© Copyright Istorima
Istorima Archive
Τίτλος Ιστορίας
Η ιστορία της Μαυροθάλασσας και του Πύργου Σερρών από την Γεωργία Πολύζου
Κωδικός Ιστορίας
23592
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Γεωργία Πολύζου (Γ.Π.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
29/11/2022
Ερευνητής/τρια
Δημήτρης Τζεβελέκος (Δ.Τ.)
[00:00:00]Καλησπέρα.
Καλησπέρα.
Είμαστε σήμερα εδώ με τη Γεωργία Πολύζου. Είμαι ο Δημήτρης Τζεβελέκος, ερευνητής για το Istorima –
Γεια σου Δημήτρη.
Η ημερομηνία είναι 30/11/2022 και η συνέντευξη θα διεξαχθεί στο σπίτι της αφηγήτριας, στην Αθήνα.
Ναι.
Γεωργία ξεκινώντας, θα ήθελες να μας πεις λίγα πράγματα για σένα;
Ναι, βεβαίως. Για να ξεκινήσουμε, να ξεκινήσουμε από τη γέννηση; κανονικά; Απ’ το bing bang,ok, έγινε. Λοιπόν, γεννήθηκα το 1981 στη Σέρρες και έμεινα στο χωριό των γονιών μου και δικό μου φυσικά, στη Μαυροθάλασσα Σερρών, μέχρι την ηλικία των 2 ετών, το 1983, όπου και εκεί αποφάσισαν οι γονείς μου να αναζητήσουν ένα καλύτερο μέλλον για μένα και για τους ίδιους και έτσι, κατεβήκαμε στην Αθήνα. Το πρώτο μας σπίτι ήτανε στην Καλλιθέα. Τα παιδικά μου χρόνια τα έχω περάσει εκεί, στην περιοχή των Τζιτζιφιών. Πάρα πολύ ωραία χρόνια, δεκαετία του 1980, αρχές 1990, υπέροχα χρόνια βασικά, ανέμελα, με πολύ παιχνίδι και πολύ όμορφες αναμνήσεις και ελευθερία και φυσικά τα καλοκαίρια μου τα πέρναγα στο χωριό. Η αγάπη μου για το χωριό χτίστηκε με τα χρόνια και είναι και στη φύση μου, είναι ο χαρακτήρας μου τέτοιος, πάντα να κρατάω τις ρίζες μου ζωντανές. Δε θέλω να ξεραίνονται οι ρίζες, και μεταφορικά και κυριολεκτικά. Αποφεύγω να έχω ζωντανά φυτά στο σπίτι μου, γιατί δεν μπορώ να τα φροντίσω, οπότε έχω τύψεις μετά. Κάθε χρόνο, λοιπόν, που πήγαινα, αγαπούσα λίγο περισσότερο τον χώρο που πήγαινα, το χωριό, γιατί καταλάβαινα πάντα και κάτι παραπάνω όσο περνούσαν τα χρόνια. Οπότε αυτό με τα χρόνια μας οδηγεί, σιγά σιγά, όταν δέχτηκα την πρόταση της Μαρίας – λησμονώ το επίθετό της –, δεν μπορώ να την προσφωνώ πλέον ως κυρία Μαρία, διότι έχει φύγει από τη ζωή, δυστυχώς πολύ νέα. Δέχτηκα με μεγάλη χαρά την πρότασή της να μιλήσω για τα 100 χρόνια της Μαυροθάλασσας, 100 χρόνια από τη σύσταση του χωριού, όπως το γνωρίζουμε τώρα. Με μεγάλη μου χαρά έκανα την έρευνά μου και μίλησα στην εκδήλωση για το χωριό μας, το οποίο το αγαπώ, το λατρεύω και το έχω σε ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου.
Πότε έγινε αυτή η εκδήλωση, αν επιτρέπεται;
Αυτή η εκδήλωση πήρε μέρος το 2017 ή το 2018, καλοκαίρι. Νομίζω το 2017, αν δεν απατώμαι. Δεν το θυμάμαι να στο πω σίγουρα. Μπορείς όμως να το αναζητήσεις στην κοινότητα της Μαυροθάλασσας αυτό, είναι πολύ εύκολο να το βρεις. Εκεί, λοιπόν, ήταν ένα καλοκαίρι πάρα πολύ ενδιαφέρον. Το θεώρησα και λίγο καρμικό, αν θέλεις, γιατί ήτανε η πρώτη χρονιά όπου ανακαίνισα το σπίτι του παππού μου και έμεινα, μετά από πάρα πολλά χρόνια που έχουν πεθάνει οι παππούδες μου και νομίζω ότι ήτανε κάτι που… σαν κάτι να μου μίλαγε από το παρελθόν, ότι κάτι ήθελε να μου πει το παρελθόν. Αυτή η αγάπη που έχω για το χωριό, προσπαθώ να τη μεταφέρω και στα παιδιά μου, γιατί θεωρώ ότι είναι ένας πολύ υγιής τόπος να μεγαλώσουν τα παιδιά, τα καλοκαίρια τους, να αποκτήσουν αναμνήσεις, φιλίες και προπαντός αυτό που σου είπα στην αρχή, να μην χάνουν τη ρίζα. Όσο ξέρουμε τη ρίζα μας, τόσο δυναμώνουμε. Η ρίζα είναι αυτή που θα μας κάνει πιο δυνατούς, οι ρίζες μας. Και έτσι ξεκίνησα να ψάχνω λίγο την ιστορία του χωριού και πιο ιδιαίτερα του οικισμού του Πύργου. Για ποιο λόγο το λένε Πύργο; Ποιοι ήταν οι πρώτοι που δημιούργησαν αυτόν τον οικισμό; Πάνω σε τι στηρίχτηκε το χωριό μας; Πώς ξεκίνησε όλο αυτό; Γιατί επέλεξαν το σημείο αυτό, για να δημιουργηθεί ένας οικισμός; Ποιοι είναι όλοι αυτοί που ζούνε εκεί; Ποια είναι η συγγένειά τους; Γιατί στον Πύργο υπάρχουν οικογένειες, οι οποίες συγγενεύουν πάρα, πάρα πολλά χρόνια πίσω, είτε άμεσα είτε έμμεσα και συγγενεύουν και με γύρω χωριά, που είναι εξίσου παλιά, χρονολογικά μιλώντας πάντα, αυτά. Σε ακούω.
Τί διαπίστωσες μέσα απ’ αυτήν την έρευνα με τη Μαρία; Πότε περίπου χρονολογικά εγκαθίσταται αυτός ο οικισμός, γνωρίζουμε;
Σε μία… Δεν μπορώ να πω ενδελεχή, γιατί δεν είχα και το χρόνο, δεν είχα και τα μέσα να κάνω την έρευνα που θα ήθελα, το οποίο το έχω στο [00:05:00]μυαλό μου σαν κίνηση να γίνει αργότερα, αλλά έμαθα από πηγές και ψάχνοντας, ότι υπάρχουν αρχεία στο μουσείο της Αμφίπολης, τα οποία μας τοποθετούν, τοποθετούν τον οικισμό του Πύργου, όχι ως Πύργος, όμως, έτσι; Ως οικισμός, στην περιοχή που βρίσκεται τώρα και λίγο προς τα ανατολικά του χωριού μας, πηγαίνοντας δηλαδή προς τον Αχινό, μας τοποθετούν εκεί περίπου στην περίοδο του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Ok.
Και πώς αυτό… πώς μπορεί να συνδεθεί; Δεν υπάρχουν δεδομένα ως ανασκαφές, κατάλαβες τί εννοώ, στοιχεία απτά, ότι: «Ξέρεις, υπάρχουν αυτά τα στοιχεία τα οποία μας αποδεικνύουν αυτό», απλά στα έγγραφα που υπάρχουν – έγγραφα –, σ’ αυτά που έχουν βρεθεί, στα αρχαιολογικά ευρήματα, παρουσιάζεται ένας οικισμός ανατολικά του Στρυμώνα, προς την περιοχή του Αχινού, ο οποίος έχει μεταφερθεί από στρατεύματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τα οποία περάσανε από την περιοχή του Αφγανιστάν, Πακιστάν, σε εκείνη την περιοχή. Καραβάνια, οι οποίοι ήτανε άριστοι τεχνίτες πλοιαρίων και του ξύλου, όπου χρησιμοποίησαν την –ας μη γελιόμαστε, δεν ήταν ελεύθεροι, τους πήραν και τους μετέφεραν – για τη δημιουργία στόλου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το οποίο ξέρουμε ιστορικά ότι δημιουργήθηκε στόλος στην Αμφίπολη, έπλευσε κατά μήκος του Στρυμώνα για να βγει στη θάλασσα. Οπότε, ιστορικά μιλώντας πάντα, υπάρχει οικισμός ο οποίος τοποθετείται σε εκείνο το σημείο, οι οποίοι είναι εξαιρετικοί μαραγκοί, ξέρουν να δουλεύουν το ξύλο και έχουν έρθει από εκείνες τις περιοχές. Ένα άλλο στοιχείο το οποίο συνέλεξα στην έρευνα αναφέρει ότι ήταν εξίσου καλοί πολεμιστές. Σίγουρα δεν ανήκαν στον Μακεδονικό Στρατό, γιατί ήταν ελληνικός, αλλά μπήκαν, γίνανε και αυτοί. Σαν να ομογενοποιήθηκαν στον στρατό του Μεγάλου Αλεξάνδρου και ήτανε – εξαιτίας της καταγωγής; Αυτό δεν το έψαξα, δεν το ξέρω κιόλας –, ήταν αυτοί που κρατούσαν τα φλάμπουρα. Και έχουμε στοιχεία στο χωριό και σημερινά στοιχεία, σε διάφορες γιορτές θρησκευτικές, στις οποίες έχουμε τα φλάμπουρα, έχουμε κάποια στοιχεία εθίμων της τότε εποχής. Είναι στοιχεία τα οποία έχουνε διανύσει τους αιώνες, έχουνε μείνει και έχουν γίνει δικά μας.
Έχουμε και χωριό.
Μπράβο, έχουμε και χωριό πολύ κοντά.
Ναι, πολύ κοντά.
Έτσι, το Φλάμπουρο. Έχουμε και το χωριό μας το οποίο είναι πολύ κοντά, το οποίο συνδέεται συγγενικά με τον οικισμό του Πύργου. Όλα αυτά δεν υπάρχουν, ξαναλέω, ιστορικά στοιχεία που να αποδεικνύουν, απτά στοιχεία που να αποδεικνύουν αυτά που λέγονται, αλλά βλέποντας την καθημερινότητα και κάποια στοιχεία της σημερινής εποχής, παραλληλίζοντας την τότε εποχή, θεωρώ ότι, όντως, ο οικισμός αυτός υπήρχε. Και ανά τους αιώνες έχει δώσει κάποιο στίγμα, δηλαδή φεύγοντας μετά από τον Μέγα Αλέξανδρο, πηγαίνοντας προς τη βυζαντινή ιστορία, εκεί έχουμε μαρτυρίες ότι έχουμε παρουσία της Βασίλισσας Μάρως, πριγκίπισσα της Σερβίας, η οποία παντρεύτηκε τον Σουλτάνο Μεχμέτ – δε θυμάμαι, μπορεί να κάνω και λάθος το όνομα, κρατάω μία μικρή επιφύλαξη σ’ αυτό – η οποία ήταν χριστιανή, δεν ασπάστηκε ποτέ το Ισλάμ, το μουσουλμανισμό. Είχε την εύνοια του Σουλτάνου, η οποία Μάρω, η πριγκίπισσα Μάρω, εμφανίζεται σε κάποια γραπτά, νομίζω του Αποστόλου Παύλου, τα οποία βρίσκονται σε Μονή του Αγίου Όρους – μου διαφεύγει η Μονή, άλλο ένα στοιχείο, είναι αυτά όλα τα γραπτά που σου έλεγα –
Ναι, αυτά είναι λεπτομέρειες, είναι δύσκολο να τα συγκρατήσεις.
Είναι αυτά τα γραπτά που σου έλεγα, η οποία όμως εμφανίζεται σ’ αυτά να περνάει, παίρνει τα δώρα του Χριστού και τα περνάει από το χωριό. Μένει με τους αυλικούς της, μένει στο χωριό και δημιουργεί τους πύργους, οι οποίοι είναι… ένας είναι στη Δάφνη, ένας ήταν σ’ εμάς και ο τρίτος βρίσκεται έξω από την Ευκαρπία, πηγαίνοντας προς Κερδύλλια. Λοιπόν [00:10:00]αυτοί οι 3 πύργοι λέγονται ότι –
Κοντά στο Καστρί, νομίζω.
Μπράβο, κοντά στο Καστρί, ακριβώς. Αυτοί οι 3 πύργοι λέγονται ότι επικοινωνούσαν υπογείως, εξ’ ου και η ονομασία του χωριού, εξ’ ου και η ονομασία του Πύργου μάλλον, από τον πύργο της Μάρως. Η διαμονή της Μάρως στο χωριό έγινε στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου, ο οποίος δεν ανήκει ούτε στις Νέες Χώρες, που οι Νέες Χώρες είναι αυτές που εντάχθηκαν μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας από την Τουρκία. Μετά δηλαδή μιλάμε για μετά τον Α’ Παγκόσμιο, όπου εκεί ενώθηκε και γι’ αυτό λέγονται Νέες Χώρες, έχουμε την ένωση των εκκλησιών αυτών. Είναι μοναστήρι και ανήκει στο Άγιο Όρος. Εκεί, λοιπόν, ξέρουμε ότι έμεινε η Μάρω και οι αυλικοί της και έχουμε λοιπόν μία τουρκοκρατούμενη περιοχή, η οποία ονομάζεται Μουνούχι, που λανθασμένα πιστεύουνε ότι είναι τουρκική λέξη, είναι αρχαιοελληνική. Είναι από το ρήμα μουνουχώ, που σημαίνει ευνουχίζω τον ταύρο. Λοιπόν, σε έναν δικό μου παραλληλισμό, επειδή δίπλα υπάρχει το χωριό Τράγιλος, το δικό μας το χωριό λεγόταν Μουνούχι, οπότε πολύ πιθανόν στο δικό μας το χωριό να υπήρχαν τεχνίτες, άριστοι, οι οποίοι εξασκούσαν το επάγγελμα του ευνούχου, ας το πούμε, των τράγων και γι’ αυτό να ονομάστηκε έτσι, γιατί ας μην ξεχνάμε ότι πάντα δίναμε προσωνύμια από… Μας καθόριζαν κάποια επαγγέλματα και αυτό υπήρχε πάντα στην Ελλάδα. Και έχουμε, λοιπόν, την περίοδο της τουρκοκρατίας, όπου πλέον είναι Μουνούχι, έχει αρχίσει και λέγεται Πύργος, εξαιτίας του πύργου της Μάρως και έχουμε λοιπόν τον – τι ήτανε; Μπέης ήτανε, τί ήτανε αυτός; – τέλος πάντων, έχουμε τον αντίστοιχο Τούρκο επόπτη στο χωριό, όπου εκείνος περιφράζει, ας το πούμε, το χωριό, τον οικισμό. Το χωριό δεν ήτανε μεγάλο, ήταν ο οικισμός του Πύργου μόνο, έτσι; Περιφράζει, λοιπόν, από εξωτερικούς εισβολείς-ζώα και ξεκινάνε να γίνονται πέρα από τα χωράφια, για να μπορεί να τραφεί ο οικισμός, ξεκινάμε τους μπαξέδες, ας το πούμε έτσι; Θέλεις να το πω μπαξέ; Θες να το πω… Έχουμε, λοιπόν, τα μποστάνια, τα οποία αρχίζουν και καλλιεργούν, για να μπορούν να τρέφονται οι άνθρωποι επειδή ήταν εκτεθειμένοι… Μην ξεχνάς ότι είναι κάμπος έτσι; Είναι εκτεθειμένοι, δεν έχουνε κάπου να κρυφτούν και λοιπά. Οπότε περιφράζεται, ας το πούμε, το χωριό και αρχίζουν να δημιουργούνε την τέχνη του μπαξέ. Όπου εκεί γίνεται πραγματικά, για άλλη μία φορά, είναι εξαιρετικοί σ’ αυτό που κάνουν, το κάνουν μέχρι και σήμερα. Δεν σταματάμε τους μπαξέδες μας, δε σταματάμε τα μποστάνια και αυτά και το συνεχίζουν μέχρι σήμερα.
Το χωριό σε όλη αυτή τη διάρκεια κρατάει την ταυτότητά του, δεν αρνείται, όμως, σε κανέναν τη διαμονή στο χωριό. Παραμένουν φιλόξενοι και αγκαλιάζουν κάθε τι, κάθε έναν που έρχεται να αναζητήσει άσυλο στο χωριό και δεν αρνούνται σε κανέναν τη βοήθειά τους. Έχουμε, λοιπόν, οικογένειες, οι οποίες χρονολογούνται, ας πούμε, και επί Βυζαντίου, έχουμε, όμως, και μετά άλλες οικογένειες που έχουν έρθει στον Πύργο, εξ ου και έχουμε πολλούς συγγενείς και στα γύρω χωριά. Έχει αρχίσει και γίνεται μία μίξη, ας πούμε, των κατοίκων, των φυλών αν θέλεις; Και ο χρόνος συνεχίζεται. Φτάνουμε, λοιπόν, σε μία περίοδο της Ελλάδας και όχι μόνο, έχουμε μία παγκόσμια ανακατάταξη και επαναστάσεων, η οποία επιφέρει μεγάλες μεταφορές μαζών προς τη μαμά πατρίδα και ξεκινάνε λοιπόν… η μετανάστευση για πολλούς Έλληνες, λόγω των συνθηκών του Α’ Παγκοσμίου, να έρχονται προς τα πάτρια εδάφη. Εκεί, λοιπόν, το χωριό δέχεται με μεγάλη αγάπη, αγκαλιάζει τους πρώτους μετανάστες που έρχονται, που δεν είναι μετανάστες, είναι Έλληνες έτσι; Ουσιαστικά μιλάμε για επαναπατρισμό. Και ξεκινάει η πολυποικιλομορφία του χωριού μας. Έχουμε ανθρώπους που έχουν έρθει από τον Εύξεινο Πόντο, έχουμε ανθρώπους που [00:15:00]έχουν καταγωγή… Που είναι βλάχοι, έχουμε μία μετανάστευση και από τη Θράκη ακόμη, γιατί και εκείνοι διώκονταν και το χωριό αναπτύσσεται, μεγαλώνει, δεν υπάρχουν προστριβές. Οι ντόπιοι αγκαλιάζουν τους καινούργιους ανθρώπους που έρχονται, μοιράζονται μαζί τους τη γη, μαθαίνουν μαζί τους πράγματα –
Οι καινούργιοι δεν ξέρω αν αγκάλιασαν τους ντόπιους, βέβαια.
Κοίτα να δεις, εγώ είμαι πολύ μικρή, για να μπω στη διαδικασία αν αγκάλιασαν ή όχι, γιατί δεν έχω βιώσει κάτι τέτοιο, γιατί δεν έζησα και στο χωριό. Με λεγόμενα όμως των ντόπιων, μπορούμε να πούμε ότι ήτανε… Ενώ οι ντόπιοι τους αγκάλιασαν, εκείνοι τους αντιμετώπισαν μερικές φορές σκεπτικά, ίσως μερικές φορές και εχθρικά, ίσως και ρατσιστικά αν θέλεις. Θεωρώ ότι αυτό έγινε λόγω αμάθειας και όχι τόσο με κακή πρόθεση. Όταν δεν υπάρχει μόρφωση… Και ας μην ξεχνάμε ότι ήμασταν σε πολύ διαφορετικές εποχές, έτσι; Δεν τους δικαιολογώ σε καμία περίπτωση, αλλά αν δούμε λίγο και τη δική τους οπτική γωνία, ήταν άνθρωποι κατατρεγμένοι, ήταν άνθρωποι πονεμένοι. Ήταν άνθρωποι που άφησαν το βιος τους –
Ξεριζωμένοι.
Ήταν ξεριζωμένοι, οπότε όσο πιο κοντά ερχόντουσαν στους δικούς τους ανθρώπους, αισθανόντουσαν πιο κοντά στο σπίτι. Το σπίτι δεν είναι τούβλα, πάτωμα, ταβάνι. Το σπίτι είναι οι άνθρωποι, η οικογένεια. Οπότε αυτός τους έκανε και λίγο σκληρούς, τους έκανε και λίγο καχύποπτους, τους έκανε και λίγο ρατσιστές. Σε καμία περίπτωση δεν έφταιγαν οι ντόπιοι, γιατί οι ντόπιοι μόνο έτσι δεν τους αντιμετώπισαν, έτσι; Θέλω να πιστεύω ότι δεν υπάρχει πια αυτό, αν και μεμονωμένα μπορεί να υπάρχει. Τα νέα παιδιά, οι νέοι άνθρωποι, η νεότερη γενιά… γι’ αυτούς δεν υφίσταται κάτι διαφορετικό. Για μένα αν με ρωτάς, δεν υπάρχει κάτι διαφορετικό. Εγώ δεν αισθάνομαι διαφορετική, εγώ αισθάνομαι ντόπια, Σερραία. Δεν έχω κάτι… Δεν θα είχα κανένα πρόβλημα αν καταγόμουν απ’ αυτούς τους ανθρώπους να το πω, αλλά θεωρώ ότι δεν κατάγομαι και θα σου εξηγήσω γιατί. Μιλάμε για τους ρομ, έτσι; Να το πούμε αυτό. Δε με βρίσκουν σύμφωνοι οι συντοπίτες μου. Θα σου πω, όμως, το εξής, θα σου κάνω έναν παραλληλισμό. Εσύ έμεινες στην Ιρλανδία, μου είπες νωρίτερα, συγνώμη αν δε θες να το αναφέρω.
Δεν πειράζει, όχι, όχι, ελεύθερα.
Έμεινες στην Ιρλανδία, ωραία; Μίλαγες τη γλώσσα τους, σωστά;
Ναι.
Αν έμενες λίγο παραπάνω, θα ακολουθούσες κάποια έθιμα. Φαντάζομαι ότι έκανες το St. Patrick’s Day, έτσι, σωστά;
Ναι.
Ωραία. Σε κάνει Ιρλανδό;
Όχι, θα έλεγα εγώ.
Δε σε κάνει Ιρλανδό. Το να περάσεις μία ζωή εκεί σε κάνει Ιρλανδό;
Όχι.
Δεν μπορεί να σε κάνει Ιρλανδό. Τα παιδιά σου είναι Ιρλανδοί;
Με έναν τρόπο, ναι.
Με έναν τρόπο ποιον; Αν παντρευόσουν Ιρλανδή.
Ναι, τώρα μιλάμε σε θεσμικό πλαίσιο;
Μιλάμε σε πλαίσιο καταγωγής, εθίμων και παραδοχής της φυλής σου, ρε παιδί μου.
Ναι, ναι, ναι, απ’ αυτήν την άποψη όχι.
Φυλετικά μπορεί;
Σε επίπεδο ψυχισμού, ίσως, τα παιδιά να είναι Ιρλανδοί.
Ψυχισμού σίγουρα, ξέρεις γιατί;
Εκεί πήγε το μυαλό μου.
Μπράβο, στον ψυχισμό σίγουρα, γιατί ζεις, μεγαλώνεις σε μία χώρα. Φυσικά και θα πάρεις τα στοιχεία της χώρας που μεγαλώνεις. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι ο Αντετοκούμπο, όλη η οικογένεια, τα παιδιά που έχουνε γεννηθεί και έχουνε μεγαλώσει. Ναι, αλλά τι λένε; Είμαι και Νιγηριανός. Δεν το ξεχνάς, η φυλή σου είναι μία, τέλος. Δεν αλλάζει αυτό. Εγώ, λοιπόν, θεωρώ ότι δεν μπορεί να είναι αυτή η φυλή μου, γιατί δεν έχω κανένα έθιμο απ’ αυτή τη φυλή, δεν έχω κρατήσει κάποιο έθιμο αυτής της φυλής. Τη γλώσσα που μιλάνε κάποιοι, γιατί οι νεότεροι δεν την μιλάνε, εγώ δεν τη γνωρίζω, δεν ασχολήθηκα για να τη μάθω. Θα μου πεις: «Και πώς την ξέρουνε; Πώς έχει μεταφερθεί;». Μπορεί να υπήρξε σαν φυλή μέσα στον οικισμό και αυτή και με τον καιρό να αφομοιώθηκαν, είτε με πάντρεμα, με ζευγάρωμα, είτε γιατί έφυγαν αυτοί που αφομοιώθηκαν προφανώς με το γάμο, με πάντρεμα, και έχει μείνει η γλώσσα. Από κει και πέρα όμως εγώ δεν βρίσκω… Δε θα είχα κανένα πρόβλημα – σου μιλάω ειλικρινά, δεν είναι κάτι –, αλλά δεν βρίσκω κάτι κοινό, κατάλαβες τί εννοώ; Θα μου πεις: «Το χρώμα». Δεν έχεις και φωτογραφία να με βάλεις που έκανα και τα μαλλιά μου τι ωραία, να με βάλεις, να βάλεις και φωτογραφία μου, ε μαμά; Θα μου πεις: «Το χρώμα». Και [00:20:00]οι Κύπριοι είναι και οι Κρήτες είναι πιο σκουρόχρωμοι. Αυτό δηλαδή… Δεν μπορείς να με κατατάξεις σε αυτό και να με κατηγοριοποιήσεις εκεί, επειδή έχω 2 στοιχεία, δηλαδή ας μην τρελαθούμε. Αυτό πάει λίγο, ίσως, και στους άλλους που μου είπες ότι υπήρχε μία προκατάληψη απέναντί τους και υπήρχε ένας ψιλορατσισμός, ένας αποκλεισμός. Και σου ξαναλέω είναι η αμάθεια αυτή που μπορεί να δημιουργήσει το… τέτοιο.
Συγνώμη που διακόπτω, αυτή η γλώσσα που ανέφερες ποια γλώσσα είναι; Γιατί δεν το γνωρίζω αυτό.
Κάτω στον Πύργο μιλάνε… Δεν μιλάνε ακριβώς αυτό, δε μιλάνε, είναι οι πολύ παλιοί. Επίσης μιλάνε και βουλγάρικα. Είμαστε Βούλγαροι; Κάποιοι γνωρίζανε παλιοί και τούρκικα, είμαστε Τούρκοι; Δεν μπορεί να με καθορίσει δηλαδή μία γλώσσα. Οι Τούρκοι ήτανε τόσα χρόνια, είναι φυσικό να μιλάνε τούρκικα. Έχουνε πεθάνει αυτοί που μιλάγανε τούρκικα, έτσι; Προφανώς, έτσι; Έφυγαν το 1912-1914 οι Τούρκοι.
Δεν έχουν κατέβει όμως και κάποιοι από Βουλγαρία;
Υπάρχουνε και αυτά τα –
Σίγουρα τον 20ο αιώνα.
Σαφώς, υπάρχουνε και αυτά τα φύλα. Καμία όμως οικογένεια από τον Πύργο, απ’ τον οικισμό του Πύργου, καμία οικογένεια δεν κατάγεται από εκεί και στο υπογράφω και με τα 2 μου χέρια. Να έχουνε γίνει τώρα γάμοι; Ναι. Παιδιών, νέων παιδιών. Ναι, και βέβαια έχουνε γίνει γάμοι, αλλά στο υπογράφω με 2 χέρια. Δεν είναι κανένας. Όποιον και αν ρώτησα στο χωριό για την οικογένειά του, μαλώνουν για το ποιος είναι ο πιο παλιός, ποιος έχει έρθει από πού και ποιος είναι ο πιο παλιός. Δεν υπάρχει – αλήθεια, σου μιλάω ειλικρινά –… Είναι η οικογένεια των Νταή; Είναι η οικογένεια των Καραμαγκάληδων; Είναι η οικογένεια των Καραπιπέριδων; Είναι η οικογένεια των…
Τίτων;
Τίτων; Είναι η οικογένεια των Τζαμπούληδων; Είναι πάρα πολλές οικογένειες. Ούτε μία και στο υπογράφω με 2 χέρια. Όλοι τσακώνονται για το ποιοι ήρθαν πρώτοι. Τον Ιωανναίων η οικογένεια; Μιλάμε για οικογένειες που βρίσκονται… Πρόσεξε, τώρα εγώ είμαι μία γενιά που γεννήθηκα το 1981. Μίλησα με άνθρωπο που έχει γεννηθεί το 1920, που έχει ιστορίες από τη δική της μαμά, που είχε γεννηθεί το 1890 ξέρω ‘γώ – τι να σου πω – κι αυτή μου είπε ιστορία της γιαγιάς της που είναι πιο πίσω. Καταλαβαίνεις πώς πάει αυτό. Οπότε δεν μπορούν να με μπερδεύουν με αυτή τη φυλή συγκεκριμένα. Να το ξεκαθαρίσω αυτό. Θέλω να πιστεύω ότι το χωριό προχωράει προς το μέλλον και ανοίγουν τα μυαλά, και μην ξεχνάς ότι το μυαλό είναι σαν αλεξίπτωτο, δουλεύει όταν είναι ανοιχτό. Όταν είναι κλειστό, σκοτώνεσαι, έτσι; Να το ξέρεις αυτό. Θέλω να πιστεύω ότι το χωριό μου προχωράει μπροστά…
Α, και να σου πω για το όνομα. Όταν λοιπόν ήρθαν όλα αυτά τα φύλα και έχουμε περάσει και απ’ το Β’ Παγκόσμιο και έχουμε κάπως ηρεμήσει, έχουν ηρεμήσει κάπως τα πράγματα στην Ελλάδα και στον κόσμο γενικότερα… Εντάξει, μας ταλαιπωρεί ένας σχετικός εμφύλιος, που διήρκησε αρκετό καιρό, αλλά στα χωριά υπάρχει μία ηρεμία πια. Έχουν σταματήσει οι πολλές μεταναστεύσεις και λοιπά. Οπότε εκεί έχω την ένσταση, συγνώμη, κάτι το οποίο το είπα και εκεί. Εκεί έχω μία ένσταση. Θέλανε να αλλάξουν το όνομα του χωριού, γιατί δεν τους άρεσε όπως ηχούσε. Λανθασμένα – δεν ξέρω, ήτανε και δάσκαλος μέσα σ’ αυτήν την επιτροπή – δεν τους άρεσε ο τρόπος που ηχούσε λοιπόν, ήθελαν να πούνε ένα νέο όνομα για το χωριό, γιατί ίσως ήθελαν να ενταχθούν και εκείνοι, δηλαδή να πούνε: «Αυτός είναι ο τόπος μας», κατάλαβες; Ίσως θέλανε να το κάνουνε και δικό τους, ότι: «Να μπει και η δικιά μας η σφραγίδα, ρε παιδιά, είμαστε κι εμείς εδώ». Εκεί λοιπόν υπήρχαν πολλές ιδέες, τις οποίες εγώ δεν παρίσταμαι, δεν τις ξέρω, ποιες ήτανε και τι ειπώθηκε και εκεί είπε ένας από τους παρευρισκόμενους, ο οποίος έχαιρε άκρας σεβασμού από τους συντοπίτες του, το όνομα: «Να ονομαστεί Μαυροθάλασσα, λόγω των μεταναστών απ’ τον Εύξεινο Πόντο, από τη Μαύρη Θάλασσα», γιατί τότε ήτανε και η πλειονότητα και να πάρει αυτό το όνομα. Έχοντας, λοιπόν, το σεβασμό και έχοντας και κάποια δύναμη, φαντάζομαι, στο χωριό, διατηρήθηκε το όνομα αυτό, έμεινε αυτό. Για μένα, αν θέλεις τη δική μου γνώμη, αν με ρωτήσει ποτέ κανένας, λανθασμένα πήρε αυτό το όνομα, γιατί δεν αντιπροσωπεύει όλη την κοινότητα της Μαυροθάλασσας. Για μένα, επειδή η θρησκεία κατείχε πάντα πολύ σημαντικό ρόλο στις σκέψεις, στην καθημερινότητα του χωριού μας, είτε αυτοί είναι Πυργιώτες, είτε αυτοί είναι Βλάχοι, είτε αυτοί είναι Θρακιώτες, είτε αυτοί είναι Πόντιοι, η [00:25:00]θρησκεία πάντα μας ένωνε, πάντα ερχόμασταν πιο κοντά, και στις διάφορες γιορτές, εκεί ήμασταν ίσοι. Είτε πίστευες, είτε δεν πίστευες, τότε δεν υπήρχε το: «Δεν πιστεύω», τότε υπήρχε μόνο το: «Πιστεύω». Ήμασταν υπό τη σκέπη της Αγίας Μαρίνας. Για μένα λοιπόν, εάν μπορούσα να διαλέξω ένα όνομα για το χωριό μου, θα ήταν είτε της Αγίας Μαρίνας, είτε του Αγίου Γεωργίου, όπου είναι και ο παλαιότερος ναός στο χωριό. Γιατί έτσι είναι όλοι επί ίσοις όροις και δεν υπάρχει διαχωρισμός και φυσικά, την εποχή που επιλέχθηκε – γιατί, σου λέω, γύρω στο 1955 με 1956 έγινε αυτό – η θρησκεία ήταν αυτή που ήταν πάντα το καταφύγιο και αυτό είναι ενδιαφέρον, γιατί υπήρχε ένα πάρα πολύ ωραίο έθιμο στο χωριό, «ωραίο», υπό τις τώρα συνθήκες είναι λίγο βάναυσο και μπρουτάλ, τότε όμως, αν λάβεις υπόψη σου ότι ο κόσμος δεν ήταν τόση μεγάλη η βιομηχανική παραγωγή των κρεάτων και ήταν ως επί των πλείστον με περισσότερα όσπρια, λαχανικά – ήμασταν πιο βίγκαν τότε –, πιο –
Σίγουρα.
πιο χορτοφάγοι… Αξίζει να σημειωθεί αυτό, γιατί πραγματικά είναι κάτι το οποίο το γνωρίζουνε πάρα πολλοί στο νομό, είναι ξακουστό. Παραμονή της Αγίας Μαρίνης, το χωριό και από γύρω χωριά, ερχόντουσαν και κοιμόντουσαν – όχι μόνο παραμονή, παραμονές της εορτής της χάρης της, της Αγίας Μαρίνας – στο μέρος που είναι τώρα το εκκλησάκι της το μικρό, όχι ο μεγάλος, ο Ιερός Ναός και κάθε χρόνο, παραμονή της χάρης της, ερχόταν ένα ελάφι. Οι άνθρωποι που ήταν εκεί το άφηναν, ξεκουράζοταν, έπινε νεράκι, το τάιζαν και την επομένη, ανήμερα της εορτής της, θυσιαζόταν. – Άλλη μία παραπομπή σε πιο αρχαία βάση του οικισμού. Σε πάω λίγο πίσω, στη βάση του Μεγάλου Αλεξάνδρου που σου έλεγα ότι έχουν μεταφερθεί εκεί από τα βάθη της ανατολής. Για να σου δώσω να καταλάβεις ότι ο οικισμός είναι πάρα πολύ παλιός, είναι αρχαίος ο οικισμός και κάποια ήθη και έθιμα δεν έχουνε φύγει –. Παραμονή, λοιπόν, της Αγίας Μαρίνης ερχόταν το ελάφι και αφού ξεκουραζόταν, την επομένη θυσιαζόταν, σφάζονταν, μαγειρεύονταν και προσφέρονταν ως κέρασμα στους πιστούς. Αυτό γινότανε για πάρα πολλά χρόνια, υπάρχουν και μαρτυρίες, δηλαδή, νεότερων ανθρώπων που γινόταν αυτό. Δυστυχώς, όμως, η ματαιοδοξία και ανυπομονησία των ανθρώπων μία χρονιά δεν το άφησε να ξεκουραστεί. Ήταν η τελευταία χρονιά που το ελάφι ήρθε και παρουσιάστηκε στο χωριό μας. Μάλλον, για κάποιον λόγο δεν παρουσιάστηκε, είτε θεϊκό, είτε εξαφανίστηκαν, τα φάγαμε όλα τα ελάφια. Δεν ξέρω. Ίσως, μετά από τόσα χρόνια, δεν το ξέρω, να το διακωμωδήσουμε λίγο. Ήταν ένα έθιμο αυτό. Γενικότερα, η θρησκεία και η Εκκλησία στο χωριό έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο, στα τεκταινόμενα, στα δρώμενα και ακόμα και τώρα η Εκκλησία στηρίζει και τη νεολαία και τους ανθρώπους της και υπάρχει εκεί. Οι ενορίες, με αξιόλογους ιεράρχες, να προσεγγίζουν σωστά τον κόσμο και όχι να τον τρομάζουν. Είναι κάτι το οποίο ενώνει το χωριό, πιστεύω εγώ, ακόμα. Έχουμε, δηλαδή, μία έντονη αίσθηση των Θείων μέσα μας.
Και έχει – πώς να το πω; – το πανηγύρι της Αγίας Μαρίνας, ουσιαστικά, έχει μία βάση θρησκευτική και είναι πολύ μεγάλο γεγονός για τον Πύργο.
Ακριβώς, ακριβώς. Το πανηγύρι της Αγίας Μαρίνης που διεξάγεται κάθε χρόνο, γίνεται με μεγάλη χαρά, διοργανώνεται κάθε χρόνο με πολύ μεγάλη χαρά και σεβασμό προς την Αγία. Θα έλεγε κανείς ότι μας ενδιαφέρει μόνο – πώς το λέμε; – ο χορός και το πανηγύρι σαν πανηγύρι. Δεν είναι καθόλου έτσι. Βλέπεις νέα παιδιά να συνεχίζουν την παράδοση στα ντίλια που λέμε, τα οποία ντίλια – σε ξαναπάω πίσω στα φλάμπουρα – είναι παραπομπή εκεί. Γι’ αυτό σου είπα ότι το χωριό, ο οικισμός κρατάει κάποιες παραδόσεις από εκεί. Μπορεί να μην υπάρχουν ιστορικά αρχεία, αλλά κάποια πράγματα έχουν αναβιώσει. Έχουμε, λοιπόν, τα ντίλια που γίνεται ανήμερα της χάρης της και γυρνάμε το χωριό και φυσικά στο τέλος διοργανώνεται η πάλη –
Αυτό θα ανέφερα τώρα, ναι.
Λοιπόν, έχουμε την πάλη, που είναι ένα μεγαλοπρεπές γεγονός και πάντα υπάρχει μεγάλη αγωνία και βλέπεις και [00:30:00]μικρά-μικρά παιδιά να παρακολουθούν αυτό το άθλημα. Παλαιότερα υπήρχαν κι άλλα αθλήματα, δεν είχαμε μόνο την πάλη. Στη γιορτή του Αγίου Γεωργίου είχαμε ιπποδρομίες που γινόντουσαν. Τώρα γίνονται σε – άμα ψάξεις λίγο θα τα βρεις – σε κάποια χωριά της Μακεδονίας πάλι, για τον Άγιο Γεώργιο, έχουμε τις ιπποδρομίες. Και της Αγίας Μαρίνας γινόντουσαν κι άλλα αθλήματα κάτω, γιατί η Αγία Μαρίνα έτσι όπως είναι εκεί, πίσω έχει ένα ξέφωτο πάρα πολύ μεγάλο και εκεί γινόντουσαν τα δρώμενα και φυσικά στο δρόμο από πάνω, έτσι; Είναι ένα μεγάλο γεγονός για το χωριό μας, γιατί είναι ζωντανή η Αγία Μαρίνα για εμάς, ακούει πάντα τις προσευχές μας, αισθανόμαστε την παρουσία της στα πέρατα της γης, γιατί την έχουμε μέσα μας και όποιο Μαυροθαλασσίτη και να ρωτήσεις, την πιστεύει την Αγία Μαρίνα. Και την επικαλούμαστε στα ζόρια μας, την επικαλούμαστε, όμως, και στις χαρές μας και στα ταξίδια μας. Στο λέω και δακρύζω, γιατί πραγματικά δεν είμαι η μόνη. Νόμιζα ότι αυτό ήτανε… Ξέρεις, στην αρχή ψιλοντρεπόμουνα και πιο μικρή, αλλά τελικά η Αγία Μαρίνα έχει… Νομίζω σηματοδοτεί τον κάθε ένα μας, πόσοι κάτοικοι είμαστε; Είμαστε 2,500; Δεν ξέρω πόσοι. Είμαστε και κεφαλοχώρι.
Έχει πέσει.
Έχει πέσει, έχει πέσει ο πληθυσμός, ναι, δυστυχώς. Θεωρώ, όμως, ότι έχει ακουμπήσει τον καθένα μας ξεχωριστά. Τη μνημονεύουμε και στα καλά μας και στα δύσκολά μας και πιστεύω ότι η παρουσία της είναι ζωντανή μέσα μας και είμαστε υπό τη σκέπη της. Σίγουρα, το πιστεύω 100%. Και έχει πολύ ενδιαφέρον το πώς ήρθε το ξωκλήσι στον οικισμό του Πύργου. Επί τουρκοκρατίας πάλι, έχουμε τη γυναίκα ενός από τους ανώτερους αξιωματικούς του Τούρκου επόπτη εκεί – μου διαφεύγει το όνομα, δεν ξέρω, δεν είναι πασάς, είναι κάτι άλλο, βεζίρης; Όχι, τέλος πάντων, κάτι άλλο –, όπου εκείνη είναι κρυφοχριστιανή. Δεν το έχει ασπαστεί το χριστιανισμό δημοσίως, αλλά πιστεύει πάρα πολύ μέσα της, αισθάνεται χριστιανή και έχουμε, λοιπόν, μία Τουρκάλα, τη γυναίκα ενός από τους αξιωματικούς, η οποία κάθε πρωί τη βρίσκει ο άντρας της να κοιμάται σε εκείνο το σημείο που είναι χτισμένο τώρα το μικρό εκκλησάκι της Αγίας Μαρίνας. Κάθε πρωί πήγαινε και τη μάζευε. Κάποια στιγμή, λοιπόν, επειδή απηύδησε ο άνθρωπος να κάνει αυτή τη δουλειά, τη ρωτάει και της λέει: «Ρε παιδάκι μου γιατί;» – παραφράζω τώρα, προφανώς – «Για ποιο λόγο έρχεσαι εδώ;». Αυτή είναι μία πολύ διαδεδομένη ιστορία στο χωριό μας να ξέρεις. «Για ποιο λόγο έρχεσαι εδώ;» και του απάντησε το εξής: «Κάθε βράδυ έρχεται η Αγία στον ύπνο μου και μου λέει: “είμαι μόνη μου εδώ, θέλω να έρθετε να με πάρετε, σκάψτε εδώ”». Να σημειωθεί ότι ήταν ένα μικρό ξωκλήσι της Αγίας Μαρίνας, ψηλά στο βουνό, κοντά σε εμάς – μου διαφεύγει το όνομα, δεν έχω τις σημειώσεις μου – και ήτανε εκεί, ήτανε ένα ξωκλήσι, φαντάσου. Μετά από πάρα πολλά παρακάλια και μετά απ’ όλα αυτά που η γυναίκα ερχότανε… δηλαδή κάθε βράδυ, πήγαινε εκεί και κοιμότανε και τη σήκωνε ο άντρας της, αποφασίζει να την πιστέψει. Και σκάβουν και αναβλύζει το αγίασμα, μαζί με την εικόνα της Αγίας Μαρίνας, αυτή που είναι στο μικρό εκκλησάκι της Αγίας Μαρίνας, γι’ αυτό και έχουμε το πηγάδι με το αγίασμα και την εικόνα της φυσικά. Αυτό έγινε επί τουρκοκρατίας και φυσικά η Αγία έχει κάνει και πολλά άλλα θαύματα και την πιστεύουμε. Αυτά. Και θα μπορούσα να σου μιλήσω πάρα πολύ ώρα για την Αγία Μαρίνα και φυσικά για το χωριό. Ό,τι άλλο θες, με ρωτάς.
Μία τελευταία ερώτηση θέλω να κάνω. Πώς θα μπορούσες να περιγράψεις αυτή τη μέρα της επετείου, τα 100 χρόνια. Πώς ήταν; Πώς το βίωσες;
Ήτανε μία πολύ εορταστική ημέρα, ήτανε, όμως, λίγο, ας το πούμε, μαγκωμένη, γιατί ήταν κάτι πρωτόγνωρο. Εγώ προσωπικά, αισθάνθηκα μεγάλη υπερηφάνεια που μπόρεσα να μιλήσω για τους συγγενείς μου ουσιαστικά, γιατί όλοι στον Πύργο συγγενεύουμε μεταξύ μας, είναι απίστευτο αυτό το πράγμα. Δηλαδή μία οικογένεια να παντρευτεί με την άλλη, έχεις ξαδέρφια παντού. Είναι απίστευτο αυτό. Είναι και βολικό, όταν βγαίνεις και είσαι πιτσιρικάς, 15-16, είναι πολύ βολικό, έχεις πολλά ξαδέρφια να σε πάνε παντού. Και γύρω-γύρω έχουμε ωραία πράγματα να πας. Για μένα ήτανε μεγάλη χαρά και τιμή, δεν το συζητώ, τεράστια η τιμή που μου έκανε η Μαρία. Για τ[00:35:00]ον κόσμο, επειδή είναι πολύ σημαντικό να ζεις τα 100 χρόνια δημιουργίας, ιδρύσεως, ενός νεοσύστατου χωριού, μερικές φορές το μυαλό δεν μπορεί να συλλάβει κάποια μεγέθη. Μην ξεχνάς ότι εμείς γιορτάσαμε κάτι το οποίο συνέβη – το ’19 συγγνώμη, το ’19, ‘17 πρέπει να έγινε αυτό – από ανθρώπους που δεν ήτανε εκεί, ήτανε όμως οι οικογένειές τους, οι απόγονοί τους. Και επιστρέφουμε στις ρίζες, λοιπόν, που σου έλεγα στην αρχή, ότι όσο διατηρείς τις ρίζες σου ζωντανές, αυτές βγάζουν κλαδιά. Τα κλαδιά βγάζουν άλλα κλαδιά και ξαφνικά γίνεσαι δάσος. Και δεν είσαι μόνος σου, ανήκεις κάπου. Και είναι πολύ καλύτερα να ανήκεις κάπου. Κι αυτό το κάπου όταν στο εξηγούν κιόλας, για τα 100 χρόνια που με ρώτησες, αποκτά κι άλλη σημασία και μεγαλώνει και γίνεται κάτι εξαιρετικό. Δεν ξέρω αν το καταλάβαμε εκείνη τη στιγμή που συνέβη, είχε έναν εορταστικό, όμορφο χαρακτήρα. Είχαμε και πολύ ωραίους χορούς και είχαμε και πολύ ωραία συγκροτήματα και ομάδες που είχαν έρθει από άλλους πολιτιστικούς συλλόγους. Ήτανε μια μεγάλη βραδιά, αξιοπρεπέστατη και μεγαλοπρεπής, όπως της άρμοζε, και θεωρώ ότι επειδή έχουμε ομόνοια στο χωριό, θα υπάρξουν κι άλλες όμορφες εξίσου βραδιές μ’ αυτή. Και θα χαρώ πάρα πολύ να συμμετέχω έστω στη διοργάνωση.
Γεωργία, ευχαριστούμε πάρα πολύ.
Δημήτρη, εγώ ευχαριστώ. Πολύ χάρηκα που τα είπα.
Κι εγώ που σ’ άκουσα.
Τέλεια.
Thank you.