© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Η ξυλογλυπτική τέχνη στο Μέτσοβο

Κωδικός Ιστορίας
22803
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Νικόλαος Παΐλας (Ν.Π.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
06/10/2022
Ερευνητής/τρια
Μαρία Γκίνα (Μ.Γ.)
Μ.Γ.:

Καλη[00:00:00]σπέρα, ονομάζομαι Γκίνα Μαρία, είμαι ερευνήτρια στο Istorima, έχουμε 7 Οκτωβρίου του 2022 και βρίσκομαι στο Μέτσοβο μαζί με τον κ. Νίκο Παΐλα. Γεια σας.

Ν.Π.:

Χαίρετε.

Μ.Γ.:

Κατάγεστε από εδώ;

Ν.Π.:

Από εδώ, από το Ανήλιο Μετσόβου.

Μ.Γ.:

Ζούσατε πάντα στο Μέτσοβο;

Ν.Π.:

Όχι πάντα. Μικρός μεγάλωσα Τρίκαλα και τώρα έχω αρκετά χρόνια εδώ, τριάντα χρόνια στο Μέτσοβο.

Μ.Γ.:

Και ποιο είναι το επάγγελμά σας;

Ν.Π.:

Είμαι ξυλογλύπτης.

Μ.Γ.:

Πόσα χρόνια ασκείτε αυτό το επάγγελμα;

Ν.Π.:

Έχω από τα δεκαπέντε, τριάντα χρόνια και.

Μ.Γ.:

Πώς ξεκινήσατε με αυτήν την δουλειά;

Ν.Π.:

Από μικρός ασχολούμουν εδώ, μου άρεσε πολύ, έτσι, με τα μαχαίρια που λέμε εμείς, τα ξυλογλυπτικά, έκανα γκλίτσες πιο μικρός και μετά σιγά σιγά μου άρεσε και ήθελα να γίνω καλλιτέχνης, είχα φιλοδοξία τέτοια, μου άρεσε πολύ αυτή η δουλειά. Μου άρεσε πολύ το σχέδιο, να βγάζω σχέδια και έτσι σιγά σιγά ξεκίνησα, πήγα στην σχολή στην Καλαμπάκα, Ξυλογλυπτική Σχολή Καλαμπάκας, την έβγαλα, με άριστα εννοείται, και από εκεί και πέρα μετά συνέχιζα, δεν σταμάτησα καθόλου.

Μ.Γ.:

Δεν ήταν οικογενειακή παράδοση;

Ν.Π.:

Όχι. Ο πατέρας μου λίγο ασχολούταν, πολύ λίγο. Από μόνος μου αφοσιώθηκα.

Μ.Γ.:

Αυτά τα οποία φτιάχνατε στην αρχή πριν πάτε στην σχολή τα πουλούσατε;

Ν.Π.:

Κάποια πραγματάκια, ναι, κάποιοι γνωστοί μου, φίλοι μου, ας πούμε, τα παίρνανε, ας πούμε, εντάξει. Άλλα έκανα δώρα, άλλα έτσι. Ναι.

Μ.Γ.:

Οι σπουδές στην σχολή πως ήταν;

Ν.Π.:

Οι σχολές ήταν τρία χρόνια τότε. Ναι, ήταν πάρα πολύ καλά, παίρνεις τα πρώτα βήματα βέβαια από εκεί. Μαθαίναμε και σχέδιο εκεί. Και στην πράξη δηλαδή και στην, πιο πολύ λίγο θεωρία είχε. Καλά ήταν. Η σχολή βοηθάει, ναι, κάποια πράγματα, βοηθάει, ναι, να ξεκινήσεις. Μετά πρέπει να το έχεις, εννοείται. Άμα δεν το έχεις μέσα σου, δηλαδή καλλιτεχνική φλέβα, δεν συνεχίζεις.

Μ.Γ.:

Και μετά την σχολή μείνατε στην Καλαμπάκα;

Ν.Π.:

Μετά δούλεψα σε κάποια εργαστήρια στα Τρίκαλα και εδώ, στο Μέτσοβο. Για πολύ λίγο. Και μετά άνοιξα δικό μου μαγαζί, δικιά μου επιχείρηση. Και ακόμα διατηρώ.

Μ.Γ.:

Ήταν εύκολο το να ανοίξετε δική σας επιχείρηση για ξυλόγλυπτα;

Ν.Π.:

Στην αρχή όπως όλα τα επαγγέλματα πιστεύω είναι δύσκολο, αλλά με πολλή πολλή δουλειά και αγάπη, με βοήθησε και ο κόσμος βέβαια και εδώ και οι ντόπιοι εδώ, οι Μετσοβίτες, και γενικά, ας πούμε, πήγα καλά, ναι, και μου δώσανε κουράγιο να κρατηθώ στο επάγγελμα. Αυτό.

Μ.Γ.:

Πώς ήταν, έτσι, τα πρώτα χρόνια με την δουλειά;

Ν.Π.:

Εντάξει, σαν αρχή, είπαμε, δύσκολα. Γιατί πρέπει να ξέρεις, δεν είναι μόνο να είσαι καλλιτέχνης, να ξέρεις να σκαλίζεις το ξύλο, πρέπει και να ξέρεις να το πουλάς κιόλας. Πάνε μαζί αυτά. Στην αρχή, εντάξει, λίγο δυσκολεύτηκα, αλλά, εντάξει, σιγά έβλεπα ότι με αγαπούσε ο κόσμος, αγαπούσε την δουλειά μου και έτσι μου έδινε κουράγιο και συνέχισα.

Μ.Γ.:

Πώς εξελιχθήκατε θεωρείτε;

Ν.Π.:

Όλα τα χειρωνακτικά επαγγέλματα θεωρώ δεν τα κονομάς, ας το πούμε, να πω αυτήν την λέξη. Απλά είναι, είσαι αφεντικό στην δουλειά σου και πληρώνεις ας το πούμε το ίδιο, το ευχαριστώ, ας πούμε, που σου λέει ο κόσμος. Και βγάζεις ένα μεροκάματο, να ζήσεις την οικογένεια, αλλά αυτό, όποιος περιμένει ότι με αυτήν την δουλειά θα γίνει πλούσιος, καλά είναι να μην την κάνει.

Μ.Γ.:

Αλλά εσείς κάνατε μόνο αυτήν την δουλειά; Ασχολιόσασταν με κάτι άλλο;

Ν.Π.:

Ναι, ναι. Μόνο αυτό, μόνο αυτό, ναι.

Μ.Γ.:

Δεν κάνατε παράλληλα κάτι άλλο;

Μ.Γ.:

Όχι όχι. Από όταν μπήκα στην σχολή δεκαπέντε χρόνων και μετά. Γιατί και μετά την σχολή δούλευα εγώ και σαββατοκύριακα δούλευα, είχα κάποιους γνωστούς εκεί που, ξυλογλύπτες, ας πούμε, και στα Τρίκαλα και στο Μέτσοβο και δούλευα από τα δεκαπέντε μέχρι τώρα συνέχεια, ναι. Δεν έχω σταματήσει καθόλου. Μόνο στον στρατό δηλαδή. Αλλά κι εκεί και μόλις έπαιρνα άδεια, πάλι σκάλιζα.

Μ.Γ.:

Και πριν την σχολή, τα κάνατε όλα μόνος σας; Τα σχέδια, τα γλυπτά;

Ν.Π.:

Ναι, το σχέδιο εντάξει, πήραμε κάποια σχέδια από την σχολή, ας το πούμε, ό,τι μπορούσαμε, μας δώσανε αυτοί κάποια σχέδια. Αλλά μόνος. Αν δεν το έχεις μόνος σου, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα, γιατί και ούτε οι συνάδελφοι δεν σε βοηθάνε. Είναι η αντιζηλία. Η επαγγελματική που λέμε. Κανένας δεν σε βοηθάει. Μόνος σου πρέπει να σπάσεις το κεφάλι σου, να μην κοιμάσαι το βράδυ, να σκέφτεσαι πώς θα κάνεις το σχέδιο. Και συνέχεια και μέχρι τώρα ακόμη, δηλαδή πολλά βράδια δεν κοιμάμαι, σκέφτομαι συνέχεια μέτρα, ποια μέτρα, πώς θα το κάνω αυτό, πώς, τι σχέδιο θα βγάλω. Είναι η φύση της δουλειάς αυτή τέτοια.

Μ.Γ.:

Όταν λέτε σχέδια;

Ν.Π.:

Σχέδια, για να ξεκινήσουμε να σκαλίζουμε, βγάζουμε σχέδιο πρώτα. Πρώτα βγάζουμε κλίμακα και μετά προχωράμε βάση κλίμακας. Όλα τα σχέδια είναι διαφορετικά σχέδια, δεν είναι βγάλαμε ένα σχέδιο καρέκλας και συνεχίζουμε σ' αυτό μέχρι να πεθάνουμ[00:05:00]ε. Συνέχεια ο κόσμος ζητάει συνέχεια διαφορετικά πράγματα και για αυτό και έχουμε δουλειά ακόμη, γιατί αλλάζουν τα σχέδια συνέχεια, προσαρμοζόμαστε συνέχεια και μαθαίνουμε συνέχεια, γινόμαστε καλύτεροι.

Μ.Γ.:

Θυμάστε το πρώτο έργο που φτιάξατε;

Ν.Π.:

Στην αρχή ξεκινήσαμε από μια γκλίτσα έτσι απλή, μετά κάτι κρεμάστρες κάναμε για το σπίτι, έτσι, πιο απλά πράγματα, όσο μας έκοβε που λέει. Και σιγά σιγά μετά κάναμε τραπεζάκια, τραπεζάκια, ναι, καρέκλες, έτσι αυτά, έτσι είναι τα πιο, ας πούμε, εύκολα πράγματα να μπορείς να διαμορφωθείς ως ξυλογλύπτης.

Μ.Γ.:

Άρα μετά την σχολή κάνατε, μάθατε να κάνετε περισσότερα αντικείμενα;

Ν.Π.:

Ε, ναι, εννοείται. Η σχολή σού δίνει κάποια πατήματα, ας το πούμε, σαν αρχή και αυτά, ναι. Καλή είναι η σχολή, καλά είναι να πάει, όποιος πει να θέλει να πάει, είναι σίγουρα κάποιο μάθημα καλό. Παίρνεις πολλά, παίρνεις κάποια πράγματα. Αλλά από εκεί και πέρα πρέπει να το έχεις μόνος σου, αν δεν το έχεις εσύ δεν μπορείς να συνεχίσεις. Και να δουλέψεις και σε άλλους λίγο είναι καλά, σε άλλους συναδέλφους ξυλογλύπτες, βοηθάει και αυτό πολύ και μετά να είσαι έτοιμος να ανοίξεις δικιά σου επιχείρηση, δικό σου μαγαζί.

Μ.Γ.:

Τα σχέδια τα σκεφτόσασταν μόνος σας ή εμπνεόσασταν από κάτι;

Ν.Π.:

Τα σχέδια σίγουρα είναι και φαντασία, πρέπει να έχεις και λίγη φαντασία. Και μετά βλέπεις, ας πούμε, κάποια πράγματα, απλά εμένα δεν μου άρεσε να κάνω αντιγραφή, δηλαδή αυτό που βλέπω, όπως το βλέπω, να το κάνω. Βλέπεις κάτι, βλέπεις ένα καλό, το παίρνεις και μετά το διαμορφώνεις εσύ όπως θέλεις. Όπως μπορεί ο καθένας. Για καλύτερο. Για να ξεχωρίζει ο κάθε καλλιτέχνης, ας πούμε, πώς το λένε, ο κάθε, αυτό το έργο είναι του τάδε, δηλαδή κάπως να ξεχωρίζει, κάποιοι που γνωρίζουμε κάποια πράγματα. Έχουν κάποιες πινελιές δικές τους που λένε, κάθε καλλιτέχνης θεωρώ.

Μ.Γ.:

Τι φτιάχνετε λοιπόν σήμερα; Τα πάντα;

Ν.Π.:

Τώρα φτιάχνουμε τα πάντα, ναι, ναι. Ό,τι έχει σχέση με ξύλο. Για το σπίτι τα πάντα, για τις εκκλησίες τα πάντα, αγάλματα φτιάχνουμε ολόγλυφα, έτσι, έχουμε φτιάξει κάτι ακρόπρωρα, κάτι αρκούδες, κάτι ελάφια, έτσι ολόγλυφα. Γενικώς ό,τι έχει σχέση με το ξύλο, το κάνουμε, ναι.

Μ.Γ.:

Τι θεωρείτε ότι είναι πιο εύκολο να κατασκευαστεί;

Ν.Π.:

Όλα εύκολα και όλα δύσκολα είναι. Εντάξει. Δεν μπορώ να πω κάτι είναι εύκολο. Εντάξει. Όλα έχουν τα δικά τους. Ευκολίες και δυσκολίες.

Μ.Γ.:

Τι ξύλα χρησιμοποιείτε;

Ν.Π.:

Ξύλα, συνήθως οξιά, δρυς, φλαμουριά, καστανιά, αυτά είναι συνήθως τα πιο, που ζητάει ο κόσμος πιο πολύ.

Μ.Γ.:

Υπάρχει συγκεκριμένο ξύλο για κάποιο είδος ξυλογλυπτικής ή όλα μπορείτε να τα σκαλίσετε για όλες τις μορφές;

Ν.Π.:

Σχεδόν λίγο πολύ όλα δουλεύονται, άλλα είναι λίγο πιο, σε παιδεύουν πιο πολύ, άλλα λίγο πολύ. Το δρυς είναι ο βασιλιάς του ξύλου θα έλεγα εγώ. Είναι σκληρό ξύλο, αντοχής, τώρα τα άλλα, εντάξει. Και η καρυδιά παλιά, ας πούμε, παλιά δουλεύανε πολύ, τώρα την έχουν αφήσει λίγο. Η καρυδιά, καλή είναι και η καρυδιά, σκληρά ξύλα βέβαια.

Μ.Γ.:

Και πώς παίρνετε το ξύλο; Από εκεί πώς ξεκινάτε την προεργασία;

Ν.Π.:

Αφού έχει βγει το σχέδιο έτσι, εννοείται, τι θα κάνουμε, δεν ξεκινάμε στον αέρα πράγματα, έχουν βγει το σχέδιο, ξέρουμε τα μέτρα, πού θα το κόψουμε το ξύλο, ξεκινάμε στην κορδέλα, το κόβουμε σε κορδέλα, το μπλανίζουμε, το κολλάμε ανάλογα τι διαστάσεις θέλει, τι πάχος θέλει και μετά, ας πούμε, βγαίνει το σχέδιο και προχωράμε στο σκάλισμα. Μετά δουλεύουμε με τα σκαρπέλα εδώ όλα. Μέρα νύχτα δουλειά πολλή.

Μ.Γ.:

Άρα έχετε και ξεχωριστό εργοστάσιο με τα μηχανήματα;

Ν.Π.:

Ε, ναι, έχουμε κορδέλα, μπλάνη, κάποια μηχανήματα χρειάζονται, δεν γίνονται έτσι.

Μ.Γ.:

Τα κάνετε όλα μόνος σας;

Ν.Π.:

Μόνος μου, ναι.

Μ.Γ.:

Και όταν έρχεται εδώ και ξεκινάτε την λεπτοδουλειά, τι εργαλεία χρησιμοποιείτε;

Ν.Π.:

Αυτά σκαρπέλα τα λέμε εμείς. Είναι κάποια σκαρπέλα, έχουν διάφορες μορφές, είναι και ίσια, είναι και με λούκια, είναι και τρίγωνα που λέμε εμείς, έχουν κάποια διάφορα, μικρά, μεγάλα, μεσαία, ανάλογα. Το κάθε είδος σκαλίσματος τι χρειάζεται, ας πούμε, το ξύλο. Ο ξυλογλύπτης φτιάχνει.

Μ.Γ.:

Τα εργαλεία τα φτιάχνετε μόνος σας ή τα αγοράζετε;

Ν.Π.:

Τα αγοράζουμε τα εργαλεία. Είναι, υπάρχουν στο εμπόριο. Τα γερμανικά είναι τώρα κάτι καλά εδώ, σουηδικά είναι καλά και ελληνικά υπάρχουν διάφορα ανάλογα.

Μ.Γ.:

Και αφού το σκαλίσετε το έργο και ολοκληρωθεί, ποιο είναι το επόμενο στάδιο;

Ν.Π.:

Μετά, αφού το σκαλίσουμε, το κολλάμε εννοείται ανάλογα με τα ξύλα. Μόλις γίνει έτοιμο, ας πούμε, το έργο, μετά θέλει και βάψιμο, έτσι; Και[00:10:00] το βάψιμο πάλι και αυτό είναι άλλη τεχνική πάλι. Πρέπει να ξέρεις και να το βάφεις, πολλοί τα δίνουν συνάδελφοι έξω σε άλλους, σε λουστραδόρους. Αλλά εμείς δεν εμπιστευόμαστε τώρα τους λουστραδόρους, γιατί έχεις κάνει ένα έργο, το έχεις πονέσει, το έχεις αγαπήσει και μπορεί ο λουστραδόρος ο άλλος να στο χαλάσει και έχουμε μάθει, είμαστε και λουστραδόροι.

Μ.Γ.:

Σκαλίζετε και κοσμικά, λοιπόν, και εκκλησιαστικά είδη;

Ν.Π.:

Ναι, ναι.

Μ.Γ.:

Εσείς έχετε κάποια ιδιαίτερη προτίμηση σε κάτι;

Ν.Π.:

Όχι, δεν θα το έλεγα. Όλα τα σχέδια είναι καλά. Δεν μπορώ να πω ότι βαριέμαι ένα σχέδιο. Γενικώς όλα τα προτιμώ και μου αρέσουνε.

Μ.Γ.:

Δουλεύετε πάντα με παραγγελίες ή κάνετε και μαζική-

Ν.Π.:

Μόνο, ναι.

Μ.Γ.:

Παραγωγή;

Ν.Π.:

Μόνο παραγγελία. Από την αρχή δηλαδή που ξεκίνησα έτσι και ακόμη, ναι, μόνο παραγγελία.

Μ.Γ.:

Πόσα χρόνια σας έχει, ποιο είναι μάλλον το μεγαλύτερο διάστημα που σας έχει πάρει για να φτιάξετε ένα έργο;

Ν.Π.:

Τα τέμπλα, κοιτάξτε, ένα τέμπλο θέλει, έχουμε πάρει ένα τέμπλο μεγάλο. Αυτό ήθελε έξι, εφτά χρόνια. Αυτό, ας πούμε. Εντάξει, ενδιάμεσα κάναμε κάποιες άλλες δουλειές, αλλά αυτό είχε αρκετή δουλειά, είχε παραστάσεις από την Παλιά Διαθήκη και από την Καινή Διαθήκη, κάτω από τις εικόνες και πάνω από τις εικόνες είχαμε προσαρμόσει έτσι τις παραστάσεις τις διάφορες. Και είχε αρκετή δουλειά, ναι.

Μ.Γ.:

Το λιγότερο διάστημα που σας έχει πάρει ένα έργο;

Ν.Π.:

Δεν υπάρχει λιγότερο. Ανάλογα τι, άμα κάνεις τραπεζάκι, πάλι και αυτό θέλει δέκα μέρες να κάνεις ένα τραπεζάκι, παράδειγμα, μέχρι να το τελειώσεις.

Μ.Γ.:

Και οι πελάτες πώς σας βρίσκουν;

Ν.Π.:

Στην αρχή, εντάξει, δια στόματος που λένε, ο ένας με τον άλλον και μετά που κάναμε, γιατί δεν ξεκίνησα αμέσως τα εκκλησιαστικά, σιγά σιγά, εκεί μας βοήθησαν, εδώ, στο Μέτσοβο, κάναμε κάποιες δουλειές και αυτές μας φέρανε και άλλες δουλειές πάλι ο ένας με τον άλλον. Δια στόματος που λένε, ο ένας με τον άλλον. Γίναμε γνωστοί. Και τώρα μας ξέρουν και έρχονται και-.

Μ.Γ.:

Έχει χρειαστεί να ταξιδέψετε για την δουλειά σας εκτός Μετσόβου;

Ν.Π.:

Ναι, εννοείται, σε όλη την Ελλάδα δουλεύουμε, έχουμε πάει παντού.

Μ.Γ.:

Ταξιδεύετε για να δείξετε τα έργα σας ή για να προσεγγίσετε πελάτες;

Ν.Π.:

Μας ζητάνε συνήθως και «Ελάτε εδώ, θέλουμε κάποιο έργο». Πηγαίνουμε. Ναι, έχουμε εμείς κάποιο κομμάτια από τα ξυλόγλυπτα που έχουμε ως δείγματα, έτσι να δει ο άλλος και από κοντά ένα μέρος της δουλειάς μας και έχουμε και σχέδια μετά, διάφορες μακέτες που τις δείχνουμε εκεί και μετά, ας πούμε, πηγαίνουμε και μαζί, μόνοι τους σε κάποια μέρη που έχουμε κάνει κάποια έργα. Τα βλέπουνε και έτσι προχωράμε και κλείνει μια συνεργασία.

Μ.Γ.:

Η καθημερινότητά σας σε γενικές γραμμές ποια θα λέγατε ότι είναι;

Ν.Π.:

Η καθημερινότητά μου είναι ότι αγαπάω πολύ την δουλειά μου και δεν έχω πει μια μέρα, να ξυπνήσω ένα πρωί και πω: «Ωχ», όπως λένε πολλοί, «ποιος πάει σήμερα για δουλειά;». Αυτό μέχρι τώρα, δόξα τω Θεώ, δεν το έχω πει εγώ. Μου αρέσει πολύ κάθε μέρα να πηγαίνω στην δουλειά, στο μαγαζί. Και μου αρέσει 12 η ώρα να σταματάω λίγο, να ξεκουράζομαι, πίνω ένα καφεδάκι και μετά συνεχίζουμε πάλι το έργο μέχρι το βράδυ.

Μ.Γ.:

Δουλεύετε και Κυριακές;

Ν.Π.:

Όχι, Κυριακές όχι, δεν ήθελα ποτέ και δεν θέλω. Να με αξιώσει ο Θεός να μην δουλέψω ποτέ Κυριακή. Η Κυριακή είναι αγία η μέρα, είναι αφιερωμένη στον Θεό. Δεν πρέπει κανένας να δουλεύει θεωρώ. Βέβαια, εντάξει, όπως θέλει ο καθένας πράττει, αλλά εγώ δεν το επιθυμώ καθόλου αυτό.

Μ.Γ.:

Δικά σας έργα στο σπίτι σας έχετε;

Ν.Π.:

Έχω κάνει κάποια κομμάτια, ναι.

Μ.Γ.:

Πρακτικά, έτσι της καθημερινότητας ή και ίσως κάποιο ξυλόγλυπτο, κάποιο διακοσμητικό;

Ν.Π.:

Έχω το σαλόνι μου, έχω την τραπεζαρία μου, ροζέτες στο ταβάνι, έχω ένα σκρίνιο. Και τώρα όλα τα έπιπλα, ντουλάπα, ξυλόγλυπτα, όλα, ναι. Τα έχω σχεδόν όλα.

Μ.Γ.:

Σε κάποιο από τα παιδιά σας ή σε κάποιο ανίψι σας αν έχετε μάθει την δουλειά σας ή αν θα ήθελε να σας ακολουθήσει;

Ν.Π.:

Έχω τώρα τον έναν τον γιο τώρα, τον μεγάλο. Έχει βγάλει και αυτός την σχολή στην Καλαμπάκα. Και είμαστε μαζί, δουλεύουμε μαζί τώρα, ναι. Όχι εκατό τοις εκατό, αλλά δουλεύουμε, ναι, αρκετά. Είμαστε μαζί, ναι.

Μ.Γ.:

Έχετε ξεχωρίσει μέχρι τώρα κάποιο από τα έργα σας;

Ν.Π.:

Θεωρώ έχω κάνει έναν Μυστικό Δείπνο, είναι κάτι, ας πούμε, ξεχωριστό, ας πούμε έτσι, είναι δικό μου αυτό, δεν θέλω να το πουλήσω αυτό. Θεωρώ είναι καλό και όσοι μπαίνουν μέσα στο μαγαζί το μάτι πάει εκεί. Θεωρώ μέχρι τώρα αυτό είναι το καλύτερο έργο που έχω κάνει, έτσι προσωπικά, για εμένα.

Μ.Γ.:

Υπάρχει μέλλον, θεωρείτε, στην ξυλογλυπτική;

Ν.Π.:

Είναι λίγο, τώρα όπως πάνε τα πράγματα, δεν ξέρω πώς θα εξελιχθούν. Βέβαια, γιατί η ξυλογλυπτική βέβαια δεν την παίρνει ένας, ας πούμε, που δεν είναι το εισόδημα του κάπως υψηλό. Σε όλους αρέσουν τα ξυλόγλυπτα, αλλά πρέπει να έχει ο άλλος κάποια οικονομική δυ[00:15:00]νατότητα για να αγοράσει κάτι. Και σίγουρα δυσκολεύεται, σίγουρα τα ξυλόγλυπτα, οι πελάτες μας είναι από μεσαία τάξη και πάνω, ας πούμε. Γιατί αυτοί μπορούν να τα αγοράσουνε. Μέλλον, και ναι και όχι, τώρα δεν ξέρω, τι να πω, πώς θα πάνε τα πράγματα τώρα, είναι δύσκολα τώρα. Δηλαδή τώρα, παράδειγμα, να ανοίξει ένας νέος αυτή την στιγμή ένα μαγαζί, ναι, σίγουρα θα δυσκολευτεί πάρα πολύ. Δεν ξέρω, αν θα τα καταφέρει, ας πούμε, και όσο τεχνίτης καλός να είναι και όσο καλός πωλητής να είναι. Είναι δύσκολο πολύ, ναι, θα πρέπει να έχει εισοδήματα δικά του πολλά, άλλα και πάλι αν αντέξει, ας πούμε, για να τα καταφέρει σαν νέος επαγγελματίας, ας το πούμε έτσι. Ναι, είναι δύσκολο τώρα.

Μ.Γ.:

Σε σχέση με-

Ν.Π.:

Κι εμείς, παράδειγμα, τώρα έχουμε δυσκολευτεί πάρα πολύ. Τα τελευταία χρόνια και με τον κορονοϊό και με αυτά. Έπεσαν οι δουλειές μας, δεν υπάρχει ζήτηση τώρα. Λόγω που είμαστε παλιοί, κάπως κρατιόμαστε, αλλιώς θα ήταν πολύ δύσκολα.

Μ.Γ.:

Σε σχέση με το παρελθόν δηλαδή έχει αλλάξει το επάγγελμα θεωρείτε;

Ν.Π.:

Τώρα, αυτά τα χρόνια που περάσανε, ναι, ζητούσανε όλοι, εκκλησίες φτιάχτηκαν πάρα πολλές, δουλέψαμε. Βέβαια, γεμίσαμε, διακοσμήσαμε πολλές εκκλησίες. Αλλά από εδώ και πέρα ο κόσμος τώρα, οι εκκλησίες που εκεί ήταν το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς μας. Βέβαια ο κόσμος δεν έχει λεφτά, δεν δίνει. Βέβαια και αυτοί οι παπάδες τώρα δεν φτιάχνουν μερικά πράγματα. Υπάρχει μια στασιμότητα τώρα. Μακάρι ο κόσμος να γυρίσει πάλι, να-. Βέβαια και οι εκκλησίες πάλι ο λαός τις έχει κάνει, αλλά-. Με τα λεφτά του κόσμου γίνονται. Υπάρχουν κάποιοι ευεργέτες που δίνουν κάποια λεφτά και συγκεκριμένα τώρα έχουμε πάρει μια δουλειά έτσι, ένας δωρητής δώρισε κάτι στην εκκλησία και φτιάχνουμε κάποια πράγματα και έτσι κινούμαστε, ας το πούμε, ακόμα.

Μ.Γ.:

Η βιομηχανοποίηση και το ότι πλέον τα τραπέζια, οι καρέκλες, μπορούν να κατασκευαστούν και να τα αγοράσει κάποιος, θεωρείτε ότι έχει επηρεάσει κάπως την δουλειά σας;

Ν.Π.:

Αυτοί πάντα ήταν αυτά. Εντάξει. Πώς το λένε; Αυτοί απευθύνονται, πιο φθηνά πράγματα κάνουν, ό,τι είναι βιομηχανοποιημένο σίγουρα έχει και ημερομηνία λήξεως. Δεν αντέχει για πάντα. Εμείς δεν κάνουμε τέτοια δουλειά. Για να έρθει κάποιος να μας ζητήσει κάτι βιομηχανικό, δεν το σκεφτόμαστε καν. Του λέμε δεν κάνουμε εμείς αυτήν την δουλειά. Εμείς κάνουμε δουλειά για πάντα που λένε, για αιώνες. Απευθυνόμαστε στον τομέα, δηλαδή είμαστε έτσι οργανωμένοι. Δεν μπορούμε να κάνουμε εμπορική δουλειά εμείς.

Μ.Γ.:

Ο κορονοϊός σάς επηρέασε;

Ν.Π.:

Επηρέασε πολύ την δουλειά μας, πάρα πολύ. Κλείσανε τις εκκλησίες βέβαια, μας επηρέασαν, ναι. Είχαμε πολύ, είχαμε κρίση, δηλαδή σκεφτόμασταν και να κλείσουμε κιόλας, φτάσαμε σε σημείο να κλείσουμε το μαγαζί.

Μ.Γ.:

Εσείς συνεχίζατε να δουλεύετε στο εργαστήριό σας;

Ν.Π.:

Με τον κορονοϊό, όχι βέβαια. Κάποια διαστήματα έτσι, όχι δεν. Κλειστά ήμασταν.

Μ.Γ.:

Υπάρχουν κίνδυνοι σε αυτό το επάγγελμα;

Ν.Π.:

Κίνδυνοι στα μηχανήματα που δουλεύουμε βέβαια, αν είσαι λίγο απρόσεκτος, αν είσαι βιαστικός, μπορεί να κόψεις τα δάχτυλα, μπορεί να πάθεις ζημιά, βέβαια. Υπάρχει κίνδυνος.

Μ.Γ.:

Έχετε τραυματιστεί εσείς ποτέ;

Ν.Π.:

Ελαφρώς, τώρα με τα σκαρπέλα, ελαφρώς, εντάξει, δεν. Στην κορδέλα και στην μπλάνη εκεί και στην σβούρα που λέμε εμείς, είναι τα μηχανήματα αυτά. Εκεί είναι επικίνδυνα, ναι. Μέχρι τώρα δεν έχει τύχει.

Μ.Γ.:

Λόγω του ότι είναι χειρωνακτική, έχετε νιώσει ποτέ πόνο στο χέρι να πείτε ότι θα σταματήσω για λίγο;

Ν.Π.:

Τα χέρια μας πονάνε, σίγουρα, εννοείται. Πονάνε. Ακόμα, εντάξει, δεν έχω φτάσει σε σημείο να μην μπορούμε να δουλέψουμε, αλλά θέλει προσοχή. Θέλει προσοχή, γιατί χτυπάμε με το ξύλο, πολλές φορές βιάζεσαι δεν, έχουμε μια ματσόλα που την λέμε εμείς, χτυπάμε έτσι και δουλεύουμε, πολλές φορές για να βγει η δουλειά κάπως πιο γρήγορα, δεν, την παίρνουμε συνέχεια στο χέρι και πονάνε τα χέρια μετά βέβαια.

Μ.Γ.:

Σε αυτήν την δουλειά θεωρείτε είναι πιο σημαντικό το ταλέντο ή η εμπειρία;

Ν.Π.:

Και τα δύο. Νομίζω πάνε μαζί αυτά. Η εμπειρία βέβαια είναι γιατί μια δουλειά, ας πούμε, ή την έχεις κάνει, την έχεις κάνει και άλλη φορά, ναι, θα σου δώσει λίγο πιο ευκολία, αλλά και το ταλέντο βέβαια, πάνε μαζί αυτά.

Μ.Γ.:

Μια μικρή, έτσι, αποτίμηση της δουλειάς σας όλα αυτά τα χρόνια;

Ν.Π.:

Αποτίμηση; Τι να πω τώρα; Αποτίμηση;

Μ.Γ.:

Θα το μετανιώνατε; Θα αλλάζατε δουλειά, αν γυρνούσατε πίσω;

Ν.Π.:

Εγώ όχι. Δεν θα άλλαζα, γιατί μου αρέσει αυτό που κάνω πάρα πολύ. Τώρα, εντάξει, όπως όλοι, ο άνθρωπος δεν είναι ευχαριστημένος με αυτά που βγάζει, αλλά, εντάξει, λόγω του μεράκι που έχω, το έχω καταλάβει αυτό και δεν γκρινιάζω ας το πούμε.

Μ.Γ.:

Ωραία. Δεν έχω κάποια άλλη ερώτηση. Αν θέλετε εσείς να συμπληρώσετε κάτι;

Ν.Π.:

Τι να πω; Μ[00:20:00]ακάρι να βγούνε και καινούριοι ξυλογλύπτες, να έχει, να μην χαθεί το επάγγελμα, είναι κρίμα. Αυτό, ας πούμε. Τι άλλο να πω;

Μ.Γ.:

Ωραία. Ευχαριστώ πάρα πολύ για τον χρόνο σας.

Ν.Π.:

Να είσαι πάρα πολύ καλά.