι έτσι ακολούθησα κι εγώ μετά από λίγα χρόνια. 

Μ.Μ.:

Άρα ζούσατε με την αδερφή σου για κάποια χρόνια μαζί στη Θεσσαλονίκη.

Ε.Δ.:

Ναι.

Μ.Μ.:

Με τι ασχολούταν η αδερφή σου;

Ε.Δ.:

Ήτανε γραφίστρια. Κυρίως με σχέδιο ασχολιότανε, αλλά παράλληλα δούλευε και σ' εφημερίδες. Έχει δουλέψει και σαν ταμίας, σ’ ένα μπαρ-ρέστοραν. Αλλά πιο πολύ η έμπνευσή της ήταν η ζωγραφική. Μ’ αυτό ασχολιότανε. Αυτό της άρεζε. 

Μ.Μ.:

Οπότε ζωγράφιζε…

Ε.Δ.:

Ναι πάρα πολύ.

Μ.Μ.:

Ποιό ήταν το όνομα της αδερφής σου;

Ε.Δ.:

Ζωή Δαλακλίδου.

Μ.Μ.:

Μου είπες ότι η αδερφή σου δε βρίσκεται πλέον εν ζωή…

Ε.Δ.:

Όχι.

Μ.Μ.:

Τι συνέβη; 

Ε.Δ.:

[00:05:00]Δυστυχώς την… Έχει σκοτώσει ένας, ο οποίος βασικά την βίασε και την έβαλε φωτιά, για να καλύψει τα ίχνη του, για να μην αποκαλυφθεί το τι της έκανε και φανεί το dna του κάπου.

Μ.Μ.:

Αυτό το περιστατικό πότε συνέβη;

Ε.Δ.:

Συνέβη 27 Δεκεμβρίου του 2012 στην Ξάνθη. Συγκεκριμένα κάτω από το σπίτι μας.  

Μ.Μ.:

Πάμε λίγο στον Δεκέμβριο του 2012. Βρισκόσασταν με την Ζωή στη Θεσσαλονίκη. 

Ε.Δ.:

Ήμασταν Θεσσαλονίκη και λόγω Χριστουγέννων αποφασίσαμε να ‘ρθούμε στην Ξάνθη να γιορτάσουμε οικογενειακά. Εγώ ήρθα νωρίτερα, μετά από λίγο ακολούθησε και η Ζωή. Γιορτάσαμε τα Χριστούγεννα, πάντα οικογενειακά, ήμαστε όλοι μαζί. Την επόμενη μέρα πήγαμε στο χωριό μας. Και μετά το βράδυ, και ξημερώματα της 27ης, δε γύρισε ποτέ στο σπίτι. Και κάπως έτσι σταμάτησε να ζει… Τέλος πάντων, ανακαλύψαμε ότι δεν ζει πλέον η αδερφή μου. 

Μ.Μ.:

Τι θυμάσαι από εκείνες τις μέρες των γιορτών;

Ε.Δ.:

Γενικά τα Χριστούγεννα και όλες αυτές οι γιορτές είναι τέρμα οικογενειακά, οπότε ήμασταν όλοι μαζί, εξ ου και τ' ότι πήγαμε στο χωριό. Πήγαμε για να δούμε τους συγγενείς μας και τα ξαδέρφια μας. Όλη μέρα έξω, 'ντάξει γιορτές είναι, λογικό. Και απλά συνέβη χωρίς να καταλάβει κανένας τίποτα.

Μ.Μ.:

Θυμάσαι πώς ήταν η Ζωή εκείνες τις μέρες; 

Ε.Δ.:

Ήταν όπως ήταν πάντα. Γενικά η αδερφή μου ήταν πιο κλειστός χαρακτήρας, δεν εξέφραζε τα συναισθήματά της κι ό,τι μπορεί να ένιωθε. Εκείνες τις μέρες είχε - αν όχι εκείνες τις μέρες - εκείνη τη μέρα συγκεκριμένη έδειχνε κάποια σημάδια, που δε θα τα έβλεπα αλλιώς άμα δε γινόταν αυτό το περιστατικό. Εννοώ ότι ήταν πιο εγκάρδια με τους συγγενείς μας, τους χαιρέτησε, σαν να τους χαιρέτησε όλους, αγκάλιαζε περισσότερο απ’ ότι θα έκανε κάθε άλλη φορά. Και… Γενικά, όμως, ήτανε φυσιολογική. Δεν θυμάμαι κάτι περίεργο. 

Μ.Μ.:

Είπες ότι εκείνη τη μέρα είδες κάποια σημάδια.

Ε.Δ.:

Ναι. Η αδερφή μου γενικά, οκ ναι, μπορεί να τους αγαπούσε όλους και τέτοια αλλά της αγκαλιάς, οκ, δεν ήτανε τόσο. Εκείνη τη μέρα, για κάποιο λόγο, αγκάλιασε πολύ σφιχτά την αδερφή της γιαγιάς μου, σαν να την αποχαιρετούσε. Όταν πήγαμε στη θεία μου, έλειπε ο μικρός μας ο ξάδερφος και τον περίμενε να επιστρέψει για να τον χαιρετήσει. Λες και δε θα τον ξαναέβλεπε, σαν να ένιωθε ένα τέτοιο πράγμα.

Μ.Μ.:

Το περιστατικό συνέβη το βράδυ της 27ης –

Ε.Δ.:

Τα ξημερώματα.

Μ.Μ.:

Τα ξημερώματα. Η Ζωή είχε βγει έξω εκείνο το βράδυ;

Ε.Δ.:

Ναι, μόλις γυρίσαμε απ' το χωριό, μας άφησε ο μπαμπάς μας κάτω, στο κέντρο της πόλης μας για να βγούμε. Εκεί πέρα ήτανε η παρέα μου που με περίμενε, χαιρετηθήκαμε, χωριστήκαμε. Η αδερφή μου πήγε με την κολλητή της έξω κι εγώ ήμουνα κάπου αλλού. Και απλά εγώ γύρισα νωρίτερα στο σπίτι και η αδερφή μου εν τέλει δεν επέστρεψε ποτέ.

Μ.Μ.:

Μπορείς να μου πεις τι θυμάσαι από κείνο το βράδυ;

Ε.Δ.:

Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι είχα το τελευταίο της μήνυμα που μου έστειλε να πάω να τη βρω – που δεν πήγα εν τέλει – και απλά κοιμήθηκα. Και θυμάμαι να ξυπνάω από φωνές ή μπορεί κι από ένστικτο, δε ξέρω πως ξύπνησα πραγματικά. Είχε κάτι φωτιές στην πιλοτή μας. Αναρωτιόμασταν το τι συνέβη, γιατί δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι γινότανε. Υπήρχανε δύο εστίες φωτιάς. Η μία ήτανε τα μηχανάκια, η άλλη ήτανε η αδερφή μου. Δε φαινότανε ότι ήταν η αδερφή μου, δε φαινόταν καν ότι υπήρχε κάτι σε άνθρωπο εκεί πέρα γιατί είχε φυλλωσιές, οπότε υποθέσαμε ότι ήτανε τα φύλλα που πήρανε φωτιά κάπως. Και κάποιος γείτονάς μας από την διπλανή πολυκατοικία έριξε νερό, έριξε έναν κουβά με νερό, ο οποίος ήταν αυτός που έσβησε την αδερφή μου κι εκεί φώναξε ότι βρίσκεται κάποιος άνθρωπος. Ο μπαμπάς μου με τον αδερφό μου είχανε κατέβει κάτω για να σβήσουνε, ήδη, τα μηχανάκια, που είχανε πάρει και την Πυροσβεστική, βέβαια, τηλέφωνο αλλά μέχρι να έρθει. Και όταν πήγε ο μπαμπάς μου να μπει ξανά στο σπίτι μας είδε στην πολυκατοικία, στην είσοδο, τα κλειδιά της αδερφής μου πάνω στην εξώπορτα. Κι έτσι καταλάβαμε ότι ο άνθρωπος αυτός που [00:10:00]καιγόταν ήταν η αδερφή μου.

Μ.Μ.:

Ο δράστης την εντόπισε στο δρόμο όπως γύριζε στο σπίτι της;

Ε.Δ.:

Ναι, την είχε δει ήδη από το μαγαζί απ’ ότι μας είπε. Και καθώς… Όταν γύριζαν η αδερφή μου με την κολλητή της χωρίστηκαν. Αυτός προφανώς έπεσε πάνω της ή κάτι τέτοιο που την είδε, την στάμπαρε, πήγε να την μιλήσει. Κι ενώ ήτανε και μεθυσμένος κι αυτά, την εξανάγκασε να πάει μαζί του.

Μ.Μ.:

Γίνεται αυτό το βράδυ. Πώς έφτασε η αστυνομία στα ίχνη του;

Ε.Δ.:

Ήταν ήδη σεσημασμένος, είχε ξανακάνει μία απόπειρα βιασμού, στον οποίο, βέβαια, αφέθηκε ελεύθερος γιατί η κοπέλα την είχε πάρει πίσω την καταγγελία. Και βρήκανε τα αποτυπώματά του πάνω σ’ ένα αμάξι, εκεί δίπλα στην πιλοτή. Και τον βρήκανε μετά από λίγες ώρες. Τον εντόπισαν αμέσως. Πήγαν στο σπίτι του. Εκεί βρήκανε το κινητό της πάνω στο πατάρι κι έτσι κατάλαβαν ότι ήτανε σίγουρα αυτός.

Μ.Μ.:

Και μετά τι έγινε;

Ε.Δ.:

Μας πήρε η αστυνομία, 'ντάξει τρέχαμε φυσικά εκείνη τη μέρα συνέχεια. Δεν κάναμε κάτι άλλο. Πήγα εγώ μετά για κατάθεση ξανά. Βασικά πήγα για αναγνώριση για το κινητό, για να είμαι σίγουρη. Μου τον έδειξαν σε φωτογραφία για να δουν αν τον ξέρω. Δεν τον ήξερα. Ούτε η αδερφή μου τον γνώριζε, γιατί η αδερφή μου ζούσε πάρα πολλά χρόνια στη Θεσσαλονίκη, οπότε δεν είχε παρέες στην Ξάνθη. Ερχότανε μόνο στις γιορτές και το καλοκαίρι, που πηγαίναμε στο χωριό μας. Οπότε ήτανε κάτι τελείως τυχαίο όλο αυτό το γεγονός που έγινε. 

Μ.Μ.:

Αυτός ήτανε μόνιμος κάτοικος Ξάνθης;

Ε.Δ.:

Ναι. Ήτανε κάτοικος. Ζούσε εκεί στη γειτονιά μας, είχε ένα μανάβικο πιο κάτω απ' το σπίτι μας, το οποίο, φυσικά, την επόμενη μέρα το πρωί πήγε και το άνοιξε κανονικά σαν να μη συνέβη τίποτα, σαν να μην έκανε ποτέ κάτι, θεωρώντας – μάλλον λέγοντας – κι υποστήριζε ότι δε θυμόταν το τι έχει κάνει.

Μ.Μ.:

Μετά από πόσο χρονικό διάστημα έγινε το δικαστήριο; 

Ε.Δ.:

Σχεδόν ένα χρόνο, μετά από έντεκα μήνες συγκεκριμένα.

Μ.Μ.:

Και ποιά ήταν η απόφαση του δικαστηρίου-

Ε.Δ.:

Η απόφαση ήταν ισόβια κάθειρξη συν 25 χρόνια, για ανθρωποκτονία, βιασμό, εμπρησμό κι ότι έκλεψε το κινητό της αδερφής μου.

Μ.Μ.:

Πώς ένιωσες μετά το πρώτο δικαστήριο;

Ε.Δ.:

Ήταν πολύ περίεργα γιατί πρώτη φορά… Βασικά ήταν περίεργα γιατί έπρεπε να κάνουμε κατάθεση. Και ειδικά σ’ εκείνη την ηλικία που ήμουνα, ήταν πολύ περίεργο και πρωτόγνωρο για μένα. Και επίσης το γεγονός ότι βλέπαμε αυτόν τον άνθρωπο και τον έβλεπα πρώτη φορά στη ζωή μου εκείνη τη μέρα. Αυτό ήταν το πιο περίεργο συναίσθημα.

Μ.Μ.:

Πόσο χρονών ήσουν τότε;

Ε.Δ.:

Ήμουνα 22 στα 23.

Μ.Μ.:

Ένιωσες μέσα σου κάποια δικαίωση με την απόφαση του πρώτου δικαστηρίου; 

Ε.Δ.:

Ναι, εννοείται. Οι δικαστές ήταν πολύ κάθετοι σε όλο αυτό. Δηλαδή, όσο και να προσπάθησε να δικαιολογηθεί, ακόμα και το γεγονός ότι, ζήτησε να του κάνουνε, να τον εξετάσει ψυχίατρος και τα λοιπά και αρνήθηκε το δικαστήριο. Εννοείται ότι ένιωσα δικαίωση γιατί δεν του αναγνώρισαν κανένα ελαφρυντικό, ακόμη και το γεγονός ότι θεωρούσε τον εαυτό του μεθυσμένο, δεν του αναγνωρίστηκε ποτέ. Γιατί ένας μεθυσμένος άνθρωπος δεν μπορεί να κάνει όλ' αυτά που έχει κάνει αυτός. Όλες αυτές τις κινήσεις που έκανε.

Μ.Μ.:

Στις 9 Απριλίου του 2019 γίνεται ένα δεύτερο δικαστήριο. Για ποιό λόγο;

Ε.Δ.:

Γίνεται το Εφετείο. Αυτό θεωρητικά είναι αναγκαστικό να γίνει ξανά. Πρέπει να… Για να βγει η οριστική απόφαση ουσιαστικά. Η δίκη ξαναέγινε απ’ την αρχή, έχουμε πει ξανά τα ίδια πράγματα. Αυτός λίγο ψιλό-άλλαξε τις… Όλ' αυτά που… Την κατάθεσή του, αλλά ακόμα κι εκεί πέρα δεν του αναγνωρίστηκε πάλι κανένα ελαφρυντικό. Ίσα-ίσα ακόμα και οι εισαγγελείς και οι δικαστές ήταν πολύ νευριασμένοι μαζί του, για το θράσος και για όλη αυτή [00:15:00]την ψυχραιμία που είχε. Για να πει ότι… Για να πει και να κάνει όλα αυτά που έκανε τέλος πάντων.

Μ.Μ.:

Οπότε η ποινή δεν άλλαξε;

Ε.Δ.:

Η ποινή δεν άλλαξε καθόλου. Ο εισαγγελέας πρότεινε πάλι την ίδια ποινή, ισόβια κάθειρξη συν 25 χρόνια.

Μ.Μ.:

Πώς ένιωσες μετά το δεύτερο δικαστήριο; 

Ε.Δ.:

Δεν ξέρω αν ένιωσα ανακουφισμένη αλλά το γεγονός πάλι ότι μας τάραξε, μας ενόχλησε το ότι έπρεπε να ξαναγίνει δικαστήριο. Βέβαια ήταν αναγκαστικό, γιατί αλλιώς θα μπορούσε να βγει νωρίτερα αν δε γινόταν το Εφετείο. Θα έπρεπε να γίνει μέσα σ' αυτά τα εφτά χρόνια, που είχανε περάσει τότε. Πάλι ανακουφισμένη ένιωσα, ήμουν πολύ σίγουρη ότι δεν θα άλλαζε κάτι. Δεν γίνεται να αλλάξει μία ποινή, μ’ ένα τέτοιο έγκλημα που έγινε. 

Μ.Μ.:

Τον Οκτώβριο του 2020 γίνεται ένα τρίτο δικαστήριο.

Ε.Δ.:

Αυτός, προφανώς, δεν του άρεσε η ποινή του και μέσα σε όλο αυτό το διάστημα έτρεξε και πήγε… Έφτασε μέχρι τον Άρειο Πάγο, για να μειώσει την ποινή του, αλλά όχι για να αφεθεί ελεύθερος. Οπότε στις 15 Ιανουαρίου του 2020 έγινε μία ακόμη δίκη στον Άρειο Πάγο, για την αναίρεση που επικαλέστηκε για το Εφετείο για νομικά… Για νομικά θέματα, όχι τόσο για την ποινή του, όσο για θέματα δικαστηρίου. Όπου ο Άρειος Πάγος αποφάσισε ότι πρέπει να ξαναγίνει δικαστήριο, ξανά για την ποινή του. Οπότε 6 Οκτωβρίου έγινε ξανά ένα δικαστήριο, στην οποία, φυσικά, με τον καινούριο νόμο μειώθηκε η ποινή του. Παρόλ' αυτά τα ισόβια δεν έσπασαν, οπότε η ισόβια κάθειρξη παρέμεινε και μειώθηκαν τα υπόλοιπα χρόνια φυλάκισής του.

Μ.Μ.:

Ποιά ήταν τα συναισθήματά σου και η αντίδρασή σου μετά απο την τρίτη φορά που αναγκάστηκες να παρευρεθείς στο δικαστήριο; 

Ε.Δ.:

 Την Τρίτη φορά θεωρώ ότι θύμωσα. Θύμωσα που έπρεπε να τον ξαναδώ, θύμωσα που έπρεπε να ξαναζήσω όλο αυτό το πράγμα, θύμωσα που άλλαξαν οι νόμοι και ήξερα ότι αναγκαστικά θα έπρεπε οι δικαστές να του μειώσουνε κάποια ποινή. Θύμωσα πάρα πολύ με όλο αυτό. Αλλά, παρόλ' αυτά, το δικαστήριο ήταν ανένδοτο, παρόλο που επικαλέστηκε κάποια ελαφρυντικά, το γεγονός, ας πούμε, ότι παντρεύτηκε και ήθελε μία δεύτερη ευκαιρία στη ζωή. Το δικαστήριο ούτε αυτό του το αναγνώρισε και παρέμεινε στην υψηλότερη ποινή που μπορούσαν να του δώσουνε, ακόμα και με τα καινούρια τα δεδομένα.

Μ.Μ.:

Ήθελε μία δεύτερη ευκαιρία στη ζωή. Ακούγοντάς το αυτό πώς νιώθεις;

Ε.Δ.:

Ακούγοντάς το αυτό, δε ξέρω αν ήτανε αστείο ή αν ήθελα απλά να θυμώσω κι άλλο. Δεν μπορείς να ζητάς μία δεύτερη ευκαιρία, όταν έχεις κάνει ένα κακό σ’ έναν τέτοιον άνθρωπο που δεν τον άφησες να έχει μία δεύτερη ευκαιρία. Δηλαδή, και η αδερφή μου θα μπορούσε να ήθελε να κάνει οικογένεια. Δεν την άφησες όμως. Εσύ γιατί να θέλεις να κάνεις οικογένεια; Δεν το καταλαβαίνω αυτό. Δηλαδή, έχεις κάνει κάτι, πάρε την ποινή σου και τελείωσε η υπόθεση για σένα. Δέξου αυτό που έχεις κάνει. Με το να προσπαθείς να βγεις έξω, κάνεις χειρότερα τα πράγματα για σένα.

Μ.Μ.:

Μετά από οχτώ χρόνια και μετά από τρία συνεχή δικαστήρια πιστεύεις ότι με κάποιον τρόπο υπήρξε ή μπορεί να υπάρξει μία δικαίωση για όσα συνέβησαν στη Ζωή; 

Ε.Δ.:

Θεωρώ πως ναι, γιατί έχουμε τρέξει όλοι γι' αυτήν, έχουμε φωνάξει γι' αυτήν, έχουμε μιλήσει γι' αυτήν, απ’ τη στιγμή που δεν μπορεί να μιλήσει η ίδια, και να πει όλα αυτά που έχει ζήσει… Οπότε ναι, μια ηθική δικαίωση υπάρχει σίγουρα. Κατά τ' άλλα, ο Θεός ξέρει και θα κρίνει αυτός για το ποιά είναι η σωστή δικαίωση. Αλλά πιστεύω ότι η ψυχή της θα έχει ηρεμήσει, έστω και λίγο, μετά από όλο αυτό. Κυρίως για την ταλαιπωρία που έχουμε τραβήξει εμείς. 

Μ.Μ.:

Τι θυμάσαι από την Ζωή;

Ε.Δ.:

Η Ζωή ήτανε απ’ τους πιο χαμογελαστούς ανθρώπους που υπήρχανε, και από τους πιο σοβαρούς. Δηλαδή, η Ζωή για μένα [00:20:00]ήταν η μαμά μου, εκτός απ’ την αδερφή μου κι ειδικά απ’ τη στιγμή που έζησα μαζί της εδώ κάποια χρόνια, στη Θεσσαλονίκη, ήταν αυτή που μου μάθαινε πράγματα, μου μάθαινε πώς να φέρομαι στους ανθρώπους, τι να ξεχωρίζω σε αυτούς, τι να κοιτάω σε αυτούς, μου μάθαινε για την ιστορία, για πάρα πολλά πράγματα… Δεν μπορώ να το περιγράψω, αλλά είναι αυτή που μου έμαθε να είμαι αυτό που είμαι σήμερα.

Μ.Μ.:

Ήταν ένας χαρούμενος άνθρωπος η Ζωή…

Ε.Δ.:

Χαρούμενη όσο δεν πήγαινε. Δηλαδή, πραγματικά μαλώναμε και γελούσε μετά, δεν… Εκνευριστικά γελούσε. Αλλά ναι, χαμογελούσε όλη την ώρα. Ακόμα και στα δύσκολα χαμογελούσε. Δεν το ‘βαζε κάτω με τίποτα.

Μ.Μ.:

Εσύ πώς κατάφερες ν' αντιμετωπίσεις όλο αυτό το γεγονός στη ζωή σου; Πόσο σε στιγμάτισε; 

Ε.Δ.:

Νομίζω έχοντας δίπλα τους ανθρώπους σου, τους φίλους σου, την οικογένειά σου το περνάνε κι αυτοί μαζί σου. Ειδικά… 'ντάξει η οικογένεια είναι οικογένεια, οκ. Δεθήκαμε πιο πολύ απ’ όσο ήμασταν δεμένοι πριν, προσπαθήσαμε να στηρίξουμε πάρα πολύ τους γονείς μας. Οι γονείς μας αντίστοιχα πολέμησαν για να μας στηρίξουν και μας, δε μας άφησαν, επειδή χάθηκε το παιδί τους. Ήταν εκεί για μας. Κι ένα παραπάνω οι φίλοι μου. Δηλαδή, οι φίλοι μου δε με άφησαν ποτέ. Ποτέ. Όταν είχα πρόβλημα και ήθελα να τους πάρω τηλέφωνο, το σήκωναν αμέσως. Επίσης, τα ξαδέρφια μας… Όλοι ήμασταν εκεί, όλοι γίναμε μία γροθιά μετά από αυτό. Ενωθήκαμε όλοι. Μας ένωσε αυτό το γεγονός. Με πάρα πολλούς ανθρώπους, όχι μόνο με τους φίλους μου και με τα ξαδέρφια μου και την οικογένειά μου. Ακόμη και με αγνώστους. Δέθηκα πάρα πολύ με ανθρώπους που δεν ήξερα, μέσα από αυτό το πράγμα. Ακόμη και σε αυτό η αδερφή μου έχει κάνει κάτι καλό.

Μ.Μ.:

Θες να μου πεις περισσότερα για αυτό; Νιώθω και αντιλαμβάνομαι και γνωρίζω ότι η κοινωνία αγκάλιασε πολύ αυτό το ζήτημα. 

Ε.Δ.:

Θεωρώ ότι μέσα από αυτό που έχει περάσει η αδερφή μου, ίσως… Ίσως η κοινωνία μας να... Να έγινε καλύτερη, δε θα το πω, γιατί αυτά τα πράγματα έχουνε συνεχιστεί, απλά θεωρώ ότι οι άνθρωποι, καλώς ή κακώς, σε κάτι τέτοια πράγματα προσπαθούν να βοηθήσουν όσο μπορούνε και όσο και… Βασικά προσπαθούν να βοηθήσουνε, προσπαθούνε να μπούνε στο κλίμα, προσπαθούν να σε στηρίξουνε, είτε με λόγια, είτε με οτιδήποτε, τέλος πάντων, μπορούν να εκφραστούνε. Μας έστειλαν πάρα πολλοί άνθρωποι μηνύματα τότε, ακόμη και τώρα. Και ειδικά τώρα με το τελευταίο το δικαστήριο. Υπήρχε πάρα πολλή συμπαράσταση. Νομίζω ότι ένωσε πολύ κόσμο αυτή η υπόθεση. Κι όχι μόνο της αδερφής μου. Γενικά τέτοιες υποθέσεις, θεωρώ ότι ενώνουνε, ενώνει ο κόσμος τις δυνάμεις του, τα συναισθήματά του, όλ' αυτά.

Μ.Μ.:

Είναι σίγουρα ένα γεγονός που δεν πρέπει να ξεχαστεί για να μην επαναληφθεί. 

Ε.Δ.:

Ακριβώς-

Μ.Μ.:

Πώς δεν θα ξεχαστεί;

Ε.Δ.:

Θεωρώ ότι δε θα ξεχαστεί γιατί ήτανε κάτι πολύ έντονο για τα δεδομένα της Ελλάδας. Ήταν ένα έγκλημα που δεν έχει ξαναγίνει και το έχουνε πει πάρα πολλοί, ακόμη κι οι δικαστές, ακόμη κι ο εισαγγελέας, έχουνε πει ότι δεν έχουνε ξαναζήσει κάτι τέτοιο στη ζωή τους, στην καριέρα τους, στη ιστορία, στο οτιδήποτε. Και δε θα έπρεπε να ξεχαστεί γιατί, δεν είναι επειδή είναι η αδερφή μου, οποιαδήποτε κοπέλα που έχει περάσει κάτι τέτοιο δε θα έπρεπε να ξεχαστεί, γιατί η κοινωνία μας είναι πολύ σκληρή απέναντι στις γυναίκες και στα θύματα, ειδικά του βιασμού. Δε θα έπρεπε να υπάρχουνε άνθρωποι που θα ξεχάσουνε κάτι τέτοιο και δε θα ‘πρεπε, φυσικά, να υπάρχουνε άνθρωποι που θα έκαναν κάτι τέτοιο σε γυναίκες.

Μ.Μ.:

Εσένα τι σου έχει μείνει απ’ όλο αυτό μέσα σου;

Ε.Δ.:

Μου έχει μείνει η ανάμνηση της αδερφής μου, δηλαδή, δεν έχει σταματήσει να υπάρχει. Μπορεί να μην τη βλέπω αλλά μέσα μου υπάρχει. Οπότε μου έχει μείνει όλ' αυτά τα πράγματα που μου έλεγε κάποτε, μου έχουνε μείνει τα λόγια της, μου έχουν μείνει το χαμόγελό της, αλλά μου έχει μείνει και ο θυμός του ότι δε γίνεται [00:25:00]κάτι παραπάνω γι' αυτούς τους ανθρώπους που κάνουνε τέτοια πράγματα στις γυναίκες και τις στιγματίζουνε. Καλώς ή κακώς.

Μ.Μ.:

Όταν λες ότι δε γίνονται παραπάνω σε τι αναφέρεσαι; 

Ε.Δ.:

Αναφέρομαι στις ποινές. Εννοώ ότι το να μπει φυλακή δε μου λέει κάτι. Εννοώ ότι υπάρχουνε πάρα πολλοί τρόποι για να σταματήσεις έναν βιαστή και θεωρώ ότι ο σωφρονισμός δεν είναι το κατάλληλο μέσο για έναν τέτοιο άνθρωπο. Θεωρώ ότι είναι οι μόνοι άνθρωποι που δεν μπορούν να σωφρονιστούνε. Γεννιέσαι με αυτό το πράγμα, είσαι άρρωστος, για να κάνεις κάτι τέτοιο, όχι μόνο σε μια γυναίκα, ακόμη και στα παιδιά που υπάρχουνε. Είσαι άρρωστος, απλά. Δε γίνεται να σωφρονιστείς μέσα απ’ τη φυλακή.

Μ.Μ.:

Ξέρω ότι έχετε ένα μικρό και πολύ όμορφο εκκλησάκι στο σπίτι σας, κάτω στην πιλοτή, που είναι αφιερωμένο στη Ζωή.

Ε.Δ.:

Ναι. Ήτανε απ' τα πρώτα πράγματα που σκέφτηκαν οι γονείς μου να κάνουνε, γιατί είναι εκεί πέρα που άφησε την τελευταία της πνοή, οπότε ήταν το λιγότερο που μπορούσαμε να κάνουμε για τη ψυχή της. Και όπως έχουμε πει ότι ευχαριστούμε και την πολυκατοικία μας, που μας το επέτρεψε, γιατί οποιοσδήποτε θα μπορούσε να πει ότι δε θα ήθελε να έχει τέτοια ανάμνηση. Κι όμως κανένας δε μας αρνήθηκε, ίσα-ίσα όλοι συμφώνησαν αμέσως. Και πραγματικά περνάει πάρα πολύς κόσμος κι ανάβει κεράκι εκεί πέρα, στη μνήμη της. Και είναι πολύ ευχάριστο να το βλέπεις αυτό γιατί είναι, επίσης, ένας τρόπος που δεν μπορεί να ξεχαστεί.

Μ.Μ.:

Είναι το μέρος που συνέβη το-

Ε.Δ.:

Το μοιραίο, ναι. 

Μ.Μ.:

Οι γονείς σου μετά απ' όλα αυτά τα χρόνια, πώς έχουν καταφέρει να διαχειριστούν αυτό το τραγικό συμβάν;

Ε.Δ.:

Μέσω της θρησκείας. Πιστεύουνε πάρα πολύ. Και όλο αυτό τους έχει βοηθήσει πάρα πολύ, η προσευχή. Κι όλοι οι άνθρωποι που έχουνε προσευχηθεί για αυτούς. Είναι αυτό που τους κράτησε καθαρά στη ζωή. Θα μπορούσαν να πάθουνε χίλια δυο με όλο αυτό που έχουνε περάσει και με όλη την αναστάτωση που περνάνε κάθε τόσο για τα δικαστήρια. Εκτός από εμάς, εντάξει, που όσο μπορούμε είμαστε δίπλα τους, θεωρώ ότι η προσευχή τούς έχει κρατήσει πάρα πολύ δυνατούς.

Μ.Μ.:

Σε άλλους ανθρώπους που έχουν βιώσει κάτι παρόμοιο, τι θα μπορούσες να τους πεις για να έχουνε δύναμη;

Ε.Δ.:

Θεωρώ ότι δεν μπορείς να πεις σε κάποιον πώς να αντιδράσει. Είναι καθαρά στον άνθρωπο, όλο αυτό το πράγμα. Δηλαδή, ο κάθε άνθρωπος αποφασίζει για τον εαυτό του πώς θα το περάσει. Άλλος θα το περάσει με την προσευχή, άλλος θα το περάσει πηγαίνοντας σ’ έναν ψυχολόγο, άλλος θα το περάσει πηγαίνοντας σε κάποιο ψυχολόγο. Είναι ότι δεν μπορείς να συμβουλεύσεις κάποιον γιατί, πραγματικά, ο καθένας το περνάει πάρα πολύ διαφορετικά, δεν μπορείς να μπεις στη θέση κανενός. Όπως κι εγώ δεν μπορώ να μπω στη θέση των γονιών μου κι οι γονείς μου στη θέση τη δική μου. Είναι πολύ διαφορετικά τα συναισθήματα, αρκεί να μη ξεχάσουνε αυτά τα πρόσωπα που έχουν φύγει.  Είναι το κυριότερο για μένα.

Μ.Μ.:

Εσένα όλο αυτό πως και αν σε άλλαξε σαν άνθρωπο;

Ε.Δ.:

Θεωρώ ότι λίγο με έκανε πιο δυνατή απ’ ότι ήμουνα αλλά κατά τ’ άλλα δεν έχω αλλάξει. Εννοώ ότι ούτε απέκτησα μίσος, ούτε κάτι τέτοιο, γιατί δεν ήταν και η αδερφή μου έτσι, οπότε δε θα ‘θελα να γίνω κάτι που δεν ήμουνα, ξαφνικά. Απλά είμαι λίγο πιο δυνατή.

Μ.Μ.:

Μου ανέφερες πριν για την κοινωνία και το πώς αντιμετωπίζεται το θέμα του βιασμού. Τι πιστεύεις ότι πρέπει ν' αλλάξει στην κοινωνία, κατά τη δική σου γνώμη πάντα, ώστε να μη συμβαίνουν τέτοια πράγματα, να αποτρέπονται ή έστω να τιμωρούνται μ' έναν πιο αποτελεσματικό τρόπο; 

Ε.Δ.:

Καταρχάς πρέπει ν' αλλάξουν τα μυαλά στην κοινωνία μας. Είμαστε πολύ πίσω ακόμα σ’ αυτό το θέμα. Όσο ακόμη υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν ότι φταίνε οι γυναίκες, για το ότι τις βίασαν, έστω απ’ το ντύσιμό τους, απ’ την ομιλία τους ή ότι θεωρούν ότι προκαλούνε, μόνο από κει, όταν έχεις τέτοιο μυαλό, δε θα αλλάξει ποτέ τίποτα. Άμα δεν αλλάξει από τη σκέψη σου, πώς θ' αλλάξει και το υπόλοιπο; Κι αν δεν υπάρχει μια πιο σκληρή τιμωρία πώς θα σταματήσει αυτό το πράγμα, που θεωρώ ότι δε θα σταματήσει ποτέ, θα υπάρχει. Αλλά τουλάχιστον –τι να πω – ούτε να λιγοστέψει. Να σταματήσει να υπάρχει αλλά δε θα σταματήσει όσο υπάρχει η σκέψη ότι η γυναίκα προκαλεί. Όσο θα [00:30:00]υπάρχει αυτή η σκέψη, οι βιαστές θα είναι πάντα καλυμμένοι σε αυτό. Θα πούνε: «Άντρες είναι μωρέ, 'ντάξει, κι αυτή γιατί βγήκε έτσι;». Δεν το λες αυτό. Εν έτει 2020 δεν το λες αυτό το πράγμα.

Μ.Μ.:

Θα ήθελα να μου πεις κάτι τελευταίο, πολύ έντονο και όμορφο που θυμάσαι από τη Ζωή ακόμη.

Ε.Δ.:

Όπως είπα η Ζωή ήταν, εκτός από μεγάλη μου αδερφή, ήταν κι η μαμά μου, οπότε… Από μικρή πάντα με πρόσεχε, αυτή μου μάθαινε, με διάβαζε, μ’ έκανε… Όλα τα… Θυμάμαι σχεδόν τα πάντα. Έχω πάρα πολλές αναμνήσεις απ’ την αδερφή μου. Ακόμα κι απ’ τα μαλώματά μας, ακόμα κι αυτά τα θυμάμαι. Και τα θυμάμαι με αγάπη, δηλαδή, κι ότι μάλωνες με την αδερφή σου ήτανε για αγάπη. Δε μάλωνες γιατί τη μισούσες ή κάτι τέτοιο. Οπότε, θα πω ότι θυμάμαι πάρα πολύ τις αγκαλιές της, ήταν πάρα πολύ σφιχτές οι αγκαλιές της. Και νομίζω ότι πλέον το κάνω κι εγώ αυτό, ότι τους ανθρώπους τους σφίγγω πάρα πολύ. Σαν να μην υπάρχει αύριο. Και νομίζω ότι έτσι πρέπει να τους αγαπάμε όλους τους ανθρώπους.

Μ.Μ.:

Σ’ ευχαριστώ πολύ.

Ε.Δ.:

Κι εγώ σ’ ευχαριστώ.