Ηλικιακός περιορισμός

Η συνέντευξη είναι διαθέσιμη μόνο για χρήστες άνω των 18 ετών.

Φρίντα Ήργη: Ξεκινώντας με μια κιθάρα στα 7, τραγουδίστρια στις «Κούπες»

[00:00:00]

Ε.Α.

Καλησπέρα! Θα μας πείτε το όνομά σας;

Φ.Ή.

αλησπέρα, ονομάζομαι Φρειδερίκη Ήργη.

Ε.Α.

Ονομάζομαι Στρατής Αλβανός, είμαι ερευνητής για το Ιστόρημα. Βρισκόμαστε στην Κέρκυρα, 3 Αυγούστου 2021. Έχουμε μαζί μας τη Φρειδερίκη ή αλλιώς Φρίντα, αυτοαποκαλούμενος Φρίντα, Φρίντα δεν αυτοαποκαλείσαι;

Φ.Ή.

Βεβαίως, ναι. Με φωνάζουνε και Φρίντα και Φρειδερίκη, αλλά αυτό που επικρατεί είναι το «Φρίντα».

Ε.Α.

Ωραία, θα σε λέω εγώ Φρειδερίκη για το σπάσιμο. Η Φρίντα είναι η τραγουδίστρια στην Καστοριά, κατάγεται από την Καστοριά, κι είναι η νυν τραγουδίστρια στο γνωστό καστοριανό συγκρότημα «Κούπες», που... Φρίντα, τώρα καινούριο μέλος στις «Κούπες», τώρα μπήκες;

Φ.Ή.

Ναι, ναι, έχει κάπου έναν μήνα, κοντά στον έναν μήνα.

Ε.Α.

Ok, ok. Ας πιάσουμε λίγο τα πράγματα απ’ την αρχή και θα καταλήξουμε και στις «Κούπες». Φρίντα, πού γεννήθηκες;

Φ.Ή.

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Καστοριά, στην πανέμορφη ορεινή Καστοριά, και σπουδάζω στη Θεσσαλονίκη τα τελευταία δύο χρόνια.

Ε.Α.

Γεννήθηκες και μεγάλωσες στην Καστοριά; Πώς ήταν να μεγαλώνεις στην Καστοριά;

Φ.Ή.

Πάρα πολύ ήσυχα, πάρα πολύ όμορφα, με μια νοοτροπία τελείως διαφορετική από αυτήν που συνάντησα χρόνια αργότερα στη Θεσσαλονίκη. Είναι μια πόλη στην οποία σου... υπάρχει μια δημιουργικότητα στην πόλη, που δυστυχώς τα τελευταία χρόνια δεν εκμεταλλεύεται σωστά, η αλήθεια είναι αυτή. Αλλά σε γενικές γραμμές, ήσυχα, όμορφα και με μια εξέλιξη θα έλεγα, ότι σου δημιουργεί μία τάση για να εξελιχθείς. Αλλά δυστυχώς εν τέλει, στην τελική γραμμή και ευθεία, δεν έχεις τη δυνατότητα να το πραγματοποιήσεις, τα όνειρα που σου δημιουργεί.

Ε.Α.

Σου δημιουργήθηκε εσένα τάση εξέλιξης στην Καστοριά;

Φ.Ή.

Μου δημιουργήθηκε, ναι, γιατί η Καστοριά έχει πάρα πάρα πολλούς μουσικούς, πάρα πολλούς καλλιτέχνες, ζωγράφους, αθλητές, και συναναστρεφόμαστε όλοι μεταξύ μας, αλλά... μοιραζόμαστε τα όνειρα και τις σκέψεις μας. Αλλά όλοι έχουμε εν τέλει καταφύγει σε κάποια μεγαλύτερη πόλη, για να πραγματοποιήσουμε αυτά τα θέλω και τα όνειρά μας.

Ε.Α.

Εσένα γιατί σε φέρανε όμως πίσω στην Καστοριά;

Φ.Ή.

Με φέρανε πίσω στην Καστοριά οι «Κούπες». Με τα παιδιά που δημιούργησαν το συγκρότημα έχω μια σχέση από πάρα πολύ μικρή ηλικία και πάντα τους θαύμαζα, και σαν άτομα και σαν μουσικούς, και ήτανε πολύ μεγάλη η ευχαρίστησή μου να γυρίσω Καστοριά και να... και στην Καστοριά που μου δημιούργησε κιόλας τα όνειρα που προανέφερα, να τα... να προσπαθήσω να τα αξιοποιήσω. Οπότε ήτανε μια ευκαιρία.

Ε.Α.

Είχες εσύ επαφή με τη μουσική, όταν ήσουνα πιο μικρή;

Φ.Ή.

Είχα, η πρώτη στιγμή που ανακάλυψα ότι έχω την τάση προς τη μουσική ήταν από τον πατέρα μου, που έχει μία απίστευτη συλλογή με δίσκους και έπαιζε και μου έπαιζε, όταν ήμουνα μικρή. Δεν είναι μουσικός βέβαια, απλά είχε το πάθος για τη μουσική, το οποίο με παρότρυνε να ψάξω περισσότερα πράγματα και να καταλάβω ότι έχω μια καλή φωνή που μπορώ να δουλέψω, να ζητήσω το πρώτο μου μουσικό όργανο στην ηλικία των 7 και από κει και πέρα να προσπαθώ μόνη μου να εξελίξω αυτό το ταλέντο, αυτήν την κλίση, ας πούμε.

Ε.Α.

Στα 7 σου δηλαδή αποφάσισες ότι θες να παίξεις μουσική;

Φ.Ή.

Ναι, ναι, στα 7 μου, άρχισα να γράφω κιόλας και τα πρώτα μου κομμάτια. Εκεί γνώρισα και τον Μπάμπη κιόλας, τον κιθαρίστα αυτής της μπάντας που είμαι τον τελευταίο μήνα, και μου έδειξε τα πρώτα βήματα. Οπότε ο θαυμασμός, ας πούμε, ξεκίνησε από εκεί, και τα κίνητρα.

Ε.Α.

Ποιο ήταν το πρώτο σου όργανο;

Φ.Ή.

Μία κιθάρα κλασική τριών τετάρτων, ως χριστουγεννιάτικο δώρο.

Ε.Α.

Φαντάζομαι είχες χαρεί πολύ εσύ τότε όμως όταν το πήρες.

Φ.Ή.

Ναι, εννοείται, εννοείται. Δεν ήξερα τι να κάνω ακριβώς με αυτό, η αλήθεια είναι, την πρώτη φορά που το είδα, πιο πολύ εντυπωσιάστηκα πάρα ασχολήθηκα μαζί του. Αλλά μεγαλώνοντας και ωριμάζοντας και που κατάλαβα και είδα και μου δημιουργήθηκαν κάποια είδωλα, άρχισα να μαθαίνω πιο ποιοτικά και ουσιαστικά πράγματα για αυτό το όργανο.

Ε.Α.

Τι είδωλα σού δημιουργήθηκαν;

Φ.Ή.

Εντάξει, ό,τι είδωλο μπορεί να δει ένα επτάχρονο-δεκάχρονο παιδί στην εποχή του. Εγώ, εντάξει, σαν είδωλο από τον πατέρα μου είχα τους «Guns and Roses», τους «AC/DC», λίγο και Avril Lavigne που ήταν οι στιγμές της τότε. Και έτσι, μ’ αυτά τα είδωλα, νομίζω πως έχει χτιστεί ένα μεγάλο κομμάτι, και μουσικό και ψυχολογικό, του εαυτού μου.

Ε.Α.

Οπότε μαθαίνεις κιθάρα στα 7, ξεκινάς να μαθαίνεις κιθάρα στα 7 σου;

Φ.Ή.

Ναι.

Ε.Α.

Πώς πήγε αυτό;

Φ.Ή.

Αυτό ήτανε πάρα πολύ δύσκολο, γιατί σαν παιδί με ενθουσίαζαν και πολλά πράγματα. Είμαι αρκετά κοινωνικός άνθρωπος, ας πούμε, και περνούσα αρκετές ώρα έξω, δεν ήμουνα τόσο μοναχική, έτσι ώστε να έχω τις απαραίτητες ώρες για να μάθω να παίζω κιθάρα. Οπότε ήταν λίγο δύσκολο και επειδή δεν είχα ακριβώς κάποιον πάνω από το κεφάλι μου, να μου λέει ότι κάνω κάτι σωστό, κάτι λάθος ή: «Αυτό θα το κάνεις πιο εύκολα με κάποιον διαφορετικό τρόπο», κι έτσι δυσκολευόμουνα και ζοριζόμουνα. Αλλά ευτυχώς είχα πολύ πείσμα και εν τέλει άρχισα να μαθαίνω κάποια πραγματάκια, που όσο μάθαινα τόσο ενθουσιαζόμουνα, με αυτά που ανακάλυπτα.

Ε.Α.

Η εφηβεία, πώς ήταν η εφηβεία, έπαιζες μουσική;

Φ.Ή.

Στην εφηβεία, μπήκα στην πρώτη μου μπάντα γύρω στα 15 μου χρόνια, λεγότανε «Up Laws», γνώρισα τα μέλη αυτής της μπάντας στο Λύκειο, που ψάχνανε, θυμάμαι, τραγουδίστρια. Και στην αρχή δεν ήξεραν πώς να με προσεγγίσουν ακριβώς, δεν ήξεραν ποια είμαι, τι θέλω, άμα θα ’ναι το... άμα θα ’μαι το απαραίτητο στιλ για την μπάντα που ήθελαν να δημιουργήσουν. Οπότε, πρώτα γίναμε φίλοι, που ήταν πολύ σημαντικό αυτό για τη συνέχεια της μπάντας, και μετά έγινε αυτή η πρόταση, το ότι: «Θέλουμε να δημιουργήσουμε μια μπάντα, rock, και θέλουμε να ’σαι μέσα σ’ αυτή».

Ε.Α.

Πώς θα μου περιέγραφες γενικά τα εφηβικά σου χρόνια στην Καστοριά;

Φ.Ή.

Τα εφηβικά μου χρόνια, εντάξει, ήμουν πάντα δύσκολο παιδί, ήμουνα πολύ δύσκολο παιδί βασικά. Επειδή ήμουνα ακριβώς δημιουργικό και ήθελα να ανακαλύψω πάρα πολλά πράγματα πάρα πολύ νωρίς, βιαζόμουνα πάρα πολύ να μεγαλώσω, να ερωτευτώ, να κάνω τη μία βλακεία πίσω από την άλλη, να πιω τον πρώτο μου καφέ. Οπότε τα άρχισα από πολύ νωρίς, να συναναστρέφομαι και να γνωρίζω κόσμο, να παραγγέλνω καφέδες έξω σε μαγαζιά αντί σοκολάτες από τα 13-14 και πάντα ήθελα... ποτέ δεν άκουγα τους γονείς μου στα βασικά πράγματα, στο να γυρίσω, ας πούμε, σπίτι νωρίς, 21:00 η ώρα. Ποτέ δεν γυρνούσα την ώρα που θα ’πρεπε στο σπίτι μου και δημιουργόντουσαν πάρα πολλές εντάσεις, που οι γονείς μου, καλά να ’ναι, διαχειρίστηκαν πολύ σωστά, παρ’ ότι τις δυσκολίες. Αλλά νομίζω πως δεν μετανιώνω τίποτα και άμα με ρωτούσε κάποιος άμα θα γυρνούσα τον χρόνο πίσω για να τα αλλάξω αυτά, να μη βιάζομαι τόσο και να μην ενθουσιάζομαι τόσο με τις περιστάσεις, δεν θα τ’ άλλαζα απολύτως τίποτα, γιατί έφτιαξαν ένα πολύ σημαντικό σημείο του χαρακτήρα μου, είναι... μ’ έκαναν αυτό που είμαι, άσχετα που έμαθα... ανακάλυψα κάποιες εμπειρίες πιο νωρίς ίσως. Αλλά νομίζω ένας δημιουργικός άνθρωπος θα με... με ανησυχίες βασικά θα με καταλάβει σε αυτό το κομμάτι.

Ε.Α.

Ήσουν αντιδραστική δηλαδή;

Φ.Ή.

Ήμουνα πολύ αντιδραστική, ναι. Είχα αυτό το χαρακτηριστικό.

Ε.Α.

Θεωρούσουνα από την Καστοριά το μαύρο ψάρι;

Φ.Ή.

Ναι, ναι, πάντα, και από φίλους και από γνωστούς και από οικογενειακούς φίλους, γιατί αισθανόμουνα πάντα ότι σκεφτόμουνα λίγο διαφορετικά από τα υπόλοιπα παιδιά στην ηλικία μου. Από πάντα, από μικρή, μ’ άρεσε εμένα το μαύρο χρώμα, ας πούμε, ενώ στα υπόλοιπα άρεσε το πράσινο, το κόκκινο, το μωβ. Εγώ ήθελα από πάντα να βγαίνω έξω βόλτες, να εξερευνώ τη φύση, να πηγαίνω πάνω στο βουνό, να πηγαίνω να παρατηρώ κάποιο ποτάμι και όχι να πηγαίνω σε καφετέριες τόσο και να ψάχνω[00:10:00] για στέκια, παρέες και τα σχετικά. Ήθελα να είμαι με τους φίλους μου και να εξερευνώ, να ανακαλύπτω νέα πράγματα.

Ε.Α.

Στο Λύκειο οπότε γνωρίζεις τα παιδιά από την μπάντα;

Φ.Ή.

Ναι, στο Λύκειο τα γνώρισα, γίναμε φίλοι και μετά, όταν μπήκαμε στο στούντιο, παίξαμε... το πρώτο κομμάτι που παίξαμε ήτανε το «Sweet Dreams» από... σαν διασκευή από τον Marilyn Manson, που το έχει κάνει και μια υπέροχη διασκευή κι ο ίδιος. Κι έτσι, δεν ήτανε κάτι... σε συνεννόηση να παιχτεί αυτό το κομμάτι, ας πούμε. Αλλά εκεί ήταν που καταλάβαμε όλοι, να τζαμάρουμε, ας πούμε, που ξεκινήσαμε, καταλάβαμε όλοι ότι ήμασταν στην ίδια σελίδα και ότι θα συνεχίσουμε αυτό το υπόλοιπο ταξίδι μαζί.

Ε.Α.

Είχες ξανατραγουδήσει εσύ;

Φ.Ή.

Μπροστά σε κοινό εννοείς; Μπροστά σε κοινό όχι, δεν είχα τραγουδήσει ποτέ, δεν το ’χα μοιραστεί αυτό το ταλέντο, ας πούμε, ούτε με τους δικούς μου, την οικογένειά μου. Ήμουνα πολύ κλειστή σε αυτό, γιατί δεν ήμουνα σίγουρη ακριβώς. Οπότε την πρώτη φορά που είπα στον μπαμπά μου και την μαμά μου ότι θέλω να... ότι μπήκα τραγουδίστρια σε μια μπάντα, δεν ήξεραν ότι έχω κλίση προς το τραγούδι απαραίτητα εκτός από την κιθάρα και αιφνιδιάστηκαν και οι ίδιοι, ας πούμε. Τότε έκανα... κάναμε το πρώτο μας live μετά, που το κανόνισε ο πατέρας μου κιόλας στο... σε ένα μαγαζί της Καστοριάς που λέγεται «Blue Note». Και εκεί ήταν μία υπέροχη βραδιά. Εντάξει, εννοείται έγιναν λάθη, εννοείται εφηβική μπάντα, αλλά είχαμε κάποιες υπέροχες στιγμές, μας υποστήριξε πολύς κόσμος της ηλικίας μας και ναι, ήτανε μια πολύ όμορφη βραδιά.

Ε.Α.

Πώς φτάσατε στο σημείο να κάνετε το live, πώς πηγαίναν οι πρόβες, ας πούμε;

Φ.Ή.

Στην αρχή κάναμε πρόβες χωρίς να ’χουμε στο μυαλό μας ότι θα κανονίσουμε κάποιο live ή ότι θα παίξουμε μπροστά σε κοινό. Και καταλάβαμε όμως ότι έχουμε... είμαστε λίγο παραπάνω από καλοί, για αυτοδίδακτοι μουσικοί, αν θες, και ρωτήσαμε σε μαγαζιά, πήγαμε σε live, είδαμε πώς κινείται... πώς κινούνται οι υπόλοιπες μπάντες οι τοπικές, τις υποστηρίζαμε πολύ, μαθαίναμε απ’ αυτούς. Και... καταλάβαμε ότι ήρθε η στιγμή να κάνουμε και κάτι δικό μας, με διασκευές πάντα. Αλλά ναι, τότε ξεκινήσαμε να κάνουμε τα πρώτα live και μόνο στην Καστοριά. Και έπειτα σε φεστιβάλ να κάνουμε opening σε υπόλοιπες μπάντες, όπως κάναμε στο Μανιάκι της Καστοριάς, ανοίξαμε μια μπάντα, στην οποία αυτήν τη στιγμή τυχαίνει να βρίσκομαι, στις «Κούπες». Και τότε νομίζω ότι έκανα τα πρώτα μου βήματα σαν... και να αρχίσω να αισθάνομαι σαν μουσικός ανάμεσα στις υπόλοιπες μπάντες.

Ε.Α.

Πώς ήτανε το πρώτο live; Θέλω να μου αφηγηθείς το πρώτο live, το πρώτο βράδυ.

Φ.Ή.

Το πρώτο live, ήμασταν τόσο αγχωμένοι και τόσο ενθουσιασμένοι, που είχαμε προσλάβει προσωπικό, προσλάβει… Είχαμε ζητήσει χάρες από επαγγελματίες του χώρου, ας πούμε, μακιγιάζ, να μας βάψουνε εμένα και την κοπέλα που παίζει μπάσο, που έπαιζε μπάσο σε εκείνη την μπάντα, είχαμε προσλάβει μακιγιάζ. Είχαμε ζητήσει γνώμες από επαγγελματίες για το πώς θα πρέπει να ντυθούμε, που δεν χρειαζόντουσαν όλα αυτά, αλλά επειδή είχαμε την ένταση και θέλαμε να ’μαστε τέλειοι, είχαμε την ανάγκη να το προσπαθήσουμε. Οπότε φτάσαμε στο μαγαζί μισή ώρα πριν από την ώρα που είχαμε πει για το soundcheck, γιατί θέλαμε να πάνε όλα τέλεια, μπήκαμε μέσα, κάναμε το... είδαμε την πρώτη μας επαφή για το πώς δουλεύει ακριβώς ο ήχος και πόσο καλύτερα μπορούμε να ακουστούμε με τη βοήθεια κάποιου ηχολήπτη. Δεν ήμασταν μόνοι μας στο στούντιο και τζαμάραμε πλέον. Εκεί πήραμε το... πήραμε πολύ μεγάλο boost, μας κέρασαν τα πρώτα μας σφηνάκια σαν μουσικοί του χώρου, πρέπει να πίνουμε σφηνάκια για να ανεβαίνει η διάθεση πριν από κάθε live. Και άρχισε να... δεν περιμέναμε να ’χουμε κόσμο, αλλά όταν άρχισαν να μπαίνουνε οι πρώτοι άνθρωποι μέσα στο μαγαζί, όχι μόνο φίλοι μας, και άγνωστοι Καστοριανοί που είχαν απλά την περιέργεια να δούνε μια καινούρια μπάντα στον χώρο, σε αυτό το πολύ όμορφο ροκάδικο τότε, γεμίσαμε το μαγαζί. Και ήταν... είναι πολύ όμορφο συναίσθημα να ξέρεις ότι σε υποστηρίζει κόσμος και να κάνεις τον κόσμο να διασκεδάζει με τη μουσική σου, με αυτό που κάνεις. Και εννοείται, παρ’ όλο που δεν το ’χαμε στο μυαλό μας, ξεκινήσαμε να κάνουμε το ένα live πίσω από το άλλο, για να προσφέρουμε ακριβώς το ίδιο συναίσθημα, σε ακόμα περισσότερο κόσμο.

Ε.Α.

Φαντάζομαι πως το άγχος που ένιωθες στην πρώτη φορά στο stage δεν το έχεις ξανανιώσει από τότε.

Φ.Ή.

Όχι, το άγχος σταμάτησε για εμένα προσωπικά πάρα πολύ γρήγορα, γιατί δεν συγκρινόταν ανάμεσα στον ενθουσιασμό που είχα, άρχισε να εξαφανίζεται. Μέχρι που το μόνο άγχος που έμεινε ήτανε το... είναι και θα είναι το δημιουργικό.

Ε.Α.

Οπότε κάνετε το πρώτο live, πώς το γιορτάσατε;

Φ.Ή.

Πήγαμε πρώτα στους γονείς μας, να πάρουμε την επιβεβαίωση, το πώς ακούστηκαν, πώς ακούστηκαν τα όργανα, πώς ακούστηκαν οι φωνές, ο ήχος. Εντάξει, εννοείται ότι ήταν πολύ υποστηρικτικοί, δεν ξέρουμε γιατί μέχρι και σήμερα. Αλλά το γιορτάσαμε πίνοντας πάρα πολλές μπύρες, πάρα πολλά ποτά, πάρα πολύ έξω βόλτες και πάντα από τότε, χωρίς να έχει κανονιστεί, μαζευτήκαμε στο τέλος της βραδιάς στο στούντιο που κάναμε τις πρόβες και κοιμηθήκαμε, μας πήρε ο ύπνος όλους εκεί πέρα. Οπότε από κει και πέρα, σε κάθε live, καθιερώθηκε το sleepover στο στούντιο και σε κάθε live κάναμε το ίδιο ακριβώς sleepover.

Ε.Α.

Εσύ εκείνη την εποχή είχες κι άλλες ασχολίες πέρα από τη μουσική;

Φ.Ή.

Είχα και έχω βασικά μία ασχολία, ένα πάθος, το βόλεϊ, που το ’χω παράλληλα. Δηλαδή... και συμμετέχω σε αγώνες κάθε Σαββατοκύριακο και μετά πηγαίνω απευθείας σε ένα live που ίσως έχουμε κανονίσει. Και η αλήθεια είναι ότι είναι ένα πολύ μεγάλο δίλημμα ζωής και μία απόφαση που πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα χρειαστεί να πάρω, γιατί δεν γίνεται να συνυπάρξουν τόσο όσο τα θέλω και θέλω να εξελιχθώ στο κάθε απ’ αυτά, στο καθένα απ’ αυτά. Οπότε εντάξει, δεν ήρθε η ώρα να πάρω αυτήν την απόφαση, αλήθεια, για το ποιο θα ’ναι το επαγγελματικό μου... ποια θα είναι η επαγγελματική μου πορεία και ποιο θα είναι το χόμπι μου. Είναι κάτι που με τρομάζει αλλά με ενθουσιάζει και ταυτόχρονα το τι μπορεί να γίνει.

Ε.Α.

Έπαιζες στην ομάδα της Καστοριάς;

Φ.Ή.

Ναι, έπαιζα στην ομάδα της Καστοριάς για δέκα χρόνια. Πολύ πριν να ασχοληθώ με τη μουσική ξεκίνησα τον αθλητισμό, πάλι έχοντας είδωλο τον πατέρα μου, που κι αυτός ήτανε βολεϊμπολίστας στα νιάτα του. Και συνεχίζω τώρα να παίζω σε διάφορες ομάδες στη Θεσσαλονίκη, πιο επαγγελματικά, οπότε είμαι στο δρομολόγιο Καστοριάς-Θεσσαλονίκης, Καστοριά είμαι ο μουσικός και Θεσσαλονίκη είμαι ο αθλητής.

Ε.Α.

Έχεις διακριθεί, διακρίσεις στο βόλεϊ;

Φ.Ή.

Όχι πολύ μεγάλες, γιατί στο βόλεϊ υπάρχει αρκετός ανταγωνισμός και είναι ένα άθλημα που στην Ελλάδα δεν είναι τόσο ψηλά όσο σε άλλες χώρες. Είναι... δεν υποστηρίζεται τόσο πολύ, αλλά έχω συμμετάσχει σε κάτι πανελλήνια, κάποιες διακρίσεις και στο beach volley και στη σάλα, κάποιες θέσεις, κάποια μετάλλια, αλλά μέχρι εκεί. Δηλαδή δεν έχω προχωρήσει, δεν έχω πάρει ποτέ πρώτη θέση στο πανελλήνιο για να πάρω μια γεύση του βόλεϊ εκτός Ελλάδας. Παρά μόνο το καλοκαίρι του 2016, που είχα την ευκαιρία και πήγα σε ένα κάμπινγκ στη Σερβία, το οποίο κάμπινγκ ήτανε για προπονήσεις βόλεϊ, δύο και τρεις προπονήσεις την ημέρα, για να εξελιχθείς, να πάρεις κάποια διάκριση, να σε δει κάποιος έτσι ώστε να προχωρήσεις παραπάνω. Δυστυχώς, ενώ υπήρχε το ταλέντο, δεν υπήρχε το ύψος, γιατί στο βόλεϊ παίζει αρκετά σημαντικός ρόλος το ύψος. Και τότε [00:20:00]ήταν που άρχισα να δουλεύω πάρα πολύ το άλμα μου, έτσι ώστε να μπορώ να φτάνω ψηλότερα από κάποια ψηλή με το άλμα μου και τα κατάφερα. Και από εδώ και πέρα, ανοίγονται πόρτες, ευκαιρίες...

Ε.Α.

Πώς είναι να ζεις σε μια κατασκήνωση βόλεϊ; Και αρχικά πόσον καιρό είχες μείνει εκεί;

Φ.Ή.

Δέκα μέρες είχα μείνει, ήμασταν σε ένα ξενοδοχείο. Δεν είναι ούτε διακοπές, δεν είναι ούτε χαλάρωση, ούτε ξενάγηση. Είναι αφοσίωση, είναι δέσμευση. Ήτανε γήπεδο, σπίτι, μπάνιο, γήπεδο. Ήτανε δύσκολο, αλλά δούλευες με κάποιους από τους μεγαλύτερους προπονητές στον χώρο. Μάθαινες πράγματα που δεν μάθαινες εύκολα εδώ πέρα στην Ελλάδα, γιατί δεν έχει εξελιχθεί το άθλημα στην Ελλάδα όσο έχει εξελιχθεί εκεί πέρα. Και επίσης αλλάζει η ζωή σου διατροφολογικά, μαθαίνεις τι πρέπει να τρώει ένας αθλητής, μαθαίνεις τι πρέπει να πίνει ένας αθλητής, το πώς μπορεί να προστατεύει τον εαυτό του, έτσι ώστε να μην παρασυρθεί ή να μην καεί, να μη γίνεται τίποτα στην υπερβολή.

Ε.Α.

Ποιο είναι ο πιο... ποιος είναι ο πιο δύσκολος αγώνας που ’χεις παίξει στο βόλεϊ;

Φ.Ή.

Ο πιο δύσκολος αγώνας που έχω παίξει δεν είναι... δεν ήταν απαραίτητα ο πιο δύσκολος ανταγωνιστικά, αλλά ήταν όταν ήμουν 16 χρονών, κορασίδα, και θέλαμε πάρα πολύ να πάρουμε μία διάκριση για να πάμε να παίξουμε με την ομάδα Καστοριάς στη Θεσσαλονίκη, με κάποιες από τις μεγαλύτερες ομάδες στην Ελλάδα. Και για να την πάρουμε αυτή τη διάκριση, έπρεπε να νικήσουμε την ομάδα του Κιλκίς, που ήτανε μια πάρα πολύ καλή ομάδα, πάρα πολύ καλές παίκτριες. Και για να πάρουμε όμως και την πρόκριση, έπρεπε να πάρουμε τρία σετ και η άλλη ομάδα δεν έπρεπε να κερδίσει παραπάνω από ένα, γιατί... πάνω από ένα σετ. Γιατί είχαμε... ήμασταν πολύ κοντά στους πόντους. Οπότε είχαμε και το άγχος το: «Πρέπει να το πάρουμε με 3-0 ή με 3-1». Οπότε μπήκαμε μέσα με πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση, αλλά και άγχος και θέληση, πάθος. Χάσαμε το πρώτο σετ και στεναχωρηθήκαμε πολύ. Αλλά εκείνη τη στιγμή μάς είπε ο προπονητής ότι δεν πρέπει να απογοητευόμαστε, γιατί από εδώ και πέρα δεν έχουμε κάτι να χάσουμε. Χάσαμε ήδη όσα μπορούσαμε να χάσουμε και ή θα μπαίναμε μέσα στο γήπεδο και θα παίρναμε τα υπόλοιπα τρία σετ ή δεν θα το κάναμε. Γιατί δεν είναι το παν η διάκριση, αλλά το να ευχαριστηθούμε το παιχνίδι. Οπότε μπήκαμε μέσα έχοντας τίποτα να χάσουμε από εκείνο το σημείο κι έπειτα. Πήραμε και το... πήραμε το πρώτο σετ, πήραμε και το δεύτερο σετ. Και μόλις φτάναμε στο τρίτο και μπήκαμε με σιγουριά ότι είχαμε νικήσει το παιχνίδι, ήμασταν με προβάδισμα 16-4. Είχαμε αρχίσει ήδη να πανηγυρίζουμε και εμείς και η κερκίδα και οι προπονητές. Αλλά εκεί είναι που καταλαβαίνεις το ότι είναι κάτι που δεν μπορείς να κάνεις, γιατί στον αθλητισμό μπορούν να γίνουνε τα πάντα, έχουμε δει τις πιο απίστευτες ανατροπές να γίνονται. Κι έτσι κι έγινε. Αρχίσαμε να χάνουμε με ένα σερί 16-18. Δεν είχαμε πάρει ούτε έναν πόντο από το 16-4. Χάναμε με 16-18, τρέμαμε, ήτανε απίστευτη η αγωνία. Γι’ αυτό τον χαρακτηρίζω αυτόν σαν τον πιο δύσκολο αγώνα της ζωής μου, γιατί ήτανε αγώνας, ήτανε αγώνας, ήτανε ιδρώτας, ήτανε... Ένιωθες ήδη την απογοήτευση, το: «Γιατί ενθουσιάστηκα τόσο νωρίς;», ήταν... Και θυμάμαι πάρα πολύ χαρακτηριστικά να ξαπλώνω κάτω στο γήπεδο, στο παρκέ. Είχαμε πάρει και τα δύο time-out από τον προπονητή, οπότε ήμασταν μόνοι μας σε εκείνο το σημείο. Οπότε ξάπλωσα στο παρκέ, άρχισα να παίρνω ανάσες, να... Kαι ήρθε τότε μια συμπαίκτριά μου, που είχα... που έχω πάρα πολύ... σε πάρα πολύ υψηλή εκτίμηση, με αγκάλιασε και μου ’πε: «Είπαμε ότι δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε, οπότε ξεκόλλα». Και σηκώνομαι και έρχεται το σερβίς επάνω μου, κάνω την υποδοχή, παίρνω την επίθεση, πηγαίνω στο σερβίς. Κάνω τρεις άσσους, τρεις άσσους, οπότε είχαμε ένα προβάδισμα των... το 20-18. Χάνουμε τον επόμενο πόντο όμως, μας ισοφαρίζουνε με 20-20. Παίρνουμε άλλους δύο πόντους από επίθεση, από τη διαγώνιο μας, οπότε γυρνάει το σκορ στο 22-20. Και τους τρεις τελευταίους άσσους από την κεντρικό μας... την κεντρική μας παίκτρια. Οπότε νικάμε το παιχνίδι, συνειδητοποιούμε ότι κερδίσαμε το πρωτάθλημα της δυτικής Μακεδονίας, της βορειοδυτικής Μακεδονίας, εκτός Θεσσαλονίκης. Και όλη η κερκίδα μπήκε μέσα στο γήπεδο, υπήρχανε πάρα πολλά κλάματα από την ένταση, από τη χαρά. Βέβαια μετά που πήγαμε στη Θεσσαλονίκη, αντιμετωπίσαμε κάτι πολύ πρωτόγνωρο, πολύ εντυπωσιακό. Χάσαμε όλα τα ματς. Αλλά δεν μας πείραζε, δεν μας πείραζε, γιατί εκεί είχαμε βάλει τον στόχο μας και τον πετύχαμε.

Ε.Α.

Εσύ ήθελες να ασχοληθείς με τον αθλητισμό;

Φ.Ή.

Ήθελα, ναι, ήθελα, από τότε που ο πατέρας μου μού εξήγησε την ιστορία του σαν αθλητής, που αυτοί δεν είχανε τα... τότε, εκείνη την εποχή, κάποιον προπονητή κι ήτανε μόνοι τους και το τι χτίζανε για να καταφέρουν αυτό που θέλανε. Και μου έδωσε να καταλάβω το πόσο υπέροχος είναι ο αθλητισμός και το πόσο τυχεροί ήμασταν που είχαμε τους προπονητές μας, τους γονείς μας και όλα αυτά τα παραδείγματα αθλητισμού. Οπότε ήτανε πάντα κάτι που με ιντρίγκαρε.

Ε.Α.

Πανελλαδικές;

Φ.Ή.

Πανελλαδικές, ήμουνα ένα παιδί πάντα που σιχαινόμουνα το διάβασμα, σιχαινόμουνα το διάβασμα. Το μόνο που ήτανε οι πανελλαδικές για μένα και το μόνο που έχω να πω είναι ότι δεν είναι το παν. Γίνεται, δημιουργείται πάρα πολύ μεγάλη ένταση, για μένα, χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερος λόγος, και όχι τόσο από τα σχολεία, όσο από τον ίδιο σου τον κύκλο, τον οικογενειακό, και τους ανθρώπους που νομίζεις εκείνη την περίοδο ότι είναι φίλοι σου. Αλλά δεν θέλει καθόλου άγχος, πρέπει να έχεις το πρόγραμμα εσύ που θέλεις, όχι το πρόγραμμα που σου βάζει ούτε το φροντιστήριο, ούτε το σχολείο, ούτε οι γονείς σου. Να ξέρεις εσύ αυτό που θέλεις, ποιες είναι οι δυνατότητές σου, πόσο χρόνο μπορείς να αφοσιώσεις στο διάβασμα και να... για να πετύχεις τον στόχο που θέλεις. Εγώ ήμουν ένα παιδί το οποίο, άμα δεν έβγαινα τρεις και τέσσερεις και πέντε φορές την εβδομάδα έξω, δεν μπορούσα να κάτσω σπίτι να διαβάσω. Θα διάβαζα δύο ώρες την ημέρα το πολύ, εκτός άμα υπήρχε κάποιο διαγώνισμα που με ενδιέφερε. Και έτσι κατάφερα και έγραψα αρκετά παραπάνω μόρια από αυτά που χρειαζόμουνα για Γυμναστική Ακαδημία που εν τέλει πέρασα. Και ήμουνα πάρα πολύ ευχαριστημένη, αλλά είχα... ήμουνα... είχα ξεκαθαρίσει στον κόσμο γύρω μου το ότι εγώ το διάβασμα που θέλω να κάνω και με βοηθάει και έχει αποτέλεσμα είναι αυτές οι ώρες και το ξέρω αυτό για τον εαυτό μου. Οπότε δεν χρειάζεται να αφήνεις κανέναν να σου πει πόση ώρα θα διαβάσεις, άμα εσύ ο ίδιος ξέρεις πόση ώρα πρέπει να διαβάσεις και πού να πας και τι να κάνεις.

Ε.Α.

Πώς ήτανε όταν είδες πόσα μόρια έχεις γράψει; Το πίστευες;

Φ.Ή.

Το περίμενα ότι θα έγραφα αρκετά μόρια, η αλήθεια είναι, γιατί πίστευα πάντα στον εαυτό μου, πάντα ήμουν παιδί με αυτοπεποίθηση. Η σχολή που ήθελα είχε 18.000 μόρια βάση, εγώ έγραψα 16.591, αλλά είχα και τα αθλήματα του στίβου, έτρεξα 200 μέτρα, πήδηξα άλμα εις μήκος και πέταξα και σφαίρα, τα οποία μού έδωσαν 3.000 μόρια παραπάνω, οπότε πήγα στα 19.600. Είχα πάρα πολύ καλό προπονητή στον στίβο και με βοήθησε πάρα πολύ. Με παρότρυνε να συνεχίσω με στίβο και να παρατήσω το βόλεϊ, αλλά ποτέ δεν θα το έκανα αυτό. Κανένας γύρω μου δεν το πίστευε, γιατί κανένας γύρω μου δεν πίστευε την φιλοσοφία το ότι ένα παιδί 17-18 χρονών θα έχει τη δυνατότητα και θα είναι τόσο συνειδητοποιημένο [00:30:00]έτσι ώστε να ξέρει το πόσο πρέπει να διαβάσει ή το... ή ακόμα και το τι σχολή θέλει να περάσει. Οπότε ο κόσμος που σοκαρίστηκε δεν ήταν εγώ, ήτανε ο κόσμος γύρω μου. Εγώ πάντα πίστευα στον εαυτό μου.

Ε.Α.

Οπότε περνάς εσύ στη Θεσσαλονίκη;

Φ.Ή.

Ναι, πέρασα στη Θεσσαλονίκη και ήτανε το μεγαλύτερο άλμα που ’χω κάνει στη ζωή μου. Η Θεσσαλονίκη μού άνοιξε πόρτες και γνώρισα ανθρώπους που στην Καστοριά δεν είχα... δεν πίστευα ποτέ ότι θα γνωρίσω. Ότι άλλαξε η νοοτροπία μου, άνοιξε το μυαλό μου, το κεφάλι μου, έμαθα να διαβάζω τον κόσμο, τους ανθρώπους γύρω μου. Έμαθα να βγαίνω έξω μόνη μου, χωρίς να έχω πρόβλημα με αυτό. Να πηγαίνω βόλτα και να συναντάω άλλους ανθρώπους που είναι έξω μόνοι τους και να κάνουνε το ίδιο. Να γνωρίζω μουσικούς στον δρόμο, το οποίο ήτανε το πιο μαγικό για εμένα πράγμα, γιατί στην Καστοριά δεν έβλεπα κάποιον που να έβγαινε έξω με την κιθάρα του να παίζει μουσική στον κόσμο. Αυτό το είδα στη Θεσσαλονίκη και εντυπωσιάστηκα και γνώρισα και πάρα πολλούς ανθρώπους, με τους οποίους, από εκεί και πέρα, βγαίνουμε κάθε Σαββατοκύριακο στην παραλία στης Θεσσαλονίκης και κάνουμε ακριβώς το ίδιο πράγμα. Και γνωρίζουμε άλλους ανθρώπους και μοιραζόμαστε αυτήν την ιδέα και αυτήν τη νοοτροπία μαζί τους.

Ε.Α.

Ήσουν φοβισμένη καθόλου στη Θεσσαλονίκη, προερχόμενη και από την Καστοριά που είναι μικρή πόλη;

Φ.Ή.

Ήμουνα λίγο φοβισμένη, ήμουνα λίγο φοβισμένη, γιατί δεν ήμουνα σίγουρη για το πώς ακριβώς θα μπορούσα να προστατεύσω τον εαυτό μου άμα μου τύχαινε κάτι, ένα βράδυ που θα γυρνούσα σπίτι μόνη μου, στα τελευταία 50 μέτρα που θα με άφηνε το ταξί, ας πούμε, από το σπίτι, ή το τι κόσμο θα γνώριζα μέσα σε ένα μπαράκι. Γιατί ξαφνικά έμπαινα μέσα σε ένα μαγαζί, στο οποίο δεν έβλεπα τον άνθρωπο που ήξερα έστω φατσικά, δεν έβλεπα ανθρώπους που ήξερα πού μένουνε, πώς τους λένε, πόσων χρονών είναι, αυτό που είχαμε στην Καστοριά. Οπότε αυτό ίσως με φόβιζε λίγο, αλλά και με ενθουσίαζε κιόλας.

Ε.Α.

Χρειάστηκε ποτέ να προστατεύσεις τον εαυτό σου;

Φ.Ή.

Χρειάστηκε, ναι. Κάποια στιγμή έψαχνα για δουλειά στη Θεσσαλονίκη, σε περιόδους καραντίνας, για να... και για να ασχοληθώ με κάτι και για να μπω στο κλίμα του πώς είναι να βρίσκεις μια δουλειά, να προσπαθείς να συναναστραφείς με τον κόσμο με πιο διαφορετική πλευρά, όχι με κοινωνικότητα απαραίτητα. Οπότε άρχισα να ψάχνω για δουλειά, κάτι που μου ήτανε πάρα πολύ δύσκολο, γιατί δεν έβρισκα, δεν ήξερα ακριβώς τι μου ταίριαζε πέρα από τη μουσική ή τον αθλητισμό. Οπότε θυμάμαι μια μέρα το να πηγαίνω σε ένα μαγαζί στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και να βλέπω μία αφίσα που να ζητείται κοπέλα, που να... με προϋπηρεσία. Κατέβαινα με ένα φίλο μου και την είδαμε αυτήν την αφίσα. Και υπήρχε κάπως ένα ένστικτο, μία... να το προσπαθήσω, παρ’ όλο που δεν είχα προϋπηρεσία. Βέβαια ήτανε κι η αγανάκτηση, το ότι δεν μπορούσα να βρω κάτι και... Αλλά εκεί που έστρεψα το κεφάλι μου για να φύγω, ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού με πρόσεξε που κοιτούσα την αφίσα. Οπότε με έβαλε μέσα στο μαγαζί του και το πρώτο πράγμα που μου είπε ήτανε: «Καλημέρα, έλα αύριο με περισσότερη αυτοπεποίθηση και με ένα βιογραφικό στο χέρι. Καλή συνέχεια». Και μου χαμογέλασε και παρ’ όλο που τους περισσότερους ανθρώπους αυτή η συμπεριφορά ίσως τους τρομάξει ή τους αιφνιδιάσει, εμένα, από όλα τα υπόλοιπα πιο ψύχρα και κρύα... πιο ψυχρές και κρύες συναντήσεις και συνεντεύξεις, εμένα ήταν αυτό ακριβώς που με ενδιέφερε. Το να με πλησιάσει κάποιος άνθρωπος με τον οποίο θα μπορούσα να έχω μία παραπάνω σχέση από την ψυχρή επαγγελματική, να μπορώ να μιλήσω μαζί του. Οπότε πήγα την επόμενη μέρα, με ένα βιογραφικό στο χέρι, με την αυτοπεποίθησή που ευτυχώς έχω, και μπήκα μέσα στο μαγαζί. Και το πρώτο πράγμα που μου είπε είναι ότι: «Θα έρθεις τέσσερεις μέρες για δοκιμαστικό. Δεν θα πληρωθείς αυτό το δοκιμαστικό». Εγώ δεν γνώριζα τη διαδικασία, το ότι υποχρεούται κάποιος ιδιοκτήτης να... κάποιο αφεντικό στο ότι να σε ασφαλίσει ή έστω να σε πληρώσει σε αυτήν την... στο δοκιμαστικό. Οπότε πήγα, έκανα τα τρία από τα τέσσερα δοκιμαστικά μου, νόμιζα ότι τα πήγαινα πάρα πολύ καλά. Υπήρχε πολύ ζεστό κλίμα. Επαγγελματικό, αλλά ζεστό. Αισθανόμουν άνετα μέσα στο μαγαζί, γιατί ήτανε και ένα μαγαζί πιο ρέγκε, πιο ροκ, του χώρου μου, το οποίο ήξερα το τι υπάρχει μέσα. Οπότε μ’ άρεσε αυτό που έκανα. Αλλά στο τέταρτο δοκιμαστικό και στην τελευταία μέρα που πάτησα το πόδι μου σε αυτό το μαγαζί, ο ιδιοκτήτης αποφάσισε να γίνει λίγο παραπάνω φιλικός απ’ ό,τι θα έπρεπε και να παρεξηγήσει την κοινωνικότητά μου, ας πούμε. Και εκεί που μια... που εκείνη την ώρα, λίγο πριν τελειώσει η βάρδιά μου, τακτοποιούσα κάποια τελευταία ρούχα, εκεί ήτανε που με έσπρωξε, μου τράβηξε τα μαλλιά, με πρόσβαλε, με αρκετά χυδαία σχόλια, χωρίς να έχω δώσει κάποιο απαραίτητο δικαίωμα, με μια... Και όλα αυτά τα έκανε με μια σιγουριά και με μια αυτοπεποίθηση του ότι: «Εγώ είμαι το αφεντικό και εσύ είσαι μια μικρή κοπέλα η οποία εγώ θα προσλάβω στη δουλειά μου, οπότε έχω την εξουσία πάνω σου». Είχε αυτήν τη σιγουριά στα μάτια του και στο βλέμμα του, δεν καταλάβαινε ότι κάτι ήτανε λάθος και... Εγώ τρόμαξα, οπότε προσπάθησα να τον απομακρύνω για πολλή ώρα από πάνω μου. Τελικά κατάφερα να φύγω από το μαγαζί, δεν σκέφτηκα να φωνάξω βοήθεια, που θα ήτανε το λογικό, που το σκέφτομαι και με ρωτάει κόσμος που έχω πει αυτήν την ιστορία: «Γιατί δεν φώναξες βοήθεια, για να γίνει κάτι εκείνη τη στιγμή;». Εκείνη τη στιγμή πανικοβάλλεσαι, εκείνη την στιγμή δεν ξέρεις τι θα γίνει, άμα πας να ζητήσεις βοήθεια, το τι ο άλλος είναι διατεθειμένος να κάνει. Και πάνω απ’ όλα, δεν σου βγαίνει εύκολα να ζητήσεις βοήθεια. Το μόνο που σκέφτεσαι εκείνη τη στιγμή είναι να φύγεις όσο πιο μακριά μπορείς από εκείνο το μέρος. Και καθώς έφευγα από το μαγαζί, είχε το θράσος κιόλας να φωνάξει: «Τη Δευτέρα ίδια ώρα εδώ». Αυτό ήτανε ίσως το πιο τρομακτικό κομμάτι από όλο το σκηνικό, γιατί εκεί είναι που κατάλαβα το ότι δεν υπήρχε η συνειδητοποίηση του λάθους, η συνειδητοποίηση του ότι έκανες κακό σε κάποιον άνθρωπο, ότι τον στιγμάτισες. Οπότε, όταν συνειδητοποίησα τι έγινε και πήγα στον φίλο μου και του εξήγησα το σκηνικό, με πήγε κατευθείαν στο αστυνομικό τμήμα. Δεν έγινε τίποτα όμως από αυτό, δεν βγήκε άκρη, γιατί δεν είχα ούτε μάρτυρες. Και κατηγορήθηκα κιόλας το ότι... επειδή δεν ζήτησα βοήθεια εκείνη τη στιγμή, για να έχω μάρτυρες, για να μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό. Και το μόνο που μου είπαν ήτανε το ότι: «Το μόνο που μπορείς να καταφέρεις χωρίς μάρτυρες, χωρίς κάμερες, χωρίς τίποτα, είναι το να σε μηνύσει αυτός ο άνθρωπος κι έτσι ώστε να τον αποζημιώσεις κιόλας». Οπότε στράφηκα αλλού για βοήθεια, σε φίλες που έχουνε βιώσει κάτι παρόμοιο. Διαφήμισα το μαγαζί, διαφήμισα τον άνθρωπο, προειδοποίησα κοπέλες που έψαχναν για δουλειά, με την ελπίδα το ότι θα γίνει κάτι, ότι κάποιος θα ασχοληθεί λίγο παραπάνω, για ένα τηλέφωνο στον συνήγορο του πολίτη. Αλλά μέχρι σήμερα δεν ξέρω δυστυχώς άμα έχει αποδοθεί δικαιοσύνη. Το μαγαζί το συγκεκριμένο είναι ακόμα ανοιχτό. Και αυτό που έχω να πω είναι στα... στις επόμενες κοπέλες που ίσως ψάχνουνε στα 18 τους για δουλειά, για να έχουν κάτι ν’ ασχοληθούνε, για μια παραπάνω οικονομική ενίσχυση, αυτό που έχω να πω είναι να προσέχουνε. Πάντα να ξέρουνε ποιο... ότι αυτές θέτουνε τα όρια, το ότι κανένας δεν έχει το δικαίωμα και... [00:40:00]Οπότε πάντα να προσέχουνε και να προσπαθούνε, όσο το δυνατόν, να καταλαβαίνουνε τι άνθρωπο έχουν απέναντί τους.

Ε.Α.

Εσύ πώς τον απομάκρυνες;

Φ.Ή.

Δεν μπορούσα, δεν είχα τη σωματική δύναμη να τον απομακρύνω. Νομίζω αυτό που με βοήθησε ήτανε το ότι φώναξα, το ότι κατάλαβε ότι πήγα να φωνάξω και αποσυντονίστηκε και κατάφερα να τον σπρώξω από πάνω μου. Δεν ξέρω... Και το ότι ήμασταν σε μαγαζί και μπορούσε οποιοσδήποτε να μπει μέσα, εκείνη τη στιγμή. Στην αρχή δεν τον ένοιαξε, δεν ξέρω και ποια θα ήταν η συνέχειά του, η αλήθεια είναι αυτή. Αλλά το γεγονός το ότι ήμουνα σε ένα μαγαζί στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και μπορούσε οποιοσδήποτε να μπει μέσα στο μαγαζί εκείνη τη στιγμή νομίζω ήτανε αυτό που με έσωσε, ας πούμε, σε εκείνη τη χρονική στιγμή. Δεν ήταν κάποιο στενό που δεν περνούσε ψυχή εκείνη την ώρα.

Ε.Α.

Έχεις ξαναπεράσει εσύ από αυτό το μαγαζί;

Φ.Ή.

Δεν μπορούσα να περάσω από εκείνο το μαγαζί γιατί... όχι ότι είχα κάποιο ψυχολογικό τραύμα, απλά δεν ήθελα, δεν είχα τη διάθεση να δω αυτόν τον άνθρωπο μπροστά μου ξανά. Βέβαια, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, πέρασα από το μαγαζί, ο άνθρωπος είχε το θράσος να με χαιρετήσει σαν να μην είχε γίνει ποτέ τίποτα και να το παίξει ευγενικός, να μου χαμογελάσει. Όλα αυτά εγώ τα αγνόησα. Βέβαια πήγανε φίλοι μου στο μαγαζί, για να δούνε ποιος άνθρωπος είναι, για να διαφημίσουνε κι αυτοί το σκηνικό. Κιόλας τον προειδοποίησαν και κάποιοι φίλοι μου το να προσέχει πώς φέρεται, με έναν έμμεσο, ας πούμε, τρόπο.

Ε.Α.

Και τελικά τι συνέβησε, τι... έγινε κάποια... ήρθε αστυνομία;

Φ.Ή.

Κανένας δεν έκανε τίποτα ποτέ. Εγώ όσες φορές... γιατί πήγα παραπάνω από μία φορά, δύο φορές στο αστυνομικό τμήμα, συμβουλεύτηκα δικηγόρους, γιατί ήθελα να αποδοθεί δικαιοσύνη. Και πάνω απ’ όλα, ήθελα να μην... δεν θέλω να πάθει κάποια άλλη κοπέλα τέτοιο πράγμα, είτε από αυτόν είτε από τον οποιονδήποτε άνθρωπο. Ήθελα κάπως ο κόσμος να μάθει ποιος ήταν, ποιο ήταν το μαγαζί και να μην πάει κανένας εκεί πέρα, να αποδοθεί δικαιοσύνη με όσο το δυνατόν πιο νόμιμο τρόπο, με νόμιμο τρόπο βασικά. Αλλά δυστυχώς, όταν δεν έχεις μάρτυρες ή το σκηνικό σου δεν είναι τόσο τραγικό όσο τα υπόλοιπα, ο κόσμος δύσκολα σε παίρνει στα σοβαρά. Οπότε δεν αποδόθηκε η δικαιοσύνη που θα ’θελα.

Ε.Α.

Σου ’χει ξανασυμβεί κάτι παρόμοιο;

Φ.Ή.

Όχι, δεν θα το ’λεγα. Δηλαδή τα χυδαία σχόλια, ας πούμε, και οι προσβολές στον δρόμο ή και τα κομπλιμέντα συμβαίνουνε, υπάρχουνε, ειδικότερα σε μια πόλη όπως η Θεσσαλονίκη, αλλά δεν μου συνέβησε ποτέ κάποιο παρόμοιο περιστατικό.

Ε.Α.

Πώς είναι να παίζεις μουσική στον δρόμο;

Φ.Ή.

Η μουσική στον δρόμο είναι το... από τα πιο υπέροχα συναισθήματα που έχω νιώσει, η πιο όμορφη εμπειρία. Διασκεδάζεις τον κόσμο που περνάει, κάποιοι κάθονται, κάποιοι τραγουδάνε μαζί σου. Δεν είναι για τα λεφτά που θα πάρεις. Μπορείς να παίξεις δηλαδή σε κάποιο μαγαζί και να πάρεις τα λεφτά που σου «αναλογούνε», σε εισαγωγικά. Αλλά ο δρόμος είναι μία μορφή κοινωνικοποίησης, είναι: «Σου προσφέρω μια μουσική, μια διασκέδαση και μου προσφέρεις την ευχαρίστηση του να συμμετέχεις σε αυτό». Γνωρίζεις... υπάρχει κόσμος που περνάει και σου λέει την ιστορία του, είτε σαν μουσικός, είτε σαν άνθρωπος που έχει δει πολλούς μουσικούς γύρω από τον κόσμο και μοιράζεται τις εμπειρίες του μαζί σου. Σου δίνουνε συμβουλές, για τον καλύτερο ήχο, για το πιο όμορφο μέρος. Είναι ένα πολύ όμορφο πράγμα. Και ελπίζω κάποια στιγμή να σταματήσει ο... να το συνηθίσει παραπάνω ο κόσμος και να μην το βλέπουνε… Γιατί έχω γνωρίσει και κόσμο που το θεωρεί σαν ζητιάνεμα, ας πούμε, που δεν είναι, δεν είναι. Και είναι μια μορφή χαράς, είναι μια επικοινωνία, είναι… Και ελπίζω ο κόσμος να αρχίσει να το βλέπει παραπάνω, να αρχίσει να το συνηθίζει και να χαίρεται και να συμμετέχει παραπάνω σε αυτό.

Ε.Α.

Ποιο είναι το πιο τρελό σκηνικό που σου έχει συμβεί στον δρόμο παίζοντας μουσική;

Φ.Ή.

Δεν μου ’χουνε συμβεί αρκετά τρελά σκηνικά. Αλλά αυτό που ίσως με σόκαρε λιγάκι ήτανε μια μέρα που παίζαμε μουσική στον πεζόδρομο της Αγία Σοφία και κατέβηκε ξαφνικά μια γυναίκα από ένα κτήριο. Και να αρχίζει να μας φωνάζει πάρα πολύ έντονα και πάρα πολύ προσβλητικά και να μας ζητάει να φύγουμε, με καθόλου όμορφο και ευγενικό τρόπο. Και ήτανε που ρώτησα: «Γιατί, γιατί;». Δεν... ο κόσμος... του αρέσει, υπάρχουνε και πολλοί μουσικοί τριγύρω, «Γιατί σε ενοχλεί αυτό το πράγμα;». Είχα όντως απορία. Γιατί δεν ήτανε κι ένας χώρος ήσυχος, να πει κάποιος ότι σπάγαμε την ησυχία του σε μία... σε ένα σπίτι. Αλλά αυτό που μου απάντησε ότι ήταν ότι δεν τους σεβόμαστε, δεν τους σεβόμαστε. Και ότι η μουσική είναι κάτι που άμα ο άλλος θέλει ν’ ακούσει θα το βάλει και σπίτι του άμα θέλει ή θα πάει σε live, αν είναι έξω. Εγώ προσωπικά... αυτό με σόκαρε πάρα πολύ, γιατί εγώ προσωπικά, έναν άνθρωπο τον οποίο δεν του αρέσει η μουσική και δεν εκτιμάει ή έστω άμα δεν θέλει εκείνη τη στιγμή να ακούσει και δεν ζητάει με ευγενικό τρόπο να φύγουμε ή να πάμε πιο πέρα, δεν τον εκτιμώ κι εγώ αυτόν τον άνθρωπο, δεν μπορώ να συναναστραφώ με αυτόν τον άνθρωπο. Δεν είναι ότι δεν τον σέβομαι, την άποψη και τη γνώμη του, αλλά δεν τον εκτιμώ, δεν τον εμπιστεύομαι, δεν μπορώ να είμαι στον ίδιο χώρο μαζί του. Δεν καταλαβαίνω αυτόν τον άνθρωπο.

Ε.Α.

Με την αστυνομία είχατε ποτέ πρόβλημα;

Φ.Ή.

Όχι, δεν είχαμε πρόβλημα ποτέ με την αστυνομία, γιατί πάντα παίζαμε σε αρκετά δημόσιους χώρους και σε κατάλληλες ώρες πάντα.

Ε.Α.

Τις τελευταίες ημέρες, έχεις κάνει δύο από τα μεγαλύτερα live, νομίζω, που έχεις κάνει στη ζωή σου, έτσι;

Φ.Ή.

Ναι, ήτανε τα live με τον περισσότερο κόσμο, με τον μεγαλύτερο εξοπλισμό, με πιο έμπειρους μουσικούς. Και εντάξει, ήταν ένα... ήταν ένα πολύ μεγάλο βήμα. Δύο πολύ όμορφες βραδιές, μεγάλες γνωριμίες. Σε αυτά τα δύο... σε αυτές τις δύο συναυλίες, κατάφερα να έρθω σε επικοινωνία και με την Τζώρτζια Κεφαλά, την τραγουδίστρια των «Μπλε», τον Άλκη Κεχαγιά, τον τραγουδιστή των «Μέμφις», με τους οποίους... πάντα τους άκουγα σαν παιδί και ξαφνικά έκανα... έγιναν δύο πολύ μεγάλα live, τα οποία με έφεραν σε επικοινωνία με αυτούς τους ανθρώπους και είμαι πάρα πολύ χαρούμενη για αυτό, πάρα πολύ ενθουσιασμένη. Και εύχομαι τα επόμενα live να είναι και μαζί τους.

Ε.Α.

Είχες εσύ... να πούμε αρχικά πού έπαιξες.

Φ.Ή.

Την Παρασκευή 30 Ιουλίου το live έγινε στις Πρέσπες, στην πλαζ της Κούλας, όπως λέγεται η τοποθεσία, και το Σάββατο 31 Ιουλίου το live έγινε στην Καστοριά, στο Θέατρο Βουνού, ένα πολύ όμορφο θεατράκι με πολύ όμορφη θέα τη λίμνη της Καστοριάς.

Ε.Α.

Είχες εσύ... πώς πέρασες, πώς τα έζησες αυτά τα live;

Φ.Ή.

Δεν αγχώθηκα, δεν αγχώθηκα, αλλά τα ευχαριστήθηκα πάρα πολύ, είχα πάρα πολύ μεγάλη διάθεση και πάρα πολύ μεγάλο ενθουσιασμό. [00:50:00]Ανυπομονούσα να παίξω με μία μπάντα, αυτό ήταν το κύριό μου συναίσθημα, ανυπομονούσα να παίξω με μια μπάντα, στην οποία είμαι φαν τα τελευταία τρία χρόνια. Η μπάντα ξεκίνησε το 2017 και από τα πρώτα της βήματα ήμουνα πάντα από κάτω, σε ένα τραπέζι, σε έναν χώρο, σε ένα πεζούλι και άρχισα να μαθαίνω τα τραγούδια τους, να τα τραγουδάω σπίτι μου. Oπότε ανυπομονούσα πάρα πολύ να κάνω live με τη συγκεκριμένη μπάντα. Ήτανε πολύ όμορφο... είναι πολύ όμορφο συναίσθημα το να είσαι φαν μιας μπάντας και να έχεις την τιμή να συμμετέχεις σ’ αυτή.

Ε.Α.

Τι θα έλεγες σε ένα μελλοντικό παιδί, μελλοντικό κορίτσι που θέλει να ασχοληθεί με τη μουσική;

Φ.Ή.

Να έχει είδωλα, να έχει είδωλα, να έχει πρότυπα, να μάθει από τους υπόλοιπους μουσικούς, να διαλέξει το στοιχείο της. Άμα είναι τραγουδίστρια, να μάθει κάποιο όργανο για να μπορεί να συνοδεύει τη φωνή της, να μην εξαρτάται απαραίτητα από κανέναν. Να στοχεύει ψηλά, γιατί οι ευκαιρίες είναι λίγες, οι μουσικοί είμαστε... Βασικά δεν αποκαλώ τον εαυτό μου μουσικό ακόμα, η αλήθεια είναι, αλλά μουσικοί υπάρχουνε πολλοί, ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος, οπότε πρέπει να βρεις τον... πρέπει να βρουν οι νέοι μουσικοί τον δικό τους τρόπο, έτσι ώστε να είναι μοναδικοί, να βρούνε τη μοναδικότητά τους, για να μπορέσουν να κάνουν αυτό που θέλουνε.

Ε.Α.

Νομίζω ήρθε η στιγμή να σε ευχαριστήσω για αυτήν την υπέροχη κουβέντα που κάναμε. Έμαθα κι εγώ πολλά πράγματα, να σου πω την αλήθεια‒

Φ.Ή.

Χαίρομαι, χαίρομαι που μοιράστηκα‒

Ε.Α.

‒που σε ξέρω από παιδί.

Φ.Ή.

‒πράγματα μαζί σου.

Ε.Α.

Σου εύχομαι τα καλύτερα και καλές διακοπές να ’χεις.

Φ.Ή.

Ευχαριστώ πολύ, καλή συνέχεια!

Περιεχόμενο διαθέσιμο για ενήλικους

Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί για να διευκολυνθεί η παρακολουθήσή της.

Περίληψη

Η Φρίντα Ήργη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καστοριά, με πρώτα ερεθίσματα την αγάπη του πατέρα της για τη μουσική και τον αθλητισμό, καθώς και την πρώτη της κιθάρα στα 7 της χρόνια. Ως το «μαύρο ψάρι» στους κοινωνικούς της κύκλους, έζησε μια αντιδραστική εφηβεία, παραγγέλνοντας καφέδες αντί για σοκολάτες, ανυπομονώντας να μεγαλώσει. Κυρίως, όμως, έπαιζε μουσική με το εφηβικό συγκρότημα «Up Laws», από τζαμαρίσματα, openings σε φεστιβάλ, ως τη δική τους εμφάνιση σε τοπικό μαγαζί. Παράλληλα με τη μουσική, τρέφει ένα δεύτερο πάθος για το βόλεϊ. Αφηγείται τον αγώνα με τον περισσότερο ιδρώτα, ενώ νιώθει ανακούφιση που δεν χρειάζεται ακόμα να επιλέξει ανάμεσα στις δυο της αγάπες. Αν και σιχαινόταν το διάβασμα, πέτυχε στις Πανελλήνιες για τη Γυμναστική Ακαδημία στη Θεσσαλονίκη, όπου ζει τα φοιτητικά της χρόνια. Τις προσπάθειές της για εύρεση μιας πρώτης εργασίας επισκίασε ένα περιστατικό σεξουαλικής παρενόχλησης, για το οποίο η απόδοση δικαιοσύνης είναι ένας συνεχής αγώνας. Παρ’ όλα αυτά, η Φρίντα συνεχίζει να παίζει μουσική, τόσο στον δρόμο, τον οποίον βιώνει ως μια μοναδική εμπειρία κοινωνικοποίησης, όσο και πλέον στις μεγάλες σκηνές, ως νέο μέλος του συγκροτήματος «Κούπες». Έτσι, σήμερα μοιράζεται την εμπειρία του να ενώνεις τη φωνή σου με τους μουσικούς που αγαπάς και θαυμάζεις.


Αφηγητές/τριες

Φρειδερίκη Ήργη


Ερευνητές/τριες

Ευστράτιος Αλβανός


Δεκαετίες

Ιστορικά Γεγονότα

Ημερομηνία Συνέντευξης

02/08/2021


Διάρκεια

52'