© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Ερευνώντας την ιστορία του σιδηροδρόμου στον Έβρο (΄Β Μέρος): Η έκδοση και η πρόσληψη του βιβλίου

Κωδικός Ιστορίας
14020
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Διαμαντής Μυρτσίδης (Δ. .)
Ημερομηνία Συνέντευξης
22/12/2021
Ερευνητής/τρια
Ευγενία Καραμπατζάκη (Ε.Κ.)
Ε.Κ.:

[00:00:00]Nα πούμε λίγα πράγματα για την παρουσίαση του βιβλίου. Για το πριν...

Δ. .:

Ναι. Nτάξει, ήταν η πρώτη παρουσίαση που έκανα, οπότε ήμουν αγχωμένος, γιατί είναι ιδιαίτερη κατάσταση αυτή που ζούμε τώρα με τον Covid, τα μέτρα αλλάζουν κάθε βδομάδα, δυστυχώς. Είχαμε προγραμματίσει να την κάνουμε σε άλλον χώρο, αλλά, δυστυχώς, με τις αποστάσεις και με όλα τα καινούργια πρωτόκολλα, στο Εθνολογικό Μουσείο χωρούσαν μόνο σαράντα δύο καθήμενοι, και, έτσι, επιλέξαμε να πάμε στον χώρο του Ιστορικού Μουσείου, που είναι απ’ τις πιο μεγάλες αίθουσες που υπάρχουνε στην πόλη της Αλεξανδρούπολης, χωρούσανε εξήντα εφτά άτομα, ήταν το όριο. Γέμισε η αίθουσα, ευτυχώς, πήγαν όλα καλά. Δυστυχώς, πολλά άτομα δεν κατάφεραν – πολλά, κάποια άτομα μείναν απέξω, δεν μπόρεσαν να μπούνε λόγω της κατάστασης. Οπότε, είχαμε προβλέψει ήδη από πριν να κάνουμε ζωντανή μετάδοση μέσω διαδικτύου, ήτανε δύσκολο για μας, γιατί ήτανε η πρώτη φορά, και εγώ και η οικογένειά μου και οι υπόλοιποι, έτσι, συντελεστές της εκδήλωσης δεν είχανε ξανακάνει, ούτε καλά καλά το Μουσείο. Ευτυχώς, είχε τρίποδα το Μουσείο και μπόρεσε να είναι σταθερό, βγάλαμε την κάρτα από το τηλέφωνο, τράβηξε. Εγώ προσωπικά ήμουνα πολύ αγχωμένος, φαίνεται, το είδες κι εσύ, φαίνεται και στο βίντεο. Ευτυχώς, οι υπόλοιποι συμπαρουσιαστες και ομιλητές ήταν έμπειροι και θεωρώ ότι πήγε πολύ καλά, ντάξει. Νομίζω ότι ειδικά ο κύριος Απόστολος, ο συνταξιούχος σιδηροδρομικός, το έχει πραγματικά, κέρδισε το ενδιαφέρον της εκδήλωσης, δηλαδή και εσύ, απ’ ό,τι είδα, κι εγώ, έμεινα, ντάξει, τον παραδέχθηκα. Η αλήθεια είναι ότι, όταν πήγε να μιλήσει και δεν είχε τίποτα μπροστά, ενώ οι υπόλοιποι είχαμε κάνει μια συζήτηση και είχαμε γραμμένα αυτά που θα πούμε, έτσι, είχαμε «συντονιστεί», αγχώθηκα, γιατί εγώ τα διάβαζα και πάλι ήμουν στρεσαρισμένος και, μόλις τον είδα να μιλάει χωρίς να έχει τίποτα, έμεινα με ανοιχτό το στόμα. Αλλά, τελικά, ο άνθρωπος πραγματικά το έχει, και ακόμα και για εμένα, που είχα προετοιμαστεί, άκουσα πράγματα τα οποία ήτανε για πρώτη φορά, αλλά ήτανε, έτσι, πολύ ανθρώπινος, προσιτός, είπε... Πραγματικά, νομίζω, στη συζήτηση που είχαμε μετά με όσα παιδιά παραβρέθηκαν, ότι ήτανε πολύ καλός, ακόμη και ο καθηγητής ο Μανωλάς που δεν μπορούσε να έρθει και το παρακολουθούσε από το διαδίκτυο, έμεινε έκπληκτος ο άνθρωπος, λέει: «Μπράβο», λέει, «ο κύριος Απόστολος ήτανε μοναδικός». Ντάξει, νομίζω ότι, στον καιρό την πανδημίας, με τον φόβο που υπάρχει, γιατί, δυστυχώς, δεν μπόρεσαν κάποιοι να ’ρθουν και είναι δικαιολογημένο, δηλαδή, ειδικά οι σιδηροδρομικοί οι οποίοι ήταν αυτοί που το βιβλίο αφορούσε ένα μέρος της καθημερινότητάς τους, ήταν κατανοητό, μου είπαν αρκετά άτομα ότι φοβούνται να έρθουνε και δεν θα έρθουν. Ντάξει, στεναχωρήθηκα μεν, αλλά, τι να κάνουμε, ντάξει, ας ελπίσουμε να είναι καλύτερη η κατάσταση την άνοιξη ή το καλοκαίρι και να μπορέσουμε να κάνουμε μια, έτσι, πιο ανοιχτή δράση, διαφορετικού χαρακτήρα. Ήρθαν, όμως, πάλι, νομίζω ότι τα άτομα που ήρθανε ήτανε άτομα που θέλανε, όπως εσύ, όπως ο Θοδωρής Ορδουμποζάνης, που είναι κι αυτός συγγραφέας και ερευνητής, και η κυρία η Γιαννακίδου η Αγγελική από το Εθνολογικό Μουσείο Θράκης, ο Δημήτρης ο Κιηγμάς από τον Φιλεκπαιδευτικό Σύλλογο, ο Χρήστος ο Κούκλατζης, από βουλευτές ο Αντιπεριφερειάρχης. Νομίζω ότι, ντάξει, ήρθαν άτομα που φάνηκαν να τους αρέσει και να συμμετέχουν κι αυτοί στην προσπάθεια. Έγινε και μια μικρή συζήτηση μετά, ήτανε και ο Γενικός Γραμματέας του Δήμου, ο κύριος Μπόγδης. Ε, εγώ αισθάνομαι ικανοποιημένος, δεδομένης της κατάστασης. Τώρα, αυτό, δεν ξέρω...

Ε.Κ.:

Μετά, αφού τέλειωσε η παρουσίαση, τι έκανες, πώς ένιωθες;

Δ. .:

Ε, μετά, ναι, εντάξει, αυτό, ήμουνα αγχωμένος και νομίζω ότι πήγε καλά, εντάξει. Μετά, βγήκαμε να χαλαρώσουμε έξω. Μετά από δύο βδομάδες, πήγαμε στο Σουφλί, κάναμε μια δεύτερη παρουσίαση εκεί. Βέβαια, ντάξει, εκεί πάλι τα πράγματα ήταν διαφορετικά, γιατί ήτανε πιο μικρό μέρος, εκεί είχαμε και μια άλλη ατυχία, έβρεχε, μας είχε πιάσει εκεί η καταιγίδα η καινούργια –δεν θυμάμαι πώς τη λένε–, ήρθε και το μήνυμα εκείνη την ημέρα, στρεσαρίστηκα ακόμα περισσότερο, γιατί φοβηθήκαμε ότι δεν θα έρθει και κανένας: να βρέχει, ο καιρός να είναι άσχημος... Πήγαμε στο Σουφλί, φτάσαμε, και η αλήθεια είναι ότι εκεί η αίθουσα χωρούσε τριάντα άτομα και 19:00 ήμασταν πολύ λίγοι και φοβήθηκα ότι δεν θα πάει καλά. Ευτυχώς, την ώρα που ξεκινήσαμε, 19:15, μαζεύτηκε ο κόσμος, εκεί γύρω στα είκοσι άτομα, και,[00:05:00] τελικά, απ’ ό,τι μου είπε ο Γιώργος Τσακίρης, στο Μουσείο Τέχνης του Μεταξιού, είκοσι εφτά άτομα στο Μουσείο. Ντάξει, εγώ στο Σουφλί, πάλι αυτό είπα, είμαι συναισθηματικά δεμένος, γιατί η μητέρα μου, η γιαγιά μου είναι απ’ τα Λαγυνά, από ένα μικρό χωριό δίπλα στο Σουφλί, και πηγαινοερχόμασταν συχνά, κυρίως στο παζάρι εκεί, ξέρεις, απ’ το χωριό να πάμε να ψωνίσουνε με τη γιαγιά τα καλοκαίρια. Που ένα καλοκαίρι καθόμασταν στα Λαγυνά, πηγαίναμε κάθε Παρασκευή, ήταν το καθιερωμένο δρομολόγιο, παίρναμε το πρωινό τρένο, πηγαίναμε στο Σουφλί, έκανε η γιαγιά τα ψώνια, μπορεί να μας πήγαινε και σε κανένα παιχνιδάδικο εκεί να μας πάρει κάτι, και επιστρέφαμε. Οπότε, ξέρεις, ειδικά και οι ηλικιωμένοι είναι πιο τυπικοί, έτσι, δηλαδή, το τρένο σχεδόν πάντα είχε καθυστέρηση, εμείς όμως θα ’μασταν στον σταθμό μισή ώρα πιο πριν, μισή ώρα που θα ‘χε καθυστέρηση, ε! Και ο πατέρας μου ήταν η πρώτη του δουλειά, σαν νεοδιοριζόμενος υπάλληλος, ήταν στον σταθμό του Σουφλίου, οπότε κι αυτός είχε αναμνήσεις να μας πει. Ήταν πολύ καλά, γιατί ο Μιχάλης ο Πατέλης και ο Θεόδωρος Ορδουμποζάνης, οι οποίοι είναι δύο διακεκριμένοι για μένα, έχουν γράψει από πέντε-έξι βιβλία ο καθένας για την ιστορία και για την περιοχή μας, και τον Έβρο, για την Αλεξανδρούπολη, για το Σουφλί, είχαν και το δικό τους φωτογραφικό υλικό που προβλήθηκε και, γενικώς, και οι δύο με υποστήριξαν σε όλη τη διάρκεια της έρευνας πριν, αλλά και ακόμα έχουμε μια καλή συνεργασία. Νομίζω ότι πάλι υπήρχε, όπως ήταν ο κύριος Απόστολος, έτσι κι αυτοί, ναι, ήταν λίγα τα άτομα, αλλά δεν μπορούσαν να έρθουν και παρά πολλά, λόγω των πρωτοκόλλων. Αλλά υπήρχε, έτσι, μια επικοινωνία πάλι, ντάξει, αυτό αισθάνομαι, είμαι ικανοποιημένος. Τώρα, με το καλό, αν θα μας το επιτρέψουνε οι καταστάσεις, προετοιμάζουμε να κάνουμε στην Ορεστιάδα μία παρουσίαση το 2022, είναι και η επέτειος του Εκπαιδευτικού Συλλόγου για την Ορεστιάδα, έχουμε εκατόν πενήντα χρόνια από την ίδρυσή της, από το 1782 που έγινε, οπότε, σε συνεργασία και με τον Φιλεκπαιδευτικό Σύλλογο και το πανεπιστήμιο και, ενδεχομένως, τον Δήμο, Θεού θέλοντάς και κορονοϊού επιτρέποντος, προγραμματίζουμε να κάνουμε μία δράση στην Ορεστιάδα. Αυτά.

Ε.Κ.:

Τώρα, αφού εκδόθηκε το βιβλίο, αφού υπάρχει και στα βιβλιοπωλεία κτλ., πώς βλέπεις την ανταπόκριση του κόσμου ξανά, πλέον;

Δ. .:

Ευγενία, η ιστορία είναι ατελείωτη και βλέπω ότι, ντάξει, ήταν μια πρώτη προσπάθεια, όπως είπα και την άλλη φορά, και βλέπω αυτό, ότι χαίρομαι που συμμετέχει ο κόσμος. Και το ευχάριστο είναι ότι προχθές – προχθές, τις προάλλες που ήμασταν στην παρουσίαση, με πιάσανε δύο-τρία άτομα και η κυρία Γιαννακίδου από το Μουσείο και άλλοι μεμονωμένοι, εγγόνια σιδηροδρομικών υπαλλήλων, οι οποίοι είχαν κάποιο υλικό και προσφέρθηκαν εκεί να μου το δώσουνε και, φυσικά, να μου πουν τις αναμνήσεις τους, γιατί, δυστυχώς, όπως είναι τώρα που δεν υπάρχει καταγεγραμμένη ιστορία, θα πρέπει να στηριχθούμε στις συνεντεύξεις. Οπότε, όσοι παραπάνω θελήσουν να βοηθήσουν, τόσοι πιο πολύ θα διαλευκάνουμε το τοπίο και θα κλείσουμε, έτσι, τις κενές σελίδες, έτσι, τα μελανά σημεία. Να, ας πούμε, τις προάλλες πάλι χάρηκα, γιατί μου έστειλε mail κάποιος κύριος από την Αθήνα και μου λέει: «Είμαι ο...» –δεν θυμάμαι το επίθετο του–, «ο πατέρας μου ήταν σταθμάρχης τη δεκαετία του ’60 στο Ορμένιο και επιβεβαιώνω αυτά που γράφεις για τον σταθμό». Ναι, επειδή δεν μπόρεσα να βρω, οπότε, ντάξει, τον ζήτησα πάλι τον άνθρωπο, έτσι, να έχουμε μια επικοινωνία και, ό,τι άλλο έχει και θέλει, πολύ ευχαρίστως να μπορέσουμε να βγάλουμε μια άκρη. Αυτά, συνεχίζεται η ιστορία, τώρα, ντάξει, ανταποκρίνεται θετικά ο κόσμος, αυτό. Και, φυσικά, εννοείται, όποιος άλλος θελήσει... Να, ας πούμε ένα άλλο: Στο Σουφλί, ένα άλλο παιδί με έπιασε και μου λέει: «Εγώ ετοιμάζω μια εργασία για τις γέφυρες, ψάχνω πράγματα», λέω: «Δες το και, αν μπορώ να σε βοηθήσω κάπου κι εγώ απ’ αυτά που έχω βρει, πολύ ευχαρίστως, εννοείται, να σου πω ό,τι έχω βρει, αν σε ενδιαφέρουνε, για τις δύο σιδηροδρομικές γέφυρες, που γράφω μες στο βιβλίο, εδώ στον Έβρο, με χαρά μου».

Ε.Κ.:

Είχες αναφέρει κι άλλη φορά ότι είχες βγάλει, στην αρχή, ένα άλλο βιβλίο και, μετά, αυτό που έχω κι εγώ στα χέρια μου είναι το δεύτερο.

Δ. .:

Ναι, αυτή είναι η επανέκδοση ουσιαστικά, γιατί αυτό... ήταν το πρώτο, το είδανε διάφοροι, έτσι, και, όταν τελείωσαν τα αντίτυπα, ευτυχώς μπορέσαμε και διορθώσαμε κάποια–

Ε.Κ.:

Είχε εκδοθεί κανονικά το άλλο βιβλίο.

Δ. .:

Ναι, ναι, ναι, ναι. Τον Ιούνιο βγήκε το πρώτο και τον Οκτώβριο έβγαλα το δεύτερο. Ήταν εκατόν πενήντα κομμάτια, διακόσια –κι άλλα πενήντα–, διακόσια κομμάτια το πρώτο[00:10:00], και τα υπόλοιπα διακόσια που πήραμε τον Οκτώβριο, τα υπόλοιπα διακόσια κομμάτια, και, δεν ξέρω, ίσως αν εξαντληθούν και αυτά, δηλαδή έχουν μείνει... γύρω στα εβδομήντα; Θα δούμε πώς θα πάει, ενδεχομένως να προχωρήσουμε και σε τρίτο, σε δεύτερη επανέκδοση, δηλαδή σε τρίτη έκδοση. Αυτό, δεν ξέρω κάτι άλλο.

Ε.Κ.:

Πώς το βλέπεις; Θα βγάλεις κι άλλο βιβλίο σχετικό, εννοώ και δεύτερο μέρος; Να το πω έτσι.

Δ. .:

Δεν ξέρω, γιατί δεν ξέρω πώς θα πάνε τα πράγματα. Τώρα, ας πούμε, είχα σκοπό να πάω, δεν το είχα, βασικά, στην αρχή να πάει τόσο καλά, ας πούμε, τώρα που το συζητούσαμε κι εδώ ίσως θα μπορούσε να πάει σε μία θεματική ενότητα, δηλαδή να γίνει ένα λεύκωμα και να αφορά μόνο τον Δήμο Ορεστιάδας ή μόνο τον Δήμο Αλεξανδρούπολης, ίσως. Εγώ στο μυαλό μου είχα ότι θα μπορούσα να πάω σε κάτι άλλο, αλλά, επειδή βλέπω την ανταπόκριση και ότι ο κόσμος, όχι μόνο το παίρνει, το διαβάζει, το αγοράζει, ας πούμε, αλλά βλέπω ότι μου στέλνουν και νέα στοιχεία, τα οποία δεν τα περίμενα, οπότε αυτό μου δίνει τη δύναμη, και βλέπω και τα σχόλια, ας πούμε, του κόσμου, που λέω: «Μπορεί να επεκταθεί ακόμα λίγο». Ναι, δεν ξέρω. Ντάξει, θα ήθελα στο μέλλον να κάνω και κάτι άλλο, αλλά ας είμαστε γεροί και υγιείς, γιατί αλλάζουν τα πρωτόκολλα συνέχεια. Όλοι φοβόμαστε, ντάξει, ναι μεν είμαστε πιο νέοι ηλικιακά, αλλά, όταν ακούς 40 χρονών οι άλλοι που έχουν θέματα και όλα, ντάξει, φοβάσαι.

Ε.Κ.:

Το ξαναρωτάω αυτό, γιατί πήρες, ρε παιδί μου, το κολάι με το να γράφεις ένα βιβλίο, φαντάζομαι θα ’θελες να το προσπαθήσεις. Σε κάτι άλλο, τι άλλο, σαν τι θα ήθελες να...

Δ. .:

Εντάξει, έχω ασχοληθεί, ερασιτέχνης είμαι ούτως ή άλλως με τη σιδηροδρομική ιστορία. Ο καθηγητής ο Μανωλάς, ο Βαγγέλης ο Μανωλάς στην Ορεστιάδα κάνει εξαιρετική δουλειά με τα συνέδρια που κάνει, κι έχω ασχοληθεί με διάφορα θέματα, αυτό γίνεται κάθε δύο χρόνια, δεν ξέρω αν έχεις ακούσει, ναι, μπορείς να... ξεκίνησε το 2015 και το κάνει κάθε δυο χρόνια το Πανεπιστήμιο πάνω, το Τμήμα Δασολογίας, σε συνεργασία με τον Δήμο Ορεστιάδας. Έγινε φέτος το... κάτσε να μετρήσω, έγινε ’15, ’17, ’19, ’21 το τέταρτο, τα Πρακτικά είναι, τώρα, δεν έχουν εκδοθεί ακόμα, και το ’23 είναι το επόμενο που θα γίνει. Οπότε, έχω ασχοληθεί με διάφορα θέματα, κυρίως με τη Βύσσα, με το χωριό του πατέρα μου, έτσι, το οποίο, επίσης, θα μπορούσαν να ενωθούν αυτά και να γίνει κάτι στο μέλλον, αλλά είναι λίγο νωρίς, δεν ξέρω, αναλόγως πώς θα είμαστε, όλα... Δηλαδή, εκεί η Βύσσα, νομίζω, έχει, γιατί δεν έχω βρει αρκετά, αλλά είναι κι ένα χωριό έντονο, που έχει το Λαογραφικό Μουσείο, έχει τους Καραθεοδωρή, που έχει ασχοληθεί ο παππούς σου και είναι μια ζωντανή ιστορία, είναι δυνατό σημείο για τη Βύσσα και για την Ορεστιάδα, νομίζω. Δηλαδή, το Μουσείο που μεγαλώνει, οι διαδραστικές εφαρμογές και όλα αυτά που θα κάνουνε και ευελπιστώ ότι θα οδηγήσει σε αύξηση τουριστών στην περιοχή, θα δούμε. Ναι. Αυτό. Πάντως, αυτό, ο Βαγγέλης ο Μανωλάς με τα συνέδριά του, ο καθηγητής, βοήθησε να αναδειχθεί η περιοχή της Ορεστιάδας.

Ε.Κ.:

Τι συνέδρια είναι αυτά;

Δ. .:

Αυτό το συνέδριο λέγεται «Συνέδριο Ιστορίας και Πολιτισμού της Ορεστιάδας». Γινότανε Παρασκευή-Σάββατο-Κυριακή μες στον Οκτώβριο, τελευταίο Σαββατοκύριακο του Οκτωβρίου, φέτος το κάνανε τον Μάιο, τώρα είναι να ξαναγίνει το ’23, και συμμετέχουνε διάφοροι. Εγώ συμμετείχα σε όλα τα συνέδρια, σε συνεργασία με τον καθηγητή εκεί, βρήκαμε κάποιο θέμα, το οποίο έχρηζε περαιτέρω έρευνας, δηλαδή–

Ε.Κ.:

Για πες μου για αυτήν την εμπειρία.

Δ. .:

Το ’15, είχαμε παρουσιάσει κάποια για τον σιδηρόδρομο στην Ορεστιάδα. Μετά, κάναμε για τη Βύσσα, για τα τεμπελέκια, που είναι τα παραδοσιακά κάλαντα, που είναι επίκαιρα, τα οποία, στη συνέχεια, σε αυτό πατήσαμε μαζί με την Ελένη τη Φιλιππίδου από τη Βύσσα, που είναι καθηγήτρια στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, εντάξαμε τα τεμπελέκια στο μητρώο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, και, αν μπείτε και στο https://ayla.culture.gr/, τα τεμπελέκια της Νέας Βύσσας είναι μέσα σε αυτό, στο μητρώο πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Και τα καφενεία, πάλι στη Βύσσα, είχαμε κάνει μια εργασία εκεί, που πήραμε συνεντεύξεις με παππούδες, οι οποίοι, οι περισσότεροι, δυστυχώς, μας άφησαν. Για το ποδόσφαιρο είχαμε κάνει πάλι μια εργασία, έτσι, πάλι με συνεντεύξεις από όλους τους προέδρους και ό,τι μπορέσαμε να μαζέψουμε για[00:15:00] τον Έβρο. Αυτό, περισσότερο, δηλαδή... Πάντως, είναι πολύ καλό, γιατί δίνει την ευκαιρία και σε νέους ερευνητές να αναδειχθούν αλλά και να αναδειχθούνε νέες πτυχές της ιστορίας της Ορεστιάδας και της περιοχής. Ας πούμε, τώρα, που μου ήρθε μια πολύ καλή εργασία, ήτανε και η καθηγήτριά μου, η Γεωργουσίδου, είχε κάνει παλαιότερα για το «Orient express». Ένας άλλος ερευνητής, ο Θανάσης ο... –δεν θυμάμαι το επίθετό του, κόλλησα τώρα– είχε κάνει για τους Εβραίους, που είχα πάρει κάποια στοιχεία εγώ από εκεί. Γενικά, είναι πολύ ενδιαφέρον και τα Πρακτικά είναι διαθέσιμα στο διαδίκτυο, οπότε μπορεί να δει ο καθένας τις εργασίες. Κι επειδή σε βλέπω και νέα, κι εσύ μπορείς να συμμετέχεις στο επόμενο, έτσι, με κάποιο θέμα ίσως από αυτά ή δεν ξέρω κάτι άλλο! Και τώρα, κάνουμε και στην Αλεξανδρούπολη ένα συνέδριο, νομίζω στα χνάρια του κυρίου Μανωλά, απλά αυτό ήταν το πρώτο, ντάξει, που παρουσιάσανε κάποιες εργασίες. Εγώ πήγαινα να παρακολουθήσω.

Ε.Κ.:

Μίλησες και σε κάποιες ραδιοφωνικές εκπομπές, αν δεν κάνω λάθος.

Δ. .:

Ναι, ευτυχώς, ναι, τους έστειλα, έστειλα στα τοπικά site ότι κάνουμε αυτήν τη δράση, φάνηκε να τους ενδιαφέρει και με πήρανε από τρία-τέσσερα-πέντε, μέσα εκεί δώσαμε μια μίνι συνέντευξη. Τους ευχαριστώ πάρα πολύ για τον χρόνο που μου διαθέσανε, ήτανε μοναδική εμπειρία για εμένα, γιατί δεν είχα την ευκαιρία, έτσι, να βγω στα media ούτε, γενικώς, είμαι πολύ των social media, αλλά τι να κάνεις; Η ανάγκη, όλο αυτό σε βγάζει. Δυστυχώς, η γενιά μας έχει γίνει πιο, έτσι, των social, ας πούμε. Τους ευχαριστώ πάρα πολύ, και στην Ορεστιάδα, εκεί, στη δημοτική τηλεόραση, στην ΕΡΤ της Ορεστιάδας και στο «Ράδιο Έβρος» τελευταία που μιλήσαμε, αλλά και από εδώ, απ’ την Αλεξανδρούπολη, από το «Radiomax», το «Status radio». Ευχαριστώ πάρα πολύ, και που μου δίνουν την ευκαιρία να μιλήσω γι’ αυτό –και την εφημερίδα, τη Γνώμη–, αλλά και το ότι στηρίζουνε τα παιδιά της περιοχής. Δηλαδή, τους ευχαριστώ πάρα πολύ: και το προβάλλαν στον ιστότοπό τους αλλά και μου δώσανε αυτό, την ευκαιρία να μιλήσω κι εγώ στον κόσμο γι’ αυτό το... Ναι, γιατί, ναι μεν εμείς είμαστε πιο πολύ νέοι και ενημερωνόμαστε από το διαδίκτυο, αλλά υπάρχει μια μερίδα ατόμων, κυρίως πιο μεγάλων, οι οποίοι είναι της εφημερίδας, του ραδιοφώνου, οπότε ήταν σημαντική βοήθεια και αυτή.

Ε.Κ.:

Δεν ξέρω αν έχεις πρόσβαση σε αυτό το κομμάτι, έχουν αγοράσει το βιβλίο σου κυρίως από την περιοχή του Έβρου, φαντάζομαι, δεν ξέρω αν έχεις κοιτάξει αν το έχουν παραγγείλει από κάποιο άλλο μέρος της Ελλάδας.

Δ. .:

Νομίζω ότι κυρίως το έχουν πάρει εκτός Έβρου, Ευγενία, απ' αυτό που μιλάω με τα βιβλιοπωλεία εδώ της Αλεξανδρούπολης, και με τον Ελευθερουδάκη και με τον Δημητριάδη, οι περισσότεροι που αγοράζουν το βιβλίο είναι εκτός Έβρου. Κι εμένα προσωπικά που μου στείλανε κάποια μηνύματα στο διαδίκτυο, στο email ή στο Facebook ήτανε παιδιά σιδηροδρομικών ή εγγόνια ή γενικώς φίλοι του τρένου. Μπορείς να δεις εδώ πέρα, τώρα, παρεμπιπτόντως, αυτό είναι του Συλλόγου, που πήρα από την Αθήνα –ναι, ναι φυσικά–, οι οποίοι «ρομαντικοί», να το πω έτσι, συναισθηματικά δεμένοι πάντως, ναι, με τον σιδηρόδρομο και οι περισσότεροι, δηλαδή... με πήραν από την Καλαμάτα, από την... Κέα; Τη Σέριφο; Από ένα νησί, από Αθήνα, κυρίως, πάρα πολλοί, από Θεσσαλονίκη, τις προάλλες που πήγα στη Φωτεινή έστελνε στις Σέρρες. Γενικώς, πηγαίνει σε όλη την Ελλάδα και πιστεύω αυτό, ότι είναι είτε τέκνα και εγγόνια σιδηροδρομικών είτε απλοί λάτρεις του σιδηροδρόμου, όπως και αυτοί, οι περισσότεροι που είναι στο ημερολόγιο, είναι φωτογράφοι που είχαν βοηθήσει. Και γενικώς, είναι σύλλογοι Φίλων του Σιδηρόδρομου, οι οποίοι με βοήθησαν και τα μέλη τους, πιστεύω ότι οι περισσότεροι που μίλησα στο τηλέφωνο, μου λέει: «Είμαι από την Αθήνα, είμαι μέλος του Συλλόγου Φίλων Σιδηροδρόμου, είδα το βιβλίο, το θέλω». Ναι, παίρνουν και από εδώ, αλλά νομίζω ότι το μεγαλύτερο... οι πιο πολλοί είναι εκτός Έβρου. Είναι ίσως εξειδικευμένο το θέμα, γράφουμε πολλά για τα χωριά από όπου περνάει η γραμμή και για τον τόπο μας, αλλά είναι πολλοί, έτσι, λάτρεις αυτού του μέσου, του τρένου, που είναι από την υπόλοιπη Ελλάδα, γιατί έχει σύλλογο Φίλων Σιδηροδρόμων στην Αθήνα, ο μεγαλύτερος, έχει στη Θεσσαλονίκη, έχει στη Δράμα και έχει Καλαμάτα, Καρδίτσα και Τρίκαλα, και δεν ξέρω αν έχει γίνει και κάπου αλλού. Οπότε, αυτά τα μέλη, αυτοί οι «ρομαντικοί», ας πούμε, έτσι, μ[00:20:00]ε το τρένο ήταν αυτοί οι οποίοι στήριξαν κυρίως. Μετά, κάποιοι φοιτητές ενδεχομένως, δεν ξέρω, νομίζω κάποιοι μου είχαν στείλει μήνυμα, μου λέει: «Είμαι φοιτητής στο τάδε τμήμα, στο Πολιτικών Μηχανικών και με ενδιαφέρει για την εργασία». Πολύ ευχαρίστως να... το ’χω δώσει και εδώ πέρα στο... και σκοπεύω τώρα να το δώσω και στο Πανεπιστήμιο εδώ πέρα στο Παιδαγωγικό και σε μουσεία και στο Λαογραφικό στην Ορεστιάδα, και εδώ στο Ιστορικό Μουσείο το ’χω αφήσει, στο Εθνολογικό. Γιατί, ντάξει, εγώ δεν είμαι επαγγελματίας συγγραφέας, το θέμα είναι αυτό, να μπορέσουν να βοηθηθούνε κάποια άτομα που θα κάνουν την έρευνα και να μπορέσουν να πάρουν κάποια στοιχεία ή να συμπληρώσουμε, όλα αυτά, να είναι σε κάποιον που το έχει όντως ανάγκη αυτό το βιβλίο.

Ε.Κ.:

Πάρα πάρα πολύ ωραία. Αφού ολοκληρώθηκε αυτό το έργο κτλ., πώς νιώθεις, δηλαδή, που το κατάφερες αυτό και...

Δ. .:

Ναι, Νομίζω αυτό νιώθεις, ότι ο κόπος σου... ότι αυτό πραγματικά άξιζε τον κόπο δηλαδή, ναι. Πιο πολύ η οικογένειά μου θα είναι αυτή που θα με κυνηγάει, η γυναίκα μου, οι γονείς μου, γιατί αφιέρωσα ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής μου, αρκετό χρόνο στον υπολογιστή και στην έρευνα, παραμελώντας, έτσι, άλλες χαρές της ζωής, ας πούμε, αλλά αυτό, βλέποντας την απήχηση και κυρίως τα καλά λόγια, γιατί αυτό είναι νομίζω που μένει στην τελική –έτσι;–, τα καλά σχόλια και όλο αυτό ότι αρέσει στον κόσμο, είναι που σου γεμίζει... που σε ικανοποιεί, που σου δίνει την ενέργεια να συνεχίσεις να ψάχνεις. Αυτό, δηλαδή, που με χαροποίησε είναι ότι βρέθηκαν άτομα από την άλλη άκρη της χώρα που τους άρεσε, που μου είπε η πωλήτρια στο βιβλιοπωλείο ότι: «Ναι, όντως αξίζει τον κόπο», αυτό, έτσι μου είπε ότι ακούει από τους αναγνώστες, ότι ακούει καλά σχόλια, κι αυτό με γεμίζει, μου δίνει δύναμη να συνεχίσω να ταλαιπωρώ την υπόλοιπη οικογένεια! Οι οποίοι ήταν από την αρχή. Με ρώτησαν και σε κάποια συνέντευξη πώς, νομίζω από το ραδιόφωνο της Ορεστιάδας, η Αναστασία η Βαλσακίδου: «Πώς ήταν όταν πήρε ο μπαμπάς σου το βιβλίο;». Ε, ήτανε πάντα εκεί, είναι η αλήθεια, γιατί σε όλο αυτό, στη διασταύρωση πηγών, στις φωτογραφίες, σε όλα αυτά ήτανε από την αρχή εκεί. Και η αλήθεια είναι ότι αυτός το πήρε και πιο μπροστά από μένα, γιατί, όταν τα ετοίμασε τα πρώτα βιβλία ο Γιαχούδης, ο εκδότης στην Θεσσαλονίκη, αυτός πήγε και τα πήρε. Οπότε, πρώτα τα είδε αυτός και ύστερα τα είδα εγώ, είναι η αλήθεια. Δεν του τα έδωσα, μάλλον αυτός τα έδωσε σε μένα!

Ε.Κ.:

Και ποια ήταν η πρώτη του αντίδραση, σου την μετέφερε;

Δ. .:

Του άρεσε ναι, το είδε, ντάξει, νομίζω ότι, γενικώς, έκανε και ο τυπογράφος στη Θεσσαλονίκη και ο τυπογράφος εδώ πέρα κάνανε καλή δουλειά, έτσι μου φάνηκε εμένα. Ήταν η πρώτη μου εμπειρία, αλλά, νομίζω, έτσι, οι προδιαγραφές και, δεν ξέρω, εσύ το είδες, αλλά τα υλικά, η ποιότητα ήταν σχετικά καλή. Ντάξει, τώρα, αν είχαμε και κάποιον άλλο να χρηματοδοτήσει, θα βγάζαμε ακόμη πιο σκληρόδετη έκδοση και πιο καλή ανάλυση φωτογραφίες και όλα, αλλά, τηρουμένων των αναλογιών, νομίζω ήταν μια καλή έκδοση.

Ε.Κ.:

Τώρα μου ήρθε και μία άλλη ερώτηση με αυτά που λες. Πώς τον βρήκες τον εκδοτικό οίκο; Πώς επέλεξες το χαρτί, το εξώφυλλο κτλ.;

Δ. .:

Ναι, δεν είχα μεγάλη εμπειρία, είναι η αλήθεια, οπότε αναγκαστικά έψαξα στο διαδίκτυο, με βοήθησε πάλι, οι γνωστοί: ο καθηγητής ο Μανωλάς, που έχει εμπειρία στις εκδόσεις, λόγω των Πρακτικών, που σου είπα, ο Δημήτρης ο Κιηγμάς από τον Φιλεκπαιδευτικό Σύλλογο, που πήρε την επιμέλεια, συζητήσαμε μαζί, και αυτός έχει βγάλει αρκετά βιβλία και συζητήσαμε με ποιον συνεργάζεται. Και η αλήθεια είναι ότι δυσκολεύτηκα πολύ, γιατί, επειδή δεν ήτανε και... ήταν λίγα τα αντίτυπα, δεν θα βγάζαμε όπως οι άλλοι χίλια αντίτυπα, οπότε αρκετοί μου είπαν, δηλαδή, ότι: «Εμείς τυπώνουμε από τετρακόσια-πεντακόσια κομμάτια και πάνω, οπότε, για εκατόν πενήντα κομμάτια δεν τους σύμφερε, δουλεύανε με περισσότερα. Άλλοι δεν απάντησαν καν, δεν ξέρω, μάλλον δεν περνάει κρίση φαίνεται το επάγγελμα αυτό, γιατί δεν είδα μεγάλη ανταπόκριση από τους τυπογράφους και τους εκδοτικούς οίκους. Και ο Γιάννης ο Κούζας με βοήθησε επίσης, ο καθηγητής που είναι κι αυτός συγγραφέας από την Ορεστιάδα, που συζητήσαμε και, τελικά, καταλήξαμε στις «Εκδόσεις Γιαχούδη» στη Θεσσαλονίκη, που έβγαλε τα πρώτα, και εδώ στις «Γραφικές τέχνες», στον «Ταρτανή», που έβγαλε τα δεύτερα. Εγώ είμαι ευχαριστημένος και από τους δύο, ντάξει, νομίζω ότι κάνανε καλή δουλειά, δεν έχω και μεγά[00:25:00]λη εμπειρία, τέτοιο, αλλά αυτό που ήθελα, ήθελα κάποιες σελίδες να είναι έγχρωμες, το οποίο ναι μεν ανεβάζει το κόστος, αλλά το χρώμα δίνει άλλη αίγλη. Αυτό, τώρα, το εξώφυλλο–

Ε.Κ.:

Πώς έγινε η επιλογή του εξωφύλλου; Είχατε πει στην παρουσίαση τι είναι αυτός ο χάρτης...

Δ. .:

Πώς έγινε... Ναι, ναι, ναι, ναι. Στην αρχή, σκεφτόμουν να βάλω μόνο τον χάρτη, αλλά, δεν ξέρω, θα κούραζε πάρα πολύ και, χώρια που συζητήσαμε, ο χάρτης είναι σιδηροδρομικός και ένας ο οποίος δεν θα το... με την πρώτη ματιά μοιάζει με τον δρόμο, δεν θα έμπαινε στο μυαλό, οπότε, συζητώντας με τους φίλους μου, με την οικογένεια, με τον φίλο μου τον Χρόνη, ο οποίος βοήθησε, και την κοπέλα του τη Δήμητρα, μου έδειξαν και κάποια άλλα βιβλία, και συζητήσαμε και με τον καθηγητή τον Μανωλά, και νομίζω ότι ήταν καλύτερο έτσι να μπει και κάτω η φωτογραφία από το τρένο για να μοιράσει... Γιατί το ’χουμε βγάλει σε Α4, και σ’ αυτό πάλι ήμασταν σε σκέψεις. Έμένα με βόλεψε, γιατί, έτσι όπως το είχα στήσει στο Word και στις συνέχεια σε pdf, θα έπρεπε να αλλάξει όλη η διάταξη αν το έβαζα σε Β5, που είναι το κλασικό βιβλίο, θα άλλαζε όλη η διαρρύθμιση. Οπότε, έμεινε έτσι στο Α4 και, όντως, πιστεύω ότι, αν έμενε ο χάρτης μόνο, θα ήταν πιο κουραστικό, οπότε, έτσι, υπάρχει το τρένο, η μουσειακή ατμομηχανή, η οποία σε προϊδεάζει αυτομάτως ότι θα μιλάει για το τρένο. Και πάνω είναι κι ο χάρτης του 1908, το οποίο δείχνει την περιοχή, οπότε πιστεύω ότι, με την πρώτη ματιά και χωρίς να διαβάσεις τον τίτλο, μπαίνει ο άλλος στο νόημα περίπου του τι θα διαβάσει. Αυτό, ναι.

Ε.Κ.:

Ένα άλλο που μου ’κανε εντύπωση στην παρουσίαση, ότι τον τίτλο, «Η ιστορία του σιδηροδρόμου στον Έβρο», δεν το διαβάζεις «του σιδηρόδρομου» αλλά «του σιδηροδρόμου», αυτό γιατί;

Δ. .:

Ναι, καταρχήν, είναι και τα δύο, έτσι, που συζητήσαμε, είναι αποδεκτά, γιατί η γλώσσα αλλάζει και όλα: είναι και «σιδηρόδρομου» και «σιδηροδρόμου». Όμως, η Εταιρεία Ανατολικών Σιδηροδρόμων, που λεγότανε παλιά η Chemin de fer Franco-Hellenique –δεν ξέρω πώς διαβάζετε στα γαλλικά, γιατί στα γαλλικά δεν είμαι... και με βοήθησε η συνάδελφος η Δώρα η Τζιαμπάζη στη μετάφραση στα γαλλικά και ο φίλος μου ο Μπάμπης ο Ρουσίδης λίγο να μεταφράσουμε εκεί τα αρκετά γαλλικά κείμενα–, στα ελληνικά πάντως μεταφραζότανε «Εταιρεία Ανατολικών Σιδηροδρόμων», και, συζητώντας με τον Δημήτρη τον Κιηγμά από τον Φιλεκπαιδευτικό Σύλλογο, τον φιλόλογο που επιμελήθηκε την έκδοση, αυτός ήταν αλήθεια ότι έλεγε για τον «σιδηρόδρομο», αλλά λέω εγώ: «Κύριε Δημήτρη, αφού εκεί βάζουμε “Ανατολικών Σιδηροδρόμων”», και μου λέει: «“Ανατολικών Σιδηροδρόμων” είναι το λογότυπο, το brand name, έχει καταχωρηθεί έτσι», «Ναι, αλλά», λέω, «δεν μπορεί να είναι το ένα έτσι και το άλλο αλλιώς, να τα αλλάζουμε», και έτσι μείναμε ότι θα είναι «σιδηροδρόμου» de facto, για να μην υπάρχει αυτό το μπέρδεμα.