© Copyright Istorima
Istorima Archive
Τίτλος Ιστορίας
«Τα ερείπια μιλούν, δεν είναι πέτρες άψυχες»: μια συνοπτική ιστορία της Νέας Τρίγλιας Χαλκιδικής
Κωδικός Ιστορίας
25456
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Δέσποινα Παρασκευά (Δ.Π.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
29/09/2023
Ερευνητής/τρια
Δημήτρης Μουταφίδης (Δ.Μ.)
[00:00:00]Καταγράφω. Λοιπόν, είναι Σάββατο 30/9/2023, βρισκόμαστε στην Τρίγλια, στη Νέα Τρίγλια Χαλκιδικής, είμαι ο Δημήτρης Μουταφίδης, ερευνητής απ’ το Istorima. Θέλετε να μου πείτε το όνομα σας;
Λέγομαι Παρασκευά Δέσποινα και είμαι φιλόλογος.
Ωραία. Κυρία Δέσποινα, καλωσήρθατε στο Istorima. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.
Και εγώ ευχαριστώ για την πρόσκληση και για τη συνέντευξη.
Πείτε μας λίγα πράγματα για εσάς και τη ζωή σας.
Όπως έχω προαναφέρει, είμαι φιλόλογος, τώρα βέβαια συνταξιούχος. Εργάστηκα τριάντα χρόνια στη μέση εκπαίδευση, ως καθηγήτρια στο γυμνάσιο και λύκειο. Έχω παντρευτεί τον κύριο Κράνη Νικόλαο, ο οποίος δυστυχώς τώρα δεν είναι στη ζωή. Aποκτήσαμε τέσσερα παιδιά, τα οποία και αυτά ακολούθησαν το έργο του εκπαιδευτικού.
Θέλετε να μου πείτε πώς προέκυψε η ιδέα για αυτό το βιβλίο που γράψατε;
Οι λόγοι που οδήγησαν στη συγγραφή αυτού του βιβλίου, όσο και να φαίνεται λίγο παράξενο, πρέπει να αναζητηθούν από την πολύ μικρή ηλικία μου. Συγκεκριμένα, κατάγομαι από Μικρασιάτες παππούδες και γονείς και, όταν καθόμουν στους παππούδες μου κοντά, τα παραμύθια που μου έλεγαν δεν ήταν παρά οι διηγήσεις τους από τις πατρίδες, την πατρίδα την οποία άφησαν στη Μικρά Ασία. Κατάγονται από ένα χωριό, το Βελετλέρι –τώρα ονομάζεται Τσιναρλού, δηλαδή χωριό με πλατάνια, τσινάρι τουρκικά σημαίνει πλατάνι–, και οι άνθρωποι αυτοί έφυγαν κυνηγημένοι και οι διηγήσεις τους αφορούσαν τη ζωή τους εκεί, το χωριό τους, που ήταν όμορφο, που είχε ωραία δέντρα... Και έτσι, όλες αυτές οι διηγήσεις κάρπισαν μέσα στην ψυχή μου και, όταν πια, σαν καθηγήτρια, δίδαξα στο γυμνάσιο της Νέας Τρίγλιας την τοπική... Aσχολήθηκα με την τοπική ιστορία... Άρχισε η εργασία μου για συλλογή στοιχείων που κατέληξε στη συγγραφή του βιβλίου μου αυτού. Εργάστηκα... Το βιβλίο αυτό το έγραψα σε δύο φάσεις. Άρχισα να συλλέγω υλικό. Το ένα το υλικό αποτελούσε ένα έναυσμα για αναζήτηση για περαιτέρω, άλλο, περισσότερο υλικό. Κάποια στιγμή, επειδή είχα ήδη τρία παιδιά και παράλληλα εργαζόμουν ως καθηγήτρια, σταμάτησα την προσπάθεια αυτή, κατέγραψα το υλικό χειρόγραφα και θέλησα να μοιράσω αυτές τις πληροφορίες μου στα σχολεία. Όταν είδα ότι έχει αποτέλεσμα η προσπάθειά μου αυτή, χρησιμοποιούν το υλικό αυτό, θέλησα να κάνω μία πιο οργανωμένη δουλειά, να ξανά το επεξεργαστώ και να κάνω μία έκδοση της προσπάθειάς μου αυτής. Πραγματικά, δούλεψα άλλα τρία-τέσσερα χρόνια –που σημαίνει ότι επισκέφθηκα βιβλιοθήκες, αρχεία συλλόγων, επισκέφθηκα τους τόπους, είτε στην Ελλάδα είτε εκτός της Ελλάδος, που αφορούσαν το αντικείμενό μου– και τελικά συγκέντρωσα αυτό το υλικό και, με τη βοήθεια του δημάρχου, του τότε δημάρχου Κωσταντίνου Σγουρή, εκδόθηκε το βιβλίο μου αυτό. Ο Δήμος δηλαδή το εξέδωσε το βιβλίο αυτό.
Πρώτα, θα ’θελα να μου πείτε μόνο: υπήρξε κάποιος κόσμος που να σας στηρίζει ή να μη σας στηρίζει στην προσπάθεια;
Εκείνος που με στήριξε πάρα πολύ ήταν ο σύζυγός μου, ο οποίος έτρεχε μαζί μου, δεν μου αρνήθηκε ποτέ ό,τι του ζήτησα, σε βιβλιοθήκες, να με βοηθήσει να φωτοτυπήσουμε υλικό για να συγκεντρώσω όσο το δυνατόν περισσότερο και να το μελετήσω στο σπίτι μου, γιατί είχα παράλληλο το βάρος μιας μεγάλης οικογένειας... Με στήριξαν και, με τον τρόπο τους, και οι ντόπιοι κάτοικοι, γενικά οι συγχωριανοί μου, οι οποίοι μου έδωσαν πληροφορίες. Και πολλές απ’ αυτές τις πληροφορίες επαληθεύτηκαν, ήταν δηλαδή ιστορικά ακριβείς. Μου έδωσαν και υλικό, φωτογραφικό υλικό. Με αυτό τον τρόπο με στήριξαν. Και φυσικά ο κύριος Σγουρής, ο Δήμος, το δημοτικό τότε συμβούλιο, και το χωριό μου, το οποίο αγκάλιασε με αγάπη το βιβλίο και το χρησιμοποιούν τώρα και μου λένε και ένα «Ευχαριστώ».
Τι σας δυσκόλεψε παραπάνω;
Ήταν η μάχη με τον χρόνο. Όπως σας είπα, δούλευα παράλληλα σαν καθηγήτρια. Δεν πήρα εκπαιδευτική άδεια. Μου πρότεινε κάποια συναδέλφισσα, όταν είδε το αρχι[00:05:00]κό κείμενο, το χειρόγραφο, να με βοηθήσει μάλιστα –δεν ξέρω πώς– να κάνω κάποιο μεταπτυχιακό. Τότε τα μεταπτυχιακά στο πανεπιστήμιο ήταν, νομίζω, πιο εύκολα. Εγώ όμως είχα τρία παιδιά, δεν έμενα Θεσσαλονίκη και, επειδή φοβήθηκα ότι αυτό θα αποβεί εις βάρος της οικογένειάς μου, δεν το έκανα. Και έτσι, δούλευα παράλληλα ως καθηγήτρια, εργαζόμουν, και έψαχνα υλικό. Έψαχνα υλικό, συγκέντρωνα υλικό, αγωνιζόμουν για την εξακρίβωση, τη διασταύρωση πληροφοριών. Επίσης άλλα στοιχεία, άλλα προβλήματα, να τα πω, ήτανε η ισορροπία που έπρεπε να κρατήσω κατά τη συγγραφή του βιβλίου μου. Γιατί, όταν γράφεις κάτι, κατά κάποιον τρόπο εκτίθεσαι. Εκτίθεσαι στις απόψεις, στη γνώμη, στην κρίση του κοινού. Ο πληθυσμός της Τρίγλιας είναι ποικίλος. Αποτελείται από εντοπίους κατοίκους και από πρόσφυγες, οι οποίοι όμως πρόσφυγες κατάγονται από διάφορα χωριά της Μικράς Ασίας και από διάφορα της Θράκης. Έπρεπε να αναφερθώ. Μέχρι τώρα, τα βιβλία που είχανε εκδοθεί αφορούσαν μόνο την παλιά Τρίγλια, το χωριό της Μικράς Ασίας απ’ όπου ήρθανε η μεγαλύτερη ομάδα των προσφύγων. Εγώ τώρα έπρεπε να αναφερθώ και στις άλλες, τουλάχιστον μεγαλύτερες –αν όχι μικρές, μεγαλύτερες– ομάδες, οι οποίες ήρθαν από διαφορετικά χωριά, εκτός Τρίγλιας της Μικράς Ασίας. Όσον αφορά την Τρίγλια, και γενικά τα προσφυγικά χωριά, υπήρχαν κάποια βιβλία τα οποία θα μπορούσαν να μου δώσουνε μία βοήθεια, αλλά εδώ, για τους εντοπίους, δεν είχε γραφεί τίποτε. Και επειδή, όπως θα δείτε, προσπάθησα να φτάσω όσο το δυνατόν περισσότερο, να κάνω ένα ταξίδι μέσα στον βαθύ χρόνο και στην ιστορία του τόπου –έφτασα μέχρι τους αρχαίους χρόνους–, δυσκολεύτηκα. Ήταν δηλαδή μια δουλειά, προσωπικά, δική μου. Βέβαια, με βοήθησαν με τις πληροφορίες τους. Μου έδωσαν πληροφορίες προφορικές, από πόρτα σε πόρτα. Αυτές ήτανε οι δυσκολίες που συνάντησα. Και βέβαια μετά, στην έκδοση, που, επειδή δεν μπορούσα να το εκδώσω εγώ, με βοήθησε ο Δήμος.
Τι θυμάστε από τα ταξίδια που κάνατε στους τόπους απ’ όπου ήρθαν οι πρόσφυγες;
Επισκέφθηκα σχεδόν από όλα τα χωριά και τις κωμοπόλεις απ’ όπου ήρθαμε απ’ τη Μικρά Ασία. Και στην Ανατολική Θράκη έκανα ένα ταξίδι. Βέβαια δεν μπόρεσα να τα δω όλα. Καλά ήταν ένα ταξίδι ολίγων ημερών. Αλλά σχημάτισα μια εικόνα του πολιτισμού τους... Μου έμεινε η εικόνα... Γενικά, όταν με μιλούσαν οι παππούδες μου, νόμιζα ότι ο μικρασιατικός ελληνισμός περιοριζότανε σε μερικά χωριά. Όταν όμως έκανα ταξίδια και εκτός των χωριών αυτών –Πέργαμο, Έφεσο, Σμύρνη, Καππαδοκία, κτλ., τώρα ξεφεύγω λίγο–, έμεινα κατάπληκτη από το ελληνικό στοιχείο. Έμεινα κατάπληκτη από το μέγεθος, αλλά και τον πολιτισμό, του ελληνικού στοιχείου που συνάντησα, που μου έδειξαν δηλαδή. Τα ερείπια μιλούν. Τα ερείπια μιλούν, δεν είναι πέτρες άψυχες. Μιλούν πάρα πολύ. Οι εκκλησιές, τα σχολεία που έμειναν εκεί. Όλα μιλούν.
Θα ήθελα να σας ρωτήσω κάτι ακόμα πριν περάσουμε–
Ναι, ναι, ναι.
Στο περιεχόμενο του βιβλίου. Για την πρόσβαση στα αρχεία. Πώς έγινε η πρόσβαση στα αρχεία;
Τα αρχεία ήταν ποικίλα, σας είπα. Ήτανε... Πήγα στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών και σε άλλα ιστορικά κέντρα και βρήκα αρχεία του Αγίου Όρους, γιατί έχουμε σχέση με το Άγιο Όρος εδώ. Επίσης, στοιχεία απ’ το Άγιο Όρος που δεν μπορούσα να προσεγγίσω εγώ με βοήθησε ο σύζυγος –όπως σας είπα, πληροφορίες–, και έχω και έγγραφα στο πίσω μέρος του βιβλίου μου. Επισκέφθηκα τους τόπους, ακόμη και γύρω την περιοχή, που μου είπαν ότι υπήρχαν οικισμοί κατά τα βυζαντινά χρόνια. Με τη βοήθεια εντοπίων, που πήγα και μου έδειξαν τους τόπους. Και τα ταξίδια που έκανα εκτός Ελλάδος και γνώρισα από κοντά τους τόπους απ’ τους οποίους ήρθαν οι πρόσφυγες.
Και κάτι τελευταίο. [00:10:00]Πότε ξεκίνησε να γράφεται το βιβλίο και πότε εκδόθηκε;
Να σας πω ότι η διάρκεια της συλλογής στοιχείων έπιασε δέκα χρόνια –βέβαια, με διακοπή, όπως σας είπα, διέκοψα– και μετά, όταν είδα ότι αυτό το αρχικό υλικό έχει αντίκτυπο, το χρησιμοποιούσαν και εκπαιδευτικοί, μετά συνέχισα δύο-τρία χρόνια πριν την έκδοση. Πριν την έκδοση του βιβλίου δυο-τρία χρόνια.
Ναι, το βιβλίο εκδόθηκε το 2008, αν θυμάμαι καλά.
Ναι, ναι.
Ωραία. Θέλετε να μου πείτε λίγα λόγια για το ίδιο το βιβλίο, άρα για την ιστορία της Τρίγλιας;
Για την ιστορία της Τρίγλιας να σας πω. Η Τρίγλια –η οποία, γνωρίζουμε, απέχει γύρω στα 40 λεπτά από τη Θεσσαλονίκη με ΙΧ– είναι χτισμένη στον κάμπο της Καλαμαριάς. Η περιοχή μέχρι την Ποτίδαια λεγότανε Καλαμαριά. Ο κάμπος μας αυτός, Καλαμαριά. Οι κάτοικοι, απ’ ό,τι σας είπα, είναι ντόπιοι –υπήρχε εδώ ένας οικισμός, το λεγόμενο Σουφλάρι, από πολύ παλιά χρόνια–, οι ντόπιοι κάτοικοι, και οι πρόσφυγες, οι οποίοι προέρχονται από διάφορα χωριά της Μικράς Ασίας και της Θράκης. Οι πρόσφυγες ήρθαν το ’22, μετά την Καταστροφή ήρθαν και εγκαταστάθηκαν εδώ. Βρήκανε αυτόν εδώ τον μικρό οικισμό. Τώρα, να σας πω ότι εδώ, ο μικρός ο οικισμός έχει κι αυτός την ιστορία του. Από ό,τι μπόρεσα, έψαξα –μέσα από αρχεία, πληροφορίες– και βρήκα, πρέπει να ήτανε τσιφλίκι τουρκικό κατά την Τουρκοκρατία. Μετά το είχε ένας Εβραίος, ο Μοδιάνο, Σαούλ Μοδιάνο –αυτό με έγγραφα το βρήκα–, και κάποτε αυτός θέλησε να το πουλήσει. Θέλησε να το πουλήσει το 1908, νομίζω. Και τότε, επειδή βρέθηκαν αγοραστές και εκτός απ’ τον χώρο της Ελλάδος, μερικά άτομα, πολιτικοί, και ο Ειρηναίος του Πολυγύρου, από φόβο μην πέσει αυτή η περιοχή –η οποία ήτανε πολύ εύφορη αλλά δεν ήτανε πυκνοκατοικημένη–, μην πέσει σε ξένα χέρια, παρακάλεσαν τη Μονή Βατοπεδίου να αγοράσει το μέρος αυτό εδώ, το Σουφλάρι. Και έτσι έγινε. Αγοράστηκε αυτό. Υπάρχει και το συμβόλαιο εκεί. Αγοράστηκε αυτό το μέρος. Χτίστηκε το Μετόχι, το οποίο διασώζεται μέχρι σήμερα. Υπάρχει βέβαια και ο ναός του Αγίου Αθανασίου που, όπως ερεύνησα και βρήκα, δεν χτίστηκε από τους μοναχούς της Μονής Βατοπεδίου. Ήτανε ναός του οικισμού αυτού, του Σουφλάρ, όπως ονομαζόταν, γιατί είχε εκατό οικογένειες. Όπως θα δείτε από πολλούς περιηγητές που ήρθαν, το αναφέρουν συνέχεια το Σουφλάρ με εκατό, ή πενήντα άλλοτε, οικογένειες ελληνικές. Οι οποίες μετακινούνταν, με τα γεγονότα της Τουρκοκρατίας μετακινούνταν. Όταν ήρθαν οι πρόσφυγες κάτοικοι, βρήκανε αυτό τον οικισμό. Θέλησαν... Κατέβηκαν στην παραλία, γιατί η Τρίγλια της Μικράς Ασίας είναι παραθαλάσσια. Να πω τώρα –να κάνω μια παρένθεση, για να γίνω κατανοητή– ότι οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία κατάγονταν κυρίως απ’ το χωριό της Τρίγλιας, από το χωριό το Βελετλέρι, Γυαλί Τσιφλίκι, Αναφόρι, πιο μικρά χωριά γύρω από την παλιά Τρίγλια, κοντά στην Προύσα και στα Μουδανιά της Μικράς Ασίας. Όταν ήρθαν αυτοί οι πρόσφυγες κάτοικοι εδώ να εγκατασταθούν, όπως ήταν φυσικό, θέλησαν να βρουν έναν τόπο που να ανταποκρίνεται στις ασχολίες τους –να έχει θάλασσα, να έχει κάμπο–, γιατί καλλιεργούσαν πάρα πολύ την ελιά στην Τρίγλια της Μικράς Ασίας και ονομαζότανε Ζεϊτίν Μπακ το χωριό, δηλαδή ελαιότοπος. Όταν κατέβηκαν όμως στην παραλία εδώ, υπήρχανε πολλά έλη, και όπως έγινε και στα Μουδανιά. Υπήρχαν πάρα πολλά έλη και οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να μείνουν εκεί, δεν θεώρησαν το ότι ήταν κατάλληλος ο τόπος να μείνουν εκεί. Και ανέβηκαν περίπου πέντε χιλιόμετρα επάνω, που ήταν ο οικισμός αυτός, το Σουφλάρι, τα σημερινά «Ντόπια» που λέμε στην Τρίγλια. Και σιγά σιγά, όταν έγινε μετά η διανομή, εξαπλώθηκε το χωριό. Αρχικά, ανήκε στο μεγαλοχώρι της περιοχής, στην Πορταριά. Τα περισσότερα –κι ακόμα και το Καρυί Λιμάνι, τα Μουδανιά– στην Πορταριά ανήκαν. Το 1926 αποσπάστηκαν απ’ την Πορταριά, απετέλεσαν δική τους κοινότητα και ονομάστηκαν Νέα Τρίγλια. Αυτή, εν συντομία δηλαδή, είναι[00:15:00] η ιστορία της Τρίγλιας. Βέβαια, και μετά αντιμετώπισαν πολλά προβλήματα. Έχουμε το κάψιμο κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, το ’44. Μία ομάδα ανταρτών πυροβόλησε ένα τζιπ στο οποίο επέβαινε ένας αξιωματικός, και ο οποίος σκοτώθηκε. Τώρα, όταν αντιλήφθηκαν το γεγονός αυτό, οι Τριγλιανοί φύγανε πάνω στο βουνό, στην Κατσίκα που λέμε, και ήταν αυτό προς όφελός τους. Γιατί όταν επισκέφθηκα τα Καλάβρυτα, μου θύμισε λίγο την ιστορία τη δική μας η ιστορία των Καλαβρύτων. Αν κι εμείς δεν φεύγανε οι παππούδες μας από την Τρίγλια, θα θρηνούσαμε πολλά θύματα. Σκοτώσαν βέβαια μερικούς τους οποίους βρήκανε εδώ πέρα και, με τη βοήθεια των Μογγόλων, κάψανε τα σπίτια. Και έχουμε το κάψιμο του χωριού. Μετά, με τη βοήθεια του κράτους, την οικονομική ενίσχυση, ξαναχτίστηκαν και δημιουργήθηκε αρχικά η κοινότητα Νέας Τρίγλιας, μετά ο Δήμος Νέας Τρίγλιας, και τώρα είναι ένα απ’ τα μεγαλύτερα δημοτικά διαμερίσματα του Δήμου Νέας Προποντίδας.
Ήθελα να ρωτήσω–
Ναι.
Η αλλαγή του ονόματος πότε έγινε από Σουφλάρι σε Νέα Τρίγλια;
Πρέπει να ’γινε τότε το ’26, με την απόσπαση... Επειδή έδωσαν το όνομα οι πρόσφυγες οι οποίοι ήρθαν από το χωριό της παλιάς Τρίγλιας. Ήτανε όντως ένα χωριό με... Να πω, είχε πολιτισμό... Όχι ότι υποτιμούμε τους άλλους... Είχε πολιτισμό, σχολεία... Τώρα που διάβαζα κάτι για να κάνω μία άλλη εργασία, από Μουδανιώτες είδα ότι είχαν γράψει «Ένα χωριό κοντά σε εμάς -μιλώντας για την περιοχή τους- ήταν η Τρίγλια, που ήταν ξακουστή για τα σχολεία και τις εκκλησιές της, και γι’ αυτό παινεύονται οι Τριγλιανοί». Από εκεί είχε πολλούς εφοπλιστές. Τον Καβουνίδη, τον Φίλιππο Καβουνίδη, που έβαλε το πλοίο του και έσωσε τους ανθρώπους, τους συγχωριανούς του αλλά και τους άλλους, των άλλων χωριών, και τους μετέφερε εδώ. Τότε με την Καταστροφή, με το ’22. Τους πήρε και τους έφερε εδώ, γι’ αυτό και οι Τριγλιανοί στο πάρκο έχουν την προτομή του και κάνουν τα «Καβουνίδεια» τώρα, θέσπισαν τα «Καβουνίδεια». Επίσης, είναι και η μεγάλη μορφή, ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης, ο οποίος θα πρέπει να μιλάμε πολύ γι’ αυτόν. Δεν ήταν απλώς μία προσωπικότητα της Εκκλησίας, ένας εκκλησιαστικός ηγέτης. Ήτανε πολύ ανοιχτό μυαλό, με πολλή κοινωνική δράση και όταν επισκέφθηκα... Γιατί τον εξόρισαν στη Δράμα... Όταν επισκέφθηκα τη Δράμα, έμεινα κατάπληκτη από τον σεβασμό που τρέφουνε προς το πρόσωπο του, απ’ τα κτίρια –σχολεία, πολιτιστικοί σύλλογοι– που δημιουργήθηκαν με πρωτοβουλία του και από τη μεγάλη του συμμετοχή στον Μακεδονικό Αγώνα.
Θα ’θελα να ρωτήσω και κάτι άλλο. Μέσα το βιβλίο έχει κάποια τραγούδια.
Ναι.
Πώς τα βρήκατε αυτά τα τραγούδια;
Επειδή θεωρώ ότι ιστορία είναι και τα λαογραφικά στοιχεία, τα ήθη-έθιμα –που καταγράφω και ήθη-έθιμα– και τα τραγούδια. Πήγα στις κυρίες οι οποίες... Όσες πρόλαβα εν ζωή... Και μου τα είπανε τα... Και μάλιστα, μερικά διασώζονται και μελοποιημένα. Και τα περισσότερα ποιήματα και τραγούδια μου τα ’δωσε η κυρία Τερψούλα. Τερψούλα λέγεται, Μαμελετζή. Τώρα βέβαια έχει πεθάνει, εδώ και πολλά έτη. Μου τα έδωσε αυτή η κυρία και τα κατέγραψα. Να πω και κάτι άλλο εδώ τώρα, μια που αναφερθήκαμε στα λαογραφικά. Οι Κιζδερβενιώτες –νομίζω, ο παππούς από κει, το Κιζδερβέν, ένα άλλο χωριό απ’ το οποίο ήρθανε– μιλούνε μία περίεργη γλώσσα, η οποία είναι κράμα, απ’ ό,τι κατάλαβα, ελληνικών, ίσως περσικών, ίσως και λίγων τουρκικών λέξεων. Και αυτό είναι γλώσσα, δεν είναι διάλεκτος. Είναι γλώσσα. Και, απ’ ό,τι διάβασα, μου λένε ότι εκεί ήταν πέρασμα το Κιζδερβέν... Το Κιζδερβέν αυτό είναι πέρασμα... Δεν ξέρω τώρα αν ξεφεύγω από την... Όχι... Ήτανε πέρασμα, ήτανε δύσβατη περιοχή, και από εκεί περνούσαν οι χρηματαποστολές του Σουλτάνου. [00:20:00]Και τα άτομα αυτά φύλαγαν... Προσέφεραν αυτήν την... Είχανε αυτή την αποστολή στον Σουλτάνο. Και μάλιστα, λέει, σε μία... Και αντιμετώπιζαν τους ληστές. Και σε μία συμπλοκή εσκοτώθηκε μία κοπέλα –«κιζ» στα κορίτσια σημαίνει κοπέλα και «δερβέν», πέρασμα– και ο Σουλτάνος τούς έδωσε διάφορα προνόμια. Αυτό, λέει, έγινε ένα δέλεαρ να κατοικήσουνε και άλλων εθνοτήτων κάτοικοι και ίσως, πιθανόν, έτσι ερμηνεύουνε τη δημιουργία αυτής της γλώσσας, με τα πολλά στοιχεία μέσα. Υπάρχει κι αυτό. Και μάλιστα, ενδιαφέρθηκε ένας... Μου είπαν ότι πρέπει να το δει ένας γλωσσολόγος αυτό, ενδιαφέρθηκαν γι’ αυτή τη γλώσσα.
Να πάμε πάλι πίσω–
Να πάμε, δεν ξέρω αν χαθήκαμε.
Στις συναντήσεις που κάνατε με ανθρώπους–
Ναι.
Για να συλλέξετε στοιχεία–
Ναι.
Δέχονταν να σας μιλήσουν; Είχαν αντιστάσεις; Τι θυμάστε;
Όχι. Οι περισσότεροι, με χαρά. Μόνο μερικοί δεν μπόρεσαν να καταλάβουν το μέγεθος, ας πούμε, της εργασίας –ίσως το πήραν σαν μια απλή συνέντευξη– και εξού μερικά παράπονα εκ των υστέρων: «Αχ, κι εγώ είχα φωτογραφία να δώσω για τη γιαγιά μου», «Και να ’βαζες και τον δικό μου τον παππού στη φωτογραφία», «Εγώ δεν ήξερα ότι θα κάνεις τέτοια δουλειά». Αλλά ότι με καλοδέχθηκαν και με πήγανε έξω από το χωριό, να με δείξουνε κάτι ερείπια... Γιατί τα βυζαντινά χρόνια... Τώρα, αυτή είναι ιστορία... Δεν ξέρω αν τα λέμε λίγο μπερδεμένα... Τα βυζαντινά χρόνια, εδώ στην περιοχή... Απ’ τα αρχαία, υπήρχε η φήμη ότι εδώ σ’ εμάς, πάνω στα Πλατάνια, βόρεια της Τρίγλιας, της σημερινής Τρίγλιας, μια περιοχή που λέγεται Πλατάνια, υπήρχε η πόλη Σπάρτωλος, η αρχαία, που αναφέρεται απ’ τον Θουκυδίδη. Αναφέρεται, υπήρχε αρχαία πόλις. Εγώ απευθύνθηκα στον κύριο Παπάγγελο, τον αρχαιολόγο εδώ τον Χαλκιδικιώτη, και μου είπε ότι δεν είναι διευκρινισμένο. Είναι γεγονός ότι εδώ σ’ αυτή την περιοχή... Άλλοι τοποθετούνε λίγο κοντά μεταξύ Πορταριάς-Τρίγλιας, άλλοι μεταξύ Ολύνθου τοποθετούν αυτή την περιοχή. Επίσης, στα βυζαντινά χρόνια μού μίλησαν οι ντόπιοι για μια Σγίλη. Και ψάχνοντας βιβλία περιηγητών, και ξένων –και Γάλλου, επειδή ξέρω λίγα γαλλικά–, πραγματικά με έλεγαν για μια Σγίλη, Σγίλη. Βρε, ποια είναι αυτή η Σγίλη; Με την τοποθετούσαν κι αυτήν επάνω στα Πλατάνια. Και τελικά βρήκα ότι υπήρχε μια Σιγήλου στην ίδια περιοχή. Οι ντόπιοι τρώνε το ι το άτονο, Σγιλ ας πούμε. Δηλαδή με βοήθησαν οι άνθρωποι. Για την Ξινή, που λέμε εδώ, στην Αγία Παρασκευή –την εκκλησία κοντά την Αγία Παρασκευή, Ξινή–, βρήκα ότι στα βυζαντινά χρόνια εδώ υπήρχανε περιοχές όπως το Ρουσσαίο, η Σιγήλου αυτή, το Όξινον –πιθανόν από το νερό που ήταν ξινό–, και σήμερα έχει μείνει το όνομα Ξινή στην περιοχή εκείνη. Με δέχθηκαν με καλοσύνη, και όπου... Και μάλιστα, πολλές φορές μού άνοιξαν τα μάτια, να το πω έτσι απλά. Μου ’δωσαν πληροφορίες, κι εγώ ύστερα ανέτρεξα σε πηγές, σε βιβλιοθήκες, και τις επιβεβαίωσα. Τις περισσότερες τις επιβεβαίωσα τις πληροφορίες που μου δώσανε.
Να σας πάω σε κάτι άλλο.
Να με πάτε, ναι.
Θα θέλατε να αναφερθείτε στα Μικράλωνα ή Μπόζαλα;
Ναι, να αναφερθώ. Γιατί όχι; Να πω τώρα λίγο, για να το δέσουμε, απ’ ό,τι είδα, η περιοχή εδώ, όπως και όλη η Χαλκιδική, πρέπει να ήτανε τον καιρό της Τουρκοκρατίας τσιφλίκια. Υπήρχανε βέβαια και χωριά, μεγάλα ελληνικά χωριά και μικρά. Ήταν εδώ, μετά... Τα βυζαντινά χρόνια ήτανε κτήματα, περιοχές που δόθηκαν ως δωρεά σε αξιωματούχους. Ένα προάστιο εκεί, μεταξύ Τρίγλιας και Πλαγίων, είχε στην Άννα την Κομνηνή, μια περιοχή εκεί είχε δοθεί. Και λίγο πριν, κατά τον καιρό της Τουρκοκρατίας, είχαμε οικισμούς, τουρκικούς οικισμούς. Τα Μικράλωνα ήτανε ένας τουρκικός οικισμός στην εποχή της Τουρκοκρατίας. Δηλαδή, παράλληλα με τους Έλληνες, υπήρχανε εδώ και τουρκικοί οικισμοί. Και μάλιστα, κατοικούσε εκεί κάποιος αρχηγός δηλαδή, κάποιο πρόσωπο εξέχον πολιτικά, Τούρκος, στην περιοχή εκείνη. [00:25:00]Και ήτανε σαν κέντρο λίγο της περιοχής εδώ, αυτό. Σωζότανε, λέει, και το σπίτι του. Σωζόταν και το σπίτι του, απ’ ό,τι μου λένε αυτοί που το πρόλαβαν. Και μετά το... Και όταν... Μου είπανε μάλιστα μερικές κυρίες, όταν αυτός αποχώρησε –τώρα, μου διαφεύγει λίγο το όνομά του–, όταν αποχώρησε, τον πήρε άγημα τιμητικά από τη Μαγαζάρα κάτω, τον συνόδευσε, ήταν ένα σημαίνον πρόσωπο. Μετά εδώ, αφού φύγανε οι Τούρκοι, εγκαταστάθηκαν... Μετά από τη Μικρασιατική Καταστροφή, εγκαταστάθηκαν εδώ πρόσφυγες Θρακιώτες και Κιζδερβενιώτες Μικρασιάτες. Εκατοίκησαν εκεί. Και ζούσαν. Μέχρι το ’56, πρέπει να ζούσαν οικογένειες. Ασχολούντανε... Με την κτηνοτροφία, κυρίως, ασχολούντανε εκεί. Αλλά μετά, όταν άλλαξαν οι συνθήκες ζωής –θέλησαν τα παιδιά τους να φοιτήσουνε σε σχολεία, εκεί δεν πρέπει να λειτούργησε πάνω σχολείο–, κατέβαιναν εδώ στην Τρίγλια. Μπορείς και με τα πόδια, και με ένα γαϊδουράκι –παλιά, πώς ήτανε–, να μεταφερθείς στην Τρίγλια. Μετά, βέβαια, το... Κατέβηκαν όλοι, σιγά σιγά κατέβηκαν όλοι, και απλώς... Και έριξαν, γκρέμισαν όλα τα σπίτια –και το σπίτι αυτού του Τούρκου Αγά– και το ’χουνε τώρα σαν καλλιεργήσιμη γη. Εκ των υστέρων, ο κύριος... Δεν ξέρω αν τον ξέρετε, που οι γονείς του είχανε εγκατασταθεί και πρέπει να ήταν Κιζδερβενιώτες... Είχαν εγκατασταθεί στα Μικράλωνα –τα οποία τα λένε τουρκικά Μπόζαλαν, τα λέγανε–, θεώρησε, προς τιμήν των γονιών του, να κάνει μία εκκλησία –γιατί δεν υπήρχε ναός όταν ζούσαν αυτοί– και έκαναν τον ναό της Αγίας... Στα εννιάμερα... Που τιμάται στα εννιάμερα της Παναγίας και στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού. Και κάνανε και ένα μικρό μουσείο δίπλα, κάνανε μία άλλη αίθουσα, κιόσκια, και γίνεται ένα μεγάλο πανηγύρι στα εννιάμερα της Παναγίας, γίνεται λειτουργία, γίνεται πανηγυρικός εσπερινός, και ακολουθεί μετά γλέντι με το πατροπαράδοτο κουρμπάνι, μια φορά τον χρόνο.
Ωραία. Θα ήθελα να ρωτήσω και κάτι ακόμα. Διάβασα στο βιβλίο για κάποια έθιμα του γάμου–
Ναι.
Που έχετε καταγράψει.
Ναι.
Θα θέλατε να αναφερθείτε σε αυτά; Κυρίως, σε αυτά που έχουν να κάνουν με το φαγητό.
Κάνανε, νομίζω... Ένα ψωμί κάνανε, το ψωμί, το επτάζυμο το ψωμί. Τα έθιμα του γάμου, τα οποία τα έζησα εγώ εδώ μικρή... Φυσικά, θα δέχθηκαν και επίδραση και από εδώ, από τους εντοπίους. Να σας πω, οι εντόπιοι είχανε τα δικά τους έθιμα. Οι πρόσφυγες είχαν τα δικά τους έθιμα. Είχαν και κοινά έθιμα. Μετά, βέβαια, δέχθηκαν αλληλεπίδραση οι ντόπιοι από τους πρόσφυγες και φτάνουμε στα σημερινά. Οι εντόπιοι είχανε στο κάλεσμα ένα χαρακτηριστικό στοιχείο, το λεγόμενο «μπράτιμο». Ο «μπράτιμος» ήτανε ένας φίλος του ζευγαριού, των οικογενειών, που με το άλογο, νομίζω, και και με ούζο, με ένα μπουκάλι ούζο, γύριζε –σαν τα προσκλητήρια τα σημερινά– και καλούσε όλους τους φίλους τους οποίους ήθελαν να παρευρίσκονται στον γάμο τους οι νεόνυμφοι. Οι άλλοι, οι πρόσφυγες, είχανε την «αντίχαρα», θυμάμαι, την Παρασκευή, που κάνανε πάλι ένα γλέντι. Και μετά κάνανε το άλλο το γλέντι, μετά από την στέψη το βράδυ. Την «αντίχαρα», απ’ ό,τι θυμάμαι, ήτανε χωριστά το ζευγάρι, δεν ήτανε μαζί. Στο γλέντι μετά τη στέψη ήτανε και οι δύο οικογένειες και το ζευγάρι μαζί. Ένα έθιμο είναι το έθιμο της προίκας. Η νύφη, μία εβδομάδα πιο μπροστά, και ίσως και περισσότερο, καλούσε τις φίλες της, άλλες τις συγγένισσές της, και στόλιζαν τα προικιά, στον τοίχο τα κρεμούσαν –αυτό το έκανα κι εγώ, στο δικό μου τον γάμο–, τις κερνούσε, την τραγουδούσανε και κρεμούσανε την προίκα. Όταν επρόκειτο να ’ρθεί ο γαμπρός να πάρει την προίκα, βάζανε ένα εμπόδιο μπροστά στο όχημα. Τι ήταν αυτό το όχημα; Παλιά τις πηγαίνανε με κάρα. Έχω και φωτογραφικό υλικό που δείχνει τη νύφη επάνω στα κάρα. Μετά βέβαια, όταν χρησιμοποιούσαν τα αυτοκίνητα, βάζανε ένα εμπόδιο –ένα [00:30:00]σχοινί, θυμάμαι– για να εμποδίσουνε και να τάξει ο γαμπρός για να πάρει την προίκα της νύφης. Και ένα άλλο έθιμο. Μετά τη στέψη, στις οχτώ μέρες –και τα λέγανε «τα οχτώ», «οχτώ» τα λέγανε–, η νύφη εκκλησιαζότανε και στεκότανε στην είσοδο της εκκλησίας και καλούσε τον κόσμο να την επισκεφθεί στο σπίτι για να τους κεράσει. Το θυμάμαι. Η δε πεθερά –τα θυμάμαι τώρα ένα ένα– περίμενε στην είσοδο του σπιτιού όταν έφερνε τη νύφη ο γαμπρός, της έδινε γλυκό –έχω φωτογραφία από το δικό μου τον γάμο–, της έδινε, την κερνούσε γλυκό, για να είναι γλυκιά η ζωή της, έβαζε κάτι σιδερένιο κάτω, να το πατήσουνε, για να είναι γεροί και σιδερένιοι. Τώρα, υπάρχουν φυσικά και άλλα έθιμα, ανάλογα με τον ιδιαίτερο τόπο που καταγότανε. Τιμούσαν πολύ τον κουμπάρο και με τα όργανα πηγαίνανε και τον παίρνανε απ’ το σπίτι για να τον πάνε στην εκκλησία. Τιμούσαν πάρα πολύ τον κουμπάρο.
Αλλά πριν από τον γάμο υπήρχε η βόλτα, έτσι;
Α, η βόλτα της Τρίγλιας! Η Τρίγλια ήτανε ξακουστή για τη βόλτα της. Ο περίπατος. Υπάρχει όμως και μία φωτογραφία –και την έχω στο βιβλίο μου και υπάρχει σε μεγαλύτερες διαστάσεις στον σύλλογο εδώ τον τριγλιανό– όπου και οι Τριγλιανοί στην παλιά Τρίγλια κάνουν περίπατο. Από ένα ύψωμα κάνουν περίπατο. Πραγματικά, εδώ ήτανε μια χαρά για τους ανθρώπους. Ιδιαίτερα το καλοκαίρι, με το σούρουπο, κάναμε τον περίπατό μας, τη βόλτα μας, στον κεντρικό δρόμο της Τρίγλιας, απ’ όπου παράλληλα διέρχονταν και λεωφορεία και αυτοκίνητα, και μας κόρναραν και φώναζαν πολλές φορές «Πάτε στην άκρη». Εμείς απτόητοι. Χαιρόμασταν τη βόλτα, περιμέναμε. Το καλοκαίρι, κάθε μέρα. Τον χειμώνα, θυμάμαι, γιορτές και Κυριακές. Ήταν η έξοδος, η βασική έξοδος. Και μετά καταλήγαμε σε κάποιο καφενεδάκι, σε ένα ζαχαροπλαστείο πάνω στον κεντρικό δρόμο, παίρναμε το γλυκό μας, ή θα πίνανε την μπύρα τους οι μεγαλύτεροι, και θα φεύγαμε, θα επιστρέφαμε στα σπίτια. Εκεί γινόταν και οι γνωριμίες των νέων, στη βόλτα. Γινόταν οι γνωριμίες των νέων και τα συνοικέσια.
Να σας πάω πίσω.
Ναι
Είπατε στην αρχή ότι μεγαλώσατε με κάποιες διηγήσεις.
Ναι.
Θέλετε να αναφέρετε κάποιες από αυτές. Ποιες θυμάστε; Ποιες σας έχουν πει οι γονείς σας;
Οι παππούδες μου! Οι γονείς μου εδώ γεννήθηκαν. Οι παππούδες μου, που ήρθανε γύρω στα οχτώ... Άλλος οχτώ, άλλος δώδεκα... Κυρίως ένας παππούς μου, ο οποίος πρέπει να ήρθε γύρω στα δώδεκα... Δεν υπάρχει ακριβής ημερομηνία, γιατί τους κατέγραψαν ανάλογα με το γεγονός που θυμόνταν, τα γεγονότα που θυμόταν... Οπότε μπορεί δυο-τρία χρόνια να ’ταν μεγαλύτερος ή μικρότερος... Αυτός μου είπε και ιστορικά περιστατικά από τη ζωή τους. Μου είπε και ιστορικά γεγονότα.
Λοιπόν, ξεκινάω να καταγράφω. Είχαμε μείνει στις διηγήσεις του...
Ναι, οι διηγήσεις αφορούσανε τον τόπο τους, τη ζωή τους, τις εκκλησίες τους... Είχαν ένα πικρό παράπονο –γιατί ήταν τουρκόφωνοι– ότι κάποιους δεν τους βοήθησαν επαρκώς να μάθουνε τα ελληνικά, να μάθουν τα ελληνικά όπως θα ήθελαν αυτοί. Μιλούσαν και ελληνικά, αλλά μιλούσανε κυρίως και τουρκικά. Επίσης, η γιαγιά μου είχε στη μνήμη της... Ήρθε μικρή, αλλά είχε τυπωμένες στη μνήμη της σκηνές από την προκυμαία, τη στιγμή που φεύγανε, σκηνές βίαιες, εικόνες σκοτωμένων, όλες αυτές τις... Και είχε και ένα φόβο. Όταν της έλεγα «Δεν θες να γυρίσεις;», ενώ αγαπούσε πολύ... Την έβλεπα ότι φοβότανε η γιαγιά, την αισθανόμουν ότι φοβότανε. Ο παππούς μού μιλούσε ότι εργαζότανε στα χωράφια και Τούρκων πασάδων, και μου ’κανε εντύπωση ότι ήτανε αντικειμενικοί στην κρίση τους, ενώ ήταν αγράμματοι άνθρωποι, μικρά παιδιά. Μου διηγούνταν ένα γεγονός ότι κάποτε, τότε που είχαν οξυνθεί λίγο οι σχέσεις μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, είχαν έρθει απ’ το διπλανό χωριό, [00:35:00]τους συγκέντρωσαν και ένας είπε «Να αρχίσουμε», εννοώντας να τους σκοτώσουν. Και πετάχτηκε ο άλλος ο Τούρκος και είπε «Όχι, απ’ αυτούς τους ανθρώπους όφελος είδα». Είχε, λέει, φούρνο, ή είχε δίπλα μύλο, μύλο δίπλα, και «Εγώ», λέει, «εδώ όφελος, δεν είδα κακό. Ας πάρουμε ό,τι είναι να πάρουμε και ας τους αφήσουμε τους ανθρώπους να μη τους πειράξουμε». Μου ’κανε εντύπωση ότι ήτανε αντικειμενικοί στην κρίση τους. Και γενικά λέγανε ότι, μέχρι να οξυνθούν τα πράγματα, ζούσανε... Ήρεμα ζούσανε μεταξύ τους. Συνεργαζότανε, ζούσανε ήρεμα μεταξύ τους. Μετά από το οργανωμένο σχέδιο, το Κίνημα των Νεοτούρκων, άρχισαν τα πράγματα να οξύνονται. Και είχανε την ελπίδα ότι, στην αρχή τουλάχιστον, θα επιστρέψουν, θα επιστρέψουν πίσω. Δεν ξέρω πότε έπαψαν να πιστεύουν πια ότι δεν θα γυρίσουν πίσω, πότε το πήρανε απόφαση ότι δεν θα γυρίσουν ξανά πίσω. Αρχικά είχανε την ελπίδα αυτή, ότι θα επιστρέψουν.
Λοιπόν... Θα θέλατε να πείτε λίγα πράγματα ακόμα για την Τρίγλια στην Κατοχή; Για το περιστατικό με το κάψιμο της Τρίγλιας, ίσως; Κάτι να προσθέσετε;
Εγώ δεν τα έζησα. Η μητέρα μου ήτανε κι αυτή μικρή και μου τα διηγείται. Και άλλοι, από τους οποίους ζήτησα πληροφορίες. Στην Κατοχή εδώ ήτανε οι Γερμανοί και είχανε συμμάχους τους Βουλγάρους και τους Μογγόλους. Εδώ, στην Κατοχή. Το γεγονός το οποίο ήτανε πολύ άσχημο ήταν αυτό του καψίματος του χωριού. Υπάρχουνε βέβαια διαφορετικές απόψεις. Άλλοι βλέπουνε αυτή την ενέργεια των ανταρτών σαν αντίσταση. Άλλοι υποστηρίζουν ότι, επειδή ήδη ήτανε προς το τέλος, δεν έπρεπε να προβούν σε αυτή την ενέργεια και να προκληθεί αυτό το μεγάλο πρόβλημα. Υπάρχουνε διιστάμενες απόψεις. Γενικά, με τους Βουλγάρους, απ’ ό,τι μου ’λεγε η μητέρα μου, τουλάχιστον εδώ στην Τρίγλια, τουλάχιστον στην Τρίγλια, δεν μου ανέφεραν κάτι το ιδιαίτερο. Αυτό το πρόβλημα... Α, φιλοξενούσανε... Πρέπει να φιλοξενούσανε από άλλα χωριά άτομα, οικογένειες, να φιλοξενούσαν εδώ στην Τρίγλια. Κυρίως από την πόλη, όπου ήτανε η πείνα μεγάλη και ερχόταν εδώ πέρα κοπέλες πουλώντας την προίκα τους για να μπορέσουνε να επιβιώσουν, για ένα κομμάτι, όπως λέμε, ψωμί. Αυτά, αυτές οι πληροφορίες.
Ωραία. Και εκδίδεται το βιβλίο.
Ναι.
Πώς νιώσατε όταν εκδόθηκε το βιβλίο;
Ένιωσα μια δικαίωση των κόπων μου, γιατί ήταν μεγάλος κόπος. Δεν λέω ότι ήτανε το μοναδικό. Ποτέ, τίποτα δεν είναι μοναδικό. Ξέρετε, κουράστηκα πολύ για να φέρω μια ισορροπία, γιατί τα στοιχεία ήταν πολλά. Όπως σας είπα, έπρεπε να αναφερθώ, αν όχι σε όλα, σε πάνω από ένα χωριό της Μικράς Ασίας απ’ όπου ήρθαν οι ομάδες αυτές. Γιατί κάθε ένας έλεγε: «Είμαστε κι εμείς εδώ, είμαστε κάτοικοι της Τρίγλιας, συντελέσαμε κι εμείς να γίνει αυτό που έγινε η Τρίγλια». Και φοβόμουνα ότι θα βρεθώ αντιμέτωπη με παρεξηγήσεις και με δυσαρέσκεια, και δικαιολογημένη πολλές φορές. Έπρεπε να αναφερθώ και στη Θράκη. Γι’ αυτό έκανα έναν κόπο να τα ισορροπήσω, όσο μπόρεσα, τα στοιχεία, και να δώσω περισσότερα. Ξέρετε, μου είπαν άλλοι: «Να, θα μπορούσες...» Θα μπορούσαμε να γράψουμε πάρα πολλά, θα μπορούσαμε να σταθούμε και να γράψουμε ένα βιβλίο μόνο για το θέμα του καψίματος του χωριού, θα μπορούσαμε να σταθούμε να γράψουμε μόνο για τα γλωσσολογικά θέματα ή για τα ήθη και έθιμα. Εγώ, τώρα, προσπάθησα να δώσω μια, κατά το δυνατόν, ολοκληρωμένη εικόνα της πορείας της Νέας Τρίγλιας, από όσο μπόρεσα πιο βαθιά μέχρι τα χρόνια που έκανα τη συγγραφή, και να δώσω κυρίως κεντρίσματα. Δηλαδή ένα παιδί που διάβασε μπορεί να θέλει μεθαύριο να ασχοληθεί «Για να δω την προσωπικότητα του Χρυσοστόμου Σμύρνης». Άλλοι γράψανε βιβλία, βιβλίο, τόμο για την προσωπικότητα του Χρυσοστόμου Σμύρνης. Δεν έχω τώρα την ψευδαίσθηση ότι καλύπτω πλήρως, έπρεπε να γράψω τόμους. Αλλά πιστεύω τουλάχιστον ότι δίνω κεντρίσματα για πολλά θέματα. Και χαίρομαι πάρα πολύ που το[00:40:00] χρησιμοποιούν τα παιδιά σε εργασίες που τους δίνουνε, που τους αναθέτουνε και στο πανεπιστήμιο και στο σχολείο. Και ξέρετε κάτι; Έχουνε γραφτεί βιβλία για χωριά προσφυγικά, αλλά για τη Νέα Τρίγλια σαν σύνολο δεν είχε γραφεί κάτι. Είναι μια πρώτη προσπάθεια. Εύχομαι να ακολουθήσουν άλλες και να είναι πιο εμπεριστατωμένες, από τους μαθητές και από άλλα παιδιά.
Κάποιο σχόλιο που σας έγινε–
Ναι, ναι, ναι.
Αφού το διάβασαν κιόλας το βιβλίο;
Οπωσδήποτε αντιμετωπίζεις... Δεν είναι μόνο ευχάριστα. Μέχρι να το αποδεχθούν, μέχρι... Αντιμετωπίζεις και πικρίες... Ένα σημείο το οποίο δεν το κατάλαβαν καθόλου... Μια φορά μου ’κανε μια επίθεση μια κυρία και μου είπε: «Εσύ μας ονόμασες έτσι». «Εγώ», λέω, «δεν σας ονόμασα έτσι. Εγώ στο βιβλίο μου, άμα διάβασες, αναίρεσα αυτό το πράγμα». Εντάξει, η κυρία, εντάξει, δεν το κατάλαβε, μιας ηλικίας, τέλος πάντων. Αλλά οπωσδήποτε θα αντιμετωπίσεις και πικρόχολα σχόλια, αλλά νομίζω ότι έγινε αποδεκτό και το χρησιμοποιούν. Πρώτα απ’ όλα, όταν κάναμε την παρουσίαση, ήταν πλήρης η αίθουσα στον Σύλλογο Τριγλιανών που έχουμε εδώ στην Τρίγλια, ένα μεγάλο κτίριο με μια μεγάλη, τεράστια αίθουσα. Πλήρης, το παρακολούθησαν. Ήρθανε με ενδιαφέρον να δουν, να ακούσουν τι είναι αυτό που έκανε η Παρασκευά και μετά τα διένειμαμε δωρεάν. Με ενδιέφερε να μπει σε κάθε σπίτι και να μάθουν τα παιδιά μερικά πράγματα. Να μάθουν τα παιδιά μερικά πράγματα ή να παρακινηθούν, όπως είπα, από κάτι και να δημιουργήσουνε το δικό τους έργο. Δεν σταματάει. Αλίμονο άμα σταματάνε οι εργασίες σε ένα πρόσωπο. Πρέπει να είσαι... Όταν κάνεις δημόσιες ενέργειες –συγγραφή βιβλίου λέγεται, ό,τι λέγεται–, εγώ έχω αυτή τη θεωρία, αυτό το πιστεύω, πρέπει πρώτα να είσαι προετοιμασμένος να δεχθείς τα πυρά, το «Σταύρωσον», και μετά το... Όχι το «Ωσαννά», να σε αποδεχθούν τουλάχιστον!
Λοιπόν... Αυτή τη στιγμή δεν έχω κάποια ερώτηση. Θα θέλατε να προσθέσετε κάτι, οτιδήποτε, εσείς;
Θα προσθέσω... Εγώ δεν έχω σταματήσει την ενασχόληση με την τοπική ιστορία. Έχω ακόμη υλικό για δύο άλλες εργασίες. Βέβαια τώρα, δεῖ χρόνου, που λένε. Δόξα τω Θεώ, έχω βάρη οικογενειακά, έχω τα παιδιά μου, τα εγγόνια μου και ασχολούμαι. Αλλά έχω υλικό και πιστεύω ότι κάποια στιγμή να μπορέσω να δουλέψω και αυτό το υλικό που έχω για δυο άλλες εργασίες. Με θέμα πάλι την τοπική ιστορία, την κωμόπολη της Νέας Τρίγλιας αλλά και την παλαιά Τρίγλια. Το ελπίζω και το εύχομαι να βρω χρόνο, να αφήσω πίσω μου κάτι. Και αυτά τα δύο που θέλω.
Μάλιστα. Λοιπόν, νομίζω ότι καλύψαμε πολλά και διάφορα θέματα σχετικά με το βιβλίο. Αν δεν έχουμε να προσθέσουμε κάτι...
Όχι, εκείνο το οποίο εύχομαι είναι να προοδεύει συνέχεια η κωμόπολή μας. Αυτό εύχομαι. Να προοδεύει συνέχεια η κωμόπολή μας, γιατί εγώ είμαι πρόσφυγας αλλά εδώ γεννήθηκα, εδώ μεγάλωσα και αγαπώ τη Νέα Τρίγλια. Και χαίρομαι με κάθε τι που προάγει τον πολιτισμό της. Υπάρχει πολιτιστική ζωή εδώ στη Νέα Τρίγλια, υπάρχουνε σύλλογοι. Διετέλεσα οχτώ χρόνια πρόεδρος στο παράρτημα του Συλλόγου Απανταχού Τριγλιανών, εδώ στη Νέα Τρίγλια, και, μέσα από αυτή τη θητεία μου, νομίζω ότι μπορέσαμε και κάναμε αξιόλογες εκδηλώσεις, κοινωνικού, επιστημονικού, ιστορικού περιεχομένου. Αλλά υπάρχουν και άλλοι σύλλογοι που βοηθούν τα παιδιά να εκμεταλλεύονται σωστά και εποικοδομητικά τον ελεύθερο χρόνο τους, και δημιουργικά. Εύχομαι το καλύτερο για το [00:45:00]χωριό μου.
Ωραία.
Σας ευχαριστώ κι εσάς που μου δώσατε αυτή την ευκαιρία να αναφερθώ στο βιβλίο μου, αλλά περισσότερο να αναφερθώ μέσα από το βιβλίο μου στην πατρίδα μου, τη Νέα Τρίγλια.
Κυρία Δέσποινα, εγώ σας ευχαριστώ. Να είστε καλά.
Κι εσείς να είστε καλά και καλή συνέχεια στο όμορφό σας έργο.
Να είστε καλά.