Στεριανός ή θαλασσινός: Η ζωή ενός ναυτικού
Ενότητα 1
Οι πρώτες δουλειές, η απόφαση να γίνει ναυτικός όπως ο πατέρας του, η αλλαγή καριέρας και το πρώτο μπάρκο
00:00:00 - 00:18:26
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Πες μου το όνομά σου. Ονομάζομαι Χρήστος. Είναι Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου του 2022, είμαι με το Χρήστο, βρισκόμαστε στην Καβάλα, εγώ ονομάζ…χρόνο μόνο και να κάνουνε δέκα μήνες το χρόνο μπάρκο. Αυτό. Όχι ότι έχω κάνει μικρά μπάρκα και έξω, αλλά και πάλι είναι λιγότερος ο χρόνος.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 2
Το πρώτο και το πιο πρόσφατο μπάρκο στο εξωτερικό και ο κόντρα καιρός
00:18:26 - 00:30:39
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Το πρώτο μπάρκο που πήγες εξωτερικό πού ήταν και πόσο; Κυρίως παίζαμε στην στο Κόλπο του Μεξικού. Δηλαδή, φορτώναμε αμμωνία από ένα νησάκι …λέψω εγώ;». Ο πρώτος είναι πλέον γραφιάς, γράφει, κάνει, ράνει, τίποτα άλλο. Όπως θα γίνω και εγώ. Ελπίζω μια μέρα. Ναι. This is the truth.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 3
Τα κύματα-βουνά και η καθημερινότητα στο πλοίο
00:30:39 - 00:43:20
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Θα σε πάω δύο βήματα πριν. Να μου συνεχίσεις την ιστορία με τα δεκάμετρα κύματα. Αμάν! Αμάν! Πώς ήταν να τα βλέπεις απέναντί σου; Είναι λ…ίναι, κατάπιε το, να περάσει ο χρόνος, να βγάλεις τα λεφτά σου, να τα στείλεις στην οικογένειά σου, να είναι ασφαλής και χαλάλι». Αυτό λες.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 4
Η γέννηση των δύο γιων και το μεγάλωμά τους
00:43:20 - 00:48:05
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Πώς ήταν η μέρα που γεννήθηκε ο πρώτος σου γιος; Ήτανε βράδυ θυμάμαι. Το ξέρω, ήξερα ότι πήγε στο μαιευτήριο πέντε ώρες πριν, έξι. Ήτανε βρ…εννιά μήνες, πόσο θες να κάτσεις, και αν θες να κάτσεις τέσσερις μήνες, να βγεις με αναστολή, κάτσεις οχτώ-εννιά μήνες και όλα καλά». Αυτά.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 5
Μπάρκο εν μέσω κορονοϊού, τα λιμάνια του κόσμου, πειρατές, δύσκολες αλλά κι ωραίες στιγμές στα μπάρκα
00:48:05 - 01:11:36
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Πώς ήτανε όταν ήσουνα στο τελευταίο μπάρκο τώρα, στους τέσσερις μήνες και σου είπανε: «Όχι, θα κάτσεις και πέμπτο», ήσουνα στους πέντε μήνες…ολύ ωραία. Σε ευχαριστώ πάρα πολύ. Εύχομαι καλές θάλασσες! Ευχαριστώ πάρα πολύ. Καλούς καιρούς! Να 'σαι καλά. Ευχαριστώ πολύ. Ευχαριστώ.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 1
Οι πρώτες δουλειές, η απόφαση να γίνει ναυτικός όπως ο πατέρας του, η αλλαγή καριέρας και το πρώτο μπάρκο
00:00:00 - 00:18:26
[00:00:00]Πες μου το όνομά σου.
Ονομάζομαι Χρήστος.
Είναι Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου του 2022, είμαι με το Χρήστο, βρισκόμαστε στην Καβάλα, εγώ ονομάζομαι Μιχαλάκη Μαρία, είμαι ερευνήτρια από το Istorima και είμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε. Χρήστο, πες μου πότε γεννήθηκες και πού μεγάλωσες.
Γεννήθηκα 28/12/84 στην Αθήνα, στο ΜΗΤΕΡΑ. Και μεγάλωσα στο Ίλιον, Δυτική Αττική. Εκεί πέρασα όλα τα παιδικά μου χρόνια μέχρι τα 17. Μετά γύρναγα, ανάλογα πού ήτανε δουλειές μου, γιατί έχω αλλάξει και αρκετές. Αυτά.
Πώς ήταν τα παιδικά χρόνια στο Ίλιον;
Τα παιδικά χρόνια δεν ήταν και τόσο εύκολα, γιατί ο πατέρας μου ήταν ναυτικός –όπως και εγώ ακολούθησα τα χνάρια του– και έλειπε συνέχεια. Οπότε, η μητέρα μου –Θεός σχωρέστην– έχει να κάνει με τρία αγόρια κοντά στην ηλικία σχετικά. Και εντάξει, δεν είχε και πάρα πολύ βοήθεια από τη γιαγιά μου, λόγω ότι ήταν μεγάλη σε ηλικία και τα λοιπά. Και εντάξει, ήτανε δύσκολα από ποια άποψη; Ότι βγάλ' τα πέρα με τα παιδιά. Δεν το καταλαβαίναμε τότε απλά εντάξει, δεν είχαμε και πάρα πολλά λεφτά, λόγω κακής διαχείρισης, μπορώ να πω, αυτό κυρίως. Αλλά ήταν όμορφα γενικά τα παιδικά μου χρόνια. Παρέες πολλές, καλές και κακές. Στο τέλος καταλήξαμε μόνο με τις καλές, ευτυχώς. Αυτά, όμορφα. Τα καλοκαίρια τρεις μήνες, κάθε καλοκαίρι, μέχρι τα 17, στο χωριό στην Εύβοια, σε ένα ορεινό χωριό εγώ και ο αδερφός μου. Τρομερό. Αυτό, μέχρι που πήγα στο Λύκειο και δεν μου άρεσε τόσο πολύ. Δεν μου άρεσαν τόσο πολύ τα γράμματα, η αλήθεια είναι και αποφάσισα να πάω επαγγελματικό Λύκειο να σπουδάσω μηχανικός αυτοκινήτων. Σπούδασα μηχανικός αυτοκινήτων. Το ακολούθησα πάρα πολύ λίγο το επάγγελμα, λόγω ότι προσφορά και ζήτηση. Δηλαδή, ήταν πάρα πολλές οι δουλειές που υπήρχαν, έπρεπε να ξεκινήσεις από πολύ χαμηλά, εγώ ήθελα να εξελιχθώ γρήγορα. Τέλος πάντων, βρέθηκε ένα παραθυράκι, μία ευκαιρία να μπω στο Πολεμικό Ναυτικό, μέσω ενός γνωστού. Μπήκα, έκατσα δυόμισι χρόνια στο Πολεμικό Ναυτικό –τρεισήμισι, συγνώμη– σαν ηλεκτρολόγος. Ε ωραία ήταν αυτή η εμπειρία, μονότονη μπορώ να πω. Όσο θυμάμαι αυτή την περίοδο της ζωής μου, ήτανε άσπρο και μαύρο. Όλες οι άλλες περίοδοι πριν και μετά είναι έγχρωμες, πραγματικά. Και τώρα είναι η πιο έγχρωμη που ζω. Δούλεψα αρκετά στο Πολεμικό Ναυτικό σαν ηλεκτρολόγος γιατί είχε και παλιά βαπόρια τότε, όπως ακόμα έχει. Και μετά αποφάσισα να φύγω. Λόγω του ότι ήταν ασπρόμαυρα τα πράγματα. Μετά...
Για να... Α, συγνώμη, συνέχισε.
Μετά είδα ότι έχει ψωμί στο Πέραμα και λέω: «Θα μπω στο Πέραμα». Το αποφάσισα. Δηλώνω παραίτηση από το Πολεμικό Ναυτικό, ακολούθησα κάποιες εμπειρίες εκεί πέρα. Και μπήκα μετά από πολύ κόπο στο Πέραμα και σαν ηλεκτροσυγκολλητής. Μετά το προχώρησα και έγινα σωληνουργός, δηλαδή, αυτοί που φτιάχνουν τις σωλήνες στα καράβια, και τα λοιπά, και ιστορίες. Το ακολούθησα αυτό για άλλα δυόμισι χρόνια, κοντά τρία, αλλά το παράτησα για ένα και μόνο λόγο. Είχε λεφτά, ωραία εμπειρία, κάθε μέρα ζούσες κάτι διαφορετικό. Απλά ήταν πολύ λίγες φορές που αισθάνθηκα ασφαλής. Ήταν τρομερά επικίνδυνα και ακόμα και τώρα, δηλαδή –και συμβαίνουν πολλά περιστατικά και δίπλα σου. Πραγματικά. Δηλαδή, μία μέρα πριν φύγω και από κει πέρα και πότε ότι θα αλλάξω ρότα, εκεί που δούλευα, ξέρω γω, κάτω με κάτι λαμαρίνες, και τα λοιπά, που συγκολλούσα ξαφνικά σβήνει ο ήλιος. Λέω: «Τι γίνεται, ρε παιδιά; Λιακάδα έχει». Κοιτάω πάνω και σήκώναν ένα κομμάτι το οποίο ήτανε 18x22 λαμαρίνα, το οποίο θέλαν να παν να τη βάλουνε πάνω σε ένα καράβι που κατασκευάζουμε εκεί πέρα. Τρόμαξα! Πραγματικά ήτανε σοκαριστικό για μένα και αποφάσισα να φύγω. Έφυγα από κει πέρα. Μετά έγινα, αφού είχα τη γνώση, ακολούθησα τα δικά μου βήματα έξω και έστησα μία μικρούλα επιχείρηση. Όχι επιχείρηση, δούλεψα σαν υδραυλικός, είχα και ένα συνάδελφο ο οποίος βοηθούσε και μου έδινε και αυτός δουλειές και σε σούπερ μάρκετ, και τα λοιπά. Ώσπου αποφάσισα και λέω: «Δυστυχώς ή ευτυχώς θα ακολουθήσω τα χνάρια του πατέρα μου». Και πήγα στη σχολή Εμποροπλοιάρχων για μηχανικός. Και έτσι ξεκίνησε το ταξίδι. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Πώς αποφάσισες να δεις το επάγγελμα του πατέρα σου σαν δικό σου επάγγελμα, σε εκείνη τη φάση; Θυμάσαι εκείνη τη μέρα, ας πούμε, που έγινε η αλλαγή;
Έγινε η αλλαγή. Κοίταξε να δεις. Εγώ δεν ήθελα να γίνω ναυτικός, διότι έβλεπα συνέχεια την πόρτα και λέω: «Ο πατέρας μου πότε θα γυρίσει; Πότε θα γυρίσει; Πότε θα γυρίσει;». Και όποτε ερχόταν, ξέρεις είχε καλούδια, κρουασάν, ιστορίες και λέω: «Άντε να 'ρθει ο μπαμπάς». Και βέβαια ένιωθα άλλη ασφάλεια με τον πατέρα μου γύρω. Υπήρχε άλλη τάξη, ακόμα και αυτό μου άρεσε, που ξέρεις, ήμασταν ψιλοξέφραγο αμπέλι. Ερχόταν ο μπαμπάς και ήμασταν ωπ, προσοχή όλοι, ακόμα και αυτό μου άρεσε. Πηγαίναμε για τα ψαρέματά μας, για τα μπάνια μας πιο πολύ, ήταν όμορφα. Λοιπόν, καθαρά για βιοποριστικούς λόγους είπα: «Θα ακολουθήσω αυτό το επάγγελμα», ενώ δεν ήθελα στην αρχή. Αυτό. Αυτό ήταν που μου άλλαξε. Δηλαδή, λέω: «Έξω δεν υπάρχουν πολλές επιλογές», γιατί ένα ΕΠΑΛ είχα βγάλει, έτσι; Δεν είχα και την τρομερή υψηλή μόρφωση, έτσι; Όχι ότι δεν έχω φίλους γιατρούς οι οποίοι δουλεύουν σε καφετέριες, έτσι; Προς Θεού. Αυτό. Και λέω: «Τα επόμενα χρόνια και αν πάνε χειρότερα τα πράγματα;». Γιατί έβλεπα γύρω μου η κρίση να γιγαντώνεται. Και λέω: «Χρήστο, στα καράβια ό,τι και να γίνει, τουλάχιστον να μπορείς να κάνεις και να ζήσεις την οικογένειά σου». Κάπως έτσι. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι το συνειδητοποίησα πρόσφατα: πάντα όταν ήμουνα κοντά στη θάλασσα, έβγαζα λεφτά. Όταν ήμουν εκτός θάλασσας –γιατί έχω ακολουθήσει κι άλλα επαγγέλματα, για μικρό χρονικό διάστημα– δεν μου απόφεραν απολαβές να μπορείς να ζήσεις με αξιοπρέπεια τουλάχιστον. Αυτά.
Πες μου λίγο για τη σχέση σου με τον πατέρα σου, όταν αυτός ήτανε στα καράβια κι εσύ ήσουνα μικρός.
Επειδή ήτανε άλλες οι εποχές τότε, δεν είχαμε κινητά, Viber, ιστορίες, και τα λοιπά, να μπορείς να επικοινωνείς με κάποιο τρόπο. Ή τηλέφωνο ακόμα, το τηλέφωνο ήταν για emergency κατάσταση, δηλαδή, για μία δύσκολη κατάσταση. Οπότε, οι μοναδικές εμπειρίες όταν ήταν στο καράβι, ήτανε τηλεγραφήματα που έστελνε και έχω ακόμα τα γράμματά του. Ναι και έκανε γράμματα τρομερά ο πατέρας μου και ήταν περιγραφικός τρομερά. Όταν ερχόταν στο σπίτι, θυμάμαι ότι διηγόταν τις ιστορίες από τα λιμάνια που πήγε, περιστατικά που είχε μέσα στο καράβι, για τους καιρούς τους δύσκολους. Μας έδειχνε φωτογραφίες με τα κύματα τα πελώρια να χτυπάνε το καράβι, το οποίο ήταν εξίσου πελώριο. Εντάξει, ήταν λίγο τρομακτικό στην αρχή, αλλά και ενθουσιώδης. Εγώ ενθουσιαζόμουνα πολύ, μου άρεσε πάρα πολύ αυτό το επάγγελμα. Αυτά.
Ωστόσο, όταν ήσουνα μικρός, δεν σκεφτόσουν να το κάνεις, το επάγγελμα του πατέρα σου.
Δε σκεφτόμουνα... Δεν ήθελα να το κάνω, λόγω ότι θα λείπω και εγώ απ’ την οικογένειά μου, για αυτό και μπήκα στο Πολεμικό Ναυτικό όταν μου παρουσιάστηκε η ευκαιρία. Λέω: «Τουλάχιστον θα έχω ένα σταθερό μισθό και θα 'μαι κοντά, σχετικά, στην οικογένειά μου».
Πες μου τώρα για το σπουδές σου πάνω σε αυτό. Πώς πήγες στη σχολή; Πώς ήταν η αλλαγή αυτή; Πώς το διαχειρίστηκες;
Τίποτα, όταν ήμουνα και αποφάσισα να γίνω ναυτικός, ψάχτηκα. Έπρεπε να πάω πρώτα Ναυτικό Λύκειο δύο χρόνια. Αλλά επειδή ήταν δύσκολο να πάω εγώ στην ηλικία που ήμουνα τότε δύο χρόνια πάλι σχολή, βρήκα μία άκρη ένα παραθυράκι που έχει ο νομός, τέλος πάντων, που έλεγε: «Μπορείς να πας Ναυτικό Λύκειο, αλλά και ταυτόχρονα να 'σαι μπαρκαρισμένος», δηλαδή κάτ’ ιδίαν, που λέγαμε. Και έτσι έγινε. Πήγα δύο χρόνια στη σχολή, όταν την τελείωσα, έδωσα πανελλήνιες, πέρασα και πήγα στην ΑΕΝ Ασπροπύργου. Αυτό. Εκεί πώς πάει; Εκεί φοιτείς τέσσερα χρόνια, το πρώτο χρόνο φεύγεις μπάρκο. Μετά τον πρώτο χρόνο, αφού έχεις περάσει κάποια μαθήματα, κάποιο ποσοστό μαθημάτων, γυρνάς, κάνεις άλλα δύο εξάμηνα, φεύγεις ξανά μπάρκο για άλλους έξι μήνες. Γυρνάς, δίνεις, τελειώνεις τα μαθήματά σου και άμα δε χρωστάς κανέναν, παίρνεις το χαρτί σου. Και κάπως έτσι προχωράς. Εγώ έτσι έκανα, μετά από το τελευταίο. Κοίταξε να δεις, ήτανε δύσκολα στον Ασπρόπυργο. Ήταν πολύ δύσκολα, γιατί οι καθηγητές εκεί πέρα κάποιοι είχανε μία έπαρση πελώρια, δηλαδή: «Εγώ έχω σπουδάσει, είμαι καθηγητής και εσύ τι έχεις κάνει και θα πας θα πάρεις πρώτο μισθό 5.000 ευρώ». Και μας τα λέγανε απροκάλυπτα δηλαδή είχανε τόσο πολύ θράσος και: «Εγώ θα σε κόβω μία ζωή». Και κάτι τέτοια, τρομερά πράγματα. Υπήρχαν όμως και αυτοί που ήταν άνθρωποι πραγματικά και που θέλανε να μας μεταδώσουν κάποια πράγματα, να έχουμε εφόδια για το μέλλον. Και εκεί τι θα συναντήσουμε κιόλας, έτσι; Γιατί κάναμε και μαθήματα που είχαν σχέση με το καράβι, εργαστήρια π.χ. Αυτό. Το πρώτο εξάμηνο ήταν δύσκολο στο καράβι. Στο καράβι. Πέρα από τα μαθήματα. Μαθήματα λες: «Θα στρώσω μπιπ και θα τα καταφέρω». Και τα κατάφερα, το πείσμωσα, γιατί δεν είχα άλλες επιλογές, δηλαδή τα περιθώρια στένευαν, λέω: «Χρήστο, εδώ είμαστε». Αυτό.
Το πρώτο μπάρκο πώς ήταν; Πότε πήγες καταρχάς, πες μου κιόλας.
Ημερομηνία; Πριν έξι χρόνια. Τώρα έχουμε ‘22, το ‘15. Το ‘15 πρωτομπάρκαρα πες, σε μία ελληνική εταιρία, η οποία έκανε εδώ στη Μεσόγειο, Τουρκία, [00:10:00]Κύπρο και στη Θεσσαλονίκη και στα νησάκια εδώ τα δικά μας, Ιταλία δεν έτυχε να πάμε. Δύο χρόνια συνεχόμενο μπάρκο, σαν δόκιμος. Γιατί επέλεξα να το κάνω έτσι. Σε ένα πλοίο το οποίο ήταν 102 μέτρα, Veroniki λεγότανε. Εντάξει, ήταν λίγο δύσκολο, γιατί είχε φανταστείτε, και τούρκικες τουαλέτες κοινές, κοινόχρηστες, είχε ντουζιέρες κοινόχρηστες. Εμείς στην καμπίνα μου που ήτανε 1,5 επί 2, εκεί τη πέρασα δύο χρόνια. Βέβαια, είχα τηλεόραση, είχα βάλει κεραία και έπιανε σήμα, τουλάχιστον. PlayStation, ένα νηπτηράκι μικρό. Εντάξει, καλά ήτανε. Δεν έχω παράπονο, γιατί είχα αφοσιωθεί στο στόχο μου. Και λέω: «Χρήστο, εδώ είσαι, σκοπός είναι να πάρεις το χαρτί σου, δεν σε νοιάζει τίποτα». Το κακό από όλα αυτά είναι ότι εντάξει, okay, σα μηχανικός ήταν αξιόπιστη μηχανή, παλιό βαπόρι του ‘92 μοντέλο, αξιόπιστη μηχανή βέβαια, αλλά οι καιροί που βγάζει η Μεσόγειος και το Αιγαίο ακόμα είναι τρομεροί. Δηλαδή, το Αιγαίο, οι ναυτικοί το ξέρουνε αυτή τη φράση: «Το Αιγαίο βγάζει φίδια». Τι εννοεί; Εννοεί ότι όταν υπάρχει καιρός, επειδή υπάρχει πολλά νησιά πολλές φορές έρχεται από πολλές κατευθύνσεις το κύμα. Οπότε βάλε ένα καρυδότσουφλο στο νερό και κάνε κυματισμό από γύρω-γύρω, να δεις πώς πηγαίνει το καράβι. Πηγαίναμε, άσ' το ήταν τρομερό. Εκεί είδα και τα όριά μου, βέβαια, έτσι; Τα καταφέραμε όμως, τελείωσε αυτό το μπάρκο, έφυγα και πήγα σε άλλη εταιρεία, αφού πήρα το χαρτί μου. Ε ναι, δεν γινότανε, δεν γινότανε, ήθελα να ακολουθήσω την πρωτοπόρο ναυτιλία, γιατί αυτό με εξίταρε. Εκεί θα δω τις καινούργιες τεχνολογίες, εκεί θα γίνω ανταγωνιστικός, και εκεί θα έχω για πάντα δουλειά. Δηλαδή, τώρα να φύγω από μία εταιρεία, αύριο θα 'μαι σε μία άλλη –ειδικά τώρα που είμαι δεύτερος μηχανικός. Αύριο θα φύγω από μία εταιρεία την επόμενη μέρα θα είμαι σε άλλη δεν υπάρχει πρόβλημα στην αγορά εργασίας για Ευρωπαίους και δη για Έλληνες ναυτικούς. Είμαστε οι τοπ, πραγματικά. Δεν το λέω επειδή είμαι Έλληνας. Τα έχω δει έξω. Δηλαδή, σε σχέση με τους Ασιάτες, με κάποιους άλλους Ευρωπαίους επίσης, δεν θέλω να πω, είμαστε ανώτεροι πραγματικά. Δεν ξέρω γιατί, είμαστε απλά.
Πες μου λίγο, να επιστρέψουμε στο δίχρονο, στο διετές μπάρκο που έκανες που ήταν το πρώτο σου.
Ναι.
Πώς ήταν η πρώτη μέρα; Θυμάσαι την πρώτη μέρα που πάτησες το πόδι σου πάνω στο πλοίο;
Τη θυμάμαι την πρώτη μέρα. Είχα σκάσει με μία βαλίτσα τεράστια και με κορόιδευαν. Λέει: «Πού πας; Πού θα πας; Στο εξωτερικό;». Ναι, η οποία την κατέστρεψα και την πρώτη μέρα, γιατί τη χτύπησα λίγο άτσαλα όταν την ανέβασα στο κατάστρωμα. Και λέω: «Ωραία». Δεν ήταν η πρώτη μου εντύπωση από πλοίο, γιατί είχα πάει και στο Πολεμικό Ναυτικό, είχα πάει σε κάποια ταξίδια σαν ηλεκτροσυγκολλητής σε βαπόρια έξω. Οπότε, δεν ήτανε τόσο τρομερή η εντύπωσή μου, «Ουάου». Εντύπωση μου έκανε η καθημερινότητα του βαποριού, σαν ναυτικός πλέον. Δηλαδή, κατεβαίνεις οχτώ η ώρα το πρωί κάτω να δουλέψεις, δέκα η ώρα σταματάς για τον καφέ. Εμένα μου έκανε εντύπωση το πόσα πολλά διαλείμματα είχαμε σε σχέση με τις άλλες δουλειές που έκανα έξω. Αργότερα κατάλαβα γιατί χρειάζονται όλα αυτά διαλείμματα: για να έχεις καθαρό το μυαλό σου, γιατί είναι ένα επικίνδυνο περιβάλλον το μηχανοστάσιο. Και για τους πλοιάρχους, βέβαια, επικίνδυνο περιβάλλον, γιατί πρέπει να 'χουν το τα μάτια τους δεκατέσσερα, μην έρθει κάποιο διερχόμενο ή οτιδήποτε.
Για το πρόγραμμα του πλοίου μου έλεγες, για την καθημερινότητά σου.
Η καθημερινότητα είναι... Θα φας κατά τις δώδεκα η ώρα. Μετά μια η ώρα θα πας να συνεχίσεις τη δουλειά σαφώς πιο πεσμένος, λόγω φαγητού, δεν θα έχεις χωνέψει σε μία ώρα. Και κατά τις πέντε η ώρα –συνήθως το κάναμε και τέσσερις– σχολάγαμε και πηγαίναμε να ξεκουραστούμε. Το κακό είναι ότι όταν είχε καιρό, άντε να ξεκουραστείς και μετά άντε ρε, να ξαναδουλέψεις. Αφήστε τα. Λοιπόν, προσαρμόστηκα γρήγορα, γιατί δεν ήμουνα και σε τόσο μικρή ηλικία. Είχε ανθρώπους Έλληνες –είναι το πρώτο βαπόρι που πέτυχα που είχε όλους Έλληνες, όλοι, από τον καμαρωτό μέχρι τον καπετάνιο όλοι ήταν Έλληνες. Ήμουν ο μοναδικός δόκιμος, δεν υπήρχε δόκιμος πλοίαρχος και όσοι ήταν σ’ αυτό το βαπόρι, είχαν υπηρεσία πάνω από εννιά χρόνια, ο πιο νέος. Οπότε, εντάξει το θεώρησαν και λίγο τσιφλίκι τους. Υπήρχαν κάποιοι οι οποίοι με προστάτευαν και με συμβουλεύανε, εντάξει. Ωραία ήταν, δεν έχω άσχημη... Οι άσχημες εμπειρίες που είχα απ’ αυτό το βαπόρι είναι οι κοινόχρηστες τουαλέτες που ήταν πολύ δύσκολο για μένα, γιατί έπρεπε να κάνω ολόκληρη ιεροτελεστία για να πάω να κάνω την ανάγκη μου. Και οι κοινόχρηστες ντουζιέρες. Αυτά ήταν τα πιο δύσκολα. Φαγητό καλό είχαμε, δόξα τω Θεώ, δεν έχω παράπονο. Τα ψαρέματά μας κάναμε. Στην Κω βουτάγαμε για μπάνιο, τρομερό, ωραία ήτανε. Ωραία ήταν.
Δύο χρόνια ήσουνα συνεχόμενα μέσα ή είχες την ευκαιρία να βγεις κιόλας;
Είχες την ευκαιρία να βγεις. Μία φορά το δεκαπενθήμερο μπορεί και δύο λόγω ότι ήμουνα δόκιμος, δεν είχα ειδικά καθήκοντα. Δεν ήμουνα στην κρίσιμη σύσταση του πλοίου. Έβγαινα και δύο φορές το δεκαπενθήμερο, άρα τέσσερις φορές το μήνα έβγαινα. Και είχε τύχει και σε σπάνιες φορές να κάτσει το βαπόρι να ρίξει άγκυρα στην Ελευσίνα, στον κόλπο της Ελευσίνας, για δεκαπέντε μέρες και να βγαίνω δεκαπέντε μέρες συνεχόμενα. Και δεν έκανα βάρδια, ήμουνα δόκιμος. Τρομερό.
Υπήρχε κάτι, έτσι, που να σου έλειψε όσο ήσουνα δύο χρόνια μέσα;
Μου έλειψε... Εντάξει, δεν μπορώ να πω ότι μου έλειψε κάτι. Το μόνο που μου έλειψε είναι η διασκέδαση. Δηλαδή, δεν μπορούσα να πω ότι θα πάω σε ένα Club ή σε ένα μπουζούκι και την επόμενη μέρα θα 'μαι ρέκλα, γιατί την επόμενη μέρα, ό,τι και να γίνει, έπρεπε να είμαι στο καράβι. Οπότε εντάξει, κυρίως, δεν πολυθυμάμαι αυτά τα χρόνια τόσο έντονα, διότι είχα... Ό,τι και να γινόταν το κατάπινα, έτσι; Που υπήρξαν και δύσκολες καταστάσεις μέσα, τσακωμούς, αντιρρήσεις, και τα λοιπά. Αλλά με ενδιέφερε ο στόχος εμένα. Και ο στόχος μου ήταν να πάρω το χαρτί του τρίτου μηχανικού, δεν με ενδιέφερε τίποτα άλλο. Και κανονικά ένα χρόνο ήθελε υπηρεσίες σαν δόκιμος για να πάρω το χαρτί. Αλλά ο αρχιμηχανικός, επειδή με εμπιστευόταν ο άνθρωπος πάρα πολύ, μου είπε: «Κάτσε λίγο ακόμα έτσι και θα βολέψω και τον αδερφό σου». Γιατί και ο αδερφός μου είναι τρίτος μηχανικός. Δεν έβρισκε δουλειά εύκολα για εδώ μέσα, γιατί δεν θέλει να πάει έξω. Και λέω: «Θα κάτσω». «Κάτσε ένα μήνα». Κάθισα. «Κάτσε δυο-τρεις μήνες ακόμα». Κάθισα και αυτό έγινε χρόνος, για αυτό και δεν ξαναπάτησα σ' αυτήν την εταιρεία. Αλλά ο αδερφός μου τον βάλανε, δηλαδή, τήρησαν την υπόσχεσή τους. Μπράβο τους.
Μάλιστα. Και μετά από αυτό το μπάρκο που πήγες σε άλλη εταιρεία, ξαναμπάρκαρες κατευθείαν; Πέρασε καιρός;
Όταν τελείωσα από αυτή την εταιρεία, έφυγα, έκατσα γύρω στους εφτά μήνες έξω, μέχρι να πάρω το χαρτί, γιατί έχουμε και πάρα πολλή γραφειοκρατία εμείς. Δηλαδή, αν σου ανοίξω το φάκελό μου, έχω γύρω στα δεκαπέντε χαρτιά συμπεριλαμβανομένου το χαρτί του τρίτου μηχανικού που έπρεπε να μπαρκάρω. Τώρα σαν δεύτερος έχω τριάντα χαρτιά. Επίσημα του κράτους με σφραγίδες, με training, με χίλια δύο. Δεν γίνεται αλλιώς. Και μετά τους έξι-εφτά μήνες βρήκα την εταιρεία που είμαι τώρα εδώ και πέντε-τέσσερα χρόνια κοντά και έκτοτε όλα πάνε καλά. Μόνιμα εξωτερικό. Θεωρώ ότι αξίζει πιο πολύ το εξωτερικό, σε σχέση με το χρόνο –γιατί ο χρόνος, λένε, είναι χρήμα– σε σχέση με τον χρόνο που δίνεις στη δουλειά τις απολαβές που έχεις. Σε θέμα σύνταξης έπρεπε να μείνω μέσα, αλλά όχι, δεν το σκέφτομαι.
Τι εννοείς;
Μαζεύονται πιο πολύ πιο πολλά χρόνια πιο γρήγορα. Δηλαδή, αν ήμουνα σε μία ελληνική εταιρεία, έτσι, π.χ. όπως αυτή που ήμουνα που έκατσα δύο χρόνια δόκιμος, σε δέκα χρόνια ε και με τις άδειες, θα είχα εννιά χρόνια υπηρεσία. Στο εξωτερικό, στα δέκα χρόνια, άντε να έχεις πέντε-πεντέμισι, με μεγάλα μπάρκα, υπηρεσία. Ε, βέβαια, έτσι είναι. Κι άλλοι επιλέγουν να το ξεμπαρκάρουνε για δύο μήνες το χρόνο μόνο και να κάνουνε δέκα μήνες το χρόνο μπάρκο. Αυτό. Όχι ότι έχω κάνει μικρά μπάρκα και έξω, αλλά και πάλι είναι λιγότερος ο χρόνος.
Το πρώτο μπάρκο που πήγες εξωτερικό πού ήταν και πόσο;
Κυρίως παίζαμε στην στο Κόλπο του Μεξικού. Δηλαδή, φορτώναμε αμμωνία από ένα νησάκι του της Καραϊβικής στο Τρινιντάντ, που έχει την παραγωγή 70% όλου του πλανήτη της άνυδρης αμμωνίας. Και τη πηγαίναμε είτε Μεξικό, Coatzacoalcos λέγεται το λιμάνι από τον κόλπο του Μεξικού ή το πηγαίναμε σε ποτάμια μέσα στο Houston, στο Texas, Μississippi River. Και, βέβαια, περνάγαμε και Παναμά πολύ συχνά και πηγαίναμε από την μεριά του Eιρηνικού πάλι Μεξικό ή Stockton, California βόρεια, εκεί πέρα. Εκεί πέρα είναι ήταν συνήθως. Δηλαδή, το μεγαλύτερο ταξίδι σε απόσταση, σε θάλασσα, που κάναμε ήταν έξι μέρες, εφτά. Από τον Παναμά να φτάσεις Stockton California είναι εφτά, άντε οχτώ μέρες, άμα έχεις κόντρα καιρό.
Μάλιστα, πώς ήτανε να έχεις κόντρα καιρό;
Ήταν δύσκολο, γιατί, εντάξει. Άντε να έχεις έξι μέρες κόντρα καιρό. It's Okay, λες: «Έξι μέρες, φτάνουμε». Costa, Costa που λέμε εμείς οι ναυτικοί δηλαδή δίπλα στην ακτή, δεν έχεις πρόβλημα, ό,τι και να γίνει, κάνεις δεξιά, στα 100 μίλια, 80 μίλια, βρήκες ξηρά, ήρθε ένα Super Puma, γεια σας, ό,τι και να γίνει. Τελευταίο μπάρκο ήταν, δύσκολο. Τέλος πάντων, σαν πρώτη εμπειρία στους δύο μήνες έπιασα, πήρα τη θέση του τρίτου μηχανικού, γιατί πρέπει να σε δούνε, να σε εμπιστευτούν[00:20:00], δεν πηγαίνεις, κάνεις βάρδια. Είχα ένα πολύ καλό πρώτο μηχανικό, με στήριξε. Φιλιππινέζος. Ναι! Με στήριξε, λέει: «Εσύ αξίζεις, παιδί μου, πάμε, προχωράμε μπροστά». Και τον έβγαλα ασπροπρόσωπο και τον επόμενο πρώτο μηχανικό που είχα στο ίδιο πλοίο, επίσης. Ωραία ήταν, δεν είχες χρόνο να κάνεις πολλά στο πρώτο μπάρκο. Γιατί μέχρι να προλάβεις να πεις: «Οk, φύγαμε», έφτανε στο λιμάνι. Δηλαδή, operation και ξανά operation φόρτωση εκφόρτωση Παναμάς ξε-Παναμάς, άγκυρα δηλαδή πέρασε πάρα πολύ γρήγορα ο καιρός και ήτανε εννιάμισι μήνες το πρώτο μπάρκο. Εννιάμισι μήνες, ήταν καλούτσικο.
Πώς ένιωθες να κάνεις τόσο μεγάλο ταξίδι, τόσο μακριά από το σπίτι, και για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα;
Στην αρχή ήμουνα πολύ ενθουσιασμένος με την όλη φάση, γιατί λέω: «Εξωτερικό, θα γυρίσω όλο τον πλανήτη, λιμάνια». Και όντως, στην αρχή ήταν πήγαμε Ολλανδία κι από την Ολλανδία φύγαμε Αμερική, δεκάμισι ώρες ταξίδι. Από Αμερική-Παναμά και από εκεί πήρα το βαπόρι. Τρομερό. Δηλαδή, σαν χαμένος πήγαινα, λέω: «Πού πάω τώρα, ρε παιδιά;». Έβλεπα, ξέρεις, ξένο κόσμο να μιλάνε ξένα, ιστορίες, άλλα αεροδρόμια, Gate 1, Gate 4, ξέρεις. Και λέω: «Πού πάμε;». Ευτυχώς δεν ήμουνα μόνος μου στο πρώτο ταξίδι. Και ήτανε τρομερή εμπειρία, ειδικά μέχρι να ανέβω στο βαπόρι. Γιατί εγώ είχα συνηθίσει σε ένα βαποράκι που ήταν 100 μέτρα και τώρα πήγα σε ένα βαπόρι, το οποίο ήταν τέσσερις φορές μεγαλύτερο. Ήταν τρομερό, ήταν ωραίο. Ήταν τρομερή εμπειρία. Ειδικά, αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι ότι υπήρχαν πολλοί Φιλιππινέζοι πάνω. Δηλαδή, ήταν ένα-δύο αξιωματικοί γέφυρα και δύο αξιωματικοί μηχανής που ο ένας έφυγε, αφού πήρα τη θέση του εγώ. Κι ήμασταν τέσσερα άτομα και όλοι οι άλλοι Φιλιππινέζοι. Τρομερό τρομερό. Φιλιππινέζος μάγειρας, Φιλιππινέζος καμαρότος, όλοι Φιλιππινέζοι. Αλλά στο εξωτερικό όλα είναι μεγαλύτερα. Μεγαλύτερη καμπίνα, μεγαλύτερα τραπέζια, μεγαλύτερος χώρος ενδιαίτησης, μεγαλύτερο smoking room, καπνιστήριο. Όλα μεγαλύτερα. Και, βέβαια, μπήκα σε ένα μηχανοστάσιο το οποίο ήτανε γήπεδο πραγματικά. Και λέω: «Εδώ είμαστε, δώσε τα δυνατά σου εδώ να αποδείξεις ποιος είσαι, τι είσαι», για να προχωρήσει η καριέρα μου, όχι τίποτα άλλο. Ντάξει, υπήρχαν δυσκολίες στην αρχή. Υπήρχαν πολλές δυσκολίες, γιατί έπρεπε να εξασκήσω και λίγο καλύτερα τα Αγγλικά μου. Όχι σαν ομιλία ή σαν διάβασμα, τα τεχνικά Αγγλικά, δηλαδή να διαβάσεις ένα manual, ένα εγχειρίδιο το οποίο έλεγε μηχανολογικούς ορούς στα Αγγλικά. Εκεί λίγο στην αρχή ζορίζεσαι, όπως κάθε δόκιμος φαντάζομαι. Εντάξει, το είχα εγώ με τα Αγγλικά, σε τρεις μήνες ήμουν αστέρι. Καιρούς συναντήσαμε. Θυμάμαι το χειρότερο καιρό τον συναντήσαμε πηγαίνοντας Καλιφόρνια από Lazaro Cardenas, δύο μέρες ήταν απόσταση, από την μεριά του Ειρηνικού. Και είχαμε κόντρα κύματα περί τα 10 μέτρα ύψος. Ερχόντουσαν σαν τοίχοι ολόκληροι τα κύματα πραγματικά και χτύπαγε το βαπόρι καλά. Σαν τοίχοι ολόκληροι. Μέχρι που στρίψαμε και μπήκαμε κάτω από τη γέφυρα τη γνωστή της Καλιφόρνιας. Και μπήκαμε μέσα και ηρέμησε. Πάλι καλά. Εκεί είναι ποτάμι. Ναι, ο πιο δύσκολος καιρός. Και ο πιο δύσκολος καιρός πάλι το συνάντησα το... Βασικά, εμείς οι ναυτικοί έτσι άμα συνεννοούμαστε μεταξύ μας και τα τμήματα δηλαδή πλοίαρχοι μηχανικοί και μεταξύ μας οι μηχανικοί, δεν υπάρχει θέμα. Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σε έναν ναυτικό, είναι να τύχει για πολλές μέρες κακοκαιρία. Γιατί θες, δεν θες, πρέπει να δουλέψεις. Θες, δεν θες, πρέπει να φας. Θες, δεν θες, πρέπει να κοιμηθείς. Αν θα κοιμηθείς. Να σου κάνω μία παρένθεση; Στο τελευταίο μου μπάρκο. Τώρα ξεμπάρκαρα από Παναμά, έτσι; Φύγαμε από Κίνα και ξεμπάρκαρα στον Παναμά. Λοιπόν, δεκαεφτά μέρες πριν φτάσουμε στον Παναμά, ήμασταν μεταξύ δύο κυκλώνες, αλλά στα τελειώματα των κυκλώνων, όχι στο κέντρο. Μεταξύ από δύο περάσαμε και κουνιόμασταν, κουνιόταν το βαπόρι ξεφόρτωτο για δεκαεφτά μέρες. Εκεί ήμουνα άσπρος. Eίχα ασπρίσει ολόκληρος. Δεν μπορούσα να φάω, δεν μπορούσα να κοιμηθώ, δεν μπορώ να πω ότι δεν μπορούσα να δουλέψω, γιατί έπρεπε να δουλέψω. Πληρώνεσαι γι’ αυτό. Για αυτό πληρώνεσαι. Για την εξειδίκευση πληρώνεσαι και ότι είσαι του 24/7 εκεί πέρα ό,τι και να γίνει και πρέπει να δουλέψεις. Η συντήρηση δεν πρέπει να σταματήσει, γιατί άμα σταματήσει, είναι αλυσίδα το μηχανοστάσιο. Αλλά σταματάει η συντήρηση; Κάτι θα πάθει βλάβη. Αν πάθει κάτι η βλάβη, είναι σαν τον ανθρώπινο οργανισμό. Μπορεί να πάθει και κάτι άλλο, και κάτι άλλο, και κάτι άλλο, να 'ρθει ρίξη και άντε πάθε κάτι στη μέση του Ειρηνικού που δεν σε φτάνει τίποτα. Τίποτα όμως, πραγματικά!
Πώς όμως το διαχειρίστηκες αυτό δεκαεφτά μέρες εσύ να μην έχεις τραφεί σωστά, να μην έχεις κοιμηθεί σωστά, να κουνιέται συνεχώς το πλοίο. Πώς το διαχειρίστηκες εσύ και σε συνεργασία με το υπόλοιπο πλήρωμα;
Κοίταξε να δεις, εμένα η ψυχολογία μου σε εκείνη τη φάση –έτσι;– δεν ήταν τόσο άσχημη, γιατί ήξερα ότι ξεμπαρκάρω Παναμά. Έτσι; Εγώ καταρχάς πήγα για τετράμηνο γιατί περίμενα να γεννηθεί και το παιδί μου. Και τους είχα πει: «Θέλω να γεννηθεί το παιδί μου». Μου λέει: «Ωραία, στο τετράμηνο θα βγεις και πιο νωρίς άμα θες», και έκατσα οχτώ μήνες λόγω κορονοϊού, δεν άφηναν οι χώρες να ξεμπαρκάρεις, και τα λοιπά, και τα λοιπά, και τα λοιπά. Την πρώτη μέρα που κουνάει, σύνηθες, το σύνηθες είναι την πρώτη μέρα που κουνάει, λες: «Okay, το αντέχω». Την δεύτερη «Okay», τρίτη, τέταρτη, πέμπτη, λες: «Τι θα γίνει;». Συνέχεια ζαλίζεις τους από πάνω και τους λες: «Παιδιά, πώς είναι ο καιρός μπροστά;». «Χάλια». «Παιδιά, πώς είναι ο καιρός μπροστά;». «Χάλια». Οι ρυθμοί πέφτουν όπως και να 'χει, κάνεις τα απολύτως βασικά, δηλαδή το έξτρα που θα μπορούσες να προσφέρεις, δεν το δίνεις. Αλλά οπωσδήποτε υπάρχουν και δουλειές όμως –και βαριές δουλειές–, οι οποίες πρέπει να γίνουν ακόμα και με κακοκαιρία. Το καλό είναι ότι στη δουλειά πάνω, επειδή το μηχανοστάσιο είναι στο πιο χαμηλό μέρος του πλοίου και πίσω, δεν κουνάει τόσο πολύ, σε αντίθεση με τη γέφυρα. Οπότε, εντάξει, πάνω στη δουλειά ήταν λίγο πιο χαλαρά τα πράγματα. Αλλά το πιο άσχημο από όλα είναι ότι άμα ήθελες να μεταφέρεις κάτι βαρύ μέσα στο μηχανοστάσιο που έκανες τραμπάλα κανονικά και ήταν επικίνδυνο. Ναι, θυμάμαι έναν ηλεκτρολόγο που πήγε να σηκώσει κάτι χωρίς την άδειά μου, μία μπουκάλα, τέλος πάντων, με φρέον για να τη βάλει στη θέση της, ξέρω γω, γιατί έβαλε φρέον σε ένα μηχάνημα. Και χτύπησε πάνω στη μηχανή και τρελάθηκα, γιατί ήμασταν και στη μέση του πουθενά και λέω: «Άμα γίνει κάτι τώρα, γεια σας». Τέλος πάντων. Το δύσκολο είναι μετά, όταν πρέπει να πας να φας και όταν πρέπει να πας να ξεκουραστείς. Εκεί πέφτεις, κάθε μέρα πέφτεις, γιατί εντάξει, μη γελιόμαστε, είσαι άνθρωπος, έτσι; Δηλαδή, μετά από δεκαπέντε μέρες κούνημα, ήμασταν όλοι σα ζόμπι. Βέβαια, εγώ σαν δεύτερος μηχανικός δεν είχα απαιτήσεις από τον κόσμο, δηλαδή να έχουν τέλειο performance, τρομερά. Το διαχειριστήκαμε, εντάξει. Λίγο πολιτική από τη μεριά μου, λίγο πολιτική από την εταιρεία, γιατί καταλαβαίνουν και αυτοί, είμαστε άνθρωποι. Το κακό είναι ότι σε αυτές τις φάσεις λίγο αλκοόλ βοηθάει. Αλλά βάσει πολιτικής της εταιρείας, που το έχουν υιοθετήσει οι πιο πολλές εταιρείες, ναρκωτικά και αλκοόλ απαγορεύονται. Βέβαια, η εταιρεία λέει μία φορά την εβδομάδα μία μπύρα. Καλά είναι. Κάτι είναι κι αυτό, ξεχνιέσαι με μία μπύρα. Αυτό. Αυτό. Γενικά άμα σου τύχει καλός μάγειρας, είναι okay. Εμείς είχαμε σε αυτό το μπάρκο, που ήμουνα οκτώ μήνες, εφτάμισι μήνες, είχα άσχημο μάγειρα, άσχημο μάγειρα, κάκιστο, Φιλιππινέζο που δεν είναι όχι επειδή είναι Φιλιππινέζος. Φιλιππινέζος τον άλλαξε και ήτανε μέρα με τη νύχτα. Ο άνθρωπος πρέπει να πήγε στον πληρωματά και να του 'πε: «Ξέρεις να βράζεις μακαρόνια;». «Ξέρω». «Μπες μέσα στα βαπόρι». Λόγω ότι δεν υπάρχει κόσμος, έτσι; Και αναγκαστικά κάναμε δίαιτα. Ε ναι, τώρα φαντάσου να έχει κρέας, το οποίο να φας τα παπούτσια σου είναι πιο γευστικό και πιο μαλακό, έτσι; Κάθε μέρα αυτό. Οπότε, τη βγάζαμε με ψωμιά, τυριά και τέτοια. Χάνεις κιλά. Εγώ στο προηγούμενο μπάρκο, σε αυτό που πέρασε, έχασα 15 κιλά, στο προηγούμενο είχα χάσει 25 κιλά. Είναι ο μάγειρας. Υπήρξε και μπάρκο που δεν έχασα καθόλου, έτσι; Έχει να κάνει με το μάγειρα. Και ξέρεις, το φαγητό είναι πάρα πολύ σημαντικό, γιατί ξεσπάς εκεί πέρα. Πού ξεσπάς στο μπάρκο; Ξεσπάς στη δουλειά, έτσι; Αλλά και το μυαλό πρέπει να γεμίσει λιγάκι, έτσι; Πού ξεσπάς; Εντάξει, να μιλήσεις με έναν γνωστό σου, με έναν δικό σου άνθρωπο, όπως εγώ μιλάω με τη γυναίκα μου. Ταινίες, DVD, και τα λοιπά, να πεις καμία κουβέντα, να παίξεις κάνα τάβλι. Και στο φαΐ εκεί πέρα. Άμα είναι άσχημο το φαΐ, είναι κακή η ψυχολογία από πάνω μέχρι κάτω. Και μετά δημιουργούνται ίντριγκες και πάνε όλα χάλια. Βέβαια, πάντα υπάρχει ένα σημείο το οποίο οι ανώτεροι λένε: «Στοπ. Ως εδώ είμαστε, πάμε παρακάτω. Let it go. It’s just business. Είναι μόνο δουλειά». Κάνεις δεν έχει προσωπικά με κανέναν και όπως συμβαίνει. Δεν ξέρω αν συμβαίνει με τους άλλους ναυτικούς, εγώ όταν ξεμπαρκάρω, ό,τι και να έχω πει πάνω στο βαπόρι, όσο και να μισώ κάποιον –που ξεμπλόκαρα με τον μάγειρα τον ναι, άσ' το. Τον είχα μπροστά μου στο βανάκι και λέω: «Όχι, ντάξει φτάνει, έφυγα. Γεια σας. Γεια σας». Ναι, ήρθε, εκπαίδευσε δεκαπέντε μέρες-δεκατρείς μέρες τον άλλον μάγειρα και ο άλλος μάγειρας ήταν δηλαδή τι να σου πω, γκουρμέ το παιδί. Δεν ήξερε τι έκανε. Είναι απίστευτος. Και αυτός τον κοίταγε έτσι[00:30:00]. Κι αυτός μεγάλος. Τέλος πάντων. Το κακό είναι ότι δεν μπορείς να πεις: «Σταματάω, φεύγω. Σταματήστε το καράβι να κατέβω! Θέλω να φύγω. Θέλω να πάω στην οικογένειά μου, τρελάθηκα, δεν γουστάρω, θέλω να φύγω». Δεν μπορείς. Πρέπει να είσαι εκεί. Και σε λιμάνι να 'σαι ακόμα, δεν μπορείς να φύγεις. Πρέπει να έρθει αντικαταστάτης, γιατί έχεις οργανική θέση. Χωρίς δεύτερο μηχανικό δεν πάει το βαπόρι, τελείωσε. Πάπαλα. Τι; Θα πάει ο πρώτος; Ο πρώτος θα πει: «Δεν ξέρω τίποτα Φέρτε μου δεύτερο. Τι, θα δουλέψω εγώ;». Ο πρώτος είναι πλέον γραφιάς, γράφει, κάνει, ράνει, τίποτα άλλο. Όπως θα γίνω και εγώ. Ελπίζω μια μέρα. Ναι. This is the truth.
Θα σε πάω δύο βήματα πριν. Να μου συνεχίσεις την ιστορία με τα δεκάμετρα κύματα.
Αμάν! Αμάν!
Πώς ήταν να τα βλέπεις απέναντί σου;
Είναι λίγο τρομακτικό, διότι λες: «Θα αντέξει το πλοίο;», γιατί οι ήχοι που βγαίνουν απ' το πλοίο σε εκείνη τη φάση σε κάνουν να αναρωτιέσαι. Και καλά, ξεκίνησαν όταν ήμουνα κάτω στο μηχανοστάσιο και νιώθεις αυτό τα «μπρ», τα τραντάγματα και λες: «Okay, ένα κυματάκι είναι» συνεχίζει, ξανά συνεχίζει και λες: «Παιδιά, πάω λίγο πάνω να δω τι γίνεται». Και ανεβαίνεις στη γέφυρα και πλέον βλέπεις να έρχονται σαν μικρά βουνά. Όπως βλέπεις το βουνό απέναντι, κάπως έτσι να έρχονται τα κύματα, να μη βλέπεις τον ορίζοντα καν. Και λες: «Τι γίνεται τώρα;». Και να υπάρχει φάση που είσαι μεταξύ κυμάτων έτσι; Έχεις κατέβει στο πιο χαμηλό σημείο και έχεις πίσω σου ένα βουνό κύμα και μπροστά σου ένα βουνό κύμα και λες: «Και τώρα άμα γίνει κάτι, τι γίνεται;». Ναι και να χτυπάει το βαπόρι και λες «Θα αντέξει; Και άμα κάνει κάνα κρακ τι γίνεται;» και να κοιτάς τις σωσίβιες λέμβους, φαίνεται και να έχεις τους πιο ψύχραιμους να λένε: «Εντάξει, όλα καλά, εντάξει, όλα καλά θα πάνε». Βέβαια, δεν κράτησε πάρα πολύ, ευτυχώς, αλλά ήταν... Εκεί βλέπεις τη δύναμη της φύσης και λες: «Πόσο μικρός είμαι, ρε φίλε;». Πραγματικά τρομερό. Το ξεπέρασα, πάει αυτό. Βέβαια, εντάξει, οι προδιαγραφές των πλοίων, και ειδικά στην εταιρεία που είμαι, είναι τα στάνταρ είναι πολύ υψηλά. Δηλαδή, αν δεν σε αφήσει η μηχανή, δεν υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Δηλαδή, μετατόπιση φορτίου, γιατί είναι υγρή φάση, ό,τι μεταφέρουμε δεν έχουμε πρόβλημα με μετατόπιση φορτίου για να ντελαπάρει το πλοίο και έτσι. Αλλά αν σ’ αφήσει η μηχανή, γεια σας. Γιατί άμα σ’ αφήσει η μηχανή, σε γυρνάει το κύμα και σε πλαγιοκοπεί από δίπλα. Και εκεί μπορεί να σε ντελαπάρει, ό,τι και να 'σαι. Φαντάσου τώρα ήταν 10 μέτρα κύματα. Οπότε λες: «Η μηχανούλα να είναι καλά και το πηδάλιο. Αυτά τα δύο και άσ' το να βαράει». Πραγματικά. Μόνο να μη βαράει για καιρό. Αυτά.
Υπήρχε κάποια στιγμή, έτσι, που φοβήθηκες πραγματικά ότι θα γίνει κάτι κακό;
Εντάξει, περνάνε πολλά απ' το μυαλό σου, η αλήθεια είναι. Και πάντα προσπαθείς να είσαι προετοιμασμένος. Αλλά okay, όσο και προετοιμασμένος να 'σαι, όταν βλέπεις ανεβαίνεις πάνω και βλέπεις το ραντάρ ότι είσαι 7.000 μίλια από την πιο κοντινή στεριά, η οποία μπορεί να είναι και ακατοίκητη λέμε τώρα, εκεί λες: «Τώρα αν πάει κάτι στραβά, μόνο αν υπάρχει κάποιο πλοίο κοντά» και τα λοιπά, και τα λοιπά, και στον ωκεανό που μπορεί να έχεις και 5000 μέτρα 7000 μέτρα βάθος με καρχαρίες με χίλια δύο. Ναι, είχε συμβεί ένα περιστατικό σε –δεν θα πω το όνομα της εταιρείας– που ένας ηλεκτρολόγος έπεσε πρίμα από το πλοίο 300 μίλια, 300 μίλια μακριά από κάποιες ακτές. Δεν το βρήκανε ποτέ. Ναι, ζεστά νερά, μπορεί να το φάγαν οι καρχαρίες. Πάει ο άνθρωπος, νεότατος. Έχουν συμβεί πολλά περιστατικά. Ναι, είναι δύσκολα, είναι δύσκολα. Και εντάξει, γενικά βλέπεις ότι προσπαθεί ο κόσμος να ψυχαγωγηθεί και να κρατήσει την ψυχραιμία του, γιατί μόνο εγώ και εσύ είμαστε πάνω στο πλοίο. Δεν υπάρχει κάποιος να 'ρθει να σε βοηθήσει. Οπότε, δεν μπορείς να χάσεις την ψυχραιμία σου. Αν χάσεις την ψυχραιμία σου, μπορεί και να μη σε ξαναπάρει η εταιρεία. Γιατί άμα χάσει ο ένας την ψυχραιμία του, άμα τη χάσει ο άλλος, πάει το πλοίο. Και το πλοίο έχει πέρα από είκοσι τρεις-είκοσι τέσσερις ψυχές πάνω έτσι, κοστίζει και σα πλοίο 5-6 εκατομμύρια 16, 40, πόσο κοστίζει, κι άλλο το φορτίο. Οπότε, δεν το διακινδυνεύουν. Για αυτό περνάμε και κάποια ψυχολογικά τεστ, και τα λοιπά. Ψυχραιμία, μόνο ψυχραιμία. Δεν χρειάζεται κάτι άλλο, δεν βοηθάει τίποτα άλλο. Μόνο αυτό. Έχουν υπάρξει φορές που έχω φοβηθεί αρκετά, αλλά το έχω προσπεράσει.
Μετέφερέ με λίγο στο κλίμα πάνω στο πλοίο και στην κανονικότητα αλλά και σε στιγμές οι οποίες ήτανε, σας έφεραν λίγο στα όρια.
Η κανονικότητα, δηλαδή, πώς λειτουργεί η καθημερινότητα; Όπως λειτουργεί και σε όλα τα πλοία. Υπάρχει το ωράριο. Το ωράριο είναι οχτώ η ώρα το πρωί, δέκα η ώρα καφέ με δέκα και μισή, και τέταρτο –εμείς το κάνουμε μερικές φορές και μισή, δώδεκα η ώρα για φαΐ με μια και θα σχολάς πέντε. Αυτό ήτανε. Αυτό είναι το ωράριο. Πολλές φορές και τρεις η ώρα σταματάμε για καφέ, είναι στη σύμβαση, δηλαδή. Μετά πας, κάνεις το μπάνιο σου, αφού έχεις κάνει τους τελευταίους ελέγχους για να αφήσεις, γιατί δεν μένει κανείς στο μηχανοστάσιο αφού σχολάσουμε είναι όλα αυτόματα. Το monitoring πάει σε αυτόν που έχει τη βάρδια. Και, δεν σε πειράζει που μιλάω αγγλικά;
Όχι, καθόλου.
Κάνουμε το μπάνιο μας, τρώμε, αν τρώγεται το φαγητό. Αν δεν τρώγεται, πάλι τρώμε κανένα ψωμοτύρι. Και μετά ανάλογα με κάποιον που κάνουμε παρέα, λέμε: «Τάδε ώρα στο καπνιστήριο να δούμε καμιά ταινιούλα, να παίξουμε κάνα τάβλι, να περάσει λίγο η ώρα». Αν –που έχει τύχει– είναι όλοι Φιλιππινέζοι στη μηχανή, πάω στη γέφυρα να δω κανέναν άνθρωπο, κάναν Έλληνα. Αν δεν έχεις κανέναν Έλληνα στο βαπόρι, κάθεσαι στην καμπίνα σου και βλέπεις ταινιούλες, που έχει τύχει και αυτό. Αυτό. Ένα μπάρκο να κάθεσαι στην καμπίνα σου και να βλέπεις ταινιούλες, χωρίς να πατήσεις στη στεριά. Κοίταξε να δεις, ένας νορμάλ άνθρωπος θα τρελαινόταν, ένας στεριανός, να πάρω ένα στεριανό και να το βάλω εκεί. Αλλά τσούκου, τσούκου, τσούκου, τσούκου με τα χρόνια λες: «Okay». Αυτοί στην αρχή δεν ήταν π.χ. οι Φιλιπινέζοι δεν ήταν στην αρχή μόνο με Έλληνες; Πώς άντεξαν αυτοί; Τι παραπάνω έχουν αυτοί; Πεισμώνεις και λες: «Εδώ είμαστε». Αυτό, μέχρι να πάει οχτώ, εννιά το βράδυ που εννιά είναι η ώρα που κοιμάται ο πιο πολύς κόσμος σε όλα τα βαπόρια με τις κότες όλοι. Ε, ναι, γιατί άλλοι έχουν βάρδια πρωί, μπορεί να συμβεί οτιδήποτε, οπότε θες να 'σαι ξεκούραστος και τα λοιπά. Οπότε οχτώ, εννιά για ύπνο κάθε μέρα. Και το πρωί εφτά η ώρα που ξυπνάς αν δεν συμβεί κάτι το βράδυ –χτύπα ξύλο–, αν δεν συμβεί κάτι το βράδυ και πάμε πάλι απ’ την αρχή. Και το δεύτερο, ειδικά δεν υπάρχουν Κυριακές και τέτοια, κάθε μέρα είσαι κάτω στο μηχανοστάσιο, κάθε μέρα. Και τώρα με τον κορονοϊό ειδικά, έτσι, που λόγω πολιτικής της εταιρείας δεν αφήνουν να βγει ο κόσμος έξω, γιατί έχουν συμβεί πολλά περιστατικά με κρούσματα πάνω στο βαπόρι και είναι πολύ δύσκολα. Οχτώ μήνες χωρίς να πατήσεις στεριά και κάθε μέρα δουλειά. Ναι. Κάποιοι λένε: «Παίρνετε πολλά λεφτά» έξω, εγώ λέω: «Παίρνουμε λίγα λεφτά». Αυτό.
Πώς κατάφερες να συνεργαστείς; Πώς ήταν η συνεργασία σου με, ως επί το πλείστον, ξένο κόσμο, που δεν είναι καν από την Ευρώπη να πεις, ας πούμε, ότι δεν έχεις, ότι έχεις μία κοινή βάση. Και πώς ήταν ένα πλοίο μόνο... Με το μοναδικό Έλληνα να είσαι εσύ, ας πούμε;
Η αλήθεια είναι, θα ξεκινήσω από το δεύτερο. Αυτό που μου έκανε πολύ εντύπωση, ήμουνα ο τρίτος μηχανικός τότε σε ένα πλοίο που ήμουνα ο μοναδικός Έλληνας. Καλά, μετά ήρθε ο καπετάνιος, αλλά υπήρχε περίοδος που το έκανα αυτό. Κυριαρχεί η ξένη κουλτούρα. Δηλαδή, όταν κατεβαίναμε κάτω και έδινε ο δεύτερος δουλειές, στην αρχή μίλαγαν όλοι στη γλώσσα τους. Έτσι; Που κανονικά, βάσει πολιτικής της εταιρείας, επίσημη γλώσσα είναι τα Αγγλικά. Όλοι στη γλώσσα τους. Το ίδιο ισχύει και άμα υπάρχει ένας-δύο Φιλιππινέζοι και είναι όλοι οι άλλοι Έλληνες. Όλοι στη γλώσσα τους και μετά ερχόταν ο δεύτερος και μου 'λέει: «Κάνε αυτό». Τόσο απλό. Ήταν λίγο πιο ξέφραγο –όχι ξέφραγο αμπέλι εντελώς– είναι και σαν παιδιά οι Φιλιππινέζοι δηλαδή άμα τους δώσεις αέρα, τον παίρνουνε. Κάνανε καραόκε, σχολάγανε πιο νωρίς μερικές φορές. Ήταν λίγο πιο άναρχη η κατάσταση από το να υπάρχει ένας Έλληνας πρώτος μηχανικός και ένας Έλληνας πλοίαρχος. Εκεί τα πράγματα σφίγγουν, γιατί είναι ελληνική εταιρεία, έτσι; Εμένα με βλέπαν σαν το καρφί της εταιρείας, οπότε όποτε ήτανε κοντά μου, προσπαθούσαν να 'ναι τυπικοί και όταν ήταν από πίσω μου, κάναν τα δικά τους. Φτιάχναν αυτοσχέδιες πισίνες με κάβους, βάζανε κάβους, το χοντρό το σχοινί γύρω, γύρω, γύρω το κάναν πλεξούδες και στη μέση βάζαν μουσαμά και ρίχναν με μάνικες θαλασσινό νερό και κάναν πισίνες, πισίνα πάρτι. Μπάρμπεκιου δεν μπορούσαμε να κάνουμε έξω ήτανε αεράδικο, απαγορεύεται, μπάσκετ πολύ. Ωραία ήτανε. Σε σχέση με κάποιους Έλληνες που έχω κάνει, ήταν πιο χαλαρά συνεννοούμασταν με τα παιδιά και εντάξει, οι πιο πολλοί –αξιωματικοί κυρίως– ήταν πιο κοντά σε μένα, γιατί ήμουνα ο μοναδικός και δεν θέλαν να βγάλω κακό όνομα για αυτούς προς τα έξω. Αυτοί της καριέρας, όλοι οι άλλοι ήταν πιο χαλαροί, ήταν πιο πολύ στην κουλτούρα τους, δεν τους ένοιαζε, χαλαροί. Υπήρξαν και σε κάποια άλλα μπάρκα περιστατικά που πίνανε, και τα λοιπά, αλλά όλα αυτά εξαλείφθηκαν, γιατί δεν γίνεται. Νιώθεις ανασφάλεια όταν κάποιος πίνει υπερβολικά. Τι κάνανε; Είναι μία μπύρα την εβδομάδα, δεν μπορείς να αγοράσεις αλκοόλ, απαγορεύεται. μία μπύρα την εβδομάδα. Okay, κράταγαν όλοι οι Φιλιππινέζοι –πόσοι ήταν; Είκοσι δύο; Οι δεκαοχτώ, σου λέω, όχι όλοι. Δεκαοχτώ Φιλιππινέζοι μία φορά την εβδομάδα δίναν όλες τις μπύρες τους σε έναν και γινόταν λιάρδα[00:40:00]. Και μετά ο επόμενος, ο επόμενος, το κάνανε κύκλο, για να τους πιάνει. Κατάλαβες; Το λάθος. Αλληλεγγύη, αλληλεγγύη, αλλά μετά είχαμε και έκτροπα τα οποία βέβαια μαθεύτηκαν, ουδέν κρυπτόν, η εταιρεία τα ξέρει όλα. Και άσ' τα να πάνε. Ναι, όπως έχω τύχει σου λέω και με Έλληνες, οι οποίοι εντάξει, τους θεωρούνε κατώτερους. κατώτερους από ποια άποψη, δηλαδή, «Ε, τι να μου πει ο Φιλιππινέζος». Εγώ τους βλέπω όλους ίσους, η αλήθεια είναι, γιατί είναι άνθρωποι οι οποίοι ήρθαν να δουλέψουν, να βγάλουν ένα μεροκάματο, να παν να ζήσουν την οικογένειά τους, είτε ήταν Φιλιππινέζος, είτε ήταν είναι Λετονός είτε οτιδήποτε, δεν έχει σημασία. Εγώ βλέπω ίσους μέχρι να μου δώσουν μία αφορμή. Αν μου δώσουν μία αφορμή, τα λέμε αλλιώς μετά. Σαν ναυτικοί. Unofficial. Όχι εντάξει, η συνεργασία είναι καλή. Έχει υψηλής ποιότητας κόσμο η εταιρεία, είμαι... Ευτυχώς, γιατί υπάρχουν κι άλλες εταιρείες που δεν έχουν. Μαζεύουνε και λίγο σαβούρα για να μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους. Και εκεί εντάξει, ξεφεύγει. Άμα τηρείται η ιεραρχία σ’ ένα βαπόρι, έτσι, και δεν εκμεταλλεύεται η ιεραρχία το βαθμό της, πάνε όλα καλά, κυλάνε όμορφα. Και με χαμόγελο μπορώ να σου πω. Έτσι ήταν το τελευταίο μπάρκο. Είχα δύο Έλληνες κάτω τρίτους, ευτυχώς. Ήταν η πρώτη φορά που ήμουνα δεύτερος. Είχα δύο Έλληνες τρίτους, καλά παιδιά, πολύ καλά παιδιά κι όλοι οι άλλοι Φιλιππινέζοι. Αλλά τα πήγαμε πάρα πολύ καλά. Ισότητα. Εγώ τήρησα την ισότητα στο μηχανοστάσιο. Είχα Λετονό στην αρχή πρώτο και μετά έφυγε και ήρθε Φιλιππινέζος πρώτος. Αλλά όχι, δεν άλλαξε κάτι, κύλησε πάρα πολύ όμορφα, πολύ ωραία.
Πολύ σημαντικό αυτό. Έχεις νιώσει ποτέ... Επειδή είπες ότι και να τρελαθείς, ας πούμε, δεν μπορείς να πεις: «Να σταματήσει το καράβι να κατέβω».
Όχι, δεν γίνεται.
Το έχεις νιώσει ποτέ αυτό; Ότι θέλεις να σταματήσει το καράβι και να κατέβεις τώρα.
Το 'χω νιώσει δύο φορές, η αλήθεια είναι. Την πρώτη φορά στον πρώτο μου τον γιο όταν γεννήθηκε και δεν ήμουνα εδώ. Και τη δεύτερη φορά στο δεύτερο μου τον γιο, που γεννήθηκε και δεν ήμουνα εδώ. Αυτές τις οι φορές το έχω νιώσει. Μπορεί να το νιώσω άλλη μία-δύο, δεν ξέρουμε, ο Θεός ξέρεις. Ως εκεί. Αλλά έχουν φτάσει φάσεις που έχω πει: «Δεν γουστάρω να δω, να κάνω κάτι άλλο στη ζωή μου», γιατί εντάξει, είναι δύσκολο. Κυρίως χάνεις τη ζωή σου, δηλαδή, εγώ τώρα ήμουνα οκτώ μήνες μπάρκο, βγήκα κάνα πεντάμηνο, θα κάτσω έξω και αν, τυχερός θα είμαι αν κάτσω πέντε, συνήθως τέσσερις. Και τώρα πάω πάλι όπως βλέπω κάνα οκτάμηνο πάλι, δηλαδή οχτώ μήνες χαμένοι απ' τη ζωή σου χωρίς να πατάς στεριά, μέχρι να περάσει όλο αυτό. Γιατί στο πρώτο μπάρκο, να σε πάω λίγο πίσω, ναι μεν είχα κάνει εννιαμισάμηνο και το επόμενο δεκάμηνο, αλλά βγαίναμε και στην Αμερική, Αμερική στο Houston, στο Texas βγαίναμε και στο Μεξικό βγαίναμε, ήτανε, έσπαγε λιγάκι, έσπαγε λιγάκι. Τώρα ήταν λίγο δύσκολα. Στο τελευταίο ταξίδι οχτώ μήνες, δύο φορές πέρασα τον Ειρηνικό, είκοσι εφτά μέρες ταξίδι. Ναι, θέλει να έχεις λίγο αυτοέλεγχο να πεις: «Ξέρεις κάτι; Εδώ είναι, κατάπιε το, να περάσει ο χρόνος, να βγάλεις τα λεφτά σου, να τα στείλεις στην οικογένειά σου, να είναι ασφαλής και χαλάλι». Αυτό λες.
Πώς ήταν η μέρα που γεννήθηκε ο πρώτος σου γιος;
Ήτανε βράδυ θυμάμαι. Το ξέρω, ήξερα ότι πήγε στο μαιευτήριο πέντε ώρες πριν, έξι. Ήτανε βράδυ θυμάμαι είχα πάει στην τουαλέτα και πετάχτηκα στο ταβάνι. Με πήρε βιντεοκλήση και ήτανε απίστευτη εμπειρία. Ήταν ένα μείγμα συναισθημάτων και χαράς και λύπης, ισάξια συναισθήματα. Χαρά επειδή γεννήθηκε το παιδί σου και πήγαν όλα καλά, Δόξα τω Θεώ. Και λύπη επειδή ευθύνεσαι εσύ –νιώθεις ότι ευθύνεσαι τουλάχιστον–, ότι δεν ήσουν εκεί πέρα. Και είχα πει στο δεύτερο ο κόσμος να χαλάσει, τους είχα σταυρώσει στην εταιρεία, δεν υπάρχει περίπτωση θα είμαι κοντά του. Και στο δεύτερο τα ίδια λόγω κορονοϊού και στα δύο λόγω κορονοϊού δεν μπορούσα να ξεμπαρκάρω. Είναι απίστευτο, είναι απίστευτο. Βλέπεις τη θετική πλευρά των πραγμάτων. Λες: «Ευτυχώς, πήγαν όλα καλά», και πάμε δυνατά. Τι άλλο να κάνεις; Μπορείς να κάνεις κάτι άλλο; Δεν μπορείς. Εσύ τι θα έκανες στη θέση μου;
Θέλω λίγο να μου πεις πώς ένιωσες όταν γύρισες από μπάρκο και είδες και τα δύο πιτσιρίκια να είναι μηνών, ας πούμε.
Λοιπόν, όταν γύρισα από το πρώτο μπάρκο, όταν γεννήθηκε το πρώτο παιδί, πήγα μέσα στο εκεί που κοιμότανε και είδα ένα πλασματάκι μικρούτσικο, σα πιθηκάκι, σα καπουτσίνο, τόσο μικρό. Και δεν το πίστευα, λέω: «Αυτός είναι ο γιος μου;». Δηλαδή, περιμένεις, επειδή μετά από το μπάρκο είναι δύσκολο να συνηθίσεις τους ρυθμούς της στεριάς, θες κάποιο χρόνο να προσαρμοστείς. Δηλαδή, ήταν σαν όνειρο όλο αυτό, δηλαδή όλα γρήγορα να ξεμπαρκάρω, να 'ρθω σπίτι, να φτιάξω τα χαρτιά. Γιατί κάθε φορά που ξεμπαρκάρεις, φτιάχνεις κάποια χαρτιά, κάνεις κάποια... Δίνεις το feedback στην εταιρεία, debriefing λέγεται, πώς πήγε το μπάρκο, και τα λοιπά, μετά να έρθεις πάνω, να δεις το παιδί σου, να δεις τη γυναίκα σου. Ήταν σαν όνειρο. Μετά τις δεκαπέντε μέρες συνειδητοποίησα ότι έχω παιδί. Ήταν τρομερό το συναίσθημα, πρέπει να κάνεις παιδιά για να το καταλάβεις αυτό το συναίσθημα. Και όσο πέρναγε ο καιρός, γιατί έκατσα αρκετό καιρό έξω, για να πάρω και το χαρτί μου κιόλας, τον έζησα, έτσι, να μεγαλώνει, να κάνει κινήσεις, να πιάνει πράγματα, να κλαίει, να φωνάζει. Ήταν απίστευτο. Και όταν έφυγα δεν μπουσουλούσε καν. Ίσα-ίσα μπουσουλούσε το παιδί μου. Ίσα-ίσα. Και όταν γύρισα, βρήκα ένα πλασματάκι να τρέχει, να τρέχει. Και εκεί είναι σαν να πάγωσε ο χρόνος κυριολεκτικά. Πάγωσε ο χρόνος για μένα όταν έφυγα, γύρισα και βρήκα ένα... Και όταν γύρισα, είδα άλλο ένα πλασματάκι. Η ίδια φάση πάλι, βιντεοκλήση. Αχ, ήταν απίστευτο. Δύο φορές γέννησε η γυναίκα μου. Κι οι γυναίκες των ναυτικών τραβάνε, μη νομίζεις, έτσι; Εμένα η γυναίκα μου είναι πάρα πολύ δυνατή και είμαι πάρα πολύ τυχερός, γιατί τα κατάφερε, έκανε δύο παιδιά. Δεν έχω πετύχει τη γυναίκα μου φουσκωμένη, είναι απίστευτο, είναι τρομερό. Λες και τα 'κανε με κάποιον άλλον. Δεν ξέρω. Ναι, σε κάποιους ναυτικούς έχει συμβεί! Είναι απίστευτο. Και βρήκα κι άλλο ένα μωράκι, έτσι, λίγο πιο μεγάλο από καπουτσίνο. Ναι. Κι ήτανε τρομερή κι η δεύτερη. Σαν την πρώτη φορά ακριβώς και τώρα που το ζω, έτσι, που μεγαλώνει, που με κοιτάει, που κάνει: «Αγκού» και τέτοια, ένα πράγμα σκέφτομαι: πώς θα μπαρκάρω πάλι. Πραγματικά. Δεν μου κάθεται και κάνα τυχερό παιχνίδι. Ναι, το παίζουμε, τι να κάνουμε; Ναι. Και ξαφνικά, θα παγώσει ο χρόνος πάλι και άντε πάλι μέσα. Αλλά τουλάχιστον λες: «Θυσιάζομαι εγώ, δεν με πειράζει αυτό τόσο πολύ. Θυσιάζομαι για την οικογένειά μου, για να μη λείψει τίποτα στην οικογένειά μου, να τα έχει όλα, ό,τι και τραβήξω έξω». Βέβαια, υπάρχει ένα άγχος, γιατί δεν ξέρεις τι θα συναντήσεις. Το άγχος του ναυτικού είναι στο επόμενο πάρκο τι κόσμο θα συναντήσει μέσα, σε τι κατάσταση θα είναι το πλοίο που θα πάει μέσα, όχι το πόσο θα δουλέψει. Δε νοιάζει κανέναν ναυτικό αυτό. Ίσα-ίσα, η δουλειά σε κάνει και τρως το χρόνο, το ροκανίζεις πιο γρήγορα. Δουλεύεις, τρως, ταινία, κοιμάσαι. Έφυγε η μέρα. Πάμε η επόμενη. Άμα δεν έχεις κάτι να κάνεις στο καράβι, θα τρελαθείς. Ευτυχώς που υπάρχει και η δουλειά. Να περάσει γρήγορα ο καιρός να ξαναγυρίσεις για λίγο στην οικογένειά σου. Αυτό. Έχει γίνει πολύ δύσκολη κατάσταση λόγω κορονοϊού, που δεν πατάμε στεριά καθόλου. Είναι λες και πραγματικά πάω φυλακή. Είναι σαν να μου λες τώρα: «Άντε σε δυόμισι μήνες δύο πας στον Κορυδαλλό, θα κάτσεις οχτώ-εννιά μήνες, πόσο θες να κάτσεις, και αν θες να κάτσεις τέσσερις μήνες, να βγεις με αναστολή, κάτσεις οχτώ-εννιά μήνες και όλα καλά». Αυτά.
Ενότητα 5
Μπάρκο εν μέσω κορονοϊού, τα λιμάνια του κόσμου, πειρατές, δύσκολες αλλά κι ωραίες στιγμές στα μπάρκα
00:48:05 - 01:11:36
Πώς ήτανε όταν ήσουνα στο τελευταίο μπάρκο τώρα, στους τέσσερις μήνες και σου είπανε: «Όχι, θα κάτσεις και πέμπτο», ήσουνα στους πέντε μήνες: «Όχι, θα κάτσεις και έκτο»;
Δεν κατηγορώ την εταιρεία. Εμένα, για μένα ήταν πάρα πολύ δύσκολο, γιατί είδα πού πήγαινε το πράγμα, λέω: «Θα το χάσω και το δεύτερο». Ήταν θέμα πού κινιόταν το βαπόρι, γιατί οι ναυλωτές λένε: «Θα πάει από Σιγκαπούρη Κίνα, από Κίνα, Σιγκαπούρη πάλι, μετά Κατάρ». Και καμία από αυτές τις χώρες δεν άφηνε να ξεμπαρκάρεις ή αν άφηνε, ήθελε δεκατέσσερις μέρες πιο νωρίς να τους ειδοποιήσεις να σ' το εγκρίνουν, να μπει καραντίνα αυτός που θα 'ρθει να σ’ αλλάξει δεκατέσσερις μέρες, να βγεις εσύ και να φύγεις κατευθείαν, χωρίς να κάτσεις πουθενά. Να έχουν πάει όλα καλά, να έχεις κάνει τα τεστ στο καράβι πριν βγεις, πριν μπει ο άλλος, και να έχουν πάει δηλαδή, ήταν πάρα πολύ δύσκολα. Και το χειρότερο είναι ότι τα ταξίδια που κάναμε ήταν λιγότερο από έντεκα μέρες. Γιατί υπήρχε περίοδος που πηγαίναμε Κατάρ, Σιγκαπούρη, Κίνα, Σιγκαπούρη, Κατάρ. Και όταν έτυχε να πάμε από γύρω για να πάμε Houston από Αφρική, από κάτω, δεν μπορείς να ξεμπαρκάρεις κάπου. Ούτε ο Μαυρίκιος σε άφηνε να ξεμπαρκάρεις, στο Cape Town επιχείρησε ή εταιρεία να ξεμπαρκάρει, αλλά είχε πάρα πολύ καιρό και δεν άφησε –γιατί εκεί είναι δύσκολος ο καιρός. Δεν άφησε κανέναν να ξεμπαρκάρει. Στο Houston ξεμπάρκαρε κόσμος, αλλά είχαν άλλοι προτεραιότητα. Εντάξει. Θυμός, εκνευρισμός, αλλά όλα αυτά περνάνε, με την πάροδο του χρόνου περνάνε, λες: «Το αποδέχομαι. Αυτή είναι η πραγματικότητα», συμβιβάζεσαι, λες: «Να πάνε όλα καλά για να τουλάχιστον, να είναι καλά τα παιδιά μου τη γυναίκα μου» και τι να κάνουμε; Έτσι ήρθαν τα πράγματα. Το ξέρω ότι θα μου το κρατάει η γυναίκα μου αυτό μία ζωή και θα μου το χτυπάει, αλλά δεν μπορώ να κάνω κάτι. Το ξέρει ότι τους είπα αυστηρά[00:50:00] ότι θέλω να βγω στους τέσσερις μήνες και άμα γίνει κάτι να βγω και πιο νωρίς. Έτσι τα έφεραν οι συγκυρίες που αναγκαστικά βγήκα στους οχτώ.
Πώς είναι να δουλεύεις μέσα στο μέσα στο καράβι εν μέσω covid;
Μες στο καράβι είναι ένα αποστειρωμένο περιβάλλον. Δεν έχεις προβλήματα πολλά. Δηλαδή, δεν ανησυχείς ο διπλανός που αναπνέει κοντά σου, που δουλεύετε μαζί, αν θα έχει covid, είσαι αποστειρωμένος. Όλα καλά. Το κακό είναι ότι στα λιμάνια που πας, δεν μπορείς να βγεις και δεν μπορεί να έρθει και κάνεις. Δηλαδή, εμείς υπήρχε θυμάμαι περίοδος που πηγαίναμε στο Lazaro Cardenas που έχω ένα φίλο τον George εκεί πέρα, Μεξικανός. Που του λέγαμε: «George! Φέρε δέκα πίτσες και εφτά μπέργκερ», ξέρω γω και τα 'φερνε μέσα. Και δύο περιοδικά εδώ μεξικάνικα να χαζέψουμε, να γελάσουμε. Δηλαδή, βγαίναμε έξω, τρώγαμε, έσπαγε λίγο το μπάρκο. Τώρα ξέρεις ότι θα 'σαι μόνο μέσα και θα έχεις δουλειά, δουλειά, DVD, τάβλι, ύπνος. Αυτό είναι. Αυτά τα τέσσερα. Και την επόμενη μέρα αυτά, και τη μεθεπόμενη μέρα αυτά, και μετά από πέντε μήνες αυτά. Δηλαδή, είναι... Μερικές φορές δεν περνάει ο χρόνος, μερικές φορές περνάει γρήγορα. Εγώ σε όλα τα μπάρκα μου ο πρώτος μήνας πέρναγε πολύ γρήγορα. Και περνάει, δηλαδή, δεν το καταλαβαίνω. Δηλαδή, δεν έχεις προλάβει η οικογένειά να σου λείψει τόσο έντονα. Μετά αρχίζει λίγο το δύσκολο, έτσι; Και η τελευταία εβδομάδα που σου φαίνεται χρόνος, κυριολεκτικά. Αυτό. Είναι λίγο δύσκολο από αυτή την άποψη. Έχει δυσκολέψει πολύ το επάγγελμα. Βέβαια και η εταιρεία προσπαθεί να βοηθήσει λίγο, δηλαδή, κάναν δωρεάν ίντερνετ, τώρα θέλουν να βάλουν Netflix, λίγο καλύτερες συνθήκες διαβίωσης από... Βάζουν και ένα πινγκ πονγκ τώρα μέσα, αναβαθμίζουν τα γυμναστήρια τους, δηλαδή προσπαθούν να κάνουν και αυτοί λίγο τον κόσμο άνετο, γιατί τα καράβια δεν πάνε χωρίς ναυτικούς, έτσι; Και άλλες εταιρείες τα κάνουν αυτά, οπότε αναγκαστικά και η δικιά μου ακολουθεί.
Μάλιστα. Μισό λεπτάκι τώρα να δω. Μέσω της δουλειάς έχεις δει πάρα πολλά μέρη του κόσμου.
Πραγματικά.
Πόση... Αφενός πόση επαφή έχεις με αυτά τα μέρη στα οποία φτάνει σε λιμάνι το καράβι και αφετέρου, ποιο είναι αυτό που σου έχει κάνει περισσότερη εντύπωση, πες μου, έτσι, ιστορίες από τα λιμάνια.
Εντύπωση. Εντάξει, τώρα που δεν βγαίνουμε, δεν υπάρχει κάποια εντύπωση. Τα βλέπουμε μόνο από μακριά και τα λιμάνια, τα οποία βλέπουμε τώρα, είναι βιομηχανικές περιοχές. Οπότε, βλέπουμε εργοστάσιο, και τα λοιπά, διυλιστήρια. Δεν έχω να σου πω κάτι από τα δύο τελευταία μπάρκα, δεν μπόρεσα να βγω πουθενά. Πιο πριν κυρίως με το Μεξικό είχα πάρε δώσε, που βγαίναμε πολύ εκεί πέρα. Θυμάμαι τον πράκτορα, μας έλεγε: «Θα βγαίνετε εδώ θα πηγαίνετε σε υπάρχει ένα Mall, υπάρχει ένα τέτοιο, ένα Starbucks, ένα φαγάδικο, εκεί πέρα θα πηγαίνετε». Και εμείς γυρνοβολάγαμε σε κάτι γειτονιές με τους συναδέλφους. Δηλαδή, πηγαίναμε στις γειτονιές που υπήρχαν 12χρονα και 10χρόνα που φτιάχνανε σομπρέρο. Ναι, υπήρχανε αλλού που δούλευαν έκοβαν κάτι κάκτους για να φτιάξουν τεκίλες και πιο homemade, όχι βιομηχανικά. Υπήρχαν περιοχές που είχε σπίτια τα οποία είχανε κάτι μάντρες θεόρατες και ήτανε 10 στρέμματα το κάθε σπίτι, δεν ξέραμε ποιανού. Ναι. Μέχρι που μάθαμε ότι εκεί το Lazaro Cardenas, είναι από τις πιο επικίνδυνες περιοχές λόγω καρτέλ. Ναι και τελικά μείναμε εκεί. Το να συναντάς μία διαφορετική κουλτούρα και Μεξικάνικη π.χ., είναι π.χ. πώς το βλέπεις ταινίες, πώς βλέπεις στις ταινίες τα μεξικανικά αμάξια, μεξικάνικοι δρόμοι, μεξικάνικες φάτσες, ήταν ακριβώς τα ίδια. Δηλαδή, εκεί που περπατάγες στο δρόμο άκουγες: «Que pasa?», ξέρω γω, και λες: «Τι γίνεται; Έχω μπει μες στην ταινία;». Είναι απίστευτο. Σκηνικό, τι σκηνικό; Είχαμε πάει σε ένα μπαρ όταν είχε πεθάνει ο Παντελίδης και βάλαμε Παντελίδη τέρμα. Λέμε: «YouTube, βάλε αυτό» με ένα συνάδελφο. Παντελίδη, αυτό, δεν έχω κάτι πιο έντονο. Μετά ψάχναμε να βρούμε μπύρες να φέρουμε μέσα σε ένα συνάδελφο έναν πρώτο μηχανικό που ήθελε, αλλά δεν ξέραμε ότι στο Μεξικό μέχρι τις έξι-εφτά η ώρα το απόγευμα έχεις αλκοόλ να αγοράσεις από περίπτερο. Μετά απαγορεύεται, κλειδώνουν τα ψυγεία. Ενώ δουλεύουν, κλειδώνουν τα ψυγεία. Και ναι, ψάχναμε και φτάσαμε σε στο λιμάνι ξέρω γω και ήταν ένα μέρος που είχε δεξιά-αριστερά καντίνες που φτιάχνανε τάκος και τέτοια. Και λέμε: «Cerveza, cerveza!» εκεί λένε την μπύρα. «Cerveza, Cerveza!». Και πέσαμε στον τρελό του χωριού που ήτανε εκεί και ήταν αραχτός και λέει: «Εκεί μέσα σε αυτή την πόρτα έχει Cerveza;». Λέμε: «Εκεί μέσα;». «Ναι εκεί μέσα». Και ανοίγουμε την πόρτα εκεί κοιμότανε ένας μεξικάνος με μια Μεξικάνα: «Α! Que pasa?». Την κλείσαμε την πόρτα, φύγαμε. Ναι, αυτό ήταν το πιο έντονο που έχω κάνει. Δεν έχουμε κάνει κάτι, βγαίναμε έξω, τρώγαμε, χαλαρά, το καφεδάκι μας, να ψωνίσουμε τα τοπικά σουβενίρ. Εντύπωση... Δεν έχω κάτι έτσι τρομερό να κάνω έτσι γιατί ήμουνα και συγκρατημένος, στο Texas έχω φάει τρομερές μπριζόλες στο Texas roadhouse, να το επισκεφτείτε άμα πάτε στο Texas. Ναι, εντύπωση μου έκανε στην Αμερική, στις Ηνωμένες Πολιτείες, που είχε σε ένα μαγαζί, ένα Starbucks π.χ., και έχει τόσο μεγάλες εκτάσεις εκεί, που είχε το Starbucks πάρκινγκ για πέντε χιλιάδες αυτοκίνητα και το Starbucks όχι πολύ μεγάλο όπως ένα Starbucks νορμάλ. Δηλαδή ,πήγαινες σε ένα Mall και είχε για πενήντα χιλιάδες αυτοκίνητα γύρω-γύρω πάρκινγκ λες: «Πού έχω παρκάρει κάτι τώρα;». Ναι είναι τρομερό. Αστυνομία σχεδόν πουθενά στην Αμερική, διαβάσεις πολύ λίγες, έτσι; αλλά άμα εγώ ρώτησα και οι δύο τρεις local και λέω: «Τι γίνεται;». Λέει: «Άμα γίνει κάτι, παρακολουθούνται τα πάντα. Άμα γίνει κάτι, σε τρία λεπτά είναι η αστυνομία εδώ ή άμα πάρει ένας τηλέφωνο έχουν πλακώσει πέντε περιπολικά». «Α», λέω, «εντάξει, okay, με τις διαβάσεις;». «Δεν τις χρησιμοποιούμε». Εν τω μεταξύ, εμείς περνάγαμε διαβάσεις για να πάμε από ένα μπεργκεράδικο π.χ. στο Mall. Τέλος πάντων. Σε αντίθεση με το Μεξικό. Στο Μεξικό πολλή αστυνομία και στρατιώτες πολλοί, δηλαδή σε βανάκια σε αυτά τα αγροτικά με όπλα κανονικά πάνω σαν αστακοί. Αλλά δεν ένιωθα ανασφάλεια πουθενά. Δεν έχω πάει και σε πιο επικίνδυνα μέρη, δηλαδή, στην Αφρική, Νότια Αφρική, και τα λοιπά, δεν έχω πάει. Έχω περάσει από μέρος, από πειρατές. Βέβαια, έχουμε βάλει συρματοπλέγματα γύρω-γύρω από το καράβι και μάνικες. Βεβαίως. Έχει τύχει να πάρουμε και φρουρούς. Ναι, υπάρχουν κάποια μέρα που είναι επικίνδυνα. Τρομερά επικίνδυνα, δηλαδή ανεβαίνουν επάνω και μπορεί να σε απαγάγουν κιόλας. Ευτυχώς, δεν έχει συμβεί κάτι. Σε ένα άλλο βαπόρι της εταιρείας έχει συμβεί να του ρίξουν με ρουκέτα. Ναι, ναι, δεν το προλάβαιναν, ξέρω γω, το βαπόρι γιατί ανέπτυξε ταχύτητα και του ριξαν με ρουκέτα μπας και το ακινητοποιήσουν, αλλά εντάξει, όχι, δύσκολα. Έφυγε ευτυχώς. Ναι.
Πειρατές;
Πειρατές, πειρατές, πειρατές. Υπάρχουν δύο ειδών πειρατές. Υπάρχουν αυτοί που ανεβαίνουν πάνω στο πλοίο και κάνουν πλιάτσικο, κλέβουν ό,τι μπορούν. Και μπορεί να πάρουμε έναν άνθρωπο για να ζητήσουν λύτρα και φεύγουνε. Και υπάρχουν και αυτοί που παίρνουν ολόκληρο το πλοίο και ζητάνε λύτρα για να αφήσουν και το πλοίο και το πλήρωμα. Έχουν συμβεί πολλά περιστατικά, πάρα πολλά περιστατικά. Έχουν φύγει εκατομμύρια ευρώ και έχει. Ναι. Ο άλλος ήτανε ήταν αγκυροβόλιο –που ήταν, στην Μοζάμπια, τέλος πάντων, κάπου Αφρική– ήταν αγκυροβόλιο και ήταν ένα πρώτη φορά δόκιμος μηχανικός, πρώτη φορά σε βαπόρι. Και πήγανε, χτυπάγανε τις καμπίνες. Οι πιο έξυπνοι τις είχανε κλειδώσει, δεν είχανε, δηλαδή, βαριά όπλα αυτοί οι πειρατές. Και χτυπήσανε και άνοιξαν την καμπίνα του δόκιμου, τον πήρανε και τον είχανε τρεις μήνες στα δάση και σε αυτά, τον άνθρωπο. Ευτυχώς, τον επαναπατρίσανε. Υπάρχει αυτό. Άμα το ψάξεις, θα το βρεις. Ευτυχώς. Πάρα πολλά. Και φαντάσου τώρα ναυτικός τι περνάει. Έχει το φόβο για τα κύματα, έχει το φόβο για το ένα, έχει το φόβο για τ' άλλο, για τους πειρατές μην τον μην του επιτεθούν. Δηλαδή, βάλλεται από παντού. Είναι ζόρικο επάγγελμα. Δεν μετανιώνω που το έχω επιλέξει. Ελπίζω να κάνω κάτι σύντομα έξω. Αυτό. Αν και πιστεύω μία ζωή θα ακολουθώ αυτό το επάγγελμα, γιατί οι απολαβές είναι αρκετές αν φτάσεις σε κάποιο βαθμό. Δηλαδή, πρώτος μηχανικός έστω και τρεις μήνες το καλοκαίρι να δουλεύεις ή το χειμώνα, δεν έχει σημασία. Γενικά, τρεις μήνες τον χρόνο έχεις απολαβές που άλλος έχει δύο χρόνια και τρία, εδώ έξω. Δηλαδή, αξίζει τον κόπο, έστω και έτσι, έστω και έτσι.
Θα μιλήσουμε σίγουρα και για την στεριανή ζωή.
Okay.
Λίγο. Αλλά θέλω οπωσδήποτε να με μεταφέρεις στην κατάσταση του να είσαι μέσα σε ένα πλοίο, το οποίο έχει χρειαστεί να βάλετε συρματόπλεγμα γύρω-γύρω. Δηλαδή, πώς ένιωσες εκείνη την ώρα;
Λες: «Εδώ είμαστε!». Λοιπόν, μας παίρνει ο πλοίαρχος πάνω, κάναμε ένα meeting και μας λέει: «Παιδιά, για τις επόμενες τρεις μέρες θα 'μαστε σε επικίνδυνη περιοχή. Δεν παίρνουμε φυλακές πάνω, οπότε πρέπει να προσέξουμε εμείς. Δεν θα πέσουμε από κάποια ταχύτητα», μας λέει, «θα πηγαίνουμε με τους 16,5 κόμβους», ζόρικη ταχύτητα για πειρατές να σε πιάσουνε. «Θα βάλουμε συρματόπλεγματα γύρω-γύρω από το πλοίο», το οποία συνήθως είναι σκουριασμένα, οπότε λες: «Θα πάθει κάνα τέτανο αυτός θα τη γλιτώσουμε». Θα σου πω τι γίνεται σε αυτά. «Θα βάλουμε και μάνικες με νερό. Και άμα συμβεί τίποτα, πάμε σε Citadel» λέγεται. Είναι ένα μέρος, το οποίο είναι πίσω συνήθως στο τιμονάκι του πλοίου, που λένε, που υπάρχει μία πόρτα πυρίμαχη, την οποία δεν μπορούν να τη ανοίξουν σχεδόν με τίποτα. Δηλαδή, με τα μέσα που θα έχουν, ακόμα και με κάποια ρουκέτα που θα βάλουνε μες στο βαπόρι, δεν μπορούν να την ανοίξουν. Και έχουμε υπάρχει στα, στην πολιτική της εταιρείας τι πρέπει να υπάρχει εκεί μέσα, για[01:00:00] πόσο καιρό πρέπει να επιβιώσουμε εκεί μέσα. Ακόμα και με τουαλέτα φορητή υπάρχει, ξέρω γω, ασύρματος να επικοινωνήσουμε με τις αρχές, και τα λοιπά. Εντάξει, δεν σου έρχονται στη μέση του πουθενά. Άμα γίνει κάτι και δεν πιάσουνε έστω ένα από το πλήρωμα, σίγουρα θα φύγουν πολύ γρήγορα. Και για αυτό υπάρχει εκεί πέρα. Δεν αισθάνθηκα ανασφάλεια, γιατί λέω: «Άμα γίνει κάτι, πάω εκεί πέρα και καθαρίζω. Γεια σας». Όπως έχω δει και σε κάποια βιντεάκια που ήταν μέσα κόσμος, τράβαγαν βιντεάκια και οι έξω οι πειρατές προσπαθούσαν να κόψουνε με τροχούς αυτή την πόρτα. Δεν κόβεται με τίποτα. Είναι πυρίμαχη, είναι αλεξίσφαιρη, είναι χίλια δυο. Εντάξει, δεν είναι πάρα πολλά τα περιστατικά που έχουν συμβεί με πειρατές. Ξέρεις τι κάνουνε; Δηλαδή, εγώ δεν αισθάνθηκα περισσότερο ασφάλεια που βάλαμε συρματοπλέγματα. Γιατί τι κάνει ο πειρατής; Έρχεται στο πλοίο, στα πλάγια, πετάει ένα γάντζο, το δένει στη βάρκα, αφήνει τη βάρκα, την αφήνει χωρίς μηχανή και τραβάει όλα τα συρματοπλέγματα και τα κατεβάζει κάτω. Και μετά έρχεται άνετα και ανεβαίνει. Δεν υπάρχει, δεν τους σταματάνε, δηλαδή, ούτε μάνικες ούτε... Μπορείς να το σταματήσει ένα πολεμικό πλοίο άμα είναι κοντά, που υπάρχουν βάρδιες από το ΝΑΤΟ, και τα λοιπά, και ΟΗΕ, δεν ξέρω ποιος το έχει βάλει. Ή άμα έχεις πάνω φρουρούς, εκεί αισθάνεσαι μία άλφα ασφάλεια. Ο Θεός βοηθός, λες. Μακάρι να μη μου τύχει. Μακάρι να μη μου τύχει. Αυτό λες. Κλειδώνεσαι, κλειδαμπαρώνεσαι το βράδυ στη καμπίνα σου, και άμα ακούσεις πυροβολισμούς ή γενικό συναγερμό, τρέχεις να κρυφτείς. Ναι. Βέβαια, έχουμε πυρίμαχα τζάμια μπροστά από το βαπόρι και στα καπνιστήρια, και δεξιά-αριστερά οι πόρτες κλείνουν καλά. Αλλά δεν τους σταματάνε αυτά, δηλαδή με ένα καλάσνικοφ μπορεί να ανοίξει πολύ εύκολα ένα τζάμι. Έχω δει φωτογραφίες, από σεμινάρια που μας έχουν κάνει στην εταιρεία. Πάρα πολύ εύκολα. Τι πυρίμαχο; Μπήκανε μέσα για πλάκα. Ναι. Και έχουν τύχει και πάρα πολλά περιστατικά, και σε άλλες εταιρείες που ξέρω, που έχουν απαγάγει κόσμο. Δηλαδή, δεν βρήκαμε άκρη, πήραν ό,τι λεφτά είχε το χρηματοκιβώτιο του πλοίου, κάνανε ένα ψευτοπλιάτσικο πήραν έναν άνθρωπο και φύγανε. Έτσι; Και ζητάνε για αυτόν, ξέρω γω, ένα εκατομμύριο ευρώ. Σομαλοί. Τα δίνεις; Δεν ξέρω. Τα δίνει η εταιρεία; Συνήθως τα δίνει. Είναι οι ασφαλιστικές τιμές, είναι πολλά. Νιώθεις μία ανασφάλεια, μία τρομερή ανασφάλεια, λες: «Μη μου τύχει». Πολύ ναυτικοί λένε: «Έλα σε μένα θα τύχει;». Εγώ λέω: «Εντάξει, τόσα έχουμε ακούσει για τον κορονοϊό που όλο έρχεται και πιο κοντά μας μη μου τύχει, μη μου τύχει και ξαφνικά έρχεται στην πόρτα σου. Έτσι είναι. Βέβαια, όταν φεύγουν τα συρματοπλέγματα μετά από δυο-τρεις μέρες δύσκολες, εκεί ηρεμείς λιγάκι. Εκεί λες: «Εντάξει, το περάσαμε το δύσκολο, συνεχίζουμε, όλα καλά κι όλα καλά». Αυτά.
Πες μου λίγο κιόλας τι περιμένεις, ας πούμε. Για πόσο καιρό θα κάνεις αυτή τη δουλειά; Βλέπεις τον εαυτό σου να πηγαίνεις και πρώτος και, και, και;...
Εννοείται, εννοείται. Ο αξιωματικός καριέρας πάντα βλέπει να φτάσει το πιο υψηλό βαθμό που πιστεύει. Σίγουρα, δεν θέλω να βγω έξω στην εταιρεία, γιατί τους πρώτους μηχανικούς συνήθως τους λένε, άμα είναι καλοί: «Έλα έξω στην εταιρεία να δουλέψεις». Δεν είμαι εγώ για εταιρεία, έτσι; Γενικά με το PR δεν το έχω. Είμαι γεννημένος ναυτικός και μηχανικός, από ό,τι έχω καταλάβει. Θα την κάνω για μία ζωή αυτή τη δουλειά. Ευτυχώς ή δυστυχώς. Βέβαια, για να έχω μία σύνταξη, έτσι; Όχι ότι δεν έχω ένσημα από αλλού, και τα λοιπά. Αλλά τώρα λέω αυτή τη δουλειά θα κάνω, δεν πιστεύω ότι θα κάνω κάτι άλλο, εκτός κι αν κάνω και καμία επιχειρησούλα έξω. Αλλά πάντα θα κάνω ένα τρίμηνο μπάρκο, ό,τι και να γίνει. Για να μην... Ό,τι αφήσεις σε αφήνει λένε, έτσι; Οπότε σίγουρα θα την ακολουθήσουμε μέχρι σύνταξη αυτή τη δουλειά.
Θαλασσινός.
Θαλασσινός. Η αλμυρά θα έχει ποτίσει πάνω μου. Τι να κάνουμε; Θα σπουδάσουμε τα παιδιά μας, θα τα προικίσουμε, θα τους δώσουμε εφόδια για το μέλλον. Και πάμε γερά, δυνατά. Εντάξει. Εκτός κι αν μας κάτσει κάποιο τυχερό. Άμα μου κάτσει κάποιο τυχερό παιχνίδι τώρα, όσο και να την αγαπάω και να μου αρέσει πλέον αυτή τη δουλειά... Γιατί θεωρώ ότι είμαι γεννημένος για αυτή τη δουλειά, γιατί πολλά σκηνικά μου αρέσουν που έχουν γίνει μέσα, δηλαδή, που θα βγάλουμε δουλειές, που θα κάνουμε, πώς θα διορθώσουμε κάτι. Τέλος πάντων, η συνεργασία η κλεισούρα μερικές φορές τη συνηθίζεις, μη νομίζεις. Άμα κερδίσω κάτι, αύριο σταματάω. Κυριολεκτικά. Όλοι οι ναυτικοί, όλοι οι ναυτικοί πιστεύω. Γιατί είναι απάνθρωπο ‘ντάξει. Κάποια πράγματα είναι απάνθρωπο, δηλαδή το να μην έχουμε αλκοόλ. Όχι ότι κάποιοι δεν ξεφεύγουν με το αλκοόλ, έτσι; Για αυτό σταμάτησε κιόλας, το να μην έχεις το καλύτερο φαΐ μπορείς να έχεις, τουλάχιστον ένα πολύ καλό μάγειρα να ξέρει να σου μαγειρεύει και έχεις κάποιον που ξέρει να βράζει μακαρόνια και αν. Ναι. Θες κάποια πράγματα για να νιώσεις ότι είσαι... Να ξεφύγεις λιγάκι από την καθημερινότητά σου, έτσι; Φαντάσου τώρα να σε κλείσω εσένα για οχτώ μήνες μες στο σπίτι σου. Έτσι; Που θα έχεις το καλό σου το φαγητό, θα έχεις το ίντερνετ σου, θα έχεις το YouTube, θα έχεις όλα αυτά τα benefits που μπορεί να έχεις. Πώς θα είσαι μετά από οχτώ μήνες; Έτσι; Για να καταλάβεις λιγάκι.
Για να κλείσουμε, θέλω να μου πεις και τις ωραίες στιγμές, γιατί μιλήσαμε... Νομίζω ότι σε μαύρισα. Θέλω να μιλήσουμε λίγο για τα πιο έτσι για τα καλά πράγματα που έχεις πάρει από τα μπάρκα σου. Και θέλω να μου πεις κιόλας, έτσι, να μου μεταφέρεις λίγο σε μία ηχητική εικόνα θέλω να μου δώσεις των ήχων που υπάρχουν πάνω στο καράβι μες στη νύχτα, ρε παιδάκι μου. Είσαι μες στη νύχτα, βγαίνεις έξω στο κατάστρωμα;
Απαγορεύεται να βγεις, βάσει της πολιτικής της εταιρείας πάλι, γιατί έχει χαθεί πολύς κόσμος. Δηλαδή, σκόνταψε, έπεσε, γεια σας. Επικρατεί ένα σκοτάδι, γιατί το καράβι όταν πάει, δεν έχει αναμμένα φώτα έξω. Ακόμα και στη γέφυρα όταν πηγαίνεις, είναι όλα τα φώτα κλειστά. Όταν μπαίνεις, δηλαδή, λες: «Δεν βλέπω τίποτα», πρέπει να περιμένεις να συνηθίσει το μάτι σου. Το ωραίο είναι όταν ανεβαίνεις πάνω στη γέφυρα το βράδυ –εγώ αυτό λατρεύω– και υπάρχει ξαστεριά και βλέπεις... Βγαίνεις, ανοίγεις λίγο την πόρτα, βλέπεις έξω, είναι δηλαδή, βλέπεις... κάτι ξεχωριστό, πραγματικά. Όλα τα αστέρια τα 'χεις εδώ μπροστά σου, δηλαδή. Δεν μπορείς να δεις αυτή τη θέα από πουθενά στη στεριά. Πραγματικά, γιατί υπάρχουνε φώτα πού τα κρύβουν, και τα λοιπά. Σε μια κακοκαιρία που, όχι με πολύ κύμα, αλλά με έντονη βροχόπτωση και σύννεφα και κεραυνούς, βλέπεις όσο πάει το μάτι σου κεραυνούς. Βλέπεις τη θάλασσα που γίνεται μπλε απ' το πλαγκτόν, μπλε, μπλε κανονικά. Μία ηλιόλουστη μέρα που θα είναι λίγο χαλαρή, μία Κυριακή, θα ανέβεις, θα δεις καμιά φάλαινα που θα παίζει. Βέβαια. Καρχαρίες. Σε κάποια αγκυροβόλιο θα δεις κάποιο πουλί που κάθεται και έχει φάει το ψάρι του, κι ορμάει ένα ψάρι, και τρώει το πουλί. Και λες: «Ουάου». Στον Παναμά που οι πρώτες πρωινές ώρες πολλές φορές ανεβαίνουν τα σαλάχια στην επιφάνεια και μετά πέφτουν, καταδύονται πάλι. Οι όμορφες στιγμές είναι πάρα πολλές, πραγματικά. Καταρχάς, εγώ απολαμβάνω τη θεά και το περπάτημα την ημέρα στο κατάστρωμα. Δηλαδή, αφού έχει τελειώσει λίγο δουλειά, έχω κάνει το μπάνιο μου, βάζω το σορτσάκι μου, χαλαρά γιατί κυρίως έχει ζέστη έξω, κυρίως. Κάνω τον γύρο μου στο κατάστρωμα εκεί ηρεμεί, ξέρεις, αδειάζεις λίγο τις σκέψεις σου. Όταν πηγαίνεις μπροστά, σου πατάνε και μία κόρνα, έτσι, για να σου κάνουν χαβαλέ οι μπροστινοί, τρομάζεις –οι πάνω της γέφυρας. Θα παίξεις λίγο μπασκετάκι θα κάνεις το χαβαλέ σου, θα σου πει ο άλλος τον πόνο του. Θα του πεις: «Έλα, μην ανησυχείς, σε πέντε μήνες ξεμπαρκάρεις, όλα καλά». Ντάξει, κυρίως, συντροφικότητα, έξω μπορεί να σε βοηθήσει. Εγώ με τα δύο παλικάρια που είχα, τους Έλληνες, που κάναμε τρελή παρέα, πέρασε όμορφα ο χρόνος και σχετικά γρήγορα μαζί τους, με τον ένα ξεμπάρκαρα κιόλας. Σε ένα πρόβλημα που θα σου τύχει στο βαπόρι και θα βρεις τη λύση, θα νιώσεις υπερήφανος και θα ακούσεις και το μπράβο σου. Και από την εταιρεία και δεν σε νοιάζει από το πρώτο τόσο πολύ. Εκεί νιώθεις ότι αξίζεις κάτι παραπάνω. Μία Κυριακή, ένα Σάββατο που θα μαγειρέψεις ένα γλυκό εσύ, σαν δεύτερος μηχανικός ή με το πλοίαρχο, θα τον βοηθήσεις. Είχα φτιάξει μπακλαβά εγώ, μαζί με τον πλοίαρχο πολύ γέλιο, πολύ γέλιο. Και cheesecake αμερικάνικο. Τρελάθηκε ο κόσμος. Εντάξει, υπάρχουν και όμορφες στιγμές, δεν σ' το κρύβω. Αλλά όπως και να 'χει, υπάρχει, στο τέλος της ημέρας, at the end of the day, λες: «Είσαι μακριά από την οικογένειά σου. Είσαι μακριά από το σπίτι σου. Είσαι στη θάλασσα». Αυτό. Μου αρέσει τρομερά όταν ρίχνει κεραυνούς και βρέχει δυνατά. Γιατί νιώθεις τα μπουμπουνητά εντελώς διαφορετικά από ότι τα νιώθεις στη στεριά, είναι έντονα, χτυπάει η δόνηση του μπουμπουνητού το καράβι και σείεται ολόκληρο. Υπάρχουν κεραυνοί οι οποίοι πάνε οριζόντια στα σύννεφα και είναι σαν ρίζα δέντρου, φαντάσου. Το έχω δει ακόμα και στην Ελλάδα αυτό, στην Εύβοια, είναι απίστευτο. Υπάρχουν και θετικές στιγμές, μπορώ να πω. Στοιχήματα που βάζεις με τους ναυτικούς, όχι με κάποιο χρηματικό αντίτιμο, με κάτι π.χ. ένα μπουκάλι Chivas το 'χα πει σε ένα συνάδελφό. Του λέω: «Σε τρεις μέρες θα ξεπαρκάρουμε από Φιλιππίνες». Και μου λέει: «Άσε ρε, δεν έχει πάει ποτέ αυτό το βαπόρι Φιλιππίνες». Και ξεμπαρκάραμε από τις Φιλιππίνες. Τρομερό; Και εντύπωση –άμα θες να κλείσουμε, μη σε κούρασα– εντύπωση μου έκανε τότε που είχε πρωτοξεκινήσει ο κορονοϊός πήγαμε στις Φιλιππίνες, Μανίλα Bay και είδα περί τα πεντακόσια –μπορεί να λέω και λίγα– κρ[01:10:00]ουαζιερόπλοια αγκυροβολημένα εκεί πέρα, μόλις ξεκίνησε ο κορονοϊός. Και λέω: «Γιατί τόσο πολλά εντάξει;» Προφανώς σταμάτησαν οι κρουαζιέρες και μετά έμαθα ότι ο λόγος που τα βάζουνε εκεί πέρα, είναι ότι δεν πληρώνουν στο αγκυροβόλιο. Ενώ αλλού πληρώνουν. Για αυτό είναι τόσα πολλά και λέω: «Τρομερό!» περνάγαμε κρουαζιερόπλοια τρομερά και θεόρατα.
Τέλεια, Χρήστο. Εγώ γενικά έχω καλυφθεί πάρα πολύ, δηλαδή μου το 'κλεισες και πολύ ωραία με τις όμορφες εικόνες. Αν δεν έχεις και εσύ κάτι να προσθέσουμε...
Δεν έχω κάτι. Στους συναδέλφους ναυτικούς, άμα τα ακούσουν αυτό, παιδιά υπομονή τα πρώτα εκατό χρόνια είναι δύσκολα, μετά ηρεμείς. Αυτό.
Σε ευχαριστώ πάρα πολύ. Πώς σου φάνηκε σαν εμπειρία να τα λες όλα αυτά;
Ντάξει, είναι σαν να είσαι μέσα και ανοίγεσαι σε κάποιον άλλον ναυτικό, αλλά αυτός ό άλλος ναυτικός τα έχει περάσει, σε καταλαβαίνει. Ελπίζω να με κατάλαβες και εσύ.
Σε κατάλαβα, νομίζω. Ήτανε πάρα πολύ ωραία. Σε ευχαριστώ πάρα πολύ. Εύχομαι καλές θάλασσες!
Ευχαριστώ πάρα πολύ.
Καλούς καιρούς!
Να 'σαι καλά. Ευχαριστώ πολύ.
Ευχαριστώ.
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί έπειτα από νομικό έλεγχο.
Περίληψη
Ο Χρήστος δηλώνει για πάντα θαλασσινός. Τον τραβούσε ανέκαθεν η θάλασσα κοντά της και, όσο κι αν δεν το ήθελε, ακολούθησε εν τέλει τα βήματα του πατέρα του, του ναυτικού. Γνωρίζοντας πως θα λείπει από την οικογένειά του, δεν θα βλέπει τα παιδιά του να μεγαλώνουν και πως θα παγώνει κάθε φορά ο χρόνος, σε κάθε μπάρκο. Μας μιλά για την πορεία του σαν μηχανικός στα καράβια, για τα ταξίδια που έχει κάνει τα τελευταία έξι χρόνια, για τους κόντρα καιρούς, τα «φίδια» του Αιγαίου και τους πειρατές. Μου μίλησε και για τη γέννηση των δύο του παιδιών όταν αυτός βρισκόταν μέσα στη θάλασσα και για το πώς τα αντίκρισε πρώτη φορά. Μας μιλά για το πόσο δύσκολο είναι να αφήνει τη στεριανή ζωή του κάθε φορά, χωρίς να ξέρει πάντα πόσο καιρό θα κάνει να ξαναδεί την οικογένειά του. Αλλά είναι πάντα θαλασσινός.
Αφηγητές/τριες
Χρήστος "Ψευδώνυμο"
Ερευνητές/τριες
Μαρία Μιχαλάκη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
20/02/2022
Διάρκεια
71'
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί έπειτα από νομικό έλεγχο.
Περίληψη
Ο Χρήστος δηλώνει για πάντα θαλασσινός. Τον τραβούσε ανέκαθεν η θάλασσα κοντά της και, όσο κι αν δεν το ήθελε, ακολούθησε εν τέλει τα βήματα του πατέρα του, του ναυτικού. Γνωρίζοντας πως θα λείπει από την οικογένειά του, δεν θα βλέπει τα παιδιά του να μεγαλώνουν και πως θα παγώνει κάθε φορά ο χρόνος, σε κάθε μπάρκο. Μας μιλά για την πορεία του σαν μηχανικός στα καράβια, για τα ταξίδια που έχει κάνει τα τελευταία έξι χρόνια, για τους κόντρα καιρούς, τα «φίδια» του Αιγαίου και τους πειρατές. Μου μίλησε και για τη γέννηση των δύο του παιδιών όταν αυτός βρισκόταν μέσα στη θάλασσα και για το πώς τα αντίκρισε πρώτη φορά. Μας μιλά για το πόσο δύσκολο είναι να αφήνει τη στεριανή ζωή του κάθε φορά, χωρίς να ξέρει πάντα πόσο καιρό θα κάνει να ξαναδεί την οικογένειά του. Αλλά είναι πάντα θαλασσινός.
Αφηγητές/τριες
Χρήστος "Ψευδώνυμο"
Ερευνητές/τριες
Μαρία Μιχαλάκη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
20/02/2022
Διάρκεια
71'