© Copyright Istorima
Istorima Archive
Τίτλος Ιστορίας
Η ιστορία του Jeronimo Groovy 88,9 από τον ιδρυτή του, Δημήτρη Πρωτοπαπά
Κωδικός Ιστορίας
24409
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Δημήτρης Πρωτοπαπάς (Δ.Π.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
08/06/2023
Ερευνητής/τρια
Άλκηστις Καλλιόπη Μπουτσιούκου (Ά.Μ.)
Καλημέρα. Η μέρα είναι Παρασκευή 09 Ιουνίου του 2023, είμαι η Άλκηστις Μπουτσιούκου, ερευνήτρια από το Ιstorima και είμαι μαζί με τον κύριο… πείτε μας το όνομά σας.
Δημήτρη Πρωτοπαπά.
Τέλεια. Που είναι ιδρυτής του ραδιοφωνικού σταθμού Jeronimo Groovy.
Ακριβώς.
Πάμε να ξεκινήσουμε από την πολλή αρχή, πού γεννηθήκατε και λίγα λόγια για εσάς.
Εγώ γεννήθηκα στην Αλεξάνδρεια Αιγύπτου το 1949. Και από κει φύγαμε το ’55, σε πολύ μικρή ηλικία δηλαδή, γι’ αυτό και δεν ξέρω και αιγυπτιακά. Και πηγαινοερχόμαστε μερικές φορές στη ζωή μου. Δηλαδή, έχουμε πάει κάποιες φορές πάλι, γιατί μου άρεσε πάρα πολύ. Όταν γύρισα το ’55, αυτό που ήταν το πιο χαρούμενο που είδα στην Ελλάδα είναι ότι πήγαμε στην Ύδρα, όπου έχουμε ένα σπίτι σε ένα μέρος λίγο έξω από την πόλη. Και μ’ αυτό συνδεθήκαμε πάρα πολύ, μέχρι και σήμερα ακόμα, και νομίζω ότι ήτανε ό,τι καλύτερο έχει προκύψει στη ζωή μου, αυτή η επαφή με την Ύδρα. Τώρα, από κει κι έπειτα, τι να πούμε; Για προγενέστερες, ας πούμε, ιστορίες; Γιατί εγώ σε πολύ μικρή ηλικία, το ’66 συγκεκριμένα, άρα ήμουνα 17 χρονών, ξεκίνησα τον Jeronimo Groovy. Ο οποίος δε λεγόταν Jeronimo Groovy, λεγότανε Groovy, αλλά επειδή το Groovy ήταν πολύ δύσκολο… μην κοιτάτε τώρα που βλέπω ότι είναι πάρα πολύ της μόδας και αυτή η λέξη χρησιμοποιείται πολύ. Επειδή τότε οι… ερασιτέχνες βέβαια –γιατί δεν υπήρχε κάποια άδεια, όλοι αυτοί που βγαίνανε εκτός από τα κρατικά προγράμματα ήταν ερασιτέχνες– και το βασικό αντικείμενο των ερασιτεχνών ήτανε οι τεχνικές συνομιλίες, και μουσικές βέβαια. Αλλά εμένα αυτό που μου άρεσε και ξεχώρισα και μετά ασχολήθηκα περισσότερο ήτανε ότι συντονιζόμασταν σε μία συχνότητα. Καλούσες κάποιους άλλους ερασιτέχνες, αν θέλουν να συντονιστούν για να ανταλλάξεις κάποιες πληροφορίες σχετικώς με την ισχύ του μηχανήματός σου –γιατί τα μηχανήματα αυτά τα φτιάχναμε ουσιαστικά μόνοι μας–, για την ποιότητα της διαμόρφωσης και πάντα συγκριτικό στοιχείο τότε ήτανε ο σταθμός ο αμερικάνικος, ο οποίος εξέπεμπε από τη Γλυφάδα – δε θυμάμαι, Γλυφάδα; Εκεί, από κείνα τα… το Ελληνικό συγκεκριμένα. Και έτσι είχαμε σαν σημείο αναφοράς τον αμερικάνικο, δηλαδή λέγαμε: «Το σήμα σου είναι 5 στα 10 του αμερικάνικου». Αυτά όλα εμένα μου αρέσανε. Ήταν μία επαφή δηλαδή που ανταλλάσσαμε πληροφορίες, ένα είδος πρωτόγονου Ίντερνετ, γιατί βέβαια δεν υπήρχαν αυτά τα πράγματα τότε. Αυτή ήταν η μια πλευρά των ερασιτεχνών και που ουσιαστικά ασχολήθηκα και εγώ εν μέρει, η δεύτερη πλευρά ήτανε η μουσική. Όπου εγώ πάντα σαν αντικείμενο δεν είχα, ας πούμε, την ιδιαίτερη μανία του εκφωνητού. Μου άρεσε πάρα πολύ να επιλέγω βέβαια μουσική, αλλά δεν ήταν το αντικείμενό μου να κάτσω να σπικάρω εκπομπές και τα λοιπά. Πιο πολύ μάζευα πολύ ωραία, έτσι, μουσική και τα λοιπά, την οποία και έπαιζα. Οι περισσότεροι βέβαια ερασιτέχνες της εποχής εκείνης χρησιμοποιούσαν τους ερασιτεχνικούς τους σταθμούς και δίναν και τηλέφωνα –που εγώ δεν έδωσα ποτέ τότε– για να βρίσκουν παρέες, κορίτσια και λοιπά. Ήτανε πολύ… Δηλαδή, αν το πούμε τώρα, θα έλεγα το 98% των ερασιτεχνών τότε ήτανε για το λόγο να βρουν παρέες με κορίτσια. Το δικό μου αντικείμενο δεν ήταν ούτε να βρω τις παρέες με κορίτσια από το ραδιόφωνο ούτε να κάνω εκπομπές. Ήταν να δημιουργήσω ένα σταθμό, το οποίο ευτυχώς το κατάφερα και γι’ αυτό έμεινε και ο Jeronimo Groovy ιστορικά πολύ γνωστός και στα μεσαία κύματα που παίζαμε τότε –όχι στα FM– γιατί συγκρότησα ένα πολύ υψηλού επιπέδου πρόγραμμα, με πάρα πολύ καλούς ερασιτέχνες τότε, οι οποίοι μετά εξελίχθηκαν και επαγγελματικά. Εντάξει, εγώ, για μένα, ο κορυφαίος που είχε τότε ενταχθεί στο πρόγραμμα και που έχει μείνει πάρα πολλά χρόνια στην ιστορία του, μέχρι και τώρα που φτάσαμε σε αυτή την ηλικία, είναι ο Γιώργος ο G-Poly, ο οποίος έκανε καθημερινά προγράμματα τότε. Tα οποία προγράμματα αυτά δεν ήταν βέβαια εικοσιτετράωρου βάσεως, διότι οι σταθμοί οι ερασιτεχνικοί, επειδή ήταν εγκαταστημένοι μέσα σε σημεία κατοικήσιμα, ας πούμε, και φυσικά και δεν υπήρχαν και τα φίλτρα και όλα αυτά, δημιουργούσαν τεράστιες παρενέργειες στα άλλα ραδιόφωνα. Δηλαδή, ένας που ήθελε να ακούσει την ΕΡΤ, ήθελε να δει τηλεόραση και όλα αυτά, υπήρχε μεγάλη πιθανότητα να του δημιουργείς παράσιτα. Και γι’ αυτό, ειδικά με την τηλεόραση που ήταν και το μεγαλύτερο πρόβλημα, περιμέναμε τότε –γιατί δεν παίζανε και εικοσιτετράωρου βάσεως, όπως τώρα όλοι παίζουνε εικοσιτετράωρα– περίμεναν να κλείσουν οι πομποί της ΕΡΤ. Ανοίγανε γύρω στις 5:00 το απόγευμα 6:00, δε θυμάμαι τώρα, και κλείνανε γύρω στις 12:00 το βράδυ, κάπου εκεί, τετράωρο παίζανε. Οπότε, με το που κλείνανε της ΕΡΤ ανοίγαμε εμείς για 4-5 ώρες ή το βράδυ, που το βράδυ μπορούσαμε να παίζουμε ανενόχλητα, διότι δεν υπήρχαν τηλεοπτικοί σταθμοί. Κάπως έτσι ήταν τα πράγματα. Ξεκίνησα με μικρό μηχάνημα και από μια περιοχή που δεν βοηθούσε καθόλου. Δηλαδή το πρώτο μηχάνημα του Jeronimo Groovy… Γιατί μετά μπήκε και το Jeronimo, διότι το Groovy το λέγανε Goofy, Grundig –που ήταν κάτι μαγνητόφωνα τότε–, διάφορα, τέλος πάντων, περίεργα. Οπότε τότε περίπου είχε βγει και το «Jeronimo», ένα τραγούδι, δε θυμάμαι τώρα από ποιο συγκρότημα, που υπάρχει στο τέλος το «Jeronimo» και μου άρεσε πολύ αυτό το «Jeronimo» και το έδεσα. Άσχετο. Θα μπορούσαμε σήμερα, χωρίς να υπήρχε καμία τέτοια πρόθεση από τότε, να το πούμε «Jeronimo ο απίθανος», ο φανταστικός, ας πούμε. Τότε δεν ήταν, ήταν απλώς επειδή μου άρεσαν οι δυο λέξεις και τις ένωσα. Έτσι κάπως ξεκινήσαμε. Μπήκαμε μετά σε μια άλλη περιοχή της Ηλιούπολης, όπου εκεί είχαμε μία τοποθεσία και ένα χώρο σε πάρα πολύ καλή και πλεονεκτική θέση για να βάλουμε μία πολύ μεγάλη κεραία μέχρι μία πολυκατοικία που ήταν καμιά εκατοσταριά μέτρα μακριά. Και, βεβαίως, από εκεί πλέον υπήρξε κάλυψις και όλης της Αττικής και Αθήνας, αλλά και σε πολύ μακρινότερα μέρη. Δηλαδή μας ακούγανε και στην Κρήτη και στην Ύδρα και όλα τα νησιά του Αργολικού και το βράδυ ακουγόμασταν με την ιονόσφαιρα –γιατί υπάρχει ένας τρόπος που λειτουργεί η ιονόσφαιρα που ειδικά σε συχνότητες όπως στα μεσαία, όχι στα FM, σε μεταφέρει σε πάρα πολύ μεγάλες αποστάσεις, αρκεί να μην έχει από κάτω κάτι άλλο να σε κόψει– και έτσι είχαμε τότε –γιατί κάποια στιγμή δώσαμε ταχυδρομική θυρίδα– είχαμε γράμματα από την Αίγυπτο, από την Ιταλία, από τα σύνορα πάνω, από φαντάρους που μας ακούγανε, από την Κύπρο, από πάρα πολλές χώρες, δηλαδή, που δεν πάει το μυαλό σου ότι θα μπορούσε να ακούγεται ένας σταθμός. Αυτό είναι το πολύ παλιό κομμάτι του Groovy. Οι φίλοι μου τότε, επειδή πολλοί σπούδαζαν και στο εξωτερικό όσοι γυρνάγανε μου φέρνανε ό,τι καινούργιο είχε βγει εκεί και που εδώ δεν κυκλοφορούσε, όποτε εμείς το παίζαμε πολύ πριν. Άσε που και τα κρατικά ραδιόφωνα δεν παίζαν και ξένη μουσική. Μία εκπομπή θυμάμαι είχε η ΕΡΤ με τον Γιώργο Γκούτη. Δε νομίζω να είχε κάτι άλλο σε ξένο ρεπερτόριο. Και έτσι όλο το φορτίο, ας πούμε, με τα ξένα τραγούδια το παίζανε κάποιοι ερασιτέχνες. Οι περισσότεροι βέβαια παίζανε σκυλάδικα, λαϊκά και τέτοια, δεν… Γιατί δεν τραβούσε αυτό το ακροατήριο που θέλανε το ξένο, οπότε παίζανε τα λαϊκά για να έχουνε το αποτέλεσμα που θέλανε.
Οι δικές σας μουσικές επιρροές, ας το πούμε, ποιες ήτανε;
Εμένα οι επιρροές βασικά δυτικού τύπου, δυτικής, έτσι, δηλαδή ευρωπαϊκά-αμερικάνικα. Έπαιζα πάρα πολλά και από soul τότε, που ήταν πάρα πολύ διαδεδομένη, ροκ… Δηλαδή, φανταστείτε τότε όταν βγαίναν οι Beatles και βγάζαν ένα δίσκο και επειδή πολλές φορές δεν τα παίζανε, δεν υπήρχε κρατικό ραδιόφωνο, μας τα δίναν να τα παίξουμε πρώτη μετάδοση. Δηλαδή φαντάζεσαι ότι παίζαμε, ας πούμε, πρώτες μεταδόσεις των Beatles, των Rolling Stones, των –πώς το λέγανε το συγκρότημα αυτό που μου αρέσει;– Status Quo και πολλά άλλα τέτοια συγκροτήματα. Αλλά παρόλο το ότι ήταν αυτό το βασικό μου άκουσμα, και η ροκ ιδιαίτερα, έφτανα κάποια κομμάτια ελληνικά, ας πούμε, Τσιτσάνη –θυμάμαι τότε είχε βγει και το «Σκοπευτήριο», ένας δίσκος–, Βαμβακάρης. Δηλαδή κάποιοι… κάποια τέτοια ακούσματα μου αρέσανε και τα έπαιζα, δηλαδή δεν είχα στεγανά. Μέχρι που έπαιζα και Χρηστάκη –ένας… δε θα τον ξέρεις εσύ, είσαι μικρή– και επίσης έπαιζα και αυτά τα… πώς τον λέγαν τότε; Πόντιο, ποντιακά… ο Χρύσανθος, με μια πολύ λεπτή φωνή. Πολύ σπάνια ακούσματα δηλαδή, αλλά μου άρεσαν και τα έπαιζα. Δεν είχα φραγμούς, ό,τι μου άρεσε το έπαιζα. Ούτε είχα και κανένα συμφέρον εξάλλου, διότι οικονομικά δεν υπήρχε καμία επαφή. Και όχι μόνο δεν υπήρχε, κυνηγούσα και όλους αυτούς που προσπαθούσαν… διότι υπήρχαν κι από τότε πολλοί που προσπαθούσανε να αξιοποιήσουν την παρουσία τους στα ερτζιανά και να πουλάνε τα περίφημα οικόπεδα και διάφορα τέτοια και να βγάζουν λεφτά βέβαια. Αυτούς τους κυνηγούσα διότι μου χαλάγανε το όνειρο ότι ως ερασιτέχνες θα μπορούσαμε κάποια στιγμή να διεκδικήσουμε μια νομιμότητα. Δε συζητώ για διαφημίσεις, δηλαδή αυτό δε μου πέρναγε καθόλου από το μυαλό. Όπως τελικά το ’88 που πήραμε την άδεια στα FM και βέβαια μπήκαμε στο χορό και είχαμε και πολλές διαφημίσεις. Τότε, ας πούμε, και μόνο να μας αφήνανε χωρίς να μας κυνηγάνε ήτανε κάτι το οποίον ήταν ένα όνειρο και που δεν μπόρεσα τελικά να το πετύχω. Παρόλο που είχα κάνει και κάποιες κινήσεις να οργανώσω κάποιους άλλους ερασιτέχνες και τα λοιπά, αλλά ήταν πολύ στεγανό τότε. Μην ξεχνάτε ότι περάσαμε και μέσα από την Επταετία, που ήταν ακόμα πιο δύσκολο να αφεθούν ελεύθεροι οι σταθμοί. Αλλά και μετά την Επταετία και πάλι ποτέ δε δόθηκε άδεια για ερασιτέχνες στα μεσαία. Υποτίθεται μετά, που προκηρύχθηκαν οι επαγγελματικές άδειες, ότι δοθήκανε και κάποιες λίγες ερασιτεχνικές, οι οποίες ποτέ δε λειτούργησαν ουσιαστικά. Κι όσοι πήραν κάποια ερασιτεχνική άδεια, ο στόχος τους ήταν να το κάνουνε με διαφημίσεις. Δηλαδή είχαν ένα μικρό, ας πούμε, μια μικρή νομιμοποίηση, την οποία εκεί πάνω καθίσανε και αρχίσανε να έχουνε και οικονομική εκμετάλλευση.
Όταν λέτε «μας κυνηγάγανε», αυτό πώς συνέβαινε δηλαδή;
Ναι, συνέβαινε με πολλούς τρόπους, με ραδιογωνιόμετρα. Είχαν πιάσει και πάρα πολλούς φίλους μου. Και συγκεκριμένα ξέρω πολύ καλά τον Τσάρλι, ο οποίος ήταν ένας από τους ερασιτέχνες που εγώ, μη γνωρίζοντας στην αρχή που είχα έρθει την κατάσταση, ζήτησα να μάθω ποιος μπορεί να βοηθήσει στο να φτιαχτούν τα μηχανήματα και μου είπανε τον Τσάρλι που έμενε στο Παγκράτι. Ο Τσάρλι ήτανε εκεί τοπικά βέβαια, γιατί δεν είχε και την εμβέλεια για να ακούγεται και πολύ μακριά, αλλά στο Παγκράτι ήτανε πολύ γνωστή φίρμα. Βέβαια κι αυτός εκεί το πήγαινε, στην κοινωνική σχέση, να μαζέψουμε τίποτα κορίτσια και λοιπά, αλλά ήτανε –και μέχρι τώρα βλεπόμαστε που γεράσαμε– ήτανε πάρα πολύ καλός και στα τεχνικά και όντως αυτός ξεκίνησε τότε τις πρώτες λυχνίες και λοιπά. Τι με ρώτησες ακριβώς και ξεκίνησα να το λέω αυτό;
Το ότι σας κυνηγάγανε.
Ναι, μας κυνήγαγαν, ναι. Αυτόν τον είχανε πιάσει πάντως και είχε φάει και πολύ ξύλο. Κι αυτό το λέω επειδή έχει… Eπί Επταετίας, δε θυμάμαι πώς τον λέγανε, ένας που τον είχε πιάσει και του είχε ρίξει και αρκετές, ο… ένα πολύ γνωστό όνομα χουντικό, ας πούμε, αν θες να το πούμε κι έτσι. Εγώ, στο Ψυχικό τότε που ξεκινήσαμε και που για την εποχή κι εκεί ήταν πολύ ισχυρό το μηχάνημα –αλλά καμία σχέση με τα μετέπειτα χρόνια που ακολουθήσανε– έκανα μία… Γιατί εγώ, μου άρεσε και έκανα δοκιμές και έπαιρνα το αυτοκίνητο και γύρναγα να δω μέχρι πού ακούγεται. Αυτό ήταν πολύ σημαντικό για μένα, μου έδινε μία μεγάλη χαρά να ακούγεται μακριά. Και είχα πάρει το αυτοκίνητο, βγήκα από το σπίτι, είχε μείνει ο Τσάρλι, τον οποίο τον είχε πιάσει η αστυνομία και είχε φάει ξύλο καμιά δεκαριά μέρες πριν, είχε μείνει στο σπίτι για να βάζει δίσκους και να βγω εγώ να ακούω. Και όπως βγαίνω από το σπίτι και μπαίνω στο αυτοκίνητο για να φύγω, βλέπω πάνω από το σπίτι ένα ελικόπτερο. Νομίζω ότι είναι η μόνη περίπτωση εντοπισμού σταθμού τότε ερασιτεχνικού με ελικόπτερο. Πάνω από το σπίτι, σε απόσταση 50 μέτρα δηλαδή, ήταν και γύρναγαν οι έλικες θυμάμαι. Οπότε, τώρα εγώ βέβαια –δεν είχαμε κινητά και τέτοια όπως τώρα– φεύγω αφού είδα το ελικόπτερο και πηγαίνω στην πλατεία και παίρνω τηλέφωνα από το περίπτερο και λέω: «Είναι η αστυνομία απέξω», όχι, «από πάνω», όχι «απέξω», «από πάνω». Οπότε πανικοβάλλεται ο Τσάρλι και του λέω: «Μάζευε να δούμε αν μπορέσουμε να φυγαδεύσουμε τα μηχανήματα». Ήταν μεγάλα, μεγάλοι όγκοι τα μηχανήματα, γιατί ήταν ερασιτεχνικά και καταλαβαίνεις ότι δεν ήταν τίποτα τρανζιστορικά και τα λοιπά, ήταν μεγάλα… σασιά, σαν ταψιά τεράστια, με μετασχηματιστές, λάμπες απάνω. Οπότε αρχίζει ο Τσάρλι να φορτώνει, γυρνώ κι εγώ φυσικά αμέσως, και αρχίζουμε να ξεφορτώνουμε τα πράγματα στο αυτοκίνητο. Τα έχουμε ήδη ξεφορτώσει όλα και βγαίνει ο Τσάρλι με ένα μικρόφωνο, το τελευταίο που βγάζαμε για να φύγουμε. Οπότε εκείνη την ώρα σταματάει το αστυνομικό απέξω, λέμε «Τώρα τελειώσαμε», δηλαδή θα μας χτυπήσουν. Τώρα, δεν ξέρω τι έγινε, μείναν κάνα τέταρτο, προφανώς συζητούσαν με τα κεντρικά πώς να ενεργήσουνε. Τώρα, θες γιατί ήταν το Ψυχικό και θεώρησαν ότι είναι ένα προάστιο, ξέρω γω, πώς το πήρανε, δεν ξέρω. Πάντως δεν ήρθαν εκείνη τη στιγμή. Μετά από καμιά δεκαριά μέρες… Καλά και μπήκαμε στο αυτοκίνητο, βέβαια, εμείς μόλις φύγανε αυτοί και σαν τρελοί πήγαμε μετά… πήγαμε στην Ηλιούπολη. Και καλύτερα, γιατί έτσι ξεκίνησε μετά το παιχνίδι με την Ηλιούπολη. Στον πανικό μου απάνω πέρασα και μπρος από το αστυνομικό τμήμα. Φαντάσου σε τι τρέλα ήμασταν, ας πούμε! Τέλος πάντων, έγινε αυτή η ιστορία με το ελικόπτερο, με φωνάξανε μετά στο τμήμα, μετά καμιά δεκαριά μέρες, ένας αξιωματικός ή ο διοικητής, δε θυμάμαι, και άρχισε έτσι κάπως ειρωνικά να μου λέει: «Τι είναι αυτά;» λέει. «Jeronimo, Ινδιάνοι, φτερά;» μου λέει, κάτι βλακείες για να με υποτιμήσει, ας πούμε. Και του λέω: «Αν συνεχίσουμε έτσι», λέω, «δεν πρόκειται να βγει άκρη. Διότι εγώ… δεν υπάρχει τίποτα που να αποδεικνύει ότι είχα το σταθμό. Εάν θέλετε να το συζητήσουμε, να το συζητήσουμε σε άλλο επίπεδο», λέω. Και όντως συνήλθε και άρχισε να μου λέει: «Μα εσείς πώς», λέει, «ένα παιδί από καλή οικογένεια» και το ένα και το άλλο. Δηλαδή το θεωρούσανε το αντικείμενο αυτό ότι ήταν για την… για χαμηλού επιπέδου, ας πούμε, παιδιά που ασχολούντο μ’ αυτή… Αυτή ήταν η εικόνα που είχανε οι αστυνομικοί. Και με άφησαν βέβαια και έφυγα, δεν υπήρξε κάτι, κάποια συνέχεια ευτυχώς. Και μετά ξανανοίξαμε από την Ηλιούπολη με την τεράστια επιτυχία που προέκυψε μετά.
Εσείς ως πιο μικρός, πριν ξεκινήσετε, ακούγατε κι εσείς ραδιόφωνο; Και πώς αρχίσατε να θέλετε να το κάνετε αυτό;
Εγώ άρχισα να θέλω ακούγοντας τους ερασιτέχνες. Και μου άρεσε πάρα πολύ αυτή η επικοινωνία που είχανε και η ανταλλαγή κοντρόλ για τη διαμόρφωση, για τις βελτιώσεις που κάνανε. Δηλαδή λέγανε, ας πούμε, ότι «Έχεις πολύ καλή διαμόρφωση, αλλά έχεις πάρα πολλά μπάσα», ας πούμε, ή «πάρα πολλά πρίμα». Και κάναν κάποιες αλλαγές στα μηχανήματα, γιατί όλοι σχεδόν κάνανε με δικά τους μηχάνημα και ο καθένας βελτίωνε την υποδομή του. Αυτό ήταν που με έκανε να ξεκινήσω.
Και πώς είχατε έρθει σε πρώτη πρώτη επαφή με αυτό;
Τίποτα, ρώτησα ένα φίλο μου, Τρέζος λεγότανε –έχω να τον δω 50 χρόνια τώρα–, και του λέω: «Ξέρεις κανέναν», του λέω, «που έχει με ραδιοφωνικούς σταθμούς και τα λοιπά, ασχολείται», λέω, «ερασιτέχνης και τα λοιπά;» Και μου σύστησε τον Τσάρλι. Και μετά ξεκίνησε η ιστορία της κατασκευής του πομπού. Στο μεγάλο πομπό, βέβαια, δεν υπήρχαν οι… δηλαδή ο Τσάρλι είχε ένα επίπεδο που μπορούσε να κάνει μέχρι ξέρω εγώ 500 βατ. Ο μεγάλος ήταν 5.000 βατ. Ήταν πολύ πρωτοποριακό μηχάνημα. Βέβαια, τραγικές συνθήκες λειτουργίας, δηλαδή εκεί πέρα έμπαινες και δεν ήξερες αν θα βγεις, αν θα πάθεις ηλεκτροπληξία. Όλα ήταν χύμα, καλώδια, μετασχηματιστές, μέχρι και κάτι… πώς τους λέγανε τώρα; Τέλος πάντων, είχαμε, επειδή ήταν πολύ μεγάλο το μηχάνημα, για να το συντονίσουμε είχαμε κατασκευάσει μεταβλητούς. Οι οποίοι όμως επειδή τα 5 κιλοβάτ θέλανε τεράστιες αποστάσεις για να μην σπινθηρίζουν –σπινθήριζαν όταν είχες πολύ μεγάλη ισχύ– οπότε είχαμε κάνει κάτι με λαμαρίνες τεράστιες. Και βάζαμε τη μία λαμαρίνα μέσα στην άλλη, σαν, ας πούμε, δύο Π, δες το έτσι, με λαμαρίνα, μεγάλα, 1 μέτρο ύψος και ξέρω εγώ 40 πόντους φάρδος, για να μπορέσουμε να συντονίσουμε τη συγκεκριμένη συχνότητα που θέλαμε. Αυτά όλα ήταν χύμα πάνω σε έναν πάγκο, δύο πάγκους, σε ένα δωματιάκι που είχαμε εκεί πέρα και τα λοιπά. Και επειδή, όπως είπα και πριν, εγώ είχα πολύ μεγάλη ανάγκη για κάποιου είδους νομιμοποίηση και οι άλλοι που παίζαν τις διαφημίσεις τούς είχα στην μπούκα και τους παρέμβαλλα… Ναι, θυμάμαι τότε –έχει πεθάνει– ο Ποπ τότε, 22 βατ, ήταν ένας ερασιτέχνης ο οποίος και αυτός είχε μπει στο παιχνίδι με τις διαφημίσεις. Kαι έπαιρνα κάποιον άλλον φίλο, ας πούμε, τηλέφωνο, μου έβαζε αυτουνού τη συχνότητα κι εγώ μετέφερα το δικό μου μηχάνημα με το τηλέφωνο, να πάω πάνω του να συντονιστώ για να τον εξαφανίσω, ας πούμε. Γιατί όποιος ήταν από κάτω δεν ακουγόταν καθόλου, ούτε μες στο σπίτι του δηλαδή δεν μπορούσε να ακουστεί. Και την ώρα που έχω το τηλέφωνο και προσπαθώ με αυτά, πηγαίνω πίσω πίσω πίσω κι ακουμπώ από πίσω και παίρνει φωτιά το παντελόνι. Γιατί αυτά τα μηχανήματα αυτά δεν είχαν ρεύμα, αυτό το συγκεκριμένο κομμάτι είχε RF, δηλαδή συχνότητα, ραδιοσυχνότητα. Αυτή κάνει σαν ηλεκτροκόλληση μια φωτιά και ακουμπώ απάνω εκεί και παίρνει φωτιά και ακόμα έχω τα σημάδια. Φανταστείτε τώρα, 60 χρόνια αυτά τα σημάδια δε φύγανε.
Και το άλλο που είπατε πριν, ότι έπαιζαν μουσική τα μάτια;
Και τα μάτια παίζανε μουσική. Και ειδικά στο Ψυχικό που έμενε η γυναίκα μου, η Τζίνα, που μετά παντρευτήκαμε, μου λέει: «Πάω», λέει, «στην κουζίνα και ακούω το σταθμό», λέει. Γιατί ο πατέρας ήταν πολύ αυστηρός και δεν τις άφηνε, δεν την άφηνε να ακούει. Ήταν αυτός που μας έπαιρνε και τις μπάλες. Οπότε πήγαινε στην κουζίνα και έπαιζε το μάτι το ηλεκτρικό, επειδή είναι με αντίσταση μέσα, δεν ξέρω πώς συντονιζόταν και έπαιζε τη μουσική του σταθμού. Όχι σε καλή ποιότητα βέβαια. Και επίσης στην πολυκατοικία, μετά στην Ηλιούπολη, γιατί ήτανε στο ρετιρέ μιας πολυκατοικίας, όλες οι λάμπες φθορίου που είχαν τα κοινόχρηστα τότε –ήτανε πολύ της μόδας οι φθορίου– ανάβανε χωρίς να τις ανάβει ο κόσμος, ανέβαινε από τις, τη ραδιοσυχνότητα. Και έβλεπες, ας πούμε, τα φώτα να είναι ανοιχτά – πιο κάτω από το φυσιολογικό, αλλά ήταν ανοιχτά τα φώτα της πολυκατοικίας. Και παίζανε… και τα θυροτηλέφωνα παίζανε το σταθμό βέβαια, όπως καταλαβαίνεις ήτανε ιδανικές συνθήκες για να παίξουν και τα θυροτηλέφωνα. Ακούγανε όλοι εκεί στην περιοχή στο τηλέφωνο το κανονικό πρόγραμμα, γιατί υπήρχαν τα καλώδια και δεν ξέρω πώς γίνεται αυτό τώρα και ακουγόντουσαν. Τέλος πάντων, είχε πολλές τέτοιες ιστορίες η υπόθεση. Όπως και είχε και πολλές μ’ όλους αυτούς οι οποίοι είχαμε ανοίξει τα μέτωπα, είχε και πάρα πολλά δυσάρεστα. Δηλαδή, μας κόβαν τις κεραίες. Ερχόντουσαν απάνω σαν τους κλέφτες στην ταράτσα με πένσες και κόβανε τις κεραίες. Μας είχαν σκάσει 3-4 φορές τα λάστιχα των αυτοκινήτων. Μόνο που δε μας είχαν μαχαιρώσει δηλαδή τότε. Όχι, δεν είχαμε τέτοιου είδους βία, δηλαδή δεν ποτέ δεν υπήρξε να παίξουμε ξύλο, ας πούμε, αλλά ήτανε ζημιές πολλές που τις κάνανε αυτοί που τους κυνηγάμε τότε.
Οι γονείς σας όλο αυτό πώς θα βλέπανε;
Παντελώς αδιάφορα, δεν είχανε εμπλακεί καθόλου σ’ αυτό το θέμα οι γονείς, δεν είχαν απασχοληθεί καθόλου. Δε θυμάμαι να μου είχαν πει και τίποτα. Αν φοβόντουσαν κάτι, θα φοβόντουσαν μήπως με πιάσουν, αυτό δηλαδή. Αλλιώς δεν είχαν καμία, δεν είχαν εμπλοκές στο θέμα αυτό. Τότε, για να καταλάβεις, οι ακροαματικότητες, που δεν υπήρχαν βέβαια μετρήσεις ακροαματικότητος, αλλά επειδή το κρατικό ραδιόφωνο ήταν τελείως απαράδεκτο και δεν το άκουγε κανένας, οι σταθμοί της ΕΡΤ, τότε –εν αντιθέσει με τώρα που ακούω πολύ ΕΡΤ και βλέπω ΕΡΤ και θεωρώ ότι αυτή τη στιγμή η ΕΡΤ ειδικά στην τηλεόραση έχει κάνει εκπληκτικά βήματα, έχει πολύ καλές δουλειές– τότε όμως δεν ήτανε. Ήτανε και μονοπώλιο, τότε ήταν δύο κανάλια, δεν υπήρχανε η πληθώρα των καναλιών.
Μετά αρχίσατε να αποκτάτε συνεργάτες, ας το πούμε;
Συνεργάτες πολλούς και πάρα πολύς κόσμος που δούλεψε τότε στο σταθμό των FM, ο οποίος στήθηκε στην αρχή κάτι σαν μισοεπαγγελματικά, αλλά βασικά είχε το προφίλ του ερασιτέχνη. Δηλαδή δεν είχαμε στεγανά ούτε ελέγχαμε το τι θα πει ο κάθε ένας, αν πρέπει να έχει ένα σοβαροφανές στυλ και τα λοιπά. Είχαμε γραμμές πολλές στο τηλέφωνο επικοινωνίας, διότι τότε επιτρεπότανε να επικοινωνήσουν και τα λοιπά και να έχουν και συμμετοχή στις εκπομπές. Είχαμε πολύ, έτσι, εκπομπές με πλάκες. Υπήρχε όμως και πάρα πολύς κόσμος που συνεργάστηκα μετά και με τα αδέλφια μου, γιατί τότε όταν έγινε επαγγελματικός ήμασταν και οι τρεις στη διαδικασία. Δηλαδή υπήρξε περίοδος που μπορεί να ήτανε και 50-60 άτομα το προσωπικό του σταθμού, γιατί τότε μας κορόιδευαν κιόλας οι διάφοροι που κυβερνούσαν και θέλανε να παίρνουν και λεφτά. Δεν ξέρω τι, λέγανε ότι στις ανανεώσεις των αδειών θα έπαιζε ρόλο και ο κόσμος, το προσωπικό, οπότε εμείς προσλαμβάναμε για να έχουμε μόρια, όπως τώρα γίνεται, ξέρω γω, με τις εξετάσεις. Είχαμε πάρα πολύ κόσμο. Το άλλο, το δίκτυο τώρα που λέμε… Τότε δεν υπήρχε το Ίντερνετ, που είναι μια απλή διαδικασία να εκπέμψεις και να το λάβεις το σήμα σε όλο τον κόσμο και να το αναμεταδώσεις. Εμείς ήμασταν από τους λίγους σταθμούς που με πρωτόγονα μέσα είχαμε ένα αρκετά καλό δίκτυο στην Ελλάδα και αυτό γινότανε μέσω αναμεταδοτών που στήναμε σε διάφορες κορυφές βουνών, ας πούμε link τα λένε. Αλλά ακόμα και πιο πριν, ας πούμε, τον πρώτο-δεύτερο χρόνο που ήμασταν σε πολύ… τεχνικά ήμασταν πολύ πίσω, είχαμε κάνει μια φοβερή πατέντα από την Ύδρα. Είχαμε πάρει όλο τον κόσμο, δηλαδή τότε, ας πούμε, μπορεί να ήταν 20 άτομα, 25, και τους φιλοξενήσαμε στην Ύδρα και κάναμε εκπομπές από το σπίτι της Ύδρας, το οποίο δεν είχε καν ρεύμα. Και να σκεφτείτε τώρα που μιλάμε, μετά από πόσα χρόνια, αυτές τις μέρες θα μας βάλουνε ρεύμα στο σπίτι αυτό. Τότε είχαμε μια πολύ μικρή γεννήτρια, το ’89; Το ’89. Είχαμε μια γεννήτρια από το ’35 μονοκύλινδρη πολύ παλιού τύπου ντίζελ, που την είχε φέρει ο παππούς για φως μόνο, αλλά επειδή ήτανε συνεχόμενο το ρεύμα δεν μπορούσες να… τα μηχανήματα θέλουν εναλλασσόμενο. Είχαμε πάρει μια γεννητριούλα από αυτές της πλάκας που, ξέρετε τώρα, Honda, κάτι τέτοιες, που τις βάζεις μπρος με το λουρί και ίσα ίσα που μπορούσε να σηκώσει έναν πομπό γύρω στα 100 βατ και με μια κατευθυνόμενη κεραία –μιλάμε τώρα της πλάκας πράγματα– το στέλναμε στην Ηλιούπολη που ήτανε το στούντιο, το οποίο πήγαινε περιέργως –δηλαδή απορώ κι εγώ πώς πήγαινε αυτό το πράγμα– κι από εκεί, υπήρχαν άνθρωποι που βγάζαν αυτή την αναμετάδοση της Ύδρας στον αέρα από τον πομπό του… τότε ήμασταν στα Τουρκοβούνια στην αρχή, είχε στηθεί.
Τι γινότανε σε αυτές τις εκπομπές; Τι λέγατε;
Καλά, σε αυτές τις εκπομπές γινότανε χαμός. Το πιο χαρακτηριστικό… Καλά, υπήρχανε και παραγωγοί… καλά, όλοι ήταν ένας κι ένας εδώ που τα λέμε, και ακόμα και τώρα, όπως ο Τάκης ο Φωτίου –δεν ξέρω αν τον θυμάται κανένας από σας–, όπως ο Μανωλόπουλος, Μανωλάκος –οι οποίοι κάναν και εκπομπές με ψυχαγωγικό χαρακτήρα κωμικές και τα λοιπά–, ο Πέτρακας μετά, αργότερα, και τα λοιπά. Ήτανε πάρα πολύ δυνατή η εκπομπή, είχαμε πάρα πολλή επαφή με τον κόσμο – ο μόνος σταθμός. Και τώρα βλέπω ότι παρόμοια, ας πούμε, προγράμματα μετά από πάρα πολλά χρόνια, δηλαδή μετά που κλείσαμε εμείς, βλέπω ότι αναπαραγάγονται και σε μεγάλους σταθμούς που λειτουργούν ακόμα, όπως είναι ο Σκάι, όπως είναι αυτός, ο Real Fm, και άλλοι που δεν τους ξέρω, που έχουν πολλή επαφή, ας πούμε, με το κοινό και κάνουνε και χαβαλέ. Δηλαδή αυτό που κάναμε εμείς και το οποίο το έκανα εγώ από τα μεσαία. Το βράδυ, όταν έκανα κάποια προγράμματα προσωπικά με ένα φίλο μου, ο χαβαλές που γινόταν ήτανε άνευ προηγουμένου. Δηλαδή δε μιλάμε για δεκαετία του ’60 τώρα και του ’70. Μέχρι και ρεμπέτικα είχαμε βρει που είχαν, έτσι, κωμικό χαρακτήρα. Θυμάμαι ένα τραγούδι που μου άρεσε, ο «Κέφαλος», που ήτανε… δεν είναι και πολύ γνωστό, αλλά είχε πολύ, έτσι, πικάντικα λόγια, για κάποια που πάει να ψαρέψει τον κέφαλο. Και το κάναμε μεταφορικά, ας πούμε, και που σπαρτάραγε ο κέφαλος και γινότανε. Βέβαια, αφού είχαμε πιει και αρκετά ουίσκια και τέτοια, γινότανε χαμός τα βράδια. Και απορώ από αυτά πώς δε μας κλείσαν και τότε, δηλαδή υπήρχε ασυδοσία μεγάλη.
Θέλετε να ξεχωρίσουμε λίγο τις δύο φάσεις, ας πούμε, του σταθμού και χρονολογικά για να το καταλάβει και ο κόσμος;
Ναι, ο ερασιτεχνικός, ο πειρατικός, ας πούμε, λειτούργησε από το ’66 μέχρι το 1978. Εκεί σταμάτησε, γιατί τότε, επειδή είχαν αρχίσει και κυνηγάγανε κι εγώ δεν ήμουν και κανένα παιδάκι πια, το ’78 ήμουνα σχεδόν 30 χρονών, σκεφτόμουνα: Τώρα να με πάνε και πουθενά σε κάνα δικαστήριο να με στριμώξουνε… Και λέω: Καλύτερα να τα μαζέψουμε. Ούτε καν που φανταζόμουνα ότι θα ξανανοίξουμε και μάλιστα όταν… Το περίεργο δηλαδή και αστείο είναι ότι το επαγγελματικό δεν το επεδίωξα εγώ, γιατί θεωρούσα ότι εφόσον μπαίνανε τότε όλοι οι μεγαλοκαρχαρίες, ας πούμε, ας τους πούμε έτσι, ότι εμείς θα εξαφανιστούμε, δε θα μπορέσουμε να σταθούμε και δεν ήταν και… ήταν και σωστό τελικά. Βέβαια, κρατήσαμε, για φανταστείτε, από το ’88 μέχρι το 2004 πόσα χρόνια είναι; 2005. Είναι κάμποσα χρόνια. Aλλά και όταν κλείσαμε, για να καταλάβετε, στις ηλικίες μέχρι 25 χρονών, δηλαδή τo ’05, ο Jeronimo Groovy ήταν πρώτος. Aλλά είχανε πέσει όλοι αυτοί που είχαν δημιουργηθεί με 2-3 ραδιοφωνικούς σταθμούς, με καμιά δεκαριά περιοδικά, με τηλεοράσεις πήγαιναν στη διαφημιστική εταιρία και τα δίναν όλα πακέτο. Και πηγαίναμε εμείς τώρα σαν τους κακομοίρηδες, παρόλο που ήμασταν πρώτοι –και αυτό το κοινό βλέπω τώρα το προβάλλουν ως το δυναμικό κοινό, μέχρι 25 χρονών, δηλαδή εκεί πέφτουνε τα χρήματα στη διαφήμιση– και προτιμούσαν να τα δώσουν εκεί να ξεμπερδεύουν. Ίσως είχαν και ιδιαίτερα συμφέροντα να δοθούνε οι διαφημίσεις σε συγκροτήματα τα μεγάλα. Συν του ότι και πολλοί από αυτοί, από αυτά τα συγκροτήματα, είχαν και άλλους τρόπους να πιέζουν, πολιτικούς εννοώ βέβαια, όπου, δεν ξέρω, και με εκβιασμούς πιθανώς να παίρναν διαφήμιση που δεν δικαιούντο, εν πάση περιπτώσει. Γιατί υπήρχαν σταθμοί με 1% , εμείς μπορεί να είχαμε 10% και να παίρνει αυτός και να μη σου δίνουν εσένα. Κάτι παιζόντουσαν. Και αυτοί είχαν και πολιτική ισχύ, ας πούμε, ήταν πολλοί και από αυτοί και βουλευτές και, τέλος πάντων, εμπλεκόμενοι, εν πάση περιπτώσει.
Οπότε εσείς πότε το είδατε ότι θα πάει και στο επαγγελματικό κομμάτι;
Εγώ δεν το είδα, και αυτό ξεκίνησα να λέω και το άφησα. Εγώ το είχα τελειώσει εκεί το θέμα και ο μεγάλος μου αδερφός, ο οποίος στην πρώτη φάση ήταν πολύ… η συμμετοχή του ελάχιστη δηλαδή, πολύ μικρή, έκανε καμιά φορά κανένα πρόγραμμα με κάτι ιδιαίτερα ακούσματα που του άρεσαν, και μου λέει να τον ξανανοίξουμε. Λέω: «Δεν τον ανοίγω, δε θέλω να μπλέξω πάλι, γιατί τώρα τα πράγματα δε θα έχουνε αυτή τη χαρά που είχανε τότε και μου άρεσε πολύ». Τελικά επείσθην, γιατί δε γινόταν και να ανοίξει εδώ που τα λέμε χωρίς να εμπλακώ κι εγώ, γιατί εγώ είχα τεράστια εμπειρία σε πάρα πολλά θέματα. Και άνοιξε με, μιλάμε, αστεία κεφάλαια. Δηλαδή όταν οι άλλοι τότε ξόδευαν εκατομμύρια για να κάνουν ένα ραδιοφωνικό σταθμό, εμείς ανοίξαμε με 2 εκατομμύρια, ξέρω γω, αστείο ποσόν. Γιατί υπήρχε και το know-how, υπήρχε και προσωπική… τότε που το φτιάξαμε στα FM, μέχρι και στην κεραία ανέβαινα, να φτιάξω και την κεραία, να βάλω απάνω τα… τις κεραίες κι όλα αυτά. Και φτιάχτηκε ουσιαστικά μία ερασιτεχνική κατασκευή βέβαια, με επαγγελματικό πομπό, πολύ μικρό όμως γι’ αυτό που θα έπρεπε, και ξεκινήσαμε από τα Τουρκοβούνια, τότε ήτανε, δεν είχε ξεκινήσει ο Υμηττός. Κάποια στιγμή που άρχισαν και ανέβαιναν στον Υμηττό, είχαμε κι εμείς εδραιωθεί καλά και έτσι μπορέσαμε και κάναμε στον Υμηττό μία καλή εγκατάσταση. Και μετά κάναμε και τηλεόραση, το Jeronimo Groovy TV, η οποία βέβαια μας κυνήγησε πάρα πολύ τότε, γενικώς δηλαδή, και η ΕΡΤ, η οποία κατευθύνετο πολιτικά, και ανοίγανε απάνω μας κάποια δορυφορικά κανάλια. Γιατί στην αρχή, αν θυμόσαστε, όλα τα κανάλια τα είχε πιάσει η ΕΡΤ. Όσοι ανοίγανε και ήτανε δικοί τους ή είχανε τα μέσα, τα κλείνανε. Εμάς, ας πούμε, μας είχαν το ρωσικό κανάλι απάνω στη συχνότητα 55, το οποίο δεν το έβλεπε και κανένας βέβαια το ρώσικο το κανάλι, το οποίο δεν το κλείσανε μέχρι το τέλος. Και έπρεπε εμείς με μεγάλη ισχύ να προσπαθούμε, πάντα είχε και γραμμές όμως μέσα. Και τελικά κατάφεραν και μας εξόντωσαν από αυτήν την πλευρά και την πουλήσαμε την τηλεόραση τότε.
Να πούμε και τη συχνότητα του σταθμού.
Καλά, η, ας πούμε, τη μεσαία, που είναι τα αγαπημένα μου, ήτανε οι 800 χιλιόκυκλοι. Ήμουνα πολύ αριστερά δηλαδή στην μπάντα, ενώ οι περισσότεροι πηγαίνανε προς τους 1600-1500. Εγώ είχα πάει εκεί, η οποία και λόγω της μεγάλης ισχύος είχε την ικανότητα να μην πηγαίνει μόνο εκεί που είχε οπτική επαφή, να πηγαίνει και παρακάτω. Όσο πια πας πιο αριστερά, στους 800, τους 700, ξέρω γω πόσους, έχεις τη δυνατότητα, και ειδικά αν έχεις μεγάλο μηχάνημα, να ακούγεσαι πιο μακριά. Στο Jeronimo Groovy, το 88,9 που έχει μείνει ακόμα και τώρα, ήταν η συχνότητα. Βάλαμε και τους αναμεταδότες σε πολλές περιοχές, που σας είπα πριν, με πρωτόγονους τρόπους, οι οποίοι τότε δεν υπήρχαν κι άλλοι. Ήταν μία δικτύωση αρκετά καλή, δηλαδή ήμασταν σε πολλές πόλεις, και Πάτρα και ήμασταν και στην Κρήτη μάς… είχαμε κάνει αναμεταδότες και στην Εύβοια στο Λιχά είχαμε αναμεταδότες, μας άκουγε ο Βόλος, μας άκουγε η Λαμία. Και στη Θεσσαλονίκη, όπου είχαμε στήσει με συνεργασία του Δήμου Καλαμαριάς είχαμε, επειδή δεν μπορούσαμε να κάνουμε αναμετάδοση του προγράμματος, κάναμε κάποιες λίγες ώρες αναμετάδοση, και μετά είχαμε φτιάξει το πρόγραμμα του Δήμου Καλαμαριάς, το είχαμε φτιάξει εμείς.
Ποια θα λέγατε ότι ήταν η πιο ένδοξη, ας το πούμε, εποχή του;
Για μένα τα μεσαία, ναι. Για τον πολύ κόσμο βέβαια, και που τώρα πια δε θυμούνται… Ίσως έχουν πεθάνει και οι περισσότεροι από τα μεσαία που μας ακούγανε, αλλά τέλος πάντων αυτοί που άκουγαν το Jeronimo Groovy των FM, δόξα τω Θεώ φαντάζομαι το 99% να ζει. Διότι και σήμερα, ας πούμε, ένας τριανταπεντάρης –γιατί έκλεισε το ’05, έχουν περάσει σχεδόν 20 χρόνια– ένας τριανταπεντάρης-σαραντάρης είναι εν δυνάμει ακροατής του Jeronimo Groovy στα FM. Άρα, δηλαδή, όταν βλέπεις πάνω από 35 και πεις «Jeronimo Groovy», όλοι… Εμένα τώρα πάω και παίρνω εγώ κάτι πράγματα, ψωνίζουμε από εδώ και από εκεί, κι επειδή έχουμε μία εταιρία που λέγεται Groovy, όταν καταλαβαίνουν ότι είναι από τον Jeronimo Groovy μού τραγουδάνε τα σήματα του σταθμού. Μία κυρία τώρα, πήγε και ο Κωνσταντίνος προχθές κι άρχισε να του τραγουδάει, πολύ. Καλά τα σήματα ήτανε φοβερά, τα είχε φτιάξει ένας Παντελούς, Νίκος Παντελούς, ο οποίος ήταν ένα… δεν ξέρω, τώρα τον έχω χάσει τον άνθρωπο, φοβερός μουσικός. Μιλάμε τα σήματα αυτά δεν έχουν ξαναγίνει. Ακόμα και σήμερα, άμα ανοίξετε και βρείτε τα jingles του Jeronimo Groovy εσείς που… εσύ που είσαι και πολύ μικρή, θα δεις ότι είναι άπαιχτα αυτά, μέχρι και τώρα ακόμα.
Και εσείς πώς τη ζήσατε αυτή την περίοδο; Τι θα ξεχωρίζατε άμα ανατρέξετε;
Στα FM ή γενικότερα;
Στα FM.
Να σου πω, δεν μπορώ να πω ότι την έζησα έχοντας αναμνήσεις ιδιαίτερα θετικές, γιατί από τη στιγμή που γίνεται επάγγελμα και από τη στιγμή που η επιβίωση η επαγγελματική δεν είναι καθόλου εύκολη, αναγκάζεσαι και κάνεις πολλά πράγματα που δε σου αρέσουνε. Δηλαδή εγώ αναγκαζόμουν, ας πούμε, παρόλο που δεν έχω καμία σχέση με το αντικείμενο αυτό και ούτε είμαι και καλός στις δημόσιες σχέσεις, να δημιουργώ κάποιες δημόσιες σχέσεις με τα διαφημιστικά γραφεία, με διαφημιστικές εταιρίες. Όταν μας κυνήγαγαν και θέλανε να μας κλείσουνε, να πηγαίνω σε πολιτικούς και να τους εκθέτω, ας πούμε, τις θέσεις του σταθμού. Είχα γνωρίσει πάρα πολλούς πολιτικούς τότε, οι οποίοι δε όταν τους έλεγα «Jeronimo, από τον Jeronimo Groovy», μου λέει «Με τον Jeronimo Groovy μεγαλώσαμε», των μεσαίων κυμάτων. Δηλαδή υπήρχε μεγάλη γκάμα πολιτικών που είναι ακροατές παλιοί των μεσαίων κυμάτων στον Jeronimo Groovy. Σιγά σιγά θα αρχίσουν να πεθαίνουν τώρα κι αυτοί.
Τα πάρτι που οργανώνατε; Αυτό;
Τα πάρτι που οργανώναμε. Καταρχάς, είχαμε σκεφτεί και κάναμε… Καλά, εμείς και γενικά κάναμε πολύ πρωτοποριακά πράγματα. Εμείς όταν μεταφερθήκαμε στην περιοχή του Αμαρουσίου, σε ένα εμπορικό κέντρο, το «Αίθριο», πήραμε ένα χώρο πολύ μεγάλο. Είχε πια εδραιωθεί ο σταθμός και υπήρχε και αρκετά καλή οικονομική δυνατότητα για να τα κάνεις δηλαδή, και φτιάξαμε ένα χώρο όπου μέσα ήτανε τα στούντιο με τζάμια και από την άλλη μεριά ήτανε καφετέρια. Οπότε καθόντουσαν τα παιδιά από εκεί και κάναμε και τα πάρτι μάλιστα, που με ρώτησες, και βλέπανε τους παραγωγούς που κάνανε πρόγραμμα. Και πολλές φορές, βέβαια, συμμετείχαν κιόλας, γιατί ο σταθμός δεν είχε στεγανά. Ας πούμε, όταν ήθελε… θα ήθελε να πάρει το μικρόφωνο, τους είχαμε μικρόφωνα έξω, να κάνουν μία αφιέρωση. Αυτά τώρα μιλάμε το ’90. Πολύ παλιά, μιλάμε τώρα έχουν περάσει και 25. Ήταν πολύ πρωτοποριακά όλα αυτά που γίνανε με τον Jeronimo Groovy. Και κάναμε και τα beach party, βέβαια, τα περίφημα, τα οποία μιλάμε γινότανε ο σκοτωμός. Παρόλο που είχαμε και εισιτήριο, δεν ήταν δωρεάν τότε, και μαζευόντουσαν 10-15.000 κόσμο. Δηλαδή, κόβαμε εισιτήρια τότε 15.000. Και ήταν και ένας τρόπος στην αρχή για να επιβιώσει και οικονομικά βέβαια ο σταθμός.
Πού γινόντουσαν και πότε;
Όλη τη δεκαετία του ’90. ’89 μέχρι το ’95-’96, ας πούμε, που ήταν πολύ δυνατά όλα αυτά τα events που κάναμε. Γινόντουσαν κάτω, Γλυφάδα, Άλιμος, σε πάρα πολλά σημεία, και Ωρωπό κάναμε και στην Ύδρα είχαμε πάει – ανοιχτό πάρτι βέβαια, δε βάλαμε εισιτήρια στους Υδραίους, αλλά… Στο γήπεδο είχαμε πάει και κάναμε, και ερχόντουσαν και τραγουδιστές, γιατί όσοι ευνοούντο από μας και τους έλεγες μετά… Άφησε που κι αυτοί θέλανε, γιατί τους γινότανε… Δηλαδή μιλάμε για πάρτι, ας πούμε, σε πλατείες, θυμάμαι στο Περιστέρι είχαμε κάνει ένα πάρτι που ήταν ο Μικρούτσικος ο Αντρέας. Πρέπει να είχαν μαζευτεί στην πλατεία εκεί, δεν ξέρω, 10.000 κόσμος; Με ελεύθερη είσοδο, μόνο στα beach party βάζαμε ένα εισιτήριο. Υπήρχε τεράστια συμμετοχή, τεράστιο fan club – είχαμε και fan club και τους στέλναμε διάφορα δώρα και πολλά πράγματα, ας πούμε, έτσι και τους… ήταν πολύ ευχαριστημένοι. Και φυσικά αυτό που γινόταν και στο «Αίθριο», εκεί στο Μαρούσι, που ερχόντουσαν τα Σάββατα και κάναμε τα teen parties, ας πούμε, για πιτσιρικάδες πιο πολύ. Όπου όλοι, δηλαδή –τι να πω;– όλοι που μου μιλάνε, μου λέει: «Είχαμε έρθει και στα teen parties», δηλαδή είναι σημεία αναφοράς αυτά. Εμείς, βέβαια… γιατί ήταν δίπλα δίπλα αυτά τα δύο μέσα, οπότε είχαμε και κάμερες, τότε που δεν υπήρχε καν Ίντερνετ μιλάμε. Αφήστε που κάναμε και μια εταιρία από τις πρώτες που ήτανε Ίντερνετ. Ναι, πότε; Το ’90-’93. Και δίναμε, πώς δίνει τώρα Cosmote συνδρομή, δίναμε… πάροχοι, ήμασταν πάροχοι. Δηλαδή πρωτοπόροι, αλλά που βέβαια ίσως πιάναμε πολύ δύσκολα θέματα. Και το φοβερό σε αυτή την εταιρία που είχαμε κάνει τότε, τη δεκαετία του ’90, είναι ότι είχαμε στήσει, με mp3 τότε νομίζω υπήρχε, μία τεράστια μουσική δισκοθήκη όπου έμπαιναν, ας πούμε, οι πελάτες online και κατέβαζαν τραγούδια. Αυτά τώρα που τα βλέπουμε και είναι απλά πράγματα, γιατί κι εγώ στο κινητό μου τώρα θα πάω στο Google και θα βάλω και θα ακούσω κάποια τραγούδια, τότε βέβαια ούτε κατά διάνοια υπήρχανε. Και έμπαιναν όλοι, ας πούμε. Μπορεί να είχαμε και 10.000 κομμάτια. Όχι μόνο αυτά που παίζαμε, και άλλα, τα οποία τα είχαμε σε σκληρούς δίσκους. Μιλάμε για πάρα πολύ μεγάλο κόστος για να γίνουν όλα αυτά. Τα οποία πήγαν άδοξα τελικά, δηλαδή δεν απέδωσαν. Βέβαια, απέδωσαν απ’ την άποψη ότι λόγω πρωτοπορίας πολλά προϊόντα… Γιατί είχαμε πρωτοκλασάτα εμείς, δεν είχαμε της γειτονιάς το διαφημιζόμενο, είχαμε την Coca-Cola, είχαμε το Μilko, είχαμε τα πατατάκια τα, ξέρω γω, Lay’s τότε – υπήρχαν τότε; δε θυμάμαι, μπορεί να μην υπήρχαν και τα Lay’s τότε. Δηλαδή είχαμε όλο τον αφρό των προϊόντων και τους κάναμε και παράλληλα διάφορα πρωτοποριακά πράγματα στο Ίντερνετ, όπου το πιο πολύ ήταν ένα πρόγραμμα, το… Flash λεγότανε; Όπου κάναμε σαν κινούμενα σχέδια. Αυτά τότε δεν υπήρχανε δηλαδή. Κι αυτά τα έκανε, να ’ναι καλά, ο Χάρης ο Καρώνης, δούλευε τότε σ’ εμάς, ένα παιδί που δεν ήταν και του χώρου, αλλά ήτανε από τότε, δηλαδή φαινότανε ο άνθρωπος ότι ήτανε πολύ πρωτοπόρος και φοβερά επίμονος και τα έψαχνε όλα και τελικά κατάφερνε απίστευτα πράγματα.
Να πάμε λίγο στις εκπομπές; Πώς διαμορφωνόταν μια εκπομπή και το πρόγραμμα ολόκληρο του σταθμού πώς το φτιάχνετε;
Ναι, το πρόγραμμα κατά κύριο λόγο κάποια χρόνια ασχολείτο ο άλλος αδελφός μου, ο Πάνος. Στην αρχή ήταν πολύ ελεύθερα τα πράγματα, ώσπου κάποια στιγμή άρχισε να μπαίνει και ένα είδος playlist για να έχουμε μια καλύτερη επαναληπτικότητα κάποιων κομματιών που ήταν μεγάλα χιτς και ο κόσμος ήθελε να τα ακούει. Γιατί αν άφηνες και τελείως ελεύθερους τους παραγωγούς θα παίζαν αυτά που τους αρέσανε, που πολλές φορές ήτανε και ιδιαίτερα κομμάτια, περιθωριακά, ο καθένας μας έχει τη λόξα του. Οπότε υπήρχε προς το τέλος κι ένα, δηλαδή τα τελευταία χρόνια, κι ένα playlist που γινότανε από εμάς και που είχε και μεγάλη επιτυχία. Διότι υπήρχαν κάποιες διαβαθμίσεις, ας πούμε, ώστε να ακούγονται επιτυχίες ως επί το πλείστον και να μη βάζουνε και σαβούρες μέσα. Ήταν απαραίτητο από ένα σημείο και έπειτα όταν υπήρξε και ένας πιο έντονος ανταγωνισμός. Αν και ουσιαστικά ανταγωνισμό ο Jeronimo Groovy ευτυχώς δεν είχε και ποτέ του, ήτανε πρώτος από την πρώτη στιγμή μέχρι την τελευταία. Απλώς την πρώτη στιγμή φτάσαμε σε ένα σημείο που οι ακροαματικότητες οι πραγματικές… Γιατί, βέβαια, οι εταιρίες ξέραμε πώς δουλεύανε και ξέρουμε ακόμα πόσο επηρεάζονται από διάφορα και λοιπά, μας βάζανε να είμαστε στη γενική κατάταξη δηλαδή και δεύτεροι και τρίτοι. Δηλαδή δε θυμάμαι τώρα ποιοι ήταν, ήταν ο 984 ο του Δήμου, ο δημοτικός σταθμός όταν ξεκίνησε η ελεύθερη ραδιοφωνία. Ο δημοτικός σταθμός ο 984 ήτανε πρώτος επί πολλά χρόνια με ένα τεράστιο ποσοστό, μπορεί να ήταν και 40-45%. Και εμάς μας δίναν, ας πούμε, 15, ήμασταν δεύτεροι, τρίτοι, εκεί παίζανε. Αλλά βέβαια ποτέ δε μας βάλανε κι εκεί που ήμασταν, γιατί σου λέει: «Τώρα δε θα βάλουμε τώρα και τους ερασιτέχνες να είναι πάνω από όλους». Δεν τους πήγαινε. Και εξάλλου, τα ξέρουμε αυτά, υπάρχουν και συμφέροντα εκεί μέσα. Γιατί εγώ τα έχω ζήσει και όλους αυτούς που ακούω και τώρα που κάνουν και τις πολιτικές έρευνες έχουν περάσει από μένα. Οπότε, εντάξει, πάλι καλά και που είχαμε και αυτά που είχαμε, στα γραπτά εννοώ αποτελέσματα.
Οι ραδιοφωνικοί παραγωγοί, πώς τους επιλέγατε, έτσι, ποιοι ήταν οι πιο…;
Στέλναν κασέτες και επελέγοντο ανάλογα. Δεν ήταν το μουσικό κριτήριο βέβαια, ήτανε η προσωπικότητα του καθενός. Φαινόντουσαν.
Τι μέτραγε πιο πολύ για σας;
Η προσωπικότητα και ο τρόπος που επικοινωνούσαν με τον κόσμο. Ήταν πολύ σημαντικό αυτό το στοιχείο, εννοώ στην περίοδο τώρα των FM.
Ποιους ξεχωρίζετε από τους…;
Πέρασαν πολλά ταλέντα. Μία σημαία βέβαια που ήτανε και έμεινε μέχρι το τέλος, μπήκε στο σταθμό 17 χρονών το ’88 –πότε ήτανε;– και έφυγε –πόσο χρονών; ξέρω γω– άντρας πια μεγάλος, ήταν ο Τάκης ο Φωτίου. Ο οποίος αγαπούσε και πάρα πολύ το σταθμό και τώρα, μέχρι και τώρα τον βλέπουμε κάποιες φορές. Τέλος πάντων, είναι μια σημαία του σταθμού. Υπήρχαν όμως και άλλοι παραγωγοί οι οποίοι είχανε φοβερό ταλέντο, και ιδιαίτερα σε, σε κωμικά προγράμματα, όπως ήταν ο Μανωλόπουλος με τον Μανωλάκο που κάναν… άφησαν εποχή, κάνανε φοβερά σατιρικά πράγματα. Όπως ήταν ο Πέτρακας που ήταν και αυτός ένας παραγωγός με ιδιαιτερότητα. Βέβαια, όλοι αυτοί πολύ επικίνδυνοι, διότι επειδή ήτανε χύμα μπορούσαν άνετα να σου δημιουργήσουν πρόβλημα. Μη νομίζετε, και αυτή η ελευθερία που υπήρχε στο σταθμό ήταν και ένας λόγος που τελικά δεν αντέξαμε. Διότι μας βάζανε από πρόστιμα που δημιουργούντο μέσα από κάποιους παραγωγούς και το βράδυ και τα λοιπά. Όπως ένα τεράστιο πρόστιμο –δε θυμάμαι, 30.000 ευρώ νομίζω– μας είχαν βάλει επειδή ένας παραγωγός του σταθμού το βράδυ, στις 3:00 τα ξημερώματα, είχε βγάλει έναν ακροατή –τότε ήταν που είχαν κάψει μια ελληνική σημαία κάπου και τα λοιπά– και του είπε ο ακροατής –καλά, κι αυτός που ήταν ο παραγωγός ήτανε μεγάλο, μεγάλο μούτρο– και του είπε ότι «Πώς τον αφήσανε», λέει, «να κάψει», λέει, «την ελληνική σημαία; Έπρεπε να», ξέρω γω, είπε κάποια άσχημα λόγια εκείνη τη στιγμή. Και τα ακούει από το Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο μία –3:00 η ώρα τα ξημερώματα τι έκανε αυτή η γυναίκα δεν ξέρω– μία του… αριστερή, τέλος πάντων, ήτανε, από τις αριστερές, και η οποία το έκανε το θέμα τεράστιο και μας βάλανε πρόστιμο 30.000 ευρώ. Δηλαδή μιλάμε για απίστευτες καταστάσεις. Και δεν έφταιγε κι ο σταθμός, γιατί ο ακροατής το είπε. Βέβαια και ο παραγωγός ήταν κι αυτός κάπως παρόμοιου επιπέδου, οπότε τι να πούμε; Το φάγαμε, έπρεπε να το πληρώσουμε.
Άλλα, έτσι, ενδιαφέροντα περιστατικά είτε ευτράπελα αλλά είτε και πολύ ωραίες στιγμές που να σας έρχονται στο μυαλό;
Πολύ ωραίες στιγμές, παρόλο που είχαν τεράστιο άγχος, ήταν όταν έβλεπες τις παραλίες τότε με τα beach party να ξεχειλίζουν από κόσμο, χιλιάδες κόσμο, και να φεύγουν όλοι τους ενθουσιασμένοι. Αυτά έχουν μείνει μνήμη στη ζωή τους, αυτά τα beach party του Jeronimo, δεν έχουν ξαναϋπάρξει. Νομίζω αυτό ήτανε πολύ ευχάριστο δηλαδή σαν μνήμη. Βέβαια, υπήρχαν και κίνδυνοι γιατί μπορούσαν και να τσακωθούνε, να υπάρξουν και κάποιες εμπλοκές. Πολλοί μπαίνανε και στη θάλασσα και φοβόμασταν πολύ μην πνιγεί και κανένας. Υπήρχε μεγάλη… υπήρχαν μεγάλοι κίνδυνοι τότε, αλλά όταν τελειώνανε και όλα είχαν πάει καλά, ήτανε μια μεγάλη ικανοποίηση και είναι και πράγματα που μείνανε στην ιστορία αυτά δηλαδή τα πάρτι.
Πότε ξεκίνησαν οι πιο μεγάλες δυσκολίες; Μετά που πάμε μπροστά προς το–
Προς το τέλος.
Ναι.
Ξεκινήσανε μετά από ατυχίες όπως ήταν αυτή και με τα πρόστιμα, αλλά και κάτι άλλα τέλος πάντων, που δεν ενδιαφέρουν και τον κόσμο. Οπότε μπήκαν και τεράστια… τόκοι και σου ’πα και μου ’πες, και βγήκε ένα ποσό πάνω από 100.000. Ήταν ένα χαστούκι αυτό, μετρητά ξαφνικά να θέλεις 100.000 και άλλες 30 το πρόστιμο και να τρέχουν και τα άλλα έξοδα είχε υπάρξει πια αδιέξοδη κατάσταση, οπότε αυτά ήταν τα δύσκολα. Και το κλείσιμο, ας πούμε, ήτανε φοβερή στιγμή, ειδικά και για μένα, γιατί, εντάξει, το θεωρούσα σαν παιδί μου πια αυτό το σταθμό, αλλά και για τους παραγωγούς και όλοι. Κι οι περισσότεροι, δυστυχώς, μετά από αυτό δεν ξαναζήσανε αυτές τις στιγμές. Δηλαδή και αν βρήκαν κάπου αλλού, αυτή την ατμόσφαιρα και αυτές τις στιγμές που σας περιγράφω δεν τις ξαναζήσαμε πουθενά.
Ήταν οικογενειακό το κλίμα;
Ήταν οικογενειακό, φιλικό. Ήτανε πάρα πολύ ωραία, πάρα πολύ ωραία περίοδος.
Να πούμε και για την τελευταία εκπομπή;
Τελευταία εκπομπή, δυστυχώς,. Τέλος πάντων, έγινε ένα τελευταίο πρόγραμμα από τον Τάκη τον Φωτίου, αυτό το παιδί που ήταν από τους πρώτους που ξεκίνησαν, πάρα πολύ συγκινητική και τα λοιπά και τα λοιπά. Και μετά ανέλαβα εγώ και ο Κωνσταντίνος που είναι και εδώ σήμερα κοντά μας, ο οποίος ήταν 12 χρονών τότε, αλλά έκανε και εκπομπές, ήτανε–
Από πότε έκανε;
Από πολύ μικρός, αλλά μικρός έκανε με τη συνοδεία κάποιου μεγάλου που έβαζε τα τραγούδια, τέλος πάντων, ή στην αρχή αρχή τις μαγνητοφωνούσαμε για να μπορέσουμε να τον βγάλουμε προς τα έξω. Άλλα 12 χρόνων έκανε κανονικά με κονσόλα, μόνος του το έπαιζε το παιχνίδι. Και ήταν και πάρα πολύ καλός, όπως είναι και τώρα, αλλά δυστυχώς δεν ασχολείται. Εγώ το έχω μαράζι και του έχω πει. Θα μπορούσαμε, εμείς το δικαίωμα το όνομα δεν το έχουμε πουλήσει, το Jeronimo Groovy μας ανήκει, θα μπορούσε και τώρα. Βέβαια, εντάξει, το διαδίκτυο δεν είναι στα ραδιόφωνα τόσο ισχυρό μέσον και απορώ γιατί. Γιατί πραγματικά είναι πολύ διαδεδομένο πια, όλοι έχουνε πολύ καλές γραμμές, πολύ καλή ποιότητα ήχου. Δεν ξέρω γιατί δεν έχει εξελιχθεί στο Διαδίκτυο το ραδιόφωνο. Εγώ του λέω: «Ξεκίνα το, ρε παιδί μου». Εντάξει, ξέρουμε ότι στο διαδίκτυο δε θα έχει καμία σχέση με παλιά. Αφού του λέω να μου κάνει κι εμένα ένα και να παίζω τα δικά μου, να λέω… vα βγάλω Jeronimo Groovy μεσαίων κυμάτων και θα παίζω τα τραγούδια του ’60, ’70, του ’80. Δεν μου το κάνει, δεν ξέρω γιατί.
Και για να πούμε γι’ αυτή την τελευταία εκπομπή, λοιπόν, τι συνέβη;
Στο τέλος, αφού εξήγησα αυτά που σας είπα και πριν –τους λόγους, που βασικά ήταν οικονομικοί, και τα μεγάλα συμφέροντα και τα λοιπά–, τα είπα όλα να ξεσπάσω, ας πούμε, μετά πήρε το μικρόφωνο ο Κωνσταντίνος, έκανε μια τελευταία αποφώνηση και είπε –γιατί πάντα έτσι κλείναμε ως ερασιτέχνες, με το sign off, δηλαδή ότι σβήνω τα μηχανήματα– αφού είπε κάποια πράγματα, λέει: «Από Jeronimo Groovy και λοιπά, sign off» και κλείσαμε τους διακόπτες και έμεινε το φύσημα στη συχνότητα. Δηλαδή αυτά μας είπαν μετά όλοι κλαίγαν, ας πούμε, όταν το άκουσαν. Αυτή είναι περίπου η ιστορία, με πολλά άλλα βέβαια, που πόσο θα κρατήσει αυτή η εκπομπή; Θα κουραστεί κι ο κόσμος.
Κάτι άλλο που θα θέλατε να προσθέσετε ή μάλλον το όνειρό σας για το μέλλον είναι;
Το όνειρό μου για το μέλλον είναι να μπορώ να περπατάω, να είμαι όσο καλύτερα γίνεται γιατί δεν είμαι και στα καλύτερά μου. Τέλος πάντων, και να μην ταλαιπωρηθούμε από δω κι έπειτα, γιατί βλέπω πολλούς που ταλαιπωρούνται και δε θέλω να ταλαιπωρηθώ.
Όλη αυτή η αναδρομή πώς σας κάνει να νιώθετε; Όλη αυτή η ιστορία του Jeronimo;
Πολύ καλά, βέβαια, γιατί ήταν η αγαπημένη μου. Έχω κάνει πολλές δουλειές στη ζωή μου πριν από αυτό, δεν ήτανε η δουλειά που έδωσε τα καλύτερα, δηλαδή οικονομικά, από αυτά που πέρασα. Δηλαδή και μετά που έκλεισε ο Jeronimo, έκανα και άλλη δουλειά που ήταν πιο προσοδοφόρος, δεν ήταν εκεί το θέμα μου, ότι βγήκαν τα πολλά χρήματα. Αλλά ήταν, όπως και να το κάνουμε, ακόμα και στα FM, ήταν κάτι που μου άρεσε. Ήταν κάτι που μου άρεσε, σίγουρα ήταν η καλύτερη δουλειά που έχω κάνει, όχι η κερδοφόρος καλύτερη, αλλά ψυχικά καλύτερη. Και ειδικά αυτά που μου μένουν ακόμα πιο αναλλοίωτα στη μνήμη είναι τα πρώτα, τα ερασιτεχνικά χρόνια των μεσαίων κυμάτων δηλαδή, που ήταν πολύ πιο αγνά τα πράγματα, δεν είχα καθόλου πίεση, ενώ μετά υπήρξε μεγάλη πίεση. Αυτά ήταν τα ωραία χρόνια για μένα. Έχω γνωρίσει πολλούς φίλους κι ακόμα μέχρι και τώρα πολλούς από… πολλοί από αυτοί έχουμε επαφή καλή. Τώρα πια, παρόλο που είμαι σ’ αυτή την ηλικία, αν μπορούσα θα έκανα κάτι, δηλαδή εγώ είμαι, έχω τη φλόγα ακόμα μέσα μου, αλλά δε με βοηθάνε. Εγώ τώρα με το Ίντερνετ δεν μπορώ να… Εγώ τότε έστηνα τους σταθμούς με τα καλώδια, με τις κεραίες. Τώρα θέλει τεχνολογία. Εγώ στην τεχνολογία το μόνο που έχω καταφέρει είναι να έχω το κινητό και να… ενώ βλέπω και πολλούς που δεν το χειρίζονται, να μπαίνω στο Google, να βλέπω πράγματα, να ψάχνω πράγματα. Αυτό. Δεν έχω επαφή με την τεχνολογία που να μου επιτρέπει να κάνω ένα βήμα. Αυτά είναι.
Τέλεια. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ!
Εγώ σας ευχαριστώ.
Θα μου εξηγήσετε λίγο παραπάνω για το τεχνικό κομμάτι, πώς κατασκευάσατε τα μηχανήματα;
Εγώ θα εξηγήσω τώρα για τα μεσαία κύματα, που τα φτιάχναμε μόνοι μας. Όχι μόνος μου, όσο ανέβαινε το επίπεδο της ισχύος έμπαιναν κι άλλοι στην παρέα. Το τελευταίο μηχάνημα, που άφησε και την εποχή γιατί ήτανε κολοσσός… Δηλαδή η ισχύς του, φαντάσου, ήτανε σαν αυτά που παίζουνε τώρα στα FM, κάτι αντίστοιχο σε ισχύ ερασιτεχνικό. Το οποίο δεν μπορούσε να το φτιάξει βέβαια ούτε ο Τσάρλι ούτε η άλλη παρέα η αρχική. Φέραμε έναν άλλο φίλο από, φαντάσου τώρα, από τα Πατήσια ήταν ο Ιωνάς, ένα παιδί ο οποίος ήτανε φοβερός εγκέφαλος, για να μπορέσουμε να το ξεκινήσουμε. Δηλαδή το είχαμε φτιάξει, αλλά δεν μπορούσαμε να το… να εκπέμψει δεν μπορούσε, κάτι του έλειπε. Και ήρθε αυτός ο Ιωνάς, ήτανε συγκεκριμένα, ήθελε κάποιο ειδικό, δηλαδή κάποια… είχε μια ιδιαιτερότητα, αυτές οι λυχνίες είχανε. Και ήρθε αυτός ο Ιωνάς και το καταφέραμε και άνοιξε επιτέλους αυτό το μηχάνημα. Αυτές τις λυχνίες, λοιπόν, τώρα που θυμάμαι, λεγόντουσαν 4-1000 και ήτανε λυχνίες, οι οποίες χρησιμοποιούντο στα υποβρύχια του Πολεμικού Ναυτικού ως σόναρ. Ή στα υποβρύχια ή στα πλοία για να βρίσκουν υποβρύχια, μάλλον αυτό, ναι, στα πλοία που εντόπιζαν τα υποβρύχια. Αυτές, λοιπόν, είχαν κάποιες προδιαγραφές και προφανώς μετά που παίζαν κάποιες ώρες και τις θεωρούσαν ότι είχαν, ας πούμε, εξαντλήσει την διάρκεια ζωής τους, τις… κάποιοι τώρα μέσα από τα πλοία, αφού τις αλλάζανε και βάζαν τις καινούργιες στα πλοία, τις βγάζανε και τις πουλάγανε στο Μοναστηράκι και από εκεί εγώ πήγαινα, ας πούμε, και ψώνιζα τέτοιου είδους υλικό. Αυτές ήταν κάτι τεράστιες λάμπες, δηλαδή μιλάμε –πώς να το πω;– σαν… η καθεμία ήταν σαν αυτές τις γυάλινες, τις στρογγυλές που έχουν τα χρυσόψαρα. Και ήτανε δυο τέτοιες τεράστιες λάμπες και ο ενισχυτής πάλι ήτανε τέσσερις, λίγο πιο μικρές, πάλι τέσσερις, αυτές ήταν 4-1000, οι άλλοι ήταν… οι άλλες ήταν 4-400. Και, καταλαβαίνετε τώρα, μέχρι να μπορέσει όλο αυτό το πράγμα που φτιάξαμε να λειτουργήσει περάσανε μήνες και μήνες δοκιμών. Και συνέχεια, ας πούμε υπήρχαν προβλήματα διότι σπινθηρίζανε λόγω της ισχύος. Ας πούμε, ο ενισχυτής για να καταλάβεις τώρα αυτοί που ξέρουν λίγο θα καταλάβουν, ήταν γύρω στα 2.500 βατ ο ενισχυτής. Γιατί αυτές οι λυχνίες έπρεπε να τις διαμορφώσεις ανόδου, δεν ήτανε λυχνίες που μπορούσες να τις διαμορφώσεις από άλλο τρόπο με λιγότερη οδήγηση. Έπρεπε να έχεις έναν ενισχυτή που είναι περίπου ο μισός της ισχύος του μηχανήματος. Λοιπόν, τέσσερις, λοιπόν, 4-400, δύο 4-1000. Όλα αυτά τα βρίσκαμε στο Μοναστηράκι που τα βγάζανε έξω, αφού είχαν ξεζουμιστεί στα πλοία ως σόναρ για εντοπισμό υποβρυχίων, τα έβρισκες εκεί πέρα στα παλιατζίδικα δηλαδή και τις έπαιρνες. Τώρα όλα τα άλλα δεν μπορώ να… κι ήταν και κατασκευές ιδιόχειρα. Αυτός ο μετασχηματιστής που –όχι μετασχηματιστής, τέλος πάντων– που πήρα φωτιά τότε, που είπα πριν, ήτανε καθαρά… Πηγαίναμε στα μηχανουργεία, στις τράντζες κι αυτά και μας κάνανε δικές μας εμπνεύσεις, ας πούμε. Γι’ αυτή… αυτά για να συντονιστούν θέλουν κάποιες χωρητικότητες, ας πούμε, πρέπει να σπρώχνεις μέσα ή έξω τα δύο αυτά μεταλλικά τεράστια κουτιά, να μπαίνουν και να βγαίνουν για να μπορέσεις να βρεις τη συχνότητα τη σωστή. Όλα τα άλλα βέβαια, εντάξει, είχανε ξοδευτεί και πολλά λεφτά σε δοκιμές. Γιατί ο αυτός ενισχυτής για να λειτουργήσει με 2.500 βατ περνούσε από έναν διαμορφωτή, τον οποίο μάλιστα είναι και το μόνο που έχουμε εδώ, μας έμεινε ένα μηχάνημα, ένα… μετασχηματιστής τεράστιος. Αλλά αυτό για να περάσει από εκεί μέσα, τόσο μεγάλη ισχύς ενισχυτού, τον έκαιγε, σπινθήριζε. Δηλαδή εκεί που έπαιζε η μουσική και χτύπαγαν τα μπάσα, καιγότανε. Το οποίο κόστιζε πολλά λεφτά για να τον ξαναφτιάξεις. Και τελικά σκεφτήκαμε τότε, εγώ το είχα σκεφτεί, και τον βάλαμε μέσα σε μία λεκάνη τεράστια με λάδι αυτοκινήτου μέσα όλο, δηλαδή μπήκε μέσα στο λάδι, και από τότε σταμάτησαν οι σπινθηρισμοί, σωθήκαμε. Μετά δεν ξανασπινθήρισε ποτέ. Έτσι, αυτή ήταν η κατάστασις.