© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

«Ο Χατζιδάκις μου δίδαξε την ελευθερία και την ανεξαρτησία του βίου»

Κωδικός Ιστορίας
24511
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Παναγιώτης Ανδριόπουλος (Π.Α.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
06/06/2023
Ερευνητής/τρια
Ιωάννης Πορφύριος Καποδίστριας (Ι.Κ.)
Ι.Κ.:

[00:00:00]Είμαι ο Ιωάννης-Πορφύριος Καποδίστριας από το Istorima. Είναι 7 Ιουνίου του 2023 και βρίσκομαι στην Αθήνα με τον μουσικό και θεολόγο Παναγιώτη Ανδριόπουλο. Καλησπέρα, Παναγιώτη. Ευχαριστούμε που είσαι μαζί μας. Θες να μας πεις δυο λόγια, να σε γνωρίσουν οι ακροατές μας;

Π.Α.:

Ευχαριστώ πολύ κι εγώ το Istorima για την ευκαιρία που μας δίνει να μιλήσουμε για τις εμπειρίες μας και τη δουλειά μας, που αφορά, νομίζω, σε πολλές, έτσι, πτυχές του νεοελληνικού μουσικού βίου. Γεννήθηκα στην Πάτρα, δίπλα από μία εκκλησία, από την ιστορική εκκλησία του Παντοκράτορα. Είναι η λεγόμενη βυζαντινή εκκλησία, μικρογραφία της Αγια-Σοφιάς που υπάρχει στην Πάτρα, στην Άνω Πόλη. Και επειδή ήμουν ακριβώς δίπλα από την εκκλησία, μοιραία, έμπαινα μέσα, άκουγα τους ψάλτες, τους παπάδες, την Ακολουθία και έτσι γοητεύτηκα και άρχισα να μαθαίνω βυζαντινή μουσική. Λίγο πιο κάτω, είναι το Ρωμαϊκό Ωδείο –ή το Αρχαίο Ωδείο, όπως λέμε εμείς στην Πάτρα–, στο οποίο γίνονταν συναυλίες και ως μικρός πήγαινα εκεί και άκουγα μαγεμένος διάφορες συναυλίες που γίνονταν στον χώρο αυτό. Μαζί με τη σπουδή της βυζαντινής μουσικής, πήγα και σε μία χορωδία της Ιστορικής Φιλαρμονικής Εταιρίας Ωδείο Πατρών, μικτή χορωδία, νεανική, όπου υπό τη διεύθυνση της Τασίας Βυθούλκα-Σωτηροπούλου, μια διάσημη μουσικός την εποχή εκείνη στην Πάτρα, κάναμε πρόβες, αλλά κάναμε και συναυλίες. Όχι μόνο στη Φιλαρμονική και στην Πάτρα, αλλά, λόγω κάποιων προγραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού, και σε άλλες γειτονικές πόλεις. Το ενδιαφέρον, όμως, ήταν ότι την εποχή εκείνη, το Υπουργείο Πολιτισμού έκανε κάποια χορωδιακά σεμινάρια, κυρίως σε χορωδίες επαρχιακές, που είχαν νέους ανθρώπους. Έτσι, λοιπόν, έφηβος, γνώρισα μεγάλα ονόματα της νεοελληνικής μουσικής τέχνης, δηλαδή τον Μιχάλη Αδάμη, τον Αντώνη Κοντογεωργίου, τον Στέφανο Βασιλειάδη, τον Γιάννη Μάντακα, στα σεμινάρια αυτά που διοργάνωνε τότε το Υπουργείο Πολιτισμού. Όλοι αυτοί καθόρισαν τη μουσική μου εξέλιξη και τους συνάντησα μετέπειτα στην Αθήνα. Αλλά μια πολύ σημαντική στιγμή αυτής της εφηβικής μου πορείας, ήταν όταν ο Στέφανος Βασιλειάδης και ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο μουσικολόγος, είχαν δώσει μια συναυλία στο Αρχαίο Ωδείο της Πάτρας, όπου παρουσιάστηκε ένα έργο του Γιάννη Χρήστου, «Ο πιανίστας». Κι εκεί, ο Γρηγόρης Σεμιτέκολο, που έπαιζε αυτό το εμβληματικό έργο του Γιάννη Χρήστου, ήθελε κάποια παιδάκια, τα οποία έπρεπε να βγάλουν κάτι φωνές σε συγκεκριμένα σημεία του έργου. Και ανάμεσα σε αυτά ήμουν και εγώ. Έτσι, λοιπόν, ήρθα σε επαφή με τη σύγχρονη μουσική, το έργο του Γιάννη Χρήστου. Και ήταν κάτι, πραγματικά, που με καθόρισε στο να ερευνήσω μετά και να ασχοληθώ με τη σύγχρονη ελληνική μουσική. Περνάω στο πανεπιστήμιο, δηλαδή στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έρχομαι εδώ. Μπαίνω αμέσως στη χορωδία του Πανεπιστημίου Αθηνών, με μαέστρο τον Αντώνη Βασιλάκη. Και βέβαια, πηγαίνω και σε βυζαντινές χορωδίες. Με αποτέλεσμα, το 1986, με τη χορωδία του Θεοδώρου Βασιλικού, να βρίσκομαι στη Διαθρησκειακή συνάντηση της Ασίζης που συγκάλεσε ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ και ήταν μια μοναδική εμπειρία και βέβαια ένα πάρα πολύ σημαντικό γεγονός για την εποχή εκείνη, από Ορθόδοξους και Ρωμαιοκαθολικούς και Προτεστάντες, μέχρι Ινδιάνους και ιθαγενείς διαφόρων χωρών. Όλοι αυτοί μαζεμένοι σε αυτή τη μεσαιωνική πόλη, όπου εκεί ψάλλαμε, με τη χορωδία του Θεοδώρου Βασιλικού, στο γεγονός αυτό. Και μετά, στη Ρώμη, στην ακρόαση που έκανε ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ στην πλατεία του Αγίου Πέτρου, σε μία από τις γνωστές αυτές, καθιερωμένες ακροάσεις. Άρα, ήταν μια επίσης πολύ σημαντική εμπειρία. Με τη χορωδία του πανεπιστημίου πήγαμε συναυλίες και στο εξωτερικό. Με τη χορ[00:05:00]ωδία του Θεοδώρου Βασιλικού επίσης, περιοδεία και στη Γαλλία και στην Ισπανία. Άρα, ως νέος δεκαεννιά-είκοσι χρονών, είχα τη δυνατότητα αυτή να γυρίσω την Ευρώπη. Και εκεί, γύρω στα είκοσι δύο μου, είκοσι τρία, ανακαλύπτω τον Μάνο Χατζιδάκι στην Αθήνα, μέσα από τις συναυλίες του και κυρίως, βέβαια, από το ’89 και μετά, με την Ορχήστρα των Χρωμάτων. Γιατί ο Χατζιδάκις ιδρύει την Ορχήστρα των Χρωμάτων, γίνονται οι συναυλίες στο παλιό Παλλάς –αυτό που σήμερα είναι ανακαινισμένο επί της οδού Βουκουρεστίου. Δειλά-δειλά τον προσεγγίζω. Αυτός χαίρεται που ένας νέος παρακολουθεί με τόσο πάθος αυτές τις συναυλίες κλασσικής μουσικής. Μιλάμε, δηλαδή, για ένα ρεπερτόριο κλασσικής μουσικής, αλλά και σύγχρονης ελληνικής μουσικής. Και έχω, βέβαια, την απίθανη τύχη, το ’90 να γίνει επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Ο Χατζιδάκις γράφει το «Εγκώμιον Επιφανούς Ανδρός» για την τελετή αναγόρευσης στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στη μεγάλη αίθουσα τελετών, γράφει το «Εγκώμιον Ανδρός Επιφανούς» σε στίχους Ανδρέα Κάλβου –ένα έργο γραμμένο για τον Καραμανλή, αφιερωμένο σ’ αυτόν. Κι εγώ βρίσκομαι να πηγαίνω στο σπίτι του για να παραλάβω την τελευταία σελίδα του έργου, προκειμένου, με τη χορωδία του πανεπιστημίου, σε πρώτη εκτέλεση, να την πούμε στην τελετή αναγόρευσης. Ήταν μια μοναδική, ας πούμε, όχι απλώς εμπειρία, για μένα ήτανε συγκλονιστική στιγμή αυτή, να βρίσκομαι στο σπίτι του Χατζιδάκι για να πάρω αυτή την παρτιτούρα και να την πάω στη χορωδία του πανεπιστημίου, όπου την παρουσιάσαμε. Από κει και πέρα, η σχέση μου με τον Χατζιδάκι ήτανε πολύ, έτσι, στενή. Βέβαια, πάντα στο πλαίσιο της Ορχήστρας των Χρωμάτων, που παρακολουθούσα με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Και ήταν για μένα ένα σοκ το γεγονός της ξαφνικής ασθένειάς του, την επόμενη μέρα από την τελευταία συναυλία της Ορχήστρας των Χρωμάτων στο Μέγαρο Μουσικής, τότε. Ο Χατζιδάκις δεν συνήλθε ποτέ, πέθανε το ’94. Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, ευελπιστώ ότι σε λίγο καιρό θα έχω στα χέρια μου τα «Χατζιδακικά», δηλαδή ένα βιβλίο στο οποίο αποτυπώνω ακριβώς όλη αυτή τη μαθητεία μου κοντά στον Χατζιδάκι και βέβαια, στη σκέψη του, στη νοοτροπία του, σε όλο το φάσμα της μεγάλης καλλιέργειάς του. Του οφείλω πάρα πολλά πράγματα. Ο ίδιος δεν είχε καθόλου την αίσθηση του διδακτισμού, ήταν ένας πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος και γι’ αυτό τον ευγνωμονώ, γιατί μου δίδαξε και αυτή την ελευθερία και την ανεξαρτησία του βίου.

Π.Α.:

Από κει και πέρα, κατά μία συγκυρία, με τον θάνατο του Χατζιδάκι, επιστρέφω στην Πάτρα, έχοντας ολοκληρώσει έναν κύκλο σπουδών και μεταπτυχιακών σπουδών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Όπου, τελείως τυχαία, επειδή είχα σχέση με τον τότε Μητροπολίτη Πατρών Νικόδημο Βαλληνδρά, βρίσκομαι να αναλάβω τον τηλεοπτικό σταθμό της Μητροπόλεως Πατρών ΛΥΧΝΟΣ, όπου είναι μια πολύ ιδιαίτερη δουλειά, διότι την εποχή εκείνη αρχίζει να αναπτύσσεται, όπως ξέρουμε όλοι, η ελεύθερη τηλεόραση και η ραδιοφωνία. Εγώ ασχολήθηκα μόνο με την τηλεόραση. Και βέβαια, εκεί, στο πλαίσιο αυτών των δραστηριοτήτων του ΛΥΧΝΟΥ, έκανα πάρα πολλές εκπομπές με πολύ σημαντικούς ανθρώπους, δηλαδή συνεντεύξεις, κάλυψα πάρα πολλές εκδηλώσεις και ήταν, πραγματικά, μια μοναδική εμπειρία σε επίπεδο οργάνωσης ενός τηλεοπτικού και εκκλησιαστικού σταθμού. Βέβαια, με πολιτιστικό κομμάτι πολύ μεγάλο. Από την αρχή, δηλαδή, ήταν δύο οι άξονες στους οποίους κινήθηκα. Καλύπτουμε, φυσικά, την τοπική εκκλησία, τις τοπικές δραστηριότητες, όλα αυτά, βεβαίως, αλλά από την άλλη μεριά, έχουμε ένα άνοιγμα στον πολιτισμό γενικότερα. Και βέβαια, επειδή είχα και μια αγάπη πάντα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, καλύπταμε και τις δραστηριότητες του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Τότε, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, το ’91 είχε εκλεγεί, οπότε μέχρι το 2001, από το ’94 μέχρι το 2001 που έφ[00:10:00]υγα από τον σταθμό, καλύπταμε συστηματικά και τις δραστηριότητες του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ακόμα και με ένα ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη το 2000, που ήταν και το Ιωβηλαίο, από τη γέννηση του Χριστού, που καλύψαμε ένα συνέδριο νεολαίας που διοργάνωσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο τότε και έτσι είχαμε ένα πολύ σημαντικό υλικό και για τον τηλεοπτικό σταθμό της Μητροπόλεως Πατρών. Μετέπειτα, το 2004, είναι μια ιδιωτική πρωτοβουλία, ιδρύω το Καλλιτεχνικό Σύνολο «Πολύτροπον», όπου παρουσιάζουμε παραγωγές λόγου και τέχνης –κυρίως λόγου και μουσικής– στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Προσπάθησα –αλλά και αβίαστα, βέβαια, δεν ήταν ιδιαίτερη προσπάθεια– αυτά που μου άρεσαν να τα κάνω παραγωγές. Δηλαδή, «Το τετράδιο του Πατριάρχη», η νεανική ποιητική ανθολογία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Αυτό τι είναι; Ο Πατριάρχης, ως νέος στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, αντιγράφει τα ποιήματα που του αρέσουν. Και εγώ βρήκα αυτή τη μικρή νεανική ανθολογία –που δεν είναι και τόσο μικρή τελικά– και είδα ποια από τα ποιήματα αυτά ήταν μελοποιημένα από Έλληνες συνθέτες. Και έτσι, στήνουμε αυτή τη μουσική ποιητική παραγωγή, που την ονομάζω «Το τετράδιο του Πατριάρχη». Εκεί μέσα μπορεί να συναντήσει κανείς ποιήματα, που είχε ανθολογήσει ο Οικουμενικός Πατριάρχης, Ελλήνων ποιητών, από τον Δροσίνη μέχρι τον Καβάφη, μελοποιημένα από Έλληνες συνθέτες, από τον Μίκη Θεοδωράκη μέχρι τον Δημήτρη Μητρόπουλο. Και βέβαια, να πούμε και αυτό, πολλοί φίλοι συνθέτες Έλληνες γοητεύτηκαν από αυτό και έγραψαν και πρωτότυπη μουσική για κάποια από τα ποιήματα της ανθολογίας. Και αυτή η ανθολογία παρουσιάστηκε πρώτη φορά στη Σύμη των Δωδεκανήσων, στο Φεστιβάλ που έγινε το 2004 εκεί τότε. Και μετά, βέβαια, παρουσιάστηκε στην Πάτρα, στο Δημοτικό Θέατρο, το 2006. Μετά στην Αμαλιάδα, μετά στα Γιάννενα, μετά στην Αθήνα, μετά στο Αννόβερο και τελικά στην Κωνσταντινούπολη. Στην Κωνσταντινούπολη κατέληξε, θα έλεγα, αυτή η μουσική παραγωγή, όταν ο Οικουμενικός Πατριάρχης είχε τη μεγάλη φιλοτιμία και αγάπη προς εμένα να μου απονείμει το οφφίκιο του Άρχοντος Δικαιοφύλακος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, οπότε αυτό πήγε μαζί με μια συναυλία, «Το τετράδιο του Πατριάρχη» δηλαδή, στο Σισμανόγλειο Μέγαρο, του Γενικού Προξενείου της Ελλάδος, στο κέντρο της Κωνσταντινούπολης. Όπου εκεί παρουσιάσαμε την ανθολογία αυτή σε πέντε γλώσσες, γιατί ακριβώς υπάρχουν μέσα και ποιητές ξένοι, τρεις ποιητές, ο Βερλαίν, ο Γάλλος, ο Κίπλινγκ, ο Άγγλος. Που βρήκαμε το πρωτότυπο και μετά το παρουσιάσαμε και στα αγγλικά, στα γαλλικά, στα γερμανικά, στα τουρκικά επίσης. Ήταν μια πολύ σημαντική στιγμή αυτή, της ανθολογίας του Πατριάρχη. Από κει και πέρα, προέκυψαν, φυσικά, πάρα πολλά πρότζεκτ που κάναμε, και στην Αθήνα κυρίως. «Ιερατική ποίηση», δηλαδή σύγχρονοι ιερείς ποιητές. Από τον Ζακυνθινό πατέρα Παναγιώτη Καποδίστρια μέχρι τον Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας Στυλιανό, τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας Στυλιανό. Όπου συνθέτες γράφουν πρωτότυπη μουσική πάνω σε αυτή την –ας την πούμε έτσι– ιερατική ποίηση. Και αυτό είναι ένα πραγματικά πρωτότυπο πρότζεκτ, μια πρωτότυπη παραγωγή, γιατί Έλληνες συνθέτες του σήμερα έγραψαν πάνω ακριβώς στην ποίηση αυτών των ιερέων ποιητών. Και από κει και πέρα, αρχίζει ένα μεγάλο… Να πούμε κάτι βασικό. Το πρότζεκτ αυτό, η «Ιερατική ποίηση», ήταν να γίνει –και δεν έγινε, δυστυχώς– στον θεσμό «Πάτρα, Πολιτιστική Πρωτεύουσα 2006». Το είχα προτείνει στον Θάνο Μικρούτσικο. Να πω εδώ, έτσι, να τον μνημονεύσω τον Θάνο Μικρούτσικο, γιατί γνωριστήκαμε τότε, το 2005, όταν ήρθε στην Πάτρα να προετοιμάσει τον θεσμό αυτό, στον οποίο ήταν καλλιτεχν[00:15:00]ικός διευθυντής, και με φώναξε, με αφορμή το ότι είχα κάνει μια έρευνα πάνω στους Πατρινούς συνθέτες, δηλαδή πάνω στους συνθέτες της λόγιας μουσικής στην Πάτρα. Του άρεσε πάρα πολύ αυτό και μετά μου ζήτησε να του προτείνω και θέματα για τον θρησκευτικό κύκλο της χρονιάς «Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης» και του είπα για την «Ιερατική ποίηση». Το δέχτηκε, αλλά μετά εκείνος παραιτήθηκε και αυτό δεν έγινε. Το έκανα μετά μόνος μου στη Φιλαρμονική Εταιρία Ωδείο Πατρών το 2007 και μετά, βέβαια, επανελήφθη στο Ινστιτούτο Γκαίτε, στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, σε πολύ σημαντικούς χώρους, δηλαδή αυτή η παραγωγή. Ο Θάνος Μικρούτσικος ήτανε πολύ σημαντικός για μένα, διότι μιλήσαμε πάρα πολλές ώρες για αυτό που είναι η Πάτρα, για τη λόγια μουσική δημιουργία και έστω, από αυτή όλη την ιστορία, έχουμε ένα πολύ σημαντικό ψηφιακό δίσκο που επιμελήθηκα και εκείνος, βέβαια, φρόντισε να εκδοθεί, μετά την «Πολιτιστική Πρωτεύουσα», «Κουαρτέτα εγχόρδων Πατρινών συνθετών». Δηλαδή, τρία σημαντικά κουαρτέτα εγχόρδων των Πατρινών συνθετών Δημήτρη Λιάλιου, Ανδρέα Νεζερίτη και Θεόφιλου Κάββουρα. Βέβαια, από τότε δεν έχω σταματήσει ποτέ να μιλάω και να ερευνώ την πατρινή μουσική λόγια δημιουργία, που έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, γιατί η Πάτρα ήταν μια πόλη-πύλη της Ευρώπης τον 19ο αιώνα. Έχουμε πάρα πολύ υλικό –και βέβαια και σύγχρονους συνθέτες Πατρινούς, αλλά το παρελθόν είναι, πραγματικά, κατάφορτο. Είναι πάρα πολλοί οι συνθέτες και οι μουσικοί οι οποίοι παρήγαγαν υψηλό πολιτισμό, που είναι, δυστυχώς, άγνωστος στους πολλούς, ακόμα και στους Πατρινούς. Να πω, επίσης, ότι συνεργάστηκα και με τον μαέστρο και συνθέτη Άλκη Μπαλτά στο Φεστιβάλ θρησκευτικής μουσικής της Πάτμου. Όπου, βέβαια –εδώ να κάνω μια μεγάλη μνεία–, πρωτοπήγα με τον Λυκούργο Αγγελόπουλο, δηλαδή με αυτό τον μεγάλο δάσκαλο της βυζαντινής μουσικής, στον οποίο και εμαθήτευσα. Την περίοδο των φοιτητικών μου χρόνων ήμουν και αριστερός στην Αγία Ειρήνη της οδού Αιόλου, στην οποία ο Αγγελόπουλος έψαλλε. Με τον Αγγελόπουλο κάναμε πάρα πολλές συναυλίες, τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδος, πάρα πολύ σημαντικές. Συναυλίες που είχαν μέσα και έργα Ελλήνων συνθετών, όπως του Μιχάλη Αδάμη ή του Δημήτρη Τερζάκη, οι οποίοι ήταν εμπνευσμένοι από τον Λυκούργο Αγγελόπουλο. Και αυτό το μονοπάτι ακολουθήσαμε και εμείς οι νεότεροι, δηλαδή να προσεγγίσουμε αυτή την ελληνική, νεοελληνική μουσική δημιουργία, που ακουμπάει στη βυζαντινή παράδοση. Και με τον Αγγελόπουλο πήγαμε στην Πάτμο επανειλημμένως και μετά, ο Άλκης Μπαλτάς με κάλεσε και κάναμε και «Το τετράδιο του Πατριάρχη» στην Πάτμο και την «Ιερατική ποίηση». Πάρα πολύ σημαντικό αυτό. Και ήταν πολύ σημαντικό το ότι με εμπιστεύτηκε και κάναμε αυτές τις δύο παραγωγές εκεί, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ θρησκευτικής μουσικής της Πάτμου, όπου, βέβαια, έκανε πολύ σπουδαία δουλειά και ο ίδιος. Τώρα, για τον Λυκούργο Αγγελόπουλο θα μπορούσα να μιλάω ώρες, αλλά ευτυχώς έχω προλάβει και έχω κάνει δύο αφιερώματα σε αυτόν, αφότου πέθανε, στη μνήμη του δηλαδή, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Ένα αφιέρωμα για τη λόγια μουσική δημιουργία στην οποία συμμετείχε και ένα άλλο αφιέρωμα, γενικότερου ενδιαφέροντος, που περιλάμβανε ακόμα και τη μεγάλη απήχηση που είχε στην αραβόφωνη Ορθοδοξία. Ο Αγγελόπουλος ήταν μια πολύ μεγάλη προσωπικότητα. Μέλλει να αποτιμηθεί η προσφορά του. Του οφείλουμε όλοι πάρα πολλά. Και βέβαια, πρέπει να πω το εξής. Ότι τον γνώριζα πριν τον γνωρίσω, διότι μικρός στην Πάτρα, άκουγα από το ραδιόφωνο τις εκπομπές του για την εκκλησιαστική μουσική στο Πρώτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας. Και όχι μόνο τις άκουγα, αλλά τις ηχογραφούσα και τις έχω ακόμα. Πρέπει να τις ψηφιοποιήσουμε κάποια στιγμή. Έχω, δηλαδή, τις εκπομπές του αυτές, όπου εκεί, εγώ στην επαρχία τότε, άκουγα όλους αυτούς τους ψάλτες και την ψαλτική παράδοση που εκείνος πρότεινε. Ένας πολύ σημαντικός άνθρωπος στη ζωή μου, ήταν, φυσικά, και ο Μανώλης Χατζηγιακουμής, τον οποίον επίσης άκουσα για πρώτη φορά από τις εκπομπές του Αγγελόπουλου –τον έλεγε: «Ο γνωστός φιλόλογος Μανώλης Χατζηγιακουμής». Ο οποίος έκανε το μεγά[00:20:00]λο έργο, «Τα μουσικά χειρόγραφα της Τουρκοκρατίας» και βέβαια έκανε και πάρα πολύ σημαντικές ηχογραφήσεις μεγάλων ψαλτών, όπως του Θρασύβουλου Στανίτσα, του Διονύση του Φιρφιρή και του Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου Βαλληνδρά, στις οποίες συμμετείχα κι εγώ. Στην πορεία, δηλαδή, γνώρισα τον Μανώλη Χατζηγιακουμή στην Αθήνα και είχα την τιμή, τη μεγάλη τιμή, να συμμετέχω σε αυτό το μεγάλο πρόγραμμα, το ερευνητικό πρόγραμμα των ηχογραφήσεων εκκλησιαστικής μουσικής. Μια πολύ μεγάλη εμπειρία επίσης και αυτή. Από κει και πέρα, ένας σημαντικός σταθμός με την «Ιερατική ποίηση», ήταν το γεγονός ότι μελοποίησε η συνθέτρια Κωνσταντία Γουρζή από το Μόναχο κάποια ποιήματα για το πρότζεκτ αυτό και το 2007 και το 2008 με κάλεσε και τα κάναμε και στο Μόναχο. Και αυτό, φυσικά, ήταν μια πολύ σημαντική εμπειρία για μένα. Το 2007, διότι είχε στήσει μια συναυλία στο Μόναχο η Κωνσταντία Γουρζή με Έλληνες συνθέτες, στην οποία συμμετείχε και η αείμνηστη Δάφνη Ευαγγελάτου. Η μεγάλη αυτή μεσόφωνος, η οποία ήταν δασκάλα στη μουσική Ακαδημία του Μονάχου, η κόρη του Αντίοχου Ευαγγελάτου, η αδελφή του μεγάλου σκηνοθέτη, του Ευαγγελάτου, του Σπύρου του Ευαγγελάτου. Αυτή, λοιπόν, η μεσόφωνος τραγούδησε τα τραγούδια του πατέρα της, αυτά που είχε μελοποιήσει ο πατέρας της, σε ποίηση Καβάφη. Και είναι πραγματικά συγκλονιστικό να βρίσκομαι εγώ στην ίδια συναυλία με τη Δάφνη Ευαγγελάτου. Ήταν μια πολύ σημαντική στιγμή. Και το 2008 ξανακάναμε την «Ιερατική ποίηση» στην Ανωτάτη Μουσική Ακαδημία του Μονάχου, στο πλαίσιο μιας εκδήλωσης που οργάνωσε το Ελληνικό Προξενείο για να τιμήσει την 25η Μαρτίου, την εθνική επέτειο, τη χρονιά εκείνη. Μετά, ήταν πάρα πολλές οι συναυλίες που κάναμε με το σύνολο «Πολύτροπον», και στην Αθήνα και στο εξωτερικό. Για μένα πάντα στοίχημα ήταν να βρω να κάνω κάτι ιδιαίτερο, το οποίο φυσικά να έχει και μια αναφορά σ’ εμένα. Δηλαδή, όταν ξεκίνησα να κάνω με το «Πολύτροπον» αφιερώματα σε πρόσωπα, είναι τα πρόσωπα που με καθόρισαν. Δηλαδή, έτσι, ο Λυκούργος ο Αγγελόπουλος, η Μαρία Χορς, την οποία λάτρευα από μικρό παιδί. Δεν την είχα γνωρίσει, αλλά τη γνώρισα στο τέλος της ζωής της με τη γυναίκα μου, τη Δάφνη Πανουργιά, η οποία ήταν ιέρεια στις Τελετές Αφής και πήγαμε στο σπίτι της για να τη δω από κοντά. Και έτσι, είχα τη χαρά να κάνω ένα αφιέρωμα σε αυτήν στο Μέγαρο Μουσικής, που είχε μεγάλη απήχηση. Στα πρότζεκτ αυτά έχω συνεργαστεί πολύ και με την Ιουλίτα Ηλιοπούλου, την ποιήτρια, και αυτό είναι επίσης πάρα πολύ σημαντικό. Διότι, η Ιουλίτα Ηλιοπούλου είναι για μένα ένας άνθρωπος-κρίκος του νεοελληνικού πολιτισμού, όχι μόνο επειδή συνδέθηκε με τον Οδυσσέα Ελύτη, αλλά επειδή έχει συνδεθεί και με πολύ άλλους σημαντικούς ανθρώπους, όπως ο Γιώργος Κουρουπός, ο Σπύρος Σακκάς.

Π.Α.:

Όμως, κάτι απρόσμενο ήταν, το 2017, η συνεργασία μου με τον μεγάλο φλαμενγκίστα Ισραήλ Γκαλβάν. Έχουμε εδώ πέρα να κάνουμε με έναν άνθρωπο, τον οποίον δεν τον γνώριζα. Είχα ακούσει για την περίπτωσή του, αλλά ήρθε, τελείως αναπάντεχα, μια πρόσκληση, ότι στο πλαίσιο του θεσμού «Documenta 14» στην Αθήνα, ο Ισραήλ Γκαλβάν θέλει να κάνει ένα πρότζεκτ, ο Λαφάν Σαμόνεα, μαζί με τον Νίνο Ντέλτσε και θέλει ένα μικρό βυζαντινό σύνολο, που να είναι ευέλικτο. Και να μην τα πολυλογώ, φτάνουμε στο σημείο να βρεθούμε με τον Νίνο Ντέλτσε και τον Πέδρο Ρομέρο, που ήταν οι άνθρωποι οι οποίοι έστηναν όλο αυτό το πρότζεκτ –ο Γκαλβάν δεν είχε έρθει ακόμα τότε. Και βρισκόμαστε με το «Πολύτροπον», δηλαδή ένα, ουσιαστικά, κουιντέτο ψαλτών υπό τη διδασκαλία μου, να συνεργαζόμαστε με αυτούς τους αγνώστους ανθρώπους, τελείως, και να προκύπτει ένα αποτέλεσμα το οποίο ενθουσίασε τους ίδιους. Οπότε, αντιστοίχως, φυσικά, ενθουσίασε και εμάς. Αυτό γίνεται στην Αθήνα, στο Νομισματικό Μουσείο, και μετά από ένα μήνα δέχομαι το τηλεφώνημα από την εταιρία του Γκαλβάν ότι πρέπει να το κ[00:25:00]άνουμε αυτό και στο Κάσελ, που ήταν η πόλις η αντίστοιχη στην οποία γινόταν η «Documenta 14». Και πάμε στο Κάσελ, εκεί βλέπουμε τον Γκαλβάν και μέσα σε ένα παραλήρημα αυτοσχεδιασμού, πραγματικά, παραλήρημα αυτοσχεδιασμού, κάνουμε δυο παραστάσεις όπου ο Γκαλβάν μένει ενθουσιασμένος και μου λέει: «Θα ’ρθείτε μαζί μου στην Αβινιόν, στο Φεστιβάλ της Αβινιόν. Το προετοιμάζω και θα γίνει αυτό τον Ιούλιο, δηλαδή σε ένα μήνα» –Ιούνιο μιλάγαμε, Ιούλιο. Δεν πίστευα στα αυτιά μου, γιατί στο Φεστιβάλ της Αβινιόν δεν μπαίνεις εύκολα, καθόλου μάλλον, είναι πολύ δύσκολο. Και ενώ προετοιμάζουμε το Φεστιβάλ της Αβινιόν, μου λέει: «Θα κάνουμε και δυο-τρεις συναυλίες στη Βαρκελώνη». Άρα, πηγαίνουμε πρώτα στη Βαρκελώνη, σαν μια πρόβα τζενεράλε για το Φεστιβάλ της Αβινιόν, και μετά πηγαίνουμε στο μεγάλο αυτό Φεστιβάλ, όπου συμμετέχουμε σε δέκα μαγικές συναυλίες, με ένα κατάμεστο θέατρο των Παπών, εκεί, στο κεντρικό, δηλαδή, θέατρο του Φεστιβάλ. Με κάλυψη από το ΑRΤΕ TV της Ευρώπης. Αυτό ήταν πολύ ενδιαφέρον. Δηλαδή, ένα κουαρτέτο, το κουαρτέτο των ψαλτών, είμαστε μέσα στο πλήθος, δεν είμαστε επί σκηνής. Διαλεγόμαστε με τη σκηνή, αλλά είμαστε μέσα στους θεατές. Και όταν ξεκινάμε, κάποια στιγμή, στην περίφημη «La Fiesta», «Η Γιορτή», του Γκαλβάν, να πούμε και εμείς κάτι, όταν ξεκινάμε, ο κόσμος ξαφνικά γυρίζει και κοιτάζει ότι είμαστε δίπλα του. Είναι, πραγματικά, ένα σοκ για όλους. Φωτιζόμαστε από την παραγωγή και τα λοιπά. Η «La Fiesta» είναι ένα τελείως ανατρεπτικό έργο, όπου ο Γκαλβάν ήθελε να περιλαμβάνει όλες τις μουσικές, δηλαδή από βυζαντινή μουσική μέχρι αραβική μουσική μέχρι κλασσική, ραπ, φλαμένγκο, φυσικά, πάρα πολύ. Εντάξει, είναι μια –για μένα– τεράστια γιορτή αυτό το πράγμα, γιορτή της μουσικής και βέβαια ένα ρεσιτάλ αυτοσχεδιασμού. Που βέβαια, πολλά ήταν προγραμματισμένα, άλλα δεν ήταν. Πολύ μεγάλη εμπειρία και βέβαια, μετά την Αβινιόν, πηγαίνουμε και σε άλλες πόλεις της Ευρώπης. Επίσης, δεν το περιμέναμε στο Μονπελιέ, στο Λουξεμβούργο, στο Πόρτο της Πορτογαλίας. Και αν δεν υπήρχε η κρίση –κυρίως ο κορωνοϊός–, θα συνεχιζόταν αυτή η περιοδεία, Κύριος οίδε μέχρι πότε. Σε κάθε περίπτωση, αυτό όλο ήταν μια πάρα πολύ σημαντική εμπειρία του πώς η βυζαντινή μουσική, εντασσόμενη σε ένα τελείως ανατρεπτικό πρότζεκτ, τελείως αναπάντεχο, δεν περιμένεις τίποτα απ’ όλα αυτά που συμβαίνουν, μπορεί να συνυπάρξει, μπορεί να γοητεύσει και μπορεί να λειτουργήσει. Και να λειτουργήσει όχι ως μια συναυλία βυζαντινής μουσικής, αλλά ως μια παρουσία που υπηρετεί το γενικότερο αυτό πρότζεκτ που είχε στο μυαλό του τότε ο Ισραήλ Γκαλβάν. Άρα, μιλάμε για μια, πραγματικά, εμπειρία ζωής. Δεν νομίζω ότι θα έχουμε ξανά την τύχη να πάμε εμείς στην Αβινιόν, όπως είναι το όνειρο πολλών καλλιτεχνών και δεν το καταφέρνουν κιόλας. Εμείς, χάρη στον Ισραήλ Γκαλβάν, είχαμε αυτή την τύχη.

Π.Α.:

Να πούμε τώρα ότι στην Αθήνα, τον τελευταίο καιρό, ανέλαβα να ψάλλω στον Άγιο Γεώργιο Νέου Ψυχικού, μια πολύ ωραία εκκλησία στο Νέο Ψυχικό. Και εκεί, με την προτροπή του αρχιμανδρίτη Μιχαήλ Σταθάκη, ο οποίος είναι και αρχαιολόγος, ξεκίνησα πάλι εκπομπές, όπως έκανα παλιά στον ΛΥΧΝΟ της Μητροπόλεως Πατρών. Μια σειρά «Προς εκκλησιασμόν», όπως τη λέμε, ένα δάνειο από τον Πεντζίκη. Και εκεί, πλέον, πάρα πολλοί άνθρωποι παρελαύνουν, συνεντευξιαζόμενοι, πολύ σημαντικοί άνθρωποι. Και το πολύ σημαντικό για μένα είναι ότι αυτές οι συνεντεύξεις δεν μένουν απλώς ως ένα υλικό στο διαδίκτυο, αλλά παράγουν και κάτι άλλο, που κάθε φορά να εκπλήσσει. Για παράδειγμα, έκανα μια συνέντευξη με τον ευρωβουλευτή Δημήτρη Παπαδημούλη, επί χρόνια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, γιατί είναι ενορίτης, δηλαδή είναι στην ενορία του Αγίου Γεωργίου Νέου Ψυχικού και η οικογένειά του και η πεθερά του [00:30:00]ήταν εκεί δραστήρια στελέχη. Και κάνοντας τη συνέντευξη αυτή, βρέθηκε μία μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και με βρήκε και μου είπε ότι: «Χρησιμοποιούμε αυτή τη συνέντευξη για να κάνουμε και εμείς μια μαζί του σε πρόγραμμα που αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο». Άρα, αυτό, από μόνο του, λέει κάτι. Προχθές με πήρε τηλέφωνο ένας μεταπτυχιακός φοιτητής από τη Θεσσαλονίκη για να μου πει ότι είδε τη συνέντευξη με την Έλση Δημουλά, δηλαδή την κόρη της ποιήτριας Κικής Δημουλά, η οποία κυρία Έλση Δημουλά είναι ενορίτισσα κι αυτή και η μακαρίτισσα η Κική Δημούλα είχε παρευρεθεί το ’17 και στα εγκαίνια του ναού του Αγίου Γεωργίου, τα επίσημα που έγιναν, είχε σχέση δηλαδή με την ενορία. Έκανα εγώ μία συνέντευξη για την Κική Δημουλά με την κόρη της, Έλση, και αυτή η συνέντευξη πλέον παίρνει τον δρόμο της, δηλαδή αφορά πλέον ακόμα και ερευνητές που θέλουν να δουν κάτι παραπάνω για το έργο της ποιήτριας Κικής Δημουλά. Τέτοια έχουμε πολλά και αυτό είναι κάτι που με χαροποιεί ιδιαίτερα. Να ξεχωρίσω και τη συνέντευξη με τη Μαριώ, τη ρεμπέτισσα, η οποία συνέντευξη έγινε λάιβ. Δηλαδή, δεν ήταν μαγνητοσκοπημένη, αλλά έγινε παρουσία κοινού. Ήρθε πολύς κόσμος να ακούσει τη Μαριώ, η οποία μας τραγούδησε και ζωντανά και τα λοιπά. Είναι πολύ διαφορετικοί άνθρωποι οι οποίοι έχουν έρθει στην εκπομπή αυτή και πολλοί νέοι επίσης, και πολλοί νέοι. Να πω ότι μερικούς από αυτούς τους είχα και μαθητές στο σχολείο που διδάσκω, στο Αρσάκειο, είτε στο Αρσάκειο της Πάτρας είτε στο Αρσάκειο της Αθήνας. Τους είχα μαθητές και αυτό, επίσης, είναι πολύ συγκινητικό. Για παράδειγμα, η ηθοποιός Μαρία Φλωράτου, η οποία έχει κάνει ήδη μια πολύ ωραία καριέρα και κάνουμε μια συνέντευξη, έτσι, πολύ ξεχωριστή για τη δουλειά της. Άρα, και το κομμάτι αυτό το συνεχίζω, όπως επίσης συνεχίζω και κάποιες συνεντεύξεις έξω από τον κύκλο «Προς εκκλησιασμόν». Το ονομάζω «Μυθολογία», ανήκουν στην προσωπική μου μυθολογία, καθαρά, και ανεβαίνουν στο κανάλι μου στο Youtube και βέβαια στο μπλογκ μου «Ιδιωτική οδός», διότι να πούμε ότι είμαι και ένας χρόνια νόσος μπλόγκερ από το 2008, «Ιδιωτική οδός». Και βέβαια, υπάρχει και το «Φως Φαναρίου», το οποίο είναι επίσης ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου, δηλαδή ένα σάιτ –αρχικώς μπλογκ, μετά σάιτ– που καλύπτει καθημερινά τη δραστηριότητα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, δηλαδή του πρώτου θρόνου της Ορθοδοξίας, νομίζω με κάποια, πλέον, ιδιαίτερη απήχηση.

Ι.Κ.:

Θα ’θελα να χρησιμοποιήσω δυο όρους και θα μου τους αναλύσεις λίγο παραπάνω. Ακούγοντάς σε, βρήκα, μέσα από την οικουμενικότητα στα πράγματα –όχι τόσο με τη θεολογική έννοια– και τη συμπερίληψη. Ίσως η συμπερίληψη όχι σε ανθρώπους, περισσότερο σε συμπερίληψη τέχνης, σε όλες τις μορφές τέχνης.

Π.Α.:

Ναι, ναι, πολύ σωστά. Πάρα πολύ σωστή είναι η παρατήρησή σου. Η μεν οικουμενικότητα είναι σε πρώτη προτεραιότητα, σε πρώτη προτεραιότητα. Δηλαδή, τι σημαίνει αυτό; Τα πάντα είναι ανοιχτά στην οικουμένη, έτσι; Γι’ αυτό και με ενδιαφέρουν πάντοτε οι άνθρωποι που έχουν αυτή τη προοπτική, την οικουμενική προοπτική, είτε είναι θεολόγοι είτε είναι καλλιτέχνες. Από την άλλη μεριά, ο συνδυασμός των τεχνών, η συνομιλία των τεχνών, βέβαια, είναι κάτι που πάρα πολύ με συγκινεί, με ενδιαφέρει. Αυτό το ζήσαμε στη «La Fiesta». Στη «La Fiesta» ήταν αυτό ακριβώς το πράγμα. Δηλαδή, ήταν μια γιορτή πολλών τεχνών, χορού, μουσικής, οργάνων, παντομίμας, πολλά πράγματα. Και αυτό, πραγματικά, με ενδιαφέρει. Γι’ αυτό και πολλές παραγωγές που έχω κάνει με το «Πολύτροπον» έχουν να κάνουν με τέτοιους ανθρώπους. Για παράδειγμα, η σπουδαία Εύα Πάλμερ-Σικελιανού. Η οποία ήταν μια Αμερικανίδα, η οποία λάτρεψε τον ελληνικό πολιτισμό, και λόγω του Άγγελου Σικελιανού. Και έρχεται εδώ πέρα και κάνει τις Δελφικές Γιορτές, ανακαλύπτει τον χορό, ανακαλύπτει τη βυζαντινή μουσική, ανακαλύπτει την υφαντουργία, δηλαδή τα πάντα, ό,τι είναι ο ελληνικός πολιτισμός. Οπότε, φυσικά, αυτό με καθοδηγεί κι εμένα. Δηλαδή άνοιγμα στην οικουμένη, όπως είναι, ουσιαστικά, και ο ελληνικός πολιτισμός, αλλά και η ορθοδοξία, ανοιχτότητα στην οικουμένη. Και επίσης, διάλογος. Ο διάλ[00:35:00]ογος είναι μία αέναη υπόθεση. Φυσικά, διάλογος γενικά και θεολογικός διάλογος, αλλά και διάλογος των τεχνών. Αυτό είναι, φυσικά, πάρα πολύ σημαντικό, γι’ αυτό και πάρα πολλά κείμενά μου στο ιστολόγιο αφορούν όλες τις τέχνες, έτσι; Υπάρχουν κείμενα για όλες τις τέχνες, για τη μουσική, για την ποίηση, για τη λογοτεχνία, για τον χορό, για τη φωτογραφία, για την όπερα. Όλα αυτά ανήκουν στα ενδιαφέροντά μου και προσπαθώ κάθε φορά να τα υπηρετώ με ένα τρόπο όσο γίνεται καλύτερο.

Ι.Κ.:

Και πώς, φυσικά, και η σύγχρονη τέχνη μπορεί να υπηρετήσει με τον δικό της τρόπο τη θεολογία.

Π.Α.:

Αναμφίβολα. Αυτό είναι κάτι που μας ενδιαφέρει πάντοτε. Δηλαδή, η θεολογία δεν είναι κάτι στατικό. Είναι κάτι, αντιθέτως, πολύ δυναμικό, που εξελίσσεται και άρα παράγει τέχνη. Παράγει τέχνη. Αυτό κάναμε κι εμείς, ουσιαστικά, όταν κάνουμε αυτές τις παραγωγές που έχουν σχέση με εκκλησιαστικά πρόσωπα ή με αγίους και τα λοιπά, παράγουμε τέχνη. Δηλαδή, γράφεται καινούρια μουσική, γράφονται καινούρια κείμενα, δημιουργούνται ζωγραφιές, αρτγουόρκ και τα λοιπά. Όλα αυτά έχουν μια δυναμική. Και να πούμε το βασικό, ήθελα να σου πω το εξής. Αυτά όλα, για μένα, είναι η ζωή μου. Άρα, δεν κάνω κάτι άλλο παρά τη ζωή μου. Ουσιαστικά, όλη η δραστηριότητά μου είναι αυτοβιογραφική. Αναφέρεται σε αυτό που ο ίδιος ζω, σε αυτό που ο ίδιος βιώνω, σε αυτό που ο ίδιος, φυσικά, αγαπάω. Αλλά και στα πρόσωπα που με καθόρισαν. Γι’ αυτό και επανέρχομαι στα πρόσωπα που με καθόρισαν, με διάφορους τρόπους κάθε φορά, για να τα τιμήσω. Γιατί, πραγματικά, θεωρώ ότι έχουν πολλές πτυχές. Μάνος Χατζιδάκις, ας πούμε. Ανεξάντλητος. Που αξίζει πάντοτε να φωτίζονται αυτές οι πλευρές τους.

Ι.Κ.:

Μία ερώτηση θα ήθελα να σου κάνω πάνω στο θέμα που συζητάμε. Αντιδράσεις υπάρχουν ποτέ όταν καταπιάνεσαι και προσπαθείς να παντρέψεις θεολογικά θέματα με σύγχρονη τέχνη;

Π.Α.:

Α, ναι, βέβαια. Υπάρχουν αντιδράσεις τέτοιες, πολλές. Αλλά, φυσικά, δεν με αγγίζουν. Εμείς προχωράμε παραπέρα. Δεν το συζητάμε. Για παράδειγμα, όταν κάναμε τον Καβάφη του Πατριάρχη, δηλαδή τα ποιήματα που ανθολόγησε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και εμείς τα βρήκαμε μελοποιημένα από Έλληνες συνθέτες, όταν κάναμε «Το τετράδιο του Πατριάρχη», κάποιοι μας θεώρησαν βλάσφημους, διότι αναδεικνύουμε τον ομοφυλόφιλο Καβάφη. Τώρα, αυτά είναι αστεία πράγματα, έτσι; Αλλά συμβαίνουν και αυτά τα πράγματα. Γράφονται διάφορα, λέγονται, δεν δίνουμε καμία σημασία, πάμε παρακάτω, διότι… Ή όταν κάναμε τους «Θήλεις αγγέλους», δηλαδή τις γυναίκες που μόνασαν ως άνδρες σε ανδρικά μοναστήρια. Υπάρχουν κάποιοι, οι οποίοι, ας πούμε, ενοχλούνται από αυτά, αλλά δεν ιδρώνει το αυτί μας.

Ι.Κ.:

Θα σε πάω τώρα λίγο στις προσωπικότητες τις μεγάλες που έχεις γνωρίσει. Μπορείς να ξεχωρίσεις κάποιο περιστατικό, κάποια ανάμνηση που να σου έχει μείνει, που να έχει γραφτεί μέσα σου;

Π.Α.:

Κοίταξε, είναι πολλές οι εμπειρίες που είχα, πραγματικά. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω, να σου πω κάτι το πολύ ιδιαίτερο. Με τον Μάνο Χατζιδάκι, φυσικά, είχα πάντοτε… ακόμα και μια κουβέντα του ήταν καθοριστική. Αλλά ο Χατζιδάκις είχε εκπομπές στο ραδιόφωνο την εποχή εκείνη, ’87, ’88, ’89, στον ΣΚΑΪ και μετά στον ΑΝΤ1. Είχε αρχίσει η ελεύθερη ραδιοφωνία. Εγώ άκουγα μετά μανίας τις εκπομπές και τις ηχογραφούσαν –τις έχω ακόμα. Τότε, ο Χατζιδάκις έδινε μια μάχη –επειδή λέγαμε για αντιδράσεις τώρα– εναντίον του φαινομένου του αυριανισμού. Και είχε επηρεάσει κι μένα. Και του στέλνω μια επιστολή, η οποία, ουσιαστικά, έχει εκπορευθεί από αυτόν, δηλαδή από τη δική του στάση. Και όταν μια ωραία πρωία ξυπνάω για να ηχογραφήσω την εκπομπή του Χατζιδάκι, ακούω να διαβάζει την επιστολή μου στο ραδιόφωνο. Δεν λέει το όνομά μου, γιατί λέει: «Δεν θέλω να πω», λέει, «το όνομα του θεολόγου φίλου, για να τον προστατεύσω». Αλλά φυσικά, εγώ ήξερα ότι αυτή η επιστολή είναι δική μου. Και ήταν ένα σοκ για μένα και μια μεγάλη συγκίνηση, γιατί αυτό μαρτυρούσε και την ανοιχτότητα, έτσι, αλλά και την αποδοχή του Μάνου Χατζιδάκι σε ένα νέο άνθρωπο που εξέφραζε τις απόψεις του.

Ι.Κ.:

Παναγιώτη, πώς θα ήθελες να κλείσουμε αυτή τη συνέντευξη;

Π.Α.:

Θέλω να σε ευχαριστήσω πάρα πολύ για αυτό, και εσένα και το Istorima[00:40:00]. Θεωρώ πάρα πολύ σημαντική όλη αυτή την εργασία που γίνεται. Γιατί οι καταγραφές είναι, πραγματικά, τεκμήριο, σε πολλά επίπεδα. Νομίζω ότι έχω πάρα πολλά σχέδια για το μέλλον, πάντα. Προσπαθώ να κάνω αυτά τα πράγματα που μου αρέσουν. Φυσικά, ακολουθώντας πάντα την ιδιωτική οδό. Πρόσφατα, βγήκαν τα «Ελληνορωσικά». Τώρα, θα σου πω… πρόσφατα, βγήκαν τα «Ελληνορωσικά», δηλαδή κείμενα για τον πολιτισμό και τη θεολογία που αφορούν ακριβώς στη σχέση Ελλάδας και Ρωσίας και Ουκρανίας, με αφορμή και το θλιβερό φαινόμενο του πολέμου. Τώρα βγαίνουν τα «Χατζιδακικά», δηλαδή κείμενά μου για τον Μάνο Χατζιδάκι, που θεωρώ ότι πολλά από αυτά είναι πρωτότυπα, υπό την έννοια του ότι δεν έχουν καταπιαστεί άλλοι με αυτά τα θέματα τα συγκεκριμένα. Ο σκοπός μου είναι, πλέον, πολλά από αυτά κείμενα και τις μελέτες που έχω κάνει κατά καιρούς, να βγαίνουν πλέον και σε βιβλία και όχι μόνο στο διαδίκτυο, για να έχουν μια άλλη, επίσης, διάδοση. Ή καλύτερα, όχι διάδοση, δεν με ενδιαφέρει τόσο αυτό, όσο καταγραφή, να είναι και στην έντυπη μορφή τους καταγεγραμμένα. Από κει και πέρα, εάν έχουμε υγεία, είναι πάρα πολλά αυτά που θέλω να κάνω, σε όλους τους τομείς. Και στο διαδίκτυο και στο θέμα των συνεντεύξεων και, φυσικά, στη θεολογία και στον πολιτισμό.

Ι.Κ.:

Παναγιώτη μου, σε ευχαριστώ πολύ.

Π.Α.:

Κι εγώ, Γιάννη μου.