© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Οι γονείς που δώρισαν τα νεφρά τους στα παιδιά τους

Κωδικός Ιστορίας
16144
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Παρασκευή Πουλοπούλου Χριστοπούλου (Π.Π.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
07/09/2020
Ερευνητής/τρια
Αγγελική Κοτσόβολου (Α.Κ.)
Α.Κ.:

[00:00:00]Καλησπέρα σας, θέλετε να μας πείτε το όνομά σας;

Π.Π.:

Λέγομαι Χριστοπούλου Παρασκευή.

Α.Κ.:

Είναι Τρίτη, 8 Σεπτέμβρη 2020, βρισκόμαστε στην Ανάληψη με την κυρία Βιβή, εγώ ονομάζομαι Αγγελική Κοτσόβολου, ερευνήτρια για το Istorima, και μπορούμε να ξεκινήσουμε. Κυρία Βιβή, θέλετε να μας πείτε λίγα πράγματα για εσάς;

Π.Π.:

Να σας πω…

Α.Κ.:

Γεννηθήκατε εδώ;

Π.Π.:

Γεννήθηκα εδώ. Α! Να σας πω από την αρχή τη ζωή μου. Γεννήθηκα εδώ, στην ηλικία 23 χρονών παντρεύτηκα, πήγαμε με τον άντρα μου στο Πετρίτσι, ένα χωριό κοντά στην Πύλο, μείναμε δεκαπέντε χρόνια εκεί, κάναμε πέντε παιδιά. Όταν τα παιδιά μεγάλωσαν, κατεβήκαμε Καλαμάτα, μείναμε Καλαμάτα να πάνε καλύτερα σχολείο, πήγα εγώ για δουλειά τότε. Συνεχίσαμε τη ζωή μας εκεί και, όταν κατεβήκαμε Καλαμάτα, μετά από έξι μήνες, είχαμε… Αρρώστησε η κόρη μας, η μεγάλη, από ένα πρόβλημα υγείας, με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια. Αυτό ήταν μεγάλο πλήγμα για μας, ακόμα δεν είχαμε συνηθίσει, δεν είχαμε προσαρμοστεί στον χώρο και τα παιδιά, εγώ είχα πάει στη δουλειά. Μας ήρθαν τα πάνω κάτω, δεν ξέραμε τι σημαίνει η νόσος αυτή. Η κόρη μου, από μία ίωση που είχε στο σπίτι πήγαμε στο νοσοκομείο, μας είπαν: «Χρόνια νεφρική ανεπάρκεια». Αμέσως, φύγαμε για Αθήνα, στο «Παίδων», μείναμε δύο μήνες εκεί, γιατί ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση και έπρεπε σιγά-σιγά να την επαναφέρουν οι γιατροί, μπήκε για αιμοκάθαρση. Μετά, στη συνέχεια, κάναμε εξετάσεις εγώ και ο άντρας μου να δούμε τίνος νεφρό ταιριάζει. Ταίριαζε του μπαμπά της και μετά από δύο μήνες φύγαμε από Αθήνα, ήρθαμε εδώ πάλι, συνεχίσαμε τη ζωή μας, τη δουλειά μας, τα παιδιά στα σχολεία τους, τότε ήταν μικρά, η κόρη μου για αιμοκάθαρση μέρα παρά μέρα. Πέρασαν δεκαπέντε μήνες και ετοιμάστηκε ο μπαμπάς της, έκανε και αυτός τις εξετάσεις του και πήγαμε πάλι στην Αθήνα, στο «Λαϊκό» Νοσοκομείο, και ο κύριος Κωστάκης Αλκιβιάδης τότε μας έκανε τη μεταμόσχευση νεφρού. Μείναμε κάποιες μέρες στο νοσοκομείο, μετά, στη συνέχεια φύγαμε, πηγαίναμε σε πολύ τακτικά διαστήματα στην Αθήνα, όπως και ακόμα, γιατί δεν σταματάς από αυτό ποτέ. Λόγω των φαρμάκων που παίρνουνε πρέπει να παρακολουθούνται από ειδικούς γιατρούς επάνω, κάθε τρεις μήνες τώρα είναι στην Αθήνα ακόμα, και της κόρης μας, της Νίκης, της έχει πάει πολύ καλά η μεταμόσχευση, πάρα πολύ καλά. Είναι είκοσι χρόνια τώρα πλέον μεταμοσχευμένη, έχει δρομολογήσει τη ζωή της, έχει τελειώσει το σχολείο της, σπούδασε, εργάζεται, μια χαρά, λέμε. Έτσι, μια χαρά, ναι. Εντάξει, όλα αυτά που σας λέω, μπορώ να πω, υπήρχαν πολλά δύσκολα μέσα στην κατάσταση, πάρα πολλά δύσκολα. Όταν είχες ένα παιδί να κάνει αιμοκάθαρση, ήταν πάρα πολύ δύσκολο, γιατί έπρεπε να προσέχεις τι τρώει, έπρεπε να προσέχεις τι πίνει, έπρεπε να είσαι στη δουλειά και να ξέρεις: «Αυτό το παιδί θα φάει και θα πιει αυτό που πρέπει ή θα γίνει κάτι μέχρι να πάω σπίτι;». Ήταν, όμως, πολύ συνεργάσιμη μαζί και αυτό μας βοηθούσε, της είχαμε εμπιστοσύνη, την παρακολουθούσαμε βέβαια, γιατί ήταν 14 χρονών, δεν ήταν μεγάλη κοπέλα· και τα άλλα παιδιά… Τα άλλα παιδιά αυτή τη στιγμή, μου λένε, έχουνε ζήσει την προσφυγιά μέσα στο σπίτι, γιατί, όταν εγώ πήγαινα στην Αθήνα με τη Νίκη, σε τακτικά διαστήματα, αυτά τα πήγαινα σε συγγενείς, σε φίλους, σε κάποιους συγγενείς, ένα εδώ, ήταν τέσσερα τα παιδάκια, όχι όλα μαζί· και μου λέει η κόρη μου: «Έχουμε ζήσει την προσφυγιά, γιατί εσείς φεύγατε για την Αθήνα, εμείς είμαστε στενοχωρημένοι που ήταν η αδερφή μας άρρωστη και ζούσαμε και τα προβλήματα των άλλων μες στο σπίτι που ήμαστε», λέει, «εντάξει, ξέρω, δεν μπορούσατε να κάνετε διαφορετικά». Μετά, σιγά-σιγά έκανε η Νίκη τη μεταμόσχευση. Τα πρώτα χρόνια είχε περισσότερα προβλήματα μέχρι να στρώσει με τα φάρμακα, όπως γενικά οι μεταμοσχευμένοι, έτσι γίνεται. Στη συνέχεια, έστρωσε, είχε πολύ καλή ψυχολογία, το δέχτηκε πολύ καλά, είχε όρεξη να σπουδάσει η Νίκη, τα έχει πάει καλά με τη ζωή της.[00:05:00] Όταν η Νίκη αρρώστησε από τη νεφρική ανεπάρκεια, επειδή είχαμε πέντε παιδιά, αρχίσαμε να ψάχνουμε τι συμβαίνει σε μας, που δεν ξέραμε τι σημαίνει η νόσος αυτή, στην οικογένειά μας, και κάναμε κάποιες εξετάσεις και μας είπαν οι γιατροί ότι είναι γενετικό το πρόβλημα που έχουμε και πρέπει να εξετάσουμε και τα άλλα παιδιά· και πήραμε ειδικές εξετάσεις, αιματολογικές εξετάσεις, και τις έστειλαν στο εξωτερικό για DNA να δούμε ποιο γενετικό πρόβλημα έχουμε· και βρήκαν ότι έχουμε αυτό το πρόβλημα που έχουμε και δημιουργείται η νεφρική ανεπάρκεια συνέχεια, αλλά μας είπαν ότι πρέπει να εξετάσουμε και τα άλλα παιδιά, γιατί μπορεί να έχει και κάποιο από τα άλλα παιδιά, να παρουσιάσει τη νεφρική ανεπάρκεια. Όντως, εξετάσαμε όλα τα παιδιά και βρήκαμε ότι σε άλλα δύο ακόμα παιδιά ήταν θετικά στη νόσο. Εντάξει, μετά κάθε τρεις μήνες εξετάσεις σε όλα τα παιδιά, κάθε έξι μήνες εξετάσεις σ’ όλα τα παιδιά [Δ.Α.]. Περάσανε λίγα χρόνια, όταν ο γιος μου, ο Δημήτρης, ήταν 20 χρονών, άρχισαν να ανεβαίνουν και αυτού οι νεφρολογικές τιμές. Τον παρακολουθήσαμε, μετά από τρία χρόνια μπήκε και αυτός στην αιμοκάθαρση με πολλή δυσκολία, δεν ήταν συνεργάσιμος, δεν ήθελε. Και ποιος θα ήθελε 23 χρονών να πάει στην αιμοκάθαρση; Ήταν φοιτητής τότε. Δύσκολα, ήταν πάρα πολύ δύσκολα τα πράγματα. Στη συνέχεια, μας είπαν οι γιατροί ότι πρέπει να του δώσω εγώ νεφρό. Πήγα στην Αθήνα, ρώτησα τους γιατρούς στο «Λαϊκό» Νοσοκομείο, είχα εγώ κάποια προβλήματα υγείας, και μου είπαν ότι: «Δεν μπορούμε να σου πάρουμε το νεφρό, γιατί έχεις κάποια προβλήματα. Μπορεί εσύ να πάθεις το ίδιο αργότερα με τον Δημήτρη». Εγώ, όμως, επέμενα, εγώ είπα: «Θα μου κάνετε εξετάσεις και, αν το μόσχευμά μου, το νεφρό μου, είναι καλό και μπορεί να το πάρει το παιδί, να συνεχίσουμε». Μου έκαναν τις εξετάσεις, αφού το ζήτησα. Αφού βγήκαν οι εξετάσεις καλές, το νεφρό μου ήταν πολύ καλό –μιλάμε, για εξετάσεις έναν χρόνο πήγαινα, πάρα πολλές εξετάσεις, πολλή ταλαιπωρία–, πήγα στη συνέχεια, αφού βγήκαν τα αποτελέσματα και ήταν καλό το νεφρό μου, είπα στον γιατρό, στον κύριο Μπολέτη, που είναι της νεφρολογικής εταιρείας πάνω, στο «Λαϊκό», διευθυντής, ότι: «Εγώ θέλω να δώσω το νεφρό στον γιο μου, τον Δημήτρη». Μου λέει: «Δεν γίνεται με τίποτα!». Εγώ λέω: «Θα το δώσω». «Δεν γίνεται», μου λέει, «γιατί εμείς δεν κάνουμε τον έναν καλά και να πάθει ο άλλος κάτι άλλο». Λέω: «Σας καταλαβαίνω, αλλά είναι το παιδί μου και εγώ δεν με πειράζει, εγώ έχω δρομολογήσει τη ζωή μου, πρέπει και το παιδί μου, το παιδί, που είναι μικρό, να δρομολογήσει τη δική του». Δε μου έδινε ημερομηνία για να γίνει το χειρουργείο, από τις πολλές φορές που πήγα, κάθε εβδομάδα πήγαινα στην Αθήνα και ήμουν έξω από την πόρτα και περίμενα να μου δώσουν ημερομηνία. Δυο-τρεις μήνες το έκανα αυτό, αφού έπαιρνα τηλέφωνο και δεν μου έλεγαν: «Ναι», πήγαινα στην Αθήνα. Από τις πολλές φορές που πήγα –ως συνήθως, η μάνα τα καταφέρνει αυτά– μου έδωσαν μία ημερομηνία να πάμε να κάνουμε τη μεταμόσχευση. Πήγαμε πραγματικά, κάναμε τη μεταμόσχευση, αλλά για τον Δημήτρη τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα στη μεταμόσχευση, είχε επιπλοκές πάρα πολλές, ακραίες επιπλοκές, μείναμε έναν χρόνο στην Αθήνα, ερχόμαστε σήμερα και τη νύχτα ξαναφεύγαμε ή μπαίναμε στο νοσοκομείο της Καλαμάτας, με κάποιες οδηγίες από την Αθήνα, αλλά στη συνέχεια καταλήγαμε στην Αθήνα. Είχε πρόβλημα με τα φάρμακα, τον πείραζαν τα φάρμακα που του έδιναν. Μέχρι να αλλάξουν, να σταματήσουν ένα φάρμακο, να βάλουν το επόμενο, υπήρχε μια διαδικασία δύσκολη για τον οργανισμό. Αυτός στην ταλαιπωρία, πόνους φρικτούς, κόκαλα, στομάχια, ένα παιδί φυτό, ένα διάστημα ήταν πάνω, στο «Λαϊκό». Μας είπαν οι γιατροί ότι η μεταμόσχευση σαν του Δημήτρη δεν είχε ξανατύχει! Δεν έχει ξανατύχει στο «Λαϊκό» Νοσοκομείο! Εγώ δίπλα του, δεν έφυγα καθόλου, χειρουργημένη εγώ, μαζί και ο Δημήτρης, λέω: «Θα φύγουμε μαζί και όπως πρέπει να πάμε στο σπίτι». Αφού πέρασε ο καιρός, βρήκαν και μια δυσαναλογία που είχε με το νάτριο ο Δημήτρης στον οργανισμό του, που ήταν πολύ δύσκολο να το βρούνε, λέει, και πολύ σπάνιο. Μετά από έναν χρόνο, ξέφυγε λιγάκι από αυτή την κατάσταση. Δεν έχει τη νεφρική λειτουργία που έχει η κόρη μας η Νίκη. Η η Νίκη έχει πάρα πολύ άριστη νεφρική λειτουργία, όπως έχουμε όλοι μας δηλαδή, ο Δημήτρης δεν έχει, αλλά το ότι οι γιατροί πλέον μας λένε: «Εί[00:10:00]ναι σε μια κατάσταση στάσιμη και δεν είναι κάτι χειρότερο», λέμε: «Εντάξει, είμαστε ευχαριστημένοι κατά κάποιον τρόπο». Στη συνέχεια, και αυτός δρομολογήθηκε στη ζωή του. Τώρα εργάζεται στον Δήμο Καλαμάτας, μένει μόνος του, είναι πολύ καλό αυτό, όταν τα παιδιά ανοίγουν τα φτερά τους και μετά από μια τέτοια περιπέτεια υγείας τα βλέπεις να προχωράνε. Κι αυτός συνέχεια στην Αθήνα, εννοείται, ακόμα και για όλη τους τη ζωή κάθε τρεις μήνες είναι στην Αθήνα με… Προσέχουνε, αυτά τα παιδιά προσέχουνε πάντα να μην αρρωστήσουνε, πάντα μην τα κολλήσουμε κάτι. Δηλαδή αυτό που γίνεται με τον κορονοϊό τώρα στην Ελλάδα, εμείς έχουμε τον κορονοϊό «πάντα» μες στο σπίτι –σε εισαγωγικά, λέω–, δηλαδή πάντα πρέπει να προσέχουμε όλοι. Είμαστε εμείς άρρωστοι; Δεν πάμε· και αυτά προσέχουνε πολύ και με μάσκα πάντα, όπου κυκλοφορούν τον χειμώνα. Έχουνε συνηθίσει, έχουν προσαρμοστεί σε αυτά, κάνουν αυτά που πρέπει και πάνε καλά.

Α.Κ.:

Κυρία Βιβή, όταν μάθατε για το πρόβλημα υγείας της κόρης σας αρχικά–

Π.Π.:

Ναι.

Α.Κ.:

Ποια ήταν τα συναισθήματά σας; Πώς νιώσατε, όταν μιλήσατε με τον γιατρό;

Π.Π.:

Την πρώτη φορά που μου το είπε ο γιατρός δεν ήξερα τι σημαίνει νεφρική ανεπάρκεια και έλεγα στον γιατρό στην Αθήνα, το πρώτο βράδυ που πήγαμε, μου έλεγε: «Νομίζω ότι η κόρη σας έχει νεφρική ανεπάρκεια, από την εμπειρία μου σαν γιατρός και με τις εξετάσεις που βλέπω», και εγώ τον ρωτούσα: «Τι θεραπεία θα κάνουμε και πόσο θα μείνουμε στην Αθήνα;». Ο γιατρός έκανε μία στροφή και μου τα ξαναέλεγε και μου εξήγησε την κατάσταση. Εντάξει, τα κατάλαβα, γρήγορα τα καταλάβαμε αυτά. Μας έφυγε η γη κάτω από τα πόδια. Είπαμε: «Δεν μπορεί να μας συμβαίνει αυτό».  Ένα μεγάλο γεγονός που μου έχει σημαδέψει τη ζωή μου τις μέρες εκείνες, όταν την κόρη μου τη δεύτερη μέρα την έβαλαν στο χειρουργείο να της βάλουν ένα υποκλείδιο, για να μπει να κάνει αιμοκάθαρση την πρώτη φορά, και πήγαμε στη μονάδα κινητού νεφρού στο «Παίδων» και είδα τα παιδάκια πάνω στα κρεβάτια όλα, 2 χρονών, 3 χρονών, 5 χρονών και να ουρλιάζουν, η αιμοκάθαρση δημιουργεί αυτή την αναστάτωση στον οργανισμό, εγώ κόντεψα να λιποθυμήσω, νόμιζα ότι… Δεν ήξερα ότι υπάρχει αυτό το πράγμα στον κόσμο, τα μικρά παιδιά παθαίνουν αυτό το πράγμα. Νόμιζα ότι οι μεγάλοι το παθαίνουν, μικροί δεν μου είχε τύχει. Τα έχασα και άρχισα και εγώ να ρωτάω τους γιατρούς: «Πόσον καιρό η κόρη μου θα κάνει αιμοκάθαρση; Και θα φύγουμε να πάμε σπίτι»· και εκεί πια μου είπαν ότι αυτό θα γίνεται μέρα παρά μέρα, τρεις φορές την εβδομάδα, τέσσερις ώρες, μέχρι να καθαριστεί. Μου εξήγησαν όλη τη διαδικασία της αιμοκάθαρσης με το μηχάνημα, ο οργανισμός της από τις ουσίες που δεν μπορούν να βγάλουν τα νεφρά και θα έπρεπε να γίνεται στο μηχάνημα και, μέχρι να κάνει μεταμόσχευση, θα γίνεται αυτό. Αυτά… Ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα, γιατί και πίσω ήταν αναστατωμένη όλη η οικογένεια τότε, πάρα πολύ όλοι αναστατωμένοι. Τα παιδιά κλαίγανε, η μικρούλα ήταν 3 χρονών, δεν ήθελε ούτε γάλα να πιει, είχε μείνει πόσες μέρες χωρίς γάλα: «Πού είναι η μαμά μου; Θέλω τη μαμά μου να μου δώσει γάλα». Την έπαιρνα τηλέφωνο, κάποια στιγμή ήρθα λίγο στο σπίτι, ξαναέφυγα τότε, γιατί μείναμε δύο μήνες στην Αθήνα εκείνο το διάστημα. Ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση η Νίκη και έπρεπε σιγά-σιγά να τη φέρουν φυσιολογικά σε πλαίσια με την αιμοκάθαρση στον οργανισμό της, μέχρι να κατέβουμε κάτω. Εντάξει… Πολύ δύσκολα, δεν μπορώ να τα περιγράψω τις δυσκολίες που περάσαμε, γιατί ήταν πολλά τα παιδιά, μεγάλη οικογένεια, εγώ έπρεπε να πηγαίνω και στη δουλειά μου και ο σύζυγός μου έφευγε το πρωί από την Καλαμάτα, πήγαινε στο χωριό, ήταν εκεί η δουλειά του, και ερχόταν το βράδυ και τις περισσότερες ώρες ήταν όλο το πρόγραμμα με μένα και με τα παιδιά.

Α.Κ.:

Όταν μάθετε για το πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει και ο γιος σας, μας είπατε ότι οι γιατροί ήταν κάθετοι στο να μην προχωρήσετε εσείς στη δωρεά–

Π.Π.:

Ναι.

Α.Κ.:

Τι ήταν αυτό που σας έκανε να επιμείνετε, παρά το γεγονός ότι οι ειδικοί σας έλεγαν να μην το κάνετε;

Π.Π.:

Ήταν το γεγονός ότι δεν ήθελα το παιδί να το βλέπω στο μηχάνημα. Δεν είχε ζωή! Ένας νέος –και για όλους ισχύει αυτό–, αλλά και [00:15:00]ένας νέος, ένα παιδί, είναι πολύ άσχημο αυτό, να το βλέπεις πάνω στο μηχάνημα. Δεν έχει ζωή, έχει την αιμοκάθαρση, είναι κουρασμένο, κοιμάται. Έτσι μου είπε ο γιος μου τότε: «Εγώ», μου λέει, «κάνω ζωή; Εγώ είμαι γέρος», μου λέει, «το ξέρεις;». «Γιατί το λες, παιδί μου», του λέω, «αυτό;». «Γιατί είμαι γέρος», μου λέει, «πάω στην αιμοκάθαρση, γυρίζω, δεν είμαι καλά, κοιμάμαι όλη μέρα. Ε, την άλλη μέρα είμαι λίγο καλύτερα και την επόμενη μέρα ξαναπάω αιμοκάθαρση». «Κάνε υπομονή, Δημήτρη, να γίνουν οι εξετάσεις μου». Εγώ δεν του έλεγα του Δημήτρη όλες τις δυσκολίες που συνάνταγα στην Αθήνα, γιατί και η ψυχολογία του ήταν πολύ άσχημη εδώ. Οπότε του έλεγα: «Κάνε υπομονή να τελειώσουν οι εξετάσεις μου». «Πάλι στην Αθήνα θα πας;» «Ε, πρέπει οι γιατροί να μου κάνουν κάποιες εξετάσεις ακόμα», και εγώ πήγαινα τελευταία εκεί έξω από την πόρτα να μου πουν την ημερομηνία. Όταν μου έδωσαν ημερομηνία, εκεί πια γύρισα ήσυχη. Ξέχασα να σου πω ότι εκείνο το διάστημα, πριν μου δώσουν την ημερομηνία, έπαθα ένα άλλο πρόβλημα υγείας εγώ, έπαθα ένα γυναικολογικό πρόβλημα και έπρεπε να αφαιρέσω τη μήτρα μου. Δηλαδή ήτανε Φλεβάρης, οι γιατροί μου είχαν δώσει ημερομηνία για τον Ιούνιο να κάνουμε τη μεταμόσχευση, και λόγω άγχους, λόγω στενοχώριας αυτό επιδεινώθηκε πάρα πολύ και με είδε η γιατρός εδώ, στην Καλαμάτα, στο νοσοκομείο, και μου λέει: «Πρέπει να γίνει αφαίρεση ολική». Λέω: «Εγώ θέλω να δώσω το νεφρό στο παιδί». «Όπως είσαι, δεν μπορούν να σου κάνουν», μου λέει, «χειρουργείο, και πάνω, άμα πας, θα σε διώξουνε». Οπότε έκανα το χειρουργείο εκείνο. Επειδή είχα πολύ την έννοια μου στον Δημήτρη, δεν το θυμάμαι καθόλου, σαν να μην πέρασε εκείνο το χειρουργείο. Έκανα τέλος Φλεβάρη και τον Απρίλιο μας πήρε ο γιατρός έκτακτα τηλέφωνο να πάμε στην Αθήνα, γιατί είχαν ένα κενό στη μεταμόσχευσης και λέει: «Θέλετε να ’ρθείτε τον Απρίλιο; Έχουμε πει για τον Ιούνιο». Εγώ κόκαλο τότε: «Τώρα», λέω, έχω κάνει το άλλο χειρουργείο, ενάμισης μήνας έχει περάσει, τι θα μου πουν πάνω;». Πάω πάνω, λέω: «Μου συμβαίνει αυτό και αυτό. Έχω κάνει γυναικολογικό χειρουργείο και, αν μπορούμε, να κάνουμε και ένα μεγάλο χειρουργείο τώρα». Μου λέει ο γιατρός: «Φέρε μου τη βιοψία σου και, αφού μου φέρεις τη βιοψία, θα σου πω». Την έστειλα από δω πάνω, την είδαν, μου λέει: «Προχωράμε, δεν έχουμε πρόβλημα από αυτό». Ναι, και προχωρήσαμε στη μεταμόσχευση μετά.

Α.Κ.:

Φαντάζομαι, χαρήκατε εκείνη τη στιγμή.

Π.Π.:

Πάρα πολύ! Πάρα πολύ! Ακόμα, να σου πω, Αγγελική, ένα μεγάλο γεγονός που με έχει στιγματίσει, να το πω έτσι. Όταν πήγαμε με τον γιο μου στην Αθήνα για τη μεταμόσχευση, μία εβδομάδα πριν, έπρεπε να πάμε, για να του δώσει κάποια φάρμακα να πάρει, πριν ξεκινήσει το χειρουργείο· και πάμε πάνω, στον χειρουργό τώρα, και του λέει ο χειρουργός: «Έλα εδώ, βρε», ο κύριος Ζαβός μας χειρούργησε εμένα και τον γιο μου, «θέλεις να πάρεις το νεφρό της μάνας σου και η μάνα σου θέλεις να πάθει νεφρική ανεπάρκεια και σε πέντε χρόνια να μπει στο μηχάνημα;». Λοιπόν, Αγγελική, εκείνη τη στιγμή τα πόδια μου πάγωσαν, λέω: «Θα φύγει αυτός τώρα, θα εξαφανιστεί, δεν θα θέλει να πάρει το νεφρό, μην πάθω εγώ κάτι»· και γυρίζει στον γιατρό και του λέει: «Εγώ, γιατρέ, με τη μάνα μου τα έχουμε συζητήσει και τα έχουμε συμφωνήσει και η μάνα μου θέλει να θυσιαστεί για το παιδί της, για μένα δηλαδή», του λέει. Κόκαλο και ο γιατρός στη συνέχεια, ναι. «Εντάξει», του λέει, «προχωράμε, αφού είναι έτσι». Εντάξει, χειρουργικά πήγαμε πάρα πολύ καλά και εγώ και ο Δημήτρης. Εντάξει, η άλλη κατάσταση όλη δεν του πήγε καλά, ήταν ο οργανισμός του, δεν έφταιγε κανένας γιατρός από εκεί, ναι, αλλά αγωνίστηκαν οι γιατροί πάρα πολύ επάνω, ασχολήθηκαν πάρα πολύ με τον Δημήτρη. Είμαστε πολύ τυχεροί που έχουμε αυτό το μεταμοσχευτικό κέντρο και σήμερα είμαστε καλά. Προχωράμε.

Α.Κ.:

Αυτό θα σας ρωτούσα, η ζωή σας σήμερα, μετά από όλο αυτό που βιώσατε, πώς είναι σήμερα η ζωή σας;

Π.Π.:

Είμαι τόσο χαρούμενη μόνο να τον βλέπω ότι είναι καλά, και τα δύο παιδιά, εννοείται. Με τον Δημήτρη το έδωσα εγώ, είχαμε δυσκολίες παραπάνω, ειδάλλως η διαδικασία η ίδια είναι και για τα δύο παιδιά από δω και πέρα. Κάθε μέρα να τα ακούω ότι είναι καλά, τίποτε άλλο δεν θέλω. Ανέκφραστα συναισθήματα, δεν μπορώ να σου πω. Είμαι πολύ διαφορετικός άνθρωπος από τότε που έγιναν όλα αυτά. Αυτές οι δοκιμασίες μας άλλαξαν στο καλύτερο. Να σου πω, πέρυσι, πριν έναν χρόνο, είχα μια ατυχία. Πήγα να κάνω έναν υπέρηχο νεφρού, όπως έχω και εγώ ένα νεφρό τώρα και κάνω κάποιες εξετάσεις πιο συχνές, και μου βρήκαν ότι είχα όγκο στο νεφρό, πέρυσι τον Ιούνιο· και μου λέει ο γιατρός: «Πρέπει το συντομότερο να βγά[00:20:00]λουμε αυτόν τον όγκο, και δεν ξέρουμε τι είναι και…». Πήγα στην Αθήνα, μου λέει ο γιατρός: «Θα σε βάλω στο χειρουργείο και μπορεί να σου βγάλω και το νεφρό». «Γιατρέ», του λέω, «το καλύτερο για τη ζωή μου θα κάνετε». «Οπότε», μου λέει, «μπαίνεις την άλλη μέρα αιμοκάθαρση». Λέω: «Γνωρίζω τη διαδικασία, αφού δεν θα έχω κανένα νεφρό». «Αν είχες δύο νεφρά», μου λέει, «θα σ’ το ’βγαζα χωρίς να το συζητήσω καθόλου, αλλά τώρα θα κάνω ό,τι μπορώ για σένα και για τη ζωή σου, το καλύτερο». Λέω: «Εντάξει». Όταν ήμουνα μέσα στο χειρουργείο, λέει μία φίλη μου, που ήταν εκεί, στα παιδιά, ήταν όλα τα παιδιά εκεί απέξω, λέει στη μικρή: «Μη στενοχωριέσαι, Γιώτα μου, η μαμά σου είναι πολύ δυνατός άνθρωπος και θα πάει καλά, θα δεις ότι θα βγει και θα είναι καλά». «Εγώ το ξέρω», της λέει, «ότι η μαμά μου είναι πολύ δυνατή, γιατί, κυρία Βούλα, όταν εμείς ήμαστε μικρά και η μαμά μου έτρεχε στο νοσοκομείο με την αδερφή μου, τη Νίκη, και εγώ ήμουνα πολύ μικρή», της λέει, «δεν είχα δει τη μαμά μου ποτέ να κλαίει. Δεν είχα δει τη μαμά μου ποτέ να φωνάξει μες στο σπίτι. Πού ήθελα να πάω εγώ; Σε πάρτι; Η μαμά μου με συνόδευε. Πού ήθελα να πάω εγώ; Στο σχολείο, σε γιορτή; Η μαμά μου ερχότανε. Δεν είχαμε στερηθεί κάτι, δεν είχαμε καταλάβει. Όταν, όμως, μεγάλωσα τώρα και κατάλαβα την κατάσταση που είχαμε μέσα στο σπίτι, λέω: “Δεν είναι δυνατόν η μαμά μου να μην την είχαμε δει ποτέ να κλαίει και να τρέχει συνέχεια και ό,τι θέλαμε να μας κάνει όλα τα χατίρια!”». Αγγελική, αυτό το προσπαθούσα πάντα, χωρίς να το πω σε κανέναν, να ξέρεις. Δεν ήθελα τα παιδιά να στενοχωρηθούνε, δεν γινόταν να μη στενοχωρηθούνε, γιατί κάποιες φορές έπρεπε να φύγω, δεν θέλανε και αυτά και έπρεπε κάπου αλλού να πάνε. Το προσπαθούσα πάντα αυτό –τι να σου πω;– αυτό με έκανε, δηλαδή… Και τα παιδιά τώρα είναι πολύ καλά παιδιά, πολύ συνεργάσιμα, σε κάθε μας δυσκολία τρέχουμε όλοι. Όλοι τώρα λέμε: «Να ’ναι καλά τα νεφρά μας, μήπως χρειαστούμε να τα ξαναδώσουμε», όχι εγώ και ο πατέρας τους, εμείς δεν μπορούμε να δώσουμε, τα άλλα. Ένα ακόμα που έχω να σου πω δυσάρεστο, Αγγελική, ένα άλλο κορίτσι είναι ακόμα θετικό στην κατάσταση και τώρα ήδη έχουν αρχίσει οι τιμές της και χαλάνε, οι νεφρολογικές. Κάποια στιγμή, θα μπει και αυτή αιμοκάθαρση, εκεί θα είναι δύσκολα, γιατί δεν έχουμε μόσχευμα πια. Μας έχουνε ρωτήσει οι γιατροί για τις μικρές, τα άλλα κορίτσια, αλλά είναι μικρές, είναι 30 χρονών η μία, 25 η άλλη. Αν κι αυτές δεν μπουν σε μια διαδικασία να έχουνε ολοκληρώσει, να έχουνε κάνει οικογένεια, δεν μπορείς να πάρεις το ένα μόσχευμα, γιατί στη ζωή δεν ξέρεις τι μπορεί να τύχει μετά· και έχουμε στενοχωρηθεί πάλι τώρα, πάλι από την αρχή, και το παιδί είναι στενοχωρημένο, ξέρει όλη την κατάσταση πώς είναι, την έχει ζήσει μες στο σπίτι, όλα αυτά. Το παλεύει, όμως, το παλεύει…

Α.Κ.:

Κυρία Βιβή, όταν μάθατε το αποτέλεσμα της μεταμόσχευσης για τον γιο σας που ήταν θετικό, βρισκόσασταν και εσείς στο νοσοκομείο εκείνη την περίοδο.

Π.Π.:

Δεν κατάλαβα.

Α.Κ.:

Όταν κάνετε τη διαδικασία, για να δώσατε το μόσχευμα–

Π.Π.:

Α! Για να το δώσω.

Α.Κ.:

Στον γιο σας–

Π.Π.:

Ναι.

Α.Κ.:

Πιθανολογώ ότι κι εσείς θα βρισκόσασταν στο νοσοκομείο εκείνη την περίοδο.

Π.Π.:

Βέβαια, ναι, ναι, μαζί πηγαίναμε, ναι, ναι.

Α.Κ.:

Πώς νιώσατε, όταν σας είπαν οι γιατροί ότι η επέμβαση πέτυχε;

Π.Π.:

Δεν μπορώ να σου περιγράψω! Δεν μπορώ να σου περιγράψω! Με είχανε φέρει από το χειρουργείο και ήμουνα μισοναρκωμένη ακόμα· και στο απέναντι δωμάτιο, ανοιχτή η πόρτα, θα περνούσαν και τον Δημήτρη και το μόνο που έλεγα συνέχεια: «Ο Δημήτρης, ο Δημήτρης» και σε λίγο τον είδα να περνάει με το φορείο και φωνάζει: «Μάνα!», αυτό! Μου έχει κάτσει στο μυαλό, ναι. Είναι τρομερά συναισθήματα, Αγγελική, δεν ξέρω πώς μπορώ να τα περιγράψω, πολύ δυνατά συναισθήματα αυτά. Όπως σου είπα και πριν, άλλος άνθρωπος, ανέκφραστα συναισθήματα. Αλλιώς τα πράγματα στη ζωή τα βλέπεις πλέον, έτσι. Το μόνο που μας ενδιαφέρει η υγεία μας, τίποτε άλλο, όλα τα άλλα δρομολογούνται, ο καθένας… Τα δρομολογούμε με κάποιον τρόπο. 

Α.Κ.:

Τι είναι αυτό που θα λέγατε ότι σας έχει αφήσει πιο έντονα όλη αυτή η ιστορία,[00:25:00] η ταλαιπωρία, παρά τις θετικές εξελίξεις;

Π.Π.:

Είναι πολλά, Αγγελική. Είναι η πρώτη φορά που ακούσαμε το πρόβλημά της Νίκης. Ξέρεις, να έχεις μεγαλώσει πέντε παιδάκια, να είσαι μια χαρά, να μην έχεις κανένα πρόβλημα, να μην έχουν οι οικογένειές σου αυτό το πρόβλημα, και ξαφνικά να παθαίνει το παιδί μία ίωση με πυρετό και να το πηγαίνεις στο νοσοκομείο και να σου λένε: «Το παιδί σου έχει χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και πεθαίνει», γιατί οι τιμές της Νίκης ήταν πάρα πολύ υψηλές, μας είπαν ότι δεν έχει ζήσει άνθρωπος με αυτές τις τιμές, έτσι. Και εδώ, στην Καλαμάτα, που την πήγαμε, τη βάλανε στο ασθενοφόρο αμέσως για Αθήνα και στην Αθήνα το ίδιο μας είπανε: «Δεν έχει ζήσει άνθρωπος με αυτές τις τιμές». Τη Νίκη τη βοήθησε και η καλή της ψυχολογία, που είχε στη συνέχεια. Μετά το πρόβλημα με τον Δημήτρη. Όταν αρρώστησε ο Δημήτρης και έβλεπα ότι δεν δεχόταν την κατάσταση, δεν ήταν εύκολο να κάνει ένα παιδί 23 χρονών αιμοκάθαρση και να μη δέχεται την κατάσταση και να σου λέει… Έφευγα από τη δουλειά να πάμε για αιμοκάθαρση και μου έλεγε: «Μία μέρα που θα ’ρθεις από τη δουλειά, θα με βρεις κρεμασμένο μες στο σπίτι. Δεν θέλω να κάνω αιμοκάθαρση!». «Βρε Δημήτρη, κάνε υπομονή, να κάνουμε τις εξετάσεις μας και εσύ και εγώ και να πάμε για τη μεταμόσχευση, κοίτα η αδερφή σου τι καλά που είναι». Ήτανε τότε δεκατρία χρόνια η Νίκη. «Δεκατρία χρόνια», του λέω, «μεταμοσχευμένη, μια χαρά είναι η Νίκη». «Εγώ δεν θα πάω καλά, εγώ δεν θα είμαι καλά, σαν τη Νίκη». «Μην το λες αυτό, θα είσαι και πολύ καλά. Είναι μια διαδικασία που πρέπει να την ακολουθήσουμε τώρα, μέχρι να φτάσουμε στο χειρουργείο». Εντάξει, και, όταν άκουσα το αποτέλεσμα των τριών παιδιών, είχα ένα παιδί και άλλα δύο: «Τι θα γίνει στη συνέχεια;». Κι αυτό στενοχωρηθήκαμε πάρα πολύ. Έχουμε περάσει πολύ άσχημα, Αγγελική, όλα αυτά τα χρόνια με όλα τα θέματα υγείας αυτά. Επίσης και το κομμάτι το οικονομικό, πολλά λεφτά πάνω-πάνω, πολλές ταλαιπωρίες, πολλά…

Α.Κ.:

Κυρία Βιβή, εγώ δεν έχω να σας ρωτήσω κάτι άλλο, αλλά θέλω να σας ρωτήσω αν θέλετε κάτι ακόμα εσείς να μοιραστείτε μαζί μας, αν υπάρχει κάτι που θέλετε να προσθέσετε.

Π.Π.:

Εγώ θα ήθελα να πω, η πολιτεία να βοηθάει εμάς, τέτοιες περιπτώσεις, περισσότερο, για να μπορούμε να αντέξουμε, να προχωρήσουμε την κατάσταση. Μία οικογένεια, απλοί άνθρωποι είμαστε, απλοί συνταξιούχοι τώρα, αυτή τη στιγμή πια· και απλές δουλειές είχαμε. Μας έτυχε όλο αυτό, πέντε παιδιά, δύο παιδιά να δώσουμε εμείς τα νεφρά μας· και ο μπαμπάς τους, όταν έδωσε το νεφρό στην κόρη μου, δεν μπορούσε μετά να αποδώσει στην οικοδομή όπως μπορούσε πριν, που δούλευε. Δεν υπάρχει μέριμνα, θα έπρεπε να υπάρχει κάτι παραπάνω.

Α.Κ.:

Κυρία Βιβή, και πάλι σας ευχαριστώ πάρα πολύ και σας εύχομαι ό,τι καλύτερο.

Π.Π.:

Και εγώ ευχαριστώ, Αγγελική, που με άκουσες και τα είπαμε και εύχομαι να έβαλα κι εγώ το λιθαράκι μου να βγει κάτι καλό, όποιος ακούσει και διαβάσει αυτό, και κάτι για εμάς να γίνει παραπάνω.

Α.Κ.:

Σας ευχαριστώ πολύ.

Π.Π.:

Κι εγώ σ’ ευχαριστώ.