© Copyright Istorima
Istorima Archive
Τίτλος Ιστορίας
«Όταν έρχεται το θέατρο και σε συναντά στη ζωή σου, νομίζω ότι δεν μπορείς να ξεφύγεις»: μία νέα ηθοποιός αφηγείται
Κωδικός Ιστορίας
13926
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Ευφροσύνη Σακελλαρίου (Ε.Σ.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
09/10/2022
Ερευνητής/τρια
Νίκος Κατσιαούνης (Ν.Κ.)
[00:00:00]Πάμε να γίνει.
Καλησπέρα.
Καλησπέρα.
Θα μου πεις το όνομά σου;
Ναι, ονομάζομαι Ευφροσύνη Σακελλαρίου.
Είναι Δευτέρα, 10 Οκτωβρίου του 2022. Είμαι με την Ευφροσύνη Σακελλαρίου. Βρισκόμαστε στο Κολωνάκι. Εγώ ονομάζομαι Κατσιαούνης Νίκος. Είμαι ερευνητής στο Istorima και ξεκινάμε μια συνέντευξη για το Istorima. Θα ήθελες να μου πεις κάποια πράγματα για σένα;
Ναι. Είμαι η Ευφροσύνη λοιπόν. Είμαι 31 ετών. Γεννήθηκα στην Αθήνα, αλλά μεγάλωσα στο Ξυλόκαστρο Κορινθίας και εκεί έζησα μέχρι τα 18 μου. Σπούδασα στη Νομική και μετά στη Δραματική Σχολή Θεοδοσιάδη. Πλέον δουλεύω σαν ηθοποιός και ταυτόχρονα τα τελευταία εφτά περίπου χρόνια ασχολούμαι και με τη μουσική αρκετά ενεργά.
Ποια ήταν η σχέση σου με την ηθοποιία και το θέατρο και την υποκριτική ως παιδί;
Λοιπόν, ως παιδί, η επαφή που είχα με το θέατρο ήταν συνήθως παραστάσεις που ερχόντουσαν περιοδεία στον τόπο που έμενα, στο Ξυλόκαστρο. Πάντα πήγαινα να δω κάποια παράσταση με κάποιον ηθοποιό που μπορεί να αγαπούσα ή και να μην αγαπούσα. Πάντα μια παράσταση ήταν ένας γεγονός. Και, εννοείται, και από μικρή με τις ταινίες πολύ κοντά. Έβλεπα πολύ κινηματογράφο και τηλεόραση. Και σιγά-σιγά, όσο πέρναγαν τα χρόνια, η επαφή μου με το θέατρο άρχισε να είναι πιο μεγάλη, γιατί από ένα συγκεκριμένο χρονικό σημείο του Γυμνασίου και μετά πήγαινα σχεδόν κάθε βδομάδα θέατρο, από το Ξυλόκαστρο στην Αθήνα. Δηλαδή ερχόμουν κάθε βδομάδα με τη μαμά μου από το Ξυλόκαστρο στην Αθήνα, βλέπαμε μια παράσταση και το ίδιο βράδυ, αυθημερόν, επιστρέφαμε πίσω. Κι έγινε κάτι σαν συνήθεια μετά, ερχόμασταν πολύ συχνά. Και κάπως έτσι, νομίζω, μπήκε το μικρόβιο.
Θυμάσαι κάποια παράσταση; Θυμάσαι την παράσταση η οποία σου έκανε αυτό το κλικ με το θέατρο; Ήταν κάτι συγκεκριμένο;
Ήτανε μία παράσταση Σαίξπηρ, απ’ ό,τι θυμάμαι. Ήταν το «Όνειρο θερινής νυκτός», αλλά ήτανε μία διασκευή για μικρότερες ηλικίες. Και, νομίζω, μου είχε αρέσει πάρα πολύ αυτό το έργο, γιατί έχει πάρα πολλά στοιχεία μέσα ονειρικά, ακόμα και θέατρο εν θεάτρω στοιχείο έχει, και ρομαντικά, με τα ζευγάρια που αλλάζουνε. Έχει ένα στυλ παιχνιδιού και, νομίζω, και σαν παιδί που ήμουν τότε, με κέντρισε. Οπότε, ναι, μετά από αυτή την παράσταση, έβαζα τη μαμά μου συνέχεια και ψάχναμε ποια παράσταση θα είναι η επόμενη που θα δούμε, και ανεβαίναμε και τη βλέπαμε.
Στο σχολείο κάπως είχες εκδηλώσει αυτό το ενδιαφέρον; Εννοώ, είχες εμπλοκή με διάφορα πράγματα;
Στο σχολείο η μόνη επαφή που είχα με κάποια μορφή, ας πούμε, θεάματος ήταν, όταν κάναμε γιορτές για… γιορτές και εκδηλώσεις για… ξέρεις, για τις εθνικές γιορτές, για οτιδήποτε άλλο χρειαστεί, Χριστούγεννα, Πάσχα και τα λοιπά. Εκεί συμμετείχα κατά καιρούς, όταν βέβαια υπήρχε και κάτι που να είναι θεατρικό, κάποιο σκετς, και νομίζω ότι ο ενθουσιασμός μου μεγάλωνε, και νομίζω ότι, τώρα που το σκέφτομαι, όντως ένιωθα διαφορετικά, όταν είχε να κάνει μια γιορτή και με κάτι θεατρικό. Δηλαδή μου άρεσε πολύ παραπάνω από το να πω απλώς ένα ποίημα ή να διαβάσω μια ομιλία κάποιου ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Ναι, συμμετείχα σίγουρα σε αυτά. Δεν υπήρχανε… Στο σχολείο τουλάχιστον δεν υπήρχε θεατρική ομάδα με τη στενή έννοια, πολύ λίγα περάσματα, αλλά είχε ο Δήμος. Παρ’ όλα αυτά, δεν… Θυμάμαι ότι δεν είχα πάει στη θεατρική ομάδα του Δήμου. Δεν ξέρω γιατί, για να είμαι ειλικρινής. Ίσως γιατί δεν είχα ποτέ σκεφτεί ότι θα έμπαινε το θέατρο τόσο ενεργά στη ζωή μου. Οπότε δεν είχα ξεκινήσει καθόλου όσο ήμουν στην επαρχία να ασχολούμαι ενεργά με αυτό. Απλά η ενασχόλησή μου[00:05:00] ήταν το να βλέπω ή, σου λέω, όπως σε κάποιες γιορτές του σχολείου, να συμμετέχω σε κάτι μικρό.
Πώς ένιωθες, όταν πήγαινες στην Αθήνα; Ποια ήταν η πρώτη σου ανάμνηση στο θέατρο στην Αθήνα; Που είπες ότι πήγαινες, ερχόσουνα, ξέρω γω, κι αυτό–
Λοιπόν, ήταν τέλειο, ήταν σαν τελετουργία αυτό με τη μαμά μου, γιατί εκτός ότι καθόμασταν, παίρναμε το «Αθηνόραμα», ας πούμε, ή το «Έξοδος» –τότε κυκλοφορούσε, δεν… νομίζω δεν κυκλοφορεί πια–, παίρναμε ένα περιοδικό που είχε όλες τις παραστάσεις και καθόμασταν και διαλέγαμε πρώτα ποια θέλαμε να δούμε. Έπρεπε να πάρουμε τηλέφωνο στο ταμείο, να κρατήσουμε ίσως κάποιες θέσεις, να ρωτήσουμε τι ώρα τελειώνει, ξέρεις, για να προλάβουμε το λεωφορείο, γιατί πηγαινορχόμασταν με το λεωφορείο, όχι με αμάξι. Ήταν σαν τελετουργία, τύπου τέσσερις πάρα ξεκινάμε από το Ξυλόκαστρο για να ήμασταν εκεί έξι. Εγώ πάντα είχα μαζί μου μια φωτογραφική μηχανή, γιατί ήθελα να βγάζω απέξω το θέατρο φωτογραφία. Τότε δεν είχαμε τα κινητά τόσο εύκαιρα όσο τα έχουμε τώρα, με τις κάμερες. Είχα τη φωτογραφική μου μηχανή. Έβγαζα το θέατρο. Πολλές φορές, άμα μου άρεσε πολύ και κάποιος ηθοποιός, τότε μετά πήγαινα και τον συναντούσα και του μιλούσα για συγχαρητήρια και τα λοιπά. Γενικά, ήταν πάρα πολλή ανυπομονησία για την κάθε παράσταση. Θυμάμαι, στις αρχές διάλεγα πάντα κωμωδίες, γιατί, όταν, ξέρεις, έρχεσαι σε επαφή με μια κωμωδία και βλέπεις ότι σε κάνει να γελάς, μετά το αποζητάς πολύ να γελάς, οπότε θυμάμαι ότι τον πρώτο καιρό ήμουνα σε κωμωδία. Εντάξει, ήμουνα και πιο μικρή, ακόμα δεν είχα πολλή αίσθηση των διαφορετικών ειδών του θεάτρου και το πήγαινα λάου-λάου, σίγα-σιγά. Ήταν πολύ ωραίο αυτό το συναίσθημα. Ήτανε σαν εκδρομή που κάναμε με τη μαμά μου και μας άφηνε κάτι πολύ ωραίο. Και όλο και κάθε φορά που ερχόμασταν ήταν σαν να έβαζα ένα, ας πούμε, σαν ένα πετραδάκι στο να μου αρέσει ακόμα περισσότερο το θέατρο. Ήτανε ωραία φάση και δεν σου κρύβω ότι μακάρι να γυρνούσα τότε, γιατί μου άρεσε τόσο πολύ που το κάναμε, να το ξαναέκανα.
Ποια… Έχεις κάποια συγκεκριμένη ανάμνηση από αυτή τη διαδικασία που πηγαίνατε στην Αθήνα; Θυμάσαι, έτσι, που τώρα το θυμάσαι και λες: «Πω πω, τι είχα κάνει τότε!»; Τι είχε συμβεί τότε; Σαν παιδί…
Ναι, θυμάμαι χαρακτηριστικά σε μια παράσταση, ήταν ένα θέατρο στο κέντρο της Αθήνας, που για κάποιον λόγο ήτανε πολύ αυστηρά. Δεν έπρεπε να βγάλεις, ας πούμε, κάποια φωτογραφία την ώρα της υπόκλισης. Δεν… Απαγορευόταν το οτιδήποτε. Και θυμάμαι ότι και εγώ και κάποια άλλα άτομα στο τέλος της υπόκλισης είχαμε βγάλει μια φωτογραφία από την υπόκλιση και, όταν φεύγαμε, μείναν το θέατρο, ακούγαμε έξαλλη την ταξιθέτρια να ωρύεται: «Απαγορεύεται οι φωτογραφίσεις. Φέρτε πίσω τις μηχανές», και τα λοιπά. Θέλανε να μας πάρουν, ας πούμε, το φιλμ, ότι και καλά είναι κάτι πνευματικό δικαίωμα τρομερό η υπόκλιση και τα λοιπά. Που μπορεί και να είναι, δεν το ξέρω, να σου είμαι ειλικρινής, αλλά εμένα τότε μου είχε φανεί πολύ σοκ, ότι ok, έβγαλα φωτογραφία την υπόκλιση, τύπου: «Χώστε με στην φυλακή», ας πούμε. Τι άλλο; Νομίζω, αυτό το θυμάμαι πολύ έντονα. Και κυρίως αυτά που θυμάμαι πολύ έντονα, τις φορές που έτυχε να συναντήσω κάποιον ηθοποιό που μπορεί να μου άρεσε, που, ξέρεις, μερικές φορές ξενέρωνα, αν ήταν αγενής ή δεν θα πω καλύτερα «αγενής», θα πω καλυτέρα ίσως να μην είναι τόσο, ας πούμε, προσιτός όσο εγώ το φανταζόμουν ή και αντίθετα ένιωθα μεγάλη έκπληξη, όταν έβλεπα κάποιον που τον θεωρούσα πιο κλειστό και τελικά ήταν άνθρωπος που… τόσο ζεστός, που δεν θα το περίμενα ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα. Ναι, νομίζω αυτά τα δύο κρατάω πολύ.
Κι όταν τελείωσες το σχολείο, γιατί δεν διάλεξες μια δραματική σχολή και διάλεξες τη Νομική;
Ωραία, ναι. Λοιπόν, κοίτα. Εγώ λοιπόν από ένα σημείο και μετά, στο Λύκειο σίγουρα, που έπρεπε να επιλέξουμε και τι θα δώσουμε και τα λοιπά, ήξερα βαθιά μέσα μου ότι με το θέατρο θα ασχοληθώ. Το ήξερα. Το… Πώς να σ’ το πω; Όταν έρχεται το θέατρο και σε συναντά στη ζωή σου, νομίζω ότι δεν μπορείς να ξεφύγεις. Είναι λίγο σαν να σε μαγεύει. Δεν ξέρω τι γίνεται. Επειδή έχει αυτό του ονείρου, που μπορείς να ζεις δεκαπέντε χιλιάδες ζωές, αλλά τελικά να είσαι αυτός που είσαι. Δεν μπορείς να ξεφύγεις. Οπότε είχα καταλάβει εγώ ότι με αυτό θα ασχοληθώ. Δεν είχα φτάσει στο σημείο να πιστεύω ότι θα ασχοληθώ επαγγελματικά[00:10:00], αλλά ήξερα ότι θα ασχοληθώ. Κάποια στιγμή μου είχε περάσει και από το μυαλό μήπως βάλω τη Θεατρολογία σαν σχολή. Επέλεξα τη Νομική, σπούδασα Νομική, γιατί είχα τα μυαλά μου σώα, οπότε ήξερα ότι πρέπει να βγάλω και μια σχολή, για να έχω μία βάση, για να έχω ένα στάνταρ, για να πω ότι: «Ναι, έχεις βγάλει μια σχολή, έχεις ένα πτυχίο». Μπορεί να ακούγεται πολύ mainstream και πολύ κλασικό, αλλά έτσι είναι. Και ευτυχώς που είναι έτσι. Και για αυτό και επέλεξα τη Νομική. Έτυχε να είμαι και καλή μαθήτρια, οπότε τα μόρια βγήκαν από μονά τους εύκολα. Μπήκα κι εγώ… Δεν είναι ότι δεν με έλκυε καθόλου η Νομική. Με έλκυε, απλά ήξερα ότι θα ακολουθήσω και το θέατρο, οπότε επέλεξα τη Νομική, να έχω μια βάση, να έχω ένα καλό πτυχίο που θα μπορέσει σε οποιαδήποτε άλλη συνθήκη προκύψει να με στηρίξει, με οποιονδήποτε τρόπο. Οπότε για αυτό μετά τη Νομική ακριβώς, ήρθε η δραματική. Οπότε έγιναν και τα δύο. Απλά. εντάξει, η δραματική άργησε ίσως κάποια χρόνια να έρθει, μέχρι, ξέρεις, να βγάλω τη Νομική, να εξασκηθώ, όλα αυτά.
Υπήρχε κάτι στο ενδιάμεσο που να ασχολείσαι με θέατρο, σπουδάζοντας Νομική;
Αυτό που έκανα, αλλά προς το τέλος της Νομικής, γιατί και η Νομική δεν είναι μια σχολή που μπορείς να κάνεις πολλά ταυτόχρονα, η αλήθεια είναι, είναι ότι παρακολουθούσα κάποια σεμινάρια. Υπήρχε και υπάρχει ακόμα μία, ας πούμε σχολή. Δεν είναι ακριβώς σχολή, είναι ένας χώρος που δίνονται σεμινάρια. Λέγεται» Θέατρο των Αλλαγών» στην Αθήνα, όπου εκεί υπάρχει πληθώρα σεμιναρίων και μπορούσες εσύ να επιλέξεις ποιους καθηγητές θέλεις, ποιο μάθημα. Έχει πολλά, χορό, κίνηση, ορθοφωνία, υποκριτική, το βασικό, ό,τι μπορείς να φανταστείς, και σου έδινε την ευχέρεια να επιλέγεις εσύ πόσα μαθήματα θες να πάρεις ή πόσο θες να παρακολουθήσεις. Ήταν πιο ευέλικτο δηλαδή. Δεν είχε τα στάνταρ μιας δραματικής σχολής, οπότε θυμάμαι ότι είχα κάνει με δύο συγκεκριμένους καθηγητές, με τη Φιλαρέτη Κομνηνού και με τον Δημήτρη Καταλειφό, και νομίζω ότι ήτανε τα πρώτα στάδια που άρχισα σιγά-σιγά να μαθαίνω και κάτι πάνω στο θέατρο, και θυμάμαι ότι ήταν και άκρως απογοητευτικά, γιατί εγώ τότε ήμουνα… δεν ήξερα πού μου πάνε τα πέντε. Ένιωθα ότι είμαι τραγική, άχρηστη, επειδή δεν μπορώ να πω ένα ποίημα. Αλλά είδα αλλαγή, όσο περνούσε ο καιρός. Είδα ότι αλλάζει, και κάπως έτσι ξεκίνησε. Ξεκίνησα, στην ουσία, με αυτά τα σεμινάρια. Και βέβαια στην πορεία, και αφού μπήκα και στη δραματική και την τέλειωσα, έγιναν ακόμα άπειρα τα σεμινάρια, και σε άλλους χώρους, με… Εκτός, εννοώ, «Θεάτρου Αλλαγών», με άλλους καθηγητές, σε διάφορους χώρους, εξωτερικούς, εσωτερικούς, που, σε συνδυασμό με τις γνώσεις από τη δραματική, συνθέτουν, ας πούμε, μία γενικότερη ενασχόληση με το θέατρο.
Θυμάσαι την πρώτη σου μέρα στο «Θέατρο Αλλαγών»;
Θυμάμαι, ναι. Μπορώ να πω, δεν θυμάμαι τελείως καθαρά, αλλά θυμάμαι εικόνες. Θυμάμαι, ας πούμε, ότι είχα πολύ άγχος. Θυμάμαι ότι δεν πίστευα ότι βλέπω τη Φιλαρέτη Κομνηνού, γιατί εγώ ήμουνα μεγάλη φαν, και εξακολουθώ φυσικά να είμαι. Δεν πίστευα ότι την έβλεπα. Ξέρεις, είχα και ένα τύπου ότι θα είναι αυστηρή και φοβόμουνα και λέω: «Ωχ» και «Πού πάω!», και τα λοιπά. Είχα αγωνία για το τι κάνουμε, γιατί τότε ήμουν και πολύ ντροπαλή. Δηλαδή η αλλαγή που έχει επέλθει σε όλα αυτά τα χρόνια που ασχολούμαι και στην προσωπικότητά μου μέσα από το θέατρο είναι τεραστίων διαστάσεων. Δηλαδή εγώ παίζει να έλεγα: «Γεια σας» και να κοκκίνιζα, οπότε δεν μπορούσα να πιστέψω πως: «Πού πάω τώρα να κάνω μάθημα με τη Φιλαρέτη Κομνηνού; Θα μου ζητήσει να σηκωθώ, να πω κάτι, κι εγώ τι; Θα βάλω τα κλάματα, ας πούμε, και θα φύγω;». Όχι… Ναι, ήτανε όλα αυτά τα συναισθήματα, νομίζω, βίωνα εκείνη την ημέρα. Κάποιες φορές θυμάμαι ότι έφευγα από το μάθημα πιο χαρούμενη, άλλες έφευγα πιο θλιμμένη, γιατί μπορεί να μην κατάφερνα κάτι ή να έλεγα από μέσα μου: «Πού πας; Κοίτα πώς είναι οι άλλοι, ας πούμε, είναι καλύτεροι». Πάντα υπάρχουν κι αυτά, δυστυχώς. Πάντα στο χώρο αυτόν έρχεσαι αντιμέτωπος πολύ[00:15:00] με τον εαυτό σου. Αλλά ήταν ωραία. Ήταν ωραία εμπειρία, και στην πορεία της ένιωσα πραγματικά να βελτιώθηκα.
Θυμάσαι πότε… τη μέρα που αποφάσισες να δώσεις για τη δραματική σχολή; Πώς και;
Λοιπόν… Ναι, κοίταξε… Ακριβώς τη μέρα δεν θυμάμαι ακριβώς πότε ήτανε. Ήταν σίγουρα στα τελειώματα της Νομικής. Πρέπει να ήτανε πριν λίγα… ένα-δυο μαθήματα πριν τελειώσει το πτυχίο, οπότε το σκεφτόμουνα. Είχα αμφιβολίες, τι πάω να κάνω, τώρα πού να μπλέξω, η ανεργία, το ένα, το άλλο, και... Το ήθελα όμως πολύ. Με βασάνιζε. Είχα πάντα και στο μυαλό μου αυτό που μου λέγανε πάντοτε, ότι: «Κάνε κάτι, για να μη σου μείνει απωθημένο, και να ξέρεις ότι το έχεις κάνει ή τουλάχιστον το προσπάθησες», και τα λοιπά. Το συζήτησα φυσικά με τη μαμά μου. Η μαμά μου είναι αυτός ο άνθρωπος που όλα αυτά τα χρόνια με στηρίζει σε ό,τι βλακεία μου έρθει στο κεφάλι. Δηλαδή, αν δεν είχα τη μαμά μου να με βοηθάει και ψυχικά και έμπρακτα και σε οποιονδήποτε τομέα, δεν θα ’χα κάνει τίποτα απ’ ό,τι είχα κάνει και από ό,τι έχω κάνει, και ούτε θα είχα, πιστεύω, ασχοληθεί, αν δεν είχα τη μαμά μου. Μου είπε: «Φυσικά, παιδί μου. Αφού το θέλεις και σ’ αρέσει, δώσε, κάνε». Και, όταν θυμάμαι ότι, όταν πέρασα και το τελευταίο μάθημα της Νομικής και ήμουν πολύ χαρούμενη που πήρα το πτυχίο μου επιτέλους, άρχισα να τσεκάρω και να ψάχνω σχολές, και μάλιστα η μαμά μου ήταν αυτή που είχε βρει και ένα φυλλάδιο με διάφορες δραματικές. Κάπου το είχε, κάπου της το είχανε δώσει στον δρόμο, και μου είχε πει: «Α, κοίτα κι αυτή τη σχολή, κοίτα κι αυτή, κοίτα κι αυτή». Δεν ήξερα εγώ που πάνε τα πέντε εν τω μεταξύ, ναι. Ήτανε λοιπόν λίγες μέρες αφότου πήρα το πτυχίο μου. Τότε το σκέφτηκα εν τέλει εμπράκτως, με πολύ φόβο. Δηλαδή τύπου: «Τι πάω να κάνω τώρα; Κάνω καλά που πάω να μπω στη διαδικασία να δώσω; Δεν κάνω καλά; Θα χάσω τον χρόνο μου; Έχω και τη Νομική. Όλα μαζί; Τι γίνεται; Θα τα προλαβαίνω; Δεν θα τα προλαβαίνω; Πρέπει κάτι να αφήσω;». Ήτανε πολλοί φόβοι, αλλά και στην αρχή κιόλας, όταν μπήκα στη δραματική, είχα ένα πισωγύρισμα, αλλά μετά, δεν ξέρω, κάπως τα φέρνει και η ζωή, νομίζω, και σου δείχνει τι πρέπει να κάνεις, οπότε έμεινα.
Ήταν η πρώτη σου… Η σχολή στην οποία μπήκες μου είχες πει ότι δεν ήταν η πρώτη που είχες δώσει.
Ναι.
Θες να μου πεις λίγο για τη διαδικασία των εξετάσεων σε διάφορες δραματικές σχολές;
Ωραία. Λοιπόν, κοίταξε. Εγώ τότε, η αλήθεια είναι, δεν είχα ιδέα από το θέατρο, πώς πάει η εκπαίδευση στην Αθήνα. Δεν είχα κάποιον να μου πει, ξέρεις, πέντε πράγματα. Ξέρεις, πολλές φορές έχω σκεφτεί ότι, αν έδινα τώρα, θα ήξερα πραγματικά πού πρέπει να πάω, τι πρέπει να κάνω. Δεν ήξερα κανέναν, οπότε στηριζόμουνα κυρίως σε… πως να σ’ το πω… σε κάτι που μπορεί να έβρισκα στο ίντερνετ, σε διαφημιστικά, σε οτιδήποτε τέτοιο. Έδωσα σίγουρα στο «Εθνικό Θέατρο», που είναι η κρατική και είναι δωρεάν, και μάλιστα έδωσα και τρεις φορές, απ’ ό,τι θυμάμαι. Το «Εθνικό» όμως παίρνει πολύ λίγα άτομα και κάθε χρόνο οι εξετάσεις είναι… συμμετέχουν, εννοώ, άπειροι. Και ειδικά για τα κορίτσια είναι μεγαλύτερος αριθμός. Έδωσα εκεί. Δεν είχα περάσει. Είχα δώσει και στο «Ωδείο Αθηνών», δύο φορές κι εκεί. Και έδωσα και στο Υπουργείο, γιατί τότε ήτανε και υποχρεωτικό, για να περάσεις σε μια ιδιωτική, υποχρεωτικό, ναι. Έπρεπε να έχεις περάσει και Υπουργείο, γιατί θεωρητικά θα… το πτυχίο στο τέλος θα αναγνωριζόταν ως μιας σχολής κανονικής. Και είχα δώσει Υπουργείο. Υπουργείο είχα περάσει και είχα επιλέξει στην αρχή να πάω στην «Αθηναϊκή Σκηνή», μια δραματική που είναι κοντά στην Ακρόπολη, και έκανα εκεί την προετοιμασία μου, για να δώσω εξετάσεις στο Υπουργείο, και έμεινα κι εκεί για ένα χρονικό διάστημα της φοίτησής μου. Δηλαδή από τα τρία χρόνια που είναι η δραματική σχολή, ένα διάστημα ήμουνα κι εκεί. Μετά, επειδή εγώ ένιωθα ότι ήθελα κάτι άλλο, από μένα και από τις σπουδές μου, ενώ πήρα πολλά από την «Αθηναϊκή», έφυγα και έδωσα εξετάσεις στη «Θεοδοσιάδη», που ήταν μια σχολή που είναι πάρα πολλά χρόνια στον χώρο. Έχει βγάλει πολλούς σημαντικούς, ας πούμε, ηθοποιούς και έχει κι ένα όνομα εξαιτίας του Γιώργου Θεοδοσιάδη, που είναι και ιδρυτής[00:20:00] της, και έδωσα λοιπόν εκεί και πέρασα. Και, στην ουσία, τελείωσα τη συγκεκριμένη σχολή. Αλλά γενικά η διαδικασία του να δίνεις σε σχολές είναι… σου παίρνει χρόνο. Είναι και απαιτητική και ψυχοφθόρα. Εγώ τότε όμως δεν ήξερα πολλά και ίσως και αυτό με προστάτευσε. Δηλαδή θα μπορούσα να είχα δώσει και στο «Θέατρο Τέχνης», που είναι πολύ επίσης σχολή με πολλά χρόνια πίσω της. Δεν έδωσα ποτέ. Υπάρχουν κι άλλες αξιόλογες σχολές που επίσης δεν έδωσα, γιατί δεν τις ήξερα τότε, δεν ήξερα ότι μπορώ να δώσω ή ότι αξίζει. Αυτό. Αλλά η διαδικασία, ειδικά το να προετοιμαστείς, για να δώσεις εξετάσεις σε μια δραματική, είναι και ψυχοφθόρα. Σου παίρνει και χρόνο και χρήματα, γιατί εντάξει, καταλαβαίνω ότι κάθε παιδί που θέλει να μπει θέλει να δώσει τον καλύτερό του εαυτό, οπότε για αυτό πολλά παιδιά κιόλας δίνουν σε πολλές, ώστε να έχουνε πιθανότητα να μπούνε έστω σε κάποια απ’ αυτές.
Εσύ πώς ένιωσες, όταν έμαθες ότι πέρασες;
Κοίταξε, ήμουνα πολύ χαρούμενη. Θα σου πω τι γίνεται. Ήμουν πάρα πολύ εγώ τότε –πως να σ’ το πω– με τις δραματικές τις ιδιωτικές πολύ καχύποπτη. Με την έννοια: «Εντάξει, μωρέ, τους πληρώνω, θα με πάρουνε». Δηλαδή εγώ το είχα ότι: «Τους πληρώνω και δεν θα με πάρουνε κιόλας;». Κι όμως. Δηλαδή ναι, όντως υπάρχουνε δραματικές που εντάξει, και λόγω πλέον, επειδή, ξέρεις, δεν έχει πολύ κόσμο πια ή οτιδήποτε, μπορεί να είναι πιο… τα κριτήρια μπορεί να είναι λίγο πιο ευέλικτα, να… Αλλά εγώ πίστευα ότι: «Έλα, μωρέ, ναι, εντάξει, ok. Για όνομα του Θεού! Δεν είναι, ξέρεις, τόσο αξιοκρατικά, αφού τους πληρώνεις». Εν τέλει, δεν είναι έτσι σε όλες. Με ρώτησες πώς ένιωσα όταν… Πώς ένιωσα; Ήμουν χαρούμενη, γιατί κυρίως… γιατί και άλλα συναισθήματα είχα, που θα σ’ τα περιγράψω, αλλά ήμουνα χαρούμενη, γιατί ένιωθα ότι ξεφεύγω από μία κατάσταση που με τελμάτωνε. Δηλαδή ένιωθα ότι είχα λίγο βουλιάξει. Και ένιωσα ότι, όταν πέρασα στη σχολή, τώρα κάνω μία νέα αρχή. Φοβόμουνα κιόλας. Πάντα φοβάμαι σε κάποια νέα αρχή, που λένε: «Κάθε αρχή και δύσκολη». Φοβόμουνα, γιατί, ξέρεις, νέοι άνθρωποι. «Πώς θα είμαι με τους νέους ανθρώπους;» Η ηθοποιία κιόλας έχει αυτό, ότι πρέπει να συνεργάζεσαι, πρέπει. Δεν είναι ότι είσαι μόνος σου. Έχεις να αντιμετωπίσεις έναν σωρό κόσμο. Είναι αυτό, πως θα γνωρίσω νέους ανθρώπους, θα με γνωρίσουν. Πώς θα είμαι με αυτούς; Καθηγητές, καινούριοι καθηγητές. «Ωχ, τι γίνεται;», και τα λοιπά. Διπλωματικές εξετάσεις μετά στο τέλος, αφού είμαι Υπουργείο, και όλα αυτά. Υπήρχαν δηλαδή πολλά συναισθήματα, και… Αλλά νομίζω ότι η χαρά κι ο στόχος του ότι: «Πάμε να το κάνουμε» ήταν αυτό που παραμέρισε τα υπόλοιπα συναισθήματα. Στην αρχή, ναι, πιο δύσκολα, μέχρι να μάθω και να συνηθίσω. Μετά μια χαρά.
Την πρώτη σου μέρα στη σχολή πώς τη θυμάσαι;
Ήτανε awkward – πήγα να χρησιμοποιήσω ξένη λέξη. Ήταν περίεργη, γιατί δεν ήξερα κανέναν. Απλά θυμάμαι ότι είχαν τα παιδιά μια ομάδα στο Facebook, που ήταν όλη η τάξη, και με βάλαν κι εμένα και τα λοιπά και, ξέρεις, ένας-δυο μπορεί να μου είχαν στείλει ένα μήνυμα, για να γνωριστούμε και τα λοιπά, αλλά, όταν μπήκα, θυμάμαι να τους βλέπω, ξέρεις, λέω: «Χαίρω πολύ» σε όλους. Ξέρεις, ήταν αυτό το, όταν γνωρίζεις κάποιον πρώτη φορά, που χαμογελάς, αλλά δεν ξέρεις κιόλας πώς είναι, και λες: «Τώρα τι;». Πάω, έκατσα στη γωνίτσα μου και μπήκανε οι καθηγητές, γνωριστήκαμε και τα λοιπά, μας είπαν κάποια πράγματα, και εντάξει, η πρώτη φορά στη σχολή ήτανε γεμάτη αγωνία, νομίζω. Και άγχος πολύ. Αυτό κυρίως. Αλλά σιγά-σιγά κατευνάστηκε.
Πώς θυμάσαι να εξελίσσεται και η σχολή και εσύ μέσα;
Εντάξει, λοιπόν… Εγώ… Πω, τι να σου πω τώρα! Αυτό που με ρωτάς, εμένα έχει αλλάξει γενικά τη ζωή μου. Νομίζω, από το πρώτο έτος της δραματικής ως και τώρα, βέβαια, αλλά και στο… μέχρι το τρίτο έτος, ήμουνα άλλη. Και τώρα είμαι άλλη με το που μπήκα. Δηλαδή, άμα συναντήσεις κάποιον φίλο μου ή κάποιον γνωστό μου που με ήξερε τότε και με δει και τώρα, θα πει: «Δεν είναι το ίδιο πρόσωπο». Κατ’ αρχήν, τι να πω; Εγώ κιόλας, επειδή, έχοντας υπάρξει[00:25:00] και τέσσερα χρόνια στη Νομική, και όντας τέσσερα χρόνια στην Αθήνα, είχα αρχίσει να βλέπω κι άλλο θέατρο, πολύ, και πλέον κι άλλα είδη. Άνοιξε το μυαλό μου. Πώς να σ’ το πω; Έγινα και πολύ κουλτουριάρα. Δηλαδή μ’ άρεσαν τα, ξέρω γω, πειραματικά, τα… Πήγαινα σε ό,τι καταγώγιο, ας πούμε, υπήρχε και έβλεπα τα πάντα, γιατί ήθελα να έχω άποψη. Αυτό με άλλαξε και σαν άνθρωπο. Στη σχολή τώρα ξεκίνησα χάλια. Ξεκίνησα σαν μια κοπέλα που ντρεπόταν να μιλήσει, ντρεπόταν να κάνει το οτιδήποτε. Ένιωθα ατάλαντη, άχρηστη, δεν… Ό,τι μπορείς να φανταστείς. Αλλά για κάποιον περίεργο λόγο, μέσα μου βαθιά, δεν ξέρω πώς γινότανε, αισθανόμουν ότι κάτι υπάρχει εδώ. Ότι, δεν ξέρω, μέσα μου ένιωθα ότι υπάρχει υλικό. Και κυρίως το αισθανόμουνα, γιατί, όχι ότι, ξέρεις, πίστευα ότι έχω κάποια φοβερή τεχνική στο θέατρο ή οτιδήποτε. Κυρίως, γιατί μπορώ να νιώθω πολύ. Πολύ και πολύ έντονα. Δηλαδή εγώ είμαι πολύ ευαίσθητη. Με ποια έννοια; Οποιοδήποτε ερέθισμα τριγύρω μου μπορεί να ερεθίσει κάποια αίσθηση μου, κάποια από τις αισθήσεις μου, μεταφράζεται σε συναίσθημα αμέσως. Δηλαδή εγώ μπορώ να δω στον δρόμο κάτι και μπορεί εκείνη την ώρα αυτό να με συγκινήσει κατευθείαν ή να μου δημιουργήσει θυμό ή εκνευρισμό ή να πω: «Τι γλυκούλι!», αγάπη, ξέρω γω. Και ίσως για αυτό, επειδή είχα αυτό, να ένιωθα μέσα μου ότι…. Μα και οι ρόλοι άνθρωποι είναι, που αισθάνονται, που έχουνε πάθη, που έχουνε διάφορα πράγματα. Οπότε ίσως για αυτό μέσα μου να πίστευα ότι: «Ξέρεις; Μπορεί να το έχεις κιόλας». Οπότε ξεκίνησα πολύ διαφορετικά. Στην πορεία είχα και καθηγητές που, κι απ’ το πρώτο έτος κιόλας, που έδειξαν ότι με πίστευαν, παρότι εγώ ήμουνα τότε πολύ κλειστή και μου δείχνανε. Θυμάμαι χαρακτηριστικά έναν που μου έλεγε, ενώ ήμουνα πολύ μαγκωμένη στην αρχή, και μου έλεγε: «Μπορείς να κάνεις πολλά πράγματα, αλλά δεν το έχεις ακόμα καταλάβει». Δηλαδή δεν θα την ξεχάσω ποτέ αυτή την ατάκα του. Και επίσης δεν θα μπορούσα ποτέ να ξεχάσω ποτέ την έκφρασή του, όταν στο μάθημά του επιτέλους έκανα την υπέρβαση και ήτανε καλό το αποτέλεσμα. Δηλαδή το χαμόγελο του συγκεκριμένου καθηγητή εκείνη τη μέρα δεν θα το ξεχάσω. Είναι το χαμόγελο τύπο: «Στα έλεγα και επιτέλους το έκανες». Οπότε βαθμιαία και, επειδή με πίστευαν και οι καθηγητές, και λέω: «Τι στον κόρακα, δεν έχουνε και κάποιον λόγο να με πιστεύουνε χωρίς λόγο», και επειδή με πίστευαν, και εγώ εξελισσόμουνα, είχα και πολλή θέληση να μάθω και να γίνω καλή. Δηλαδή το αγαπούσα και το αγαπώ. Οπότε, νομίζω, ακριβώς για αυτό μετά εξελίχθηκα, όσο έχω εξελιχθεί. Δεν ξέρω. Αυτό θα το κρίνουν κι άλλοι, αλλά σίγουρα δεν είμαι το ίδιο όπως μπήκα.
Τι άλλο θυμάσαι από τη σχολή μέσα; Πώς σου είχε φανεί γενικά;
Κοίταξε, η σχολή είναι όπως ένας… μία μικρή κοινωνία, όπως… Είναι μικρογραφία. Θυμάσαι… έχεις και ωραίες αναμνήσεις και πιο δύσκολες, κυρίως γιατί ok, συναναστρέφεσαι κατ’ αρχήν με πάρα πολλούς ανθρώπους. Αυτό από και μόνο του μπορεί να δημιουργήσει θέματα. Υπήρχε και πολλή αγάπη, και διαφωνίες θα υπήρχανε για τη δουλειά και για χωρίς τη δουλειά, με ανθρώπους. Προσπαθείς να τα βρεις, δεν τα βρίσκεις τόσο εύκολα. Άλλοι σε συμπαθούνε, άλλοι όχι. Αυτό που σίγουρα θυμάμαι και το κρατάω είναι ότι, αν με ρώταγες: «Θα ξαναγύριζες;», ναι, ξεκάθαρα. Ήταν ένα πολύ προστατευμένο περιβάλλον. Ό,τι και δυσκολία μπορεί να υπήρχε, ξέραμε τουλάχιστον ότι ήμασταν, ξέρω γω, 15 άτομα, 16, που εκεί είχαμε έναν στόχο, γιατί αγαπούσαμε κάτι, τουλάχιστον η πλειονότητα. Δουλεύαμε για κάτι. Δεν είχαμε βγει στην αρένα. Ήμασταν πολύ προστατευμένοι και δεν το αλλάζω, σου λέω, όσες και αν δυσκολίες και αν υπήρχαν. Αλλά πάντα η σχολή η δραματική, νομίζω, όποιον και να ρωτήσεις, ήταν για αυτόν κάτι που δεν θα το ξεχάσει.
Η σπουδή στη δραματική σχολή πώς συνδυαζόταν με την υπόλοιπη ζωή; Γιατί… Πώς ήταν, ας πούμε, οι ώρες που έπρεπε να αφιερώνεις–
Ωραία–
–εκεί πέρα σε σύγκριση–
–λοιπόν–
–με το–
–και σκέψου ότι δεν ήμουνα στο «Εθνικό Θέατρο», που οι άνθρωποι εκεί είναι 10:00 το πρωί με 22:00 το βραδύ. Λοιπόν, η σχολή, κοίταξε να δεις, η σχολή, θεωρητικά, τα μαθήματα ήταν 14:00 με 21:00[00:30:00], τα μαθήματα μόνο, αλλά έπρεπε να πας και νωρίτερα ή να μείνεις και λίγο παραπάνω, γιατί έπρεπε να κάνεις πρόβα τα κομμάτια που είχες στους καθηγητές σου ή οτιδήποτε άλλο σου βάζανε, εργασία ή εξετάσεις. Οπότε, στην ουσία, ήταν ένα full-time job, να το πω έτσι. Δηλαδή πολλές φορές, και ειδικά, όταν πλησίαζαν και οι εξετάσεις, ήταν μέχρι και τα Σαββατοκύριακα. Δηλαδή δεν μπορούσες εύκολα να κάνεις κάτι άλλο. Δηλαδή και θυμάμαι και κάποιος συμμαθητές μου που προσπαθούσαν να δουλέψουνε και τα λοιπά, δεν ήταν τόσο εύκολο, γιατί θα έρχεσαι μετά πτώμα ή θα μπορείς να δουλέψεις μόνο part-time. Δεν ήτανε πάρα πολύ εύκολο. Αλλά είσαι εκεί. Είναι, στην ουσία, η ζωή σου αυτά τα χρόνια είναι η σχολή. Είσαι σχεδόν όλη μέρα εκεί.
Με το φιλικό σου περιβάλλον πώς… Ποια ήταν η αντίδραση και η διάδραση μαζί σου εκείνη την περίοδο;
Το φιλικό μου, εννοείς, μέσα στη σχολή;
Απέξω.
Απέξω. Κοίτα, θα σου πω κάτι τέτοιο πολύ περίεργο. Νομίζω, πέρα από κάποιους πολύ βασικούς φίλους που είχα από μικρή, τους… αυτούς που λέμε τους «καρδιακούς», τους «παιδικούς», που είναι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού, τους περισσότερους φίλους μου τους απέκτησα από το θέατρο και από τη σχολή. Οπότε, πώς ήτανε; Κοίταξε, είχα επικοινωνία μ’ αυτούς τους φίλους μου, απλά δεν θα ήτανε τόσο συχνή όσο θα ήτανε άλλες φορές. Θα ήτανε ίσως μέσω από τηλέφωνα, ξέρεις, όλο αυτό. Αλλά οι φίλοι μου, νομίζω, και αυτοί στηρίζουν πάντα το ό,τι κάνω και ήταν πάντα εκεί.
Η θεατρική εκπαίδευση που… την οποία παρακολούθησες σε αυτές τις σχολές, μετέπειτα πώς σου φάνηκε;
Ωραία, κοίτα, αυτό είναι μεγάλη ερώτηση, η αλήθεια είναι, μεγάλη κουβέντα. Θα σου πω. Κάθε σχολή, από την εμπειρία μου γενικά, νομίζω, κάθε σχολή, αλλά θα μιλήσω και για τη δικιά μας, έχει συν και πλην. Παίρνεις κάτι, πολλά. Μπορεί να λείπουν όμως και κάποια πράγματα, είτε στο πλαίσιο μαθημάτων, που μπορεί να, ξέρω γω, κάποια άλλη σχολή να κάνει ένα άλλο μάθημα που η δική σου να μην το κάνει, είτε στο πλαίσιο ότι, ξέρω γω, μπορεί να είναι έτσι δομημένο το πρόγραμμα της σχολής, που να είναι οι ίδιοι οι καθηγητές, να παίρνουν το ίδιο τμήμα κάθε χρόνο ή να είναι διαφορετικοί σε άλλες σχολές, ώστε μαθαίνεις περισσότερες, ας πούμε, οπτικές. Αυτό που έχω να πω είναι ότι δεν υπάρχει για μένα η τέλεια σχολή. Δεν υπάρχει η τέλεια. Είναι και εσύ πόσο το δουλεύεις και τι θέλεις να πάρεις από τον καθένα. Και μετά, φυσικά, αν θες να το δουλέψεις και να το εξελίξεις, ψάχνεις και μετά για αυτό κι άλλα σεμινάρια. Δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο μπορεί να ψάξεις, για να νιώσεις ότι έχω full γνώση. Αλλά δεν νομίζω ότι με μία σχολή τριών χρόνων θα πει ποτέ κανείς: «Ναι, σε αυτά τα τρία χρόνια είμαι έτοιμος». Εγώ, ας πούμε, ποτέ, ακόμα και τώρα, δεν νιώθω ότι είμαι έτοιμη, ούτε ότι δεν χρειάζομαι βοήθεια ή ότι τα ξέρω τα πάντα. Ακόμα τουλάχιστον δεν ξέρω. Θεωρητικά, θεωρούμαι και νέα ηθοποιός. Κάποιος άλλος σίγουρα μπορεί να τους πει ότι: «Τώρα, ναι, εγώ το ’χω». Αλλά αυτό θα έρθει με την εμπειρία, πιστεύω. Αυτό. Γενικά, οι σχολές έχουν συν και πλην. Το θέμα είναι να μπορέσεις να αρπάξεις από τη σχολή αυτά που σου δίνει, γιατί σίγουρα θα σου δώσει.
Πώς θυμάσαι τον τελευταίο καιρό στη σχολή και πώς ένιωσες, όταν πήρες το πτυχίο σου;
Ωραία, λοιπόν... Πω πω, αυτή η ερώτηση… Λοιπόν, τον τελευταίο καιρό στη σχολή εγώ ήμουνα χάλια. Πολύ πεσμένη, και για συναισθηματικούς λόγους, δικούς μου, αλλά και γιατί –θα το καταλάβουνε μόνο παιδιά, νομίζω, αυτό που είναι σε δραματικές– τον τελευταίο καιρό στη σχολή ετοιμάζεσαι, για να δώσεις τις διπλωματικές σου. Αυτό τι σημαίνει; Ότι θα έρθει ή το Υπουργείο ή κόσμος, που θα έχει καλέσει μετά η σχολή, γιατί θα γίνουν ανοιχτές οι εξετάσεις, να σε παρακολουθήσουν, στην ουσία, στις παραστάσεις σου ως πλέον επαγγελματίας ηθοποιός, γιατί παίρνεις το πτυχίο σου. Υπήρχε μία τρέλα. Δεν μπορείς να φανταστείς τι σου λέω. Πώς δεν φαγωθήκαμε όλοι μεταξύ μας, να βγάλουμε ο ένας τα μάτια του άλλου[00:35:00]! Με τις πρόβες, με το… με όλες τις παραστάσεις, το άγχος που είχαμε. Όσοι ήταν Υπουργείο, ακόμα ένα παραπάνω άγχος. Ήταν πολύ έντονες, πολύ κουραστικές αυτές οι μέρες. πολύ φορτισμένες. Δηλαδή νομίζω ότι, αφότου βγήκαμε σώοι από αυτές τις μέρες, ότι θα αντέξουμε, ξέρω γω, τα πάντα. Είναι δύσκολες, αλλά, όταν έρχεται η ώρα που κάνεις την παράσταση και σε βλέπουνε ή οι δικοί σου ή οι φίλοι σου που έχουν έρθει, το Υπουργείο, δεν ξέρω κι εγώ ποιος άλλος, και πάει καλά, αισθάνεσαι να φεύγει από πάνω σου ένα βάρος εκατό κιλών και αισθάνεσαι, νομίζω, χαρούμενος. Εγώ, ας πούμε, δεν θα ξεχάσω ποτέ τη μέρα που έδωσα στο Υπουργείο εξετάσεις, γιατί, με το που τελείωσα, μου είπαν κάποια καλά λόγια και άρχισα να κλαίω, όχι όμως επειδή μου είπαν καλά λόγια. Γιατί τελείωσε, πήγε καλά και ηρέμησα. Αυτό ήτανε.
Οπότε, όταν πήρες το πτυχίο σου, τι σκεφτόσουνα; Σε τι φάση ήσουνα;
Δεν περίμενα ποτέ ότι… Το πήρα και λέω: «Πάμε να δούμε τώρα πού πάμε». Δεν ήξερα τι θα κάνω. Πήρα το πτυχίο μου. Ξέρεις, θα έμπαινα κι εγώ στη διαδικασία ψαξίματος. Είχα πολύ φόβο και πάρα πολύ άγχος. Τύπου: «Εντάξει, τι να κάνουμε. Άμα δεν βρω κάτι, έχουμε και το άλλο πτυχίο». Αλλά έσκασε μία πρόταση από τον δάσκαλό μου τότε στη σχολή να είμαι στην παράσταση που θα σκηνοθετούσε, οπότε κάπως έτσι άρχισε αυτό το όνειρο να εκτυλίσσεται, ας πούμε. Αλλά σίγουρα, όταν τελειώνεις και δεν έχεις κάτι χειροπιαστό στα χέρια σου, υπάρχει πολύ άγχος και φόβος για αρχή.
Πώς ήτανε οι πρώτες σου πρόβες σε αυτή την παράσταση που σε κάλεσε ο καθηγητής; Πώς ένιωθες τη διαφορά σε σύγκριση με τη δραματική;
Ωραία, λοιπόν, οι πρόβες εκείνες για μένα ήταν πάρα πολύ δύσκολες, κυρίως, γιατί, επειδή ήμουν με δίπλα με έμπειρες ηθοποιούς, άλλες έξι… άλλες –συγγνώμη– άλλες πέντε, εγώ ήμουν η έκτη, ένιωθα να είμαι το μυρμήγκι που κάθεται, και: «Συγγνώμη που υπάρχω και συγγνώμη που σας παίρνω και τον χρόνο σας». Ένιωθα πολύ άγχος, πολύ φόβο. Υπέβαλλα στον εαυτό μου στη διαδικασία ότι: «Όλα τα κάνω λάθος». Ήταν πολύ δύσκολες για μένα, κυρίως ψυχικά, γιατί αμφισβητούσα εγώ τον εαυτό μου, αλλά, όταν ανεβήκαμε και πήγε καλά, εντάξει, η χαρά ήταν απερίγραπτη.
Η αίσθηση στο θεατρικό σανίδι πώς ήτανε; Σαν επαγγελματίας ηθοποιός πια…
Θα σου πω κάτι. Είναι πολύ περίεργο. Το ένιωσα σαν το σπίτι μου. Δεν ξέρω τώρα, σου λένε οι άλλοι, ξέρεις: «Άμα ανέβεις αυτή τη σκηνή, είναι αλλιώς» ή: «Άμα πας στην Επίδαυρο, είναι αλλιώς». Ναι, σίγουρα, δεν έχω πάει. Άμα πάω, θα σου πω πώς θα είναι. Αλλά ανέβηκα στη σκηνή, την περπάτησα, κοίταξα λίγο κάτω, είπα στην αρχή ένα: «Αμάν, πρέπει να το γεμίσουμε αυτό και πρέπει να παίξουμε μέσα στα τριακόσια άτομα», αλλά μετά ήτανε ένα πάτωμα για μένα. Δεν ήταν… Ήτανε ένα πάτωμα. Δεν ξέρω, Ίσως, επειδή το αγαπούσα, το έβλεπα σαν να είναι κάτι δικό μου.
Γενικά πώς ένιωθες με το κοινό από κάτω; Τι θυμάσαι; Ποιες είναι οι εικόνες σου από αυτή την πρώτη παράσταση, είτε στις πρόβες είτε στη σκηνή πάνω είτε στο μετά, ας πούμε, αφού τελείωσε η παράσταση;
Ωραία.
Πώς… Ποιες είναι οι αναμνήσεις που γεμίζουνε το μυαλό σου–
Ωραία.
–εκείνη την περίοδο;
Λοιπόν, οι πρόβες, όπως σου είπα και πριν, ήταν δύσκολες για μένα πάρα πολύ. Όταν ανεβήκαμε, ανακουφίστηκα τόσο πολύ που επιτελούς ανεβήκαμε, γιατί μου έφυγε αυτό το τρομερό άγχος που είχα. Εντάξει, στη γενική μας πρόβα, πριν ανεβούμε, έτρεμα φυσικά. Έβγαινα και πρώτη στη σκηνή εκείνη. Είχα μια ατάκα που έλεγα και έβγαινα πρώτη. Έτρεμα. Λέω: «Θα ξεχάσω λόγια, θα πέσω κάτω από το τρέμουλο, δεν ξέρω τι θα γίνει». Στις αρχές, ναι, υπήρχε άγχος. Μετά, όσο περνούσε ο καιρός, το συνηθίζεις και είσαι εντάξει. Αποκτάς αυτή που λέμε τη «σκηνική εμπειρία». Πίσω με τα κορίτσια κιόλας που ήμασταν όλο γυναίκες στη πρώτη μου παράσταση, τι να σου πω… Ήτανε άλλο πράγμα. Ήτανε… Θα τη θυμάμαι αυτή την πρώτη παράσταση, γιατί, ενώ υπήρχανε πλαίσια δουλειάς και αυστηρότητας και[00:40:00]… γίναμε παρέα, γίναμε ένα, χωρίς όμως να αλλοιωθεί η ποιότητα της δουλειάς και χωρίς να, ξέρεις, να γίνεται το καφενείο και το… ένα… Αλλά ήταν πολύ όμορφα, είχε πλάκα.
Και προχωρώντας στη δεύτερη παράσταση, πώς… Ποιες διαφορές έβλεπες στον εαυτό σου; Πώς ήτανε; Τι θυμάσαι από τη δεύτερη παράσταση; Πώς τη βρήκες; Πώς ήτανε στις πρόβες; Οι παρέες σου…
Ωραία, λοιπόν, στη δεύτερη παράσταση ήτανε τελείως διαφορετικά όλα. Οι πρόβες ήταν υπέροχες, για μένα τουλάχιστον. Ήμασταν 21 άτομα στη δεύτερή μου παράσταση, οπότε ήταν άπειρα. Για μένα είναι υπέροχες. Είχα μεγαλύτερο ρόλο από την πρώτη. Είχα μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Πολύ μεγαλύτερη. Δεν φαντάζεσαι σε τι διαφορά. Δηλαδή πάταγα στη σκηνή και έπαιζα και λέω: «Πω πω, μπράβο μου». Δηλαδή δεν το πίστευα ούτε κι εγώ για μένα. Βαθμιαία όλο και περισσότερο αποκτάς τριβή. Μάλλον έρχεσαι σε τριβή και αποκτάς μεγαλύτερη εμπειρία. Ήταν πολύ ωραία η δεύτερη παράσταση. Μας έκοψε ο κορονοϊός. αλλά… Θα πήγαινε δηλαδή μέχρι τον Απρίλιο. Μας έκοψε έναν μήνα νωρίτερα, αλλά τη θυμάμαι πολύ, πολύ καλά, πολύ έντονα.
Θυμάσαι κάτι πιο… κάτι συγκεκριμένο, ας πούμε, από αυτή την παράσταση;
Ναι, δεν θα ξεχάσω ποτέ τη μέρα που πήγα νοσοκομείο, γιατί έπαθα κάτι στο στομάχι μου, και εγώ κυρία, ενώ πόναγα όλη μέρα και μου είχανε πει ότι πρέπει να πάω στο νοσοκομείο, είχα πει: «Θα πάω στην παράσταση, να παίξω την παράσταση, και μια χαρά, μόλις τελειώσει, θα πάω τότε στο νοσοκομείο». Αλλά εγώ πήγα διπλωμένη στην παράσταση. Ήμουνα λίγο σαν το πι, ας πούμε, και πάω και με βλέπουν οι άνθρωποι εκεί, μου λένε: «Πού πας, χριστιανή μου; Θα παίξεις;». «Ναι». Με κρεμούσαν κιόλας από κάτι σκοινιά τότε, γιατί αυτοκτονούσα, και καλά, και… «Και πώς θα σε… Είσαι με τα καλά σου;», μου είχαν πει. Τέλος πάντων, επειδή με πίεσαν όλοι, έφυγα από την… Δηλαδή δεν το πίστεψα ποτέ ότι έγινε αυτό. Πέντε λεπτά πριν αρχίσει η παράσταση, εγώ έφυγα. Πήγα με ταξί, με χρήματα της παραγωγής και να ’ναι καλά οι άνθρωποι, πήγα στο νοσοκομείο. Και πέντε λεπτά… σε πέντε λεπτά, η… μία συνάδελφός μου, να ’ναι καλά, η Όλγα, έμαθε τον ρόλο μου. Δεν ήταν μεγάλος, πάλι καλά, αλλά τον έμαθε η κοπέλα, και δεν ξέρω κι εγώ τι άγχος πέρασε, μήπως γίνει τίποτα και ξεχαστεί. Που μετά της πήρα δώρο, για να της βγάλω την ταλαιπωρία που πέρασε. Δεν θα την ξεχάσω αυτή τη μέρα, γιατί λυπήθηκα πάρα πολύ. Δηλαδή δεν περίμενα ποτέ να συμβεί αυτό, ξέρεις, που λένε: «Πω πω, συμβαίνουν και τέτοια στο θέατρο» και: «Τι θα γίνει, άμα συμβούνε;». Θυμάμαι ότι πήγα στο νοσοκομείο και άρχισα να κλαίω και με βλέπαν οι γιατροί και μου λέγαν: «Γιατί κλαις, παιδί μου; Είσαι σε ασφαλές μέρος». «Για άλλο κλαίω εγώ». Εγώ, ας πούμε, ένιωθα τύψεις, που… τι έκανα στην παράσταση. Και εκεί όλοι μου λένε: «Τι είναι αυτά που λες;» και: «Η υγεία προηγείται, και δεν έγινε τίποτα, και μια χαρά πήγε η παράσταση, και…». Αλλά τη θυμάμαι πολύ έντονα τη στιγμή αυτή, γιατί λυπήθηκα πολύ, και γενικά σε αυτή την παράσταση είχαμε πολλά θέματα και με άλλους, με υγεία, και λέμε: «Κάποιος μας είχε ματιάσει». Αυτό, δεν το ξεχνάω αυτό.
Πώς ήτανε να μην παίζεις στο θέατρο λόγω καραντίνας ένα μεγάλο διάστημα; Πώς σου φάνηκε;
Λοιπόν, εγώ τρελάθηκα, πραγματικά, γιατί έτυχε και λόγω της καραντίνας, που κράτησε και πολύ, ειδικά η δεύτερη, να μη μείνω Αθήνα. Πήγα κάτω στο πατρικό μου, γιατί ήταν όλα κλειστά, δεν είχε νόημα να έμενα. Εγώ θα τρελαινόμουν, ενώ κάτω είχα τουλάχιστον τη μητέρα μου, είχα κάποιους ανθρώπους, κάτι να μπορώ να έρχομαι σε επαφή. Τον πρώτο καιρό το πάλευα. Μετά από ένα σημείο, δεν ξέρω, νόμιζα ότι θα τρελαθώ. Ευτυχώς που γινόντουσαν και κάποιες παραστάσεις, έστω μέσω ίντερνετ, που ήταν, εντάξει, πολύ λάθος συνθήκη, βέβαια, αλλά μόνο και μόνο που, ξέρεις, που έβλεπες κάτι, έλεγες: «Πάλι καλά, Χριστέ μου». Αλλά ήταν πραγματικά πολύ λυπηρό όλο αυτό που συνέβη, και πολύ δύσκολο και με πολύ φόβο και για την υγεία μας και για τον κορονοϊό και όλο αυτό. Εγώ θα τρελαινόμουνα. Αν συνεχιζόταν κι άλλο, θα τρελαινόμουνα.
Θες να μου πεις κάποια πράγματα για την τελευταία σου παράσταση; Έτσι, τι θυμάσαι; Πώς ένιωσες, όταν ξαναπήρες πρόταση μετά τον κορονοϊό;
Ωραία, ναι, θέλω πολύ να πω για αυτή την παράσταση. Αυτή η παράσταση για μένα είναι πολύ ξεχωριστή, γιατί είχα τον πρώτο μου μεγάλο ρόλο, σχεδόν, θα πω, ισάξιος με όλες τις υπόλοιπες κοπέλες που παίζανε. Ήμασταν οκτώ, «Οκτώ γυναίκες» λεγόταν το έργο. Αισθάνθηκα πάρα πολύ χαρούμενη, όταν με πήρε τηλέφωνο ο σκηνοθέτης να μου πει για το συγκεκριμένο έργο, γιατί εγώ είμαι και fun ιδιαίτερα του αστυνομικού, ας πούμε, έργου, και αυτό ήταν αστυνομικό, και, όταν μου είπε για[00:45:00] αυτό, που το ήξερα, τρελάθηκα. Όταν ειδικά μου είπε και τον ρόλο, τρελάθηκα ακόμα περισσότερο από τη χαρά μου. Λέω: «Δεν μπορεί, κάποιος μου κάνει πλάκα. Θα μου τον πάρουν πίσω τον ρόλο». Ήταν πάρα πολύ ωραίο. Εγώ το λάτρεψα αυτό το έργο. Το έχω πολύ μέσα στην καρδιά μου. Περάσαμε δυσκολίες, γιατί είχαμε χρονιά που, μετέπειτα κορονοϊού δηλαδή, κολλήσανε και συνάδελφοι στο θέατρο, κλείσαμε για καιρό. Θέματα με… Κι ο κόσμος, ξέρεις, φοβότανε να έρθει στην αρχή. Μετά το ’μαθε, ήρθε. Η διαφήμιση δεν ήταν και τόσο… Με τον κορονοϊό πόσο να επενδύσει κάποιος σε όλα αυτά! Ήτανε δύσκολη χρονιά, αλλά είμαι πολύ περήφανη που τα καταφέραμε μέχρι το τέλος και χάρηκα πάρα πολύ και για όλες αυτές τις άλλες εφτά γυναίκες που γνώρισα, όσες δεν ήξερα δηλαδή, που τις γνώρισα καλύτερα, γιατί νομίζω ότι, παρά τις δυσκολίες που μπορεί να περάσαμε, ήρθαμε πολύ κοντά. Τις έχω πολύ ξεχωριστά κάθε μία μέσα στην καρδιά μου. Και ήτανε ένα έργο που, εντάξει, μ’ άρεσε πολύ. Θα ήθελα να πήγαινε και δεύτερη χρονιά, να είμαι ειλικρινής. Και είμαι πάρα πολύ κιόλας χαρούμενη για τον ρόλο που είχα, γιατί αυτή η κοπέλα, η Κατρίν, είναι πολύ ιδιαίτερο πλάσμα και, νομίζω, έχω κοινά. Και, πραγματικά, πολλές φορές και πάνω στη σκηνή συγκινιόμουνα αληθινά και για αυτό που βιώνω και εγώ σαν Ευφροσύνη εκείνη τη στιγμή ερμηνεύοντας την Κατρίν. Δηλαδή δεν το πίστευα ότι ερμηνεύω την Κατρίν, ότι είμαι τόσο τυχερή και ερμηνεύω την Κατρίν. Και γενικά και για αυτό που περνάει αυτή η κοπέλα. Αυτό νομίζω γι’ αυτή την παράσταση. Τη θυμάμαι πολύ όμορφα πάντως.
Οπότε πώς είναι να είσαι ηθοποιός και πώς νιώθεις εσύ κάνοντας αυτή τη δουλειά;
Ωραία, λοιπόν, εγώ νιώθω πολύ τυχερή που, από τότε που βγήκα από τη σχολή, έχω κάθε χρόνο δουλειά. Σχεδόν κάθε χρόνο. Ναι, είμαι από τους τυχερούς, γιατί είχα και σε παραστάσεις που θωρούντουσαν εμπορικές και καλές και με πολύ καλούς συνεργάτες και συναδέλφους, που είχα την τύχη να συνεργαστώ. Είμαι πολύ χαρούμενη για αυτό και πολύ ευγνώμων. Και στον σκηνοθέτη και… που με επιλέγει συνεχώς, και σε όλους για τα καλά τους λόγια. Από την άλλη, εντάξει, είναι πολύ δύσκολο να είσαι ηθοποιός, η αλήθεια είναι. Θέλει πάρα πολύ γερά νεύρα, πάρα πολύ γερό στομάχι, όσο και να είναι κλισέ. Ισχύει. Θέλει να έχεις υπομονή τεράστια. Δεν είναι sprint η υποκριτική. Είναι μαραθώνιος. Μπορεί να σου κάτσει κάτι ξαφνικά, που, ενώ έχεις μείνει πολύ καιρό εκτός, να σου κάτσει κάτι και να σε εκτοξεύσει. Ή και το αντίστροφο. Δεν σημαίνει κάτι, αν είσαι στην πρώτη σειρά. Για έναν νέο ηθοποιό, είναι πολύ δύσκολο, μέχρι, ας πούμε, κάπως να εδραιωθεί ή αυτό που λέμε «να γίνει όνομα» ή δεν ξέρω κι εγώ πώς να το, ας πούμε, ορίσω. Θέλει κυνήγι, να έχεις την υπομονή και τη δύναμη να το κυνηγήσεις, γιατί πολλές φορές δεν έχεις και το κουράγιο. Ας πούμε, κι εγώ έχω πιάσει τον αυτό μου πολλές φορές τύπου να λέω: «Δεν θέλω, δεν μπορώ άλλο, δεν θέλω τώρα να στείλω εκεί, δεν έχω τη διάθεση τώρα να πάω σε ακρόαση», ας πούμε. Υπάρχουνε φάσεις που περνάς, που λες: «Τώρα όχι, στοπ λίγο». Είναι δύσκολα. Θέλει να έχεις, στην αρχή σου, και κάποιο άλλο backup. Να μπορείς να συνδυάσεις κάτι άλλο, μέχρι να πεις ότι μπορείς να αυτοβιοπορίζεσαι μόνο από αυτό, αν μπορέσεις, γιατί επίσης είναι δύσκολο να συμβεί αυτό. Αυτά κυρίως. Δεν… Εντάξει, υπάρχουν και συνθήκες φυσικά κάπου στο θέατρο που δεν είναι πάντοτε ιδανικές, είτε σε θέμα συνεργασίας, σε θέμα σχέσης με τους υπόλοιπους συνεργάτες, αλλά αυτό, νομίζω, είναι τι θα σου τύχει και πού θα πέσεις και πώς εσύ θα το χειριστείς. Δυστυχώς, εντάξει, δεν υπάρχει… Έχουμε το σωματείο μας που κάνει ό,τι μπορεί, αλλά πιστεύω ότι θα έπρεπε να… και από τη πολιτεία, και κάπως να προστατευτεί ακόμα περισσότερο το συγκεκριμένο επάγγελμα. Δεν προστατεύεται. Δεν υπάρχει άδεια, κατ’ αρχήν, εξασκήσεως του επαγγέλματος, με αποτέλεσμα να παίζει όποιος θέλει. Που θα μου πεις: «Το θεωρείς σωστό;». Εγώ προσωπικά, όχι. Δεν θεωρώ ότι μπορεί να παίξει όποιος θέλει, όπως δεν θεωρώ ότι κι εγώ μπορώ να πάω να διδάξω Μαθηματικά, από τη στιγμή που δεν έχω πτυχίο Μαθηματικών. Έχει πολλά ακόμα[00:50:00], πιστεύω, που χρήζουν βελτίωσης. Είναι δύσκολος χώρος, αλλά, αν το θες πραγματικά, γιατί να μην το προσπαθήσεις;
Όταν νιώθεις… Τώρα, όταν πηγαίνεις σε ακροάσεις, σε σύγκριση με παλιά, πώς νιώθεις;
Σίγουρα, πολύ καλύτερα, πολύ μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Πλέον ξέρω ποια είναι τα δυνατά μου σημεία σε μένα. Ξέρω πώς να χειριστώ ακόμα και την ίδια μου την προσωπικότητα απέναντι στους άλλους. Εντάξει, πάντα θα υπάρχει το άγχος εκείνη την ώρα, ότι, ξέρεις, σε βλέπουν οι άλλοι και σε κρίνουν για το αν θα σε πάρουν σε μία δουλειά, αλλά, ξέρεις, προσπαθώ να κάνω και λίγο πλάκα, να σπάσω τον πάγο, και τα λοιπά. Οπότε, ναι, τώρα είναι πολύ καλύτερα. Να σου πω την αλήθεια, δεν είναι ότι έχω πάει σε πάρα πολλές, γιατί, εντάξει, πρώτον, δεν γίνονται και πάρα πολλές, να είμαι ειλικρινής. Δεύτερον, όπου με έχουν επιλέξει, με έχουν επιλέξει από… δηλαδή είμαι επιλογή του σκηνοθέτη. Με έχει πάρει τηλέφωνο και μου έχει πει: «Θέλεις να είσαι εκεί; Ναι;». «Ναι». Δεν είναι ότι έχω περάσει πάρα πολλές ακροάσεις. Η αλήθεια όμως είναι ότι, όσες έχω περάσει, ήταν πολύ καλή εμπειρία. Δεν έχω περάσει κάποια που να, ξέρεις, να μου φέρθηκαν περίεργα.
Θα ήθελες κάτι άλλο να μοιραστείς μαζί μας; Κάποια άλλη ανάμνηση, κάτι άλλο που θυμάσαι μέσα στην πορεία σου στο θέατρο;
Ωραία, λοιπόν… Νομίζω, αυτό που θα πω, γιατί είναι αυτό που πάντα μ’ αρέσει στις παραστάσεις, όταν γίνονται για… είναι ότι μ’ αρέσουν αυτά που συμβαίνουν πάνω στη σκηνή χωρίς να τα έχεις προγραμματίσει. Είτε αυτό θα είναι ένα σαρδάμ και θα λυθεί όλος θίασος στο γέλιο, αλλά δεν θα πρέπει να το καταλάβει το κοινό ότι συμβαίνει κάτι, και, ξέρω γω, λύνεται ο θίασος στο γέλιο, ή ακόμα και κάτι, τι να σου πω, σε εισαγωγικά, ατύχημα, σε εισαγωγικά, έτσι, κάτι πολύ μικρό, που όμως εμάς θα μας βάλει σε διαδικασία να… μετά να γελάμε με τις ώρες. Δηλαδή δεν αλλάζω με τίποτα αυτά που συμβαίνουν απρόοπτα πάνω στη σκηνή. Νομίζω, αυτό.
Ok, ωραία. Ευχαριστούμε πάρα πολύ για τη συνέντευξη.
Εγώ ευχαριστώ.