© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Μαστόδοντας Νεοκαισάρειας: Μία βόλτα στο χωριό που εξελίχθηκε σε μία σημαντική ανακάλυψη

Κωδικός Ιστορίας
26299
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Νικόλαος Ξενίδης (Ν.Ξ.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
25/11/2023
Ερευνητής/τρια
Σοφία Σιώκα (Σ.Σ.)
Σ.Σ.:

[00:00:00]Λοιπόν, καλημέρα!

Ν.Ξ.:

Καλημέρα σας!

Σ.Σ.:

Πείτε μου λίγο το όνομά σας.

Ν.Ξ.:

Ξενίδης Νικόλαος του Σωκράτη.

Σ.Σ.:

Λοιπόν, σήμερα είναι Κυριακή, είναι 26 Νοεμβρίου του 2023. Βρισκόμαστε στη Νεοκαισάρεια Πιερίας. Εγώ ονομάζομαι Σοφία Σιώκα, είμαι με τον κύριο Νίκο, είμαι ερευνήτρια για το Istorima και ξεκινάμε τη συνέντευξη. Θέλω λίγο στην αρχή να μου πείτε έτσι για εσάς λίγα πράγματα. Πού γεννηθήκατε, πότε; Έτσι εδώ για το χωριό.

Ν.Ξ.:

Εγώ γεννήθηκα 6/7/’48 στη Νεοκαισάρεια, εδώ. Εδώ μεγαλώσαμε, εδώ σπουδάσαμε και συνεχίσαμε. Αρχικώς, είχαμε πρόβατα και γνώριζα την περιοχή του κοιτάσματος. Μετά μεγαλώσαμε, παντρευτήκαμε, πήγαμε στην Γερμανία, γυρίσαμε. Σε κάποια δόση, χρειαστήκαμε κάποια άμμο. Και [Δ.Α.] πάνω την ιστορία, είχα δει ένα σημείο που μου άρεσε, ήταν εδώ πάνω από το χωριό. Και με τις πρώτες φτυαριές που χτύπησα, ακούμπησα ένα κόκκαλο. Το οποίο, επειδή γνώριζα μερικά πράγματα, είμαι άνθρωπος της φύσης, το πήρα στην πάντα, το μελετήσαμε με τον γιο μου, με τον ανιψιό μου τον Σάββα, και ξεκινήσαμε. Αυτό έγινε το ’14, γύρω στον Φεβρουάριο. Εν τω μεταξύ, για να μάθουμε περισσότερες πληροφορίες με την κυρία Τσουκαλά αρχίσαμε στο τετράμηνο, γιατί έλειπε στην Αμερική. Κάποτε ήρθε, της το δείξαμε και πήγαμε να συνεχίσουμε κάποια πράγματα, να βγουν άδειες, να κοιτάξουμε μερικά πράγματα. Ενδιάμεσα, την Πρωτομαγιά του ’14, βγήκα βόλτα με την κόρη μου και τον γαμπρό μου περίπου στο ίδιο σημείο και απέναντι, μόλις έφτασα στα 50 μέτρα, βλέπω... Εκείνες τις μέρες έβρεχε πάρα πολύ και βγήκε εκτεθειμένο το πρώτο δόντι. Έτρεξα... Έτρεξα, είδα το δόντι. Κατάλαβα ότι κάτι υπάρχει. Το πήρα, το κρύψαμε, ειδοποιήσαμε την Τσουκαλά. Ήρθαν το πήραν, το πήγαν στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το εξέτασαν, το επανεξέτασαν και αρχίσαμε και συνθέσαμε αυτό εδώ το έργο. Αρχικώς, δεν θελήσαμε να φύγουν από το χωριό, θελήσαμε να μείνουν, ό,τι είναι να μείνει στο χωριό. Είναι δεν είναι, ή κάτι είναι, να παραμείνει εδώ. Και εκεί ξεκινήσαμε μετά με άδειες. Κάναμε άλλες ανασκαφές, βρήκαμε τα υπόλοιπα πλευρά και ξέρω ’γω και συνεχίσαμε την πορεία. Αλλά πολύ καιρό ήμουν πολύ επιφυλακτικός, πρόσεχα το μέρος μέρα-νύχτα για να μην μας κάνουν ζημιά. Κι όμως, μας κάνανε! Δεν πειράζει, όλα είναι μέσα στην κοινωνία.

Σ.Σ.:

Σωστά.

Ν.Ξ.:

Και έτσι συνεχίσαμε, γίνανε οι αίθουσες εδώ, τακτοποιήθηκαν – θες να συνεχίσω κι άλλο;

Σ.Σ.:

Τοποθετήθηκαν όλα τα ευρήματα.

Ν.Ξ.:

Τοποθετήθηκαν εδώ, ήρθαν αρκετοί γνώριμοι και μη, τακτοποιηθήκαμε. Ε, λίγο λίγο μας κυνηγούσαν, δεν πειράζει.

Σ.Σ.:

Αλλά φτιάξατε κάτι πολύ σπουδαίο.

Ν.Ξ.:

Ναι, και μετά και το ’22 βρήκαμε και το μεγάλο το εύρημα, που ήταν ακόμα πιο ωραίο, αλλά ήταν λίγο πιο επικίνδυνο να το χάσουμε κι αυτό, γιατί ήταν πάνω στον δρόμο. Και όλοι μαζί οι συνεργάτες το βγάλαμε, το πήραμε, το φέραμε και ψάξαμε για το δεύτερο. Δεν το βρήκαμε.

Σ.Σ.:

Να το πάρουμε λίγο από την αρχή. Εσείς δηλαδή μεγαλώσατε εδώ.

Ν.Ξ.:

Εδώ.

Σ.Σ.:

Σε επαφή με τη φύση, οπότε είσαστε γνώστης.

Ν.Ξ.:

[00:05:00]Εδώ μεγάλωσα, εδώ παρέμεινα.

Σ.Σ.:

Είχατε μία επαφή συνεχόμενη με το περιβάλλον...

Ν.Ξ.:

Με το χωριό, με όλα. Είμαστε μία μεγάλη οικογένεια και είμαστε στο σύνολο του χωριού για τα πάντα.

Σ.Σ.:

Ναι.

Ν.Ξ.:

Γι’ αυτό και… Εν τω μεταξύ, εγώ ήμουν και τεχνίτης, είχα πάει σιδεράς, γνώριζα μερικά πράγματα, και από εκεί συνέβησαν αυτά που συνέβησαν.

Σ.Σ.:

Όλες οι γνώσεις αυτές ήταν χρήσιμες, όμως, εν τέλει. Όπως αποδείχθηκε, ήταν πολύ χρήσιμες.

Ν.Ξ.:

Ναι, ναι. Γνωρίζοντας και την ιστορία του γύρω του χωριού, με το κάστρο που έχουμε, κάτι ψιλιαζόμασταν ότι κάτι υπάρχει. Γι’ αυτό και περισσότερο από την πρώτη στιγμή που βρήκα το κόκαλο είπα: «Εδώ κάτι υπάρχει».

Σ.Σ.:

Πάντως, την πρώτη φορά έγινε εντελώς τυχαία δηλαδή. Πήγατε εσείς για την άμμο...

Ν.Ξ.:

Ναι, για άμμο πήγαμε, γιατί ήθελα να κάνω στον γιο μου. Είχαμε κάνει καινούριο σπίτι και από την πίσω πλευρά ήθελε να κάνει είσοδο και ήθελε να βάλει το πλακάκι αυτό που είναι έξω, και ήθελε άμμο για να το στρώσει. Το πρώτο μισό το στρώσαμε με άμμο από το ρέμα, αλλά βγήκε πολύ χόρτο, είχε σπόρους. Και αυτό το σημείο το είχα δει γιατί κάποτε ήθελαν να το κάνουν οικόπεδα, την ανηφόρα πάνω. Και πήραν από εκεί γύρω στα 3 μέτρα, το σημείο, και φάνηκε πεντακάθαρα η άμμος. Οπότε εκεί βρέθηκα, ας πούμε, γιατί γνώριζα και από το στρατόπεδο ακόμα ότι οι περιοχές αυτές ήταν όλες αυτές, ο Στρατός έκανε ασκήσεις, το ένα, το άλλο, ότι κάτι θα υπάρχει. Και έτσι, εκεί το μυαλό μας ήταν σε αυτά τα σημεία.

Σ.Σ.:

Βλέπετε κάτι, λοιπόν, εκεί που σκάβατε, ας πούμε, βλέπετε κάτι διαφορετικό και σας προκάλεσε έτσι ενδιαφέρον.

Ν.Ξ.:

Ναι. Διαφορετικό ήταν ένα κόκαλο, γύρω στους 30 πόντους, συγγνώμη, και το πήρα, το έκρυψα στην αποθήκη. Ειδοποιήσαμε και με τον Σάββα την Τσουκαλά, μέχρι που να έρθει, να το πάμε εκεί να το δούνε.

Σ.Σ.:

Αμέσως δηλαδή εσείς καταλάβατε ότι αυτό κάτι είναι τώρα, είναι σημαντικό δηλαδή.

Ν.Ξ.:

Είναι ένα κόκαλο αξίας γιατί... Να μην τα πούμε τα άλλα, τα γράφεις;

Σ.Σ.:

Δεν πειράζει. Οπότε ήρθατε σε επαφή με τους επιστήμονες αμέσως.

Ν.Ξ.:

Ναι, με επιστήμονες. Απλώς θέλαμε, λόγω του επαγγέλματός μου γνώριζα πολλά πράγματα τα οποία δεν ήθελα να απλωθούν κοντά. Και το επάγγελμα που είχα, σιδεράς, έβλεπα ιστορίες νέων και, ξέρω ’γω, με υποθέσεις διάφορες και ήθελα να φύγω «σε μεγαλύτερο ποτάμι», που λέμε.

Σ.Σ.:

Σωστά.

Ν.Ξ.:

Και έτσι απευθυνθήκαμε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το οποίο ήταν γνώριμο, και η κυρία Τσουκαλά ήταν ένα υπέρ.

Σ.Σ.:

Ναι.

Ν.Ξ.:

Και έγινε η αξιοποίηση.

Σ.Σ.:

Μέχρι να σας πουν από το Πανεπιστήμιο ότι αυτό κάτι είναι...

Ν.Ξ.:

Ναι, τέσσερις μήνες το φύλαγα μέρα-νύχτα, πήγαινε μία από αριστερά μία από δεξιά, το σημείο. Γιατί πήγαιναν και άλλοι και παίρναν άμμο για τις κότες, τις κότες από κάτω...

Σ.Σ.:

Οτιδήποτε.

Ν.Ξ.:

...και βρίσκαν τα κόκαλα, τα έσπαγαν και μετά τα χώναν στην πάντα. Γιατί κάποιος κάποτε από τον Νομό, από εδώ, ειδοποιήθηκαν, γιατί, αρχικώς, όταν ήρθε η Τσουκαλά την πρώτη φορά για να κάνουμε ανασκαφές, ειδοποιήθηκαν όλοι οι φορείς του χωριού. Όλους τους ειδοποιήσαμε εκεί πάνω, τους είπε, τους ξαναείπε η κυρία Τσουκαλά, αλλά μετά την άλλη μέρα πάλι έγιναν τα έκτροπα. Μας χάλασαν το μέρος...

Σ.Σ.:

Όπως υπάρχουν αυτά, ναι.

Ν.Ξ.:

Για να κάνουν δήθεν το στρατόπεδο, χίλια δυο. Γι’ αυτό είπα, έχουμε και τα υπέρ και τα κατά.

Σ.Σ.:

Σωστά. Εσείς, πάντως, καταλάβατε ότι πρόκειται για κάτι σημαντικό.

Ν.Ξ.:

Καταλάβαμε το σημείο και θέλαμε να το προστατέψουμε.

Σ.Σ.:

Οπότε κάνατε...

Ν.Ξ.:

Γιατί άμα πεις στον άλλον ευθέως ότι θα έχει κάτι, αμέσως...

Σ.Σ.:

Επίσης, ήταν ακόμα στο στάδιο που ήταν η έρευνα, οπότε...

Ν.Ξ.:

Ναι, ναι.

Σ.Σ.:

Δεν μπορούσατε να πείτε και πολλά πράγματα.

Ν.Ξ.:

[00:10:00]Γιατί το έχω δείξει και σε άλλους εδώ τοπικούς και μου είχαν πει: «Αν θέλεις λεφτά», να το πω έτσι, «να πάμε να μας δείξεις το μέρος». Λέω εγώ: «Γύρνα πίσω, κοίτα, έρχομαι;» του λέω επίτηδες. Συγγνώμη, και λέω: «Δεν με είδες, δεν σε ξέρω» του είπα. «Εγώ αυτό το πράγμα θέλω να μείνει εδώ».

Σ.Σ.:

Οπότε περιμένετε στην αρχή, περιμένετε λίγους μήνες μέχρι να γίνουν και οι έρευνες, να κινητοποιηθούν οι...

Ν.Ξ.:

Να βγει η άδεια. Χωρίς άδειες δεν μπορείς να ξεκινήσεις κάτι, γιατί από τη νομοθεσία που ξέρω, από την πιθαμή και κάτω από το χώμα δεν δικαιούσαι κάτι για εσένα.

Σ.Σ.:

Σωστά. Μόλις σας είπαν μετά ότι: «Ξεκινάμε έρευνες, αυτό είναι κάτι σημαντικό που βρέθηκε»...

Ν.Ξ.:

Λίγο αυτώσαμε, πήραμε τα πάνω μας. Και πήγαμε με τον γιο μου, με τον ανιψιό μου, με άλλους, με τα τρακτέρ, με τα αμάξια μας βοηθήσαμε, ψάξαμε, βρήκαμε και το μεγάλο το κομμάτι, δεν ξέρω αν είδες.

Σ.Σ.:

Τον βραχίονα, ναι.

Ν.Ξ.:

Τον βραχίονα, εκείνο τέσσερα άτομα το σηκώναμε στην αρχή, γιατί είχε και τα χώματα γύρω γύρω, για να μην πληγωθεί, και βρήκαμε αρκετά εκεί που βρήκαμε. Και ελπίζουμε ότι θα βρεθούν κι άλλα. Αλλά θέλει να υπάρχει άδεια, να μπορείς να κουνηθείς και να ψάξεις.

Σ.Σ.:

Σωστά. Και η δεύτερη φάση, πάλι τυχαία βρήκατε...

Ν.Ξ.:

Πάλι τυχαία. Γινόταν στον Προφήτη Ηλία μία εκδήλωση, πώς ξεκίνησε η ιστορία για το κάστρο. Το κάστρο είναι στο Πλατανόδασος, απέναντι, και συγκεκριμένα από τον Προφήτη Ηλία όλοι μαζί ξεκίνησαν και κατέβηκαν περπατώντας και πήγαν στο κάστρο. Σε κάποιο σημείο σε αυτό το, κοντά στο κάστρο, ήταν ένας παλαιοντολόγος, αρχαιολόγος γνωστός, ήταν και η γυναίκα του. Κάτι, αδιαθέτησε η γυναίκα του και παρέμεινε πίσω, να το πω έτσι. Και εκεί επάνω του λέει: «Ιορδάνη, έλα να δεις εδώ». Γιατί το γκρέιντερ, όταν ήρθε στο αυτό, του πήρε το φτερό. Αλλά δεν πρόσεξαν, τι έγινε δεν ξέρω, και του λέει: «Έτσι κι έτσι». Και μετά γύρισαν και με τον γιο μου συζήτησαν, συζήτησαν και με τους άλλους και την επόμενη μέρα πήγαμε και το βγάλαμε, γιατί δεν γινόταν, ήταν πάνω στον δρόμο και έκοβε όλο τον δρόμο, ήταν 3 μέτρα για να υπολογίσεις. Οι δρόμοι οι αγροτικοί, οι παλιοί, ήταν 3 μέτρα, άλλο μερικοί δρόμοι που είναι πιο μικροί.

Σ.Σ.:

Ναι. Και το φέρνετε στην επιφάνεια.

Ν.Ξ.:

Και το βγάλαμε στην επιφάνεια με τον κυρ-Βασίλη, την κυρία Τσουκαλά και κάτι άλλους μαθητευόμενους αρκετούς, γιατί αυτοί πάνε σιγά σιγά με το αυτό. Εμείς βοηθούσαμε τα διπλανά, το βγάλαμε, το φέραμε με το αμάξι, το βάλαμε εδώ. Μετά αργήσαμε λίγο να το τακτοποιήσουμε και λίγο ζοριστήκαμε, γιατί βγαίνοντας το κάθε εύρημα θέλει λίγο χρόνο για να το βγάλεις. Γιατί βγάζοντας βάζουμε σίδερα, καθαρίζεται, βάζουν τα σίδερα, ρίχνουμε στόκο, βάζουμε πανιά, μετά το γυρίζουμε στην επόμενη μεριά και έχει πολλή ιστορία.

Σ.Σ.:

Πολλή διαδικασία.

Ν.Ξ.:

Έχει διαδικασία. Ιδίως οι παλαιοντολόγοι, οι αρχαιολόγοι, αυτοί είναι ακόμα πιο σχολαστικοί.

Σ.Σ.:

Ναι. Πάντως τη μάθατε και εσείς τη διαδικασία, τη βλέπατε, βιωματικά.

Ν.Ξ.:

Τη διαδικασία... Εγώ είμαι επαγγελματίας, σιδεράς ήμουν, ήμουν διαφορετικός.

Σ.Σ.:

Σας έδιναν έτσι οδηγίες;

Ν.Ξ.:

Η εμπειρία ήταν άλλη.

Σ.Σ.:

Πώς ήταν αυτή η εμπειρία για εσάς που συμμετείχατε τόσο ενεργά και τα βλέπατε από κοντά;

Ν.Ξ.:

Ήταν η ευχαρίστηση που μπορώ να σου πω. Είμαστε... Αγαπάμε τον κόσμο, αγαπάμε τα πάντα, δεν θέλουμε να μας πειράζουν πολύ. Όσο κι αν μας πειράζουν... Αυτά, τι να πούμε άλλο.

Σ.Σ.:

Είναι κάτι που συνδέεται με την ιστορία, με τον τόπο εδώ, οπότε και με εσάς.

Ν.Ξ.:

Βέβαια. Απλώς, επειδή θέλησα αυτό που θα βρούμε να μείνει στο χωριό, γιατί και στο σχολείο όταν ήμασταν τότε, βρίσκαμε [00:15:00]στα χωράφια μνήματα, αυτά, πήλινα μικρά, πώς να τα πούμε, σταμνάκια. Και έλεγαν μερικά παιδιά: «O πατέρας μου βρήκε στάμνα», ξέρω ’γω, και δεν τα έδιναν σημασία. Kαι ο δάσκαλος πάντα έψαχνε δίπλα δίπλα, ο δάσκαλος, γιατί ήξερε και πέντε πράγματα, για να μάθει την ιστορία. Και από εκεί ξεκίνησαν και μπήκαν οι ψύλλοι στα αυτιά μας. Και συνεχίζουμε...

Σ.Σ.:

Πάντως, και εσείς από πάντα δηλαδή είχατε και εσείς μία φυσική περιέργεια.

Ν.Ξ.:

Ναι, την περιέργεια και αυτά όλα.

Σ.Σ.:

Και αυτό βοήθησε στην πορεία.

Ν.Ξ.:

Βοήθησε, βεβαίως.

Σ.Σ.:

Πάντως, απ’ ό,τι καταλαβαίνω, ήσασταν από την αρχή και είστε ακόμα έτσι συμπαραστάτης και δίπλα στην προσπάθεια.

Ν.Ξ.:

Εγώ τους έβαλα σε μπελάδες! Τους έβαλα σε μεγάλο μπελά γιατί μας κυνήγησαν πολύ, ειλικρινά.

Σ.Σ.:

Γιατί είναι κάτι πολύ μεγάλο, και είναι λογικό.

Ν.Ξ.:

Και άλλοι θέλησαν... Δηλαδή είναι πώς λέμε κυβέρνηση και αντιπολίτευση; Υπάρχουν πολλά.

Σ.Σ.:

Τώρα που έχει φτάσει σε αυτό το σημείο και έχει δημιουργηθεί το εκθετήριο και γίνονται όλες οι δράσεις που γίνονται...

Ν.Ξ.:

Ναι, έρχονται παιδιά, βλέπουν. Έρχονται μεγάλοι, βλέπουν. Από Θεσσαλονίκη, από παντού έρχονται. Κλείνουν ραντεβού, έρχονται, βλέπουν και είναι κάτι το ωραίο, γιατί να γνωρίσεις ιστορία που δεν υπάρχει στον τόπο σου και να λες: «Να, ο τάδε έκανε έτσι και ο άλλος έτσι», να μάθεις την ιστορία που υπάρχει στον τόπο σου. Αυτό είναι εγώ νομίζω, αυτό, γιατί εμείς εδώ ήρθαμε, φυσικά, πρόσφυγες. Εμείς δημιουργήσαμε το χωριό, εμείς το αγοράσαμε το μέρος από τον Τσαγκαρά, της Κατερίνης τον πλούσιο που ήταν στο αεροδρόμιο, το κτήμα το μεγάλο...

Σ.Σ.:

Και φτιάξατε το χωριό.

Ν.Ξ.:

Και από εκεί... Ήμασταν και είμαστε ευχαριστημένοι στο μέρος που μένουμε. Ύστερα έχουμε το καλύτερο μέρος, το καλύτερο κλίμα.

Σ.Σ.:

Τα συνδυάζει όλα.

Ν.Ξ.:

Όλα.

Σ.Σ.:

Το βουνό, τη θάλασσα, τα Πιέρια, τον Όλυμπο.

Ν.Ξ.:

Όλα, τα πάντα.

Σ.Σ.:

Ο κόσμος που έρχεται ρωτάει, λέει: «Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος που το βρήκε, που τα βρήκε αυτά;». Είναι έτσι περίεργοι;

Ν.Ξ.:

Τα γεωγραφικά αυτά τα βιβλία γράφουν επάνω.

Σ.Σ.:

Έχουν έρθει να σας πουν: «Συγχαρητήρια, τι βρήκατε!»;

Ν.Ξ.:

Έρχεται κόσμος, έρχεται. Μία μέρα ήρθε η εγγονή μου με το σχολείο και τη ρωτούσαν, και λέει: «O παππούς μου είναι!».

Σ.Σ.:

Περήφανη η εγγονή και εσείς πολύ περήφανος. Ναι, είναι πολύ σπουδαίο. Είναι σπουδαίο γιατί είναι παγκόσμια η ανακάλυψη, δηλαδή...

Ν.Ξ.:

Ναι, είναι αυτό, είναι ωραίο. Γιατί τώρα, όταν λες έναν μαστόδοντα, λέει: «Όχι, ελέφαντας», λέω «Δεν είναι ελέφαντας». Απ’ ό,τι μας λένε οι παλαιοντολόγοι, η κυρία Τσουκαλά τα ανέλυσε, τα ξανανέλυσε, δείχνει στα αυτά της όλα, τα πάντα.

Σ.Σ.:

Και μάθατε έτσι και εσείς τον μαστόδοντα.

Ν.Ξ.:

Εμείς μάθαμε, ας πούμε.

Σ.Σ.:

Ότι υπήρχε αυτό. Οπότε τα δικά σας τα συναισθήματα, γιατί τώρα εσείς είστε κομμάτι της ιστορίας και του τόπου και της εξέλιξης της επιστήμης.

Ν.Ξ.:

Εγώ τα παρέδωσα στα παιδιά. Εγώ τα παρέδωσα στα παιδιά να συνεχίσουν γιατί εγώ... Έχουμε και ηλικία που έχουμε προβλήματα, αυτά, δεν θέλω να... Ύστερα, σαν γνώστες των πραγμάτων, δεν θέλω να ανακατεύομαι με τα παιδιά. Να παραμείνουν, να τρέξουν τα παιδιά, αυτοί γνωρίζουν περισσότερα γράμματα. Εγώ, σου είπα, είμαι του Δημοτικού. Αυτά.

Σ.Σ.:

Πολύ σημαντικά πάντως και είναι πολύ ωραίο που είστε και εσείς δίπλα και στηρίζετε.

Ν.Ξ.:

Δίπλα πάντα, όσο μπορώ.

Σ.Σ.:

Το πιο σημαντικό για εσάς είναι που έμεινε, τελικά που τα καταφέρατε και έμεινε;

Ν.Ξ.:

Έμεινε εδώ, από την πρώτη ώρα θελήσαμε να μείνουν εδώ. Γιατί πολλοί θέλανε να τα πάρουν να τα πάνε στην Κατερίνη. Και, αν πήγαιναν στην Κατερίνη, θα πήγαιναν σε αποθήκες, όπως υπάρχουν τόσα και τόσα αγάλματα σε όλη την Ελλάδα τα οποία είναι αποθηκευμένα, αξίας αγάλματα.

Σ.Σ.:

Και δεν εκτίθενται.

Ν.Ξ.:

Και δεν εκτίθενται να γνωρίζει ο άλλος. Θα τα γνωρίσουν μπορεί από πενήντα, εκατό χρόνια μετά, οπότε φεύγεις και εσύ και δεν γνωρίζεις τι έγινε και τι δεν έγινε. Εγώ τουλάχιστον ξέρω ότι παρέμειναν αυτά. Τα βγάλαμε, πήγαμε εθελοντικώς. Είμαστε μία ζωή, είπα, με τον λαό μαζί.

Σ.Σ.:

Και όλα έτσι...

Ν.Ξ.:

[00:20:00]Έτσι είναι ο κύκλος μας.

Σ.Σ.:

Και όλα έγιναν με προσωπική δουλειά δικιά σας.

Ν.Ξ.:

Προσωπικές εργασίες.

Σ.Σ.:

Και δικιά σας κινητοποίηση.

Ν.Ξ.:

Αρχικώς κυρίως, ήταν πολλά.

Σ.Σ.:

Τώρα που κάναμε έτσι την κουβέντα αυτή και θυμηθήκατε πάλι την ιστορία, πώς σας φάνηκε η εμπειρία της συνέντευξης;

Ν.Ξ.:

Έδωσα και άλλες φορές, έδωσα δυο-τρεις φορές. Καλά!

Σ.Σ.:

Είναι πολύ μεγάλο, γι’ αυτό.

Ν.Ξ.:

Ναι, είναι κάτι σημαντικό. Ευχαριστώ και τα παιδιά, την κυρία Τσουκαλά, τον Βασίλη. Ήρθαν άλλοι, ξένοι που γνώριζαν, συνεργάτες με τους μεγάλους τους δικούς μας, ήρθαν εδώ, τους κάναμε κανένα τραπεζάκι, ξέρω ’γω, ό,τι μπορέσαμε...

Σ.Σ.:

Τους φιλοξενήσατε, τους...

Ν.Ξ.:

Η φιλοξενία ήταν γενικώς. Στην αρχή, την πρώτη φορά, ήταν γύρω στα δώδεκα άτομα μαθητευόμενα. Ευτυχώς, η αδερφή μου έχει ένα μεγάλο σπίτι εδώ και μας διέθεσε εκεί και μέναμε αρκετά. Ύστερα τα παιδιά μου, έχω τέσσερα παιδιά, όταν έφτιαχναν τραπέζι τα βράδια, γλυκά, πίτες, το ένα, το άλλο, συγκεντρώνονταν και τους δώσαμε μία άλλη χαρά.

Σ.Σ.:

Άλλη χαρά, ναι, και έτσι δεθήκατε και εσείς και με τους ανθρώπους αυτούς. Και είναι πολύ ωραίο αυτό, αναπτύξατε έτσι τις σχέσεις. Εγώ ευχαριστώ πάρα πολύ για την κουβέντα, για τη συνέντευξη αυτή. Καταλαβαίνω έτσι και εσείς συγκινήστε που τα λέμε!

Ν.Ξ.:

Ναι, είμαι λίγο...

Σ.Σ.:

Αλλά είναι κάτι πολύ σημαντικό και είστε και εσείς πια, έχετε συνδράμει στην ιστορία του τόπου.

Ν.Ξ.:

Όσο μπόρεσα.

Σ.Σ.:

Οπότε είστε σημαντικό πρόσωπο. Ευχαριστώ πάρα πολύ, ευχαριστώ!

Ν.Ξ.:

Παρακαλώ!