Η αγάπη ενός νέου για το μπουζούκι
Ενότητα 1
Η ενασχόληση με το μπουζούκι
00:00:00 - 00:14:17
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Πώς ονομάζεσαι; Ονομάζομαι Σπύρος Τσόγκας. Εγώ είμαι η Κούκου Αικατερίνη, σήμερα είναι Τετάρτη, 12 Αυγούστου 2020 και βρισκόμαστε στην Ά…ατάστημα των Ιωαννίνων. Είναι κάτι που και αυτό μ’ αρέσει, αλλά αν έβαζα μια ζυγαριά, σίγουρα θα έγερνε προς την Vodafone… προς τη μουσική.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 2
Η νυχτερινή εργασία και η περίοδος της καραντίνας για τους μουσικούς
00:14:17 - 00:18:37
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Σου έχει τύχει κάτι παράξενο εν ώρα εργασίας με το μπουζούκι, σαν μουσικός; Ναι, τι να πρωτοθυμηθώ. Έχει τύχει ένα πολύ… όχι παράξενο ακριβ…είσαι καλά, να συνεχίσεις να κάνεις αυτό που αγαπάς και ευχαριστώ για τη συμμετοχή σου στο istorima. Ευχαριστώ και εγώ πάρα πολύ για όλα.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνηση[00:00:00]Πώς ονομάζεσαι;
Ονομάζομαι Σπύρος Τσόγκας.
Εγώ είμαι η Κούκου Αικατερίνη, σήμερα είναι Τετάρτη, 12 Αυγούστου 2020 και βρισκόμαστε στην Άρτα.
Γεια σου, Κατερίνα.
Πότε γεννήθηκες;
Γεννήθηκα 1η Οκτωβρίου του 1988 στα Ιωάννινα, κατοικία στην Άρτα. Απ’ ό,τι ξέρω γεννήθηκα στα Ιωάννινα, γιατί είχε καλύτερο νοσοκομείο.
Μεγάλωσες στην Άρτα μου είπες;
Ναι, μεγάλωσα στην Άρτα, σχολικά χρόνια, φοιτητικά χρόνια, τελείωσα το '07 το λύκειο και μετά συνέχισα στο ΤΕΙ.
Τι θυμάσαι από τα παιδικά σου χρόνια;
Θυμάμαι πολύ έντονα να πηγαίνουμε από την πόλη στο χωριό, το οποίο είναι 7-8 χιλιόμετρα από την πόλη της Άρτας που μέναμε, τα Κολομόδια, να πηγαίνουμε πολύ συχνά για κυνήγι με τον πατέρα μου, να φτιάχνουμε τα χωράφια, να ποτίζουμε, να ρίχνουμε λίπασμα. Τον παππού μου θυμάμαι στα Κολομόδια να… πολύ έντονα που ασχολούνταν πολύ με τα χωράφια, τα αγαπούσε πάρα πολύ και τα ίδια και για το άλλο το χωριό, το χωριό της μαμάς μου, τις Συκιές, αλλά όχι τόσο έντονα, γιατί ήταν λίγο πιο μακριά, δεν πηγαίναμε τόσο συχνά. Γενικά ήταν μία… τα παιδικά χρόνια μισό πόλη, μισό χωριό. Λοιπόν, δημοτικό πήγα στο 8ο δημοτικό Άρτας το οποίο θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι είχε και ένα σχολείο μέσα το οποίο ήταν σχολείο με παιδιά με ειδικές ανάγκες. Ήμασταν λίγο μικρά, βέβαια, δεν καταλαβαίναμε τότε τι γίνεται και λοιπά, χτυπιόματαν, γελάγαμε και λοιπά, υπήρχε αυτό το πράγμα. Μετά, 2ο γυμνάσιο και λύκειο, 2ο , πώς το λένε; Γενικό; Γυμνάσιο και λύκειο Άρτας, στην περιοχή Τρίγωνο εκεί πέρα, στο γήπεδο δίπλα. Εκεί με τα περισσότερα παιδιά ήμασταν από το δημοτικό μαζί, παρέες, εκδρομές. Το γυμνάσιο πέρασε πολύ γρήγορα, στο λύκειο μετά Α’-Β’ ήμασταν στο χαβαλέ, Γ’ πανελλήνιες. Με την πρώτη χρονιά πέρασα στο όριο, 11.000 μόρια, στην σχολή Πληροφορικής στην Άρτα. Χαθήκαμε με τις παρέες αυτές, γιατί οι περισσότεροι έφυγαν. Μετά, καινούριες παρέες από το ΤΕΙ. Ο πρώτος καιρός ήταν να τους δείχνω εγώ τα κατατόπια στην Άρτα, μετά, εντάξει, η Άρτα δεν είναι και μεγάλη πόλη. Στο ΤΕΙ πέρασα το ’07 δεύτερο εξάμηνο, πολλούς γνωστούς από την Άρτα, καθηγητές γνωστοί, γνωστές φάτσες και λοιπά, και το ’13 πήρα το πτυχίο μου.
Πως ήταν να σπουδάζεις στο τόπο καταγωγής σου;
Στην αρχή δεν μου άρεσε και ήθελα να ξαναδώσω. Όμως, επειδή είχα ελευθερία και έμενα και σε δικό μου σπίτι, ήταν σαν να κάνω φοιτητική ζωή σε άλλη πόλη. Δηλαδή είχα τον έλεγχο που έπρεπε, δεν ήμουν κάπου πιεσμένος. Γνώρισα καινούρια παιδιά, ήταν ωραίο που κάποιος ήξερε να τους πάει όπου ήθελαν. Πέρασαν πολύ άνετα και πολύ γρήγορα. Δεν… δεν νομίζω ότι δεν έκανα κάτι που θα έκαναν κάποια άλλα παιδιά που πέρασαν σε άλλη πόλη. Το μόνο είναι ότι ήταν μια μικρή πόλη και είναι ακόμα μικρή πόλη η Άρτα, δηλαδή δεν είχε να πας στα μπουζούκια και να κάνεις όλα αυτά που θα έκανες σε Θεσσαλονίκη ή Αθήνα. Από θέμα παρέας και φιλίας και από θέμα γνωριμιών και λοιπά που έγιναν με τα παιδιά πήγε πολύ καλά. Με το ένα παιδί γίναμε και συγκούμπαροι, παντρέψαμε τον αδερφό του, έχουμε ακόμα πολύ καλές σχέσεις, είναι από Χαλκίδα. Με τους περισσότερους, εντάξει, χάνεσαι σιγά σιγά, έχουν κάνει οικογένειες και λοιπά, αλλά μιλάμε ακόμα.
Με το μπουζούκι πότε ξεκίνησες να ασχολείσαι; Ήταν ένα χόμπι που είχες από μικρός;
Λοιπόν, εδώ έχει πολλή πλάκα το όλο θέμα. Το πώς ξεκίνησα με το μπουζούκι δεν θυμάμαι. Θυμάμαι ότι πάντα είχα ένα μπουζούκι στα χέρια μου. Ρώτησα τον πατέρα μου μια στιγμή, κάποια στιγμή τι έγινε, πώς ξεκίνησα. Μου λέει ότι «Εκεί που ήσουνα μικρός βλέπαμε τηλεόραση, είδες κάποιον να παίζει μπουζούκι και λες: “θέλω να μάθω μπουζούκι”». Λοιπόν, με πήγε στο ωδείο, στην αρχή ντρεπόμουνα για το μπουζούκι, δηλαδή, πήγαινα για μάθημα με το μπουζούκι και το έκρυβα, γιατί κανένας άλλος δεν… δεν είχε στο σχολείο κάποιο όργανο και λοιπά και ντρεπόμουνα, δε ήξερα τι ήταν αυτό που κάνω. Πήγα στο ωδείο της Άρτας, Γ’ γυμνασίου πήρα το πτυχίο αρμονίας και λοιπά, μετά συνέχισα μόνος μου να παίζω μπουζούκι. Όταν πέρασα, τελείωσα το λύκειο, πήγα στο ΤΕΙ το σταμάτησα λίγο. Εντελώς τυχαία ξεκίνησα να παίζω επαγγελματικά, εκεί στα 18-19 ξανά από ένα παιδί που τυχαία με [00:05:00]φώναξε να παίξουμε, γιατί ο δικός του μπουζουκτζής κάτι είχε πάθει και δεν μπορούσε να παίξει, και μετά συνεχίσαμε και παίζαμε μαζί. Για καλή μου τύχη βρέθηκε ένας πολύ καλός άνθρωπος εκεί πέρα στη ζωή μου και δεξιοτέχνης μεγάλος μπουζουκτζής και στην Αθήνα με μεγάλα ονόματα, ο Χρήστος ο Μπαζούλας, ο δάσκαλός μου, και με πήρε από το 3 και με έφτασε στο 10, σε μια κλίμακα 20. Και εκεί συνέχισα μέχρι και τώρα επαγγελματικά στο μπουζούκι.
Έπαιζε κάποιος άλλος μπουζούκι στην οικογένειά σου;
Αυτό είναι το διαφορετικό, ότι κανένας άλλος δεν έπαιζε, καμιά σχέση με την μουσική, κανένας στην οικογένεια, σε κανένα σόι, τίποτα, εμένα απλά μου κόλλησε.
Ποια ήταν η αντίδραση της οικογένειάς σου, όταν τους είπες σαν μικρό παιδάκι ότι ήθελες να ασχοληθείς με το μπουζούκι;
Με πήγανε κατευθείαν, με έγραψαν στο ωδείο. Εγώ θυμάμαι μόνο τη μητέρα μου και τον πατέρα μου να μου λέει: «Παίξε μας κάνα τραγουδάκι» εκεί που καθόμασταν έξω στο μπαλκόνι και εγώ να ντρέπομαι, μικρός. Αλλά, όχι, τους άρεσε πάρα πολύ, του αρέσει, τους άρεσε πολύ, τους αρέσει ακόμα και τώρα και πιστεύω ότι θα τους αρέσει και για επόμενες γενιές να ακούνε να παίζουνε κάτι.
Πότε ξεκίνησες, δηλαδή, σε ποια ηλικία;
Ωδείο πήγα Β’ δημοτικού ή Γ’; Σε αυτή την ηλικία πήγα περίπου και μετά από 6-7 χρόνια πήρα πτυχίο αρμονίας. Εκεί παίξαμε πιάνο – πρέπει να παίξεις πιάνο, για να πάρεις το πτυχίο – σολφέζ και λοιπά. Μετά αυτό ήτανε σε θέμα, σε θέμα που να μάθεις κάτι στο ωδείο πάνω στη μουσική, μετά ό,τι έκανα το ‘κανα δηλαδή καθαρά μόνος μου, εκτός ότι μετά ήρθε η περίοδος που γνώρισα το δάσκαλό μου και με έμαθε 2 πράγματα παραπάνω.
Έφτασες ποτέ σε σημείο να τα παρατήσεις;
Για το μπουζούκι, έτσι;
Ναι. Να πεις ότι «Φτάνει, δεν αντέχω άλλο» και να τα παρατήσεις.
Όχι, μα δεν είναι και κάτι που κάνεις, επειδή… το κάνεις από ανάγκη, είναι κάτι που σ’ αρέσει πάνω απ’ όλα. Αν δεν σ’ αρέσει αυτό το πράγμα, δεν μπορείς να το κάνεις. Έχω φτάσει πολλές φορές να πω, όταν πήγαινα με μεγάλα ονόματα που ήταν να παίξω, ότι «Πω πω τι θα γίνει τώρα, δεν θα τα βγάλω όλα τα τραγούδια του και λοιπά», γιατί πρέπει να βγούνε απόλυτα σωστά και να είσαι και εσύ κομπλέ απέναντι στον άλλον που σε βλέπουν από κάτω. – Μ’ ακούνε; – Αλλά στο τέλος το κατάφερνα, εντάξει και μετά αυτό έγινε συνήθεια. Δηλαδή πλέον, μπορείς άνετα, έχεις εμπιστοσύνη, έχεις εμπιστοσύνη στις δυνάμεις σου και μπορείς να κάνεις ότι θες πάνω στο όργανο, αρκεί να μελετήσεις.
Πως κατάφερες, όμως, να τα συνδυάσεις με όλα τα στάδια της ζωής σου, δηλαδή με το σχολείο, στα φοιτητικά σου χρόνια είπες ότι το σταμάτησες και αργότερα με δουλειά.
Λοιπόν, στο σχολείο ήτανε, το σχολείο ήτανε μεγάλο σχολείο και για το όργανο γιατί παίζαμε στις γιορτές. Βέβαια, εκεί ήταν ένα πολύ μεγάλο σχολείο που μπορείς να παίζεις σε κόσμο μπροστά, χωρίς να ντρέπεσαι. Εκεί δεν ήταν κάτι γιατί δεν πιεζόσουνα για κάτι. Δηλαδή και χάλια να παίζαμε, που λέει ο λόγος, στις γιορτές, δεν έλεγε κανένας τίποτα. Μετά, το συνδύαζες, μετά σιγά σιγά συνδυάστηκε σαν παρέα και σαν ότι «Ουάου, κάνω κάτι που ο άλλος δεν μπορεί να κάνει και σε βλέπουν και σε θαυμάζουν». Σιγά σιγά, κάπως έτσι, πλέον αυτό δεν υπάρχει στο μυαλό μου, δηλαδή εντάξει, λες: «ο άλλος – ξέρω ‘γώ –, έφτιαξε διαστημόπλοιο και εσύ παίζεις μπουζούκι, σιγά τι κάνεις». Πλέον είναι κάτι που το συνδυάζεις, ξέρεις ότι θα έχεις τη δουλειά σου, μέχρι Σάββατο, το πολύ να παίξεις Σάββατο βράδυ, ξέρω ‘γώ, σε κάποια εκδήλωση ή οτιδήποτε, έχει μπει στη ζωή σου. Πλέον έχει περάσει και η περίοδος που δεν φοβάσαι τις δυνατότητές σου, είσαι μελετημένος ήδη, δηλαδή πας παίζεις απλά Σάββατο βράδυ, κάνεις τη δουλειά σου σωστά, γυρνάς σπίτι και είσαι κομπλέ. Δεν υπάρχει κάποιο άγχος σε αυτό ή κάποια ανησυχία, συνδυάζεται πολύ καλά.
Παρότρυνες κάποιον δικό σου άνθρωπο να ασχοληθεί με το μπουζούκι;
Έχω, ναι, έχει γίνει 2-3 φορές, έχω πάει στο δάσκαλό μου άτομα να μάθουνε, όμως σε 1 μήνα τα παράτησαν. Και για ποιο λόγο; Γιατί, πιστεύω ότι για να μάθεις ένα όργανο, πρέπει να πας μόνος σου, να σου βγει από μέσα, να πεις: «Θέλω να μάθω αυτό το όργανο». Θέλει πάρα πολλές ώρες μελέτη, πολλά χρήματα και πολλή υπομονή. Αν δεν το έχεις μέσα σου και δει αυτός, ξέρω ‘γώ, έχεις ένα φίλο πει: «Α, αυτός παίζει μπουζούκι, τον θαυμάζουν από κάτω, οτιδήποτε» και πει: «Θα μάθω και εγώ», αν δεν το ‘χει από μέσα του, το κάνει μόνο γι’ αυτό σε 1 μήνα θα το παρατήσει. Οπότε, έτσι έγινε και με τους δικούς μου.
Πότε ξεκίνησες να ασχολείσαι επαγγελματικά;
Επαγγελματικά ξεκίνησα στα 19, όταν έγινε αυτό το σκηνικό με το φίλο μου που είχε το δικό του μπουζουκτσή, ήξερε ότι παίζω έτσι ερασιτεχνικά, δεν μπορούσε να πάει, πήγα τον βοήθησα και μετά κάπως έγινε και σιγά σιγά μπήκαμε και στο επαγγελματικό κομμάτι.
[00:10:00]Πως είναι να ασχολείσαι επαγγελματικά με το μπουζούκι; Αποφέρει χρήματα;
Πιστεύω ότι αυτό τον καιρό να ασχολείσαι μόνο με το μπουζούκι επαγγελματικά δεν… δεν μπορείς να ζήσεις. Πρέπει να είσαι πολύ τυχερός, να είσαι με μεγάλα ονόματα, να ‘σαι σε μεγάλες πόλεις, Αθήνα, Θεσσαλονίκη και λοιπά ή σε περιοδείες και να ‘χεις… μόνο έτσι μπορείς να ζήσεις. Αλλιώς έχοντάς το σαν δεύτερη δουλειά σε βοηθάει πάρα πολύ. Δηλαδή πχ. εμένα μου φέρνει τα χρήματα που μπορώ να βγάλω τα έξοδα της μισής βδομάδας, μετά τη δουλειά που θα παίξω, και αυτά τα άλλα να μου μείνουνε στην άκρη. Όμως, σαν δεύτερη δουλειά, σαν συμπληρωματική. Σαν μόνη της δεν νομίζω ότι μπορείς να ζήσεις πλέον, ειδικά τώρα, με την κατάσταση που επικρατεί. Ρωτάς τώρα;
Ποιες είναι οι μεγαλύτερες συνεργασίες σου και τι έχεις κερδίσει από αυτές;
Λοιπόν, η πρώτη μου συνεργασία, έτσι, με μεγάλα ονόματα ήταν με τον Τερλέγκα, με τον Βασίλη Τερλέγκα, εδώ στην Άρτα είχε έρθει για μία συναυλία, είχε έρθει μαζί με 2-3 δικούς του μουσικούς, εμείς παίζαμε εδώ με το δικό μας σχήμα, παίξαμε μαζί. Απ’ ό,τι θυμάμαι ήταν, είναι ένα άτομο πολύ θρησκευόμενο και πολύ μελετημένο στη δουλειά του. Τώρα, επόμενες συνεργασίες, πέρυσι έπαιξα μαζί με τον Κώστα τον Καραφώτη με την Φιλαρμονική Αμφιλοχίας, κάναμε μια συναυλία στην Αμφιλοχία. Πώς ξεκίνησε όλο αυτό. Αυτό ξεκίνησε τυχαία, μιλήσαμε με τον μαέστρο της Φιλαρμονικής πριν 2 χρόνια, μου είχε πει να παίξω μαζί με τον Δημήτρη τον Μπάση που θα έκανε τότε μια συναυλία, εγώ δεν μπόρεσα τότε γιατί ήταν πολύ γρήγορα όλα, είχα κλεισμένες δουλειές, είχαμε διάφορα πράγματα και κανονίσαμε με τον Κώστα τον Καραφώτη. Εκεί περίπου είχαμε πρόβες περίπου στον 1 μήνα, μαζί με 30 άτομα με πνευστά, όργανα, τρομπόνια, κλαρίνα και λοιπά. Ήταν μια πολύ ωραία εμπειρία από την οποία κερδίζεις και… κερδίζεις γνωριμίες, αλλά το κυριότερο είναι ότι κερδίζεις γνώσεις. Δηλαδή, όταν είσαι με άλλους 10 μουσικούς με διάφορα όργανα, κιθάρες και λοιπά, παίρνεις κάτι από τον καθένα και γίνεσαι πολύ καλύτερος. Επίσης, πέρυσι μαζί με την Φιλαρμονική Αμφιλοχίας 2019 πήγαμε και στην Κωνσταντινούπολη. Παίξαμε στον Πατριάρχη με μία εκδήλωση που είχε στηθεί με επιφανείς επιχειρηματίες και λοιπά, Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, είδαμε πράγματα και αξιοθέατα που πιστεύω δεν θα έβλεπα ποτέ αν δεν γίνονταν αυτό. Πήγαμε στην Αγιά Σοφιά, δεν είχα πάει ποτέ, πήγαμε στα Πριγκηπονήσια, παντού όλα εκεί μύριζαν Ελλάδα. Εκεί και αν κερδίσαμε πολλά πράγματα, είδαμε, πήγαμε σε κτίρια που φάνηκε πώς ζούσε εκεί ο κόσμος, ο ελληνισμός πιο παλιά, ήταν… παντού μύριζε Ελλάδα βασικά, στα Πριγκηπονήσια, ελληνικές πινακίδες, όλοι μίλαγαν ελληνικά. Μίλαγες ελληνικά και καταλάβαιναν τι έλεγες. Δεν… πιστεύω ότι, απ’ ό,τι θυμάμαι αυτή τη στιγμή αυτά είναι τα πιο κορυφαία που έχουν γίνει σε σχέση με το μπουζούκι. Έχω κερδίσει πάρα πολλά πράγματα από εκεί, γνώσεις, γνωριμίες, εμπειρία, τρόπο ζωής, ήταν πολύ καλά.
Θα ήθελες να το κυνηγήσεις και να ασχοληθείς αποκλειστικά με το μπουζούκι;
Ναι, εννοείται. Δεν υπάρχει μουσικός που να του πεις να ασχοληθεί μόνο με αυτό και να σου πει όχι. Είναι δύσκολο οικονομικά και σε θέμα… βιοποριστικό θέμα, θέμα επιβίωσης. Είναι κάτι που θέλει άπειρες ώρες μελέτης και όσο πιο πολύ μελετάς, τόσο πιο καλός γίνεσαι. Όλοι θα ήθελαν να ζουν μόνο με αυτό, μακάρι να αλλάξει κάτι και να μπορέσουμε να ζήσουμε μόνο με αυτό, να μην κάνουμε κάτι άλλο.
Ενώ παράλληλα εργάζεσαι και με κάτι άλλο τώρα.
Παράλληλα είναι τεχνικός στη Vodafone στο κατάστημα των Ιωαννίνων. Είναι κάτι που και αυτό μ’ αρέσει, αλλά αν έβαζα μια ζυγαριά, σίγουρα θα έγερνε προς την Vodafone… προς τη μουσική.
Σου έχει τύχει κάτι παράξενο εν ώρα εργασίας με το μπουζούκι, σαν μουσικός;
Ναι, τι να πρωτοθυμηθώ. Έχει τύχει ένα πολύ… όχι παράξενο ακριβώς, ένα που μου ‘χει μείνει. Είναι ένας κύριος ο οποίος είχε πιει λίγο, εντάξει, μπροστά μου, παίζαμε, μου ζητάει ένα ζεϊμπέκικο, με το που το παίζουμε, γυρνάει το τραπέζι, σπάει το μπουκάλι που είχε πάνω και φεύγει το μισό, έρχεται στο μπουζούκι και μου σπάει το μισό μπουζούκι. Εντάξει, ο κύριος δεν ήτανε, να πούμε ότι… είχε πιει. Βέβαια, ο μαγαζάτορας τον ήξερε, την επόμενη μέρα βρέθηκαν, με πήρε τηλέφωνο και μου [00:15:00]είπε να μου βάλει τα χρήματα, για να φτιάξω το μπουζούκι. Απλά είχε πιει. Πολλά, πολλά παράξενα. Δηλαδή, στα Γιάννενα πριν κάποια χρόνια παίζαμε και ένας ήρθε στον τραγουδιστή και του είπε, του λέει: «Θέλω ένα τραγούδι». Του λέει ο τραγουδιστής: «Δεν το έχω». Και του λέει: «Αν δεν το πεις», του λέει, «θα σε καθαρίσω». Τέλος πάντων, εντάξει, εκεί κάνεις λίγο τα στραβά μάτια, του λες: «Θα πω ότι ξέρω» και τελικά στο τέλος γίνεσαι φίλος με αυτόν, δηλαδή μπορεί να σου πετάξει και λεφτά, χρήματα, σε κερνάει και ποτά. Είναι… η νύχτα είναι λίγο περίεργη, έχουνε γίνει πολλά τέτοια πράγματα. Κάτι που γίνεται συνέχεια είναι πάντα προς το τέλος κάποιος να θέλει να τραγουδήσει ή να παίξει μπουζούκι, να σου πει: «Φίλε να παίξω για την παρέα;». Αυτά είναι ωραία, αλλά μέχρι το σημείο που είπαμε τώρα, δηλαδή να μην τραβήξει παραπέρα. Δεν… δεν έχει γίνει κάτι χειρότερο από αυτά, αν και αυτά είναι που σου μένουνε και τα συζητάς μετά με την παρέα ή με το σχήμα σου και γελάτε. Ναι, είναι πολύ ωραία πράγματα αυτά, τα θυμάσαι.
Έπειτα από τόσα χρόνια, έχεις μάθει να τα διαχειρίζεσαι όλα αυτά;
Ναι. Πρέπει να τα διαχειριστείς πολύ μαλακά, δεν ξέρεις ποιον έχεις απέναντί σου και τι μπορεί να σκέφτεται εκείνη την ώρα και πόσο να έχει πιει και τι μπορεί να έχει περάσει. Τα διαχειρίζεσαι εσύ, μετά, βέβαια, αν δεις ότι δεν μπορείς να το διαχειριστείς, καλείς τον μαγαζάτορα. Του λες: «Ή το φτιάχνεις ή φεύγω ή σταματάω». Ε, και κάπως έτσι γίνεται. Συνήθως οι μαγαζάτορες αυτούς, αυτοί για να έχουν τόσο θάρρος να τα κάνουν όλα αυτά ή να τα πουν όλα αυτά, ξέρουν τον μαγαζάτορα, σίγουρα. Οπότε τον πιάνει ο μαγαζάτορας, του λέει: «Έλα εδώ να σου πω και λοιπά», και κάπως έτσι τελειώνει όλο πολύ καλά. Και από κει γυρνάς σπίτι σου.
Το τελευταίο διάστημα η κατάσταση είναι λίγο περίεργη με τον κορονοϊό και έχουν ακυρωθεί όλες οι live εμφανίσεις. Έχει επιφέρει επιπτώσεις αυτό στη δουλειά σου με τη μουσική;
Σίγουρα. Π.χ. εμείς στους γάμους που είναι να παίξουμε πχ. αυτό το καλοκαίρι τους έχουμε κλείσει τους περισσότερους από το προηγούμενο καλοκαίρι, οπότε βασίζεσαι σε αυτά. Δηλαδή κλείνεις να πας κάποιες διακοπές ή μπορεί να έχεις κάνει κάποιες επενδύσεις, να έχεις πάρει ένα αυτοκίνητο, οτιδήποτε και να λες ότι «Θα τα βγάλω σιγά σιγά το καλοκαίρι, θα έχω και αυτά». Εντάξει, εμένα που έχω και την άλλη δουλειά, δεν μου φαίνεται τόσο πολύ αλλά υπάρχουν πολλοί συνάδελφοι, που όντως δεν μπορούν να βγάλουν ακόμα και τα βασικά αυτή τη στιγμή, έτσι; Είναι δύσκολα, γιατί δεν είναι μόνο βασικά το δικό μας επάγγελμα, με το δικό μας επάγγελμα υπάρχουν πολλοί πίσω, υπάρχουν οι σερβιτόροι, υπάρχουν π.χ. αυτοί με τις κάβες, αυτοί με τον πάγο π.χ., με τα τραπέζια, με τις καρέκλες, με τις διοργανώσεις, έχει πάει πάρα πολύ πίσω. Εγώ θεωρούμαι από τους τυχερούς, γιατί δεν το ‘χω σαν πρώτη δουλειά, το ‘χω σαν δεύτερη. Έτσι, έχω το βασικό μου εισόδημα που είναι εκεί. Aλλά, δυστυχώς ναι, είναι δύσκολα τα πράγματα και ακούγεται παντού έξω.
Τι έχεις να πεις σε όσους νέους θέλουν να ασχοληθούνε με τη μουσική και συγκεκριμένα με το μπουζούκι;
Να το κάνουν χωρίς δεύτερη σκέψη και να μην έχουν πχ., και να μην έχουν την οικονομική δυνατότητα να πάνε κάπου, υπάρχουν πολλά μεγάλα ονόματα αν γυρίσουμε στο παρελθόν, πχ. Ζαμπέτας, Βαμβακάρης και λοιπά που ήταν αυτοδίδακτοι. Τσιτσάνης, έτσι; Να το κάνουν μόνο και μόνο, γιατί είναι ψυχοθεραπεία πάνω απ’ όλα. Παίζεις και ξεχνάς τα πάντα. Να παίζουνε πχ… Δεν χρειάζεται, και στο σπίτι σου να παίξεις, να το πάρεις να παίξεις είναι ψυχοθεραπεία και ξεχνάς τα πάντα. Να το κάνουνε έτσι κι αλλιώς.
Ωραία, σε ευχαριστώ πολύ. Να είσαι καλά, να συνεχίσεις να κάνεις αυτό που αγαπάς και ευχαριστώ για τη συμμετοχή σου στο istorima.
Ευχαριστώ και εγώ πάρα πολύ για όλα.
Περίληψη
Ο Σπύρος Τσόγκας μας δίνει μία εικόνα της Άρτας των παιδικών και φοιτητικών του χρόνων και μιλά για την ενασχόλησή του με τη μουσική και συγκεκριμένα με το μπουζούκι. Περιγράφει το πώς κατάφερε να συνδυάσει την αγάπη του για τη μουσική με άλλες υποχρεώσεις στη ζωή του και αναφέρεται στις μεγαλύτερες συνεργασίες του, σε εμπειρίες του από την εργασία με το μπουζούκι τη νύχτα, στην προοπτική αποκλειστικής απασχόλησης με το μπουζούκι, καθώς και στις επιπτώσεις της περιόδου του κορονοϊού για τους μουσικούς.
Αφηγητές/τριες
Σπυρίδων Τσόγκας
Ερευνητές/τριες
Αικατερίνη Κούκου
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
11/08/2020
Διάρκεια
18'
Περίληψη
Ο Σπύρος Τσόγκας μας δίνει μία εικόνα της Άρτας των παιδικών και φοιτητικών του χρόνων και μιλά για την ενασχόλησή του με τη μουσική και συγκεκριμένα με το μπουζούκι. Περιγράφει το πώς κατάφερε να συνδυάσει την αγάπη του για τη μουσική με άλλες υποχρεώσεις στη ζωή του και αναφέρεται στις μεγαλύτερες συνεργασίες του, σε εμπειρίες του από την εργασία με το μπουζούκι τη νύχτα, στην προοπτική αποκλειστικής απασχόλησης με το μπουζούκι, καθώς και στις επιπτώσεις της περιόδου του κορονοϊού για τους μουσικούς.
Αφηγητές/τριες
Σπυρίδων Τσόγκας
Ερευνητές/τριες
Αικατερίνη Κούκου
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
11/08/2020
Διάρκεια
18'