«Πώς μπορεί η μουσική να είναι όχημα για κοινωνική αλλαγή»: Ο Βασίλης Κώστας, βραβευμένος σολίστας του λαούτου, εξιστορεί τη μουσική του πορεία
Ενότητα 1
Τα πρώτα μουσικά πατήματα: η οικογένεια, η κιθάρα και οι μέντορες-δάσκαλοι σε Ήπειρο και Θεσσαλονίκη
00:00:00 - 00:16:56
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Χαίρετε. Θα μου πείτε το όνομά σας; Βασίλης Κώστας. Είναι Δευτέρα, 12 Σεπτεμβρίου 2022. Είμαι με τον Βασίλη Κώστα. Βρισκόμαστε στα Ιωάνν… το βασικό να ’χει προκύψει απ’ την καρδιά, δηλαδή… για να μπορέσει να περάσει και παρακάτω. Με τον ίδιο τρόπο που τα ’δειχνε κι ο μπαμπάς.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 2
Οι σπουδές στο Berklee College of Music και το πέρασμα από την κιθάρα στο λαούτο
00:16:56 - 00:33:41
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ας πάμε τώρα στην ακρόαση που κάνατε και πετύχατε την είσοδό σας στο Berklee College of Music, στην Αμερική. Σε ποια φάση της ζωής σας ήρθε…πλάνο πίσω στην Ελλάδα με το λαούτο μέσα. Στο τσακ το προλάβαμε κι ήρθε το λαούτο για τη συναυλία την επόμενη μέρα. Έγιναν όλα όπως έπρεπε.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 3
Η συνεργασία με τον Πετρολούκα Χαλκιά, η σύνδεση με το Χρήστο Ζώτο και τα εκπαιδευτικά προγράμματα
00:33:41 - 00:51:34
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ας μιλήσουμε τώρα για τη συνεργασία με τον Πετρολούκα Χαλκιά. Πώς ήρθε η ιδέα καταρχάς; Όταν έκανα την αλλαγή από κιθάρα στο λαούτο κι ήμο…ο καλύτερα –πολύ καλύτερα θα έλεγα–, μετά, άντε παρακάτω. Μετά γίναμε σχήμα, στην τελευταία, στον Παρνασσό, στην Αθήνα. Εκεί τελείωσε μετά.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 4
Η υποδοχή του έργου διεθνώς και εγχώρια, η τωρινή δράση και τα σχέδια για το μέλλον
00:51:34 - 01:07:41
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Έχετε κάνει πολλές συνεργασίες, όχι μόνο στην Ελλάδα. Και στο εξωτερικό. Ένα αντίδωρο όλης αυτής της προσφοράς είναι μία βράβευση που έγινε… τα οποία είναι πολύ καίρια, θα έλεγα, για τη συνέχιση της μουσικής, ειδικότερα του τόπου εδώ. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ! Εγώ σας ευχαριστώ!
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 1
Τα πρώτα μουσικά πατήματα: η οικογένεια, η κιθάρα και οι μέντορες-δάσκαλοι σε Ήπειρο και Θεσσαλονίκη
00:00:00 - 00:16:56
[00:00:00]Χαίρετε. Θα μου πείτε το όνομά σας;
Βασίλης Κώστας.
Είναι Δευτέρα, 12 Σεπτεμβρίου 2022. Είμαι με τον Βασίλη Κώστα. Βρισκόμαστε στα Ιωάννινα. Εγώ ονομάζομαι Εβίτα Θεοχάρη. Είμαι ερευνήτρια στο Istorima και ξεκινάμε. Πείτε μου αρχικά λίγα λόγια για σας.
Στον ενικό θα μιλάμε, φαντάζομαι… Στον πληθυντικό;
Από τη μεριά μου ναι. Απ’ τη δικιά σας στον ενικό.
Εντάξει. Λοιπόν… Εγώ κατάγομαι απ’ τα Γιάννενα. Απ’ τη μεριά του πατέρα μου έχουμε ρίζες στο Πωγώνι και στα Τζουμέρκα και απ’ τη μεριά της μαμάς μου στην Κληματιά Ιωαννίνων. Αναφέρω τα χωριά, γιατί είναι δύο περιοχές που έχουνε πολύ δυνατές μουσικές… μουσικές ρίζες, με πολλά μουσικά σχήματα στο παρελθόν. Οπότε, λόγω αυτού του γεγονότος, μεγάλωσα κι εγώ στα Γιάννενα με την οικογένειά μου και τους παππούδες μου να δίνουν αξία σ’ αυτή τη μουσική από μικρή ηλικία, απ’ όταν θυμάμαι τον εαυτό μου. Και το αναφέρω αυτό, γιατί ήταν εμπειρίες και αναμνήσεις και εικόνες που έχω στο μυαλό μου, που καθόρισαν αυτό που κάνω αυτή τη στιγμή, έτσι; Εκεί είναι οι αναφορές μου όταν παίζω μουσική. Οπότε μεγάλωσα στα Γιάννενα. Μέχρι τα 18 μου χρόνια ήμουν εδώ. Έπειτα, σπούδασα στη Θεσσαλονίκη, στο Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Ακολούθησε μετά μουσικές σπουδές στο Berklee College of Music, στην Αμερική. Θα πούμε και λεπτομέρειες μετά. Και τώρα, έπειτα από 8 χρόνια διαμονής στην Αμερική, βρίσκομαι πάλι πίσω στην Ελλάδα, που ασχολούμαι με εκπαιδευτικά προγράμματα, διάφορους μαθητές ανά τον κόσμο, αλλά και συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Ας ξεκινήσουμε από την αρχή. Θα ’θελα να πάμε στα παιδικά σας χρόνια και τι θυμάστε γύρω από τη μουσική γενικότερα, σαν παιδί.
Γύρω από τη μουσική… Νομίζω η πιο… η πιο δυνατή εμπειρία ήτανε οι παππούδες μου, δηλαδή παππούς και η γιαγιά από τη μεριά της μαμάς μου, που ερχόταν το βράδυ σπίτι στις 9 η ώρα κάθε βράδυ, γιατί μέναμε πολύ κοντά, μας ένωνε ένα μπαλκόνι στα Γιάννενα. Οπότε ερχόντουσαν σπίτι, εγώ ήμουνα 3-4 χρονών, τότε άρχισα να γρατσουνάω την κιθάρα του πατέρα μου, ο οποίος έπαιζε λιγάκι κιθάρα. Ήταν ο πρώτος μου δάσκαλος ανεπίσημα, ας το πούμε, που μου έδειξε κάποιες συγχορδίες στην κιθάρα. Οπότε ερχόταν οι παππούδες μου και τραγουδούσαν βαριά-βαριά ηπειρώτικα κομμάτια, δηλαδή Ένα βράδυ βγήκε ο Χάρος, Για πες μας, Χάρε, να χαρείς, Πλούσιοι και φτωχοί πεθαίνουν, Βάβω κουτσοδόντα, πώς τα τρως τα μακαρόνια. Οπότε μεγάλωσα με τους… με τον παππού, γιαγιά και μαμά, μπαμπά να δίνουν μεγάλη αξία σ’ αυτή τη μουσική. Να καταλαβαίνω εγώ από πιτσιρικάς δηλαδή ότι η μουσική αυτή είναι κομμάτι της καθημερινότητάς τους και πολύ σημαντικό κομμάτι για την έκφρασή τους. Το ίδιο και οι άλλοι παππούδες, στη Βήσσανη Πωγωνίου. Απλά ήταν λίγο πιο μακριά απ’ το σπίτι και δεν τους βλέπαμε τόσο εύκολα, έτσι; Όσον αφορά τη μουσική, αυτό. Και μετά, το χορευτικό, θα έλεγα, ήταν πολύ δυνατή εμπειρία, που τώρα αρχίζω να καταλαβαίνω την αξία του χορευτικού, γιατί πέρασε αυτή η μουσική στο σώμα μέσα, ο ρυθμός, ο παλμός της μουσικής, οι εναλλαγές απ’ το πωγωνίσιο στο τσάμικο, απ’ το τσάμικο πίσω στο πωγωνίσιο. Όλα αυτά πέρασαν με φυσικό τρόπο μέσα μου και όπως είπα και πριν, είναι αυτό που κάνω αυτή τη στιγμή. Τι πιο ωραίο να κάνεις αυτό που έχεις μάθει απ’ τη φύση σου να κάνεις και να το εξελίξεις με ωραίες εικόνες στο μυαλό σου, την οικογένειά σου!
Η ενασχόληση με την κιθάρα πότε ξεκίνησε;
Τότε, όταν ήμουν 4 χρονών, ο πατέρας μου μού έδειξε κάποια πράγματα στην κιθάρα. Την είχε κρεμασμένη στον τοίχο. Εγώ πήγαινα και γρατσουνούσα τις χορδές! Δεν ξέρω τι μικρόβιο ήταν! Μετά κλεινόμουν στο δωμάτιό μου για 2-3 ώρες, 5-6 χρονών που ήμουνα, για να… για να βγάλω κάποιες συγχορδίες, δηλαδή να ’ναι καθαρός ο ήχος, θυμάμαι, να μην είναι βρώμικος ο ήχος. Είχα αυτή τη μανία! Ακόμα την έχω, και στο λαούτο! Ναι, τότε άρχισα με την κιθάρα, σιγά-σιγά με τον πατέρα μου, με κάποια κομμάτια. Και μετά, όταν ήμουνα 10-11 χρονών, ήρθε ένας δάσκαλος στο σπίτι μου, ο Τάσος ο Τζιοβάρας, που είναι μουσικός και εξαιρετικός φίλος, άνθρωπος εδώ στα Γιάννενα –παίζει επαγγελματικά μουσική. Κι εκείνος μου έδειξε λαϊκά κομμάτια, αλλά πώς να τα σολάρεις στην κιθάρα, όχι μόνο πώς να τα συνοδεύεις με αρμονία και ρυθμό. Κάναμε τέτοια πράγματα. Ήταν λες και η παιδική μου ηλικία έδειχνε από τότε το δρόμο δηλαδή, γιατί και στην κιθάρα πάλι είναι ασυνήθιστο να πριμάρεις, που λέμε, τα κομμάτια, να τα σολάρεις. Αλλά εγώ ήθελα να βγάζω τον Μανώλη Χιώτη, ας πούμε, στην κιθάρα –όχι να συνοδέψω το Χιώτη, να βγάλω αυτά που παίζει! Οπότε έτσι άρχιζες να χτίζεις και δεξιοτεχνία στο όργανο, δηλαδή να… και να χτίζεις και μια σχέση με το όργανο, που αργότερα αυτό μεταφέρθηκε στο λαούτο.
Για αυτή την καθαρότητα που μιλήσατε στη μουσική ποιος σας μίλησε;
Εδώ τώρα πάμε στον Ανδρέα το Φάκο, ο οποίος ήταν φίλος του παππού μου, απ’ τη μεριά της μαμάς μου, του Κώστα Τζούκα. Δεν υπάρχουν και οι δύο δυστυχώς. Έχουν φύγει απ’ τη ζωή. Οι Ανδρέας Φάκος ήταν παλιός κλαρινίστας στο χωριό Κληματιά Ιωαννίνων. Ο παππούς μου, όντας φίλοι με τον Ανδρέα, με πήγε εκεί όταν ήμουνα 15 χρονών. Του είπε του Ανδρέα: «Ο εγγονός μου παίζει κιθάρα. Έχει ψώρα με την παραδοσιακή μουσική, ειδικά με τα βαριά ακούσματα, Δριμινίτσα…». Τέτοια φάση περνούσα τότε. Και με άκουσε ο Ανδρέας. Πήγαμε στο μπαλκόνι του, θυμάμαι. Εγώ 15 χρονών, έπαιξα λίγο Δριμινίτσα. Του άρεσε πάρα πολύ, χαμογέλασε! Και μου είπε –δε θυμάμαι ακριβώς τα λόγια του–, αλλά ήταν σαν να μου έλεγε: «Όποτε θέλεις, να έρχεσαι». Κι εγώ αισθάνθηκα πολύ ωραία με τον Ανδρέα, γιατί ήταν πάντοτε πολύ ενθαρρυντικός άνθρωπος. Δηλαδή για κάτι να μην μπορούσα να κάνω εκείνη τη στιγμή, μου ’λεγε: «Θα το καταφέρεις! Προσπάθησέ το!». Οπότε έτσι άρχισε μια σχέση και μια φιλία… και οικογενειακή φιλία, που καθόρισε αυτό που κάνω εγώ αυτή τη στιγμή. Ο Ανδρέας είναι πάντα η αναφορά μου, γιατί οι συμβουλές που μου ’χε δώσει, όπως και για την καθαρότητα του ήχου, που αναφερθήκαμε, είναι ζωτικής σημασίας, σ’ όποιο όργανο και να παίξεις, σ’ όποια μουσική παράδοση και να ασχοληθείς και να μελετήσεις. Πάντα μου έλεγε εκείνος: «Το πιο σημαντικό κομμάτι στην ηπειρώτικη μουσική είναι να μην ακούγεσαι ότι είσαι μπατζιαβλός!». «Μπατζιαβλός» σημαίνει ότι δεν έχεις καθαρό ήχο και ότι οι μουσικές σου ιδέες δε μεταφράζονται με σαφήνεια στο όργανο, θες να πεις κάτι, αλλά δεν το λες. Αυτός έλεγε: «Ό,τι ιδέα έχεις, θα τη λες, ξεκάθαρα και με καθαρό ήχο». Και από τότε μου ’χει μείνει αυτό. Μεγάλος δάσκαλος! Πολλά πράγματα μου ’χει πει ο Ανδρέας, που τα κρατάω δηλαδή σαν… σαν φυλαχτό είναι. Γιατί από 15 μέχρι 18 χρονών πήγαινα κάθε βδομάδα στον Ανδρέα. Μπορεί να καθόμουνα 5 ώρες. Ο παππούς μου πήγαινε στο καφενείο στην Κληματιά 17.00 η ώρα τ’ απόγευμα, έπαιζε χαρτιά με τους φίλους, έπινε καφέ. Εγώ καθόμουν στον Ανδρέα. Ερχόταν εκείνος 21.00 η ώρα το βράδυ να ακούσει τι έγινε στο μάθημα και μετά να πάμε να φάμε όλοι μαζί στο καφενείο του χωριού.
Ποιες άλλες συμβουλές θυμάστε από εκείνον;
«Να μην κρίνεις στους μουσικούς… όσο δύσκολο κι αν ακούγεται. Να κοιτάς το έργο σου. Να είσαι αφοσιωμένος στη μελέτη σου. Να μην κοιτάς, μην αφιερώνεις χρόνο, να μη σπαταλάς χρόνο, βασικά, στο τι έκανε ο άλλος». Άλλο σαν παρατήρηση να πεις ότι: «Αυτό το ’κάνε έτσι. Αυτό το ’κανε καλά, αλλά θα μπορούσε να βελτιώσει κάποιος κάτι». Δηλαδή: «Όχι να σχολιάζεις μουσικούς και μπροστά σε άλλους μουσικούς. Να είσαι συγκεντρωμένος στη δουλειά σου». Αυτό ήταν μια σημαντική διδαχή απ’ τον Ανδρέα. Και γενικότερα, ό,τι συμβουλή έδινε ο Ανδρέας είχε να κάνει σχέση και με τη μουσική, αλλά και με την ίδια τη ζωή. Εμένα αυτό μου έκανε πάντοτε εντύπωση στον Ανδρέα. Ο Ανδρέας ήταν πάντοτε ένας τόσο σεμνός άνθρωπος. Έπαιζε καταπληκτικά στο κλαρίνο. Είχε φύγει στην Αυστραλία παλιά. Εκεί έκανε οικογένεια και μετά γύρισε στην Κληματιά, να πάρει σύνταξη. Και είχε μια σεμνότητα αυτός ο άνθρωπος! Δηλαδή, ενώ έπαιζε απίστευτα πράγματα για ένα παλιό κλαρίνο στην Κληματιά –μιλάμε για έναν παππού τώρα, έτσι; 70 χρονών. Έπαιζε καταπληκτικά! Ήταν πολύ σεμνός! Δεν έλεγε πολλά, πολλά-πολλά. Όταν ήταν κάτι καλό, το τόνιζε πάρα πολύ. Οπότε κι εγώ, σαν μαθητής τότε, έπαιρνα πολύ θάρρος. Θυμάμαι έβγαζα το Σκάρο στην κιθάρα και στο λαούτο –αργότερα το λαούτο, θα αναφερθώ πώς έγινε αυτή η αλλαγή. Έλεγε: «Να σ’ ακούσει ο Ζώτος, πώς κάνεις το Σκάρο!». Ο άλλος μεγάλος δάσκαλος του λαούτου. Πολλή ενθάρρυνση και έμαθα… έμαθα απ’ τον Ανδρέα πώς να ’μαι κι εγώ σωστός παιδαγωγός ή πώς να προσπαθώ να είμαι σωστός παιδαγωγός. Να μην αποθαρρύνεις κάποιο παιδί! Πολύ σημαντικό. Κάτι το οποίο μπορεί να μην το κάνει τώρα δε σημαίνει ότι σε 1 βδομάδα ή σε 1 μήνα ή σε 1 χρόνο δεν μπορεί να το κάνει. Άρα η δική μας δουλειά είναι αυτή, να ενθαρρύνεις κάποιον να ασχοληθεί περαιτέρω με τη μουσική μας, όπως έκανε και ο Ανδρέας μ’ εμένα.
Εσείς τι είχατε στο μυαλό σας, πηγαίνοντας σε έναν παραδοσιακό μουσικό έφηβος ακόμη;
Νομίζω όταν είσαι έφηβος, ειδικά σε ηλικίες, 15 χρόνων, 15-16 χρονών, ακολουθείς πολύ το ένστικτό σου. Δηλαδή μπορούσε ο Ανδρέας να ’ταν καταπληκτικός μουσικός, αλλά κάτι να μην ταίριαζε στο χαρακτήρα μας. Δε θα πήγαινα. Αλλά ο Ανδρέας είχε ένα πακέτο. Δηλαδή ήταν καλός χαρακτήρας! Ήταν ένας καλός άνθρωπος! Δηλαδή που τον έχω σαν πρότυπο στο μυαλό μου, όχι απλά καλός άνθρωπος. Και είχε και γνώσεις πάρα πολύ καλές. Έλεγε ο ίδιος: «Εγώ δεν είμαι μουσικός», λέει «επαγγελματίας, γιατί δεν ξέρω να διαβάζω νότες». «Μα», λέω, «Ανδρέα, και άλλοι που ξέρουν να διαβάζουν νότες δεν παίζουν σαν εσένα, όμως». Γιατί η δική μας μουσική δεν μπορεί να μεταφραστεί με το πεντάγραμμο. Μπορεί να μεταφραστεί μέχρι ένα βαθμό.
Μέχρι να πάτε στον Ανδρέα Φάκο, τι μουσική μαθαίνατε, διδασκόσασταν στην κιθάρα;
Στα 1-2 χρόνια που κάναμε με τον Τάσο τον Τζιοβάρα κάναμε λαϊκά κομμάτια, αλλά μες στο σπίτι μου άκουγα Πετρολούκα Χαλκιά συνέχεια[00:10:00] και λόγω του πατέρα μου, του Γιώργου Κώστα, είχα την τύχη –φοβερή τύχη και ευλογία– να έχω ακούσματα από όλες τις μουσικές: ροκ, blues, αφρικανική μουσική –και όλους τους masters, όμως, από κάθε μουσική κουλτούρα. Ακούγαμε τώρα στα Γιάννενα Salif Keïta και Habib Koité, που θεωρούνται μέχρι σήμερα οι τοπ μουσικοί απ’ την Αφρική, απ’ το Μάλι. Ακούγαμε jazz σιγά-σιγά με τον μπαμπά μου. Οπότε αυτό, νομίζω, όταν με ρωτάνε για συμβουλές για πιο νεαρούς μουσικούς, λέω αυτό: «Τι ακούτε; Ακούτε μουσικά είδη έξω απ’ τα ηπειρώτικα, για παράδειγμα;». Πολύ σημαντικό!
Την παραδοσιακή μουσική πού την ακούγατε;
Στα γνωστά μέρη, δηλαδή στο σπίτι πάρα πολύ, μέσα στο σπίτι. Γινόταν χαμός βασικά, γιατί η μητέρα μου ήταν πολύ καλλίφωνη. Και όταν δεν είχαμε στο ραδιόφωνο ή στο κασετόφωνο μουσική, τραγουδούσε η ίδια. Οπότε πάντα γινόταν αυτό το πράγμα. Στα πανηγύρια, στις άλλες εκδηλώσεις, γάμους, βαφτίσια κτλ. και στο χορευτικό. Και τώρα που το συζητάμε, καταλαβαίνω ότι ήταν παντού η μουσική! Ήταν παντού! Δεν μπορούσες να δραπετεύσεις απ’ αυτή! Ήθελες-δεν ήθελες, θα την άκουγες. Αυτά ήταν τα μέρη. Και μετά, στα μαθήματα: στον Ανδρέα, στον Τάσο τον Τζιοβάρα… και στο μυαλό μας το ίδιο μέσα, γιατί και όταν δεν παίζεις μουσική, πάλι σκέφτεσαι… τι καλύτερο μπορείς να κάνεις στις φράσεις σου;
Και η απόφαση για σπουδές σ’ ένα θεωρητικό αντικείμενο πώς προέκυψαν;
Μιλάμε για τη Φιλοσοφία-Παιδαγωγική; Στο σπίτι μου, όπως είπαμε και πριν λίγο, είχαμε “πόλεμο” σχετικά με τη μουσική, δηλαδή, ενώ καταλάβαιναν οι γονείς μου ότι εγώ περνούσα ώρες με την κιθάρα κάθε μέρα, φοβόντουσαν, κυρίως η μητέρα μου –από αγάπη πιο πολύ– ότι πώς θα τα καταφέρει ένα παιδί με τη μουσική μονάχα. Οπότε… έτσι, σαν συμφωνία έγινε αυτό… Είχα δώσει Πανελλήνιες κανονικά. Ετοιμαζόμουνα σωστά, καταλλήλως για τις Πανελλήνιες. Απ’ τις σχολές που είδα και μελέτησα λίγο τις περιγραφές τους, αυτή η σχολή μου άρεσε πιο πολύ από όλες: Παιδαγωγική, Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής. Ειδικότερα η Φιλοσοφία μου άρεσε πάντα έτσι κι αλλιώς, ήμουνα στη Θεωρητική Κατεύθυνση στο Λύκειο. Ωστόσο, διάλεξα αυτή τη σχολή και διάλεξα… στο μηχανογραφικό, θυμάμαι έβαλα μόνο σχολές απ’ τη Θεσσαλονίκη. Γιατί; Γιατί είχα βρει στο ωδείο του Νάκα ποιος κάνει κιθάρα, και λέω ότι: «Άμα είμαι στη Θεσσαλονίκη, να η ευκαιρία να είμαι στο ωδείο του Νάκα με τον συγκεκριμένο μουσικό». Ο συγκεκριμένος μουσικός ήταν ο Σταύρος ο Ρουσόπουλος, ο οποίος δυστυχώς έχει φύγει κι αυτός από τη ζωή, ένας εξαιρετικός κιθαρίστας και παιδαγωγός, που τελείωσε απ’ το Berklee. Και μ’ αυτόν κάναμε μαθήματα-εξερευνήσεις. Αυτός με έβαλε πολύ βαθιά στη μουσική μέσα. Βγάζαμε το ένα βιβλίο του Berklee μετά το άλλο. Μου ’δινε το Guitar Techniques: Volume 1, την άλλη βδομάδα αρχίζαμε το 2, Volume 2. Υπήρχε μεγάλο πάθος! Οπότε η Σχολή ήρθε σαν πρόφαση πιο πολύ, ώστε να είμαι στη Θεσσαλονίκη, σ’ ένα περιβάλλον πολύ διαφορετικό απ’ τα Γιάννενα. Και όντως, μόνο με το ένστικτό μου έκανα αυτές τις επιλογές. Και η μητέρα μου με είχε στηρίξει και με το ωδείο και με τα λοιπά. Ήταν μια πολύ-πολύ σωστή απόφαση. Γιατί στο Ωδείο γνώρισα τον Σταύρο Ρουσόπουλο και μετά τον άλλο μου δάσκαλο, Μάκη Στεφανίδη, οι οποίοι ήτανε τελειόφοιτοι από το Berklee. Οπότε σκέψου σε κάθε μάθημα να σου λένε τις εμπειρίες τους απ’ τη Βοστώνη. Εσύ, σαν παιδί, τρελαίνεσαι! Δηλαδή κι εγώ είχα το μικρόβιο, το ’λεγα στον πατέρα μου παλιά, από 16 χρονών του έλεγα: «Εγώ θα πάω στο Berklee!». Κι εκείνος μου ’λεγε: «Μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις!». Μπορείς να το κάνεις! Και λέω: «Τρελός είναι;». Εγώ το λέω για να τον τσινήσω λίγο, να μου πει το αντίθετο». «Μπορείς να το κάνεις, μου λέει, θα πας!». Και τελικά πήγα. Έτσι… Με ενθάρρυνε πολύ και ο δεύτερός μου δάσκαλος, ο Μάκης Στεφανίδης, και ο Γιάννης Παπατριανταφύλλου, ο δάσκαλος της Jazz Αρμονίας και οικογενειακός φίλος, που παίζει μπάσο με το Σωκράτη Μάλαμα τα τελευταία 20 χρόνια. Έτσι, έδωσα εξετάσεις για το Berklee, τον Νοέμβριο του 2011. Και μετά, με τη βοήθεια μιας υποτροφίας απ’ το ίδιο το Κολλέγιο, γιατί είχαν έρθει δύο καθηγητές απ’ την Αμερική για να μας εξετάσουν. Έτσι, κατάφερα να φύγω έξω.
Θα επιστρέψω λίγο στα εφηβικά χρόνια. Τι σας έλεγαν οι φίλοι σας, οι συνομήλικοί σας, που σας έβλεπαν, σας άκουγαν, μιλούσατε για τη μουσική;
Μου έλεγαν: «Μπορείς να αφήσεις, σε παρακαλώ, την κιθάρα… γιατί μας έχεις τελειώσει!». Ήμουνα συνέχεια με το όργανο, συνέχεια! Δηλαδή με φώναζαν οι δικοί μου να κατέβω για φαγητό, ήμουνα εκεί, το πάλευα. Πάλευα να βρω κάτι. Τα ίδια και οι φίλοι μου, καταλάβαιναν ότι είχα μανία μ’ αυτό το πράγμα. Κι ακόμα δεν ξέρω τι είναι αυτό το πράγμα που μας οδηγεί να πάρεις ένα ξύλο με χορδές… για να εκφράσεις τι; Τι είναι αυτό που θέλουμε να εκφράσουμε, που έχουμε αυτή τη μανία και καθόμαστε με τις ώρες να βρούμε λεπτομέρειες; Γιατί όταν μιλάμε για παραδοσιακή μουσική, μιλάμε μόνο για λεπτομέρειες. Και υπάρχουνε διάφορα στάδια.
Καταλαβαίνατε τότε ποια συναισθήματα σας γεννούσε η μουσική;
Καταλάβαινα ότι είτε είμαι χαρούμενος είτε λυπημένος μπορώ να το βγάλω αυτό μέσα απ’ την κιθάρα. Στεναχωριόμουν για κάτι, έπιανα την κιθάρα. Ήμουν χαρούμενος… Όταν ήμουν χαρούμενος –δεν ξέρω γιατί ο εγκέφαλος μου δούλευε έτσι–, έβγαζα κομμάτια. Ερχόταν η σύνθεση. Λυπημένος δεν έβγαζα κομμάτια. Πολύ περίεργο! Κάποιοι συνθέτες γράφουνε κομμάτια, να εκφράσουν αυτό. Εμένα δε μου ’βγαινε αυτό. Στη χαρά έβγαζα… τα καλύτερά μου κομμάτια! Αυτά που ’χω κρατήσει και μέχρι σήμερα έχουνε βγει από τότε. Έχει πολύ ενδιαφέρον αυτό.
Και τη λύπη πώς την αντιμετωπίζατε;
Εντάξει, πιο πολύ εκφραζόμουν μέσα απ’ το όργανο, να παίξω κάτι, μια αρμονία, να προσπαθήσω να συνθέσω μια μελωδία, πιο πολύ να βγάλεις αυτό το συναίσθημα, να το εξωτερικεύσεις. Ναι. Αλλά όχι σαν σύνθεση, όμως. Δεν έβγαινε σύνθεση ποτέ. Πολύ περίεργο, ε;
Ποιος ήταν ο μεγαλύτερος θαυμαστής σας;
Δικός μου θαυμαστής ή εγώ που θαύμαζα;
Δικός σας.
Νομίζω ο πατέρας μου. Και θαυμαστής, με την έννοια ότι πίστευε πάρα πολύ. Κι έτσι, υπογείως έκανε τη δική του δουλειά. Γιατί μπαίναμε στ’ αμάξι: «Βασίλη, άκου αυτή τη μελωδία! Άκου το άλλο!». Ναι! «Άκου το ένα, άκου από το άλλο», φτάσαμε όμως να έχουμε μια συλλογή με χίλιους δίσκους, που ακούμε το ένα, ακούμε τ’ άλλο. Και πάντα έδινε σημασία ο πατέρας μου στις δυνατές μελωδίες. Όλα τα κομμάτια που έπαιζε μες στο αμάξι, στο σπίτι ή οτιδήποτε είχανε φοβερά θέματα. Και ήταν σαν να μου είχε προγραμματίσει τον εγκέφαλό μου να σκέφτεται έτσι, όταν συνθέτει. Δηλαδή όλα μου τα κομμάτια που κρατάω –και σήμερα, που γράφω κανονικά και για διάφορα σχήματα, projects, που παίζουμε– είναι αυτά τα θέματα. Γνώμονάς μου είναι αυτό, το θέμα το βασικό να ’χει προκύψει απ’ την καρδιά, δηλαδή… για να μπορέσει να περάσει και παρακάτω. Με τον ίδιο τρόπο που τα ’δειχνε κι ο μπαμπάς.
Ενότητα 2
Οι σπουδές στο Berklee College of Music και το πέρασμα από την κιθάρα στο λαούτο
00:16:56 - 00:33:41
Ας πάμε τώρα στην ακρόαση που κάνατε και πετύχατε την είσοδό σας στο Berklee College of Music, στην Αμερική. Σε ποια φάση της ζωής σας ήρθε εκείνη η ευκαιρία;
Λοιπόν, η ακρόαση ήταν το 2011, το Νοέμβριο. Εγώ προετοιμαζόμουν ψυχολογικά, όμως, και στη μουσική, στη μελέτη, απ’ το 2008, όταν άρχισα και τα μαθήματα στο Φίλιππο Νάκα, στο Ωδείο του Φίλιππου Νάκα στη Θεσσαλονίκη. Θυμάμαι τη μάνα μου να λέει: «Παιδί μου, πού πας;». Είχα ένα τζιν παντελόνι και ένα τζιν μπουφανάκι και την κιθάρα στο χέρι και λέω: «Μαμά, πάω να δώσω μια ακρόαση! Έτσι… έτσι», λέω, «για την εμπειρία!». Μέσα μου ήξερα, όμως, ότι πάω να δώσω ακρόαση, ότι είναι θέμα ζωής και θανάτου αυτή η ακρόαση, δεν είναι απλό! Λέω: «Για την εμπειρία είναι! Να δω λίγο πώς είναι. Ξέρεις, να γνωρίσω και τους καθηγητές απ’ το εξωτερικό». Πήρα το λεωφορείο μόνος μου. Πήγα στην Αθήνα. Ήμουνα ο τεσσαρακοσός υποψήφιος στις 2 μέρες που είχανε τις ακροάσεις, ο τελευταίος δηλαδή, 9 η ώρα το βράδυ, θυμάμαι. Μπήκα μέσα στην αίθουσα. Ήταν κουρασμένοι κι οι καθηγητές, αλλά όταν άρχισα να παίζω, άλλαξε αυτό, άλλαξε αυτή η ατμόσφαιρα. Κατάλαβαν ότι υπάρχει προετοιμασία εδώ, κάτι… κάτι γίνεται εδώ. Έπαιζα κιθάρα και επέλεξα να παίξω μια δικιά μου σύνθεση κι ένα τζαζ κομμάτι του Wes Montgomery, Four on Six λέγεται. Είναι ένα jazz standard. Το παίζουν οι τζαζίστες πάρα πολύ συχνά αυτό. Μετά ένας καθηγητής ήρθε κι έπαιξε μαζί μου ένα blues κομμάτι. Mου έκανε κάποιες ασκήσεις για το αυτί, ear training exercises, να δει αν μπορώ να τον ακολουθήσω σε αυτά που παίζει. Μετά έκανα τη συνέντευξή μου, που ήθελαν να καταλάβουν οι άνθρωποι πόσο το θέλεις να πας στην Αμερική και τι έχεις εσύ να δώσεις σ’ αυτό το περιβάλλον, σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον, όπως είναι αυτό του Berklee College of Music. Οπότε το Φεβρουάριο του 2012 πήρα ένα e-mail ότι έγινα δεκτός στο Κολλέγιο. Στεναχωρήθηκα εκείνη τη μέρα, γιατί λέω: «Μόνο δεκτός έγινα;», λέω, «δεν πήρα υποτροφία;». Και είχα μαραζώσει για 2 μέρες. Και έρχεται ένα e-mail μετά από δύο μέρες και λέει: «Έχετε πάρει υποτροφία!». Και λέω: «Τι γίνεται;». Ήθελα… Χοροπηδούσα μέσα στο σπίτι μου στη Θεσσαλονίκη –όντας φοιτητής τότε–, χοροπηδούσα πάνω-κάτω για 10 λεπτά, μέχρι να καταλάβω τι έχει γίνει. Απίστευτες στιγμές! Απίστευτες στιγμές! Ξέρεις, να μιλήσεις με τους γονείς σου, μετά να τους πεις. Απλά τότε η μητέρα μου ήταν άρρωστη δυστυχώς, είχε καρκίνο και σ’ ένα μήνα έφυγε απ’ τη ζωή. Οπότε τα συναισθήματα ήτανε… να ’χεις πάρει υποτροφία, να πας να κάνεις το όνειρό σου και να σου συμβαίνει αυτό στην οικογένεια. Οπότε έφυγε η μητέρα μου απ’ τη ζωή 1 μήνα μετά, τον Μάρτιο, 27 Μαρτίου του ’12, και έπρεπε να μείνω 1 ακόμα χρόνο εγώ στην Ελλάδα. Δεν μπορούσα να φύγω απ’ την οικογένειά μου. Οπότε μίλησα με τους ανθρώπους στο Berklee, κατάλαβαν. Έδωσα ξανά για υποτροφία στο Ωδείο του Φίλιππου Νάκα, για να την αυξήσω, γιατί τα έξοδα ήτανε υπέρογκα. Και πήρα κι άλλη υποτροφία και απ’ το Ωδείο του Νάκα και[00:20:00] απ’ το Κολλέγιο του Berklee. Κι έτσι, κατάφερα τέλη Αυγούστου του 2013 να ξεκινήσω τις σπουδές μου στη Βοστώνη. Έφτασα εκεί μόνος μου. Η θεία μου, η αδερφή της μαμάς μου, έλεγε: «Αλήθεια θα πας;». Λέω: «Αλήθεια, θα πάω!». «Γιατί, παιδί μου;». «Γιατί την αγαπώ τη μουσική», λέω, «πρέπει να εξερευνήσω κι άλλο αυτό που αγαπάω», λέω, «δε βλέπω εγώ κάτι που μπορώ να κάνω εδώ». Που εδώ θα μπορούσα να παίζω και με μουσικά σχήματα και σε παραδοσιακά γλέντια κτλ. Δηλαδή οικονομικά θα μπορούσα να ’μουν εντάξει, αλλά δε γύρευα αυτό.
Πότε ταξιδέψατε για την Αμερική;
Τέλη Αυγούστου του ’13.
Τι πήρατε μαζί σας;
Το πώς ταξίδεψα είναι το θέμα. Γιατί όταν μ’ άφησαν στο αεροδρόμιο, στην Αθήνα, μ’ έπιασε ένας λυγμός. Εκεί που περνάς, ξέρεις, που δίνεις το διαβατήριο και δεν μπορείς να γυρίσεις πίσω όμως, τελείωσε. Λέω: «Κάνω καλά, που φεύγω;», λέω, «τι κάνω;». Οπότε πήρα μαζί μου δύναμη απ’ την οικογένεια, όμως, γιατί ήξερα ότι είναι μαζί μου σ’ αυτό. Κι ήταν κάθε μέρα μαζί μου, μέχρι σήμερα, μετά από τόσα χρόνια. Κάθε μέρα στα τηλέφωνα: «Πώς πάει αυτό το project; Τι έκανες σ’ εκείνο το μάθημα;». Ειδικά με τον πατέρα μου ήμασταν και είμαστε πάρα-πάρα πολύ κοντά. Κάθε μέρα τηλέφωνα: «Να, παίξε μου αυτή τη φράση! Τι έμαθες σήμερα;». Μεγάλη ευλογία να το ’χει ένα παιδί αυτό! Απλά ήμουνα μόνος μου στο ταξίδι. Θυμάμαι να βλέπω τη Βοστώνη απ’ το παράθυρο του αεροπλάνου, όταν προσγειωνόμασταν, και λέω: «Ωχ», λέω, «είναι πολύ μακριά τώρα για να γυρίσω πίσω», λέω, «Δε φτάνω να γυρίσω». Εντάξει, όταν πας τόσο μακριά να σπουδάσεις, ξέροντας ότι δεν μπορείς εύκολα να πάρεις ένα αεροπλάνο, να γυρίσεις στην πατρίδα σου, είναι ένα συναίσθημα περίεργο. Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα στη Βοστώνη για μένα. Πάρα πολύ δύσκολο να ’σαι μόνος σου ανάμεσα σε αγνώστους. Δεν είχα ένα στήριγμα. Δηλαδή… ήταν ο αδερφός της γιαγιάς μου, θυμάμαι, έξω απ’ τη Βοστώνη, αλλά είχε και αυτός θέματα υγείας. Δύσκολα τον έβλεπα. Αλλά ήταν κάτι. Ήταν ένα σημαντικό κεφάλαιο και εκείνος. Έφυγε κι εκείνος απ’ τη ζωή μετά από 2 χρόνια.
Πρώτες ημέρες στο Κολλέγιο. Τι σας εντυπωσίαζε περισσότερο;
Ήμασταν περίπου 4μισι χιλιάδες καινούργια παιδιά, που πήγαμε να σπουδάσουμε. Και ήτανε εκπληκτικό να βλέπεις παιδιά απ’ όλο τον κόσμο να έρχονται τόσο μακριά απ’ τις πατρίδες τους, να ταξιδεύουν τόσο μακριά απ’ τις πατρίδες τους, για να κάνουν αυτό που αγαπάνε. Αυτό μου έκανε εντύπωση. Μου έκανε εντύπωση πόσο φιλικά και ευγενικά ήταν όλα τα παιδιά. Αρχίσαμε να κάνουμε παρέες, δηλαδή αυτόματα, είχαμε φιλίες. Ήμουν πολύ τυχερός σ’ αυτό. Και με Έλληνες και με ξένους. Ντάξει. Είναι ένα περιβάλλον-πρόκληση! Μου έκανε εντύπωση πόσο δυνατοί ήταν οι καθηγητές! Τι όμορφα που έπαιζαν πιάνο, βιμπράφωνο, τσέλο, ούτι… Όπως μου ’λεγε κι ο δάσκαλός μου, ο δεύτερος δάσκαλος, ο Μάκης Στεφανίδης, στο Ωδείο του Φίλιππου Νάκα: «Είναι δώρο για κάποιον να πάει στο Berklee!». Και είναι δώρο! Με όλες τις δυσκολίες και όλες τις προκλήσεις, αν το θέλεις πραγματικά και έχεις στο μυαλό σου στη μουσική, μονάχα στη μουσική, για κάποιο καιρό τουλάχιστον, νομίζω για κάποιον είναι δώρο αυτή η εμπειρία! Δεν ανταλλάσσεται αυτή η εμπειρία!
Ποια γνωριμία σάς καθόρισε μετέπειτα;
Χμμ… Καλή ερώτηση. Καταρχάς, να πω ότι κάθε δάσκαλος στο Berklee είχε πολλά πράγματα να σου δώσει, έτσι; Δηλαδή… τι να πω; Από ποιον να πρωτο-αρχίσω; Ed Seidon στο βιμπράφωνο και στο πιάνο, Eugene Friesen στο τσέλο, Simon Shaheen στο ούτι, καθηγητές μου σε άλλα όργανα, αλλά που εγώ έκανα μάθημα μαζί τους και έπαιρνα στοιχεία απ’ τις δικές τους τεχνικές, στα δικά τους μουσικά όργανα, να δω πώς έχουν εφαρμογή στο λαούτο, έτσι; Και στην κιθάρα στην αρχή –θα πούμε πώς έγινε η αλλαγή. Εμπειρία που άλλαξε… Ήταν διάφοροι άνθρωποι-κλειδιά, νομίζω, και σε φιλικό επίπεδο και σε επαγγελματικό.
Τι περιλάμβαναν οι σπουδές, πέρα από τη μουσική;
Εγώ επειδή είχα, επειδή πήρα το πτυχίο μου στο Τμήμα Φιλοσοφίας-Παιδαγωγικής, στο Αριστοτέλειο, διάλεξα να κάνω, επέλεξα να κάνω το πρόγραμμα Diploma στο Berklee, όχι το Degree. Το Degree πρόγραμμα θα είχε μαθήματα Ιστορίας, Φυσικής, Μαθηματικά… Είναι λες και πας κολλέγιο πρώτη φορά. Ενώ το Diploma, που διάλεξα, έχει μαθήματα μόνο Μουσικής. Ωστόσο, είχε μεγάλη ποικιλία, διάφορες πτυχές της μουσικής. Κάναμε μαθήματα jazz ενορχήστρωσης, σύνθεσης. Είχαμε μουσικά σχήματα που ήμασταν 6-7 παιδιά μαζί, με διαφορετικά όργανα απ’ όλο τον κόσμο και προσπαθούσαμε να βγάλουμε άκρη, για να κάνεις συναυλία στο τέλος του τετραμήνου. Κλασική Αρμονία, μάθημα ιδιαίτερο στο δικό μας μουσικό όργανο, Jazz Αρμονία και διάφορα άλλα μαθήματα που μπορούσες να πάρεις σαν επιλογή. Εγώ διάλεξα ένα major στο Berklee, το οποίο δεν το διαλέγουν πολλά παιδιά. Λέγεται Professional Music Major, που σημαίνει ότι διαλέγεις εσύ τα μαθήματα που θέλεις. Οπότε εγώ διάλεξα τα μαθήματα που ήθελα, ειδικά στο τρίτο έτος των σπουδών μου, γιατί ήθελα να έχω πιο πολύ χρόνο να μελετάω τον Πετρολούκα Χαλκιά στο σπίτι.
Για πάμε στο λαούτο και στον Πετρολούκα Χαλκιά. Πώς έγινε η αλλαγή απ’ την κιθάρα στο λαούτο;
Τον πρώτο χρόνο σπουδών μου στο Berklee πήγαινα σ’ όλα τα μαθήματα με την κιθάρα. Εκεί κατάλαβα ότι η κιθάρα, ναι μεν παίζω αυτό το μουσικό όργανο εδώ και 20 χρόνια, αλλά η jazz κιθάρα κατάλαβα ότι δεν είναι για μένα, γιατί έβλεπα άλλα παιδιά να παίζουν jazz κιθάρα, που… Όπως μεγάλωσα εγώ με τους παππούδες και τις γιαγιάδες να τραγουδάνε αυτά τα κομμάτια, αυτοί μεγάλωσαν με την jazz και την blues. Οπότε καταλάβαινα ότι δεν μπορώ εγώ να εκφραστώ πλήρως, παίζοντας απλά μια άλλη μουσική παράδοση και απομονώνοντας ή διώχνοντας τη δική μου, την ηπειρωτική μιλάω, την ελληνική παραδοσιακή. Οπότε… Και είδα ότι η Αμερική ένα πολύ καλό που έχει –και ειδικά η Βοστώνη, που είναι ένα ακαδημαϊκό περιβάλλον, με 100+ πανεπιστήμια διαφορετικά–, σέβονται πάρα πολύ τις μουσικές κουλτούρες και γενικότερα τις παραδόσεις που έρχονται απ’ όλο τον κόσμο. Και όχι μόνο τις σέβονται, αλλά τις αναδεικνύουν. Και το Berklee είναι ένα πανεπιστήμιο που αναδεικνύει το διαφορετικό. Οπότε στο τέλος του πρώτου χρόνου των σπουδών είναι να ηχογραφήσουμε ένα δίσκο. Και λέω: «Να πάω στην Ισπανία να παίξω κιθάρα», λέω, «τι να παίξω στην κιθάρα; Μπροστά στους flamenco masters εγώ να παίξω τι;. Για παράδειγμα, το Σ’ αγαπώ γιατί είσαι ωραία;». Οπότε εκεί πήρα την πιο… έτσι… απρόσμενη απόφαση που έχω πάρει στη ζωή μου μέχρι στιγμής. Αφήνω την κιθάρα, πιάνω το λαούτο 2 βδομάδες πριν απ’ αυτό το ταξίδι και αρχίζω να μελετάω το Σκάρο του Πετρολούκα Χαλκιά, ένα απ’ τα πιο δεξιοτεχνικά κομμάτια του ίδιου στο κλαρίνο –που δεν μελετάται στο λαούτο έτσι κι αλλιώς. Κι άρχισα να προσπαθώ να δω αν μπορεί αυτό να βάλει νόημα στο λαούτο. Κι έβγαλα την πρώτη φράση του Πετρολούκα Χαλκιά, το γνωστό… Και βλέπω ότι στο λαούτο έχει απίστευτη εφαρμογή, δηλαδή έχει ανοιχτή Ρε χορδή και μετά Σολ, στο πέμπτο τάστο. Δηλαδή μια πολύ βολική θέση για το λαούτο. Έβγαλα την πρώτη φράση, λέω: «Κάτσε να πάνω στη δεύτερη!». Πάω στη δεύτερη, πάω στην τρίτη… Λέω: «Εδώ έχει ανοιχτεί ένας κόσμος μπροστά…», που δεν πίστευα ότι μπορεί να υπάρχει αυτός ο κόσμος. Γιατί, όταν λες λαούτο, λες συνοδεία 99% και άντε να παίζει το λαούτο μια Δριμινίτσα εδώ στην Ήπειρο... Αυτό. Βέβαια, ήξερα… είχα κατά νου ότι υπήρχε ο Χρήστος Ζώτος, μεγάλος δάσκαλος του λαούτου, που δυστυχώς μας άφησε πριν λίγους μήνες, που έκανε μια άλλη δουλειά στο λαούτο. Δημιούργησε μια δική του τεχνική και έπαιζε κάποια κομμάτια σολιστικά. Οπότε ήξερα ότι υπάρχει αυτό. Αλλά όχι η φρασεολογία του Πετρολούκα, που είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να έχουμε εδώ στην ελληνική παραδοσιακή μουσική, σε ένα άλλο όργανο. Οπότε έτσι πήγα στην Ισπανία. Πήρα και τα δύο μουσικά όργανα μαζί, και το λαούτο και την κιθάρα, και μας λένε εκεί ότι «θα παίξετε μια συναυλία σ’ ένα ιστορικό χώρο -λέγεται Casa Patas- και θα σας παρακολουθήσουν δύο θρύλοι της flamenco μουσικής, οι οποίοι θα βραβευτούν στην ίδια συναυλία». Μπαίνω να δω ποιοι είναι αυτοί οι θρύλοι και παθαίνω πλάκα. Ήταν ο José Mercé στη φωνή –σα να λέμε… τι να πούμε τώρα; Κώστας Τζίμας, ας πούμε, σε αξία στην ηπειρωτική μουσική– και Pepe Habichuela, κιθαρίστας, ένας απ’ τους τοπ κιθαρίστες στη flamenco μουσική. Μεγάλοι σε ηλικία και οι δύο. Εμένα μου ’τρεμαν τα πόδια, όταν κατάλαβα τι γίνεται. Και λέω στον Υπεύθυνο του Μεσογειακού Ινστιτούτου: «Θέλετε να παίξω με την κιθάρα ή με το λαούτο;». Λέει: «Εννοείται με το λαούτο», λέει, «να δούνε και οι άνθρωποι ένα… το… ένα μουσικό όργανο που έρχεται απ’ τη δική σου πατρίδα. Την κιθάρα την ξέρουμε», λέει. Οπότε αποφασίζουμε να παίξουμε –ένα κομμάτι ήταν αυτή η συναυλία, έτσι, τιμητικά για εκείνους. Λέω στην Ελένη, τη φίλη μου: «Θα κάνω εγώ λίγο Σκάρο στην αρχή και θα σε βάλω στο Με γέλασαν μια χαραυγή, στο κλέφτικο». Και αρχίζω να παίζω το Σκάρο και είδα πώς κοίταγαν οι δύο μουσικοί –όταν λέω κοίταγαν, του είχα στα 2 μέτρα. Και τελειώνει η συναυλία και έρχεται ο José Mercé και μου λέει: «Πιτσιρικά, το λαούτο είναι το μέλλον σου!». Σαν να λέει: «Άσ’ την κιθάρα. Όλα καλά, εντάξει, αλλά το λαούτο είναι αυτό που θα σε οδηγήσει στα μέρη που θέλεις να φτάσεις. Δεν τα ξέρεις ποια είναι αυτά τα μέρη, αλλά...». Οπότε τρελάθηκα μ’ αυτή τη συμβουλή κι ότι είχε τη διάθεση ο ίδιος να ’ρθει να σ’ το πει αυτό. Κι όταν ένας master το αισθάνεται αυτό, σημαίνει ότι κάτι συμβαίνει. Και είχε απόλυτο δίκιο. Και άλλαξα… άλλαξα μουσικά όργανα, απ’ την κιθάρα που έπαιζα 20 χρόνια, την άφ[00:30:00]ησα στην αποθήκη μου στη Βοστώνη, πήρα το λαούτο και άρχισα απ’ το μηδέν. Δηλαδή πώς είναι μια Ντο ματζόρε κλίμακα στο λαούτο; Έπαιζα Σκάρο, αλλά δεν ήξερα πού είναι η Ντο ματζόρε. Σιγά-σιγά άρχισα και με τις ευκαιρίες που σου ’δινε το Κολλέγιο, που, όταν άρχισα δηλαδή το δεύτερο χρόνο των σπουδών μου, μπορείς να απογειωθείς μουσικά, γιατί έχεις τέτοιες προκλήσεις, που σε καλούν να βρεις λύσεις. Είναι τα περιβάλλοντα τέτοια. Άρχισα να παίρνω όλα μου τα μαθήματα, ιδιαίτερα μαθήματα, τις τάξεις που ήμασταν όλα τα όργανα μαζί, με το λαούτο. Δηλαδή έβαλα τον εαυτό μου σε πολύ δύσκολη θέση επίτηδες, γιατί ήξερα ότι είναι η μοναδική λύση. Δε γίνεται με εύκολο τρόπο αυτό. Πρέπει να ζοριστείς. Οπότε πήρα όλα μου τα μαθήματα τα τελευταία 2 χρόνια των προπτυχιακών μου σπουδών, όλα με το λαούτο. Και λόγω του λαούτου και αυτού που προσπαθούσα να κάνω, μου δόθηκαν πάρα πολλές ευκαιρίες μέσα στο Κολλέγιο. Δηλαδή ερχόντουσαν μουσικοί όπως ο Antonio Serano, που έπαιζε φυσαρμόνικα με τον Paco de Lucia στο σχήμα του για χρόνια, και με κάλεσαν να παίξω μαζί του, μαζί με άλλους φοιτητές τότε. Έπαιξε εκείνος σόλο στη μεγάλη συναυλία, που είχαμε στο Berklee. Με κοιτάει και μου λέει: «Παίξε εσύ τώρα!». Να παίξεις σόλο μετά τον Antonio Serano; Δηλαδή είναι σαν να παίξει ο Πετρολούκας Χαλκιάς πωγωνίσιο και να σε κοιτάξει και να σου πει: «Παίξε κι εσύ τώρα». Δηλαδή ναι, αλλά αυτή η εμπειρία σε μεγαλώνει, ωριμάζεις έτσι. Το ίδιο με τον Tigran Hamasyan, έναν εκπληκτικό Αρμένιο πιανίστα, απ’ τους κορυφαίους πιανίστες στον κόσμο, πάλι ίδια κατάσταση. Έτσι κύλησαν οι σπουδές μου οι προπτυχιακές. Και μετά, ήξερα ότι θέλω να συνεχίσω σε μεταπτυχιακό επίπεδο, πάλι με το λαούτο, και ήξερα ότι με ενδιαφέρει μονάχα ένα πρόγραμμα συγκεκριμένα, το πρόγραμμα του Berklee Global Jazz Institute, που είναι μέρος του Berklee College of Music στη Βοστώνη. Έδινε 20 υποτροφίες –φουλ υποτροφίες– αυτό το πρόγραμμα, ανάμεσα σε χίλια παιδιά που έκαναν αίτηση. Όλοι με συμβούλευαν τότε: «Κάνε αίτηση και σ’ άλλα πανεπιστήμια. Δεν ξέρεις ποτέ». Λέω: «Δεν κάνω αίτηση πουθενά αλλού. Θα κάνω αίτηση μόνο σ’ αυτό, γιατί μόνο αυτό το πρόγραμμα με ενδιαφέρει». Γιατί… στο συγκεκριμένο πρόγραμμα δίδασκαν οι τοπ jazz μουσικοί στον κόσμο αυτή τη στιγμή, όπως ο Danilo Pérez, που είναι και ο καλλιτεχνικός διευθυντής, ο John Patitucci, ένας από τους κορυφαίους μπασίστες στον κόσμο. Και συνδυάζει αυτό το πρόγραμμα την τοπ jazz εκπαίδευση από τοπ jazz δασκάλους, με projects που σε εμπνέουν οι άνθρωποι εκεί να κάνεις και σε καθοδηγούν, που έχουνε σχέση με το πώς η μουσική μπορεί να είναι όχημα για κοινωνική αλλαγή, πώς μέσα απ’ τη μουσική μπορείς να δημιουργήσεις τις δομές στην κοινωνία και να επηρεάσεις καταστάσεις. Και έτσι, το Σεπτέμβριο του 2016, αφού τελείωσα το προπτυχιακό μου, άρχισα τις σπουδές μου εκεί. Και τότε άρχισα ένα άλλο κεφάλαιο, εισαγάγοντας το λαούτο στον κόσμο της jazz. Και ερχόντουσαν οι καθηγητές: «Ποιο είναι αυτό το όργανο; Από πού είναι αυτό; Παίξε μας κάτι». Και εκεί κολλάνε τα ακούσματα, που είπαμε πριν. Γιατί αν είχα μόνο ακούσματα απ’ την ηπειρωτική μουσική, πώς θα μπορούσα να συνεννοηθώ μ’ αυτούς τους ανθρώπους; Δεν είχαμε κοινή γλώσσα, αλλά εγώ λόγω του πατέρα μου, όμως, και λόγω των σπουδών μου στη Θεσσαλονίκη, αλλά κυρίως λόγω του πατέρα μου, μιλούσα λιγάκι τη γλώσσα τους.
Το λαούτο πώς υπήρχε κοντά σας; Υπήρχε στο σπίτι; Το αγοράσατε για να πάτε στη συναυλία στην Ισπανία;
Το δανείστηκα απ’ το φίλο μου τον αδελφικό, το Θανάση το Βόλα. Δεν είχα λαούτο! Δεν έπαιζα λαούτο μέχρι τότε! Ήταν μια τρελή ιδέα απλά να δοκιμάσω κάτι καινούργιο. Και δανείστηκα το λαούτο αυτό, το οποίο… όταν έφτασα στην Ισπανία, δε βγήκε απ’ τους χώρους των αποσκευών και κόντεψε να φύγει το αεροπλάνο πίσω στην Ελλάδα με το λαούτο μέσα. Στο τσακ το προλάβαμε κι ήρθε το λαούτο για τη συναυλία την επόμενη μέρα. Έγιναν όλα όπως έπρεπε.
Ενότητα 3
Η συνεργασία με τον Πετρολούκα Χαλκιά, η σύνδεση με το Χρήστο Ζώτο και τα εκπαιδευτικά προγράμματα
00:33:41 - 00:51:34
Ας μιλήσουμε τώρα για τη συνεργασία με τον Πετρολούκα Χαλκιά. Πώς ήρθε η ιδέα καταρχάς;
Όταν έκανα την αλλαγή από κιθάρα στο λαούτο κι ήμουνα φοιτητής στο δεύτερο χρόνο στο Berklee, στις προπτυχιακές μου σπουδές, πέρα απ’ τα μαθήματα που είχα στο Κολλέγιο, τις εργασίες, τα παιξίματα έξω απ’ το Κολλέγιο, ο βασικός μου στόχος… αυτό με το οποίο ξυπνούσα και κοιμόμουνα ήταν η μουσική του Πετρολούκα Χαλκιά στο λαούτο. Δηλαδή επειδή έγινε αυτό στην Ισπανία, εγώ συνέχισα να βγάζω το Σκάρο, όμως, και να προσπαθώ να το ολοκληρώσω. Το ’14 τον Ιούνιο έγινε η συναυλία στην Ισπανία. Το 2015 το Νοέμβριο ήρθε ο Πετρολούκας στη Βοστώνη να παίξει σ’ ένα γλέντι, στο ετήσιο γλέντι ενός απ’ τους ηπειρωτικούς συλλόγους που έχουμε εκεί. Ο Πρόεδρος του Συλλόγου μου είπε: «Βασίλη, θέλω να παίξεις με τον Πετρολούκα Χαλκιά!». Λέω: «Ουάου», λέω, «τι φοβερή ευκαιρία να τον γνωρίσω!», γιατί δεν είχαμε γνωριστεί ποτέ στην Ελλάδα. Μου λέει: «Θέλω να παίξεις μαζί του και να φτιάξεις κι ένα σχήμα, για να παίξετε με τον Πετρολούκα», δηλαδή ντέφι, βιολί, λαούτο και θα ερχόταν ο Πετρολούκας απ’ την Ελλάδα μαζί με τον Αντώνη Κυρίτση. Και λέω: «Πω πω», λέω, «τι χαρακτήρας είναι τώρα ο Πετρολούκας Χαλκιάς;», λέω, «εγώ μελετάω τη μουσική του στο λαούτο. Θα του αρέσει αυτό ή θα μου πει: “Σταμάτα το λαούτο, να μην το κάνει αυτό”;». Οπότε εκεί γνωριστήκαμε, στο γλέντι αυτό. Εκείνος, θυμάμαι, ήταν στο κοινό, όταν αρχίσαμε εμείς, στην αρχή, να παίξουμε το Σκάρο στο γλέντι αυτό, με ένα άλλο κλαρίνο της περιοχής εκεί. Παίξαμε τη συναυλία μετά. Δε μου είπε τίποτα ο Πέτρος, όταν ήρθε, όταν μ’ άκουσε τον Σκάρο να παίζω, ας πούμε. Ήρθε πάνω, έβαλε το κλαρίνο, έπαιξε. Και λέω: «Δε με άκουσε», λέω, «τώρα ή δεν του άρεσε αυτό που έκανα». Και έρχεται στο τέλος και μου λέει: «Νομίζεις», μου λέει, «ότι δε σ’ άκουσα στην αρχή αυτό που έκανες; Λαούτο να παίξει το Σκάρο το δικό μου», μου λέει, «με τη φρασεολογία τη δικιά μου; Λοιπόν, μπράβο», λέει, «αλλά τώρα που το έβγαλες αυτό, έχεις να βγάλεις κι όλα τα άλλα τα δικά μου τα κομμάτια!». Και εννοούσε τα έργα του: Φράσια, Ποταμιά, Ζαγορίσιο, Παλιό Ζαγορίσιο, Γκέκα… αυτά κυρίως. Πάρα πολύ δύσκολα κομμάτια. Οπότε εκείνος μου έδωσε ενθάρρυνση, ως παιδαγωγός πραγματικός –μετά τον Ανδρέα Φάκο ήρθε εκείνος. Μου έδωσε την ενθάρρυνση να συνεχίσω με τα δικά του κομμάτια. Οπότε, τον έπαιρνα τηλέφωνο: «Πέτρο, άκου αυτό… άκου…». «Α, μπράβο! Κάνε αυτό. Αυτό το κάνεις καλά, αυτό μπορεί…». Τα ’χω περασμένα. Δεν κάναμε ποτέ πρόβα. Μέχρι που κατάλαβε ότι είχα φτάσει σε ένα επίπεδο που μπορούσα να παίξω αυτά που κάνει εκείνος στο κλαρίνο, δηλαδή ένα 80%, να βγει αυτή η φιλοσοφία του στο λαούτο. Κι εκεί μου λέει: «Αυτά τώρα πρέπει να τα καταγράψουμε!». Θυμάμαι ήμασταν σ’ ένα καφέ στη Νέα Υόρκη. Μου λέει: «Αυτό πρέπει να γίνει δίσκος». Του λέω: «Τι δίσκος να γίνει;», λέω, «εγώ κι εσύ;». «Ναι -μου λέει- Πετρολούκας Χαλκιάς και Βασίλης Κώστας.». Λέω: «Τι;». Τον Πετρολούκα εμείς τον είχαμε στην οικογένεια σαν το «Μουσικό Ήρωα» της οικογενείας, γιατί είχε παίξει και στο γάμο των γονιών μου, είχε κοιμηθεί στο σπίτι του παππού μου. Μιλάμε… πράγματα τα οποία δεν τα ήξερα εγώ μέχρι τότε. Και έτσι αποφασίσαμε να γίνει αυτό, ύστερα από δική του πρόταση, το οποίο εμένα... εγώ δεν μπορούσα να κοιμηθώ για μια βδομάδα, όταν έκανε αυτό. Αυτό ήταν όνειρο ζωής, να γίνει αυτό το πράγμα! Και να κάνεις ένα διάλογο ισάξιο, όσο γίνεται, με τον Πετρολούκα Χαλκιά! Αλλά προϋπέθετε πολλή μελέτη, την οποία συνεχίζω και μέχρι σήμερα, γιατί αυτός ο άνθρωπος δεν τελειώνει! Γράψαμε το δίσκο μας στις αρχές του ’19. Κυκλοφόρησε ο δίσκος Η ψυχή της Ηπείρου τον Οκτώβριο του ’19. Παρουσιάστηκε σε περιοδεία στην Αμερική, παρουσιάστηκε σε περιοδεία στην Ελλάδα… Συναυλίες πέρυσι το καλοκαίρι. Μετά ήρθε η πανδημία. Σταματήσαμε αναγκαστικά. Απλά, πέρα απ’ την –ας το πούμε- επιτυχία που είχε ο δίσκος, νομίζω… τι μαθησιακή εμπειρία ήταν αυτή! Τι μαθησιακό περιβάλλον… να πας στο στούντιο με τον Πετρολούκα Χαλκιά! Όσο και να μελετήσεις, θα βρεθείς αντιμέτωπος με προκλήσεις. Και τώρα που μιλάμε, που γράφουμε το δεύτερό μας δίσκο στην Αθήνα, πάλι… είμαι στην ίδια θέση. Όχι λόγω έλλειψης μελέτης, λόγω της ύπαρξης της μελέτης. Επειδή καταλαβαίνει ότι μπορείς να κάνεις το παραπάνω, θα σου πει: «Υπάρχει κι αυτό!».
Τι ξεχωρίζετε σε αυτόν και σας εντυπωσιάζει;
Επειδή είχα την τύχη να έχω μαθητεύσει δίπλα σε μεγάλους τζαζίστες, σε κορυφαίους μουσικούς αυτή τη στιγμή στον πλανήτη μας, βλέπω πολλά στοιχεία στο παίξιμό του που είναι ίδια με αυτούς. Όχι απλά ίδια… αισθάνομαι ότι εκείνοι θα μπορούσαν να μάθουν κιόλας απ’ αυτόν πολλά πράγματα και το αντίθετο. Τι να πούμε… για την ακρίβειά του στις νότες, στην καθαρότητα του ήχου; Οι ιδέες οι μουσικές, που σκέφτεται σαν συνθέτης ο άνθρωπος. Το ρίσκο που παίρνει στις γραμμές του, τη φρασεολογία του… Είναι ντυμένη με τις πιο λεπτές ιδιαιτερότητες και λεπτομέρειες της παραδοσιακής μουσικής. Δεν αφήνει τίποτα στην τύχη τους. Η τελειομανία του είναι απίστευτη! Και πάντα μας ωθεί, και εμένα προσωπικά, τον εγγονό του επίσης, τον Πέτρο, που είναι εξαιρετικός στο κλαρίνο, το Θανάση το Βόλα και τον Πέτρο τον Παπαγεωργίου, που είμαστε το γκρουπ αυτή τη στιγμή, μας ωθεί να γινόμαστε καλύτεροι. Δηλαδή ακούει μια μικρή λεπτομέρεια που δεν του κάθεται στ’ αυτιά: «Βασίλη, πρέπει να μπεις μες στο στούντιο να τη φτιάξεις αυτή». Άρα ξεχωρίζω την τελειομανία του, τη διάθεσή του για ρίσκο, ξεχωρίζω το γεγονός ότι μέσα στην παραδοσιακή ηπειρώτικη μουσική αυτός δημιούργησε πράγματα. Δημιούργησε πωγωνίσια γυρίσματα, που δεν τα είχαμε πριν ούτε απ’ τον Φίλιππα Ρούντα ούτε απ’ τον Κίτσο Χαρισιάδη, που ήταν οι δάσκαλοί του. Απίστευτο, έτσι; Ότι μες στην παραδοσιακή μουσική, που λέμε –άρα σημαίνει ότι η παράδοση είναι και η δημιουργία. Πότε δημιουργία όμως; Όταν γνωρίζεις την παράδοση–, αυτός την ήξερε τόσο καλά, που ήξερε τα όρια, μέχρι πού μπορούσε να δημιουργήσει και πού όχι, μέχρι πού τον έπαιρνε, που λέμε.
Πώς μελετάτε μουσική στην καθημερινότητά σας;
Βάζω ηχογραφήσεις –στο στάδιο που είμαι τώρα–, βάζω ηχογραφήσεις σε πιο αργή ταχύτητα, κυρίως από άλλα όργανα, κλαρίνο ή φλογέρα πιο πολύ, για να καταλάβω τις δικές τους τις λεπτομέρειες και πώς εγώ μπορώ να τις περάσω στο λαούτο. Αυτό είναι η μανία μου εμένα. Γιατί όργανα όπως το κλαρίνο και η φλογέρα είναι τα όργανα που σου παρουσιάζουν την παραδοσιακή μουσική όπως είναι, απ’ τη μάνα της, με όλη τη λεπτομέρεια μέσα. Το λα[00:40:00]ούτο, λόγω της δυσκολίας του οργάνου, δε σε εμπνέει να παίξεις με αυτές τις λεπτομέρειες. Αλλά αν τις βρεις, αν τις βρεις, και ξέρεις πώς γίνονται και πώς πρέπει να ακουστούνε, μετά προσπαθείς να τις εφαρμόσεις κι εσύ. Και υπάρχει πολύ-πολύ παρθένο έδαφος στο λαούτο… Τι να παίξεις πωγωνίσια, τι Σκάρο, τι μοιρολόι, τι βλαχορουμάνικο, τι καμπίσιο! Υπάρχει έδαφος να ακουστούν αυτά τα κομμάτια όπως ακούγονται απ’ τα πιο καλά κλαρίνα, απ’ τις πιο καλές φλογέρες, απ’ τα πιο καλά βιολιά. Αυτός είναι ο στόχος μου!
Τι σας έχει προσφέρει η προσήλωση στη μελέτη της μουσικής;
Κοιτάξτε, οτιδήποτε κι αν κάνω στη ζωή μου αυτή τη στιγμή, είτε οι συναυλίες που θέλω να κάνω είτε τα εκπαιδευτικά προγράμματα που συμβαίνουνε –αυτά που εγώ έμαθα και συνεχίζω να μαθαίνω τα δείχνω παρακάτω– βασίζονται σ’ αυτή την προσήλωση. Η προσήλωση στη λεπτομέρεια της παραδοσιακής μουσικής είναι η βάση η δική μου για τα πάντα που κάνω, γιατί θέλω η μουσική μου και αυτό που παρουσιάζει, αυτό που διδάσκω στους μαθητές μου να είναι… η αιτία που γίνονται τα καλά πράγματα. Έτσι; Και όπως… με την ίδια λεπτομέρεια που μου δείχνει κάτι ο Πετρολούκας Χαλκιάς, με την ίδια λεπτομέρεια πρέπει να το βρω κι εγώ –άρα χρειάζομαι την προσήλωση–, για να το δείξω παρακάτω. Η προσήλωση σου δημιουργεί την αίσθηση της υπευθυνότητας, πρώτα απ’ όλα σαν παιδαγωγό, μετά την αίσθηση του επαγγελματισμού, σαν επαγγελματία μουσικού, που παίζει αυτή τη μουσική και την παρουσιάζει, και μετά την αίσθηση ότι… κάνεις κάτι σημαντικό σαν εκπρόσωπος μιας μουσικής κουλτούρας, εγχώρια και σε όλο τον κόσμο, που κάνουμε τις συναυλίες μας.
Πέρα από την επαγγελματική σας σταδιοδρομία ως μουσικός, ασχολείστε και με την εκπαιδευτική διαδικασία. Γιατί–
Αυτό θα ’λεγα είναι το μισό–
Γιατί συμβαίνει αυτό; Πώς προέκυψε αυτή η απόφαση;
Πάντα μου άρεσε να διδάσκω μουσική! Όχι όπως έλεγε η οικογένειά μου: «Τα φιλολογικά!». Μ’ άρεσε να διδάσκω μουσική, γιατί νομίζω ότι όταν αγαπάς κάτι αυτό μπορείς να το περάσεις σ’ ένα μαθητή σου. Σπάνια αναφέρω τη λέξη «μαθητές», γιατί αισθάνομαι ότι μαθαίνω και εγώ πάρα πολλά πράγματα. Άρα, μπορείς να περάσεις αυτή σου την αγάπη σε έναν άλλον άνθρωπο και να τον εμπνεύσεις ή να την εμπνεύσεις να κάνει, να κάνουν και οι ίδιοι κάτι αντίστοιχο. Μπορεί να μην είναι με τη μουσική τελικά, μπορεί να ’ναι με την αρχιτεκτονική, αλλά αυτό το πάθος και η αγάπη που έχει κάποιος μπορεί να το μεταφέρει σε κάποιον άλλο μουσικό ή σε κάποιον άλλο άνθρωπο που ψάχνεται γενικότερα. Πρώτον, αυτό. Δεύτερον, έχεις ευθύνη, όταν διδάσκεσαι ο ίδιος από καλλιτέχνες, όπως ο Πετρολούκας Χαλκιάς ή ο Χρήστος Ζώτος, που πέρασα, έκανα 5-6 μαθήματα με το δάσκαλο Χρήστο Ζώτο και συναυλίες στην Αμερική 2 φορές και στην Ελλάδα εδώ. Κι αυτό ήταν σπουδαίο μάθημα για μένα. Δε μιλήσαμε πριν για το Χρήστο Ζώτο, αλλά είναι και αυτό σημαντικό κεφάλαιο, πάρα πολύ σημαντικό για μένα. Γιατί στο λαούτο –να πούμε κάτι σημαντικό–, αν δεν περάσεις απ’ το Χρήστο Ζώτο, αν δε δεις τι έκανε –ασχέτως αν θα τ’ ακολουθήσεις ή όχι–, δεν μπορείς να πας παρακάτω, κατά τη γνώμη μου. Ο άνθρωπος έκανε αγώνα στο λαούτο, για να φτάσει στο επίπεδο που έφτασε σήμερα.
Τι θυμάστε μέσα από τη σχέση σας με εκείνον;
Πάρα πολύ ωραίες στιγμές, γιατί είχε έρθει 2 φορές στην Αμερική, το ’17 και το ’19, όπου του κάναμε και βραβεύσεις εκεί… Τους μαθητές μου τους είχα προετοιμάσει για να παίξουν μ’ εκείνον σε συναυλία. Το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Βοστώνης, ένα από τα πιο σημαντικά ιδρύματα στην Αμερική, αγόρασε το λαούτο του. Οπότε εκτίθεται το λαούτο του εκεί τώρα. Έγινε βράβευση μες στο Μουσείο. Αλλά πέρα απ’ αυτά, οι στιγμές που περνούσαμε μαζί και μιλούσαμε για παλιούς μουσικούς που δεν υπάρχουν στη ζωή, για ιδέες στις μελωδικές μας γραμμές, στις φρασεολογίες, πώς να πας απ’ το ένα μακάμ στο άλλο, απ’ τη μία κλίμακα στην άλλη και οι συμβουλές του για τη ζωή ήτανε… είναι σημαντικό κομμάτι του ποιος είμαι εγώ σήμερα. Κρατάω απ’ αυτόν πολύ ωραία πράγματα. Τώρα σκεφτείτε να ’χεις έναν συνδυασμό: τον Ανδρέα Φάκο, να πας μετά στον Ζώτο και μετά στον Πετρολούκα Χαλκιά. Είναι ένας υγιής δρόμος! Γιατί αυτή η μουσική που κάνουμε, χρειάζεται… χρειάζεσαι δίπλα σου να έχεις μέντορες. Δεν μπορείς ξαφνικά να πιάσεις ένα όργανο και να κάνεις ό,τι σου κατέβει απ’ το μυαλό! Κάποια μπορεί να ’ναι καλά, αλλά σε κάποια άλλα θα χρειαστείς κάποιον που τα… έχει περάσει απ’ την ίδια διαδικασία να σου πει: «Αγόρι μου, πρόσεξε αυτό. Πρόσεξε τ’ άλλο». Με αγάπη πάντα, έτσι; Άρα, αυτό κάνω κι εγώ με τους μαθητές μου στα εκπαιδευτικά προγράμματα. Το πρώτο εκπαιδευτικό πρόγραμμα ονομάζεται "Epirus Ensemble" και είναι κάτω απ’ την ομπρέλα του Ελληνικού Ινστιτούτου Βοστώνης, ενός ιστορικού οργανισμού στην Αμερική που ασχολείται με τις ελληνικές τέχνες και τη μουσική κουλτούρα, και το δεύτερο είναι το «Επίλεκτο Ηπειρωτικό Ensemble», υπό την αιγίδα της Μητρόπολης Ιωαννίνων. Και στα δύο προγράμματα έχουμε περίπου 15 παιδιά στο κάθε πρόγραμμα, πολύ ταλαντούχα παιδιά, νεαρές ηλικίες, 18 με 22 χρονών, κάπου εκεί μέσα. Κάποια παιδιά είναι και φοιτητές-φοιτήτριες στα ΤΕΙ της Άρτας, της Λαϊκής Παραδοσιακής Μουσικής, στο ΠΑΜΑΚ, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, κάποια άλλα. Πάρα πολύ ταλαντούχα παιδιά, με πολλή ευγένεια, τα οποία έχουν τρομερό ενδιαφέρον για τη μουσική. Οπότε ένας ακόμα λόγος για μας τους δασκάλους πλέον, που είμαστε και οι ίδιοι οι μαθητές, όμως, για να διδάξουμε αυτή τη μουσική, είναι ότι υπάρχει το υλικό. Κι όταν γύρισα απ’ την Αμερική εδώ και άρχισα να βλέπω αυτά τα παιδιά, να τα ακούω να παίζουν και να τα βλέπω στα social media, και λέω: «Τι γίνεται εδώ!». Είναι τρομερό αυτό που συμβαίνει με τη νέα γενιά στην Ελλάδα. Δηλαδή έχει πολύ μέλλον.
Μας είπατε πριν πως το λαούτο του αείμνηστου Χρήστου Ζώτου βρίσκεται σε μουσείο στην Αμερική. Αυτό έγινε με δική σας πρωτοβουλία. Με ποια σκέψη οργανώσατε όλο αυτό το σημαντικό γεγονός;
Εγώ πιστεύω στις ιδέες και στο όραμα των ανθρώπων, δηλαδή... ξέρω ότι ο Χρήστος Ζώτος έκανε αγώνα μ’ αυτό το όργανο. Δεν ξέρω κατά πόσο αναγνωρίστηκε αυτός ο αγώνας του –επίσημα εννοώ– απ’ την Ελληνική Πολιτεία, αλλά νομίζω ο καθένας μας κάνει αυτό που μπορεί. Και εγώ αισθάνθηκα ότι με τις εκεί πηγές και με το πόσο ανοιχτόμυαλοι είναι οι άνθρωποι και το πόσο εκτιμούν τις δικές μας παραδόσεις, αυτό που μπόρεσα εγώ να κάνω είναι αυτό, δηλαδή να μιλήσω στους ανθρώπους του Μουσείου, γιατί είχαν ένα ξεχωριστό τμήμα, ένα Department μόνο για μουσικά όργανα απ’ όλο τον κόσμο, και τους ρώτησα: «Θα θέλατε να ’χετε το λαούτο;». «Ποιο λαούτο;». «Του Χρήστου Ζώτου». Ο Χρήστος Ζώτος είναι αυτός… Ο κατασκευαστής είναι ο Χρήστος Τόφας, που έδωσαν μεγάλη σημασία ειδικότερα στο Χρήστο Τόφα, που έχει κάνει εξαιρετική δουλειά στο λαούτο. Είναι σαν ένα έργο τέχνης τα λαούτα του. Οπότε ό,τι είναι καλό, ό,τι είναι καλό, πρέπει να αναδεικνύεται, όπως έλεγε και ο Ανδρέας Φάκος. Δηλαδή ένα στάδιο, όταν βλέπεις κάτι καλό, είναι καταρχάς να μην ζηλεύεις, πρώτον, να το χαίρεσαι ότι υπάρχει κάτι καλό, γιατί κι εγώ τότε, που έβλεπα το Χρήστο Ζώτο, δεν έπαιζα σαν το Χρήστο Ζώτο. Πρώτα απ’ όλα, να μη ζηλεύει κάποιος. Δεύτερον, να σέβεται τον αγώνα κάποιου ανθρώπου, που κάνει κάτι καλό. Και τρίτον, αν είναι σε θέση και φτάνει και το μυαλό του μέχρι εκεί δηλαδή και μπορεί, να προσπαθεί να το αναδεικνύει, χωρίς απαραίτητα να έχει όφελος ο ίδιος όμως. Εδώ πάμε στα κίνητρα των προθέσεων, στα κίνητρα των πράξεων. Εγώ ήθελα να γίνει αυτό για το δάσκαλο και να ’ρθει εκείνος και να εκτιμηθεί η δουλειά του και να τιμηθεί και ίδιος, όπως του…. όπως του αξίζει, όπως του άξιζε.
Σε αυτή την… αναγνωρίζω τη κοινωνική σας προσφορά, ποιες επιρροές έχετε, πέρα από τον Ανδρέα Φάκο, όπως νωρίτερα είπατε; Ποιοι άνθρωποι σας έχουν καθορίσει και έτσι έχετε την ανάγκη της προσφοράς;
Καταρχάς, εμένα πάντα μου έκανε εντύπωση –αργότερα, στα εφηβικά μου χρόνια, όταν άρχισε να ωριμάζει λιγάκι η σκέψη μου και να καταλαβαίνω σε τι οικογενειακό περιβάλλον είχα μεγαλώσει–, άρχισε να μου κάνει τρομερή εντύπωση η αγάπη που έδιναν οι παππούδες, γιαγιάδες, μπαμπάς, μαμά και σε εμάς στην οικογένεια, αλλά και έξω απ’ την οικογένεια, ειδικότερα η μητέρα μου. Γιατί η μητέρα μου ήταν άρρωστη, στα τελευταία στάδια πριν φύγει απ’ τη ζωή, και έπαιρνε τηλέφωνο ένα άλλο παιδί, που… έσπασε το πόδι του, για να δει τι κάνει. Δηλαδή το ’βλεπα αυτό να συμβαίνει και λέω: «Αυτό είναι τρελό μήνυμα για μένα!», ότι ξες τι; Δεν είναι μόνο τα δικά μου προβλήματα, οι δικές μου ανησυχίες, υπάρχουν άλλα τόσα στον κόσμο, μικρότερα μεγαλύτερα, δεν έχει σημασία. Το πρώτο μου παράδειγμα, έτσι τρανταχτό, ήταν η μητέρα μου… ξεκάθαρα! Μετά, στο Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής, στο τελευταίο μου εξάμηνο, είχα την τύχη να γνωρίσω έναν εκπληκτικό παιδαγωγό, ο οποίος είχε το μάθημα «Η παιδαγωγική της ειρήνης»: ο κύριος Κυριάκος Μπονίδης, με τον οποίο είμαστε φίλοι ακόμα και μιλάμε, ο οποίος κι αυτός με βοήθησε πάρα πολύ να δημιουργήσω διαφορετικά νοηματικά σχήματα στον εγκέφαλό μου και να δω και απ’ τη μουσική πώς… η μουσική πώς μπορεί να είναι όχημα για κοινωνική αλλαγή, πώς μπορούμε να προσφέρουμε μέσα από κει. Μας έβαλε να κάνουμε… Χώρισε την τάξη του, 50 άτομα, σε διαφορετικές ομάδες και μας έστειλε σε ευπαθείς ομάδες να παίξουμε, σε τυφλούς ανθρώπους, σε κωφάλαλους ανθρώπους, να αλληλεπιδράσουμε, να δούμε πώς γίνεται αυτό το πράγμα. Αυτό το μάθημα μου άλλαξε τη ζωή! Και μετά, όταν πήγα στην Αμερική και άρχισα να είμαι στο Berklee Global Jazz Institute, στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα, είδα ότι ο Danilo Pérez είναι ανθρωπιστής απ’ τον Παναμά, ο ιδρυτής του μεταπτυχιακού προγράμματος, ένας κορυφαίος jazz πιανίστας στον κόσμο σήμερα... είδα ότι είναι ανθρωπιστής και κάνει φιλανθρωπικό έργο στον Παναμά. Στέλνει παιδιά απ’ τον Παναμά στην Αμερική με υποτροφίες. Παίρνει παιδιά απ’ τη[00:50:00] μαφία στην ουσία του Παναμά και τους δίνει μουσική εκπαίδευση, στέγαση, ένα όνειρο για τη ζωή. Οπότε κι αυτό ήταν μια φυσική, μια φυσική πορεία για μένα, απ’ τη μητέρα μου, στο Αριστοτέλειο, στο Berklee. Και τώρα σ’ αυτά που προσπαθώ κι εγώ να κάνω. Αυτό.
Ας μιλήσουμε λίγο για την πρώτη συναυλία στην Ήπειρο, ερχόμενος από την Αμερική. Πότε ήταν; Πώς ήταν; Πώς την βιώσατε;
Στο Πνευματικό Κέντρο; Με τον Πετρολούκα Χαλκιά; Ναι… Σήμερα έβλεπα κάποια αποσπάσματα και έλεγα: «Πω… Πώς έπαιζα έτσι τότε!», λέω. Εντάξει, πάρα πολύ άγχος, γιατί, όπως είπαμε, με τον Πετρολούκα δεν κάναμε ποτέ πρόβες. Η πρόβα μας ήταν προφορική σ’ ένα καφέ, του έλεγα τα κομμάτια με τη φωνή και καταλάβαινε αν τα ’χω και με πόση λεπτομέρεια τα ’χω. Οπότε το να παίξει αυτή μουσική μπροστά στο κοινό εδώ της πόλης ήτανε… μεγάλη υπόθεση και φοβερή τιμή, όμως. Ήταν σίγουρα μια συναυλία που θα θυμάμαι. Έμαθα πολλά απ’ αυτή τη συναυλία επίσης, πράγματα τα οποία αξιοποιούμε και τώρα στα παιξίματά μας. Και γενικότερα, εκείνη η περιοδεία ήτανε μια φοβερή εμπειρία. Μιλάμε για την περιοδεία του 2020, που παρουσιάζαμε το άλμπουμ Η ψυχή της Ηπείρου σε 5 πόλεις στην Ελλάδα, γιατί έβλεπα ότι κάθε φορά που παίζαμε, γινόμασταν καλύτεροι σαν σχήμα. Απλά στην Ήπειρο ήταν η πρώτη φορά. Άρα μετά, στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης λίγο καλύτερα –πολύ καλύτερα θα έλεγα–, μετά, άντε παρακάτω. Μετά γίναμε σχήμα, στην τελευταία, στον Παρνασσό, στην Αθήνα. Εκεί τελείωσε μετά.
Ενότητα 4
Η υποδοχή του έργου διεθνώς και εγχώρια, η τωρινή δράση και τα σχέδια για το μέλλον
00:51:34 - 01:07:41
Έχετε κάνει πολλές συνεργασίες, όχι μόνο στην Ελλάδα. Και στο εξωτερικό. Ένα αντίδωρο όλης αυτής της προσφοράς είναι μία βράβευση που έγινε σ’ εσάς. Τι σημαίνει για σας ένα βραβείο;
Ναι. Μιλάμε για την βράβευση "40 UNDER 40"; Μάλιστα. Αυτή η βράβευση έγινε απ’ τον ελληνο-αμερικανικό οργανισμό Greek America Foundation, απ’ τους πιο σημαντικούς οργανισμούς που έχουμε στη Νέα Υόρκη και γενικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, που ασχολείται με τις τέχνες και με την κοινωνική αλλαγή. Τιμά ανθρώπους –τιμά, εννοώ, μέσα από τις βραβεύσεις ανθρώπους– που ασχολούνται και με τα δύο. Δε θα ’παιρνα αυτό το βραβείο αν δεν είχα τις άλλες μου τάσεις, τα εκπαιδευτικά προγράμματα και την ασχολία με τη νέα γενιά. Ήταν μια μεγάλη τιμή, θα έλεγα, όπως κάθε βραβείο, που σημαίνει ότι αναγνωρίζει κάποιος τον κόπο που έχεις κάνει. Τι πιο τιμητικό; Δε χρειάζεσαι ούτε οικονομικά έπαθλα ούτε τίποτα. Απλά να δεις ότι ένας οργανισμός το εκτιμάει αυτό. Οπότε ήταν μια σημαντική στιγμή. Η βράβευση έγινε, λόγω της πανδημίας, τον Ιούνιο που μας πέρασε, μάλιστα, στη Νέα Υόρκη. Ήταν μια πολύ ωραία στιγμή. Έγινε στο Μανχάταν, σ’ έναν πολύ ωραίο χώρο. Και χαίρομαι γενικότερα, πέρα απ’ το βραβείο, ότι υπάρχουν τέτοιες πρωτοβουλίες, γιατί υπάρχουν σπουδαίοι άνθρωποι στην Αμερική, και πέρα απ’ τους καλλιτέχνες, υπάρχουν επιστήμονες στο MIT, στο Harvard, στο Tufts, στο Yale, στο Princeton, σε κορυφαία πανεπιστήμια, που κάνουν σπουδαία έργα αυτή τη στιγμή. Δεν μπορείς αυτούς τους ανθρώπους σαν ελληνική πολιτεία, έστω και στο εξωτερικό, να τους αφήσεις έτσι. Οπότε χάρηκα πάρα πολύ μ’ αυτό το βραβείο.
Η ελληνική κοινωνία και πολιτεία πώς έχει υποδεχτεί εσάς και τη δουλειά σας;
Εμένα μου αρέσει πάρα πολύ τα πράγματα να τα βλέπω με αισιοδοξία, όπως έχουμε πει πολλές φορές. Δηλαδή ακόμα και κάτι αν δεν υπάρχει στην κοινωνία μας, να συζητάμε δημιουργικούς τρόπους για να το φτιάξουμε. Το να λέμε: «Αυτό δεν υπάρχει ή δεν κάνει το ένα, δεν κάνει το άλλο...», χάνουμε το χρόνο μας άσκοπα. Οπότε θεωρώ ότι ο τρόπος που βιώνω εγώ την ελληνική πολιτεία είναι ότι βρίσκεται σε μια μεταβατική φάση, θα έλεγα, γιατί καταλαβαίνει η πολιτεία σιγά-σιγά ότι υπάρχει ένα ανθρώπινο δυναμικό, και στη δική μου τη γενιά –εγώ είμαι 32 χρονών–, αλλά και στη νέα γενιά, 18 με 22 που είπαμε πριν, περίπου, που έρχεται από πίσω. Όταν βλέπεις μια τέτοια γενιά παθιασμένη με την ελληνική μουσική και παθιασμένη με τη μελέτη της μουσικής αυτής, αυτό σου δίνει την μπάλα εσένα τώρα, σαν ελληνική πολιτεία, να δημιουργήσεις δομές. Οπότε είτε η ελληνική πολιτεία θα δημιουργήσει μόνη της τις δομές ή θα κάνουμε εμείς προτάσεις στην ελληνική πολιτεία σιγά-σιγά να δημιουργήσει κάποια περιβάλλοντα ευνοϊκά, ώστε να προχωράει η μουσική κουλτούρα, να αναδεικνύονται οι άνθρωποι που πρέπει να αναδειχθούν για το έργο τους. Και άνθρωποι, είτε είσαι παιδαγωγός είτε όχι… Να, ήμουνα σ’ ένα γάμο προχθές. Έβλεπα έναν τραγουδιστή, που είναι τώρα 65-70 χρονών. Λέω: «Αυτός ο άνθρωπος τι προσφορά έχει τόσα χρόνια εδώ…;», που μπορεί κάποιος να τον περάσει αψήφιστα: «Ε μωρέ, εντάξει, αυτός τραγουδάει». Όχι, δεν τραγουδάει. Τραγουδάει 40 χρόνια! Και έχει παίξει σε άπειρες οικογένειες και σε γλέντια και σε βαφτίσια και σε γάμους και σε πανηγύρια. Δηλαδή και εδώ στην Ήπειρο έχουμε και το καλό ότι έχουμε πάρα-πάρα πολύ καλούς μουσικούς. Δε συμβαίνει εύκολα αυτό. Το βλέπω στην Κρήτη να συμβαίνει αυτό πολύ, με τέτοιο αριθμό καλών μουσικών. Και με εντυπωσιάζει πάρα πολύ αυτό το πράγμα. Έχουμε στην Ήπειρο τρομερά σχήματα, τρομερά καλούς μουσικούς και όλοι –όλοι;–, ένα μεγάλο ποσοστό να έχει διάθεση να εξελιχθεί. Οπότε σκεφτείτε όλη αυτή την κατάσταση… Η πολιτεία μπορεί να κάνει πολλά-πολλά πράγματα. Απλά θέλει μεθοδική δουλειά. Τον Αύγουστο κάναμε μια πρώτη προσπάθεια, όπου όλα τα μέλη του Epirus Ensemble, απ’ τη Βοστώνη, τη Γερμανία, την Κύπρο, διάφορα μέρη της Ελλάδας, 18 μέλη, ήρθαν στην Ήπειρο για μια βδομάδα. Κάναμε 6-7 ώρες πρόβες κάθε μέρα. Παρουσιάσαμε τη συναυλία με τον Πετρολούκα Χαλκιά στη σκηνή, σ’ ένα πολύ ζεστό κοινό. Έγινε ένα πρώτο βήμα όσον αφορά μια ιδέα, να ’χει μια ιερότητα μια ιδέα. Του χρόνου μπορεί να είναι κάτι πιο μεγάλο. Μπορεί να ’ναι κάτι διαφορετικό ή μπορεί να ’ναι συνέχεια αυτού που έγινε. Για μένα η πολιτεία θα πρέπει να… γενικότερα –κι αυτές οι σκέψεις με κρατάνε ξύπνιο τα βράδια, ρε παιδί μου–, είναι ότι πρέπει η πολιτεία να δίνει ευκαιρίες στη νέα γενιά. Γιατί θυμάμαι, όταν έφυγα για το Berklee, θυμάμαι τον πατέρα μου να ψάχνει βρει κάποια… κάποια βοήθεια οικονομική, με τη μορφή υποτροφίας, από διάφορους οργανισμούς στην πόλη. Και θυμάμαι ότι είχε γυρίσει σπίτι και μου είπε: «Δεν κατάφερα να βρω κάτι», μου λέει, «πήγα όπου μπορείς να φανταστείς!». Λέω: «Εντάξει», λέω. Και καθόμουν και έκλαιγα για 3 ώρες, γιατί αυτό το συναίσθημα, του να ξέρεις ότι μέσα σου αξίζεις και ότι θέλεις εσύ να κάνεις κάτι και να μην υπάρχει βοήθεια γύρω-γύρω, είναι πιο επίπονο και απ’ το να γροθοκοπήσουνε μέχρι θανάτου. Δηλαδή τέτοιος είναι ο πόνος ο εσωτερικός, ο πνευματικός. Οπότε αυτό το πράγμα δε θέλω να το αισθανθεί κανένα παιδί, που όντως έχει τα φόντα να κάνει κάτι περαιτέρω μέσα απ’ τη μουσική του και μέσα απ’ το χαρακτήρα και την προσωπικότητα που έχει, γιατί κι αυτό παίζει πολύ μεγάλο ρόλο. Και σ’ αυτά τα παιδιά επενδύουμε αυτή τη στιγμή μέσα απ’ τα εκπαιδευτικά προγράμματα, σε παιδιά που είναι προσγειωμένα, υπάρχει μια σεμνότητα, υπάρχει αίσθηση της υπευθυνότητας σ’ αυτό που κάνουνε, η αίσθηση της τελειομανίας –όχι τελειομανία, η αίσθηση της αριστείας, θα έλεγα. Τέλειοι δεν μπορούμε να ’μαστε, αλλά στο δρόμο για την τελειότητα φτάνεις στην αριστεία: ότι έκανα το καλύτερο που μπορούσα! Οπότε, με βάση αυτό το περιβάλλον, σ’ αυτή τη φάση είμαι και εγώ σε συνδυασμό με τις σχέσεις μου με την επίσημη πολιτεία, ότι: «Κοιτάξτε, υπάρχει αυτό! Δεν μπορείς να το αγνοήσεις! Είναι μπροστά σου!». Δηλαδή υπάρχει κάτι καλό, ένα διαμάντι εδώ, που αναγνωρίζεται, όπως είπαμε και πριν, από φορείς του εξωτερικού, όπως απ’ την Πολιτεία της Μασαχουσέτης, που ζούσα. Η Πολιτεία της Μασαχουσέτης, πέρα από ένα βραβείο που μου ‘χε δώσει το ’20, έδωσε χορηγία για να διδάσκω 4 χρόνια έναν Αμερικανό βιολονίστα την ηπειρωτική μας μουσική. Δηλαδή χρηματοδοτούσε η πολιτεία της Μασαχουσέτης τη διδασκαλία του παιδιού αυτού, ο οποίος έχει γίνει αστέρι στο βιολί αυτή τη στιγμή και μπορεί να παίξει από Σκάρο μέχρι Παλιά Ιτιά, τον Ήλιο, τη Φράσια, το Λιάσκο. Εμείς θα μπορούσαμε σαν επίσημη πολιτεία να στηρίξουμε το ίδιο; Και αναφέρομαι στην ηπειρωτική μουσική; Πού να πάμε και να πούμε: «Α, υπάρχει αυτός ο Αφγανός μουσικός στην κοινωνία εδώ! Ποιον θα μπορούσε να διδάξει από εσάς εδώ;». Εκεί θα ’ταν το απόγειο.
Να πούμε όμως ότι πρόσφατα ήρθατε σε επαφή και θα ξεκινήσει το επίλεκτο μουσικό σχήμα για τις μουσικές παραδόσεις της Ηπείρου, με τη στήριξη της Ιεράς Μητρόπολης Ιωαννίνων.
Μεγάλη ευλογία αυτό το πράγμα και μεγάλη ευλογία να έχουμε το συγκεκριμένο μητροπολίτη εδώ στα Γιάννενα, ο οποίος είναι μουσικός ο ίδιος, είναι κιθαρίστας. Οπότε, όταν μιλάμε για μουσική παιδαγωγική, μουσική εκπαίδευση και επένδυση στο μέλλον της νέας γενιάς, κατάλαβε κατευθείαν την πρόταση αυτή και σε συνεργασία… Τώρα αρχίζει το πρόγραμμα, τώρα προσπαθούμε να το χτίσουμε, να βρούμε τρόπους να το υποστηρίζουμε πάντα. Αλλά έγινε μία πολύ δυνατή αρχή και φαίνεται το πόσο δυνατή είναι, γιατί τα μέλη του προγράμματος δεν είναι μόνο απ’ την Ήπειρο. Κάθε βδομάδα στα Γιάννενα έχουμε παιδιά που έρχονται απ’ τη Θεσσαλονίκη, που ταξιδεύουν από κει, απ’ τα Τρίκαλα, απ’ την Άρτα, απ’ την Πρέβεζα, απ’ την Κοζάνη, για να ’ρθουνε τις 3 ώρες του προγράμματος.
Ας πάμε τώρα λίγο και στη διαχείριση του προσωπικού σας χρόνου. Αντιλαμβάνομαι ότι έχετε ένα γεμάτο πρόγραμμα καθημερινά. Πώς το διαχειρίζεστε;
Ναι, είναι φουλ γεμάτο το πρόγραμμα, με ευθύνες επίσης, όχι μόνο με ασχολίες, αλλά με ευθύνες. Είναι η θέση μου τέτοια αυτή τη στιγμή, σ’ αυτή τη φάση που βρίσκομαι. Πάντα γράφω την προηγούμενη μέρα τα πράγματα που έχω να κάνω για την επόμενη. Κάποιες φορές μού βγαίνουν 25, κάποιες 10, κάποιες 5. Αλλά τα γράφω κάτω, για να μπορώ να… καταρχάς, να μην ξεχάσω κά[01:00:00]τι και δεύτερον, να είμαι εντάξει με όλους τους ανθρώπους που έχω να κάνω, τους μαθητές, τους καθηγητές στα προγράμματα, στα groups που παίζω. Είναι πολλά πράγματα, όπως είπατε, αλλά είναι διαχειρίσιμα. Απλά πρέπει να ξυπνάς νωρίς το πρωί, όσο γίνεται, ίσως 8 η ώρα είναι καλά και όλα να δρομολογούνται όμορφα μέσα στη μέρα.
Τι προσδοκάτε μουσικά, εκπαιδευτικά, πολιτισμικά για το μέλλον;
Αυτή η ερώτηση νομίζω σχετίζεται με την επίσημη πολιτεία εδώ τώρα, γιατί εμείς, σαν μουσικοί και σαν παιδαγωγοί κυρίως, έχουμε την όρεξη να βάλουμε τη δουλειά. Έχουμε την όρεξη για τη δουλειά κι έχουμε την τέχνη, την οποία συνεχίζουμε να εξελίσσουμε όσο μπορούμε και να μαθαίνουμε περισσότερα. Οπότε αυτό που προσδοκώ είναι ένας συνδυασμός της δικής μας δουλειάς με την υποστήριξη απ’ τη μεριά της επίσημης πολιτείας και μεγάλων οργανισμών, ούτως ώστε να γίνουν πράγματα, τα οποία μπορεί να φάνταζαν ακατόρθωτα στο δικό μας μυαλό κι όμως είναι κατορθωτά, γιατί διάφοροι άνθρωποι από διάφορες θέσεις αρχίζουν να πιστεύουν στην ιερότητα αυτών των πραγμάτων. Οπότε αυτό προσδοκώ, δηλαδή να υπάρχει υποστήριξη όχι στα δικά μου projects προσωπικά, αλλά και στα παιδιά που βγαίνουνε σιγά-σιγά προς τα έξω. Και γι’ αυτό προσπαθούμε μέσα από τα προγράμματα αυτά που διδάσκω. να υπάρχουν υποτροφίες. Στο πρόγραμμα της Μητρόπολης ένα παιδί του χρόνου το καλοκαίρι… θα ανακοινώσουμε μια υποτροφία για ένα μέλος του προγράμματος, που θα πάει στη Βοστώνη σε καλοκαιρινό πρόγραμμα, το καλοκαίρι του ’24.
Για εσάς προσωπικά τι έχετε στο μυαλό σας; Ποια συνεργασία θέλετε να κάνετε στο μέλλον;
Κοιτάξτε, εγώ τώρα γράφω το δεύτερο δίσκο με τον Πετρολούκα Χαλκιά. Είμαι στο σχήμα του Danilo Pérez, που είπαμε, του ιδρυτή του μεταπτυχιακού προγράμματος. Λέγεται Global Messenger, στο project αυτό. Μόλις βγάλαμε το δίσκο μας Χρυσαλίδα, το οποίο συνεχίζει να παρουσιάζεται σε διάφορα μέρη ανά τον κόσμο. Με τον Layth Sidiq, έναν εξαιρετικό βιολονίστα, βγάλαμε το δίσκο μας, Steps, το δίσκο-ντουέτο Steps, που βγήκε πρόσφατα απ’ τη Universal. Εγώ αυτό που σκέφτομαι είναι ότι ιδανικά αυτό που θέλω να κάνω είναι συνεργασίες μόνο με τους φίλους μου. Δηλαδή τι εννοώ με τους φίλους μου; Με τους ανθρώπους που υπάρχει ειλικρινή φιλία, γιατί η μουσική ακούγεται πολύ διαφορετικά. Είναι άλλο πράγμα! Γιατί, όταν παίζεις μουσική, σημαίνει ότι χτίζεις σχέσεις πάνω «στο πατάρι» –σε εισαγωγικά–, γιατί χρειάζεσαι τη βοήθεια του άλλου, εκείνος χρειάζεται τη βοήθειά σου, σε στιγμές που μπορεί να ξεχάσεις κάτι, μπορεί οτιδήποτε. Οπότε με ενδιαφέρει να κάνω συνεργασίες με ανθρώπους, που έχουμε στενές σχέσεις, που στηρίζουμε ο ένας τον άλλον, που υπάρχει εμπιστοσύνη και φιλία, τέτοιες σχέσεις, γιατί βγαίνουν και στη μουσική αυτά.
Πέρα απ’ τη μουσική, τι σας ξεκουράζει;
Αυτή είναι καλή ερώτηση. Μου αρέσει πάρα πολύ το πινγκ πονγκ, η αλήθεια είναι. Μ’ αρέσει πάρα πολύ το πινγκ πονγκ. Έχουμε στο σπίτι μου με τον αδερφό, μας αρέσει πάρα πολύ! Έχουμε τρέλα μ’ αυτό το άθλημα! Δεν ξέρουμε γιατί, πώς έκατσε έτσι αυτό. Πινγκ πονγκ, τρέξιμο, ποδηλασία παλιότερα, ο αθλητισμός νομίζω, γιατί η μουσική έχει κυριεύσει την καθημερινότητα έτσι κι αλλιώς, οπότε η δική μας διαφυγή είναι αυτό. Αλλά εμένα με κουράζει πάρα πολύ, κατά περίεργο τρόπο, ο προγραμματισμός πραγμάτων. Δηλαδή άμα θα πάω διακοπές το καλοκαίρι, δεν μπορώ να κάθομαι και να μη σκέφτομαι κάτι. Η ιδέα του Επίλεκτου Προγράμματος στη Μητρόπολη βγήκε πέρυσι στις διακοπές μου. Δεν μπορούσα να μη σκέφτομαι. Με ξεκουράζει να σκέφτομαι, να προγραμματίζω, να ξέρω ότι υπάρχει κάτι, για το οποίο θα προσπαθήσουμε να το κάνουμε να συμβεί. Μπορεί και να μη συμβεί, αλλά με ενδιαφέρει η προσπάθεια, όμως. Προγραμματισμός, είναι η ξεκούρασή μου, προγραμματισμός.
Κλείνοντας, να πούμε ότι σύντομα θα ξεκινήσετε να συμμετέχετε ως καθηγητής και στο Πανεπιστήμιο της Μακεδονίας, στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών–
Βεβαίως.
Με τόσες εμπειρίες, ύστερα από την επαφή με τόσους καλλιτέχνες ανά τον κόσμο, τις συναυλίες, σήμερα –είστε νέος ακόμα, βέβαια– τι κρατάτε, όμως, απ’ όλη αυτή την επαφή με την… μουσική, την… όμως την πολυπολιτισμικότητα και τη διαφορετικότητα της μουσικής ανά τον κόσμο;
Κρατάω κάτι το οποίο κατάλαβα όταν πρωτοπήγα στο Berklee, ότι όλοι είμαστε ίδιοι είμαστε ίσοι –όχι ίδιοι–, είμαστε ίσοι και ο καθένας είναι ιδιαίτερος. Ο κάθε μουσικός και ο κάθε άνθρωπος –να το ανοίξουμε λιγάκι– έχει κάτι να πει σ’ αυτό τον κόσμο. Άρα αυτό, αν το καταλάβει κάποιος –και αναφέρομαι στη μουσική–, αλλάζουν πολλά πράγματα μέσα του. Αλλάζει η αυτοπεποίθηση που έχει στο να παίξει. Και όταν αλλάζει η αυτοπεποίθηση, αλλάζουν και οι ιδέες σου. Δε φοβάσαι να παίξεις, αισθάνεσαι ότι έχεις κάτι να πεις. Κι εμένα, όταν μου δημιουργήθηκε αυτή η ιδέα, τότε αισθάνθηκα ότι είχα κάτι να πω, με το λαούτο κυρίως. Οπότε σ’ οποιοδήποτε σχήμα και να παίξω, είναι το ίδιο. Οπότε αυτή τη φιλοσοφία θέλω να φέρω κι εγώ και στα εκπαιδευτικά προγράμματα, αλλά και στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, που είναι μεγάλη τιμή να αρχίσω σιγά-σιγά να ’χω κάποιες ώρες στο λαούτο και να περνάμε χρόνο με παιδιά νέα, που ήμουνα κι εγώ στη δική τους θέση –όχι πολύ μακριά, πριν 10 χρόνια περίπου–, που έχει το κάθε παιδί το δικό του όνειρο. Αυτό το όνειρο πρέπει να το ανάβεις στον άλλον, δηλαδή να του λες ότι «μπορείς να το καταφέρεις!». Αρκεί να το βλέπεις το παιδί ότι είναι σοβαρό στη μελέτη του κτλ., οργανωμένο. Οπότε μεγάλη χαρά και ευλογία να ’χεις χρόνο να περάσεις με μαθητές, όντας κι εσύ μαθητής, να γίνεται αυτό το αλισβερίσι, να υπάρχει αυτή η αλληλεπίδραση. Για μένα… γι’ αυτό είπαμε ότι η μισή μου ζωή εμένα είναι η εκπαίδευση τώρα. Όσο επενδύω στις μουσικές παραστάσεις και στις συναυλίες, άλλο τόσο ή ακόμα και πιο πολύ, θα έλεγα, επενδύω στη μουσική εκπαίδευση.
Πώς σας φάνηκε η εμπειρία αυτής της συνέντευξης;
Μου φάνηκε εξαιρετική εμπειρία, γιατί και οι ερωτήσεις, όπως πάντα, ήταν εξαιρετικά εύστοχες και νομίζω πήγαμε στον πυρήνα των θεμάτων. Αν και θα μπορούσαμε να μιλάμε για ακόμα 3 ώρες, φτάσαμε νομίζω να πούμε κάποια πράγματα που έχουν να κάνουν σχέση με συναισθήματα, πώς συνδέεται η μουσική αυτή με τις αξίες που χρειαζόμαστε να ’χουμε στη ζωή, πώς μουσική και ζωή τελικά…. και στα δύο μπορείς να δουλεύεις πράγματα τα οποία… Δηλαδή, για να ’σαι γενναιόδωρος με τη μουσική σου, πρέπει να ’σαι γενναιόδωρος και στη ζωή και τ’ αντίθετο. Οπότε, όπου και να ’σαι, άμα το έχεις στο μυαλό σου, μπορείς να το δουλεύεις αυτό. Τέλειοι δεν είμαστε, αλλά η προσπάθεια όμως του να θες να εξελίξεις το χαρακτήρα –δε θα ’λεγα να βελτιώσεις–, να εξελίξεις, είναι πολύ σημαντικό. Και την προσπάθεια είναι αυτό που με ενδιαφέρει να βλέπω σ’ όλα τα μέλη των προγραμμάτων, σ’ όλους τους μαθητές. Δηλαδή πιο πολύ απ’ το αποτέλεσμα με ενδιαφέρει να βλέπω την προσπάθεια, ότι ο άλλος... «Δεν μπορείς να το βγάλεις; Σε βλέπω να προσπαθείς! Ωραία, μου είναι αρκετό. Ξέρω ότι κάποια στιγμή θα το κάνεις, κάτι θα βγει!». Οπότε σε ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη. Είναι πάντα χαρά μου να μιλάμε γι’ αυτά τα θέματα και να θίγουμε έτσι ζητήματα, τα οποία είναι πολύ καίρια, θα έλεγα, για τη συνέχιση της μουσικής, ειδικότερα του τόπου εδώ.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ!
Εγώ σας ευχαριστώ!
Φωτογραφίες

Βασίλης Κώστας
Μετά τη συνέντευξη, φωτογράφηση του αφηγητή.
Περίληψη
Ο Βασίλης Κώστας είναι ανερχόμενος σολίστας του λαούτου και υπεύθυνος εκπαιδευτικών μουσικών προγραμμάτων. Η οικογένειά του τού χάρισε τα πρώτα μουσικά του βιώματα, από την ηπειρώτικη μουσική παράδοση έως την κιθάρα. Στη συνέχεια, διάφοροι μέντορες και δάσκαλοι σε Ήπειρο και Θεσσαλονίκη καθόρισαν την πορεία του, προσφέροντάς του πάθος, αφοσίωση και εργαλεία μελέτης για να πραγματοποιήσει το όνειρό του: την εισαγωγή στο Berklee College of Music, στη Βοστώνη των ΗΠΑ. Οι δάσκαλοί του και οι ευκαιρίες για γνωσιακή και πνευματική εξέλιξη, δημιούργησαν τις βάσεις για σπουδαίες συναυλίες, καθώς και για ποικίλες συνεργασίες. Με κύριο πλέον μουσικό όργανο το λαούτο, ο Βασίλης ξεκίνησε να μεταφέρει σε αυτό τις μουσικές δεξιοτεχνίες του παραδοσιακού κλαρινίστα Πετρολούκα Χαλκιά, με τον οποίο έπειτα άρχισε μια επιτυχημένη και μακρά συνεργασία. Σήμερα ο Βασίλης Κώστας ζει στα Ιωάννινα και συνεχίζει να μελετά και να παίζει επιμελώς, συμμετέχει σε ποικίλα μουσικά σχήματα διεθνώς και σε συναυλίες, ηχογραφεί δίσκους και διευθύνει μουσικο-εκπαιδευτικά προγράμματα στα Ιωάννινα και στην Αμερική.
Αφηγητές/τριες
Βασίλης Κώστας
Ερευνητές/τριες
Εβίτα Θεοχάρη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
11/09/2022
Διάρκεια
68'
Περίληψη
Ο Βασίλης Κώστας είναι ανερχόμενος σολίστας του λαούτου και υπεύθυνος εκπαιδευτικών μουσικών προγραμμάτων. Η οικογένειά του τού χάρισε τα πρώτα μουσικά του βιώματα, από την ηπειρώτικη μουσική παράδοση έως την κιθάρα. Στη συνέχεια, διάφοροι μέντορες και δάσκαλοι σε Ήπειρο και Θεσσαλονίκη καθόρισαν την πορεία του, προσφέροντάς του πάθος, αφοσίωση και εργαλεία μελέτης για να πραγματοποιήσει το όνειρό του: την εισαγωγή στο Berklee College of Music, στη Βοστώνη των ΗΠΑ. Οι δάσκαλοί του και οι ευκαιρίες για γνωσιακή και πνευματική εξέλιξη, δημιούργησαν τις βάσεις για σπουδαίες συναυλίες, καθώς και για ποικίλες συνεργασίες. Με κύριο πλέον μουσικό όργανο το λαούτο, ο Βασίλης ξεκίνησε να μεταφέρει σε αυτό τις μουσικές δεξιοτεχνίες του παραδοσιακού κλαρινίστα Πετρολούκα Χαλκιά, με τον οποίο έπειτα άρχισε μια επιτυχημένη και μακρά συνεργασία. Σήμερα ο Βασίλης Κώστας ζει στα Ιωάννινα και συνεχίζει να μελετά και να παίζει επιμελώς, συμμετέχει σε ποικίλα μουσικά σχήματα διεθνώς και σε συναυλίες, ηχογραφεί δίσκους και διευθύνει μουσικο-εκπαιδευτικά προγράμματα στα Ιωάννινα και στην Αμερική.
Αφηγητές/τριες
Βασίλης Κώστας
Ερευνητές/τριες
Εβίτα Θεοχάρη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
11/09/2022
Διάρκεια
68'