© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Το λάθος άτομο στη λάθος στιγμή: ένα θύμα αυθαίρετης αστυνομικής βίας διηγείται

Κωδικός Ιστορίας
14531
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Άννα Αλεξιάδου (Ά.Α.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
02/08/2022
Ερευνητής/τρια
Μαρία Μαυροπούλου (Μ.Μ.)
Μ.Μ.:

[00:00:00]Είμαι η Μάρω Μαυροπούλου. Σήμερα είναι Τετάρτη 3 Αυγούστου και εργάζομαι για το Istorima. Καλησπέρα.

Ά.Α.:

Καλησπέρα.

Μ.Μ.:

Θα ήθελες να ξεκινήσουμε με μερικά πράγματα για σένα;

Ά.Α.:

Ναι φυσικά. Εγώ ονομάζομαι Άννα Αλεξιάδου, έχω γεννηθεί στη Θεσσαλονίκη συγκεκριμένα σε μία δυτική συνοικία, στις Συκιές. Είμαι 23 ετών. Να πω τι σπουδάζω; Σπουδάζω, έχω περάσει Δασολογία και Φυσικού Περιβάλλοντος στο Α.Π.Θ., τα χόμπι μου είναι πιο πολύ καλλιτεχνικά βέβαια μπορώ να πω, όπως, ας πούμε, να παίζω πιάνο, να τραγουδάω, σε ερασιτεχνικό βέβαια πιο πολύ επίπεδο, εργάζομαι τα διαστήματα που μπορώ να εργαστώ, κάνοντας έτσι πιο φοιτητικές δουλειές, όπως για παράδειγμα service, ένα πιο κοινό προφίλ, δηλαδή φοιτητή θα έλεγα.

Μ.Μ.:

Η σχολή σου σου αρέσει;

Ά.Α.:

Η σχολή μου είναι πάρα πολύ ενδιαφέρουσα και είναι και ωραία γενικά, απλά δεν πιστεύω ότι είναι κάτι το οποίο αξίζει τον χρόνο που του δίνω τόσο πολύ, γιατί είναι και πάρα πολλά τα μαθήματα, τα εργαστήρια και όσον αφορά τον επαγγελματικό προσανατολισμό… Συγγνώμη την επαγγελματική αποκατάσταση είναι επίσης πολύ δύσκολα, γιατί πραγματικά η σχολή έχει πάρα πολλούς φοιτητές ήδη και δεν ξέρω ποιος δασολόγος θα πρωτοβρεί δουλειά, να το πω έτσι.

Μ.Μ.:

Πότε γεννήθηκες;

Ά.Α.:

Το ’99.

Μ.Μ.:

Ποιον μήνα;

Ά.Α.:

26 Ιανουαρίου, το 1999.

Μ.Μ.:

Είσαι μοναχοπαίδι στην οικογένεια;

Ά.Α.:

Έχω μια αδερφούλα, οπότε είμαστε δύο. Εκείνη είναι δύο χρόνια μικρότερή μου.

Μ.Μ.:

Ποια είναι η σχέση σας μεταξύ σας;

Ά.Α.:

Μεγαλώσαμε πάρα πολύ, μεγαλώσαμε μαζί, σε κοινό χώρο δηλαδή να το πω έτσι, μας είχαν σε κοινό δωμάτιο οι γονείς μου, αλλά νομίζω ότι ενώ αγαπιόμαστε, ποτέ δεν είχαμε μία πολύ καλή σχέση μεταξύ δύο κοριτσιών, αδερφές δηλαδή. Δηλαδή δεν ήμασταν ποτέ φίλες, να το πω έτσι απλά, ήμασταν αδερφές, μέχρι εκεί.

Μ.Μ.:

Οι γονείς σου έχουν κάποια ιδιαίτερη καταγωγή;

Ά.Α.:

Οι γονείς μου είναι όχι… από Ελλάδα και οι δυο.

Μ.Μ.:

Από τη Θεσσαλονίκη;

Ά.Α.:

Από Θεσσαλονίκη, ναι.

Μ.Μ.:

Τι θυμάσαι έντονα απ’ τα παιδικά σου χρόνια;

Ά.Α.:

Θυμάμαι ότι μεγάλωσα κάποια διαστήματα με τους γονείς μου στην Χαλκιδική, όπου είχαμε και τροχόσπιτο και το έχουμε και μέχρι σήμερα, εκεί πηγαίναμε ιδίως καλοκαίρια. Αλλά και κάποια άλλα διαστήματα στο χωριό. Οπότε γενικά ήμουν σε μία πολύ κοντινή επαφή με την φύση και την θάλασσα, αλλά νομίζω ότι προσανατολίζομαι πιο πολύ ως παιδί του βουνού και της φύσης ναι.

Μ.Μ.:

Σε ποιο χωριό πηγαίνατε;

Ά.Α.:

Το χωριό μου είναι ένα πολύ μικρό χωριουδάκι, πολύ κοντά στη Βέροια. Λέγεται Κεφαλοχώρι και είναι έτσι δίπλα από διάφορα άλλα μικρά χωριά όπως Λουτρό, Κουλούρα, Επισκοπή και γενικά περνούσαν πολύ ξέγνοιαστα τα παιδικά χρόνια εκεί, δηλαδή ήταν ό,τι καλύτερο, ό,τι πρέπει.

Μ.Μ.:

Τι ξεχωριστές αναμνήσεις έχεις απ’ αυτό το μέρος;

Ά.Α.:

Θυμάμαι ότι από δίπλα, επειδή περνάει ο ποταμός Αλιάκμονας πηγαίναμε με το trailer που το φορτώναμε πίσω από το αμάξι, με οδηγό τον μπαμπά, βάζαμε πάνω φίλους γείτονες, φορτώναμε γενικά το trailer και το αυτοκίνητο και τον σκύλο μου που είχα τότε, όντας 14-15 χρόνων κάπου εκεί και πηγαίναμε στον ποταμό που είχαμε εκεί δίπλα μία ακτή και ήταν πολύ σουρεάλ γενικά εκεί το τοπίο, ήταν πολύ… Είχε πάρα πολύ φύση, ήταν πολύ εξτρίμ το να μπούμε εμείς μες στον Αλιάκμονα και να βουτήξουμε εκεί. Γενικότερα ήταν ένα πολύ ήσυχο μέρος, τμήμα του ποταμού, στο οποίο βουτούσαμε μέσα και το κάναμε πιο πολύ σαν πικ-νικ, έτσι οικογενειακό πιο πολύ, με τους φίλους που είχα εκεί στο χωριό, πολύ ξέγνοιαστα γενικά.

Μ.Μ.:

Με την αδερφή σου τι αναμνήσεις έχεις από αυτό το χωριό;

Ά.Α.:

Η αδερφή μου ήτανε πιο μικρή από μένα, δηλαδή σε εκείνες τις ηλικίες, τα δύο χρόνια μικρότερη, ήταν αρκετά… είχε αρκετά διαφορετικά βιώματα μέχρι στιγμής, δηλαδή δεν μπορούσα να πω ότι συμπορευόμασταν, την θεωρούσα πάντα την μικρότερη.

Μ.Μ.:

Μετά τα μετεφηβικά και εφηβικά χρόνια πώς κυλήσανε;

Ά.Α.:

Μετά ενηλικιωθήκαμε σιγά-σιγά και πιο πολύ αφοσιώθηκα στο πώς θα περάσω σε μία σχολή κυρίως, οπότε όλα τα παιχνίδια, οι ξέγνοιαστες στιγμές, οι διακοπές και όλα αυτά είχαν μείνει λίγο στην άκρη, είχα αφήσει και τα χόμπι που έκανα τότε, κακώς βέβαια, δεν υπήρχε κανένας λόγος, αλλά ναι[00:05:00] ήταν αυτό το basic, ας πούμε, ότι πρέπει να τ’ αφήσουμε όλα για να αφοσιωθούμε τώρα στις Πανελλήνιες. Να μπούμε σε μία σχολή για να έχουμε ένα μέλλον. Οπότε γενικά σοβάρεψε χωρίς λόγο η φάση των εφηβικών χρόνων και μετά, ούτε μετά, αφού πέρασα σε μία σχολή ήτανε… ομαλοποιήθηκαν τα πράγματα, ας πούμε, μέχρι σήμερα.

Μ.Μ.:

Τα φοιτητικά σου χρόνια, πώς τα θυμάσαι;

Ά.Α.:

Επειδή είχα παιδευτεί πολύ με τις Πανελλήνιες και έδωσα δύο φορές και μετά περίμενα και ένα 10% και έχω κάνει και μία μεταγραφή η αλήθεια είναι, δεν ένιωσα ποτέ ότι πέρασα φοιτητικά χρόνια, φοιτητικά χρόνια πιστεύω θα νιώσω ότι περνάω όταν φύγω επιτέλους απ’ το σπίτι των γονιών μου, το λέω αυτό, όντας 23 ετών. Άλλοι θα μου πεις ότι είναι 26, 28, 32 π.χ. και ακόμα, ακόμα και σε μεγαλύτερη ηλικία ζούνε στο σπίτι των γονιών τους, αλλά εμένα αν δεν με επηρέαζε αυτό, ίσως οκ θα το άκουγα, αλλά όντας θεωρώ ότι αν φύγω και μετά θα νιώσω ότι περνάω την φοιτητική μου να το πω φάση, που είναι και πιο πολύ μία φάση ανεξαρτησίας περισσότερο.

Μ.Μ.:

Μετά από τα φοιτητικά χρόνια συνέβη κάτι συνταρακτικό που να σε σημάδεψε; 

Ά.Α.:

Μετά τα φοιτητικά μου χρόνια; Ναι συνέβησε κάτι, έτσι που η αλήθεια είναι, είναι… άξιο να το αναφέρω. Αυτό έχει που διαδραματίστηκε πριν δυόμισι-τρία χρόνια, τώρα έχουμε… έχουν μεσολαβήσει και δύο καραντίνες, μεγάλες καραντίνες, είναι κάτι έτσι, το οποίο το θυμάμαι, πραγματικά απορώ, δηλαδή είναι άξιο του να απορείς πώς σου συμβαίνει, γιατί νομίζω ότι επειδή πρόκειται για μια παρεξήγηση, παύλα λάθος, αναρωτιέσαι σε κάποια φάση, ας πούμε, γιατί σε μένα; Αλλά ναι, συνέβη έτσι κάτιπιο συνταρακτικό, να αναφέρω λίγο πιο… να αναφέρω, ας πούμε, τα γεγονότα, πώς εξελίχθηκαν.  Ήταν λοιπόν μία μέρα που θα πήγαινα… Είχα ένα θέμα στην πλάτη πιο πολύ ορθοπεδικό, λόγω της εργασίας που έκανα παλαιότερα και είχα ξεκινήσει μετά από συμβουλή του γιατρού να κάνω κάποιες φυσιοθεραπείες και σκέφτηκα ότι θα ήταν καλύτερα να πάω σε ένα φυσιοθεραπευτήριο εδώ στις Συκιές, στη γειτονιά μου, όπου θα ήταν και κοντά και θα είχα την πιο άμεση πρόσβαση. Και ξεκινάω έτσι ένα απόγευμα, συγγνώμη, ήταν ένα πρωί που ξεκίνησα να πάω στο φυσιοθεραπευτή μου, πολύ απλά ντυμένη, σχεδόν δηλαδή φορούσα ότι να ‘ναι από ρούχα, δεν ταίριαζε, ας πούμε, η μπλούζα μου με το παντελόνι μου, τα παπούτσια μου ήταν ό,τι βρήκα πρώτο μπροστά μου και έτρεξα άρον-άρον δηλαδή να είμαι και στο χρονικό περιθώριο του ραντεβού, να μην αργήσω. Και έτσι, όπως διασχίζω τη γειτονιά μου και κατεβαίνω προς τα κάτω εκεί που είναι το φυσιοθεραπευτήριο, χτυπάω το θυροτηλέφωνο του φυσικοθεραπευτή και μετά από μερικά δευτερόλεπτα μου ανοίγει, αλλά εγώ μπαίνοντας, ακούω ένα: «Συγγνώμη»». Και έτσι όπως γυρίζω να κοιτάξω βλέπω ένα χέρι που προσπαθεί να κρατήσει ανοιχτή την πόρτα για να προλάβει να μπει. Από ευγένεια πιο πολύ κρατάω και εγώ την πόρτα, ώστε να περάσει μέσα ο κύριος που ζητούσε να μπει ενδεχομένως και ενώ το ανοίγω για να περάσει μέσα, το παράδοξο ήταν ότι με αρπάζει από το χέρι, πέφτει με δύναμη επάνω μου σαν να με καλύπτει. Σαν να θέλει να με απαγάγει, να το πω έτσι σε εισαγωγικά, που έτσι έμοιαζε σαν πρώτη εικόνα, γι’ αυτό και είναι κάτι που με στιγμάτισε πάρα πολύ και το λέω μέχρι και σήμερα, μου ακούγεται αρκετά έτσι τρομακτικό κάπως.  Και όταν ρωτάω: «Τι συμβαίνει;» και προσπαθώ να καταλάβω για ποιο λόγομε τραβάει με τόση δύναμη, μου λέει ότι: «Πρέπει να έρθεις μαζί μου για κάποιο λόγο, πρέπει να έρθεις μαζί μου στο αστυνομικό τμήμα». Και όλο αυτό εμένα τώρα να μου ακούγεται σαν μία, σαν μία δικαιολογία ψευδή, γιατί κοιτώντας τον, τα ρούχα του και η εμφάνιση του π.χ. είχε πολιτικά ρούχα, δεν είχε κάποια ένδειξη ότι είναι αστυνομικός. Ούτε σκέφτηκα εγώ πάνω στον πανικό μου να τον ρωτήσω να μου δείξει μία ταυτότητα αστυνομικού, να μου δείξει το σήμα του, ένα… το ένταλμα ή κάτι τέτοιο. Και εκεί υποψιάζομαι ότι η κατάσταση μπορεί να ‘ναι όντως πολύ πιο επικίνδυνη, από όσο μου την εξηγεί ο κύριος αυτός που ζητούσε να πάω μαζί του. Προσπαθώντας να καταλάβω τι γίνεται ακόμα περισσότερο, κοιτάω έξω απ’ το τζάμι της πολυκατοικίας, γιατί ήταν παλιά η πολυκατοικία, οπότε και το τζάμι ήταν έτσι κάπως όλο διάφανο σαν τζαμαρία και δεν είχε πολλή απόσταση απ’ το δρόμο[00:10:00] και βλέπω ένα μαύρο φιμέ αμάξι, σταματημένο ακριβώς μπροστά στην είσοδο που δεν απείχε πολύ από την πόρτα της πολυκατοικίας και τον κύριο αυτόν να κρατά την πόρτα, ενώ παράλληλα με τραβάει και εκεί άρχισα να ανησυχώ, δεν με άφηνε απ’ το χέρι.  Επέμενε να πάω μαζί του, εγώ να μην ξέρω ποιος είναι, να μην ξέρω πού θα καταλήξει όλο αυτό και να μου έχει συμβεί ξαφνικά, ενώ απλά εγώ πάω μία απλή καθημερινή μέρα στο φυσιοθεραπευτή μου. Αρχίζω εννοείται, ουρλιάζω, τσιρίζω προσπαθώ να αμυνθώ, να του εξηγήσω ότι δεν είμαι η κοπέλα που ψάχνετε. Και εκείνη τη στιγμή θυμάμαι κιόλας χαρακτηριστικά ότι με μία απότομη κίνηση που έκανα χτύπησα το χέρι μου στον τοίχο και μετά το κατάλαβα, έτρεχε αίμα, αλλά αυτό ήταν μετά, αλλά θέλω να δείξω πόσο έντονες ήταν οι κινήσεις μου για να ξεφύγω, να κάνω κάτι, να τρέξω, να φύγω. Εκείνη τη στιγμή με είχε καταβάλει ο πανικός, το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ότι πρέπει να κάνω, είναι να τσιρίξω και φώναζα: «Γιατρέ, γιατρέ!». Ούτε καν φυσικοθεραπευτή. Δηλαδή, φώναζα: «Γιατρέ βγείτε έξω», ας πούμε, με όλη μου τη δύναμη. Και μ’ έπιασε και εντελώς απροετοίμαστη αυτό το συμβάν, γιατί εντάξει δεν είναι κάτι που σου συμβαίνει μία… σε μία απλή φάση. Δεν είναι κάτι που συμβαίνει στον καθένα μας, ένα τυχαίο τέτοιο γεγονός. 

Ά.Α.:

Βγαίνει ο γιατρός, μετά από αρκετή ώρα η αλήθεια είναι, ο φυσιοθεραπευτής, συγγνώμη, και προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει, γιατί χτυπιέμαι έτσι, γιατί είναι ένας άγνωστος μέσα στην πολυκατοικία του και μάλλον θα σκέφτηκε και λογικά ο άνθρωπος ότι μπορεί να έχω κάνει εγώ εκείνη τη στιγμή. Εξηγώ ότι: «Δεν έχω κάνει κάτι γιατρέ», ότι αυτός ο άνθρωπος με το ζόρι μετά βίας μου ζητάει να πάω μαζί του χωρίς καν να τον γνωρίζω, δεν έχω καμία σχέση απολύτως με το άτομο αυτό και να προσπαθεί να εξηγήσει ο γιατρός ότι: «Μισό λεπτάκι, θα τη λύσουμε την παρεξήγηση, πρόκειται για παρεξήγηση».  Και μου ζητούν ταυτότητα. Λέω: «Δεν θα σας τη δείξω, αν δεν περάσω πρώτα στον ασφαλή χώρο του φυσιοθεραπευτηρίου, πίσω από την πόρτα, πίσω από τον φυσιοθεραπευτή». Ενώ έχει αναστατωθεί και ο ίδιος ο φυσιοθεραπευτής, αλλά κάτι μου έλεγε ότι μπορεί και να ξέρει τι συμβαίνει, γιατί εντάξει, ήταν ο χώρος που δούλευε η πολυκατοικία ουσιαστικά.

Μ.Μ.:

Πόσην ώρα κράτησε αυτή πάλη με τα χέρια και τα λοιπά;

Ά.Α.:

Αυτή δεν διήρκησε πάνω από πέντε λεπτά, γιατί ήταν πολύ άμεσο το σκηνικό ότι: «Έλα μαζί μου τώρα». Μου το απαίτησαν ουσιαστικά να πάω μαζί τους. 

Μ.Μ.:

Οι λέξεις που σου είπε αυτός ο άντρας ποιες ήταν;

Ά.Α.:

«Δεν μπορώ να σου πω ποιος είμαι, έλα μαζί μου, γιατί πρέπει να σε πάω κάπου». Αυτό δεν… αυτά τα επαναλάμβανε. Δεν είπε κάτι άλλο.

Μ.Μ.:

Είδες το πρόσωπό του;

Ά.Α.:

Φαινόταν το πρόσωπό του, ήταν ψηλός, φορούσε πολιτικά ρούχα, φόρμες σκουρόχρωμες, ήταν σχετικά απεριποίητος, δηλαδή ήταν… είχε μούσι, μακρύ, σχεδόν γκρίζο και ήταν και αρκετά γεροδεμένος και από όσο είχα δει, όταν κοίταξα έξω από το τζάμι της πολυκατοικίας, υπήρχε ένας οδηγός στο αυτοκίνητο και αυτό το κατάλαβα, επειδή είχαν ανοιχτή την πόρτα του συνοδηγού, από την οποία ήταν μάλλον, είχε βγει και ο κύριος που επέμενε να τους ακολουθήσω, αλλά ναι εν τέλει, εγώ μπήκα στο φυσιοθεραπευτήριο. Τότε προσπάθησα να δείξω, να βρω την ταυτότητα μου. Γιατί για κακή μου τύχη δεν την είχα μαζί μου και δεν την είχα ούτε φωτογραφία και αυτό μπορεί να κατέληγε μετά σε ένα πιο μακροσκελές σκηνικό που να τραβούσε κι άλλο, όλη αυτή η ιστορία. Ναι κράτησε γύρω στα πέντε λεπτά. Αλλά ήταν τόσο έντονα αυτά τα λεπτά. Πραγματικά εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα το σενάριο, το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί.  Δεν ξέρω σκέφτηκα ότι… δεν ξέρω ότι μπορεί αυτοί οι άνθρωποι να είναι έμποροι οργάνων, ας πούμε. Δηλαδή εκείνη τη στιγμή πραγματικά το τελευταίο πράγμα που θα μπορούσε να μου περάσει απ’ το μυαλό μου είναι ότι αυτός ο άνθρωπος έχει δίκιο, γιατί δεν ήξερα για ποιο λόγο απαιτεί να πάω μαζί του, ήταν αρκετά ύποπτος. Ακόμη και στην αμφίεσή του και πέρασαν από μπροστά, μου πέρασε η ζωή μου από μπροστά του, σαν να ήταν slides από κάποια ταινία, δεν ξέρω κάποια ταινία εποχής. Αλλά ναι ήξερα ότι δεν θα χάσω εγώ, δεν υπήρχε περίπτωση να τους αφήσω να με πάρουν μαζί τους και μετά αφού βγήκε ο φυσιοθεραπευτής να με σώσει[00:15:00], σε εισαγωγικά, εγώ βρήκα τυχαία στο κινητό μου, μετά από ψάξιμο, μία φωτογραφία του πάσου από το Πανεπιστήμιο που είχα βγάλει μπρος πίσω απ’ την κάμερα του κινητού και τότε του την έδειξα και μετά αφού την είδε πείστηκε ότι δεν είμαι εγώ, ας πούμε, αυτή που ψάχνει, εγώ ήμουν εντελώς τρομοκρατημένη, να λέω ότι: «Ζω σε Matrix, δεν υπάρχει δηλαδή αυτό που ζω, δεν συμβαίνει σε μένα, δεν μπορεί να βγαίνω έτσι απ΄ το σπίτι μου, χωρίς να έχω κάνει κάτι, χωρίς να έχω καν λερωμένο ποινικό μητρώο, μία απλή θνητή κοπέλα και να πάνε να μου κάνουνε τέτοια». Γιατί μετά ο ίδιος υποστήριξε ότι είναι στέλεχος της αστυνομίας, το οποίο ανέφερε και ότι: «Θα σε πάμε κάπου», μου είχε πει θα σε πάμε στην αστυνομία. Εμένα αυτό δεν μου φαινόταν αλήθεια όμως, δεν μπορούσε δηλαδή, του πήρε λίγη ώρα να πειστεί ότι δεν είμαι αυτή που ψάχνει. Εγώ να έχω σκεφτεί, ας πούμε, ότι με παρακολουθούνε, ότι το σχεδιάζουνε καιρό και ότι δεν ήταν τυχαίο και όλα αυτά, να τους επιβεβαιώνει ο φυσιοθεραπευτής ότι δεν είμαι εγώ αυτή που ψάχνουνε, καταλαβαίνω εγώ ότι κάτι θέλει να εξηγήσει ο φυσιοθεραπευτής στον ίδιο, του επιβεβαιώνει ότι δεν είμαι αυτή η κοπέλα που ψάχνουν, φεύγουνε και μετά, όπως καταλαβαίνετε εγώ με το ζόρι έκατσα στο φυσιοθεραπευτήριο, ήθελα οπωσδήποτε να πάρω τηλέφωνο τους γονείς μου, να γίνει κάτι, να βρω τι είναι αυτό που τους οδήγησε να το κάνουνε, να πάω στο αστυνομικό τμήμα. Να πω την ιστορία μου, να βρω το δίκιο μου, με λίγα λόγια και να δω τι μπορεί, πώς μπορεί να έγινε όλο αυτό… Γιατί είναι ακραίο να σου συμβαίνει όλο αυτό και θεωρητικά ζούμε και σε μια ασφαλή χώρα για να συμβαίνουν τέτοια σκηνικά, ακόμα και αν είναι από λάθος. 

Μ.Μ.:

Μετά το φυσικοθεραπευτήριο τι έγινε, τι έκανες;  

Ά.Α.:

Μετά από αυτό… Ο γιατρός μου είπε ότι: «Δεν κινδυνεύεις», ο φυσιοθεραπευτής μου είπε ότι: «Δεν κινδυνεύεις —μου εξήγησε για την ακρίβεια ότι— από το πρωί στη συγκεκριμένη πολυκατοικία γίνεται κάποια σε κάποιον, από τους από πάνω ορόφους, είτε διακίνηση ναρκωτικών είτε ότι φτιάχνουν ναρκωτικά κάποιοι άνθρωποι, πράγμα που είναι παράνομο στην Ελλάδα κιόλας —αλλά μου ανέφερε ότι—, το πρωί ήταν πάλι κάποιοι αστυνομικοί στην πολυκατοικία και είδανε να παίρνουνε με χειροπέδες τον άνδρα, έναν άνδρα», γιατί όπως κατάλαβα ήτανε κάποιο ζευγάρι απ’ όσο μου έλεγε ο φυσιοθεραπευτής ότι έμενε στον όροφο ένα ζευγάρι, γιατί ήταν φίλοι, ήταν όντως ζευγάρι, αυτό δεν το γνωρίζω. Γιατί δεν έχει ξανασυμβεί και κάποιο παρόμοιο σκηνικό, έτσι, κάτι τρομερό στη γειτονιά μας, εντάξει δεν είναι και η πιο πλουσιοπάροχη περιοχή, η μεριά των Συκεών Θεσσαλονίκης, άλλα δεν φανταζόμουν ότι θα υπάρχει και τέτοια εγκληματικότητα.

Μ.Μ.:

Τι ώρα έγινε όλο αυτό το επεισόδιο;

Ά.Α.:

Αυτό είχε γίνει πρωί νομίζω κάπου στις 11:00-12:00, εκείνη τη στιγμή θυμάμαι ότι υπήρχε και λαϊκή, είχαν στήσει λαϊκή. Γιατί κάθε Τετάρτη υπάρχει λαϊκή αγορά και ναι το χαρακτηριστικό ήταν ότι θα ήταν μία πολύ καλή μέρα να συμβεί κάτι τέτοιο και π.χ. να είναι μία απαγωγή. Με συγχωρείς, να είναι μια απαγωγή όλο αυτό, ή να ήταν ένα καλοστημένο σχέδιο, για τον ακριβώς εξής λόγο…. υπήρχε πάρα πολύς κόσμος, ήταν δηλαδή αρκετά γεμάτο το μέρος. Η πλατεία μας, η γειτονιά μας, οπότε θα μπορούσε να είναι μία καλή στιγμή για να συμβεί ένα τέτοιο ακραίο γεγονός, να ήταν, ας πούμε, μία απαγωγή και μετά να έβγαινα π.χ. στο Amber Alert ή κάτι τέτοιο, αλλά όντως εκείνη τη στιγμή τα σενάρια που μου περνούσαν από το μυαλό ήτανε κάπως έτσι.

Μ.Μ.:

Μετά το φυσικοθεραπευτήριο πού πήγες;

Ά.Α.:

Ήμουνα πάρα πολύ ανυπόμονη εκείνη τη στιγμή να έρθουνοι γονείς μου να με πάρουν από το φυσιοθεραπευτήριο, γιατί καταλαβαίνετε ότι φοβόμουνα να βγω, με είχε στιγματίσει γενικά το μέρος εκεί και αφού έγινε το συμβάν και μετά και πήγαμε, εννοείται ήρθε ο πατέρας μου και πήγαμε με το αυτοκίνητο κατευθείαν στο αστυνομικό τμήμα της γειτονιάς να εξηγήσουμε τι συνέβαινε, να τους πούμε και να μας πούνε, αν όντως ήταν αυτοί που είπαν ότι είναι, ότι είναι από την αστυνομία και ότι αν, ας πούμε, ταιριάζουν τα γεγονότα με αυτό που μας είχε πει και ο φυσιοθεραπευτής, ότι απ’ το πρωί υπάρχει μια υπόθεση στην πολυκατοικία, να κάνουμε αντισ[00:20:00]τοίχιση των γεγονότων.  Καλά, πηγαίνουμε στην αστυνομία, με τον μπαμπά μου εννοείται, παίρνουν τα στοιχεία μου και όλα αυτά, τους τα δίνω, κάνω ουσιαστικά την… λέω την ιστορία μου, κάνω την αφήγηση. Και εκείνοι με ρώτησαν τα βασικά της ιστορίας: «Πώς έμοιαζε ο άντρας;». Τους είπα για το αυτοκίνητο, τους τα είπα όλα. Εκείνοι μου εξήγησαν ότι: «Πρέπει να περιμένεις λίγο, για να δούμε, να διασταυρώσουμε για το ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι και αν όντως είναι αστυνομικοί». Για καλή μου τύχη ο φυσιοθεραπευτής είχε κρατήσει τις πινακίδες απ’ το αυτοκίνητο αυτών των δύο ανδρών που είχαν έρθει και περίμενα αρκετή ώρα έξω με τον πατέρα μου, ο οποίος ήταν πολύ ψύχραιμος, σε αντίθεση με εμένα, που νόμιζα ότι έχω γίνει στόχος κάποιου κυκλώματος, κάποιου εγκληματία ή κάτι τέτοιο και μετά από αρκετή ώρα με καλούν μέσα στο γραφείο, εκεί που λέγανε τις μαρτυρίες ουσιαστικά και μου λένε ότι:«Τους έχουμε εντοπίσει, ξέρουμε ποιοι είναι. Είναι ασφαλίτες, ερευνούσαν τη συγκεκριμένη υπόθεση που έχει να κάνει με δίωξη ναρκωτικών και έτυχε να είναι στην γειτονιά σου, είναι ασφαλίτες οι οποίοι, όπως καταλαβαίνεις, δεν υπήρχε περίπτωση να φοράνε ρούχα αστυνομίας ή να έχουν κάποια συγκεκριμένη στολή. Οπότε ήταν με τα πολιτικά τους επιτηδευμένα. Εγώ ακόμα τα πρώτα λεπτά, όταν μου το αποκάλυψαν αυτό και βρήκαμε εν τέλει, ανακαλύψαμε ότι όντως ήταν ασφαλίτες, ναι μεν απ’ την μία ανακουφίστηκα, αλλά απ’ την άλλη το θεώρησα τρομερή αδικία, γιατί λέω τώρα έτσι ξαφνικά, επειδή πιστεύουν ότι μοιάζω με το άτομο που ψάχνουν, γιατί ουσιαστικά αυτό έγινε, είχαν πιάσει το πρωί τον άντρα της υπόθεσης. Οπότε έμεινε η κοπέλα, οπότε κατά κάποιο τρόπο παρακολουθούνταν η πολυκατοικία και έτυχε εγώ να έχω παρόμοια χαρακτηριστικά με την κοπέλα εκείνη και να πιάσουν εμένα, αντί για εκείνη, στη θέση της δηλαδή. Εντάξει δεν σου συμβαίνει κάθε μέρα αυτό, δεν συμβαίνει, δεν είναι απλό, είχα τρομοκρατηθεί, είχα συγχυστεί πιο πολύ, γιατί έλεγα πώς δηλαδή έτσι απλά σε βρίσκει κάποιος και σε πιάνει, επειδή με την κατηγορία ότι έχεις κοινά χαρακτηριστικά με κάποιον άλλον, δηλαδή δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί να το δικαιολογήσει αυτό, ότι ήταν μία σύμπτωση. 

Μ.Μ.:

Στο αστυνομικό τμήμα τι σου είπαν, όταν έγινε η ταυτοποίηση;

Ά.Α.:

Μου είπανε ότι: «Ήταν αυτοί, δεν έχεις να φοβάσαι κάτι βέβαια. Έτσι λειτουργούν αυτοί οι άνθρωποι, έτσι δουλεύουν οι ασφαλίτες της αστυνομίας, δεν έχεις να φοβάσαι κάτι». Και ήταν σαν να μου λένε ότι: «Πρέπει να αντιδράσεις σαν να μη συνέβη τίποτα, η ζωή σου να συνεχιστεί κανονικά, έτσι όπως την ήξερες. Αγνόησέ το επρόκειτο για ένα λάθος».  Και βγαίνοντας μάλιστα από τον αρμόδιο που είχε αναλάβει το τμήμα, που ήταν ουσιαστικά ο ίδιος ασφαλίτης, αλλά στο τμήμα εδώ των Συκεών, συνάντησα κάποιον αστυφύλακα, κάποιον αστυνομικό του τμήματος; Κάποιον άλλον που δεν ήξερε την υπόθεση μου και όταν με ρώτησε: «Τι συμβαίνει;» και γιατί βρίσκομαι εκεί και του είπα την ιστορία, μου απάντησε, αυτό που σκέφτηκε να μου δώσει ως συμβουλή ήταν ότι: «Μην περπατάς γενικά μόνη σου, πρέπει να προσέχεις, πρέπει να πηγαίνεις μόνο από φωτεινά, φωτεινούς δρόμους και κεντρικούς, να αποφεύγεις τα σκοτεινά στενά και οτιδήποτε μοιάζει με σοκάκι και πάντα να είσαι με παρέα, δηλαδή ποτέ να μην κυκλοφορείς μόνη σου. Και δεν ξέρουμε τι άλλο να σου πούμε, αλλά από κει και πέρα αυτό, κορίτσι μου». Και ήταν σαν να μου λένε: «Με την ευχή του Θεού. Και κάνε και το σταυρό σου και μπορεί να… να μη σε πειράξουν, μία μέρα που θα γυρίσεις σπίτι σου, από μία απλή βόλτα».

Μ.Μ.:

Οι γονείς σου πώς το πήραν όλο αυτό; 

Ά.Α.:

Οι γονείς μου ήταν… Καταρχήν η μαμά μου είχε πανικοβληθεί πάρα πολύ, δεν είχε έρθει μαζί με τον πατέρα μου για να πάμε στο αστυνομικό τμήμα από το φυσιοθεραπευτήριο, πάντα πανικοβάλλεται η αλήθεια είναι, έτσι έχει την αίσθηση, ένα παραπάνω την αίσθηση του κινδύνου και της ασφάλειας μας, και σε μένα και στην αδερφή μου έτσι έχει μία υπερπροστατευτικότητα. Ο μπαμπάς μου από την άλλη ήταν πιο χαλαρός, είχε καταλάβει ότι ήτανε…επρόκειτο για ένα λάθος και ότι αυτά δεν συμβαίνουν στην πραγματικότητα, αυτό του το αναγνωρίζω.  Γιατί πραγματικά το να σου πει κάποιος εκείνη τη στιγμή που εσύ νομίζεις ότι έχεις στιγματιστεί και κάποιος σ’ έχει στοχοποιήσει να σου πει, να σε ταρακουνήσει και να σου πει ότι: «Μην αγχωθείς πραγματικά, ήταν ένα λάθος, ήταν τη[00:25:00]ς κακιάς της ώρας, δεν είναι μία πραγματικότητα. Δεν είναι κάτι που σε στοιχειώνει, πρέπει όντως να προσέχεις», δηλαδή αυτό είναι που δεν μπορώ να καταπιώ ότι πρέπει να προσέχω, ενώ θα έπρεπε να είμαι ελεύθερη θεωρητικά, να μη φοβάμαι να κινηθώ, γιατί όπως είπα και πριν δεν είμαστε σε καμία χώρα, ας πούμε, που να συντρέχουμε τέτοιον κίνδυνο, που να γίνεται πόλεμος, που η εγκληματικότητα να είναι σε άλλο βαθμό, είναι πιο θεωρητικά ασφαλή τα πράγματα εδώ.

Μ.Μ.:

Σου άφησε τραύματα αυτή η ιστορία;

Ά.Α.:

Η αλήθεια είναι πως την πρώτη εβδομάδα και παραπάνω καιρό, είχα πιάσει πολλές φορές τον εαυτό μου να λέει και στην αδερφή μου μάλιστα: «Δεν θα βγω. Δεν θα βγαίνω πρέπει να προσέχω, μπορεί να μου ξανασυμβεί», ξεχνάω να περάσω απ’ το συγκεκριμένο σημείο, ούτε καν να το κοιτάξω, δηλαδή εκείνες τις μέρες πέρναγα και δεν το κοίταζα καν, φοβόμουνα ότι όντως κάποιος με παρακολουθούσε. Μου πήρε δηλαδή γύρω στο μισό μήνα να το ξεπεράσω, δεν έκανα κάτι, όπως το να πάω σε κάποιο ψυχολόγο για παράδειγμα, ώστε να μου φύγει αυτή η ιδέα και εικόνα από το μυαλό, το… η λύση για μένα ήταν ότι το εκλογίκευσα και σκέφτηκα πως όντως ήταν μία σύμπτωση που δεν συμβαίνει απλά συχνά, όπως και να ‘χει βέβαια ήτανε πολύ μεγάλο το σοκ εκείνης της στιγμής και έτυχε να είμαι εγώ αυτή που νόμιζαν, που μου έγινε το λάθος, που με πέρασαν για την κοπέλα, για κάποια άλλη. Από τότε έχω να το λέω, δηλαδή μου κάνει εντύπωση πώς συμβαίνει κάτι τέτοιο στη γειτονιά μου, λέω: «Δεν μπορεί». Είναι πολύ ήρεμα εδώ τα πράγματα γενικά και είναι αυτό που λες ότι δεν ξέρεις από πού θα σου έρθει και ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται στα σπίτια αλλωνών.

Μ.Μ.:

Υπάρχει κάποια ερώτηση που θα ήθελες να σου κάνω και δεν σου έκανα;

Ά.Α.:

Νομίζω ότι έχω καλύψει το θέμα. να πω μόνο ότι δεν θεωρώ λύση το να… Αυτό που μου είπε ο αστυνομικός έξω απ’ το αστυνομικό τμήμα ότι: «Πρέπει να προσέχω από πού πατάω, πού περπατάω, και πού περνάω», αλλά καλώς ή κακώς μέχρι και αυτό είναι κάτι το οποίο και με όλα αυτά που γίνονται εν έτει 2022 και που πλέον αρχίζει να φωτίζεται λίγο το φως, με όλες αυτές τις εγκληματικές δράσεις που δεν περιμένεις πραγματικά και δεν ξέρεις τι γίνεται στο διπλανό διαμέρισμα, να το πω έτσι, αλλά και όσον αφορά την ασφάλεια κυρίως των γυναικών, είναι όντως κάτι το οποίο πρέπει να μας αφορά περισσότερο, πρέπει να το σκεφτόμαστε καλώς ή κακώς πιο πολύ για τον εαυτό μας και να μπορούμε να αμυνθούμε σε μία τέτοια παρόμοια περίσταση. Μπορεί όντως να χρειαστεί. Γιατί εγώ αν π.χ. όντως πήγαινα στο… με παίρνανε μαζί μου, γιατί δεν μπορούσα να αντισταθώ, και με παίρνανε μαζί τους στο Τμήμα Γιαννιτσών, μπορεί ακόμα και να είχα μπλέξει χωρίς να το ήθελα καν, δηλαδή μπορεί να με είχανε περάσει, να μην μπορούσα να αποδείξω το αντίθετο από αυτό που… από την κατηγορία που μου έριχναν. 

Μ.Μ.:

Ωραία. Σε ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σου. 

Ά.Α.:

Εγώ ευχαριστώ πάρα πολύ.