«Με τρία πράγματα πάνω στη σκηνή, φτιάξαμε ένα ολόκληρο κόσμο»: Η ιστορία του «Θεατρικού Περίπλου» (Ρέθυμνο)
Βρισκόμαστε στο Ρέθυμνο, είναι 11 Αυγούστου του 2021, είμαι η ερευνήτρια του Istorima Άννα Τζανιδάκη και μαζί μας είναι ο Θωμάς Καντιφές. Γειά σας.
Γεια σας. Λοιπόν, σήμερα θα μιλήσουμε για το θέατρο στο Ρέθυμνο και συγκεκριμένα για τον «Θεατρικό Περίπλου». Η ανάγκη, να το πω αυτό, ξεκίνησε από την ανακάλυψη ότι υπάρχουνε κάποιοι άνθρωποι ακόμα και σήμερα που δεν γνωρίζουνε ότι υπάρχει η σκηνή στο Ρέθυμνο και τίθεται ένα μεγάλο θέμα: αισθανόμαστε απομονωμένοι από την υπόλοιπη Ελλάδα γιατί περιμένουνε το καλοκαίρι να έρθουνε οι παραστάσεις για να δούμε παραστάσεις από την Αθήνα, γιατί δεν έχουμε στο Ρέθυμνο θέατρο. Και αυτό ήτανε ένα πράγμα που μας οδήγησε κι εμάς στο ν’ ασχοληθούμε με το θέατρο, τριάντα τρία, τριάντα τέσσερα χρόνια πριν, τριάντα τέσσερα πρέπει να είναι τα χρόνια, το 1988. Ξεκίνησε λοιπόν… Υπήρχανε κάποιες ομάδες που έκαναν θέατρο όπως… Τελείως ερασιτεχνικά, τελείως… Μία φορά το χρόνο παράσταση… Λοιπόν, όταν δημιουργήθηκε η ανάγκη να φτιάξουμε ένα πιο ουσιαστικό πράγμα, μαζεύτηκαν κάποια παιδιά που μίλησαν, είπαν ότι: «Θέλουμε να είναι ένα σχήμα το οποίο να αντέξει στο χρόνο», με πολλά όνειρα με πολλές ελπίδες, με πολλά, έτσι, μεγαλεπήβολα σχέδια για να κρατηθούμε στο χρόνο και να έχει το Ρέθυμνο μία δικιά του σκηνή. Δύσκολα τα πράγματα τότε, δύσκολες οι συνθήκες. Ο κόσμος δεν μπορούσε να το καταλάβει αυτό: Τι σημαίνει θέατρο. Δεν μπορούσε να καταλάβει τι είναι αυτό το πράγμα το οποίο θα… Είναι ένα μαγαζί, ας πούμε, το θέατρο; Είναι… Γιατί εδώ ερχότανε οι θίασοι, έπαιζαν στους κινηματογράφους ή όπου αλλού έβρισκαν το καλοκαίρι και τότε να παίξουν την παράσταση… Λοιπόν. Ξεκίνησε η ανάγκη μου από μικρό-μικρό παιδάκι να έχω… Μου έλλειπε το θέατρο κι εμένα. Τότε. Όμως έχουμε θέατρο τώρα στο Ρέθυμνο. Και αυτό το μικρό θέατρο που έχουμε και που προσπαθεί να φτιάξει παραστάσεις με... Καλά, τώρα τα δύο τελευταία χρόνια είναι δύσκολα τα πράγματα με την πανδημία, με όλο αυτό , που δεν μπορούμε σε κλειστούς χώρους, παρ’ όλα αυτά έχουμε κάνει τις προσπάθειές μας και όλα αυτά. Θέλω να τα βάλω σε μία σειρά τα πράγματα και να πω ότι: «Ανάγκη μου ήτανε να έχω κι εγώ σαν ένας άνθρωπος την δυνατότητα να δω θέατρο». Και όταν επέστρεψα, εδώ, στο Ρέθυμνο, αυτή ήτανε… ήτανε το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα: «Να φτιάξω ένα θέατρο που να είναι… να αντέξει, να υπάρχει, να παρουσιάζει δουλειά, όχι μία φορά… δύο και τρεις φορές και μάλιστα να γίνονται παραστάσεις τακτικές. Δηλαδή να ξέρω ότι… Σαββατοκύριακο; Κάποιες μέρες της εβδομάδας θα υπάρχει θέατρο. Ότι ένα παιδί… Γιατί εμάς μας είχε λείψει πάρα πολύ το θέατρο σαν παιδιά και μόνο αυτές οι παραστάσεις που βλέπαμε από… μέσω του σχολείου που μας πηγαίνανε σε κάποιες που είχανε έγκριση από το υπουργείο και από διάφορα τέτοια ή μας πηγαίνανε στον κινηματογράφο. Τέλος πάντων. Το θέμα είναι ότι… Μην ακουστεί ότι το έφτιαξα εγώ, μόνος μου. Αυτό ήταν το δικό μου το όνειρο. Μαζεύτηκε μία ομάδα ανθρώπων ένα βράδυ και μιλώντας για τα όνειρά τους, απέναντι στο λιμενοβραχίονα του Ρεθύμνου κοιτάζοντας τα φώτα της πόλης, κι έτσι όπως ήτανε η θάλασσα μπροστά, προσπαθούσαν να βρούνε… Ακόμα και το όνομα εμπνεύστηκαν μέσα απ’ αυτή την εικόνα: Η πόλη του Ρεθύμνου με τα φώτα της να καθρεφτίζεται μέσ’ τα νερά του λιμανιού και τα παιδιά αυτά να είναι καθισμένα στο λιμενοβραχίονα, κάνοντας όνειρα κάτω απ’ τα αστέρια. Πολύ ποιητικό ακούγεται αυτό, αλλά πραγματικά είναι ποίηση, δηλαδή ποιούμε όλα αυτά τα χρόνια, τέχνη. Και η τέχνη έχει όνειρα, έχει χρώματα, έχει φώτα, έχει αυτή τη χρυσόσκονη αλλά έχει και την πολύ μεγάλη πίκρα και δυσκολία και απογοήτευση που βιώσαμε. Ξεκίνησαν λοιπόν και το όνομα «Θεατρικός Περίπλους», γεννήθηκε εκεί. Ήταν μία καταγραφή, όπως σημαίνει Περίπλους: Σαν να περιπλέουν απέναντι σε ακτές και να τις καταγράφουν. Αυτές οι ακτές τώρα, είναι πολλές, με τα είδη θεάτρου που έχουμε ασχοληθεί όλα αυτά τα χρόνια. Όταν ξεκίνησαν τα παιδιά αυτά, ξεκίνησαν με ένα… Χωρίς να έχουνε στέγη, χωρίς να έχουν τίποτα, έγινε μία παράσταση σε ένα ανοιχτό θέατρο… ανοιχτό κινηματογράφο, καλοκαιρινό δηλαδή, στα «Αστέρια», έγινε η «Μητρική Στοργή» για δύο μέρες, του Στρίντμπεργκ. Ήτανε τρία μονόπρακτα. Μετά λοιπόν, κατεβαίνοντας εγώ από Αθήνα, έχοντας υπόψιν μου ότι όλα αυτά τα παιδιά έχουν κάνει αυτή τη δουλειά, γιατί ήτανε κι η αδελφή μου που κι αυτηνής της άρεσε πάρα πολύ το θέατρο, που έχει σπουδάσει, που έχει πάει στην Αθήνα, έχει παίξει σε διάφορα θέατρα και τώρα είμαι πολύ χαρούμενος που είναι εδώ και είμαστε πάλι σ’ αυτό το σχήμα τον «Θεατρικό Περίπλου» και συνεχίζουμε μετά από τριάντα τέσσερα χρόνια να ονειρευόμαστε. Κουβαλάω μέσα μου μια πικρία κι αυτό είναι το τέτοιο… Πιθανόν να είμαι πολύ φορτισμένος, ίσως από όλα αυτά που ακούω τριγύρω μου… το ότι, ας πούμε, κάποια άτομα δεν γνωρίζουν ακόμα ότι το Ρέθυμνο έχει μια στέγη, μια Θεατρική σκηνή η οποία παρουσιάζει τακτικά έργα. Γιατί δεν έχουμε παιδεία. Έχουμε μάθει αυτό το πράγμα… τις σειρήνες της τηλεόρασης. Οι σειρήνες του star system να μας τραβάνε προς τα εκεί και δεν δίνουμε σημασία σ’ αυτό που έχουμε και που έχει δημιουργηθεί με πολύ-πολύ ιδρώτα, με πολλή προσπάθεια, με πολλή αγάπη, με πολλές απογοητεύσεις, με πολλά, έτσι, όνειρα που χάνονται και ξαναέρχονται και μπαίνουμε σιγά-σιγά. Η όλη φάση ήτανε όταν εγώ ήρθα και μου είπαν τα παιδιά να κάνουμε ένα έργο. Εγώ δεν είχα τότε την πρόθεση να μείνω στο Ρέθυμνο. Δεν ήξερα αν θα μείνω ή αν θα φύγω ή αν θα... Γιατί, πάλι να... είναι αυτό που λέω: «Οι σειρήνες». Αυτές που σε τραβούν να πας στη μεγαλούπολη, στην πρωτεύουσα. Κι εκεί ήτανε τώρα εμένα ένα ερέθισμα ο «Θεατρικός Περίπλους», αυτή η μικρή ομάδα που είχε φτιαχτεί εκείνο το βράδυ ήταν ένα ερέθισμα για να μείνω εδώ και να θυμηθώ αυτά που ήθελα να κάνω σαν παιδί… που ήθελα να έχω εγώ σαν παιδί. Και χαίρομαι τώρα που «κρατάω» την παιδική σκηνή του «Θεατρικού Περίπλου» μαζί με την… τις άλλες σκηνές. Που αυτή η παιδική σκηνή έχει σκοπό να δημιουργήσει… Και το ‘χουμε βάλει και σαν logo, σαν… η σκέψη μας, η ιδέα μας για την παιδική σκηνή είναι: «Εμπρός να δημιουργήσουμε υποψιασμένους αυριανούς θεατές». Και γι’ αυτό απογοητεύομαι πολλές φορές όταν βλέπω ότι εκείνα τα παιδάκια που είχαν την δυνατότητα, δεν ήρθαν να το δούνε. Όμως από την άλλη, υπάρχει η χαρά του ότι υπάρχουν παιδιά που έρχονται ακόμα και σήμερα και έχουν τα δικά τους παιδιά ή έχουν μεγαλώσει βλέποντας τις παραστάσεις και τις θυμούνται και μου τις λένε… Δηλαδή, μια μαθήτρια που έχουμε τώρα, που ήρθε και λέει: «Μα αυτό το είχα δει και μάλιστα μέσα από δω ξεκίνησε η αγάπη μου για το θέατρο», και τώρα αυτή η μαθήτρια θα πάει στο εξωτερικό να σπουδάσει θέατρο και είμαι πολύ χαρούμενος που το πρώτο της ερέθισμα ήταν μέσα από αυτή τη μικρή σκηνή του «Θεατρικού Περίπλου». Ναι. Επηρεασμένος τώρα, από το έργο που κάνουμε τώρα… Είναι η παιδική σκηνή… Γιατί δεν είναι μόνο η παιδική σκηνή… είναι και η κεντρική, ας το πούμε, εντός εισαγωγικών, η σκηνή που παρουσιάζει κανονικά έργα για μεγάλους, τα οποία εντάξει, τις περισσότερες φορές μπορούν να τις παρακολουθήσουν και μικροί. Το θέατρο, λοιπόν, στο Ρέθυμνο δεν ήταν εύκολο πράγμα, γιατί δεν είχαμε τα μέσα… χρήμα, δεν είχαμε τα υλικά, δεν είχαμε τίποτα, κι έπρεπε να φτιαχτούν από το μηδέν. Τα πάντα έπρεπε να φτιαχτούν από το μηδέν. Σιγά-σιγά όλα αυτά τα χρόνια, δουλέψαμε και αποκτήσαμε ένα… έχουμε ένα… μια δυναμική πίσω, που μας επιτρέπει να στεκόμαστε μόνοι μας στα πόδια μας και να μπορούμε να δημιουργούμε παραστάσεις χωρίς την βοήθεια της πολιτείας, που πιθανόν θα πρέπει να σκύψει και να δει πια και αυτές τις ομάδες που αντέχουν στο χρόνο και όλες… Όχι τους διάττοντες αστέρες που εμφανίζονται και κάνουνε μια παράσταση, μια φορά το χρόνο ή όχι. Ή κάθε δυο χρόνια. Είναι κακό πράγμα να μην ξέρει κανείς την ιστορία του και γι’ αυτό χαίρομαι που μπορώ να την πω όπως την λέω- πολύ φορτισμένος, αυτή τη στιγμή- γιατί κάπως, μπορεί να μείνει στο χρόνο και κάπως μπορεί να… κάποιος, κάποια στιγμή, να την ακούσει, να την διαβάσει, να την δει. Ζητήσαμε τότε και φτιάχναμε στο… Ζητήσαμε μια αίθουσα από την Πινακοθήκη που ήτανε τότε να φτιαχτεί εδώ στο Ρέθυμνο. Μας την έδωσαν κι εκεί αρχίσαμε τις πρόβες. Με: «Τι έχεις εσύ; Τι θα χρειαζόμαστε; Φέρε εδώ ένα κοστούμι, φέρε εδώ ένα ρούχο»… Χωρίς να έχουμε τίποτα-τίποτα,! Μετά, σιγά-σιγά ήρθαν τα φώτα, ήρθαν ο ήχος, φτιάχτηκαν τα πράγματα. Όμως θυμάμαι αυτό ήταν μια ιστορία, μια διασκευή του «Κύκλου με την κιμωλία» του Μπρεχτ, που προσπαθήσαμε τότε να φτιάξουμε για τα παιδιά. Και ανακαλύψαμε ότι και τα ίδια τα παιδιά που θέλανε να κάνουνε θέατρο, πίστευαν στο ότι: «Κάποιος πρέπει να είναι πάρα πολύ σοβαρός όταν κάνει θέατρο κι ότι δεν υπάρχει η… τέτοια να είναι χαρούμενος, δεν υπάρχει χαρά… να παίρνει χαρά μέσα από αυτό». Αυτό που προσπάθησα τότε να κάνω, ήταν να τους απελευθερώσω για να τους πω, ότι: «Η κατήφεια δεν είναι, ας πούμε, κάτι που θα πρέπει να χαρακτηρίζει έναν που ασχολείται με το θέατρο». Πολύ ενδιαφέροντα πράγματα συνέβησαν μέσα στο χρόνο απ’ αυτούς τους ανθρώπους, που οι περισσότεροι πια ασχολούνται με το θέατρο. Είτε επαγγελματικά, είτε σαν εκπαιδευτικοί… ακόμα, κάποιοι είναι καθηγητές Πανεπιστημίου στο τμήμα Θεατρολογίας και όλα αυτά. Ένα μπαούλο, δύο σκοινιά, ένας φακός… ήτανε τα πρώτα μας… τα πρώτα στοιχεία που χρειαστήκαμε για να μπορέσουμε να ανεβούμε πάνω στη σκηνή. Ήταν πολύ ωραίο ταξίδι, για την πρώτη φορά. Ήτανε ένα… Ψαχνόμασταν και ο πειραματισμός, η αγάπη μας, μας έφερνε καινούρια πράγματα. Ε, είχα δει πολλές παραστάσεις. Επηρεασμένος απ’ όλα αυτά, προσπαθούσα να διδάξω –εντός εισαγωγικών «να διδάξω»– αυτά που είχα δει, αυτά που ήξερα, αυτά που έμαθα στη σχολή, αυτά που είχα μέσα στο μυαλό μου, το οποίο άρχισε κι αυτό να εκπαιδεύεται, άρχισα εγώ να εκπαιδεύομαι μαζί με τους ανθρώπους που με κοίταζαν σαν τον μεγάλο σκηνοθέτη, ας πούμε, που… Δεν ήξερα… δεν ήξερα πραγματικά τι είναι αυτό που πάμε να κάνουμε. Τώρα το καταλαβαίνω ότι ήτανε πάρα πολύ ουσιαστικό, πολύ σημαντικό και πολύ γενναίο. Ώρες! Ατελείωτες. Χρόνια… πολλά. Που κάθε χρόνος έφερνε κάτι καινούριο. Που σου άνοιγε το μυαλό. Που ένας άνθρωπος… Που η σχέση σου με τους ανθρώπους αυτούς που δουλεύατε μαζί, άλλαζαν μέσα στα χρόνια γιατί εξελίσσονταν οι ίδιοι ή εξελισσόσουν κι εσύ. Δηλαδή στην αρχή ήμουνα… θα έλεγε κανείς, απαιτητικός πάνω σ΄ αυτά που εγώ ακριβώς ήθελα και όπως ακριβώς τα ήθελα. Όμως ανακάλυψα ότι δεν είναι σωστός τρόπος αυτός κι ότι ο καθένας έχει να προσφέρει με το δικό του τρόπο ένα… ένα… κάτι καινούριο… κάτι άλλο, πιθανόν. Όμως πρέπει να έχουμε βάσεις. Έπρεπε να έχουμε βάσεις κι αυτές τις βάσεις προσπαθούσα να κρατήσω όλα αυτά τα χρόνια. Δηλαδή, δεν μπορούμε να ξεκινήσουμε να κάνουμε θέατρο μοντέρνο χωρίς να ξέρουμε το κλασσικό. Αυτό το κλασσικό θέατρο, ήτανε η βάση μας για να πατήσουμε και να κάνουμε καινούριο... Ήδη, δηλαδή… Θυμάμαι αυτή η πρώτη παράσταση ήτανε πολύ… πολύ πρωτοποριακή. Με τρία πράγματα πάνω στη σκηνή, φτιάξαμε ένα ολόκληρο κόσμο. Οι υπόλοιπες παραστάσεις, τώρα… Με όλες αυτές τις διαφωνίες με τα παιδιά, που καθένας είχε μάθει με ένα διαφορετικό τρόπο να κάνει θέατρο και που έπρεπε να μπει μέσα σε ένα σύστημα που θα πρέπει να είχε κάποιους κανόνες, κάποιους νόμους, κάποια… «Κανόνες» εννοώ, θεατρικούς κανόνες. Άρχισε και περνούσε μέσα στο χρόνο διάφορες δυσκολίες. Έφευγαν, ερχόταν άνθρωποι. Έχουν περάσει τόσοι πολλοί μέσα από το θέατρο αυτό. Δηλαδή δεν μπορώ να θυμηθώ τώρα… δεν μπορώ να πω αριθμό, αλλά πιστεύω ότι είναι γύρω στα χίλια-τόσα άτομα, έχουνε περάσει μέσα απ’ αυτό το σχήμα. Γιατί έρχονταν φοιτητές, έμεναν εδώ, έφτιαχναν μαζί μας, δούλευαν μαζί μας, έδιναν χρόνο, τον χρόνο τους, και μετά έφευγαν. Αποχαιρετισμούς, πολλούς. Οι ιστορίες, έτσι… Ο κάθε ένας κουβαλούσε το δικό του χαρακτήρα. Είναι σχέσεις ζωής, αυτές. Και γι’ αυτό χαίρομαι πολλές φορές που χωρίς να μιλάμε μ΄ αυτά τα παιδιά όλα αυτά τα χρόνια, όταν μέσα από τα μέσα δικτύωσης, το ίντερνετ κι όλα αυτά, μπορούμε να συναντηθούμε, χαίρομαι όταν μου λένε ότι: «Μας τα ‘χεις πει όλα», ας πούμε, ότι: «Ήσουνα ο πρώτος αλλά ο καθοριστικός δάσκαλος». Στην αρχή ήτανε και η αδερφή μου μαζί, που κι αυτή είχε κάνει εδώ προσπάθειες… είχε κάνει πράγματα στο Ρέθυμνο με διάφορες ομάδες, και που μπήκε μέσα και πάλι από ένα ερέθισμα θεατρικό, συνειδητοποίησε ότι θέλει να το δει, να το σπουδάσει, να πάει σε μια σχολή. Ξεκίνησε, πήγε στην Αθήνα… Με αφορμή μια παράσταση που είχε δει… είχαμε δει, μέσα από κάτι δρώμενα που κάναμε τότε κι είχαμε βοηθήσει το Αναγεννησιακό φεστιβάλ να δημιουργηθούνε τα δρώμενα τότε… Ήταν οι πρώτες χρονιές που φτιαχνότανε το Αναγεννησιακό Φεστιβάλ και μέσα από μία παράσταση, η Μαρία πήρε την απόφαση –η αδερφή μου είναι η Μαρία– πήρε την απόφαση να ξεκινήσει να πάει στην Αθήνα. Έμεινα, λοιπόν, μόνος. Ακόμα πιο δύσκολο, ακόμα πιο… Αυτό που σου φέρνει, έτσι, μια… όχι δυσκολία… έναν… απογοήτευση…μια… ένα φόβο για το: «Τώρα έμεινα μόνος», ότι: «Δεν έχω την συμπαράσταση που είχα μέχρι τώρα, που είχαμε…». Παρόλο που δεν ήτανε και πολύ εύκολο να συνεργαστούμε οι δυο μας, αλλά τα βρίσκαμε στο τέλος. Γιατί από μικρά παιδάκια ήμασταν… Μέσα στα παιχνίδια μας, το θέατρο ήτανε πρωταρχικό στοιχείο κι έμπαινε καθημερινά. Μέσα στο δωμάτιο μας δηλαδή, φτιάχναμε θέατρο. Και εκεί μάθαμε να ονειρευόμαστε και να… Θυμάμαι, ας πούμε, κούκλες… με κούκλες παίζαμε, μέχρι και… Αυτό που είχαμε τότε σαν ερέθισμα από αρχαίες τραγωδίες ή κάναμε, ας πούμε, ότι… ότι έφτανε η κούκλα μας, ο ήρωας, ας πούμε,… ότι ο συγκεκριμένος ήρωας έφτασε μέχρι την Επίδαυρο. Και στήθηκε μια μικρή Επίδαυρο πάνω στο κρεβάτι των γονιών μας, στο διπλό κρεβάτι, και με φώτα και με φακούς, και λες: «Να ο φακός και το σκοινί και η σκάλα πώς μπαίνουν και πώς γίνονται ένα θεατρικό παιχνίδι το οποίο θα σε οδηγήσει σε μία παράσταση». Έτσι λοιπόν, μέσα στα χρόνια, πέρασαν άνθρωποι, με βοήθησαν, με δυσκόλεψαν, με απογοήτευσαν, με… μαζί ονειρευτήκαμε, με πολλή-πολλή-πολλή δουλειά. Τώρα, κοιτάζοντας πίσω, είναι οι αναμνήσεις, οι μνήμες… είναι, έτσι, ένα παράξενο πράγμα γιατί δεν ξέρω πόσο αληθινές είναι ή πόσο τις εξατομικεύουμε ή πόσο τις κάνουμε όμορφες. Και έρχονται για να σου πούνε ότι: «Κοίταξε να δεις, έχεις καταφέρει κάτι». Αυτό θα ‘ταν ωραίο όμως να το ανακαλύπτουνε και να το βρίσκουνε κι άλλοι. Εμείς έχουμε φτιάξει, εντάξει, ένα κοινό. Υπάρχει που μας στηρίζει και που έρχεται στις παραστάσεις μας. Όμως είναι πολύ άσχημο αυτό το πράγμα που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια με τα μεγάλα ονόματα. Θα πρέπει δηλαδή, αυτό το πράγμα που υπάρχει και που κάποιοι δεν το ξέρουν, να γίνει γνωστό. Διότι δεν είναι δεδομένο ότι αυτό υπήρχε πάντα. Πολλοί πιστεύουνε ότι αυτός ο «Θεατρικός Περίπλους» είναι ένα κομμάτι του Δήμου. Ότι είναι κρατική υπόθεση. Ότι είναι Δημοτικό το θέατρο αυτό. Παίρνουν πολλές φορές και ζητούν εισιτήρια για τις παραστάσεις που έρχονται στις καλοκαιρινές εκδηλώσεις. Ή αλλωνών ομάδων παραστάσεις, παίρνουν και ζητούν θέσεις και εισιτήρια σε εμάς, νομίζοντας κάποιοι ότι… ξέροντας ότι ο «Θεατρικός Περίπλους» είναι όλα αυτά τα χρόνια, άρα για να αντέχει στο χρόνο είναι κάτι που από κάπου επιχορηγείται. Δεν επιχορηγήθηκε ποτέ. Δεν πήρε ποτέ χρήματα από πουθενά. Πήρε την αγάπη, πήρε τη φροντίδα, πήρε το μεράκι, πήρε τον πόνο, πήρε την δουλειά, όλων αυτών των ανθρώπων που περνούσαν τις ώρες τους, τα βράδια τους… αντί να σέρνονται από δω κι από κει, τα περνούσαν φτιάχνοντας τέχνη. Φτιάχνοντας ουσιαστικά πράγματα, μαθαίνοντας για το θέατρο και κατ’ επέκταση αυτό: ανακαλύπτω και βλέπω ότι σου κάνει καλό και στη ζωή! Ναι, κάπως έτσι είναι τα πράγματα, μέσα στο μυαλό μου. Λεπτομέρειες, ιστορίες, θυμάμαι πολλές! Δηλαδή, όταν ξεκινήσαμε να κάνουμε αυτά τα… τις παραστάσεις τις μεταμεσονύκτιες, που για τους φοιτητές ήτανε κάτι πολύ ωραίο. Δηλαδή, τώρα κάνανε μεταμεσονύκτιες… μετά από πολλά χρόνια, κάνανε μεταμεσονύκτιες παραστάσεις στην Αθήνα ή, ας πούμε, αυτό το πράγμα έγινε μόδα πολύ αργότερα. Εμείς το είχαμε ανακαλύψει ότι: «Αυτός, αντί να πάει στο μπαρ, θα ‘ταν καλό να πάει στο θέατρο» και έγινε στις 12 η ώρα τα μεσάνυχτα μια παράσταση- που ενόχλησε κάποιους- ή οι πρόβες μας που ήτανε βράδια, και κρατούσε… πήγαινε μέχρι… Πολλές φορές είχαμε ξημερωθεί, κιόλας. Έπρεπε να βρούμε μια στέγη και σ’ αυτή τη στέγη… Τώρα πήγα αλλού βέβαια, αλλά δεν πειράζει… Βρήκαμε μία στέγη η οποία ήτανε ένας χώρος που πάλι έπρεπε να βγουν μπάζα, να βγουν βάτα, να βγουν… Είχε χορταριάσει, είχαν δέντρα μέσα σ΄ αυτό το κτήριο που ζητήσαμε να μας παραχωρηθεί και να μας νοικιαστεί –και το νοικιάσαμε μ΄ ένα τρόπο– και εκεί αρχίσαμε, σε μια παλιά αποθήκη μέσα, ούτε άδειες, ούτε… δεν ξέραμε τίποτα απ’ όλα αυτά, τα οποία τώρα έχουνε πάρει το δρόμο τους και είναι με μία νόμιμη στέγη και… Τέλος πάντων, όλα αυτά φτιάχτηκαν, πραγματικά, δουλεύοντας σαν σκυλιά. Άσχετα, δεν δουλεύαμε μόνο θεατρικά. Και με τα χέρια μας… Δηλαδή, το σκάψιμο και το να φτιάξουμε το χώρο και να ξεμπαζώσουμε όλα αυτά τα χαλάσματα, να τα βάλουμε στην άκρη, να μην προκαλέσουμε βλάβες σε… πιθανόν να ενοχλήσουνε το κτήριο ή αρχαιολογικά να μην… όλα αυτά… Φτιάξαμε ένα μικρό θεατράκι στο οποίο κάναμε τις πρόβες μας. Οι γείτονες λοιπόν, ακούγοντας φωνές, ακούγοντας όλες αυτές τις ασκήσεις που κάναμε, άρχισαν να λένε: «Τι γίνεται εκεί μέσα;»- δηλαδή, ήτανε πραγματικά δύσκολες οι εποχές και «Ποιος είναι αυτός ο Καντιφές, ας πούμε, που μαζεύει εκεί πέρα τόσο κόσμο και φωνάζουνε;». Και παρόλο που είχαμε φροντίσει να βάλουμε και μόνωση, κάποιες φορές ακουγόταν απ΄ έξω και νόμιζαν ότι κάναμε σατανιστικές τελετές και μαύρη μαγεία και… «Ποιόν σφάζουνε εκεί μέσα;» και διάφορα τέτοια. Δηλαδή, αυτό ήτανε κωμικοτραγικό- η όλη κατάσταση-, γιατί άντε να εξηγήσεις τώρα στον άλλον ότι μέσα σ΄ αυτό το πράγμα που μέχρι χθες ήταν κλειστό, ήταν ένα ερείπιο, έχει αρχίσει και γίνεται χώρος τέχνης. Κι ότι μέσα εκεί, δημιουργείται κάτι που θα μείνει στο χρόνο και κάτι που το ονειρεύονται κάποιοι άνθρωποι και δουλεύουνε πάνω σ΄ αυτό. Και: «Τι είναι αυτή η δουλειά; Αυτό το φοβερό και το τρομερό». Δηλαδή: «Και πού θα δουλεύεις, παιδί μου, όταν θα πας να σπουδάσεις θέατρο;», που μου λέγαν εμένα. Και που το θέατρο μπορεί να γίνει παντού, και που το θέατρο υπάρχει στη ζωή μας σε καθημερινή βάση. Και πώς να τους το εξηγήσεις τώρα αυτό; Αυτή ήτανε μία ιστορία, μετά υπήρχε ένας πόλεμος από την άλλη μεριά. Γιατί το καθετί άγνωστο, καθετί καινούριο δεν γίνεται πολύ εύκολα αποδεκτό, από μία μικρή πολιτεία. Και: «Ποιος είναι ο γνωστός που θα ηγηθεί του σχήματος αυτού;» και «Α! Ρεθυμνιώτες είναι και κάτι κάνουνε εκεί, αλήτες. Ποιος ξέρει τι γίνεται εκεί μέσα και πώς...». Έχουμε πολλές φορές κατηγορηθεί για πολλά-πολλά πράγματα αλλά και έχει αναγνωριστεί η όλη δουλειά που έχει γίνει, πολλές φορές. Αλλά αυτά είναι και μέσα στη ζωή. Ναι, γεγονότα… Μετά αρχίσαμε και φεύγαμε. Φεύγαμε και προς τα έξω. Δηλαδή, γεννήθηκε η ανάγκη να βγούμε και να δείξουμε τη δουλειά και προς σε… έξω απ’ το Ρέθυμνο. Ένα… Ξαναγυρίζω πάλι σ΄ αυτό, στα γεγονότα, τώρα, πάλι, που θυμήθηκα πάλι μ΄ αυτό το χώρο. Όταν είχαμε βγει σαν ζωντανή διαφήμιση, ντυμένοι με τα ρούχα της παράστασης για να κάνουμε διαφήμιση- ήταν καλοκαίρι… ήταν φθινόπωρο… κάτι τέτοιο- και αυτό που ακούγαμε: «Τι είναι μωρή; Ίντα, τι γίνεται; Ίντα ‘ναι; Ήρθανε οι απόκριες; Μασκαράδες είναι;». Και αυτό, αμέσως το βλέπεις ότι δεν μπορούν να καταλάβουν ότι είναι μία πράξη, το οποίο αργότερα όταν θα το… Προχώρησε, άνοιξαν τα μυαλά… Το βλέπουν τώρα στο δρόμο, ας πούμε, και το θεωρούν πάρα πολύ φυσιολογικό. Αλλά τότε ήταν… μας δείχνανε με το δάχτυλο. Δεν ήταν εύκολα, αλλά ήταν όμορφα. Η δυσκολία… Δηλαδή, οι ώρες που περνούσαμε μέσα εκεί, μας έκαναν πιο δυνατούς. Τουλάχιστον όσον αφορά το θέατρο. Μας βοηθούσαν και στη ζωή μας. Πολλοί πήραν την απόφαση, λέγαν: «Δεν μ΄ αρέσει εμένα αυτό το πράγμα». Γιατί ο καθένας έχει τα δικά του όνειρα, τα δικά του πιστεύω, τις δικές του ασχολίες. Αυτό το πράγμα όταν ξεκίνησε, δεν πληρωνότανε κανείς, τίποτα. Όλα ήτανε ερασιτεχνικά. Κι είναι πολύ ωραίο να ξέρεις ότι είναι πραγματικά αποτέλεσμα «ερασιτεχνισμού» με την έννοια: Η αγάπη, το πάθος, ο έρωτας γι’ αυτό που κάνεις. Και είναι εδώ… και είναι εδώ στο σήμερα και υπάρχει και αντέχει στο χρόνο και σκέφτεται καινούρια πράγματα και σκέφτεται συνεχώς παραστάσεις και σκέφτεται έργα και δημιουργεί εργαστήρια και δημιουργεί «Σχολείο» και δημιουργεί ηθοποιούς, σε μία μικρή επαρχιακή πόλη, όπως είναι το Ρέθυμνο. Και ο «Θεατρικός Περίπλους» για μένα είναι… όχι η μισή μου ζωή, είναι ολόκληρη η ζωή μου. Αν ρίξτε μια ματιά εδώ, αν μπορούσαμε να δούμε το σπίτι, είναι ένα κομμάτι σαν να έχει… σαν να είναι η αποθήκη, σαν να είναι ένα μέρος… Πολλοί μου το χαρακτηρίζουν ότι είναι σαν το σπίτι του Αη Βασίλη που έχει όλο παιχνιδάκια , πραγματάκια και τέτοια, και κάποιοι άλλοι λένε: «Τι είναι αυτό; Αποθήκη… σαν αποθήκη, είναι». Αλλά όλα αυτά, το καθετί εδώ μέσα κουβαλάει ιστορίες… και κουβαλάει πράγματα, σχέσεις ανθρώπινες και κουβαλάει παραστάσεις… Ναι, δεν ξέρω αν γίνομαι κατανοητός και μπορεί κάποιος να μπει μέσα σ΄ αυτό το ταξίδι ή μέσα σ’ αυτό το πράγμα που θέλω να επικοινωνήσω και να πω… Έλεγα για τις προσπάθειές μας να πάμε προς τα έξω. Να πάμε και το θέατρο και στα χωριά. Να πάμε, να επικοινωνήσουμε και με ανθρώπους που δεν έχουν δει ποτέ-ποτέ-ποτέ θέατρο. Κι αυτό ήτανε πολύ ωραίο: όταν πηγαίναμε σε κάποιο χωριό κι έβλεπες τον αυθορμητισμό που πιστεύανε ότι αυτό το πράγμα… Δεν υπήρχε η σύμβαση γι’ αυτούς- η σκηνή, οι θεατές- γι’ αυτούς ήταν ένα γεγονός… όχι για να διασκεδάσουνε, συμμετείχανε μέσα στην παράσταση, δηλαδή γινότανε προσωπικό τους βίωμα. Και μάλιστα αναγνωρίζανε και πολλούς τύπους που είχανε και στο χωριό τους, τέτοιο. Θυμάμαι, μ΄ ένα γέρο, έτσι, μ’ έναν ήρωα γέρο που ήτανε παράξενος και στριμμένος και όλα… είχε, έτσι, διάφορα… έλεγε… μιλούσε λίγο χυδαία, αλλά… «Α! Αυτός μοιάζει του μπάρμπα-τάδε», ας πούμε. «Α! Αυτός ο ήρωας είναι σαν την τάδε». Το κάνανε προσωπικό τους. Είναι εκείνο το… ένα γεγονός, ας πούμε, το ότι ενώ παίζουμε μία παράσταση, μία γριούλα σηκώνεται απ’ το κοινό και λέει: «Παιδιά μου, σας ευχαριστώ». Μπαίνοντας, ανεβαίνει πάνω στη σκηνή, περνάει, την κοιτάζουνε αυτοί που παίζανε κι εμείς που ήμασταν από πίσω στα παρασκήνια, πίσω απ΄ το σκηνικό, ανοίγει την πόρτα, λοιπόν, του σκηνικού- που ήταν μια κουρτίνα κρεμασμένη στην πόρτα- περνάει, μπαίνει μέσα στην πόρτα και λέει: «Παιδιά μου, σας ευχαριστώ αλλά εδά πρέπει να φύγω, να πάω στο σπίτι μου, γιατί πρέπει να πιω το φάρμακο, κι έχω και την πίεση, αλλά σας ευχαριστούμε απου ‘ρθατε». Όλα αυτά είναι, έτσι, κάποια γεγονότα που σου λένε: «Κοίτα, κάτι γίνεται. Κάτι…». Αυτή η γριούλα- δεν νομίζω να ζει γιατί ήτανε αρκετά μεγάλη– είχε δει πρώτη φορά θέατρο, δεν μπορούσε να ξεχωρίσει… Αλλά γι’ αυτήν ήτανε πολύ σημαντικό να ‘ρθει να μας πει «καληνύχτα» και να μας πει και το λόγο που πρέπει να φύγει, να πάει να πιει το χάπι της πίεσης, ας πούμε, που έπρεπε. Ναι. Ταξιδέψαμε, φορτώσαμε, κουβαλήσαμε, στήσαμε, ξεστήσαμε πάρα πολλές φορές. Χωρίς βοήθεια. Αυτό είναι πάντα που με… τέτοιο. Και γι’ αυτό με πιάνει ένα παράπονο ότι, βλέποντας τώρα - δεν ξέρω αν πρέπει να το πω, αλλά θα το πω- ότι μέσα- λόγω covid- οι παραστάσεις που πληρώνονται από την περιφέρεια κι από το κράτος, είναι μόνο για τα χρήματα και κάποιοι που έχουνε γνωστούς μέσα στην κυβέρνηση είναι οι ίδιοι οι αντιπεριφερειάρχες, οι περιφερειάρχες, οι περιφερειακοί σύμβουλοι… Δεν μιλάω μόνο για το Ρέθυμνο, μιλάω για όλη την Ελλάδα. Γιατί έχουνε έρθει απ’ όλη την Ελλάδα και κάποιοι, οι οποίοι έχουν αυτά τα μέσα, μπορούν να πάρουν επιχορηγήσεις για να κάνουνε μία παράσταση την οποία καν δεν επικοινωνούν να ‘ρθει να την δει κόσμος και προσφέρεται δωρεάν, και το μοναδικό που πρέπει να αποδείξουν είναι ότι έγινε αυτή η παράσταση, έστω κι αν από κάτω ήταν δέκα και δεκαπέντε άτομα. Και γι’ αυτήν την παράσταση, έχουν πληρωθεί χιλιάδες ευρώ! Κι εμείς δεν έχουμε πάρει βοήθεια, ποτέ! Ή όταν ζητήθηκε… Θα μου πεις: «Ποιον ενδιαφέρει…». Όχι, είναι ένας καημός μου… Φέτος, όταν ζητήθηκε, ας πούμε, να πάμε μία παράσταση που είχε δει ένας άρχοντας του τόπου εδώ… Είχε δει την παράσταση, του άρεσε και ο ίδιος είπε ότι: «Να σας βοηθήσω» κι όταν ζητήθηκε για την παράσταση αυτή ένα ποσόν, λέει: «Δεν μπορώ να το δώσω, είναι πολύ ακριβό»! Διότι, ο ίδιος δεν γνωρίζει! Γιατί ο ίδιος δεν έχει δει πόση δουλειά χρειάζεται και δεν μπορεί να καταλάβει και δεν τον ενδιαφέρει κιόλας, να δει μέσα σ’ αυτά τα χρόνια πώς αυτό το σχήμα άντεξε και πώς αντέχει! Είναι αυτό το πράγμα: ότι εγώ δίνω αυτό το χώρο, τώρα, στο σχήμα αυτό, να δημιουργηθεί και να υπάρχει θέατρο στο Ρέθυμνο» και κάποιοι μου είχαν πει: «Γιατί βρε μπουνταλά (που λέμε εδώ), δεν το δίνεις να το κάνεις τρεις γκαρσονιέρες ή τρία δυαράκια, να παίρνεις τα ενοίκια και να μην σε ενδιαφέρει τίποτα;». Θα μπορούσα άνετα να το κάνω πραγματικά έτσι, όπως οι περισσότεροι κάνουνε. Όμως εγώ προτίμησα αυτό το… πληρώνοντας το πολύ, πολλές φορές. Πολλές φορές!
Τώρα, λέτε για τον τρίτο χώρο. Γιατί… τώρα υπάρχει ένα θέατρο-
Ναι.
Είπαμε για το πρώτο πριν…
Ναι… και μετά πήγαμε κάπου αλλού γιατί έπρεπε να φύγουμε από εκεί γιατί εκεί, επίσης, γεννήθηκε μία άλλη… Είδαν ότι το θέατρο… Με το θέατρο πήρε αξία ο χώρος αυτός και κάποια στιγμή αυτοί που το είχαν, θέλησαν να το εκμεταλλευτούν. Και φυσικά αυτός ο χώρος έγινε κάτι άλλο, που σήμερα κάποιοι μαζεύονται εκεί και πληρώνουν ένα μεγάλο ενοίκιο. Γιατί εμείς, όμως, το ξεκινήσαμε και το κάναμε ουσιαστικό χώρο. Τον πρώτο. Έπρεπε λοιπόν να φύγουμε από κει διότι ήρθανε πλημμύρες, γιατί το κτίριο τότε δεν ήτανε ένα κτίριο το οποίο μπορούσε… Δηλαδή, ήτανε χωρίς παράθυρα, χωρίς ταβάνι κάποιες φορές… Γιατί αυτοί από πάνω, βλέποντας ότι αρχίζει να παίρνει αξία- παίρνοντας και κάποια χρήματα- άρχισαν να φτιάχνουν. Εμείς βρίσκαμε τρόπους να επιβιώνουμε και να κάνουμε τις παραστάσεις μας. Ένα άλλο, ας πούμε, γεγονός, τώρα που θυμάμαι, ήτανε ότι τότε μας είχανε πει ότι - δεν μας… χωρίς να μας ειδοποιήσουνε αυτοί που το είχανε- ότι: «Δεν θα έχετε ρεύμα». Οπότε δεν είχαμε ρεύμα. Οπότε κάναμε τις παραστάσεις μας με κεριά, με λάμπες, με cd player –τότε δεν είχαμε cd player, είχαμε τα κασετόφωνα με μπαταρίες– σαν μουσική. Πάντα μικρό το κοινό, δηλαδή πάντα δεν ξεπερνούσε τα πενήντα άτομα. Κι ένα βράδυ πάλι, ένα άλλο γεγονός ήτανε ότι μία κυρία λέει ότι: «Αυτοί οι καλλιτέχνες εκεί, δεν έχουνε μάλλον να φάνε οι καημένοι, γι’ αυτό το κάνουνε αυτό», γιατί δεν είχαμε και εισιτήριο τότε, κι ήτανε «Ό,τι θέλει ο καθένας» και μας έφερε φαγητό. Ξέροντας ότι κάνουμε πρόβες και έφερε το τέτοιο… Ήτανε, θυμάμαι, χοχλιοί, πώς τα λένε… σαλιγκάρια με χόντρο (τον τραχανά, τον κρητικό) και φασολάκια, την άλλη μέρα. Η ίδια κυρία, μας έφερε φασολάκια, για να… Γιατί πίστευε ότι πεινάμε, ότι δεν είχαμε να φάμε, γιατί… Αντιμετωπιζόμασταν, έτσι, σαν περιθωριακοί, λίγο. Ωραία, λοιπόν. Όταν ανακάλυψαν οι κύριοι αυτοί που είχαν το χώρο ότι μπορεί να τους δώσει χρήματα, μας έδιωξαν. Που είχαμε περάσει μέσα από εκεί, πολλές καταστροφές. Πλημμύρες, πέφτανε οι τοίχοι, διαλυότανε, είχε πάρα πολλή υγρασία, είχε… Διάφορα τέτοια. Οπότε βρήκαμε κι εμείς την ευκαιρία, όντως να ψάξουμε για κάτι άλλο. Ψάξαμε μία άλλη αποθήκη, τη νοικιάσαμε και κάναμε εκεί το δεύτερο χώρο. Και μετά, εκεί πάλι, έγινε μία απόπειρα και ήτανε μαγικό το πώς, ας πούμε, σαν αυτό το δωμάτιο που βρισκόμαστε τώρα που είναι σαν ένα μεγάλο σαλόνι, γινότανε θέατρο. Και που έδωσε καρπούς κι αυτό και που έδωσε παραστάσεις πολύ σημαντικές και που… πάλι ήρθανε ακόμα και τα νερά πάλι εδώ, οι καταστροφές κ.τ.λ. που είναι: «Μάλλον μέσα βρέχει, έξω κάνει ζέστη και όλα έχουν βραχεί και όλα είναι… Μα και κάτι μαγικό συμβαίνει μέσα σ’ αυτό το χώρο και δεν μπορεί να βρέχει μέσα!». Γιατί είχαν σπάσει οι σωλήνες από πάνω και τα ‘χανε βρέξει όλα. Και είχε δημιουργηθεί, έτσι, πάλι κι εκεί, μία… Γιατί έχεις να κάνεις με κομμάτι απ’ τη ζωή σου. Πόσες φορές είχα κοιμηθεί και σ’ αυτόν εκεί το χώρο… Πόσες φορές, έτσι, είχαν έρθει καινούρια άτομα, μέσα σ’ αυτόν το χώρο που και πάλι κι αυτά τα άτομα σήμερα ασχολούνται με θέατρο. Μετά πήγαμε στον τρίτο χώρο. Παραστάσεις κάθε χρόνο, δύο και τρεις! Από παραστάσεις που είχαν να κάνουν με τα έργα τα κλασσικά, μέχρι παραστάσεις που δημιουργόταν απ’ τους ίδιους τους ηθοποιούς και μέσα απ’ το εργαστήρι. Που ήταν αρκετά πρωτοποριακές για το Ρέθυμνο. Θυμάμαι δηλαδή στο δεύτερο χώρο, όταν μου ζήτησαν τα παιδιά να κάνουμε κάτι καινούριο, κάτι που να είναι τέτοιο, λέω: «Εγώ έχω κάτι. Μπορώ με κάτι που είχαμε κάνει σ’ ένα εργαστήρι παλιό, να κάνουμε… αλλά φοβάμαι πάρα πολύ πώς θα αντιμετωπιστεί αυτό το έργο». Και γι’ αυτό εκεί ήτανε μία κυρία που ήρθε και με ταρακούνησε εμένα και μου λέει: «Παιδί μου, πάρα πολύ ωραίο αυτό που είδαμε, μ’ άρεσε τούτονά που έβλεπα, αλλά δεν κατάλαβα τίποτα». Διότι πραγματικά κινιότανε μέσα… αυτό το έργο που είχαμε φτιάξει, κινιόταν μέσα στα όρια της… μιας διχασμένης προσωπικότητας. Ήτανε λίγο ψυχολογικό το όλο και ήτανε η ψυχοσύνθεση ενός ήρωα, που δινόταν με ένα εικαστικό τρόπο. Και εκεί λοιπόν, ταρακουνιέται και μπαίνει στον εγκέφαλό μου και που πρέπει να μπει νομίζω σε όλους τους σκηνοθέτες και σε όλους που ασχολούνται με το θέατρο: «Αν αυτή την παράσταση που κάνεις, την βλέπει πρώτη φορά ένας θεατής, βλέπει πρώτη φορά θέατρο, δεν θα πρέπει να σκεφτείς ότι υπάρχει περίπτωση να μην ξαναδεί θέατρο αν δεν καταλάβει αυτό το πράγμα που κάνεις;». Γιατί, μου το είπε η κυρία: «Ήταν πάρα πολύ όμορφο αυτό που είδα, είχε ωραίες εικόνες, αλλά δεν καταλάβαινα τι λέγανε». Γιατί η κατάσταση ήτανε: Η συνομιλία ενός τρελού με τον εαυτό του και οι πολλές προσωπικότητες που είχε μέσα του! Αυτό ήτανε μία πολύ πειραματική και το είχα πει και στα παιδιά ότι: «Φοβάμαι ότι αυτό δεν θα το αντέξει ο κόσμος». Το άντεξε και ήτανε για ειδικό κοινό. Δηλαδή, όλοι από το Τμήμα Ψυχολογίας του πανεπιστημίου, από καθηγητές μέχρι φοιτητές και όλα αυτά, το είδαν με πολύ ενδιαφέρον. Και ήτανε ένας τρόπος για να συζητήσουν και να βρούνε πράγματα και να δημιουργηθεί, έτσι, ένα… Αυτό που θέλει και το θέατρο πραγματικά και που…. Να δώσει ερεθίσματα και να δώσει λόγο και πολιτικό και να έχεις μία διάθεση να επικοινωνείς την τέχνη, αλλά πρέπει να το διευκρινίζεις. Δηλαδή, να μπορούσε κανείς να πει ότι: «Αν έρθετε πρώτη φορά να δείτε θέατρο, μην έρθετε να τη δείτε αυτή την παράσταση». Γιατί μετά μένει… Κάνεις κακό! Σε πολλούς ανθρώπους. Γι’ αυτό πρέπει να προσέχουμε πώς παίρνουμε ένα κείμενο ή το κλασσικό το κείμενο, κι αν το αλλάξεις θα πρέπει να το δηλώσεις. Ότι: «Αυτό είναι βασισμένο πάνω στο έργο του Σαίξπηρ “Ρωμαίος και Ιουλιέτα”, δεν είναι “Ο Ρωμαίος και Ιουλιέτα” του Σαίξπηρ. Διότι, είναι σαν αυτό που λέει ένας φίλος μου σκηνοθέτης, ότι πήγε η μάνα του, λέει, κι έβλεπε τραγωδίες και δεν καταλάβαινε τίποτα. Και πήγε κάποια στιγμή και είδε μια τραγωδία και το μεγάλο της αυτό που πήγε στο χωριό, ήτανε ότι: «Πήγαμε και είδαμε τραγωδία στην Επίδαυρο και τα κατάλαβα όλα!» Πόσο σημαντικό πράγμα είναι αυτό… Γι’ αυτό ακούγομαι γραφικός ή ακούγομαι πολλές φορές παράξενος και κλασσικός –το είπα;– ακούγομαι σαν να είμαι από τους παλιούς. Ότι: «Παιδιά, πρώτα θα πρέπει να μάθουμε να δομούμε ένα πράγμα και μετά να το αποδομούμε». Πώς είναι δομημένο, πρέπει να ξέρει ο θεατής και μετά να το αποδομήσεις, να το κάνεις… Γιατί η μανία μας να αποδομούμε τα πάντα, μας έχει φέρει το θέατρο πια να μην είναι θέατρο και να είναι τηλεόραση. Και να είναι φώτα. Και να είναι εφέ! Και να μην υπάρχει το πρωταρχικό πράγμα, που πρέπει να υπάρχει στο θέατρο: Ο ηθοποιός κι ο θεατής! Και ο λόγος, το κείμενο. Αυτό τώρα είναι ένα… Δηλαδή, αυτό που είπα και προηγουμένως μ’ αυτή την συγκεκριμένη παράσταση, είναι ένα γεγονός που εμένα έφερε τα πάνω-κάτω και που πιθανόν, ακούγοντάς το κάποιος, κάτι να του κάνει. Πιθανόν θα ‘πρεπε να μπορέσω να το μοιραστώ αυτό και με όλους αυτούς τους σκηνοθέτες τους μεγάλους που πάνε στην Επίδαυρο και κάνουνε όλα αυτά τα αρχαία έργα και που δεν μπορούμε να τα καταλάβουμε. Τα περισσότερα δηλαδή, δεν μπορούμε να τα καταλάβουμε και λες: «Αμάν! Τι… Παιδιά άκουσα λόγο και τον κατάλαβα. Και τι ωραία!». Η γιαγιά απ’ το χωριό: «Πήγα στην Επίδαυρο κι άκουσα το Θέατρο Τέχνης, τέλος πάντων, κι έπαιζε… και τα κατάλαβα όλα!». Πολύ σημαντικό γιατί είναι κάτι το ακαταλαβίστικο το αρχαίο. Το αρχαίο που… Σε μετάφραση, πάντα σε μετάφραση… Για να μην μπορείς να το καταλάβεις. Γιατί πρέπει να του γεννήσεις κι άλλα ερωτηματικά. Να του βάλεις κι άλλα, εκτός απ’ αυτά που κουβαλάει το ίδιο το κείμενο. Τώρα μπήκα βέβαια σε άλλα… σε άλλα μονοπάτια και σε άλλες καταστάσεις. Όμως αυτή είναι η ζωή του θεάτρου. Και που είναι ένα θέατρο του «Θεατρικού Περίπλου» και κατ’ επέκταση και η δικιά μου, η προσωπική ζωή, γιατί ταυτόχρονα μεγαλώνω, ένα 90%, νομίζω, της ζωής μου είναι ο «Θεατρικός Περίπλους» και το Θέατρο γενικότερα. Και γι’ αυτό ήθελα να το μιλήσω και να πω. Δεν ξέρω πόσο χρήσιμο θα είναι για κάποιον που θα θέλει να το ακούσει στο μέλλον, αλλά εγώ ήθελα να το καταθέσω, έτσι, και να πω ότι: «Θα συνεχίσω να ονειρεύομαι και θα συνεχίσω να κάνω πράγματα. Και θα απογοητεύομαι και θα πέφτω και θα σηκώνομαι πατώντας ή κρατώντας… κρατώντας τα χέρια και πατώντας στα παπούτσια κάποιων συνοδοιπόρων μου, όταν δεν θα μπορώ, πιθανόν, να κάνω πολλά πράγματα...». Πάλι μου βγαίνει το παράπονο τώρα εδώ, γιατί βλέπω ότι τριάντα τέσσερα χρόνια… και όχι μόνο αλλάζει ο τρόπος που βλέπεις τη ζωή, το θέατρο, αλλάζει και ο τρόπος που το σώμα σου δεν σε βοηθάει. Που το σώμα σου αρχίζει και σε προδίδει. Ο χρόνος έρχεται και σου θυμίζει ότι… όχι, πρέπει να σταματήσεις. Εδώ, κάπου πρέπει να κάνεις λίγο στην άκρη και να ‘ρθουν καινούρια άτομα που θα μπορέσεις να τους κρατήσεις το χέρι και να τους πεις: «Προχώρα πάνω σ’ αυτά που σου ‘μαθα». Γιατί πιστεύω ότι αυτά που μαθαίνουμε εδώ στον «Θεατρικό Περίπλου» είναι βασικές αρχές, ουσιαστικές…ουσιαστικά θεμέλια για κάποιον που θέλει πραγματικά να κάνει ουσιαστικό θέατρο κι όχι θέατρο μόνο για το «φαίνεσθαι». Κι όχι θέατρο που θα έχει να κάνει με το star system κι όχι θέατρο που θα έχει να κάνει με το «δείτε με», μόνο. Το θέατρο είναι: «Θέωμαι», παρακολουθώ, με βλέπουν, βλέπω, επικοινωνώ. Μπερδεμένα πράγματα που νομίζω ότι μέσα στο «Θεατρικό Περίπλου» ξεκαθαρίζονται. Και μέσα από τα χρόνια, θα φανεί. Θα υπάρχει κάπου καταγεγραμμένο αυτό που έγινε. Βέβαια, εγώ θα έχω φύγει, πιθανόν, όταν θα γίνει αυτό, αλλά… Να, κι αυτή η αφορμή που μου δίνεται τώρα, να υπάρχει κάπου γραμμένο- έστω αυτές οι σκέψεις, οι σημερινές μου- είναι ένα πραγματάκι που θα μείνει μέσα στο χρόνο κι όταν πια αργότερα κάποιοι θα ψάχνουν να βρούνε, πιθανόν να ανακαλύψουνε ότι υπήρχε κι αυτός ο «Θεατρικός Περίπλους» που εύχομαι να υπάρχει και τότε. Χρόνια πριν, από το 1988. Τόσα χρόνια, που είναι μια ολόκληρη ζωή! Για φαντάσου… ένας άνθρωπος που γεννιέται και γίνεται τριάντα τεσσάρων χρονών- τριάντα πέντε, και είναι όλη αυτή η ζωή, τι έχει κάνει μέχρι τότε. Νομίζω ότι έχουμε κάνει πολύ περισσότερα πράγματα γιατί ήτανε πολλές ενωμένες καρδιές, ψυχές, μυαλά, προσπάθειες, αγώνες… Έτσι… αυτά...
Να πούμε και λίγο για τον τρίτο χώρο. Μετά από δέκα χρόνια στον δεύτερο χώρο…
Μετά από δέκα…
… φτιάχνεται…
… φτιάχνεται ο τρίτος χώρος, που επίσης, πάλι, είχε πολλή-πολλή-πολλή αγάπη από ανθρώπους που πίστευαν σ’ αυτό που κάναμε τόσα χρόνια, και που χάρη σ’ αυτούς τους ανθρώπους έγινε, και έγινε η μεταφορά, γιατί πάντα «δεν υπάρχουνε χρήματα», και πάντα «δεν υπάρχουν χέρια», και πάντα… Όμως, βρίσκονται! Γιατί… Να, είναι αυτή η απόδειξη ότι πιστεύουν σ’ αυτό που κάνεις και που έρχεται να… Και ο χώρος αυτός φτιάχτηκε πάλι σ’ ένα χώρο που σαν αποθήκη ξεκίνησε και τώρα, όμως, είναι πολύ νομιμότατος και μπήκαμε στη διαδικασία και φτιάχτηκε με όλα τα απαραίτητα, δηλαδή: πυρασφάλεια, έχει άδεια με τις θέσεις και όλα αυτά, και σ’ αυτόν εδώ το χώρο γίνονται πράγματα, γίνονται πάλι παραστάσεις. Τα δύο τελευταία χρόνια έχουμε αυτό το πράγμα που μας βασανίζει, με τις μάσκες και με τα αντισηπτικά και τις αποστάσεις… και που το θέατρο…και εκεί μέσα ανθίζει και εύχομαι να ανθίζει. Αυτός ο χώρος είναι προσωπικός μου, είναι… είναι δικός μου και τον δίνω στον «Θεατρικό Περίπλου» και εκεί μέσα είναι ένα θέατρο κανονικότατο που φτιάχτηκε με πολλή-πολλή κι αυτό δύναμη απ’ όλους που αποτελούν τον «Θεατρικό Περίπλου». Ή κουβαλώντας τις αναμνήσεις από τον παλιό «Περίπλου», φορτίζεται με θετική ενέργεια-γιατί εγώ πιστεύω πάρα πολύ στην ενέργεια και ότι θα αντέξει κι άλλο στο χρόνο, έστω κι αν εγώ ή η αδερφή μου που είμαστε και υπάρχουμε… Πάλι, θα μου πεις πάλι: «Ουτοπικές σκέψεις και τέτοια...». Εμπρός λοιπόν να δημιουργήσουμε ουτοπίες! Να τις κάνουμε να είναι αληθινές! Γιατί η ουτοπία είναι ένα πράγμα το οποίο δεν φτιάχνεται ποτέ, όμως μπορείς μέσα από αυτό να φτιάξεις κάτι. Να φτιάξεις με αγάπη ένα τόσο δα, που θα αντέξει και θα υπάρχει. Με ενέργεια, με ποίηση, με την αστερόσκονη που έχει το θέατρο…. Αλλά την καλή την αστερόσκονη και όχι των διαττόντων αστέρων που έρχονται και φεύγουν! Ναι, αυτά. Δεν έχω άλλα. Πιθανόν να πρέπει να κάνουμε κι άλλη κουβέντα πάνω σ’ αυτό. Δεν ξέρω πόσο ενδιαφέρον θα ακουστεί για κάποιους, αλλά για μένα ήταν, έτσι, και λίγο ψυχαναλυτικό σήμερα και ήτανε πολύ, έτσι, φορτισμένο συναισθηματικά, με όλα αυτά που βλέπω και παρακολουθώ, με όλη αυτή την πίεση που έχουμε μαζέψει όλοι μας, κι εγώ μέσα τους, με την πανδημία. Το θέατρο πάντα βρίσκει τρόπο να υπάρχει και το ‘χει αποδείξει μέσα απ’ την ιστορία. Ας θυμηθούμε τους σκοτεινούς χρόνους, Μεσαίωνα, που κυνηγήθηκε… Πάντα, θα υπάρχει! Όσο υπάρχει άνθρωπος, γιατί το θέατρο είναι ένστικτο. Κι ο «Θεατρικός Περίπλους» πιστεύω ότι θα συνεχίσει να υπάρχει και να είναι ένα… να είναι ένα θέατρο που λειτουργεί τριάντα πέντε χρόνια, τώρα… τριάντα τέσσερα-τριάντα πέντε χρόνια, τώρα, στο Ρέθυμνο και να υπάρξει κι άλλα τριάντα πέντε και άλλα εκατό! Αυτά.
Ευχαριστώ πολύ!
Κι εγώ σας ευχαριστώ που μου δώσατε όλη αυτήν την… την… έτσι, το χρόνο να μιλήσω.
Καλή συνέχεια σε όλα!
Να ‘στε καλά.
Φωτογραφίες

Θωμάς Καντιφές
Ο Θωμάς Καντιφές στο σπίτι του την ημέρα τ ...

Θωμάς Καντιφές 3
Ο Θωμάς Καντιφές στο σπίτι του την ημέρα τ ...

Λεπτομέρεια από το σπίτι ...

Λεπτομέρεια από το σπίτι ...
Δίπλα από το παράθυρο η κούκλα είναι χειρο ...

Λεπτομέρεια από το σπίτι ...
Περίληψη
Ο Θωμάς Καντιφές, σκηνοθέτης, ηθοποιός και καλλιτεχνικός διευθυντής του "Θεατρικού Περίπλου" (Ρέθυμνο) μιλά για τα πρώτα χρόνια του θιάσου, τη δημιουργία του, τα όνειρα, τις δυσκολίες και τις δημιουργικές στιγμές από το 1988 έως και σήμερα.
Αφηγητές/τριες
Θωμάς Καντιφές
Ερευνητές/τριες
Άννα Τζανιδάκη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
10/08/2021
Διάρκεια
60'
Περίληψη
Ο Θωμάς Καντιφές, σκηνοθέτης, ηθοποιός και καλλιτεχνικός διευθυντής του "Θεατρικού Περίπλου" (Ρέθυμνο) μιλά για τα πρώτα χρόνια του θιάσου, τη δημιουργία του, τα όνειρα, τις δυσκολίες και τις δημιουργικές στιγμές από το 1988 έως και σήμερα.
Αφηγητές/τριες
Θωμάς Καντιφές
Ερευνητές/τριες
Άννα Τζανιδάκη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
10/08/2021
Διάρκεια
60'