© Copyright Istorima
Istorima Archive
Τίτλος Ιστορίας
Άννα Καψάλη: Από την Ελλάδα στη Γερμανία και πάλι πίσω στην Ελλάδα
Κωδικός Ιστορίας
14530
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Άννα Καψάλη (Ά.Κ.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
18/07/2022
Ερευνητής/τρια
Νικόλαος Σπυρόπουλος (Ν.Σ.)
[00:00:00]Είναι Τρίτη 19 Ιουλίου, είμαστε με την Άννα Καψάλη στο Παγκράτι, εγώ είμαι ο Νίκος Σπυρόπουλος, ερευνητής για το Istorima και ξεκινάμε. Άννα, θέλεις να μας πεις μερικά πράγματα για σένα;
Ε, ναι. Είμαι η Άννα Καψάλη, γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη 22 Απριλίου του ‘99. Ζούσα σε διάφορες πόλεις και νησιά τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, επειδή ο πατέρας μου είναι δάσκαλος. Και κάποια στιγμή πριν... στη μετάβαση από νηπιαγωγείο για Α' Δημοτικού, κάπως ανακοινώθηκε μάλλον –δεν το θυμάμαι– ότι θα πάμε στη Γερμανία, οπότε, ναι, μετακομίσαμε για πέντε χρόνια στη Γερμανία. Οπότε, έκανα την Α' με Ε' Δημοτικού εκεί. Ύστερα επιστρέψαμε, αυτό ήταν αυτό. Ναι, και μετά έζησα στα Γιάννενα όπου σπούδασα κιόλας, στο Πανεπιστήμιο Δημοτικής Εκπαίδευσης. Τώρα έχω τελειώσει πλέον. Τελείωσα τον Απρίλιο. Και ζω από τον Δεκέμβριο πλέον στην Αθήνα, αυτά. Εργάζομαι σε μία εταιρεία εξυπηρέτησης πελατών. Αυτά, νομίζω.
Ωραία. Θες να μας πεις μερικά πράγματα, τι θυμάσαι για τη μετάβαση από τη Θεσσαλονίκη στη Γερμανία;
Λοιπόν, ναι, ωραία θυμάμαι να πηγαίνουμε. Βασικά, θυμάμαι να μην θυμάμαι το πώς έγινε όλο αυτό, τη συζήτηση, κάπως σαν να μην συμμετείχαμε εμείς σε όλο αυτό, στο πώς πάρθηκε αυτή η απόφαση. Οπότε, κάποια στιγμή απλά πήραμε το αεροπλάνο και φτάσαμε στο Dusseldorf, όπου μας πήρε ο φίλος του πατέρα μου, που δεν γνωρίζαμε ως τότε. Βγήκαμε για φαγητό. Από τότε δεν τον ξαναείδα αυτό τον άνθρωπο. Και μετά μετακομίσαμε σε ένα... σε μία κωμόπολη που και εκεί ενώ δεν είχαμε ιδέα πώς φτάσαμε, φάνηκε να ήταν όλο αυτό πάρα πολύ καλά οργανωμένο, γιατί ζούσαν οι συγγενείς, ξέραμε ήδη πού θα πάμε, οπότε μας φιλοξένησαν μέχρι να φτιάξουμε το σπίτι. Και κάπως εκεί όντως μείναμε πέντε χρόνια, δεν υπήρχε κάποια αλλαγή τα πέντε χρόνια που ζούσαμε εκεί. Δεν θυμάμαι να νιώθω άγχος ή λύπη που φεύγω, αν και θα ήταν πολύ λογικό να το νιώθω. Αλλά θυμάμαι να υπάρχει, έτσι, ένα άγχος μάλλον αποδοχής, γιατί όταν επιλέγαμε την, ας πούμε, την σχολική τσάντα, που ήτανε καθιερωμένο εκεί πέρα –ίσως και εδώ δεν ξέρω, αυτό είναι, ας πούμε, ένα κομμάτι που δεν το γνωρίζω: πώς γίνεται η μετάβαση από το νηπιαγωγείο στο δημοτικό στην Ελλάδα. Θυμάμαι να επιλέγουμε την τσάντα που ήταν μία πολύ κλασική, έτσι πολύ μεγάλη, με πολλές θήκες, σε διάφορα χρώματα, σχέδια και η δική μου είχε καρδούλες. Οπότε, ενώ ήταν κάπως ωραία, δεν πολύ ήθελα να την πάρω, γιατί αγχωνόμουν ότι μήπως αυτό είναι κάτι που δεν αρέσει εδώ πέρα στα παιδιά, οπότε ίσως να φαινόμουνα περίεργη την πρώτη μέρα. Οπότε, ναι, εν τέλει, επιλέξαμε την τσάντα αυτή. Στην πρώτη μέρα είχε, ας πούμε... Μας έδειξαν το σχολείο που ήταν πάρα πολύ μεγάλο, είχε μεγάλο προαύλιο, είχε και κάτι σαν θεατρικό με έναν performer, ας πούμε, όπου έλεγε για τα μαθήματα που θα έχουμε, για το πόσο σημαντικά είναι τα Μαθηματικά, διάφορα τέτοια. Και ναι, η πρώτη μέρα ήταν πάρα πολύ καλή. Και βασικά θα έλεγα ότι εκεί γνώρισα την κοπέλα που θα κάναμε τα επόμενα τρία χρόνια παρέα, αλλά δεν ισχύει αυτό, την είχα γνωρίσει πιο πριν. Γιατί αυτή η κοπέλα έμενε πάνω από το σπίτι του θείου μου. Αυτό το λέω γιατί είναι πάρα πολύ βασικό, γιατί είναι το άτομο με το οποίο κάναμε περισσότερο παρέα εκείνα τα χρόνια. Οπότε ναι, κάπως πήγε αρκετά ομαλά η πρώτη μέρα στο σχολείο. Αλλά νομίζω κυριαρχούσε η ανάγκη, αυτό, της αποδοχής και ότι ήταν σαν να μην ήμουν ποτέ στην Ελλάδα κάπως, ίσως να ήταν η ηλικία τέτοια που το μόνο που με ενδιέφερε ήταν αυτό: τα παιδιά, το σχολείο, πώς θα προσαρμοστώ, άγχη που βι[00:05:00]ώνει μάλλον ένα παιδί το οποίο πηγαίνει σχολείο ή συνεχίζει τα μαθητικά του χρόνια στον τόπο που γεννήθηκε. Ναι.
Ωραία, αν θυμάσαι εσύ, ή αν σου είπαν οι γονείς σου αργότερα, ποιοι ήταν οι λόγοι που έπρεπε να φύγετε από την Ελλάδα, γιατί φύγατε και γιατί επιλέξατε συγκεκριμένα την Γερμανία;
Λοιπόν, τότε όπως είπα, δεν ήξερα ακριβώς τι γινόταν. Το μόνο που ήξερα είναι ότι ο πατέρας μου θα μπορούσε εκείνη την περίοδο να φύγει για πέντε χρόνια συγκεκριμένα, ήταν προκαθορισμένο, στη Γερμανία όπου θα έπαιρνε –αν θυμάμαι καλά ή έτσι το 'χω στο μυαλό μου και το έχω ακόμα στο μυαλό μου– θα έπαιρνε ένα διπλό μισθό, θα δούλευε σε ένα σχολείο ελληνογερμανικό. Οπότε, αποφασίσαμε να πάμε στη Γερμανία, όπου είχε μεγαλώσει και ο ίδιος, οι γονείς του ήταν και αυτοί οι μετανάστες, έκανε εκεί πέρα όλο το δημοτικό, είχε πάει για μεταπτυχιακό, γνωρίστηκε εκεί πέρα με τη μητέρα μου, η οποία έχει φύγει σε μεγάλη ηλικία να δουλέψει σε ένα ελληνικό εστιατόριο. Όποτε, η χώρα επιλέχθηκε για αυτό το λόγο, ξέρανε και οι δύο γερμανικά. Και προφανώς υπήρχε και το κομμάτι ότι εκείνη την περίοδο ήθελαν όλοι να φτιάξουν σπίτι, οπότε αποφάσισαν ότι έτσι θα μπορούσαν να... Αποφάσισαν να μετακομίσουμε εκεί για να μπορέσουν να κάνουν κάποιες οικονομίες, μάλλον. Ναι, και η συγκεκριμένη πόλη κιόλας που ήταν το –κωμόπολη Drolshagen–, ήταν η πόλη στην οποία μεγάλωσε και ο πατέρας μου, ναι, και είχαμε και πάρα πολλούς συγγενείς εκεί πέρα, έτσι κάπως.
Θες να μας πεις λίγο περισσότερα πράγματα για τον πατέρα σου, ότι μεγάλωσε εκεί, είχε πάει παιδί, ήταν η οικογένειά τους μετανάστες, πώς έγινε αυτό;
Ναι, οι παππούδες μου, η γιαγιά μου και ο παππούς μου, είχανε φύγει, είχαν αφήσει και τον πατέρα μου και τον αδερφό του πίσω σε συγγενείς στην Ελλάδα. Είχαν φύγει για... Δούλευαν σε εργοστάσια. Και εφόσον τους άρεσε, αποφάσισαν και αυτοί να μείνουν. Και ακολούθησαν τα παιδιά, οπότε κάναν Α' Δημοτικού με ΣΤ' Δημοτικού νομίζω. Έκαναν εκεί σχολείο. Γενικά νομίζω υπήρχε πάρα πολύ στην οικογένεια, δηλαδή, είχαν φύγει πάρα πολλοί από την οικογένεια ως μετανάστες στη Γερμανία και συγκεκριμένα σε περιοχές που 'τανε κοντά στην Κολωνία, στο Düsseldorf. Οπότε, ήτανε κάτι, ήταν ναι αυτό, ήταν μία απόφαση που θα μπορούσε να παρθεί πάρα πολύ εύκολα, γνώριζαν όλοι γερμανικά. Αυτό. Τώρα το κομμάτι το ότι μάλλον και η μητέρα μου είχε ζήσει εκεί πέρα, διευκόλυνε την απόφαση. Βέβαια, αυτό δεν απαντάει στην ερώτηση που μου έθεσες, την οποία έχω ξεχάσει.
Δεν πειράζει, όχι, απαντάει. Θες να μας πεις μερικά πράγματα για την... Είπες ότι πήγες δημοτικό εκεί πέρα, ωραία και ότι υπήρχαν ζητήματα, ήταν δύσκολη η αποδοχή. Θες να μας πεις τι θυμάσαι από αυτή τη διαδικασία, δηλαδή, η επαφή σου με τη γλώσσα ποια ήταν;
Ναι, ναι, αυτό είναι πολύ περίεργο γιατί, γιατί θυμάμαι να είμαι την πρώτη μέρα ή τις πρώτες μέρες στην τάξη και δεν καταλάβαινα τίποτα. Δεν είχα καμία επαφή με τη γλώσσα, δεν μιλούσαμε ούτε στο σπίτι στην Ελλάδα, ας πούμε, οπότε θυμάμαι απλά να μην καταλαβαίνω τίποτα, να μην μπορώ να τους πω ότι θέλω να πάω στο μπάνιο, στην τουαλέτα. Και μετά από ένα σημείο, θυμάμαι τον εαυτό μου να μιλάει κανονικά τη γλώσσα. Οπότε, μάλλον, είναι κάτι που γίνεται εύκολα όταν είσαι μικρός. Έπαιξε πάρα πολύ ρόλο και αυτή η φίλη που ανέφερα πριν, που ήταν Ελληνίδα και με προσέγγισε κατευθείαν. Δηλαδή, εκεί που καθόμουνα –ενώ την ήξερα ήδη–, καθόμουνα στο στο θρανίο που ήτανε τετράδες και ήμουνα με άλλα παιδάκια, που δεν τα γνώριζα και με προσέγγισε αυτή, ήρθε, κάθισε δίπλα μου. Και κάπως ήταν σαν να κατάλαβε ότι εγώ ήμουν σε ένα σημείο που δεν ήξερα πώς να κινηθώ, πώς να μιλήσω, πώς να κοινωνικοποιηθώ. Και το πήρε όλο πάνω της. Οπότε, κάπως μετέφραζε αυτή αυτά που ήθελα να πω, ή μου έλεγε κάποιες λέξεις που μπορώ να χρησιμοποιήσ[00:10:00]ω και με είχε από κοντά από την πρώτη μέρα. Οπότε, και εκείνο είναι που δεν χρειάστηκε τόσο πολύ να προσπαθήσω. Κάποια στιγμή άρχισα να καταλαβαίνω τη γλώσσα, κάποια στιγμή άρχισα να μπορώ να επικοινωνώ, αλλά δεν χρειαζόταν περισσότερη προσπάθεια, γιατί είχα κάνει ήδη την πολύ στενή φίλη που θα με συνόδευε για τα επόμενα τρία χρόνια. Οπότε, τα πρώτα τρία χρόνια δεν είχα καμία εμπειρία του τύπου ότι της απόρριψης, ή το ότι ήμουνα μόνη μου. Αυτό ήρθε όμως μετέπειτα. Δηλαδή, εφόσον αυτή έφυγε με την οικογένειά της και γύρισαν Ελλάδα, τότε, ας πούμε, που χρειάστηκε όντως να προσαρμοστώ και να κοινωνικοποιηθώ με άλλα παιδιά, το οποίο δεν έβγαινε τόσο αβίαστα.
Στο σπίτι μιλάγατε ελληνικά; Εσύ είχες κάνει κάποια μαθήματα γερμανικών ή ήτανε όλο μέσα από την εμπειρία στο σχολείο και –δεν ξέρω– και στο σπίτι;
Ναι, στο σπίτι θυμάμαι να μιλάμε ελληνικά, δεν θυμάμαι να μιλάμε τόσο γερμανικά. Τη γλώσσα τους την έμαθα στο σχολείο, δεν παρακολουθούσα παράλληλα κάποια άλλα μαθήματα. Ίσα ίσα που μετά παρακολουθούσα τα... έκανα Γλώσσα, ας πούμε, στα ελληνικά πέρα από ό,τι έκανα με τον πατέρα μου. Πήγαινα και σε ένα ελληνικό σχολείο τα σαββατοκύριακα για δύο ώρες που κάναμε Γλώσσα. Αλλά τα γερμανικά τα έμαθα όντως στο σχολείο. Ήταν κάτι, δεν χρειάστηκε, δηλαδή, τώρα δεν έχω καμία ανάμνηση να δυσκολεύομαι. Θυμάμαι αυτές τις πρώτες μέρες που δεν καταλάβαινα τίποτα και μετά απλά να τα καταλαβαίνω όλα. Αυτό, ναι.
Ωραία. Θες να μας πεις και κάποια πράγματα για τη φίλη σου που σε βοήθησε, πώς ήσασταν μαζί αυτό το χρόνο που περάσατε στις τρεις τάξεις στο δημοτικό;
Με τη φίλη μου αυτή υπήρχε... Αυτό είναι μία περίεργη σχέση, γιατί φάνηκε πάρα πολύ έντονα –ή τουλάχιστον πλέον καταλαβαίνω–, ότι και η ίδια μάλλον ένιωθε ότι δεν θα μπορούσε κάποιος να την επιλέξει ως φίλη, χωρίς να έχει να του δώσει κάτι σε αντάλλαγμα, οπότε εκμεταλλεύτηκε αρκετά το γεγονός ότι είχα ανάγκη κάποιον. Δεν είναι ότι απαραίτητα θα είχα ανάγκη κάποιον να με βοηθήσει, αλλά εκείνη τη στιγμή σίγουρα θα δυσκολευόμουν μόνη μου. Ναι, νομίζω το εκμεταλλεύτηκε αρκετά, και για αυτό εν τέλει καταλήξαμε να 'μαστε τόσο πολύ οι δυο μας. Γιατί ένιωθα και εγώ ότι μάλλον δεν μπορώ χωρίς αυτήν. Ακόμη και όταν άρχισα να καταλαβαίνω τη γλώσσα. Οπότε. ναι, μετά υπήρχαν και διάφορες ιστορίες του τύπου... πιο άσχημα σκηνικά, όταν ένιωθε ότι μπορεί, ας πούμε, να ήμουνα λίγο πιο ανεξάρτητη, ότι μπορεί να... Προσπαθούσε με κάθε τρόπο να με κρατήσει κοντά της ή να μου λεγε ότι: «Δεν θα είμαστε φίλες αν δεν κάνεις αυτό», οπότε ήταν λίγο άσχημη αυτή η σχέση. Και νομίζω ότι επειδή ακριβώς και εγώ μετά ένιωθα ότι δεν μπορώ να έχω κάποια φίλη αν δεν της δίνω κάτι σε αντάλλαγμα, όπως, ας πούμε, μου ζητούσε να δίνω τα σκουλαρίκια μου. Και εγώ σκεφτόμουν ότι δεν γίνεται να της δώσω τα σκουλαρίκια μου, γιατί αν της δώσω τα σκουλαρίκια μου –πέρα από το ότι είναι κακό–, θα το καταλάβει η μαμά μου. Οπότε, βρήκα ένα κόλπο, ας πούμε, έτσι όπως το σκεφτόμουν εγώ τότε, ότι θα της δίνω από το ζευγάρι το ένα, έτσι ώστε να έχω ακόμα σκουλαρίκια. Και αν ποτέ η μαμά μου καταλάβαινε ότι λείπουνε, θα έλεγα ότι 'ντάξει, φορούσα το ζευγάρι και μου έπεσε το ένα και κάπου το έχασα. Οπότε ναι, ήταν τέτοιες ιστορίες. Όταν έφυγε όμως ήταν πολύ έντονη η αίσθηση της μοναξιάς. Είχα συνηθίσει και εγώ σε αυτή τη σχέση. Και εκεί ήταν μετά ο επόμενος χρόνος που ήταν πάρα πολύ δύσκολος, ήταν... Δεν μπορούσα και εγώ να προσεγγίσω άλλα παιδιά. Ένιωθα ότι ίσως τα παιχνίδια που έπαιζαν ήταν διαφορετικά από αυτά που παίζαμε εμείς μεταξύ μας, που παίζαμε με κούκλες, παίζαμε με κάτι μωράκια που φροντίζαμε ή το κλασικό παιχνίδι, το ότι παίζουμε την οικογένεια, είχε και μία μικρότερη αδερφή. Και ενώ η ίδια είχε γεννηθεί στην Γερμανία, είχε ακόμα πολύ τα στοιχεία αυτά που ήταν πιο οικεία για μένα. Το σπίτι της ήταν πολύ ελληνικό, ας πούμε, αν μπορούμε να το πούμε αυτό. Οπότε, όταν έφυγε, είδα ότι θα έπρεπε όντως να προσπαθήσω να[00:15:00] έρθω πιο κοντά και σε αυτό που κάνουν τα παιδάκια εκεί. Το άλλο περίεργο που είχανε ήταν ότι έπαιζαν με κάτι σχοινάκια σαν αυτά που βάζεις στα σκυλάκια, μόνο που υποδύονταν τα άλογα. Οπότε, είχανε, το ένα παιδάκι φορούσε αυτό το σχοινί γύρω του και το άλλο από πίσω του έλεγε, ξέρω γω, ότι: «Πάμε» και τρέχανε στο προαύλιο, πράγμα που μου φαινόταν και πάρα πολύ χαζό και ένιωθα πάρα πολύ άβολα με αυτό. Ναι, οπότε εκεί ήταν λίγο, όντως, εκεί ήταν που ένιωθα ότι είμαι λίγο διαφορετική από αυτά τα παιδιά.
Πώς κύλησε η κοινωνικοποίηση μετά τη... αφού έφυγε η φίλη σου και είχες τα υπόλοιπα δύο χρόνια;
Μετά ήταν αυτός ο επόμενος χρόνος, λοιπόν, αφότου έφυγε, που είχα παρέες στη γειτονιά, δεν είχα παρέες στο σχολείο, εκεί δυσκολευόμουν αρκετά. Οπότε, μετά άρχισα να μην θέλω να πηγαίνω και σχολείο και να νιώθω και εγώ ότι στην τάξη υπήρχε πάρα πολύ μεγάλη διάσπαση προσοχής, γιατί δεν ένιωθα άνετα. Και ναι, οπότε το σχολείο ήταν δύσκολη φάση για τον επόμενο χρόνο. Κάπως δεν μπορούσα να προσεγγίσω τα παιδιά καθόλου, οπότε περνούσα και αρκετό χρόνο στην βιβλιοθήκη που είχε το σχολείο, και καθόμουν και διάβαζα ή αναλάμβανα να... Ουσιαστικά μπορούσαν να δανειστούν τα παιδιά βιβλία, οπότε εγώ αναλάμβανα στα διαλείμματα να βάζω τις υπογραφές ή τη στάμπα ότι τώρα το δανείστηκε ο τάδε, για να αποφύγω να είμαι στο διάλειμμα και να είμαι μόνη μου. Οπότε, ήταν κάπως έτσι. Στη γειτονιά είχα παρέες, πέρα από αυτή τη μία κοπέλα, που ήταν πάρα πολύ καλή και νομίζω ήταν από την Πολωνία κιόλας, που ο πατέρας της ήταν η πρώτη φορά που υπήρξε περιστατικό που βιώσαμε το ρατσισμό, ας πούμε, γιατί κατά τα άλλα, η γειτονιά ήτανε πολύ ευπρόσδεκτη και τους άρεσε πάρα πολύ η παρέα μας. Δηλαδή, κάθε φορά που ψήναμε, ερχόντουσαν και καθόμασταν όλοι μαζί. Ήταν εκεί, ας πούμε, και αυτή η κοπέλα που της απαγόρευαν κάπως να έρχεται μαζί μας ή αν παίζουν όλα τα παιδάκια, μπορούσε να έρθει να παίξει μαζί μας, αλλά δεν μπορούσε να έρθει στο σπίτι μας ή εμείς στο δικό της. Αλλά αυτό δεν ήταν και κάτι το οποίο με στιγμάτισε μάλλον, γιατί ήταν μεμονωμένο περιστατικό. Αυτό. Οπότε, υπήρχε πάρα πολύ αυτή η μοναξιά στο σχολείο, στη γειτονιά μία χαρά. Αλλά υπήρξε μέσα σε όλα αυτά και πάρα πολύ μεγάλη επιρροή, δηλαδή, σίγουρα αν ήταν αυτή η κοπέλα μόνο με την οποία θα έκανα παρέα και αν δεν έφευγε, σίγουρα δεν θα είχα μπει στη διαδικασία να προσπαθήσω και εγώ να προσαρμοστώ λίγο παραπάνω στον τρόπο που περνάνε αυτοί τα σαββατοκύριακα τους ή τις δραστηριότητες που έκαναν, τα περίεργα παιχνίδια και με τα περίεργα κατοικίδια που είχανε και παίζανε. Αυτό. Πάντα ένιωθα ότι είμαι λίγο διαφορετική ή μία απόρριψη, χωρίς να υπάρχει απόρριψη ακριβώς. Δηλαδή, δεν καταλάβαινα καταλάβαινα τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσαν πάντα. Μία φορά μου είχαν πει οι γονείς από τα παιδιά που μένουν από πάνω από εμάς που παίζαμε, ότι, ξέρω γω έρχονται, μπαίνουν στο δωμάτιο και λένε «Feierabend». Και μου φάνηκε πάρα πολύ περίεργο που θα έμπαινε ένας γονιός για να με διώξει ουσιαστικά από το σπίτι. Αλλά για αυτούς ήταν πολύ συνηθισμένο ότι τώρα πέρασε η ώρα και ουσιαστικά το «σχολάμε», γιατί, ας πούμε, αύριο έχει σχολείο ή πρέπει να κοιμηθούμε. Εγώ δεν ήμουν συνηθισμένη σε αυτό, οπότε ένιωσα εκείνη τη στιγμή ότι με διώχνουνε όντως ή ότι έχουν κάποιο πρόβλημα μαζί μου, οπότε ένιωσα άβολα. Αλλά αυτές οι εμπειρίες είναι που μετά ήρθανε για να με κάνουν να καταλάβω το πώς όντως λειτουργούσε η καθημερινότητα και εν τέλει, να τη συνηθίσω και εγώ. Αυτό, ναι.
Ok, τελικά πώς άλλαξαν τα πράγματα και εσύ έπρεπε να... έπρεπε να αναχωρήσετε πάλι, να φύγετε από τη Γερμανία;
Λοιπόν έρχεται ο τελευταίος χρόνος σε Ε' Δημοτικού πλέον. Στην Ε' Δημοτικού εκεί πέρα αλλάζουμε σχολείο, δεν είναι από την Α' μέχρι την Ε', είναι από την Α' μέχρι Δ' δημοτικού και στην Ε' πας σε ένα σχολείο που είναι παιδιά από Ε' μέχρι Γ΄ Γ[00:20:00]υμνασίου νομίζω. Οπότε, εκεί ήταν το ήρθε η στιγμή μου, ας πούμε, να πω ότι: «Πλέον θα αλλάξουν τα πράγματα για σένα. Ξέρεις πώς λειτουργεί εδώ η φάση και θα κοινωνικοποιηθείς περισσότερο, θα κάνεις παρέες, νέο σχολείο, νέα άτομα». Οπότε, έτσι έγινε όντως. Πήγα στο νέο σχολείο αυτό, που ήταν κοντά στο σπίτι μου με όση αυτοπεποίθηση είχα ή προσπάθησα να φαίνομαι ότι έχω αυτοπεποίθηση. Έκανα πολύ γρήγορα παρέες. Έκανα μεγάλη προσπάθεια για να βρω καινούργια άτομα, που δεν ήξερα πριν. Eίχε μάλιστα και μία... Είχε και το πρώτο διάστημα όταν έμπαινες στο σχολείο, ερχόντουσαν από διάφορες αθλητικές ομάδες και σου έδειχναν, ας πούμε, ότι: «Τώρα είναι η ομάδα handball που μπορείς να συμμετάσχεις, είναι αυτό, αυτό και αυτό, παίζετε όλοι μαζί για να δεις και εσύ πώς είναι το άθλημα». Μία κοπέλα που είχα συμπαθήσει πάρα πολύ είχε δηλώσει ότι θέλει να μπει στην ομάδα, oπότε κατευθείαν και εγώ πήρα την πρωτοβουλία να πω ότι θα μπω και εγώ σε αυτή την ομάδα, ενώ δεν μου άρεσαν καθόλου τα αθλήματα. Οπότε, μπήκα και σε μία ομάδα handball. Πηγαίναμε κολυμβητήριο, πηγαίναμε βόλτες, άρχισαν και τα πρώτα κάπως φλερτ με τα αγόρια, που ήταν και μεγαλύτερα. Και κάπως ήταν σαν να μπαίνω σιγά-σιγά στην εφηβεία και έρχεται και μία πολύ ωραία περίοδος για μένα. Ένιωθα ότι όντως εδώ είμαι και παρόλο που ξέραμε ότι θα φύγουμε, γιατί ήταν προκαθορισμένο το χρονικό διάστημα που θα μένουμε και αυτός ήταν ο τελευταίος χρόνος, ήταν σαν να είχε διαγραφεί από τη μνήμη μου ότι θα γίνει αυτό. Κάπως έκανα σχέδια, είχα μπει σε άλλες ομάδες, θεατρικές, όλα πήγαιναν πάρα πολύ καλά. Και ναι, έκανα και πολύ-πολύ καλές και ουσιαστικές σχέσεις για πρώτη φορά. Ναι. Και μετά ήρθε το καλοκαίρι που θα φεύγαμε, που ήταν πολύ δύσκολο. Άδειασε ξαφνικά το σπίτι, είχαν έρθει όλοι οι συγγενείς, είχαν έρθει όλοι οι γείτονές μας, να μας δώσουν δώρα, να μας αποχαιρετήσουν. Είχε έρθει αυτή η κολλητή μου, που κάναμε πάρα πολύ παρέα τον τελευταίο χρόνο. Ναι, οπότε ήταν πάρα πολύ, πολύ στενάχωρο. Στο γυρισμό θυμάμαι κιόλας να διαβάζω ένα γράμμα που μου είχε γράψει και το είχε τυλίξει έτσι για να μην τα διαβάσω πριν φύγω. Οπότε, όλο το ταξίδι από Γερμανία για Ιταλία που θα παίρναμε το πλοίο ήταν πολύ επίπονο. Ναι, και μετά ήρθαμε Ελλάδα.
Ok, αφού επιστρέψατε Ελλάδα, ποια ήταν η κατάσταση; Τι θυμάσαι από τότε; Πλέον φαντάζομαι στο ελληνικό γυμνάσιο.
Πλέον στην ΣΤ' Δημοτικού ήταν η τελευταία τάξη που δεν είχα κάνει ακόμα στη Γερμανία. Ναι, ήτανε αυτό το περίεργο που ενώ είχα... Ο τελευταίος χρόνος ουσιαστικά στη Γερμανία ήταν αυτός στον οποίο ένιωθα πιο άνετα και έβλεπα τον εαυτό μου να ζω εκεί και με φανταζόμουν να ζω εκεί πέρα. Επιστρέφουμε στην Ελλάδα, στην Κρανούλα, μία περιοχή 20 χιλιόμετρα από το κέντρο των Ιωαννίνων, που θα πήγαινα, θα έκανα έκανα την έκτη δημοτικού σε ένα –τι σχολείο ήταν αυτό, διθέσιο; Δεν θυμάμαι καν… Ήταν ένα πολύ μικρό σχολείο με λίγα παιδιά. Οπότε, όλα αυτά μου φαινόντουσαν σαν πάρα πολύ ξένα ξαφνικά. Οσο ήμουν στη Γερμανία, έλεγα σε όλους τους συμμαθητές: «Α, τι ωραία που είναι στην Ελλάδα. Κάνουν τρεις μήνες καλοκαίρι, είναι τέλεια» και περιέγραφα μία κατάσταση που ούτε εγώ γνώριζα, και φαινόταν να είμαι και εγώ ξένη, αλλά κάπως στην πραγματικότητα μάλλον δεν ήμουν, γιατί δεν είχα ιδέα ποια είναι η κατάσταση στην Ελλάδα. Οπότε, γυρίζοντας σε ένα δημοτικό που δεν έχει καμία σχέση με όλα αυτά που έχω συνηθίσει, με τις θεατρικές ομάδες, με τα αθλήματα, με το γυμναστήριο, με το κολυμβητήριο, [00:25:00]ήταν κάπως περίεργο. Και αυτό φαινόταν κιόλας στους συμμαθητές, γιατί υπήρχε αυτό πολύ έντονα ότι: «Ήρθε η Γερμανίδα» ξαφνικά. Οπότε, ενώ ήθελα πάρα πολύ να φύγουμε, ήρθα αντιμέτωπη με μία κατάσταση καινούργια, αλλά και παράλληλα, υπήρχε πάρα πολύ μεγάλη αποδοχή, γιατί τότε και εγώ και ο αδερφός μου ήμασταν διαφορετικοί, και όλοι είχαν αυτή την περιέργεια να μάθουν τι κάναμε, πού ήμασταν, που ήταν διαφορετικά αυτά που φοράγαμε. Μιλούσα ακόμα αρκετά Γερμανικά, δεν μπορούσα να μιλάω συνεχόμενα Ελληνικά, πάντα κάτι πέταγα στα Γερμανικά. Οπότε, ναι, εκεί ήταν όντως πιο έντονη η μετάβαση απ' τη Γερμανία στην Ελλάδα. Ναι, έκανα την ΣΤ' Δημοτικού, λοιπόν, εδώ πέρα, ήτανε δύσκολα, ήμουνα χάλια στη γλώσσα, δεν είχα ιδέα, σίγουρα τα μαθήματα που έκανα στην Γερμανία δεν ήταν αρκετά για τα ελληνικά. Στο γυμνάσιο η κατάσταση πάλι ήταν καινούργια, θεωρούσα ότι... Ήθελα μάλλον πάρα πολύ να φύγω πίσω στη Γερμανία. Είχα ακόμα επαφή πάρα πολύ με την πολύ καλή μου φίλη. Και πέρασαν πάρα πολύ γρήγορα αυτά τα τέσσερα χρόνια, που ήτανε ανάμεικτα τα συναισθήματα, δηλαδή, κάπως ένιωθα ότι δεν θα είναι μόνιμη κατάσταση αυτή που βιώνουμε τώρα, παρόλο που είχαμε χτίσει μόλις σπίτι, οπότε ήταν μόνιμη κατάσταση, αλλά για μένα εγώ το βίωνα κάπως ότι θα φύγω σίγουρα, ότι δεν ανήκω εδώ, ότι είμαι αρκετά διαφορετική. Αλλά παράλληλα, όλα αυτά λειτούργησαν και κάπως στο να μπορέσω να ενταχθώ πολύ πιο γρήγορα, αυτή η και καλά διαφορετικότητα. Αυτό, ναι. Φεύγανε τα χρόνια.
Και πότε αυτή η κατάσταση ομαλοποιήθηκε, δηλαδή, να μη νιώθεις εσύ ότι ανήκεις κάπου αλλού και ότι πλέον μπορείς να νιώσεις εκεί στα Γιάννενα ότι πλέον ανήκεις εκεί, ας πούμε, ότι είναι εντάξει αυτό, αν συνέβη.
Αυτό, μάλλον, συνέβη στις πρώτες τάξεις του λυκείου, που είχαν περάσει ήδη αρκετά χρόνια. Πήγαινα, βέβαια, κάθε χρόνο στη Γερμανία, έβλεπα τους φίλους μου και συγγενείς. Aλλά είχαν περάσει ήδη αρκετά χρόνια, είχα βρει την καθημερινότητά μου, είχα βρει ήδη πάρα πολύ καλούς φίλους. Και ήταν πάλι ένα πολύ σημαντικό... Ήταν πάλι μία μεταβατική περίοδος, γιατί μπαίναμε στο λύκειο, είχαμε να σκεφτούμε πράγματα όπως Πανελλήνιες, οπότε έβλεπα ότι πλέον το μέλλον κάπως είναι εδώ πέρα. Μέχρι που είχε παίξει και ένα ταξίδι στη Γερμανία πάλι, μετά από αρκετά χρόνια, αφού ήτανε στην Γ' Λυκείου. Μου είχε κάνει δώρο η αδερφή της φίλης μου τα εισιτήρια, να της κάνω έκπληξη για τα γενέθλιά της. Οπότε, την επισκέφτηκα και έκανε ένα μεγάλο πάρτυ σε ένα δάσος με ένα ξύλινο σπίτι, είχε φωτιές, διάφορα τέτοια. Και βρέθηκα μαζί της, αλλά και με τους καινούργιους της, ή μάλλον με τους φίλους που εγώ δεν ήξερα. Και εκεί κάπως κατάλαβα ότι ούτε εκεί ανήκω πλέον ακριβώς, ή ενώ μπορούσε ακόμα να μιλήσω μαζί τους, τα Γερμανικά μου δεν ήταν όπως ήταν πριν κάποια χρόνια, δεν έβγαιναν τόσα αβίαστα, δεν θυμόμουν πολλές λέξεις, ήθελα λίγο χρόνο να προσαρμοστώ. Μπορεί κάτι που θα έλεγα για πλάκα να μην το καταλάβαιναν απευθείας ή μπορεί να τους περιέγραφα το τι έχω σκοπό να κάνω και φαινόταν ότι δεν είμαστε τόσο κοντά στον τρόπο που ζούμε, ή σε αυτά που σκεφτόμαστε ή στο… Βέβαια, αυτό προφανώς μπορεί να έχει να κάνει και με τα συγκεκριμένα άτομα, αλλά για μένα ήταν η πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή με περισσότερο κόσμο και όχι με τον πολύ δικό μου, με τα πολύ δικά μου άτομα. Κάθε φορά που πήγαινα στη Γερμανία, έβλεπα τους συγγενείς μου και αυτή τη μία πολύ καλή μου φίλη. Και τώρα και εκείνη τη στιγμή που ήρθα σε επαφή με περισσότερο κόσμο, κάπως ένιωθα ότι ούτε εκεί ανήκω και τόσο τελικά και άρχισε λίγο σιγά-σιγά να φεύγει αυτό το… [00:30:00]αυτή η φαντασίωσή μου ότι κάποια στιγμή θα γυρίσεις και θα είναι όπως ήταν τότε. Γιατί η αλήθεια είναι ότι η τελευταία χρόνια στη Γερμανία ήταν κάπως σαν μία μεγάλη επιτυχία για μένα, ότι είχα καταφέρει όντως να προσαρμοστώ και ένιωθα ότι εκεί ανήκω που και για ένα παιδί σε εκείνη την ηλικία είναι πάρα πολύ σημαντικό το αίσθημα του ανήκειν, οπότε ήταν μία κατάκτηση. Οπότε, ναι, όσο περνούσαν τα χρόνια σιγά-σιγά είχα προσαρμοστεί πλέον στην Ελλάδα, χωρίς να το έχω καταλάβει ακριβώς και με εκείνο το ταξίδι φάνηκε ότι θα έπρεπε, αν ήθελα να επιστρέψω, να κάνω πάλι πάρα πολύ μεγάλη προσπάθεια και αυτή τη φορά μάλλον πολύ μεγαλύτερη. Ναι.
Η επαφή σου με τη Γερμανία συνεχίστηκε μετά από όλα αυτά;
Ναι, η επαφή με τη Γερμανία πλέον δεν... υπάρχει… Βασικά, ναι… η επαφή μου είναι πλέον… συνεχίζει να υπάρχει επαφή με την φίλη μου και την οικογένειά της που είχαμε δεθεί πάρα πολύ και μας έχουν επισκεφτεί και αυτοί. Κάπως αυτό το ορίζω σσν επαφή με τη Γερμανία, γιατί είναι οι άνθρωποι που πραγματικά σκέφτομαι όταν είναι να θυμηθώ κάποια ωραία ανάμνηση ή αν προσπαθήσω να φανταστώ να επιστρέφω, μάλλον θα έχει σίγουρα να κάνει και με αυτούς, τουλάχιστον θα ήξερα ότι θα με βοηθούσαν. Οπότε, έχει συνεχιστεί η επαφή με αυτή την οικογένεια και αυτή τη φίλη μου. Έχουν υπάρξει ταξίδια, αλλά όχι απαραίτητα για να δω μόνο αυτούς. Και κατά τ' άλλα, απλά υπάρχει στο μυαλό μου το ενδεχόμενο του να επιστρέψω ίσως για σπουδές. Αλλά ναι, και αυτό είναι κάπως... κάπως νιώθω ότι πλέον έχω βρει όντως τον εαυτό μου εδώ ή μπορώ να δω τον εαυτό μου εδώ πέρα, να περνάει πραγματικά καλά. Ναι.
Παρ' όλα αυτά, είναι ένα ενδεχόμενο το να σπουδάσεις εκ νέου εκεί, να εργαστείς, είναι κάτι που έχεις σκεφτεί έντονα, ας πούμε;
Ναι, γιατί νιώθω ότι σίγουρα το γεγονός ότι και οι γονείς μου ζούσαν εκεί πέρα και η γιαγιά μου και ο παππούς μου, κάπως νιώθω ότι θα υπήρχε σίγουρα υποστήριξη, αν έπαιρνα απόφαση να πάω εκεί πέρα για σπουδές ή για να εργαστώ, θα υπήρχε κατανόηση. Και επειδή έχει ξαναγίνει πολλές φορές, είναι κάπως οικείος, είναι μία σκέψη η οποία δεν μου προκαλεί τόσο μεγάλο φόβο. Ή μάλλον είναι μία διαφυγή ίσως, ότι αν κάποια στιγμή νιώσω ότι δεν ξέρω τι θα κάνω ή δεν έχω κάτι άλλο να κάνω πλέον εδώ πέρα, εργασιακά τουλάχιστον, τότε θα μπορούσα σίγουρα να εκμεταλλευτώ τα χρόνια, τις επαφές που έχω, το ότι ξέρω τη γλώσσα. Και ότι κάπως ενώ πλέον το μόνο που με συνδέει με αυτή τη χώρα είναι οι αναμνήσεις, κάπως και εκεί... Βασικά, μάλλον έχω αποδεχτεί το ότι όπου και να είμαι, κάπως θα νιώθω σε ένα βαθμό ξένη, αλλά κάπως και δεν θα είμαι. Τώρα εντάξει, αυτό δεν βγάζει και πολύ νόημα, αλλά ναι. Ναι, ίσως να είναι αυτό εν τέλει, ότι δεν νιώθεις πουθενά ακριβώς ότι ανήκεις εν τέλει, οπότε θα μπορούσα άνετα να επιστρέψω και εκεί. Αυτό.
Τι ανακαλείς, έτσι, ως τις μεγάλες ίσως διαφορές ανάμεσα σε αυτά τα δύο μέρη, δηλαδή την κωμόπολη κοντά στην Κολωνία –σωστά;– και έξω από τα Γιάννενα εκείνο το χωριό –από ό,τι κατάλαβα. Ποιες ήταν έτσι οι μεγάλες διαφορές που σου ήρθαν στο μυαλό έτσι όταν μεταφέρθηκες από το ένα στο άλλο ή αργότερα όταν το αναστοχάστηκες;
Λοιπόν, οι μεγάλες διαφορές, ή τα κοινά;
Τα κοινά, οι διαφορές…
Ωραία, δεν μπορώ να βρω κάποιο κοινό σε αυτό. Η κωμόπολη στην οποία ζούσαμε ήταν πάρα πολύ... ήταν πολύ γραφικά όλα, είχε πάρα πολύ κόσμο, είχε αρκετά μεγάλο πληθυσμό, είχε αρκετή φύση, δάση, ποτάμια, είχε και αρκετά events, α[00:35:00]ς πούμε, οπότε πάντα γινόταν κάτι. Δηλαδή, ναι, δεν ένιωθα ότι είμαι σε μία κωμόπολη, πλέον καταλαβαίνω τη διαφορά της πόλης, της κωμόπολης και όλα τα σχετικά, αλλά εκείνη την περίοδο δεν μπορούσα να το βιώσω έτσι. Πηγαίνοντας σε ένα χωριό, στην Κρανούλα, έβλεπα σίγουρα τη διαφορά στο σχολείο, ας πούμε, αλλά και εκεί δεν έχει να κάνει μόνο με το ότι ήταν χωριό, έχει να κάνει και με άλλα πράγματα. Τα σχολεία εκεί πέρα, ούτως ή άλλως δεν μπορούν να συγκριθούν με τα σχολεία στην Ελλάδα, ας πούμε. Ναι.
Γιατί δεν μπορούν να συγκριθούν, δηλαδή;
Θυμάμαι δίνανε πάρα πολύ μεγάλη έμφαση στις δυνατότητες του παιδιού, χωρίς να προσπαθούν να μειώσουν... Αν και εκείνη τη στιγμή μπορεί να το βιώσεις έτσι, αλλά η αλήθεια είναι ότι το σύστημα λειτουργεί πολύ διαφορετικά εκεί. Ανάλογα με τις βαθμολογίες που θα έχεις και με τις αποδόσεις σου, ας πούμε, και θα σου πούνε ότι: «Εγώ προτείνω το παιδί σας να πάει στο τάδε σχολείο», που χωρίζονται σε σε τέσσερα διαφορετικά, ας πούμε… Τώρα όπως αντίστοιχα, ας πούμε, εδώ πέρα έχουμε τα…
Κατευθύνσεις, τα πεδία;
Όχι το Γενικό Λύκειο, όπως έχουμε το Γενικό Λύκειο…
Το ΕΠΑΛ;
Το ΕΠΑΛ, ωραία. Εκεί πέρα, λοιπόν, χωρίζονται σε τρία τέσσερα διαφορετικά τέτοια σχολεία, οπότε το παιδί θα πρέπει να επιλέξει –και οι γονείς του– αν θα πάει σε ένα αντίστοιχο ΕΠΑΛ, που όμως ξεκινάει από την Ε' Δημοτικού, άρα ένα πιο τεχνικό σχολείο που θα μάθει ακόμα και ξυλουργική, ας πούμε, ή θα μάθει να ράβει, θα μάθει να κάνει διάφορα τέτοια πράγματα. Ή αν θα πάει σε ένα σχολείο που θα έχει τη δυνατότητα από εκεί πέρα να σπουδάσει σε κάποιο αντίστοιχο ΤΕΙ, ή αν θα πάει σε ένα σχολείο που θα μπορεί να σπουδάσει μετά στο πανεπιστήμιο. Οπότε, εκεί είναι το καλό ότι ότι όντως υπάρχει επιλογή και ότι δεν υπάρχει κάποια υπονόμευση στο ότι αν θα πας στο αντίστοιχο ΕΠΑΛ, είναι κάτι κατώτερο ή χειρότερο. Η ύλη είναι πάρα πολύ διαφορετική σε όλα αυτά τα σχολεία.
Ok, θες να μας πεις και κάποια πράγματα για την φίλη σου, πώς συνεχίστηκε η επαφή μαζί της, πώς νιώθεις για αυτήν, αν θα συνεχιστεί αυτό...
Με τη φίλη μου αυτή, ίσως να με συνέδεσε πάρα πολύ το γεγονός ότι και αυτή, οι γονείς της είναι από… η μητέρα της από Σκόπια και ο μπαμπάς της από Τουρκία. Οπότε, ήτανε όντως πολύ και πάλι αυτό που έλεγα ήταν διαφορετικό το να μπαίνεις σε αυτό το σπιτικό, ας πούμε, ήτανε πολύ φιλόξενοι και δεν είχανε το αντίστοιχο «Feierabend» ήταν πάρα πολύ ζεστοί, οπότε με υποδέχτηκαν κατευθείαν. Μου στέλνουν ακόμα κάθε χρόνο «χρόνια πολλά», είχαμε μία πάρα πολύ στενή σχέση. Και αυτή η σχέση θεωρώ θα συνεχιστεί, γιατί υπάρχει όντως αυτή η αγάπη, αλλά και εκεί υπάρχουν πολλές διαφοροποιήσεις, στον τρόπο που και οι ίδιες βλέπουμε τον εαυτό μας τα επόμενα χρόνια. Ναι, στον τρόπο αυτό που βλέπουμε τον εαυτό μας στα επόμενα χρόνια. Η ίδια φαντάζεται ότι θα κάνει οικογένεια, ότι θα ζήσει με το σύζυγό της, ότι θα έχει σταθερή δουλειά και θα κάνει μία φορά το χρόνο διακοπές. Αυτό στην αρχή νόμιζα ότι είχε να κάνει με το ότι οι γονείς της είναι από την Τουρκία, ας πούμε, και ότι κάπως έτσι έχει μεγαλώσει, αλλά βλέπω από πολλές συμμαθήτριες και Γερμανίδες ότι έχουν κάνει ήδη παιδιά, έχουν το σπίτι τους, έχουν παντρευτεί. Αλλά νιώθω ότι σε αυτές τις σχέσεις που δεν υπάρχει τόσο μεγάλη τριβή και υπάρχουν αυτές οι παιδικές αναμνήσεις, μάλλον δεν χάνονται τόσο εύκολα.
Ωραία. Πράγματα που είχες ξεκινήσει και έκανες τον τελευταίο χρόνο στην Γερμανία, κάποια χόμπι, κάποια σπορ, [00:40:00]διάφορες τέτοιες δραστηριότητες, μπόρεσες να τις βρεις αργότερα στην Ελλάδα για να συνεχίσεις να ασχολείσαι με αυτές;
Είχα ξεκινήσει το handball που εδώ πέρα δεν… Σκεφτόμουν αρχικά να το συνεχίσω, αλλά συνειδητοποίησα ότι δεν είναι κάτι που... δεν είναι μία δραστηριότητα που συνηθίζεται, οπότε το ενδιαφέρον χάθηκε πάρα πολύ γρήγορα. Ήτανε ελάχιστες κοπέλες που κάναμε παρέα που θα πήγαιναν όντως κάποιο άθλημα, και είδα ότι και εγώ μάλλον ο μόνος λόγος που το είχα ξεκινήσει ήταν αυτό, η κοινωνικοποίηση, οπότε έπρεπε και εγώ να βρω άλλους τρόπους να κοινωνικοποιηθώ, οπότε δεν συνεχίστηκε αυτό. Από όσο ξέρω, βέβαια, δεν ήξερα και κάποια ομάδα handball εδώ πέρα. Εν τέλει, οι δραστηριότητες περιορίστηκαν πιο πολύ σε βόλτες στο χωριό και σε πράγματα που δεν ήταν και τόσο δημιουργικά. Αλλά ναι, μάλλον δεν πειράζει, γιατί όπως είπα ο σκοπός ήταν η κοινωνικοποίηση, οπότε εκείνη τη στιγμή δεν έβγαινε και πηγαία η ανάγκη για κάποια άλλη δραστηριότητα. Αν και δεν υπήρχε, βέβαια, και η κινητοποίηση, αυτό, από τις, από τους συνομηλίκους, από το σχολείο, δεν υπήρχε τόσο κινητοποίηση για κάτι τέτοιο.
Ωραία, Άννα, σε ευχαριστώ πολύ.
Κι εγώ.