© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Ο πρώτος Έλληνας που έκανε τον γύρο του κόσμου με ποδήλατο

Κωδικός Ιστορίας
14106
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Βασίλης Μεσιτίδης (Β.Μ.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
15/01/2022
Ερευνητής/τρια
Χαρίκλεια Ψωμά (Χ.Ψ.)
Χ.Ψ.:

[00:00:00]Είμαι η Χαρά Ψωμά, είμαι ερευνήτρια για το Istorima. Είναι Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2022 και είμαι μαζί με τον αφηγητή, έτοιμοι να ξεκινήσουμε τη συνέντευξη. Γεια σας.

Β.Μ.:

Καλησπέρα, καλησπέρα. Εγώ είμαι ο Βασίλης ο Μεσιτίδης, γεννήθηκα το ’75, είμαι 46 χρονών. Ζω αυτή τη στιγμή στον Τρίλοφο Θεσσαλονίκης. Ουσιαστικά να σας πω λίγο δύο τρία πράγματα για το πώς μεγάλωσα και τι έκανα, πολύ σύντομα. Νομίζω μια φυσιολογική ελληνική ζωή μέχρι τα 18. Δηλαδή τελείωσα εδώ το λύκειο. Μετά, επειδή γενικότερα μου άρεσε και το έξω, το εξωτερικό και οι ξένες γλώσσες και γενικότερα θα δούμε και μέσα από το ταξίδι μου πώς όλα αυτά μπόρεσα και τα συνδύασα, έφυγα κατευθείαν από τα 18 και σπούδασα στην Αμερική, στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αρχικά πήγα για άλλο. Σκεφτόμασταν, επειδή μεγάλωσα σε ένα επιχειρηματικό περιβάλλον, πήγα για οικονομικά, business και τα λοιπά, αλλά μου άρεσε πάρα πολύ το κομμάτι της ψυχολογίας. Και τελικά άλλαξα κατεύθυνση και τελείωσα εκεί. Δούλεψα, έμεινα 7 χρόνια στην Αμερική. Δούλεψα ως θεραπευτής και επέστρεψα το 2000 πίσω στην Ελλάδα για να κάνω στρατό, όπου και εκεί εργάστηκα ως ψυχολόγος και είχε πολύ ενδιαφέρον όλο αυτό και για μένα και βλέποντας λίγο και το πώς είναι η ελληνική πραγματικότητα. Όταν ζεις 7 χρόνια στο εξωτερικό και επιστρέφεις πίσω, κάπου προσγειώνεσαι απότομα, αλλάζουνε λίγο τα δεδομένα που έχεις στο μυαλό σου, αλλά ας πούμε ότι γύρισα και προσαρμόστηκα σε μια πραγματικότητα. Έκτοτε, την τελευταία ουσιαστικά εικοσαετία, έμεινα στην Ελλάδα, αν και υπήρχαν προτάσεις να επιστρέψω στην Αμερική, επέλεξα για τον τρόπο κυρίως ζωής, τον πιο χαλαρό, τον πιο ανθρώπινο, γιατί έζησα σε σημεία της Αμερικής –δεν είναι όλη η Αμερική έτσι–, που είναι αρκετά focused στο κομμάτι της καθημερινότητας της σκληρής, σε εισαγωγικά. Οπότε είχα την επιλογή και είπα ότι «Θα μείνω εδώ και θα στήσω κάτι εδώ». Έκανα διάφορα πράγματα στο μεσοδιάστημα. Κυρίως έχω… Και τώρα πλέον είμαι εστιασμένος στο real estate, δηλαδή εργάζομαι σε ένα παγκόσμιο δίκτυο, την Keller Williams, πάνω στο ακίνητο, στο real estate και σαν επενδυτής και σαν σύμβουλος πλέον. Αλλά μέσα σε αυτή την εικοσαετία, σε όλο το επαγγελματικό κομμάτι, κατάφερα και αφαίρεσα ένα μεγάλο κομμάτι του χρόνου αυτής της εικοσαετίας και το έκανα ταξίδια. Το έκανα ταξίδια και μάλιστα θα προσπαθήσω να το δέσω αυτό με το πώς κατέληξα στο ποδήλατο. Από μικρό παιδί γενικότερα ήμουν ανήσυχος. Δεν τα θυμάμαι πολύ τα παιδικά μου χρόνια, αλλά από ό,τι μου λένε οι γονείς μου, ήμουν αρκετά ανήσυχος και πάντα χωνόμουν εκεί που δεν έπρεπε. Δηλαδή έψαχνα εδώ, έψαχνα εκεί, έψαχνα παραπέρα. Αυτό κάπως προφανώς μεγαλώνοντας και ωριμάζοντας, το παιδάκι έγινε ανήσυχο στο να γνωρίζω καινούρια πράγματα. Η Αμερική για μένα ήταν αποκάλυψη. Μπήκα σε ένα –εντάξει, θα μου πεις «φοιτητικά χρόνια», αλλά δεν έχει σημασία–, μπήκα σε μία κουλούρα, η οποία είναι κουλτούρα συνονθυλεύματος. Πολλοί άνθρωποι μαζί, πολλά διαφορετικά πράγματα μαζί, γνώρισα καινούρια φαγητά, γνώρισα καινούριους ανθρώπους, έθιμα, ήθη, απόψεις. Εντάξει, το μυαλό άνοιξε στην Αμερική. Γενικότερα αυτή η αναζήτηση, η εσωτερική, που για μένα θεωρώ ότι ήταν αρκετά, έτσι, έντονη. Πάντα θα δοκίμαζα καινούρια πράγματα, το θυμάμαι, δηλαδή, από μικρός. Πάντα ήθελα να μάθω ξένες γλώσσες. Και μέσα από όλο το βίωμα αυτό, τελικά κατάφερα και έμαθα αρκετές ξένες γλώσσες. Ήθελα να γνωρίσω ανθρώπους. Ήθελα να δω πώς ζει ο καθένας στη χώρα του, στην καθημερινότητά του. Τώρα, έχει πλάκα, διότι όταν το σκέφτεται κάποιος αυτό σε μεγάλη κλίμακα, αρχίζεις και βάζεις και λες: «Μπα, δε γίνεται» ή «Θέλω πάρα πολλά λεφτά» ή «Θέλω πάρα πολύ χρόνο για να κάνω αυτά που πραγματικά με τραβάνε». Γιατί με τραβούσε αυτό. Εντάξει, καλή η πραγματικότητα, η καθημερινότητα και τα λοιπά, αλλά δεν είμαι άνθρωπος που στέκομαι σε ένα πράγμα. Μπορώ να εστιάσω, αλλά γενικότερα θέλω να μαθαίνω καινούρια πράγματα, να ανοίγω καινούριες πόρτες, να μαθαίνω και το ένα, να μαθαίνω και το άλλο. Και αυτό το παγκόσμιο, το να πάω να γνωρίσω τις άκρες του κόσμου, «Πώς ζει αυτός στην καθημερινότητα; Τι κάνει; Τι διαφορετικό; Τι πιστεύει και πώς σκέφτεται;». Γενικότερα ακούμε ειδήσεις και ακούμε κυρίως: «Η μία χώρα έχει αυτό το πρόβλημα, η άλλη χώρα έχει το άλλο πρόβλημα». Το καλό κομμάτι της καθημερινότητας δεν το ακούς εύκολα. Άρα τι έγινε τελικά; Κάποια στιγμή είχε κλείσει κι ένας κύκλος με μία σχέση που είχα, οπότε δεν με κρατούσε κάτι πραγματικά πίσω. Ήμουν σε μία φάση, που θεωρώ ότι ήμουν έτοιμος να κάνω αυτό το βήμα. Και πώς τα φέρνει η τύχη; Ψάχνοντας, γιατί το ξαναλέω: δεν μας περνάνε όλα από το μυαλό. Διάβασα, έτυχε, έπεσα πάνω σε ένα βιβλίο κάποιων ανθρώπων, ένα ζευγάρι Γάλλων, που είχε κάνει μάλιστα και παιδάκι στη διαδρομή. Ταξίδευαν τον κόσμο με ποδήλατο για 10 χρόνια. Εντάξει και είναι και γνωστοί, δεν θυμάμαι το επίθετό τους αλλά είναι και γνωστοί σαν ζευγάρι στη Γαλλία. Λοιπόν, αυτό εμένα μου άνοιξε πραγματικά –ήταν αυτά τα λαμπάκια που βαράνε στο μυαλό–, μου άνοιξε καινούριες πόρτες. Ήτανε φοβερό αυτό. 

Χ.Ψ.:

Πότε το είδατε αυτό και πού το είδατε; Δηλαδή πώς ήρθατε πάνω σε αυτό, που είπατε ότι το διαβάσατε για το ζευγάρι αυτό;

Β.Μ.:

Έψαχνα γενικότερα χάρτες, ταξίδια και έπεσα πάνω σε αυτό το βιβλιαράκι. Σκεφτόμουνα, ήθελα να πάω να κάνω ένα μεγάλο ταξίδι. Έτυχε, μπήκα σε ένα βιβλιοπωλείο. Ήμουνα ακριβώς στα 30 μου, το 2005 έγινα 30 χρονών. Λοιπόν, έπεσα πάνω σε αυτό το βιβλίο, το διάβασα με πολλή προσοχή και μου αποκαλύφθηκε το μέσο που δεν είχα. Ποδήλατο έκανα. Διαβίωση είχα κάνει, διότι έκανα ορειβασίες, ήξερα πώς να ζήσω στην ύπαιθρο. Αλλά δεν μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό και είχα φύγει και μακριά, είχα αρκετά χιλιόμετρα μέσα σε μία μέρα. Ψάχνοντας πάλι, και στη Νέα Υόρκη και γενικότερα εκεί που ζούσα, περιηγούμουν με το ποδήλατο, για να γνωρίσω καινούριες γειτονιές, να δω ανθρώπους. Το είχα αυτό. Το θέμα είναι: στη μεγάλη κλίμακα που πραγματικά ήθελα να γνωρίσω τον κόσμο, δεν είχα βρει τον τρόπο. Ε, αυτό το βιβλίο μου έδωσε μια λύση. Το φαντάζεσαι ότι ήταν Γενάρης, όταν πρωτοδιάβασα αυτό το βιβλίο; Το Μάιο ξεκινούσα το ταξίδι. Δηλαδή πήρα αυτήν την έμπνευση και εντάξει, είπα: «Κοίτα να δεις, το κάνουνε». Δεν ήταν ευρέως διαδεδομένο. Τώρα, αν δεις σήμερα, είμαστε σχεδόν 15-17 χρόνια μετά, με το ίντερνετ έχεις πολλή πληροφορία μπροστά σου και μπορείς να γνωρίσεις ό,τι θέλεις ουσιαστικά και να βρεις τρόπους να κάνεις πράγματα. Τότε δεν ήταν το ίντερνετ τόσο διαδεδομένο, οπότε για μένα αυτός ήταν ο τρόπος. Βρήκα τη λύση στο πώς θα κάνω. Δεν χρειάζεσαι πολλά χρήματα με το ποδήλατο, εφόσον βέβαια επιλέγεις να ζήσεις με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Διαβίωση έξω, μία στο τόσο κάπου να βρεις να κάνεις μπάνιο και τα λοιπά, αλλά είσαι ανεξάρτητος, έχεις το σπίτι σου...

Β.Μ.:

Δεν ξέρω αν έχεις δει ποδηλάτες ταξιδιώτες. Εγώ φιλοξενώ. Πλέον έχουν δημιουργηθεί κάποια δίκτυα φιλοξενίας online, οπότε εδώ στο σπίτι με την οικογένεια –έχω 3 μικρά παιδιά– φέρνω κόσμο και τους φιλοξενώ, ποδηλάτες που ζητάνε φιλοξενία μέσα από τα δίκτυα. Τότε που το έκανα εγώ, δεν υπήρχαν αυτά τα δίκτυα. Παρ’ όλα αυτά, τι θέλω να πω; Ότι ακόμα και αυτή η ιδέα μου έλυσε εμένα το πρόβλημα, το «Πώς; Με ποιο μέσο; Πώς θα καταφέρω εγώ να κάνω κάτι τόσο μεγάλο;». Φτηνά και εφικτά. Εννοείται ότι στην αρχή, η προετοιμασία που σου είπα, αυτό το τετράμηνο, ήταν πολύ βασική. Δεν είχα εμπειρία. Δεν είχα φύγει πάνω από μια μέρα από το σπίτι μου, να κοιμηθώ με ποδήλατο κάπου αλλού. Πήρα ένα καλό ποδήλατο, διότι πιστεύω στον εξοπλισμό, τα εργαλεία είναι αυτά που κάνουν τον μάστορα, που λέμε, και είναι σημαντικό αυτό, αν θέλεις να καταφέρεις κάτι μεγάλο, καλό θα είναι να έχεις σκεφτεί και τον εξοπλισμό, να μην ταλαιπωρηθείς υπερβολικά. Γιατί ούτως ή άλλως είναι δύσκολο και θα ταλαιπωρηθείς. Εννοώ… Τι εννοώ, πολύ απλά; Είσαι εκτεθειμένος στα στοιχεία της φύσης: ζέστη, κρύο, αέρας, χιόνια. Σε ποδήλατο είσαι, έτσι; Δεν είσαι σε κάτι κλειστό. Αν έχεις καλό εξοπλισμό, που τον πήρα –ζήτησα και σπόνσορες και μου δώσανε κάποια υλικά–, κατάφερα και είχα ένα καλό ποδήλατο, ένα καλό αντίσκηνο, ρούχα, εργαλεία για να μαγειρεύω, για να μπορώ να τρώω στο δρόμο αυτά που χρειάζομαι, οπότε ήμουν καλά εξοπλισμένος. Εμπειρία δεν είχα, το ξαναλέω, αλλά η εμπειρία χτίζεται και μαθαίνεις μέσα από αυτό. Εγώ θα πω λίγα ακόμα πράγματα, έτσι για να σου δώσω μία γενική εικόνα και εννοείται μετά να μπούμε σε ερωτήσεις, ό,τι κενά έχω αφήσει. Η προετοιμασία μου σε επίπεδο «πού θα πάω και πόσο σύντομα θα το κάνω», ήταν πολύ βασική. Όπως σου είπα, δεν υπήρχαν Google Maps, έτσι, διαδεδομένα και κινητά και GPS, τίποτα. Πήρα ουσιαστικά έναν μεγάλο άτλαντα, καλό άτλαντα και τον έκανα copy. Με τις βασικές οδικές αρτηρίες. Χάραξα μία διαδρομή γύρω από τον κόσμο. Ουσιαστικά στην αρχή ήθελα να πάω σε πέντε ηπείρους, και την Αφρική μέσα, αλλά κατέληξα την Αφρική να μην την κάνω. Και κατέληξα σε τέσσερις ηπείρους, βέβαια ενισχύοντας κάποια άλλα κομμάτια στις τέσσερις ηπείρους. [00:10:00]Έφυγα από Ελλάδα, πήγα ανατολικά, αν φανταστείς μία νοητή γραμμή Τουρκία, Ιράν, Πακιστάν, Ινδία και μετά από Βιετνάμ κάτω μέχρι τη Σιγκαπούρη. Πέταξα Αυστραλία, διέσχισα την Αυστραλία, έκανα τη Νέα Ζηλανδία. Αυτά στην Ωκεανία. Μετά πέταξα πάνω, Βόρεια Αμερική και διέσχισα, ουσιαστικά, από τον Καναδά όλες τις ΗΠΑ, Μεξικό, Κεντρική Αμερική και κατέβηκα Λατινική Αμερική. Διέσχισα όλη τη Λατινική Αμερική μέχρι κάτω, μέχρι τα μέσα της Χιλής και πέρασα μετά απέναντι στην Αργεντινή και τελείωσα στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας, το κομμάτι της Αμερικής.  Και μετά έκανα την Ευρώπη, θεωρώντας ότι θα πήγαινα και στην Αφρική κάτω, αλλά λόγω της δυσκολίας με τις βίζες και τα σύνορα –αυτά μου τα είπαν τότε οι πρεσβείες και το άκουσα–, αποφάσισα να κάνω περισσότερο την Ευρώπη, πήγα και Βόρεια Ευρώπη και τελείωσα με το γύρο της Ελλάδας. Αρκετά χιλιόμετρα μέσα σε 14 μήνες, γιατί μου πήρε 14 μήνες όλο αυτό. Η αλήθεια είναι ότι γνωρίζοντας τώρα τους συναδέλφους-ταξιδιώτες-ποδηλάτες, εγώ πήγαινα αρκετά γρήγορα σε σχέση με το «κάθομαι, μένω με κόσμο αρκετά, βιώνω την κουλτούρα». Εγώ έκανα έναν γύρο κόσμου συνοπτικό. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι το έκανα με τέτοιο ρυθμό, διότι ήθελα να το ολοκληρώσω αυτό, ήθελα να κάνω ένα γύρο του κόσμου. Και ξέρεις, όταν βλέπεις ότι προχωράς και έχεις αυτή την πρόοδο και βλέπεις καινούρια μέρη και θέλεις να πας και στο επόμενο και στο επόμενο, όλο αυτό λίγο σε παρασύρει, να το κάνεις, «Να συνεχίσω, να συνεχίσω, να συνεχίσω, για να δω και το επόμενο μέρος και το επόμενο μέρος». Τα επόμενα ταξίδια μου τα έκανα, –γιατί έχω κάνει κι άλλα μικρότερα–, αυτό η αλήθεια είναι το πρώτο και το μεγαλύτερο ταξίδι και μάλιστα είναι το ταξίδι που απόλαυσα και μόνος μου και θα τονίσω αυτό το «μόνος». Έχει σημασία για μένα το «μόνος». Πλέον έχω αρκετή εμπειρία για να πω το πόσο εμένα με βοήθησε αυτό το «μόνος», πόσο το εκτίμησα το ότι ήμουνα μόνος, σε σχέση με παρέα. Οπότε για να ολοκληρώσω λίγο αυτό, έγινε ένα γρήγορος γύρος του κόσμου. Παρ’ όλα αυτά, προσπαθούσα σε σημεία που μου έκαναν καλή εντύπωση και κυρίως αυτό ήταν, όταν είχα ανθρώπους, οι οποίοι με φιλοξενούσαν, που έμενα στα σπίτια τους και τα λοιπά. Και εδώ θέλω να το τονίσω: από όλον τον κόσμο οι μουσουλμανικές χώρες, όντως ξεχωρίζουν. Δηλαδή είναι μέρα με τη νύχτα. Ο Δυτικός κόσμος απ’ τη μια είναι η νύχτα και οι μουσουλμάνοι είναι φοβερά απλόχερα φιλόξενοι και νομίζω αυτό δεν το λέω μόνο εγώ. Θα το πει οποιοσδήποτε έχει πάει και έχει ζήσει μ’ αυτόν τον τρόπο, ταξιδεύοντας με ποδήλατο σε αυτές τις χώρες. Με αποκορύφωμα το Ιράν. Το Ιράν, με όλα τα στραβά που μπορεί να έχει πολιτικά, οι άνθρωποι είναι τόσο απλοί και ίσως και λίγο πίσω από αυτό που λέμε «τον προηγμένο κόσμο», στην νοοτροπία εννοώ, που πραγματικά είναι αγαθοί και ανοίγουνε τις πόρτες τους διάπλατα για σε γνωρίσουνε. Το ίδιο και στο Πακιστάν και η Τουρκία βέβαια. Που στη αρχή, ακούγαν «Έλληνας» και ενώ στην αρχή, ξέρεις, νομίζεις θα είσαι μαζεμένος, Έλληνας. Οι άνθρωποι είναι πολιτικοποιημένοι, έχουν αν σου πουν ότι «Τρωγόμαστε μεταξύ μας», αλλά στην πραγματικότητα σου ανοίγουνε, ειδικά όταν είσαι Έλληνας. Και αυτό το βίωσα και σε ένα άλλο ταξίδι, που μάλιστα το κάναμε με μεγαλύτερη ομάδα, το Ολυμπία-Πεκίνο, που ήταν ένα οργανωμένο ταξίδι, που εγώ με τη φίλη μου, που ήμασταν οι Έλληνες, ήμασταν διαβατήριο πραγματικά, ειδικά στην Τουρκία, για να μας ανοίγουνε και να μας φιλοξενούν οι άνθρωποι εκεί πέρα και τους υπόλοιπους της ομάδας που ήταν εκτός. Το δοκιμάζαμε δηλαδή. «Πηγαίνετε εσείς πρώτα να μιλήσετε μαζί τους». Μμμ, λίγο δυσκολία, λίγο μαζεμένοι, λίγο με τους Ευρωπαίους, ενώ όταν πηγαίναμε εμείς σαν Έλληνες, κατευθείαν «Ελάτε μέσα». Ήτανε συνταρακτικό αυτό, έτσι; Είναι πώς βλέπεις «γείτονας, αδερφός». Το εννοούνε. Προφανώς υπάρχουν και στενόμυαλοι και παντού, έτσι; Και σε μας κι εκεί πέρα κάποιοι. Αλλά γενικότερα –κι αυτό θέλω να το περάσω– έζησα με πολύ κόσμο και μπορώ να πω αυτό το «μόνος», –για να γυρίσω σε αυτό που είπα–, όταν ταξιδεύεις μόνος, έχεις ένα φοβερό πλεονέκτημα. Πρώτον, είσαι αντιμέτωπος με τον εαυτό σου, ειδικά όταν έχεις ένα τέτοιο διάστημα, έτσι, 14 μήνες, με τον εαυτό σου αντιμέτωπος, αναγκάζεσαι να δουλέψεις αρκετά ψυχολογικά, να δυναμώσεις τον εσωτερικό σου κόσμο. Ειδικά όταν τα στοιχεία της φύσης είναι πραγματικά αντιμέτωπα με εσένα, σε ερήμους, με πολλή ζέστη, φτάνοντας στα όριά σου, στα κόκκινα. Θυμάμαι, στο Ιράν, στο Πακιστάν αρρώστησα κάποια στιγμή από την πολλή ταλαιπωρία. Βέβαια αυτό ήταν το δύσκολο κομμάτι, το οποίο σχεδόν το έχω ξεχάσει. Έπαιρνα τόσα άλλα πράγματα από αυτό αλλά δεν είναι κάτι αμελητέο. Εκεί η δυνατότητά σου να είσαι προσαρμοστικός και ψυχολογικά να μπορείς να αντέξεις τις δυσκολίες που προκύπτουν, σε κάνει ακόμα δυνατότερο. Το ίδιο στην Αυστραλία. Η Αυστραλία εκτός από τις ακτές στο βορρά, κυρίως ανατολική ακτή και λίγο δυτική ακτή είναι άδεια. Όταν λέμε άδεια, μπορεί να έβλεπα τρία αυτοκίνητα την ημέρα και αν. Εκεί πέρα δυστυχώς θα έπρεπε να έχω μελετήσει λίγο καλύτερα. Τα κύματα του αέρα ήταν συνεχή και κόντρα δυστυχώς στην πορεία που είχα πάρει εγώ, ενώ έβλεπα άλλους ποδηλάτες που πήγαιναν ανάποδα, γιατί απλά το είχαν μελετήσει. Οπότε εκεί πέρα, 30 μέρες στο πουθενά, γιατί πουθενά ήταν, ήταν άδεια, να κάνεις ποδήλατο με κόντρα άνεμο, 30 ημέρες, ε νομίζω ο καθένας μπορεί να φανταστεί ότι δεν θα ήταν piece of cake, που λέμε. Και πραγματικά πρέπει να τα έχεις καλά με τον εαυτό σου, για να μπορέσεις να αντέξεις κάτι τέτοιο. Τώρα αυτό είναι το κομμάτι του «μόνος» που δουλεύεις εσωτερικά, που δουλεύεις με τον εαυτό σου. Όταν ταξιδεύεις μόνος και ειδικά με ποδήλατο, πλέον μπορώ να συγκρίνω, γιατί έχω γνωρίσει αρκετούς ανθρώπους που κάνουν backpacking, που βάζουν το σακιδιάκι και πάνε και περπατάνε, παίρνουν λεωφορεία και λοιπά στις χώρες. Η διαφορά του ποδηλάτη με αυτόν –κι εκεί, νομίζω, έπαιξε και καθοριστικό ρόλο– είναι η εξής: όταν βλέπουν ένα ποδηλάτη, ο οποίος έχει και το σπίτι του μαζί, δηλαδή βαλίτσες, full εξοπλισμένο με βάρος, και τον βλέπουν να περιηγείται με αυτόν τον τρόπο, αντιλαμβάνονται ότι αυτός ο άνθρωπος καταβάλλει μεγάλο κόπο. Εγώ είμαι σίγουρος ότι και ο backpacker και αυτός κάνει κόπο, άσχετα που παίρνει αυτοκίνητα, ωτοστόπ, λεωφορεία και λοιπά. Έχει μια τσάντα στην πλάτη και δυσκολεύεται, κι αυτός περνάει δυσκολίες –έτσι;– για να γνωρίσει κάτι καινούριο. Αλλά αυτό δεν γίνεται αντιληπτό από τους περισσότερους. Οπότε το ποδήλατο για μένα αποτέλεσε πραγματικά έναν πόλο, έναν μαγνήτη, όπου –τι να σου πω;– οπουδήποτε και αν βρισκόμουνα, έδινα την εντύπωση ότι «Παιδιά, αυτός ο άνθρωπος χρειάζεται βοήθεια. Κάντε ό,τι μπορείτε». Χωρίς να το ζητάω. Οπότε μπορείς να φανταστείς, κάθε φορά που σταματούσα κάπου, ερχότανε και μαζευόταν κόσμος, «Ποιος είσαι; Τι κάνεις;». Και εννοείται έχω πει την ιστορία του τι κάνω άπειρες φορές, σε κάθε στάση. Και ειδικά στα μουσουλμανικά κράτη που είναι πολύ, έτσι, άνετοι και έρχονται 100 άνθρωποι τριγύρω να σε ρωτάνε «Τι κάνεις;» και τα λοιπά, να έχεις μαζέψει το μισό χωριό, ξέρω γω. Οπότε για μένα τελικά στην πραγματικότητα, πέρα από –όπως σου είπα– κάποια μέρη έρημα ή… Δεν ήμουν καθόλου μόνος. Δεν ένιωσα ποτέ μόνος και μπορώ να σου πω ότι το ανθρώπινο στοιχείο, που ήταν καλό, πολύ καλό, σ’ όλο τον κόσμο – εντάξει, ο καθένας με τον τρόπο του. Η φιλοξενία δεν ήταν η ίδια στα ανεπτυγμένα κράτη αλλά παρ’ όλα αυτά πήρα πάρα πολλή θετική ενέργεια και πρακτικά. Δηλαδή με βοήθησαν οι άνθρωποι να ολοκληρώσω αυτό το όνειρο που ήθελα να κάνω πραγματικότητα. Αν δεν ήταν αυτό το ανθρώπινο στοιχείο κι αν δεν ήμουν μόνος, γιατί το έχω δει το έργο… Όταν είσαι σε παρέα, διστάζει ο άλλος. Έκανα και ένα γαμήλιο ταξίδι με ποδήλατο –όπως σου είπε η γυναίκα μου– διπλό, μαζί της. Πάλι ερχόταν κόσμος και ρωτούσε. Δεν ήταν το ίδιο όμως. Όταν είσαι με κάποιον άλλον, ο άλλος είναι λίγο μαζεμένος, δεν θέλει να ενοχλήσει, δεν πλησιάζει τόσο εύκολα. Όταν είσαι μόνος σου, γίνεται χαμός. Το έχω διαπιστώσει, όπου και να πάω.

Χ.Ψ.:

Διάβασα στο μπλογκ σας, κάπου που λέγατε ότι είχατε προκαλέσει σε ένα μέρος συνωστισμό στα αυτοκίνητα από τον κόσμο που είχε μαζευτεί. Δεν θυμάμαι τώρα πού βέβαια.

Β.Μ.:

Είναι κάτι που συμβαίνει, όπως το λες. Και γι’ αυτό λέω ότι τελικά αυτοί οι άνθρωποι, με όποιον τρόπο μπορούσε ο καθένας, εμένα με βοήθησαν να πάω παραπέρα. Τι να σου πω; Όταν αρρώστησα –θυμάμαι–, ερχόταν στο τρένο. Γιατί κάποια στιγμή έφτασα πραγματικά και είχα μείνει 57 κιλά και είχε ζέστη γύρω στους 45 βαθμούς, 46. Ήταν τα χειρότερα στο Πακιστάν. Είναι μια περίοδος τον Ιούνιο, πριν τους μουσώνες, που φτάνει το θερμόμετρο σαν να είναι Αραβία, το ίδιο πράγμα, μπορεί και χειρότερα κάποιες φορές. Που είχα φτάσει σε τέτοιο… Στην αφυδάτωση… Έσταζε νερό από το χέρι μου, έκανα έτσι και έσταζε νερό. Έπινα ό,τι μπορούσα και το έβγαζα κατευθείαν, δεν μου έμενε. Οπότε εκεί πέρα πραγματικά οι άνθρωποι –τους έβλεπα– ήθελαν[00:20:00] όχι μόνο στην αρρώστια – τώρα δίνω ένα παράδειγμα ακραίο. Οι άνθρωποι γενικότερα είναι καλοί. Αν δεν νιώσουν κάποια απειλή από σένα, ούτε δισταγμό έχουν να έρθουν κοντά σου, να σου προσφέρουν. Και πρόσεξε –το ξέρω, πέρασα από τόσες χώρες–, φαινόταν ότι εγώ ήμουνα σε καλύτερη οικονομική κατάσταση από κάποιους ανθρώπους. Ήταν ξεκάθαρο ρε παιδί μου. Για μένα τουλάχιστον. Ο φτωχός πραγματικά θέλει να βοηθήσει, με ό,τι έχει. Δηλαδή αυτήν την καλοσύνη την έζησα παντού. Ο καθένας με τον τρόπο του. Ο δυτικός είναι πιο διστακτικός. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα σε χαιρετήσει ή δεν θα σου μιλήσει, να πλησιάσει όπως θα σου μιλήσει κάποιος που ζει στη Λατινική Αμερική, στα ανατολικά από εμάς, στην Ασία. Οι προηγμένοι πολιτισμοί είναι αρκετά focused στο δικό τους. Δεν είναι τόσο ανοιχτοί, να πάρουν ερεθίσματα από το τι γίνεται τριγύρω, ούτε –θεωρώ– ευαίσθητοι στο τι γίνεται άμεσα γύρω τους, στο περιβάλλον τους. Είμαστε πιο κλεισμένοι. Δεν είναι όλος ο κόσμος έτσι και μπορώ να πω ένα μεγάλο κομμάτι του δεν είναι έτσι. Δεν τρέχουν τόσο γρήγορα τα πράγματα στους αυτούς, που λέμε ότι δεν είναι τόσο προηγμένοι όσο εμάς. Οπότε εγώ εκεί πέρα βίωσα πολύ πιο έντονα την ανθρωπιά, από ό,τι τη βίωσα στις ΗΠΑ, στην Αυστραλία, στη Νέα Ζηλανδία, που και εκεί οι άνθρωποι… Είδα πολύ θετικά στοιχεία, αλλά το ξαναλέω, ήταν πιο περιορισμένα, πιο μέσα σε κουτάκια, πιο οργανωμένα, πιο συστηματικά. Στο άλλο ήταν χύμα, αλλά χύμα: αγάπη – πώς να στο πω; Χύμα: «Εδώ είμαστε, να βοηθήσουμε όσο μπορούμε». Εδώ θέλω να μην ξεχάσω να πω το ότι με βοήθησε και το ελληνικό στοιχείο. Δηλαδή είχα καταγράψει όλες τις πρεσβείες, προξενεία από τα μέρη που θα περνούσα. Ελληνικές κοινότητες γνώρισα και τυχαία μάλιστα. Ας πούμε, στη Βόρεια Αυστραλία δεν μπορούσα να φανταστώ ότι στο Darwin υπάρχουν, ξέρω γω, 10.000 Καλύμνιοι. Τυχαία το έμαθα και μάλιστα…

Χ.Ψ.:

Πού είπατε; Συγγνώμη, γιατί κόπηκε.

Β.Μ.:

Στην Αυστραλία, στο Darwin, που είναι ακριβώς στο βόρειο κομμάτι, έχει 10.000 Καλύμνιους. Κι εδώ η ιστορία έχει πολλή πλάκα. Τελείωσα στη Σιγκαπούρη την Ασία και πήρα αεροπλάνο και πέταξα στη Βόρεια Αυστραλία για να τη διασχίσω. Φτάνοντας στην Αυστραλία, μου κράτησαν το ποδήλατο επειδή είχε λίγο λάσπη στη ρόδα. Είναι λίγο μυστήριοι στα τελωνεία τους εκεί πέρα. Δεν θέλουν να μπαίνουνε ξένα στοιχεία, μικρόβια και τα λοιπά και επειδή είχε λίγο… Μου βάλαν καραντίνα το ποδήλατο, για να καταλάβεις. Και εγώ βγήκα από το αεροδρόμιο, ψάχνοντας να δω πού θα κοιμηθώ, μέχρι να μου απελευθερώσουν το ποδήλατο τέλος πάντων, και έτυχε να δω εκκλησία… Τώρα, εκκλησία στην Αυστραλία, στη μέση του πουθενά. Γιατί δεν ήξερα… Στο Σίδνεϊ; Παρακάτω; Ότι έχει Έλληνες. Τώρα εκεί πάνω δεν φανταζόμουν. Και τυχαία, ρωτώντας –γιατί πάντα ρωτάω, με ενδιαφέρει πάρα πολύ όταν είμαι κάπου, να ρωτάω, να έχω κάποια επαφή. Και βρέθηκα με κάποιους ανθρώπους, με συστήσανε και τελικά με φιλοξένησαν 3-4 ημέρες; 5; Δεν θυμάμαι. Στην ελληνική κοινότητα σε ένα σπίτι. Και έμεινα μέχρι που βγάλανε το ποδήλατο και μετά συνέχισα. Είναι η μεγαλύτερη κοινότητα Καλυμνίων εκτός Καλύμνου. Τυχαία εντελώς. Εντάξει, αυτό δεν το είχα προβλέψει. Αλλά γενικότερα είχα προβλέψει και πραγματικά με στήριξαν οι πρεσβείες και τα προξενεία τα ελληνικά. Βέβαια λέγοντας: «Κάνω τον γύρο του κόσμου και είμαι και ο πρώτος Έλληνας», που γι’ αυτούς προφανώς είχε σημασία. Ένας άνθρωπος που πρώτη φορά ξεκινάει ένα τέτοιο εγχείρημα, εννοείται και ότι θέλανε να τον στηρίξουν. Πιστεύω ότι ήτανε ένα στοίχημα για τη χώρα μας, ότι θα κατάφερνε κάποιος να κάνει τον γύρο του κόσμου με ποδήλατο. Ήτανε φοβεροί παντού. Όπου και να πήγαινα, οι πρεσβείες και τα προξενεία ήταν καταπληκτικά. Με φιλοξένησαν, μου κράτησαν το ποδήλατο, μου δώσαν αυτοκινητάκι για να με εξυπηρετήσουν. Το ίδιο και οι ελληνικές κοινότητες. Με αγκάλιασαν, με βοήθησαν επίσης να μοιράσω… Πρώτον, να μαθευτεί αυτό το μήνυμα με συνεντεύξεις, με ραδιόφωνο, τηλεοράσεις και τα λοιπά, εφημερίδες. Αλλά επειδή το έκανα και για μένα κυρίως, ήθελα και βοήθησα, προσπάθησα να γίνει ένα fundraising για μια ΜΚΟ., την «Praksis» στην Ελλάδα, που είχα κάνει και εθελοντισμό στο παρελθόν σ’ αυτούς. Και μαζεύτηκε –πιστεύω– ένα αξιοσέβαστο ποσό και το μήνυμα αυτό έβγαινε παραέξω μέσα από τις κοινότητες έξω. Και με βοηθούσανε πρoσωπικά οι άνθρωποι, να μαζευτούν και κάποια χρήματα για να υποστηρίξουμε την οργάνωση. Και αυτοί οι άνθρωποι ήταν ένα μεγάλο κομμάτι στο να μου δώσουν αυτήν την ώθηση για να ολοκληρώσω αυτό το εγχείρημα. Το ανθρώπινο στοιχείο για μένα είναι πολύ βασικό, δεν ξέρω αν έχω καταφέρει να σου το περάσω αυτό. Ο κόσμος είναι γενικά καλός. Να σου πω, ας πούμε, στο Πακιστάν, σε ένα σημείο που πραγματικά είναι υποβαθμισμένο… Έκανα γύρω στα 600 χιλιόμετρα σε μία έρημο, όπου δεν υπάρχει καν πυλώνας με ρεύμα, λειτουργούν όλοι με γεννήτριες, αυτόματα. Τους έχουν επίτηδες υποβαθμισμένους, γιατί θέλουν να αυτονομηθούν. Δεν τους προσέχουν, για να μην καταφέρουν να αυτονομηθούν. Περνούσαν φορτηγά με ναρκωτικά. Επειδή είναι στα σύνορα με Αφγανιστάν και Ιράν. Είναι η οδός του οπίου, που περνάει προς την Ευρώπη. Να φανταστείς, ξέρω γω, φορτηγά με οπλοπολυβόλα επάνω. Εγώ χαιρετούσα σαν χαζούλης. Δεν καταλάβαινα ότι γίνεται διακίνηση σοβαρών ναρκωτικών εκεί πέρα, δεν το ήξερα. Θα έλεγε κάποιος «Πω πω! Τι επικίνδυνα μέρη!» και «Τι είναι αυτά;». Εγώ βίωσα τους ανθρώπους να με βάζουνε και να κοιμάμαι μαζί τους, σε καταλύματα της πλάκας, δεν είχανε καν επάνω ταράτσες και βλέπαμε τα άστρα, ενώ κοιμόμασταν. Δηλαδή εγώ κατάλαβα μόνο θετικά πράγματα από όλο αυτό το ταξίδι. Τον κίνδυνο… Γιατί όλοι με ρωτάνε: «Μα τόσες μέρες, τόσο εκτεθειμένος, δεν κινδύνευσες;». Tι να σου πω; Τον κίνδυνο μπορεί να τον ένιωσα 2-3 φορές. Που –πιστεύω– αυτό μπορείς να το νιώσεις στην καθημερινότητά σου 2-3 φορές την ημέρα. Εγώ το έζησα πολύ λίγο κι αυτό ήταν τυχαίο. Δηλαδή θυμάμαι στη Λίμα, στο Περού… Κι ευτυχώς πάντα δεν έπαθα κάτι σημαντικό. Ντάξει, ατυχήματα του στυλ «χαλάει το ποδήλατο», αυτά είναι φυσιολογικά και οι φθορές. Αλλά για να νιώσω κίνδυνο, ατομικά, ας πούμε, να πάθω κάτι, δεν το ένιωσα στην πραγματικότητα ποτέ. Να, αυτό το παράδειγμα, τώρα, της Λίμα, στο Περού, έτυχε να κάνω – κι έτσι γνώρισα κιόλας το παιδί που με φιλοξένησε. Περνούσα από ένα σημείο του κέντρου, ποδηλατώντας, για να πάω κάπου, σε ένα πάρκο. Κι εκείνη τη στιγμή είχε τελειώσει ένας αγώνας ποδοσφαίρου και βγαίνανε διάφοροι τύποι, έτσι, και κλέβανε τον κόσμο τριγύρω. Άγριοι από το ματς. Και κάποια στιγμή βρέθηκε ένας ποδηλάτης από πίσω και λέει: «Φίλε, έτσι όπως είσαι, γύρνα και δρόμο προς τα πίσω». Γιατί έβλεπε τι γινόταν, εγώ δεν είχα καταλάβει, έλεγα: «Ντάξει, θα περάσω από μέσα, από το πλήθος». Εκεί πιθανόν να μου είχαν κάνει κακό. Ήρθε το παλικάρι, με τσάκωσε και λέει «Δρόμο! Από την άλλη». Και τη γλίτωσα, μάλλον γιατί γύρισα και είδα… Κλέβανε, παίρναν πορτοφόλια και πράγματα από τον κόσμο που περπατούσε. Οπότε μικροπεριστατικά μπορώ να σου πω, σε μια δυο χώρες τυχαία εντελώς. Εδώ πέρα την γυναίκα μου την κλέψανε πριν δύο μήνες το πορτοφόλι στο λεωφορείο. Εντάξει, για μένα κάτι τόσο θετικό, δεν μπορείς να σκέφτεσαι τη λεπτομέρεια του τι θα μπορούσε να συμβεί. Εντάξει, αν είναι έτσι, μη βγαίνεις από το σπίτι σου.

Χ.Ψ.:

Ούτε για χώρες που έχουμε στο μυαλό μας αυτό το κλισέ ότι είναι επικίνδυνες, όπως τη Βραζιλία, που διάβαζα ότι κι εκεί σας έλεγαν διαρκώς «Να προσέχεις, να προσέχεις, να προσέχεις», όταν ήσασταν στην προηγούμενη χώρα και τους λέγατε «Θα πάω Βραζιλία». Δεν νιώσατε τον κίνδυνο;

Β.Μ.:

Κοίταξε, τον κίνδυνο έτσι όπως τον μεταφέρει ο κόσμος, δεν τον ένιωσα πουθενά. Κι έχει πολύ ενδιαφέρον. Πηγαίνοντας από τον έναν στον άλλον, ακόμα και από τη μία περιοχή στην άλλη, έχει πολλή πλάκα το πώς βλέπει αυτό που δεν ξέρει. Αυτό που δεν ξέρουμε, το κάνουμε λίγο κάπως πιο έντονο από ό,τι είναι στην πραγματικότητα. Νομίζω ότι έτσι λειτουργεί ο εγκέφαλος. Ό,τι δεν ξέρει, αρχίζει και το φοβάται. Οι φοβίες – βλέπεις με τον κόβιντ τώρα τι γίνεται. Κάτσε ενημερώσου και πάρε τις αποφάσεις σου. Αλλά ενημερώσου. Η φοβία δεν βοηθάει κανέναν να βγάλει συμπεράσματα και να πάρει αποφάσεις ζωής σωστές. Αυτό που είπες: ο κάθε ένας λέει για τον γείτονά του: «Πρόσεχέ τον». Μα γείτονάς σου είναι. Πας στην επόμενη περιοχή, πας στην επόμενη χώρα. Δηλαδή τι διαφορετικό μπορεί να έχεις εσύ από αυτόν; Δεν λέω να πας σε εμπόλεμη περιοχή. Αυτό το απέφυγα ούτως ή άλλως. Δεν πήγα στο Ιράκ, ας πούμε, γιατί τότε υπήρχε μια ανακατωσούρα στο Ιράκ. Ντάξει, πέρασα από σημεία που ήξερα ότι τουλάχιστον δεν υπάρχει κάποιο χοντρό πρόβλημα. Αλλά το έχουμε αυτό σαν άνθρωποι, ναι, ο ένας έλεγε: «Πρόσεχέ τον επόμενο, πρόσεχε τον επόμενο». Μα άμα το πας έτσι, τότε θα πρέπει να προσέχω κι εσένα που μου το λες αυτό. Κατάλαβες; Οπότε δεν στέκει. Εννοείται, ακούς τι σου λέει ο άλλος και εννοείται, θέλεις να παίρνεις υπόψιν οτιδήποτε, αλλά εγώ πιστεύω ότι ήταν πιο πολύ ανησυχία, με την καλή έννοια. «Να έχεις τον νου σου, να έχεις τον νου σου». Toν νου μας τον έχουμε, αλλά άντε, τι να μου πάρουν; Να μου κλέψουν το ποδήλατο; Να μου κλέψουν τη σκηνή και το sleeping bag; Για να το κάνουν τι; Γενικότερα δεν αποτελούμε στόχο όταν ταξιδεύουμε με τέτοιο τρόπο. Το να μου πεις: πάει τουριστικό λεωφορείο και πάει σε μια [00:30:00]φτωχή χώρα –φτωχότερη μάλλον– και κάνει τουρισμό και φαίνονται τα δαχτυλίδια από δω κι από κει και τα λοιπά, ε εκεί μπορεί να αποτελέσεις στόχο ρε παιδί μου. Τώρα ένας άνθρωπος που ταξιδεύει απλά και λιτά και μένει έξω συνέχεια, τι να φανταστείς; Ότι έχει φράγκα αυτός μαζί του; Να τα κάνει τι; Και τι θα κερδίσεις από το να τον κλέψεις; Νομίζω ότι έχει σχέση και το πώς ταξιδεύεις, για το αν έχει νόημα να σκέφτεσαι τον κίνδυνο ή όχι. Να μου πεις ότι «Πέρασα από κάποια σημεία που όντως είχε πολλή κίνηση –traffic εννοώ– με οχήματα» και ότι «θα μπορούσε να με είχε χτυπήσει κάτι», οκέι, να το καταλάβω αυτό. Γιατί πέρασαν κάποια φορτηγά αρκετές φορές ξυστά μου, εκεί που γινόταν μπάχαλα. Ντάξει, εκεί έπρεπε να έχω τον νου μου, να προσέχω. Και τον είχα. Στην οδική συμπεριφορά έπρεπε να προσέχω και πρόσεχα. Αλλά στο ανθρώπινο στοιχείο, πραγματικά… Ξέρεις κάτι; Αυτό το είδα και σε άλλα ταξίδια και το βλέπω στον κόσμο. Αν δεν ανοίξεις και δεν χαλαρώσεις και δεν – όχι ότι το κάνω κι εγώ στο 100%. Δεν είναι εύκολο να πεις: «Θα αφήσω πίσω αυτά που ξέρω και θα ανοίξω, για να γνωρίσω και να μπω πραγματικά στην καθημερινότητα του άλλου». Είδα ταξιδιώτες, οι οποίοι ήταν πραγματικά σαν να μην έφυγαν ποτέ από τη χώρα τους. Δεν νομίζω ότι έτσι μπορείς να πας πολύ μακριά ούτε θα το απολαύσεις τόσο πολύ. Θα πρέπει να ξεφύγεις από αυτό που ξέρεις εσύ. Να δοκιμάσεις άλλα φαγητά, να μιλήσεις με κόσμο, να νιώσεις το τι σκέφτεται ο άλλος και να ακούσεις και τη χαζομάρα του, που εσύ πιστεύεις ότι είναι χαζομάρα. Αλλά πρέπει να τα ζεις, πρέπει να χαλαρώσεις λίγο, να αφήσεις λίγο τα δικά σου πίσω. Κι εγώ γενικά το θέλω αυτό και τώρα μου λείπει, είναι η αλήθεια. Γιατί η Ελλάδα δεν έχει αυτή την ποικιλομορφία. Και στον κόσμο που βλέπεις έξω και στην κουλτούρα και σε αυτά που ακούς. Είμαστε πολύ περιορισμένοι σε αυτό το κομμάτι. Υπάρχει μεγάλη συνοχή εδώ πέρα, εγώ θέλω την ποικιλία, θέλω και το διαφορετικό.

Χ.Ψ.:

Οπότε λοιπόν πήγατε σε τέσσερις ηπείρους. Θα θέλατε να μου πείτε, σας λέει κάποιος, από την Ασία, ας πούμε, οι πρώτες εικόνες που σας έρχονται στο μυαλό, ποιες είναι; Οι πρώτες αναμνήσεις. Είπατε,μιλήσατε ήδη για τους ανθρώπους, βέβαια, για τη φιλοξενία.

Β.Μ.:

Εικόνες, σίγουρα έχω πολλές και ο πλανήτης μας είναι φοβερός, έτσι; Και όλα αυτά που βιώνεις σε σχέση με τη ζέστη, με το κρύο, με την υγρασία, με τα νερά. Για παράδειγμα –θυμάμαι– στο Βιετνάμ, δεν έβρισκα χώρο, δεν ήταν εύκολο να κοιμηθώ έξω, γιατί πάντα κατασκήνωνα κάπου, ντάξει, στην έρημο βάζεις το αντίσκηνό σου. Εκεί πέρα –θυμάμαι, ας πούμε– παντού ορυζώνες, παντού νερά και ήταν χτισμένα και έπρεπε να ψάξω, να βρω έναν χώρο, να βάλω τη σκηνή μου. Δηλαδή η κάθε χώρα είχε να προσφέρει πολλά διαφορετικά ερεθίσματα. Εικόνες από την Ασία… Κοίταξε, εννοείται είδα ναούς, είδα κάποια αξιοθέατα σε εισαγωγικά, αλλά για μένα αυτό το συγκεκριμένο ταξίδι δεν ήταν να πάω να δω πράγματα, όσο ανθρώπους. Να σου πω ότι κοιμόμουν αρκετά στην Ασία σε βενζινάδικα. Πήγαινα και έλεγα: «Παιδιά, να πλύνω τα χέρια μου, να κάνω λίγο τα βασικά. Μπορώ να κατασκηνώσω εδώ;». Αντισκηνάκι σε μια γωνιά και μιλούσα όλο το βράδυ, μέχρι να κουραστώ, να κοιμηθώ, με τους ανθρώπους που είχαν το βενζινάδικο. Δηλαδή ό,τι και να σου πω, εννοείται είδα πολλές εικόνες, στην Καμπότζη τα σπιτάκια που είναι υπερυψωμένα, που έχουν αυτές τις κολώνες και είναι σαν να είναι ιπτάμενα. Έχω πολλές εικόνες. Νέα Ζηλανδία είναι μια φανταστική, πανέμορφη χώρα σε τοπία. Γι’ αυτό και γυρίζονται και αρκετές ταινίες μαγικές εκεί πέρα. Ασία… Ασία είναι τόσο διαφορετική. Δηλαδή ξεκινάς από την Τουρκία που και η ίδια έχει τόσες εναλλαγές, μπαίνεις μετά σε χώρες που είναι κυρίως έρημος: Ιράν, Πακιστάν, κυρίως έρημος και μετά μπαίνεις στο πράσινο κομμάτι από την Ινδία και προς τα κάτω και όλο Βιετνάμ, όλη η Ινδοκίνα είναι πράσινη. Τώρα, αυτό που μπορώ να σου πω σίγουρα είναι ότι όπως και η Ελλάδα, όταν έρχεται ένας ταξιδευτής στην Ελλάδα, δεν μπορεί να φανταστεί ότι το 80% έχει βουνά. Ακούει «Ελλάδα» αλλά όταν αρχίζουν τα πάνω-κάτω και τα βουνά, ξαφνιάζεσαι. Λες: «Ωχ, τι συμβαίνει εδώ πέρα; Δεν το περίμενα». Κι η αλήθεια είναι επειδή δεν είχα μελετήσει, τότε κι εγώ εξεπλάγην. Πολύ έρημος στον πλανήτη, δεν το φανταζόμουνα έτσι. Εντάξει, η τροπική –πώς λέγεται;–, subtropics, η πιο πάνω, τέλος πάντων, φέτα, που είναι κοντά στους Τροπικούς, είναι καταπράσινη, έχει υγρασία, έχει ζέστη. Ζέστη, όλο τον χρόνο έχει μια σταθερή θερμοκρασία. Επίσης και η μέρα με τη νύχτα είναι σταθερή, έχει 12 ώρες. Αταθερά 6:00 με 18:00, αυτή είναι η μέρα με τη νύχτα. Άλλο που με ξάφνιασε –για να φύγω από την ερώτησή σου στην Ασία– το θέμα της ώρας. Με το που προσγειώθηκα, ας πούμε, στη Σουηδία, δεν το είχα διαπιστώσει ότι εκεί πέρα πραγματικά, κοιμήθηκα το πρώτο βράδυ, κατασκήνωσα κάπου, χωρίς να δω το ρολόι την επόμενη μέρα, ξύπνησα φρέσκος και τα λοιπά, όλα καλά. Και πάω, ανεβαίνω στο ποδήλατο και βλέπω ότι είναι 03:30 η ώρα το πρωί αλλά ήταν σαν να ήταν 07:00-08:00. Αυτό, ξέρεις, το έχεις ακούσει, ότι η μέρα, όσο πιο βόρεια πας, είναι πολύ διαφορετική η μέρα και η νύχτα σε χρονική διάρκεια, αλλά αν δεν το ζήσεις, το ρολόι σου, ας πούμε, δεν το δέχεται εύκολα, ξαφνιάζεσαι. Τώρα να μου πεις, εικόνες… Θυμάμαι πιο πολύ ανθρώπους παρά τοπία, μπορώ να σου πω. Τα τοπία που θυμάμαι είναι και αυτά που μου κάναν εντύπωση, τα πολύ άγονα και τα φανταστικά τοπία, ας πούμε. Δεν θυμάμαι τόσο τοπία, όσο εμπειρία με ανθρώπους, θετική εμπειρία με ανθρώπους. Δεν ξέρω, αν σε κάλυψα στην ερώτησή σου.

Χ.Ψ.:

Κατάλαβα, ναι, ναι, ναι. Όσον αφορά τη φιλοξενία, ότι σας έκαναν πιο πολλή εντύπωση στο Ιράν, στο Πακιστάν, σε αυτές τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες. Όσον αφορά την κουλτούρα και τον πολιτισμό και την ιστορία, ποιοι άνθρωποι σας το έβγαλαν περισσότερο αυτό; Ποια κουλτούρα σας έκανε περισσότερο εντύπωση από αυτές που γνωρίσατε;

Β.Μ.:

Κοίταξε, αυτή είναι δύσκολη ερώτηση, διότι στο συγκεκριμένο ταξίδι… Ιστορία και κουλτούρα. Κοίταξε, όλοι οι άνθρωποι θεωρώ ότι είναι καλλιεργημένοι μέχρι ένα βαθμό. Το ενδιαφέρον είναι ότι γενικότερα όπου ακούγαν «Έλληνας»… Γιατί έχω πάει πλέον σε πενήντα-τόσες χώρες, έτσι; Με αυτόν τον τρόπο. Γενικότερα όταν ακούνε «Έλληνας», αυτοί σκέφτονται την ιστορία. Όλοι έχουν ακούσει ότι οι Έλληνες έχουμε ιστορία κι έχουνε μάθει, σου λέω και οι πιο… Τι να πω; Χώρες που δεν έχουν τα καλύτερα εκπαιδευτικά συστήματα, πολύ –έτσι– βασικά. Παρ’ όλα αυτά έχουνε… Και στο Πακιστάν μου λέγανε ότι «Έλληνας ίσον Ιστορία». Και λέγανε πέντε πράγματα. Τον Μέγα Αλέξανδρο τον ξέρουν όλοι. Όπου και να πας. Σου λένε κάποια ονόματα από την ιστορία σου. Τώρα, για τη δική τους ιστορία, η αλήθεια είναι, ότι σε κάποια σημεία έμαθα πράγματα, σε κάποια άλλα δεν ένιωσα ούτε μπήκα να γνωρίσω… Σου λέω, άμα δεν πας σε αξιοθέατα, σε συγκεκριμένα μνημεία, δεν μαθαίνεις τόσο ιστορικά γεγονότα και δεν βγαίνει αυτό στην επιφάνεια. Έζησα πάρα πολύ καθημερινότητα, δεν έζησα τόσο αυτό το «κουλτούρα» που λες. Έζησα το σήμερα των ανθρώπων κι αυτός ήταν ο στόχος μου σ’ αυτό το ταξίδι, έτσι; Αν μου πεις για άλλα ταξίδια, π.χ. στο δρόμο του μεταξιού που κάναμε, από την Ολυμπία στο Πεκίνο, εκεί πέρα πήγαμε και μάθαμε και είδαμε πραγματικά την ιστορία από την Ευρώπη στην Κίνα. Εκεί ζήσαμε περισσότερο την ιστορία. Στο συγκεκριμένο ταξίδι ήταν πολύ στο σήμερα. Να δω πώς ζει ο κόσμος στο σήμερα. Παράδειγμα, στη Νέα Ζηλανδία, έτυχε –θεωρώ ότι ήταν εντελώς τυχαίο–, κρύωνα. Μπήκα σ’ ένα μπαρ, σ’ ένα στέκι ήταν, ήταν στέκι, δεν ήταν καν μπαρ… Δεν ξέρω αν το γνωρίζεις, οι Νεοζηλανδοί στη Μάχη της Κρήτης στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο… Τώρα λες να κάνω λάθος και να ‘ναι Πρώτος;

Χ.Ψ.:

Στο Δεύτερο, το διάβασα που το λέγατε.

Β.Μ.:

Μπράβο, στον Δεύτερο είναι. Τώρα, γιατί κι εγώ τα’ χω ψιλοξεχάσει. Αλλά υπάρχει ολόκληρη θεματική, τέλος πάντων, σ’ αυτό το συγκεκριμένο μέρος και ξέρουμε και οι Κρητικοί έχουνε μια μέρα το χρόνο –δε θυμάμαι πια μέρα είναι αυτή– κάνουν μνημόσυνο στη μνήμη των ανθρώπων αυτών, που ήρθαν από Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία και πέθαναν εδώ. Οπότε μπήκα σ’ εκείνο το στέκι κι έρχονται Νεοζηλανδοί, άνθρωποι, Μάορι έτσι; Φαίνεται, ντόπιοι, από παλιά δηλαδή. Οι άνθρωποι προφανώς ζούνε στο 2000 και, ζούνε με τον τρόπο που ζούμε εμείς, δυτικοί. Παρ’ όλα αυτά, τις παραδόσεις τις έχουν. Έβλεπες ότι υπήρχε ολόκληρο τέτοιο και μου ανέλυσαν και μου λέγαν την ιστορία των δικών τους συγγενών, που ήρθαν στην Ελλάδα, πολέμησαν και πέθαναν κάποιοι από αυτούς. Οπότε ξέρεις, εντελώς επιδερμικά, τυχαία, σε κάποια σημεία όντως έζησα πολύ πιο έντονα και την κουλτούρα και την ιστορία. Αλλά εντελώς τυχαία. Δεν ήταν ότι το έψαχνα στην παρούσα φάση. Ήταν άλλου είδους ταξίδι αυτό. Παρ’ όλα αυτά νομίζω ότι στο κομμάτι της ιστορίας μπορεί να μην έχω στοιχεία να σου πω, αλλά στο κομμάτι της κουλτούρας, εμένα μου φαίνεται ότι υπάρχει μία πανανθρώπινη κουλτούρα. Στο πώς, όταν δεν απειλούμαστε πώς ανοίγουμε, ό,τι έχουμε και δεν έχουμε και προσπαθούμε να ‘ρθούμε κοντά ο ένας στον άλλον. Για μένα αυτή είναι… Και αυτό ήταν το στοίχημα και νομίζω ότι μπορώ να το επιβεβαιώσω πλέον στον εαυτό μου,[00:40:00] ότι ο κόσμος έχει αυτή τη κουλτούρα του μοιράσματος, του ανοίγματος, «να προσφέρω όσο μπορώ και ό,τι μπορώ στον άλλο». Για μένα δεν είναι τόσο τα σύνορα, δεν πιστεύω στα σύνορα. Υπάρχουν σύνορα, υπάρχουν διαφορές και τα λοιπά. Εγώ κοιτάζω να βρω κοινά στοιχεία και με ενδιαφέρει αυτό το κοινό στοιχείο παντού. Πάλι δεν ξέρω αν σε κάλυψα.

Χ.Ψ.:

Όχι, όχι, εντάξει. Να μου πείτε και λίγο ποια ήταν η εντύπωσή σας από τη Νότιο Αμερική για παράδειγμα, από τη Λατινική Αμερική.

Β.Μ.:

Νότια Αμερική. Ναι, ναι, ναι, ναι. Να σκεφτώ… Θεωρώ ότι έχει αρκετές επιρροές από τη Βόρεια Αμερική η Νότια Αμερική. Όπως θα μου πεις: «Και όλος ο κόσμος», έτσι; Η Κεντρική Αμερική έχει αρκετή επιρροή από όλα αυτά που γίνονταν στο παρελθόν. Με την προσπάθεια των ΗΠΑ να επικρατήσουν και να έχουν επιρροή κάπου. Η Νότια Αμερική έχει ιδιαιτερότητες. Έτσι όπως τις έζησα εγώ. Προφανώς υπάρχει αρκετή διείσδυση της θρησκείας, που τη φέραμε από την Ευρώπη εκεί πέρα, οπότε το βλέπεις αυτό το κομμάτι. Με τις εκκλησίες τους, με… Γενικότερα, μπήκα λίγο και σε αυτόν τον χώρο, αν και δεν είμαι άνθρωπος που πιστεύει γενικότερα. Αλλά παρ’ όλα αυτά ήθελα να έρθω κοντά σε ανθρώπους και μπήκα και σε εκκλησίες και κοιμήθηκα σε τζαμιά μέσα. Με φιλοξένησαν σε εκκλησία στη Λατινική Αμερική. Γενικότερα η Λατινική Αμερική θεωρώ ότι είναι ένα συνονθύλευμα δυτικού και τοπικού πολιτισμού. Και μένα μ’ αρέσει αυτό, διότι έχουνε κρατήσει στοιχεία προ-ευρωπαϊκά. Πάνω ψηλά, δηλαδή, στο Εκουαδόρ, στις Άνδεις γενικότερα, ο κόσμος ζει διαφορετικά. Αυτό που εμένα με χαλάει, είναι η ανισότητα λίγο. Δηλαδή βλέπεις, ειδικά όσο πλησιάζεις σε τουριστικά μέρη, ότι αρχίζουν και σε βλέπουν σαν πορτοφόλι. Ακόμα κι εμένα δηλαδή, το ένιωσα κι εγώ. Που δεν ήμουνα… Δηλαδή, κάποια στιγμή πήρα κάποια μολυβάκια και τα ‘δινα αριστερά, δεξιά. Τώρα, τι να κουβαλάς στο ποδήλατο πάνω; Αλλά έβλεπα παιδάκια που ζητούσαν πολύ περισσότερο εκεί πέρα. Που δεν το έζησα –να πω την αλήθεια– κάπου αλλού. Αυτό το «ζητάω, ζητάω, ζητάω». Το είδα αυτό σε κάποια σημεία, στο Περού, όχι τόσο στη Βολιβία. Λατινική Αμερική, τι να περιγράψεις; Γενικότερα θεωρώ ότι είναι ένα καλό μείγμα, εμένα μου άρεσε όλη η εμπειρία στη Λατινική Αμερική. Θυμίζει Ευρώπη εν μέρει αλλά δεν είναι Ευρώπη. Ειδικά όσο πιο απομακρυσμένα από αστικά κέντρα βρίσκεσαι. Που γενικότερα τα απέφευγα, δεν έμενα σε πόλεις. Τις προσπερνούσα τις πόλεις. Περνούσα, αν χρειαζόταν, θα έμενα σε κανένα κατάλυμα, έτσι, να κάνω ένα ντουζ, να φρεσκαριστώ και έφευγα. Τι να σου πω τώρα για Λατινική Αμερική; Το ξαναλέω: πρώτον, είναι τόσο πίσω αυτά σαν εμπειρίες, που μου έχουν μείνει πολύ τρανταχτά σημεία, βιώματα, σαν συναισθήματα πιο πολύ. Δεν θυμάμαι συγκεκριμένα πράγματα και αυτού του είδους η έλλειψη της λεπτομέρειας, πραγματικά με κάνει και κρατάω τα πολύ θετικά κομμάτια. Εννοείται, την ανισότητα την έβλεπα, στη Λατινική Αμερική υπάρχει ανισότητα. Το βλέπεις. Δηλαδή, παράγκες, με αυτούς που μένουν σε βίλες και ουρανοξύστες. Τα τείχη, ας πούμε. Και Κεντρική Αμερική. Ψηλούς φράχτες, όχι σαν τους δικούς μας. Δεν έβλεπες το σπίτι από πίσω. Υπάρχει ανισότητα έντονα στη Λατινική Αμερική. Θα μου πεις, και στη Νότια Αφρική υπάρχει και σε άλλα σημεία του πλανήτη. Στην Ελλάδα δεν θα το δεις τόσο πολύ ή στην Ευρώπη αυτό. Υπάρχει πιο, έτσι, μέση τάξη… Λιγότερες ανισότητες. Εκεί είδα ανισότητα, είδα ανισότητα αρκετή.

Χ.Ψ.:

Ναι, αυτό ήταν, εντάξει. Εγώ θα ήθελα επίσης να ρωτήσω και σε ποιο μέρος νιώσατε τη μεγαλύτερη οικειότητα.

Β.Μ.:

Την οικειότητα –μπορώ να πω–, επειδή δεν έψαχνα γενικότερα το να βρω κάτι με αυτό που έχω ζήσει στο σπίτι μου. Δεν έψαχνα να βρω ένα άλλο σπίτι. Προφανώς οικειότητα νιώθεις όταν είσαι στις ελληνικές κοινότητες. Εντελώς κοινά πράγματα, γιατί ήταν σαν να ήμουνα στο σπίτι μου. Μακριά βέβαια, αλλά πάλι έμοιαζε, ήταν πολύ –έτσι– γνώριμο. Η αλήθεια είναι όμως ότι τα περισσότερα συναισθήματα, τα θετικά, τα έβγαλα εκεί που δεν το περίμενα, που ήταν όταν ένας άγνωστος ερχόταν και σε παρακαλούσε να έρθεις στο σπίτι του, για να σε γνωρίσει. Εμένα αυτό μου κάνει τεράστια εντύπωση. Το να σε παρακαλάει κάποιος που δεν σε ξέρει... Και μπορώ να σου πω ότι το ίδιο μου λένε κι εδώ. Έχω αρκετούς γνωστούς –με την Αριάδνη, τη γυναίκα μου, που το συζητάμε–, που λένε: «Καλά ρε παιδιά, έρχονται ποδηλάτες, έρχονται…». Γιατί έχουμε φιλοξενήσει πάρα πολύ κόσμο στα σπίτια μας, για να πάρουμε καινούρια ερεθίσματα κι εμείς και τώρα που έχουμε και μικρά παιδιά, για να το συνηθίζουν αυτό, γιατί το θέλουμε. Όλοι σοκάρονται, όταν λες ότι ανοίγεις τις πόρτες σου σε άγνωστους. Μα αυτός δεν είναι ο σκοπός; Αν ήταν να’ ταν γνώριμος, ε τι να το κάνω; Δεν έχει κάτι το καινούριο αυτό. Το να έρθει κάποιος και να μου πει: «Θα φάω…», το ίδιο πράγμα που τρώω κάθε μέρα ή «Θα σου πω το ίδιο πράγμα που ακούς κάθε μέρα»… Τι να το κάνω; Για μένα τι να το κάνω; Για κάποιους, έτσι, σε κάνει να νιώθεις ασφαλής, σε κάνει να νιώθεις καλά. Εμένα μου έλειπε αυτό και το αναζήτησα. Το να νιώσω κάτι άλλο. Και το αναζητώ και σήμερα. Γι’ αυτό και κάνουμε αυτά που κάνουμε και ανοίγουμε τις πόρτες μας σε ανθρώπους που δεν γνωρίζουμε. Αλλά για μένα αυτό ήταν πάρα πολύ σημαντικό. Το ότι πραγματικά άγνωστοι άνθρωποι θέλανε να με γνωρίσουνε και να μου προσφέρουνε ό,τι είχανε και δεν είχανε. Είναι συνταρακτικό. Δεν το είχα συνηθίσει αυτό. Και γι’ αυτό λέω ότι αλλάζεις μέσα από τις εμπειρίες. Αλλάζεις, πραγματικά και κάποια πράγματα μετά τα βλέπεις πολύ διαφορετικά.

Χ.Ψ.:

Και έχετε διατηρήσει επαφές με κάποιον που να γνωρίσατε σε αυτό το ταξίδι μέχρι και σήμερα;

Β.Μ.:

Είχα διατηρήσει επαφές για αρκετά χρόνια, απλά η καθημερινότητα εμένα με πήρε… Το πάλεψα δηλαδή για αρκετό αρκετό και μπορώ να πω ότι το ευχαριστιόμουνα. Ε νομίζω ότι κάποια στιγμή, μετά από μια πενταετία ατόνησαν από το συγκεκριμένο ταξίδι. Εννοείται ότι και πλέον, με αυτή τη δικτύωση που υπάρχει, είναι πιο εύκολο να διατηρείς επαφές. Σίγουρα έχω κρατήσει με κάποιους πολύ λίγους. Όχι, πλέον, σε αυτό το ταξίδι, δεν έχω κάποιον με τον οποίον επικοινωνώ. Γενικότερα εγώ δεν επικοινωνώ με πολύ κόσμο. Ανοίγω, κλείνω κύκλους και συνεχίζω. Είμαι λίγο εστιασμένος στους κύκλους που βρίσκονται εκεί η στιγμή ανοιγμένοι. Τους αλλούς τους κλείνω κάπως. Εγώ προσωπικά κάπως έτσι λειτουργώ. Πολύ ευχαρίστως όμως, και το σκέφτομαι κάποια στιγμή που θα ξεφύγω από την καθημερινότητα που είμαι τώρα. Νομίζω έχω κρατήσει στοιχεία, έχω ένα ολόκληρο ημερολόγιο που κρατούσα στοιχεία. Θα ξανακάνω κάποιες επαφές, απλά και μόνο για να τους πω πόσο το εκτίμησα όλο αυτό που έγινε. Αλλά νομίζω ότι αυτό θα έρθει σε μελλοντικό χρόνο. Πλέον είναι εύκολο βέβαια.

Χ.Ψ.:

Άρα λοιπόν κρατούσατε και ημερολόγιο σε όλο το ταξίδι και τα γράφατε μετά στο τέλος της…;

Β.Μ.:

Ε λίγα πραγματάκια, ένα ημερολογιάκι που το κρατούσα καθημερινά. Μια περίληψη αυτών έχω περάσει στο μπλογκ. Έχω κάποια στοιχεία, δηλαδή κάποια στιγμή ελπίζω να κάτσω, να τα διαβάσω με τα παιδιά, να νιώσουν έτσι, να δουν τι ήταν αυτό που πέρασα, πώς το βίωσα.

Χ.Ψ.:

Πώς επιλέξατε να μείνετε στη Θεσσαλονίκη, ενώ είστε τόσο ανοιχτοί γενικά; Εννοώ, να είστε ξανά στον τόπο σας και δεν έτυχε να μείνετε κάπου αλλού;

Β.Μ.:

Πού; Για το εξωτερικό; Καταρχήν δεν μένουμε Θεσσαλονίκη. Μένουμε εκτός Θεσσαλονίκης, σε υπαίθριο, σε αγροτική περιοχή. Είμαστε κοντά μεν στην Θεσσαλονίκη αλλά στα χωράφια μένουμε, πρώτον. Δεν ξέρω μετά από όλες αυτές τις εμπειρίες, αν θα μπορούσα να κλειστώ σε ένα διαμέρισμα, να ζήσω. Δεν το βλέπω να γίνεται. Και νομίζω και τα παιδιά και η οικογένεια, γενικότερα, που είμαστε, δεν μας ταιριάζει αυτό. Τώρα, γιατί δεν είμαστε κάπου σε άλλη χώρα; Εγώ προσωπικά είμαι έτοιμος, όποτε οι υπόλοιποι συναποφασίσουνε, να πάω οπουδήποτε. Δεν έχω κανένα πρόβλημα, θα ξεκινήσω από το μηδέν, με ενδιαφέρει πάρα πολύ, μ’ αρέσει. Απλά, εντάξει, για ευκολία ακόμα και επειδή και τα παιδιά θέλουνε μια σταθερότητα στα πρώτα τους βήματα. Βέβαια, νομίζω ότι και το άλλο κομμάτι, του να προσαρμόζεσαι, πλάθεται. Προσωπικά δεν θα φέρω πολλές αντιρρήσεις, αν κάποιος μου πει: «Έλα, πάμε να φύγουμε του χρόνου, να πάμε να ζήσουμε κάπου αλλού». Θα μου άρεζε. Τα ταξίδια τα παλεύουμε σιγά-σιγά, διότι με τρία μικρά παιδιά και σε κοντινή ηλικία, δεν είναι απλά τα πράγματα, αν και έχω δει ποδηλάτες που με οικογένεια, με μικρά παιδιά ταξιδεύανε, το παλεύανε κι αυτοί, με δυσκολίες εννοείται, το κάνανε. Εμείς ακόμα δεν το τολμήσαμε αυτό. Βέβαια έχουμε ένα αυτοκινούμενο, ένα τροχόσπιτο δηλαδή, το οποίο μας δίνει τη δυνατότητα κι έχουμε κάνει κάποια… Δειλά-δειλά δηλαδή, φέτος που πέρασε το καλοκαίρι δηλαδή, κάναμε ένα δεκαπενθήμερο, εικοσαήμερο ταξίδι και γυρίσαμε όλη τη βόρεια Ελλάδα.[00:50:00] Του χρόνου λέμε να πάμε στο εξωτερικό, μ’ αυτόν τον τρόπο. Οπότε ναι, θέλουμε δειλά-δειλά να ξεκινήσουμε, στο επόμενό μας ταξίδι. Πίστεψέ με, έχω χορτάσει ταξίδια προσωπικά, έχω κάνει αρκετά. Αυτό ήταν ένα μεγάλο, αλλά για 7-8 χρόνια της ζωής μου σχεδόν κάθε εξάμηνο ήμουνα με το ποδήλατο κάπου αλλού. Ταξίδεψα δηλαδή αρκετά, χόρτασα, έζησα αρκετά αυτό το βίωμα. Τώρα ήρθε η ώρα να το μοιραστούμε και με τα μικρότερα παιδιά. Ναι, δεν έχει τελειώσει, δεν έχει κλείσει αυτός ο κύκλος και δεν ξέρω… Νομίζω ότι είναι εθιστικό. Κάποια στιγμή δηλαδή αν το κάνεις σε τέτοιο βαθμό, δεν σκέφτεσαι να το σταματήσεις ποτέ. Παίρνεις τόσα πράγματα πίσω, που δεν σταματάς εύκολα.

Χ.Ψ.:

Επειδή αυτό το ταξίδι ήταν το 2005 μου είπατε…

Β.Μ.:

‘05 με ‘06. Ναι, ναι.

Χ.Ψ.:

Που εκείνη την περίοδο και το ίντερνετ δεν ήταν τόσο διαδεδομένο, ούτε τα smartphones και τα λοιπά. Είπατε λοιπόν ότι είχατε αντιγράψει, είχατε βρει τους οδικούς χάρτες από τον Άτλα, αλλά όλα τα υπόλοιπα πώς γινόντουσαν; Από το να βρείτε πού θα μπορείτε να μείνετε, να βρείτε ένα ξενοδοχείο, μέχρι να στείλετε στους δικούς σας ένα μήνυμα ότι «Είμαι καλά». Όλο αυτό, για παράδειγμα, πώς γινόταν;

Β.Μ.:

Δεν γινόταν, ουσιαστικά, ειδικά οι επικοινωνίες. Τότε έψαχνα και σε χώρες που δεν… Δηλαδή μπαίνοντας στην Ασία, ακόμα και στην Τουρκία, να βρεις ένα ίντερνετ καφέ που αν δουλεύει –ίντερνετ καφέ, έτσι;–, να έχει χελώνα ταχύτητα και να στείλεις ένα e-mail που να πεις ότι «Είμαι καλά». Υπήρχε και διάστημα, που έφτασα σχεδόν ένα μήνα που δεν ξέρανε που είμαι. Οπότε, καταλαβαίνω από την πλευρά των δικών μου δεν ήταν εύκολη εμπειρία. Εγώ περνούσα καλά βέβαια, αυτοί δεν το ξέρανε ότι… Τους έλεγα ότι περνούσα και «Μην ανησυχείτε», αλλά προφανώς όταν είσαι πίσω, είναι αλλιώς τα πράγματα, το βλέπεις αλλιώς. Προσπαθούσα να κάνω το καλύτερο δυνατό. Βέβαια κι εγώ δεν είμαι πολύ το να στέλνω «Μην ανησυχείτε» και «Μην ανησυχείτε», δεν το ’χω τόσο πολύ, αλλά επειδή ήξερα ότι υπάρχει αυτό το ενδεχόμενο να ανησυχούν, όσο μπορούσα έστελνα. Δεν ήταν εύκολη η επικοινωνία. Τώρα τα πρακτικά στην καθημερινότητα ήταν πολύ απλά. Δεν υπάρχει για μένα ξενοδοχείο. Είσαι πλήρως αυτόνομος στο ποδήλατο. Δηλαδή έχεις τη σκηνή σου, το να βρεις κάπου να μείνεις. Έχεις φτάσει προς το τέλος της μέρας; Θέλεις να σταματήσεις; Βρίσκεις αριστερά, δεξιά. Ακόμα και σε οργανωμένα μέρη, δηλαδή πας σε ένα βενζινάδικο, πας… Έχω μείνει σε πυροσβεστικούς σταθμούς, σε αστυνομικά τμήματα στη Λατινική Αμερική, που μου λέγανε: «Έλα βάλε τη σκηνή σου εδώ και κοιμήσου. Μην ανησυχείς». Είσαι τόσο ανεξάρτητος πάνω στο ποδήλατο, που ανά πάσα στιγμή λες: «Θα κάτσω και θα κοιμηθώ εδώ». Δεν ψάχνεις ούτε κάμπινγκ, ούτε ξενοδοχείο, ούτε τίποτα. Το ξενοδοχείο το χρειάζεσαι μία στο τόσο για ένα φρεσκάρισμα. Αλλά για μένα ήταν σπάνιο. Τι να σου πω; Μια φορά στις 7 μέρες; Στις 10; Οπότε, ήσουνα πλήρως ανεξάρτητος και αυτόνομος. Δεν υπήρχε τέτοιου είδους δυσκολία: «Πού να κοιμηθώ;», «Τι να φάω;» και τα λοιπά. Τι έτρωγα; Μαγείρευα κυρίως. Εννοείται, στην Ασία το είχα κόψει λίγο το μαγείρεμα, γιατί δεν έχει νόημα να αγοράζεις και να μαγειρεύεις μόνος σου, όταν το ένα πιάτο κάνει, ξέρω γω, ένα ευρώ ή μισό ευρώ. Θα φας έτοιμο, θα πας να δοκιμάσεις τα τοπικά μαγειρεία, να το πω πολύ απλά. Οπότε έτρωγα πολύ φτηνά, γλίτωνα τον κόπο και στήριζα και τοπικούς επαγγελματίες, στα μικρά εστιατόρια που έβρισκα αριστερά, δεξιά. Είναι απλά τα πράγματα. Γενικότερα στο ταξίδι με ποδήλατο, αν δεν το κάνει κάποιος, δεν μπορεί να το συλλάβει. Έχεις την πλήρη ελευθερία. Με όλες τις δυσκολίες που αυτό συνεπάγεται, εννοείται. Εκτεθειμένος, αλλά παντελώς ελεύθερος να κάνεις ό,τι θέλεις. Έχεις όλη τη μέρα στη διάθεσή σου. 24 ώρες το 24ωρο κάνεις ό,τι θέλεις. Δεν υπάρχει «πρέπει». Ήξερα ότι έχω μια διαδρομή, η οποία διαδρομή είτε θα την κάλυπτα σήμερα, είτε θα την κάλυπτα αύριο, είτε μεθαύριο, είτε σ’ ένα μήνα. Δεν έχει σημασία. Μου έτυχε αναποδιά στον Παναμά, που ήθελα να περάσω στη Νότια Αμερική, έχοντας κάνει την Κεντρική Αμερική. Δεν ήξερα για παράδειγμα ότι δεν υπάρχουν σύνορα ανάμεσα σε Παναμά και Κολομβία. Ότι είναι μια ζούγκλα, που εκεί πέρα  γίνεται διακίνηση ναρκωτικών και ότι δεν έχει κανονικό δρόμο. Έχει κάτι μονοπατάκια, που μπαίνεις μέσα και μπορεί να μη βγεις, μου λέγανε. Οπότε εκεί πέρα δεν ρίσκαρα, περίμενα και ήμουνα και τυχερός κιόλας. Γνώρισα κάποιους Έλληνες εκεί πέρα και κανόνισαν… Αυτό δεν γίνεται, δεν είναι διαδεδομένο, σπάνια συμβαίνει, απλά έτυχε και να λείπει ένας Έλληνας –νομίζω υποπλοίαρχος ήτανε– σε άδεια και με εξυπηρέτησαν, μου δώσαν την καμπίνα του ανθρώπου, μου πήραν το ποδήλατο πάνω στο καράβι και με πήγανε στο λιμάνι στη Νότια Αμερική. Κάναμε μια παράκαμψη δηλαδή, για να γλιτώσω αυτό… Αλλιώς θα έπρεπε να ψάχνω αεροπλάνα. Βάζεις στο μυαλό σου και λες: «Θα καταφέρω κάτι». Κάθισα εκεί πέρα, δούλευα, βοηθούσα, αριστερά, δεξιά, για 10 μέρες, με φιλοξενούσαν οι άνθρωποι και κάποια στιγμή ήρθε η ώρα μου, βρήκαμε λύση και συνέχισα το ταξίδι μου. Είσαι ευέλικτος με λίγα λόγια. Δεν έχεις να σκεφτείς αυτά που έχεις να σκεφτείς, όταν ζεις στο σπίτι σου. Και το ίδιο και τα έξοδα. Έχω πολύ περισσότερα έξοδα, όταν ζω την καθημερινότητά μου στο σπίτι μου, παρά όταν ταξίδευα με το ποδήλατο. Και αυτό πρέπει να το καταλάβει κάποιος. Ξέρεις, αυτός ο μύθος το ότι για να ταξιδέψεις, πρέπει απαραίτητα να έχεις χρήματα στην άκρη ή να είσαι πλούσιος, για να κάνεις τέτοια ταξίδια. Δεν ισχύει παιδιά. Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ταξιδέψεις πλέον.

Χ.Ψ.:

Μπορείτε να θυμηθείτε ποια ήταν τα συναισθήματά σας, μία μέρα πριν ξεκινήσετε το ταξίδι και πάτε στην Τουρκία και ποια ήταν τα συναισθήματά σας, όταν ολοκληρώθηκε το ταξίδι και πέσατε στο κρεβάτι σας και κοιμηθήκατε εκείνο το βράδυ, που είχε τελειώσει όλο αυτό;

Β.Μ.:

Θυμάμαι σίγουρα πριν ξεκινήσω ότι ήμουνα πολύ ενθουσιασμένος. Βέβαια, όταν ανέβηκα στο ποδήλατο και έκανα αυτή την πρώτη ανηφόρα, βγαίνοντας από Θεσσαλονίκη, για να φύγω για Καβάλα, ας πούμε, θυμάμαι ότι αυτό ήταν ένα μείγμα ενθουσιασμού και αυτό του δέους για το άγνωστο. Και τώρα τι; Ξέρεις, όταν ξεκινάς, να κάνεις κάτι, που δεν το γνωρίζεις καθόλου, γιατί αυτό ήταν ουσιαστικά για μένα. Ήταν κάτι ασύλληπτο, κάτι τόσο μεγάλο. Προφανώς δεν ήξερα ότι θα τα καταφέρω. Μπήκα, ξεκίνησα και είπα: «Θα πάω, όσο πάω». Αλλά είχε πολύ ενδιαφέρον αυτό το πριν και μπορεί και να μην κοιμήθηκα πολύ καλά την προηγούμενη τέτοια από τον ενθουσιασμό. Ότι ήμουνα σε αναμμένα κάρβουνα. Αλλά αυτό το δέος του άγνωστου. Η αλήθεια είναι, ξέρεις, όσο μαθαίνεις, όσο γνωρίζεις κάτι, δηλαδή μετά από 3 μήνες, δεν υπήρχε αυτό. Είχα μάθει κιόλας αυτά που δεν ήξερα, είχα δημιουργήσει και ένα σύστημα. Πλέον ήξερα, πρόβλεπα πράγματα. Τι να ψάξω, για να κοιμηθώ καλύτερα και τα λοιπά. Είχα βγάλει ένα σύστημα σε όλο αυτό. Στο πώς η καθημερινότητά μου να την κάνω έτσι, ώστε να βγαίνει αποδοτική. Στο πώς να ποδηλατώ καλύτερα, στο τι να προσέχω, από δω, από κει και τα λοιπά. Αλλά στην αρχή ήταν αυτό, το εντελώς άγνωστο. Ακόμα και στον τρόπο επικοινωνίας με ανθρώπους. Ξέρεις, όσο πιο πολύ κόσμο γνωρίζεις, τόσο πιο ευέλικτος γίνεσαι και μπορείς και αντιμετωπίζεις. Οπότε, ναι, στην αρχή ήταν αυτό το «Θέλω να κάνω κάτι, δεν ξέρω τι είναι αυτό το πράγμα που θα αντιμετωπίσω» και είσαι λίγο, αυτό το δέος, αυτό πιστεύω. Στον γυρισμό, ήθελα να γυρίσω. Ειδικά τις τελευταίες χώρες τις έκανα πολύ γρήγορα. Ιταλίες, αυτά τα γνώριμα κομμάτια, που τα’ χα ξανακάνει, είχα ξαναταξιδέψει σε αυτά. Αυστρία, Ελβετία, Γερμανία, όλα αυτά, τα έκανα πολύ γρήγορα, γιατί ήμουνα έτοιμος να γυρίσω. Βέβαια μπαίνοντας στην Ελλάδα, κατέβηκα μέχρι την Πελοπόννησο και ξαναγύρισα μετά προς τα πάνω. Ήθελα να κάνω αυτόν τον γύρο, έτσι, να δω λίγο και την Ελλάδα με το ποδήλατο. Μπορώ να σου πω ότι ένιωσα αυτό το να κλείνει κάτι. Είχα καταφέρει, ρε παιδί μου, ένα μεγάλο όνειρο. Κάτι που με έκαιγε πολύ καιρό, είχα καταφέρει να το ικανοποιήσω. Και θεωρώ ότι το πρώτο διάστημα, εννοείται ότι το να κοιμηθείς σπίτι σου μετά από 14 μήνες περιήγησης, ντάξει, μου ήταν ξένο. Μου ήταν πολύ ιδιαίτερο. Αυτό: η επιστροφή. Και ίσως γι’ αυτό το λόγο και συνέχισα τα ταξίδια. Πέρασε λίγος καιρός, ξαναταξίδεψα και τα λοιπά. Δεν είναι εύκολο, όταν γίνεσαι νομάς, μετά να πεις «Α, γύρισα στο σπίτι μου και συνεχίζω». Τι συνεχίζεις;  Τι ακριβώς συνεχίζεις; Ούτε η δουλειά… Γιατί είχα κάποια επαγγελματική δραστηριότητα, την άφησα, είχα βάλει κάποια χρήματα στην άκρη, για να κάνω αυτό που ήθελα να κάνω και μετά τι; Δεν είναι εύκολο να γυρίσεις στην καθημερινότητα, έτσι όπως την ήξερες πριν. Θεωρώ ότι και οι άνθρωποι που γνωρίζω πλέον, που έρχονται και δεν είναι το ταξίδι του μήνα ή του τριμήνου, ας πούμε. Νομίζω ότι μετά από ένα εξάμηνο –εκεί για μένα ήταν ένα καθοριστικό σημείο–, χάνεσαι. Χάνεσαι, όταν λέω, χάνεις την επαφή με το παρελθόν και μπαίνεις πραγματικά και ζεις στο σήμερα. Το βίωμα είναι αυτό: το σήμερα, το έχεις ξεχάσει το ποιος ήσουνα και τι έκανες. Αλλά νομίζω θέλει ένα εξάμηνο. Στο τρίμηνο είναι οριακά, δεν προλαβαίνεις να το νιώσεις ή τουλάχιστον εγώ δεν πρόλαβα. Γιατί το είδα και σ’ άλλα ταξίδια. Όταν πλησίαζα το εξάμηνο, εκεί ήτανε που χάνεσαι και μπαίνεις σε άλλου είδους [01:00:00]πραγματικότητα. Και μάλιστα έτσι έμαθα… Ισπανικά δεν μιλούσα. Επειδή… Και εννοείται, μπορείς να πεις: «Θα χρησιμοποιήσεις τα αγγλικά σε όλον τον κόσμο». Εγώ δεν ήθελα να κάνω αυτό το πράγμα. Σε όποια χώρα πήγαινα, προσπαθούσα να μάθω τοπική διάλεκτο. Εντάξει, τα ελληνικά και τουρκικά έχουμε πολλές κοινές λέξεις, Οπότε καταλάβαινα 5 λέξεις, έμαθα και άλλες, ξέρω γω, 50-100 και ψιλοσυνεννοούμουν. Από κει με λίγα τουρκικά μπήκα και έμαθα και λίγα φαρσί στο Ιράν και μπλα, μπλα, μπλα, προχωρούσα, σε κάθε χώρα που πήγαινα… Σε κάποιες χώρες δεν κατάφερα να μάθω κάτι, αλλά από το Μεξικό και κάτω, ας πούμε, που ήμουνα περίπου 6 μήνες σε χώρες που μιλούσαν ισπανικά-πορτογαλικά, έμαθα ισπανικά από το μηδέν. Ούτε «Hola» δεν ήξερα να πω. Έμαθα ισπανικά. Άκουσα γαλλικά και βελτίωσα πέντε γαλλικά που ήξερα. Στα γερμανικά, ιταλικά, γερμανικά, όλες αυτές τις γλώσσες που ψιλοήξερα, τις δούλεψα. Οπότε καταλαβαίνεις ότι και το μυαλό χάνεται και μπαίνει σε άλλες, εντελώς… Και τη γλώσσα προσπαθείς και μιλάς την τοπική, μπαίνεις πραγματικά λίγο στα παπούτσια του αλλουνού και προσπαθείς να έρθεις, όσο πιο κοντά γίνεται, στην καθημερινότητά του. Τέτοια διαφορετική πραγματικότητα. Επιστρέφεις στη δική σου, που είχες αφήσει… Πίστεψέ με, δεν είναι εύκολο να μπεις και να πεις: «Γύρισα». Παίρνει πολύ καιρό και μου πήρε όντως καιρό. Και θα μου πεις… Στην προσαρμογή τώρα… Σε αλλάζει. Τέτοια ταξίδια σε αλλάζουν γενικότερα. Οπότε, ναι, θεωρώ ότι έχει πολύ ενδιαφέρον να δεις πώς ήσουν και πώς επέστρεψες.

Χ.Ψ.:

Και πώς σας άλλαξε αυτό το ταξίδι; Πώς θα ήσασταν αν δεν είχατε πάει;

Β.Μ.:

Εντάξει, το ξαναλέω, δεν μπορώ να πω ότι έχω φτάσει εκεί που θέλω πραγματικά, αλλά μπορώ να πω σίγουρα να πω, ότι ακούω, ίσως, καλύτερα τον άλλον; Τη διαφορετικότητα. Ότι είμαι λίγο πιο ανοιχτός στο ότι δεν παίρνω δεδομένο το ότι επειδή εγώ σκέφτομαι έτσι, όλοι σκέφτονται έτσι. Ή επειδή εγώ κάνω αυτό, πρέπει να το κάνει και ο άλλος. Προσπαθώ… Και δεν είναι πάντα εύκολο αυτό να το κάνεις. Να δώσεις χώρο. Να πεις ότι «Εγώ είμαι έτσι, αλλά ο άλλος είναι αλλιώς» και πραγματικά να το εφαρμόσεις αυτό και να το αποδεχτείς. Νομίζω ότι σίγουρα, σε αυτό το κομμάτι αλλάζεις. Θέλεις, δεν θέλεις. Τώρα εννοείται ότι γυρνώντας και περνώντας κάποια χρόνια σε μία ρουτίνα, σε έναν χώρο που τα πράγματα γίνονται με έναν, δυο, τρεις τρόπους συγκεκριμένους, πάλι λίγο χάνεσαι σε όλο αυτό το άνοιγμα που είχες καταφέρει να βιώσεις. Παρ’ όλα αυτά, νομίζω ότι έχουν μείνει αρκετά δυνατά ψήγματα και βιώματα. Εύκολα θα σε επαναφέρουν σε αυτό το «μην παίρνεις τίποτα δεδομένο πέρα από το ότι ο κόσμος είναι καλός» ή κάποια –έτσι– κοινά, πανανθρώπινα στοιχεία, που τα βίωσα στο πετσί μου. Αλλά σίγουρα αυτό, το να ανοίξουμε λίγο τα μυαλά μας, να είμαστε πιο δεκτικοί απέναντι στους άλλους, να σεβόμαστε σίγουρα το περιβάλλον. Είδα… Αυτονόητα γι’ αυτούς αλλά για μένα ήταν τραγικά. Το σκουπίδι, η διαχείριση… Βέβαια, θα μου πεις, ο καταναλωτισμός στις χώρες που δεν είναι τόσο ανεπτυγμένες, δεν είναι τόσο έντονες όσο εμάς. Παρ’ όλα αυτά η έλλειψη συστημάτων διαχείρισης απορριμμάτων ήταν πολύ, έτσι… Την έβλεπες. Για παράδειγμα εγώ κρατούσα ό,τι σκουπίδι είχα σε σακουλίτσα πάνω στο ποδήλατό μου και τη βλέπανε κάποιοι και λέγανε: «Φέρ’ την εδώ» κι εγώ νόμιζα ότι θα την πετάξουνε σε κάποιο κάδο ή κάπου. Και την παίρνανε και την πετούσανε να, έτσι, λίγο παρακάτω. Και έλεγα: «Τι κάνουν αυτοί; Εγώ τα κουβαλάω μαζί». Οπότε, τι θέλω να πω; Γενικότερα σε ανοίγει όλη αυτή η εμπειρία, σε κάνει να μη θεωρείς τίποτα τόσο αυτονόητο. Νομίζω αυτό μου έχει μείνει περισσότερο. Και γι’ αυτό, το ξαναλέω, δεν χρειάζεται να φοβάσαι να φέρεις ανθρώπους κοντά σου, για να μάθεις και να εξελιχθείς μέσα από αυτό. Το άνοιγμα, να ανοίξεις. Δεν είναι εύκολο, το ξαναλέω. Η καθημερινότητα μάς πηγαίνει αριστερά, δεξιά. Το χάνουμε λίγο. Αλλά παρ’ όλα αυτά υπάρχει εκεί πέρα και καλό είναι να το θυμόμαστε, να το έχουμε στο μυαλό μας. Νομίζω ότι είπα αρκετά, ίσως περισσότερα από όσα συνηθίζω να λέω. Με ενδιαφέρει πραγματικά να βγει προς τα έξω κάτι θετικό και το κομμάτι του… Και νομίζω ότι οι άνθρωποι χρειάζεται να βγάλουνε αυτό το παιδικό, αυτό στην φωτιά που σε καίει από μικρό. Όλοι έχουμε φωτιά μέσα μας, πιστεύω. Κι όλοι κάπου μπορούμε να την εκφράσουμε, να τη βγάλουμε προς τα έξω. Είναι σημαντικό να πιστεύουμε… Κι αυτό θέλει σύστημα βέβαια, για να μπορέσεις να το αποδομήσεις και να το φέρεις στα μέτρα σου. Αλλά να νιώθουμε ότι όντως αν κάτι το έχουμε μέσα μας, πρέπει αν προσπαθήσουμε να το βγάλουμε και να το παλέψουμε, να το καταφέρουμε, οτιδήποτε κι αν είναι αυτό, δεν έχει σημασία. Για μένα ήταν ταξίδια. Να γνωρίσω διαφορετικά πράγματα. Για κάποιον άλλον μπορεί να είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Με ενδιαφέρει όμως, πραγματικά να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχει ασύλληπτο πράγμα. Αν δεν το παλέψεις, δεν μπορείς να ξέρεις αν θα γίνει ή δε θα γίνει. Ό,τι έχουμε στο μυαλό μας και μέσα μας, χρειάζεται να το πάμε ένα βήμα παραπέρα. Αυτό θέλω να περάσει. Κι ότι ο κόσμος είναι καλός και μπορείς να βρεις παντού κάπου να ακουμπήσεις. Να βοηθηθείς, για να πας ακόμα παραπέρα αυτό που έχεις μέσα σου. Εγώ το βίωσα πραγματικά.

Χ.Ψ.:

Θέλετε να πείτε κάτι άλλο, να κλείσω το μηχάνημα;

Β.Μ.:

Όχι. Δεν ξέρω αν σε κάλυψα εσένα, με αυτά που άκουσες, αλλά εγώ θεωρώ ότι είμαι… Γενικότερα θεωρώ ότι είμαι καλυμμένος από αρκετά από αυτά και που είπα αλλά και που τα νιώθω πραγματικά μέσα μου.