© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Μέσα από τον χορό μιλάω: To tango στη ζωή της Μάγδας Βουκελάτου

Κωδικός Ιστορίας
22661
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Μαγδαληνή Βουκελάτου (Μ.Β.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
12/07/2022
Ερευνητής/τρια
Ευδοκία Εδιάρογλου (Ε.Ε.)
Ε.Ε.:

[00:00:00]Καλησπέρα, πώς ονομάζεσαι;

Μ.Β.:

Μάγδα.

Ε.Ε.:

Επίθετο;

Μ.Β.:

Βουκελάτου.

Ε.Ε.:

Πολύ ωραία. Βρίσκομαι με την Μάγδα Βουκελάτου, είμαστε στη Θεσσαλονίκη, είναι 13/07 του 2022. Εγώ ονομάζομαι Εδιάρογλου Ευδοκία, είμαι ερευνήτρια στο Istorima και ξεκινάμε. Μάγδα, θέλεις να μου πεις λίγα λόγια για σένα, για αρχή;

Μ.Β.:

Να σου πω. Με λένε Μάγδα. Είμαι χορεύτρια, μένω στη Θεσσαλονίκη και τον τελευταίο καιρό, τα τελευταία χρόνια μάλλον, ασχολούμαι με το tango.

Ε.Ε.:

Πολύ ωραία. Το tango... Θες να μου πεις πώς ξεκίνησε αυτό;

Μ.Β.:

Να σου πω πώς ξεκίνησε. Ήταν μία μέρα που ήμουν στο λεωφορείο. Τότε έμενα κοντά στην Μπότσαρη και ήμουν, νομίζω, ή στο δυάρι ή στο 31, και κάποια στιγμή κοιτώντας, έτσι, τον δρόμο, είδα μία αφίσα που έλεγε ότι υπάρχουν μαθήματα αργεντίνικου tango. Έτσι το είδα γραμμένο. Κοίταξα λοιπόν απ' το παράθυρο, και τότε είχα μία σχέση, και σκέφτηκα ότι θα μπορούσαμε να κάνουμε κάτι μαζί. Σκέφτηκα ότι είναι κοντά σε αυτά που έκανα μέχρι τότε, γιατί είχα ξεκινήσει, έτσι, από πιο μικρή, ασχολούμουν με το κλασικό, με το σύγχρονο και ήταν κάτι τελείως διαφορετικό για μένα. Γιατί σκέφτηκα ότι είναι κάτι που πλέον αφορά δυάδα και σταματά να είναι κάτι που κάνεις μόνος σου. Έτσι το είχα στο μυαλό μου τότε. Αλλά δεν ήξερα κανέναν, δεν είχα ιδέα, δεν είχα καμία εικόνα πέρα από αυτά που είχα δει στην τηλεόραση, από Antonio Banderas και τα διάφορα που βλέπεις εκεί το μεσημέρι να παίζουνε. Ούτε από μουσική. Ένας κόσμος τελείως άγνωστος. Και μια μέρα γύρισα σπίτι, άνοιξα το λάπτοπ, μπήκα στο Google, έγραψα «Tango Θεσσαλονίκη», και πάτησα enter και περίμενα να δω τι θα μου βγάλει. Δεν θυμόμουν ούτε καν τι αφορούσε η αφίσα που είδα, που ήταν η σχολή, τι ήτανε όλο αυτό. Και θυμάμαι ότι είχα βρει μία σχολή που ήτανε στο κέντρο και τότε, επειδή μόλις είχα ξεκινήσει την πρακτική μου για την πρωινή μου δουλειά, μου είχε φανεί ακριβή η συνδρομή. Και λέω: «Δεν είμαι για εδώ, κάτσε να κοιτάξω μήπως έχει και καμιά άλλη που να βγαίνω». Ψάχνοντας λοιπόν, είχα βρει κάτι που ήτανε πιο κοντά στα δικά μου τα στάνταρ τότε οικονομικά και παίρνω τηλέφωνο, ήταν Φεβρουάριος. Παίρνω τηλέφωνο και μου λένε: «Έχει ξεκινήσει το τμήμα από τον Σεπτέμβρη». Λέω: «Γαμώτο». Λέω: «Θα ξεκινήσει μήπως καινούριο τμήμα τώρα;» Λένε: «Θα σας πάρουμε ένα τηλέφωνο, αν ξεκινήσει κάτι θα σας καλέσουμε». Περνάει μία βδομάδα, δεν παίρνουνε τηλέφωνο οι άνθρωποι, ξαναπαίρνω εγώ τηλέφωνο. «Ναι, γεια σας, η Μάγδα είμαι. Μήπως έχει ξεκινήσει καινούριο τμήμα;» Προσπαθούσαν οι άνθρωποι, ας πούμε, απ' ό,τι κατάλαβα, δηλαδή ήτανε πρόσχαροι και ευδιάθετοι να μου απαντήσουν. Και αυτό συνέβαινε επί έναν μήνα! Δηλαδή εγώ μπορεί, ας πούμε, κάθε βδομάδα να έπαιρνα τηλέφωνο και να 'λεγα: «Ναι, γεια σας, είμαι η Μάγδα, μήπως ξεκίνησε αυτό το τμήμα tango;» Και κάποια στιγμή όντως ξεκίνησε αυτό το τμήμα, ήτανε νομίζω Φεβρουάριος. Θυμάμαι τότε είχα την καρτούλα και πρέπει να έλεγε: 2ος του τάδε έτους. Και έτσι ξεκίνησα τότε με τον φίλο μου. Και πήγα πρώτη φορά στο μάθημα μαζί του. Και εκεί συνειδητοποίησα ότι είναι κάτι τελείως διαφορετικό απ' αυτό που είχα κάνει μέχρι τότε. Και τέλος πάντων, μεγάλη ιστορία μικρή. Είχαμε διάφορα ζητήματα, προφανώς και δεν του άρεσε πολύ, γιατί δεν ήτανε δική του επιλογή. Δες το και έτσι. Και καταλήξαμε εν τέλει στο να χωρίσουμε, γιατί μέσα από όλη αυτήν τη διαδικασία συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να είμαι υπόλογη, ξέρεις, σε αυτό που μου αρέσει να κάνω και να μπαίνουν μέτρα και στεγανά, ζήλιες, ιστορίες σε κάτι που έβρισκα φοβερά ενδιαφέρον και καλλιτεχνικά και συναισθηματικά. Και αποφάσισα, με αφορμή αυτό, ότι αυτή η δέσμευση με έναν τρόπο περίεργα συναισθηματικό και ψυχοφθόρο, δεν κάνει καλό σε κανέναν. Κι έτσι χωρίσαμε και εγώ συνέχισα να χορεύω tango.

Ε.Ε.:

Τι ωραίο ξεκίνημα!

Μ.Β.:

Ναι! Ήτανε νομίζω η πρώτη μου ανακάλυψη για μένα, για τη σχέση μου με τους άλλους ανθρώπους και όσον αφορά τον εαυτό μου για το πώς θέλω να είμαι και να φέρομαι απέναντι στη δυάδα. Που ούτως ή άλλως έχει πάρα πολύ μεγάλη σχέση εν τέλει με τον ίδιο τον χορό.

Ε.Ε.:

Ναι. Να σε ρωτήσω κάτι και ξαναγυρνάμε στο tango.

Μ.Β.:

Πες μου.

Ε.Ε.:

Είπες ότι ασχολούσουν από μικρή με τον χορό;

Μ.Β.:

Ναι. Σαν μικρό παιδάκι ήμουνα... πήγα στο μπαλέτο. Αλίμονο! Είχα ξεκινήσει, μου άρεσε, περνούσα πάρα πολύ ωραία. Κάποια στιγμή αργότερα, εντάξει, ξεχάστηκα, ασχολήθηκα με άλλα πράγματα, όπως πολλά παιδιά. Έπαιξα λίγο βόλεϊ, πήγα κολυμβητήριο, έκανα τένις, γιατί μεγάλωσα στην Πρέβεζα και, τέλος πάντων, υπήρχε αυτή η ευχέρεια χωρίς πολλές μετακινήσεις, χωρίς τόσα πολλά χρήματα. Ήτανε πιο εύκολο να κάνεις πράγματα σε εξωτερικό χώρο. Και κάποια στιγμή σταμάτησα. Και όταν έδινα Πανελλήνιες –είχα σταματήσει βασικά γύρω στα 14, 15– και κάποια στιγμή όταν έδινα Πανελλήνιες, με πιάνει μία τρέλα και λέω: «Θα ξαναξεκινήσω μπαλέτο». Έτσι, στα καλά καθούμενα, δεν ξέρω. Και ξεκίνησα εκείνη τη χρονιά. Οι γονείς μου δεν το ήξεραν. Πήγαινα κρυφά. Βέβαια κάποια στιγμή με πέτυχε η μάνα μου στον δρόμο και μου λέει: «Πού πας;» και έπρεπε να το αναφέρω. Και έτσι σταμάτησα λοιπόν. Αλλά ήμουν τυχερή γιατί με το που τελείωσαν οι Πανελλήνιες και πέρασα στη Θεσσαλονίκη, ο δάσκαλός μου τότε είχε σχολή στη Θεσσαλονίκη. Και χωρίς να το ξέρω, νοικιάζω σπίτι στην Μπότσαρη, τον παίρνω τηλέφωνο να τον ρωτήσω πού είναι η σχολή, και η σχολή ήτανε Μπότσαρη με Μαντινείας. Ήμουνα δίπλα και εκεί συνέχισα.

Ε.Ε.:

Οπότε δεν σταμάτησες ουσιαστικά το ταξίδι του χορού;

Μ.Β.:

Δεν σταμάτησα, όχι. Απλά είχε κάποιες αλλαγές. Δηλαδή, κάποια στιγμή κουράστηκα έτσι λίγο από το μπαλέτο. Έκανα τον κύκλο μου μετά με τον σύγχρονο χορό. Γνώρισα άλλα πράγματα, άλλους ανθρώπους, μια διαφορετική λογική μακριά από αυτήν την τελειότητα, και πράγματα που δουλεύουν αντίθετα με τη ροή για να παράξεις κάτι ιδεατό, θα έλεγα, μέσα στην ομορφιά του φυσικά. Ασχολήθηκα με τον σύγχρονο. Και κάποια στιγμή, επειδή είχα έναν τραυματισμό, πέρασε ο καιρός και μετά ήρθε το κομμάτι αυτό με το tango, όπου εν τέλει κλήθηκα να διαλέξω, και διάλεξα αυτό. Γιατί ήτανε μια περίοδος που το ένιωθα πολύ πιο κοντά σε μένα.

Ε.Ε.:

Ναι. Θυμάσαι... Μου 'πες ότι ήταν πολύ ωραία όταν γνώρισες το tango. Πώς... Το συναίσθημα το θυμάσαι; Δηλαδή, τι σου ξύπνησε ή τι;...

Μ.Β.:

Θυμάμαι ότι στην αρχή δεν είχα ιδέα τι κάνω, πού βρίσκομαι, τι είναι αυτό που συμβαίνει εκεί. Γιατί έχοντας στο μυαλό μου όλη την εμπειρία και την εικόνα από το κλασικό και τον σύγχρονο, η ομαδική δουλειά φυσικά και υπάρχει, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει πάρα πολύ έντονο το στοιχείο και της μονάδας σε όλο αυτό. Επίσης, η διαδικασία στην οποία είχα μπει εγώ ήταν ότι δούλευα και, εντάξει, στο τέλος υπήρχε μία παράσταση, μία παρουσίαση αυτού που έκανες. Επομένως, πάντα είχα στον νου μου ότι παρουσιάζω κάτι στη σκηνή και αυτό. Τέλος. Πέρα από το τι δίνει μέσα σου, τι δουλειά κάνεις με τον εαυτό σου, δεν το αναιρώ αυτό το κομμάτι. Αλλά το λέω γιατί πηγαίνοντας στο tango, ξεκίνησα με τη λογική που φυσικά είχα μάθει. Είχα μάθει ότι πηγαίνεις, κάνεις το μάθημά σου, ντύνεσαι, βάζεις τα παπουτσάκια σου, τελειώνει το μάθημα, γυρνάς στο σπί[00:10:00]τι. Ξεκουράζεσαι. Και κάποια στιγμή θα υπάρξει μία παρουσίαση, να το πω έτσι, αυτού που κάνεις. Να το δώσεις στον κόσμο, να το δείξεις, να το εκφράσεις, να το επικοινωνήσεις. Έλα μου ντε όμως που μαθαίνω, μετά από καιρό, έτσι, συγχρωτιζόμενη με ανθρώπους του χώρου, ότι δεν είναι αυτό. Ότι υπάρχει ένας άλλος κόσμος, όπου το βράδυ υπάρχουνε βραδιές χορού που ο κόσμος πηγαίνει και χορεύει, πηγαίνει να πιει το ποτό του και χορεύει. Όπου συναναστρέφεται με άλλο κόσμο και ταυτόχρονα μέσα από μια διαδικασία καλείται να συναντήσει έναν άλλον άνθρωπο στην πίστα που μπορεί να μην ξέρει, μπορεί να μιλάει την ίδια γλώσσα, να μη μιλάει την ίδια γλώσσα, να μην έχει τίποτα να πει, να μην έχει ξανασυναντήσει ποτέ, και ν' αγκαλιαστεί και να χορέψει. Και εκεί λέω: «Πού είναι αυτός ο κόσμος;» ας πούμε. «Και γιατί δεν το 'χω δει ποτέ μπροστά μου;» Και εκεί τελείωσαν όλα. Δηλαδή, τελείωσαν και ξεκίνησαν όλα. Όταν βρέθηκα σε έναν χώρο και το είδα να συμβαίνει μπροστά μου, άνθρωποι να επικοινωνούν με αυτόν τον τρόπο μέσα από μια αγκαλιά, αυτοσχεδιαστικά, ακούγοντας μια μουσική που τους προκαλεί να κινηθούν στον χώρο και να νιώσουν και αυτό που ακούνε να το εκφράσουν έτσι, χωρίς να μιλάνε, λέω: «Εντάξει, εδώ είσαι! Εδώ είσαι!»

Ε.Ε.:

Ναι. Οπότε ξεκίνησες τότε εκείνον τον Φεβρουάριο και δεν σταμάτησες ποτέ...

Μ.Β.:

Ποτέ. Όχι.

Ε.Ε.:

Στην ίδια σχολή; Ήταν σχολή;

Μ.Β.:

Είχα ξεκινήσει από μια σχολή. Στην αρχή είχα πάει σε αυτήν τη σχολή. Είχα μείνει ένα, δύο χρόνια. Από εκεί και μετά γνώρισα, ας πούμε, και ανθρώπους και δασκάλους άλλους που μπορεί να συνεργάζονταν με τη σχολή αυτή. Και κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι: «Ξέρεις τι; Θέλω κάτι ακόμη». Με την έννοια ότι ο τρόπος που το προσέγγιζα ήτανε πιο ακαδημαϊκός, που πιστεύω ότι έχει πάρα πολύ μεγάλη σχέση με την παιδεία και τη σκέψη που είχα από το μπαλέτο. Το πώς αντιμετωπίζεται όλο αυτό, την τεχνική σου, την πειθαρχία σου, το να μπεις σε μια σειρά. Και εκεί λοιπόν γνωρίζοντας ανθρώπους προχώρησα παρακάτω, έψαξα άλλα πράγματα. Με βάλανε μέσα σε όλο αυτό το κομμάτι της αγκαλιάς, ότι η αγκαλιά αυτή σε αυτόν τον χορό δεν είναι μία θέση, δεν είναι δηλαδή postura, δεν έχει σχέση μόνο με την τεχνική, δεν έχει σχέση μόνο με τα βήματα. Ο ρυθμός δεν είναι πάντα με την αυστηρή του έννοια, η μετρική. Τα κομμάτια της ερμηνείας, τα κομμάτια των συναισθημάτων. Και προχωρώντας λοιπόν, γνώρισα άλλους δασκάλους, γνώρισα άλλους ανθρώπους, γνώρισα άλλους χορευτές, πήρα πράγματα μέσα από αγκαλιές το βράδυ, και μετά από κάποιο καιρό –πολύ σύντομα όμως– γνώρισα ένα βράδυ στο «Tango Bar», που είναι ένα από τα μέρη που πηγαίνουμε εδώ στη Θεσσαλονίκη και χορεύουμε –εντάξει, μεγάλη ιστορία και δεύτερο σπίτι θα το έλεγα– γνώρισα τον Χρήστο, ο οποίος είναι πλέον οικογένεια για μένα, και χορέψαμε. Ήμασταν τότε και οι δύο σε μια κατάσταση που χορεύαμε δυο τρία χρόνια και είπαμε ότι μας αρέσει, μας ταιριάζει αυτό που κάνουμε και οι δύο, και ο τρόπος σκέψης και στον χορό, ταιριάζουν οι αγκαλιές μας. Και είπαμε να δουλέψουμε παρέα, να πρακτικάρουμε λίγο μαζί, έτσι. Και όταν αυτό πήγε καλά, αποφασίσαμε, επειδή ερχόμασταν από διαφορετικούς δασκάλους, ν' αποκτήσουμε μία κοινή γλώσσα επικοινωνίας. Που σημαίνει ότι έπρεπε να έχουμε τον ίδιο δάσκαλο. Να βάλουμε δηλαδή έναν δίαυλο επικοινωνίας και κάποια πράγματα, το «α» για μένα να είναι «α» και για σένα. Και έτσι ξεκινήσαμε να δουλεύουμε μαζί. Και μετά από κάποιο καιρό πήραμε δρόμο και προς τα έξω και πήγαμε φεστιβάλ, Ελλάδα, εξωτερικό, κάναμε μαθήματα, κάναμε σεμινάρια, χορέψαμε σε άλλες πίστες και συνέχισε έτσι αυτή η δουλειά.

Ε.Ε.:

Τι ωραία! Όσον αφορά ας πούμε το tango, έχει διάφορα είδη;

Μ.Β.:

Έχει διάφορα στυλ και διάφορες προσεγγίσεις, θα έλεγα. Με την έννοια ότι όπως κάθε χορός στην εξέλιξή του, ανάλογα με τη δεκαετία, ανάλογα με τις κοινωνικές, πολιτικές εξελίξεις που υπάρχουνε, αλλάζει. Έτσι μπορείς να βρεις κάποια χαρακτηριστικά ανάλογα με την περίοδο στην οποία αναφέρεσαι, αλλά βρίσκεται και αυτό σε μια διαρκή εξέλιξη. Μπορεί να ξεκίνησε παραδοσιακά και να υπάρχει όλο αυτό το παραδοσιακό κομμάτι, αλλά νομίζω ότι θα έλεγα ότι υπάρχουν διαφορετικά στυλ όσον αφορά το tango. Αλλά η προσωπική μου, έτσι, σκέψη γι' αυτό είναι ότι είναι tango. Είναι ένα πράγμα. Μπορεί να εκφραστεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, αλλά στη βάση του και στην ουσία του είναι το ίδιο. Έχει ένα βασικό στοιχείο που είναι η αγκαλιά μεταξύ δύο ανθρώπων, η μετακίνηση στον χώρο, η έκφραση συναισθημάτων, ο διάλογος και η επικοινωνία που συμβαίνει, το μήνυμα που περνάει, η αποδοχή του μηνύματος ή η πρόταση, αν θέλεις, που κάποιος την αποδέχεται, το να ακολουθήσεις την πρόταση, το να υπάρχει και να γίνεται κοινή συναινέσει. Με την έννοια ότι κάποιος… Το μήνυμα από κάπου ξεκινάει. Παραδοσιακά μπορεί να σου πει κάποιος ότι, ένας leader, ας πούμε, είναι αυτός που θα δώσει το μήνυμα και ένας follower θ' ακολουθήσει. Αλλά μέσα από μια εξέλιξη με τον τρόπο που αντιμετωπίζεται μέσα στο ζευγάρι ο άντρας και η γυναίκα, με το ότι πλέον οι ρολόι αυτοί δεν είναι τόσο διακριτοί στα φύλα, μπορούμε να χορέψουμε οι δυο μας και πάλι θα υπάρχει ένας leader και ένας follower. Αυτό, για παράδειγμα, με τον καιρό, όπως και τα μυαλά των ανθρώπων, αλλάζει. Άρα πλέον, ναι, δεν έχει σημασία αν το πόδι σου θα σηκωθεί πάνω από 90 μοίρες. Δεν έχει σημασία αν θα χορέψεις ένα τσίκι τσίκι μικρό πραγματάκι, αν η επικοινωνία είναι εκεί, αν αυτό γίνεται με πρωταρχικό ρόλο τον διάλογο και να συζητήσουμε, να υπάρχει σύνδεση και να κινηθούμε σε μια μουσική, είτε αυτή είναι παραδοσιακή μουσική tango είτε όχι, νομίζω ότι αυτή είναι η ουσία του πράγματος. Σίγουρα όμως υπάρχουν, ναι, διαφορετικά στυλ. Γιατί αν σκεφτείς ότι μιλάμε από αρχές 1900 μέχρι και σήμερα, όταν μιλάμε ότι αυτό μπορεί να ξεκίνησε, αυτός ο χορός μπορεί να ξεκίνησε από Αργεντινή και Ουρουγουάη –έτσι, να το θέσω λίγο ευρύτερα–, από παλιούς αφρικάνικους ρυθμούς, από ανθρώπους στην ύπαιθρο, από φλάουτα και κιθάρες. Μετά μπήκανε πιάνο, μετά μπήκε μπαντονεόν, μετά αυτό έφυγε από εκεί και πήγε ξαφνικά στα σαλόνια της Γαλλίας. Αυτό ξαφνικά εν έτει 2022 μπορεί να χορεύεται με ηλεκτρονική μουσική και με αεροπλανικές κινήσεις. Ναι, υπάρχουνε πολλά και διαφορετικά πράγματα που μπορείς να κάνεις. Αλλά η βάση του είναι πάντα η ίδια. Είναι επικοινωνία μεταξύ δύο ανθρώπων που μοιράζονται μέσα από μια αγκαλιά και μέσα σε έναν χώρο, σε μια βραδιά αν θέλεις, τη λεγόμενη milonga. Όπου είναι μια βραδιά όπου παίζει μουσική tango και άνθρωποι πηγαίνουν εκεί για να μιλήσουν, να επικοινωνήσουνε και να χορέψουνε. Παλιότερα αυτό μπορεί να γινόταν σε κάποια μαγαζιά που ήξερες ότι θα παίζει συγκεκριμένη ορχήστρα. Γιατί και λόγω θα ορχήστρας έλεγες ότι: «Θα πάω σ' εκείνο το μαγαζί και θ' ακούσω τον τάδε συνθέτη. Θα πάω στο άλλο μαγαζί και θ' ακούσω τον άλλον συνθέτη». Πλέον αυτό δεν υπάρχει, γιατί μιλάμε για μια, ας πούμε, χρυσή εποχή που μπορεί να 'τανε '20, '30, '40. Πλέον σε μια βραδιά μπορείς ν' ακούσεις μουσική από όλες τις δεκαετίες, είτε από βινύλιο είτε από τον dj που την παίζει στον υπολογιστή του. Να γνωρίσεις ανθρώπους απ' όλο τον κόσμο που μιλάνε την ίδια γλώσσα.

Ε.Ε.:

Ναι. Πω πω, είναι φοβερό, έχει ιστορία!

Μ.Β.:

Έχει μεγάλη ιστορία και είναι κομμάτι πολιτισμού. Με την εξέλιξή του, με κλειστά παραδοσιακά σχήματα, με πολύ αυστηρούς κανόνες, με μυστικιστικές σχεδόν τελετές, να το πω έτσι, με την έννοια ότι παραδοσιακά, ας πούμε, δεν... Κάποιος... Σκέψου έναν κύκλο όπου ο κόσμος χορεύει σε αυτόν τον κύκλο, τη ρόντα που κυκλοφορεί και κόσμος να κάθεται γύρω γύρω. Σκέψου ότι το να σηκωθεί κάποιος και να πάει από τη μια μεριά της πίστας στην άλλη και να έρθει πάνω απ' το κεφάλι σου ή να σε πάρει από το χέρι και να σου πει: «Πάμε να χορέ[00:20:00]ψουμε», δεν είναι και το πιο ευγενικό πράγμα στον κόσμο. Υπάρχει λοιπόν αυτή, έτσι, η τελετουργική διαδικασία, θα την έλεγα, όπου αφορά την επικοινωνία και το κοίταγμα με τα μάτια. Κάποιος δηλαδή ο οποίος μπορεί να θέλει να χορέψει παραδοσιακά, μπορεί να κοιτάξει κάποιον που κάθεται στην άλλη μεριά, να καταλάβει ότι έχει γίνει αντιληπτός και μπορεί πάρα πολύ όμορφα μ' ένα νεύμα του κεφαλιού του να προσκαλέσει. Το αν ο άλλος θ' απαντήσει, είναι δικό του ζήτημα. Αλλά είναι ευγενικό, δεν χρειάζεται κάποιος να διανύσει όλο αυτό το κομμάτι, να δεχθεί μία απόρριψη μ' έναν άσχημο τρόπο ή να φέρει κάποιον σε μια δύσκολη θέση. Και αν αυτοί οι άνθρωποι εν τέλει αποφασίσουν να συναντηθούν, θα συναντηθούν στην πίστα και θα χορέψουνε τέσσερα κομμάτια, που παραδοσιακά είναι μία tanda, είναι δηλαδή μία ομάδα τεσσάρων κομματιών, που μπορεί να συνδέονται μ' έναν τρόπο... είτε να είναι κοντά στην εποχή, είτε να είναι του ίδιου συνθέτη, είτε μπορεί να είναι και mix. Ανάλογα πόσο καλός είναι ο dj ο οποίος το προτείνει. Και για τέσσερα κομμάτια που διαρκέσουν είκοσι λεπτά να προχωρήσουνε μαζί.

Ε.Ε.:

Ναι… Έχει δηλαδή κινήσεις οι οποίες είναι στάνταρ ή είναι και αυτοσχεδιαστικό;

Μ.Β.:

Είναι στη βάση του αυτοσχεδιαστικό, με την έννοια ότι μια βραδιά που μπορείς να πας έξω να χορέψεις, είναι όλο αυτοσχεδιαστικό. Μπορεί να υπάρχουν κάποια βασικά βήματα τα οποία έχουνε έρθει από παλιούς παλιούς χορευτές, όπου ξεκίνησαν και είπανε ότι: «Εγώ θα κάνω αυτό, θα του δώσω αυτό το όνομα», κι είναι σαν να λέμε: «Δικό μου είναι, η υπογραφή μου». Πώς λέμε ότι: «Εγώ είμαι από την τάδε γειτονιά»; Έτσι τότε κάποιοι οι οποίοι έρχονται από συγκεκριμένες γειτονιές είχαν συγκεκριμένα στυλ και ήταν το χαρακτηριστικό της γειτονιάς τους. Πώς για παράδειγμα βλέπεις... Είναι δηλαδή, έχει σχέση με τη φιλοσοφία και τον τρόπο ζωής. Και στην πραγματικότητα είναι ταυτότητα, είναι ο τρόπος που χορεύεις, όπως ο τρόπος που ζωγραφίζεις ή ο τρόπος που τραγουδάς, η ερμηνεία σου. Σίγουρα κουβαλάει όλη την εξέλιξη, σίγουρα κουβαλάει πράγματα που έχεις δει, που έχεις μάθει, τις επιρροές σου, τους δασκάλους σου, όλα, αλλά στο τέλος της μέρας, αν θέλεις να είναι έτσι, είναι το προσωπικό σου στυλ και η προσωπική σου επιλογή.

Ε.Ε.:

Οκέι.

Μ.Β.:

Υπάρχουν όμως, πέρα από το αυτοσχεδιαστικό κομμάτι, υπάρχει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι που είναι άνθρωποι που ασχολούνται με τη χορογραφία. Υπάρχουνε χορογράφοι, υπάρχει το tango escenario, το οποίο αφορά χορογραφίες οι οποίες έχουνε από πίσω μία υπέροχη θεατρικότητα, πράγματα τεχνικά δύσκολα, όμορφες παρουσιάσεις, ας πούμε, ιστοριών. Και στο mundial του tango που γίνεται ούτως ή άλλως και στην Αργεντινή, υπάρχει το… Μπορείς να βρεις μια κατηγορία που θα είναι το depista σαν να λέμε. Όπως... Λίγο πιο κλειστή αγκαλιά που θ' ανοίξει λίγο, όχι παρά πολύ ψηλά πόδια, όχι πετάγματα, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει το tango escenario που μπορείς να δεις πιο εντυπωσιακά πράγματα. Άρα, με αυτήν την έννοια υπάρχουνε, αλλά μπορείς να δεις τόσο διαφορετικά στυλ όσο κάθε... όσο τόσο διαφορετικούς ανθρώπους.

Ε.Ε.:

Οκέι, δεν το ήξερα αυτό. Ξέρεις, στο μυαλό μου αυτό που είχα ακούσει, δεν ξέρω αν το ξέρει, φαντάζομαι, και ο κόσμος που δεν ασχολείται, είναι το αργεντίνικο, το ευρωπαϊκό, το αμερικανικό...

Μ.Β.:

Ναι, ναι, ναι! Υπάρχουνε, υπάρχουνε. Υπάρχουν όλα αυτά. Είναι σαν να σου λέω, έτσι, ίσως είναι πιο αντιληπτό αν το πω με τους όρους, το κλασικό μπαλέτο, που μπορεί να έρχεται από τη σχολή της Βαγκάνοβα, και από τη ρώσικη πλευρά και μπορεί να είναι το σύστημα, ας πούμε, της αγγλικής Ακαδημίας, όπου στην πραγματικότητα μιλάμε για κλασικό μπαλέτο. Ο τρόπος εκπαίδευσης, η πρόταση της ερμηνείας, το στυλ των χορευτριών που έρχονται από εκεί, μπορείς να δεις κάποιες διαφορές, με τον ίδιο τρόπο μπορείς να το βρεις και εδώ. Δεν νομίζω ότι θα ήτανε δίκαιο και σωστό να μιλήσουμε για το ποιο είναι το αυθεντικό tango. Μπορούμε να μιλήσουμε γι' αυτό μόνο λέγοντας ότι ίσως επειδή ιστορικά και η εξέλιξη ξεκίνησε εκεί και άκμασε εκεί, το δίνουμε εκεί. Αλλά το αν εσύ έχεις εμπειρία από τη γειτονιά σου, το αν εσύ έχεις εμπειρία από το πώς είναι δύσκολες στιγμές ψυχολογικά, τα συναισθήματα που μπορεί να ακούσεις σ' ένα κομμάτι και να εκφράσεις, αν το νιώθεις, το νιώθεις. Δεν είναι διαφορετική η δυσκολία που περνάει ένας άνθρωπος ή η χαρά που έχει ένας άνθρωπος και μπορεί να εκφράσει μέσω αυτού του χορού, ανάλογα με το αν το έζησε στην Ελλάδα ή στην Αργεντινή. Αν το συναίσθημα είναι το ίδιο, είναι το ίδιο. Αν ένας άνθρωπος καταλάβαινε ένα ρεμπέτικο κι αν έχει νιώσει ή τον πονάει η καρδούλα του όταν ακούει, ας πούμε, Βαμβακάρη και ξέρει ελληνικά και το καταλαβαίνει, δεν έχει σημασία αν είναι από εδώ ή αν είναι Γάλλος, αν είναι Άγγλος ή αν είναι Αργεντίνος, για μένα. Σίγουρα έχουνε ένα βήμα μπροστά γιατί εντάξει, όπως νιώθω εγώ και εσύ το ρεμπέτικο ή το παραδοσιακό, οκέι μπορεί να έχουμε ένα αβαντάζ, αν θέλεις. Μόνο αυτό. Έχοντας μεγαλώσει με αυτό το κομμάτι.

Ε.Ε.:

Ναι. Να σε ρωτήσω, έχει κάποιον εξοπλισμό, να το πω έτσι, ο χορός; Όσον αφορά τους χορευτές;

Μ.Β.:

Είναι ένας χορός όπου βοηθάει πάρα πολύ για έναν follower να είναι σε τακουνάκι. Να έχει ένα τακουνάκι. Αλλά δεν είναι απαραίτητο. Λέω ότι βοηθάει. Δεν χρειάζεσαι τίποτα. Δεν χρειάζεται τίποτα. Χρειάζεσαι μόνο ό,τι χρειάζεσαι για να περπατήσεις. Απλά επειδή συνήθως το βλέπεις να χορεύεται με αυτόν τον τρόπο, εντάξει, σίγουρα βοηθάει. Δεν αλλάζει όμως κάτι. Αν φοράς φλατ παπούτσια που μπορούν να στρίψουν λίγο, να κάνεις ένα pivot. Αυτό. Πλέον. Μπορείς να χορέψεις και χωρίς pivot καθόλου, αλλά ναι, θα έλεγα μόνο αυτό, και με αστεράκι.

Ε.Ε.:

Ναι.

Μ.Β.:

Δεν είναι καν απαραίτητο. Τα παιδιά, ας πούμε, που ξεκινάνε, όπως και εγώ όταν ξεκίνησα, ή κάποιος που μπορεί να μην έχει χρήματα να αγοράσει ένα ζευγάρι παπούτσια, δεν είναι απαραίτητο να αγοράσει. Τα χέρια του για να αγκαλιάσει, τα 'χει. Τα πόδια του για να περπατήσει, τα έχει. Από εκεί και πέρα δεν χρειάζεσαι κάτι άλλο.

Ε.Ε.:

Οκέι. Και να ξαναγυρίσω σ' αυτό που ξεκινήσατε μαζί με τον Χρήστο...

Μ.Β.:

Ναι.

Ε.Ε.:

Αν θες να πεις το επίθετό του.

Μ.Β.:

Ο Χρήστος ο Γλώσσης.

Ε.Ε.:

Ξεκινήσατε μαζί λοιπόν σαν ντουέτο;

Μ.Β.:

Ξεκινήσαμε να δουλεύουμε μαζί χορευτικά, ναι. Σαν χορευτικό ζευγάρι. Και αποφασίσαμε ότι επειδή μας άρεσε πάρα πολύ, θα ταξιδεύαμε, θα ταξιδέψουμε μάλλον, για να γνωρίσουμε κόσμο που ασχολείται με αυτό περισσότερο καιρό από εμάς. Κόσμο που είναι και από Αργεντινή, κόσμο που ανεξαρτήτως αν είναι από Αργεντινή, έχει δουλέψει πολύ με αυτό. Να συζητήσουμε μαζί τους, να μάθουμε πράγματα τεχνικά, ν' ακούσουμε τις απόψεις τους. Και ταξιδεύοντας και γνωρίζοντας όλο αυτόν τον κόσμο, μπήκαμε ακόμη πιο μέσα σ' αυτό. Μάθαμε πράγματα. Ξεκινήσαμε ισπανικά για να μπορούμε να αντιλαμβανόμαστε τι λένε τα κομμάτια και πώς εκφράζονται στη γλώσσα την... στη γλώσσα στην οποία γράφτηκαν. Και ναι, τα τελευταία χρόνια, τα τελευταία εφτά χρόνια δουλεύουμε μαζί. Κάνουμε τις προπονήσεις μας, διδάσκουμε κιόλας εδώ πέρα στη Θεσσαλονίκη. Έχουμε ξεκινήσει. Τα τελευταία τρία χρόνια. Και ταυτόχρονα, άνθρωποι που, έτσι, έχουμε συναντήσει μας έχουν προτείνει να χορέψουμε, να κάνουμε ένα performance. Θες να το πεις performance; Θες να το πεις show; Μία παρουσίαση, ας πούμε, αυτού που κάνουμε που είναι σύνηθες να συμβαίνει στις βραδιές αυτές. Κατά τη διάρκεια μιας milonga, ο κόσμος πάει, είναι αργά το βράδυ, πηγαίνει για να χορέψει. Κι αν υπάρχει ένα καλεσμένο ζευγάρι για να δείξει τον χορό του, υπάρχει κάποια στιγμή μία μικρή διακοπή, αργά το βράδυ στη μέση περίπου αυτής της βραδιάς. Ο κόσμος αν έχει διάθεση, έτσι, κάθεται γύρω γύρω κάτω στην πίστα ή κάθεται εκεί που είναι. Και το καλεσμένο ζευγάρι μπορεί να χο[00:30:00]ρέψει, να παρουσιάσει αυτό που έχει να πει, ό,τι κι αν είναι αυτό, είτε είναι μια χορογραφία, είτε είναι ένας αυτοσχεδιασμός, είτε είναι σενάριο, είτε είναι πιο θεατρικό. Ό,τι έχει να επικοινωνήσει. Και όλο αυτό κλείνει, τελειώνει, και ο κόσμος συνεχίζει να χορεύει.

Ε.Ε.:

Αχ, πολύ ενδιαφέρον!

Μ.Β.:

Είναι γιατί ο χορός αυτός, για μένα είναι... είναι ένας χορός ανταλλαγής πολλών πραγμάτων. Δεν είναι απλά ένας χώρος όπου... Είτε πηγαίνει σε μια milonga για να χορέψω, είτε πηγαίνω για να παρουσιάσω ή να δώσω κάτι απ' αυτό που έχουμε μέσα μέσα μας ή που κάνουμε με τον Χρήστο, από τη δουλειά μας. Για μένα έχει σχέση με το ότι σου δίνεται ένας χώρος για να πεις κάτι. Και θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό και πρέπει να γίνεται με πολύ μεγάλο σεβασμό, γιατί έχεις την ευκαιρία να είσαι φοβερά ειλικρινής. Σου δίνεται αυτός ο χώρος. Και την ίδια στιγμή είναι πάρα πολύ δύσκολο γιατί το να είσαι ειλικρινής εκείνη τη στιγμή σημαίνει ότι γίνεσαι διάφανος. Είναι μια διαδικασία που σε κάνει φοβερά ευάλωτο. Και πρέπει να 'σαι πολύ ανοιχτός... Στην κριτική; Στο να μην είσαι εντάξει; Με την έννοια ότι μπορεί μια μέρα να μην είσαι καλά. Δεν είναι όλες οι μέρες το ίδιο. Μπορεί μια μέρα να είσαι πολύ χαρούμενος. Για μένα το μεγαλύτερο στοίχημα είναι πάντα να μπορείς να είσαι ειλικρινής με αυτό που σου συμβαίνει εκείνη την ώρα. Και γι' αυτό και με τον Χρήστο έχουμε επιλέξει, παρότι μπορεί να μας φέρνει πιο πολλές φορές σε δύσκολη θέση, και στην προετοιμασία και εκείνη τη στιγμή κάποιες φορές να χορεύουμε 100% αυτοσχεδιαστικά, αλλά για μας είναι τόσο αναγκαίο το να συμβαίνει ακριβώς αυτό που νιώθουμε εκείνη τη στιγμή, όπου οκέι, θα ρισκάρω. Θα ρισκάρω και αν δεν είμαι καλά, η δουλειά μου είναι να προσπαθήσω το ότι δεν είμαι καλά να εκφραστεί εκείνη τη στιγμή. Που προφανώς με τη δουλειά που κάνεις από πίσω, σκέφτεσαι ότι ακόμα κι αν έχεις μια κακή μέρα, δουλεύοντας πάντα τεχνικά και συναισθηματικά, να υπάρχει... Η κακή σου μέρα να έχει ένα όριο προς τα κάτω. Αυτό. Γιατί είναι κι αυτό μια δουλειά που πρέπει να κάνεις αν θέλεις να χορεύεις, στο δικό μου το μυαλό, αυτοσχεδιαστικά. Τη μέρα που δεν μπορείς να το κάνεις, που πηγαίνεις για προπόνηση και δεν μπορείς να λειτουργήσεις, είναι μια δουλειά που πρέπει να κάνεις. Πρέπει να το κάνεις ακόμη κι όταν δεν είσαι καλά. Γιατί μπορεί να σου χρειαστεί σε μια σημαντική μέρα. Αυτό.

Ε.Ε.:

Ναι. Οπότε, ο χορός θεωρείς ότι είναι απαραίτητος κάθε μέρα; Χορεύεις κάθε μέρα δηλαδή με τον Χρήστο;

Μ.Β.:

Ναι, προσπαθώ να χορεύω κάθε μέρα. Μπορεί να υπάρξουνε, ας πούμε, μια ή δυο… Δεν τα καταφέρνουμε πάντα, πολλές φορές έχουμε ξεκινήσει και να πάμε αλλά δεν έχει καταλήξει. Τώρα, εντάξει, να μη λέω ψέματα. Υπάρχουν δύσκολες μέρες, είναι ψυχοφθόρο. Έχεις να δουλέψεις με τα μέσα σου, έχεις να δουλέψεις μ' έναν άλλον άνθρωπο. Θέλει ακριβώς τη δουλειά που θέλει μία σχέση με έναν άλλον άνθρωπο. Και αν με αυτόν τον άνθρωπο δεν είσαι μαζί στη ζωή... Ο Χρήστος το λέει πάντα, ότι είναι σαν να έχεις σχέση με κάποιον χωρίς τη σεξουαλική επαφή. Αλλά θέλει ακριβώς την ίδια δουλειά που θέλει με τον άνθρωπο που είσαι και μοιράζεσαι τη ζωή σου, με τον σύντροφό σου. Και σ' αυτό το κομμάτι.

Ε.Ε.:

Ναι.

Μ.Β.:

Υπάρχει μια επικοινωνία στον χορό που αφορά τα μέσα, τέλος πάντων, τις τεχνικές και τα συναισθήματα αυτά, αλλά υπάρχει κι ένα δεύτερο επίπεδο, όπου όταν περνάς τόσες ώρες μ' έναν άνθρωπο, όταν δουλεύεις, όταν είναι στη ζωή σου με αυτόν τον τρόπο, είναι ένα δεύτερο επίπεδο που πρέπει να συναναστραφείς στα πάντα. Από το πώς θα κλειστεί ένα εισιτήριο, από το ποιος θα πάρει καφέ, από το τι ώρα θα κάνουμε, από το: «Πρέπει να συντονιστώ με την κοπέλα μου γιατί θα με χωρίσει, γιατί όποια ελεύθερη ώρα έχω ας πούμε είμαι εκεί πέρα». Δεν μπορώ να φύγω να πάω, ας πούμε, στον καλό μου γιατί πρέπει να κάτσω να κάνουμε practice. Άρα όπως καταλαβαίνεις αυτό το ζήτημα με κάποιους ανθρώπους γύρω μας δεν είναι πάντα το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο. Και τους ευχαριστώ όλους που υπάρχουν ακόμα και δεν μας έχουν διαγράψει για κάποιο λόγο. Αυτό.

Ε.Ε.:

Ναι. Εντάξει, είναι επειδή κάνετε κάτι που αγαπάτε.

Μ.Β.:

Ναι, ναι, ναι, ναι, εντάξει, εντάξει. Όχι, έχουνε... Θέλει δουλειά, θέλει στήριξη, θέλει ανατροφοδότηση. Αλλά στο τέλος της μέρας σου δίνει, σου δίνει.

Ε.Ε.:

Και όταν ξεκινήσατε μαζί τελικά, ξεκινήσατε με δάσκαλο κοινό, ή μόνοι σας, οι δυο σας;

Μ.Β.:

Είχαμε διαφορετικούς δασκάλους.

Ε.Ε.:

Ναι, που μου είπες.

Μ.Β.:

Ερχόμασταν από διαφορετικούς δασκάλους, και όταν αποφασίσαμε να δουλέψουμε μαζί, δουλέψαμε με τους ίδιους δασκάλους. Τον Στέλιο και τη Δέσποινα από εδώ. Και κάποια στιγμή όταν ξεκινήσαμε… Θα σου πω τώρα πως καταλήξαμε με τους δασκάλους που ήμασταν. Έχοντας αυτό το backstory λοιπόν, εγώ ξεκινώντας, ξέρεις, ήμουνα: «Έλα, πες μου τώρα πού είναι η γραμμή να πατήσω εκεί, πες μου πώς πρέπει να στρίψω, τι πρέπει...» Τεχνικά πράγματα. Tango, μουσική tango μόνο, όλα τ' άλλα είναι καγκουριές, δεν κάνω τίποτα, είναι αυτό. Όλα τα υπόλοιπα δεν είναι tango. Έτσι, αυτό ήτανε το mindset μου. Και βρίσκω έναν Χρήστο, ο οποίος Χρήστος είναι παιδί της milonga, δηλαδή είχε ξεκινήσει, ας πούμε... Είχε κάνει μαθήματα βέβαια, αλλά ξέρεις πήγαινε να χορέψει από τις πρώτες μέρες. Τίποτα, γιούρια, μέσα. «Θέλω να χορέψω! Μ' αρέσει!» Ξέρεις, δεν είχε τέτοιες αναστολές. Εγώ έλεγα, όταν το 'μαθα έλεγα: «Πώς θα πάω; Κάνω δύο μήνες μόνο. Πώς θα πάω να χορέψω εκεί πέρα; Τι; Δεν γίνεται έτσι. Πρέπει να είσαι καλός ας πούμε για να το κάνεις αυτό το πράγμα, να ξέρεις». Όλα αυτά τα κρατήματα. Και βρίσκω λοιπόν τον Χρήστο, ο οποίος είναι και χαρά Θεού, δεν... Σε αγκαλιάζει μέχρι να σπάσουνε τα μέσα σου, δεν έχει τέτοια, «προσωπικοί χώροι» και «Θέλω τον χώρο μου, τον χρόνο μου», κι αυτά, δεν έχει τέτοια πράγματα. Και ξεκινάει, κάνει από δω, βιντέακια στο YouTube να βλέπει, τρελά! Τότε ταυτόχρονα έβλεπε και τον τωρινό δάσκαλο μας, ο οποίος με την ντάμα του, τέλος πάντων για να μη σ' τα πολυλογώ και να μη γίνομαι κουραστική, με όλες αυτές τις αλλαγές που λέγαμε στο tango, κάποια στιγμή αυτό το πολύ παραδοσιακό άρχισε λίγο να σπάει και να εμφανίζονται καινούργια πράγματα. Δηλαδή η αγκαλιά άρχισε να ανοίγει, άρχισαν τα πόδια να φεύγουν λίγο πιο ψηλά, κάποιες κινήσεις γινόντουσαν μ' έναν διαφορετικό τρόπο, άρα υπήρχε αυτό το debate, το ότι ξέρεις τι; Το παστίτσιο γίνεται έτσι και αν εσύ δεν κάνεις τον κιμά, με το κάνεις με κιμά σόγιας, ας πούμε, πλέον δεν είναι παστίτσιο, δεν υπάρχει. Το παραδοσιακό που γίνεται με αυτόν τον τρόπο. Υπάρχει πάντα, σε όλες τις τέχνες, όταν αρχίζει και αλλάζει υπάρχουν οι άνθρωποι που θέλουν να μείνει έτσι όπως είναι και υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να βάλουνε καινούργια πράγματα μέσα σε αυτό. Ναι, εντάξει, αποδομημένο φοβερά. Σ' το λέω μέσες άκρες, ας πούμε, με αυτό το κομμάτι για να μην πολυλογώ. Επομένως έβλεπε όλα αυτά τα πράγματα ο Χρήστος και κάποια στιγμή αυτός ο άνθρωπος ήρθε εδώ πέρα, στην Ελλάδα, και με παίρνει μια μέρα τηλέφωνο και μου λέει: «Θα πάμε… Θέλεις να πάμε σε αυτό το φεστιβάλ που είναι εκεί να κάνουμε μάθημα, να τον δούμε; Θέλω». Εγώ ψηνόμουνα, δεν ψηνόμουνα στην αρχή. Και έλεγα: «Εντάξει, δεν είναι τώρα και πολύ tango αυτό το πράγμα...» και δεν ξέρω τι. Πάμε, το κάνουμε, εντάξει, κάνω το μάθημα. Ήτανε στην Κρήτη αυτό. Ήτανε στην Κρήτη. Είχε έρθει σ' αυτό το φεστιβάλ, στο «A los Amigos» στην Κρήτη, στο Ρέθυμνο. Που γίνεται κάθε χρόνο, Σεπτέμβρη. Και μεταξύ άλλων ζευγαριών, τέλος πάντων. Τον πρώτο χρόνο εγώ σ' εκείνο το σεμινάριο δεν τρελάθηκα κιόλας. Δεν τρελάθηκα γιατί ήτανε και απ' τα πρώτα μου, έτσι, μεγάλα φεστιβάλ όπου υπήρχανε πολλά ζευγάρια μέσα στο μάθημα, δεν ήξερα και τι μου γινότανε, ήτανε τα πρώτα χρόνια. Που ξέρεις, σε νοιάζουν πράγματα όπως ποιο πόδι πάει εδώ, ποιο χέρι πάει εκεί. Τι τώρα συνδέσεις και συναισθήματα και άκου τη μουσική; Δεν υπήρχε τίποτα. Και τέλος πάντων, μετά ξεκινάμε, συνεχίζουμε να δουλεύουμε. Αρχίζουν λίγο και αλλάζουν κι εμένα τα μυαλά μου, γιατί α[00:40:00]ρχίζω και βλέποντας από μέσα ότι δεν είναι αυτό που βλέπεις αλλά υπάρχει όλο αυτό το κομμάτι από πίσω, της επικοινωνίας, της δουλειάς, της σύνδεσης, το ότι δεν είναι για το χειροκρότημα του κόσμου αν κάνεις κάτι, για το ότι δεν έχει σχέση με το αν είσαι εσύ καλός ή αν είναι ο άλλος καλός ή ποιος είναι καλύτερος. Όλα αυτά τα κομμάτια. Και μπήκα σε μια δουλειά τελείως διαφορετική που λέει ότι χωρίς επικοινωνία δεν πας πουθενά! Γιατί το ζήτημα δεν είναι να πετάξω το πόδι μου ή να πατήσω σωστά στη μουσική. Αυτό, εντάξει, γίνεται. Και ακόμα κι αν δεν γίνει από την πρώτη φορά, θα το δουλέψεις πέντε χιλιάδες φορές άμα έχεις το κουράγιο και τη δύναμη και θα γίνει. Με τα μέσα σου όμως τι γίνεται; Και ενώ ήτανε πολύ μεγάλη διαμάχη, έτσι, που είχα με τον Χρήστο, ήμουν φοβερή υπέρμαχος της τεχνικής: «Καν' το διακόσιες φορές μέχρι να το κάνεις στον ύπνο σου», μπορώ να πω ότι με έπεισε λίγο και πήρα, ας πούμε, τον άλλο δρόμο και του το χρωστάω αυτό. Όχι το ν' αφήσουμε τη δουλειά την άλλη, αλλά ότι ίσως εν τέλει πιο σημαντικό είναι να έχεις αυτήν την επικοινωνία με τον άλλον, και θα δουλέψεις και τεχνικά. Και το τονίζω ότι δεν είναι ότι δεν θα κάνουμε την τεχνική δουλειά, απλά πολλές φορές λες: «Μα γιατί; Το κάνω σωστά», ας πούμε, «γιατί δεν δουλεύει;» Και έρχεται ένας άνθρωπος, ας πούμε, από πάνω σου και σου λέει: «Ξέρεις τι; Δεν δουλεύει γιατί δεν είστε μαζί. Γιατί εσύ σκέφτεσαι κουραμπιέδες και ο άλλος σκέφτεται: “άντε να τελειώνουμε τώρα, έχει πονέσει το πόδι μου που το έχω κάνει”». Επικοινωνία, είστε εδώ. Και ξαφνικά με έναν μαγικό τρόπο, ας πούμε, γίνεται καλύτερα. Και νομίζω ότι γι' αυτό το κάνεις εν τέλει. Εντάξει, θα πετάξω το πόδι μου και θα πει κάποιος: «Αχ, κοίτα τι όμορφο που το πέταξε, θέλω κι εγώ να το κάνω!» Οκέι, θα το κάνει δέκα φορές, θα γίνει. Το θέμα είναι το υπόλοιπο. Τι περνάει από το υπόλοιπο. Και τι επικοινωνείτε. Γιατί δεν μ' ενδιαφέρει, ακόμη και... Δεν λέω ότι δεν είναι όμορφο να σου λέει κάποιος ότι έχεις δουλέψει γι' αυτό που έχεις κάνει, ότι η τεχνική σου είναι καλή, ότι: «Θέλω να μου δείξεις αυτό, να μου πεις την άποψή σου για το άλλο». Απλά για μένα πάντα το στοίχημα είναι –ή το χειροκρότημα– το στοίχημα για μένα είναι όταν χορεύουμε με τον Χρήστο να υπάρχει μια στιγμή όπου ένας άνθρωπος που το παρακολουθεί να νιώσει ότι αφήνει κάτι προσωπικό εκεί πέρα, ότι του δημιουργείται ένα συναίσθημα, όποιο κι αν είναι αυτό. Δεν θέλω απαραίτητα αυτό που νιώθω να περάσει μ' έναν μαγικό τρόπο, αλλά όταν συμβαίνει αυτή η μαγική στιγμή της σιωπής, για μένα είναι δείγμα ότι ο καθένας εκείνη τη στιγμή ταξιδεύει σε κάτι δικό του που του το 'χει προκαλέσει ένα ερέθισμα. Και για μένα αυτό μετράει. Γιατί ο άνθρωπος που σηκώθηκε, έφυγε από το σπίτι του, αποφάσισε να πάρει την τσαντούλα του και να πάει να πιει την μπύρα του, δεν ξέρω, να χορέψει, να αφήσει τα μέσα του εκεί πέρα ή να δει κι ένα show... Θέλω, ρε παιδί μου, να μετράει. Απ' τη στιγμή που κάποιος μου έδωσε τον χώρο και κάποιος άλλος ήρθε εκεί, θέλω να μετράει. Και ακόμη κι αν δεν του αρέσει, γιατί δεν γίνεται αυτό που κάνεις να αρέσει σε όλους, να δημιουργήσει έστω και, δεν ξέρω, μια στιγμή κενού στο μυαλό του. Το θεωρώ... το θεωρώ σημαντικό.

Ε.Ε.:

Ακούγεται πολύ ωραίο έτσι όπως το περιγράφεις.

Μ.Β.:

Δεν ξέρω, μπορεί να έχει πολύ μεγάλη διαφορά από την πραγματικότητα και μπορεί να μην είναι έτσι, αλλά έτσι όπως το νιώθω από μέσα, έτσι είναι. Αλλάζει λίγο και ο χρόνος, τη στιγμή που... Γίνεται λίγο άχρονο όλο αυτό εκείνη τη στιγμή. Και νιώθω ότι μου δίνει τον χρόνο να σκεφτώ και να πράξω. Και να εκφράσω κάτι που στα λόγια μπορεί να μη λειτουργήσει. Και τώρα, ας πούμε, μπορεί να φύγω από εδώ και να λέω: «Μα καλά είναι δυνατόν να μην είπα γι' αυτό; Μα καλά είναι δυνατόν να βγήκε απ' το στόμα μου αυτό το πράγμα;» Θέλω να πω ότι αυτή η αίσθηση ότι έχεις τόσο χρόνο να εκφράσεις αυτό που θέλεις ευθεία και να περάσει αυτό το πράγμα έτσι, χωρίς να συναντήσει τοίχο, χωρίς να κάνει κανένα ζικ ζακ, ακατέργαστο μέσ' από δουλειά όμως, για να μπορεί να βγει ακατέργαστα, με ισορροπεί. Αυτό.

Ε.Ε.:

Ναι. Και έτσι καταλήξατε και στους δυο δασκάλους;

Μ.Β.:

Στους δασκάλους που δουλεύουμε... Πάντα δουλεύουμε και με άλλο κόσμο. Δηλαδή πάλι, ας πούμε, με τον Στέλιο και τη Δέσποινα θα… που ήταν, έτσι, οι πρώτοι δάσκαλοί μας κοινοί με τον Χρήστο, θα κάνουμε μάθημα. Τους εκτιμώ. Τους εκτιμώ ως χαρακτήρες, τους εκτιμώ ως δασκάλους, τους εκτιμώ ως παρουσίες. Πάλι θα μιλήσω με τον πρώτο μου, έτσι, άνθρωπο που με έβαλε σε όλο αυτό το κομμάτι, της αγκαλιάς και τα λοιπά, τον Γρηγόρη. Θα τον ρωτήσω, ας πούμε, την άποψή του για κάτι. Με ενδιαφέρει. Ανεξάρτητα απ' το αν μπορεί να, κάποιος από όλους τους ανθρώπους που έχω συναντήσει, να έχουν διαφορετικά γούστα ή να έχουν κάνει διαφορετικές επιλογές. Αλλά τους εμπιστεύομαι γιατί αυτοί οι άνθρωποι με έκαναν να το αγαπάω. Ακόμη κι αν δεν τους αρέσει αυτό που μπορεί να κάνω σήμερα ή αύριο ή μεθαύριο, ή αν τους αρέσει. Ακόμη θα κάνω μάθημα με την Νάντια. Την Νάντια την Χρονίδου που είναι από τις καλύτερες χορεύτριες, για μένα, tango. Όχι μόνο... καλά, Ελλάδα σίγουρα, αλλά γενικότερα. Παγκοσμίως, θα έλεγα. Με τους δασκάλους μας, τον Τσίτσο και την Χουάνα επειδή οι άνθρωποι ταξιδεύουνε, λέω: «δασκάλους μας», με την έννοια ότι θα τους δω, ας πούμε, τέσσερις φορές τον χρόνο και θα κάνω ένα... με τον Χρήστο θα κάνουμε ένα δεκάωρο σεμινάριο μαζί τους. Δεν μιλάω για δασκάλους που μπορεί, ας πούμε, να πάω σε ένα φεστιβάλ και να κάνω μία ώρα με τον έναν, μία ώρα με τον άλλον. Σ' αυτό το κομμάτι. Αλλά γενικότερα όλοι έχουνε... Όλοι οι άνθρωποι που έχω συναντήσει, και ειδικά και εδώ από τη Θεσσαλονίκη, κι ο Αλέκος κι η Νατάσα, που είχανε την πρώτη σχολή που πήγα. Τι να σου πω τώρα; Ονόματα, άνθρωποι που παίζουν μουσική. Παλιοί άνθρωποι και δάσκαλοι της Θεσσαλονίκης που παίζουνε μουσική στις milongas, καινούργια παιδιά που παίζουν μουσική στη milonga, άνθρωποι από την Αθήνα που έχουνε την πορεία τους και έχουνε την ιστορία τους. Ας πούμε ο Λουκάς και η Γεωργία από την Αθήνα που έχουνε μια μεγάλη σχολή, οι άνθρωποι έχουνε δουλέψει, είναι εξαιρετικοί χορευτές και δάσκαλοι και τη δίνουν τη δουλειά τους παντού. Καινούργια ζευγάρια, όπως εμείς, παντού στην Ελλάδα και στο εξωτερικό προφανώς. Είναι ένας κόσμος κι ένας χώρος και μια κοινότητα που είναι πάρα πολύ μεγάλη και μπορείς να συναντήσεις πάρα πολλούς ανθρώπους. Να μάθεις, να δεις συμπεριφορές που τις βλέπεις και χαίρεσαι, να δεις συμπεριφορές που πρέπει ν' αποφύγεις. Βλέπεις τη νύχτα, γιατί όλη αυτή η διαδικασία είναι νυχτερινή. Θέλω να πω ότι πηγαίνεις 11.00 και 12.00 η ώρα το βράδυ και φεύγεις 6.00 η ώρα το πρωί. Με ό,τι φέρνει η νύχτα μαζί. Όλο αυτό–

Ε.Ε.:

Ναι...

Μ.Β.:

Το κομμάτι.

Ε.Ε.:

Θυμάσαι το πρώτο φεστιβάλ που πήγατε στην Ισπανία; Ήτανε;

Μ.Β.:

Το πρώτο φεστιβάλ, νομίζω, είχα πάει σ' ένα πιο μικρό φεστιβάλ που νομίζω ότι αυτό ήτανε το πρώτο μου, είχα πάει μόνη μου τότε εδώ στην Ξάνθη, που είχανε κάνει τα παιδιά από εκεί. Μετά είχαμε πάει με τον Χρήστο στην Κρήτη και την πρώτη φορά που είχαμε χορέψει, έτσι, επίσημα με τον Χρήστο, σε μια milonga το βράδυ όπου χόρευε ο Νίκος και η Μαρίνα τότε, ένα ζευγάρι, τα παιδιά από την Αθήνα. Χορεύανε στη Βέροια, ήτανε Χριστούγεννα θυμάμαι, και τότε με τον Χρήστο, μας είχε φωνάξει ο Γιάννης και η Βάσω από εκεί για να ανοίξουμε, ας πούμε, το ζευγάρι, και είχαμε χορέψει δυο κομμάτια τότε. Αυτό, έτσι, ήτανε η πρώτη παρουσίαση, αλλά, ναι, το πρώτο [00:50:00]φεστιβάλ που είχαμε πάει μαζί με τον Χρήστο ήτανε στην αρχή εδώ πέρα, αν θυμάμαι καλά, στην Ξάνθη, αλλά μετά στην Κρήτη, έτσι, για το πιο έντονο, έχω σαν θύμηση. Και πηγαίνουμε κάθε χρόνο από τότε.

Ε.Ε.:

Στην Ξάνθη;

Μ.Β.:

Στην Κρήτη.

Ε.Ε.:

Στην Κρήτη, ναι, συγγνώμη.

Μ.Β.:

Ναι, πηγαίνουμε κάθε χρόνο. Ναι.

Ε.Ε.:

Οκέι. Και θα παρακολουθήσετε, ας πούμε, σεμινάρια και θα χορέψετε; Ή δεν έχει καθόλου σεμινάρια;

Μ.Β.:

Έχει. Συνήθως τα φεστιβάλ έχει τις βραδιές, τις βραδινές, όπου υπάρχουν καλεσμένα ζευγάρια. Όπου το βράδυ χορεύει ο κόσμος τη milonga, πηγαίνει, υπάρχει show, και ταυτόχρονα τ' απογεύματα και τα πρωινά, τα καλεσμένα ζευγάρια παραδίδουν και μαθήματα, έχει σεμινάρια, μπορεί να έχει κάποιες απογευματινές milongas. Είναι δηλαδή μια γιορτή, ένα φεστιβάλ.

Ε.Ε.:

Ναι.

Μ.Β.:

Σ' αυτό, ναι, θα χορέψουμε κιόλας.

Ε.Ε.:

Στην Κρήτη–

Μ.Β.:

Στην Κρήτη, ναι.

Ε.Ε.:

Πηγαίνετε και θα πάτε και φέτος;

Μ.Β.:

Ναι.

Ε.Ε.:

Και θα διδάξετε και φέτος;

Μ.Β.:

Φέτος, ναι. Ήτανε μια πάρα πολύ ωραία πρόταση. Γενικότερα για τα φεστιβάλ. Γιατί ενώ υπάρχουν κάποια μαθήματα που απευθύνονται σε αρχαρίους, μερικές φορές οι άνθρωποι που ξεκινάνε τους είναι λίγο δύσκολο και είναι λίγο πιο μαγκωμένοι στο να μπουν στην πίστα, να χορέψουν, να κάνουν ένα ταξίδι, να σκέφτονται: «Πω πω, έχει κόσμο που ξέρει να χορεύει εκεί πέρα, τι θα μπούμε να κάνουμε εμείς! Δεν μπορούμε, θα χτυπάμε τον κόσμο δεξιά αριστερά...» Αυτά που σκεφτόμαστε όλοι όταν χορεύουμε, που είναι πολύ φυσιολογικό. Και ενώ γενικότερα εντάξει, βρίσκεις μαθήματα που απευθύνονται σε όλα τα επίπεδα, που έχουν σχέση με την επικοινωνία και όλα, η Σοφία έκανε ένα πολύ ωραίο, έτσι, βήμα φέτος. Και έκανε μια σειρά από τέσσερα πέντε μαθήματα, όπου έβαλε κάποια από τα καλεσμένα ζευγάρια, κι εμάς μαζί, να διδάξουμε ένα μάθημα ο καθένας σε μια ομάδα μαθημάτων, όπου είναι τα fundamentals. Και πέρα από τα πιο εξειδικευμένα μαθήματα ή κάποια που χρειάζονται μια μεγαλύτερη εμπειρία, σου λέει: «Έχω πέντε ζευγάρια καλεσμένα, πέρα από τα τρία ζευγάρια που, εντάξει, έχουνε πολλά χρόνια στον χώρο και τεράστια εμπειρία και κάνουν κι άλλα μαθήματα, έχω λοιπόν αυτά τα πέντε ζευγάρια που θα τους δώσω αυτά τα μαθήματα». Και χαίρομαι πολύ γι' αυτό.

Ε.Ε.:

Ε, βέβαια.

Μ.Β.:

Ναι.

Ε.Ε.:

Τι καλά!

Μ.Β.:

Με βασικές θεματικές. Δηλαδή σκέψου ότι με τον Χρήστο φέτος έχουμε «το περπάτημα». Γιατί εν τέλει, όλο είναι περπάτημα. Αυτό.

Ε.Ε.:

Πολύ ενδιαφέρον!

Μ.Β.:

Χαίρομαι, ελπίζω να μη σε κούρασα και να μην έφυγα έτσι...

Ε.Ε.:

Καθόλου. Εμένα μ' αρέσουν–

Μ.Β.:

Μερικές φορές τα 'χω στο μυαλό μου και μου έρχονται και είναι δύσκολο να το δομήσω: 1, 2, 3, 4, 5.

Ε.Ε.:

Καλύτερα. Το φυσικό είναι πιο ωραίο, αφού βλέπεις, ρωτάω. Τώρα θέλω να μάθω για την Ισπανία.

Μ.Β.:

Για την Ισπανία. Για την Ισπανία είναι ένα σεμινάριο. Είναι ένα σεμινάριο το οποίο διαρκεί μια βδομάδα και ο δάσκαλός μας με τη δασκάλα μας, ταξιδεύοντας, γνωρίζοντας κόσμο και βλέποντας ζευγάρια που δουλεύουνε, έχουν κάνει μια ομάδα όπου δουλεύει μαζί κάθε χρόνο. Συγκεκριμένη, με, εντάξει, κάποιες αλλαγές, δηλαδή, μέσα, έξω, κάποιο ζευγάρι μπορεί να μην μπορέσει, καμία εικοσαριά, είκοσι πενταριά ζευγάρια. Όπου δουλεύουμε κάθε χρόνο για μια εβδομάδα τον Αύγουστο, στη Μαγιόρκα. Στην Πάλμα ντε Μαγιόρκα, στην Ισπανία. Αλλά, εντάξει, μη φανταστείς ότι έχουμε και φοβερό χρόνο για να γυρίσουμε. Δηλαδή ξεκινάμε, τίποτα, τέσσερις ώρες μάθημα το πρωί, είμαστε στο ξενοδοχείο πρωί, μεσημέρι, βράδυ. Μένει να κάνουμε κανένα μπάνιο, άμα έχεις κουράγια να πας παραλία γιατί το απόγευμα ξαναέχει τέτοια κατάσταση, αλλά είναι πολύ ωραίο. Γιατί πέρα από τη δουλειά που γίνεται, που, εντάξει, είναι προετοιμασία τρελή, και σωματικά και πνευματικά, είναι πάρα πολύ ωραίο το γεγονός ότι έρχεσαι σε συναναστροφή με ανθρώπους που σκέφτονται με τον ίδιο... που έχουν πάνω κάτω την ίδια φιλοσοφία. Γνωρίζεις και συζητάς για πράγματα που... Τη διδασκαλία, τον τρόπο, πώς κάνεις αυτό, πώς κάνεις εσύ το ένα, πώς κάνεις το άλλο, μαθαίνεις, ακούς. Είναι μαγικό αυτό το γκρουπάκι. Μαγικό! Χωρίς απαραίτητα να σημαίνει ότι μια βδομάδα μετά έχει αλλάξει κάτι τόσο ριζικό επάνω σου. Έχεις την αίσθηση ότι μπορείς να κάνεις τα πάντα, ακόμη και αν δεν μπορείς. Αλλά δουλεύει το μυαλό σου με τέτοιο τρόπο, που και πάλι το βρίσκω πολύ σημαντικό, αν μπει στο μυαλό σου, κάποια στιγμή θα γίνει. Το θέμα είναι να μπει εδώ. Άμα καταλάβεις και μπει εδώ πάνω και το νιώσεις μετά μια φορά, πάντα θα ψάχνεις τον τρόπο να γυρίσεις εκεί. Θα κάνεις ό,τι μπορείς για να... Κατά τ' άλλα το άλλο δεν έχει νόημα. Είναι σημαντικό, εντάξει, για άλλα πράγματα, τώρα δεν το συζητάμε ότι δεν πρέπει να 'σαι και σωστός και επαγγελματίας και τεχνικά και τους μαθητές σου, τον κόσμο σου. Έχεις μια σχολή, έχεις τη δουλειά σου. Πρέπει να 'σαι, εννοώ, και αυτά δεν τα αναιρώ σε καμία των περιπτώσεων. Απλά λέω ότι πάντα για μένα θα μετράει το: «Είμαι εδώ γιατί είσαι εσύ». Κατάλαβες; Ούτε με πειράζει, ούτε θα με πειράξει ποτέ το να έρθει κάποιος και να μου πει: «Δεν είμαι εδώ γιατί το πόδι της Μαρίας είναι καλύτερο από το δικό σου». Εντάξει, το πόδι της Μαρίας είναι καλύτερο απ' το δικό μου, θα το δουλέψω κι εγώ, θα κάνω ό,τι μπορώ. Αλλά αυτό, το να είμαι εδώ γιατί παίρνω κάτι άλλο, για μένα αυτό είναι πιο σημαντικό. Και πάντα πιστεύω ότι πρέπει να βλέπεις και να συζητάς και να μαθητεύεις σε διαφορετικούς ανθρώπους, γιατί από τον καθένα παίρνεις διαφορετικά πράγματα. Και μπορεί και σε κάποιον από τους δασκάλους μου, μπορεί να μην πάω για να τον ρωτήσω κάτι τεχνικό, γιατί όλοι οι δάσκαλοί μου ανεξαρτήτως μου είχαν πει πάντα ότι: «Ξέρεις τι; Θα κάτσεις κάποια χρόνια μαζί μας και μετά θα πας παρακάτω. Πόσα χρόνια θα κάτσεις; Δύο; Τρία; Τέσσερα; Πέντε; Δέκα; Κάποια στιγμή θα σ' τα 'χω πει όλα, θα σ' τα 'χω δώσει όλα. Πρέπει να πας κάπου αλλού». Δεν λέω για κάποιον καλύτερο, λέω για κάτι διαφορετικό. Γιατί σου είπε ένας άνθρωπος, εξελίσσεται, τον τρόπο του σου τον δίνει. Και αυτό λέω, ότι είναι σημαντικό να παίρνεις από παντού διαφορετικά πράγματα. Απλά, έτσι, εμένα μ' αρέσει όταν σε μας έρχονται για να πάρουν αυτό το κομμάτι. Προφανώς και κομπλιμέντο είναι και το άλλο και όλα, δεν το μειώνω. Αλλά αν έρθει κάποιος και μου πει: «Θέλω να κάνω ένα voleo ή να κάνω κάτι με το πόδι μου, πώς το κάνεις εσύ;» Κατά πάσα πιθανότητα, εννοείται θα του δείξω την τεχνική μου, εννοείται ότι θα του μιλήσω με τον τρόπο ακριβώς που το κάνω, αλλά το σώμα μου είναι το σώμα μου και το κάνει με αυτόν τον τρόπο. Γιατί έχω κάνει αυτά, γιατί είμαι αυτά που είμαι. Θα την πάρεις την τεχνική, θα το πάρεις. Αλλά πρέπει να είναι δικό σου! Και αυτή η θέση, όπως και για μένα το λέω, κι εγώ θέλω να γίνω σαν τη δασκάλα μου, γιατί είναι τέλεια, ας πούμε, αλλά είναι πιασμένη αυτή η θέση, δεν γίνεται! Και θα γίνει και άσχημο αν πάω να το κάνω. Επομένως πάντα είναι αυτό το κομμάτι, ότι: «Πάρε τον τρόπο αν σου κάνει, δούλεψέ το, προσπάθησε να το κάνεις όσο καλύτερα γίνεται, μην το ζηλεύεις, προσπάθησε να το κάνεις το ίδιο καλά στα δικά σου μάτια», όπως κι εγώ προσπαθώ να το κάνω το ίδιο καλά στα μάτια μου όταν βλέπω κάποιον που για μένα το κάνει υπέροχα, αλλά εγώ θα σου δώσω το πώς να το κάνεις, τώρα τι θα κάνεις εσύ μ' αυτό, είναι δίκη σου δουλειά. Θα σε τραβήξω μια δυο φορές απ' τις κακοτοπιές, αλλά από κει και πέρα είναι δικό σου. Και χαίρομαι όταν... Μπορεί ν' αργούνε λίγο πιο πολύ τα παιδιά που μαθαίνουν με αυτόν τον τρόπο να κάνουν πράγματα, να κάνουν κινήσεις, να κάνουν το ένα, μπορεί να πάει, μπορεί να πήγαινα σε κάποιον και να μου έλεγε: «Έχουμε μάθει αυτό». Κι εγώ, ξέρω 'γώ, να έλεγα: «Δεν ξέρω τι έμαθα σήμερα». Αλλά εν τέλει, όταν ήρθε η ώρα να χορέψω, με βρήκε. Με βρήκε. Δεν ήταν ότι δεν είχα δουλέψει, απλά δεν το καταλάβαινα γιατί δεν ήταν απτό για μένα τότε. Και ένιωθα ότι οι δάσκαλοί μου δεν κάνουν κάτι καλά. Που εν τέλει όλοι τους τα έκαναν όλα πολύ καλά για μένα, τώρα που γυρνάω πίσω και το σκέφτομαι. Και έλεγα: «Μα εμείς γιατί δεν κάνουμε αυτό το έτσι, έτσι, έτσι κι έτσι;» Ή, ξέρω[01:00:00] 'γώ, έρχονται τώρα τα παιδιά και μου λένε: «Ναι, όμως εγώ είδα στο βίντεο που αυτή κάνει αυτό και εμείς πότε θα μάθουμε τέτοια πράγματα;» Και έχω γίνει κι εγώ τώρα αυτή η περίεργη, όπως μου λέγανε τότε, που τους έλεγα: «Δεν θα κάνετε τίποτα, θα κάνετε αυτό που σας λέω, θα ψοφήσετε, και όταν έρθει η ώρα, θα έρθει από μόνο του. Θα περπατάτε μέχρι να σβήσει ο ήλιος». Αυτό. Εντάξει.

Ε.Ε.:

Η διδασκαλία σού αρέσει σαν–

Μ.Β.:

Μ' αρέσει. Είναι πολύ δύσκολη. Μ' αρέσει γιατί… Μ' αρέσει γιατί όπως βρήκα ανθρώπους φοβερά αξιόλογους όταν ξεκίνησα... Ήμουν απ' τους τυχερούς. Ήμουνα απ' τους τυχερούς γιατί ξεκίνησα σε μια εποχή που ήδη η κοινότητα στη Θεσσαλονίκη είχε... Τα παιδιά δηλαδή πριν από μένα, και τη δεκαετία πριν από μένα, είχαν ξεκινήσει μια δεκαετία πριν, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Με εικόνες, με τεχνικά, με το πώς έπρεπε να δουλέψουν, από ποιον είχανε ν' ακούσουνε πράγματα, πώς μπορούσαν να ταξιδέψουνε, όλα αυτά. Δεν βρήκα το ίδιο. Εγώ βρήκα ανθρώπους που ήδη ξέρανε τι τους γινότανε. Δεν ήμουνα απ' αυτούς που έψαξε από την αρχή να το χτίσει. Βρήκα ένα tango bar, βρήκα δέκα, δεκαπέντε, είκοσι χορευτές που ήτανε πολύ ωραίοι, που είχανε δουλέψει πράγματα. Είχα δηλαδή πολλά να μάθω και να παρατηρήσω όσον αφορά αυτό που συνέβαινε γύρω μου. Και τη φοβόμουνα, στην αρχή και ακόμα την φοβάμαι μερικές φορές, γιατί βρίσκω μεγάλη ευθύνη σ' αυτό. Μ' αρέσει. Μ' αρέσει φυσικά περισσότερο όταν γίνομαι κατανοητή. Και δεν μ' αρέσει όταν δυσκολεύομαι να το περάσω, γιατί δεν είναι όλοι ίδιοι, δεν μπορείς σε δέκα διαφορετικούς ανθρώπους να τους το πεις με τον ίδιο τρόπο και να το καταλάβουνε. Αλλά είμαστε δύο. Και επειδή και με τον Χρήστο και μαθαίνουμε κι εμείς οι δύο με διαφορετικό τρόπο, και αντιλαμβανόμαστε και κάποια πράγματα με διαφορετικό τρόπο, μας βοηθάει. Στη διδασκαλία. Το να περάσουμε κάποια πράγματα. Ο Γιάννης, ας πούμε, είναι πολυτεχνίτης. Δεν πα να του λέω εγώ τώρα: «Είναι σαν να είσαι στη θάλασσα και να κάνεις αυτό και να βουλιάζει το πόδι σου». Τίποτα, έρχεται ο Χρήστος, θα του πει: «Την εφαπτομένη στον κύκλο σου έτσι, δώσ' το έτσι, κάν' το αλλιώς». Κατάλαβε ο Γιάννης. Τώρα η Έφη που έρχεται και θα της πω: «Κούμπωσε το παντελόνι απ' το τζιν σαν να σε κάνει έτσι ή νιώσε ότι ο αέρας είναι πιο πυκνός». Το καταλαβαίνει. Άρα είναι λίγο δύσκολο στο να βρεις τον τρόπο. Τέτοια πράγματα. Μ' αρέσει όμως. Με κουράζει μερικές φορές και αμφιβάλλω και για μένα. Αλλά όπως μαθαίνεις σαν μαθητής, έτσι μαθαίνεις σαν δάσκαλος. Και πρέπει να περάσεις απ' αυτό το στάδιο για να δεις πότε μιλάς πολύ, πότε πρέπει να έχουν περισσότερο χρόνο τα παιδιά για να δοκιμάσουν αυτό που έχουν να κάνουν. Πότε πρέπει να δώσεις μια πληροφορία και πότε όχι. Πότε ζορίζεις κάποιον και πότε όχι. Όλα αυτά είναι και θέμα εμπειρίας. Και η εμπειρία λείπει γιατί δεν έχουμε πάρα πολλά χρόνια που διδάσκουμε, αλλά είναι κάτι που χτίζεται και έχω αρχίσει και βλέπω τη διαδικασία. Πάντα θα συμβουλευτώ και ανθρώπους και τους δικούς μου τους δασκάλους για το… Ή ανθρώπους φίλους. Θα μιλήσω μαζί τους: «Πώς το κάνετε αυτό; Τι άποψη έχεις; Πώς βλέπεις ν' ανταποκρίνεται καλύτερα σε κάτι άλλο;» Δηλαδή αυτή η κουβέντα πάντα θεωρώ ότι προσφέρει. Με κάποιον βέβαια που έχει τη διάθεση να την κάνει. Και θέλω να πιστεύω ότι άμα νοιάζεσαι, πάει καλά.

Ε.Ε.:

Ναι.

Μ.Β.:

Αυτό.

Ε.Ε.:

Να σε ρωτήσω κάτι, Μάγδα μου; Πριν που μου 'πες ότι τα βρήκα όλα, ότι είχε ξεκινήσει ήδη όλο αυτό, το «Τango Bar» και τα λοιπά, μιλάμε, ας πούμε, περίπου για 2015;–

Μ.Β.:

Όχι.

Ε.Ε.:

Στη Θεσσαλονίκη;

Μ.Β.:

Πολύ νωρίτερα.

Ε.Ε.:

2012; '10;

Μ.Β.:

Και πιο νωρίς.

Ε.Ε.:

Είχε πιο νωρίς;

Μ.Β.:

Ναι. Και πιο νωρίς.

Ε.Ε.:

Οκέι.

Μ.Β.:

Ναι. Υπάρχει κόσμος στη Θεσσαλονίκη που χορεύει δεκαπενταετία και παραπάνω.

Ε.Ε.:

Οκέι. Οπότε εσύ συνολικά έχεις μια δεκαετία σ' αυτό;

Μ.Β.:

Λίγο λιγότερο.

Ε.Ε.:

Ναι.

Μ.Β.:

Λίγο λιγότερο. Ναι.

Ε.Ε.:

Εύχομαι να γίνει πολύ.

Μ.Β.:

Το καλό μ' αυτόν τον χορό είναι αυτό. Ότι στη βάση του και στην ουσία του μπορείς να χορεύεις όσο μπορείς να περπατάς. Γιατί εν τέλει αυτό μένει. Η αγκαλιά και η επικοινωνία. Το υπόλοιπο είναι επιλογή. Αλλά χωρίς αυτό στην πραγματικότητα δεν μπορείς να έχεις, ό,τι επιλογή κι αν κάνεις. Είναι σαν να… Είναι σαν παρέλαση το άλλο. Είναι σαν να χτυπάει ένα τύμπανο, να είσαι στον ρυθμό και να κουνιούνται τα μέλη του σώματός σου σε αυτόν τον ρυθμό χωρίς αίσθηση όμως ότι: «Είναι ένας ρυθμός στον οποίο κουνιέμαι για να περπατήσω». Είναι το ότι: «Πρέπει να 'μαι έτσι και να κάνω αυτό το πράγμα με αυτόν τον τρόπο σε αυτόν τον ρυθμό». Για κάποιον μπορεί να 'χει νόημα, έτσι; Για κάποιον μπορεί να έχει νόημα όταν το κάνει να είναι σε μια υπέροχη στάση, με μια τέλεια αγκαλιά, μ' ένα τέλειο βήμα, φουλ στον ρυθμό, και αυτό να είναι αυτό που του αρέσει και αυτό που εκφράζει. Δεν το αναιρώ. Δεν λέω ότι δεν είναι. Για μένα πώς είναι τα πράγματα. Γιατί αν πάω ν' αγκαλιάσω κάποιον, αν πάω να χορέψω με κάποιον, δεν αγκαλιάζεις κάποιον για να τον αγκαλιάσεις. Αγκαλιάζεις κάποιον μόνο αν θέλεις ν' αγκαλιάσεις. Δεν αγκαλιάζω γιατί το tango χορεύεται με τα χέρια σε αυτή τη θέση. Αγκαλιάζεις γιατί όντως αγκαλιάζεις κάποιον.

Ε.Ε.:

Ναι.

Μ.Β.:

Αυτό.

Ε.Ε.:

Και εσείς τώρα έχετε κάποιον χώρο που κάνετε τα μαθήματά σας;

Μ.Β.:

Εμείς δεν έχουμε δικό μας χώρο, αλλά έχουμε διαλέξει να συνεργαζόμαστε με δυο τρία στούντιο εδώ στη Θεσσαλονίκη, νοικιάζουμε δηλαδή την αίθουσα. Τις περισσότερες φορές είναι ή θεατρικά εργαστήρια ή… Ας πούμε στη Βαλαωρίτου, στο «Studio tessera», στο «Grey» στην Ιασωνίδου, που τα παιδιά κάνουνε... Το ένα ασχολούνται και με το θέατρο και φιλοξενούν διάφορα εργαστήρια. Στο «11 Grey Studio» στην Ιασωνίδου τα παιδιά έχουνε παραγωγές βίντεο, ο Μάριος που είναι εκεί είναι συνθέτης, γράφουνε μουσική, έχουνε τον χώρο, κάνουνε πάρτι, δηλαδή είναι άνθρωποι... Συνεργαζόμαστε, προσπαθούμε να συνεργαζόμαστε με χώρους… Το «Εργαστήρι Χωρίς Σύνορα», που ήταν μέχρι τώρα, φέτος τα παιδιά θα φύγουνε... Είναι άνθρωποι που ασχολούνται με τα καλλιτεχνικά της πόλης, έχουνε επιλέξει να έχουν έναν χώρο και να τον χρησιμοποιούν και ταυτόχρονα να τον προσφέρουν για καλλιτεχνικές δράσεις. Και στηρίζουμε και τους ανθρώπους και τον χώρο, γιατί ενώ μπορεί κάποιες φορές να υπήρξαν και κάποιες προτάσεις από κάποιες σχολές, σκεφτήκαμε ότι η ελευθερία που σου δίνει –και το ρίσκο βέβαια– το να είσαι ανεξάρτητος σ' έναν χώρο, στις ώρες μου, στο τι θα διδάξω, στο πώς θα το κάνω, σου δίνει μια ανεξαρτησία που ήτανε πιο κοντά σ' αυτό που θέλαμε να κάνουμε. Χωρίς να σημαίνει ότι ένας άνθρωπος που έχει κι σχολή, έτσι, είναι παρεμβατικός. Αλλά έτσι, στο δικό μας το μυαλό χρειαζόμασταν χώρο, για να δούμε πώς θα λειτουργήσουμε και να βρούμε πώς θα μας άρεσε να το κάνουμε.

Ε.Ε.:

Ναι. Οκέι, οπότε ο κόσμος μπορεί να σας βρει μέσα απ' τα social media–

Μ.Β.:

Ναι, ναι, ναι. Ναι, ναι, ναι.

Ε.Ε.:

Ή κάτι; Τέλεια. Τέλεια. Να σε ρωτήσω ,έτσι, κάτι τελευταίο;

Μ.Β.:

Πες μου.

Ε.Ε.:

Θέλω να σε ρωτήσω τι… Εντάξει, είναι μεγάλη ερώτηση, μου 'χεις απαντήσει πάρα πολλά εδώ.

Μ.Β.:

Έχω απαντήσει πολλά που δεν μ' έχεις ρωτήσει καν.

Ε.Ε.:

Είναι πολύ ωραία κουβέντα! Θα μπορούσες να φανταστείς τη ζωή σου χωρίς τον χορό; Ή τι σου μένει εν τέλει απ' όλο αυτό; Τι σου μένει... Τι είναι αυτό που σου 'χει δώσει;

Μ.Β.:

Μου 'χει δώσει και μου 'χει πάρει, για αρχή. [01:10:00]Τι μου 'χει δώσει; Μ' έχει κάνει πολύ πιο ευαίσθητη στα ερεθίσματα που λαμβάνω, από την ώρα που ξυπνάω μέχρι την ώρα που θα κοιμηθώ, από τους άλλους ανθρώπους γύρω μου. Μερικές φορές μού είναι πολύ κουραστικό. Και απλά έχει κάνει τον χρόνο να κυλάει πιο αργά, σίγουρα. Ναι! Υπάρχουν μέρες που με αυτήν τη σκέψη, έτσι, και μ' αυτά τα συναισθήματα, νιώθω ότι τα πάντα κινούνται σε slow motion γύρω μου. Εννοείται ότι μ' έχει φέρει σε πάρα πολλά αδιέξοδα πολλές φορές συναισθηματικά και έτσι, σε πολλές δύσκολες καταστάσεις. Με τις σκέψεις που μου δημιουργεί και με τα συναισθήματα που έρχονται μπροστά, που πρέπει να μάθεις να τα κοντρολάρεις. Ταυτόχρονα όμως μου έχει δώσει χρόνο να σκεφτώ και να δουλέψω λίγο με μένα και να προσπαθώ να... αυτό που θέλω να πω, να το πω. Πιο άμεσα. Και στις σχέσεις μου με τους ανθρώπους μ' έχει βοηθήσει πάρα πολύ. Και το τελευταίο –που νομίζω ότι είναι το πιο σημαντικό– είναι ότι ανεξαρτήτως το πώς μπορεί να κρίνει κάποιος τη συμπεριφορά μου ή αυτό που θα πω ή μερικές φορές μπορεί να κάνω άθελά μου ή χωρίς να το σκεφτώ τόσο καλά και μετά να ζοριστώ, με κάνει να νιώθω καλά, γιατί αν αυτοί οι άνθρωποι που έχουν πικραθεί με κάποιον τρόπο από μένα έχουμε χορέψει, θέλω, έτσι, να κοιμάμαι με τη σκέψη ότι έχουνε πάρει και μία πλευρά και έχουν γνωρίσει ένα κομμάτι που ίσως η ζωή, η κουβέντα και η συναναστροφή μας δεν... ή εγώ η ίδια δεν έχω μπορέσει να δώσω εκεί. Και νομίζω ότι αυτό με κάνει να 'μαι λίγο καλύτερα με μένα και τη δουλειά που πρέπει να κάνω με τον εαυτό μου στο έξω και στην επικοινωνία μου με κάποιον άνθρωπο. Αλλά τουλάχιστον, ξέρεις, έχω αυτήν τη –μέσα μου βέβαια– αυτή τη δικλείδα ασφαλείας, ότι αν κάποιος ενδιαφερθεί πραγματικά να ψάξει μέσα στην αγκαλιά, μέσα στην επιλογή τη μουσική, μέσα στην ποιότητα, μέσα στην κίνησή σου, γιατί, και είναι διατεθειμένος αυτό να το κοιτάξει, να το φροντίσει, όπως κι εσύ φυσικά –γιατί θέλει δύο–, μπορεί να με... σε... τον... την... γνωρίσει λίγο καλύτερα χωρίς παρεμβολές. Γιατί είναι δύο άνθρωποι αγκαλιασμένοι που δεν μιλάνε και περπατάνε.

Ε.Ε.:

Οκέι. Οπότε νομίζω ότι θα έλεγες σαν συμβουλή στο κόσμο: «Χορέψτε!»

Μ.Β.:

Νομίζω ότι θα έλεγα να... Εννοείται να το κάνουν, να το δοκιμάσουνε, ακόμη κι αν δεν είναι αυτό το είδος χορού, να είναι κάτι που όταν το κάνουν το λέει η καρδιά τους. Και ακόμη και αν δεν το λέει εξαρχής... Γιατί έχω πολλά παραδείγματα ανθρώπων που ξεκίνησαν επειδή πήγαν για μια μπύρα  και κάποιος τους έφερε. Έχουμε έναν μαθητή, τον Κυριάκο, ο οποίος ήρθε μια μέρα μ' έναν φίλο του και ο άνθρωπος τον έφερε στο μάθημα. Και του λέμε: «Γεια σου». Και λέει... Και του λέμε: «Πώς;...» Και λέει: «Δεν ξέρω, εγώ για μια μπύρα ήρθα». Και εν τέλει ο φίλος του σταμάτησε και ο Κυριάκος κάνει ακόμα μαθήματα! Αυτό που έχω να πω είναι ότι... Επικοινωνία και σύνδεση. Αυτό. Αυτό πρέπει να ψάξεις και να βρεις. Τα υπόλοιπα έρχονται. Και ότι το μυαλό σου πρέπει να είναι ανοιχτό. Ανεξαρτήτως αν θα το επιλέξεις ή θα το κάνεις, το μυαλό σου να 'ναι ανοιχτό. Και να βλέπεις τι γίνεται γύρω σου. Είτε έχεις κλειστά τα μάτια σου είτε ανοιχτά.

Ε.Ε.:

Οκέι. Πολύ ωραία πράγματα μου είπες για τον χορό!

Μ.Β.:

Ελπίζω...

Ε.Ε.:

Ευχαριστώ πάρα πολύ για την κουβέντα. Για πες μου, σε διέκοψα.

Μ.Β.:

Όχι, τίποτα, εγώ ευχαριστώ! Ελπίζω να μην είναι ασυμμάζευτο. Αλλά… Ξέρεις, μου έρχονται πολλά πράγματα στο μυαλό και είναι λίγο δύσκολο να τα συγκεντρώσω και να τα πω με μια σειρά όταν έρχονται στην επιφάνεια κάποια συναισθήματα που καλώς ή κακώς θέλει λίγο να το ζήσεις. Και το να περιγράψεις ένα βίωμα είναι δύσκολο και ούτε το έχω ξανακάνει. Κι εγώ σ' ευχαριστώ που μου έδωσες αυτήν την ευκαιρία!

Ε.Ε.:

Εγώ! Χάρηκα πολύ που τα είπαμε.

Μ.Β.:

Κι εγώ, ρε Βίκυ, κι εγώ.

Ε.Ε.:

Κι εγώ, Μάγδα μου.