Αγροτουρισμός σε ένα κτήμα στη Ζάκυνθο ή αλλιώς... ακολουθώντας τον δρόμο της καρδιάς
Ενότητα 1
Η εργασιακή εμπειρία και η στρατιωτική θητεία
00:00:00 - 00:32:44
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Καλησπέρα. Καλησπέρα. Είμαι η Ανδριανή Πομόνη, είμαι ερευνήτρια στο istorima, βρισκόμαστε με τον κύριο Δημήτριο Θεριανό στην Καλλιθέα Ζα…ύσα να το κάνω. Και ήτανε μία δουλειά ωραία και για μένα αυτή, η αλήθεια είναι. Εκεί που δούλευα ήμουνα ευχαριστημένος και περνάγαμε ωραία.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 2
Η πρώτη επαφή με τον Αγροτουρισμό
00:32:44 - 00:43:14
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Και απλώς τότε τι έγινε; Ήτανε το '97 -είχα απολυθεί εγώ το '96, '97 - στο '98 εκεί βγαίνω νέος αγρότης. Όταν βγήκα νέος αγρότης και γίνανε …α κάνουμε τουρισμό σαν εκπαιδευτικό κιόλας μεταξύ μας, άρχισα να αισθάνομαι την ανάγκη να γυρίσω στο κτήμα και να κάνω το κτήμα επισκέψιμο.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 3
Ελαιόλαδο και Therianos Family
00:43:14 - 01:16:06
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Εκείνη την περίοδο όμως άρχισα να ασχολούμαι εγώ γενικότερα άρχισα να ασχολούμαι πάρα πολύ με το ελαιόλαδο, εκείνη τη περίοδο. Δηλαδή, όταν …ες τότε που ‘μουνα και εγώ μέσα ή επικεφαλής ή μέσα στο συμβούλιο, είτε σαν μέλος πάντα προσπαθούσα να προσφέρω, προσφέραμε πολλά πράγματα.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 4
Η γιορτή της Γκλαούνας
01:16:06 - 01:20:56
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ένα ωραίο που έκανα εκτός από τα προηγούμενα που ήτανε πολύ ωραία και τα άλλα, τα τελευταία χρόνια είναι ότι δημιούργησα μία γιορτή στο χωρι…ώπους. Ευχαριστώ. Και αγαπώ την Ελλάδα πάρα πολύ και τους Έλληνες. Ευχαριστώ πολύ, ευχαριστώ. Ξεχάσαμε τίποτα να πούμε; Όχι. Εντάξει.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνηση[00:00:00]Καλησπέρα.
Καλησπέρα.
Είμαι η Ανδριανή Πομόνη, είμαι ερευνήτρια στο istorima, βρισκόμαστε με τον κύριο Δημήτριο Θεριανό στην Καλλιθέα Ζακύνθου και σήμερα έχει 26/06/2023. Θέλετε να μου πείτε λίγα πράγματα για σας;
Πολύ χαίρομαι που είσαι εδώ, καταρχήν, σήμερα Ανδριάνα και μπορούμε να μιλήσουμε και να σου πω πράγματα που είναι ενδιαφέρον και έχει και αρκετή εμπειρία ζωής μέσα.
Τέλεια.
Και θέλω να πω πράγματα, βεβαίως. Ζω σ’ αυτό το χωριό, στην Καλλιθέα στη Ζάκυνθο 48 χρόνια – έτσι, για να πούμε και την ηλικία μας τώρα λίγο. Δεν έφυγα από δω συγκεκριμένα να πάω να σπουδάσω κάπου ή να κάνω κάτι συγκεκριμένο, μόνο έφυγα για δύο περίπου… 18 μήνες στην ουσία που πήγα στον στρατό φαντάρος. Όλη την άλλη περίοδο στη ζωή μου την πέρασα εδώ στο νησί. Και από μικρός, εντάξει, ήμουνα ενεργητικός, ήθελα διάφορα πράγματα να κάνω, ήμουν ένα παιδί που πάντα μ’ άρεσε να ακολουθώ τα βήματα του πατέρα σε ένα ποσοστό. Βέβαια, έκανα και τα δικά μου βήματα, δεν ακολουθούσα πάντα κατά γράμμα και νομίζω ότι έχει και αυτό μία ομορφιά μέσα, γιατί είναι και ο χαρακτήρας του ανθρώπου που θέλει να αναζητήσει και να κάνει και αυτός τα δικά του βήματα. Μεγάλωσα και πήγα σχολείο εδώ στην Καλλιθέα, γιατί εκείνα τα χρόνια το σχολείο ήτανε εδώ, δεν χρειαζόταν να φύγουμε. Θυμάμαι την πρώτη μέρα, βέβαια, που πήγα στο σχολείο που έκλαιγα, δεν ήθελα να πάω εύκολα στο σχολείο. Δεν ξέρω γιατί, ντρεπόμουνα, φοβόμουνα. Πολλοί και διάφοροι άλλοι λόγοι. Ίσως αυτό να ήτανε από ό,τι θυμάμαι τον εαυτό μου. Δεν υπήρχε το νήπιο, το προνήπιο τότε σε μας. Αλλά μετά άρχισα να προσαρμόζομαι και να μαθαίνω, να διαβάζω. Δεν ήμουνα πάντα πολύ εύκολος, μ’ άρεσε, μ’ άρεσε το παιχνίδι γενικά, να βγαίνω με τους φίλους, με τα παιδιά να παίζουμε, εδώ με τα αδέρφια μου –ξέρεις, γιατί είμαστε και με τα αδέρφια μου όχι πολύ μεγάλη διαφορά ηλικίας, είχαμε και μικρή διαφορά, γιατί είμαστε 4 παιδιά στην οικογένεια. Έχω δύο αδερφές που είναι οι μεγαλύτερες και ο αδερφός μου που ‘ναι ο πιο κοντινός μου, γύρω στα 2,5 χρόνια διαφορά. Μετά στα 7 με τη δεύτερη μου αδερφή και με τη πρώτη στα 10. Αλλά έκανα εκείνο που έπρεπε να κάνω που αισθανόμουν ότι με αυτόν τον τρόπο θα προχωρήσω και θα ικανοποιήσω και τους μεγάλους, βέβαια, που θέλαν να πηγαίνω στο σχολείο και θα ικανοποιήσω, βέβαια, και τους δασκάλους για να είμαι καλός και να μην τρώμε και καμία βέργα τότε με τη βέργα. Γιατί τότε ήτανε ακόμα η βέργα σε μένα, στην ηλικία τη δική μου που πήγα, οπότε έπρεπε να είμαι προσεχτικός. Όταν έφυγα απ’ το Δημοτικό και πήγα στο Γυμνάσιο στο Καταστάρι, στο πιο δίπλα χωριό, δύο χιλιόμετρα από το χωριό μου, μέχρι το Γυμνάσιο… Στην Α’ Λυκείου επέλεξα να πάω τότε στο Πολυκλαδικό Λύκειο. Ήτανε η πρώτη χρονιά που ερχόταν το Πολυκλαδικό Λύκειο στην Ελλάδα νομίζω και στη Ζάκυνθο. Και για μένα τότε, όταν ήρθανε και μας μιλήσανε οι καθηγητές που θα στελέχωναν το Πολυκλαδικό Λύκειο και μας είπανε ότι θα είναι για μας κάτι καλό, ότι αν θέλουμε, μπορούμε να το προτιμήσουμε να πάμε από κει και θα διαλέξουμε κλάδους κατά τι μας αρέσει και θα είναι πιο εξειδικευμένο, μου φάνηκε τότε ότι σαν να ήθελα να κάνω ένα τέτοιο βήμα. Να φύγω από το Λύκειο του Κατασταρίου και αντί να πάω εκεί, να πάω στο Πολυκλαδικό. Πήγα τότε και τελείωσα εκεί τη Γ’ Λυκείου και πήγα και ένα χρόνο ειδίκευση στους υπολογιστές. Ήταν μία ειδικότητα, έτσι, σαν προγραμματιστής, να το πούμε έτσι. Όμως επειδή δούλευα τότε, λίγο καιρό, θα έλεγα, πριν τελειώσω τη σχολή αυτού του ενός χρόνου, έφυγα και δεν το πήρα το πτυχίο που θα έπαιρνα. Έλεγα μέσα μου κάποια στιγμή: «Λες να ‘κανα σωστά ή λάθος τώρα;», αλλά έλεγα παράλληλα μέσα μου μία ότι δεν θα το χρειαστώ, για κάποιο λόγο. Βέβαια, αν με ρώταγες τώρα, δεν θα το ξανάκανα, θα περίμενα να το τελειώσω. Εκείνη τη στιγμή, όμως, ο αυθορμητισμός μου και η τέτοια μου ήτανε ότι, εντάξει, επειδή είχα πιεστεί λίγο με τις δουλειές και με όλα αυτά, λέω: «Άσ’ το, δεν πειράζει τώρα». Έτσι και αλλιώς, μου ‘χανε πει και διάφοροι εκεί πέρα ότι δεν θα ‘ναι εύκολο, κάποιοι, μπορεί να μην το περάσεις εύκολα ή ξέρω ‘γω, λέγαν θα βάλουν πολύ δύσκολα θέματα… Λίγο από δω λίγο από κει, λέω τελικά δεν είναι να ακούς κάποιον εύκολα. Καλύτερα να πηγαίνεις να τελειώνεις κάτι με τις προσπάθειες σου. Αν πετύχουν, πέτυχαν, αν δεν πετύχουνε, δεν πετύχανε. Αλλά τουλάχιστον έδωσες μέχρι τελευταία σου στιγμή τον αγώνα σου. Από μικρός γενικότερα, θα σου έλεγα ότι στην ηλικία των… Η πρώτη μου δουλειά που έκανα, που έφυγα απ’ το σπίτι… Γιατί πάντα από μικρό παιδί δούλευα με τον πατέρα μου. Δηλαδή, ήμαστε στις ελιές, όταν τελειώναμε το σχολείο, πηγαίναμε στις ελιές να μαζέψουμε ελιές. Το καλοκαίρι θα τρυγάγαμε, θα ‘τανε στον τρύγο. Δεν ήταν εύκολα, ήτανε δύσκολα και, να σου πω την αλήθεια μου, μ’ άρεσε όταν καμία φορά μαζεύαμε ελιές, εκοίταγα να δω όταν είχε σύννεφα να δούμε: «Θα βρέξει, θα βρέξει καμιά ψιχάλα;» Γιατί όταν έβρεχε, έπρεπε να φύγουμε, οπότε θα φεύγαμε πιο νωρίς και θα πηγαίναμε να κάνουμε άλλα πράγματα, σαν παιδιά που ήμαστε. Έτσι, για να λέμε και τα ωραία αυτά που ενιώθαμε σαν παιδιά. Λοιπόν, στην ηλικία περίπου 13 χρονών νομίζω, έρχεται ένας γείτονας ο Ιάκωβος ο Μπράτης, ένας αγαπημένος φίλος του πατέρα μου πολύ και καλός γείτονας, και τον έπιασε η μέση του τότε. Εδούλευε σε λεωφορείο, σε ένα τουριστικό λεωφορείο που έπαιρνε κόσμο απ’ το αεροδρόμιο και τους πήγαινε σε ξενοδοχεία. Και τον έπιασε η μέση του και λέει του πατέρα μου: «Σπύρο -λέει- μήπως μπορέσει ο Δημήτρης να ‘ρθει να με βοηθήσει λίγο, λίγο στις βαλίτσες. Μία βοήθεια, έτσι, να μου δίνει και θα του δίνω και ‘γω το χαρτζιλίκι του και αυτά…», για να μπορέσει, γιατί είχε πρόβλημα με τη μέση του. Και του λέει ο πατέρας μου… Μου το λέει ο πατέρας μου, μου λέει: «Θέλεις;». Εγώ όταν άκουσα ότι θα πάω σε λεωφορείο, ότι θα πηγαίνω βόλτα μες τη Ζάκυνθο, τρελάθηκα, λέω: «Ναι, θέλω να πάω, οπωσδήποτε!». Δεν με πείραζε τις βαλίτσες να ‘βαζα μέσα. «Εκεί –λέω- ότι και να ‘κανα θα μ’ άρεσε». Του λέει ο Ιάκωβος του πατέρα μου: «Θα του δίνω -λέει- και κάποια χρήματα», «Να σου πω -του λέει- μην τον κακομάθεις πολύ με τα λεφτά, γιατί μπορεί να μου φύγει από δω απ’ το χτήμα». Αυτό μου το ‘πε μετά από χρόνια εμένα ο γείτονας. Πριν λίγα χρόνια μου το ‘πε, σε τέτοια ηλικία, δεν θα μου το ‘λεγε ποτέ πιο νωρίς. Λοιπόν, ήτανε η πρώτη μου δουλειά τότε που πήγαμε με τα λεωφορεία και καμάρωνα, ευχαριστιόμουνα που καθόμουνα δίπλα συνοδηγός απ’ τον οδηγό και πηγαίναμε τον κόσμο και τον αφήναμε στα ξενοδοχεία. Γιατί αυτές οι δουλειές γίνονταν το καλοκαίρι που τελείωνα το σχολείο. Στην επόμενη δουλειά που είχα, που θέλησα να πάω, αφού έφυγα μετά δεν ξαναπήγα άλλο στο λεωφορείο -επέρασε και η μέση του γείτονα, πήγαινε μια χαρά ο Ιάκωβος, οπότε συνέχισα εγώ με το άλλο μου τέτοιο- ήτανε ένας χωριανός μου τώρα, απέναντι από μας, απ’ το δικό μας το σπίτι, ένας οικοδόμος, ένας πολύ καλός οικοδόμος στη Ζάκυνθο, απ’ τους καλύτερους σκεπάδες. Έβαζε σκεπές και έφτιαχνε, έτσι, διάφορες κατασκευές. Και τότε αυτούς που έπαιρνε για δουλειά ήτανε εδώ απ’ το χωριό οι περισσότεροι και έπαιρνε και κάποιους άλλους που ‘τανε, ξέρω γω, κάνας συγγενής, γιατί έτσι ήταν τότε τα πράγματα. Λοιπόν, είχε και δύο χωριανούς που δουλεύανε στην τέτοια και μου ‘πε αν θέλω να πάω και εγώ εκείνη τη χρονιά να δουλέψω στις σκεπές μαζί του. Τότε ήμουνα στα 15, οπότε κάπου εκεί ήτανε, 14,5 κάπου. Το καλοκαίρι εκείνο πάω στην οικοδομή εγώ. Και το χειρότερό μου απ’ όλα ποιο ήτανε; Ότι έπρεπε να σηκώνομαι εγώ τις 05:00 η ώρα το πρωί, γιατί έπρεπε να πηγαίνουμε πολύ νωρίς για δουλειά, για να φεύγουμε μέχρι κάποια στιγμή, γιατί η ζέστη είναι αφόρητη, μες τον ήλιο, μες τις σκεπές τώρα. Λοιπόν, αυτή ήτανε μία δουλειά. Βέβαια, ήτανε πολλή εμπειρία για μένα κατασκευαστική, γιατί μ’ άρεσε κιόλας η κατασκευή. Και κουβάλαγα τα κεραμίδια, έδινα κεραμίδια πάνω, τα ξύλα… Το μόνο που θυμάμαι, την πιο δύσκολη που θυμάμαι, ήτανε ότι όταν έδινα τα ξύλα έμπαιναν σκλήθρες απ’ τα ξύλα μες τα δάχτυλά μου και εκεί πόναγα. Δηλαδή, το θυμάμαι αυτό που ήτανε λίγο το πιο δύσκολο μου κομμάτι. Και μετά λίγο με τα κεραμίδια, γιατί μου τα κλείνανε καμιά φορά, ξέρεις. Και όλα αυτά στην οικοδομή μέσα υπάρχουνε. Και οικοδομή ήτανε τότε η δεύτερη θα έλεγα εργασία που έκανα στη ζωή μου και μετά αφού τη δοκίμασα και αυτήν είδα τα ωραία, τα καλά και τα κακά ποια είναι. Μετά η άλλη μου τέτοια που θα πήγαινα ήταν να δουλέψω σερβιτόρος. Μία άλλη εμπειρία εκεί τώρα. Η εμπειρία του σερβιτόρου ήτανε ωραία και αυτή. Σαν πρώτη εμπειρία, ήτανε λίγο δύσκολη θα έλεγα για μένα, γιατί είχα πέσει απλώς στα παιδιά εκεί που πήγα είχα πάει για δουλειά -στα αφεντικά με λίγα λόγια να το πω- η δουλειά πάνω έκανε πολλά νεύρα. Και εκεί έπεφτε πολύ βρισίδι. Καλοί άνθρωποι -δεν λέω- αλλά δεν μπορούσα να κρατήσω και εγώ αυτό το πράγμα. Εν τω μεταξύ, τι έγινε; Πήγα σαν βοηθός σερβιτόρου στην αρχή, εμάθαινα να πηγαίνω το δίσκο, είχα λίγο τρακ, αλλά είχα και τόλμη απ’ τη άλλη μεριά, όπως όλα τα παιδιά. Έτσι και εγώ πήγα, λέω: «Θα τη μάθω». Πήγαινα σιγά-σιγά, μου λέγαν τι να κάνω, πήγαινα έξω. Εγώ, μέσα σε λίγες μέρες, 4-3 μέρες, άρχισα να παίρνω παραγγελίες. Τον δίσκο τον πήγαινα καλύτερα, ήμουνα πιο άνετος σιγά-σιγά. Τις πρώτες μέρα το μόνο που μπορώ να σου πω, να σου πω μία πλάκα που έγινε. Έρχονται κάποιοι πελάτες -ήταν Άγγλοι- παραγγέλνουνε το πρωί, ξέρεις, τσάι, πρωινό και όλα αυτά και πίνουνε τσάι ζεστό κιόλας το καλοκαίρι και όπως πήγαινα με το δίσκο εγώ με τα ζεστά πάνω τα νερά και τα φλιτζάνια και τις τσαγιέρες και τα υπόλοιπα, ακουμπάω το δίσκο κάπως απάνω στο τραπέζι και αντί να ξεφορτώσω το δίσκο εκεί που έπρεπε να ξεφορτώσω ξεφορτώνω ανάποδα. Και όπως ήτανε στο τελευταίο μου στάδιο πίσω η φλιτζάνα με το ζεστό νερό και με τέτοιο φεύγει με το νερό και πέφτει απάνω στον Άγγλο το φλιτζάνι μαζί με το νερό και πετάγεται ο άνθρωπος στον αέρα. «Ω, συγγνώμη!» του λέω εγώ, εκοκκίνισα, εντράπηκα, δεν ήξερα τι να κάνω. «Συγγνώμη!», να τον επεριποιηθώ και να τον εφτιάξω όσο μπορούσα. Ήτανε η πρώτη μου τέτοια και η πιο δύσκολη. Βέβαια, την ξεπέρασα. Ήτανε καλοί άνθρωποι, γελάγανε κιόλας ευτυχώς απ’ τη μία μεριά, γιατί με χαλαρώσανε, γιατί θα πάθαινα [00:10:00]τρακ εκεί ένα πολύ μεγάλο. Και εντάξει, τακτοποίησα εκεί τα πράγματα αμέσως, να τους δώσω τα τραπεζομάντηλα, να αλλάξω, ξέρω ‘γω και όλα αυτά, τους έφτιαξα πολύ ωραία, προχώρησε. Λέω: «Το γλυτώσαμε το θέμα, δεν έγινε κάτι άσχημο, ούτε κάτι άσχημο προς το εστιατόριο». Σαν πρώτη μου, λοιπόν, δουλειά του σερβιτόρου, μέσα στις επόμενες μέρες όμως, άρχισα να μαθαίνω γρήγορα, έπαιρνα παραγγελίες και σιγά-σιγά, από κει που πήγα σαν βοηθός του σερβιτόρου, έγινα σερβιτόρος, έπαιρνα εγώ τις παραγγελίες, εγώ έπαιρνα τα πρωινά. Και προχώρησα σ’ αυτή τη δουλειά μέχρι τα μέσα Αυγούστου περίπου, που επειδή έγιναν κάποιες, έτσι, πολύ έντονες μετά καταστάσεις μες στη δουλειά, έφυγα. Στα κρύα του λουτρού τους άφησα, βέβαια, τους ανθρώπους, γιατί απλώς δεν άντεχα άλλο αυτό το σκηνικό. Και μάλιστα, όταν του χα πει: «Θα φύγω», μου λέει: «Δεν μπορείς να φύγεις, γιατί ο πατέρας σε έφερε εδώ για δουλειά να μείνεις και θα πρέπει να τελειώσεις τη δουλειά», «Ναι, αλλά ο πατέρας μου -του λέω- δεν θα μου πει ποτέ: “Θα κάτσεις κάπου που δεν θα σ’ αρέσει”». Μπορεί να μ’ έφερε -γιατί ήμουνα μικρός σε ηλικία, 15 χρονών τότε- να πάω κάπου για δουλειά, με το πατέρα μου πήγαινα, αλλά δεν θα με άφηνε να καταπιεστώ σε τέτοιο μεγάλο βαθμό. Θα μου ‘λεγε: «Θα κάνεις αυτό που εσύ νομίζεις ότι είναι σωστό για σένα». Και έτσι και έκανα. Δεν παράκουσα τον εαυτό μου. Αισθανόμουνα ότι είχα δίκιο μέσα μου, δεν έκανα κάτι ύπουλα ή κάτι κακό στον άλλον. Και έφυγα απ’ αυτή τη δουλειά, γιατί δεν ήταν όμορφη η συμπεριφορά. Σήμερα, βέβαια, αυτού του ανθρώπου του μιλάω, δεν έχω θέμα, έτσι; Δεν έχουμε κάποιο θέμα μεταξύ μας, αλλά νομίζω ότι το κάθε παιδί, την ώρα που μπαίνει στο χώρο της εργασίας και επειδή μπορεί να μην έχει την εμπειρία ή το θάρρος μερικές φορές για κάποια πράγματα, καλό είναι να πηγαίνει να ακολουθεί αυτό που αυτό αισθάνεται εκείνη τη στιγμή, να ακολουθεί τη καρδιά του και τη διαίσθηση του. Εγώ, πριν φύγω απ’ αυτή, είχα μιλήσει με τον πατέρα μου και του ‘πα: «Πατέρα, έτσι και έτσι». Και του λέω: «Το σκέφτομαι να φύγω, γιατί δε μ’ αρέσει η συμπεριφορά». Και μου το ‘πε: «Θα κάνεις αυτό που εσύ νομίζεις». Και τότε μάλιστα εδούλευα για να πάρω μηχανάκι κιόλας, γιατί στα 16 μπορούσες να πάρεις δίπλωμα και να οδηγάς μηχανάκι. Τώρα μιλάμε για το 1992 κάπου εκεί, εκείνα τα χρόνια. Λοιπόν, έφυγα από αυτή τη δουλειά εκείνο το καλοκαίρι. Συνέχισα, λοιπόν, έφυγε το καλοκαίρι, ήρθε πάλι… Και μετά ασχολήθηκα… Άρχισα και μπήκα σε μία άλλη δουλειά. Μπήκα στις πωλήσεις. Τότε είχε φτιάξει ο νονός μου μία επιχείρηση που έκανε εμπόριο χαρτικών-πλαστικών εδώ στη Ζάκυνθο. Μία πολύ καλή επιχείρηση που ήτανε μαζί και με τον αδερφό του. Και εγώ είχα πάει τότε, είχα ξεκινήσει και επήγαινα έφτιαχνα τις αποθήκες μέσα, ετοίμαζα παραγγελίες, μετά σιγά-σιγά άρχιζα και έβγαινα έξω στα μαγαζιά, στις επιχειρήσεις και έπαιρνα και παραγγελίες απ’ τις επιχειρήσεις και μετά τις πηγαίναμε. Και ήτανε μία δουλειά που μ’ άρεσε, γιατί μ’ άρεσε που είχε αυτή μέσα τη δράση. Το εμπόριο έχει μία δράση για μένα. Και η αλήθεια είναι είχα και μία αδυναμία του νονού μου, τον αγάπαγα και μ’ αγάπαγε πολύ και αισθανόμουνα ότι… Τον έβλεπα κάτι σαν πατέρα, να το πω έτσι, πάνω στη δουλειά. Και ήθελα πάντα να ‘μαι καλός σ’ αυτό που κάνω. Είναι και του χαρακτήρα μου, βέβαια, κομμάτι αυτό. Και άρχισα να δουλεύω εκεί πέρα στην «Προμηθευτική» λεγότανε και σιγά-σιγά-σιγά την προχώραγα τη δουλειά, επήγαινε πολύ καλά και δούλεψα περίπου στα δύο χρόνια νομίζω εκεί. Μετά έγινε τότε μία αλλαγή και αποφασίζω να προχωρήσω σε μία άλλη δουλειά που ‘χε να κάνει με εμπόριο τροφίμων τότε. Δουλεύω σ’ αυτό το εμπόριο, ωραίο και αυτό, μ’ άρεσε με τα τρόφιμα. Τότε δούλευα μόνο με ποσοστά. Δηλαδή, φαντάσου ότι επήγαινα και έπαιρνα παραγγελίες απ’ τις επιχειρήσεις και οι αμοιβές μου ήτανε μέσα από τη πώληση μόνο, χωρίς κάποιο μισθό. Το ‘χα στήσει πολύ καλά το όλο κομμάτι αυτό, γιατί ήμουνα πού επιμελής μέσα στη αγορά και συμπαθητικός, γιατί ήμουνα αληθινός. Και όταν έλεγα κάτι για κάποια προϊόντα, οι επιχειρήσεις με εμπιστευότανε. Και νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό όταν βγαίνει κάποιος άνθρωπος προς τα έξω, να είναι ειλικρινής και αληθινός, γιατί αυτό θα το βρει μπροστά του. Μπορεί με την ειλικρίνεια μερικές φορές να μην πουλάς πολύ, αλλά θα πουλήσεις πολύ περισσότερο στην πορεία. Και η εμπιστοσύνη που θα κερδίσει κάποιος άνθρωπος με την αλήθεια, όταν την έχει μαζί του την αλήθεια, θα το βρει μπροστά στη ζωή του. Και η αλήθεια νομίζω ότι είναι ένα πολύ σημαντικό εργαλείο να το κουβαλάμε μαζί μας, κι ας είναι μερικές φορές λίγο δύσκολο. Εκεί, λοιπόν, στις πωλήσεις, στην αρχή εγώ άρχισα να λέω στους πελάτες μου ποια προϊόντα είναι αυτά που θα μπορούσαν να πάρουν περισσότερο και ποια ήτανε λιγότερα, για να το κάνω πιο διευκρινιστικά λίγο. Και σίγουρα όταν τους έλεγα ότι αυτό το προϊόν δεν πουλάει πάρα πολύ, αλλά μπορείς να το δοκιμάσεις αν θέλεις να πάρεις λίγα τεμάχια, μην πάρεις πάρα πολλά και σου μείνουνε και μετά, γιατί ο στόχος δεν είναι να στα πουλήσω να τα βγάλω από πάνω μου και να πάρω τα, αλλά εσύ να είσαι καλά, ευχαριστημένος και εγώ θα είμαι ευχαριστημένος, αν εσύ είσαι χαρούμενος. Και η αλήθεια είναι ότι στη πορεία έτσι έγινε. Μόλις με εμπιστευτήκανε οι άνθρωποι που είχανε τα μαγαζιά, μου δίνανε μεγαλύτερες παραγγελίες στην πορεία και έγινα ένας πετυχημένος πωλητής μες στη Ζάκυνθο, που με αναζητούσανε τότε και περιμένανε να περάσω από τις επιχειρήσεις τους, γιατί είχα κάθε βδομάδα δρομολόγια που θα πήγαινα. Απλώς τότε έγινε ένα άλλο σκηνικό πάλι. Κάποιες περιοχές τότε που δεν δούλευα εγώ σε αυτό το κομμάτι, εγίνανε κάποιες αλλαγές απάνω στο κομμάτι το οργανόγραμμα της δουλειάς της επιχείρησης. Εγώ δεν συμφώνησα τότε μ’ αυτό, έφυγα τότε απ’ αυτή τη δουλειά, γιατί, σου ‘πα, είναι και ο τύπος μου που όταν αισθάνομαι ότι κάτι δεν πάει καλά, δεν συνεχίζω αν δεν είμαι εγώ καλά μέσα μου. Και τότε έρχεται ένας χωριανός μου ο Τόλης ο Καμπιώτης… Ήταν ένα πολύ καλό παιδί, ένα απ’ τα καλύτερα παιδιά εδώ στο χωριό, πολύ αγαπημένος μου φίλος, καρδιακός και το λέω και μ’ αυτό τον τρόπο κιόλας, γιατί αυτό το παιδί έχει φύγει, έχει περάσει στην άλλη μεριά από μικρή ηλικία, γιατί έπαθε μία ασθένεια. Και ήτανε τόσο πολύ καλό παιδί, ήρθε με πήρε και μου λέει: «Θα έρθεις να δουλέψεις». Μόλις έμαθε ότι έφυγα απ’ τη δουλειά την άλλη, μου λέει: «Θα έρθεις να δουλέψεις μαζί; Σερβιτόροι». Εγώ ήξερα τη δουλειά του σερβιτόρου, την είχα μάθει. Και μου λέει: «Θα περάσουμε πολύ ωραία». Φεύγω, λοιπόν, τότε και το καλοκαίρι εκείνο ήτανε ένα καλοκαίρι πριν φύγω για φαντάρος. Θα έφευγα το ‘95 τον Γενάρη για φαντάρος, είχανε γίνει όλα τα χαρτιά, είχα δηλώσει τέτοια, και θα πήγαινα στη Τρίπολη. Και μου λέει: «Θα έρθεις μαζί μου». Πάω, λοιπόν, στη δουλειά μαζί του. Εδούλευε σε ένα μαγαζί παραλιακό στη πόλη στη Ζάκυνθο και μ’ άρεσε τόσο πολύ, γιατί την ώρα που πήγαινα για δουλειά -στις 07:30 η ώρα πήγαινα να ξεκινήσουμε- έβλεπα τον ήλιο να βγαίνει, να κάνει αυτό το διάδρομο μέσα στη θάλασσα, τα καραβάκια, αυτά τα καϊκάκια που υπήρχανε τότε εκεί και οι βαρκούλες και τα σκάφη να είναι στην άκρη εκεί και να γίνεται μια γαλήνη και εκείνη τη στιγμή να βάζεις και στο μαγαζί ένα Πουλόπουλο να παίζει μουσική και να ετοιμάζεσαι να δώσεις τα πρωινά στους ξένους που θα περνάγανε απ’ το εστιατόριο. Αυτό το σκηνικό την ώρα που πήγαινα εγώ στη δουλειά ήταν σαν να πήγαινα ταξίδι. Όταν έφευγα απ’ το χωριό μου και πήγαινα εκεί στην παραλιακή ζώνη της Ζακύνθου μπροστά στη πόλη για μένα ήτανε ένα ταξίδι απίστευτο, μ’ άρεσε, τόσο πολύ το αγάπαγα. Έπαιρνα το καφέ μου πριν ξεκινήσω τη δουλειά. Πολύ ωραίο. Και εκεί, λοιπόν, δούλεψα για εκείνο το καλοκαίρι και η αλήθεια είναι έβγαλα τόσο πού καλά λεφτά, γιατί είχαν μέσα και τα πουρμπουάρ τα τυχερά από τους πελάτες που μας δίνανε και, δόξα τω Θεώ, ήτανε καλά τότε. Και το μισθό μας, αλλά και τα τυχερά, που τα τυχερά στην ουσία ήτανε και η δύναμή μας, εδώ που τα λέμε. Αυτά ήταν το παραπάνω και όταν είσαι και καλός και ωραίος με τον άνθρωπο, αυτοί οι άνθρωποι το ανταποκρινόταν ανάλογα. Και είμαστε καλοί σε αυτό που κάναμε και μας ανταποδώσανε. Και χαίρομαι πάρα πολύ εκείνη τη χρονιά, γιατί κατάφερα και μάζεψα λεφτά. Επήγα φαντάρος και δεν χρειάστηκε να ζητήσω του πατέρα μου τίποτα. Τότε ήτανε τα χιλιάρικα, τα εκατοστάρικα, τα πεντοχίλιαρα, είμαστε στη δραχμή. Και πραγματικά ήτανε μια πολύ ωραία εμπειρία ακόμα για μένα και δούλεψα σερβιτόρος, έβγαλα καλά λεφτά και μετά έφυγα για φαντάρος. Πήγα στη Τρίπολη, παρουσιάστηκα στο κέντρο στη Τρίπολη, πέρασα ειδικότητες βαθμοφόρου και ειδική, ειδικός στις, στα βαριά όπλα. Έκατσα 18 μήνες, πήγα από την Τρίπολη πήγα Αθήνα, πέρασα ειδικότητα για Λοχίας και μετά απ’ τη Αθήνα πήγα στη Νέα Σάντα. Η Νέα Σάντα είναι μεταξύ Κιλκίς και Θεσσαλονίκη. Πολύ ωραία πέρασα και κει με τα δύσκολα και τα εύκολα, βέβαια, μέσα. Η πλάκα είναι που μας λέγανε τότε εμάς: «Καλύτερα κομάντα παρά στη Νέα Σάντα». «Ωχ –λέω- τι θα περάσουμε τώρα!». Μια άλλη εμπειρία ζωής πάλι ο στρατός, μία άλλη μικρογραφία της κοινωνίας. Να εκπαιδευτείς να μάθεις πράγματα. Πάλι και κει ισχύει το κομμάτι αυτό, ποιο; Ότι αναγνωρίζεσαι και δεν χάνεσαι. Ο καλός αναγνωρίζεται ακόμα και μέσα στα δύσκολα, ακόμα και κει που νομίζεις ότι δεν υπάρχει τέτοιο σύστημα, γιατί πολλές φορές η αλήθεια είναι ότι υπάρχει και μία εκμετάλλευση. Και υπάρχει μία εκμετάλλευση, γιατί είναι ένα σύστημα που και αυτό έχει τους δικούς του κανόνες, που λειτουργεί με αυτούς, διαφορετικά δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει αν δεν υπήρχε αυτοί οι κανόνες που εφαρμόζονται. Και εκεί βλέπεις και ζεις διάφορα πράγματα. Βλέπεις ότι ο αδύναμος χαρακτήρας μέσα στο στρατό κάπως κακοποιείται από τους πιο ισχυρούς χαρακτήρες. Είναι μια μορφή, θα έλεγα, του ανθρώπου, της ψυχολογίας του ανθρώπου, όταν αισθάνεται δυνατός και ανώτερος από κάποιους άλλους, ότι έχει δύναμη [00:20:00]πάνω στους άλλους που ναι πιο αδύναμοι και δεν έχουν αυτό το χαρακτήρα. Και έζησα τέτοια πράγματα. Βέβαια, μερικές φορές πήρα και το μέρος κάποιων αδύνατων να μην τους πειράξουνε οι πιο δυνατοί όταν χρειάστηκε μερικές φορές. Η αλήθεια είναι ότι τόλμησα με πολύ ωραίο τρόπο, χωρίς να έρθουμε σε σύγκρουση τέτοια, όταν πειράξανε κάποιον απ’ τη Ζάκυνθο συγκεκριμένα. Και για τους άλλους, βέβαια, δεν μ’ άρεσε, δηλαδή, τους έλεγα να σταματήσουνε όταν έβλεπα κάτι ότι πάνε και ξεφεύγουνε πολύ. Και τότε απλώς εκάνανε μία κίνηση σε κάποιον Ζακυνθινό και του είπα του Ζακυνθινού: «Σταμάτα, δεν θα συνεχίσεις να κάνεις αυτό που κάνεις, θα βγεις έξω». Και μα αυτός φοβότανε, γιατί του είχε πει ο άλλος να κάνει κάτι, δηλαδή ήτανε σαν ένα καψόνι. Και φοβότανε να φύγει, γιατί ο άλλος έπαιζε με διάφορα εκεί. Και όμως, τελικά έφυγε, βγήκε έξω και το άλλο το παιδί του μίλησα με ωραίο τρόπο, κατάλαβε και δεν συνεχίστηκε, σταμάτησε εκεί. Η αλήθεια είναι ότι σε όλα τα πράγματα υπάρχει και ο τρόπος. Ακόμα και σε δύσκολες περιπτώσεις. Ο στρατός ήτανε μια μεγάλη εμπειρία για μένα και εκείνο που πραγματικά δεν το περίμενα είναι ότι όταν αρχίσανε… Επειδή στο στρατό εγώ ήμουνα πολύ επιμελής, μετά άρχισα να βλέπω κάποια πράγματα που δεν το περίμενα ότι ισχύει αυτό το πράγμα στο στρατό. Δηλαδή, έπαιρνα άδεια και μου λέγαν οι φίλοι απ’ το 3ο γραφείο που ήτανε -το 3ο γραφείο ήτανε αυτό που ήτανε κοντά στο Διοικητή- μου λέγανε: «Πάλι μέσο έβαλες και δεν σου γράφτηκε η άδεια που πήρες;». Λέω: «Τι λέτε, ρε παιδιά, εγώ δεν έβαλα κανένα μέσο», λέει: «Ο Διοικητής δεν την έγραψε την άδεια». Μαθαίνω να δω τώρα τι έχει γίνει και πώς έχει γίνει και όλα αυτά. Επειδή ο Διοικητής λοιπόν είχε πάρει τις καλύτερες συστάσεις από τους Λοχαγούς που ήμουνα εγώ στο λόχο, είχα βγει σε βαθμολογία απ’ τους καλύτερους Λοχίες στην Ταξιαρχία, χωρίς να μου το ‘χουν αναφέρει, όμως, αυτό. Να μου πούνε: «Ξέρεις κάτι; Θα σου δώσουμε αυτό το παράσημο -όχι- θα σου δώσουμε αυτό το βαθμό ή θα σου δώσουμε…», δεν το γνώριζα. Όμως έμαθα ότι από πίσω στα συμβούλια και αυτά που κάνανε οι διοικητές μαζί με τους λοχαγούς που ‘χανε στου λόχους και όλα αυτά, ότι είχανε κατασταλάξει σε κάποιους ανθρώπους που ήτανε επιμελείς στη δουλειά τους πως μας ανταμείβανε με κάποιο τρόπο. Που εγώ δεν το πίστευα στον στρατό ότι συμβαίνει αυτό, ότι μπορεί να συμβεί. Γιατί θεωρούσα ότι είσαι υποχρεωμένος να κάνεις αυτό που κάνεις, σου ‘λεγε ο Λοχίας, ο Λοχαγός να κάνεις αυτό, αυτό το ‘κανες. Και, βέβαια, να σου πω και την αλήθεια μου, ήμουνα τόσο καλός στον στρατό που δεν του ‘δωσα σημασία εκείνη τη στιγμή. Το είδα μετά όταν βγήκα έξω και ήρθα στη ζωή τη κανονική, όταν έφυγα απ’ το στρατό, που όταν έκανα πράγματα επειδή εγώ ήθελα να είναι καλός ο, ο λόχος μου να βγαίνει καλός, τι έκανα; Ήμουνα, παράδειγμα, εγώ επικεφαλής τώρα στο λόχο σαν όργανο στο θέμα της καθαριότητας, της οργάνωσης και όλα αυτά που γινότανε στο λόχο. Εγώ, λοιπόν, όταν ήθελα να τελειώσω, σηκωνόμουνα πιο νωρίς από τους άλλους. Δηλαδή, ήταν να σηκωθούμε, παράδειγμα, στις 06:00 η ώρα το πρωί, εγώ θα σηκωνόμουνα στις 05:30. Τα παιδιά που ήταν να κάνουνε, που λέγαμε, την αγγαρεία, δηλαδή να καθαρίσουνε το τέτοιο, να καθαρίσουνε, να ετοιμάσουνε, αν είναι όλα στρωμένα… ιατί περιμένανε επιθεώρηση και όποιος δεν τα ‘χει καλά τρώει καμπάνες, φυλακές, στερήσεις εξόδου και όλα αυτά τα δύσκολα που δεν μας αρέσανε. Πολύ ωραία, ακούμε και τη φύση. Ακούμε και τη φύση δίπλα.
Δεν πειράζει.
Ωραία. Αυτή είναι η Αφροδίτη. Λοιπόν, στην αρχή, αυτοί που ερχότανε οι νέοι -γιατί πηγαίναμε λίγο με σειρές και αναλαμβάνανε ο καθένας αρμοδιότητες- οι νέοι, λοιπόν, αναλάμβαναν καινούριες αρμοδιότητες. Εγώ γενικά δεν μίλαγα πάρα πολύ, προσπαθούσα πάντα να παρατηρήσω στην αρχή και να δω τι γίνεται. Λοιπόν, είχανε ρωτήσει κάποια στιγμή λένε: «Ποιον φοβόσαστε περισσότερο εδώ μέσα;» οι παλιοί, όχι οι βαθμοφόροι, οι στρατιώτες τώρα. Οι βαθμοφόροι είχαμε, επειδή παίρναμε άλλες θέσεις πιο υπεύθυνες, είχαμε πάντα μία απόσταση λίγο, όχι με τη σειρά μας τόσο πολύ, όσο με τους νέους. «Ποιον φοβόσαστε περισσότερο εδώ μέσα;», λέει: «Τον Θεριανό». Λέει: «Γιατί φοβόσαστε τον Θεριανό περισσότερο;», λέει: «Δεν μιλάει πολύ». Δεν είχαν, όμως, δοκιμάσει πουθενά. Λοιπόν, εγώ ξεκινάω λοιπόν, μπαίνω εγώ, η σειρά μου, να μπω όργανο. Εν τω μεταξύ, πήγε ένα άλλο όργανο πριν από μένα - όργανο λεγότανε ο Λοχίας που έπαιρνε τους ρόλους του υπευθύνου- και είχανε φάει κάτι καμπάνες απ’ το Λοχαγό, γιατί δεν είχανε καθαρίσει καλά. Δεν τα ‘χανε κάνει καλά και είχανε φάει κάτι φυλακές, κάτι στερήσεις, κάτι βρήκε έκανε εκεί στην είσοδο που πέρναγε ο Διοικητής, ο Λοχαγός βρήκε κάτι σκουπίδια, δεν τα ‘χανε μαζέψει και για να μην το ξανακάνουν, έριξε τις καμπάνες. Εγώ, λοιπόν, όταν αναλαμβάνω τέτοιο, τα κάνω όλα και τα κάνω όλα στην εντέλεια.
Δεν πειράζει, δε πειράζει.
Και τους έβαλα σε μία άλλη σειρά να καταλάβουνε ότι αν δουλέψουμε σωστά, αφού το κάνουμε που το κάνουμε, ας το κάνουμε σωστά και να ‘μαστε και καλά μεταξύ μας. Αυτό μου πήρε λίγο καιρό μέχρι να το καταλάβουνε, όμως μέσα στο πρώτο χρονικό διάστημα, άρχισε ο Λοχαγός να λέει: «Αχ, τι ωραία που το κάνατε, μπράβο σας!», άρχισε να δίνει κάτι ωραία, έτσι, tips μέσα στην όλη ιστορία, γινόταν πιο μαλακός. Εν τω μεταξύ, τι έκανα; Δεν έβγαλα ποτέ κανένα αναφερόμενο, ποτέ! Δηλαδή, παρόλο που κάνανε λάθη ή κάνανε πράγματα που στην ουσία δεν έπρεπε να γίνουνε ή, ξέρω ‘γω, κάποιες λίγο μικρές παρατυπίες και όλα αυτά ή πάνω στο καθάρισμα ή πάνω από δω, από κει, το κάλυπτα εγώ. Αλλά ο Λοχαγός έβλεπε όμως τη δουλειά από πίσω και με αποτέλεσμα, όταν κάποιος, ξέρω γω, ξύπναγε αργά και άφηνε το κρεβάτι του ξέστρωτο, εγώ δεν του έριχνα καμπάνα αυτουνού, να του πω: «Βγες αναφερόμενος». Τι έκανα; Έβαζα τους άλλους και τους έλεγα: «Παιδιά, πάμε να στρώσουμε το κρεβάτι του Μπούμπαρου -έτσι έλεγαν ένα παιδί- που δεν το πρόλαβε να το φτιάξει. Θα το φτιάξουμε εμείς και θα ‘ναι καλό για όλους μας αυτό». Και πραγματικά έτσι ήτανε, ήτανε καλό για όλους μας, κανένα παιδί δεν βγήκε αναφερόμενος. Λοιπόν, εκεί που τον Θεριανό κάποιο στιγμή τον εφοβότανε, τώρα έγινε ο πιο αγαπητός Λοχίας που δουλεύαμε όλοι μαζί και τους άρεσε, γιατί τα κάναμε όλα και δουλεύανε στην εντέλεια και παίρναμε και τα «Μπράβο» από τους Λοχαγούς. Αυτό, λοιπόν, είναι στην ουσία ένα κομμάτι πάλι ένα κομμάτι εμπειρίας ζωής και το αναφέρω περισσότερο εδώ, γιατί είναι μία εμπειρία, είναι ο τρόπος που βλέπουμε τα πράγματα και πως τα διαχειριζόμαστε. Γιατί μπορεί να είναι μερικές φορές ασφυκτικά ή και δύσκολα, αλλά όταν απολαμβάνεις και χαίρεσαι εκεί που είσαι κάθε στιγμή… Γιατί και εγώ δεν ήθελα να ‘μαι στο στρατό, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσα να το αποφύγω το κομμάτι αυτό, γιατί ήτανε υποχρεωτικό. Ούτε ήθελα να το αποφύγω να το ‘χω μπροστά μου, λέω: «Θα πάω και θα το τελειώσω». Αλλά είπα απ’ τη στιγμή που ήρθα… Που, να σου πω την αλήθεια μου, αυτό το καταλαβαίνεις στη μέση και μετά. Στην αρχή ήτανε λίγο ζόρικα, δύσκολα, από δω, από κει, μέχρι να καταλάβεις τι γίνεται, πώς πάει, να σε τρέχουν από δω, να σε τρέχουν από κει... Οι παλιοί, ξέρεις, όλο αυτό υπάρχει. Τώρα έχουν αλλάξει, βέβαια, τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως ήτανε τότε, είναι πιο καλύτερα τώρα θα έλεγα ίσως σε πολλά πράγματα. Και στη μέση της πορείας κατάλαβα. Όταν είσαι κάπου, απολαμβάνεις και κάνεις ό,τι καλύτερο μπορείς εκεί που είσαι, ό,τι και να ‘ναι αυτό. Όταν φύγεις από κάπου και πας κάπου αλλού, θα ‘σαι πάλι καλά εκεί που είσαι. Αλλά καλό είναι να απολαμβάνουμε και να χαιρόμαστε και να δίνουμε το καλύτερό μας εαυτό όπου και αν είμαστε και ό,τι και αν κάνουμε. Εγώ αυτό κατάλαβα στην όλη ιστορία. Και μου ‘κανε πάρα πολύ καλό στη ζωή μου που το κατάλαβα, γιατί προσπαθώ να το θυμάμαι σε πολλές περιπτώσεις όταν περνάω δύσκολα και να μου δίνει ένα κουράγιο. Ότι: «Ξέρεις κάτι; Ναι ok, είναι δύσκολο, αλλά θα το προχωρήσουμε». Και τελικά, όταν έφυγα από τον στρατό, μετά τους 18 μήνες που πέρασα πολύ ωραία -στο τέλος ιδιαίτερα πέρναγα ακόμα καλύτερα- και πήρα και όλο αυτό το εύσημο από μέσα απ’ το στρατό και από τους στρατιώτες και από τους φίλους μου, αλλά και από τους διοικητές… Και να σου πω την αλήθεια μου, τώρα που είπα κάτι πριν, να θυμηθώ κάτι. Έβγαλα μία φορά αναφερόμενο. Και -να δεις πλάκα- τι έγινε, πώς έγινε; Δεν είχα βγάλει ποτέ μου. Όλοι οι Λοχίες ή κάτι βγάζανε κάποιον εβγάζαν, κάτι έκανε. Είχαμε καθαρίσει το θάλαμο, γυάλιζε ο θάλαμος, όλα τα παιδιά είχαμε δουλέψει μαζί, τον είχαμε κάνει στην τρίχα και γυάλιζε. Και φεύγει κάποια στιγμή ένας από τη σειρά, γιατί περιμέναμε να μπει μέσα ο Λοχαγός να κάνει επιθεώρηση και φεύγει ένας μέσα από τη σειρά, πάει μέσα στα μπάνια, κάνει την ανάγκη του, δεν ξέρω τι ήθελε να κάνει δεν καταλάβαμε τι ήθελε να κάνει, έρχεται και πάει και ξανακάθεται πάλι στη σειρά του. Τον κοιτάω εγώ, πάω να δω και τα ‘χε αφήσει όλα μέσα χάλια. Δεν πήρε ούτε να καθαρίσει -γιατί άφησε πατημασιές από κει- και δεν είπε τίποτα. Και του λέω -Παπαθανασίου τον ελέγανε- του λέω: «Τι έκανες εκεί, ρε Παπαθανασίου;»
Παπαθανασίου;
Έτσι τον λέγανε αυτό το παιδί. Το θυμάμαι. Και μου λέει: «Τι να κάνω; Αυτό που έκανα». Ναι, του λέω: «Πρέπει να το καθαρίσεις, γιατί περιμένουμε να μπει, τώρα μπαίνει ο Λοχαγός μέσα». Κάτι μου ‘λεγε «Εγώ δεν προλαβαίνω τώρα, δεν κάνω τίποτα» και όλα αυτά. Τρέχω, βάζω: «Παιδιά –λέω- γρήγορα πάρτε τις σφουγγαρίστρες και τρέχετε να το καθαρίσετε, μπαίνει μέσα ο Λοχαγός, δεν θα τη γλυτώσουμε! Δεν θα βγούμε άλλο έξω». Τρέχουνε τα παιδιά, παίρνουν τις σκούπες, σφουγγαρίστρες, «φρουπ, φρουπ». Την ώρα που τελειώνουμε με τις σκούπες στο χέρι, μπαίνει μέσα ο Λοχαγός. «Προσοχή, ανάπαυση», ξέρω γω, το ένα, το άλλο, μπαίνει μέσα, ξεκινάει, μπαίνει μέσα κοιτάει στο τέτοιο. Εγώ του λέω του Παπαθανασίου: «Βγαίνεις αναφερόμενος στο λόχο μπροστά για’ αυτό που έκανες». Δεν είπε τίποτα αυτός. Περνάει ο Λοχαγός όλο το χώρο παντού, τα κοιτάει όλα, πολύ ωραία, μια χαρά, βγαίνουμε έξω να κάνουμε την αναφορά λόχου - έτσι είναι η διαδικασία. Βγαίνω εγώ μπροστά και που λέω… Κάνεις μία σειρά και λες πρώτα να βγούνε οι κωλυόμενοι, αυτοί που έχουνε τις δουλειές και να βγούνε και οι αναφερόμενοι. Λέει, λοιπόν, να βγούνε οι αναφερόμενοι. Κανένας αναφερόμενος. Λέω εγώ, λοιπόν, εκείνη την ώρα: «Παπαθανασίου, δεν σου ‘πα να βγεις αναφερόμενος;». Με κοιτάει καλά-καλά εκείνη την ώρα αυτό το παιδί. Τι να κάνει; Δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Ο λοχαγός μπροστά, όλος ο λόχος μπροστά, βγαίνει μπροστά ο στρατιώτης. Και λέει: «Είμαι αναφερόμενος -έπρεπε να πει- απ’ το Λοχία Θεριανό, γιατί αυτό και αυτό». Και του λέει ο Λοχαγός εκείνη τη στιγμή: «Για να σε βγάζει ο Θεριανός αναφερόμενο, κάτι έκανες σίγουρα, γιατί δεν έχω ξαναδεί ποτέ αναφερόμενο [00:30:00]απ’ τον Θεριανό». Και του ‘ριξε κάποιες στερήσεις -λίγες- εξόδου. Και εκείνη τη στιγμή για μένα ήτανε λίγο ηθικό και δίκαιο το κομμάτι. Δηλαδή, αφού όλοι το ‘χαμε κάνει, έπρεπε με κάποιο τρόπο αυτό να μην ξαναγίνει άλλο ποτέ, στην ουσία για να… Αλλά και απ’ τη άλλη μεριά, έδειξε ότι η ομάδα κατάφερε όλοι μαζί να δουλέψουμε και να βγει εις πέρας, να μην τιμωρηθούμε -γιατί θα τιμωρούμασταν όλοι οι υπόλοιποι μέσα στο λόχο χωρίς λόγο- και εκείνη τη στιγμή απλώς, αφού κάποιος έκανε και δεν ενδιαφέρθηκε… Γιατί το χειρότερο ξέρεις ποιο ήτανε; Ήτανε ότι δεν ενδιαφέρθηκε να καλύψει το θέμα που έκανε. Δηλαδή έκανες κάτι που δημιούργησες ένα θέμα για όλη την ομάδα, αλλά δεν έτρεξες να το διορθώσεις και να πεις: «Ρε παιδιά, ελάτε να με βοηθήσετε να το καθαρίσουμε». Αυτός έκανε ό,τι έκανε, είπε: «Εγώ δεν ασχολούμαι» και πήγε και έκατσε στην δουλειά του και βγήκε έξω μόνος του. Οπότε εκεί, όταν είμαστε όλοι μαζί σε μία ομάδα, όλοι ενδιαφέρονται για την ομάδα, όπως λέγανε: «Ένας για όλους και όλοι για έναν».
Στους «Τρεις σωματοφύλακες».
Στους «Τρεις σωματοφύλακες». Αυτές είναι, λοιπόν, κάποιες εμπειρίες ζωής. Τώρα μετά θα σου πω τι έγινε. Μετά, πριν τελειώσω το στρατιωτικό, έρχεται ένας κύριος που είχε μία μεγάλη επιχείρηση εδώ στη Ζάκυνθο, που τότε είχε την «Nestle». Και ήτανε μία συμπαθέστατη οικογένεια και για μας τότε, γιατί είμαστε συγγενείς από μακριά απ’ τον αδερφό του του επιχειρηματία, γιατί είχε πάρει μια θεία μου. Και ήρθε και μου λέει: «Θέλω να ‘ρθεις να δουλέψεις για μένα σαν πωλητής», λέω: «Παιδιά, συγγνώμη, εγώ πωλητής δεν ξαναδουλεύω άλλο, γιατί δούλευα πολλές ώρες και τα λεφτά που έπαιρνα δεν ανταποκρινόταν στις ώρες που δούλευα». «Μα -λέει- δεν μου είπες ακόμα κάτι, ούτε σου ‘πα κάτι ακόμα. Θα το σκεφτείς». Εγώ θα απολυόμουν τώρα σε λίγο καιρό, θα έπαιρνα απόλυση απ’ το στρατό. «Οκ -λέω- θα το σκεφτώ». Τελειώνω το στρατιωτικό, έρχομαι, το απολυτήριο και όλα αυτά και πάω και τον βρίσκω. Λοιπόν, «Να μου πεις -μου λέει- τι θέλεις, γιατί και πόσα». Λοιπόν, εγώ του λέω: «Θέλω αυτό και αυτό, θα μου το δώσεις;». Λέει: «Αυτό ήθελες;», «Ε, ναι». Θα το πάρεις». Λέω: «Αφού θα μου το δώσεις, θα το πάρω». Ξεκινάμε, λοιπόν, τη δουλειά με τους δικούς μου πλέον κανόνες, που είχα εγώ γνωρίσει πλέον, γιατί είχα αποκτήσει την εμπειρία -αυτή είναι η δύναμη της εμπειρίας- είχα γνωρίσει πλέον τι κάνω και ξεκινάω και δουλεύω για δύο χρόνια στη Nestle. Βγαίνω ένας απ’ τους καλύτερους πωλητές στη Nestle, βραβεύεται η Nestle τότε Ζακύνθου με το χρυσό λιοντάρι πρώτο σε πωλήσεις σε όλη την Ελλάδα. Που, βέβαια, ήμουνα και εγώ ένα μέρος απ’ όλη αυτή την ιστορία και σίγουρα ήτανε και η επιχείρηση, αλλά έκανα και εγώ αυτό που όσο καλύτερα μπορούσα να το κάνω. Και ήτανε μία δουλειά ωραία και για μένα αυτή, η αλήθεια είναι. Εκεί που δούλευα ήμουνα ευχαριστημένος και περνάγαμε ωραία.
Και απλώς τότε τι έγινε; Ήτανε το '97 -είχα απολυθεί εγώ το '96, '97 - στο '98 εκεί βγαίνω νέος αγρότης. Όταν βγήκα νέος αγρότης και γίνανε μετά κάποια προγράμματα που ασχολιότανε με τους αγρότες και δίνανε κάποια πριμ σε αυτούς που θα συνεχίζανε, εγώ δούλευα στην περιουσία, σε κάποια χρονικά διαστήματα. Είχαμε, βέβαια, και κάποιους εργάτες, δούλευα και έξω δούλευα και στην περιουσία. Λοιπόν, τότε το θεώρησα σημαντικό να ακολουθήσω το κομμάτι αυτό που είχα μάθει και να έχω την περιουσία μου με το εδώ στο πατέρα μου, γιατί είχα πάντα αυτή την τάση να θέλω με τον πατέρα μου να είμαι κοντά και όλα αυτά και στο σπίτι. Και τότε βγαίνω νέος αγρότης, αλλά έπρεπε να παρατήσω την άλλη δουλειά, δεν μπορούσα να το κάνω παράλληλα. Εκεί, λοιπόν, σε ένα από τα θέματα που ξεκίνησα να βάζω σαν στόχο ήταν ότι θέλησα να φτιάξω αγροτουρισμό. Τώρα, ο αγροτουρισμός ήταν ένα κομμάτι να φτιάξεις κατοικίες για ενοικίαση, ώστε να μπορούν αν έρθουνε οι ξένοι να μείνουμε μέσα στο χτήμα και να μπορέσεις να δώσεις από κει τα προϊόντα σου, να δώσεις κάποια πράγματα. Αυτή ήταν η λέξη του αγροτουρισμού στην ουσία. Γενικά, όταν άκουσα αυτή την ιδέα τότε σε αυτήν τη ηλικία που ήμουνα τότε στο 98’ -ήμουνα γύρω στα 22 χρονών- λέω θα το κάνω. Το λέω στους δικούς μου, το συμφωνήσανε, λένε: «Αν νομίζεις ότι μπορείς να τα καταφέρεις, να τα βγάλεις…». Εγώ δεν ήξερα και πολύ τι κάνω εκείνην την ώρα, για να είμαι ειλικρινής. Ούτε ήμουνα και κάνα οικονομικό μυαλό, ξέρεις, πολύ δυνατό, ισχυρό, που να ‘χω αποκτήσει εμπειρία πάνω σε αυτό το κομμάτι. Απλώς μ’ άρεσε γενικά σαν ιδέα και αισθανόμουνα ότι μπορώ να το καταφέρω, αυτό. Παρορμητικά, αυθόρμητα. Ok, βγαίνω λοιπόν τότε, πάμε ξεκινάω τον αγροτουρισμό, να βρω τι διαδικασίες χρειάζεται με τους μηχανικούς, με το πρόγραμμα. Έλεγε ότι είναι επιδοτούμενο ένα ποσοστό από αυτό το πρόγραμμα και «Πολύ ωραία -λέω- άμα είναι και επιδοτούμενο, θα μας δώσει και κάποια χρήματα, μία βοήθεια το κράτος, οπότε θα μπορέσω να το ξεκινήσω και να προχωρήσουμε». Πραγματικά ξεκινάω. Ήταν μία μεγάλη εμπειρία για μένα, είχα όλη την συγκατάθεση τότε μαζί με την οικογένεια μου, γιατί ήτανε πλέον ένα κομμάτι τώρα που έμπαινα στον χώρο της οικογένειας. Και για μένα η οικογένεια είχε ένα πολύ σημαντικό ρόλο από πολύ μικρή ηλικία και στην ουσία με τα αδέρφια μου είμαστε και φίλοι, δηλαδή, βγαίναμε μαζί βόλτες. Μπορεί, βέβαια, και να τσακωνόμαστε, δεν τρέχει τίποτα φυσιολογικό είναι αυτό, όλα τα παιδιά μεταξύ τους, αλλά η αγάπη που είχαμε μεταξύ μας και αυτή η σχέση που είχαμε μεταξύ μας ήτανε μοναδική, γιατί αισθανόμαστε πάντα καλά ο ένας με τον άλλονε. Και αυτό με σύνδεε πάρα πολύ εμένα στην όλη διαδικασία και αισθανόμουνα ότι αν κάνω κάτι, δεν είναι μόνο για μένα, θα το κάνω και θα δώσω την ενέργεια μου και για την οικογένεια. Και όταν έβλεπα ότι η οικογένεια ανταποκρίνεται με τον ίδιο τρόπο και σε μένα, τότε το αισθανόμουνα ότι είναι πιο ισχυρό. Το πρόγραμμα τελείωσε το 2000, το '98 ξεκίνησα την όλη διαδικασία, το '99 είχανε βγει οι άδειες των σπιτιών, το 2000 το τελείωσα και τον Αύγουστο του 2000 ενοικιαστήκανε τα σπίτια και μπάσαμε κόσμο μέσα, το 2000. Βέβαια, η εμπειρία μου πάνω σε αυτό το κομμάτι ήτανε λίγο περίεργη, γιατί δεν γνώριζα πράγματα που μου εμφανιστήκανε στη πορεία, που δεν τα γνώριζα εγώ από πριν, λόγω της αγνωσίας το. Τα προγράμματα αυτά γενικότερα ήτανε μία περίπτωση, θα έλεγα, λίγο πολύπλοκη με καθυστερήσεις μέσα. Έπρεπε να υπάρξουνε δανεισμοί από τις τράπεζες και από όλα αυτά και έπρεπε να δουλέψουμε πάλι με ένα τρόπο συγκεκριμένο και ιδιαίτερο για να καταφέρουμε να κρατήσουμε την ισορροπία των εξόδων και των εσόδων. Εκείνη την περίοδο, βέβαια, όχι όλα, πολλά, μερικά παιδιά που κάνανε αγροτουρισμό τα φτιάχνανε και σπίτια είτε πολλές φορές για να τα κάνουνε για δικά τους να μένουνε μέσα είτε για να τα δουλέψουνε σαν τουρισμό. Εγώ ήθελα να τα ξεκινήσω σαν τουρισμό, το ξεκίνησα σαν τουρισμό, δεν σταμάτησα, το είχαμε περάσει… Γιατί περνάς από άδεια, από ΕΟΤ και όλα αυτά. Και το κράτησα. Μέχρι και σήμερα, δηλαδή, που μιλάμε, παρέμεινα με αυτό τον τρόπο, δεν άλλαξα τη χρήση τους στη πορεία. Το κράτησα, χρειάστηκε τότε να δουλεύω παράλληλα και έξω και με τον τουρισμό. Τότε συγκεκριμένα είχα μπει πάλι στο κομμάτι του σέρβις, σαν σερβιτόρος και έπρεπε να συμπληρώνω το εισόδημα, γιατί τα αγροτικά εισοδήματα και τα εισοδήματα δεν φτάνανε για να καλύψουν όλες τις ανάγκες και τις υποχρεώσεις που ‘χανε αναπτυχθεί. Οπότε δούλευα παράλληλα και αυτό το κομμάτι συνεχίστηκε περίπου μέχρι το 2005-2006, που τότε ήτανε 2006 που αποφάσισα και είπα στα αδέρφια μου να ανοίξουμε τότε ένα καφέ-μπαρ σε μία περιοχή μακριά από δω απ’ το χώρο, σε μια ήσυχη περιοχή κοντά στον Άγιο Σώστη. Εκεί ανοίξαμε ένα καφέ-μπαρ που ήτανε πολύ ωραία, δουλεύαμε πολύ ωραία, δούλευα τότε εγώ, ο αδερφός μου ο Τάσος και η αδερφή μου η Σία και ερχότανε και η αδερφή μου η Ρούλα να μας βοηθήσει όταν μπορούσε, γιατί ήτανε σε άλλο κομμάτι αυτή και δούλευε ήτανε σε ένα ξενοδοχείο που τότε είχε ασχοληθεί. Και περνάγαμε ωραία, βέβαια, μεταξύ μας, είχαμε τον κόσμο στον ωραίο και όλα αυτά, μας άρεσε πάρα πολύ. Έγινε, βέβαια, μία αλλαγή εκεί πέρα και τα ξενοδοχεία αυτά που εμείς δουλεύαμε και τον κόσμο που είχαμε μπάσανε κόσμο από κλαμπ, το λέγανε "The clubs 18-30", που δεν δουλεύανε με εμάς τα παιδιά αυτά, πηγαίνανε στα μεγάλα κλαμπ κυρίως στο Λαγανά για να μπορέσουνε εκεί να δώσουνε, τέλος πάντων, όλο αυτό που θέλανε να, να κάνουνε. Λοιπόν, όταν κλείσαμε εκεί την επιχείρηση, τότε ήρθε για μένα μία διαδικασία που άρχισα να εισέρχομαι περισσότερο στο κομμάτι αυτό που ήθελα πάντα να κάνω. Ποιο ήτανε πάντα αυτό που ήθελα να κάνω; Ήτανε ότι ήθελα να ασχοληθώ με το κτήμα. Είχα οραματιστεί στην ηλικία των 16 χρονών… Είχα πάει εκπαιδευτική εκδρομή τότε με το σχολείο, με το Λύκειο, είχαμε πάει σ’ ένα μέρος νομίζω στη Κέρκυρα, κάπου είχα πάει, και είχα δει ένα ωραίο μέρος που μ’ άρεσε που χα δει μέσα πολλές επιχειρήσεις και διάφορα τέτοια με προϊόντα και διάφορα τέτοια. Και λέω όταν μεγαλώσω και θέλω να φτιάξω και εγώ τις δικές μου δουλειές, εφαντάστηκα ότι ήθελα να κάνω το χτήμα να γίνει ένας χώρος πολιτιστικός χώρος με τοπικά προϊόντα μέσα και όλο αυτό το σκηνικό που το οραματίστηκα. Δηλαδή, οραματίστηκα ένα χώρο που έχει σχέση με τον τόπο και ότι μέσα σε αυτό το χώρο θα έρχονται οι άνθρωποι και θα βρίσκουνε μέσα πολλά πράγματα. Πνευματικά βιβλία, να βρίσκουνε προϊόντα, να έχει σχέση με τον άνθρωπο. Αυτό το πράγμα το είχα κάνει τότε που ‘μουνα στη… Έτσι αδρά είχε περάσει. Στη πορεία των χρόνων, έβλεπα, εσυνειδητοποιούσα ότι όλο αυτό που ήθελα να κάνω εδώ στο κτήμα θα με οδηγούσε κατά κάποιο τρόπο να έρθω προς τα εδώ, προς το κέντρο. Κάναμε το ταξίδι του Οδυσσέα, δηλαδή, με λίγα λόγια, το ταξίδι του Οδυσσέα. Όταν ξεκίνησα και έφτιαξα τις βίλες εδώ τα σπιτάκια αυτά, τον καιρό που τα φτιάξαμε, δώσαμε 4 ονόματα σε αυτά τα σπίτια. Το [00:40:00]πρώτο σπίτι το πήρε το όνομα «Αγάπη». Τότε είχαμε κάτσει όλα τα αδέρφια μαζί και τα βγάλαμε. Το δεύτερο σπίτι πήρε το όνομα «Φως», το τρίτο σπίτι πήρε το όνομα «Σύμπαν» και το τέταρτο πήρε το όνομα «Ζωή». Αυτά τα στάδια όλα της ζωής δείχνουνε ότι η βάση για να έχεις ζωή είναι να έχεις αγάπη. Αν αγαπάς αυτό που κάνεις, αν αγαπάς αυτό που είσαι τότε μπορείς να ζήσεις, τότε έχεις ζωή μέσα σου και σίγουρα γίνεσαι ένας ταξιδιώτης του φωτός. Αυτό ήτανε ένα συμβολικό κομμάτι τότε για εμάς για τα αδέρφια μου, για την οικογένειά μου και αυτό που θέλαμε ένα δημιουργήσουμε εδώ μέσα. Ήταν ένα συμβολικό κομμάτι και πραγματικά χαίρομαι πάρα πολύ που μετά από αυτό που έγινε το 2009 περίπου -08’-09’ ήτανε- που έκλεισε το μπαρ… Που στην ουσία, ο λόγος που πήγαμε στο μπαρ τότε και είχα αυτή την τέτοια ήτανε μήπως καταφέρουμε και μαζέψουμε κάποια περισσότερα χρήματα για να φτιάξουμε το χτήμα πίσω. Αυτός ήτανε ο κύριος στόχος. Αλλά το σύμπαν με ανάγκασε με τον από δω, από κει τρόπο, να έρθω εκεί που η καρδιά μου θέλει να πάει. Μέσα από τη δυσκολία, που εκείνη τη στιγμή, όταν έκλεισα την επιχείρηση και όταν έβλεπαμε τα σκούρα και τα δύσκολα, μου λέει η αδερφή μου: «Πάμε να φύγουμε τώρα, καλύτερα μην κάτσουμε άλλο χρόνο, γιατί θα ‘ναι πιο δύσκολα τον επόμενο χρόνο». Και πραγματικά το κλείνουμε εκείνη τη χρονιά και φεύγουμε και είπα όλα γίνονται για κάποιο λόγο. Δεν θα το βάλουμε κάτω μπορεί να κλείσαμε σύντομα και να μην πρόλαβε η επιχείρηση να αποδώσει με πολλά, αλλά για κάποιο λόγο όλα γίνονται. Την κράτησα αυτή τη ψυχολογία δεν έπεσα και μου έκανε καλό, γιατί μέσα η καρδιά μου γνώριζε πολύ καλά. Τότε άρχισα να κάνω κάποια πράγματα και να προσπαθώ να ασχοληθούμε με τις χειροτεχνίες, με πράγματα που θεωρούσα ότι μπορούμε να αξιοποιήσουμε, άρχισα να κόβω ξύλα, να φτιάχνω κάμποσα σχέδια, να τα δίνω στα αδέρφια μου να τα χρωματίζουνε και να δω πώς μπορούμε εμείς σαν οικογένεια που ‘χαμε αυτό όλο το κομμάτι που θα μπορούσαμε να ασχοληθούμε με την τέχνη, με τη χειροτεχνία, με αυτό που έβγαινε τότε στην αρχή, μέχρι να ξεκινήσει σιγά-σιγά και το κομμάτι του κτήματος. Είχαμε τους ξένους που μένανε στα σπίτια όλο το καλοκαίρι, είχαμε μία πολύ καλή σχέση μας άρεσε, το αγαπάγαμε. Και σιγά-σιγά, λοιπόν, μέσα από μία εμπειρία, γιατί τότε είχα ασχοληθεί πάρα πολύ με τους συλλόγους στο νησί, είχα ασχοληθεί με τους συλλόγους ενοικιαζόμενων δωματίων, με πολιτιστικούς συλλόγους, με τον αγροτουρισμό, είχα ξεκινήσει και είχα ιδρύσει ένα σύλλογο εδώ στο νησί που το λέγαμε και το λέμε ακόμα «ECO Ζάκυνθος», είχα ασχοληθεί τότε και με τον αγροτουρισμό και στα Ιόνια Νησιά γενικά, ήτανε πάρα πολύ ιδιαίτερο αυτό και μου έδωσε εμπειρίες. Τότε μετά από μία κίνηση, δράση που ‘χα πάει και στα Ιόνια Νησιά και σε άλλα μέρη να δούμε και να κάνουμε τουρισμό σαν εκπαιδευτικό κιόλας μεταξύ μας, άρχισα να αισθάνομαι την ανάγκη να γυρίσω στο κτήμα και να κάνω το κτήμα επισκέψιμο.
Εκείνη την περίοδο όμως άρχισα να ασχολούμαι εγώ γενικότερα άρχισα να ασχολούμαι πάρα πολύ με το ελαιόλαδο, εκείνη τη περίοδο. Δηλαδή, όταν είχαμε κλείσει το μπαρ και μετά, πάντα ασχολιόμουνα, αλλά πιο έντονα τότε. Άρχισα να δίνω μεγάλη σημασία, να εκπαιδεύομαι στο θέμα πώς μπορώ να ασχοληθώ και να φτιάξω τη ποιότητα του ελαιόλαδου σε πολύ μεγάλο βαθμό να γίνει πολύ καλό. Άρχισα να μελετάω, άρχισα να μελετάω τους αρχαίους τι λέγανε, τι λέγανε για το ελαιόλαδο, έβλεπα πολλά στοιχεία που λέγαν ότι κάνανε θεραπείες, στα αρχαία χρόνια κάνανε θεραπείες με ελαιόλαδο. Βέβαια, με μία πολύ καλή ποιότητα ελαιολάδου, που ο Ιπποκράτης μίλαγε για αυτό το ελαιόλαδο, το αγουρέλαιο στην ουσία, που το αναφέρουνε και με διάφορους άλλους τίτλους που λεγότανε. Και μετά όλο αυτό άρχισε και με τσίγκλιζε πάρα πολύ και άρχισα να ερευνώ περισσότερο. Άρχισα να κάνω πειράματα με το ελαιόλαδο για να πετυχαίνω τη ποιότητα. Έπρεπε να κάνω πολλές αναλύσεις, βέβαια, παράλληλα. Πάνω σ’ αυτό το θέμα τότε, με τις αναλύσεις που έκανα, άρχισα να βλέπω τη ποιότητα του ελαιολάδου μου… Όλοι με ρωτάγανε τότε: «Κύριε Θεριανέ, μα τι κάνετε, τι ελαιόλαδο είναι αυτό;. Στη Ζάκυνθο δεν έχουνε συνηθίσει τόσο πολύ καλό ελαιόλαδο». Άρχισα εγώ το ελαιόλαδο τότε και το έστελνα εκτός Ζακύνθου. Είχα βγει τότε βιοκαλλιεργητής. Είχα ξεκινήσει μία δράση για τη βιολογική καλλιέργεια απ’ το 2007, εκεί ήτανε περίπου η περίοδος. Ήτανε λίγο δύσκολο κομμάτι, γιατί ο πατέρας μου φοβότανε πάρα πολύ να ασχοληθώ εγώ με την βιολογική καλλιέργεια, γιατί μειωνόταν η παραγωγή και το κόστος ανέβαινε και αν δεν μπορούσε να καλύψεις κάποια πράγματα ήταν επικίνδυνο υποτίθεται για το θέμα το να επιβιώσει η επιχείρηση και η αγροτική μας ζωή και όλα αυτά. Εκείνη τη στιγμή, βέβαια, για μένα ήτανε πιο δύσκολο κομμάτι αυτό, γιατί έπρεπε να το κρατήσω σε ισορροπία. Αλλά επειδή το αγάπαγα και επειδή είχα πει ότι μπορούμε να προσφέρουμε το καλύτερο σε μας, αλλά παράλληλα και στον κόσμο, ερχόταν απ’ το μέρος της καρδιάς αυτή η επιθυμία για το βιολογικό κομμάτι, όχι απ’ το μέρος του μυαλού για να βγάλω λεφτά τότε. Έχει μία άλλη διαφορά. Γιατί όταν έκανα τους λογαριασμούς, έβλεπα ότι τα χρήματα μειωθήκανε όταν βγήκα βιοκαλλιεργητής. Βέβαια, τι έκανα; Μόλις είδα εγώ το πρώτο χρόνο και δεύτερο ότι μειώνονται η παραγωγή και αρχίζουν και ανεβάζουν τα έξοδα, γιατί έχεις μεγάλη καλλιέργεια και πιο ακριβά από τα χημικά, άρχιζα να αρχίζω να ψάχνω και άρχιζα να πουλάω το λάδι σε καλύτερες τιμές. Αυτό, λοιπόν, όχι ιδιαίτερα τρελά πράγματα, απλώς με κράταγε να λέω ότι: «Ξέρεις κάτι; Έφυγα απ’ τη χημική λειτουργία πήγα στη βιολογική, αλλά τελικά δε χάσαμε σε σχέση με αυτό που έκανα». Οπότε το κράτησα το βιολογικό, παρέμεινε μέχρι και σήμερα, είμαστε βιοκαλλιεργητές. Και το λάδι, όταν ξεκίνησα να ασχολούμαι πλέον… Γιατί όταν ασχολήθηκα, προσπαθούσα να βρω λύσεις να υπάρξουνε οι υγειοπροστατευτικές ιδιότητες στον οργανισμό μέσω του ελαιολάδου, άρχισα να βοηθάω και τον κόσμο, γιατί άρχισα να το χρησιμοποιώ και για μένα. Και άρχισα να βλέπω πώς με βοηθάει, άρχισα να βλέπω πώς βοηθάει τη μητέρα μου, άρχισα να το δίνω σε κάποιους άλλους ανθρώπους. Απόκτησα μία καλή εμπειρία, πολύ δυνατή εμπειρία και μ’ άρεσε πάρα πολύ, γιατί λέω: «Αυτή την γνώση θα τη μεταφέρω και μέσα στο κόσμο σιγά σιγά. Και είναι καλό να ξαναεπανέλθει αυτή η γνώση, γιατί έχει χαθεί. Όλοι λέμε ότι το ελαιόλαδο είναι καλό, αλλά κανένας δεν ξέρει την πραγματική του αξία». Και έλεγα μάλιστα τότε ότι: «Το ελαιόλαδο είναι χρυσός και εσείς νομίζετε ότι έχουμε κάρβουνο στα χέρια μας. Αλλά είναι χρυσός το ελαιόλαδο». Δεν είναι τυχαίο ότι τα αρχαία χρόνια το ελαιόλαδο ήτανε ο χρυσός της εποχής και η ελιά ήτανε προστατευόμενο δέντρο και όποιος το πείραζε δεν θα πέρναγε καλά στη ζωή του μετά απ’ το νόμο που υπήρχε τότε. Γιατί η ελιά έδινε θεραπεία και τη σοφία που έδινε δεν είναι τυχαίο, γιατί το ελαιόλαδο επηρεάζει πάρα πολύ τον εγκέφαλο με θετικό ρόλο. Και αυτό αποδείχτηκε τα τελευταία χρόνια, όταν κάνανε ένα πολύ μεγάλο πείραμα στην Αμερική και στην Ελλάδα για το Αλτσχάιμερ και είδαμε πως δουλεύει πάρα πολύ στα εγκεφαλικά κύτταρα, πως βοηθάει τα εγκεφαλικά κύτταρα. Και όχι μόνο απ’ αυτό. Και από άλλα πράγματα που βλέπουμε ότι λειτουργεί καλύτερα στο σώμα μας, αρχίζει και λειτουργεί καλύτερα σε πολλά επίπεδα. Όταν άρχισα να μαθαίνω και να διαβάζω πληροφορίες για τα προϊόντα και για τη σταφίδα τη μαύρη που έχουμε στο χτήμα… Γιατί αυτά που καλλιεργούμε στο χτήμα μας είναι μαύρη σταφίδα, αμπέλια για κρασί και ελιές που κάνουμε το λάδι μας και είχαμε και μελίσσια, λίγα μελίσσια για να βγάζουμε και λίγο μέλι. Αυτά στη ουσία ήτανε αυτά που ασχοληθήκαμε. Και μετά έδωσα εγώ ιδιαίτερη βαρύτητα στο, στα προϊόντα για να τα εξελίξω και να προχωρήσουμε. Τότε συγκεκριμένα, όταν είχα στείλει το ελαιόλαδο από δω στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας στον Προκόπη τον Μαγιάτη και την Ελένη τη Μέλλιου, στους δύο καθηγητές, το ελαιόλαδο της Ζακύνθου πήρε τη 3η θέση πανελλαδικά. Και μου λέει ο καθηγητής: «Δεν είχα δει ποτέ ελαιόλαδο, τέτοιο ελαιόλαδο απ’ τη Ζάκυνθο να βγαίνει και να δίνει σε τόση καλή βαθμολογία ποιότητας». Και πραγματικά τότε το ελαιόλαδο της οικογένειας Θεριανού ήταν το ελαιόλαδο που ανέδειξε τη Ζάκυνθο στη 3η θέση στο χάρτη της Ελλάδος για τα ελαιόλαδα. Ήτανε πάνω στην αρχή τότε. Στη πορεία, εγώ μετά άρχισα να παίρνω μέρος σε διαγωνισμούς, αρχίζαμε να εξελισσόμαστε, αρχίσαμε να ανοίγω το χτήμα να το κάνω επισκέψιμο. Και παράλληλα, την ίδια στιγμή, ανεβαίνανε κάποια πράγματα που με πηγαίνανε με οδηγούσανε προς τα εκεί. Όταν, λοιπόν, πρότεινα τότε στα αδέρφια μου να ξεκινήσουμε το χτήμα να το κάνουμε επισκέψιμο και τότε η αδερφή μου η Διονυσία ήταν αυτή που παρέμεινε μαζί μου στο κομμάτι αυτό να με υποστηρίξει και να προχωρήσουμε, γιατί τα άλλα μου αδέρφια δουλεύανε το καλοκαίρι σε άλλες δουλείες, ξεκινάω τότε το χτήμα. Και μάλιστα τότε είχαμε και χειροτεχνίες, γιατί η αδερφή μου είχε φτιάξει και πολλές χειροτεχνίες που τις είχε κάνει και έκθεση εδώ. Σε ένα απ’ τα σπιτάκια που έχουμε είχαμε κάνει και έκθεση τότε. Και μάλιστα ένα κομμάτι απ’ αυτές τις χειροτεχνίες μπήκανε και μέσα στο χώρο του καταστήματος και βέβαια, τότε άρχισα να βάζω τα προϊόντα μας που ήτανε το λάδι, το κρασί, το μέλι και η σταφίδα μας και άρχισα να ασχολούμαι και λίγο και με κάποια παλιά καλλυντικά που φτιάχνανε τα παλιά χρόνια, τις κηραλοιφές και τα λάδια που φτιάχναμε και τα χρησιμοποιούσαμε για το δέρμα και όλα αυτά. Εκεί, λοιπόν, για μένα έβλεπα ότι αυτό το πράγμα μ’ άρεσε τόσο πολύ που το λάτρευα. Βγαίνω τότε συγκεκριμένα εκείνη τη περίοδο πάλι με τα βραβεία που άρχισα να παίρνω στο ελαιόλαδο, βγαίνω ένα απ’ τα καλύτερα λάδια παγκοσμίως στην Ισπανία στη Μάλαγα. Και είχα βγει πρώτος σε ελαιοκανθάλη. [00:50:00]Ήτανε μία ουσία του λαδιού που λέγεται ελαιοκανθάλη, που έχει αντιφλεγμονώδες πολλές ιδιότητες και άλλα. Είναι απ’ τις καλύτερες, θα έλεγα, πολυφαινόλες στο ελαιόλαδο. Ήτανε πάρα πολύ ιδιαίτερο για μένα αυτό, ότι εγώ κατάφερα από το νησί της Ζακύνθου, ένας αγρότης μικρός σε κλίμακα, να πάω στην Ισπανία και να βραβευτώ με ένα χρυσό βραβείο για το ελαιόλαδο που ‘χαμε. Ήτανε τιμή για τη Ζάκυνθο, τιμή για την Ελλάδα. Γνώρισα και εκεί πολλούς παραγωγούς απ’ όλο τον κόσμο. Ισπανοί πάρα πολλοί ωραίοι και αυτοί και πάρα πολύ μαζί μου συμπαθητικοί και να με συγχαρούνε και το ένα και τα’ άλλο για αυτό που έγινε. Το χάρηκα πάρα πολύ εκείνη τη περίοδο αυτό που πήραμε το χρυσό βραβείο στην Ισπανία. Είχαμε πάρει χρυσό βραβείο στο Λονδίνο, στο Ντουμπάι. Έχουμε πάρει χρυσό βραβείο και από άλλους διαγωνισμούς τους Ολύμπιους διαγωνισμούς, το διαγωνισμούς τους έκανε ο Μαγιάτης με τη Μέλλιου μέσα απ’ το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αυτές οι αναλύσεις, βέβαια, αναλύσεις τώρα μέσα από τα πανεπιστήμια, έτσι; Από ειδικές αναλύσεις. Και το ελαιόλαδο μας είχε βγει απ’ τα καλύτερα στον κόσμο αυτή τη στιγμή. Και χαίρομαι, γιατί μπορώ πλέον να το αποδείξω κιόλας και όχι μόνο να μιλήσουμε θεωρητικά. Βέβαια, η ουσία για μένα είναι ότι μπορούμε να μιλήσουμε για το ελαιόλαδο όχι μόνο σαν μια ωραία γεύση και ένα ωραίο λάδι που το τρώμε στη σαλάτα, ότι μπορούμε να μιλήσουμε και το ελαιόλαδο έχει υγειοπροστατευτικές ιδιότητες. Για μένα, εκεί είναι η όλη ιστορία. Παράλληλα, ότι είναι η μητέρα φύση, είναι το δέντρο της ελιάς που είναι η δύναμη πίσω από μας, δηλαδή, αυτή η ζωή που δεν μπορεί να μας μιλήσει με τα μάτια και με το στόμα, που είναι η ελιά μας. Αυτή η μορφή ζωής που είναι τόσο υπέροχη, χιλιάδες χρόνια, ζει 2.500-3.000 χρόνια και μπορεί και παραπάνω και ζει πάνω στον πλανήτη και δίνει τους καρπούς της σε μας με τόση αγάπη… Νομίζω ότι η αναγνώριση δεν είναι για μένα ότι κατάφερα να φτιάξω ένα λάδι να είναι έτσι… Η αναγνώριση είναι για την ελιά. Η ελιά είναι αυτή που το κάνει, απλώς εμείς χρειαζόμαστε να την αγαπάμε, να τη σεβόμαστε, να την εκτιμάμε για αυτό που μας δίνει. Και νομίζω ότι αν περάσουμε σ’ αυτό το επίπεδο γνώσης, μπορούμε να αλλάξουμε τις ζωές μας σε πολύ βαθύ επίπεδο. Γιατί η μητέρα φύση μας δίνει με αγάπη το νερό που πίνουμε, την τροφή που τρώμε, και η ελιά μας δίνει το ελαιόλαδο για να θεραπευόμαστε από το στρες και απ’ τη κακή διατροφή που καμία φορά έχουμε. Και νομίζω είναι ωραίο να έχουμε αυτή τη γνώση. Το λάδι το πίνουμε, μπορεί να πίνουμε μία κουταλιά κάθε πρωί ή το βράδυ πριν κοιμηθούμε και να αισθανόμαστε μία δύναμη, μία προστασία το σώμα μας που είναι απίστευτα θεραπευτική. Και νομίζω ότι αυτή η γνώση ήρθε να περάσει μέσα στον κόσμο, να την ξαναπάρει πάλι, να την θυμηθεί. Οι Έλληνες έχουμε τη γνώση και όλος ο κόσμος και όλος ο πλανήτης την έχει και εμείς είμαστε ένα κομμάτι του πάζλ σ’ αυτό το πλανήτη. Η ελιά είναι ένα θαυματουργό δέντρο, μπορεί να δώσει καρπό και να θεραπεύσει τον άνθρωπο και καλό είναι να το πίνουμε κάθε πρωί την ώρα που σηκωνόμαστε. Τα οφέλη που θα έχουμε είναι απίστευτα. Ο Ιπποκράτης έλεγε κοντά στις 60 θεραπείες ότι έκανε στο σώμα με το ελαιόλαδο, στο δέρμα και εσωτερικά. Για να το πει ο Ιπποκράτης αυτό, δεν είναι ένας τυχαίος άνθρωπος πάνω στον πλανήτη, που σήμερα όλοι οι γιατροί του κόσμου ορκίζονται στον όρκο του Ιπποκράτη, ότι πάνω απ’ όλα θα είναι η υγεία του ανθρώπου και μετά όλα τα υπόλοιπα. Και εύχομαι πραγματικά αυτή η γνώση να ξαναμπεί πάλι μέσα στο κόσμο. Το ελαιόλαδο είναι δυνατό και οι ιδιότητες του είναι πάρα πολλές. Φανταστείτε ότι κάνει πάρα πολύ καλό στον διαβήτη, στη χοληστερίνη, στα αρθριτικά προβλήματα, στο έντερο, στη δυσκοιλιότητα και σε όλα αυτά που το σώμα μπορεί καμιά φορά να ταλαιπωρείται απ' το πολύ στρες που περνάει και να ταλαιπωρείται και το ελαιόλαδο να ναι εκεί για να βοηθάει να αισθανόμαστε καλύτερα. Άρα ευχαριστούμε πάρα πολύ την ελιά, την ευχαριστώ εγώ και φαντάζομαι εκ μέρους… Ευχαριστούμε πάρα πολύ -βάζω πληθυντικό- ευχαριστούμε πάρα πολύ την ελιά για αυτά που μας δίνει και για αυτά που προσπαθούμε εμείς σαν άνθρωποι να κρατήσουμε εδώ. Η οικογένεια μου η οικογένεια Θεριανός, ο αδερφός μου ο Τάσος, η αδερφή μου η Σία, η αδερφή μου η Καλομοίρα, η μητέρα μου η Τούλα, που είναι ένα σώμα όλοι αυτοί και δουλεύουμε όλοι μαζί, έχουμε αγκαλιάσει αυτή την ιδέα αυτή τη στιγμή. Τη δουλεύουμε όλοι. Και νομίζω ότι η οικογένεια είναι αυτή που δίνει τη δύναμη σ’ όλη αυτή την ιστορία, γιατί και εγώ σ’ όλες αυτές τις ιδέες και ίσως αυτό το ρόλο το πρωταρχικό που έπαιρνα μερικές φορές για να οδηγήσω μπροστά κάποια πράγματα, με την υποστήριξη της οικογένειας από πίσω μου γινόμουνα πιο δυνατός. Και νομίζω ότι και μόνο που με στηρίζανε και μόνο που μου λέγανε σε κάποια ιδέα μου να κάνω κάτι να προχωρήσουμε σε κάτι, εμένα μου έδινε δύναμη ότι μπορούσα να το κάνω μαζί τους. Και με την ιδέα ότι μπορούμε να προσφέρουμε ο ένας στον άλλονε… Και ξέρεις κάτι; Είναι και κάτι άλλο που το ‘χω σκεφτεί πολλές φορές. Πόσο μπορείς να είσαι μαζί με κάποιους ανθρώπους μέσα απ’ την οικογένεια και να λειτουργείς, να συν-δημιουργείς επαγγελματικά, οικονομικά και να είσαι και οικογένεια; Δεν είναι πολύ εύκολο. Η πράξη λέει ότι δεν είναι πολύ εύκολο. Πρέπει να έχεις πολύ μεγάλη πίστη μέσα σου και δύναμη για να καταφέρεις να κρατήσεις κάποιες ισορροπίες που θα μπορέσεις αυτές. Νομίζω ότι η αγάπη και η καρδιά είναι αυτή που χρειάζεται να μπει μπροστά. Όταν μπει καρδιά μπροστά ο νους ακολουθεί. Καλό είναι να ακολουθήσει ο νους την καρδιά. Η κάθε εμπειρία που θα ζήσουμε σαν άνθρωποι σ’ αυτό το χρονικό διάστημα που ‘ρθαμε να περάσουμε εδώ στη γη και θα συνεχίσουμε το ταξίδι μας μετά, καλό είναι να μάθουμε τα εφόδια που θα πάρουμε μαζί μας ποια θα είναι όταν θα φύγουμε από αυτή τη διάσταση που είμαστε τώρα. Γιατί όλοι μας κάποια ώρα, στιγμή θα φύγουμε. Λοιπόν, το ταξίδι που κάνουμε εδώ στη γη είναι μία εμπειρία για μας και θα συνεχίσει και αυτό μετά. Άρα προσπαθώ να καταλάβω και εγώ και να δω με τα μάτια ανοιχτά της ψυχής όλα αυτά τα πράγματα που προσπαθώ να δω και να καταλάβω τι έχει αξία, πού να δώσω τη βαρύτητα, πού να δώσω προτεραιότητα και να εκπαιδευτώ και εγώ ο ίδιος να βρω τον εαυτό μου, το «Γνώθι σ’ αυτόν» που λέγανε οι Αρχαίοι Έλληνες που θεωρούταν η ανώτερη γνώση, το γνώθι σ’ αυτόν. Και λέγανε και οι Αρχαίοι: «Όποιος γνωρίσει τον εαυτό του, θα γνωρίσει και τους θεούς». Κάτι ξέρανε σίγουρα οι Αρχαίοι για να το λένε αυτό. Έχουμε καιρό ακόμα μέχρι να φτάσουμε εκεί, έχουμε. Αλλά το θέμα ξέρεις ποιο είναι; Είναι να ‘χεις, είναι να έχεις το στόχο, το σκοπό, να έχεις το όραμα. Εγώ είχα ένα όραμα, ότι θα φτιάξω τα καλύτερα προϊόντα στον κόσμο, θα τα δίνω μέσα απ’ το κτήμα μου και αυτό θα ‘θελα να ‘ναι και η οικογένεια μου δίπλα και το ‘κανα: «Therianos Family». Το "Therianos Family" αυτή τη στιγμή είναι ένα από τα πιο γνωστά αγροκτήματα στη Ζάκυνθο. Πολλοί ξένοι το επισκέπτονται, μας υποστηρίζουνε πολλοί τοπικοί επιχειρηματίες που πιστεύουνε στη δουλειά μας ότι έχουμε να προσφέρουμε καλές υπηρεσίες στο φιλοξενούμενο που θα ‘ρθει απ’ το εξωτερικό να μείνει στο νησί. Αυτός ο ξένος που έρχεται εδώ είναι ένας φιλοξενούμενος, είναι ένας ξένος που έρχεται να γνωρίσει τον τόπο και τους ανθρώπους του. Ο τόπος, λοιπόν, αυτός που ζούμε έχει να δώσει κάποια αγαθά. Αν εμείς αυτά τα αγαθά τα σεβαστούμε και τα εκτιμήσουμε, θα τους τα δώσουμε. Και να τα εκτιμήσουμε πραγματικά, γιατί πρέπει να τα εκτιμήσουμε. Πολλοί Ζακυνθινοί, πολλοί επιχειρηματίες απ’ τη Ζάκυνθο που μας εκτιμάνε και μας σέβονται για αυτό που κάνουμε εδώ και ξέρουν τι προσφέρουμε, μας στέλνουμε κόσμο στο κτήμα για να έρθουν από δω να δοκιμάσουν τα προϊόντα μας. Να το δοκιμάσουν το λάδι μας, τη σταφίδα μας, το μέλι μας και τα καλλυντικά μας που έχουμε εδώ. Τα καλλυντικά που προσφέρουμε, το λάδι και τις κηραλοιφές, είναι πάρα πολύ καλά και είναι φυσικά. Και νομίζω ότι το είναι φυσικά είναι πάρα πολύ ιδιαίτερο, γιατί αυτό θέλουμε όλοι, να έχουμε τη φύση μαζί μας. Γιατί δεν υπάρχουμε μετά και οι πιο σκληρές ή άσχημες παρενέργειες που θα λέγαμε ότι θα μπορούσε να έχει, όταν ξέρεις να γνωρίζεις πώς μπορείς να μπεις με ένα φυσικό τρόπο κάτι για το σώμα σου. Γιατί και τα φυσικά χρειάζεται κάποια γνώση για να τα χρησιμοποιήσεις, δεν τα χρησιμοποιείς ανεξέλεγκτα, γιατί και αυτά έχουνε την δική τους ιστορία και τη δική τους γνώση. Αυτό μέσα απ’ τη μελέτη, μέσα απ’ τη παράδοση, μέσα απ’ την εμπειρία αποκτιέται, υπάρχει, αρκεί ο καθένας να το αναζητήσει και να το δουλέψει όσο καλύτερα γίνεται. Αυτή, λοιπόν, τη στιγμή το "Therianos Family", το αγρόκτημα "Therianos Family" στη Ζάκυνθο μπορεί και εξυπηρετεί κόσμο που έρχεται στο νησί, που επισκέπτεται, με ξεναγήσεις, με γευσιγνωσία μέσα και εδώ δίνουμε και τα προϊόντα μας. Και είναι πραγματικά είναι ο ανώτερης ποιότητας. Το όραμα είναι τα προϊόντα που θα δώσουμε να είναι καλό για το σώμα του ανθρώπου και σίγουρα και για την ψυχή του. Το βιβλίο που υπάρχει μέσα στο χτήμα που δίνουμε αυτή τη στιγμή, το «Μαθαίνοντας να πετάω το φιλί του πνεύματος» που έρχεται από τη συγγραφέα της οικογένειας τη Θεριανού Διονυσία το δίνουμε και αυτό. Οπότε στο χτήμα δίνουμε υλική τροφή για το σώμα, αλλά δίνουμε και πνευματική τροφή. Και αυτό είναι κάτι που μ’ αρέσει πάρα πολύ και έρχεται μέσα απ’ την οικογένεια και η αλήθεια είναι ότι δημιούργησα και τις εκδόσεις «Θεριανός» με αφορμή τότε… Είχα κάτι στο μυαλό μου από πριν βέβαια, γιατί ήθελα κάτι να κάνω σε σχέση με όλο αυτό, μου ‘χε περάσει αρκετές φορές μέσα απ’ το μυαλό, αλλά με παρακίνησε τότε η αδερφή μου που ήθελα να της το εκδώσω το βιβλίο, γιατί δεν είχε εκδοθεί τότε κάπου αλλού και λέω: «Θα το κάνω εγώ». Και έγινα και εκδότης παράλληλα.
Πολύ ωραία.
Οπότε όλο αυτό το σκηνικό που ζούμε αυτή τη στιγμή εδώ στο χώρο μας είναι οι τέσσερις κατοικίες που ενοικιάζουμε τα σπίτια μας, αυτές οι 4 όμορφες βιλίτσες που έχουνε πάρα πολύ [01:00:00]όμορφη ενέργεια και ζεστή, είναι ο χώρος του χτήματος που καλλιεργούμε εδώ και είναι γύρω στα 20 στρέμματα περίπου που έχουμε και έχουμε περίπου στα 30 στρέμματα στους πρόποδες του βουνού που είναι οι ελιές μας, οι αρχαίες μας ελιές που είναι απάνω από 2000 χρόνων μερικές, που είναι η ντόπιες Ζακύνθου και η Κορονέικη ποικιλία που είναι από 300 και 500 και 600 χρονών, εξαρτάται τη περιοχή, που αλλάζουνε κάποια φυτέματα που έχουν γίνει πιο νωρίς. Αυτό, λοιπόν, εμείς που έχουμε εδώ το καλλιεργούμε τώρα όλα αυτά τα χρόνια με βιολογικό τρόπο και το κρατάμε σε ένα πάρα πολύ ωραίο, καλό επίπεδο και το αξιοποιούμε, βέβαια, και συνεχώς όσο μπορούμε πάντα να κρατάμε τη παράδοση όσο μπορούμε στη ζωή μας και τώρα και το παραδοσιακό. Και έτσι έχουμε καταφέρει να είμαστε από τους πρωταθλητές στο ελαιόλαδο, απ’ τα καλύτερα στον κόσμο. Είναι υψηλά φαινολικό, απ’ τα καλύτερα πάλι βιολογικό έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, καλύτερες σταφίδες και σας περιμένουμε, βέβαια, να τις δοκιμάσουμε.
Υπέροχα, πάρα πολύ ωραία.
Τώρα δεν ξέρω τι άλλο θέλεις να πω.
Εμένα με έχετε καλύψει πλήρως.
Σε έχω καλύψει;
Ειλικρινά, ναι.
Αλήθεια, εντάξει. Δεν ξέρω πώς τα έκανα, πώς τα πήρα.
Υπέροχα.
Επήρα λίγο από δω, πήρα λίγο από κει.
Δεν πειράζει. Τώρα αν έχετε κάτι άλλο εσείς.
Να σου πω, ναι. Να πω κάτι άλλο που θέλω να πω, κάτι και για τα παιδιά τα νέα και για όλο αυτό που μπορώ να ακούνε. Θέλω να πω λίγο που κοιτάω τα πράγματα γενικά, είναι ότι όταν βάλεις ένα στόχο μέσα σου, όταν έχεις ένα στόχο μέσα σου και ασχοληθείς με αυτό το στόχο, είναι πολύ σημαντικό να τον πιστέψεις, να συνεχίσεις για να τον πετύχεις και πάντα αυτός ο στόχος να έχει σαν σκοπό να κάνει καλό σε μας και καλό και στους άλλους ανθρώπους. Εγώ εκείνο που βλέπω στη ζωή μου γενικότερα είναι ότι μπορεί μερικές φορές να πήγαινα κάπου αλλού, αλλά το σύμπαν, ο Θεός, με ξανάφερνε. Και ήθελα να πω - δεν ξέρω, γράφει τώρα;
Ναι, ναι, ναι. Γράφει, γράφει.
Ήθελα να πω, λοιπόν, και για τα νέα παιδιά και για τους νέους ανθρώπους, είναι καλό να καθαρίσουμε τη σκέψη μας και να κάνουμε αυτό που αγαπάμε. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο η ζωή η ίδια θα μας οδηγήσει να μας δώσει αυτό το μονοπάτι. Αν πραγματικά αυτό που κάνουμε μας χαροποιεί και μας δίνει αυτή την ενέργεια, αυτή τη δύναμη μέσα, θα μας φτάσει κάπου που θα το πετύχουμε. Και νομίζω ότι δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε. Ακόμα και ο νους λέει: «Μα θα καταφέρεις ποτέ σου να βγάλει κάποια λεφτά από αυτό το επάγγελμα που κάνεις; Θα καταφέρεις ποτέ σου να πετύχεις μέσα στην κοινωνία; Θα καταφέρεις ποτέ σου να κάνεις αυτό που οι άλλοι θεωρούνε πετυχημένο;». Το πιο σημαντικό για μένα είναι να ακολουθήσεις τα βήματα της καρδιάς σου, της εμπειρίας που εκείνη τη στιγμή νιώθεις ότι θες να πάρεις και τα βήματα αυτά θα σε βγάλουνε πραγματικά εκεί που είναι να πας. Και να εκεί που είναι να πας είναι αυτό που αγαπάς και αυτό θες να κάνεις, εκεί θα σε πάει. Πρέπει να το πιστεύεις, να δίνεις το πάθος, να έχεις πάθος για αυτό που κάνεις, να το αγαπάς, να δίνεις την ενέργειά σου, να το μοιράζεσαι με τους άλλους ανθρώπους όταν θέλεις και όταν μπορείς και βέβαια, όπως και να ‘χει, αν κάποιος σε κάνει να αισθανθείς μειονεκτικά για αυτό που εσύ πιστεύεις, αν τύχει κάτι τέτοιο μες το μονοπάτι, είναι μία εμπειρία, είναι μία δοκιμασία. Για μένα, αυτό που έχω ζήσει μέχρι σήμερα στη ζωή μου, όλα αυτά που έχω ζήσει είναι δοκιμασίες. Και για να βγούμε δυνατοί μέσα απ’ τη ζωή μας, θα πρέπει να αγαπάμε αυτό που κάνουμε, το θεωρώ το πιο σημαντικό. Εγώ ένα κομμάτι που χαίρομαι αυτή τη στιγμή για τη ζωή μου είναι ότι κάνω κάτι που αγαπάω, που δίνω γνώση στον κόσμο μέσα από αυτό το μικρό κτήμα στη Ζάκυνθο, δίνω γνώση στον πλανήτη. Γιατί επισκέπτονται το χώρο μας απ’ όλο τον κόσμο. Έρχονται απ’ όλη την Ευρώπη Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Βραζιλία, Αμερική, Καναδά, Αυστραλία, Ντουμπάι, Κατάρ, όλες τις Αραβικές χώρες έχουνε περάσει από δω, έχουνε περάσει απ’ όλα τα κράτη του κόσμου. Και μιλάμε μαζί, ανταλλάσσουμε γνώσεις, τους λέμε εμείς αυτά εδώ, μας λένε και αυτοί μερικές φορές τα δικά τους όσο προλαβαίνουνε κάποιοι και ανταλλάσσουμε γνώσεις. Και με όλο αυτό τον τρόπο γίνεται ένα παγκόσμιο. Είμαστε, ζούμε σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον και εγώ, σαν Έλληνας, χαίρομαι πάρα πολύ που μπορώ και αξιοποιώ αυτό που έχω δω και το μοιράζομαι με τους άλλους ανθρώπους απ’ τα άλλα έθνη και το μοιραζόμαστε και το χαιρόμαστε και προσφέρεις κάτι καλό στον κόσμο. Και το θεωρώ ό,τι πιο ανώτερο που καταφέρνουμε και είμαστε σαν οικογένεια μαζί, τα προϊόντα μας είναι πολύ ωραία και αυτό είναι μία καθημερινή εργασία για μας, που κάθε μέρα κάνουμε αυτό, αλλά δεν μας κουράζει. Εμένα δεν με κουράζει. Κάθε μέρα γίνομαι όλο και… Και βρίσκω και άλλα πράγματα και τα ενσωματώνω σ’ αυτό και βρίσκω κάποια άλλα πιο ενδιαφέροντα και κάνω και κείνο και τώρα θέλω να βγάλω και άλλα κάποια προϊόντα που θέλω να βγάλω και μία πατενταρισμένη διαδικασία ελαιολάδου και θέλω να βγάλω και κάποια καινούρια καλλυντικά που θα κάνω ακόμα πιο πολλές, θα δίνουνε περισσότερες -πώς να στο πω- ιδιαίτερες περιποιήσεις στο δέρμα, να το πω έτσι λίγο. Γιατί μου βγαίνει και λίγο το αγγλικό, πάω να πω και κάτι στα αγγλικά. Πήγα να πω κάτι, γιατί μιλάω στα αγγλικά με τον κόσμο περισσότερο, γιατί να σου πω την αλήθεια μου έχω περισσότερο ξένους από Έλληνες εδώ και χρειάζεται να κάνω παρουσίαση των προϊόντων και να μιλάω στην αγγλική γλώσσα και μου βγαίνουνε και λίγο. Έχουνε πολλές ευεργετικές ιδιότητες τα καλλυντικά που ναι φυσικά αυτά που φτιάχνω εδώ πέρα στο χτήμα και όλα αυτά τα έχουμε εδώ και χαίρομαι πολύ που κάνω αυτό, γιατί κάθε φορά φτιάχνω κάτι καινούριο. Όταν κλειστώ μες στο δωμάτιο, εκείνη την ώρα κλείνομαι μέσα και είμαι σαν να είμαι στο διάστημα με τα αστέρια και με τους πλανήτες που δημιουργώ, τα δικά μου. Αυτά ήθελα να πω. Μπορεί να ‘πα πολλά.
Υπέροχα, υπέροχα.
Μπορεί να ‘πα λίγα, δεν ξέρω αλλά είναι ένα μέρος όλες αυτής της εμπειρίας που ‘χω ζήσει και επειδή όταν μοιραζόμαστε και με άλλους ανθρώπους πράγματα, όταν λες την αλήθεια, είναι πιο καλή. Και προσπάθησα να πω όλα αυτά, τέλος πάντων, ένα μέρος από αυτά που αισθάνομαι και από αυτά που μπορώ να δώσω έξω –έτσι- να τα βγάλω να τα μοιραστώ με τον κόσμο.
Ευχαριστώ πάρα, πάρα πολύ.
Σε ευχαριστώ πάρα πολύ εγώ, Ανδριάνα, και θέλω να σου πω ότι είσαι και συ ένας άνθρωπος υπέροχος που αυτό που κάνεις και αυτή η εργασία, αυτό το έργο που θες να κάνεις είναι πάρα πολύ σημαντικό. Να μπορέσεις να βγεις, να δώσεις στον κόσμο όλη αυτή τη πληροφορία, να την περάσεις μέσα στον κόσμο. Γιατί και εγώ σε καταλαβαίνω και σε νιώθω και καταλαβαίνω πολλούς ανθρώπους. Και εγώ όταν έκανα τις εκδόσεις στην αδερφή μου ήθελα να περάσω αυτό το έργο που έφτιαξε η αδερφή μου να το δώσω μέσα στον κόσμο. Και αυτό το έργο που έφτιαξε, επειδή είναι ένα έργο που έρχεται και από αυτής μέσα απ’ την καρδιά της και απ’ τις εμπειρίες της ζωής της που έχει ζήσει, το θεώρησα ότι είναι πάρα πολύ καλό να δοθεί στον κόσμο. Και νομίζω ότι ό,τι καλό κάνουμε αυτό επιστρέφει πίσω πάλι σε μας. Και ας ξεχνιέται μερικές φορές, στην ουσία δεν ξεχνιέται τίποτα δεν χάνεται. Ό,τι δώσεις θα πάρεις. Και όταν δουλέψουμε και στη σκέψη με αυτό τον τρόπο, δηλαδή, νοητικά, αν καταλάβουμε ότι και η νόηση… Που λέγανε και οι Αρχαίοι Έλληνες: «Νους υγιής εν σώματι υγιεί», άρα βάζουνε πρώτα τη σκέψη και μετά βάζουνε το σώμα, δεν το είπαν ανάποδα. Πρώτα είπαν το νου που είναι πολύ σημαντικό κομμάτι να δώσουμε βαρύτητα και ακόμα και σ’ αυτό το κομμάτι να εκπαιδευτούμε.
Τέλεια, Ευχαριστώ πολύ.
Σε ευχαριστώ πολύ και εγώ. Λοιπόν, αυτό που μ’ άρεσε παράλληλα ήτανε ότι μέσα σε όλα αυτά τα προϊόντα που μπορούσα και έφτιαχνα με τόση αγάπη και με τόσο πάθος… Γιατί το ελαιόλαδο και τη σταφίδα και το κρασί που έχει τη δική του χάρη και είμαστε παραδοσιακοί, βέβαια, στο κομμάτι αυτό στη Ζάκυνθο, με πάρα πολλές ποικιλίες απ’ τα αρχαία χρόνια που είχε το νησί και ευτυχώς που παραμένουνε και υπάρχουν ακόμα και σήμερα. Το κρασί είναι πάλι κάτι το ιδιαίτερο. Και νομίζω ότι και εκεί ο τρόπος και η γνώση κάποιων ειδικών πάλι που έχει ξεκινήσει τα τελευταία χρόνια και αναδεικνύεται αυτό μας έχει βοηθήσει πάρα πολύ στο να μπορέσουμε να φτιάξουμε ποιοτικά κρασιά. Γιατί σίγουρα το χωριάτικο κομμάτι, το κρασί που φτιαχνότανε παλιά στο χωριό με έναν ειδικό οινολόγο κοντά σίγουρα το διαφοροποιεί και το αλλάζει. Και έτσι και εγώ, όταν μπήκα στη διαδικασία αυτή, ήθελα να μπορέσω να φτιάξω ένα πολύ καλό κρασί. Και με αρκετούς φίλους εδώ από το νησί καταφέραμε και με τη βοήθειά τους και τις δικές τους συμβουλές και έβγαλαν ένα πολύ ωραίο κρασί. Τώρα φτιάχνω ένα κρασί, ας πούμε, για το κτήμα βέβαια, δεν είναι μεγάλες ποσότητες. Ένα λευκό, ένα ροζέ και ένα κόκκινο. Λοιπόν, το λευκό κρασί στα αγγλικά το λέω "Unexpected", «Απροσδόκητος». Το ροζέ το λέω «Αφθονία», "Abundance" και το κόκκινο το λέω "Optimistic", «ο Αισιόδοξος». Λοιπόν, όταν έδωσα τα ονόματα αυτά στα κρασιά, το λευκό κρασί είδα ότι κάθε χρόνο δεν μου έβγαινε ακριβώς το ίδιο. Και λέω: «Κάτσε, περίμενε τώρα, ούτε εμείς οι ίδιοι δεν είμαστε κάθε χρόνο το ίδιο. Όλα αλλάζουνε και το κρασί αλλάζει και τα σταφύλια αλλάζουνε και ο καιρός αλλάζει, δεν είναι πάντα ο ίδιος και αλλάζουν και οι γεύσεις». Άρα υπάρχει μία αλλαγή μέσα σε όλα αυτά και μ’ άρεσε σαν αλλαγή να το πω έτσι. Το ροζέ, δεν ξέρω για ποιο λόγο, αλλά όταν το κοίταγα το ροζέ μου ‘βγαλε σαν να αισθάνομαι μία αφθονία, που την έδωσα σαν όνομα. Και το κόκκινο ήταν ότι όταν έπινα το κρασί και με καλή παρέα και το πίναμε αισθανόμαστε και κουβεντιάζαμε ένα βράδυ διάφορα πράγματα και λέγαμε, έτσι, ωραία αισιόδοξα πράγματα και λέω: «Θα το βγάλω: “O αισιόδοξος, optimistic”». Λοιπόν, αυτή ήταν μία διαδικασία, γιατί όλα αυτά περνάνε μέσα απ’ τη ζωή μας, οι λέξεις, τα μηνύματα, οι εμπειρίες μας που περνάνε μέσα από κει και τα προϊόντα συνδέονται με εμάς. Εγώ όταν φτιάχνω προϊόντα, αισθάνομαι ότι είμαι ένα μέρος τους και είναι ένα μέρος μου, αυτό αισθάνομαι. Για αυτό όταν τα δημιουργώ και θέλω να τα δώσω στο κόσμο, τα δίνω με τόση μεγάλη αγάπη, που όταν το φτιάχνω κάτι, είναι σαν τη καλή [01:10:00]νοικοκυρά που ‘ναι πάνω απ’ τη κατσαρόλα, που συνέχεια του στέλνει φιλάκια στο φαγητό, όπως κάναμε εδώ στη Ζάκυνθο το αυγολέμονο, που κάναμε «μουτς», που κάναμε φιλάκια για να μην μας κόψει. Λοιπόν, επειδή είναι όλα ενέργεια και κάτι ξέρανε και οι παλαιοί και οι σημερινοί και οι νέοι και εμείς, όλα είναι μία ενέργεια. Και ωραία είναι, λοιπόν, να τη δίνουμε αυτή την ενέργεια να μας επιστρέφει πάλι πίσω. Και δω στο κτήμα κάναμε και παραδοσιακό πάτημα με τα σταφύλια και το σταματήσαμε τώρα τελευταία με το Covid, μπορώ να πω. Πριν, μαζευόταν εδώ ο κόσμος, φέρνανε γνωστούς και φίλους που δουλεύανε και στη Ζάκυνθο και ξένους και δω απ’ τα σπίτια που μένανε το καλοκαίρι και πατάγαμε σταφύλια με τα πόδια. Όμως τι ωραία ενέργεια ήταν αυτή; Που βάζαμε μουσική, που πίναμε λίγο χυμό – λίγο, όχι πολύ, γιατί άμα πιες πολύ αρχίζεις και μαστουρώνεις, πώς το λένε, φτιάχνεσαι μετά, ξέρεις, αρχίζεις και βρίσκεσαι αλλού, παρόλο που ‘ναι γλυκό και ωραίο, αλλά είναι βαρύ ο χυμός των σταφυλιών, αν πιείς πολύ. Λοιπόν, και λέγαμε στους ξένους: «Προσέχετε, μην πίνετε πάρα πολύ», γιατί τους άρεσε και βάζανε το ποτήρι και πίνανε και τους λέω: «Σιγά-σιγά, γιατί είναι βαρύ». Πραγματικά εντάξει, μας ακούγανε και προσέχανε λίγο. Και περνάγαμε όμως και το γιορτάζαμε με αυτό τον τρόπο και γινότανε μία ωραία εμπειρία που σκεφτόμαστε πάλι φέτος να το ξανακάνουμε πάλι. Αν και φέτος ήτανε λίγο η χρονιά δύσκολη με τα σταφύλια λόγω του καιρού και έβρεχε πολύ. Όμως σκεφτόμαστε φέτος να το ξανακάνουμε πάλι. Και μάλιστα ένα βράδυ είχα φτιάξει και είχα βράσει και μούστο, πετιμέζι για να φτιάξουμε πετιμέζι. Το πετιμέζι είναι πάρα πολύ παλιά ιστορία. Το πετιμέζι είναι το σιρόπι που και αυτό έχει θεραπευτικές ιδιότητες, έτσι; Και είναι πάρα πολύ δυνατό να το ξέρουμε και αυτό, να μην το ξεχνάμε. Και τα βότανα γενικά είναι πάρα πολύ καλά. Έχω ιδιαίτερη έμφαση σε αυτό το κομμάτι σε σχέση με τα θεραπευτικά, με πιάνει λίγο όταν αρχίζω και μιλάω για αυτά. Γι’ αυτό, όταν άρχισα να λέω για το ελαιόλαδο ότι μπορεί να κάνει πάρα πολύ καλά πράγματα, το πιστεύω και το ‘χω δει και στην πράξη. Παράδειγμα, πριν 10 χρόνια είχα δώσει στη μητέρα μου μία λύση σε πολλά προβλήματα υγείας που είχε μέσω του ελαιολάδου. Τότε, βέβαια, είχα φτάσει πάρα πολύ ψιλά στην ποιότητα του λαδιού, τότε το ξεκίνησα και άρχισα να της το δίνω να το πίνει κάθε πρωί και κάθε βράδυ. Και φαντάσου, όταν είχαμε πάει μετά περίπου από ένα μήνα να κάνουμε μία ανάλυση αίματος ο γιατρός της είπε λέει: «Αυτές οι άλλες είναι λες και είναι μωρού». Λέει: «Τι έκανες, Κυρία Τούλα, και αλλάξανε τόσο πολύ καλά, έχεις τόσο πολύ καλές αναλύσεις;». Λέει: «Ο γιος μου ο Δημήτρης έχει φτιάξει ένα λάδι και μου το δίνει και το πίνω λέει κάθε μέρα». Και πήγε πάρα πολύ καλά τότε σε πολλά θέματα προβλήματα υγείας που είχε, ας πούμε. Είχε αρθριτικά, είχε φλεβίτες, είχε προβλήματα το έντερό της και ακόμα και με τη χοληστερίνη τη βοήθησε πάρα πολύ. Λοιπόν, θέλω να πω ότι αυτό το λέγανε οι Αρχαίοι γιατροί απ’ τα αρχαία χρόνια. Και υπάρχουνε, βέβαια, και σήμερα και οι επιστήμονες και στα πανεπιστήμια που το υποσιτίζουνε και έχουνε κάνει πολλές κλινικές έρευνες. Ήθελα να πω επίσης, ότι μία κλινική έρευνα που είχα κάνει στο ελαιόλαδο και έχουμε δώσει το ελαιόλαδο μας για αυτή τη κλινική έρευνα, είναι για τον αυτισμό. Σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο των Αθηνών, δηλαδή με τους δυο καθηγητές στην ουσία που συνεργαζόμαστε με το Προκόπη το Μαγιάτη και με την Ελένη τη Μέλλιου που είναι στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και έχουμε δώσει ακόμα και το ελαιόλαδο μας σε ένα πείραμα που έγινε στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων που έχω και μια συνεργασία και με τη Πάτρα που συνεργαζόμαστε σε αυτά τα θέματα, που το δώσαμε για πείραμα για καρκινικά κύτταρα, σε βιτρό σύστημα που το κάνουνε. Και πραγματικά οι έρευνες που έχουνε γίνει τα τελευταία χρόνια είναι πάρα πολύ καλές. Και ακόμα και στον αθλητισμό, βλέπουμε ότι ένα υψηλά φαινολικό ελαιόλαδο βοηθάει και στον αθλητισμό. Δηλαδή, το πείραμα που έγινε στην Αμερική πριν μερικά χρόνια και τώρα θα το κάνουνε και στην Ελλάδα και από κάποιους φίλους μου κιόλας γνωστούς μου που έχουνε προχωρήσει, είναι ότι το ελαιόλαδο όταν το δώσανε σε δύο ομάδες ανθρώπων, η μία ομάδα που το… Συγγνώμη, ήτανε δύο ομάδες, η μία ομάδα το χρησιμοποιούσε. Η μία ομάδα που το πήρε το ελαιόλαδο είδανε ότι είχε μεγαλύτερη αντοχή απ’ τους άλλους στο τρέξιμο πάνω που τρέχανε. Και κάτι άλλο πάλι ιδιαίτερο που είδανε είναι ότι δεν υπήρχανε ατυχήματα στους μύες, που αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Γιατί πάνω στη πίεση του αθλητή να πετύχει αυτό που θέλει, δημιουργεί μεγάλη πίεση στο σώμα του και μερικές φορές φέρνει και ατυχήματα στους μύες τους, τραυματισμοί, να το πω έτσι. Είδανε, λοιπόν, ότι αυτό δεν σύμβηκε. Οπότε καταλαβαίνουμε τώρα ότι όλο αυτό το κομμάτι βοηθάει σε πάρα πολλά, σε πάρα πολλά θέματα. Βέβαια, το επόμενο στάδιο που είναι που θέλω να φτιάξω τώρα είναι να έχουνε… Ξέχασα να σου πω κάτι. Ότι υπάρχει ένας κανονισμός στην Ευρωπαϊκή Ένωση απ’ το 2012 που λέγεται "Health climate certification", είναι για τα ελαιόλαδα με υγειοπροστατευτικές ιδιότητες. Όταν ένα ελαιόλαδο έχει περάσει τις 250 milligram πολυφαινόλες σε ένα λίτρο ελαιόλαδο, αυτό το λάδι σύμφωνα με το Ειδικό κανονισμό μπορεί να προσφέρει υγειοπροστατευτικές ιδιότητες στον άνθρωπο. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό που το κάνανε στην Ευρώπη γιατί έτσι μπορούμε να δούμε λίγο τα λάδια πως ξεχωρίζουνε και πως μπορούμε να το καταλάβουμε κιόλας ότι αν ένα λάδι έχει health climate certification μπορεί να προσφέρει αυτές τις ιδιότητες για, οι υγειοπροστατευτικές ιδιότητες, που τις λένε, στον οργανισμό. Παράλληλα βέβαια, δουλεύουν όλα τα υπόλοιπα πράγματα στο κτήμα μας. Έχουμε και τα ζώα μας, έχουμε και την γαϊδουρούλα μας την Αφροδίτη, την Αθηνά, έχουμε και τις δύο κατσικούλες μας, τη Σοκολάτα και τη Βανίλια, -έτσι τα ‘βγαλε ο ανιψιός μας, ο ανιψιός μου, και έτσι παρέμεινε και όνομα τους- τα κουνελάκια μας, τις κοτούλες μας. Όλα αυτά, λοιπόν, είναι ένα κομμάτι του κτήματος, γιατί έτσι μεγαλώσαμε και εμείς, με τα ζώα μεγαλώσαμε μαζί. Ήτανε, πάντα οι αγρότες και τα αγροκτήματα είχανε τα ζώα μέσα και έτσι συνεχίζουμε να τα έχουμε και να τα χαιρόμαστε και εμείς και να τα χαίρεται και ο κόσμος που έρχεται εδώ στο κτήμα. Ακούμε τώρα και το παγώνι.
Θα πάω από κει να το δω.
Κάτι άλλο που θέλω να σου πω τώρα, προσπαθώ να θυμηθώ κάτι είχαμε πει. Τι λέγαμε; Λοιπόν, επειδή είχα μία έμφαση γενικά εγώ με το πολιτισμό και με τους συλλόγους και πάντα συμμετείχα σε πολλούς συλλόγους και μ’ άρεσε να προσφέρω στη κοινωνία μέσα από αυτό το επίπεδο, δεν ασχολήθηκα ποτέ με τη πολιτική, γιατί απλώς δεν πήγα προς τα εκεί και είπα θα ασχοληθώ με το πολιτιστικό κομμάτι και με τους συλλόγους, επιχειρηματικούς συλλόγους. Και πραγματικά, καταφέραμε πολλά πράγματα σαν ομάδες τότε που ‘μουνα και εγώ μέσα ή επικεφαλής ή μέσα στο συμβούλιο, είτε σαν μέλος πάντα προσπαθούσα να προσφέρω, προσφέραμε πολλά πράγματα.
Ένα ωραίο που έκανα εκτός από τα προηγούμενα που ήτανε πολύ ωραία και τα άλλα, τα τελευταία χρόνια είναι ότι δημιούργησα μία γιορτή στο χωριό μου, στην Καλλιθέα, τη «Γιορτή τση Γκλαούνας». Η γκλαούνα λοιπόν είναι μία παραδοσιακή τηγανίτα που φτιάχνεται στη Ζάκυνθο. Η κάθε περιοχή, βέβαια, τη λέει με το δικό της όνομα. Μπορεί να την λένε Μπλαούνα, μπορεί να τη λένε Φλαούνα, εμείς τη λέμε Γκλαούνα. Είναι μία τηγανίτα -σε λίγο λάδι τηγανίζεται- που έχει μέσα σταφίδα και αλεύρι και διάφορα άλλα αρωματικά και την κανέλα της και το πορτοκάλι της και αυτά. Και αφού τηγανιστεί σε λίγο λάδι, μετά την βάζουνε με κανέλα και με σουσάμι και την τρώμε. Αυτή, λοιπόν, την έκανα γιορτή εγώ στη Ζάκυνθο, μία πολύ πετυχημένη γιορτή με μουσική μέσα. Λοιπόν, έχουμε μαζευτεί όλο το χωριό και την τηγανίζουμε μπροστά στον κόσμο εκεί. Πίσω στο παρασκευαστήριο, μέσα στο χώρο του σχολείου, στο παλιό σχολείο έγινε αυτή η γιορτή. Ήταν ο κατάλληλος χώρος, γιατί ήταν έτσι μία πλατεΐτσα, να το πούμε, που θέλαμε. Και μέσα στο σχολείο γίνεται η παρασκευή της γκλαούνας που φτιάχνεται με το αλεύρι και έξω έχουμε βάλει τηγάνια στη σειρά και ο κόσμος πολύ ωραία με τη σειρά του θα περάσει και θα πάρει το γλυκάκι που θα του το ‘χουμε εμείς έτοιμο. Βέβαια, το δίνουμε δωρεάν, δεν πληρωνόμαστε για αυτό. Και δίπλα έχουμε φτιάξει και λίγα σουβλάκια για κάποιον άλλον που θέλει να πάρει κάτι για να το φάει. Και μέσα έχουμε βάλει και τα χορευτικά συγκροτήματα απ’ τη Ζάκυνθο που θα έρθουμε και θα χορέψουνε και θα χορέψει και ο κόσμος μαζί. Ήταν, λοιπόν, μία αφορμή και είπα: «Θέλω να δημιουργήσω μία -πώς το λένε- μία γιορτή στο νησί που να έχει σχέση με τη παράδοση». Η γκλαούνα, λοιπόν, εγώ είχα μάθει απ’ τη μητέρα μου, όταν τελειώναμε τις ελιές, για να το γιορτάσουμε το βράδυ το που τελειώναμε, έφτιαχνε γκλαούνες, αυτές τις τηγανίτες. Και ερχότανε εδώ και οι χωριανοί και οι φίλοι και τρώγαμε και περνάγαμε ωραία. Αυτό, λοιπόν, το έκανε πολύ συχνά και εγώ το ‘χα συνηθίσει, το ‘χα μάθει, την γκλαούνα. Και μάλιστα, όταν είχαμε και καμία γιορτή ιδιαίτερη, φτιάχναμε και τις γκλαούνες. Αυτό, λοιπόν, ήτανε για μένα πάρα πολύ σημαντικό και τελικά έγινε μία πολύ μεγάλη και πολύ ωραία γιορτή για το νησί της Ζακύνθου. Και νομίζω ότι άμα βρούμε λίγο έτσι τα πολιτισμικά και τα παλιά, μπορούμε να κάνουμε πολύ ωραίες γιορτές, όπως και συ, Ανδριάνα, το μου το ‘χες πει, ότι μπορεί να γίνουνε πολλά πράγματα σε σχέση με τον πολιτισμό, που μπορούμε να προσφέρουμε, ο καθένας με τον τρόπο που μπορεί να προσφέρει. Και σίγουρα απαιτεί χρόνο και ο χρόνος στα σημερινά χρόνια, η αλήθεια είναι, δεν είναι εύκολος. Και εγώ το βλέπω στη πράξη στη ζωή μου. Κάποια στιγμή είπα θα το αφιερώσω αυτόν τον χρόνο και τον έδωσα. Τώρα κι εγώ έχω ασχοληθεί πολύ και με τα δικά μου, αλλά δεν παύω να είμαι και στα συλλογικά, γιατί καλό είναι να είμαστε και στα συλλογικά και να προσφέρουμε ο καθένας με τον τρόπο που μπορούμε. Αλλά ο χρόνος που ο καθένας θα προσφέρει με τον εθελοντισμό που θα κάνει, χωρίς να έχει κάποια αμοιβή συγκεκριμένα… Γιατί έχουμε σίγουρα μάθει να λέμε ότι: «Εγώ για να ασχοληθώ με κάτι πρέπει να πληρωθώ, διαφορετικά δεν ασχολούμαι». Αλλά πολλοί άνθρωποι μες την κοινωνία η αλήθεια είναι ότι προσφέρουν τον προσωπικό τους χρόνο για να προσφέρουμε κάτι όμορφο και κάτι ωραίο και κάτι καλό που να ‘ναι για όλη τη κοινωνία και για όλο τον κόσμο. Και εύχομαι να συνεχίσουμε έτσι και οι ανώτερες γενιές και να συνεχίζουμε να δημιουργούμε καινούρια πράγματα και να ‘χουνε σχέση και με τον πολιτισμό μας και να ανακαλύπτουμε και να βγάζουμε κάτω απ’ τις πέτρες τις γνώσεις τις παλιές που υπάρχουνε και να τις μοιραζόμαστε και μεταξύ μας. Ας κρατάμε και μερικές φορές, αν χρειαστεί, κάποια μυστικά, ρε παιδί μου, αλλά ας μάθουμε να τα μοιραζόμαστε κιόλας και αυτή τη γνώση ο καθένας να προσπαθήσει να τη βρει και να την ανακαλύψει. Γιατί έτσι έκανα και εγώ σε πολλές περιπτώσεις στη ζωή μου και χαίρομαι πάρα πολύ που το ‘κανα, γιατί μέσα απ’ την αναζήτηση και το εσωτερικό ταξίδι που χρειάζεται να κάνουμε για να το βρούμε… Γιατί προέρχομαι από ένα νησί των Ιονίων Νήσων, τη Ζάκυνθο που έχει σχέση με τον Οδυσσέα, και η ζωή μας είναι ένα κομμάτι του Οδυσσέα. Θα φύγουμε απ’ το κέντρο, θα γυρίσουμε πολλά πράγματα, θα περάσουμε διάφορες δοκιμασίες για να γυρίσουμε στο κέντρο μας. Εκεί, λοιπόν, είναι [01:20:00]αυτό το ταξίδι και αφιερώνω αυτή τη συνέντευξη, αγαπητή μου Ανδριάνα, που ήρθες σήμερα να μου πάρεις σ’ όλο τον κόσμο, να βρούμε τους εαυτούς μας. Μάλλον, να έχουμε ένα καλό ταξίδι και ο καθένας να βρει τον εαυτό του, να τον αγαπήσει πραγματικά, γιατί είναι το πρώτιστο που μπορούμε να κάνουμε. Και όταν αγαπήσεις τον εαυτό σου θα μπορέσεις να αγαπήσεις και τον υπόλοιπο κόσμο. Και εύχομαι, πραγματικά, ένα υπέροχο ταξίδι ζωής σε όλο τον πλανήτη και σ’ όλους τους ανθρώπους.
Ευχαριστώ.
Και αγαπώ την Ελλάδα πάρα πολύ και τους Έλληνες.
Ευχαριστώ πολύ, ευχαριστώ.
Ξεχάσαμε τίποτα να πούμε;
Όχι.
Εντάξει.
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί έπειτα από νομικό έλεγχο.
Περίληψη
Ο Δημήτρης Θεριανός κάνει μια περιδιάβαση στα διάφορα επαγγέλματα από τα οποία πέρασε από μικρή ηλικία, αλλά και σε άλλες εμπειρίες της ζωής του, όπως η στρατιωτική του θητεία και φτάνει στο σήμερα. Πλέον, ασχολείται με τον αγροτουρισμό, έχοντας ιδρύσει το "Therianos Family Biofarm", γνωστό και βραβευμένο για το ελαιόλαδο που παράγει, αλλά και για άλλα αγροτικά προϊόντα, όπως το κρασί και η σταφίδα. Το νήμα που συνδέει τις εμπειρίες της ζωής του είναι η αγάπη για τον άνθρωπο και την προσφορά στην κοινωνία αλλά και η δια βίου επιδίωξη της επιστροφής στο «κέντρο», που δεν είναι άλλο από την καρδιά και όσα εκείνη υποδεικνύει στην πορεία της ζωής.
Αφηγητές/τριες
Δημήτριος Θεριανός
Ερευνητές/τριες
Ανδριανα Πομόνη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
25/06/2023
Διάρκεια
80'
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί έπειτα από νομικό έλεγχο.
Περίληψη
Ο Δημήτρης Θεριανός κάνει μια περιδιάβαση στα διάφορα επαγγέλματα από τα οποία πέρασε από μικρή ηλικία, αλλά και σε άλλες εμπειρίες της ζωής του, όπως η στρατιωτική του θητεία και φτάνει στο σήμερα. Πλέον, ασχολείται με τον αγροτουρισμό, έχοντας ιδρύσει το "Therianos Family Biofarm", γνωστό και βραβευμένο για το ελαιόλαδο που παράγει, αλλά και για άλλα αγροτικά προϊόντα, όπως το κρασί και η σταφίδα. Το νήμα που συνδέει τις εμπειρίες της ζωής του είναι η αγάπη για τον άνθρωπο και την προσφορά στην κοινωνία αλλά και η δια βίου επιδίωξη της επιστροφής στο «κέντρο», που δεν είναι άλλο από την καρδιά και όσα εκείνη υποδεικνύει στην πορεία της ζωής.
Αφηγητές/τριες
Δημήτριος Θεριανός
Ερευνητές/τριες
Ανδριανα Πομόνη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
25/06/2023
Διάρκεια
80'