© Copyright Istorima
Istorima Archive
Τίτλος Ιστορίας
'Ενας συγχρονος καουμπόης στην Αθήνα
Κωδικός Ιστορίας
14337
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Γιάννης Κοκιασμένος (Γ.Κ.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
17/08/2022
Ερευνητής/τρια
Κωνσταντίνος Κοκιασμένος (Κ.Κ.)
[00:00:00]Λοιπόν, ωραία ξεκινάμε. Θέλεις να μου πεις το όνομά σου;
Το όνομα μου είναι Γιάννης Κοκιασμένος.
Λοιπόν, είναι Πέμπτη 18 Αυγούστου 2022, είμαι με τον Γιάννη Κοκιασμένο, βρισκόμαστε στου Γκύζη, εγώ ονομάζομαι Κωσταντής Κοκιασμένος, είμαι Ερευνητής στο Istorima και ξεκινάμε. Λοιπόν θα μιλήσουμε κυρίως σήμερα για τη σχέση σου με το άλογο αλλά άμα θες στην αρχή πες μου μερικά βασικά βιογραφικά στοιχεία.
Ε, γεννήθηκα το 1961. Είμαι δηλαδή τώρα που μιλάμε 61 ετών. Από τότε που γεννήθηκα και ήμουνα παιδάκι, για κάποιο περίεργο λόγο που είναι δύσκολο να τον αναλύσει κανείς, ονειρευόμουν άλογα. Δηλαδή το πρώτο πράγμα που ζωγράφισα και μάλιστα το ζωγράφισα με έναν τελείως γραμμικό τρόπο, δηλαδή ήτανε, ας πούμε, ο λαιμός ήτανε μία γραμμή, η πλάτη ήτανε μία γραμμή, τα τέσσερα πόδια προφανώς μία γραμμή, η ουρά άλλη μία γραμμή, η μουσούδα του αλόγου άλλη μία, τέλος πάντων, πάντως ζωγράφιζα άλογα. Και ονειρευόμουν άλογα. Ναι, το: «Ονειρευόμουν άλογα» θα πω κάτι μετά. Τέλος πάντων, εκείνη την εποχή, δηλαδή εφ’ όσον είμαι γεννηθείς το ’61 και η Χούντα ήρθε το ’67 και εν πάση περιπτώσει, τέλος πάντων, η ιππασία, σαν ιδέα και μόνο, στην Ελλάδα ήτανε κάτι τρομερά ελιτίστικο και ήταν ένα πεδίο στο οποίο ούτως ή άλλως ένας φυσιολογικός άνθρωπος δεν θα μπορούσε να εισέλθει. Με την έννοια ότι, ας πούμε, στον Ελληνικό Ιππικό Όμιλο στο Μαρούσι, στον Παράδεισο, που ήτανε εκείνη την εποχή ο μόνος… Μάλλον όχι. Γιατί το ’61 ιδρύθηκε και ο… Το ’56… Το ’55 ή ’56 ιδρύθηκε ο Ελληνικός Ιππικός Όμιλος μετά από μετεγκατάσταση από τον Χολαργό που αυτό ήτανε προπολεμικό γιατί είχε βγει το ’30. Είχε ξεκινήσει το ’30 μετά είχε διακόψει τη λειτουργία του και με την επωνυμία Ελληνικός Ιππικός Όμιλος ιδρύθηκε το ’55 στο Μαρούσι. Το ’61, λόγω κάποιων ενδο-ομιλικών διενέξεων εν πάση περιπτώσει, ένα μέρος των μελών του Ελληνικού Ιππικού Ομίλου έφυγε… Και μάλιστα αυτό είναι και τρομερά ενδιαφέρον διότι εκείνη την εποχή σε μια Αθήνα που φαντάζεσαι πώς ήταν, πήγαν τα άλογα… Ίδρυσαν τον Ιππικό Όμιλο Αθηνών στον Γέρακα, μετέφεραν τα άλογα ιππαστί, καβάλα. Έφυγαν δηλαδή από το Μαρούσι και πέρασαν τα άλογα στον Ιππικό Όμιλο Αθηνών στον Γέρακα, ο οποίος υπάρχει έκτοτε, καβάλα.
Πόσα άλογα μπορεί να ‘ταν; Τώρα που μου…
Κοίτα, ήταν λίγοι. Ας πούμε χρειαζόσουνα, για αυτούς που ήτανε κι οι μοναδικοί όμιλοι, χρειαζόσουνα πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων εκείνη την εποχή για να γίνεις μέλος. Και προφανώς μιλάμε για μία εντελώς ολιγάριθμη ελίτ που ήτανε ο βασιλιάς και όλοι οι παλατιανοί του κτλ., κτλ.. Αλλά φαντάζομαι ότι θα πρέπει να είχε γύρω στα 40 άλογα -λέω τώρα χωρίς να το ξέρω αυτό, αυτό φαντάζομαι ότι μπορεί να το βρει κανείς- στο Μαρούσι, στον Ελληνικό Ιππικό όμιλο. Και θα πρέπει στην αρχή, γιατί νομίζω πως ήτανε λίγοι, ήταν μόνο ο Λαμπαδάριος, ο Ηλιάδης… Τέλος πάντων, ήτανε πολύ λίγοι, καμιά δεκαριά άλογα θα πρέπει να φύγανε και να ιδρύσανε τον Ιππικό Όμιλο Αθηνών. Τέλος πάντων. Για να μην τα πολυλογώ, αυτό που θέλω να πω μ' αυτή την ιστορία είναι ότι εκείνη την εποχή ήτανε αδιανόητο για κάποιον από μια μέση οικογένεια να ασχοληθεί με την ιππασία. Δύο όμιλοι ήταν όλοι κι όλοι κι αυτό ήτανε. Οπότε… Α, όμως, παρ’ όλα αυτά, επειδή η οικογένεια, το σπίτι μας, ήτανε στους Αμπελόκηπους αλλά ο παππούς μου από την εποχή της κατοχής ζούσε στο Χαλάνδρι, στο Χαλάνδρι πηγαίναμε συνέχεια. Θέλω να πω δηλαδή σαφώς όλα τα Σαββατοκύριακα και σ’ όλες τις διακοπές, δηλαδή είτε Χριστούγεννα, είτε Πάσχα, είτε καλοκαίρι, ήμασταν στο σπίτι του, μια ωραιότατη μονοκατοικία. Εν πάση περιπτώσει, το σπίτι αυτό στο Χαλάνδρι ήτανε πολύ κοντά στον Παράδεισο δηλαδή στον Ελληνικό Ιππικό Όμιλο και ο πατέρας μας έπαιρνε τις Κυριακές ως βόλτα και πηγαίναμε και βλέπαμε τα αλογάκια στον Ελληνικό Ιππικό Όμιλο. Ε, αυτό δεν θα το ξεχάσω ποτέ! Δηλαδή μία τόσο βαθιά, με το στόμα ανοιχτό και βαθιά ζήλεια προς τα παιδιά και τους ανθρώπους που ίππευαν εκείνα τα, ήτανε πόνυ θυμάμαι, γιατί είχε την Κυριακή το απόγευμα είχε pony club. Και εγώ τα έβλεπα ως τεράστια. Καλά, ήμουνα παιδάκι οπότε προφανώς θα τα ‘βλεπα ως τεράστια. Αλλά θυμάμαι και τότε, αυτό ξεκίνησε από τότε και νομίζω πως με έχει ακολουθήσει μέχρι σήμερα, ότι ονειρευόμουνα… Ενώ πριν απ’ αυτό, πριν αρχίσει να μας πηγαίνει δηλαδή στον Ελληνικό Ιππικό Όμιλο και εκεί πέρα που είδα τα πόνυ και να καλπάζουνε και με τα παιδιά επάνω τους και μπούρου-μπούρου, μας βάζανε, επιμένανε, να κοιμόμαστε το μεσημέρι, τα καλοκαίρια ας πούμε, και όπως όλα τα παιδιά στον κόσμο εμείς αρνιόμασταν, δεν θέλαμε. Προφανώς μας βάζανε για ύπνο για να ησυχάσουν από μας εκείνοι δηλαδή, αλλά για μας ήτανε βασανιστήριο αυτό, που θέλαμε να πάμε να τρέχουμε και να παίζουμε και να αυτό, ξέρεις. Αλλά όταν είδα αυτά τα πόνυ τα οποία χαράχτηκαν μέσα στο μυαλό μου απολύτως ανεξίτηλα και με συνοδεύουν μέχρι σήμερα και ξέρω ακριβώς πώς ήτανε το κάθε πόνυ στον Ελληνικό Ιππικό Όμιλο. Τέλος πάντων, από τότε λοιπόν ήθελα να πηγαίνω για ύπνο το μεσημέρι διότι απλώς ξάπλωνα στο κρεβάτι μου, έκλεινα τα μάτια μου και έφτιαχνα αυτές τις ιστορίες ότι είμαι εγώ καβάλα στο πόνυ. Κι αυτό ήτανε… Νομίζω ότι -δεν ξέρω αυτό αν είναι σύνηθες και είναι όλοι οι άνθρωποι έτσι κτλ., κτλ.- αλλά αυτή η ζωή του ονείρου και της φαντασίας ήτανε για μένα πιο σημαντική από την κανονική ζωή που ζούσα ξύπνιος. Δηλαδή το ότι θα ξάπλωνα στο κρεβάτι και θα έκλεινα τα μάτια μου και θα ‘βλεπα τον εαυτό μου καβάλα σε ένα πόνυ το οποίο ανεβαίνει σε… Πηγαίνει βόλτα στο Χαλάνδρι ή πάει βόλτα στην Κύθνο ή ξέρω ‘γω… Διότι ο πατέρας μου κατάγεται απ’ την Κύθνο οπότε πηγαίναμε κι εκεί, οπότε γεωγραφικά, ας πούμε, τοπογραφικά, ήξερα πάρα πολύ καλά πώς είναι η Κύθνος, ήξερα πάρα πολύ καλά πώς είναι το Χαλάνδρι και ήξερα πολύ καλά πώς είναι οι Αμπελόκηποι. Τώρα και στα τρία αυτά μέρη, στην Κύθνο, στους Αμπελόκηπους και στο Χαλάνδρι, όταν έκλεινα τα μάτια μου με έβλεπα καβάλα σε ένα πόνυ!
Λοιπόν, τέλος πάντων, επειδή ανέφερα την Κύθνο, αυτό πήρε κι άλλες διαστάσεις. Διότι η Κύθνος εκείνη την εποχή, αν εξαιρέσουμε ότι στο λιμάνι του νησιού που ήτανε ακόμα τότε τσακωνόντουσαν μεταξύ τους τα Λουτρά κι ο Μέριχας για το ποιος θα προσελκύσει τα καράβια της γραμμής γιατί το θεωρούσαν και τιμή αλλά φαντάζομαι ότι είχε να κάνει και με το… Για οικονομικούς λόγους. Δηλαδή είναι αλλιώς όταν προσεγγίζει το καράβι σ' ένα λιμανάκι γιατί θα κατέβουνε αυτοί που θα κατέβουν και θα αγοράσουνε πορτοκαλάδα ξέρω ‘γω, τι σκατά! Λοιπόν, τέλος πάντων, εκείνη την εποχή λοιπόν… Α, πρώτον δεν υπήρχε κανένας μόλος. Αυτό είναι άσχετο με την ιστορία μας αλλά δεν πειράζει, αξίζει να το πούμε ότι δεν υπήρχε μόλος άρα το καράβι έδενε αρόδο κι ερχόντουσαν οι λάντζες και μας παίρνανε. Το οποίο ήτανε… Ήτανε κάτι να το ζεις αυτό το πράγμα. Δηλαδή αυτό το να κρεμιέσαι από μια σκάλα στη μέση του πελάγους προσπαθώντας να ισορροπήσεις μεταξύ της σκάλας και της βάρκας που κουνιότανε κι εκείνη, κρατώντας βαλίτσες και σάκους! Και εντάξει ήμαστε παιδιά, δεν κρατάγαμε βαλίτσες και σάκους, αλλά συνήθως κρατάγαμε κάτι, φέρ’ ειπείν, διότι είχαμε τα παιχνίδια μας, έτσι; Ωραία, το παιχνίδι για μένα ήτανε μία καραμπίνα, ένα σπαθί, μια ασπίδα. Την είχα μαζί μου ως τρελός. Λοιπόν, το να πηδήξεις από το καράβι, από τη σκάλα, την αιωρούμενη σκάλα στην αιωρούμενη βάρκα ήτανε τουλάχιστον ρεσάλτο. Τέλος πάντων, εν πάση περιπτώσει, όμως φτάναμε λοιπόν στην Κύθνο και ανεβαίναμε με το λεωφορείο ή με ένα ταξί… Υπήρχανε νομίζω. Τι υπήρχε; Ένα λεωφορείο υπήρχε το οποίο έκανε όλο… Δρόμοι δεν υπήρχανε. Υπήρχε μόνο ο δρόμος από τον Μέριχα προς τη Χώρα ή από τον Μέριχα προς τη Δρυοπίδα, το άλλο χωριό, ή από τα Λουτρά προς τη Χώρα. Οπότε, είτε ακόμα εκείνη την εποχή, άλλες φορές το καράβι έπιανε Λουτρά, άλλες φορές έπιανε Μέριχα. Τέλος πάντων. Φτάναμε στη Χώρα που ήτανε συγγενείς του πατέρα μου, η αδελφή του, μπούρου μπούρου, μπούρου μπούρου, που ήταν το πατρικό του σπίτι. Εκεί μέναμε κάνα δυο μέρες, τρεις, όχι πάρα πάνω. Γιατί φεύγαμε για να πάμε στο αγαπημένο μέρος του [00:10:00]πατέρα μου που εκεί μεγάλωσε κι εκεί τέλος πάντων το θεωρούσε πραγματικά το λίκνο της ύπαρξής του, τον Άγιο Στέφανο. Είναι ένα λιμάνι για το οποίο δεν υπήρχε δρόμος. Ο δρόμος ήτανε... Μπορούσες να πας είτε με τα πόδια, είτε με ζώα. Δηλαδή άλογα, μουλάρια, γαϊδούρια. Λοιπόν, αυτό ήταν ολόκληρη εκστρατεία διότι φαντάσου ότι αυτό το λιμάνι… Ηλεκτροδοτημένη ήτανε μόνο η Χώρα και τα επίνεια δηλαδή τα Λουτρά και ο Μέριχας. Το υπόλοιπο νησί δεν είχε ηλεκτρικό. Ήτανε με λάμπες πετρελαίου, με λάμπες γκαζιού, με μπούρου μπούρου, μπούρου μπούρου και λαδιού. Επίσης δεν υπήρχε νερό, υπήρχε μια κοινοτική βρύση και με στάμνες, τις γνωστές στάμνες, πηγαίναμε και παίρναμε νερό. Τέλος πάντων, θέλω να πω μ’ αυτό ότι το να μεταφερθείς λοιπόν… Άρα χρειαζόσουνα, διότι δεν υπήρχανε μαγαζιά και ξέρω ‘γω τι αυτό, έπρεπε να μεταφέρεις δηλαδή την προίκα σου ολόκληρη για να… Ε, πώς το λένε… Για να μπορέσεις να ζήσεις έναν μήνα -ξέρω ‘γω- που πηγαίναμε διακοπές τον Αύγουστο, ξέρω ‘γω. Αυτό σημαίνει ότι οργανωνότανε ένα ολόκληρο καραβάνι. Καραβάνι με την πραγματική έννοια της λέξης. Δηλαδή θα μαζευόντουσαν μπορεί και 20 γαϊδουρομούλαρα, θα φορτωνόντουσαν με όλα τα πράγματα που είχε κανείς ανάγκη για να περάσει έναν μήνα μακριά από οποιουδήποτε είδους πολιτισμό. Ε, εκεί λοιπόν -με έναν κακομαθημένο τρόπο που τον επέτρεψαν οι γονείς μου, ευτυχώς δηλαδή αλλά εν πάση περιπτώσει δεν ξέρω αν μου ‘κανε καλό ως χαρακτήρα- εγώ θα επέμενα, θα επέμενα, θα επέμενα: «Όχι, όχι!». Πρώτον, ήθελα να είμαι μόνος μου στο γαϊδούρι ενώ ως παιδάκια μας βάζανε μπροστά σε ένα μουλάρι κι αυτοί ήτανε καβάλα. Ήταν αδιανόητο για μένα. Η αδελφή μου μπορούσε να το κάνει αυτό το πράγμα, στ' αρχίδια μας, αλλά για μένα έπρεπε να έχω το ζώο δικό μου. Και αρνιόμουν φυσικά να ανέβω πλάγια. Γιατί στα χωριά δεν ανεβαίνουν καβάλα στα ζώα, κάθονται πλαγιαστά στα σαμάρια. Το να κάτσεις καβάλα σ’ ένα σαμάρι δεν είναι εύκολο ακριβώς γιατί είναι κάπως τετραγωνισμένο. Οπότε απαιτούσα, όχι απ’ την αρχή, στην αρχή, τις πρώτες φορές τέλος πάντων, πήγαινα καβάλα τον δρόμο με το γαϊδούρι και αισθανόμουνα… Έφτιαχνα όλες αυτές τις ιστορίες, αποκοβόμουν με αυτή την έννοια από το υπόλοιπο καραβάνι και από την ύπαρξη του πατέρα μου και της μάνας μου, των θείων μου, της αδελφής μου, των αγωγιατών κτλ., κτλ.. Και ζούσα ένα δικό μου πράγμα που ήμουνα καβάλα στο γαϊδούρι και ήμουνα στη μέση της ερήμου της Αριζόνα και στα βράχια δίπλα μάλλον περίμεναν οι Απάτσι και μάλιστα προσφέρεται κιόλας το τοπίο στην πραγματικότητα. Διότι φαντάζομαι ότι ο θεός όταν έφτιαχνε τον κόσμο, έφτιαξε, ξέρω ‘γω, την Κύθνο και είδε ότι ήταν κάτι καλό και πήγε κι επανέλαβε το έργο του στην Αριζόνα. Λοιπόν, τέλος πάντων. Οπότε αυτό για μένα… Και προφανώς προσπαθούσα να απαλείψω από το βλέμμα μου και να μοντάρω ουσιαστικά την εικόνα, οπότε αυτόματα, με ένα μοντάζ δικό μου, τα τεράστια αυτιά του γαϊδάρου μίκραιναν και γινόντουσαν αυτιά αλόγου. Λοιπόν, τέλος πάντων. Οπότε έτσι ξεκίνησε για μένα η ιππασία η οποία ήτανε γαϊδουροκαβαλαρία. Και θυμάμαι ότι επέμενα, επέμενα και υπάρχουν και φωτογραφίες για να το αποδείξουν αυτό το πράγμα, ότι ακόμα κι όταν φτάναμε στον Άγιο Στέφανο, όπου έβρισκα γαϊδούρια καθόμουνα καβάλα, έπαιρνα κι ένα καλάμι κι έκανα κονταρομαχίες. Δηλαδή ήμουνα ένας ιππότης καβάλα στο άλογό του, το οποίο ήτανε γαϊδούρι και είχα πάρα πολλούς αντιπάλους και, εν πάση περιπτώσει, αποστολές να φέρω εις πέρας.
Μεγαλώνοντας, δηλαδή στην εφηβεία, ξέρω ‘γω, 15 χρονών, είχα μια φίλη που πέθανε τώρα. Την Ισμήνη τη Γκούτα. Η Ισμήνη είχανε ένα σπίτι -ήτανε μια πάμπλουτη οικογένεια- είχαν ένα σπίτι στο Καστρί και μου είπε μια μέρα ότι πηγαίνει στη Δροσιά, στον Πάρι τον Βαλσαμάκη που έχει σχολή ιππασίας και ιππεύει. Και μάλιστα μου έλεγε όλες αυτές τις ιστορίες για τα αραβικά άλογα που είχε και μπούρου μπούρου, ο Πάρις ο Βαλσαμάκης. Ο Πάρις ο Βαλσαμάκης προφανώς έχει πεθάνει τώρα αλλά ήτανε μια μοναδική περίπτωση. Ήτανε ένας Αιγυπτιώτης φοβερά μορφωμένος αλλά δεν θα το καταλάβαινες αν τον έβλεπες, μόνο όταν άρχιζε να μιλάει. Γιατί μίλαγε και πάρα πολύ σωστά ελληνικά, ήτανε και τζόκεϋ αλλά δούλευε και σταβλίτης στον ιππόδρομο, στο Φάληρο. Κάποια στιγμή τα ‘χε παρατήσει κι είχε ανοίξει σχολή ιππασίας παίρνοντας άλογα από τον ιππόδρομο. Τότε ακόμα υπήρχαν οι κούρσες των αραβικών και οι κούρσες των καθαρόαιμων. Οι κούρσες των αραβικών, επειδή τα αραβικά έχουνε μεγάλη αντοχή αλλά δεν φτάνουν τις ταχύτητες των καθαρόαιμων, ήτανε πιο μεγάλες. Δηλαδή μπορεί να ήτανε και κούρσες, τα grand prix, 4 χιλιομέτρων, ας πούμε, ενώ το καθαρόαιμο συνήθως είναι 1.200, κάτι τέτοιο. Δηλαδή το grand prix του καθαρόαιμου φτάνει τα 2 χιλιόμετρα το οποίο όμως για το αραβικό είναι απολύτως σύνηθες να κάνει 4 χιλιόμετρα full gallop. Όμως τα αραβικά εισήγοντο. Το οποίο σημαίνει… Α, και μάλιστα επειδή κάνανε εισαγωγή των αραβικών αλλά πάντα ήτανε στειρωμένες οι φοράδες άρα δεν μπορούσε να γίνει αναπαραγωγή αραβικών εδώ και είχε αρχίσει δειλά-δειλά τότε η ιπποπαραγωγή καθαρόαιμων αλόγων, έκοψαν λοιπόν, για να μην κάνουν εισαγωγές πλέον αλλά να στηριχτούν στον ντόπιο πληθυσμό των καθαρόαιμων που είχαν αρχίσει να φτιάχνονται σε ιπποφορβεία ελληνικά. Μαρινόπουλος, μπούρου μπούρου, μπούρου μπούρου.
Σε ίππο- τι; Συγγνώμη.
Ιπποφορβεία. Σε ιπποφορβεία στην Ελλάδα. Έκοψαν τα αραβικά από τις κούρσες. Έκτοτε δηλαδή μέχρι σήμερα τρέχουν μόνο καθαρόαιμα άλογα στον… Καθαρόαιμο by the way, για να εξηγούμαι, καθαρόαιμο δεν σημαίνει ότι τα άλλα δεν έχουνε καθαρό αίμα. Καθαρόαιμο είναι όρος. Είναι στα αγγλικά thoroughbred, στα ελληνικά λέμε ο εγγλέζικος καθαρόαιμος. Δημιουργήθηκε αυτό στα τέλη του 17ου αιώνα, αρχή 18ου. Τρεις επιβήτορες έχουν φτιάξει τον εγγλέζικο καθαρόαιμο. Είναι ο Birley Turk, ο Godolphin Arabian και ο Darley Arabian. Είναι τρία άλογα τα οποία τα πιάσανε στους πολέμους με τους Τούρκους και βρήκαν τον δρόμο τους, δηλαδή ήτανε λεία πολέμου και βρήκαν τον δρόμο τους στην Αγγλία. Γιατί είχανε πιαστεί ξέρω ‘γω από Εγγλέζους αξιωματικούς δεν ξέρω, και βρήκανε τον δρόμο τους για την Αγγλία. Αυτά είχανε τρομερά δυνατό DNA και γραμμή αίματος οπότε όλη η ράτσα η thoroughbred, το καθαρόαιμο, στηρίζεται σ’ αυτούς τους τρεις επιβήτορες. Birley Turk, Godolphin Arabian, και Darley Arabian. Εκεί γεννήθηκε το καθαρόαιμο. Τέλος πάντων αυτό ήτανε μια εξειδικευμένη ράτσα η οποία πιάνει το μάξιμουμ της ταχύτητος που μπορεί να πιάσει ένα άλογο. Οπότε γίνανε τα άλογα των ιπποδρομιών. Τέλος πάντων, κοπήκανε λοιπόν τα αραβικά από τις ιπποδρομίες και μείνανε μόνο τα καθαρόαιμα. Τα αραβικά, όσα δεν πήγανε στην Ιταλία για σουβλάκι, βρήκανε τον δρόμο τους. Τότε λοιπόν, είχαν ξεκινήσει οι πρώτες σχολές ιππασίας που δεν ήταν όμιλοι, μπορούσες να πας να κάνεις μάθημα άρα αυτό ήτανε και πιο προσβάσιμο προς έναν μέσο άνθρωπο. Αυτό ήτανε λοιπόν που η φίλη μου η Ισμήνη Γκούτα μου είπε και βεβαίως την επόμενη μέρα πήγα. Και πήγα, έκανα το πρώτο μου μάθημα…
Πόσο χρονών ήσουνα περίπου;
Ε, 15, δεν θυμάμαι, εκεί.
Με την μάνα σου πήγες;
Με τον πατέρα μου, ναι.
Α, οκέι.
Ναι προφανώς, προφανώς. Και έκανα το πρώτο μου μάθημα και ειλικρινά το λέω, δεν περιαυτολογώ, το λέω αλήθεια, το ‘χω δει, έκτοτε, είμαι προπονητής πάρα πολλά χρόνια οπότε ξέρω τι λέω γιατί το ‘χω δει και σε άλλους: Ήτανε σαν να το ‘ξερα, ήτανε σαν αυτό, απλώς να ζούσα καβάλα σ' ένα άλογο χωρίς να υπάρχει το άλογο. Και ξαφνικά βρέθηκε το άλογο ανάμεσα στα πόδια μου και ήτανε σαν να τα ‘ξερα όλα απ’ την αρχή. Δηλαδή με το που [00:20:00]με βάλαν στον συραγωγέα...Ο συραγωγέας είναι ένα λουρί τέλος πάντων που ενώνει το άλογο με τον εκπαιδευτή και το άλογο κινείται σ' έναν κύκλο γύρω από αυτόν, απ’ τον εκπαιδευτή εννοώ. Κι εγώ ήμουνα καβάλα, τέλος πάντων, για να μου δείξει τα πρώτα πράγματα. Ε, αμέσως το ‘ξερα. Κι επειδή είναι κι έμποροι μου λένε: «Έλα να σου δείξουμε -και στον πατέρα μου που ήταν εκεί- ένα άλογο το οποίο πουλιέται». Και έφεραν ένα πανέμορφο, λευκό, αραβικό, τον Σεΐχη, και με βάλανε καβάλα. Τώρα στο πρώτο μάθημα, γαμώ τα βάσανα. Και φεύγει το άλογο… Αλλά εντάξει ήτανε… Το ‘χα, τέλος πάντων.
Σου έκανε ροντέο; Τι;
Ε, όχι. Άρχισε να τρέχει. Εγώ δεν μπορούσα τώρα να σταματήσω το άλογο αλλά δεν είχα κανένα θέμα, στο ιπποδρόμιο ήταν. Το αγοράσαμε! Το αγοράσαμε. Στο πρώτο μάθημα ιππασίας! Στο πρώτο μάθημα ιππασίας αγοράσαμε άλογο. Ε, μετά ήτανε πολύ αστείο βέβαια διότι τον πρώτο χρόνο… Αυτό ήτανε ένα άλογο… Ήτανε επιβήτορας, ήτανε βαρβάτο. Ήτανε δύσκολο άλογο, πραγματικά δύσκολο άλογο. Το πήραμε λοιπόν το άλογο και μετά άρχισε ένα… Δεν ήμουνα… Ποτέ δεν τρόμαζα μ’ αυτή την έννοια αλλά, ας πούμε, πηγαίναμε βόλτες, γιατί εντάξει, το ιπποδρόμιο ήταν μικρό, δεν είχα πρόβλημα μεσ' το ιπποδρόμιο αλλά ήθελα να πηγαίνω βόλτες. Λοιπόν αυτό που συνέβαινε τότε… Λοιπόν ήτανε ο δρόμος, δεν ξέρω πώς λέγεται αυτός, η λεωφόρος Σταμάτας είναι; Τέλος πάντων, πού είναι η Δροσιά με τα πεϊνιρλί και μπούρου μπούρου και μετά πάει στη Σταμάτα; Σ' αυτόν τον δρόμο υπήρχε ένας μακρύς χωματόδρομος που κατέληγε στο βάθος του στον στάβλο. Στον όμιλο, ας πούμε, πού ήτανε. Λοιπόν, ανέβαινα λοιπόν στο άλογο -αυτό το θυμάμαι- μόλις το αγοράσαμε αυτό έγινε. Βάζω το ένα πόδι στον αναβολέα, πριν προλάβω να περάσω και το άλλο πόδι για να βρει και τον άλλον αναβολέα δεξιά, ξεκινάει ο Σεΐχης 1, 2, 3, 4 καλπαστικά, μπούμ, παρ’ τον κάτω. Και μετά τρέχαμε να το κυνηγάμε. Ξανανέβηκα. Αυτό. Δηλαδή η πρώτη εμπειρία ήτανε τούμπα, τέλος πάντων. Τη δεύτερη φορά που ανέβηκα επάνω δηλαδή, όταν πια ήταν αγορασμένο το άλογο, γιατί είχα ανέβει και ως δοκιμή την πρώτη φορά. Όταν πηγαίναμε τροχάδην ήταν όλα υπό έλεγχο. Εάν έκανα το λάθος, και το ‘κανα πάντα γιατί ήθελα να το κάνω, να ξεκινήσω καλπασμό, στο τρίτο καλπαστικό βήμα ο Σεΐχης γινόταν ανεξέλεγκτος. Οπότε απλώς κάλπαζε. Κάλπαζε full gallop και όσο και να προσπαθούσα, διότι μπορεί να λέμε τώρα ότι το ‘χα μέσα μου αλλά υπάρχει κι ένα πράγμα που λέγεται τεχνική και όλα αυτά, δεν υπήρχε περίπτωση να το σταματήσω. Πήγαινε full galop και μάλιστα θυμάμαι ότι η σκέψη, που την έχω μέχρι σήμερα, είναι -γιατί υπήρχε αυτός που είπα προηγουμένως ο μεγάλος διάδρομος που έβγαινε στην λεωφόρο της Σταμάτας- και όταν ξεκίναγε καλπασμό από τον στάβλο, απλώς ήλπιζα να μην περάσει κάνα φορτηγό εκείνη την ώρα και μας κόψει στα δύο.
Τον πέρναγε δηλαδή;
Κρόσαρε τον δρόμο στα μονοπάτια απέναντι και μπαίναμε στα δάση και στα βουνά.
Που εκεί τι ήτανε;
Ε, Δροσιά, Σταμάτα, δεν ξέρω τι είναι αυτή η περιοχή, ναι.
Ναι, ναι.
Και εάν κάλπαζε για την επιστροφή στον στάβλο απλώς έκανα πίσω, πίσω, και το περίμενα γιατί τράβαγε ένα στοπ, χειροφρενιά, όταν έμπαινε στην αυλή του στάβλου. Δηλαδή ήτανε full gallop, full gallop, full gallop, full gallop και χειροφρενιά μπαίνοντας στην αυλή του στάβλου. Οπότε εκεί έπρεπε να το περιμένεις λίγο, να κάτσεις πίσω για να μη φύγεις, να μη συνεχίσεις τον καλπασμό εναερίως. Τέλος πάντων, και πέρασε αυτός ο πρώτος χρόνος. Είναι μεγάλη ιστορία, εν πάση περιπτώσει, βρέθηκα με ένα δεύτερο άλογο. Σ' αυτό έμαθα πραγματικά ιππασία. Που ήτανε μία φοράδα που λεγόταν Αφροδίτη και ήτανε 3 ετών και είχε κοπεί απ’ τον ιππόδρομο. Καθαρόαιμη. Εγγλέζα καθαρόαιμη. Και αυτό δεν ήτανε όμως στη Σταμάτα. Αυτό ήτανε πια στον Ιππικό Όμιλο Κεφαλαρίου που αργότερα είχε κι ένα μπαρ, το Mustang, του Λουκά του Μπαλιούση και του Πάνου του Μακρίδη. Αυτό το... Ο στάβλος. Και είχαμε πάει, ψάχνοντας με τον πατέρα μου, δηλαδή ψάχνοντας από στάβλο σε στάβλο, και κοιτάζαμε. Και την αγοράσαμε αυτή τη φοράδα. Ήταν 3 χρονών, την είχαν κόψει απ’ τον ιππόδρομο γιατί δεν είχε πιάσει τους χρόνους, άρα δεν ήταν και άλογο το οποίο είχε ταλαιπωρηθεί. Ήτανε δηλαδή, είχε καθαρά πόδια, ήτανε καθαρό άλογο από πλευράς υγείας και ανατομίας και μπούρου μπούρου, μπούρου μπούρου και μωρό.
Μέχρι τότε εσύ έκανες μαθήματα σε αυτόν τον άλλο-
Δεν έκανα μαθήματα, κανείς δεν μου έκανε μάθημα, όλα αυτά τα… Κανένας δεν μου έκανε μάθημα ποτέ. Οκέι, μπορεί κάποιος να μου’ λεγε ότι, ξέρεις: «Κάν’ το έτσι -ή- κάν ‘το αλλιώς», αλλά δεν ήταν ποτέ πραγματικά οργανωμένα μαθήματα, ήτανε ό,τι του κατέβει, ό,τι του φανεί του Λωλοστεφανή.
Και δεν είχες πηδήξει εμπόδιο, δεν είχες πάει τόσο στην αθλητική ιππασία, ήτανε βόλτες-
Όχι, μα δεν ήτανε, βόλτες ήτανε, βόλτες. Και τέλος πάντων εκεί με τη φοράδα αυτή λοιπόν… Α! Εκεί δε, στου Μπαλιούση τον στάβλο, εκεί έμαθα. Εκεί έμαθα και μάλιστα πήγαινα πολλές φορές και βοήθαγα σαββατοκύριακα και έπαιρνα ένα χαρτζιλίκι, έβγαζα δηλαδή τους αρχάριους βόλτες έξω κτλ., κτλ. και τα καβάλαγα όλα τα άλογα. Θυμάμαι είχε κάτι καταπληκτικά αραβικά. Το Αραπάκι, τον Όσκαρ, εντάξει, ήτανε εξαιρετικά άλογα. Και η φοράδα μου. Τώρα αυτό είχε… Μεγάλωνα εντωμεταξύ, θα πρέπει να ήμουνα 16, 17, ναι. Και είχα αρχίσει να πολιτικοποιούμε κιόλας οπότε στην αρχή είχα μπει στη ΔΗ.ΜΑ.Κ που ήταν το μαθητικό του Ρήγα Φεραίου, μετά στον Ρήγα Φεραίο και υπήρχε παράλληλα και το rock and roll, έτσι; Πάρα πολύ rock and roll. Οπότε εκείνη την εποχή άρχισα να γίνομαι φρικιό και rock and roller. Αλλά όλα γινόντουσαν με μια εντελώς ιππική... Η αφετηρία και η βάση ήταν ιππική, ακόμα και στο rock and roll, ακόμα και στο… ακόμα και στο το φρικιλίκιο. Θέλω να πω δηλαδή ότι το όνειρο ήταν μίας ελευθερίας που ήταν πάρα πολύ καουμπόικη ελευθερία, δηλαδή ήταν ο κοινωνικός επαναστάτης ο οποίος όμως τι κοινωνικός επαναστάτης ήταν; Ήταν μόνος του πάνω σε ένα βουνό καβάλα σ’ ένα άλογο. Και αυτό είχε βεβαίως μια χίπικη διάσταση αλλά πάντα αυτή η χίπικη διάσταση τουλάχιστον για μένα ήταν πάντα έφιππη. Δεν ήταν ποτέ πεζή.Δηλαδή ανήκα ρε παιδάκι μου στο χίπικο ιππικό, δεν ήμουνα στο χίπικο πεζικό.
Λοιπόν. Τότε λοιπόν και με αυτή τη φοράδα την Αφροδίτη που εγώ την έλεγα Ροζαλίτα νομίζω, για κάποιο λόγο μεξικάνικο... Ή Παλομίτα την έλεγα; Ή Ροζαλίτα; Δεν θυμάμαι. Μια ωραία ημέρα κανονίζω με τον φίλο μου τον Στέλιο τον Χάρο, άλλο φρικιό κι αυτό, να ανέβουμε στην Πάρνηθα. Πάω στο στάβλο, δεν είχα σέλα, δεν είχαμε λεφτά για σέλα αλλά ούτε που τη χρειαζόμουν τη σέλα. Βάζω σε ένα σακίδιο βρώμη για το άλογο, περνάω το σλίπινγκ μπαγκ μου πίσω στην πλάτη ρολό και νομίζω θα πρέπει να είχα και κάνα δυο κονσέρβες για μένα.Νομίζω. Ή είχε ο φίλος μου ο Στέλιος, δεν ξέρω, δεν το θυμάμαι αλλά θυμάμαι ότι δεν είχαμε πεινάσει, τρώγαμε. Κι ένα μπουκάλι ούζο. Λοιπόν καβαλάω τη φοράδα, κατεβαίνω από το Κεφαλάρι εκεί που ήταν ο στάβλος στο τέρμα της οδού Ξενίας, κατεβαίνω στο κέντρο της Κηφισιάς που ακόμα επειδή υπήρχαν τα αμαξάκια υπήρχε ο πεταλωτής της Κηφισιάς που πετάλωνε τα άλογα των αμαξάδων. Και τα πετάλωνε τα άλογα των αμαξάδων βάζοντας ένα κομμάτι λάστιχο στη μέση της οπλής ούτως ώστε να μη γλιστράει στην άσφαλτο. Οπότε πάω τη φοράδα στον πεταλωτή των αμαξάδων, κάνει αυτό, δηλαδή της βάζει λάστιχο για να μη γλιστράει στην άσφαλτο, ξανακαβαλάω. Αυτό ήταν πολύ καουμπόικο, δηλαδή μου κάνει… Ακόμα και σήμερα προσπαθώ να φανταστώ πώς, τι σκεφτόμουνα όταν γινόταν αυτό το πράγμα διότι όπως και να έχει το πράγμα μιλάμε τώρα για το ’77. Όπως και να έχει το πράγμα μιλάμε για μια, μετά τη Μεταπολίτευση, μια μοντέρνα Ελλάδα κατά μία έννοια. Κατεβαίνει ένας την οδό Ξενίας, φτάνει στο κέντρο της Κηφισιάς, ξεπεζεύει στο πεταλωτήριο, του πεταλώνει ο πεταλωτής το άλογο, ξαναπηδάει πάνω στο άλογο και βγαίνει πού; Βγαίνει στον πλάτανο, στον τροχονόμο στην Κηφισιά, στο πώς το λένε. Και μάλιστα έχει μποτιλιάρισμα εκείνη την ώρα. Κι αρχίζω να καλπάζω με σλάλομ ανάμεσα στ’ αυτοκίνητα και είχα σηκώσει το ένα χέρι και έλεγα: «Εσείς εδώ με το αυτοκίνητο κι εγώ με τ’ άλογο περνάω». Και τέλος πάντων [00:30:00]και στρίβω αριστερά, είναι… Συνεχίζεις την Κηφισίας προς βορράν και σ’ ένα σημείο στο φανάρι... Έχει ένα φανάρι που κάνει αριστερά κάτω για να περάσεις προς την εθνική οδό και να ανέβεις από Βαρυμπόμπη πάνω στην Πάρνηθα. Τέλος πάντων και… Α, και ο φίλος μου ο Στέλιος ο Χάρος, με τον οποίον δεν ήμουνα σε επαφή γιατί θα πήγαινε επάνω στο βουνό με ωτοστόπ, όποτε το έβρισκε. Τέλος πάντων, να μην τα πολυλογώ, όντως βγήκαμε στην εθνική οδό. Περνάγανε οι φορτηγατζήδες και σφυράγανε. Πέρασα απέναντι στην εθνική οδό. Περάσαμε πάνω. Τέλος πάντων κι ανεβαίνοντας στο βουνό κάποια στιγμή είδα ένα πλάτωμα. Δεν θυμάμαι τη λεπτομέρεια γιατί νομίζω πως λίγο πριν, ανεβαίνοντας στο βουνό, είχα βρεθεί και με τον φίλο μου τον Στέλιο, ο οποίος πήγαινε πεζός. Και βλέπουμε ένα άνοιγμα από τον δρόμο αριστερά. Και μπαίνουμε μεσ' το δάσος και βλέπουμε ένα ξέφωτο στο δάσος και λέμε ωραίο είναι το ξέφωτο. Και αφιππεύω, αφήνουμε τα πράγματα και λέω: «Τώρα ή θα χάσουμε -ας πούμε, εντάξει, δεν τα έδωσα εγώ, ο πατέρας μου τα είχε δώσει- τα χρήματα που είχαμε πάρει για να αγοράσουμε τη φοράδα, ή θα περάσω τις καλύτερες -ξέρω ‘γω- μέρες της ζωής μου». Και την αφήνω εντελώς ελεύθερη, της βγάζω και το καπίστρι δηλαδή. Αλλά επειδή ήτανε μωρό αυτή, ήταν 3 ετών και ήταν και τρομερά ανασφαλής διότι ήταν σ’ ένα ξένο περιβάλλον και τέτοια, έφυγε και βόσκαγε, ας πούμε, το χλωρό χορτάρι αλλά έμενε πάντα σε ένα... Εκεί που τη βλέπαμε δηλαδή. Και ήτανε κάπου… Ανάψαμε φωτιά, πώς δεν κάψαμε και το δάσος, ανάψαμε κανονικά μια ωραία φωτιά και είχαμε τη φωτιά, τα σλίπινγκ μπαγκ μας και το άλογο να κυκλοφορεί γύρω γύρω και τέτοια. Α, είχα πάρει μαζί μου, το είχα ξεχάσει, μια κουλούρα σκοινί. Μια κουλούρα σκοινί. Δεν θυμάμαι τι ήθελα την κουλούρα σκοινί εκτός... Το μόνο που φαντάζομαι, είναι ότι για να… Με έναν τρόπο να έχω και λάσο. Ναι, ως φαντασία δηλαδή, ότι πρέπει να έχει ο… Πρέπει να έχει μια κουλούρα σκοινί, τι διάολο το’ χα δει σε όλες τις ταινίες! Αυτό έχει σημασία για τη συνέχεια της ιστορίας διότι όταν έπεσε η νύχτα υπήρχαν… Πήρα αυτή την κουλούρα το σκοινί και έφτιαξα ένα πρόχειρο κοράλ. Ένα πρόχειρο κοράλ με το σκοινί από κορμό σε κορμό. Οπότε κύκλωσα τους κορμούς και έβαλα τη φοράδα μέσα να μην είναι νύχτα γιατί θα κυκλοφορούσε εκεί που κοιμόμασταν. Τι; Θα μου πάταγε το κεφάλι το βράδυ. Λοιπόν, οπότε τη βάλαμε στο κοράλ, είχε, είχαμε -το είπα αυτό από την αρχή- ότι είχα ένα σακίδιο με βρώμη, οπότε είχα να της δώσω καρπό και όσον αφορά τον σανό της κτλ., κτλ., ήταν από τη βοσκή. Γιατί είχε πολύ χόρτο.
Ναι, ναι.
Όμως υπήρχε και το θέμα του νερού. Προηγουμένως, πριν πέσει η νύχτα, κάναμε μια ανίχνευση και βρήκαμε -άκου τώρα αυτό- και μάλιστα ρώταγα κι έλεγα πού θα το βρω αυτό το μέρος; Και υπάρχει ακόμα; Σ' ένα σημείο έσπαγε η άσφαλτος. Από το ξέφωτο που είχαμε βρει μέσα στο δάσος ψάξαμε λίγο, ανιχνεύσαμε πάλι πίσω στον δρόμο, και σε ένα σημείο έσπαγε η άσφαλτος. Και μάλιστα σταματάγανε τα αυτοκίνητα που πήγαιναν πάνω στην Πάρνηθα και παίρνανε... Προφανώς γιατί ήταν… Έσπαγε η άσφαλτος και υπήρχε μία… Μία…Και έτρεχε νερό. Σαν πηγή. Νερού. Και σταματούσαν και τ’ αυτοκίνητα μάλιστα και γέμιζαν μποτίλιες με νερό γιατί ίσως να ήταν πολύ καλό το νερό αυτό και το ξέρανε, δεν ξέρω. Αλλά εκεί πέρα πηγαίναμε και ποτίζαμε τη φοράδα. Οπότε ήταν όλα εξασφαλισμένα. Ήτανε το νερό, το φαΐ, το χόρτο της και μπούρου μπούρου, μπούρου μπούρου. Ε, εκείνο το πρώτο βράδυ, ή το δεύτερο, δεν θυμάμαι, ο φίλος μου ο Στέλιος, που έκανε τελείως ερασιτεχνικά τατουάζ, είχε κάτι βελόνες τέλος πάντων και μελάνι και μου έφτιαξε ένα τατουάζ στο αριστερό μου μπράτσο. Έναν κάκτο ο οποίος υπάρχει ακόμα και, εντάξει, με ορίζει με αυτή την έννοια γιατί ακόμα και στο σχολείο με λέγανε Αριζόνα και αυτό και Κόκο Μπιλ και τέτοια. Και το οποίο ακόμα υπάρχει και τότε φτιάχτηκε. Δεν έχω άλλο τατουάζ και είμαι και πολύ περήφανος που το έχω αυτό. Τέλος πάντων. Και είναι handmade, it’s not, you know… In a tattoo shop. To 'φτιαξε ο άλλος. Eίχε βέβαια, γιατί… Eίχε στην αρχή αυτό το τατουάζ το οποίο υπάρχει και είναι ένας πολύ ωραίoς, το είχε φτιάξει πολύ ωραία, έναν κάκτο. Είχε πίσω του γύρω γύρω το περίγραμμα ενός κόκκινου ήλιου. Αλλά επειδή το μελάνι του το κόκκινο που είχε ήταν τρομερά αραιωμένο, αυτό με τα χρόνια έφυγε, δεν άντεξε. Ενώ το άλλο που ήταν καλό, το μπλε μελάνι, είναι με μπλε σκούρο μελάνι ο κάκτος, υπάρχει 50 χρόνια μετά. 40 χρόνια μετά, 45 χρόνια μετά. Ο κόκκινος ήλιος που ανέτελλε η έδυε πίσω απ’ τον κάκτο έχει φύγει. Τέλος πάντων.Αυτή ήτανε η εκδρομή. Εν πάση περιπτώσει, μετά άλλαξαν τα πράγματα, έμαθα ιππασία, πήδαγα πια, ήτανε αλλιώς…
Πώς έγινε τελικά, πώς ασχολήθηκες με την αθλητική, πραγματικά, ιππασία;
Όταν τελείωσα το σχολείο, κάποια στιγμή εν πάσει περιπτώσει, έκανα TOEFL, πήρα υψηλό ποσοστό στο TOEFL, με δέχτηκε ένα πανεπιστήμιο στην Αμερική. Και μάλιστα επειδή επέμενα ως κακομαθημένο πάλι κι έλεγα στη μάνα μου: «Ναι, να πάω να σπουδάσω στην Αμερική αλλά Αμερική σημαίνει μόνο δυτικό Τέξας, Νέο Μεξικό, Αριζόνα, αυτό είναι μόνο η Αμερική για μένα, τίποτα άλλο». Οπότε ναι, πραγματικά. Και εντάξει, πήγα στο Φοίνιξ, στο πανεπιστήμιο. Αλλά ακριβώς επειδή με δέχτηκε το πανεπιστήμιο, ως δώρο η μάνα μου κι ο πατέρας μου, σου λέει θα μάθει και καλύτερα αγγλικά, με έστειλαν σε μια σχολή ιππασίας πάρα πολύ καλή, πραγματικά ίσως μια από τις καλύτερες στον κόσμο, το Talland School of Equitation, όπου πήρα το δίπλωμα του προπονητή στο British Horse Society. Εκεί λοιπόν πια τα πράγματα μπήκαν σ’ ένα πλαίσιο πιο ακαδημαϊκό. Ναι.
Για πες μου λίγο για την εμπειρία σου εκεί.
Στην Αγγλία. Στην Αγγλία δεν ήταν καλή εμπειρία. Δηλαδή, πρώτον, από ένα τελείως καουμποϋλίκι πριν, βρέθηκα σ’ ένα πράγμα το οποίο ήταν στρατός. Ήταν στρατός και έπρεπε να προσαρμοστώ σε κάτι... Δηλαδή, ας πούμε, ήμασταν working students, το οποίο σημαίνει ότι είχαμε, μας είχε ανατεθεί στον καθένα, ξέρω ‘γω, δυο άλογα είχε ο καθένας. Έπρεπε να είναι τζάμι τα άλογα. Δηλαδή πέρναγε η εκπαιδεύτρια σα λοχίας κι έκανε έτσι την τρίχα κι έτσι κι έβρισκε την παραμικρή σκόνη, ας πούμε, στην τρίχα κτλ., κτλ. δεν γινόσουν δεκτός στο μάθημα, έπρεπε να το ξανακάνεις όλο απ’ την αρχή. Και τώρα μιλάμε για σοβαρά πράγματα, μιλάμε. Δηλαδή όταν μιλάμε για ιπποκομία -που εδώ πέρα παίζουμε ας πούμε- δεν παίζεις. Δηλαδή κάθε πλευρά του αλόγου γίνεται, το μίνιμουμ του ξυστρίσματος είναι μισή ώρα η κάθε πλευρά. Οπότε είναι μια full ώρα. Και προσέξτε, το μίνιμουμ είπα. Είναι μια full ώρα για να καθαρίσεις ένα άλογο, για να ξυστρίσεις ένα άλογο. Και εν πάση περιπτώσει και ήτανε όλο… Και ξαφνικά από έναν πάρα πολύ ελεύθερο τρόπο που είχα εγώ να ιππεύω, και ήμουνα καλός ιππέας, δεν το συζητάμε, έπρεπε να μπεις σε ορισμένους κανόνες. Δηλαδή οι κανόνες αυτοί, ότι φέρ’ ειπείν, ότι υπάρχει ένας άξονας που περνάει από τη φτέρνα, τον γοφό, τον ώμο και το αυτί, άρα το πόδι σου δεν μπορεί να είναι ούτε πολύ μπροστά, ούτε πολύ πίσω κτλ., κτλ., αλλά αυτό είναι κανόνας της ιππασίας. Είναι βασικός κανόνας, τον διδάσκεις στο πρώτο μάθημα. Αλλά εγώ δεν είχα κανέναν να μου το διδάξει και έβλεπα πάρα πολλά καουμπόικα. Όλοι οι καουμπόηδες ιππεύουν με τα πόδια τους τεντωμένα μπροστά. Εγώ θεωρούσα απολύτως χρέος μου να ιππεύω με τα πόδια τεντωμένα μπροστά, διότι αφού το ‘κανε ο John Wayne ρε, δεν θα το κάνω εγώ; Εκεί όμως φτύσανε αίμα για να μου πούνε ότι… Τέλος πάντων. Και μιλάμε τώρα για equestrian. Και οι equestrians, δηλαδή η ιππική κοινότητα, παντού στον κόσμο και πόσο μάλλον στην Αγγλία, λόγω όλου αυτού του αριστοκρατικού παρελθόντος, δηλαδή μιλάμε για σιχαμένα άτομα. Και μάλιστα μιλώντας και για αυτό τον πάγο που μπορεί να σου ρίξει μια Εγγλέζα. Δηλαδή, ας πούμε, θυμάμαι την υπέροχη Molly Sivewright, ήταν πια στα 60, 70 της. Έχει πεθάνει τώρα. Μία από [00:40:00]τις καλύτερες αμαζόνες της Αγγλίας. Κλασική εικόνα του τι σημαίνει Αγγλίδα της αριστοκρατίας, equestrian. Δηλαδή πάντα με μαντήλι στα μαλλιά. Όταν καθόταν έβαζε μια κουβέρτα πάνω από τα πόδια. Όλα αυτά είναι στανταράκια. Τώρα αυτά ίσως να μην καταλαβαίνετε τι σημαίνουν αλλά σημαίνουν πάρα πολλά, αυτό είναι η εικόνα ενός equestrian. Και που θυμάμαι μια φορά έκανε μια διάλεξη στο ιπποδρόμιο και μετά μας είπε να κάνουμε ερωτήσεις. Εγώ δεν έκανα καμιά ερώτηση γιατί προφανώς θα ήμουνα και λίγο τρακαρισμένος, δηλαδή θα ντρεπόμουνα ή οτιδήποτε. Αλλά όταν βγήκαμε έξω πήγα να τη βρω για να της κάνω μια ερώτηση. Εκείνη την ώρα μίλαγε με κάποιους άλλους και γυρνάει με αυτό τον πάγο, που έτσι και δεν τον έχει ζήσει άνθρωπος του εύχομαι να μην τον ζήσει, ο εγγλέζικος πάγος, και μου λέει: «John, I’m having a conversation». Μάζευ’ ταφίλε και κάνε μεταβολή και φύγε, φοβερά βαθιά προσβεβλημένος. Λοιπόν αυτό ήταν. Παρ’ όλα αυτά πέρασα τις εξετάσεις του British Horse Society γιατί όντως ήμουνα καλός ιππέας. Και πήρα το δίπλωμά μου και γύρισα μετά στη Ελλάδα κι έφυγα για την Αμερική.
Γυρνώντας από την Αμερική αγοράσαμε πάλι άλλο ένα άλογο. Τον Recordman. Ένα άλογο 6 ετών νομίζω, ή 7. Πάλι από τον ιππόδρομο, εγγλέζικο καθαρόαιμο, βαρβάτο, επιβήτορα. Ε, μ’ αυτόν λοιπόν, τον φόρτωσα μια μέρα… Ά, τότε είχα μεταφερθεί στους στάβλους του Φιλιππίδη που αργότερα δούλεψα για αυτόν. Έναν παλιό αξιωματικό, ήταν στη σχολή ιππικού της Λάρισας, ήταν στο παλάτι στην βασιλική φρουρά, πολύ καλός ιππέας και φοβερός αλογάς. Εν πάση περιπτώσει, το χα πάει εκεί το άλογο και το φορτώνω σε ένα φορτηγάκι κάποιου επαγγελματία και πάρα πολλές μπάλες σανό και καρπό και το βάζουμε στο καράβι. Ακόμα τότε… Αυτό που λέω τώρα είναι το ’82 ή ’83, δεν θυμάμαι. Γύρισα από την Αμερική το 82 δηλαδή ήμουνα 21 ετών. Και ακόμα η Κύθνος ήτανε σε ημιαγρία κατάσταση. Ίσχυε ακόμα αυτό που λέω για το ότι δεν υπήρχε δρόμος, το ότι δεν υπήρχε ηλεκτρικό, νερό και μπούρου μπούρου. Λοιπόν, φτάνοντας στον Μέριχα, στο λιμάνι που τότε πια είχε γίνει ο μόλος, άρα μπορούσε να προσεγγίσει το καράβι και να έχει και αυτοκίνητα γιατί πριν, με τις λάντζες που είχα αφηγηθεί πριν, αυτό δεν γινόταν. Λοιπόν έτσι κατέβηκε το φορτηγό, ξεφορτώσαμε το άλογο και ξανάφυγε το φορτηγό. Και ξεφορτώσαμε και τις μπάλες τον σανό και τις τροφές. Τις φορτώσαμε σε ένα ταχύπλοο διότι δεν υπήρχε δρόμος, το οποίο έκανε τον γύρο από τον Μέριχα. Ο Μέριχας είναι στην ανατολική πλευρά του νησιού, νότια. Ο Άγιος Στέφανος είναι μεν στην ανατολική πλευρά του νησιού αλλά περνάς ένα μεγάλο ακρωτήρι και είναι ουσιαστικά, τέλος πάντων είχε μια… Όχι, είπα βλακεία τώρα. Ο Μέριχας είναι στη δυτική μεριά του νησιού άρα το ταχύπλοο με τις τροφές έκανε το γύρο της Κύθνου δηλαδή έπιασε μέχρι το νότιο ακρωτήρι για να ανέβει επάνω, να ξεφορτώσει τις τροφές στον Άγιο Στέφανο. Κι εγώ πήρα το άλογο καβάλα.
Απ’ τον Μέριχα για τον Άγιο Στέφανο;
Ναι.
Όχι από τη Χώρα. Ναι. Πιο μακριά.
Αλλά πήγαμε μέσω Χωριού. Από τον δρόμο του Χωριού και κατεβήκαμε από τον δρόμο του Χωριού. Τώρα το πρόβλημα το μεγάλο είναι... Εγώ το είχα φανταστεί αλλά έλεγα ότι θα ξεπεραστεί. Δεν ξεπεράστηκε, υπήρχε… Α, είχα αγοράσει, επειδή ακριβώς το είχα φανταστεί το πρόβλημα, ότι τα πέταλά του θα γλιστράνε στις πλάκες, στις βράχινες πλάκες από τις οποίες ήταν ουσιαστικά οδοστρωμένα τα μονοπάτια, θα γλίστραγε πάρα πολύ, του είχα πάρει κάτι πλαστικά παπούτσια τα οποία όμως, από ένα -πώς το λένε- μαγαζί με είδη ιππασίας. Τα φόραγες αυτά αλλά το πρόβλημα είναι ότι αν πήγαινες με διαφορετική ταχύτητα πέραν του βάδην το πίσω μέρος του παπουτσιού αυτού ήτανε και τρομερά κοφτερό. Εάν όπως λύγιζε λοιπόν η άρθρωση αυτή που καταλήγει στην οπλή, το έκοβε στο πίσω μέρος πάνω από την οπλή. Το οποίο συνέβη με τον Recordman. Τέλος πάντων. Και τέλος πάντων είδα ότι αυτά δεν ήταν χρηστικά. Ήταν δύσκολο. Εν πάση περιπτώσει, αυτός τώρα τι ήξερε; Αυτός ήξερε ιππόδρομο και τώρα το να ανεβοκατεβαίνει σκαλοπάτια και αυτά τα κατσικομονοπάτια… Στην ανηφόρα δεν είχε πρόβλημα, ανέβαινε. Στην κατηφόρα, δεν την καταλάβαινε την κατηφόρα, όταν υπήρχαν σκαλοπάτια και ουσιαστικά έσουρνε τα πίσω πόδια του σαν να κάνει τσουλήθρα. Αυτό του έκοψε πίσω τα πόδια. Οπότε είχα ένα θέμα -ας πούμε-, είχε πληγές το άλογο, όταν φτάσαμε πια με τα χίλια ζόρια στον Άγιο Στέφανο είχε πληγές. Που έπρεπε με κάποιο τρόπο να τις επιδέσω και να κάνω και να δείξω. Εντάξει αυτό ήτανε όμως! Θα πρέπει να περάσαμε εκεί πέρα κάνα δυο μήνες -δεν θυμάμαι- αλλά ήταν απ’ τις καλύτερες διακοπές που έχω κάνει. Ήμουνα, όλη μέρα κολυμπάγαμε με τ’ άλογο το οποίο κολύμπαγε εξαιρετικά και πήγαινα καβάλα ή πιανόμουν από τη χαίτη και πήγαινε. Και πήγαινε πολύ γρήγορα, κολυμπούσε, οπότε σου έκανε σκι -ας πούμε- θαλάσσιο. Το μόνο που έχεις να σκεφτείς, πάντα αυτό, να είσαι κάπως, να επιπλέεις, να σέρνεσαι στην επιφάνεια της θάλασσας γιατί αν κατεβάσεις τα πόδια κάτω μπορεί να σε χτυπήσουν τα πόδια του. Οπότε εκεί πρέπει… Τέλος πάντων και ήτανε εξαιρετικές διακοπές, δηλαδή ήτανε κάτι μοναδικό! Βέβαια στην Αθήνα δεν υπάρχουν αλογόμυγες. Στην Κύθνο υπάρχουν αλογόμυγες όπου τα γαϊδούρια και τα μουλάρια… Δηλαδή πάντα αυτό με την αλογόμυγα ήτανε κάτι που για όποιον δεν ξέρει είναι πολύ άγριο πράγμα η αλογόμυγα. Η αλογόμυγα δεν πεθαίνει με τίποτα, μπορεί να την βαράς 25 μέρες και αυτή να συνεχίσει να ζει. Και άμα κολλήσει με τις δαγκάνες της πάνω σε ένα άλογο δεν φεύγει με τίποτα. Τέλος πάντων, να μην τα πολυλογώ, εντάξει, ήταν αριστούργημα οι διακοπές. Όταν γυρίσαμε βέβαια στην Αθήνα και τον πήγα πίσω στο στάβλο μου λέει ο Φιλιππίδης: «Γαμώ την παναγία σου ρε μαλάκα, έφερες όλες τις αλογόμυγες και έχουν γεμίσει όλα τα άλογα αλογόμυγες.». Τέλος πάντων. Εν πάση περιπτώσει, αυτή ήταν… Ας πούμε τα 2 μεγάλα έτσι κάπως περιπετειώδη και καουμποϊλίκιπεριστατικά, όχι περιστατικά, δεν είναι περιστατικά είναι ιστορίες, ιππικές ιστορίες που έχω να διηγηθώ είναι αυτή η μία, αυτό το ανέβασμα στην Πάρνηθα με τη φοράδα και με τον Recordman που τον έλεγα εγώ όμως, γιατί αυτό δεν το είπα, γιατί δεν τον φωνάζαμε ποτέ Recordman. Mα, να φωνάζεις ένα άλογο Recordman; Τον λέγαμε Περικλή όμως παρόλα αυτά με ένα σκωπτικό, με μια σκωπτική διάθεση. Ήταν ο Περικλής αυτό το άλογο. Τέλος πάντων μετά τα πράγματα πήραν το δρόμο τους. Δηλαδή κάποια στιγμή πήγα να δουλέψω σε έναν στάβλο. Όχι. Ά, μετά αγοράστηκε… Κοίτα, άλογα είχα πάντα, παρόλα αυτά τα άλογα τα αγορασμένα είναι ο Σεϊχης, η φοράδα η Αφροδίτη, ο Recordman-Περικλής και μετά, αλλά χρόνια μετά… Ά όχι, ψέματα, ψέματα, ψέματα, γιατί υπήρξε… Έκεί τότε λοιπόν, γυρνώντας από την Αμερική και με τον Recordman, το Κέντρο Εκπαιδεύσεως Ιππασίας στο Γουδί που ανήκε στον στρατό και ήταν εκεί, ουσιαστικά το ιππικό τεθωρακισμένων, λοιπόν είχε την τελευταία ίλη ιππικού τεθωρακισμένων. Eίχε 70, 100 άλογα, κάτι τέτοιο. Kαι αυτά λοιπόν, ίσως ακριβώς επειδή είχε έρθει πια και [00:50:00]το ΠΑΣΟΚ, οπότε τα πράγματα είχαν πάρει μια πιο, πιο σοσιαλίζουσα ας πούμε κατεύθυνση στην Ελλάδα, ο στρατός τα προσέφερε δωρεάν σε φοιτητές και μαθητές οι οποίοι μπαίνανε σε ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης ιππασίας η οποία κρατούσε έναν χρόνο το πρώτο στάδιο. Εκεί πήγα και το έκανα. Βέβαια ήδη ήμουνα προπονητής ιππασίας οπότε για μένα δεν ήταν κάτι αλλά ας πούμε από μια κλάση των 50 ιππέων, 50 εκπαιδευομένων, στο τέλος δίναμε εξετάσεις και ας πούμε από την κλάση τη δικιά μου, 50 άλογα, πέρασα μόνο εγώ στο επόμενο. Και το επόμενο ήταν το αθλητικό. Και εκεί πια τον δεύτερο χρόνο αλλάζανε τα πράγματα. Τα άλογα ήτανε, γιατί είχανε κρατήσει, ήτανε τα -εντός εισαγωγικών ο όρος- αλλά ήταν τα σαπάκια -ας πούμε- για το πρώτο έτος -ας πούμε- που ήταν το ξεσκαρτάρισμα και μετά ήτανε τα καλύτερης ποιότητας άλογα τα οποία πήδαγαν, πήγαιναν αγώνες και μπούρου-μπούρου και εκεί ήμουνα πια στην ομάδα την… Του στρατού θα έλεγα, ναι, αυτό. Γιατί οι εκπαιδευτές μας ήταν όλοι είτε ανθυπασπιστές, είτε -ξέρω ‘γω- λοχαγοί. Τότε την είχε ο, δεν θυμάμαι τον βαθμό του, νομίζω συνταγματάρχης ήταν, τον είχε στείλει ο στρατός στη Saumur, στη στρατιωτική ακαδημία τη γαλλική. Έχει φοβερή πλάκα αυτό γιατί μετά κάποια στιγμή τον συνάντησα και αργότερα στην πρώτη σχολή προπονητών που έγινε στην Ελλάδα ή στη δεύτερη όπου δίδασκε και ήταν φοβερά αστείος. Διότι ξέρεις είναι όπως όλοι αυτοί οι, που έρχονται σε επαφή με το εξωτερικό και μετά θεωρούν απολύτως απαραίτητο να διανθίζουν τον λόγο τους με πάρα πολλές εκφράσεις από τη… Δηλαδή αυτός τα μισά τα έλεγε στα Γαλλικά αλλά δεν τα έλεγε… Έχω την εντύπωση ότι δεν θα πρέπει να μίλαγε Γαλλικά αλλά ήταν εξαιρετικός όσον αφορά τους όρους. Ναι: «Θέλω να σας πω λοιπόν παιδιά ότι το Equitation academiqui…». Τέλος πάντων, εν πάση περιπτώσει. Λοιπόν, ήταν τότε διευθυντής λοιπόν και επικεφαλής όλου αυτού του πράγματος που γινόταν στο Kέντρο Eκπαιδεύσεως Iππασίας στο Γουδί. Και εκεί γνώρισα και έναν καταπληκτικό ιππέα και που πολύ χάρηκα που τον γνώρισα και υπέροχο άνθρωπο και γλεντζέ, τον λέγαμε «παππού». Ο Σίμος ο Λαδόπουλος. Ο Σίμος ο Λαδόπουλος είχε κερδίσει τις… Δεν θα υπήρχε κάτι… Ήταν οι, πώς λεγόντουσαν, ενδοστρατιωτικοί; Όχι, τέλος πάντων δεν θυμάμαι, αγώνες ιππασίας. Το ’55 παρακαλώ. Οπότε το ’82, ’83 που λέω εγώ τώρα, ’83, ήτανε ήδη πολύ μεγάλος στην ηλικία. Παρ’ όλα αυτά έκανε το μάθημά του καβάλα πάντα. Έφιππος. Είχε ένα καταπληκτικό άλογο, τον Γιούτσο, που τον ίππευε με διπλή χαλίνωση, πλήρη χαλίνωση και ήταν ένα άλογο το οποίο εκείνος το είχε μάθει και έκανε τα πάντα. Δηλαδή έκανε piaffe, passage, ιστορίες. Και όπως δίδασκε ο Σίμος ο Λαδόπουλος, απολύτως στρατιωτικός, ευθυτενέστατος στη σέλα, δίδασκε και το άλογο, ας πούμε, έκανε piaffe ή δίδασκε και το… Τέλος πάντων, ήταν φιγούρα, μεγάλη φιγούρα. Λοιπόν, η ιππική παράδοση και νομίζω πως δεν είναι, είναι ιππική η παράδοση και είναι νομίζω παγκόσμια. Δεν έχει να κάνει δηλαδή… Ας πούμε, για παράδειγμα, αυτό που θα περιγράψω τώρα το έχουμε δει, το έχουμε διαβάσει πάρα πολλές φορές σε γουέστερν. Πήγαινε, ας πούμε, ο καινούριος καουμπόης να πιάσει δουλειά σε ένα καινούριο ράντζο, το πρώτο πράγμα που του κάνανε ήτανε να του δώσουνε το πιο γαμώ την πουτάνα μου άλογο του κόσμου για να γελάνε όλοι μαζί του όταν θα τον βλέπουν να πέφτει κάτω. Λοιπόν, όταν μπήκα λοιπόν στην ομάδα με εκπαιδευτή τον Λαδόπουλο, με το που εμφανίστηκα εκεί είπα: «Καλημέρα σας.» και μπούρου-μπούρου, μου δίνει ένα άλογο το οποίο… Και μετά άρχισαν να γελάνε όλοι μαζί. Α, και η ιππική παράδοση λέει ότι άμα πέσεις, κερνάς στο clubhouse ή στο καψιμί τότε, γιατί ήταν του στρατού, του ΚΕΙΠΠ, κερνάς αλκοόλ τον εκπαιδευτή καθώς και τους άλλους της ομάδας. Οπότε μου δίνει το άλογο αυτό -πως το λένε- βέβαιος ότι θα πέσω και έχω να πω ότι φυσικά και δεν έπεσα. Και μάλιστα πηδάγαμε εκείνη την ημέρα, ήτανε το μάθημα εμποδίων και ήταν ένα όξερ, μεγάλο όξερ και όπως πάω, στρίβω για να προσεγγίσω το όξερ, στην τελική ευθεία σπάει το δεξί ηνίο μου και μένω χωρίς ηνίο. Δηλαδή δεν έχω τίποτα. Και βάζω τα πόδια και πηδάμε με σπασμένο ηνίο και μετά όταν προσγειωθήκαμε έσκυψα και έπιασα το χαλινό από το στόμα του αλόγου ώστε να το σταματήσω γιατί δεν υπήρχαν ηνία. Και λέει ο Λαδόπουλος... Εκστασιάστηκε και μας κέρασε όλους ουίσκια στο ΚΨΜ. Ε, ναι.
Μετά τα πράγματα με έναν τρόπο πήραν τον δρόμο τους και άρχισα να δουλεύω σε ομίλους και αυτά οπότε νομίζω τα υπόλοιπα έχουν λιγότερο ενδιαφέρον. Νομίζω ότι αυτό που είναι η αρχή της κατά μία έννοια ιππικής καριέρας έχει μεγαλύτερη σημασία.
Εγώ ήθελα να ρωτήσω τώρα, επειδή μου είπες ότι έχεις αγοράσει 4-5 άλογα ας πούμε, ποια είναι η διαφορά του τότε με το τώρα στην αγορά του αλόγου; Δηλαδή επίσης τα άλογα σου τα περισσότερα μου είπες ήταν από ιππόδρομο;
Τα πρώτα ναι. Αυτό. Όχι, η βασική διαφορά ήταν η εξής: Ότι όταν εγώ ξεκίνησα ήμουνα πάρα πολύ αθώος οπότε έπαιρνα ό,τι μου άρεσε, το οποίο ήτανε -ξέρω ‘γω- περισσότερο έβλεπα εάν σηκώνεται στα δυο του πόδια γιατί μου θύμιζε τον Ζορό. Ενώ αργότερα με την αθλητική ιππασία, μετά τα δεδομένα αλλάζουνε εντελώς έτσι; Γιατί βεβαίως μπορούσες να πάρεις ένα πολύ φτηνό άλογα από τον ιππόδρομο αλλά όταν πρόκειται να πάρεις ένα αθλητικό άλογο εκεί πέρα πρέπει να πληρώσεις λεφτά. Γιατί δεν είναι το ίδιο. Θέλω να πω δηλαδή στην αρχή εγώ το μόνο που σκεφτόμουν ήταν το καουμποϊλίκι. Όταν άρχισε να μπαίνει ο παράγοντας αγώνες και αθλητική ιππασία ε, εκεί αλλάζει. Θυμάμαι -ας πούμε- με τη γυναίκα μου, την Ελισάβετ, που όταν αγοράσαμε τον Taxi, ένα εξαιρετικό άλογο KWPN, πώς το λένε, ολλανδικό, υπέροχο, πανέμορφο, πάρα πολύ δυνατό, καταπληκτικό άλογο, είχαμε δώσει τότε δυόμισι εκατομμύρια. Δυόμισι εκατομμύρια ήταν πάρα πολλά λεφτά, ήτανε πάρα-πάρα-πάρα πολλά λεφτά. Ήτανε ό,τι είχαμε και δεν είχαμε δηλαδή.
Ναι. Ένώ τα άλλα ήταν περίπου, τα προηγούμενα;
Ω, τα προηγούμενα ήταν τίποτα. Ας πούμε το ’82, ’83, τον Περικλή, τον Recordman τον αγοράσαμε 60.000 δραχμές. Kαι τη φοράδα 30.000 δραχμές. Τον Σεΐχη, το πρώτο, 10.000 δραχμές. Τίποτα δηλαδή. Βέβαια εντάξει τώρα πρέπει, εδώ πέρα είναι μια ολόκληρη, να κάνεις μια συγκριτική ανάλυση του τι σήμαιναν οι τιμές τότε κτλ, κτλ. Αλλά όπως και να έχει το πράγμα δεν ήταν πολλά λεφτά.
Ναι. Οκ. Και όμως μετά που μου είπες ότι σπούδασες, τι σπούδασες;
Sorry, μιλάς για…
Που πήγες στην Αμερική.
Α, τίποτα, έκανα τον πρώτο χρόνο όπου το major μου ήταν η ιστορία και ιστορία της τέχνης, μετά ήρθα στην Ελλάδα και έδωσα εξετάσεις στο ΔΙ.Κ.Α.Τ.Σ.Α και ό,τι πιο κοντινό, γιατί είχα πάρει πολλά λογοτεχνικά μαθήματα οπότε έκανα αγγλική λογοτεχνία και αυτό είναι το δίπλωμα μου, θέλω να πω δηλαδή.
Αλλά τελικά όμως αποφάσισες να ασχοληθείς επαγγελματικά με τα άλογα;
Ναι. Και μάλιστα με είχαν πάρει σαν αναπληρωτή, έχω δουλέψει ένα χρόνο.
Καθηγητή;
Ναι καθηγητή. Στο σχολείο που είναι στο -πώς το λένε μωρέ-το πέμπτο είναι, που είναι πάνω από τον Άγιο Νικόλαο; Ναι, στα Πευκάκια δηλαδή όπως ανεβαίνουμε τη Διδότου αριστερά που είναι ο πεζόδρομος, εκεί είναι το σχολείο. Που έγινε μετά… Που ο Μητσοτάκης έκανε την μπούκα και -πώς το λένε- που είχε γίνει στέγη προσφύγων. Είχε γίνει, επειδή είχε εγκαταλειφθεί ως σχολείο το είχαν κάνει στέγη προσφύγων και έστειλε τα ΜΑΤ και τους βγάλανε. Και δούλεψα λοιπόν για ένα χρόνο αλλά ήτανε τόσο… Δεν μπορούσα να καταλάβω τον ρόλο μου ως καθηγητή, δεν μπορούσα να τον καταλάβω ποτέ. Δηλαδή ταυτιζόμουν με τα παιδιά συνέχεια. Θυμάμαι ότι με είχαν βάλει επιτηρητή στις τελικές εξετάσεις και ήμουνα επιτηρητής στις εξετάσεις των Θρησκευτικών. Τι Θρησκευτικά και πράσινα άλογα λέμε τώρα; [01:00:00]Μόλις έμεινα μόνος μου με τα παιδιά τους λέω: «Λοιπόν μάγκες, φυλάω τσίλιες εδώ απ’ έξω, αντιγράψτε.». Και όντωςφύλαγα τσίλιες… Γιατί, θα μείνουν στο μάθημα των θρησκευτικών; Λοιπόν και στο τέλος, όταν, γελώντας βέβαια, όταν τελειώσανε και παραδώσανε τις κόλλες τους λέω: «Τώρα γράψτε μου σας παρακαλώ μια έκθεση για τα αγαθά της συνεργασίας.». Τέλος πάντων αλλά ήταν θέλω να πω, γιατί με φώναξαν και τον επόμενο χρόνο να πάω σε ένα σχολείο, δεν θυμάμαι αν ήταν το ίδιο ή... Και είπα: «Όχι, όχι». Και πήγα και δούλεψα στον Ιππικό Όμιλο Μεσογείων.
Οκ. Κατάλαβα. Από εμένα είμαι… Εγώ είμαι καλυμμένος, έχεις κάτι άλλο να αφηγηθείς;
Όχι, νομίζω πως…
Ωραία, ευχαριστώ πάρα πολύ.
Παρακαλώ. Ήταν χαρά μου.
Και δικιά μου.