© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Νικόλαος Ουζούνογλου: Παδικές εμπειρίες από την Πόλη, ακαδημαϊκή σταδιοδρομία και η Οικουμενική Ομοσπονδία Κωνσταντινουπολιτών

Κωδικός Ιστορίας
18581
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Νικόλαος Ουζούνογλου (Ν.Ο.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
28/02/2021
Ερευνητής/τρια
Δάφνη Ζαχαριάδου (Δ.Ζ.)
Δ.Ζ.:

[00:00:00]Καλησπέρα.

Ν.Ο.:

Γειά σου Δάφνη.

Δ.Ζ.:

Τι κάνετε;

Ν.Ο.:

Καλά είμαστε, τι να κάνουμε; Δουλειές.

Δ.Ζ.:

Θέλετε να μας πείτε τ’ όνομά σας;

Ν.Ο.:

Ναι, Νίκος Ουζούνογλου, είμαι γεννημένος το 1951 στην Χαλκηδόνα και... Τελείωσα το ελληνικό σχολείο εκεί, το Δημοτικό, μετά το 1963 πήγα στο Ζωγράφειο Λύκειο το οποίο το τελείωσα το 1969, και μπήκα στο Πολυτεχνείο της Κωνσταντινούπολης, στο Istanbul Technical University, απ’ όπου αποφοίτησα το ’73. Και μετά πήγα στην Αγγλία για να κάνω master. Έμεινα ενάμιση μήνα περίπου, το καλοκαίρι του ‘74 από αρχές Αυγούστου μέχρι 8 Σεπτεμβρίου θυμάμαι, και έφυγα τότε και γύρισα μετά από πολλά χρόνια. Διότι πλέον ήταν αφόρητη η ζωή στην Πόλη, και... Η οικογένεια ήρθε αργότερα στην Αθήνα, και εγώ τελείωσα το διδακτορικό μου τον Οκτώβριο του ’76 που σπούδαζα στην Αγγλία, και ήρθα στην Ελλάδα και από το '74... Από το‘76, τέλη, που γύρισα... Που ήρθα στην Αθήνα, πήγα στην Πόλη... Επέστρεψα πρώτη φορά τον... Το 2007, τον Αύγουστο. Δηλαδή τριάντα τέσσερα χρόνια περίπου μετά. Κοίταξε τα....

Δ.Ζ.:

Πώς τη βρήκατε τριάντα τέσσερα χρόνια χρόνια μετά;

Ν.Ο.:

Τα δικά μου τα μέρη, δηλαδή η Χαλκηδόνα δεν έχει αλλάξει πολύ, ούτε το Πέρα θα έλεγα πάρα πολύ αλλά... Η περιφέρεια ήταν πάρα πολύ αλλαγμένη βέβαια, ειδικά στην ασιατική πλευρά που... Ο πατέρας μου είχε μεγαλώσει σε μία περιοχή που λέγεται Göztepe, εκεί ήταν αγνώριστο, δεν το γνώριζα. Και γενικότερα η περιφέρεια έχει αλλάξει πάρα πολύ, αλλά εκείνο που μ’ έκανε εντύπωση τότε το 2007... Η εικόνα που ’χα αφήσει εγώ για την Τουρκία ήταν διαφορετική από αυτήν εγώ που είχα κατά νου ότι θα έβρισκα, η πρόοδος ήταν σημαντική. Δηλαδή δεν έβλεπες έτσι εξαθλιωμένο κόσμο στο δρόμο, εννοώ τότε στη δεκαετία του ‘70 αρχές ήταν πολύ έντονο. Μιλάω για το 2007 όταν ήρθαμε με τη σύζυγο μαζί η οποία κατάγεται από το ίδιο μέρος, από τη Χαλκηδόνα. Εκείνη βέβαια το ‘65 είχε έρθει στην Αθήνα.

Δ.Ζ.:

Λοιπόν... Θέλω να πω λοιπόν, γιατί δεν το είπαμε στην αρχή, ότι είμαι η Ζαχαριάδου Δάφνη, ερευνήτρια του Ιστορήματος, είμαστε την 1η Μαρτίου του 2021, η ώρα 15:15 με τον κύριο Νίκο Ουζούνογλου, τον πρόεδρο της ΟΙΟΜΚΩ [Οικουμενική Ομοσπονδία Κωνσταντινουπολιτών]. Θέλω να μου πείτε λίγα λόγια για τη γειτονιά που γεννηθήκατε και μεγαλώσατε και τις... Γι' αυτό σας ρώτησα, εκεί μας πήγε η συζήτηση. Τα ήθη και τα έθιμα που υπήρχαν τότε.

Ν.Ο.:

Ναι.. Λοιπόν... Καταρχήν να πω εμένα όλη η οικογένεια, όλοι οι παππούδες και οι δύο παππούδες και γιαγιάδες οι δύο, οι γιαγιές ήτανε Καππαδόκες. Η μία γιαγιά ήταν από τη Μουταλάσκη, της μητέρας μου η μητέρα, ενώ όλοι οι άλλοι, και οι δύο παππούδες και η μία γιαγιά... Και είχαν και το ίδιο όνομα οι δύο γιαγιές, Αναστασία, ήτανε από την Καρβάλη. Η Καρβάλη είναι... Το τουρκικό της όνομα είναι Gelveri, τώρα έχει αλλάξει έχει γίνει Güzelyurt. Και αυτό επηρέαζε, διότι πάντοτε στο σπίτι οι αναμνήσεις ήταν για αυτό το χωριό, για τα χωριά, όχι τόσο πολύ της γιαγιάς απ’ τη Μουταλάσκη, εκείνη είχε έρθει μικρή στην Πόλη, αλλά οι άλλοι τρεις απ’ την Καππαδοκία, από το χωριό του Αγίου Γεωργίου του Ναζιανζινού. Αυτό ήταν έντονο ένα αίσθημα, υπήρχαν πολλοί συγγενείς στην Ελλάδα που είχαν έρθει ανταλλάξιμοι, με αυτούς υπήρχε επικοινωνία, και όταν σπάνια ερχόμασταν στην Ελλάδα βρίσκαμε μερικούς. Αυτό επηρέασε πρώτον, και... Τα πρώτα δύο χρόνια ήμουνα στο Μόδι, κοντά στην Αγγλικανική Εκκλησία. Υπάρχει μία μικρή Αγγλικανική Εκκλησία στο Μόδι, είναι η οδός Yusuf Kâmil Paşa, εκεί ήμασταν στης γιαγιάς το σπίτι, δηλαδή της μητέρας μου η μητέρα, και ο παππούς. Μετά το ‘53 έχτισε ο πατέρας μου σε μία περιοχή που ονομάζεται Şifa sokak, παλιά ελληνικά ονομαζόταν Δαφνάκια. Ήταν μια περιοχή σχετικά έξω από το κέντρο του Μοδιού, είναι θα έλεγα βόρεια του σχολείου του Saint-Joseph το περίφημο σχολείο της Χαλκηδόνας, των Καθολικών παπάδων. Αυτός ήταν ένας δρόμος, ένα αδιέξοδο, υπάρχει ακόμα τώρα, και πάλι είναι αδιέξοδο, απλώς τώρα είναι διαβατό να κατέβεις στη θάλασσα. Ήτανε μία πολύ ωραία περιοχή. Εκεί μεγάλωσα ουσιαστικά. Το ‘53 που πήγαμε, ο πατέρας μου είχε χτίσει μία πολυκατοικία και μέναμε εκεί. Στη θάλασσα δεν μπαίναμε πολύ διότι υπάρχει ένα ποτάμι εκεί και ακόμα είναι με υπονόμους πολύ διαβρωμένο, κοντά εκεί δεν παίζαμε, αλλά στη θάλασσα, όλη την ημέρα την περνούσαμε στη θάλασσα, απέναντι από το Φαναράκι και απέναντι από το Kalamış είναι αυτή η περιοχή. Αυτός ο δρόμος είχε μια πολυκατοικία, η δικιά μας, τα άλλα ήτανε σχετικά... σπίτια σαν βίλες. Tα καλοκαίρια, όλη την ημέρα ήμουνα στο δρόμο, έπαιζα με Τουρκάκια, ήξερα τουρκικά, δηλαδή έμαθα εκεί στο δρόμο στα τουρκικά, πολύ καλά. Και γιατί το λέγω αυτό; Γιατί όταν πήγα το ’57, το 1957 στη Χαλκηδόνα στο σχολείο, μου έκανε εντύπωση από τα τριάντα τρία παιδιά που ήμασταν περίπου τρία... Δυο-τρία ξέραμε καλά τουρκικά, τα υπόλοιπα δεν μπορούσανε να διαβάσουν τουρκικά, δηλαδή δεν μπορούσαν να προφέρουν τουρκικά το ş, τη γνωστή προφορά δεν μπορούσαν να την κάνουν και αυτό μου έκανε εντύπωση. Γενικότερα η περιοχή ήτανε... Ας πούμε εξευρωπαϊσμένοι Τούρκοι. Δεν είχα πρόβλημα πλην ενός, τον οποίο δεν ξέρω πώς, τον είχανε φανατίσει φαίνεται αν και ήταν από οικογένεια πολύ εξευρωπαϊσμένη, αυτός ο ένας, Αχμέτ τον λέγανε. Μόλις με έβλεπε, με φώναζε gâvur [Δ.Α.], κι αυτό βέβαια είχε μια επιρροή διότι οι άλλοι, τους έκανε εντύπωση αυτό. Μία μέρα τον επιτέθηκα μάλιστα, και μετά με φευγατίσανε, δηλαδή επειδή τον χτύπησα σ’ ένα ευαίσθητο σημείο, φοβηθήκανε οι δικοί μου και με πήγανε στης γιαγιάς μου το σπίτι, στο Μόδι, εκεί το παλιό που μέναμε... Υπήρχανε δυο-τρεις έτσι και μεγαλύτερης ηλικίας φανατικοί που είχαν φανατιστεί με την εποχή, μιλάμε δηλαδή τώρα το ’55 ας πούμε, το ’54, ’55, ’56. Ένας μεγαλύτερος ήτανε, ο οποίος ήταν επιθετικός, δηλαδή εγώ τον έβλεπα φώναζε απευθείας και μάλιστα έλεγε στα άλλα τα Τουρκάκια «Τι τον έχετε αυτόν μαζί σας; Γιατί τον παίζετε; Αυτός είναι γκιαούρης, μην τον παίζετε» και αυτά. Αλλά ήταν τα καλοκαίρια, όλη την ημέρα στο δρόμο ήμασταν, δηλαδή και πετροπόλεμος αυτά, στη θάλασσα λίγο. Μετά όταν άρχισε το ’57 πήγα Α' τάξη. Είχα πάει δύο χρονιές στο αυτό... Σε μία... Νηπιαγωγείο, σαν παιδική χαρά, έχω και τη φωτογραφία εδώ... Αυτό ήταν ενδιαφέρον, ήτανε μία... Τα περισσότερα ήταν Αμερικανάκια σε αυτό τον παιδικό σταθμό, ήταν ακριβώς πίσω από το ιερό της Αγίας Τριάδος, στον απέναντι δρόμο, ήταν μία κυρία Μoran. Αυτή μάλλον ήταν μισό... Τώρα Moran Τούρκικο όνομα δεν ήτανε, μια νεαρή τότε ήτανε, Inci Moran, η οποία είχε δημιουργήσει ένα Νηπιαγωγείο για εκείνη την εποχή πολύ ενδιαφέρον, θυμάμαι φτιάχναμε σπίτια με ξύλα και τα λοιπά, βέβαια την πρώτη μέρα που πήγα πολύ επεισοδιακά, διότι δεν μου το είχανε πει, και... Έμεινα εκεί... Πρέπει δυο χρόνια να ήμουνα, για ενάμιση χρόνο σίγουρα, ήταν το ’53, πριν από το ’55, γιατί όταν έγιναν τα γεγονότα του ’55, η μητέρα μου είπε ότι... Πήγε και είδε τη διευθύντρια και είπε «Δεν θα μπορέσω να το στείλουμε φέτος διότι είχαμε αυτό το πρόβλημα», και αυτή έδειξε μια συμπάθεια ότι «Θα σας κάνω μία έκπτωση κάπως...», αν και εμείς πολύ μεγάλη ζημιά δεν είχαμε πάθει. Μετά, το ‘57 πήγα στο δημοτικό, στην Α' τάξη, είμαστε τριάντα τρία παιδιά, το σχολείο είχε... Η Χαλκηδόνα τώρα που δεν λειτουργεί, είχε... Αν θυμάμαι καλά, όταν ήμουνα στη Β' τάξη, αυτό τον αριθμό τον θυμάμαι, διακόσια τριάντα δύο παιδιά. Ντάξει, ήταν ένα κλασικό αστικό σχολείο, υπάρχει το σχολείο ακόμα. Κάναμε το γνωστό, τα ελληνικά, τα τούρκικα και αυτά. Τελείωσα το ’63. Το χειμώνα στο σχολείο, το καλοκαίρι στο αυτό, στο... Στο... Εκεί που μέναμε στο... Που ήταν ωραίο ένα μέρος, και ακόμα είναι ωραίο μέρος. Μετά το ’63 θέλανε... Ο πατέρας μου ήθελε επειδή είχε σπουδάσει στο Γαλλικό σχολείο, ήθελε να πάω στο Saint-Joseph, ήταν με εισαγωγικές εξετάσεις, δεν πέρασα και... Ευτυχώς που δεν πέρασα και πήγα στο Ζωγράφειο, ήτανε... Από τη Χαλκηδόνα τα παιδιά κατά κανόνα, όλα πηγαίνανε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Ο λόγος ήτανε βασικός... Βασικά ήταν ότι το Πέρα εθεωρείτο... Στη Χαλκηδόνα, ήταν... Τότε οι συνοικίες οι Πολιτικές απομονωμένες σχετικά μεταξύ τους, δηλαδή στο Πατριαρχείο πήγα μεγάλη ηλικία ξέρω και εγώ. Στο Βόσπορο σε Εκκλησίες, [00:10:00]σε μεγάλη ηλικία είχα πάει. Εθεωρείτο το Πέρα επικίνδυνο μέρος για τους νέους, και προτιμούσαν να τα στέλνουν στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Εγώ έτυχε επειδή ένας θείος μου είχε δουλειά στο Πέρα, και επειδή τότε διακοπτόταν μερικές φορές η επικοινωνία με πλοία... Αν υπάρχει κάποιος να το μεριμνήσει... Και δεν μπορεί να περάσει με το πλοίο, αλλά ήταν ευτύχημα διότι το Ζωγράφειο ήτανε... Τουλάχιστον στους κλάδους εγώ μετά που σπούδασα ήταν πολύ καλό, στα Μαθηματικά και στη Φυσική κτλ., και έτσι αυτό ήταν το δεύτερο ευτυχές γεγονός, το πρώτο δεν πήγα σε γαλλικό σχολείο, και το δεύτερο ότι πήγα στο Ζωγράφειο. Στο Ζωγράφειο η ζωή... Ήτανε δύσκολη εποχή ’63, ’64. Εγώ καταλάβαινα τι γινόταν, τα παρακολουθούσα τα πράγματα από πολύ κοντά, δηλαδή τις απελάσεις κτλ., τα έζησα πολύ έντονα. Τα Σεπτεμβριανά όχι, δεν καταλαβαίνω πολύ, διότι αυτή η συνοικία είναι πολύ μακριά από μας. Από τα γεγονότα και στη Χαλκηδόνα έγιναν γεγονότα, αλλά δεν ήταν εκτεταμένα, κυρίως έγινε στην αγορά του Μοδιού. Θυμάμαι βέβαια το μεσημέρι που για λόγους ασφαλείας πήγαμε στο αυτό το σπίτι το άλλο, που είχα γεννηθεί, μικρός, 2 χρονών που έφυγα, μερικές σκηνές έχω υπόψιν μου εκεί. Μετά βέβαια όσο περνούσαν οι μήνες και τα χρόνια μαθαίναμε όλο και τι έγινε, που έγινε, πώς έγινε. Την Εκκλησία τη θυμάμαι τη μεγάλη, Αγία Τριάδα του Bahar, της Χαλκηδόνας, που ήταν εν μέρει κατεστραμμένη, μία ωραιότατη, μία μεγάλη Εκκλησία, θυμάμαι της αδερφής μου η βάπτιση δεν μπόρεσε να γίνει εκεί επειδή είχε αρκετές καταστροφές η Εκκλησία και είχε γίνει στην Αγία Ευφημία. Στο κέντρο η Αγία Ευφημία δεν είχε χτυπηθεί. Του πατέρα μου το μαγαζί ήταν στην Αγία Ευθυμία πλάι. Όταν μεγάλωσα λίγο... Ας πούμε όταν έφτασα ξέρω κι εγώ, Ζ', Η' όπως λέγαμε εμείς, τα καλοκαίρια πια δεν έπαιζα έξω βέβαια, γιατί πήγαινα στου πατέρα μου το μαγαζί και δούλευα, δηλαδή βοηθούσα εκεί. Ήτανε χονδρεμπόριο, έκαμνε για τους μπακάληδες, παίρναμε τις παραγγελίες, τις φορτώναμε και τις πηγαίναμε, και παραδίδαμε το εμπόρευμα και περνάμε τα χρήματα. Αλλά η εποχή ήτανε δύσκολη, διάφορα γεγονότα γινόντουσαν. Ή το ’64... Μάλλον το ‘64 το καλοκαίρι εμφανίζεται ένας από την Άγκυρα δήθεν είχε σταλεί, από την Εθνική Ασφάλεια, και δήθεν έρχεται στον πατέρα μου και τον λέει «Θέλω να σε δω αύριο το απόγευμα στην...». Μάλιστα ήτανε το μπακάλικο της ταινίας του Τάσου του Μπουλμέτη, σε αυτό το σημείο, αυτό ήταν ένα μαγαζί πολύ στενό που είχε επάνω ένα δεύτερο όροφο, παλαιότερα με έναν η οικογένεια του Σούτη, ήταν της μητέρα του το όνομα και εκεί τον είδε και τον λέει «Εγώ ήρθα από την Άγκυρα, κάνω έρευνα για τους Ρωμιούς αν είναι πιστοί πολίτες της χώρας αυτής ή όχι και... Θέλω να μου πεις τι κάνεις», κτλ. Ήταν για δωροδοκία, ήταν ψεύτικο αυτό, αυτός είχε βρει μία ευκαιρία και δωροδοκούσε... Προσπαθούσε να πάρει δωροδοκία... Ε δωροδοκούσε. Ο πατέρας μου ήταν βέβαια θαρραλέος και του λέει «Για να δω την ταυτότητά σου, εσύ πώς επικαλείσαι; Εγώ πού ξέρω ότι είσαι εσύ;» και κάτι μακριά του έδειξε έτσι. Του λέει ο πατέρας μου «Δώστο το να το δω» λέει «Όχι, δεν στο δίνω, αυτό δεν ακουμπάει Ρωμαίικο χέρι». Τέλος πάντων. «Καλά –του λέει ο πατέρας μου– θα τα πούμε» και πάει στην αστυνομία και λέει στον Κομισέριο, στον διοικητή, του λέει «Δεν κατάλαβα, εγώ είμαι γεννημένος εδώ μέσα στην Ανατολή, έκανα τέσσερα χρόνια στρατό, το πληρώνω τόσο φόρο και αυτά, όλοι εμείς είμαστε από εδώ... Τι είναι αυτό –λέει– δεν καταλαβαίνω». «Όχι –λέει– ψεύτης πρέπει να’ ναι αυτός –τότε γινόντουσαν οι απελάσεις γι’ αυτό λέω το ’64– αυτό είναι άλλο θέμα διακρατικό κτλ., εσείς δεν έχετε σχέση με αυτό το θέμα». Τον φέρθηκε δηλαδή κανονικά γιατί άλλες περιπτώσεις θα τον διώχνανε. Και τον είπε μάλιστα θυμάμαι, με βρήκε «Σας συγχαίρω για τη γενναιότητα σας». Μετά αυτός φαίνεται ο βάλτος δήθεν, αυτός, μυστικός που ήρθε να κάνει αναφορές, συνεργαζόταν με έναν Κούρδο, αυτό... Αχθοφόρο του πατέρα μου, ο οποίος είναι θηρίο ανθρώπου αυτός, εκείνος τον έδινε πληροφορίες. Είχανε κανονίσει, δηλαδή η αστυνομία κανόνισε να δώσει λεφτά για να γίνει η σύλληψη του επ’ αυτοφώρω, και είχε έρθει ένας μυστικός αστυνομικός, τελικά είχε πληροφορηθεί, δεν έγινε, αλλά αργότερα συνελήφθη. Βέβαια καταλάβαμε τότε, αυτός με εκβιασμό είχε από πολλούς Ρωμιούς αρπάξει πολλά χρήματα. Μπήκε φυλακή, και μετά στο δικαστήριο μάλιστα, ο πατέρας μου είπε «Εγώ δεν είμαι κατήγορος». Αυτό το λέω για να μεταφέρω και την ατμόσφαιρα, μετά από το ’66-‘67 η δουλειά του πατέρα μου χάλασε. Γιατί; Γιατί με το χοντρεμπόριο που έκανε, τι έκανε; Πουλούσε στους μπακάληδες εμπόρευμα με βερεσέ, και μετά έπαιρνε το χρήμα για την επόμενη φορά. Κάποια στιγμή αισθάνθηκε, «Αν γίνουν και μας αυτά που έγιναν στους Έλληνες υπηκόους, θα αναγκαστώ... Την περιουσία μου θα την έχω αφήσει εδώ και δεν έχω τίποτα όταν φύγω», και αναγκάστηκε να σταματήσει την... Με πίστωση να πουλάει, έπεσε η δουλειά βέβαια, στη Χαλκηδόνα το έκλεισε μαγαζί, για λίγο στο Γαλατά προσπάθησε με κάτι λάδια να ασχοληθεί, και εκείνο δεν πήγε πολύ καλά, ήτανε... Έβγαζε ένα λάδι το Güneş yağları, και με αυτήν την ευκαιρία πήγαμε και στο Αϊβαλί πολλές φορές, και μετά στο τέλος πάλι και Χαλκηδόνα ένα μαγαζί είχε ανοίξει για να πουλήσει λιανική πια, και μετά το ‘76 όταν πήγαν το ‘κλείσε.

Ν.Ο.:

Εγώ στο Ζωγράφειο ήμουνα καλός μαθητής, δηλαδή μετά από τη Ζ', ήταν καλό σχολείο, είχε βέβαια προβλήματα... Το μεγάλο πρόβλημα ήταν ότι... Υπήρχε σχολική βία μέσα εν μέρει αλλά γενικότερα βέβαια ήταν πολύ καλό σχολείο. Το Ζωγράφειο έλεγα το εξής: Ότι ήταν καλό σχολείο με την έννοια ότι είχαμε μερικούς πολύ καλούς καθηγητές, δηλαδή ήταν ο μαθηματικός ένας Γρηγοριάδης που έκανε και φροντιστήρια τα απογεύματα. Ο κύριος Αλεξανδρίδης, Φυσική, του οποίου είχα γίνει και μια χρόνια βοηθός, κάτι πειράματα που κάναμε, στην ΙΑ' τάξη. Αδιανόητα πράγματα για εκείνη... Ακόμα και για σήμερα στην Ελλάδα, στα Λύκεια. Κάναμε μία σειρά πειραμάτων Φυσικής. Χημικός ήταν ο... Χημικό είχαμε πολύ καλό τον Βασίλη τον Κασαπή και γενικότερα δηλαδή... Εντάξει ήταν οργανωμένο σχολείο. Εγώ αμφιταλαντευόμουνα. Ιατρική μερικές φορές λέγανε να πάω, μετά μηχανικός έγινα γιατί είχα έναν θείο, τον Βασίλη Ουζούνογλου και ήτανε στην Τουρκία ο πρώτος που είχε φτιάξει ηλεκτρονική βιομηχανία, αλλά είχαν καταστρέψει το ’55, στα Σεπτεμβριανά, με την επιρροή εκείνου και την αγάπη με Φυσική και Μαθηματικά, επέλεξα να γίνω μηχανικός και δώσαμε εισαγωγικές εξετάσεις. Εκείνη τη χρονιά έτυχε ένα, έτσι, ένα γεγονός. Ενώ παλιά το Πολυτεχνείο έκανε και ειδικές εξετάσεις. Πρώτα έδινες τις γενικές εισαγωγικές εξετάσεις Τουρκίας, και μετά πήγαινες στο Πολυτεχνείο με ειδικές εξετάσεις, εκείνη τη χρονιά το καταργήσανε. Μόνο γενικές εξετάσεις. Αλλά είχα πάρει πολύ υψηλό βαθμό, δηλαδή απ’ όλους στο Ζωγράφειο αλλά και με έκπτωση είχα έρθει, θυμάμαι στη σχολή που μπήκα ήμουνα μεταξύ των πρώτων, απ’ τους εκατό χιλιάδες τότε υποψηφίους που είχε, ήμουν στους πρώτους διακόσια θυμάμαι. Μια μέρα είχα καθίσει και το είχα κοιτάξει, και πήγα στη σχολή ηλεκτρολόγων στο ITU, Istanbul Techical University, η εποχή βέβαια τότε ήτανε... Ήμουνα σε δύσκολη εποχή, είχε αρχίσει η σύγκρουση μέσα στα πανεπιστήμια μεταξύ της αριστεράς και των δεξιών ομάδων. Δεν θα έλεγα ότι είναι... Μερικές φορές, ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα, ήμουνα συμμαθητής με έναν άλλο Ρωμιό, τον Γιώργο τον Σταυρίδη, αλλά εκείνη τη χρονιά είχαν μπει αρκετά παιδιά και σε άλλες σχολές, δηλαδή Πολιτικών Μηχανικών είχαν μπει δυο αν θυμάμαι, Αρχιτέκτονες ένας, Μηχανολόγος όχι. Αλλά ήμασταν έξι-επτά παιδιά θυμάμαι που είχαμε μπει μόνο στο Πολυτεχνείο, το ’69 με εισαγωγικές εξετάσεις. Τη χρόνια που μπήκα, από πενταετείς σπουδές, όπως είναι τώρα το Μετσόβιο ακόμα, το Πολυτεχνείο έχει αλλάξει σύστημα, είχε πάει στο Αμερικανικό σύστημα, 4+2. Τα τέσσερα χρόνια άνετα τα τελείωσα, γιατί και... Ήμασταν πολύ καλοί, δηλαδή αυτό φαινότανε στα Μαθηματικά, Φυσική. Δεν ξέραν, τα άλλα τα Τουρκάκια και μάλιστα μία μέρα τους λέω «Γιατί ας πούμε τόσο στοιχειώδη πράγματα...» λέει «Τι να κάνουμε» λέει, αυτοί που ήταν Ανατολή. «Δεν είχαμε εμείς δασκάλους –λέει– ο φαρμακοποιός έκανε τη Χημεία», ξέρω και εγώ... «Ο αξιωματικός έκανε Μαθηματικά, δεν είχαμε...». Τα σχολεία καταλάβαινα ότι στην Ανατολή ήτανε πολύ... Χωρίς δασκάλους. Ήτανε δυο, τρία παιδιά από γαλλικά σχολεία που σε αυτά ήταν καλοί, και ένας Κούρδος που ήταν πάρα πολύ καλός γιατί μόνος του είχε μάθει. Ο οποίος έλεγε που είναι Κούρδος κι εκείνη την εποχή ήταν πάρα πολύ δύσκολο να το πεις αυτό. Βέβαια, εντάξει ήτανε... Εγώ ήθελα περισσότερα να μάθω, και μόνος μου μάθαινα, γινόταν και καταλήψεις, μεγάλη διάρκεια, και για να μη χάνω εγώ πήγαινα... Βιβλιοθήκη, είχε καλή βιβλιοθήκη εκεί, πολύ καλή βιβλιοθήκη. Αυτά τα Πανεπιστήμια της Τουρκίας τα είχαν ιδρύσει Γερμανοί... Γερμανοεβραίοι καθηγητές και είχαν αφήσει το στίγμα τους, δηλαδή ήταν... Η όλη οργάνωση ήταν μιας Γερμανικής Σχολής, είχε πολύ καλή βιβλιοθήκη, αγγλικά είχα μάθει και μόνος μου και διάβαζα πολλά βιβλία, και όταν τελείωνα δηλαδή ήξερα πάρα πολλά πράγματα. [00:20:00]Τότε ήταν η εποχή που είχε βγει τα laser για πρώτη φορά έτσι εξαπλωνότανε, είπα να κάνω Φυσική, να το γυρίσω Φυσική, μόνος μου κατάφερα μπήκα στο πανεπιστήμιο του Essex, και μάλιστα αυτό είναι στην ανατολικό του Λονδίνου, ανατολικά του Λονδίνου. Μου είπανε «Θα σε δούμε πρώτα, θα σ’ εξετάσουμε μία να σε βάλουμε είτε το τελευταίο έτος», –το Γ' έτος εκεινών– για να κάνεις ένα χρόνο παραπάνω ή θα πας στο Master απευθείας». Θυμάμαι πάω την πρώτη μέρα, ήταν ένας Alan Gimson, ήταν αυτός τότε εκείνη την εποχή σε laser από τους κορυφαίους, με έκανε δυο-τρία πράγματα, είδε εγώ τα απάντησα, τα ήξερα, που ένας κανονικός φοιτητής δεν θα τα ήξερε, και του έκανε εντύπωση και λέει ότι «Βεβαίως και θα πας στο Master» κτλ., εκεί άρχισε το Master, ένα χρόνο έμεινα στο Essex, τελείωσα το Master, Quantum of Electronics. Μετά σκέφτηκα ότι καλύτερα να γυρίσω στην ηλεκτρολογία γιατί μάλλον φαινότανε πια ότι δεν θα γυρνούσα στην Τουρκία, και... Καλύτερα να είχα ένα δίπλωμα ηλεκτρολόγου για διδακτορικό, και πριν γυρίσω το ‘74, –που σας είπα λίγο πριν– βρήκα έναν καθηγητή ο οποίος ήταν και σε δορυφορικές επικοινωνίες τότε που γεννιόντουσαν, ξεκινούσανε, και πήρα ένα διδακτορικό θέμα με ηλεκτρομαγνητικά κύματα μέσα, και θεωρητικό ήταν αλλά και πρακτικό, είχε και πρακτική απήχηση. Γύρισα ξανά τον Σεπτέμβριο του ’74, ξεκίνησα το διδακτορικό... Στην Πόλη η εμπειρία ήταν πολύ άσχημη, ένας μήνας ήταν που έμεινα, δηλαδή θυμάμαι την ημέρα που μπήκα στο αεροπλάνο είπα «Εγώ δεν θα ξαναγυρίσω εδώ», διότι είχε γίνει και επίθεση στο σπίτι μας, στην πρώτη εισβολή, 20 Ιουλίου, που εγώ δεν ήμουνα στην Πόλη, αλλά τα ‘μαθα όταν έφτασα εκεί. Θυμάμαι τη μητέρα μου πόσο έχει επηρεαστεί, και άρχισα να δουλεύω. Τώρα αυτό είναι ενδιαφέρον στο πω, γιατί όταν ξανά γύρισα το ’74, το πανεπιστήμιο είχε μία καλή βιβλιοθήκη, ήταν απ’ τα νέα πανεπιστήμια, ιδρυμένο το ’64, και βρήκα πάρα πολλά βιβλία για την ιστορία, τι έγινε στον Ελληνισμό, τι έγινε στους Αρμένιους. Για πρώτη φορά διάβαζα βιβλία τα οποία ήτανε... Δεν ήξερα τίποτα, ήξερα... Μία αμυδρή εικόνα είχα τι είχε γίνει στη Σμύρνη, τι είχε γίνει στους Αρμένιους, κι εκεί στον Πόντο, εκεί έμαθα πολλά. Δηλαδή διάβαζα στον ελεύθερο χρόνο. Ε, ξεκίνησα το διδακτορικό. Αυτός που με έχει αναθέσει δεν ήταν και πολύ γνώστης του θέματος, αλλά ήμουνα τυχερός, τα Χριστούγεννα σε τρεις μήνες περίπου, βρήκα έναν καθηγητή μαθηματικών, Anthony Hall, ο οποίος το πρόβλημα που προσπαθούσα να λύσω, είχε λύσει ένα παρόμοιο στην κβαντική φυσική, και με εκεινού τη μέθοδο προχώρησα. Βέβαια πολύ εντατική δουλειά, ένα πολύ δύσκολο πρόβλημα εκείνη την εποχή. Ήτανε σχετικά πώς διαδίδονται τα κύματα μέσα από τη βροχή, πολύ γρήγορα προχώρησα, μένοντας συνέχεια όμως δίπλα, δηλαδή ούτε τα καλοκαίρια κατέβηκα, ούτε Χριστούγεννα, ούτε Πάσχα τίποτα, συνέχεια δούλευα. Γιατί παρουσιάστηκε το ‘75 το πρόβλημα ότι είχα αποφασίσει πια να μη γυρίσω κι έμεινα χωρίς διαβατήριο...

Δ.Ζ.:

Τι εννοείται χωρίς διαβατήριο...

Ν.Ο.:

Δεν είχα Τούρκικο διαβατήριο πια, είχε τελειώσει η θητεία, η προσθεσμία.. Η ισχύς του, και δεν ήθελα να γυρίσω, ούτε ήθελα να πάω στο Προξενείο, είχα πρόβλημα εκεί διότι οι Εγγλέζοι λέγανε «Πώς θα σε κρατήσουμε εμείς χωρίς διαβατήριο;». Άρχισα έναν αγώνα εκεί στο Ελληνικό Προξενείο, να βρω έναν τρόπο, κάποιο χαρτί να πάρω, κάποιο ταξιδιωτικό έγγραφο να λένε ότι όταν τελειώσω από δω θα με δεχτούνε. Το Προξενeίο κορόιδευαν, δεν δίνανε καμία σημασία. Στην απελπισία μου κάθισα και έγραψα σε πέντε βουλευτές τότε, και δύο απαντήσαν από αυτούς, ο Πεσμαζόγλου, ο Γιάγκος Πεσμαζόγλου, και η Τσουδερού, η Βιργινία Τσουδερού. Ο Πεσμαζόγλου είχε έρθει... Πρώτα απάντηση, ήρθε ένα τηλεγράφημα και λέει «Δόθηκε εντολή από την Αθήνα, από το Υπουργείο Εξωτερικών να σας δώσουν ένα laissez passer», όπως λέγανε. Εντάξει είχα πάρει ένα χαρτί, το ‘χω κάπου, μπορώ να στο δείξω κιόλας, ήταν ένα χαρτί Α4 που έγραφε ότι «Αυτός γίνεται δεκτός από ‘μας για ένα ταξίδι που θα γυρίσει». Με αυτό με χίλιους αγώνες από το Home Office πήρα την άδεια παραμονής, εντωμεταξύ κατάφερα το δεύτερο έτος και προσλήφθηκα σαν ερευνητής στο Πανεπιστήμιο, έκανα διδακτορικό αλλά και μισθό έπαιρνα, και τον Οκτώβριο του ‘76 τελείωσα το διδακτορικό, και ήρθα στην Ελλάδα. Δηλαδή εξετάστηκα ξέρω κι εγώ 6 Οκτωβρίου, έληγε το διαβατήριο 8 Οκτωβρίου... 7 Οκτωβρίου ταξίδεψα και ήρθα στην Αθήνα, συνάντησα τα ξαδέρφια μου, είχαν έρθει το καλοκαίρι του ’76... Το ‘75 μάλλον το καλοκαίρι, είχαν έρθει οι γονείς μου να με βρούνε στο Λονδίνο γιατί δεν τους είχα δει ενάμιση χρόνο. Μετά ήρθα εδώ στην Αθήνα.

Δ.Ζ.:

Τι διαφορές είδατε στην Αθήνα του ’86 με την Πόλη;

Ν.Ο.:

Κοίταξε, εγώ την είχα δει πολύ λίγο. Το ‘65 είχα έρθει για τρεις εβδομάδες, το ‘62 είχα έρθει, μικρό παιδί ήμουνα, δεν ήξερα την Αθήνα πολύ, αμυδρά... Έμενα μερικές μέρες στον εξάδερφό μου. Εντωμεταξύ οι γονείς είχαν έρθει το χειμώνα του ‘76 και είχαν αγοράσει ένα διαμέρισμα εδώ στο Μαρούσι ήρθαν και εγκαταστάθηκαν. Την τρίτη μέρα παίρνω το λεωφορείο, τότε o ξάδερφός μου έμενε στο Έδεμ κάτω στο Φάληρο... Παίρνω το λεωφορείο και κατεβαίνω Ακαδημίας, λέω «Να πάω στο Πολυτεχνείο να ψάξω, να δω τι γίνεται». Και κατεβαίνοντας απ’ το λεωφορείο βλέπω έναν άνθρωπο να φωνάζει έτσι πολύ φωναχτά και να λέει «Ήρθα πριν σαράντα χρόνια απ’ την Κωνσταντινούπολη και εδώ δεν γίνεται τίποτα, δεν είναι σωστό τίποτα!». Εγώ έπαθα σοκ βέβαια. Τέλος πάντων πάω στο Πολυτεχνείο, –και τότε ήταν στην Πατησίων– άρχισα να κυκλοφορώ στους διαδρόμους και να κοιτάζω οι έδρες... Τους τίτλους ας πούμε κάτι να μοιάζει με το διδακτορικό μου. Βρήκα μία, έναν... Θυμάμαι, ο μακαρίτης είναι τώρα, ο Γιάννης ο Φικιώρης, έλεγε «Ασυρμάτου επικοινωνιών» κτλ., μπήκα, χτύπησα την πόρτα να δω, να γνωριστώ κτλ. Δεν ήταν ο ίδιος ο καθηγητής, ήταν ένας άλλος, ο Νίκος ο Αλεξόπουλος, αυτός ήτανε απ’ την California, κι ακόμα ζει στην California. Ήταν επισκέπτης καθηγητής. Τον είπα εγώ ότι εγώ είμαι έτσι, το και το, είχα και τις εργασίες... Τις εργασίες είχα. Λέω «Σας τις αφήνω να τις δείτε». «Εντάξει» μου είπε και μετά από δυο μέρες μου λέει «Εσύ είσαι πολύ καλός» μου λέει κτλ., και «Πρέπει να... Σήκω και έλα στην Αμερική, τι κάθεσαι εδώ;» μου έλεγε κτλ. Εντωμεταξύ εγώ είχα γνωριστεί με την σύζυγό μου, γνωριζόμαστε και από μικρά παιδιά, και άπαξ και είχαμε ξανασυναντηθεί. Εντάξει δεν είχα και διαβατήριο, αλλά δεν ήθελα να φύγω βασικά. Εκεί στο Πολυτεχνείο δεν είχανε θέσεις κτλ., αλλά έγινε μία... Κάτι ερευνητικά προγράμματα που ήτανε, σιγά-σιγά λίγο εκεί αρχίσαμε, μόλις ήρθα την δεύτερη, τρίτη μέρα συναντήθηκα με συμμαθητές μου από το Ζωγράφειο, μιας τάξης πιο μεγάλης, και μου λένε «Ο ΟΤΕ θα προκηρύξει θέσεις, να βάλεις υποψηφιότητα». Πράγματι σε δέκα-δεκαπέντε μέρες είχανε βγει θέσεις. Θυμάμαι διακόσιες θέσεις είχε βγάλει ο ΟΤΕ να προσλάβει, και μετά από δέκα-δεκαπέντε χρόνια ξανά έβγαλε τέτοια προκήρυξη, έβαλα υποψηφιότητα, με βοηθούσαν αυτά τα παιδιά, ένας απ’ αυτούς είναι ο Γιώργος Ιωαννίδης, που σε έχει μιλήσει πρόσφατα. Πήγα στη συνέντευξη, τότε εντάξει δεν είχανε διδακτορικό, ούτε... Τηλεπικοινωνίες δεν είχε κανένας εδώ στην Ελλάδα, εγώ ήμουν από τους λίγους που είχα και βγήκα πρώτος στη λίστα. Πάω να διοριστώ... Βέβαια αυτά παίρνουνε μήνες, ξέρεις κτλ., πάω να διοριστώ μου λένε «Άδεια παραμονής, άδεια εργασίας». Λέω «Εγώ ξέρετε δεν έχω ούτε άδεια παραμονής...». Τότε πήγαινες στο κέντρο αλλοδαπών και έδινες το παρών και σου έδιναν μία άδεια παραμονής της οποίας η ημερομηνία είχε λήξει, υποτίθεται για να σε πιέσουν να γυρίσεις πίσω. «Δεν έχω» λέω, τότε δεν δίναν ούτε υπηκοότητα ούτε κατά διάνοια. «Δεν έχω» λέω. «Δεν μπορεί να γίνει» μου λέει. Καλά εντωμεταξύ ο μακαρίτης ο πεθερός μου επειδή ήταν δικηγόρος και νομικός καλός, μου λέει «Υπάρχει διάταγμα του 1968 που εξαιρούνται οι Κωνσταντινουπολίτες, Βορειοηπειρώτες και Αιγυπτιώτες να διοριστούν σε δημόσιες θέσεις –σαν δημόσιος υπάλληλος δηλαδή– χωρίς την Ελληνική ιθαγένεια». «Όχι –λέει– εδώ είναι –λέει– δεν είμαστε εμείς Δημόσιο, είμαστε ιδιωτικός τομέας, δεν μπορούμε...». Πολύ είχα παιδευτεί με αυτή την ιστορία. Ε μετά όμως, έτυχε... Στο... Εκεί απ’ το Πολυτεχνείο βρήκα μία δουλειά στο Ναυτικό. Σε ένα ερευνητικό κέντρο που έχει γίνει του Ναυτικού, και τελικά πήγα και αυτό ήταν, όπως έγινε και με το Γαλλικό σχολείο και με το... Με τη Μεγάλη Σχολή που δεν πήγα...

Δ.Ζ.:

Ήταν για καλό.

Ν.Ο.:

Ήμουνα τυχερός διότι αυτό ήταν πολύ καλό ένα κέντρο, έμαθα πάρα πολλά πράγματα εκεί και στον ΟΤΕ αν πήγαινα, θα ήταν μίας ρουτίνας δουλειά. Αυτό ας πούμε είχε κάνει αλγεινή εντύπωση. 

Δ.Ζ.:

Νιώσατε ποτέ, αυτό που μου 'χουνε πει κι άλλοι στην Αθήνα, «Στα ξένα Έλληνας και στην Ελλάδα ξένος;».

Ν.Ο.:

Όχι, κοίταξε αυτό δεν... Κοίταξε αυτό δεν... Υπερβολικά είναι τώρα. Καταρχήν, εδώ υπάρχει ένα βασικό—

Δ.Ζ.:

Εγώ απλά ρωτάω, φυσικά, εντάξει.

Ν.Ο.:

Ναι, ναι. Καλά κάνεις και το ρωτάς, εδώ υπάρχει μία τεράστια διαφορά και αυτοί που τα λένε αυτά δεν μπορούν να σκεφτούν, εδώ μπορείς να μιλήσεις ελεύθερα, δηλαδή έχω μιλήσει τόσο σκληρά σε... Πρωθυπουργό δεν έτυχε, αλλά σε υπουργούς κτλ., το τι τους έχω πει. Εκεί δεν μπορούσε τώρα να γίνει αυτά. Δεν αυτά...

Δ.Ζ.:

Συμφωνώ μαζί σας, ναι.

Ν.Ο.:

Σε όλη την καριέρα μου, είχα συναντήσει μία φορά μία γυναίκα υπάλληλο στο Ναυτικό, που δεν ξέρω πώς... Χωρίς αφορμή έτσι, φώναζε «Ο πατέρας μου έλεγε ότι η κατάρα αυτού του τόπου είναι οι πρόσφυγες!», και άρχισα εγώ να τη φωνάζω «Οι πρόσφυγες είναι η ευλογία του τόπου», δηλαδή δεν... Δεν γίνονται αυτά... Μιλούσαμε ψιλά... Ε μετά, το ‘80 παραλίγο να γίνω έκτακτος καθηγητής, τότε ήταν πολύ δύσκολο να γίνεις, [00:30:00]ήταν οι θέσεις πολύ λίγες, είχε συνταξιοδοτηθεί ένας καθηγητής και... Στη θέση του θα προκηρυσσότανε, στο Πολυτεχνείο. Τότε να γίνεις στο Πολυτεχνείο καθηγητής, ήτανε κάτι πολύ σπάνιο, δηλαδή είχε όλο το Πολυτεχνείο σαράντα καθηγητές, τώρα έχει εξακόσιους. Λοιπόν... Εντωμεταξύ... Το καλό με το Πολυτεχνείο που είχα συσχετιστεί, είχα βγάλει πολλές εργασίες, δούλευα βέβαια πολύ σκληρά, και υφηγεσία είχα κάνει. Υφηγεσία είναι κάτι σαν το διδακτορικό, δεύτερο διδακτορικό, είχα βγάλει πολύ σπουδαίες δημοσιεύσεις, το ‘80 είχα κάπου σαράντα εργασίες που ήταν πολύ σπάνιο, το ‘80 ήμουνα εγώ 29 χρονών. Και... Όταν προκηρύχθηκε αυτή η θέση με παροτρύνανε κάποιοι που συνεργαζόμουν και ο κύριος Φικιώρης να βάλω υποψηφιότητα. Βέβαια τότε για να γίνεις καθηγητής έκτακτος έπρεπε να είσαι 40 χρονών. Όλοι που πήγαινα και έκανα για να τους δω, τους εκλέκτορες ας πούμε, μου λέγανε «Όλα καλά βρε παιδί μου αλλά εσύ είσαι 29 χρονών, πώς θα γίνει; Γίνεται τόσο νέος;», υπήρχε και μέχρι τότε αυτή η αντίληψη. Τέλος πάντων, παραλίγο να την πάρω τη θέση και αυτός μάλιστα ο συνυποψήφιος πέθανε προχθές, ήταν πιο μεγάλος. Ήταν από μία άλλη Σχολή, ήθελε να περάσει στη Σχολή Ηλεκτρολόγων. Δεν έγινε αυτό μεν, έγινα υφηγητής... Μετά όμως εκεί που δούλευα στο Ναυτικό ήταν πολύ καλά, έμαθα πάρα πολλά πράγματα πρακτικά, και αυτό με βοήθησε πάρα πολύ. Το ‘84 πια έχει αλλάξει και το καθεστώς στα πανεπιστήμια. Είχαμε πάει στην κατάργηση της έδρας, που έπρεπε να είχε γίνει πολύ πιο νωρίς, και εκλέχτηκα Αναπληρωτής Καθηγητής. Το ’84 τέλη, ανέλαβα καθήκοντα. ’84 άρχισα να διδάσκω εκεί... Σε δύο χρόνια έγινα Αναπληρωτής Πρόεδρος της Σχολής, Αναπληρωτής Κοσμήτωρ δηλαδή, είχα ένα δυναμικό καλό τότε, και το ‘88 μέχρι το ‘94 ήμουνα Κοσμήτωρ της Σχολής, ήταν η εποχή που η Ελλάδα μόλις μπορούσε και έπαιρνε Ευρωπαϊκά προγράμματα. Είχαμε πάρει ένα μεγάλο πρόγραμμα ο προκάτοχος πρόεδρος, ο κύριος Πρωτονοτάριος, είχε πάρει ένα πρόγραμμα MOC Πληροφορικής. Αυτά τι ήταν; Ήταν προγράμματα για να δημιουργήσει η Ελλάδα υποδομή να φτάσει το επίπεδο της Ευρώπης. Χάρη σ' αυτό το πρόγραμμα η Σχολή άλλαξε τελείως, –πολύ έτρεξα γι’ αυτό– έγινε μία απ’ τις πολύ καλύτερες σχολές, καλές σχολές. Πολλά παιδιά που θα έφευγαν στην Αμερική, δεν φύγανε, τα κρατήσαμε, γίνανε εργαστήρια πολλά. Το ‘91 ιδρύθηκε ένα καινούργιο Ινστιτούτο που είναι σήμερα απ’ τα πιο μεγάλα Ινστιτούτα της Ελλάδος και της Ευρώπης, ακόμα τα περισσότερα προγράμματα που παίρνει. Βέβαια δεν ήταν εύκολα εκεί, ήτανε τα κομματικοποιημένα όργανα εκεί κάνανε... Και είχα και δυσκολίες πολλές, με καταλήψεις, με ιστορίες, με κόμματα, και πάντοτε εγώ ήμουνα... Σε κανέναν χώρο δεν είχα ενταχθεί, πάντοτε και ακόμα αυτό κάνω. Αλλά εν πάση περιπτώσει, σαν πρόεδρος μου δόθηκε μεγάλη ευκολία... Δυνατότητα να κάνω πολλά πράγματα για πρώτη φορά διδακτορικά συστηματικά έγιναν, μένανε τα παιδιά, δεν φεύγανε στην Αμερική τα περισσότερα που φεύγανε... Ε, μέχρι το ‘94 και αυτό το Ινστιτούτο που είπα το καινούργιο το ΕΠΙΣΕΥ, Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Συστημάτων Επικοινωνιών και υπολογιστών, μέχρι το ‘99 ήμουν ο διευθυντής. Μετά... Εντάξει είχα και το εργαστήριο, πολλά διδακτορικά, εβδομήντα διδακτορικά έχουν τελειώσει σε μένα. Κανένας καθηγητής δεν έχει τόσα διδακτορικά τελειώσει.

Ν.Ο.:

Και το 2005 γίνεται ένα τυχαίο γεγονός... Στην Ένωση Κωνσταντινουπολιτών, εδώ στους Αμπελόκηπους που είναι, αποφασίζουν να κάνουν ένα συνέδριο με προοπτική να γίνει κάποιας μορφής συνένωση των Κωνσταντινουπολιτικών σωματείων. Εγώ παρακολουθούσα την ιστορία, παρακολουθούσα τι γίνεται στην Πόλη, αλλά καμία σχέση ουσιαστική. Εκεί μία κυρία, η κυρία Αμαρυλλίς Γεωργαντίδου... Που ήταν απ’ το Καντίκιοϊ, τη Χαλκηδόνα, λέει «Δεν ξέρουμε να κάνουμε αυτό το συνέδριο, δεν έρχεσαι να μας βοηθήσεις;». Το είπε και στο συμβούλιο, και είπαν να με καλέσουν, και πήγα και είδα τι ήταν αυτό, μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον, η ιδέα αυτή να γίνει μία τέτοια προσπάθεια της ομοσπονδίας. Δεν ήταν στην αρχή ιδέα, ήταν κάποιας μορφής, τη λέγανε μάλιστα «Συνομοσπονδία». Το Μάιο του 2005, δηλαδή ένα χρόνο πριν από το συνέδριο της Πόλης που έγινε τον Ιούνιο του 2006, έγινε το συνέδριο και αποφασίστηκε να γίνει Ομοσπονδία. Παρεμπιπτόντως το ‘88 πήρα εγώ ελληνική ιθαγένεια, μέχρι το ‘88 δεν είχα ελληνική ιθαγένεια. Για μία δεκαετία δηλαδή ήμουνα σε ένα καθεστώς με το κέντρο αλλοδαπών, την άδεια παραμονής. Παρόλο που δούλευα στο Δημόσιο, σε κέντρο του Δημοσίου..

Δ.Ζ.:

Κύριε Ουζούνογλου, πριν πάμε στην ΟΙΟΜΚΩ που θα το πούμε και είναι και απ’ τα κεντρικά μας θέματα, θέλω να κάνω κάποιες ερωτήσεις για να κλείσω τον κύκλο. Απ’ τα χωριά που ήταν οι γιαγιάδες σας, σας είχανε πει κάποια ιστορία, έχετε κάποια αφήγηση;

Ν.Ο.:

Ναι, ωραία. Ναι, ναι βέβαια λέγανε, κοίταξε υπήρχαν ιστορίες, υπήρχε μία ειδυλλιακή εικόνα για το χωριό που είχαν αφήσει, την Καρβάλη. Λέγανε μερικές ενδιαφέρουσες ιστορίες.

Δ.Ζ.:

Θέλω να μου πείτε...

Ν.Ο.:

Ο ένας ο παππούς μάλιστα... Μια ιστορία είναι... Και προχθές την είχα πει μάλιστα σε μία φάση που είχαμε κάνει. Μια ιστορία ήταν της γιαγιάς, αυτή που ήταν από του Αγίου Βασιλείου το χωριό, από την Καισάρεια. Η γιαγιά της, δηλαδή της γιαγιάς μου η γιαγιά, –αυτό πρέπει να είναι το 1830 κάπου εκεί– αποφασίζουν το βράδυ της Πρωτοχρονιάς να πάνε σε ένα παρεκκλήσι έξω από το χωριό...

Δ.Ζ.:

Λοιπόν βγαίνουμε από εκεί και βλέπουμε...

Ν.Ο.:

Λοιπόν ήτανε τρεις. Μάλλον ήταν η μικρή, ένα μικρό κοριτσάκι ήτανε της γιαγιάς μου η μητέρα, Λωξάντρα τη λέγανε. Αυτές βλέπανε οι τρεις γυναίκες σε μια απόσταση ορισμένων 50 μέτρων ένα γερό, που τους ακολουθούσε, δεν τους μιλούσε τίποτα. Και προσπαθούσαν να τον πλησιάσουν και αυτός την απόσταση την κρατούσε σταθερή. Και λέγανε μετά, ότι ήταν ο Άγιος Βασίλης που τους παρακολουθούσε για να τους προστατεύσει. Μια ιστορία είναι αυτή, τέτοια. Ε, μετά, ο άλλος ο παππούς που ήταν απ’ την Καρβάλη... Η Καρβάλη είναι γύρω-γύρω όλες αυτές οι στοές, υπόγειες στοές, ξέρεις υπόσκαφες εκκλησίες και στοές που ενωνόντουσαν. Εκεί πολλές ιστορίες που μπαίνανε μέσα και βγαίνανε ξέρω κι εγώ χιλιόμετρα από την άλλη πλευρά, και ότι υπήρχανε σωλήνες που ενώνανε το ένα μοναστήρι με το άλλο για να ειδοποιούν που έρχεται... Είχανε μείνει από τους παλιούς βέβαια, εκεί έχει ιστορίες αυτές. Υπήρχε μία ειδυλλιακή εικόνα για το χωριό που ήταν ο χαμένος παράδεισος. Το ‘60 για πρώτη φορά που θέλησαν να πάνε ο πατέρας μου, που είχε γεννηθεί εκεί, είχε έρθει 2, 3 χρόνων, –το ‘22– 2 χρονών... Ο πεθερός του, δηλαδή ο παππούς μου από τη μητέρα, και ένας θείος μου ο αδερφός του πατέρα μου, αποφασίζουν να πάνε να βρουν το χωριό τους, το ’60, και ο θείος μου, της μητέρας μου αδερφός δηλαδή. Τέσσερα άτομα, άντρες. Και πάνε στο χωριό, και όταν γύρισαν ήτανε τρομερά. Ένα σοκ είχανε πάθει, ήτανε στην εποχή του λίθου δηλαδή ήταν σε λίθινη εποχή η κατάσταση. Είχαν αφήσει ένα χωριό το ‘22 αυτές οι αναμνήσεις που είχανε... Ο παππούς μου είχε φύγει 12 χρόνων, δηλαδή το ήξερε αρκετά ο ένας ο παππούς ο Πρόδρομος, και γυρίσανε με ένα σοκ απογοήτευσης, ότι είχε καταντήσει το χωριό, από ένα χωριό το οποίο είχε Γάλλο δάσκαλο, –ξέρω και εγώ τα βασικά– είχε γυρίσει στη λίθινη εποχή αυτό το θυμάμαι πάρα πολύ καλά. Ιστορίες άλλες, δεν υπήρχανε, ιστορίες με τους Τούρκους, έτσι συγκρούσεις δεν υπήρχανε, το μόνο που φοβόντουσαν πάρα πολύ συνέχεια λέγανε, απ’ τους λιποτάκτες. Υπήρχανε λιποτάκτες που λεηλατούσαν τα χωριά και από αυτούς φοβόντουσαν, αυτές τις ιστορίες ήξερα. Δηλαδή δεν έγιναν αυτά τα οποία έγιναν στον Πόντο ή στη Σμύρνη κτλ. Με τους Τούρκους δεν ήτανε... Η σχέση ήτανε σε απόσταση, αλλά δεν είχανε συγκρούσεις ποτέ. Και λέγανε ότι όταν φεύγανε απ’ το χωριό με την ανταλλαγή, –εμείς δεν είμαστε βέβαια εκεί, τα αδέλφια– που κλαίγανε οι Τούρκοι «Πού φεύγετε;» κτλ., δεν υπήρχανε δηλαδή, με τους Τούρκους μίσος δεν υπήρχε. Δεν υπήρχε αυτή... Ψυχρότητα.

Δ.Ζ.:

Εσείς είχατε, βέβαια ξέρω την απάντηση και τι γίνεται στην ΟΙΟΜΚΩ και όλα αυτά... Στη ζωή σας έχετε φιλίες από ανθρώπους άλλης εθνικότητας που να είχατε ποτέ ξεκαθαρίσει την— 

Ν.Ο.:

Κοίταξε τώρα, στην Πόλη όταν ήσουνα η ατμόσφαιρα ήταν πολύ χάλια. Θα σου πω ένα γεγονός που έγινε... Πρέπει αυτό να έγινε το ‘56-‘57 που ήτανε πολύ τεταμένη ατμόσφαιρα. Η μητέρα μου εγώ—

Δ.Ζ.:

Όχι εγώ λέω και για σήμερα, πείτε μου και για τότε και για σήμερα.

Ν.Ο.:

Τώρα είναι αλλιώς τα πράγματα, δηλαδή εγώ μέχρι το ‘74 ήμουνα σε μία τάξη για τέσσερα χρόνια με ενενήντα Τούρκους και δύο Έλληνες, μάλλον ένας Αρμένης, ένας Εβραίος, δύο Ρωμιοί ήμασταν και οι υπόλοιποι ήταν Τούρκοι, ογδόντα έξι ήτανε Τούρκοι. Δεν μιλούσα με τους Τούρκους, δηλαδή εντάξει υπήρχε της αριστεράς τα ζητήματα, αυτά λίγο τα συζητούσαμε, αλλά για τα ελληνοτουρκικά κτλ., δεν συζητούσαμε ποτέ. Ποτέ δεν υπήρχε [00:40:00]συζήτηση γι’ αυτό το θέμα. Δεν υπήρχε ποτέ, δεν υπήρξε ποτέ κανένας Τούρκος να υπερασπιστεί... Είχε εμπεδωθεί η αντίληψη ότι εμείς είμαστε εχθροί εκεί, εσωτερικοί εχθροί. Και ο πιο πολιτισμένος Τούρκος μας έβλεπε σαν αυτό που έλεγε το κράτος, λίγο ή πολύ, σπάνια υπήρχαν άνθρωποι που είχανε το ελεύθερο πνεύμα να αντισταθούν στην προπαγάνδα. Ε και μετά τώρα σαν πρόεδρος της ΟΙΟΜΚΩ, άλλο είναι βέβαια τώρα—

Δ.Ζ.:

Αυτό λέω εγώ—

Ν.Ο.:

Έχει διαφορά. Διαφοροποιείται.

Δ.Ζ.:

Σήμερα; Πείτε μου εσείς την εμπειρία σας σε σχέση σήμερα. Πώς ήσαστε σήμερα... Πώς...

Ν.Ο.:

Κοίταξε, Τούρκους φίλους δεν έχω, δηλαδή να πούμε ανοιχτά, φίλους έχω δηλαδή άλλα... Καταρχήν λόγω του ότι κατοικώ στην Αθήνα. Εντάξει έχω μερικούς φίλους, ναι έχω φίλους, ο Οrhan Gümüş ας πούμε, τέτοιους τους ανθρώπους, είναι φίλοι. Αυτοί είναι πραγματικοί φίλοι. Άνετα μιλάω μ’ αυτούς, ανοιχτά μιλάω.

Δ.Ζ.:

Και έχουν βοηθήσει πάρα πολύ και το έργο, να το πούμε αυτό.  

Ν.Ο.:

Ε βέβαια, ναι πολύ βοηθούνε. Ναι, και είναι και πολύ ειλικρινείς σε σχέση με άλλους.

Δ.Ζ.:

Γι’ αυτό... Θέλω σήμερα, αν θέλετε και εσείς, τις ερωτήσεις που θα σας για την ΟΙΟΜΚΩ να μου απαντήσετε... Λοιπόν... Ξαναγυρίζουμε λοιπόν στο θέμα του πώς έγινε η ΟΙΟΜΚΩ και πώς φτάσατε να είστε πρόεδρος. 

Ν.Ο.:

Ναι, ναι. Λοιπόν η ΟΙΟΜΚΩ, ξεκινάει αυτό το συνέδριο γίνεται, αποφασίζεται μ’ ένα ψήφισμα στην τελευταία συνεδρία ότι πρέπει να γίνει μία Συνομοσπονδία στην αρχή το λέγανε, και προθυμοποιήθηκαν μερικοί να βοηθήσουν. Ξεκίνησε ένα σχέδιο καταστατικού, ουσιαστικά μόνος μου ήμουνα εγώ. Δηλαδή ο μακαρίτης ο Σαρρής ήτανε, λίγο μιλήσαμε και λίγο με την Ελένη τη Μωϋσάκη, δεν... Μετά δεν είχε ρόλο αυτή, αλλά εγώ ακόμα και στο συνέδριο είχα καταλάβει ότι αυτά τα σωματεία μεταξύ τους τρώγονται. Δηλαδή υπάρχει ένα συγκεκριμένο σωματείο, –τώρα δεν θέλω να πω το όνομά του– το οποίο δεν ήθελε να μπει στο συνέδριο, αντιστεκόταν στο συνέδριο κτλ., κτλ. Εγώ ήμουνα outsider, αυτό είχε καλό βέβαια γιατί δεν ξέραν τι είμαι εγώ, δεν ταυτιζόμουν με κανέναν. Θυμάμαι το Σεπτέμβριο του 2005 ένα πρώτο draft του καταστατικού βγήκε και άρχισα να το στέλνω σε διάφορα σωματεία. Και πήγαινα ένα-ένα, πήγαινα και επισκεπτόμουν τα σωματεία. Τώρα θα μου πεις ένας καθηγητής Μετσόβιου Πολυτεχνείου να σηκώνεται να πηγαίνει. Αλλά κατάλαβα ότι αυτό είχε σημασία να γίνει.

Δ.Ζ.:

Γιατί είχε σημασία;

Ν.Ο.:

Ε, γιατί έβλεπα ότι... Η κατάσταση, όπως και τώρα ίσως έχει χειροτερέψει... Άμα δεν γίνει τίποτα θα σβήσει αυτή η ιστορία. Ήξερα την ιστορία καλά, και τώρα την ξέρω και πιο καλά. Λοιπόν έκανα το καταστατικό... Εγώ ήλπιζα ότι τον Απρίλιο του 2006 θα γινόταν η ιδρυτική συνέλευση για να ιδρυθεί η ΟΙΟΜΚΩ, είδα ότι ήταν πολύ νωρίς, δεν θέλανε, ακόμα συζητιόταν, μερικοί λέγανε «Δεν μπορεί να γίνει αυτό», μάθαινα ότι είχε επιχειρηθεί κι άλλες δύο φορές, μία τη δεκαετία του ‘70 και τη δεκαετία του ‘80 και δεν γινότανε, δεν είχε γίνει. Τον Απρίλιο του 2006 κάναμε μία προκαταρκτική συνάντηση, έτσι για να ενημερώσουμε περισσότερο, και τελικά τον Οκτώβριο του 2006, με χίλια εμπόδια και βάσανα, έγινε η ιδρυτική συνέλευση, ιδρύθηκε η ομοσπονδία. Θυμάμαι τώρα κοίταζα τα χαρτιά εδώ, τον Απρίλιο του 2007 από το Πρωτοδικείο πέρασε. Το 2007 δούλεψε σαν προσωρινό συμβούλιο, είχαμε αρχίσει εντωμεταξύ να προσπαθούμε να καταλάβουμε τι γίνεται. Και οι πρώτες εκλογές έγιναν αρχές 2008. Το πρώτο συμβούλιο έγινε 2008, εκλέχτηκε.. Ε, κάθε τρία χρόνια γινόντουσαν εκλογές και έτσι προχώρησε. Θυμάμαι στην Πόλη που είχαμε πάει το Μάιο του 2005, η πρώτη επίσημη επίσκεψη έτσι σαν ΟΙΟΜΚΩ. Εντάξει δεν είχαμε καταλάβει... Καταλαβαίναμε σιγά-σιγά τι γινότανε, εν πάση περιπτώσει, πολύ τρέξιμο έγινε, πολλή προσπάθεια..

Δ.Ζ.:

Πρόεδρος πώς γίνατε δηλαδή υπήρχε; Εγώ αυτό θέλω να καταλάβω: Πότε μπήκε στο μυαλό σας ότι «Εγώ έχω ένα όραμα;».

Ν.Ο.:

Κοίταξε εγώ είχα αναλάβει όλη την προσπάθεια για την ίδρυση. Είχα αναλάβει την προσπάθεια για όλη την ίδρυση. Στις πρώτες εκλογές βγήκα με 90%, όλοι με ψηφίσανε, κι από τότε 90% παίρνω στις εκλογές. Πέμπτη... Πέμπτη εκλογή ήτανε τώρα που έγινε, πέρσι το 2020. Δηλαδή έγιναν εκλογές αρχές του 2008, αρχές 2011 η δεύτερη, αρχές ‘11, ‘12, ’13, ‘14 και αρχές ‘17. Τέσσερις εκλογές και Πέμπτη ήταν το ’20. 

Δ.Ζ.:

Σ’ όλα αυτά τα χρόνια, –θα ρωτάω ερωτήσεις και εσείς θα μου λέτε σε σχέση με την ΟΙΟΜΚΩ γιατί είμαι και εγώ μέλος της και το ‘χω ζήσει, αλλά θα πείτε αυτά που θέλετε εσείς– ποια ήταν η αντιμετώπιση από την εκεί κοινότητα και ποια πράγματα στις προσπάθειες που κάνατε σας είχαν πληγώσει πιο πολύ;

Ν.Ο.:

Ναι, ναι. Πλήγωμα δεν έχω, εγώ δεν πληγώνομαι. Κοίταξε, υπήρχε μία...

Δ.Ζ.:

Στεναχωρήσει...

Ν.Ο.:

Όχι, υπήρχε μια, στην αρχή υπήρχε μία... Και εμείς δεν ξέραμε πολλά πράγματα γιατί είχαμε φύγει τριάντα χρόνια πριν... Μαθαίναμε με πολλή δυσκολία, δηλαδή ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν το εξής: Πέσαμε στην αρχή πάρα πολύ την προσπάθεια στα σχολεία να βοηθήσουμε να βελτιωθεί η κατάσταση. Η εικόνα στα σχολεία ήταν το εξής... Για πολλές δεκαετίες τα πράγματα είχανε μείνει παγωμένα. Μετά από δύο χρόνια κατάλαβα ένα θέμα, ότι η Ελλάδα από το 1985 δεν είχε στείλει βιβλία στην Πόλη! Τα βιβλία που πρέπει να εντάσσονται στα μειονοτικά σχολεία, είναι βιβλία που πρέπει η άλλη χώρα να το εγκρίνει, και καταλάβαμε ότι η Ελλάδα από το 1985 δεν είχε εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της προς τη μειονότητα και δεν είχε στείλει πρώτα στην Τουρκική κυβέρνηση τα δοκίμια των βιβλίων και να πει η Τουρκική κυβέρνηση «Ναι τα εγκρίνουμε» και να τα τυπώσει. Αυτό ήτανε για μένα... Σοκ... Δηλαδή, «Πώς είναι δυνατόν, –λέω– να μην έχετε βιβλία και ελληνικά, και παραπονιόμαστε που η ελληνική γλώσσα έχει υποχωρήσει κτλ.;». Ε, είπανε... Λέγανε διάφορα, «Κάποιος στη Θεσσαλονίκη καθηγητής που το ανέλαβε και δεν έκανε τίποτα», κτλ., κτλ. Τι να κάνουμε; Εύκολη λύση δεν... Ήτανε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο τότε μια κυρία Αλεξάνδρα Κουλουμπαρίτση και... Μ’ αυτήνα, είπαμε το εξής... Να πάρουμε τα ελληνικά βιβλία που διδάσκονται στην Ελλάδα, να τα διασκευάσουμε, να βγάλουμε μέσα αυτά που δεν μπορούν να διδαχθούν στην Τουρκία, ν’ αλλάξουμε στα Μαθηματικά τα ευρώ σε λίρες κτλ., σε μεγάλο βαθμό εγώ το κάνα αυτό και... Να τυπώσουν και να πάνε. Όταν το 2010 για πρώτη φορά είδαμε τον Ερντογάν, τους Υπουργούς κτλ., είπαμε τι θέλουμε, τι θέλουμε; Θέλουμε αυτό να εκδοθεί γρήγορα. Πράγματι έγινε αυτό σε δυο-τρεις μήνες δηλαδή, χρόνια διαρκούσε αυτή η ιστορία, η έγκριση των βιβλίων... Αυτοί σε λιγότερο από δυο μήνες τα εγκρίνανε! Και με ελάχιστες αλλαγές. Θυμάμαι, μια αλλαγή που ήτανε... Δύο αλλαγές είχανε ζητήσει... Ένα ήτανε για μία εικόνα, λέγαμε «Βυζαντινή εικόνα» και είπανε «Γράψτε Ορθόδοξη εικόνα» και μία κάπου έλεγε ότι «Ο Γιάννης Ρίτσος είναι ο μεγαλύτερος ποιητής μας» στο βιβλίο... Δεν το είχαμε αλλάξει εμείς και είπαν να γράφει ότι «Ο Γιάννης Ρίτσος είναι από τους μεγαλύτερους ποιητές της Ελλάδος». Που ήταν λογικά αυτά, εντάξει. Και μετά εγκρίθηκαν τα βιβλία, πάμε να τυπώσουμε, δεν είχε διάθεση το Υπουργείο να τυπώσει. Έβρισκε χίλιους... Προφάσεις. Και τα πρώτα βιβλία τα τύπωσε η Ελληνογερμανική Αγωγή, το σχολείο το ιδιωτικό. Έτσι πήγαν τα πρώτα βιβλία, μετά τα τύπωσε το Υπουργείο και ακόμα μέχρι τώρα αυτά τα βιβλία πάνε. Είναι δέκα τόμοι για το Δημοτικό και Μαθηματικά Γυμνασίου... Τώρα κατά πόσον χρησιμοποιούνται ή όχι από τα σχολεία δεν ξέρω. Τελευταία νομίζω έχουν τυπωθεί στην Πόλη τα δοκίμια. Ένα παράδειγμα ήταν αυτό. Μετά καταλάβαμε ότι κάθε σχολείο κάνει του κεφαλιού του, κάθε σχολείο διαφορετική ύλη κάνει στα Ελληνικά. Προσπαθήσαμε πολύ να γίνει ένα Συμβούλιο Ομογενειακής Παιδείας. Ε, έγινε και αυτό με πολλές δυσκολίες, με πολλές καθυστερήσεις, έγινε. Κάπως δούλεψε ελπίζουμε τώρα τελευταία... Να περάσει η πανδημία και να επανέλθει αυτό, και μετά ασχοληθήκαμε πάρα πολύ με το θέμα συντονισμού μεταξύ των Βακουφίων από το 2015 πολύ, πάρα πολύ, εκεί δεν υπάρχει... Η πρόοδος είναι πάρα πολύ λίγη και πιέζουμε. Αλλά πάρα πολλά έγιναν, υποστήριξη στα σχολεία, εξοπλισμός, τα βιβλία που σου είπα, να ‘ρθουν εδώ καθηγητές για μετεκπαίδευση. Μετά ήτανε το μεγάλο τόλμημα με τους εθελοντές, –που είστε και εσείς– να σταλούν εθελοντές για διάφορες δουλειές. Στη Μεγάλη Σχολή ήταν που πήγανε για τη βιβλιοθήκη, καταλογογραφήθηκε, μια εγκαταλελειμμένη βιβλιοθήκη, πάρα πολύ πλούσια. Καταλογογραφήθηκε, καθαρίστηκαν τα βιβλία... Μετά ήτανε... Αποτυπώσεις, έγιναν πολλές αποτυπώσεις κτιρίων [00:50:00]και στάθηκαν στην Πόλη και βοήθησαν, μετά ήτανε στον παιδικό σταθμό συνεργασία, τα καλοκαίρια στην Παιδούπολη, σε αρχεία φωτογραφήθηκαν, αρχεία τακτοποιήθηκαν, είναι πάρα πολλά, υπάρχει λίστα, τώρα να κουράζουμε το σύστημα για τις λεπτομέρειες... Για τους σεισμούς έγινε μελέτη, φωτογραφίσεις Εκκλησιών, αγιογραφίες που δεν έχουν καταγραφεί. Είναι πάρα πολλά.

Δ.Ζ.:

Σε όλα αυτά, εσείς ως απάντηση από την ομογένεια εδώ, τι στάση εισπράξατε;

Ν.Ο.:

Ναι. Δεν μας ενδιαφέρει, δηλαδή με την έννοια ότι... Εντάξει λένε «Ευχαριστώ», αλλά δεν μας ενδιαφέρει κιόλας, εμείς ξέρουμε ότι αυτό που κάνουμε είναι ωφέλιμο.

Δ.Ζ.:

Τι απαντάτε στους ανθρώπους που λένε, –και σ’ εμένα που ‘χω μετοικήσει– ότι η Πόλη δεν έχει μέλλον πια και όλα αυτά, σε σχέση με το ελληνικό στοιχείο;

Ν.Ο.:

Αυτό είναι... Ένας πολιτισμός καταστρέφεται μόνο εάν δεχθεί να παραιτηθεί ο ίδιος, αν δεν παραιτηθεί ο ίδιος, ο οποιοσδήποτε παράγοντας όσο και σκληρός και να είναι αμείλικτος, δεν μπορεί να κερδίσει αν δεν παραιτηθείς εσύ.

Δ.Ζ.:

Το μεγαλύτερο... Η πιο δύσκολη περίπτωση, αν θέλετε μπορούμε να πούμε και για το Κοσμέτειο, να πούμε και για κάποια πράγματα.

Ν.Ο.:

Ναι...

Δ.Ζ.:

Η πιο δύσκολη περίπτωση, το πιο δύσκολο έργο που φέρατε εις πέρας σ’ αυτά τα χρόνια στην ΟΙΟΜΚΩ ποιο ήτανε;

Ν.Ο.:

Το πιο δύσκολο είναι... Υπάρχουν δυο, τρεις οι οποίοι προσπαθούν να σπείρουν τη διχόνοια και δεν μπορείς να τους κάνεις, να τους φέρεις στα... Σε λογική. Αυτή είναι η μόνη δυσκολία. Το δεύτερο είναι να βρεθεί Κωνσταντινουπολίτης στην Αθήνα χωρίς να έχει χαρτιά. Όταν λέω χαρτιά, να μην έχει άδεια παραμονής, να μην έχει ταυτότητα, να μην έχει τίποτα και να προσπαθείς να βγάλεις άκρη με τη γραφειοκρατία. Της ΟΙΟΜΚΩ ένα άλλο θέμα που έπεσε πάρα πολλή ενέργεια, και ακόμα πέφτει ενέργεια πάρα πολλή, είναι το ζήτημα της κοινωνικής αλληλεγγύης. Όταν η κρίση άρχισε στην Ελλάδα, ιδιαίτερα το 2013 έγινε μία οριζόντια κοπή επιδομάτων, στους Κωνσταντινουπολίτες δεν ήτανε μεγάλος αριθμός, στους Πόντιους εκ Ρωσίας, τους Έλληνες του Πόντου από τη Ρωσία που ήρθαν, σε αυτούς ήταν πολύ μεγάλοι αριθμοί και τους Βορειοηπειρώτες, τότε το 2012 η κυβέρνηση τότε του Σαμαρά, έκανε μία... Ένα οριζόντιο κόψιμο των επιδομάτων. Τι ήταν αυτό; Οι ανασφάλιστοι ομογενείς περνάνε τρακόσια τριάντα οκτώ ευρώ το μήνα. Αυτό εν μία νυκτί το κόψανε. Μιλάμε για πενήντα χιλιάδες τέτοιες. Εμάς ήταν λίγοι, ήτανε πεντακόσια άτομα, των Ποντίων είναι πάρα πολύ μεγάλος ο αριθμός. Με αυτό όμως, άρχισαν... Ενώ είχαν τα δικά μας τα σωματεία, το Πάσχα μοίραζαν δέματα, κάποια βοηθήματα. Το Κοσμέτειο υπήρχε πάντοτε, το Κοσμέτειο είναι μία πολυκατοικία που δωρίστηκε από τον Κίμωνα και Μαρία Κοσμέτου, το ζεύγος, και έχει τριάντα τέσσερα διαμερίσματα που παρέχονται δωρεές, να διαμένουν Κωνσταντινοπολίτες. Τώρα, βλέπαμε από το ‘13 μετά, συνέχεια αυξάνονται οι αριθμοί έρχονται άνθρωποι οι οποίοι λένε «Έμεινα στο δρόμο, δεν έχω να φάω, δεν έχω τίποτα, είμαι άρρωστος, φάρμακα δεν μπορώ να πάρω» και αυτό αρχίζει και πολλαπλασιαζότανε. Τότε αποφασίσαμε ότι ωραία τα σωματεία αυτό που κάνουνε είναι χρήσιμο, αλλά εδώ δεν μιλάμε τώρα... Πάμε σε άλλο μέγεθος, πάμε σε εντελώς άπορους ανθρώπους, άστεγους ανθρώπους. Ξεκινήσαμε και ένα πρόγραμμα, το ονομάσαμε «Κοινωνική Αλληλεγγύη», και τότε συνέβη αυτό το μεγάλο ατύχημα. Ο Μηνάς Τσιτσάκος που ήταν αντιπρόεδρος για πολλά χρόνια της Ομοσπονδίας, από ένα ιατρικό λάθος έχασε τη ζωή του, και ονομάσαμε το πρόγραμμα «Μηνάς Τσιτσάκος» και έτσι ονομάζεται ακόμα. Είχαμε μια μικρή βοήθεια από τη Γερμανία, από έναν καθηγητή Γερμανό, τον Bodrik και ο κύριος Ζαμπόγλου που ήταν τότε στη Γερμανία, τώρα είναι στην Κύπρο. Ξεκινήσαμε ένα πρόγραμμα, δίναμε βοηθήματα, στην αρχή είμαστε για τριάντα άτομα, αλλά αυτό συνέχεια μεγάλωνε. Δηλαδή όταν φτάσαμε 2015 τέλη, είχαμε φτάσει σε εκατό πενήντα άτομα! Δίνανε κάθε μήνα βοηθήματα, με χρήματα τότε, και... Το ‘16 το καλοκαίρι συνέβη και το εξής: Είχαμε πάρα πολλούς άστεγους, είχε αλλάξει ο νόμος και όταν δεν πλήρωνες νοίκι δυο-τρεις φορές σε πετούν στο δρόμο. Έχοντας το μοντέλο του Κοσμέτειου, πήγαμε νοικιάσαμε ένα χώρο στη Νέα Φιλαδέλφεια, εκεί στη συνοικία που ονομάζεται Νέα Μάδυτος, το διαμορφώσαμε με χωρίσματα σε κάθε όροφο πέντε δωμάτια, και άρχισε να λειτουργεί από τον Σεπτέμβριο του 2016. Και είναι τώρα... Ακόμα λειτουργεί, είναι δώδεκα άτομα τώρα εκεί, το Κοσμέτειο έχει εξήντα άτομα, αλλά και κάθε μήνα σε εκατό είκοσι οικογένειες μοιράζουμε διατακτικές για να μπορέσουν να αγοράσουν τρόφιμα. Τα φάρμακα κοστίζουν πάρα πολύ, η ιδία συμμετοχή δηλαδή, αλλά και άλλης φύσεως προβλήματα, όταν δεν μπορείς… Σε δίνουνε τρεις-τέσσερις μήνες το ραντεβού να πας να κάνεις ένα υπερηχογράφημα. Έχουμε ένα ιδιωτικό ιατρείο το κάνουμε εκεί, τους πληρώνουμε, πολλά άλλα... Αίμα να βρούμε, ποιος θα χειρουργηθεί, υπάρχουν άνθρωποι εντελώς εγκαταλειμμένοι που δεν είναι κανένας, δεν έχουν κανένα. Πρέπει να μεριμνήσουμε ασθενείς, αυτοί που κάνουν αιμοκάθαρση, μερικοί λίγοι, που έχουν προβλήματα. Ε και συνεχίζεται το πρόγραμμα, αρωγός μας σ’ αυτό το πρόγραμμα ήτανε τέσσερις πήγες, πρέπει να το πω και να καταγραφεί: Υπάρχει το Σταύρος Νιάρχος, το ίδρυμα ΤΙΜΑ, ελληνικό ίδρυμα, το... Ένας Ελβετικός οργανισμός που δεν είναι δικά του χρήματα, αλλά κάποιον άγνωστο για μας σπόνσορα που μας έδωσε κυρίως για να κάνουμε τη Νέα Φιλαδέλφεια, το οίκημα και το τέταρτο πρέπει να το πούμε και δημόσια: Η κυβέρνηση Τουρκίας. Η κυβέρνηση της Τουρκίας το 2018 έδωσε είκοσι χιλιάδες ευρώ για το πρόγραμμα αυτό, και πρόσφατα εξίμισι χιλιάδες έδωσε, τα Χριστούγεννα. Με δικιά της πρωτοβουλία, χωρίς να το ζητήσουμε εμείς. Δυστυχώς το Ελληνικό Δημόσιο, έχει δώσει μηδέν, δεν έχει δώσει τίποτα! Και όχι μόνο, αυτό στη Νέα Φιλαδέλφεια δεν μπορούμε να πάρουμε ηλεκτρικό ρεύμα κοινωνικό, διότι εθεωρήθει ότι το καταστατικό μας δεν γράφει κοινωνική αλληλεγγύη και γράφει αλληλεγγύη μόνο. Έχω κάνει πολύ φασαρία, αλλά δεν... Δηλαδή το Κοσμέτειο πόσο είναι; Λειτουργεί απ’ το ‘71 έχει πάρει μία φορά και εκείνο από τη Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού και εκείνο πριν είκοσι χρόνια, νομίζω δέκα χιλιάδες ευρώ είχανε δώσει, κι εκείνο κατά τύχη έγινε δηλαδή, δεν έχει πάρει το Κοσμέτειο ποτέ, δεν έχει ποτέ η ΟΙΟΜΚΩ πάρει από τους πόρους της Ελληνικής πολιτείας για τους αναξιοπαθούντες και αυτή τη στιγμή είναι κάπου τετρακόσια άτομα. Δεν είναι μόνο στην Αθήνα, είναι και στη Θεσσαλονίκη, ακόμα και σε πόλεις της Ηπείρου, δηλαδή Κόρινθο έχουμε δύο βοηθούμενους, στο Βόλο υπήρχε... Απεβίωσε. Αυτή είναι η κατάσταση, αυτό είναι ένα πρόγραμμα που τρέχει με οκτώ εθελοντές μεγάλης ηλικίας, τις διατακτικές κανονικά τις μοιράζανε στα σπίτια, τώρα βέβαια με την πανδημία, αναγκαστήκαμε και στέλνουμε τις διατακτικές στο κοντινότερο σουπερ μάρκετ για να το παίρνουνε.

Δ.Ζ.:

Υπήρχε μια περίπτωση ανθρώπου, τόσα χρόνια που έχετε συναστραφεί, με ανθρώπους αναξιοπαθούντες και συντοπίτες σας που θέλετε να μας πείτε; Μια ιστορία που σας έμεινε; 

Ν.Ο.:

Τι να πω; Τι ιστορία; 

Δ.Ζ.:

Ανθρώπου που σας είχε μείνει, αναξιοπαθούντα που σας έμεινε. 

Ν.Ο.:

Ε, τώρα όνομα δεν μπορούμε να πούμε. 

Δ.Ζ.:

Όχι όνομα, ιστορία, ιστορία που σας έκανε εντύπωση.

Ν.Ο.:

Ω πάρα πολλές. Τρομερές ιστορίες, πάρα πολλές, αν καθίσω και τις εξηγήσω είναι φοβερή η κατάσταση... 

Δ.Ζ.:

Εγώ θα ήθελα να μου πείτε μία δύο γιατί θέλω να καταλάβω...

Ν.Ο.:

Χωρίς ονόματα να πούμε, χωρίς ονόματα..

Δ.Ζ.:

Χωρίς ονόματα φυσικά. Να μας πείτε εσείς για να καταλάβουμε εμείς που δεν το έχουμε ζήσει...

Ν.Ο.:

Ωραία θα σου πω τρεις, τέσσερις όποια θυμάμαι.

Δ.Ζ.:

Ό,τι θέλετε.

Ν.Ο.:

Στην Κυψέλη μια οικογένεια, μία οικογένεια, δεν θα πω ονόματα βέβαια...

Δ.Ζ.:

Όχι, όχι.

Ν.Ο.:

52 χρόνων ένας εντελώς ψυχικά ανάπηρος, δεν επικοινωνούσε, κραυγές μόνο είχε, η μητέρα του καρκινοπαθής βαριά. Και ήτανε και κάποιος, –όχι σύζυγος– μαζί, ο οποίος... Εκμεταλλευόταν το επίδομα του παιδιού, και πήγαινε το έπαιζε σε ΠΡΟΠΟ, σε Ιππόδρομο. Η κατάσταση τραγική μες στο σπίτι, ανέλαβα, είχε κοπεί το επίδομα του παιδιού διότι δεν είχανε κάνει τις διαδικασίες ανανέωσης, έκανα τις διαδικασίες, καθαρίσαμε κάπως το σπίτι, συνδέσαμε το νερό που είχε κοπεί, συνδέσαμε το ρεύμα, έπαιρνα εγώ το επίδομα, είχα αναλάβει τη δικαστική επιμέλεια του παιδιού με δικαστική απόφαση και εγώ έπαιρνα... Πήγαινα κάθε εβδομάδα, έδινα σε ένα φούρναρη εκεί φαγητό, πήγαινα τρόφιμα, αυτό διήρκησε περίπου ενάμιση χρόνο, η μητέρα πέθανε από καρκίνο, ήταν βαριά ήδη από την αρχή, μετά... Το παιδί αναγκάστηκα έβαλα σε ένα ίδρυμα, πέθανε εκεί, δεν το κοιτάζανε καθόλου καλά, και αυτός που ήτανε μέσα πέθανε και αυτός από διαβήτη... Μία περίπτωση είναι αυτή. Μία άλλη περίπτωση είναι... Συνήθως τι γίνεται, σε καλούνε από Νοσοκομεία και σου λένε «Έχεις εδώ ένα δικό σας, ένας Πολίτης». Πριν τέσσερα χρόνια με καλούν από ένα Νοσοκομείο από το «Ελπίς», η κοινωνική λειτουργός και λέει «Υπάρχει εδώ ένας Πολίτης». Πάω, βρίσκω εκεί, τον βρίσκω του λέω «Πότε ήρθες; Πώς ήρθες;» μου λέει πώς ήρθε εδώ κτλ., δεν έχει καθόλου χαρτιά τα έχει χάσει όλα, δεν έχει τίποτα, τίποτα! Είχε, [01:00:00]αλλά τα 'χασε μετά, από λάθη δικά του δηλαδή δεν είχε... Το πόδι του γάγγραινα, του κόψανε. Δεν είχα χαρτιά, εκεί είναι μεγάλη δυσκολία, βέβαια βρήκα ποιος είναι από το όνομά του, ήταν απ’ το Ορφανοτροφείο, είχε μείνει στην Πρίγκηπο στο Ορφανοτροφείο. Ε, μετά που κάπως συνήλθε, με αυτό... Τον πήραμε και τον βάλαμε στην Ανάβυσσο στο γηροκομείο, μετά από δύο χρόνια απεβίωσε και όλο τρέξιμο, κηδείες κτλ., γινόντουσαν βέβαια από ‘μας. Μετά μια άλλη σοβαρή περίπτωση, πάλι από Νοσοκομείο, από το Γενικό Κρατικό, μέσω Τουρκικού Προξενείου με καλούνε, πάω το βρίσκω, παρόμοια περίπτωση, αλλά αυτός είχε ευτυχώς χαρτιά. Μεγάλη ιστορία. Είχε και τούρκικο διαβατήριο. Εντάξει, ήτανε μια ολόκληρη ιστορία ας πούμε, βίος και πολιτεία, καταφέραμε και για λίγο τον βάλαμε για λίγο σε ένα γηροκομείο της κακιάς ώρας, δεν έχουν λεφτά αυτοί καθόλου, χωρίς λεφτά είναι, εμείς τα καλύπταμε, και μετά κανονίσαμε αυτόν, έγινε μία επιχείρηση με βοήθεια από την Πόλη και πήγε στο Βαλουκλί. Δεν ξέρω αν ζει τώρα. Και μια άλλη περίπτωση τελευταία... πάρα πολλές είναι οι περιπτώσεις, δηλαδή αν καθίσω και τις γράψω... Είναι μια κυρία η οποία ήταν από την περιοχή του Kurtuluş, φαίνεται απ’ ό,τι κατάλαβα από τα λόγια της, η οικογένεια είχε χωρίσει βίαια, με ένα χωρισμό βίαιο, το παιδί επειδή είχε Αρμένικο όνομα, το πετάξανε από το Ζάππειο, έρχεται στην Ελλάδα με μητέρα του, η μητέρα πεθαίνει πολύ νωρίς, παθαίνει αυτή διαβήτη, εγώ τη βρήκα στο χειρουργείο που είχε πάθει, ειλεό μάλλον, και το έντερο της της είχανε αναγκαστικά κόψει. Τέλος πάντων, πολύ δύσκολη μια κατάσταση, ενάμιση χρόνο την κοιτάξαμε, στο τέλος απεβίωσε, αλλά υπάρχουν πάρα πολλές τέτοιες περιπτώσεις. Πρέπει να πω το εξής, ένα γενικό συμπέρασμα: Αυτός ο πληθυσμός που εξαναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Πόλη... Εντάξει σε ένα ποσοστό σημαντικό, μπόρεσε να προσαρμοστεί εδώ, μπόρεσε να σταθεί στα πόδια του, αλλά και ένα σημαντικό ποσοστό μπορεί και 20% να μην κατάφερε να ορθοποδήσει, και αυτό... Εμφανίζεται... Έρχεσαι εδώ 25 χρόνων δουλεύεις χωρίς κοινωνική ασφάλιση, φτάνεις στα 60 σου καταλαβαίνεις ότι δεν έχεις ούτε δεκάρα, δεν έχεις σπίτι, δεν έχεις τίποτα και βρίσκεσαι στο δρόμο. Δηλαδή, αυτό που συνέβη το ’64, ‘70 κτλ., εμφανίζεται μπορεί μετά τριάντα-σαράντα χρόνια. Ναι...

Δ.Ζ.:

Εσείς, νιώσατε ποτέ ότι υπήρχε αυτό –που μου ‘χουνε περιγράψει άλλοι– ότι υπήρχε νοσταλγία; Όχι για τα γεγονότα, που ήτανε σίγουρα δύσκολα, για τον τόπο.

Ν.Ο.:

Κοίταξε... Αυτό... Νοσταλγία δεν... Και μερικοί Τούρκοι που το λένε τους απαντάω πάρα πολύ σκληρά. Τίποτα, δεν υπάρχει νοσταλγία καθόλου, υπάρχει το εξής: Η αδικία που υπέστη... Υπέστη χωρίς λόγο. Αυτό υπάρχει.

Δ.Ζ.:

Αυτό είναι ένα συναίσθημα.

Ν.Ο.:

Ε, ναι, αυτό υπάρχει και το λέω στους Τούρκους: Ότι έχετε κάνει αδικίες πολλές... Άλλο;

Δ.Ζ.:

Κι αυτό είναι ένα συναίσθημα όμως... Λοιπόν είχαμε μείνει στο ότι δεν υπάρχει νοσταλγία και το λέτε και πάρα πολύ ωμά, το θέμα είναι η αδικία. Νοσταλγία μπορεί να μην υπάρχει με την έννοια ότι κάθομαι και το νοσταλγώ, εσείς όμως ποτέ δυσκολευτήκατε να προσαρμοστείτε; Άλλη κοινωνία εδώ, άλλη εκεί.

Ν.Ο.:

Όχι, δεν δυσκολεύτηκα πολύ, να σου πω... Ήμουνα νέος σχετικά και... Οι γονείς δυσκολεύτηκαν πολύ, αυτό πρέπει να το ομολογήσω δεν συνηθίσανε ποτέ, ιδιαίτερα η μητέρα μου δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί ποτέ. Και ο πατέρας τα ίδια. Τώρα... Εγώ δεν αισθάνθηκα καμία δυσκολία... Εντάξει... Δεν είχα δυσκολία.

Δ.Ζ.:

Σε σχέση με τα παιδιά, πάμε στους νέους, και στους νέους εθελοντές, –που είμαι κι εγώ– τι θα ήταν αυτό που θα θέλατε τόσα χρόνια με τη συναναστροφή σας με τους νέους εθελοντές, τους ανθρώπους που έχουν καταγωγή απ' την Κωνσταντινούπολη και πάνε εκεί να κρατήσουν από εσάς και από όλη τη δράση που κάνουμε. Δηλαδή αν αύριο αυτό πράγμα σταμάταγε, αποσυρόσασταν, τελείωνε... Πώς θα θέλατε να το θυμούνται όλο αυτό;

Ν.Ο.:

Ναι... Κοίταξε, τώρα το βασικό είναι... Να υπάρξει ένα νέο αίμα στην Πόλη. Να προσαρμοστούν και να ζήσουν ευτυχισμένοι κάποιοι νέοι στην Πόλη. Τώρα... Αυτός είναι ο σκοπός μας... Να βοηθήσουμε να προσαρμοστούν σε αυτήν την νέα κατάσταση με σκοπό διττό: Πρώτον και οι ίδιοι να είναι ευτυχισμένοι, δηλαδή να έχουνε δουλειές, να έχουνε... Να περνάνε καλά, αλλά και η κοινότητα να μην τελειώσει, αυτή είναι η βασική μας έτσι, ο βασικός σκοπός αυτής της προσπάθειας που γίνεται. Δηλαδή, η αίσθηση ότι αυτή τη στιγμή είμαστε στο τελευταίο στάδιο ενός πολιτισμού που χάνεται. Ε, αυτό είναι σοβαρό.

Δ.Ζ.:

Αυτό είναι κάτι που το αντιλαμβάνεστε μόνο εσείς ή και η κοινότητα εδώ θεωρείτε;

Ν.Ο.:

Η κοινότητα δεν ξέρω εκεί τι αισθάνεται, αλλά εγώ το αισθάνομαι πολύ έντονα και στην ΟΙΟΜΚΩ οι περισσότεροι το αισθάνονται δηλαδή μέσα στην ΟΙΟΜΚΩ στο Διοικητικό συμβούλιο, υπάρχει αυτή... Η αυτή, η αίσθηση ότι αυτό είναι κάτι πάρα πολύ... Που πρέπει να γίνει προσπάθεια.

Δ.Ζ.:

Τα μεγαλύτερα εμπόδια σ’ αυτήν την προσπάθεια... Ποια κατά τη γνώμη σας ποια είναι στο να έρθει ένα νέο παιδί, όπως ήρθα και εγώ εδώ...

Ν.Ο.:

Κοίταξε, η μεγαλύτερη δυσκολία είναι οι αντικειμενικές δυσκολίες διότι υπάρχει ένα... Ένα χάσμα γενεών που ήτανε ενδιάμεσα, χάθηκε δηλαδή ουσιαστικά μία ή και δύο γενιές, ότι η Πόλη πια έχει αλλάξει πάρα πολύ, είναι... Δεν έχει καμία σχέση με αυτήν την οποία εμείς ξέραμε και ζήσαμε. Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι, πάρα πολύ αμείλικτοι. Και βέβαια, οι εξελίξεις εκεί δεν είναι πολύ θετικές, δηλαδή το βλέπουμε αυτό το πράγμα καθημερινά..

Δ.Ζ.:

Άρα πώς θα έπρεπε ένας άνθρωπος να σκεφτεί για να έρθει εδώ; Δηλαδή βλέπουμε ότι στην Ίμβρο, πολύς κόσμος έχει κάνει μια παλινόστηση και το βλέπει...

Ν.Ο.:

Ναι.. Κοίταξε, δεν είναι.. Τόσο.. Εγώ δεν ξέρω αν είναι πραγματικά τόσο... Θεαματικό αυτό το πράγμα. 

Δ.Ζ.:

Όχι, αλλού θέλω να καταλήξω: Αυτό που δεν έχω καταλάβει είναι η διαφορά νοοτροπίας σε παλινόστηση. Δηλαδή πολλές φορές μου λένε οι Ίμβροι ότι «Τι ωραία που το νησί μας ξαναζεί», ενώ ακούω σε συνεντεύξεις να μου λένε Πολίτες ότι «Η Πόλη τελείωσε πια».

Ν.Ο.:

Κοίταξε, η Ίμβρος πάντοτε είχε μια διάφορα ότι... Είναι όπως και να το κάνεις, αγροτικός πληθυσμός. Ο αγροτικός πληθυσμός είναι πολύ δεμένος στη γη του, η Πόλη ήτανε μία αστική κοινωνία. Εντάξει η αστική κοινωνία έχει δεσμούς με τον τόπο καταγωγής του, αλλά... Είναι διαφορετικό από την... Από ένα περιβάλλον... Αγροτικό. Έχουν διαφορές οι δύο κοινότητες, δεν είναι το ίδιο.

Δ.Ζ.:

Επειδή είστε ένας αρκετά ορθολογιστής άνθρωπος, το δίλημμα αν θα έπρεπε κάποιος να έρθει στην Πόλη, πρέπει να το αντιμετωπίζουμε με το μυαλό ή με την καρδιά; Γιατί αν το δει κανείς με το μυαλό, οι αντικειμενικές συνθήκες είναι δύσκολες όπως είπαμε.

Ν.Ο.:

Ντάξει, και τα δυο πρέπει να υπάρχουν, και το μυαλό και το αυτό πρέπει να υπάρχει. Δεν είναι μόνο... Η καρδιά, δηλαδή η ωμή σχεδίαση. Εγώ στηρίζομαι στο γεγονός ότι... Δεν είναι όπως άλλες περιπτώσεις που σου λένε «Με πέντε άτομα τι θα κάνεις του χρόνου;». Δεν είναι... Είναι αυτή μία κοινότητα που είναι οργανωμένη, που θα μπορούσε αν υπήρχε διάθεση, να... Συνέλθει.

Δ.Ζ.:

Υπάρχει; Καλά, άμα δεν θέλετε δεν απαντάτε, εγώ ρωτάω.

Ν.Ο.:

Ε... Απ’ αυτά που έχουμε ζήσει, δεν υπάρχει! Κοίταξε εγώ δεν είμαι...

Δ.Ζ.:

Ωραία γιατί δεν φαίνεται...

Ν.Ο.:

Έχω ζήσει σαράντα χρόνια στο Πολυτεχνείο, τα Πανεπιστήμια έχουν ένα μεγάλο πλεονέκτημα: Στα Πανεπιστήμια ποτέ δεν ζητάει κανείς τη σύνταξη, και αυτό οφείλεται στο ότι είσαι μέσα στους νέους. Τώρα βέβαια δεν είναι όλοι οι καθηγητές που ξέρω, ανοιχτοί στους νέους, έχω δει πολλά πράγματα αρνητικά, βέβαια η δικιά μας η σχολή είναι... Έχει μία διαφορά από άλλες σχολές. Είναι... Έχει μια διαφορετική κουλτούρα η σχολή για διάφορους λόγους. Δεν ήτανε ποτέ... Δηλαδή εγώ δεν έχω ακούσει πράγματα στη δικιά μου τη σχολή, παραδείγματος χάριν κι από άλλες σχολές ξέρω, τα έχω μάθει και πολύ αργά, ότι παίζει και το κομματικό. Δηλαδή ένας καθηγητής που θεωρεί κομματικούς φίλους μερικούς φοιτητές, φοιτητικές παρατάξεις, τους δίνει βαθμό, τους άλλους τους δυσκολεύει. Τέτοια πράγματα εγώ δεν έχω ζήσει στο Πολυτεχνείο. Ή τουλάχιστον στη δικιά μου τη σχολή...

Δ.Ζ.:

Την ιστορία με τα ονοματεπώνυμα θα μου την πείτε όμως;

Ν.Ο.:

Ποια; Α, ε ναι, αυτή είναι μία από τις ιστορίες, είχαμε διάφορα εκεί με τα... Αυτό δεν είναι κομματικό, το κομματικό είναι...

Δ.Ζ.:

Όχι, καθόλου. Καταγωγής, θα μου το πείτε αυτό;

Ν.Ο.:

Αυτό κοίταξε, στη δεκαετία του ‘80 υπήρχε τότε στην Ελλάδα όπως ξέρεις οι ταμπέλες πολλές φορές γίνονται... Αυτά... Ότι ποιος θα ονομαστεί, θα βάλει και την πληροφορική, τους υπολογιστές στο όνομά του, και... Εμάς ήταν Σχολή [01:10:00]Ηλεκτρολόγων Μηχανικών, στην Αμερική κανονικά τα Πανεπιστήμια που ασχολούνται με ηλεκτρονικούς υπολογιστές είναι Electrical Computer Engineering, στα Ελληνικά το engineering δεν υπάρχει βέβαια και… Ε, λέμε «Ηλεκτρολόγων Μηχανικών» και «Μηχανικών Υπολογιστών». Η Πάτρα πρώτη φορά είχε φτιάξει ένα τμήμα... Και έλεγε «Μηχανικών Υπολογιστών και Πληροφορικής». Μετά το Πανεπιστήμιο Αθηνών, που δεν ήταν Πολυτεχνική Σχολή, έφτιαξε... Από το Φυσικό φύγανε μερικοί και είπανε «Τμήμα Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών». Λοιπόν... Εγώ ήμουνα πρόεδρος και προσπαθούσα να περάσω την ονομασία και «Μηχανικών Υπολογιστών» διότι αυτό ήταν προσελκυστικό προς τους καλούς φοιτητές. Ο πρώην πρόεδρος από 'μένα μάλιστα, είχε τυπώσει φέιγ βολάν και πήγαινε και τα μοίραζε έξω από τα Λύκεια. Και... Είναι ωραίος τύπος! Και προσπαθούσα επί χρόνια να το περάσω αυτό, και κάθε τόσο έβλεπα, κάποιος βρισκότανε που το τραβούσε το έγγραφο το δικό μας και εξαφανιζότανε! Ε, και είχε βρεθεί κάποιος, φίλος, και μας είπε «Ξέρεις το παίρνουν απ’ το Πανεπιστήμιο», τέτοια πολλά έχω ζήσει στην Ελλάδα. Εντάξει, ναι, δεν είναι ασυνήθιστο. 

Δ.Ζ.:

Θα μας πείτε, –τώρα που πλησιάζουμε στο τέλος– κάποια έθιμα αυτήν την εποχή που κάναν στην Πόλη, για το μπαλκοχαράνι; Μια ιστορία με τα ήθη και τα έθιμα θέλω να μου πείτε, αυτή την εποχή που στην Ελλάδα έχουμε τις απόκριες και τα Χριστούγεννα αλλά γενικά στην Ευρώπη... Έχετε να μου πείτε για τότε αυτή την εποχή, τι γινότανε;

Ν.Ο.:

Στην Πόλη;

Δ.Ζ.:

Στην Πόλη.

Ν.Ο.:

Κοίταξε... Ειδικά έθιμα... Δηλαδή Κυριακάτικο γεύμα ειδικά στις γιορτές. Ήτανε κάτι... Πολύ συνηθισμένο και μετά στην Εκκλησία που πηγαίναμε συστηματικά, τις Κυριακές, αυτό ήταν το άλλο. Έθιμα... Έτσι... Πολύ... Χτυπητά... Τι να σου πω τώρα; Υπήρχαν μερικές έτσι... Οχι δεισιδαιμονίες, αλλά έτσι συνήθειες... Παραδείγματος χάριν το πιο ενδιαφέρον και το λέω αυτή τη στιγμή, είναι... Η εθνότητα και το όνειρα. Όταν βλέπαμε Τούρκο στο ύπνο μας, στο όνειρό μας, είναι πάρα πολύ καλό κάτι ήσουνα έτοιμος ότι θα γίνει κάτι πολύ καλό, εκείνη τη μέρα, ξυπνούσες χαρούμενος, ενώ όταν έβλεπες Εβραίο, υπήρχε πανικός μέσα στο σπίτι, ότι θα γινόταν κάτι σαν θανατικό, περίεργο κάτι.

Δ.Ζ.:

Η μητέρα σας, είπατε ότι όταν έγινε επίθεση στο σπίτι είχε επηρεαστεί πάρα πολύ, θέλετε να μου πείτε τι επίθεση έγινε και πώς ήτανε;

Ν.Ο.:

Ναι, αυτό έγινε την πρώτη την πρώτη νύχτα της εισβολής, εγώ ήμουνα στην Αγγλία ακόμα, δηλαδή 20 Ιουλίου, εμάς ο δρόμος δεν είχε άλλα Ελληνικά σπίτια, ήταν το μοναδικό, μία ομάδα γκρίζων λύκων έρχεται και λέει "Rum evi. Nerede Rum evi?" [Ελληνικό σπίτι. Που υπάρχει ελληνικό σπίτι;]. Ξέρανε περίπου ότι υπήρχε κάποιο Ρωμαίικο. Αυτό... Σπίτι. Φώναζαν από έξω, και... Στο ισόγειο νοικιασμένο, νοικάρης, ήταν ένας δάσκαλος Τούρκος, ο οποίος βγήκε έξω και συνεπλάκη μ’ αυτούς και τους είπε "Sana ne olan nerede [Δ.Α.]", «Τι σε νοιάζει εσένα που υπάρχει Ρωμαίικο σπίτι; Τι είσαι εσύ; Γιατί ρωτάς;» κτλ., και συνεπλάκησαν, αλλά εκείνη την ώρα... Ο φόβος έχει πιάσει... Τρομερό αυτό... Είναι και ο πατέρας μου βέβαια... Και κάποια στιγμή ανάβει το φως για τις σκάλες και νόμισε η μητέρα μου ότι αυτοί μπήκαν μέσα και ανεβαίνουνε πάνω στο σπίτι για να επιτεθούνε, ήταν και η αδελφή μου μικρή. Αυτή, εκείνη τη στιγμή ήτανε... Σαν χρόνια να πέρασαν πια... Λέει... Και γυρνάει τον πατέρα μου και τον λέει «Όλοι κάνανε κάτι και φύγανε, και εμείς εδώ καθόμαστε και αυτό... Και υποφέρουμε με αυτά εδώ ζούμε». Αυτό έπαιξε κάποιο καταλυτικό ρόλο. Πρέπει να σου πω τη δεκαετία του ’60, κάθε βράδυ σχεδόν στο σπίτι, η συζήτηση ήτανε μετά από το τραπέζι ήταν πώς θα φύγουμε, κι αν φύγουμε τι πρέπει να γίνει. Ο πατέρας μου δεν μπόρεσε να τελειώσει το γαλλικό σχολείο, και έλεγε «Αν είχα τελειώσει το σχολείο, θα είχα ένα δίπλωμα και θα μπορούσα να δουλέψω σαν δάσκαλος», είχε αναγκαστεί να αφήσει, λόγω βιοποριστικούς σκοπούς, το σχολείο το γαλλικό. Βέβαια ήταν απ’ τους λίγους που είχε μιλήσει, δηλαδή μου είχε πει τι είχε τραβήξει σε άλλες ηλικίες. Μου είχε πει μετά το varlık vergisi τι είχε γίνει, πολλοί Ρωμιοί δεν τα λέγανε αυτά. Δηλαδή ένα ζήτημα μετά απ’το ’23, ήτανε ότι είχε χάσει και την πολιτική της πνοή η κοινότητα. Δεν είχε... Μια πολιτική ωριμότητα. Λόγω βέβαια της καταπίεσης, που ήταν πάρα πολύ έντονη η καταπίεση, και ήταν συνεχής, δεν ήταν μία και δύο φορές. Πάρα πολύ.

Δ.Ζ.:

Όταν είδατε τα πολιτικά πρόσωπα της Τουρκίας, γιατί συναντηθήκατε ως ΟΙΟΜΚΩ και στα πλαίσια κάποιων διεκδικήσεων, υπήρχε κάτι που σας έκανε θετική εντύπωση, που θα θέλατε να το πείτε σ’ εμάς;

Ν.Ο.:

Με τους Τούρκους πολιτικούς;

Δ.Ζ.:

Ναι. Εσείς είδατε και τον πρόεδρο της Τουρκίας, τον Ερντογάν.

Ν.Ο.:

Ναι, εντάξει, τον είδα μια φορά. Κοίταξε μ’ αυτούς μιλούσαμε πολύ ανοιχτά, δηλαδή εγώ ποτέ δεν φανταζόμουνα με ένα Τούρκο θα μιλούσα έτσι ανοιχτά.

Δ.Ζ.:

Δηλαδή τι ήταν... Που σας σόκαρε θετικά; Τι σας είπε που λέτε «Α, δεν το περίμενα»,

Ν.Ο.:

Θετικά. Θετικά όλα. Πρώτον, ότι συζητούσανε, ότι αναγνώριζαν ότι έγιναν αυτά. Οι διωγμοί. Βέβαια πολλές φορές οι περισσότεροι λέγανε «Υπεστήκατε αυτά επειδή έγινε το εγχείρημα αυτό στη Σμύρνη», της απόβασης—

Δ.Ζ.:

Του στρατού ελληνικού;

Ν.Ο.:

Το ‘19 ήταν ένας σταθμός, πριν από εκεί, έγιναν πάρα πολλά τα οποία δεν τα ξέρουν αυτοί, δηλαδή ο ρόλος της ιστορίας είναι πάρα πολύ σημαντικός σε αυτές τις συζητήσεις.

Δ.Ζ.:

Γιατί το Ελληνικό κράτος δεν έχει φροντίσει για όλους εμάς, πέρα από τη Σμύρνη, να μάθουμε καλά και την ιστορία, πιο σφαιρικά, σε σχέση με τα ζητήματα των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης;

Ν.Ο.:

Γι’ αυτό πρέπει να διαβάσεις ένα άρθρο μου.

Δ.Ζ.:

Θέλω να μου πείτε για τη συνέντευξη, για αυτούς που θα τη διαβάσουν, να πείτε μια γνώμη. Τι πιστεύετε;

Ν.Ο.:

Κοίταξε η Ελλάδα μην ξεχνάμε, από μόνη της από την αρχή, είναι το πρότυπο του έθνους-κράτους. Δηλαδή πρώτη φορά στα Βαλκάνια, το έθνος-κράτος είναι η Ελλάδα. Αυτό έχει αρνητικές συνέπειες, αλλά η ρίζα είναι πολύ χειρότερη ότι το ιδεολογικό υπόβαθρο που έστησε το ελληνικό κράτος, ιδιαίτερα μετά από το 1831, τη δολοφονία του Καποδίστρια, είναι η έννοια του περιχαρακωμένου, του κράτους το οποίο θέλει να γίνει το Βέλγιο των Βαλκανίων, το κράτος που για να γίνει σύγχρονο Ευρωπαϊκό πρέπει να έχει ζωολογικό κήπο, δεν υπήρχε κανένα ενδιαφέρον για τον ελληνισμό εκτός συνόρων. Σίγουρα η πολιτειακή εξέλιξη η οποία έγινε με την εγκαθίδρυση της Βαυαροκρατίας που συνεχίστηκε μετά και με τη δυναστεία την καινούρια που επέβαλαν οι Εγγλέζοι. Όλα αυτά έπαιξαν πάρα πολύ σημαντικό ρόλο, και βέβαια βασικά ηθικός αυτουργός αυτής της κατάστασης, είναι αυτή η ιδεολογία του Κοραή που έβλεπε την Ελλάδα σαν... Να εξελιχθεί ένα κράτος στο οποίο... Θα είχε τα σύνορα του στην Αττικοβοιωτία. Αυτό ήταν το όνειρό του Κοραή, ήτανε να ανασυγκροτηθεί η αρχαία Ελλάδα... Η αρχαία Αθηναϊκή πολιτεία και η ζημιά που έχει κάνει τεράστια. 

Δ.Ζ.:

Αυτό που βλέπουμε τώρα, στα φιλμ του Netflix, και αυτό που ζούσε όσοι μένουμε εδώ, ότι η Κωνσταντινούπολη είναι μια εξαιρετικά ωραία, ωραία πόλη αλλά είναι σαν τρεις χώρες σε μία. Αυτό πιστεύετε ότι είναι ένα χάσμα που μπορεί να γεφυρωθεί; 

Ν.Ο.:

Τι είναι;

Δ.Ζ.:

Σαν να είναι τρεις χώρες σε μία. Πιστεύετε ότι αυτό είναι ένα χάσμα που μπορεί να γεφυρωθεί ή που θα παραμείνει έτσι;

Δ.Ζ.:

Τρεις χώρες σε μία, τι δηλαδή... Τρεις χώρες ποιες είναι; 

Δ.Ζ.:

Δηλαδή, στην Κωνσταντινούπολη... Θα σας πω τι εννοώ... Μπορείς να πας σε ένα μέρος στο Βόσπορο και να ζήσεις μία ζωή σαν να ήσουν στα παλιά Haliç . Μπορείς να ζήσεις μια ζωή Αμερικάνικη. Μπορείς να ζήσεις μία ζωή με πολλές μειονότητες... Είναι πόλη... Είναι μία πόλη... Δηλαδή αλλιώς ζούνε οι άνθρωποι στο Fatih, σαν να είναι σε μία άλλη χώρα. Αλλιώς ζουν οι άνθρωποι στο Etiler. Αλλιώς ζουν οι άνθρωποι στο Emirgan. Αλλιώς ζουν οι άνθρωποι στο Kurtuluş. Είναι μια πόλη με πολλές αντιφάσεις, πιστεύετε ότι αυτό μπορεί να γεφυρωθεί; 

Ν.Ο.:

Αυτό... Αυτό που προσπάθησε να κάνει το Ρεπουμπλικανικό καθεστώς ήταν να δημιουργήσει... Αυτό να κάνει. Το οποίο είναι καταστροφικό όμως. Τι διαφορά δηλαδή; Όλοι πρέπει να είναι ίδιοι;

Δ.Ζ.:

Όχι. Αρκεί να υπάρχει τελικά μια δίοδος— 

Ν.Ο.:

Επικοινωνίας.

Δ.Ζ.:

Ναι.

Ν.Ο.:

Αυτό κοίταξε, εν μέρει επί Οθωμανικής αυτοκρατορίας, είχε επιτευχθεί αυτή η δίοδος, υπήρχε μία παράλληλη κοινωνία άλλων εθνοτήτων, κι αυτό τουλάχιστον για μικρό διάστημα από το 1856, άρχισε να... Πήγαινε να γίνει. Δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί γιατί; Γιατί ο σκληρός πυρήνας της εξουσίας δεν ήθελε ν’ αναγνωρίσει ότι έχουν ίδια δικαιώματα και οι μη μουσουλμάνοι. 

Δ.Ζ.:

[01:20:00]Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

Ν.Ο.:

Λοιπόν καλή επιτυχία.

Δ.Ζ.:

Θέλω να μου πείτε τι εύχεστε το καινούργιο έτος να γίνει για όλους και για την ΟΙΟΜΚΩ.

Ν.Ο.:

Ευχαριστώ πολύ. Λοιπόν θα τα πούμε πάλι.

Δ.Ζ.:

Θέλετε να μου πείτε τι εύχεστε να γίνει για την ΟΙΟΜΚΩ στο καινούργιο έτος;

Ν.Ο.:

Τι να γίνει το καινούργιο έτος; Να συνεχίσει αυτά που προσπαθεί να κάνει, απερίσκεπτα.

Δ.Ζ.:

Σας ευχαριστώ πολύ.

Ν.Ο.:

Κι εγώ. Γεια.

Δ.Ζ.:

Γεια.