Μια σύγχρονη Σαρακατσάνα
Ενότητα 1
Παιδικά χρόνια
00:00:00 - 00:08:17
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Λοιπόν, ξεκινάμε… Θα θέλατε να μας πείτε το όνομά σας; Ναι, ονομάζομαι Ούτου Δήμητρα και είμαι από την Ξάνθη. Καλησπέρα σας. Είναι Πέμπτ…ς από τις φίλες μου και τα ξαδέρφια μου είχαν ακριβώς την ίδια αντιμετώπιση από τους γονείς. Απαγορευόταν και ιδίως τα κορίτσια. Το τονίζω.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 2
Γάμος, φορεσιά και αντάμωμα στους Σαρακατσάνους
00:08:17 - 00:32:59
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Έρχεται η στιγμή που παντρεύεστε, στα 18 -μου είπατε- Ναι. Τρίτη λυκείου, αρχές τρίτης λυκείου. Πώς το βιώσατε όλο αυτό; Ακολουθήσατε τα σ… ό,τι θες. Ό,τι θέλετε. Ξέρω γω, αν θα θέλατε να προσθέσετε κάτι που ξεχάσατε, το οτιδήποτε. Ωραία, σας ευχαριστώ πολύ. Κι εγώ, αγόρι μου.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνηση[00:00:00]Λοιπόν, ξεκινάμε… Θα θέλατε να μας πείτε το όνομά σας;
Ναι, ονομάζομαι Ούτου Δήμητρα και είμαι από την Ξάνθη.
Καλησπέρα σας. Είναι Πέμπτη 22 Ιουλίου του 2021. Είμαι με την κυρία Ούτου Δήμητρα. Βρισκόμαστε στην Ξάνθη. Εγώ ονομάζομε Κόντε Βενιαμίν, είμαι ερευνητής στο Istorima και ξεκινάμε… Κυρία Δήμητρα, πού γεννηθήκατε;
Γεννήθηκα σε ένα χωριό της Ξάνθης, την Κρεμαστή.
Και θα θέλατε να μας αφηγηθείτε πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια σε αυτό το χωριό;
Ναι, ήτανε εντελώς διαφορετική η νοοτροπία τότε του χωριού και τα χρόνια ήταν πιο φτωχικά. Γεννήθηκα το 1970, τον Μάιο του 1970, μεγάλωσα στην Κρεμαστή μέχρι τα 20 χρόνια που παντρεύτηκα. Η ζωή ήταν… Οι άνθρωποι… Οι γονείς μου ήταν αγρότες. Εντάξει, όλοι οι άνθρωποι ήταν φτωχοί εκείνη την εποχή. Ήταν πιο δύσκολα με τα σημερινά δεδομένα τα πράγματα. Τέλος πάντων, από παιδάκι τι να πω τώρα, δεν ξέρω…
Είπατε ότι ζούσατε σε μια περιοχή, η οποία ήταν κατά κύριο λόγο αγροτική.
Ναι, και παιδάκια θυμάμαι και πηγαίνουμε και στο χωράφι. Το χωριό βέβαια ήτανε καθαρά αγροτικό χωριό. Βάζαμε ντομάτα που ήταν πάρα πολύ δύσκολη η παραγωγή στην οποία ήτανε ακριβώς τον Αύγουστο το μάζεμα στην πολλή τη ζέστη. Και ακόμα θυμάμαι που μας έπαιρνε η μάνα μου με τον αδερφό μου και πηγαίναμε στο να μαζέψουμε την ντομάτα και να τη φορτώσουμε σε πλατφόρμες για να πάει στο εργοστάσιο για να γίνει σάλτσα. Δύσκολα για ένα παιδί αυτή η δουλειά. Μετά, πήγαμε στο γυμνάσιο. Μεγαλώνοντας ύστερα παντρεύτηκα πάρα πολύ μικρή 18 χρονών. 20 χρόνων είχα πλέον δική μου οικογένεια με έναν σύζυγο, επίσης, αγρότη που, επίσης, δύσκολη η δουλειά. Η ντομάτα συνεχιζόταν. Αργότερα, ο άντρας μου έπιασε δουλειά σε ένα εργοστάσιο καπνοβιομηχανικό εδώ, στην Ξάνθη, στην ΣΕΚΑΠ και συγχρόνως δούλευε και τα χωράφια. Επίσης, πάρα πολύ δύσκολο για να κάνεις δύο δουλειές. Η μία πάρα πολύ δύσκολη και οι άλλη καθημερινή, το εργοστάσιο. Έκανα και τρία παιδιά. Από κει και πέρα, εγώ ήμουνα πάντα νοικοκυρά, ασχολούμουν με τα οικιακά, αν εξαιρέσεις μια δεκαετία που πήγα στον ιδιωτικό τομέα για να δουλέψω. Από κει και πέρα, μεγάλωσα τα παιδιά. Τα παιδιά τώρα πλέον έχουν φύγει, μεγάλωσαν, μείναμε ξανά μόνοι. Συνεχίζουμε τη γεωργία. Αυτά μέχρι στιγμής.
Λοιπόν, θα σας γυρίσω λίγο πιο πίσω στα παιδικά χρόνια, που είπατε ότι πηγαίνατε στα χωράφια. Θέλω να μου περιγράψετε μια μέρα στο χωράφι. Ας πούμε, ξυπνούσατε το πρωί και τι κάνατε;
Μας ξυπνούσε η μαμά μου το πρωί γύρω στις 6:00 η ώρα, για να ξεκινήσουμε από την αρχή την ημέρα, για να μη μας πάρει ο ήλιος, η πολλή η ζέστη. Πηγαίναμε με το τρακτέρ στο χωράφι μαζί με τους γονείς μου και τον αδερφό μου και κει μαζεύαμε τις ντομάτες. Αυτό γινότανε μέχρι το μεσημέρι που μετά καθόμασταν κάτω από την πλατφόρμα, για να φάμε και ακριβώς στις 14:30-15:00 η ώρα, έπρεπε να ξανά-ξεκινήσουμε στην πολλή τη ζέστη να τα μαζέψουμε. Γυρνούσαμε το βράδυ στο σπίτι κατάκοποι από κούραση και από ζέστη. Δεν υπήρχαν οι ευκολίες οι σημερινές στο σπίτι. Ας πούμε τα πολύ παλιά χρόνια που ήμουνα παιδάκι πιο μικρό θυμάμαι, ας πούμε, ότι δεν είχαμε ούτε νερό στο χωριό μου. Υπήρχαν οι τουλούμπες. Τουλούμπα ήταν ένα -δεν ξέρω, αν ξέρεις τι είναι- ήταν ένα σύστημα αρδευτικό. Έβγαζε νερό από τη γη, το οποίο υπήρχε εξάρτημα που το χτύπησες και έβγαζες πόσιμο νερό, το οποίο έπρεπε να το πάρεις να το ζεστάνεις για να πλυθείς. Μια άλλη επιπλέον κούραση μετά την κούραση του χωραφιού. Ευτυχώς, μετά άρχισαν… Ήρθε το νερό. Είχαμε μπάνιο, είχαμε ηλιακό θερμοσίφωνα, οπότε αυτό σταμάτησε.
Και περνάνε τα παιδικά χρόνια, έρχεται η στιγμή να πάτε σχολείο…
Ήτανε ωραία, όμως, παιδικά χρόνια. Κατ’ αρχήν, ήμασταν σε ένα μικρό χωριό με παιδάκια της ηλικίας μου και παίζαμε με χειροποίητα παιχνίδια. Παίζαμε με κλούβες που μαζεύουμε τις ντομάτες, φτιάχναμε σπιτάκια, παίζαμε με τα χώματα. Δεν υπήρχε ο φόβος «πού είμαστε». Ήταν όλα τα παιδάκια μια παρέα. Δεν υπήρχε bullying, κατ’ αρχήν, εκείνα τα χρόνια να κάνουμε σε παιδιά. Όλα τα παιδάκια του χωριού ήτανε μία παρέα και με τις ώρες στην αυλή παιχνίδι. Οι μαμάδες ήταν πιο ήσυχες. Φαντάζομαι δεν ένιωθαν φόβο, αν λείπαμε κάποιες ώρες από την αυλή μας και ήμασταν στο σπίτι κάποιου φίλου. Μια φωνή να ’βαζαν, κατευθείαν θα ακούγαμε, γιατί ήταν και το χωριό μικρό και κατευθείαν ήξεραν πού είμαστε. Τι άλλο, δεν θυμάμαι…
Ωραία, μην αγχώνεστε. Πάμε τώρα στην ηλικία… Σχολείο, να φανταστώ, πήγατε στο…
Ναι, ναι. Τελείωσα το λύκειο, δεν πήγα τρίτη λυκείου, γιατί ήθελα να… Παντρεύτηκα με τον σύζυγο[00:05:00]. Ήρθα στην Ξάνθη λύκειο, πήγα δύο χρόνια πρώτη και δευτέρα Λυκείου. Τη χρονιά που ξεκινούσε η τρίτη λυκείου εγώ παντρευόμουνα, οπότε δεν πήγα τρίτη λυκείου. Το τελείωσα το λύκειο στα 37 μου στο νυχτερινό. Μάλιστα, έδωσα εξετάσεις και πέρασα και Γεωπονία στις πανελλήνιες του νυχτερινού λυκείου, αλλά δεν πήγα να συνεχίσω σπουδές, γιατί την επόμενη χρονιά έδινε η κόρη μου πανελλήνιες, οπότε δεν μπορούσα να πάω και εγώ στο πανεπιστήμιο και η κόρη. Κάποιος έπρεπε να κρατήσει και την υπόλοιπη οικογένεια και για χάρη της υπόλοιπης οικογένειας, έμειναν οι δικές μου σπουδές πίσω.
Πώς ήταν να μετακινείται ένα παιδί από το χωριό στην Ξάνθη για να πάει σχολείο;
Η μετακίνηση γινόταν με λεωφορείο του ΚΤΕΛ. Συγκεκριμένα το δικό μου χωριό, όταν φεύγαμε από την Ξάνθη για το χωριό ήταν η 14η στάση. Έμπαινε σε 14… Έκανε 14 στάσεις το λεωφορείο για να αφήνει μαθητές από τη γύρω περιοχή, μέχρι να φτάσουμε το χωριό που ήταν ο τελευταίος προορισμός. Ήταν η 14η στάση. Και τώρα σκέψου ότι ένα παιδάκι, ρε παιδί μου, όλη την ημέρα να είναι στο σχολείο από το πρωί, από τις 6:00 σηκωμένο, γιατί έπρεπε να σηκωθούμε πολύ νωρίς. 7:00 η ώρα περνούσε το λεωφορείο, για να μας πάρει. Και όταν γυρνούσαμε στο σπίτι μας ήταν η ώρα 16:00 περίπου, 16:30 το απόγευμα. Ήταν αρκετά κουραστικό, αλλά όταν είσαι παιδί, δεν έχεις τέτοια προβλήματα, δεν κουράζεσαι ιδιαίτερα. Ήταν η παρέα, οπότε περνούσε λίγο πιο ευχάριστα. Πιστεύω ότι σήμερα θα δεν θα μπορούσα να το κάνω αυτό το δρομολόγιο καθημερινά με 14 στάσεις.
Σαν παιδιά, σαν έφηβοι μάλλον, με ποιους τρόπους διασκεδάζατε;
Δεν υπήρχανε. Ιδίως στο δικό μου χωριό δεν υπήρχε, επειδή ήταν πολύ μικρό. Δεν είχε ούτε καφετέριες ούτε ντισκοτέκ που ήταν στη μόδα εκείνη την εποχή. Υπήρχε στο διπλανό χωριό, το οποίο λεγόταν Όλβιο. Είχε μία ντισκοτέκ, το οποίο μάζευε τους εφήβους της εποχής από όλα τα γύρω χωριά. Ήταν το κέντρο εκεί. Θέλαμε να πάμε, αλλά ήταν και πιο αυστηροί οι γονείς μας όμως, ιδίως στα δικά μας τα χωριά που ήταν και Σαρακατσάνοι, δεν μας άφηναν τόσο εύκολα, ιδίως τα κορίτσια. Ο αδερφός μου είχε πιο πολλή ελευθερία να πάει όπου θέλει, «γιατί ήταν άντρας». Έτσι έλεγε η μαμά μου πάντα. Εμάς δεν μας άφηναν τόσο εύκολα. Είναι συγκεκριμένες οι φορές, θυμάμαι, που είχα πάει στη ντισκοτέκ με τη συνοδεία ή του πατέρα μου ή του θείου μου να μας αφήσουν στην πόρτα και μετά από δύο ώρες να ’ρθουν να μας πάρουν. Αυτή ήταν η έξοδο, η έξοδός μας. Στην Ξάνθη υπήρχαν, αλλά εδώ δεν μας έφερναν σε καμία των περιπτώσεων, ούτε όταν ήμασταν 14-15-16 χρονών ούτε και όταν έγινα 17, ας πούμε, 18 μέχρι να παντρευτώ. Μετά, με τον σύζυγο, όταν αρραβωνιάστηκα και παντρεύτηκα, μπορούσαμε να ’ρθουμε άνετα, αλλά όταν ήμουνα από την εποπτεία των γονιών δεν… Απαγορεύονταν αυτά τα πράγματα. Και δεν ήταν ότι ήταν οι γονείς μου ιδιαίτερα αυστηροί, ήταν όλος ο περίγυρος έτσι και οι γονείς από τις φίλες μου και τα ξαδέρφια μου είχαν ακριβώς την ίδια αντιμετώπιση από τους γονείς. Απαγορευόταν και ιδίως τα κορίτσια. Το τονίζω.
Έρχεται η στιγμή που παντρεύεστε, στα 18 -μου είπατε-
Ναι.
Τρίτη λυκείου, αρχές τρίτης λυκείου. Πώς το βιώσατε όλο αυτό; Ακολουθήσατε τα σαρακατσάνικα έθιμα;
Ναι, εννοείται ότι όλα έγιναν με βάση το πρωτόκολλο των Σαρακατσάνων στα θέματα του γάμου. Απλώς, θεωρώ, τότε ήμουνα πολύ μικρή, ήμουνα πολύ ερωτευμένη με τον σύζυγο, οπότε όλα έμειναν στην άκρη και έπρεπε να τον παντρευτώ. Δεν το μετάνιωσα, βέβαια, που ήμουνα τόσο μικρή, ίσως γιατί πέρασα καλή ζωή τα επόμενα χρόνια. Ο γάμος έγινε ένα χρόνο αφότου αρραβωνιάστηκα. Εννοείται ότι ημερομηνίες γάμων, πού θα γίνει η στέψη, πού θα γίνει η δεξίωση δεν είχαμε ποτέ εμείς τα κορίτσια της εποχής άποψη πού θα γίνουν. Όλα κανονίζονταν βάσει τι θα πει ο πατέρας μου και ο πεθερός μου. Αυτοί έκλειναν τους γάμους, αυτοί αποφάσιζαν πότε θα γίνει. Καμία σχέση με τα σημερινά παιδιά. Ας πούμε, τώρα που πάντρεψα εγώ την κόρη μου αποφάσισε αυτή πώς θέλει να κάνει τον γάμο της. Εμάς ήταν λίγο πιο παραδοσιακά και αποφάσιζαν οι γονείς. Βέβαια, το δέχτηκαν οι γονείς μου πάρα πολύ εύκολα ότι έπρεπε να παντρευτώ από την στιγμή που είχα μία σχέση με ένα παλικάρι και ας ήμουν πάρα πολύ μικρή. Γιατί από τη στιγμή που μαθεύτηκε ότι υπήρχε σχέση, έπρεπε να φτάσει οπωσδήποτε στον γάμο και ας ήμουνα 18 χρονών. Κάτι που σήμερα δεν ισχύει. Ένας γονιός δεν θα αφήσει το παιδάκι του σε αυτήν την ηλικία να μπει σε τέτοια διαδικασία. Τότε ήταν φυσιολογικό τα κορίτσια να παντρεύονται μικρά. Εντάξει, [00:10:00]δόξα τω Θεώ.
Θα θέλατε να μου περιγράψετε τον σαρακατσάνικο γάμο; Τι γίνεται πριν τον γάμο; Ας ξεκινήσουμε από τους αρραβώνες μάλλον. Πώς αρραβωνιάζονται οι Σαρακατσάνοι και μετά να το φτάσουμε…
Αφού συναντήθηκε ο πατέρας μου με τον πεθερό μου και αποφάσισαν μία ημερομηνία που βόλευε και τις δύο οικογένειες ήρθαν οι συμπέθεροι να γίνει ο αρραβώνας. Ήρθε και ο γαμπρός, τα αδέρφια του, φίλοι, συγγενείς. Από τη μεριά μου περίμεναν το δικό μου σόι να ’ρθει το συμπεθεριακό. Μας άλλαξαν βέρες, μου ’φεραν λουλούδια, τα γνωστά που γίνονται συνήθως στους αρραβώνες. Βεβαίως, ήμασταν και πάρα πολλοί νεαροί τότε και σε ένα χρόνο από τον αρραβώνα έγινε ο γάμος. Ο γάμος έγινε με όλα τα έθιμα. Είχα και πάρα πολύ μερακλή πεθερό. Ο πεθερός μου ήταν πάρα πολύ μερακλής άνθρωπος και ήθελε να γίνουν όλα κατά γράμμα με το πρωτόκολλο των Σαρακατσάνων. Πριν ξεκινήσει ο γάμος, οι Σαρακατσάνοι ή Τετάρτη ή Παρασκευή έχουν ένα έθιμο που πιάνουν φτιάχνουν μία κουλούρα «τα προζύμια» που λένε οι Σαρακατσάνοι. Πρώτα έπιασαν του Σπύρου που ήταν ο άντρας της υπόθεσης. Ξεκίνησαν πρώτα εκεί το δικό τους συγγενολόι και αφού έπιασαν τα προζύμια μία ελεύθερη κοπέλα, η οποία είχε και μάνα και πατέρα και ζύμωσε την κουλούρα, η πεθερά μου της έδωσα ένα δώρο την ώρα που ζύμωνε. Έτσι είναι το έθιμο. Και αφού τελείωσε όλη αυτή η διαδικασία, έραψαν, φτιάξανε και φλάμπουρο. Το φλάμπουρο είναι μία σημαία, την οποία οι Σαρακατσάνοι την χορεύουν στον γάμο. Είναι μία σημαία με από πάνω έχει σταυρό και σε κάθε μέρος του σταυρού υπάρχει ένα μήλο, το οποίο είναι κάτι για την καλή… Είναι για τη γονιμότητα και είναι πάρα πολύ πλουμιστό και κρέμονται φλουράκια, για να κάνει θόρυβο την ώρα που χορεύουν. Η οποία σημαία ράβεται πάνω σε ένα ξύλο, το οποίο είναι από τριανταφυλλιά, το οποίο το έχει κόψει άνθρωπος, ο οποίος έχει μάνα και πατέρα. Ίσως αυτά οι Σαρακατσάνοι τα κοίταζαν ιδιαίτερα, γιατί πίστευαν ότι θα συνεχίσει το ζευγάρι να έχει ευτυχία, όταν οι άνθρωποι που ξεκινούσαν τον γάμο τους είχαν και τους δύο γονείς τους, ότι δεν υπήρχε ορφάνια σε αυτόν που το κάνει. Αφού τελείωσαν του συζύγου τα προζύμια, την άλλη μέρα κάναμε στο δικό μου σπίτι ακριβώς την ίδια διαδικασία, εκτός από το φλάμπουρο που είναι του αγοριού έθιμο. Μαζεύτηκε όλο το σόι που τότε γυρνούσαν οι ξάδερφός μου σε όλο το χωριό με μια… Σε ένα μαντήλι μεγάλο κόκκινο είχανε βάλει κουφέτα, στραγαλοκούφετα, στραγάλια και σταφίδες, επίσης, για καλή τύχη του ζευγαριού και μοίραζαν σε όλο το χωριό και τους καλούσαν στα προζύμια. Μια από τις ξαδέρφες μου έπιασε τα προζύμια που, επίσης, η μαμά μου έδωσε δώρο στην ξαδέρφη που τα έφτιαχνε. Και αφού τελείωναν τα προζύμια και τα τραγουδούσαν οι πιο μεγάλες γυναίκες ηλικίας συνήθως, εμένα συγκεκριμένα ήταν οι αδερφές της μαμάς μου που τα τραγουδούσαν παραδοσιακά τραγούδια, τραγούδια του γάμου, η μαμά είχε ετοιμάσει την προίκα μου. Την είχαν σιδερώσει οι ξαδέρφες και οι θείες και ήταν απλωμένη μέσα στο δωμάτιο του σπιτιού. Είχαν μαζευτεί όλες οι χωριανές μας, γνωστές και συγγενείς και ξένοι για να δουν την προίκα. Τότε μαζευόταν όλοι οι άνθρωποι, γιατί έπαιρναν και σχέδια βλέποντας τα σχέδια της κάθε κοπέλας που έχει στην προίκα. Έπαιρναν σχέδια να φτιάξουν και οι άλλες μαμάδες στις κόρες τους. Αυτό ήταν καθιερωμένο. Θα γινόταν σε όλα τα σπίτια, όταν είχαν προζύμια. Και αφού τελείωσαν και τα δικά μου προζύμια και κέρασαν τον κόσμο, μετά από λίγο ήρθε το σόι του συζύγου να πάρουν την προίκα να την πάνε στο σπίτι της πεθεράς μου. Τα μάζεψαν, τα βάλανε σε κούτες, σε σακούλες, σε χαρτιά τυλιγμένα όλα και τα μετέφεραν στο καινούργιο σπιτικό το δικό μου, το οποίο ήταν μαζί με την πεθερά μου εννοείται. Τότε μένανε οι άνθρωποι όλοι μαζί. Εγώ κάθισα 7 χρόνια στο ίδιο σπίτι με τα πεθερικά μου. Θεός σχωρέσ’ τους, ήταν καλοί άνθρωποι. Αφού τελείωσε αυτό το έθιμο με τα προζύμια, σε δύο μέρες ήταν ο γάμος. Ξέρεις, ένα σπίτι τώρα με γάμο, ετοιμασίες... Βέβαια, εγώ ήμουνα και πολύ μικρή, δεν είχα και ιδιαίτερη άποψη, μου τα ’φτιαχναν άλλοι. Έφτασε η μέρα του γάμου. Το πρωί σηκώθηκα και μάλιστα είχε πάρα πολύ βροχή στον δικό μου γάμο. Σκούπιζαν οι γυναίκες στην αυλή, γιατί είχε λάσπες. Η στέψη ήταν 16:00 η ώρα το απόγευμα. Φαντάζεσαι πόσο νωρίς. Αλλά ήταν Νοέμβριος, όποτε βόλευε. Αν ήταν καλοκαίρι θα είχε και πολλ[00:15:00]ή ζέστη. Κάποια στιγμή ακούμε να έρχεται… Να φανταστείτε ότι το δικό μου χωριό με το χωριό του συζύγου είναι 4,5 χιλιόμετρα. Είναι πάρα πολύ κοντά. Αλλά το συμπεθεριακό ερχόταν με λεωφορείο. Είχε ενοικιάσει ο πεθερός μου λεωφορείο τουριστικό να ’ρθουν οι συμπέθεροι και όχι μόνο, συγγενείς και χωριανοί κάποιοι με τα αυτοκίνητα και ο περισσότερος κόσμος με το λεωφορείο. Ήρθαν ολόκληρο συμπεθεριακό να πάρουν τη νύφη και τα χιλιόμετρα τέσσερα θα μπορούσα να ’ρθούν με τα δικά τους Ι.Χ. Αλλά έτσι ήταν το έθιμο. Ήρθαν οι συμπέθεροι, ακουγόταν να κορνάρουν και να κάνουν μεγάλο θόρυβο ότι φτάνουν. Είχαμε ορχήστρα που έλεγε παραδοσιακά τραγούδια την ώρα που έφτανε το συμπεθεριακό και η πρώτη κίνηση ήταν ο πεθερός μου με τον πατέρα μου να ανταλλάξουν κάποια… Είχαν από ένα μπουκάλι με ούζο δεμένο με μαντήλι, ένα είχε ο πεθερός μου και ένα είχε ο πατέρας μου. Και με το που ανταμώθηκαν κάτω από τη μουσική με τα ανάλογα τραγούδια, του γάμου τραγούδια, αντάλλαξαν τα μπουκάλια και ήπιαν από εκείνο το ούζο. Αυτό ήτανε ένδειξη ότι δέχονται αυτόν τον γάμο. Κατόπιν, πήγαμε σε ένα μέρος, το οποίο το είχαν ετοιμάσει οι γονείς μου για αυτήν τη διαδικασία και θα γινόταν η ανταλλαγή των δώρου. Εγώ δεν ήμουνα νύφη, ακόμα φορούσα τα κανονικά μου ρούχα. Ο άντρας μου ήταν ντυμένος γαμπρός και καθίσαμε εγώ με τον σύζυγο όρθιοι και πέρασε όλος ο κόσμος και μας χαιρετούσε. Μας χαιρετούσαν, μας φιλούσαν σταυρωτά δίνοντάς μας οι γυναίκες προίκα σε μένα και οι άντρες χρήματα. Εγώ έπρεπε να φιλήσω όλα τα χέρια από τον πιο μεγάλο ηλικιωμένο άνθρωπο μέχρι το δεκαπεντάχρονο συγγενή. Φιλούσα σε όλους τα χέρια και έδινα δώρα, στους άντρες πουκάμισα, στις γυναίκες κάποιο πλεκτό και στα παιδάκια ή μπλούζες ή νυχτικά, πυτζάμες. Βασικά, ήταν ανταλλαγή δώρων, δεν ήταν ότι έδιναν μόνο στη νύφη. Έδινε και η νύφη πολλά δώρα στους συμπέθερους. Το καλύτερο δώρο δινόταν στον πεθερό και στον κουμπάρο. Στον κουμπάρο και στον πεθερό δίναμε βελέντζες-φλοκάτες, οι οποίες ήταν καθ’ αυτού χειροποίητες. Θυμάμαι τη μαμά μου, όταν ήμουνα παιδάκι, στον αργαλειό να υφαίνει και να μαζεύουν με μασούρια την κλωστή. Τη θυμάμαι να έχει τη σαΐτα και να την πετάει και να χτυπάει «Τακ τακ ο αργαλειός μου…». Και φτιάχνανε βελέντζες οι Σαρακατσάνοι και την πιο καλή την δίνανε στον πεθερό, την επομένη τη δίνανε στον κουμπάρο, τις καλύτερες. Αν είχες πολύ μερακλού μαμά και πολλές βελέντζες, μπορεί να έδινες και στον κουνιάδο, τον μεγαλύτερο κουνιάδο σου. Από εκεί και πέρα, όταν τελείωνε αυτό το έθιμο, γινόταν λίγο χορός και η νύφη με τον γαμπρό στους οποίους όλοι πετούσαν χρήματα στην ορχήστρα, αυτό που έχουν οι Σαρακατσάνοι, το «σάμπα». Το ’χεις ακούσει… Λοιπόν, και μετά έπρεπε εμένα να με ντύσουν νύφη. Αφού με έντυσαν νύφη οι φίλες και οι ξαδέρφες και ήμουνα έτοιμη πλέον, έφεραν την ορχήστρα μέσα και άρχισαν να τραγουδάνε παραδοσιακά τραγούδια του γάμου, τα οποία ήταν για το ξεκίνημα της νύφης που φεύγει από το πατρικό της. Πάρα πολύ συγκινητικά τραγούδια. Εγώ για την ηλικία μου έκλαιγα πάρα πολύ, θαρρείς και με πάντρευαν με το ζόρι. Αλλά ήτανε από τα ακούσματα της μουσικής, ότι έπρεπε να χαιρετίσω, ήταν και τα τραγούδια που σε έκαναν να συγκινηθείς, γιατί έπρεπε να χαιρετήσω τον πατέρα μου, τον αδερφό μου, τη μητέρα μου, τον παππού και τη γιαγιά μου. Και επειδή τα τραγούδια μιλούσαν για ξενιτεμό και εγώ παντρευόμουν στα τέσσερα χιλιόμετρα έκλαιγα ίσως, επειδή ήμουν και μικρή. Αλλά όλοι συνήθως έκλαιγαν. Αφού έγινε και αυτό ξανά-χορέψαμε έξω. Με χόρευαν οι γονείς μου και ο αδερφός μου και το υπόλοιπο σόι ότι ήταν ο τελευταίος χορός σαν στο πατρικό μου. Εντάξει, μετά ακολούθησε στέψη και μετά δεξίωση. Για την εποχή εκείνη ήταν ο γάμος μου ήταν ο πρώτος γάμος που έγινε σε κέντρο και μάλιστα είχα στεναχωρηθεί πάρα πολύ, όταν μου το ανακοίνωσαν, γιατί συνήθως οι γάμοι γινόταν στο χωριό, δεν πήγαιναν σε κέντρα τότε. Και από το δικό μου συγγενολόι πρώτος γάμος που έγινε σε μαγαζί ήταν ο δικός μας γάμος, ίσως επειδή ήταν Νοέμβριος. Αν ήταν καλοκαίρι, μπορεί να μου το έκαναν και στην αυλή. Οι γάμοι γινότανε στην αυλή το Σάββατο το βράδυ. Κάνανε και οι δύο γλέντι και ο γαμπρός και η νύφη και την [00:20:00]Κυριακή γινόταν στης νύφης το χωριό που ερχόταν να την πάρουν για να συνεχίσει η στέψη. Πάντα στου γαμπρού το χωριό ποτέ στης νύφης. Δηλαδή, δεν θυμάμαι ποτέ να παντρεύτηκε κοπέλα από το χωριό μας και να γίνανε οι στέψεις στο δικό μας χωριό. Γινόταν πάντα στου γαμπρού, ποτέ στης νύφης. Οι γάμοι οι σαρακατσάνικοι έχουν πάρα πολλά έθιμα. Τότε, επειδή ήμουνα μικρή, δεν τα θυμάμαι. Αλλά επειδή πάντρεψα πρόσφατα την κόρη μου και επειδή και ο σύζυγος είναι μερακλής σαν τον πατέρα του, κάναμε καθ’ αυτού παραδοσιακό γάμο, σαρακατσάνικο γάμο, ίσως με πινελιές πιο μοντέρνες μέσα, αλλά έγιναν όλα παραδοσιακά. Ήρθαν, ας πούμε, να πάρουν το παιδί μου τραγουδώντας η ορχήστρα στην είσοδο της οικοδομής. Ήρθε ο συμπέθερος ο πεθερός της κόρης μου με τον άντρα μου αντάλλαξαν τα μπουκάλια, τραγουδάνε το τραγούδι «Ξύπνα περδικομάτα μου κι ήρθα στη γειτονιά σου» πάρα πολύ συγκινητικά.
Θα θέλατε να μου πείτε αυτό το τραγούδι του γάμου που λένε;
Ναι, τραγουδιστά δεν μπορώ να στο πω, γιατί δεν ξέρω, δεν έχω και καλή φωνή. Αλλά το τραγούδι λέει: «Ξύπνα περδικομάτα μου και ήρθα στη γειτονιά σου χρυσά πλουμίδια σου ’φερα να δέσεις τα μαλλιά σου. Δεν το ’ξερα λεβέντη μου -κάτσε να το θυμηθώ τώρα- πως είναι η αφεντιά σου να πεταχτώ σαν πέρδικα να ’ρθω στην αγκαλιά σου». Λέει το τραγούδι, γιατί δείχνει ότι έρχεται ο γαμπρός να πάρει τη νύφη και η νύφη είναι τόσο χαρούμενη που θέλει να πάει να πέσει στην αγκαλιά του. Τι άλλο να σου πω από έθιμα του γάμου… Πάρα πολλά, αλλά δεν τα θυμάμαι τώρα. Λοιπόν, ένα που έκανα και στην κόρη μου έκανα και το έθιμο αυτό που σου λέω με τα παραπονιάρικα τα τραγούδια που χαιρετούν τη νύφη οι γονείς της. Το κάναμε και εμείς τώρα στη κόρη, επίσης, έτσι με συγκινήσεις και δάκρυα, αν και η κόρη μένει ακριβώς στην διπλανή οικοδομή. Αλλά η συγκίνηση είναι συγκίνηση. Ναι.
Όμορφα. Όσο αναφορά τις φορεσιές των Σαρακατσάνων τις προλάβατε;
Εγώ δεν πρόλαβα να τις φορέσω. Τις ξέρω, όμως, γιατί ήμουνα στον Σύλλογο Σαρακατσαναίων, ήταν ο άντρας μου πάρα πολλά χρόνια και χορευτής και όταν πλέον μεγάλωσε, ήταν στο διοικητικό του συλλόγου Σαρακατσαναίων. Εμείς δεν προλάβαμε να τα φορέσουμε, σαν καθημερινή στολή. Η μαμά μου μέχρι κάποια χρόνια της ζωής της τα φορούσε. Από το ’55-’57 και μετά -1957 και μετά- πλέον δεν τα φορούσαν ούτε οι γονείς μας. Άρχισαν να φοράνε πλέον φορέματα και άρχισαν να περιποιούνται και τα μαλλιά τους οι Σαρακατσάνες, γιατί παλιά φορούσαν και μαντήλι μαζί με την παραδοσιακή στολή. Όταν πλέον αυτά τα βγάλανε αυτά τα ρούχα, άρχισα να φτιάχνουν τα μαλλιά τους, να κάνουν την περμανάντ που είχε κυκλοφορήσει πλέον εκείνα τα χρόνια. Εγώ δεν φόρεσα τέτοια στολή, εκτός από τους συλλόγους που χόρευαν σε διάφορες εκδηλώσεις και σε διάφορα ανταμώματα Σαρακατσαναίων.
Πώς είναι η σαρακατσάνικη φορεσιά;
Η σαρακατσάνικη φορεσιά, κατ’ αρχήν, είναι ολόμαλλη. Εκείνα τα χρόνια -από ότι έχω ακούσει από ακούσματα από τη γιαγιά μου, από την πεθερά μου- ήταν χειροποίητη και έπρεπε από το μαλλί που έπαιρναν από τα πρόβατα οι Σαρακατσάνες μέχρι που τελείωναν τις στολές, τα ρούχα, έπρεπε να περάσουν όλα από τα χέρια τους. Από το να κουρέψουν τα πρόβατα, να πλύνουν το μαλλί, να το ξάνουν, να βγάλουν από μέσα τα σκουπιδάκια, να το στείλουν σε ειδική… Το ’στελναν και τότε εκείνα τα χρόνια υπήρχε… Λανάρισμα το ’λεγαν. Υπήρχαν κάποιες σαν βιοτεχνίες της εποχής και από κει το ξανάπαιρναν, το έφτιαχναν τλούπες -το ’λεγαν-, κομματάκια γινόταν έτσι μικρές συσκευασίες μαλλιού, το οποίο το περνούσαν στη ρόκα. Η ρόκα ήταν ένα ξύλο, το οποίο το έβαζε η γυναίκα στη μασχάλη της και από πάνω ήταν σαν τρίαινα. Και εκεί έβαζαν την κλούπα, την έδεναν ελαφρώς και άρχιζαν σιγά-σιγά να το κάνουν κλωστή. Αυτή η κλωστή κατέληγε σε ένα αδράχτι που στο κάτω μέρος του αδραχτιού υπήρχε το σφοντύλι. Και εκεί, όπως με το ένα χέρι κρατούσε στη μασχάλη τη ρόκα, με το άλλο της χέρι άρχισε να γυρνάει, να παίρνει λίγη-λίγη το μαλλί που ήταν πάνω η τλούπα και να το κάνει κλωστή. Και εκείνο γύριζε και δενόταν στο αδράχτι και γινόταν μεγάλα μασούρια με κλωστή. Εκείνα είχαν μία άλλη διαδικασία, την οποία δεν την ξέρω πώς γινόταν ακριβώς. Τα έφτιαχναν μικρότερα μασουράκια και μετά το έπαιρνε η γυναίκα και το έβαζε στον αργαλειό και έφτιαχνε… Τα έπλεκε, τα ύφαινε. Κάποια ήθελαν πλέξιμο και κάποια ήθελα ύφανση. Όταν ήταν για τις γυναικείες στολές, [00:25:00]αγόραζαν -για εκείνη την εποχή κάπου υπήρχαν ειδικά μαγαζάκια- αγόραζαν φρέντζες. Οι φρέντζες ήταν κορδέλες, οι οποίες τις έραβαν πάνω στη στολή, γιατί η στολή ήταν με πιέτες για να φαίνεται πιο όμορφη, πιο πλούσια και… Βασικά, για πιο όμορφη. Οι χήρες οι γυναίκες δεν έβαζαν φρέντζες να φαίνεται πλουμιστό το ρούχο τους, γιατί ήταν ένδειξη πένθους. Από κει καταλάβαιναν ποια είναι η χήρα, η οποία δεν είχε φρέντζες. Και στα μαλλιά φορούσαν ένα μαντήλι, το οποίο και εκείνο ήταν μάλλινο και λεγόταν μπόχος. Οι γυναίκες δεν άφηναν τα μαλλιά τους ποτέ μακριά να φαίνονται. Ήταν πάντα φτιαγμένα πλεξούδες και γυρισμένα γύρω- γύρω από το κεφάλι, σαν στεφάνι -κάτι παρόμοιο να φανταστείς- και εκεί πάνω έδεναν τον μπόχο. Που επίσης κάποιοι είχαν κορδέλες, ιδίως τα ελεύθερα κορίτσια και οι νιονύφης, αυτές που ήταν νέο-παντρεμένες. Εγώ δεν τα φόρεσα αυτά, ήταν πιο παλιά. Αλλά είχαν πάρα πολύ δουλειά να γίνουν και εκεί φαινόταν, αν κάθε γυναίκα ήταν… Πόσο νοικοκυρά ήταν η καθεμία και πόσο χρυσοχέρα. Οι χρυσοχέρες κάνανε πάρα πολύ καλή δουλειά. Και έπρεπε η κάθε γυναίκα νοικοκυρά σαρακατσάνα έπρεπε να φτιάξει στολή για όλη την οικογένεια. Από τα ανδρικά ρούχα που φορούσαν… Δεν φορούσαν πάντα φουστανέλες, όπως το σκέφτεσαι από συλλόγους. Φορούσαν παντελόνια οι άντρες, τα οποία ήταν μάλλινα και λέγονταν μπουτούρια και από πάνω είχαν γιλέκα. Τα πάντα έπρεπε να γίνουν με το χέρι. Και όλα αυτά περνούσαν από το χέρι της σαρακατσάνας νοικοκυράς. Όπως επίσης και το ψωμί που ήταν ζυμωτό. Η μαμά μου τη θυμάμαι που ζύμωνε. Ζύμωνε ψωμί σε φούρνο και εννοείται ότι ακόμα πιο μπροστά τα προηγούμενα χρόνια οι Σαρακατσάνοι ζύμωναν. Πού θα ’βρισκαν το ψωμί; Θυμάμαι ότι είχαμε φούρνους στην αυλή. Όχι να ζυμώσει 1-2 ψωμιά, γιατί ήταν και μεγάλες οικογένειες. Μπορεί να ήταν 10-12 καρβέλια. Επίσης, όλα χειροποίητα. Να μαζέψεις ξύλα από τα χωράφια μέσα, να τα ’χεις στην αυλή, να είναι ξερά, να κάψεις το φούρνο, να ασπρίσει ο φούρνος μέσα. Επίσης, χειροποίητος ο φούρνος από την κάθε οικογένεια και να ψήσουν το ψωμί. Γενικά, η ζωή των Σαρακατσάνων από τα παλιά τα χρόνια ήταν ακόμη πιο δύσκολη, αλλά και στη γενιά τη δική μου και των γονιών μου, επίσης, υπήρχαν δυσκολίες. Δεν ήταν, όπως είναι σήμερα τα πράγματα όλα έτοιμα και όλα… Ό,τι θα σου λείψει, κατευθείαν θα πας να το αγοράσεις. Ίσως δεν υπήρχαν, ίσως οι άνθρωποι ήταν και πολύ φτωχοί, δεν μπορούσα να τα αγοράσουν. Αλλά δεν υπήρχαν.
Θα ήθελα να σας ρωτήσω για το Σαρακατσάνικο Αντάμωμα που γίνεται πάνω στο Χαΐντού-
Ναι, στη Χαΐντού, στο Λειβαδίτη.
Τι είναι αυτό σαν δρώμενο; Τι γίνεται;
Ο Σύλλογος Σαρακατσαναίων… Επειδή ο σύζυγος έτυχε να είναι και πολλά χρόνια χορευτής και πολλά χρόνια στο διοικητικό, έχω πάει σχεδόν σε όλα τα ανταμώματα. Το αντάμωμα της Ξάνθης δημιουργήθηκε πριν από 21 χρόνια, γιατί φέτος είναι το 21ο αυτό που θα γίνει. Βέβαια, τώρα λόγω covid τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά, αλλά τα προηγούμενα χρόνια που άρχισε αυτός ο θεσμός μαζεύονταν όλοι οι Σαρακατσάνοι της περιοχής. Γίνεται πάνω στον Λειβαδίτη στην περιοχή εκεί στη Χαΐντού, κοντά στο χωριό Λειβαδίτης. Έχουν διαμορφώσει έναν χώρο και έχουν φτιάξει και παραδοσιακές καλύβες σαρακατσάνικες άνθρωποι πιο μεγάλης ηλικίας που γνώριζαν πώς γινόταν όλη αυτή η διαδικασία. Και έχουν φτιάξει τρεις Καλύβες, οι οποίες μέσα έχουνε βελέντζες, όπως ήταν ντυμένα τα σπίτια της εποχής, όπως ήταν τα κονάκια παλιά με βελέντζες, με γάστρο στη μέση, με φωτογώνι. Πώς ήταν τα εικονίσματα που είχαν το κάθε καλύβι της εποχής εκείνης. Και μετά, εδώ τώρα που είναι έτσι για διασκέδαση των ανθρώπων για να μαθαίνουν οι νέοι και να βλέπουν οι παλιοί, γινόταν πολύ ωραία εκδήλωση. Αφού σου λέω, μαζεύονταν όλοι οι Σαρακατσάνοι της γύρω περιοχής. Είχαν φτιάξει και ένα εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου πάνω στο βουνό, έχουν φτιάξει ένα άγαλμα του Κατσαντώνη. Γινόταν Θεία Λειτουργία και μετά γινόταν κουρμπάνι. Το κουρμπάνι είναι το τάμα. Κάποιοι έχουν στα σπίτια τους και τώρα αυτό το φτιάχνει ο σύλλογος για τον σύλλογο, για τους ανθρώπους που θα έρχονταν. Έσφαζαν κάποια αρνι, τα οποία τα μαγείρευαν οι γυναίκες και μετά τη Θεία Λειτουργία που [00:30:00]γινόταν το απόγευμα που γινόταν το Αντάμωμα, γινόταν Λειτουργία και μετά μοίραζαν στους καλεσμένους το κουρμπάνι, το αρνί μαγειρεμένο κάποιες φορές με πατάτες και μερικές φορές με ζυμαρικά. Το μοίραζαν οι γυναίκες. Επίσης, και μετά ακολουθούσαν κάποια δρώμενα, τα οποία είχαν να κάνουν πάλι με τους Σαρακατσάνους πώς γίνονταν οι γάμοι της εποχής. Για πολύ παλιά, όμως, μιλάμε, όταν ήταν η γιαγιά μου μωρό, για διακόσια χρόνια πριν. Πράγματα που πήγαιναν από γενιά σε γενιά. Μόνο ακουστά τα έχουμε, δεν τα έχει ζήσει κάποιος. Και για κάποιους ήρωες του ’21 που ήταν Σαρακατσάνοι και πολεμούσαν για την πατρίδα για τον Κατσαντώνη, για τον Καραϊσκάκη. Κάποια έθιμα μετά του γάμου, επίσης, για μετά τον γάμο -δεύτερη μέρα του γάμου, τρίτη- που ακόμα συνεχιζόταν το γλέντι. Για 150 χρόνια πριν για να τα βλέπουν η νέα γενιά και να μαθαίνει. Και μετά, ακολουθούσαν χοροί παραδοσιακοί που συμμετείχαν κι άλλα συγκροτήματα από άλλους νομούς, από τη Δράμα, από την Κομοτηνή, από την Αλεξανδρούπολη. Όπου υπήρχαν Σύλλογοι Σαρακατσαναίων έρχονταν όλοι για να τιμήσουν τον σύλλογο της Ξάνθης και να χορέψουν. Και γέμισε η πλαγιά νέα παιδιά, όμορφα, με στολές σαρακατσάνικες, με φουστανέλες, με... Πολύ- πολύ ωραίοι χορευτές. Και μετά ακολουθούσε και γλέντι για το κοινό, για τους ανθρώπους που ήταν εκεί. Γενικά, ήτανε πολύ ωραία εκδήλωση. Και τώρα είναι μεθαύριο, την Κυριακή, αυτή η εκδήλωση, αλλά λόγω covid, δεν θα είναι το ίδιο. Δεν μπορούν πλέον οι άνθρωποι ούτε να χορέψουν ούτε να γλεντήσουν, όπως τα προηγούμενα χρόνια. Και δεν ξέρω, αν θα γίνουν δρώμενα φέτος λόγω της χρονιάς, αλλά τα προηγούμενα χρόνια ήταν πάρα πολύ ωραία. Υπάρχει και ακόμα ένα αντάμωμα που γίνεται στην Ελατιά Δράμας. Η περιοχή λέγεται Μπουζάλα. Φέτος συμπίπτει να είναι ίδια ημερομηνία τα δύο τα ανταμώματα. Επίσης, πήγαιναν πάρα πολλοί Σαρακατσάνοι. Εκείνο το μέρος είναι ακόμα πιο όμορφο. Είναι λες και είναι Ελβετία με οξιές, με πεύκα, με έλατα, που οι Σαρακατσάνοι μεγάλωσαν σε αυτόν τον τρόπο ζωής. Και οι πιο μεγάλες ηλικίες -ηλικίες του πατέρα μου- είναι μια εβδομάδα εκεί πάνω τώρα, γιατί αναβιώνουν τον παλιό τρόπο ζωής τους. Εμείς που δεν ζήσαμε, και πάλι, όταν πάμε σε αυτά τα μέρη, έτσι νιώθουμε μια συγκίνηση.
Εγώ αυτά ήθελα να σας ρωτήσω, κατά κύριο λόγο. Θα θέλατε να προσθέσετε εσείς κάτι;
Τι να προσθέσω, αγάπη μου; Ρώτησέ με ό,τι θες.
Ό,τι θέλετε. Ξέρω γω, αν θα θέλατε να προσθέσετε κάτι που ξεχάσατε, το οτιδήποτε. Ωραία, σας ευχαριστώ πολύ.
Κι εγώ, αγόρι μου.
Φωτογραφίες

Σαρκατσάνικος γάμος
Φωτογραφία από τον γάμο μιας θείας της κυρ ...

Γάμος

Σαρακατσάνοι
Πρόγονοι της κυρίας Δήμητρας με παραδοσιακ ...

Παιδιά στην Κρεμαστή
Η κυρία Δήμητρα στην αυλή του σπιτιού της ...

Η κυρία Δήμητρα νύφη
Φωτογραφία από τον γάμο της κυρίας Δήμητρας.
Περίληψη
Η κυρία Δήμητρα, μια σύγχρονη Σαρακατσάνα, αφηγείται, αρχικά, μνήμες από τα παιδικά της χρόνια στο χωριό της. Στη συνέχεια, αναφέρεται στα έθιμα του σαρακατσάνικου γάμου και μοιράζεται τις αναμνήσεις της από τον δικό της γάμο. Επιπλέον, κάνει λόγο για τα έθιμα και τον τρόπο ζωής των Σαρακατσάνων και τέλος κάνει αναφορά στο Σαρακατσάνικο Αντάμωμα στα όμορφα βουνά της Ροδόπης.
Αφηγητές/τριες
Δήμητρα Ούτου
Ερευνητές/τριες
Μπενιαμίν Κόντε
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
21/07/2021
Διάρκεια
32'
Περίληψη
Η κυρία Δήμητρα, μια σύγχρονη Σαρακατσάνα, αφηγείται, αρχικά, μνήμες από τα παιδικά της χρόνια στο χωριό της. Στη συνέχεια, αναφέρεται στα έθιμα του σαρακατσάνικου γάμου και μοιράζεται τις αναμνήσεις της από τον δικό της γάμο. Επιπλέον, κάνει λόγο για τα έθιμα και τον τρόπο ζωής των Σαρακατσάνων και τέλος κάνει αναφορά στο Σαρακατσάνικο Αντάμωμα στα όμορφα βουνά της Ροδόπης.
Αφηγητές/τριες
Δήμητρα Ούτου
Ερευνητές/τριες
Μπενιαμίν Κόντε
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
21/07/2021
Διάρκεια
32'