«Η μουσική είναι ένας τρόπος ζωής... ένα δώρο θεού για κάθε άνθρωπο»: Ένας μουσικός εξιστορεί τα σημαντικότερα γεγονότα της ζωής του

Α.Τ.

Λοιπόν. Είμαστε στο Ρέθυμνο 21 Μαΐου του 2021, είμαι η ερευνήτρια του Istorima Άννα Τζανιδάκη και μαζί μας είναι… Θα μας πείτε τ’

Α.Π.



Α.Τ.

Ο Ανδρέας ο Πλαΐτης.

Α.Τ.

Και που σας φωνάζουν…

Α.Π.

Άκη

Α.Τ.

Έτσι θα μιλάμε…

Α.Π.

Ο Άκης ο Πλαΐτης. Στους γνωστούς μου με ξέρουνε, πιο πολύ με ξέρουν Άκη.

Α.Τ.

Ωραία, οπότε να πάρουμε την ιστορία σας απ΄ την αρχή.

Α.Π.

Είμαι γεννημένος το 1952 στο Ρέθυμνο, και ζω μόνιμα στο Ρέθυμνο. Τη μουσική αρχίζω να… εμπλέκομαι με τη μουσική απ΄ τα έντεκά μου χρόνια περίπου. Το 1963 αρχίζω μαθήματα μουσικής στο Ελληνικό Ωδείο. Ήταν το μόνο ωδείο που υπήρχε εκείνη την εποχή στην πόλη μας, το παράρτημα του Ελληνικού Ωδείου. Και αρχίζω ακορντεόν με τη δασκάλα μου την Κοκώ τη Λιονή. Πρώτος σταθμός πάνω στην μουσική μου πορεία, να την πούμε έτσι, είναι περίπου το 1965, που με γνωρίζει ο Κώστας ο Αποστολάκης, σαν αρχιμουσικός τότε που είχε έρθει στη Φιλαρμονική του Δήμου Ρεθύμνης και μου προτείνει μαζί με πολλά παιδιά τότε που κάναμε... ήταν μαθητές του στο σχολείο στο γυμνάσιο, μας έκανε μάθημα, μας πρότεινε λοιπόν να εγγραφούμε στη Φιλαρμονική σαν μουσικοί, μαθαίνοντας δωρεάν μουσικά όργανα. Εγώ γράφτηκα στο κλαρίνο. Παράλληλα όμως του άρεσε και ότι έπαιζα ακορντεόν, τον ενδιέφερε κι αυτό και μου πρότεινε να με χρησιμοποιήσει σαν ακορντεονίστα είτε στη ορχήστρα της Φιλαρμονικής, είτε σε ορχήστρα μεταξύ δασκάλων της πόλης… δασκάλων, καθηγητριών πιάνου. Του Κώστα του Αποστολάκη που έπαιζε κι αυτός ακορντεόν, κάποιων άλλων μαθητών από τη Φιλαρμονική που χρησιμοποιηθήκανε από τις ορχήστρες, όπως ο Μανώλης ο Καρνιωτάκης που έπαιζε ντραμς, ο Οδυσσέας ο Καλαιτζάκης που έπαιζε κιθάρα, ο Γιάννης ο Γαλερός που έπαιζε επίσης κιθάρα, ο Αντωνακάκης ο Νίκος που έπαιζε κι αυτός κιθάρα... Κι έτσι μας πήρε κοντά του και σαν μαθητές στη Φιλαρμονική και σαν συνοδοιπόροι στις ορχήστρες εκείνης της εποχής. Εκείνη την εποχή στην πόλη οι ορχήστρες εμφανιζόντουσαν… όχι όπως τώρα, τόσο συχνά… τότε παίζαμε Χριστούγεννα –ήταν η περίοδος που θέλαμε να κάνουμε κάποιες εμφανίσεις, με την ορχήστρα– ή Απόκριες. Είτε αυτό ήτανε σχολικοί χοροί μαθητών/μαθητριών –γιατί είμαστε σε εποχή που είναι χωριστά τα σχολεία, δεν είναι μεικτά– και οι χοροεσπερίδες των Απόκρεων, που γινόντουσαν είτε στην αίθουσα του Ωδείου κάτω στο μιναρέ ή στην αίθουσα του Λυκείου Ελληνίδων, όπως είναι και σήμερα αυτή η αίθουσα. Εκεί λοιπόν είναι οι εμφανίσεις μας... τραγουδιστές ακόμα δεν έχομε, πιο πολύ αυτά που παίζαμε ήταν ορχηστρικά. Ακόμα δεν έχει μπει στη ζωή μας, στη δικιά μου πορεία, το τραγούδι και τα λοιπά. Σ΄ αυτή τη φάση λοιπόν είμαστε πιο πολύ εκτελεστές στη μπάντα. Παίζαμε κλαρίνο σε υπηρεσίες όπως ήταν οι παρελάσεις, οι λιτανείες, οι εκδηλώσεις… αυτά που γίνονται και τώρα στις μπάντες. Και η ορχήστρα που ήτανε ή καλοκαίρι αν υπήρχε κάτι να κάνουμε, καμιά συναυλία, είτε εκδηλώσεις που σας είπα... που σου είπα Άννα, εννοώντας τις Απόκριες, τα Χριστούγεννα ή το Πάσχα. Το 1969 είναι επίσης ένας σταθμός μουσικός για μένα. Γιατί αρχίζουν να εμφανίζονται στην πόλη τα πρώτα μουσικά συγκροτήματα, νεανικά μουσικά συγκροτήματα. Έχω μεγαλώσει τώρα, το ΄69 είμαι περίπου δεκαεφτά χρονών εγώ. Και η υπόλοιπη παρέα που είμαστε στη Φιλαρμονική, τα παιδιά της Φιλαρμονικής, όλα αυτά… αυτοί που παίζανε κιθάρες, αυτοί που παίζανε πνευστά, αυτοί που παίζανε… αρχίσανε λοιπόν να κάνουνε το πρώτο τους συγκρότημα. Η πρώτη εμφάνιση, απόπειρα συγκροτήματος, είναι σε μια Γιορτή του Κρασιού, που ήτανε μια εκδήλωση που κάνανε στον κήπο, γινότανε από την Περιηγητική Λέσχη τότε. Είχανε παίξει λοιπόν ένα βράδυ... και μετά εμφανίζονται τρία παιδιά από τους Ρεθυμνιώτες, μαζί με τραγουδίστρια τη Φέφη τη Βαλαρή, κι εμφανίζουν το πρώτο συγκρότημα, νεανικό, το ονομάσανε «Τέτινγκς».

Α.Τ.

Το πρώτο μουσικό συγκρότημα στο Ρέθυμνο δηλαδή-

Α.Π.

Στην πόλη λοιπόν ήταν οι «Τέτινγκς»-

Α.Τ.

Δεν είχε άλλο δηλαδή-

Α.Π.

Είναι η πρώτη ομάδα. Μουσική ομάδα, έτσι;

Α.Τ.

Που ήσασταν πόσα άτομα;

Α.Π.

Εκεί, εγώ δεν έπαιζα σ΄ αυτήν.

Α.Τ.

Α, εκεί δεν παίζατε…

Α.Π.

Ήτανε ο Μανώλης ο Καρνιωτάκης ντραμς, η Φέφη Βαλαρή φωνή, ο Γιάννης ο Καστανιάς κιθάρα και ο Οδυσσέας ο Καλαϊτζάκης επίσης κιθάρα. Παίξανε σαν… όχι ακριβώς… παίξανε σαν… Εμφανιστήκανε, απλά. Όπως κάνανε κάποια εποχή στην Αθήνα τα ταλέντα και παίζανε κάποια συγκροτήματα, κάνανε μία εμφάνιση με μερικά τραγούδια για να τους κρίνουνε ή όχι, κάπως έτσι. Εμφανιστήκανε στη Γιορτή του Κρασιού λοιπόν σαν ένα μουσικό διάλειμμα, σαν πρώτο νεανικό συγκρότημα με το όνομα «Τέτινγκς». «Τα Τζιτζίκια», έτσι λεγόταν τ΄ όνομά του. Η αμέσως επόμενη προσπάθεια που γίνεται μετά είναι ένα συγκρότημα μόνο με αγόρια. Εκεί παίζει: ο Γιάννης ο Αντωνακάκης παίζει αρμόνιο, δεν παίζω εγώ, ο Καρνιωτάκης ο Μανώλης παίζει κρουστά, παίζει ο Γιάννης ο Γαλερός παίζει κιθάρα, ο Νίκος ο Αντωνακάκης παίζει μπάσο και ο Γιώργος ο Θεοδωράκης τραγουδάει. Αυτοί ήταν οι «Πέτρινες καρδιές». Στην αρχή άρχισαν λοιπόν... γιατί η προσπάθεια με τους «Τέτινγκς» δεν πήγε μακριά. Κάνανε κάνα-δυο εμφανίσεις τα παιδιά, αλλά δεν προχώρησαν. Το αμέσως επόμενο όμως που είναι οι «Πέτρινες καρδιές», αρέσει και στη νεολαία, αρέσει και μας… κάναμε… παίζαμε συναυλιούλες σε σινεμά, πρωινά, όπως ήταν η «Ευφροσύνη» τότε- η σημερινή «Αύρα»- ή το «Καρτάλειο». Σε μουσικές σκηνές, λοιπόν.

Α.Τ.

Σ΄ αυτό παίζατε εσείς;

Α.Π.

Εγώ ακόμα δεν έχω παίξει.

Α.Τ.

Ακόμα, όχι.

Α.Π.

Ακόμα, όχι. Παίζω εγώ αλλά παίζω με ένα… κάνουμε πρόβες με ένα άλλο συγκρότημα, θα σου πω τώρα ποιο είναι αυτό. Κάποια στιγμή λοιπόν, εμφανίζεται το δεύτερο συγκρότημα στην πόλη. Με άλλο τραγουδιστή, τον Αρτέμη το Σταρένιο. Αυτοί λεγόντουσαν «Χρυσόψαρα». Εκεί παίζω εγώ αρμόνιο, παίζει ο Στράτος ο Μαθιουδάκης ντραμς, παίζει ο Γιάννης ο Καστανιάς κιθάρα, ο Οδυσσέας ο Καλαϊτζάκης επίσης κιθάρα και τραγουδάει, είπαμε, ο Αρτέμης ο Σταρένιος. Και είχαμε ταυτόχρονα λοιπόν δυο ομάδες, δυο συγκροτήματα, που βλέπει και κάπως ανταγωνιστικά ο ένας τον άλλο. Δηλαδή κάναμε μουσικά πρωινά και κοιτάζαμε ποιον θα βραβεύσουνε καλύτερα απ΄ τους άλλους. Κάποια στιγμή μπαίνει στη σκέψη μας μέσα να διαγωνιστούμε και με συγκροτήματα από άλλους νομούς, απ΄ τα Χανιά που είχανε επίσης μουσικά συγκροτήματα αξιόλογα. Άρα λοιπόν οι πρώτες μουσικές εμπειρίες είναι αυτές. Είπαμε, πρώτη ήτανε με τη Φιλαρμονική χωρίς τραγουδιστές, ακολουθεί το πρώτο συγκρότημα οι «Τέτινγκς», μετά «Πέτρινες Καρδιές». Αρχικά η πρώτη τους εμφάνιση, των «Πέτρινων Καρδιών», είναι με τραγουδιστή τον Αρτέμη το Σταρένιο. Κάποια στιγμή διαφωνεί ο τραγουδιστής με τους υπόλοιπους και τότε γίνεται το δεύτερο συγκρότημα με τραγουδιστή το Σταρένιο κι εμάς. Μετά πάει ο Θεοδωράκης ο Γιώργος σ΄ αυτούς και μένει ο Σταρένιος να πλαισιώσει το δικό μας συγκρότημα, τα «Χρυσόψαρα», που αργότερα τους ονομάσαμε και «Λύκους». «Wolves».

Α.Τ.

Τι μουσική παίζατε;

Α.Π.

Μοντέρνα μουσική, ελληνική και ξένη. Μόνο. Αυτά δεν παίζανε ούτε ελαφρολαϊκά, ούτε έντεχνα ελληνικά. Εκείνη την εποχή το έντεχνο ακόμα δεν είχε εμφανιστεί στην Ελλάδα με τη μορφή όπως είναι σήμερα, άρα παίζαμε «Οlympians» από ελληνικά συγκροτήματα, Charms, Idols, Forminx… όλους αυτούς εκείνης της εποχής και παράλληλα ό,τι άλλο κυκλοφορούσε και μπορούσαμε να παίξουμε απ΄ αυτά που ήταν απ΄ το εξωτερικό τα συγκροτήματα. Είχαμε δηλαδή ένα ρεπερτόριο, το οποίο θα μπορούσαμε να το υποστηρίξουμε γιατί δεν είχαμε σπουδάσει. Εκείνη την εποχή ακόμα, οι σπουδές μας δεν είναι ολοκληρωμένες. Είναι πιο πολύ εμπειρικές οι γνώσεις μας πάνω στα όργανα κι ό,τι είχαμε μάθει… Εγώ παράδειγμα στο ακορντεόν, το ‘χω μεταφέρει στο αρμόνιο τώρα και παίζω αρμόνιο στο συγκρότημα αυτό. Το ίδιο και οι υπόλοιποι. Μέχρι εδώ είναι η πρώτη περίοδος, μουσική περίοδος που είμαι στο Ρέθυμνο. Γύρω στο ’70-’71 τελειώνω το γυμνάσιο και αναγκάζομαι να πάω στην Αθήνα για σπουδές θεωρητικά. Να πάρω δηλαδή κάποιο πτυχίο μουσικής, θεωρητικό. Στο Κεντρικό Ελληνικό Ωδείο που είναι στην Αθήνα, εκεί εγγράφομαι. Κάπου ενδιάμεσα φεύγουνε και οι υπόλοιποι. Κάποιοι απ΄ αυτούς φεύγουν φοιτητές όπως ήταν ο Μανώλης ο Καρνιωτάκης που μπήκε στην Ικάρων, οπότε πήγε Ίκαρος, δεν μπορούσαμε να είμαστε μαζί. Κάποιοι μείνανε πίσω και άρχισαν και παίζανε πιο πολύ σε μαγαζιά. Όχι σαν ομάδες, μια συγκεκριμένη ομάδα, ανακατεμένοι. Εγώ μένω λοιπόν στην Αθήνα μέχρι το ΄72. Το ΄72 μου κόβουνε την αναβολή… συγνώμη, όχι… ναι, το ΄72 μου κόβεται την αναβολή από το Δημοτικό Ωδείο λόγω των γεγονότων που είχαν γίνει στη Νομική. Τότε η κυβέρνηση της επταετίας έκοψε από τους φοιτητές όλες τις αναβολές για να τους αποσυντονίσει λίγο. Και ξαφνικά βρίσκομαι από κει που είμαι, τέλος πάντων, για σχολική χρονιά στο Ωδείο, φαντάρος στην Κόρινθο και μετά πάνω στην Γουμένισσα, στο Κιλκίς. Το ευχάριστο είναι ποιο, όμως; Ότι μαθαίνουνε από τη μεραρχία απ΄ την Έδεσσα, ότι εγώ είμαι αρμονίστας και παίζω και κρουστά, παίζω και όργανα τση μπάντας, και με «κλέβουνε», ας το πούμε έτσι, απ΄ τη μονάδα μου. Γιατί ο διοικητής μού έλεγε: «Μην πεις ότι είσαι μουσικός. Σου απαγορεύω να το πεις γιατί θα πας στην μεραρχία», γιατί δεν ήθελε να με δώσει. Το μαθαίνει όμως η μεραρχία ότι εγώ είμαι αρμονίστας και μπορώ να παίξω και κλαρίνο και κρουστά, με παίρνουνε με μετάθεση στην Έδεσσα που ήτανε η έδρα της μεραρχίας και εκεί κάθομαι περίπου… κοντά, δυόμισι χρόνια. Γιατί με το να γίνουν τα επεισόδια στο Πολυτεχνείο, σιγά σιγά άρχισε… ακολούθησε η Κύπρος. Έγινε η επιστράτευση αν θυμάστε τότε –δεν θα το θυμάσαι, ήσουν αγέννητη, οι γονείς σου θα το θυμούνται– και ήταν να κάνουμε πόλεμο με τους Τούρκους ή όχι, οπότε παρατάθηκε και η δικιά μας η θητεία. Ήτανε εγώ να απολυθώ το ’74 τον Οκτώβριο κανονικά, και απολύθηκα μετά από εννιά μήνες. Στη μεραρχία λοιπόν πάω, εγώ παίζω σαν αρμονίστας στην ορχήστρα της μεραρχίας και παίζω και στην ορχήστρα της είτε σαν κλαρίνο είτε σαν… ανάλογα, τι θέλανε. Αν θέλανε… ήταν τα έργα που θα παίζαμε ήταν πολύ κλασικά, έπαιζα κλαρίνο. Αν ήταν κάπως πιο έντεχνο και πιο… έπαιζα αρμόνιο κι εκεί. Εκεί μένω λοιπόν από το ΄72… Χριστούγεννα περίπου, μέχρι ΄75 άνοιξη, στη μεραρχία αυτή. Το ΄75 απολύομαι και κατεβαίνω ξανά Αθήνα κι αμέσως μετά Ρέθυμνο. Στο Ρέθυμνο, τώρα… Στο Ρέθυμνο εκείνη την εποχή υπήρχαν ό,τι είχε μείνει από μουσικούς. Οι πιο… Απ΄ τη δικιά μας φουρνιά έχουνε μείνει όλα τα παιδιά, έχουνε μπει και κάποιοι καινούριοι, και οι πρώτες επαφές που κάνω μ΄ αυτούς είναι να φτιάξουμε κάποιες ορχηστρούλες, να παίξουμε σε κάποια μαγαζιά. Όπως ήτανε τότε του Ρουσσάκη, ήτανε του Δεληγιώργη το χειμώνα… κι αργότερα, πιο καλά μαγαζιά που έγιναν ήταν η «Νίδα» έξω στο… εδώ δίπλα στο «Ρίθυμνα» που είναι το ξενοδοχείο σήμερα, καλοκαιρινό και χειμερινό μαγαζί. Και παίξαμε σ΄ αυτά τα μαγαζιά, λοιπόν. Αλλά πάλι, πότε; Καλοκαίρι πιο πολύ διάστημα, Χριστούγεννα δέκα μέρες, Πάσχα πάλι δέκα μέρες κι Απόκριες μια βδομάδα, ας πούμε έτσι, κάπως έτσι. Το ΄77 διορίζομαι δημόσιος υπάλληλος. Δίνω σε ένα διαγωνισμό του Υπουργείου Παιδείας και διορίζομαι δημόσιος υπάλληλος. Το ΄83 είναι ο επόμενος μεγάλος σταθμός της ζωής μου. Γιατί το λέω αυτό. Γιατί ξανασυναντιέμαι με τον Κώστα τον Αποστολάκη που είχαμε χαθεί όλο αυτό το διάστημα λόγω… φανταριλίκια, όλα αυτά τα πράγματα… και ξανασυναντιόμαστε και μου προτείνει να ξαναστήσουμε τη Φιλαρμονική η οποία έχει κλείσει. Ε, το ’77 διορίζομαι στο δημόσιο στο Υπουργείο Παιδείας, σαν διοικητικός υπάλληλος στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Το ΄78 παντρεύομαι, παίζω σαν μουσικός αλλά παίζω περιστασιακά πιο πολύ. Έχω ήδη αποκτήσει οικογένεια, έχω εργασία πρωινή άρα δεν με βολεύει να παίζω και να ξενυχτάω. Παίζω λοιπόν μερικές φορές το χρόνο και μερικές μέρες το χρόνο, κάπως έτσι, μέχρι το ΄83. Το ΄83 λοιπόν, συναντάμε ξανά τον Κώστα Αποστολάκη, το δάσκαλό μου στη Φιλαρμονική και τα λοιπά. Και μου προτείνει να ξαναστήσουμε τη Φιλαρμονική που ήταν κλειστή, είχε κλείσει. «Σε ενδιαφέρει;» μου λέει, του λέω: «Μ΄ ενδιαφέρει». Παίρνουμε απ΄ το Δήμο λοιπόν, μας δίνει ο Δήμος... μας παραχωρεί ένα χώρο, ο οποίος ήτανε… Παλιά ήτανε η Πυροσβεστική εκεί αλλά ήτανε ρημαγμένος, σαν στάβλος ήτανε. Αν μπεις μέσα, σαν στάβλο σου θύμιζε. Και αναλαμβάνουμε οι ίδιοι με προσωπική εργασία δικιά μας, προσωπική εργασία φίλων και μαθητών αργότερα, όχι απλά να το… να το φτιάξουμε αυτό το χώρο και με δωρεές από πολλούς Ρεθεμνιώτες επώνυμους και ανώνυμους. Δηλαδή ξέρανε ότι κάτι κάναμε εκεί πέρα που αξίζει και δεν μας παίρνανε για τα υλικά, λεφτά. Λέγαμε: «Θέλουμε μοκέτες», «Πάρτε τις, τσάμπα», «Θέλουμε ξύλα», «Πάρτε τα, τσάμπα» , «Ηλεκτρολογικό υλικό», «Πάρτε το», «Όργανα», «Πάρτε λεφτά ν΄ αγοράσετε. Τι όργανα σας λείπουνε ακόμα;» Τέτοιες δωρεές. Και φτιάχνουμε τη Φιλαρμονική η οποία είναι από παιδιά που έρχονται εκεί να μάθουνε δωρεάν μουσικά όργανα της μπάντας. Κι όταν τα παιδιά αυτά παίξουνε στην μπάντα, τους δίνουμε δώρο άλλο ένα όργανο πάλι τσάμπα, δηλαδή η Φιλαρμονική, της ορχήστρας, αν θέλουνε. Αν κάποιο παιδί δηλαδή θέλει να μάθει παράδειγμα κιθάρα μετά, ή ακορντεόν ή μπουζούκι, του το δίναμε δηλαδή σαν δεύτερο όργανο τσάμπα. Εφόσον θα παίξει στη μπάντα, όμως. Κι έτσι λοιπόν αυτό άρεσε πολύ στα παιδιά και μαζευόμαστε εκεί πέρα ένα σχολείο με τριακόσια περίπου παιδιά. Αυτή η γενιά, η πρώτη φουρνιά, οι πρώτες φουρνιές αυτών των παιδιών, έχουνε ξεχωρίσει. Και ακόμα, αν τους ψάξεις θα τους βρεις σ΄ όλο τον κόσμο, τα παιδιά αυτά. Παίζουνε σε μεγάλες ορχήστρες, σε μεγάλες πόλεις, και σε πολλά μεγάλα πόστα σε όλη την Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο. Παράλληλα, τι άλλο, εντασσόμαστε σε κάποια Ευρωπαϊκά προγράμματα και τους δίνουμε το δικαίωμα να κάνουν μερικά ταξίδια, εκδρομές. Δηλαδή πήγαμε στην… πήγαμε στην Κέρκυρα. Με μια πρόσκληση που μας έκανε μια μπάντα από την Κέρκυρα, πήγαμε με την ορχήστρα λοιπόν και τα παιδιά της μπάντας κι εμείς, παίξαμε εκεί μαζί με την μπάντα αυτή σε μια λιτανεία το απόγευμα, το βράδυ κάναμε συναυλία στην Κέρκυρα με τη δικιά μας ορχήστρα της Φιλαρμονικής. Πήγαμε στην Ιταλία στη Φλωρεντία, δίπλα που είναι ένας μικρός Δήμος του Καστενάζο που αδελφοποιήθηκε με το δικό μας Δήμο εκείνη την εποχή. Πήγαμε λοιπόν εκεί και παίξαμε κι εκεί σαν… σαν συναυλία αδελφοποίησης μαζί με τη συμφωνική της Φλωρεντίας παίξαμε κι εμείς. Και κάναμε και δικές μας βραδιές μόνοι μας, με τη δικιά μας ορχήστρα, με ελληνικό πρόγραμμα. Χατζηδάκη, Θεοδωράκη κι όλα αυτά. Τα παιδιά αυτά λοιπόν τώρα, εμάς μας ενδιαφέρει όχι μόνο να τα φτάσουμε σ΄ ένα σημείο και να τ΄ αφήσουμε το όργανο, αλλά να μπορούσε να τα βοηθήσουμε να τελειώσουνε αυτά τα όργανα που ξεκινήσανε. Γιατί τι κακό είχε η μπάντα, ας το πούμε έτσι: Δεν μπορούσε να δώσει πτυχία. Δεν ήταν ωδείο, δεν ήταν σχολείο, ήταν… Σου μάθαινε όργανο αλλά η μάθηση που σου ‘δινε είχε ένα όριο. Άρα έπρεπε να βρούμε τρόπο, στα παιδιά αυτά, τι; Το παιδί που ήθελε να ξανασυνεχίσει τις μουσικές του σπουδές, να μπορεί να τις φτάσει μέχρι το τέλος. Μέχρι να φύγει για πιο πάνω απ’ τις σπουδές από αυτές που δίνουν τώρα πτυχίο. Άρα, τι κάναμε; Ή φέραμε κάποιους καθηγητές μες στη Φιλαρμονική ή αρχικά πήγαμε κάποια παιδιά εμείς στην Αθήνα. Δηλαδή, κάθε… μια φορά το μήνα έπαιρνα δέκα παιδιά εγώ περίπου, τα πήγαινα στην Αθήνα. Παρασκευή βράδυ φεύγαμε από δω, Σάββατο πρωί φτάναμε Αθήνα, κάναμε όλη μέρα μαθήματα, είτε θεωρητικά είτε οργάνων, Σάββατο βράδυ ξαναμπαίναμε στο καράβι και γυρίζαμε πίσω. Τα εισιτήρια μάς τα έκανε δώρο η ΑΝΕΚ, και να πάμε και να γυρίσουμε, και η Φιλαρμονική κάνει στα παιδιά κάνα φαγητό το μεσημέρι το Σαββάτο και τα λοιπά. Αυτή ήταν η πρώτη προσέγγιση όσο αφορά τα παιδιά να αποκτήσουν τίτλους σπουδών. Η αμέσως επόμενη –γύρω στο ΄90, περίπου– είναι η σκέψη μας να δημιουργήσουμε Δημοτικό Ωδείο. Ξέρουμε ότι στην επαρχία δεν κατεβαίνουν εύκολα καθηγητές οργάνων εκείνη την εποχή, να σου κάνουνε μαθήματα. Και να κατέβουνε, θα σου κατέβουνε μόνο... Άρα σκεφτήκαμε, θα κατέβουνε μόνο για να κάνουνε και να φύγουνε. Δε μας βόλευε αυτή η λύση εμάς. Θέλαμε μια λύση που θα ΄ναι ο καθηγητής όλο το μήνα εδώ. «Σε ποια όργανα υστερούμε, δεν βρίσκουμε καθηγητές;», «Βιολί, βιολοντσέλο, όμποε, σαξόφωνο...». Α… μαέστρο χορωδίας, που δεν είχαμε επίσης γιατί εμείς δεν είχαμε χορωδία, ο Δήμος. Λοιπόν ναι, δεν μας εξυπηρετούσε η λύση να φέρουμε Αθηναίους καθηγητές μια φορά τη βδομάδα-δυο φορές το μήνα, άρα ψάχναμε μια λύση πιο μόνιμη σ΄ εμάς. Εκείνη την εποχή μαθαίναμε ότι ο όμιλος Βαρδινογιάννη έχει επιχειρήσεις στην Ουκρανία στο Κίεβο και μέσα σ΄ αυτές τις επιχειρήσεις εργάζονται δυο παιδιά Ρεθεμνιώτες, ο Γιάννης ο Λίτινας κι ο Δημήτρης ο Ανυφαντάκης. Ήρθαμε σ΄ επαφή μαζί τους, τους εξηγήσαμε τι κάνουμε και τι θέλουμε, το κουβεντιάσαμε με το Θόδωρο το Βαρδινογιάννη τότε, και μας προτείνανε το εξής: Να πάμε πάνω στην Ουκρανία να δούμε κάποιους καθηγητές που θέλουνε να φύγουνε απ΄ την Ουκρανία να κατέβουν Ευρώπη, σ΄ άλλες χώρες, για μαθήματα και τα λοιπά κι αν μας κάνουνε να τους φέρουνε αυτοί. Πήγαμε, λοιπόν. Ο Κώστας ο Αποστολάκης πήγε συγκεκριμένα, διάλεξε δέκα περίπου. Ήθελαν πολλοί, αλλά διάλεξε δέκα απ΄ αυτούς. Ένα πιανίστα, ένα μαέστρο χορωδίας, ένα ομποΐστα, δυο βιολιά, ένα τσελίστα, ένα φλαουτίστα. Αυτούς. Ήρθαν λοιπόν εδώ. Εντωμεταξύ είχαμε ενταχθεί εμείς σ΄ ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα για νέα παιδιά, που μπορούσαν να πληρώσουν από εκεί τους μισθούς τους και τις διαμονές τους όσο καιρό θα μείνουν στην Ελλάδα, κι έτσι φέραμε και δημιουργήσαμε το Δημοτικό Ωδείο. Κι αρχίζουμε λοιπόν να βγάνομε για πρώτη φορά τάξη βιολιού. Μπορώ να πω, σε όλη την Κρήτη ήμασταν πρωτοπόροι. Είχε προηγηθεί μια προσπάθεια με βιολιά… στα βιολιά ειδικά από την Αλβανία, με καθηγητές από την Αλβανία, αλλά κάποια στιγμή μας τσι πήρε το Ηράκλειο. Γιατί το Ηράκλειο πήρε χαμπάρι ότι εμείς δεν τους κάναμε μόνιμους στο Δήμο και τους πρότεινε θέσεις στο Ηράκλειο και τους πήρε. Ένα ομποΐστα και δυο βιολιά κι ένα σαξοφωνίστα. Οπότε πήγαμε μετά στους Ουκρανούς. Και δημιουργήσαμε με τους Ουκρανούς, λοιπόν, αυτή την τάξη, τις τάξεις του Δημοτικού Ωδείου και το προκηρύξαμε. Καλλιτεχνικό διευθυντή ορίζουμε από την Αθήνα τον Διαμαντή τον Διαμαντόπουλο που ήταν μεγάλο όνομα στο χώρο της μουσικής στην Αθήνα. Είχε… στη Βοστόνη, από κει είχε έρθει, με την Καμεράτα που είχε γίνει τότε στην Αθήνα, αυτός το είχε πρωτοδημιουργήσει. Του προτείναμε αυτό γιατί κατάλαβε ότι αυτό που κάναμε, το κάναμε γιατί αγαπάμε το… και το…και μας… και είπε θα κατεβαίνω να σας κάνω τα… να σας καλύβω σαν Ωδείο, χωρίς να μου δίνετε εμένα μισθό. Μόνο τα έξοδά μου για να κατεβαίνω, θα μου πληρώνετε. Κάπως έτσι. Κι έτσι στελεχώσαμε το Ωδείο και συνεχίζουμε από κει και πέρα σαν Φιλαρμονική… Φιλαρμονική, Δημοτικό Ωδείο μέχρι το… μισό... μέχρι το 1990 περίπου. ’90-’92. Που εγώ τι κάνω τότε; Αλλάζω βαθμίδα. Δηλαδή εγώ όταν πήγαινα τα παιδιά στην Αθήνα, που σου ‘λεγα, μια φορά το μήνα, τι έκανα παράλληλα; Το ΄72, θυμάσαι που σου ‘πα ότι μου κόψανε την αναβολή κι άφησα τις μισές σπουδές στη μέση. Εγώ μετά, με το να πάνε τρία χρόνια χωρίς μουσικές σπουδές, κάπου όταν γύρισα στο Ρέθυμνο και πρωτοδιορίστηκα σαν καθηγητής, όχι σαν διοικητικός υπάλληλος, άφησα τη μουσική σε επίπεδο μάθησης. Άρα τι κάνω τώρα; Μαζί με τα παιδιά λοιπόν κι εγώ τι κάνω; Παίρνω το πτυχίο της Αρμονίας που το’ χα αφήσει στη μέση και παίρνω κι ένα άλλο πτυχίο διεύθυνσης. Γυρίζω πίσω λοιπόν, συνεχίζω στη Φιλαρμονική όπως είμαι, με τα πτυχία αυτά, παράλληλα γίνεται ένας διαγωνισμός του Υπουργείο Παιδείας καινούριος για καθηγητές μουσικής, δίνω εξετάσεις και πετυχαίνω, και φεύγω από διοικητικός, λοιπόν, υπάλληλος απ΄ το Υπουργείο Παιδείας και πάω σαν καθηγητής μουσικής. Που διορίζομαι… πρώτη μου χρονιά διορίστηκα στο Τυμπάκι, επόμενη χρονιά πήγα Σπήλι Κοξαρέ, την τρίτη χρονιά ήρθα στο Μουσικό Σχολείο που είχε δημιουργηθεί ήδη στο Ρέθυμνο. Απ΄ τα πρώτα μουσικά σχολεία σ΄ όλη την Ελλάδα. Εκεί μένω μέχρι που έφυγα συνταξιούχος, δηλαδή από το 1992 περίπου αρχίζω στο Μουσικό Σχολείο και φεύγω το 2009 που παίρνω σύνταξη. Το Μουσικό Σχολείο τώρα είναι μια άλλη μουσική παρένθεση, πολύ μεγάλη. Τα Μουσικά Σχολεία στην Ελλάδα πιστεύω έχουνε προσφέρει αφάνταστο έργο –και το δικό μας και όλης της Ελλάδος– και βλέπω συνέχεια… τώρα το βλέπω στην πράξη, φαίνεται… Να, βλέπω μια εκπομπή αυτές τις μέρες –όχι «αυτές τις μέρες», φέτος– που έχει βάλει η ΕΡΤ, το «Μουσικό κουτί». Τα πιο πολλά παιδιά είναι από το Μουσικό Σχολείο... Μουσικά Σχολεία. Θυμάμαι, όταν πρωτοπήγαμε στη πρώτη συνάντηση Μουσικών Σχολείων που έγινε στην Κέρκυρα, είμαστε έξι-εφτά σχολεία. Εκείνη την εποχή έκανε... είχε ιδρυθεί το… του Βόλου. Αν παρατηρήσεις την πορεία αυτού του σχολείου από κει και πέρα τι έχει κάνει αυτό το σχολείο μέχρι σήμερα… Θυμάμαι εκείνη την εποχή που έλεγε… μας έλεγε ο εκπρόσωπος του Μουσικού Σχολείου του Βόλου: «Είμαστε καινούριοι αλλά μας έχει αγκαλιάσει όλος ο νομός. Μας δίνουν ό,τι θέλουμε, να αγοράσουμε ό,τι όργανα θέλουμε». Μετά από μερικά χρόνια αυτά… θέλω να πω, τα σχολειά αυτά όχι απλά δώσανε πράγματα, απογειώσανε όλο το νομό, μουσικά. Βλέπεις βγήκανε στην ΕΡΤ με συναυλίες, με τον Νταλάρα, με χορωδίες μεγάλες, με δικιά τους… Θέλω να πω ότι και παραδοσιακά και ευρωπαϊκά, όσο αφορά τη μουσική, δώσανε πολλά πράγματα στα παιδιά αυτά. Μη γελιόμαστε, εδώ στην Κρήτη, ας το δούμε και στην Κρήτη, όλοι που παίζουν παραδοσιακά όργανα, τα πιο πολλά παιδιά είναι… πιστεύω ότι είναι… προέρχονται από Μουσικά Σχολεία ή του δικού μας Σχολείου του Ρεθύμνου που είναι το πρώτο, ακολουθεί του Ηρακλείου και τώρα τελευταία έχει γίνει και των Χανίων, τα τελευταία χρόνια. Οι πιο πολλοί σήμερα καθηγητές των Μουσικών Σχολείων είναι παλιοί μαθητές των σχολείων αυτών. Κάποτε είχα πει στους καθηγητές εκείνης της εποχής… όταν ήμουνα εγώ ήτανε οι παλιοί λυράρηδες, οι λαουτιέρηδες οι οποίοι ήταν εμπειροτέχνες, και έλεγα το εξής τότε ότι: «Αυτοί οι μαθητές που έχετε σήμερα εσείς και τους κάνετε μουσικά όργανα, μετά από μερικά χρόνια τα παιδιά αυτά θα έχουν πάρει και κάποιο τίτλο σπουδών που δεν έχετε πάρει εσείς. Είτε βυζαντινής, είτε ευρωπαϊκής. Θα έχουνε λοιπόν τη γνώση αυτή που τους έχετε δώσει εσείς, θα έχουνε όμως παράλληλα δυο πράγματα που δεν τα ΄χετε εσείς: τίτλους σπουδών βυζαντινής και ενδεχομένως και τίτλο σπουδών οργάνου ή ευρωπαϊκής. Άρα θα σας τρώνε στους πίνακες». Αυτό έχει συμβεί σήμερα. Σήμερα λοιπόν, οι παλιοί δάσκαλοι μπορεί να μην τους πάρουνε σ΄ ένα Μουσικό σχολείο για να κάνουνε μάθημα. Θα πάρουνε το νεαρότερο ο οποίος είναι πιο… και πιο εξελίξιμος, έχει εξελιχθεί καλύτερα από το δάσκαλό του, κι έχει και πιο πολλά πράγματα, πιο πολλά στοιχεία σπουδών. Άλλοι σταθμοί τώρα μέσα στη μουσική μου διαδρομή, ας το πω έτσι, ήτανε οι σχέσεις της Φιλαρμονικής με ένα μεγάλο θεσμό στο Ρέθυμνο που ονομάζεται «Ρεθεμνιώτικο Καρναβάλι». Η πρώτη εμφάνισης της Φιλαρμονικής είναι όταν αρχίζει να ξανααναβιώνει γύρω στο ΄87 περίπου, ’89… ’88-’89 κάπου εκεί, αρχίζει να ξαναβγαίνει στην πόλη το Ρεθεμνιώτικο Καρναβάλι το οποίο για κάποια χρόνια είχε σταματήσει, δεν εμφανιζότανε. Εκεί λοιπόν μπαίνει η Φιλαρμονική μέσα στο παιχνίδι, με ποια μορφή; Παρελάζοντας με ανάλογα… ανάλογο πρόγραμμα, παίζοντας μουσική στο δρόμο και παρελάζοντας ανάλογα με τραγούδια Αποκριάτικα ή τελειώνοντας η παρέλαση η μεγάλη του Καρναβαλιού κάνοντας συναυλία πάλι με ανάλογο πρόγραμμα, είτε ελαφρολαϊκό είτε μοντέρνο, για το τελείωμα του Καρναβαλιού. Αυτή ήταν η συμμετοχή της Φιλαρμονικής. Άρα κι εκεί λοιπόν αρχίζει να μπαίνει η Φιλαρμονική και να δίνει πράγματα. Ένα άλλο στοιχείο που έδωσε η Φιλαρμονική και βοήθησε το Καρναβάλι ήτανε μια παλιά… ας το πούμε, ένα παλιό έθιμο της πόλης το οποίο είχε χαθεί κι αυτό σιγά σιγά εκείνη την εποχή. Ήταν η καντάδα. Η καντάδα είναι ένα έθιμο… νομίζω δεν είναι δικό μας μόνο έθιμο, εδώ της πόλης, είναι σε όλη την Ελλάδα. Κι έχει δυο μορφές: Ή την παραδοσιακή καντάδα ή την έντεχνη. Η έντεχνη είναι παντού, πιστεύω. Όταν άρχισε λοιπόν η Φιλαρμονική να μπαίνει στο Καρναβάλι, παράλληλα βάλαμε μες στη σκέψη μας με πρωτοβουλία τότε του Μπάμπη Πραματευτάκη, που ήταν ένας επίσης απ΄ αυτούς που ξεκινήσαμε μαζί τη Φιλαρμονική, μεγάλος μουσικός, με σπουδές στη Γερμανία, με... Κι αυτός πρότεινε να κάνουμε τις καντάδες, να αναβιώσουμε τις παλιές καντάδες. Εκεί εντάχθηκα κι εγώ μαζί του παίζοντας ακορντεόν, εντάξαμε μέσα τη Δημοτική Χορωδία που είχε αρχίσει να δημιουργείται με δικιά του διεύθυνση, και παράλληλα ερχόντουσαν μαζί μας στις καντάδες και όποιοι Ρεθεμνιώτες ήθελαν εκείνο το βράδυ να βγούνε μαζί μας. Αρχίζουν λοιπόν από τότε οι καντάδες και φτάνουνε μέχρι και σήμερα. Κάποια στιγμή αλλάξανε χέρια, πήγαν σε κάποια παιδιά της Φιλαρμονικής που τις αναλάβανε τότε που ΄φυγα εγώ. Τα τελευταία χρόνια έχω ξαναμπεί στο... και τις οργανώνω εγώ με μουσικούς που καλώ απ΄ όλη την πόλη, φωνητικά σύνολα που καλώ απ΄ όλη την πόλη κι ευτυχώς –και τους ευχαριστώ όλους– είναι όλοι πρόθυμοι όσους ζητήσω να έρθουνε… και εφόσον μπορούν να έρχονται, ευχαρίστως, με χαρά τους, είτε αυτό είναι Μουσικό Σχολείο με τα σύνολά του τα φωνητικά είτε όργανα είτε άλλα σύνολα είτε μουσικοί που είχα μαθητές κάποτε τώρα είναι επαγγελματίες κι έρχονται μαζί μας. Αυτή είναι η ευρωπαϊκή καντάδα. Η παραδοσιακή έχει μια άλλη μέρα που εμφανίζεται. Αυτή, υπήρχε αυτή σαν έθιμο ακόμα και σε χωριά και νομίζω… αλλά αυτή... εμείς δεν την είχαμε εντάξει τότε στο Καρναβάλι παλιά, τα τελευταία χρόνια την εντάσσουμε. Μια δεύτερη λοιπόν μέρα, μες στις εκδηλώσεις τις Καρναβαλικές, είναι η Παραδοσιακή Καντάδα. Εκεί... την αναλαμβάνει τα τελευταία χρόνια το Μουσικό Σχολείο που έχει παραδοσιακά σύνολα, σε συνεργασία με τους χορευτικούς συλλόγους της πόλης... ό,τι έχουνε να δώσουνε είτε σε φωνές είτε σε όργανα, και παρέα οι παλιοί μουσικοί των παραδοσιακών οργάνων που είναι επίσης καλεσμένοι και ανταποκρίνονται οι πιο πολλοί, ευχαρίστως. Μουσικό Σχολείο, Σχολές χορών… και όχι μόνο παραδοσιακών, που έχουνε κάνει… όλοι αυτοί κάνουνε λοιπόν μια βραδιά την δικιά τους καντάδα, την παραδοσιακή καντάδα.

Α.Τ.

Εσείς εμπλέκεστε στις άλλες, όμως.

Α.Π.

Έχω την ευθύνη… έχω την ευθύνη και γι’ αυτές αλλά το κυρίως βάρος το έχει το Μουσικό Σχολείο και ο υπεύθυνος καθηγητής κάθε φορά που είναι των παραδοσιακών μαθημάτων. Δηλαδή εγώ την ευθύνη, αποκλειστική ευθύνη, έχω στις ευρωπαϊκές που τις ξέρω καλύτερα. Γιατί παραδοσιακό όργανο δεν έπαιξα ποτέ. Δεν έχω γνώσεις. Δηλαδή μπορώ να βοηθήσω με τ΄ ακορντεόν, αλλά δεν θέλω να βάλω μέσα σ΄ αυτές τις καντάδες ευρωπαϊκά όργανα, θέλω να παίξουμε μόνο τα παραδοσιακά. Μαντολίνο, λαούτο, λύρα… αυτά. Ούτε κρουστά έχουμε βάλει εκεί. Δεν ξέρω αν ξεχνάμε κάτι.

Α.Τ.

Και σ΄ αυτές ακολουθείτε μια συγκεκριμένη διαδρομή στην πόλη…

Α.Π.

Οι καντάδες λοιπόν, τι νόημα έχουν. Πέρα από την αναβίωση, είναι να δώσουνε μια νότα νοσταλγίας και ανάμνησης μέσα στην παλιά πόλη και… πιο πολύ. Αρχίζομε λοιπόν από τον Άγνωστο, μπαίνουμε από τη μεγάλη αγορά, κατεβαίνουμε πάμε στη Λότζια, φτάνουμε Πλάτανο κι ανεβαίνουμε τη μικρή αγορά και τελειώνουμε συνήθως στους Τέσσερις Μάρτυρες. Παλιότερα, είχαμε μπει μερικά χρόνια από τη Νομαρχία κι ερχόμαστε Μικρή Παναγία, Αραμπατζόγλου και μετά συνεχίζαμε αγορές. Πιο παλιά, πριν, τα πρώτα χρόνια, είχαμε αρχίσει… από το Δημαρχείο ξεκινούσαμε. Από κει αρχίζαμε, πηγαίναμε λεωφόρο και μπαίναμε στις αγορές μέσα. Δηλαδή ψάχναμε να δούμε κάθε φορά που μας περιμένει πιο πολύς κόσμος. Γιατί- μη γελιόμαστε- πιο πολύ κόσμο έχουν οι αγορές. Αλλά και στα σπίτια της παλιάς πόλης, κι εκεί μας περιμένανε αρκετές φορές με πολλή νοσταλγία και με πολλή αγάπη. Τώρα δεν ξέρω τι άλλα σημεία ν΄ αναφέρουμε. Ειδικά, κάποια στιγμή…

Α.Π.

Ένα άλλο, μία άλλη εκδήλωση που συνόδευε και νομίζω ακόμα συνοδεύει η Φιλαρμονική όταν βγαίνει, είναι το άρμα του Άη Βασίλη που φτιάχνει η Περιηγητική Λέσχη κάθε χρόνο. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς γυρίζουμε τους δρόμους, η Φιλαρμονική μπάντα μπροστά με χριστουγεννιάτικα τραγούδια και πίσω το ελαφάκι της Περιηγητικής με τον Άη Βασίλη επάνω που πετάει δώρα στα παιδιά δεξιά και αριστερά μες στην πόλη.

Α.Τ.

Είχατε αναφερθεί την προηγούμενη φορά ότι παίζατε σε κηδείες, ότι μπορούσε κάποιος-

Α.Π.

Ναι, εκείνη την εποχή την πρώτη όταν είμαι... μιλάμε το ‘65 που πάω στη Φιλαρμονική λοιπόν εγώ, η μορφή της μπάντας ήταν η ίδια. Τι διέφερε από τη μία εποχή στην άλλη; Εκείνη την εποχή οι μουσικοί που παίζανε πιο πολύ ήτανε φτιαγμένοι, κάποιοι από αυτούς κάποια στιγμή πληρώθηκαν από το Δήμο. Άρα, τι κάναμε παράλληλα; Δώσαμε το δικαίωμα στους Ρεθυμνιώτες να κάνουν το εξής: αν θέλανε τη Φιλαρμονική για μία άλλη εκδήλωση… π.χ. μία στενάχωρη εκδήλωση όπως είναι ο θάνατος, να μπορούν να την πάρουν να παίξει στην περιφορά ενός νεκρού από την εκκλησία μέχρι το νεκροταφείο. Άρα μπορούσε ένας που πέθανε κάποιος συγγενής του, να ζητήσει από τη Φιλαρμονική, πληρώνοντας την, να παίξει στην ακολουθία αυτή με πένθιμα εμβατήρια. Αυτό δεν έγινε… Από το ‘83 και μετά που εμφανίζεται ξανά η καινούργια Φιλαρμονική, ας το πούμε έτσι, είχαμε βάλει στο καταστατικό τα παιδιά να μην τα υποχρεώνουμε να παίξουνε σε αυτές τις εκδηλώσεις γιατί είναι σαν αγγαρεία, ας το πω έτσι.

Α.Τ.

Δύσκολο.

Α.Π.

Και δύσκολο και το άλλο ήταν, ας πούμε: «Γιατί είμαι αναγκασμένος να πάω να παίξω σε μία κηδεία που δεν ξέρω καθόλου αυτόν που πέθανε». Παρά μόνο είπαμε να μπορεί να παίξει, να είναι υποχρεωμένη να παίξει η Φιλαρμονική, που; Σε ένα παλιό δήμαρχο ή σε ένα παλιό αρχιμουσικό. Μόνο σε αυτούς είναι υποχρεωμένη να παίξει. Ή σε ένα δεσπότη που έχει πεθάνει, όπως ήταν ο Τίτος που πέθανε. Σε αυτούς, παίξαμε. Τώρα βέβαια, αυτές τις μέρες πέθανε ο παλιός δήμαρχος αλλά τώρα με τον κορονοϊό δεν παίζουν οι μπάντες, αυτό είναι, και δεν παίξανε. Δεν έγινε και ακολουθία, δεν ξέρω αν έγινε ακολουθία μεταφοράς. Θα έπρεπε να έχει παίξει δηλαδή Φιλαρμονική άμα ήτανε σε κανονικές συνθήκες, σε κανονική εποχή.

Α.Τ.

Έχω μία αίσθηση ότι ήτανε, δεν είμαι σίγουρη.

Α.Π.

Ήτανε;

Α.Τ.

Έχω μια αίσθηση ναι, ότι κάτι-

Α.Π.

Α, μπορεί. Γιατί εγώ πέρασα νωρίς και έφυγα, δεν κάτσαμε. Άρα μπορεί να πήγε… άρα μπορεί να πήγε…

Α.Τ.

Νομίζω ότι πήγε.

Α.Π.

Να έκανα λάθος εγώ, λοιπόν

Α.Τ.

Ναι, αυτό είναι λίγο… Πώς… Έτυχε να είστε σε δύσκολη θέση σε μία τέτοια συνθήκη: να πρέπει να παίξετε σε γνωστούς σας, ας πούμε, το θάνατο…

Α.Π.

Κοίταξε να δεις γιατί δεν πήγαινε μόνο... Δηλαδή, εμένα μπορεί να ήταν συγγενής μου αυτός που πέθανε, έτσι;

Α.Τ.

Ναι, ναι.

Α.Π.

Έπαιζα κλαρίνο... Οι υπόλοιποι όμως τριάντα που παίζανε γιατί να είναι υποχρεωμένοι να παίξουνε; Άρα παλιά μπήκε η υποχρέωση λοιπόν γιατί πληρωνόντουστανε κι όποιος δεν ήθελε να παίξει δεν πήγαινε, αλλά δεν έπαιρνε και λεφτά, τα μοιραζόντουσαν οι υπόλοιποι. Το ‘83 όμως το βάλαμε στο συμβούλιο και εκεί ο σύλλογος γονέων των μαθητών της Φιλαρμονικής τότε είχε πει ότι προτιμούμε τα παιδιά να μην τα εντάσσουμε σε τέτοιες υποχρεώσεις.

Α.Τ.

Να σας πάω εγώ λίγο από την αρχή, να μου πείτε λίγο για το σπίτι σας και την οικογένειά σας γιατί είναι... ότι, πώς από τόσο μικρή ηλικία ξεκινάτε τις σπουδές στη μουσική; Οι γονείς σας είχαν σχέση με τη μουσική;

Α.Π.

Κοιτάξτε, η μητέρα μου είναι Μικρασιάτισσα, ο πατέρας μου είναι Κρητικός. Ο παππούς μου έπαιζε μουσικά όργανα. Τον λέγανε Αντρέα κι αυτόν. Έπαιζε μπαντούρα, έτσι λέγανε τη φλογέρα, την κρητική φλογέρα, ασκομπαντούρα –υπάρχει και σήμερα νομίζω– και έπαιζε και λύρα. Ας πούμε ότι από κει κουβαλάω το πρώτο μικρόβιο... υπάρχει εκεί μέσα; Η μητέρα μου λοιπόν ήταν κι αυτή που μου πρότεινε το ‘63 να πάω να κάνω μουσική και μου λέει: «Τι όργανο θα ήθελες να κάνεις», λέω: «Ακορντεόν». Με κέρδισε το ακορντεόν, δεν το μετάνιωσα όμως ποτέ γιατί ευτυχώς κατάλαβα και καταλαβαίνω ακόμα ότι είναι ένα όργανο που το παίρνεις και το πας όπου θες. Είναι μόνο του μία ορχήστρα, μπορεί να παίξει, να συνοδέψει και πολλούς και λίγους. Δηλαδή και ένα όργανο μόνο, αυτό μπορεί να παίξει μόνο του για να συνοδέψει μία φωνή, μία παρέα, είναι πολυφωνικό όργανο. Και από την άλλη μεταφέρεται παντού. Είναι εύκολο να το πας όπου θες. Είτε στην παρέα σου είτε στο σπίτι είτε στο δρόμο… όπου να ναι. Άρα η μητέρα μου λοιπόν είναι αυτή που με κεντρίζει τότε να γραφτώ στο Ωδείο. Εκείνη την εποχή ο πατέρας μου είναι μετανάστης στη Γερμανία και μου αγοράζει το πρώτο ακορντεόν, το οποίο το έχω ακόμα, το ‘χω ακόμα. Και σιγά-σιγά μπαίνει το μεράκι, το μικρόβιο, όπως θες πες το, και γίνεται βίωμα ζωής.

Α.Τ.

Και οι γονείς συμφώνησαν να ακολουθήσετε αυτό το δρόμο…

Α.Π.

Ναι. Κάποια στιγμή διαφωνεί η μητέρα μου όταν αρχίζω –πότε;– να παίζω σε μαγαζιά και μάλιστα την εποχή που είμαι μαθητής ακόμα, και να τελειώνω αργά. Γιατί εκείνη την εποχή, ξέρεις, τα μαγαζιά δεν κλείνανε, δεν τελειώνανε έντεκα-δώδεκα, πήγαινε δύο-τρεις. Επειδή ήμουνα μαθητής λοιπόν ακόμα εγώ, η μητέρα μου διαφωνεί σε κάποιες συγκεκριμένες βραδιές που παίζω γιατί σου λέει: «Είσαι ακόμα μαθητής, είσαι μικρός. Δεν είναι ό,τι καλύτερο να είσαι στη νύχτα έξω». Εκεί υπάρχουν κάποιες διαφωνίες αλλά πάντα τσι λύνουμε με καλή διάθεση. Τη μουσική την αγαπούσανε. Και αυτή σαν Μικρασιάτισσα, την κουβαλούσε μέσα της τη μουσική. Οι Μικρασιάτες όλοι, την κουβαλάνε τη μουσική, πιστεύω.

Α.Τ.

Και μετά, στα συγκροτήματα… δεν ξέρω, πώς είναι η αίσθηση να παίζεις πρώτη φορά μπροστά σε κοινό;

Α.Π.

Δεν είναι εύκολο. Αν το κάνεις, να σου δώσω να καταλάβεις τη διαφορά… αν το κάνεις μόνο για να παίξεις μόνος σου κάπου χωρίς να είσαι... το άγχος είναι λιγότερο. Όταν μπαίνουν όμως και άλλα πράγματα όπως είναι ο διαγωνισμός π.χ. κάποια στιγμή διαγωνιστήκαμε με κάποιους από τα Χανιά ή μεταξύ μας εδώ στην πόλη. Εκεί άρχισε να μπαίνει το άγχος της… πώς θα αποδόσεις ένα τραγούδι που το έχεις ετοιμάσει, ένα τραγούδι που έχεις να παίξεις αν το έχεις ετοιμάσει σωστά. Και βέβαια κουβαλάς και ότι δεν είσαι… πώς να το πω… δεν έχεις την εμπειρία ακόμα, είσαι στην αρχή στα πρώτα σου βήματα. Που έτσι κι αλλιώς είναι αγχωτικά τα πρώτα βήματα, μη γελιόμαστε. Εγώ μπορώ να σου πω ότι είχα λίγο θράσος στο παίξιμο μου. Δηλαδή δεν με ένοιαζε αν έπαιζα μόνος μου ή αν έπαιζα μπροστά σε κόσμο. Από κει και πέρα όμως δεν είναι εύκολη εμπειρία και σίγουρα θέλει και πολλή πρόβα για να το οργανώσεις σωστά.

Α.Τ.

Αυτοί οι διαγωνισμοί, τι ήταν ακριβώς;

Α.Π.

Οι διαγωνισμοί ήταν πιο πολύ... ήταν ένα κίνητρο να σε τσιγκλήσουν, να δημιουργηθούνε… να σε ανεβάσουν... να ανέβεις επίπεδο, να γίνεις καλύτερος. Δηλαδή υπήρχε επιτροπή που έκρινε το παίξιμό σου και έλεγε στο τέλος του διαγωνισμού: «Πρώτο βραβείο: το πήρε οι “Πέτρινες καρδιές” ή οι “Ρέιβερς” από τα Χανιά» ή ξέρω γω ποιος το πήρε… Αν έχανες λοιπόν, ήθελες στον επόμενο… όταν θα ξαναγίνει διαγωνισμός να είσαι… να έχεις καλύψει αυτό το κενό που… να έχεις γίνει καλύτερος, να έχεις δουλέψει κι άλλα πράγματα κι άλλα τραγούδια κι άλλο… Αυτό ήταν το νόημα του διαγωνισμού: να σ’ αναγκάσει να γίνεις καλύτερος.

Α.Τ.

Άρα και στο σχολείο, είχανε κι άλλα παιδιά μουσική παιδεία…

Α.Π.

Κοιτάξτε... «Στο σχολείο», ποιο εννοείς;

Α.Τ.

Στο…

Α.Π.

Κανονικό σχολείο.

Α.Τ.

Στο κανονικό, ναι.

Α.Π.

Γιατί στο μουσικό, έχουν όλα.

Α.Τ.

Ναι, στο μουσικό.

Α.Π.

Στο Μουσικό Σχολείο-

Α.Τ.

Εννοώ εσείς όταν ήσασταν στο σχολείο.

Α.Π.

Κάποια παιδιά, ναι. Εκεί όμως δεν εμφανίστηκαν… εκείνη την εποχή τουλάχιστον δεν εμφανιζόταν ορχήστρες από μαθητές. Στο Μουσικό Σχολείο βέβαια, είχαμε πάρα πολλά σχήματα και έχουμε κάνει και μεγάλες παραγωγές με το Μουσικό Σχολείο σε συναυλίες. Έχουμε κάνει… ας πούμε, αν δεις τις φωτογραφίες με το Μουσικό Σχολείο, θα δεις ότι…

Α.Τ.

Πού είναι, να το φέρω.

Α.Π.

Κάτσε να τσι βρω, περίμενε λίγο. Θα τσι βρούμε.

Μεγάλα έργα δηλαδή με πάρα πολύ κόσμο... Λοιπόν, από δω είδες κάτι που σε ενδιαφέρει;

Α.Τ.

Ναι, αυτές τις έχω κρατήσει εδώ.

Α.Π.

Ωραία.

Α.Τ. Εδώ είστε με το ακορντεόν, έτσι;

Α.Π.

Ναι. Λοιπόν, κοίτα εδώ τώρα. Μουσικό σχολείο. Στο κλειστό, μέσα. Η πρώτη τάξη Μουσικού Σχολείου είναι αυτοί, οι πρώτοι απόφοιτοι είναι αυτοί. Μουσικό Σχολείο, συναυλία, ετήσια συναυλία. Επίσης. Επίσης. Εδώ είναι καθηγητές-μαθητές, κατάλαβες; Παίζουν και καθηγητές μαζί σε αυτές τις συναυλίες εδώ.

Α.Τ.

Ναι, ναι.

Α.Π.

Εδώ είναι από μία συναυλία, είναι αφιέρωμα στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» του Μαρκόπουλου.

Α.Τ.

Που;

Α.Π.

Η συγκεκριμένη συναυλία εδώ, είναι στον Άγιο Νικόλαο νομίζω... Και εδώ, ίδια συναυλία είναι εδώ... Εδώ παίζουνε μέσα… κάποιοι παίζουν έγχορδα... είναι καθηγητές του... της Φιλαρμονικής, οι Ουκρανοί που σου ‘λεγα προηγουμένως, οι οποίοι τώρα έχουν ενταχθεί και κάνουν μαθήματα. Εδώ πέρα φαίνονται... είναι καθηγητές του Μουσικού Σχολείου, εδώ, οι ίδιοι... Δηλαδή αυτός ο τσελίστας, ο φλαουτίστας… όλοι αυτοί είναι…

Α.Τ.

Οι Ουκρανοί.

Α.Π.

Ναι, που είχαμε φέρει τότε για να στήσουμε το Δημοτικό…

Α.Τ.

Αυτοί πώς επικοινωνούσαν με τους μαθητές; Ή δεν χρειάζεται ο λόγος για να...

Α.Π.

Στην αρχή ήταν δύσκολη η επικοινωνία, πολύ δύσκολη. Αυτή εδώ είναι πιο παλιά, το Μουσικό Σχολείο από τις πρώτες συναυλίες του όμως. Το θυμάσαι αυτό το παιδάκι; Εδώ είμαστε νομίζω ή στο Ηράκλειο ή στη Ρόδο. Είναι το ίδιο έργο πάντα σου λέω... είναι οι «Πολιορκημένοι»... Αφιέρωμα στο Λεοντή… επίσης κάναμε… η «Καταχνιά»... η πιο μεγάλη παραγωγή που κάναμε ήταν αυτή, οι «Πολιορκημένοι» του Μαρκόπουλου, που είναι γνωστό έργο, με χορωδία μεγάλη ορχήστρα και τα λοιπά… παραδοσιακά όργανα μέσα... Αυτές είναι κάποιες φωτογραφίες εδώ από την πρώτη συνάντηση Μουσικών Σχολείων στην Κέρκυρα. Δηλαδή μπορεί να δεις μία ορχήστρα που να μην είναι δικιά μας να είναι από ένα σχολείο άλλο από την άλλη Ελλάδα, Μουσικό Σχολείο πάντα όμως, έτσι; Από το Καστενάζο δεν έχω πολλές, από την αδελφοποίηση. Νομίζω ότι αυτές που έχεις, ναι... τούτες δεν νομίζω ότι… πιο πολύ προσωπικές...

Α.Τ.

Εδώ σε αυτές είστε...

Α.Π.

Λοιπόν εδώ είμαι στου... κάτσε, πού παίζουμε εδώ... εδώ πρέπει να είμαστε στο παλιό Θηλέων, σημερινό 3ο Λύκειο...

Α.Τ.

Με το συγκρότημα που μου είπατε;

Α.Π.

Κοίταξε, εδώ δεν ήμασταν συγκρότημα. Πιο πολύ σαν ορχήστρα είμαστε, βλέπεις γιατί παίζει αυτός είναι… δεν... είναι… παίζει τενόρο και όχι… παίζει... περισσότερο σαν Φιλαρμονική έχει έρθει αυτός. Άρα η ορχήστρα της Φιλαρμονικής πιο πολύ, κατάλαβες; Και παίζουμε… σε κάποια χοροεσπερίδα παίζουμε... αλλά ο χώρος μου θυμίζει πιο πολύ σχολείο. Δεν είναι συγκρότημα αυτό, είναι ορχήστρα των Απόκριων... Θα σου πω συγκρότημα, ποιο είναι...

Α.Τ.

Ποια είναι;

Α.Π.

Αυτό ψάχνω... αυτοί είναι συγκρότημα... θα τσι βρω... αυτή είναι συγκρότημα... κάπου κάτσε, κάτσε, κάτσε…

Α.Τ.

Η κοπέλα;

Α.Π.

Αυτή είναι θαυμάστρια, δεν είναι... είναι πελάτης του μαγαζιού, παίζαμε στη «Σπηλιά» τότε εκείνη την εποχή στο... και είναι πελάτης του χώρου.

Α.Τ.

Θαυμάστριες είχατε;

Α.Π.

Δεν ξέρω να σου πω! Εντάξει είμαστε τότε και εμείς μικρά παιδιά οπότε δεν καταλαβαίναμε τη διαφορά... όχι τη διαφορά... πιο πολύ το βλέπαμε με έναν ενθουσιασμό που μας ακολουθούσε όλους... η μουσική μας παρέσερνε και τα παιδιά που δεν παίζανε μουσική και αυτούς που παίζανε, οπότε δεν βλέπαμε να εισπράξουμε αυτό που δίναμε στον κόσμο... στα παιδιά...

Α.Τ.

Άρα τη γυναίκα σας πού τη γνωρίσατε σε σχέση με όλο αυτό;

Α.Π.

Τη γυναίκα μου τη γνωρίζω το ‘75 τη μέρα που απολύομαι. Μένω κάνα μήνα στην Αθήνα και κατεβαίνω λοιπόν στο Ρέθυμνο. Είναι Άνοιξη, Μάιος του ’75, και πάω στην πλαζ τότε... και καθίζουμε για καφέ με κάτι φίλους και τη βλέπω και νομίζω πως είναι… έχουν κλείσει τα σχολεία και νομίζω πως είναι Αθηναία που κατέβηκε για παραθερισμό... δεν ήξερα, δεν τη γνώριζα. Και ρωτάω ένα φίλο που έγινε κουμπάρος μετά, τον Ηλία το Μαριόλο, λέω: «Αυτή η κοπέλα ποια είναι;» «Την ξέρω. Δεν την ξέρεις;» μου λέει. Λέω: «Όχι». «Εδώ, ο πατέρας της έχει το επιπλάδικο από πάνω». Και γνωριζόμαστε την πρώτη μέρα που είχα κατέβει από Αθήνα... Όχι όμως… δεν με είχε δει σαν μουσικό, δεν ξέρω αν με θυμότανε από την εποχή που πηγαίναμε στο Θηλέων και... Αυτή βέβαια και τότε που τη γνώρισα εγώ ήταν ήδη μικρή. Η γυναίκα μου το ‘75 που γνωριστήκαμε ήταν δεκαπέντε χρονώ... αυτή... εγώ το ‘75 είμαι εικοσιτριώ, αλλά η γυναίκα μου είναι δεκαπέντε εκείνη την εποχή. Το ‘78 που παντρευόμαστε δηλαδή αυτή είναι δεκαοχτώ και εγώ είμαι είκοσι έξι.

Α.Τ.

Και πώς ήταν αυτό; Εύκολο που ήταν δεκαπέντε ή είχατε-

Α.Π.

Κοίταξε… Μη σκεφτείς, καμία σχέση τις σημερινές σχέσεις με εκείνης της εποχής, έτσι; Δηλαδή η γνωριμία ήτανε πιο πολύ… βλέπαμε τον άλλον στα μάτια… τίποτα... Εντάξει, καλύτερα από τους γονείς μας από ό,τι ακούμε... της εποχής των γονιών μας. Πιο χαλαρά λίγο τα πράγματα ... Όχι, πιο χαλαρά... Πιο εύκολα, είχαμε πιο πολύ θράσος εμείς οι ίδιοι. Αλλά πάλι ήτανε πολύ δύσκολο να... δεν μπορούσες να βγεις με την κοπέλα να πας ούτε για καφέ, ούτε για γλυκό, ούτε τίποτα. Εμείς δεν βγήκαμε πότε να πάμε να κάτσουμε σε μία καφετέρια όσο καιρό είμαστε... γνωριζόμαστε, απλά. ‘75-‘78 που είμαστε στα χαρτιά ... όχι, στα χαρτιά... που τηλεφωνιόμαστε μόνο, η μόνη μας επαφή είναι το τηλέφωνο. Τίποτα άλλο.

Α.Τ.

Μέχρι που παντρευτήκατε;

Α.Π.

Μέχρι που αρραβωνιαστήκαμε. Γιατί το ‘77 αρραβωνιάζομαι με τη γυναίκα μου γιατί δεν είχε ακόμα τελειώσει το σχολείο… περιμένω να τελειώσει να πάρει το απολυτήριο για να παντρευτούμε. Θα σου ακούγονται λίγο παράξενα τώρα αυτά που σου λέω...

Α.Τ.

Ναι.

Α.Π.

Αλλά είναι… Εντάξει, είναι η εποχή. Από κει και πέρα το πράγμα αρχίζει και αμολάει, είμαστε πια στην εποχή που είχε αρχίσει να ‘ρχεται τουρισμός πολύ στο Ρέθυμνο στην Κρήτη, στην Ελλάδα, γενικά, και πιστεύω ο τουρισμός έδωσε και στις ελευθερίες αυτές των σχέσεων... τις βοήθησε να γίνουνε πιο... ανθρώπινες –το ανθρώπινες δεν νομίζω πως είναι η σωστή λέξη– πιο εύκολες, έτσι; Και από τις οικογένειες των παιδιών, δηλαδή. Γιατί και σήμερα υπάρχουν οικογένειες που δεν τολμάς να πεις στους γονιούς σου ότι: «Έχω δεσμό». Δεν το δέχονται με κατανόηση. Αλλά-

Α.Τ.

Εγώ πιο πολύ ρωτούσα… γιατί, ναι... επειδή ήτανε δεκαπέντε… αυτό, αν είχε, ας πούμε, θέμα ο πατέρας της-

Α.Π.

Δεν είχαμε σχέση, δεν υπήρχε σχέση, σχέση δεν είχαμε... Εσύ πόσο είσαι τώρα Αννούλα;

Α.Τ.

Τριάντα πέντε.

Α.Π.

Α, είσαι... Σαν την κόρη μου, η κόρη μου είναι σαράντα, με τον γιο μου μαζί είστε. Του ’85 είσαι;

Α.Τ.

Του ’86.

Α.Π.

Του ’86… Του ‘85 είναι ο γιος μου.

Α.Τ.

Πείτε μου για τους Ουκρανούς. Το ξεκινήσαμε, το σταματήσαμε για την επικοινωνία με τα παιδιά...

Α.Π.

Κοίταξε, αυτοί οι άνθρωποι ξέρανε αγγλικά να μιλάνε, τα πιο πολλά παιδιά μπορούσαν. Και βασικά, σιγά-σιγά μάθανε μόνοι τους ελληνικά. Δηλαδή, κάπου υπήρχε μία ενδιάμεση επικοινωνία, σχέση επικοινωνίας. Λίγο… πιο πολύ αυτοί κάνετε προσπάθεια να μάθουν ελληνικά και ειδικά όρους που πάνω στη δουλειά τους που χρειαζόταν να πούνε στα παιδιά. Ευτυχώς η μουσική είναι μία γλώσσα και αυτή, και σε βοηθάει να... Θες νεράκι; Να σου φέρω νεράκι αν θέλεις. Οπότε δεν είχανε προβλήματα με τα παιδιά, δηλαδή. Σιγά-σιγά μέσα σε ένα χρόνο αυτοί είχαν τόσο πολύ προσαρμοστεί που κάποιοι έχουν μείνει ακόμα εδώ. Ο φλαουτίστας είναι ακόμα εδώ, δεν έφυγε. Και μιλάμε τώρα για μεγάλα ονόματα στο χώρο της μουσικής, έτσι; Θυμάμαι ρε Άννα, να σου πω… Ο τσελίστας αυτός… κάπου σ' τον είχα δείξει προηγουμένως... να τον, αυτός εδώ... Είναι σε μας εδώ λοιπόν, και γίνεται μία συναυλία στην Αθήνα, ένα τρίο, πολύ μεγάλη συναυλία, ένα τρίο από το εξωτερικό, πολύ ακριβή. Και κάτι παθαίνει την παραμονή το βράδυ ο τσελίστας που θα έπαιζε στην Αθήνα, Η συναυλία, πουλημένα τα εισιτήρια όλα, έτσι; Και πολύ ακριβή συναυλία. Και έχουνε τρελαθεί οι διοργανωτές: «Τι κάνουμε τώρα;». Δεν μπορεί να παίξει ο τσελίστας τους. Και να τους λέει, δεν θυμάμαι ποιος, δεν ξέρω ποιος το είπε, ότι: «Στην Ελλάδα υπάρχει μόνο ένας τσελίστας που μπορεί να σας καλύψει». Λέει: «Ποιος είναι αυτός;», «Ένας Ουκρανός που κάνει μαθήματα στο Ρέθυμνο στο Δημοτικό ωδείο». Έφυγε από δω, πήγε και έπαιξε prima vista –ξέρεις τι θα πει prima vista– τη συναυλία σαν να είχε κάνει πρόβες πάρα πολλές, σα να ‘χαν κάνει, τόσο καλός. Τον θυμάμαι σε απλά πράγματα: σε πρόβες πάνω στο Μουσικό Σχολείο ή στη Φιλαρμονική που έπαιζε την παρτιτούρα του, και σε ένα άλλο όργανο, σε μία άλλη… στη φωνή. Έκανε κάτι, ένα φάλτσο... του έλεγε, το διόρθωνε. «Εκεί δεν έχεις» του ‘λεγε «Ντο δίεση, έχεις Ντο φυσικό» ή «Το μέρος σου είναι έτσι». Του το ψιθύριζε λίγο, τόσο... Ήταν όλοι τους... Και ο μαέστρος της χορωδίας ο Σεργκέι, που έκατσε πολλά χρόνια μετά και έκανε… ανέλαβε τη μουσική χορωδία, τη δημοτική χορωδία. Στο Μουσικό Σχολείο, έκατσε πολλά χρόνια επίσης. Στη Δημοτική Φιλαρμονική, είχε κάνει κι εκεί πέρα μια χορωδία, η οποία αυτή δεν πήγε τόσο καλά όσο τα υπόλοιπα. Ήταν επίσης καλός μαέστρος και για ορχήστρα. Ο πιανίστας; Πιανίστα φέραμε γιατί θέλαμε να συνοδεύει κάποιος δικός μας, να μην είμαστε υποχρεωμένοι να ψάχνομε από καθηγητές της πόλης... να πεις τουλάχιστον: «Να, έχω ένα όργανο, ένα κλαρίνο ένα βιολί, ένα... συνοδεία». Φέραμε μαζί λοιπόν και ένα Ουκρανό πιανίστα. Οι μαθητές του ακόμα και αν δεν γίνανε μουσικοί ξέρανε... Αν τον έβλεπες αυτόν έλεγες: «Αυτός ο μαθητής είναι μαθητής του... αυτού του πιανίστα». Ήξερε πώς θα κάτσει, πώς θα στήσει τα χέρια του... δηλαδή... γι’ αυτόν δεν ήταν ένα σχολείο μόνο να μάθεις να παίζεις... Το πώς θα κάτσεις, πώς θα βάλεις τα χέρια σου, πώς θα τελειώσεις, πώς θα χαιρετήσεις τον κόσμο… ήταν όλα για αυτούς... ήτανε όλα μες στο μάθημα.

Α.Τ.

Εσείς όταν διδάξατε…

Α.Π.

Στη Φιλαρμονική;

Α.Τ.

Ναι-

Α.Π.

Στη Φιλαρμονική έκανα πιο πολύ αρμόνια και θεωρίες. Στο Μουσικό Σχολείο έκανα θεωρητικά, δηλαδή ευρωπαϊκή μουσική, αυτό εννοώ, και είχα αναλάβει και τη διεύθυνση της ορχήστρας, στο Μουσικό Σχολείο. Στη Φιλαρμονική… αρμόνια και θεωρίες και είχα μαζί μου τον Κώστα τον Αποστολάκη, την μπάντα… ή ο ένας ήταν εκεί... και την ορχήστρα... τις ορχήστρες.

Α.Τ.

Προτιμούσατε να διδάσκετε ή να παίζετε εσείς;

Α.Π.

Μου άρεσε πολύ το να παίζω. Ακόμα και τώρα δηλαδή, στις παρέες μου… αυτό που με εκφράζει πιο πολύ είναι αυτό της στιγμής... αυτό, η έμπνευση που θα σου βγει όταν είσαι μία παρέα, όχι το στημένο... Και μ’ άρεσε πολύ στις συναυλίες που διεύθυνα. Εκεί μ’ άρεσε...

Α.Τ.

Και όταν δείχνατε στα παιδιά; Γιατί φαντάζομαι είναι άλλο να παίζει κανείς και άλλο να δείχνει στον άλλο. Δεν ξέρω...

Α.Π.

Κοίταξε να δεις τώρα, το παιδί σε διαβάζει όταν παίζεις, πιστεύω. Εσύ πάλι τι κοιτάς; Να δεις το παιδί που έχεις μπροστά σου, το μαθητή που έχεις μπροστά σου, τι δικά του κουβαλάει, τι δικό του ταλέντο κουβαλάει. Και προσπαθείς πάνω σε αυτό στηριζόμενος, το παιδί αυτό του μάθεις και άλλα πράγματα, τεχνικές και τα λοιπά στο παίξιμό του ή στο τρόπο έκφρασης... και μετά παίζετε… ή μαζί παίζετε, μαζί σιγά-σιγά και κάποια στιγμή τον αφήνεις μόνος του να συνεχίσει. Ή τον βοηθάς μόνο με λόγια, του εξηγείς τι ζητάς από αυτόν κάθε φορά να κάνει. Έχεις κάνει μουσική… Έχεις κάνει μουσική;

Α.Τ.

Καθόλου.

Α.Π.

Δεν ξέρω τι άλλο θα μπορούσαμε να πούμε... που έχω ξεχάσει...

Α.Τ.

Α ναι, για το κτίριο της Φιλαρμονικής... Το πώς-

Α.Π.

Το κτίριο της Φιλαρμονικής, πώς το χτίσαμε;

Α.Τ.

Ναι, ναι.

Α.Π.

Σου είπα, όλη προσπάθεια αυτή ήταν μία προσπάθεια προσωπική. Δηλαδή πήραμε... Χωρίς να υπάρχει ένα όργανο μες στο χώρο, χωρίς να υπάρχει μία αίθουσα, ένα κτίριο στοιχειωδώς οργανωμένο για αυτό το σκοπό. Πήραμε, σου λέω, ένα ερείπιο... πήραμε... ρημαγμένο μέσα με κοπριές, το είχανε κάνει στάβλο στο τέλος. Μπήκαμε μέσα, το ξεβρομίσαμε… με προσωπική, πολύ προσωπική εργασία. Στην αρχή είμαστε εγώ, ο Κώστας και μερικοί φίλοι που ερχόταν και μας βοηθούσανε. Σιγά-σιγά όμως τα παιδιά που ερχόντουσαν και κάνανε μαθήματα... Γιατί αυτή η προσπάθεια ξεκίνησε το ’83, δεν τελείωσε σ’ ένα χρόνο μέσα αυτή… το στήσιμο αυτό. Αρχίσαμε το ισόγειο… σιγά-σιγά κάναμε και από πάνω κι άλλο όροφο, φτιάξαμε... για να μας χωρέσει όλες τις τάξεις που θέλαμε… το υπόγειο φτιάξαμε μετά... Τα παιδιά λοιπόν είχαν αρχίσει και μεγαλώνανε, τα παιδιά αυτά. Πολλά φεύγανε και ξαναγύριζαν το βράδυ μετά το διάβασμά τους και μας βοηθούσαν κάνα δίωρο και αυτά, πολλά παιδιά... Δηλαδή, τι; Βλέπανε ότι απόψε θα βάλουμε μοκέτες για να έχουμε καλύτερη ηχομόνωση. «Να πάμε να καρφώσουμε ένα καρφάκι», να βάλει λίγη κόλλα στη μοκέτα, να δώσει στους υπόλοιπους που ήταν πάνω στις σκάλες ένα υλικό… να προχωρήσουμε πιο γρήγορα, δηλαδή. Τον βλέπαν όλοι το χώρο αυτό... ήταν δικός τους χώρους δεν το βλέπανε κάτι σαν... «Πήγα σ’ ένα χώρο να μάθω μουσική». «Πήγα στο δικό μου χώρο!». Δηλαδή θα το λέω και θα το ξαναλέω παντού: «Σε δύο χώρους από όσους έχω περάσει, δεν είδα ποτέ γραμμένο μία πόρτα, ένα τοίχο, μία τουαλέτα. Στη Φιλαρμονική και στο Μουσικό Σχολείο. Ένα αυτό. Άλλο που μου ‘χει κάνει εντύπωση; Η συμπεριφορά των παιδιών των δικών μας όπου και αν πηγαίναμε. Σου είπα, με τη Φιλαρμονική και το Μουσικό Σχολείο κάναμε ταξίδια σε πολλά μέρη. Ποτέ δεν πήγαμε σε ξενοδοχεία και να φύγουμε μετά και να μη μας δώσουν συγχαρητήρια ότι: «Συγχαρητήρια γιατί είστε από τα λίγα σχολεία που περάσανε και δεν το κάνανε το ξενοδοχείο καλοκαιρινό!», έτσι, που ακούγεται. Θέλω να πω ότι είμαστε… όπου... είτε Φιλαρμονική ήταν αυτό είτε... Πιστεύω η μουσική παίζει βασικό ρόλο. Και το δεύτερο ότι είμαστε μία οικογένεια. Δηλαδή ήταν όλη η Φιλαρμονική, τα παιδιά αυτά ήταν μία οικογένεια όλοι. Δεν καθίζανε να παίξουν μισή ώρα και να φύγουνε απ’ το χώρο... απ’ τη Φιλαρμονική. Όλο το απόγευμα εκεί ήτανε. Μέχρι που έκλεινε το βράδυ. Πολλές φορές κλείναμε δέκα η ώρα το βράδυ, κλείναμε, και με παρακαλάγανε να τους... τους έλεγα: «Παιδιά, πρέπει να κλείσουμε είναι δέκα η ώρα, δέκα μισή, πρέπει να πάμε να...» και δεν θέλανε να φύγουνε... Το ίδιο και στο Μουσικό Σχολείο. Θυμάμαι παιδιά που είχανε αδυναμίες σε μαθήματα. Οι υπόλοιποι, λοιπόν, καθόταν και τους βοηθούσανε να ξεπεράσουν αυτές τις αδυναμίες γιατί τα θεωρούσαν και αυτά ότι δεν είναι απλά συμμαθητές τους, είναι μία οικογένεια, είναι η οικογένειά τους. Και πιστεύω ότι έχει παίξει ρόλο μεγάλη... σε αυτό το πράγμα έχει παίξει μεγάλο ρόλο η μουσική... παίζει... είναι βασική προϋπόθεση, δίνει μία άλλη ομορφιά στη σχέση των ανθρώπων.

Α.Τ.

Και η πόλη ανταποκρίθηκε σε όλο αυτό, νομίζω…

Α.Π.

Η Φιλαρμονική... Αν γίνανε… αν κάποια πράγματα γίνανε, σου ξαναλέω γίνανε με δωρεές από το πιο απλό Ρεθυμνιώτη, με το υστέρημά του πολλές φορές σου ‘λεγε: «Πάρε να αγοράσεις ένα όργανο» ή «Πάρε να αγοράσεις από το μαγαζί… Αυτά πουλάω, πάρε αυτά που πουλάω χωρίς να με πληρώσεις τα υλικά αυτά».

Α.Τ.

Δεν χρηματοδοτείται από το Δήμο;

Α.Π.

Κοίταξε, τώρα η Φιλαρμονική... ο Δήμος την πληρώνει, έχει μισθούς τώρα, έχει παιδιά που είναι μαθητές... Αλλά εκείνη την εποχή εμείς δεν είχαμε αυτή την πολυτέλεια, δεν είχαμε την ευχέρεια ο Δήμος να προσλάβουμε, ούτε εμείς το θέλαμε, έτοιμους μουσικούς. Άρα, τι κάναμε; Πληρώσαμε στην αρχή κάνα-δυο όργανα σε καθηγητές οργάνων, όπως μία Αγγλίδα που είχαμε που έκανε μαθήματα στα κλαρίνα γιατί δεν είχαμε άλλη λύση σε αυτή την περίπτωση, και οι υπόλοιποι πιο πολύ το κάνανε με προσφορά. Δηλαδή εγώ ήμουνα είκοσι έξι χρόνια στη Φιλαρμονική, για να σου δώσω να καταλάβεις, Άννα. Θα μπορούσα να ‘χα φύγει με μία δεύτερη σύνταξη από κει, αν ήθελα να πάω να πληρωθώ σαν αρχιμουσικός αυτά τα είκοσι έξι χρόνια, θα μπορούσα να είχα φύγει... να ‘μαι τώρα με δεύτερη σύνταξη. Δεν με ενδιέφερε όμως αυτό, να κερδίσω από αυτή την υπόθεση, Φιλαρμονική και Δήμος, με ενδιέφερε να προσφέρω και τι είπα: «Μη φορτώσω το Δήμο με κρατήσεις και άλλα, αφού είμαι διορισμένος δημόσιος υπάλληλος και μετά καθηγητής μουσικής στο Μουσικό», άρα μου αρκεί αυτό. Και είχα πει αυτό στο τέλος μόνο κάποια χρόνια μετά... έπαιρνα ένα πολύ... ένα ελάχιστο ποσοστό χωρίς κρατήσεις, χωρίς τίποτα απ’ το Δήμο.

Α.Τ.

Άρα στην αρχή ήταν εθελοντικό…

Α.Π.

Η πιο πολλή προσπάθεια ήταν εθελοντική. Ελάχιστες φορές... Εκεί που απαιτήσαμε όμως να πληρωθούν τα παιδιά που ‘βγαιναν και ερχόντουσαν να διδάξουν μετά, λέγαμε: «Αυτά τα παιδιά τώρα γυρίζουν σαν δάσκαλοι, προσφέρανε τόσα χρόνια κι αυτά παίζοντας κι αυτά. Αυτά θα θέλαμε να τα πληρώσετε». Και αυτό συμβαίνει τώρα. Όσοι γυρίζουν σαν... ή να κάνουνε μαθήματα ή να παίξουν επαγγελματικά στην μπάντα, σ’ αυτό, αυτοί παίρνουν κάποια… κάποια χρήματα.

Α.Τ.

Να δω τι άλλο έχω εδώ… Εγώ δεν έχω κάτι άλλο στις σημειώσεις μου, δεν ξέρω αν εσείς έχετε κάτι άλλο.

Α.Π.

Δεν ξέρω αν αναφερθήκαμε στην Πειραματική Συμφωνική που είχε κάνει ο κύριος Πραματευτάκης εκείνη την περίοδο.

Α.Τ.

Όχι.

Α.Π.

Παράλληλα με τη Φιλαρμονική εκείνη την περίοδο δημιουργείται από τον Μπάμπη τον Πραματευτάκη μία Πειραματική Συμφωνική ορχήστρα εδώ. Και επειδή ο Μπάμπης Πραματευτάκης ήταν και μουσικός και συνθέτης όμως, είχε γράψει και κάποια τραγούδια τα οποία τα ηχογραφήσαμε τότε στην Αθήνα. Σε ένα στούντιο είχαμε πάει μία ομάδα απ’ τους μουσικούς της Φιλαρμονικής και κάναμε την ηχογράφηση. Η Συμφωνική δεν πήγε πολύ μακριά δεν... δεν προχώρησε όσο θα θέλαμε. Παράλληλα είχε δημιουργηθεί η Δημοτική Χορωδία που είχε αναλάβει ο Μπάμπης ο Πραματευτάκης αρχικά, αργότερα την ανέλαβε ο Ουκρανός που ήρθε μαζί με τους υπόλοιπους, ο Σεργκέι. Τώρα την έχει η Ισιδώρα πολλά χρόνια, η Ισιδώρα η Χαλκιαδάκη την έχει... συνεχίζει μαζί της. Κοίταξε, η εμπειρία μου τώρα... η γενική εμπειρία... πιστεύω ότι η Φιλαρμονική, η μουσική πέρα από σχολείο και... είναι ένας τρόπος ζωής για κάθε άνθρωπο. Σε σημαδεύει, σου δίνει τρόπο να εκφραστείς γιατί παίζοντας ένα μουσικό όργανο είτε γράφοντας μία παρτιτούρα...

Α.Π.

Αυτό ξέρεις τι είναι τώρα; Γιατί το κάνει; Ερωτικό κάλεσμα είναι αυτό.

Α.Τ.

Ή κλαίει;

Α.Π.

Ερωτικό κάλεσμα, δεν είναι κλάψιμο αυτό. Το κλάψιμο το κάνει πιο έντονο.

Α.Τ.

Σταμάτησε.

Α.Π.

Που λες, η μουσική είναι… πέρα από σχολείο είναι ένα βίωμα και σε σημαδεύει, ευχάριστα νομίζω, σου γεμίζει τη ζωή σου. Εγώ ποτέ δεν μετάνιωσα που έμαθα μουσική, είμαι ευτυχισμένος. Δηλαδή ακόμα και τις δύσκολες στιγμές μου η μουσική θα μου δώσει τρόπο να εκφραστώ, να ξεδώσω, να... Είναι δώρο Θεού, πιστεύω, για κάθε άνθρωπο. Τα παιδιά μου... η κόρη μου έπαιξε κλαρίνο, έκανε λίγο πιάνο, κάποια στιγμή κάνει ένα συγκρότημα, τους «Νυχτοβάτες», με κάποιους φίλους της από τη Φιλαρμονική, παιδιά της Φιλαρμονικής κι αυτοί. Ο γιος μου ήταν πιο μικρός και δεν μπήκε στην μπάντα, μπήκε στο Δημοτικό Ωδείο παίζοντας βιολί. Απλά κάποια στιγμή όταν πήγε στο Λύκειο επειδή έπαιζε και βόλεϊ και έπαιζε και στον ΟΠΕΡ τότε, τον πήραν στην Εθνική βόλεϊ και ήταν αναγκασμένος να αφήσει κάτι από τα δύο, ή το βιολί ή το βόλεϊ και άφησε το βιολί. Θέλω να πω ότι και τα παιδιά μου μπήκαν στο χώρο της μουσικής. Εντάξει, δεν ακολούθησαν καριέρα μουσικού, ούτε ο ένας ούτε ο άλλος, αλλά πιστεύω τους άρεσε αυτή η εμπειρία που αποκτήσανε. Και ακόμα και οι παρέες που κάνανε τα παιδιά της μουσικής, ήταν πιο όμορφες παρέες. Ήταν δηλαδή... Να, η κόρη μου παράδειγμα ήθελε με την παρέα της να γράψουνε τραγούδια, να παίξουνε κάτι δικό τους. Και γέμιζε, δηλαδή, ο κενός τους χρόνος ευχάριστα και όμορφα και σε αυτό έφταιγε μουσική για αυτό το πράγμα. Όπως κάνεις εσύ με το θέατρο.

Α.Π.

Ο πατέρας μου ο θετός δεν είχε παιδιά... Το γράφουμε;

Α.Τ.

Ναι.

Α.Π.

Ο πατέρας μου ο θετός δεν είχε παιδιά και ζήτησε από τον αδερφό του. Και του είχε πει ότι ήταν εκείνη την περίοδο η μητέρα μου έγκυος και του λέει: «Ό,τι παιδί θα γεννηθεί θα το πάρεις εσύ, να το υιοθετήσεις». Έτσι λοιπόν είμαι μοναχοπαίδι όσο αφορά το θετό μου πατέρα και τη μητέρα μου τη Μικρασιάτισσα, αλλά έχω από τους πρώτους μου γονείς άλλα έξι αδέρφια. Είχα μάλλον γιατί κάποια έχουν πεθάνει από αυτούς. Από αυτούς είναι ένας στο Ηράκλειο, μία κοπέλα στην Αθήνα… ήτανε και ένα αγόρι αλλά πέθανε αυτός, στον Καναδά είναι τρία άτομα.

Α.Τ.

Και είχατε σχέσεις και με την άλλη οικογένεια;

Α.Π.

Ναι. Το ευχάριστο ποιο ήταν τώρα σε αυτή την υιοθεσία; Ότι εγώ το έμαθα αμέσως. Με το που άρχισα να καταλαβαίνω, μου εξηγήσαν ότι αυτό έχει συμβεί. Για να μην το μάθω σε κάποια... και μου δημιουργήσει κάποιο τραύμα ή σοκαριστώ, μου το εξηγήσανε αμέσως και οι δύο μεριές. Και οι θετοί γονείς μου και οι πραγματικοί. Πήγαινα στο χωριό του πατέρα μου, συναντιόμουν με τα αδέρφια μου, ερχόντουσαν αυτοί εδώ… Οπότε συνεχίζω να ‘μαστε μια... σαν οικογένεια. Εντάξει, σίγουρα από την υιοθεσία κέρδισα. Γιατί ο πατέρας μου ο πραγματικός, ο καημένος ήτανε ενδεχομένως... ήταν πιο δύσκολες εποχές, ήταν πιο ζορισμένος. Οι άλλοι μου οι γονείς, οι θετοί, με το να μην έχουν άλλα παιδιά μού τα έδωσαν όλα εμένα. Και τις σπουδές απλόχερα και όλα αυτά. Θέλω να πω ότι κέρδισα από αυτή τη... Αλλά αισθάνομαι με τα αδέρφια μου σαν να μην έχουμε χωρίσει ποτέ. Αισθάνομαι το ίδιο όμορφα σαν να μην έχει συμβεί, να σ' το πω.

Α.Τ.

Και στον Καναδά, κάποιοι…

Α.Π.

Στον Καναδά είναι... Αυτός, τώρα που με πήρε, είναι στο Μόντρεαλ μαζί με άλλον έναν αδερφό που πέθανε πριν κάνα χρόνο. Αυτός έχει εφτά παιδιά και δεκαπέντε εγγόνια, αυτός που με πήρε τώρα. Και έχω και μία αδερφή στο Τορόντο, έχει και αυτή τέσσερα παιδιά. Ο γιος της είναι οδοντίατρος και έχει τρεις κλινικές στο Τορόντο, δικές του. Η μεγάλη της κόρη είναι στην τηλεόραση ή άλλη της κόρη είναι δασκάλα και η τελευταία της κόρη είναι κάτι σαν νηπιαγωγός. Τούτος τώρα, τούτος που με πήρε, έχει εφτά παιδιά… έχουνε μαγαζιά, έχουνε... είναι παντρεμένα... Στην Αθήνα είχα έναν αδερφό που πέθανε πριν δύο χρόνια, είχε δύο παιδιά. Και η αδερφή μου που με πήρε πριν λίγο, πριν αρχίσουμε να μιλάμε, τη ρώτησα αν ο γιος της έχει πιάσει δουλειά στην Πάρο… αυτός είναι με τα ξενοδοχειακά κι αυτά, έχει κι αυτή δύο παιδιά. Και ο Ηρακλειώτης που έχει... είναι ταξιτζής... Ναυτικός ήτανε βασικά, αλλά όταν παντρεύτηκε έγινε ταξιτζής, αγόρασε ταξί, ραδιοταξί, και τα παιδιά του ζουν στο Ηράκλειο μαζί με τους γονείς.

Α.Τ.

Άρα ήταν σαν να ‘χετε δύο μαμάδες και δύο μπαμπάδες.

Α.Π.

Τους έλεγα... τους έλεγα όλους... δηλαδή και τη μία «μαμά» και την άλλη «μαμά» την έλεγα. Και τον ένα μπαμπά και τον άλλο μπαμπά, τον έλεγα «μπαμπά». Δεν έλεγα, ξέρεις, το θετό «μπαμπά» και τον άλλον τον έλεγα «θείο» ή το ανάποδο. Και αυτό γιατί μου το εξήγησαν από μικροί... από… μόλις το κατάλαβα... Στο χρόνο απάνω με πήραν απ’ τους θετούς, με το που άρχισα να καταλαβαίνω, μου είπανε: «Αυτό έχει συμβεί, αυτά τα αδέρφια σου αλλά είσαι μαζί μας τώρα εσύ» ή «Πήγες γι’ αυτό το λόγο εκεί».

Α.Τ.

Και η μαμά σας η κανονική…

Α.Π.

Κάποια στιγμή μου είχε εξηγήσει ότι το ψιλομετάνιωσε. Δηλαδή ενώ το ‘χανε πει... γιατί ξέρανε... σου λέω, ήτανε σαν αδέρφια, ο αδερφός του πατέρα μου, σου λέω, ήτανε... η μητέρα μου αισθάνθηκε πολύ ότι, πριν γεννήσει ακόμα, ότι... σαν να το ‘χε μετανιώσει που συμφώνησε να με δώσει, δηλαδή. Αφού μου είπε μία ιστορία κάποτε, ότι τη μέρα που μου με ‘δινε να έρθω εδώ στο Ρέθυμνο, ήταν εποχή αυτή, εποχή, πιο πίσω ακόμα, Ιούνιος, που θερίζανε και είχαν... Μία αγελάδα γεννούσε, λέει, το μοσχαράκι της και της το πήρανε και έκλαιγε όλη μέρα και σκεφτόταν: «Το ζώο –σου λέει– του πήρανε το παιδάκι του και έχει τρελαθεί. Και εγώ έδωσα μόνη μου το παιδί μου σε κάποιον άλλο;». Πράγμα που σου λέω δεν ήταν κάποιος άγνωστος, αισθάνθηκε όμως άσχημα, τύψεις που συμφώνησε να με δώσει. Προσωπικά τώρα εγώ, δεν έχω άσχημες, τραυματικές εμπειρίες από αυτή τη... Και λόγος, πιστεύω, ήτανε γιατί μου εξήγησαν αμέσως τι έχει γίνει και το έμαθα σωστά, δηλαδή δεν το έμαθα με μπηχτές ή από άλλα παιδιά κουβέντες που να μην ήξερα τι μου λένε.

Α.Τ.

Ωραία.

Α.Π.

Πε μου τι άλλο θες να κάνουμε;

Α.Τ.

Εγώ δεν έχω κάτι άλλο να ρωτήσω. Ίσως για το στρατό… για την περίοδο αυτή που ήρθε αυτή... που διακόπηκε η αναβολή. Πώς είναι να σου σταματάνε κάτι που θέλεις τόσο πολύ να κάνεις δηλαδή και δρομολογηθεί κάτι ιδανικό;

Α.Π.

Εγώ… Γράφουμε τώρα;

Α.Τ.

Ναι.

Α.Π.

Εγώ είμαι στην Αθήνα, σου λέω, Οκτώβριο. Έχουν ανέβει κάποιοι φίλοι μου γιατί φεύγουν φαντάροι, τους έχουν καλέσει κανονικά, δεν είχανε πάρει αναβολή αυτοί σαν φοιτητές. Να κάνουν τον αποχαιρετισμό ότι φεύγουνε, να τους χαιρετήσω. Το βράδυ λοιπόν, παίρνει η μητέρα μου και μου λέει: «Σου ‘χει έρθει ένα χαρτί και μου το διάβασε κάποιος και μου λέει ότι παρουσιάζεσαι στις 28 του Οκτώβρη στην Κόρινθο». «Με δουλεύεις» λέω της μάνας μου, πλάκα μου κάνει. Με ξαναπαίρνει και μου λέει: «Κατάλαβες τι σου ‘πα;». «Ρε μαμά, μη μου κάνεις πλάκα» τση λέω, «Εγώ αρχίζω μαθήματα τώρα και εσύ μου λες τώρα ότι πάω φαντάρος;». Μου λέει: «Αυτό λέει το χαρτί». Μετά μάθαμε ότι η κυβέρνηση είχε διακόψει όλες τις αναβολές λόγω των γεγονότων στη Νομική. Ήταν τραυματική πολύ... Είδες τι σου είπα προηγουμένως; Ότι με σημάδεψε τόσο πολύ που όταν γύρισα το ‘75 που απολύθηκα δεν είχα όρεξη να πάω να συνεχίσω τις σπουδές μου. Με ξαναξύπνησε, μπορώ να σου πω, η… το ‘83 με τη Φιλαρμονική, που ξαναστήναμε με τον Κώστα τον Αποστολάκη την καινούργια τη Φιλαρμονική. Εκεί ξαναξυπνάω, μουσικά. Μπορεί από το ‘75 μέχρι το ‘83 να ‘παιζα σε κάποια μαγαζιά, περιστασιακά. Το έκανα πιο πολύ για να ξέδομα. Το επόμενο τσίγκλισμα είναι το ‘83 που ξαναεμφανίζεται... που στήσαμε κάτι καινούργιο. Πραγματικά εκεί είναι, πραγματικά κάτι που σου λέει: «Ήσουνα κάπου, κάτι. Πας να το ολοκληρώσεις και να κάνεις κάτι... να φτιάξεις, να στήσεις κάτι καινούργιο μαζί με κάποιους ανθρώπους άλλους; Σε ενδιαφέρει; δείξ’ το!». Γι' αυτό λοιπόν ξεκινάω ‘83 και εκεί είναι, ίσως, ο πιο σημαντικός σταθμός στη μουσική μου καριέρα είναι αυτός το ’83, που ξαναζεσταίνομαι μουσικά να αποκτήσω κι άλλα... ό,τι άφησα στη μέση να το τελειώσω και παράλληλα να δώσουμε και στα παιδιά της πόλης και στην πόλη, αυτό που είδαμε ότι έλειπε από την πόλη μας. Και το αγαπούσε η πόλη, το ‘θελε. Και αποδείχθηκε στην πορεία ότι ήτανε... το μιμήθηκαν κι άλλοι νόμοι αυτό που κάναμε τότε εμείς. Το Ηράκλειο προσπάθησε να το στήσει το ίδιο, δεν βγήκε. Η Καλαμάτα έκανε κάτι ανάλογα πράματα. Ο Βόλος, που σου είπα προηγουμένως. Πολλοί νόμοι. Αυτό που έγινε εδώ πέρα ήτανε πρωτόγνωρο και το θαυμάζανε πάρα πολύ. Δηλαδή ξέρανε… Ακόμα και στην Αθήνα- σε πολλές μουσικές συναντήσεις- ξέρανε ότι αυτό που γίνεται στο Ρέθυμνο είναι κάτι... Γιατί δεν είχε μέσα... δεν στήθηκε για να κερδίσει κάποιος λεφτά. Ήταν μεράκι και προσφορά και αγάπη. Και μεταφέρθηκε σε όλο τον κόσμο ότι αυτό το πράγμα που γίνεται στο Ρέθυμνο δεν έχει μέσα σκοπιμότητα, παρά να δώσει στα παιδιά της πόλης μία διέξοδο να περάσουν τα απογεύματα τους όμορφα και να τους μείνει και κάτι. Όπως κι έγινε. Σου λέω, τριακόσια παιδιά σε ένα... Ανέβαινες απόγευμα στη Φιλαρμονική, σκεφτόσουνα: «Πώς παίζουν αυτά τα παιδιά όλα μεταξύ τους;». Ο καθένας έπαιζε το δικό του... διάβαζε τη δικιά του παρτιτούρα. Κι όμως δεν ενοχλούσε, δεν τους ένοιαζε αυτό. Δεν τρελαινόσουνα. Σε κάποια σημεία είχαμε αφήσει χώρους για να παίξουν κάποια συνολάκια. Δηλαδή, στο υπόγειο που ήταν κάπως απομονωμένο, εκεί λέγαμε θα παίξουνε μια ορχηστρούλα πιο μικρή αν έχει πρόβα. Αλλά πάνω, στα δωματιάκια τα ατομικά, εκεί γινόταν το ατομικό μάθημα. Γι’ αυτό βάλαμε και μοκέτες παντού. Στη μεγάλη αίθουσα όμως, εκεί διάβαζαν όλοι μαζί, πενήντα παιδιά, μαζί, από το απόγευμα.

Α.Τ.

Όλη σας η ζωή είναι μουσική, δηλαδή. Εκτός από το διάστημα που ήσασταν διοικητικός;

Α.Π.

Κοίταξε… Αυτό που λέμε «Που κουβαλάω μαζί μου μία ζωή», είναι η μουσική

Α.Τ.

Ακόμα και στο στρατό;

Α.Π.

Και στο στρατό, ακόμα. Ευτυχώς, γιατί αν με έβρισκε ο στρατός τότε που έγινε, ειδικά... που έγινε η μεταπολίτευση και μας πήρε η επιστράτευση, θα μας στοίχιζε πολύ πιο πολύ. Με το να παίζω μουσική και να... κάπως... Γιατί εκείνη την περίοδο, τι κάναμε; Έγινε η επιστράτευση και, ξέρεις, οι μονάδες στηθήκανε, πήγαν σε βουνά πάνω, σε χωράφια, σε… Δεν ήταν μέσα στις εγκαταστάσεις τους γιατί φοβόντουσαν μήπως συμβεί κάτι και… Αν γίνει πόλεμος θα πήγαιναν εκεί πέρα να βομβαρδίσουνε οι... Άρα πηγαίναμε, λοιπόν, σε αντίσκηνα. Εμείς πηγαίναμε την μπάντα, λοιπόν, με την ορχήστρα τα απογεύματα και τους παίζαμε και... Όπου ήτανε. Σε χωράφι μέσα; Τους παίζαμε εκεί που ήτανε, όπου ήταν στημένοι. Θέλω να πω αυτό… και σου ‘δινε… σε παρηγορούσε ότι, ξέρεις, γιατί έλεγες: «Εγώ το ‘72 παρουσιάστηκα, έχει πάει ‘75 και ακόμα δεν ξέρω πότε θα απολυθώ». Δεν σου λέγανε πότε θα απολυθείς! Είχαμε φτάσει στο σημείο να μη θυμόμαστε εάν υπήρξαμε ποτέ μας πολίτες ή αν γεννηθήκαμε φαντάροι. Αλλά η μουσική, πιστεύω, μας έδινε δρόμο να ξεδώσεις και να μην τρελαθείς.

Α.Τ.

Άρα εσείς δεν είχατε όπλα, είχατε τα όργανα.

Α.Π.

Εμείς ούτε σκοπιές φυλούσαμε, ούτε τίποτα. Σκοπιά φύλαξα μόνο στην Κόρινθο εγώ, που παρουσιάστηκα, και μετά που πήγα σε ένα τάγμα πάνω στο Κιλκίς, στη Γουμένισσα. Με το που πήγα στην μπάντα... εκεί η… όσοι ήτανε μες στην μπάντα δεν φυλούσανε... δεν μπαίνανε υπηρεσία. Η υπηρεσία η δικιά τους ήτανε μόνο η υπηρεσία τής... η μουσική υπηρεσία που είχαμε, αυτή.

Α.Τ.

Σαν διασκέδαση των στρατιωτών, δηλαδή, ήταν;

Α.Π.

Η μπάντα, να παίξει; Η στρατιωτική μπάντα που έρχεται εδώ πέρα από τα Χανιά, στις παρελάσεις. Αυτή είναι λοιπόν μια μπάντα η οποία έχει μόνιμους και έχει και φαντάρους. Οι φαντάροι ήμασταν εμείς. Αυτή, λοιπόν… Δεν ξέρω αυτή αν έχει. Εμείς είχαμε και μία ορχήστρα. Μία μικρή ορχήστρα για... Τότε τι κάνανε, την εποχή επταετίας; Είχανε δύο φορές τη βδομάδα μία λέσχη αξιωματικών –νομίζω και εδώ υπάρχει μία λέσχη– και εκεί έπαιζε η ορχήστρα αυτή, της Μεραρχίας, για αξιωματικούς, για φίλους των οικογενειών και τα λοιπά. Παίζαμε λοιπόν, δύο φορές τη βδομάδα για αυτούς και παράλληλα ετοιμάζαμε και κάναμε πρόγραμμα για καμιά συναυλία. Και τις υπηρεσίες της μπάντας.

Α.Τ.

Ωραία. Μπορούμε να κλείσουμε εδώ, αν δεν έχετε κάτι άλλο.

Α.Π.

Δεν θυμάμαι τώρα κάτι άλλο τώρα να σου πω. Αν θυμηθείς κάτι όμως εσύ που το αφήσαμε ή... Σήμερα θα τελειώσεις, σήμερα; Τι θα κάνεις; Θα βγάλεις φωτογραφίες απόψε;

Α.Τ.

Ναι, θα κρατήσω κάποια από αυτά αλλά μπορούμε να επανέλθουμε αν κάτι θυμηθείτε…

Α.Π.

Ό,τι θέλεις εσύ.

Α.Τ.

Οπότε θα κλείσουμε εδώ.

Α.Π.

Ναι.

Α.Τ.

Για τώρα... Το πατάω εγώ…

Α.Π.

Τελειώνοντας αυτό το υπέροχο ταξίδι, το μουσικό, θα ‘θελα να πω: «Η μουσική ομόρφυνε τη ζωή μου και με έκανε καλύτερο άνθρωπο, μου έδωσε τρόπους να εκφράζω τη χαρά μου, τη λύπη μου και κάθε τι που μου συνέβαινε. Μαζί της γνώρισα –και τους ευχαριστώ όλους– υπέροχους δασκάλους, συναδέλφους, φίλους. Μα πάνω από όλα, πολλούς και υπέροχους μαθητές τόσο στη δημοτική Φιλαρμονική όσο και στο Μουσικό Σχολείο. Με αυτούς όλους πορεύτηκα όλα αυτά τα χρόνια και αισθάνομαι ότι όλοι τους μαζί με την οικογένειά μου, τη γυναίκα μου και τα δύο παιδιά μου, ήταν ό,τι καλύτερο είχα. Τέλος, νομίζω, ότι μπόρεσα να μάθω στους μαθητές μου να αγαπούν τη μουσική, τους ανθρώπους και να σέβονται τους εαυτούς τους και τα όνειρά τους».

Α.Τ.

Ευχαριστώ πολύ.

Α.Π.

Εγώ σε ευχαριστώ πολύ και σου εύχομαι κάθε καλό στη ζωή σου.

Α.Τ.

Να ‘στε καλά

Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί για να διευκολυνθεί η παρακολουθήσή της.

Περίληψη

Ο μουσικός Άκης Πλαΐτης εξιστορεί τα σημαντικότερα γεγονότα της ζωής του η οποία σε κάθε βήμα της είναι απόλυτα συνδεδεμένη με τη μουσική. Από την αφήγησή του αναδύονται ιστορίες για τη Φιλαρμονική του Δήμου Ρεθύμνου, το Μουσικό Σχολείο, τις σπουδές του και την απότομη παύση τους λόγω της διακοπής αναβολής στρατού από τη Δικτατορία. Μέσα στην αφήγησή του, μοιράζεται μαζί μας την ιστορία της ιδιόμορφης υιοθεσίας του από τον αδελφό του πατέρα του.


Αφηγητές/τριες

Ανδρέας Πλαΐτης


Ερευνητές/τριες

Άννα Τζανιδάκη


Τοποθεσίες

Ημερομηνία Συνέντευξης

20/05/2021


Διάρκεια

74'


Σημειώσεις Συνέντευξης

Η συνέντευξη έγινε σε δύο μέρες: 21/5/2021 και 28/5/2021.