Το καπνεργοστάσιο «Εμμανουηλίδη» στην Ελευθερούπολη Καβάλας
Ενότητα 1
Η ιστορία του καπνεργοστασίου Εμμανουηλίδη – Εγκαταστάσεις, ιδιοκτήτες και λειτουργία
00:00:00 - 00:21:17
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Είναι Σάββατο, 25 Σεπτεμβρίου 2021, βρίσκομαι με τον Θεόδωρο Λάμψια στην Καβάλα, εγώ ονομάζομαι Παρασκευή Μπάκαβου, είμαι ερευνήτρια στο I…α εργοστασιακό, δεν γίνεται, δηλαδή, να ηλεκτροδοτηθεί για να κινηθούν τα μηχανήματα αυτά, με τίποτα. Παρά μόνο να τα βλέπουμε όπως είναι.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 2
Η σημασία του εργοστασίου για την ιστορία της πόλης – Η κατάσταση του εργοστασίου σήμερα και οι προσπάθειες συντήρησης – «Καραβάν Σαράι»
00:21:17 - 00:34:07
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Εσείς, απ’ ό,τι μου είπατε πριν, μεγαλώσατε στη Δράμα, σωστά; Μάλιστα. Άρα, συγγενείς είχατε εσείς στο εργοστάσιο που να εργάζονται, σ…σεις και είναι η στιγμή που κάποιος αισθάνεται κάπως και το γράφει στον τοίχο επάνω. Εκεί το γράψανε πάνω στο ξύλο με μαρκαδόρο και έμεινε.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 3
Η ιστορία του εργοστασίου, οι μαρτυρίες της χήρας Εμμανουηλίδη και τα αρχεία – Σημάδια στο εργοστάσιο που μαρτυρούν την προηγούμενη χρήση του
00:34:07 - 00:43:13
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Αυτά, λοιπόν, όσον αφορά αυτό το κεφάλαιο του καπνεργοστασίου. Και βέβαια, αυτή η οποία έχει πάρα πολλές αναμνήσεις είναι η χήρα, η οποία ζε… είναι. Έχουνε κατεβασμένα τα κεπέγκια και ανοίγουνε μόνο όταν είναι να γίνει κάποια επίσκεψη. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 1
Η ιστορία του καπνεργοστασίου Εμμανουηλίδη – Εγκαταστάσεις, ιδιοκτήτες και λειτουργία
00:00:00 - 00:21:17
[00:00:00]Είναι Σάββατο, 25 Σεπτεμβρίου 2021, βρίσκομαι με τον Θεόδωρο Λάμψια στην Καβάλα, εγώ ονομάζομαι Παρασκευή Μπάκαβου, είμαι ερευνήτρια στο Istorima και ξεκινάμε. Κύριε Θόδωρε, μπορείτε να μου πείτε λίγα πράγματα για εσάς;
Σπούδασα στη Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης και στην Αθήνα, τελείωσα τις σπουδές μου και επέστρεψα στη Δράμα, όπου μεγάλωσα και πήγα σχολείο. Εγκαταστάθηκα στην Καβάλα το 1995. Λοιπόν, εκείνο το χρονικό διάστημα γνώρισα, μαζί με τον αποβιώσαντα πεθερό μου, τον Βαγγέλη τον Καλλιοπίτσα, που ήταν από την Ελευθερούπολη –γνωστός και παλιός δικηγόρος στην Ελευθερούπολη και στην περιοχή–, τη χήρα του Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη, του καπνεμπόρου, η οποία γεννήθηκε το 1921 και σήμερα που μιλάμε είναι εκατό ετών. Τότε, λοιπόν, αυτή η γυναίκα, μετά από τη γνωριμία μας, μας έπεισε, μπορώ να πω, μας έπεισε να αγοράσουμε αυτό το καπνεργοστάσιο. Γιατί αυτή ήτανε σε προχωρημένη ηλικία, εμείς ήμασταν νέοι, είχαμε διάθεση να κάνουμε και κάτι άλλο, παράλληλα με αυτό που σπουδάσαμε και είπαμε, λοιπόν, να αγοράσουμε αυτό το εργοστάσιο. Αυτό το εργοστάσιο, λοιπόν, κατασκευάστηκε το 1927 από μια αμερικάνικη εταιρεία. Το είχε ο πατέρας του Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη, ο Ιωάννης Εμμανουηλίδης και γύρω στο 1960-’67 ο Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης, έχτισε και έναν έκτον όροφο, όπου γινόταν η επεξεργασία με σύγχρονα μηχανήματα, με ηλεκτροκινητήρες. Βγάλαν τα παλιά τα μηχανήματα, τα χειροκίνητα, που είχανε από αρχάς λειτουργίας του καπνεργοστασίου και βάλανε τα ηλεκτροκίνητα, με ιμάντες, με τα ταπί ρολάν που λέμε, που ρολάρουνε με ηλεκτροκινητήρες και εκεί οι γυναίκες κάναν την επεξεργασία, διάλεγαν τα καπνά και τα λοιπά. Υπάρχει όλη η σειρά, ακόμα και σήμερα. Το καπνεργοστάσιο αυτό έχει μουσειακή αξία, γιατί υπάρχουνε οι σειρές επεξεργασίας. Έχει δύο σειρές επεξεργασίας, δηλαδή συγχρόνως εργάζονται εργάτες μέσα –περισσότερο γυναίκες ήταν τότε– σε δύο σειρές. Δηλαδή, συγχρόνως παρήγαγαν καπνά σε δύο σειρές, όχι μία σειρά, δηλαδή δύο σειρές επεξεργασίας. Κάποια στιγμή, όπως ξέρετε, τα καπνά άρχισαν απ’ την περιοχή μας να εκλείπουν, να μειώνετε η παραγωγή και, κατά συνέπεια, να μειώνετε και η επεξεργασία. Εφόσον, λοιπόν, στα χωριά οι αγρότες δεν βάζαν καπνά, επόμενο ήτανε να μην υπάρχει παραγωγή και να μην υπάρχει και επεξεργασία.
Ποια περίοδο έγινε αυτό περίπου;
Αυτά, λοιπόν, άρχισαν να μειώνονται από το 1980, ’85, ’86 και μετά. Και ειδικότερα, από ό,τι μας είπαν και γνωστοί καπνέμποροι, από το 1986, μετά το Τσέρνομπιλ, που έπληξε την παραγωγή. Έτσι, από τότε, λοιπόν, άρχισαν να αλλάζουνε παραγωγές. Βέβαια, υπήρξαν κάποιες εταιρείες, οι οποίες μέχρι προσφάτως είχανε κάνει καινούρια εργοστάσια, με δάνεια από την Αγροτική. Και συγκεκριμένα, στο δικό μου το καπνεργοστάσιο, έκανε αποθήκευση και μόνο η Οδέττη Πετρίδου, η οποία μου πλήρωνε το ενοίκιο μέχρι και το 2007 και έκανε μόνο αποθήκευση. Δηλαδή, επεξεργαζόταν τα καπνά στο δικό της το εργοστάσιο και τα αποθήκευε –προφανώς, λόγω έλλειψης χώρου– τα αποθήκευε στο δικό μου το καπνεργοστάσιο. Δεν έκανε επεξεργασία. Έκανε επεξεργασία η Οδέττη Πετρίδη, κι αυτή παλιά καπνεμπορική εταιρεία –η Οδέττη είναι το όνομα της θυγατέρας του Πετρίδη, του καπνεμπόρου. [00:05:00]Αυτή, λοιπόν, συνέχισε μέχρι και προσφάτως, οι οποίοι, μετά από πολλά θέματα που είχε με την Αγροτική, σταμάτησε την επεξεργασία τώρα, πριν από δυο-τρία χρόνια. Το έκλεισε το εργοστάσιο στον Αμυγδαλεώνα, ένα υπερσύγχρονο εργοστάσιο. Λοιπόν, έτσι, αυτό το εργοστάσιο, εφόσον μιλάμε για το καπνεργοστάσιο Εμμανουηλίδη –έτσι έχει μείνει. Γιατί το μονόγραμμα λέει «Εμμανουήλ Ι. –Ιωάννου– Εμμανουηλίδη», αυτό είναι το μονόγραμμα. Γιατί κάθε καπνέμπορος είχε κι ένα μονόγραμμα τα χρόνια εκείνα. Αυτό ήταν Ε.Ι.Ε., Εμμανουήλ Ιωάννου Εμμανουηλίδης. Αυτό υπάρχει ακόμη επάνω στο καπνεργοστάσιο. Το κτίριο είναι διατηρητέο. Έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο, δεν μπορούμε να αλλάξουμε τις εξωτερικές όψεις. Από μέσα είναι ξυλοκατασκευή, είναι σε έξι ορόφους, κεραμοσκεπές. Απλά, το 2006, αν θυμάμαι καλά, κάναμε ολική αλλαγή της στέγης, για να μην έχουμε εισροή ομβρίων υδάτων και να προστατέψουμε το κτίριο. Και όλα αυτά με δικά μου έξοδα, δεν συνεισέφερε κανένας. Μια πολύ μεγάλη δαπάνη για να μπορέσουμε να προστατέψουμε το κτίριο, διότι είναι διατηρητέο. Βέβαια άλλοι, όπως γνωρίζετε, αφήνουνε τα κτίρια να κατακρημνίζονται για να μπορέσουνε να εκμεταλλευτούν το οικόπεδο. Βέβαια, εμείς θεωρήσαμε ότι είναι ένας μουσειακός χώρος και θεωρήσαμε, έστω και με δική μας τεράστια δαπάνη, να μπορέσουμε να αλλάξουμε τη σκεπή. Και όχι μόνο τη σκεπή, αλλά και τον ξυλότυπο και όλα τα λεγόμενα πετσώματα, που εκείνο το χρονικό διάστημα, αν θυμάμαι καλά, είχαμε κάνει μια δαπάνη της τάξεως των σαράντα χιλιάδων ευρώ. Για τη στέγη είναι μεγάλη δαπάνη. Γιατί –και όπως, αν θα τη δείτε ή θα τη δούμε– η στέγη είναι τεραστίων διαστάσεων, τεραστίων διαστάσεων. Λοιπόν, εκεί λοιπόν συνέχισε να κάνει η Πετρίδου την αποθήκευση των καπνών και κάποια στιγμή αυτά τα καπνά τα είχε ως ενέχυρο στην Αγροτική Τράπεζα για να παίρνει τα δάνεια. Έτσι, λοιπόν, το 2007, κλείνει η ιστορία του καπνεργοστασίου και καπναποθήκης στην Ελευθερούπολη του Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη. Σήμερα, λοιπόν, έχουμε τα κλειδιά, εάν θέλει κάποιος φορέας, σύλλογος, σχολείο να το επισκεφθεί, ανοίγουμε, πηγαίνουνε, βλέπουν τα παιδάκια πώς δουλεύαν οι γονείς τους, οι παππούδες τους, κάνουν την επίσκεψή τους, χωρίς καμία επιβάρυνση και φεύγουν. Βέβαια, ως γνωστόν, σε αυτό το καπνεργοστάσιο, που είναι στο κέντρο της Ελευθερουπόλεως, εργάστηκε, να μην πω ολόκληρη η Ελευθερούπολις και η περιφέρεια, αλλά χιλιάδες άτομα εργάστηκαν σε αυτούς τους χώρους, οι οποίοι έχουν αναμνήσεις. Όταν περνάνε από κει: «Δούλεψε ο πατέρας μου», «Εργάστηκε η μητέρα μου», «Ο παππούς μου πήρε από εδώ σύνταξη», «Εγώ όταν ήμουν μικρός», λένε, «ερχόμουνα τα καλοκαίρια και βοηθούσα». Με αποτέλεσμα, όλοι στην Ελευθερούπολη, έστω και για μικρό χρονικό διάστημα, να έχουνε εικόνες και αναμνήσεις από αυτόν τον χώρο. Εγώ από την πλευρά μου προσπαθώ τους εσωτερικούς χώρους να τους έχω σε αρίστη κατάσταση. Βάζω γυναίκες να καθαρίζουν τα μηχανήματα, να συντηρούνε τον ξυλότυπο, γιατί και τα πατώματα και οι οροφές είναι από ξύλο, ώστε να είναι κατάλληλο και ασφαλές, κατάλληλο και ασφαλές για επίσκεψη. Από αυτό τον χώρο έχουν συνταξιοδοτηθεί χιλιάδες οικογένειες. Υπήρχανε τα αρχεία, τα οποία αρχεία τα έδωσα στον φίλο και γνωστό από την Ελευθερούπολη, ο οποίος ασχολείται με την ιστορία της Ελευθερουπόλεως, τον Θόδωρο τον Βακαλόπουλο. [00:10:00]Και τα έδωσα με πολλή χαρά, γιατί αυτός ο άνθρωπος, επειδή είναι από την Ελευθερούπολη, τους γνωρίζει περισσότερο όλους και θεώρησα ότι ήτανε ο πιο κατάλληλος. Στην περιοχή αυτή το 1986, λόγω της –μάλλον νωρίτερα, το 1978– λόγω της αύξησης των αναγκών, ο Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης έχτισε και μια όμορη, κολλητά ακριβώς, με άδεια από το Υπουργείο Βιομηχανίας τότε, μια καινούρια καπναποθήκη, τσιμεντένια, για τις ανάγκες της παραγωγής. Αυτή, βέβαια, δεν είναι διατηρητέα, είναι με κολόνες, τσιμέντα, αλλά επεκτάθηκαν και δίπλα, σε έναν χώρο χιλίων εφτακοσίων περίπου τ.μ. –οικοπεδικά. Σε ορόφους, είναι κι αυτή εξαώροφη, νοητά οι όροφοι είναι συνέχεια με την παλαιά και από μέσα επικοινωνούν εσωτερικά, επικοινωνούνε. Και κάθε όροφος με την καινούρια, φαίνεται ότι είναι ενιαίος. Οπότε, κάθε όροφος, μαζί με την καινούρια και την παλιά, είναι γύρω στα χίλια τετραγωνικά κάθε όροφος. Είναι έξι όροφοι και υπόγειο, γύρω στις εφτά χιλιάδες τετραγωνικά, έξι χιλιάδες με εφτά χιλιάδες τ.μ. Όπου εκεί διεξήγειτο η επεξεργασία, η αποθήκευση και τα λοιπά. Αυτός ο χώρος ηλεκτροδοτείτο κανονικά. Υπήρχε ένας καθημερινός οργασμός. Στη συνέχεια, όταν επετράπη… αρχικώς, υπήρχαν οι λεγόμενοι φορτοεκφορτωτές, χαμάληδες –είναι τουρκική λέξη, τουρκική λέξη. Φορτοεκφορτωτές, χαμάληδες, με ειδικά σαμάρια, που ανεβάζανε τις στόγκες των καπνών, δηλαδή τα δεμάτια από τα καπνά στην πλάτη τους. Αργότερα, λοιπόν, φτιάξανε ανελκυστήρα. Αυτόν τον ανελκυστήρα πρέπει να τον φτιάξανε τη δεκαετία του ’70, από μια εταιρεία –γιατί βλέπω τα καρτελάκια– Γώγου. Τώρα, αυτό πρέπει, αυτό το γραφείο πρέπει να ήταν στην Καβάλα, ενδεχομένως να ήταν και οι συντηρητές. Ήταν ανελκυστήρας για ενάμιση τόνο. Χίλια πεντακόσια κιλά μπορούσαν να ανεβοκατεβάζουν κάθε φορά. Κι αυτό για να μη χρησιμοποιούνε τους φορτοεκφορτωτές. Λοιπόν, υπήρχε ράμπα, όπου προσέγγιζε το φορτηγό για να φορτώνουνε τα καπνά, υπήρχανε μέσα χειράμαξες, γινόταν η φόρτωση και, όπως γνωρίζετε, ερχόντουσαν εδώ πέρα, στην Καβάλα και φορτώνανε. Ή στην Πέραμο, δεν ξέρω ακριβώς. Και στην Πέραμο το λιμάνι λειτουργούσε. Τώρα, πού ερχόντουσαν τα πλοία, Καβάλα; Πέραμο; Μιλάμε για πολύ αργότερα στην Πέραμο, γιατί, αρχικώς, το εμπόριο διεξήγετο μέσω του λιμανιού της Καβάλας. Μιλάμε τώρα για το ’30, το ’40, το ’50. Της Περάμου είναι πολύ πρόσφατο το λιμάνι, αλλά και από εκεί πέρα, πιστεύω, κάνανε φορτώσεις στα πλοία. Βέβαια, κάποια στιγμή, όταν πέθανε και ο Εμμανουηλίδης –το 1986 πέθανε ο Εμμανουηλίδης–, ανέλαβε η χήρα, η κυρία Ζαχαρούλα. Η οποία ήταν μια πολύ ωραία κυρία και όταν η κυρία Ζαχαρούλα πήγαινε στην Ελευθερούπολη, από αυτά που μου ’λεγε ο πεθερός μου, ο οποίος ήταν και νεότερος από αυτήν –η κυρία Ζαχαρούλα είναι σήμερα εκατό ετών, ο πεθερός μου πέθανε ογδόντα πέντε, είχαν και δεκαπέντε χρόνια διαφορά– ήτανε η πιο ωραία κυρία της περιοχής. Ήταν η πιο ωραία κι όλοι μέναν με το στόμα ανοιχτό όταν πηγαίνανε στην Ελευθερούπολη και βλέπαν την κυρία Ζαχαρούλα, η οποία επεσκέπτετο τον άνδρα της στο καπνεργοστάσιο. Διότι ο Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης ήταν από τις πιο εύπορες οικογένειες στην Καβάλα. Τον επισκέπτετο ο βασιλέας, τον επισκέπτετο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, οι τότε υπουργοί, ο Μάρτης. Και αυτός ήταν και χρηματοδότης. Δηλαδή, την πολιτική εκστρατεία του Κωνσταντίνου Καραμανλή τη χρηματοδότησε ο Εμμανουηλίδης. Στο σπίτι του, στη Φιλίππου 28 πηγαίνανε, εκεί [00:15:00]γινόντουσαν οι δεξιώσεις. Η κυρία Ζαχαρούλα ήταν η κυρία επί των τιμών. Είχε, βέβαια, τους υποτακτικούς, τους υπηρέτες, τις υπηρέτριες. Το σπίτι είναι ένα από τα σπίτια τα νεοκλασσικά, τα ωραία, τα καλώς διατηρούμενα, και όχι μόνο εξωτερικά, αλλά και με τον εσωτερικό διάκοσμο, ο οποίος είναι έτσι όπως ήτανε τις δεκαετίες του ’50, του ’60, έτσι ακριβώς. Η κυρία Ζαχαρούλα παντρεύτηκε τον Εμμανουηλίδη τη δεκαετία του ’60. Αυτή πρέπει να ήτανε τότε γύρω στα –το ’21 είναι γεννημένη– γύρω στα τριάντα πέντε-σαράντα τον παντρεύτηκε. Ο Εμμανουηλίδης πρέπει να ήτανε γύρω στα εξήντα. Γύρω στα εξήντα πρέπει να ήταν. Αν και έχω και τις αγγελίες στην εφημερίδα, που γινόντουσαν τότε, του γάμου, και τις ευχαριστήριες επιστολές. Τα έχω κρατημένα και τα έχω στο γραφείο του Εμμανουηλίδη και της τα έχω δώσει αρχείο, για να τα θυμάται. Διότι τότε οι ευχές εγένοντο μέσω της εφημερίδος και με ευχετήριες κάρτες. Όχι όπως τώρα, με μηνύματα στο messenger ή στο viber, έτσι; Και τηλεφωνικώς βέβαια, όσοι είχανε τηλέφωνο, όσοι είχαν τηλέφωνο. Ο Εμμανουηλίδης είχε τηλέφωνο. Είχε και τηλέφωνο και εδώ και στα γραφεία του εργοστασίου εκεί πέρα. Τα οποία, μέχρι και πριν κάποια δεκαετία, αν θυμάμαι καλά, λειτουργούσανε, αλλά ζήτησα εγώ τη διακοπή, γιατί δεν υπήρχε ο λόγος πλέον να υπάρχουνε. Έτσι, λοιπόν, στο σπίτι της κυρίας Εμμανουηλίδου, εδώ, στη Φιλίππου 28, πηγαίνανε οι Αμερικάνοι. Γιατί πηγαίναν οι Αμερικάνοι και ποιοι Αμερικάνοι; Πηγαίναν οι Αμερικάνοι, οι οποίοι αγόραζαν τα καπνά. Εκεί γίνονταν οι διαπραγματεύσεις για την τιμή του καπνού, τις ποσότητες, τον τρόπο αποστολής και τα λοιπά. Εκεί πηγαίνανε οι πολιτικοί, εκεί γινόντουσαν πάσης φύσεως διαπραγματεύσεις, όχι μόνο εμπορικές, αλλά και πολιτικού χαρακτήρα. Ο Εμμανουηλίδης ήτο ένας ισχυρός άντρας της περιοχής και διαβάζοντας τις επιστολές τις οποίες αντάλλασσε με τον υπουργό ζητούσε θελήματα. Ο Εμμανουηλίδης: «Στην Αθήνα έχουμε τον Γιώργο, τον Νίκο, τον Κώστα. Τακτοποίησέ τον κάτω». Αντίστοιχα, ο Υπουργός Βιομηχανίας της εποχής εκείνης, έλεγε: «Μανωλάκη», τον αποκαλούσε, «Μανωλάκη» –στις επιστολές αυτά. Πάντα. Δεν έχω ιδίαν αντίληψιν, τα διαβάζω στις επιστολές. «Έχουμε δικούς μας. Να τους πάρεις να εργαστούνε». Και τα διάβαζα τελευταία στη χήρα και γελούσε. «Ναι, έτσι ήτανε», μου λέει, «Θόδωρε». Και έτσι, λοιπόν, υπήρχε η αμοιβαιότητα. Ο μεν Εμμανουηλίδης εξυπηρετούσε τους πολιτικούς τους δικούς του –δεξιούς πάντα, έτσι; Για να ακριβολογούμε κιόλας. Και αντίστοιχα, αυτοί, στην Αθήνα κάτω, έκαναν προσλήψεις και έβαζαν σε εργασία άτομα του Μανώλη του Εμμανουηλίδη. Λοιπόν, ο Εμμανουηλίδης είχε και μία τρίτη καπναποθήκη, ακριβώς απέναντι, η οποία δεν είναι, βέβαια, ιδιοκτησία μου. Την αγόρασε ένας γνωστός και φίλος πολιτικός μηχανικός και μεγάλος εργολάβος, ο Ζάνης από τη Θεσσαλονίκη. Αυτήν την αγόρασε, αν θυμάμαι καλά, γύρω στο 1999-2000, με σκοπό να την κάνει ξενοδοχείο, αλλά δεν ξέρω ακριβώς. Μέχρι τότε είχα εγώ τα κλειδιά και εγώ την πρόσεχα, για λογαριασμό της χήρας Εμμανουηλίδη. Αλλά όταν την πώλησε, έκτοτε παρέδωσα εγώ τα κλειδιά, αν και ήθελε ο άνθρωπος να έχω εγώ τα κλειδιά, γιατί, φροντίζοντας τη δικιά μου, να φροντίζω και τη δικιά του, και για την καθαριότητα και οτιδήποτε. Αλλά δεν ξέρω τι απέγινε, έχω να τον δω μερικά χρόνια αυτόν τον άνθρωπο. Έχει παιδιά, αλλά τη βλέπω τελείως εγκαταλελειμμένη, τελείως εγκαταλελειμμένη αυτήν την καπναποθήκη. Σκοπός ήταν να κάνει ένα πολύ ωραίο ξενοδοχείο, απ’ ό,τι μου έλεγε, γιατί είχε και τις γνώσεις και τις ικανότητες. Είχε χτίσει τότε ένα πολύ μεγάλο κτίριο απέναντι από τα δικαστικά μέγαρα στη Θεσσαλονίκη, ένα ωραίο κτίριο. Και ήθελε να κάνει κάτι [00:20:00]αντίστοιχο κι εδώ. Αλλά βέβαια, κρατώντας πάντα την εξωτερική μορφή, γιατί και αυτό το καπνεργοστάσιο είναι ένα από τα διατηρητέα της Ελευθερουπόλεως. Αυτό δεν έχει χώρο επεξεργασίας, ήτανε μόνο για αποθήκευση. Ενώ αυτή που έχω εγώ η καπναποθήκη, το καπνεργοστάσιο έχει χώρο επεξεργασίας. Έχουμε όλα τα μηχανήματα, τα οποία είναι σε αρίστη κατάσταση και το μόνο που λείπει σήμερα για να λειτουργήσουν είναι το ρεύμα. Βέβαια, δεν επιχειρούμε να βάλουμε ρεύμα, διότι δεν υπάρχει λόγος να βάλουμε ρεύμα και να τα θέσουμε σε λειτουργία. Αυτό τώρα, αν θα το έκανε κάποιος, μόνο για μουσειακούς λόγους, για μια επίδειξη. Αλλά για να ρευματοδοτήσουμε ένα τέτοιο τεράστιο κτίριο, καταλαβαίνετε ότι θέλει πολλές προϋποθέσεις. Είναι έξι-εφτά χιλιάδες τ.μ., άδειες από ηλεκτρολόγους, από συλλόγους, ηλεκτρολόγων σχέδια, δεν γίνεται. Είναι και το ρεύμα εργοστασιακό, δεν γίνεται, δηλαδή, να ηλεκτροδοτηθεί για να κινηθούν τα μηχανήματα αυτά, με τίποτα. Παρά μόνο να τα βλέπουμε όπως είναι.
Ενότητα 2
Η σημασία του εργοστασίου για την ιστορία της πόλης – Η κατάσταση του εργοστασίου σήμερα και οι προσπάθειες συντήρησης – «Καραβάν Σαράι»
00:21:17 - 00:34:07
Εσείς, απ’ ό,τι μου είπατε πριν, μεγαλώσατε στη Δράμα, σωστά;
Μάλιστα.
Άρα, συγγενείς είχατε εσείς στο εργοστάσιο που να εργάζονται, στην Ελευθερούπολη;
Συγγενείς δεν είχα εγώ, αλλά είχε ο πεθερός μου, ο Ευάγγελος Καλλιοπίτσας, ο οποίος μεγάλωσε από μικρό παιδί στην Ελευθερούπολη και μάλιστα έχει και την –κατά κυριότητα– έχει και το καπνεργοστάσιο, το λεγόμενο «Καπναποθήκη Μαρτίνο», που είναι απέναντι από την Εθνική, που ήταν επί σειρά πολλών ετών βιοτεχνία ρούχων. Εκεί πέρα μέσα ήτανε, απ’ ό,τι είχα ακούσει –Μαρτίνο, λέγεται «Καπναποθήκη Μαρτίνο»– αλλά οι Βούλγαροι, τότε, επί Κατοχής –τώρα ποιας Κατοχής; Της τρίτης, ’40-’44; Δεν θυμάμαι– το είχανε ως χώρο αποθήκευσης πολεμοφοδίων. Και στην εξωτερική όψη αυτής της καπναποθήκης, της Μαρτίνο, υπάρχουν και χτυπήματα από βολίδες, οι οποίες ακόμη υπάρχουνε. Κλείνω τώρα αυτό το θέμα με το άλλο το καπνεργοστάσιο, του πεθερού μου, αλλά θέλω να σας πω ότι από την οικογένεια Καλλιοπίτσα εργάστηκαν, του πεθερού μου. Ο οποίος, όπως σας είπα, ήταν κι αυτός δικηγόρος από την Ελευθερούπολη. Και μάλιστα ήτανε και αυτός ο οποίος με έπεισε τελικώς να πάρω αυτό το καπνεργοστάσιο. Τώρα, βέβαια, το έχουμε κλειστό, αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Θα βρει τον προορισμό του κάποια στιγμή. Εμείς το μόνο που οφείλουμε σήμερα είναι να το συντηρούμε, για να μην υφίστανται ζημίες μέσα, ο εσωτερικός χώρος. Τώρα, εξωτερικά υπάρχουνε εκατοντάδες παράθυρα, τα οποία καθημερινά προσκρούουνε πάνω τα πουλιά, τα περιστέρια, σπάζουνε, υπάρχει κίνδυνος να προκληθεί και κανένα ατύχημα πέφτοντας υαλοπίνακες, είτε σε αυτοκίνητα είτε σε διερχομένους, προσέχουμε βέβαια. Μέχρι και πέρσι είχα έναν άνθρωπο, ο οποίος έμενε μονίμως εκεί πέρα, στον χώρο των γραφείων, το οποίο το είχαμε μετατρέψει σε σπίτι, για να επιβλέπει, να φροντίζει, γιατί μπαίναν τα παιδιά μέσα. Και υπήρχε ο κίνδυνος για πυρκαγιά, γι’ αυτό είχα μονίμως άνθρωπο να μένει εκεί και να επιβλέπει. Σήμερα δεν έχω, αλλά προσπαθούμε να τον έχουμε ασφαλισμένο περιμετρικά τον χώρο, γιατί, τώρα, εξ αμελείας, μπορεί να προκαλέσουν και καμιά πυρκαγιά τα παιδιά, με κανένα τσιγάρο, παίζοντας. Γιατί βλέπω στην άλλη την καπναποθήκη, απέναντι, έχουνε κάνει ράμπες για skateboard και παίζουνε μέσα. Έχουνε πάρει τις τάβλες από τα καπνά και έχουν δημιουργήσει ράμπες. Αλλά, ξέρετε, μπαίνουν μέσα γιατί ο χώρος είναι ασφαλής –από βροχή, από καιρικές συνθήκες–, παίζουνε, αλλά και καμιά φορά και με κανένα τσιγαράκι, μπορεί να γίνει το κακό. Κι αυτά είναι κτίρια, τα οποία, εάν καούνε, θα καεί ολόκληρη η Ελευθερούπολη, διότι είναι μέσα στον κεντρικό ιστό. Λοιπόν, σ’ αυτό το έργο, σας έχω πει ότι γυρίστηκε –σ’ αυτό τον χώρο, εκεί, των καπνεργοστασίων– γυρίστηκε και το έργο «Καραβάν Σαράι», με πρωταγωνιστή τον Θύμιο Καρακατσάνη. Τώρα, αν θυμάμαι καλά, αν δεν με απατά η μνήμη μου, πρέπει να έγινε το ’86-’87. Εκεί έδειχνε, λοιπόν, ότι, λόγω των στεγαστικών αναγκών που υπήρχανε κατά την περίοδο που ήρθανε οι [00:25:00]πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, τους εστέγασαν –έτσι είναι το σενάριο του έργου– σε μεγάλα κτίρια. Και αυτές τις καπναποθήκες, για τις ανάγκες, λοιπόν, του έργου, τις μετέτρεψαν, τις διαμόρφωσαν μέσα, με δωμάτια, τα οποία δωμάτια χώριζαν μεταξύ τους με τις λεγόμενες κουρελούδες. Λοιπόν, και ανά δέκα τετραγωνικά περίπου, υπήρχε και μια κουρελού και έμενε μια οικογένεια. Εκεί, λοιπόν, παίχτηκε το έργο αυτό και με το γνωστό σενάριο, με τις αντιδικίες, με τις διαφορές που είχαν οι οικογένειες μεταξύ τους. Αυτό μπορεί καθένας να το δει στο Youtube, στα trailer που υπάρχουν, αλλά και ολόκληρο το έργο, «Καραβάν Σαράι». Είναι, δηλαδή, αυτά τα καπνεργοστάσια, τα δείχνει ξεκάθαρα πώς είναι μέσα. Βέβαια, διαμόρφωσαν και τον κεντρικό δρόμο, που ήτανε ρέμα –ανάμεσα στα δύο καπνεργοστάσια ήτανε ρέμα–, με μια γέφυρα. Τα τελευταία χρόνια, έχει γίνει το… Έχουνε κλείσει από πάνω και εκεί γίνεται η λαϊκή. Έχουν ασφαλτοστρωθεί κι εκεί γίνεται η λαϊκή, το παζάρι, που λέμε, στην Ελευθερούπολη. Αλλά όταν γυρίστηκε το έργο, διαμόρφωσαν, προφανώς ρίξανε χώμα και το κάνανε με κάρα, όπως ήτανε, για τις ανάγκες του έργου. Αυτά όσον αφορά, σε γενικές γραμμές, τη λειτουργία αυτών των καπνεργοστασίων, από το 1927 μέχρι και το 2006-’07, που έκλεισαν επί ημερών μου, παραδίδοντας η Οδέττη Πετρίδου τα κλείθρα σ’ εμένα και έκλεισε πλέον η ιστορία αυτών των καπνεργοστασίων. Η οποία, λοιπόν, υπολογίζεται –από το ’27 μέχρι το 2007, πόσα χρόνια, γύρω ενενήντα χρόνια;– γύρω στα ενενήντα χρόνια, αν υπολογίζω σωστά. Βέβαια, θα μπορούσε αυτός ο χώρος να συνεχίσει να λειτουργεί, αν υπήρχε η παραγωγή και οι ανάγκες. Αλλά, δυστυχώς, ούτε παραγωγή υπάρχει ούτε και αυξάνονται οι ανάγκες του καπνίσματος και, κατά συνέπεια, κλείσανε.
Θα σας πάω λίγο πίσω. Μπορείτε να μου περιγράψετε τις πρώτες εικόνες ή τις πρώτες αναμνήσεις που έχετε τη στιγμή που αποφασίσατε να το πάρετε; Την πρώτη στιγμή που μπήκατε μες στο εργοστάσιο;
Λοιπόν, την πρώτη φορά που μπήκα μέσα στο εργοστάσιο, όταν μπήκα, έπαθα ένα σοκ. Υπήρχανε χιλιάδες στόγκες καπνού παντού. Παντού. Υπάρχουνε οι τάβλες, τα λεγόμενα κρεβάτια, τα οποία, μετά την επεξεργασία, ξαπλώνουνε τα καπνά για να στεγνώσουν και για να τα μεταφορτώσουν και να τα στείλουνε στον προορισμό τους. Αυτό, λοιπόν, το καπνεργοστάσιο, όπως το είδα εγώ πρώτη φορά, ήτανε κατάμεστο, γεμάτο, από άκρο σε άκρο, καπνά, καπνά, καπνά. Και μάλιστα, αυτό που μου ’κανε εντύπωση, είχανε όλα επάνω καρτελάκια, όπου έχω κρατήσει μερικά καρτελάκια. Γιατί κάθε τόγκα καπνού –τόγκα είναι το δεμάτι, το οποίο γύρω στα τριάντα με σαράντα κιλά πρέπει να ήτανε– έγραφε τον τόπο προέλευσης των καπνών. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν το «Τσεμπέλια Αγρινίου». «Τσελμπέλια Αγρινίου», μου ’κανε πολλή εντύπωση και μου έμεινε στο μυαλό, «Τσεμπέλια Αγρινίου». Δηλαδή, είναι μια ποιότητα καπνών από το Αγρίνιο που λέγονται Τσεμπέλια. Τώρα, αυτά ήτανε της κυρίας Πετρίδου, της Οδέττης. Τα είχε εκεί πέρα σαν ενέχυρο, δεν κουνήθηκαν αυτά, να μη σας πω πάνω από δεκαπέντε-είκοσι χρόνια εκεί πέρα. Ήτανε δεσμευμένα από την Αγροτική και τα είχε μέσα εκεί, γιατί είχε πάρει χρήματα. Αυτά, βέβαια, φρονώ ότι ήτανε άχρηστα πλέον, μετά από είκοσι [00:30:00]χρόνια. Ήτανε ενέχυρο στην Αγροτική, είχε πάρει τα δάνειά της, τα είχε εκεί πέρα μέσα. Αλλά είχε εργάτη μέσα, έναν από το Κοκκινόχωμα, τον κύριο Κεχαγιά, ο οποίος, ο άνθρωπος, άνοιγε-έκλεινε, άνοιγε-έκλεινε τα παράθυρα, για να αερίζεται ο χώρος. Βάζανε μέσα για μύκητες και έντομα κάτι εντομοαπωθητικά, για να μην καταστρέφουνε τα καπνά. Αλλά θέλω να πω ότι υπήρχε συνεχή επίβλεψη καθημερινά –αν όχι καθημερινά, τουλάχιστον δυο-τρεις φορές τη βδομάδα– από έναν υπάλληλό της, ο οποίος φρόντιζε για τα καπνά αυτά. Βέβαια, αυτό που μου έκανε εντύπωση ήτανε ότι ήταν τόσα πολλά, μα τόσα πολλά, που δυσκολευότανε κάποιος να περάσει στους διαδρόμους. Χιλιάδες τόνοι. Και επίσης, μου έκανε εντύπωση η δυνατότητα του ότι αυτές είχανε κατασκευαστεί, οι καπναποθήκες, ώστε να έχουνε δυνατότητα πολύ μεγάλης φόρτωσης σε κάθε όροφο. Η στατικότητά τους, δηλαδή, ήταν τέτοια, ώστε να δέχονται μεγάλα φορτία, πολύ μεγάλα φορτία. Παρά το ότι ήτανε –μιλώ για την παλιά, του ’27, δεν μιλώ για την καινούρια, τη διπλανή, του ’77-’76. Εκείνη ήτανε τσιμεντοκατασκευή. Εκείνη δικαιολογημένα μπορούσε να πάρει χιλιάδες τόνους. Αλλά μου έκανε εντύπωση αυτή η ξυλοκατασκευή, η οποία, κι αυτή, ήτανε φορτωμένη μέχρι επάνω, στα ταβάνια. Αυτό μου έκανε και απορούσα πώς θα αδειάσουνε την καπναποθήκη αυτή το 2007. Και λέω: «Μα πώς θα αδειάσει αυτό το καπνεργοστάσιο; Είναι αδύνατον». Κι όμως! Κι όμως, κάνανε περίπου έξι, εφτά, οχτώ μήνες, με εργάτες και αδειάζαν καθημερινά. Ένα-δύο φορτηγά την ημέρα. Βέβαια, απ’ ό,τι έμαθα, αυτά τα καπνά, τα οποία ήτανε άχρηστα, κάπου πουλήθηκαν –στη Βουλγαρία είχα μάθει; Και πολλά πετάχτηκαν. Θυμάμαι, είχανε πεταχτεί στον σκουπιδότοπο, εκεί, στην Ελευθερούπολη και μου έκανε εντύπωση, αλλά και πολλά πουλήθηκαν. Ένα άλλο μέρος… είχε σπάσει σωλήνας ύδρευσης στο υπόγειο, είχε πλημμυρίσει και είχανε καταστραφεί κι ένα άλλο μέρος πετάχτηκε. Αλλά υπάρχουν ακόμη μέσα εργαλεία –εργαλεία, δεν μιλώ για τα μηχανήματα–, τα οποία φυλάσσονται από τότε που ξεκίνησε. Αν σας πω, υπάρχουν φαράσια, φτυάρια δηλαδή, μεταλλικά φτιαγμένα από το 1927. Τι άλλα εργαλεία; Φτυάρια… Πολλά, πολλά εργαλεία, τα οποία τα κρατάμε στον χώρο εκείνο. Μετά, υπάρχουνε και γραμμένες αφιερώσεις με στυλό. «Αγάπη μου, Ελένη», παράδειγμα, ή «Μαρία, σ’ αγαπώ» και έχει και την ημερομηνία. Όλα αυτά, ας το πούμε, πλέον, μετά από τόσα χρόνια, θεωρούνται αναμνήσεις και είναι η στιγμή που κάποιος αισθάνεται κάπως και το γράφει στον τοίχο επάνω. Εκεί το γράψανε πάνω στο ξύλο με μαρκαδόρο και έμεινε.
Ενότητα 3
Η ιστορία του εργοστασίου, οι μαρτυρίες της χήρας Εμμανουηλίδη και τα αρχεία – Σημάδια στο εργοστάσιο που μαρτυρούν την προηγούμενη χρήση του
00:34:07 - 00:43:13
Αυτά, λοιπόν, όσον αφορά αυτό το κεφάλαιο του καπνεργοστασίου. Και βέβαια, αυτή η οποία έχει πάρα πολλές αναμνήσεις είναι η χήρα, η οποία ζει, του Εμμανουήλ Εμμανουηλίδου, η κυρία Ζαχαρένια. Πολλές περισσότερες αναμνήσεις και ονόματα και έχει διαύγεια νου και είναι μια πηγή, λοιπόν, αφήγησης και είναι σαν να τα ζει. Δηλαδή, όταν μιλάει κάποιος μαζί της, αναφέρεται στο παρελθόν –παράδειγμα, στο 1950 ή στο 1960– σαν να ήτανε χθες. Τελευταία, μου έλεγε, όταν είχε πάει τον άντρα της στην Ελβετία, στο νοσοκομείο –τον είχε πάει το 1980. 1980. Και μου έλεγε: «Τώρα που πήγαμε στην Ελβετία» –το «τώρα», «Τώρα που πήγαμε στην Ελβετία». [00:35:00]Πριν, δηλαδή, σαράντα πόσα χρόνια. Και αναφέρετο σαν να ήτανε χθες. Και οι περιγραφές που μου έκανε ήτανε τόσο ζωντανές. Δηλαδή, θέλω να πω ότι αυτοί οι άνθρωποι –όχι όλοι βέβαια, η συγκεκριμένη κυρία έχει τέτοια διαύγεια νου και κάνει τέτοιες αναφορές στο παρελθόν, που ο άλλος νομίζει ότι τις ζει και νομίζει ότι ζει κι αυτός μέσα στον χώρο εκείνον που γινόντουσαν. Δηλαδή, τόσο ζωντανή η περιγραφή. Βέβαια, κάποια στιγμή, θα πρέπει να την επισκεφθούμε για να –όσο ζει η γυναίκα και καλά να είναι– να μπορέσουμε να αντλήσουμε κι άλλες πληροφορίες, που αυτή τις έχει στο μυαλό της και είναι πρόθυμη να τις διηγηθεί και να τις αφηγηθεί στον καθένα.
Εσείς, εφόσον δεν είχατε κάποια άμεση σχέση με τα καπνά, όσον αφορά την παιδική σας ηλικία, όλα αυτά, όσον αφορά την επεξεργασία, τη μεταφορά, τα μηχανήματα, ξεκινήσατε να τα μαθαίνετε πότε; Όταν πήρατε το εργοστάσιο;
Όταν πήρα το εργοστάσιο λοιπόν, αναγκάστηκα, γιατί όλα τα αρχεία, από τη στιγμή που ξεκίνησε η λειτουργία, ό,τι αρχείο είχε μέσα, το πήρα εγώ. Κι έχω, βέβαια, πολλούς φακέλους, πάρα πολλούς φακέλους επάνω. Και αναγκάστηκα να μελετήσω και να διαβάσω όλα αυτά τα αρχεία, να δω τι είναι. Περάσαν πολλές εταιρείες. Ακόμη Παπαστράτος, ο Ελληνικός Οργανισμός Καπνού, κάποιος Ροδόπουλος. Όλοι περάσανε και κάνανε επεξεργασία. Γιατί στον πέμπτον όροφο επάνω –στον έκτο συγγνώμη. Πρώτα ήταν πέμπτος και μετά, όταν έκανε τον έκτον όροφο ο Εμμανουηλίδης, μεταφέρθηκε η επεξεργασία επάνω, στα ηλεκτροκίνητα. Λοιπόν, αυτόν τον χώρο μπορούσε να τον μισθώνει και να επεξεργάζεται καπνά όποιος καπνέμπορος ήθελε. Παράδειγμα, ο Παπαστράτος ερχόταν και επεξεργαζότανε καπνά με τον τόνο. Πληρώναν δηλαδή, «Θέλω να επεξεργαστώ δέκα τόνους», πληρώναν για την επεξεργασία δέκα τόνους. Και ο Παπαστράτος, η σημερινή γνωστή μεγάλη εταιρεία Παπαστράτος, επεξεργάζετο καπνά εκεί πέρα πάνω και ο Ελληνικός Οργανισμός Καπνού. Και μάλιστα ακόμη βλέπω, έχει τάβλες που λέει: «EOK», Ελληνικός Οργανισμός Καπνού. Υπάρχουν άλλα που λένε: «Ε.Ε.», Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης. Αυτά ήταν τα σήματα του καθενός για να ξεχωρίζουνε τα εργαλεία τους και τις τάβλες τους –τις τάβλες… αυτές που ξαπλώναν τα καπνά. Δηλαδή, περάσανε όλοι οι καπνέμποροι της περιοχής, για να κάνουνε επεξεργασία, από κείνο το καπνεργοστάσιο. Αυτά τα αρχεία τα έχω ακόμη. Οπότε, εγώ άρχισα να έχω μία ειδικότερη και λεπτομερέστερη πληροφόρηση από τη στιγμή που αγόρασα το καπνεργοστάσιο και εντεύθεν. Και όσα μου είπε και όσα μου λέει ακόμη η χήρα Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη, όσα μου είχε πει ο πεθερός μου σχετικά με το καπνεργοστάσιο αυτό και με τα καπνά στην περιοχή. Έτσι, βέβαια, κάποια στιγμή, μου είχανε ζητήσει από το Μουσείο Καπνού να τους δώσω μία πατητική μηχανή. Πατητική μηχανή είναι αυτές όπου μπαίνουνε μέσα τα καπνά και τα χτυπάνε, για να κάνουν τα δεμάτια. Αλλά δεν ήθελα να δώσω. Για ποιο λόγο; Διότι αν έδινα ένα τμήμα, θα χαλούσε η σειρά επεξεργασίας, καταλάβατε; Ή δίνεις όλη τη σειρά ή τίποτα. Μου είχανε ζητήσει, θυμάμαι, από το Μουσείο Καπνού μία πατητική, αλλά δεν την έδωσα, διότι τους είπα ότι θα χαλάσει όλη η σειρά επεξεργασίας. Και κάπου αλλού υπάρχει ένα μουσείο καπνού εδώ, στην περιοχή. Νομίζω στην Πεντάπολη, στην Πεντάπολη Σερρών, αν δεν με απατά η μνήμη μου. Που κι από εκεί μου ζητήσαν κάτι και τους είπα: «Δεν μπορώ να σας δώσω ένα κομμάτι της σειράς επεξεργασίας, γιατί θα χαλάσει». Όταν πέθανε, λοιπόν, ο Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης, η χήρα δεν είχε γνώσεις. Βέβαια, λειτούργησε υπό μορφήν ΑΕ, τη βάλανε πρόεδρο και ουσιαστικά τη φροντίδα, την επιμέλεια της παραγωγής, την είχε ο Δημήτριος Ζάνης. Ο Ζάνης ήτανε ο υπεύθυνος παραγωγής μέσα εκεί, που είχε ο Εμμανουηλίδης, ο οποίος είχε κόψει το χέρι του μέσα σε ένα μηχάνημα. Λοιπόν, [00:40:00]αυτόν τον εκτιμούσε πάρα πολύ ο Εμμανουηλίδης και εξακολούθησε να τον εκτιμάει και η χήρα. Διότι αυτός ο άνθρωπος είχε χάσει το χέρι του μέσα σε ένα μηχάνημα. Πήγε να τραβήξει κάτι και του έπιασε το μηχάνημα το χέρι. Τον είχα μάρτυρα σε πολλά δικαστήρια. Αλλά εξακολούθησε, λειτούργησε δηλαδή, από το ’86 μέχρι και το ’96-’97, δέκα χρόνια έγινε η επεξεργασία. Δηλαδή, μετά τον θάνατο του Εμμανουηλίδη, επί δέκα χρόνια περίπου, έγινε η επεξεργασία και υπεύθυνος ήτανε ο Δημήτριος Ζάνης, ο οποίος ήτανε έμπειρος, τον είχε ο Εμμανουηλίδης για να αγοράζει καπνά από την περιοχή, ήτανε γνώστης της δουλειάς. Η κυρία Εμμανουηλίδου ήταν μόνο, τυπικά, πρόεδρος της ΑΕ, αλλά μετά συνταξιοδοτήθηκε και έπαψε πλέον η ΑΕ να υφίσταται. Εγώ, θυμάμαι, έκανα κάποιες ενέργειες να κλείσει, να λυθεί. Και έκτοτε, και φορολογικά, εφόσον συνταξιοδοτήθηκε η χήρα, έπαυσε να υπάρχει και η εταιρεία «Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης – Καπνά εις Φύλλα ΑΚΕ» –Ανώνυμος Καπνεμπορική Εταιρεία, ΑΚΕ, έτσι λεγότανε, Α.Κ.Ε. Έπαυσε να υπάρχει. «Καπνά εις φύλλα». Έτσι λεγόταν η εταιρεία. Έπαψε να υπάρχει και φορολογικά, οπότε αυτό ήταν και το τέλος της νομικής υπόστασης της εταιρείας. Εφόσον, λοιπόν, συνταξιοδοτήθηκε και η Εμμανουηλίδου και κάποια άλλη μέλη –μια κυρία Γαλάτεια θυμάμαι, η οποία ήτανε η σύζυγος του Τάκη του Ζάνη, κι αυτή ήταν μέλος μέσα. Ήτανε, επίσης, η Μαργαρίτα η Γιαννάτου, ήτανε η αδελφή της Εμμανουλίδου της Ζαχαρούλας, Γιαννάτου –ήτανε ο γαμπρός της, του Γιαννάτου του γνωστού, με τα αυτοκίνητα, νομίζω TOYOTA. Αυτές αποτελούσανε το Δ.Σ. της Ανωνύμου Εταιρείας για κάποια χρόνια. Δηλαδή, δεν είχανε βέβαια γνώσεις για τα καπνά, αλλά ήτανε στο Δ.Σ. της Ανωνύμου Εταιρείας. Έτσι επήλθε το τέλος και σήμερα έχουνε κατέβει, λοιπόν, τα κεπέγκια. Γιατί για κεπέγκια πρόκειται, πραγματικά, αυτά είναι… τα μεταλλικά τα ρολά λέγονται κεπέγκια. Κεπέγκια έχει το καπνεργοστάσιο αυτό, μεταλλικά. Έτσι λέγονται, κεπέγκια. Μπορεί να μην είναι γνωστή η λέξη –τώρα, είναι τουρκική η λέξη; Κεπέγκια. Ναι, τουρκική πρέπει να είναι. Έχουνε κατεβασμένα τα κεπέγκια και ανοίγουνε μόνο όταν είναι να γίνει κάποια επίσκεψη.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη.
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί έπειτα από νομικό έλεγχο.
Περίληψη
Ο Θεόδωρος Λάμψιας μιλάει για το καπνεργοστάσιο «Εμμανουηλίδη», ένα από πιο εμβληματικά τοπόσημα στην Ελευθερούπολη Καβάλας, που πέρασε στην ιδιοκτησία του στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Αφηγείται την ιστορία του από την αρχή της λειτουργίας του, το 1927, όπως την έμαθε μέσα από τα αρχεία του εργοστασίου αλλά και τις διηγήσεις της χήρας του Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη, τέως ιδιοκτήτη. Το εργοστάσιο έπαψε να λειτουργεί το 2007, ο Θεόδωρος Λάμψιας όμως εξακολουθεί να το φροντίζει μέχρι και σήμερα και να δέχεται στον χώρο επισκέπτες που θέλουν να δουν από κοντά τις εγκαταστάσεις του και να γνωρίσουν ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας του τόπου.
Αφηγητές/τριες
Θεόδωρος Λάμψιας
Ερευνητές/τριες
Παρασκευή Μπάκαβου
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
24/09/2021
Διάρκεια
43'
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί έπειτα από νομικό έλεγχο.
Περίληψη
Ο Θεόδωρος Λάμψιας μιλάει για το καπνεργοστάσιο «Εμμανουηλίδη», ένα από πιο εμβληματικά τοπόσημα στην Ελευθερούπολη Καβάλας, που πέρασε στην ιδιοκτησία του στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Αφηγείται την ιστορία του από την αρχή της λειτουργίας του, το 1927, όπως την έμαθε μέσα από τα αρχεία του εργοστασίου αλλά και τις διηγήσεις της χήρας του Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη, τέως ιδιοκτήτη. Το εργοστάσιο έπαψε να λειτουργεί το 2007, ο Θεόδωρος Λάμψιας όμως εξακολουθεί να το φροντίζει μέχρι και σήμερα και να δέχεται στον χώρο επισκέπτες που θέλουν να δουν από κοντά τις εγκαταστάσεις του και να γνωρίσουν ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας του τόπου.
Αφηγητές/τριες
Θεόδωρος Λάμψιας
Ερευνητές/τριες
Παρασκευή Μπάκαβου
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
24/09/2021
Διάρκεια
43'