© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Πανελλήνιες και αθλητισμός: «Ένας συνδυασμός πειθαρχίας και φιλοδοξίας»

Κωδικός Ιστορίας
16155
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Ελευθέριος Βουρλάκης (Ε.Β.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
08/09/2020
Ερευνητής/τρια
Σοφία Κύρτσου (Σ.Κ.)
Σ.Κ.:

Καλησπ[00:00:00]έρα, πες μας το όνομά σου.

Ε.Β.:

Είμαι ο Λευτέρης.

Σ.Κ.:

Είμαι η Κύρτσου Σοφία, είμαι ερευνήτρια στο Istorima, βρίσκομαι με τον Λευτέρη, έχουμε 9 Σεπτεμβρίου 2020 κι είμαστε στην Θεσσαλονίκη. Πες μας από πού κατάγεσαι.

Ε.Β.:

Κατάγομαι από τα Χανιά και είμαι 23 χρονών, ζω στην Θεσσαλονίκη τα τελευταία 4 χρόνια, όπου σπουδάζω μηχανολόγος μηχανικός στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Σ.Κ.:

Σε ποιο έτος είσαι;

Ε.Β.:

Είμαι στο τέταρτο έτος, έχω πάρει εξειδίκευση στον τομέα Βιομηχανικής Διοίκησης και απομένουν ακόμα άλλος ένας χρόνος στο πανεπιστήμιο.

Σ.Κ.:

Γενικότερα με τι ασχολείσαι;

Ε.Β.:

Γενικότερα, ασχολούμαι με τον αθλητισμό. Είμαι αθλητής σφαιροβολίας και άρσης βαρών, καθώς και με τα ακαδημαϊκά μου καθήκοντα ως φοιτητής στο πανεπιστήμιο.

Σ.Κ.:

Πόσο καιρό ασχολείσαι με τον αθλητισμό;

Ε.Β.:

Ασχολούμαι από τα 12 μου χρόνια, που σημαίνει ότι ασχολούμαι τα τελευταία 10 χρόνια, αλλά πιο σοβαρά τα τελευταία 7 χρόνια, όπου με τη σφαιροβολία κυρίως και μετέπειτα λίγο με την άρση βαρών. Στη σφαιροβολία ξεκίνησα από τα Χανιά, από όπου κατάγομαι κιόλας, και με τη βοήθεια και του προπονητή μου καταφέραμε διάφορες διακρίσεις όπως ήταν η πρώτη θέση σε πανελλήνιο πρωτάθλημα και  συμμετοχή με την Εθνική Ελλάδος στη συνάντηση Ελλάδας-Κύπρου το 2015, καθώς και με την άρση βαρών από το 2016 μέχρι και σήμερα σχεδόν κάθε χρόνο βρισκόμαστε στις τρεις πρώτες θέσεις, και μου εξασφάλισε και την πρόσβαση στο πανεπιστήμιο μέσω το επιπλέον μοριοδότησης 7%.

Σ.Κ.:

Πώς ξεκίνησες να ασχολείσαι με τον αθλητισμό;

Ε.Β.:

Πάντα μου άρεσε ο αθλητισμός, από παιδάκι και ο πατέρας μου και ο αδερφός μου. Ξεκίνησα με ποδόσφαιρο στα 6 μου χρόνια και στη συνέχεια, τυχαία, κάπου στα 12 μέσω της παρότρυνσης ενός φίλου μου ξεκίνησα στίβο. Εκεί, λοιπόν, ο προπονητής που έκανε τα ριπτικά αγωνίσματα, επειδή δεν έκανα για άλλα αθλήματα με πήραν στα ριπτικά αγωνίσματα. Και στη συνέχεια εξελίχθηκα, μου άρεσε πάρα πολύ η ρίψη στη σφαιροβολία συγκεκριμένα και όσο πήγαινε ο καιρός και μαζί με τη σχέση που ανέπτυξα με τον προπονητή μου, γιατί ήταν πολύ σημαντικό κομμάτι και με βοηθούσε και όχι μόνο στα αθλητικά αλλά γενικότερα στη ζωή μου, δέθηκα ένα παραπάνω με το άθλημα, με τις ρίψεις, με τον στίβο, με τον κλασικό αθλητισμό γενικότερα. Αυτό.

Σ.Κ.:

Με την άρση βαρών που μας είπες;

Ε.Β.:

Με την άρση βαρών ξεκίνησε χάνοντας ένα στοίχημα με τον προπονητή μου. Ο προπονητής μου με πίεζε πάρα πολύ να ξεκινήσω και άρση βαρών, γιατί ήταν κομμάτι ουσιαστικά της προπόνησής μας. Έτσι λοιπόν, εγώ δεν ήθελα, έχοντας τα στερεότυπα του αρσιβαρίστα στο μυαλό μου, να ξεκινήσω με τίποτα. Και βάλαμε ένα στοίχημα ότι είτε αύριο θα κάνω μια συγκεκριμένη επίδοση, που είχαμε κάτι αγώνες, αν δεν την κάνω, θα ξεκινήσω άρση βαρών, θα βγάλω δελτίο ουσιαστικά να αγωνίζομαι. Ο αγώνας, λοιπόν, δεν πήγε τόσο καλά και αναγκάστηκα να βγάλω δελτίο άρσης βαρών. Και ουσιαστικά η άρση βαρών με την σφαίρα είναι αλληλένδετα, η προπόνηση του κλασικού αθλητισμού γενικά περιλαμβάνει άρση βαρών, περιλαμβάνει βάρη και πόσο μάλλον τα προπονητικά μοντέλα τα οποία επιλέγαμε να δουλεύουμε περιλαμβάνανε άρση βαρών. Έτσι λοιπόν, αρχίσανε και οι πρώτοι μου αγώνες στην άρση βαρών, η πρώτη πρόκριση σε πανελλήνιο πρωτάθλημα και τα πρώτα μετάλλια, τα οποία τα πρώτα κιόλας ήταν το 2015 στην Θεσσαλονίκη, τα οποία η τρίτη θέση μού εξασφάλισε την πρόσβαση στο πανεπιστήμιο.

Σ.Κ.:

Πώς άλλαξε την καθημερινότητά σου όλο αυτό; Είχες άλλες υποχρεώσεις, το πρόγραμμά σου;

Ε.Β.:

Η καθημερινότητα πόσο μάλλον σαν μαθητής και σαν καλός μαθητής, που θεωρώ ότι ήμουνα, ήταν λίγο διαφοροποιημένη από τα υπόλοιπα παιδιά, δεδομένου του ότι ένα παιδί το οποίο κάνει αθλητισμό και πόσο μάλλον «αγωνιστικό αθλητισμό» ήταν 3 ώρες προπόνηση κάθε μέρα για έξι φορές τη βδομάδα. Αυτό από μόνο του σε βάζει σε μια ρουτίνα λίγο διαφορετική, σε βάζει ότι πρέπει να γυρίσω να φάω, να διαβάσω και να πάω στην προπόνηση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προσέχεις το φαγητό σου, τις ώρες που τρως, τις ώρες που κοιμάσαι, τις ώρες που ξεκουράζεσαι. Παράλληλα να προσπαθείς να ισορροπήσεις με τα καθήκοντα που έχεις στο σχο[00:05:00]λείο εκείνη την εποχή, γιατί ήμουν ένα παιδί που διάβαζα, και πόσο μάλλον να αντισταθμίσεις και τις «κοινωνικές σου υποχρεώσεις» και ανάγκες σου, που σημαίνει να βγεις, να δεις τους φίλους σου, να ξεσκάσεις, να πας μια βόλτα. Αλλά όλα αυτά με κάποιο τρόπο μπορούν να ισορροπηθούν, εφόσον υπάρχει και δικιά σου βούληση και πόσο μάλλον από τους γονείς σου εκείνη την εποχή, εκείνη την περίοδο, να σε στηρίξουν σε όλο αυτό, μπορεί να εξισορροπηθεί. Αυτό, βέβαια, περιλαμβάνει λίγο ύπνο, αρκετή ταλαιπωρία και σωματική και ψυχολογική. Καθώς επίσης και να χάνεις στιγμές τις οποίες δεν θα είσαι εκεί είτε γιατί θα έχεις προπόνηση, είτε γιατί θα έχεις αγώνα, είτε γιατί θα ταξιδεύεις για κάποιο αγώνα σου. Και αυτόματα από τη μια σε «χάνεις», αλλά αυτά που κερδίζεις σε συναισθηματικό επίπεδο μέσω του αθλητισμού, μέσω μιας καλής διάκρισης, μέσω ενός αγώνα δεν... είναι ανεκτίμητα.

Σ.Κ.:

Ο αθλητισμός πώς διαμόρφωσε τον χαρακτήρα σου πιστεύεις;

Ε.Β.:

Ο αθλητισμός έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξή του και διαμόρφωση του χαρακτήρα μου, γιατί σε βάζει σε μια ρουτίνα και σε αναγκάζει από μικρός να πειθαρχείς, ούτως ώστε... να πειθαρχείς, όμως, όχι με τη στρατιωτική έννοια, να πειθαρχείς με την έννοια ότι κάνω κάτι το οποίο το αγαπάω και αφοσιώνομαι σε αυτό. Με έκανε να είμαι πιο συνειδητοποιημένος στο τι θέλω να πετύχω, το οποίο επεκτείνεται και στη μετέπειτα ζωή σου, το τι θέλεις να πετύχεις και πώς θα φτάσεις σε αυτό. Και τα πιο απλά πράγματα που είναι ότι πρέπει να οργανώνεις τον χρόνο σου, ότι δεν μπορείς να ξεχαστείς, να κοιμηθείς ας πούμε 4 ώρες το απόγευμα, 5 ώρες, γιατί πρέπει να έχεις προπόνηση, πρέπει να πας, να είσαι ξεκούραστος και να είσαι αποδοτικός. Αυτό, βέβαια, δεν έγινε μόνο του. Αυτό έγινε με τη στήριξη του προπονητή μου, που πέρα από προπονητής μου στάθηκε δίπλα μου σαν δεύτερος μπαμπάς κι αυτό έπαιξε τον ρόλο της διαμόρφωσης ένα παραπάνω, καθώς επίσης όλες οι συναναστροφές που αποκτάς και στα ταξίδια και στις διοργανώσεις, και με τους συναθλητές σου και με όλα.

Σ.Κ.:

Εκτός από τον προπονητή σου, η οικογένεια σου πώς το αντιμετώπισε;

Ε.Β.:

Ήμουν πάρα πολύ τυχερός, γιατί η οικογένειά μου με στήριζε πάρα πολύ και μου είχαν εμπιστοσύνη, θέλανε να είμαι στα γήπεδα κι εγώ το ήθελα. Παράλληλα ήμουν τυπικός στις μαθητικές μου υποχρεώσεις, ήμουν άριστος, δεν υπήρχαν προβλήματα. Με στήριξαν πάρα πολύ και πόσο μάλλον στην περίοδο των Πανελλαδικών, που όλος ο περίγυρος κραύγαζε ούτως ώστε να σταματήσω τον αθλητισμό, ότι «πρέπει να αφοσιωθείς στα μαθήματά σου», εκείνοι ήταν εκεί και με στήριζαν.

Σ.Κ.:

Όταν ξεκίνησες με τον αθλητισμό περίμενες ότι θα φτάσεις σε αυτό το επίπεδο που είσαι τώρα;

Ε.Β.:

Όχι. Όταν ξεκίνησα με τον αθλητισμό σε καμία περίπτωση δεν περίμενα κάτι τέτοιο. Ήμουν απ' τα παιδιά, τα οποία δεν είχανε κάποιες φυσικές προδιαγραφές, δεν ήμουν ψηλός, δεν ήμουν γρήγορος, δεν ήμουν αλτικός, ήμουν ανελαστικός, δεν είχα καθόλου ισορροπία και ήμουν ουσιαστικά -εντός πολλών εισαγωγικών- τα παιδιά τα οποία δεν έχουν κάποια προοπτική να προκόψουν. Αλλά με σκληρή δουλειά, με πείσμα, με ανθρώπους να σε στηρίζουν, όπως είναι η οικογένειά σου, ο προπονητής σου, όπως είναι κάποιοι άνθρωποι που αν πιστέψουν σε σένα είναι εφικτό. Αλλά σε καμία περίπτωση όταν ξεκινούσα δεν πίστευα ότι θα μπορώ να πρωταγωνιστώ σε εθνικό επίπεδο.

Σ.Κ.:

Σκέφτηκες να ακολουθήσεις μόνο τον αθλητισμό, να μην πας στο πανεπιστήμιο.

Ε.Β.:

Σαν σκέψη αυτό υπήρχε σε μεγάλο βαθμό, πόσο μάλλον στις πιο μικρές ηλικίες που μία επίδοση στο μυαλό ενός παιδιού μπορεί να φαντάζει εξωπραγματική, ότι θα γίνει ολυμπιονίκης ή οτιδήποτε, αλλά ποτέ δεν το πήρα στα σοβαρά. Πάντα ήξερα ότι μου αρέσει ο αθλητισμός, θέλω να είναι κομμάτι της ζωής μου, αλλά μου αρέσανε και οι επιστήμες, μ' αρέσανε οι φυσικές επιστήμες πάρα πολύ, μ' άρεσε η μηχανική, οπότε ήθελα να ασχοληθώ και μ' άρεσε το διάβασμα. Ήθελα να περάσω στο πανεπιστήμιο, ήθελα να είναι απλά κομμάτι της ζωής μου ο αθλητισμός και να μην είναι η ζωή μου ο αθλητισμός. Μου αρέσει πάρα πολύ, το κάνω για μένα, το κάνω για το σώμα μου, το κάνω γιατί με γεμίζει, γιατί είναι κάτι σημαντικό στο δικό μου το μυαλό, αλλά παρόλα αυτά και οι επιστήμες και η μάθηση γενικότερα είναι κάτι πιο σημαντικό και κάτι το ο[00:10:00]ποίο θα διατηρηθεί, γιατί οι αθλητικές καριέρες είναι κάτι πολύ ευάλωτο στον χρόνο, μπορεί να... μπορεί να πάθεις κάποιο τραυματισμό και να μείνεις πίσω, και το οικονομικό παίζει ρόλο πάρα πολύ, καθώς επίσης και ότι δεν είχα τις προδιαγραφές για πολύ μεγάλες επιδόσεις που θα μπορούσα να ζω επαγγελματικά από τον αθλητισμό.

Σ.Κ.:

Υπήρξε κάποια περίοδος που το παράτησες καθόλου τον αθλητισμό, έστω και για λίγο;

Ε.Β.:

Τέτοιες περίοδοι υπήρξαν μέχρι στιγμής τρεις. Η πρώτη ήταν στο τέλος των Πανελλαδικών, που αφοσιώθηκα πιο πολύ στο διάβασμα, λόγω και ενός τραυματισμού που είχα, και ήταν μια περίοδος που είχα συχνά φυσικοθεραπείες και δεν μου επέτρεπαν να προπονούμαι για τεχνικούς λόγους. Η δεύτερη περίοδος ήταν στο πανεπιστήμιο, μετά από ένα χειρουργείο που είχα, που αναγκαστικά έπρεπε να μείνω εκτός, και στη συνέχεια απλά λόγω και των ακαδημαϊκών υποχρεώσεων του πανεπιστημίου αναγκαστικά έμεινε λίγο πίσω χρονικά. Και η τρίτη ήταν μέσα στην καραντίνα, που όπως όλοι δεν μπορούσα να προπονηθώ, γιατί τα γήπεδα ήταν κλειστά, απαγορευόταν οι άσκοπες μετακινήσεις και έτσι έμεινα αναγκαστικά εκτός αθλητικής δράσης.

Σ.Κ.:

Είχες κάποιον σοβαρό τραυματισμό από όλο αυτό;

Ε.Β.:

Σοβαροί τραυματισμοί είχα έναν στην Τρίτη Λυκείου, που ήταν σύνδρομο κοιλιακών προσαγωγών, το οποίο ήταν 3 μήνες-4 μήνες σε αποκατάσταση. Και ο δεύτερος ήταν στη μέση ένας τραυματισμός που είχα το 2018, ο οποίος κι αυτός με κράτησε 2 μήνες πίσω, αλλά με σωστή καθοδήγηση όλου του τεχνικού επιτελείου που συμβουλεύομαι και των γυμναστών μου και των φυσικοθεραπευτών μου καταφέραμε να το φέρουμε εις πέρας.

Σ.Κ.:

Φαντάζεσαι τον εαυτό σου να ασχολείται με τον αθλητισμό με την ίδια συχνότητα και στο μέλλον;

Ε.Β.:

Δύσκολα. Αυτό είναι κάτι το οποίο είναι και πρακτικώς ανέφικτο και είναι και κάτι που δεν ξέρω κατά πόσο θα το ήθελα και κατά πόσο θα μπορούσα. Διότι όσο μεγαλώνουμε, όσο μπαίνουνε η δουλειά στην καθημερινότητά μου θα είναι όλο ένα και πιο δύσκολο, πόσο μάλλον γιατί δεν περισσεύει ο χρόνος και πόσο μάλλον γιατί η κούραση και η σωματική και η ψυχολογική μπορεί σε ένα βαθμό στη δουλειά μου να μην είμαι παραγωγικός. Αλλά θα ήθελα να διατηρηθεί σε ένα επίπεδο να γυμνάζομαι, να ασχολούμαι με τον κλασικό αθλητισμό που ήταν αυτό που πάντα μου άρεσε.

Σ.Κ.:

Η επιλογή της σχολής που έκανες, από πότε γνώριζες τι θέλεις;

Ε.Β.:

Ήξερα από τα 17 μου, από τη Δευτέρα Λυκείου ότι μου αρέσουν οι θετικές επιστήμες, δεν ήξερα ακριβώς με τι... τι μου αρέσει πιο πολύ. Όσο μεγάλωνα, λοιπόν, και άρχισα να μαθαίνω ποιες είναι οι σχολές, ποιες είναι οι δουλειές που μπορείς να κάνεις, κατέληξα ότι σίγουρα θα ήθελα να σπουδάσω στο Πολυτεχνείο. Γιατί είναι ένας κλάδος που θεωρώ ότι μου ταιριάζει κατάλληλα, διότι περιλαμβάνει και το θεωρητικό υπόβαθρο στα μαθηματικά, στη φυσική, στη χημεία, αλλά περιλαμβάνει παράλληλα και κομμάτια τα οποία είναι «πιο επιστημονικά πρακτικά». Δηλαδή, ας πούμε, έχει να κάνει με τη μηχανική, με την υδραυλική, με την υδροδυναμική. Κατάλαβα, λοιπόν, ότι αυτό μου αρέσει. Και μόλις άρχισα να ενημερώνομαι πιο πολύ για τις σχολές και τα αντικείμενα κατάλαβα ότι το κομμάτι που μου αρέσει έχει να κάνει με τον βιομηχανικό σχεδιασμό. Με το πώς, δηλαδή, ένα εργοστάσιο ή μια παραγωγική μονάδα ή οτιδήποτε μπορεί να οργανώσει την παραγωγή του ή το σύστημα διανομής του ή οτιδήποτε είναι αυτό καλύτερα. Έτσι λοιπόν, οι επιλογές μου ήταν ή να ακολουθήσω τη Μηχανολογία, που ήταν και η βέλτιστη επιλογή καθώς τα τμήματα μηχανολόγων σε αυτό το γνωστικό αντικείμενο υπερέχουν, και η άλλη επιλογή ήταν το Τμήμα Μηχανικών Παραγωγής και Διοίκησης. Έτσι λοιπόν, αφού έπιανα και τα μόρια η πρώτη μου επιλογή ήταν το Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Μπήκα στην πρώτη μου επιλογή και πλέον είμαι στο τέταρτο έτος, έχω πάρει την εξειδίκευση της βιομηχανικής διοίκησης και μετά από τόσα χρόνια επιτέλους εξειδικεύομαι σε κάτι το οποίο ήθελα τόσο πολύ.

Σ.Κ.:

Μπορείς να μου περιγράψεις μια μέρα από την Τρίτη Λυκείου με το διάβασμα και όλο αυτό που είπες πριν και με τον αθλητισμό; Πώς ήταν ακριβώς μια μέρα σου, ας πούμε;

Ε.Β.:

Μια μέρα μου ξεκινούσε όπως όλους στις 7:30, επειδή κοιμόμουν και λίγο παραπά[00:15:00]νω στις 8:00, κάτι το οποίο βέβαια στοίχιζε στο να είμαι καθυστερημένος σχεδόν πάντα στο σχολείο. Πήγαινα στο σχολείο και καθότι ήμουν κουρασμένος από την προηγούμενη μέρα κοιμόμουν στο σχολείο, λίγο στα διαλείμματα, λίγο μέσα στην αίθουσα άνοιγα το μάτι, το έκλεινα το μάτι, αλλά και παράλληλα στα μαθήματα της κατεύθυνσης προσπαθούσα να είμαι όσο γίνεται πιο ενεργητικός και να αποκομίσω το βέλτιστο αποτέλεσμα. Στη συνέχεια γύρναγα στο σπίτι, έτρωγα κάτι και πήγαινα κατευθείαν στην προπόνηση. Η προπόνηση ξεκίναγε στις 14:30 και τελείωνε στις 16:30. Γύρναγα, λοιπόν, από την προπόνηση στο σπίτι 16:30, έκανα ένα μπάνιο, έτρωγα και έφευγα για το φροντιστήριο 17:00. Από το οποίο φροντιστήριο γύρναγα αναλόγως το βράδυ, γύρναγα 21:00-22:00, μετά ακολουθούσε φαγητό κι ένα δίωρο-τρίωρο διάβασμα μέχρι τις 1:00 το βράδυ. Από τις 1:00 μέχρι τις 2:00 είχα τον χρόνο να χαλαρώσω, να δω κάτι, να μιλήσω με φίλους, να κάνω οτιδήποτε να ξεκουραστώ και 2:00 σχεδόν κάθε μέρα κοιμόμουν. Και μετά ξανά η ίδια μέρα. Και τα σαββατοκύριακα ήταν οι μέρες που μπορούσα να διαβάσω περισσότερο και τις αφιέρωνα κατά κύριο λόγο στο διάβασμα.

Σ.Κ.:

Ένιωσες ποτέ ότι δεν αξίζει όλος αυτός ο κόπος που κάνεις, κουράστηκες πολύ για να το πεις αυτό;

Ε.Β.:

Κοίταξε ένιωσα να κουράζομαι, αλλά δεν πέρασε από το μυαλό μου να τα παρατήσω ή κάτι, γιατί ήξερα ακριβώς τι θέλω να κάνω και δεν ήταν και τόσο μεγάλη η πίεση. Ξέρεις όταν έκανα... εκείνη την περίοδο ήμουν παραγωγικός για τα δικά μου και μάτια και... για τα δικά μου μέτρα και σταθμά και ήταν κάτι το οποίο με γέμιζε, το να ασχολούμαι με τα μαθήματα, τα οποία μ' αρέσανε, δεν ήταν καταναγκαστικό έργο. Με τον αθλητισμό υπήρχε πίεση, αλλά η πίεση άρχισε να εκδηλώνεται κυρίως τους τελευταίους μήνες. Δηλαδή, μετά τον Μάρτιο άρχισε να βγαίνει η κούραση. Αλλά να τα παρατήσω, όχι, δεν το σκέφτηκα, διότι ήταν... δεν πέρασε από το μυαλό μου, γιατί το ήθελα αυτό πάρα πολύ, ήξερα ποιος είναι ο στόχος μου και γιατί πηγαίνω, δεν ήταν ότι δεν υπήρχε στόχος. Ήξερα ακριβώς τι ήθελα να κάνω και ήξερα και... βέβαια μέσω των ανθρώπων και των δασκάλων και της οικογένειας και του προπονητή μου τον δίαυλο να πετύχω αυτό το πράγμα.

Σ.Κ.:

Στο σχολείο έναν καλό μαθητή, όπως μας είπες, που θέλει να ασχοληθεί με τον αθλητισμό πώς τον αντιμετώπιζαν; Τι σου έλεγαν; Που ήθελες και να περάσεις κάπου και να ασχοληθείς με τον αθλητισμό;

Ε.Β.:

Οι περισσότεροι άνθρωποι, οι περισσότεροι καθηγητές ήταν λίγο δύσπιστοι, διότι δεν συμβαίνει αυτό, δεν υπάρχουν πολλές περιπτώσεις παιδιών που να συνδυάζουν αθλητισμό και μαθήματα καλά. Οπότε, υπήρχε και από το φροντιστήριο και από τους καθηγητές στο σχολείο μια αντίληψη κι ένας φόβος ότι «είναι κρίμα και ότι μπορεί να μην τα καταφέρει», γιατί όντως οι ώρες που αφιέρωνα ήταν πολλές και η κούραση εμφανής. Λίγοι ήταν οι άνθρωποι οι οποίοι πιστέψαν ότι θα τα καταφέρω, αλλά βέβαια πόσο μάλλον επειδή και η οικογένειά μου ήταν πάρα πολύ σίγουρη και πιστή στις δυνατότητές μου, σε κάθε φορά που κάποιος ερχόταν κι έλεγε: «Μήπως να τα παρατήσεις; Μήπως να αφοσιωθείς στο διάβασμα πιο πολύ;» , η οικογένειά μου ήταν εκεί, έτσι ώστε να λειτουργήσει σαν τοίχος προστασίας και να πει ότι -το αυτονόητο για μένα που πρέπει να πει κάθε γονιός- ότι «το παιδί ξέρει καλύτερα τι πρέπει να κάνει». Και όντως αυτή η εμπιστοσύνη και η πίστη που μου δείξανε απέδωσε καρπούς με αποτέλεσμα να περάσω στην πρώτη μου επιλογή και να συνδυάσω, θεωρώ τουλάχιστον, σωστά και βέλτιστα τις αθλητικές μου υποχρεώσεις με τις μαθητικές.

Σ.Κ.:

Θα ξαναέκανες κάτι αντίστοιχο στο μέλλον, να συνδυάσεις έτσι δυο σοβαρά πράγματα που απαιτούν χρόνο και δουλειά.

Ε.Β.:

Νομίζω θα το έκανα και νομίζω είναι και αυτό το οποίο κάνω και στη ζωή μου, γιατί θεωρώ ότι μέσα από την «πίεση», το τρέξιμο, εξελίσσομαι, εξελισσόμαστε. Οπότε, θα το κάνω, και τώρα συνδυάζω το πανεπιστήμιο με τον αθλητισμό, όσο επίπονο κι αν είναι. Είναι μια διαδικασία η οποία εμένα τουλάχιστον με γεμίζει, με κάνει χαρούμενο να υπάρχουν πολλά πράγματα στη ζωή μου να μπορώ να τρέχω. Οπότε ναι, θα το έκανα σίγουρα και στο μέλλον.

Σ.Κ.:

Τι θα συμβούλευες σε ένα νέο παιδί που θα ήθελε να ασχοληθεί επαγγελματικά μ[00:20:00]ε τον αθλητισμό και παράλληλα να σπουδάσει;

Ε.Β.:

Θα το συμβούλευα να έχει καθαρό μυαλό και να είναι λίγο... να βλέπει τα πράγματα ως τρίτος. Ο αθλητισμός είναι κάτι πάρα πολύ όμορφο, αλλά είναι και πάρα πολύ ρευστό. Ένας τραυματισμός μπορεί να σου στοιχίσει. Επιπλέον, στην Ελλάδα ο αθλητισμός δεν έχει μεγάλες χρηματικές απολαβές, όπως έχουν στο εξωτερικό. Οπότε, θα είναι δύσκολο. Αυτό που θα το συμβούλευα ήταν να σπουδάσει ό,τι του αρέσει, ό,τι κι αν είναι αυτό και να κάνει τον αθλητισμό επαγγελματικά, γιατί ο αθλητισμός κάποτε τελειώνει. Αλλά... Και θα του παραθέσω το δικό μου παράδειγμα κι όχι μόνο το δικό μου, γιατί δεν είμαι ο μοναδικός άνθρωπος που κατάφερε να συνδυάσει ακαδημαϊκές υποχρεώσεις και αθλητισμό. Θα το συμβούλευα να έχει πίστη στον εαυτό του και να μην ξεκολλάει τα μάτια από τον στόχο. Να ξέρει ποιος είναι ο στόχος του, τι θέλει να πετύχει και στη συνέχεια όλα θα τα πετύχει.

Σ.Κ.:

Υπήρχε κάτι που μετάνιωσες, που θα έκανες διαφορετικά όταν κοιτάς πίσω ;

Ε.Β.:

Αυτό που θα έκανα, αυτό που θα άλλαζα ήταν να ήμουν ο πιο διαβαστερός τις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου, γιατί ήμουν αρκετά τεμπέλης, δεν ασχολούμουν με το σχολείο καθόλου, κάτι το οποίο ήρθε το πλήρωμα του χρόνου στο Λύκειο και αναγκαστικά πιέστηκα ούτως ώστε να καλύψω τον χαμένο χρόνο του Γυμνασίου. Αν άλλαζα κάτι θα άλλαζα αυτό, να ήμουν ο πιο «διαβαστερός» τα χρόνια του Γυμνασίου.

Σ.Κ.:

Αν μπορούσες να περιγράψεις με μια λέξη τι σου άφησε όλη αυτή η εμπειρία, ο συνδυασμός αυτών των δύο τι θα ήταν με μια λέξη;

Ε.Β.:

Με μια λέξη... Με μια λέξη είναι λίγο δύσκολο να στο περιγράψω. Θα σου πω απλά ότι είναι ένας συνδυασμός πειθαρχίας και φιλοδοξίας παράλληλα. Χωρίς αλαζονεία όμως, θέλει απλά... είναι πειθαρχία βασικά, αλλά όχι με τη στρατιωτική έννοια.

Σ.Κ.:

Σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ.

Ε.Β.:

Κι εγώ.