Τα καλοκαίρια μου στην Ικαρία
Ενότητα 1
Τα παιδικά χρόνια στην Ικαρία
00:00:00 - 00:12:08
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Είναι 14 Ιανουαρίου 2023. Είμαστε στην Αθήνα με την Ευαγγελία Γαγλία και εγώ είμαι η Μαρία Μούρτου-Παραδεισοπούλου και είμαι ερευνήτρια γι…υρωπαϊκούς χορούς, ταγκό, βαλς και αυτό είναι το παράδοξο. Το οποίο συνεχίζει και τώρα. Και συνεχίζει και τώρα, συνεχίζει ακόμα και τώρα.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 2
Τα ικαριώτικα πανηγύρια
00:12:08 - 00:19:59
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Να συνεχίσουμε από τη Λαγκάδα και το πανηγύρι; Ναι, να πούμε καταρχήν ότι η Λαγκαδά είναι ένα καταπληκτικό μέρος, ορεινό, όπου πολύ παλαιότ… τους, το κρασί. Γιατί είχαν πάντα πολύ ωραίο κρασί, ο πράμνειος οίνος που λένε, από την αρχαιότ ητα, το κόκκινο αυτό βαρύ μπρούσκο κρασί.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 3
Ικαριώτικες πρώτες ύλες, το φαγητό και ο ικαριώτικος χορός
00:19:59 - 00:27:27
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ωραία. Να περάσουμε λίγο στο… έχουμε πει για το τοπίο στα πανηγύρια, για το ποτό. Να πούμε λίγο για το φαΐ. Ναι. Το φαΐ είναι ζουμί από κατ…ί τον δικό μου. Τέλεια. Αυτά. Δεν ξέρω αν θες να προσθέσεις κάτι άλλο; Όχι. Ωραία, σε ευχαριστούμε πάρα πολύ. Και εγώ σε ευχαριστώ πολύ.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνηση[00:00:00]Είναι 14 Ιανουαρίου 2023. Είμαστε στην Αθήνα με την Ευαγγελία Γαγλία και εγώ είμαι η Μαρία Μούρτου-Παραδεισοπούλου και είμαι ερευνήτρια για το Istorima. Αρχικά, θέλουμε πάρα πολύ να σε ευχαριστήσουμε που δέχτηκες να συμμετάσχεις σε αυτό το project και να μας διηγηθείς τη δική σου αφήγηση και αν θες μπορούμε να περάσουμε λίγο στο θέμα μας που έχει να κάνει με την Ικαρία, τα παιδικά σου χρόνια εκεί.
Και εγώ σε ευχαριστώ που μου πρότεινες να δώσω μία τέτοια συνέντευξη. Να ξεκινήσουμε για τα παιδικά μου χρόνια στην Ικαρία. Τα παιδικά μου χρόνια στην Ικαρία τα θυμάμαι με πολλή αγάπη και πολλή νοσταλγία. Ήταν η ζωή πολύ διαφορετική από ό,τι είναι σήμερα και ειδικά στις πόλεις, εννοείται. Πήγαινα από πολύ μικρή, η μητέρα μου μού έχει πει ότι με πήγε από 6 μηνών εκεί υπό πολύ δύσκολες συνθήκες διότι στο νησί τότε δεν υπήρχε, τουλάχιστον στο χωριό μου που πηγαίναμε εμείς, από όπου κατάγεται η μητέρα μου, το Καρκινάγρι, δεν υπήρχαν τα βασικά που σήμερα θεωρούμε δεδομένα. Δηλαδή ρεύμα, νερό, δεν είχε πρόσβαση οδική. Οπότε ήταν πολύ δύσκολο το να φτάσουμε καταρχήν και νομίζω ότι στη σημερινή εποχή πολύ δύσκολα κάποια μητέρα θα έπαιρνε το παιδί υπό αυτές τις συνθήκες να πάει σε ένα τόσο απομακρυσμένο μέρος, τότε.
Αυτό το «τότε», πότε περίπου πάνω-κάτω;
Εγώ έχω γεννηθεί το ’63, οπότε φαντάζομαι το ‘63 πρωτοπήγα για πρώτη φορά, ας πούμε, το καλοκαίρι. Για να σου δώσω να καταλάβεις, ας πούμε, τότε πηγαίναμε… υπήρχανε πλοία που φτάνανε στο χωριό και κατεβαίναμε από ανεμόσκαλες σε βάρκες και με τις βάρκες ερχόντουσαν οι ψαράδες τέλος πάντων ή αυτοί που κάνουν αυτή τη δουλειά και μας περνάνε στο λιμανάκι του χωριού, στη Λειβάδα, υπό πολύ δύσκολες συνθήκες, μπορεί να έχει φουρτούνα. Ήτανε λίγο, όχι λίγο, πολύ δύσκολο όλο αυτό. Επίσης, άλλος τρόπος που μπορούσαμε να φτάσουμε στο χωριό γιατί δεν υπήρχε οδικό δίκτυο καθόλου, δεν υπήρχε δρόμος δηλαδή να πας εκεί, ήτανε με τη «Βενζίνα» που λέμε, δηλαδή ένα καράβάκι, ένα καΐκι, που κάνει το δρομολόγιο αυτό το κάνει ακόμα και τώρα. Από τον Άγιο Κήρυκο πάει στο Καρκινάγρι. Τώρα, ας πούμε, είναι γύρω στις 2 ώρες διαδρομή, δεν θυμάμαι τότε πόσο ήτανε, μπορεί να ήταν το ίδιο, περισσότερο, δεν θυμάμαι πόσο. Δηλαδή πηγαίναμε με το πλοίο στο λιμάνι του Αγίου Κηρύκου και από κει παίρναμε το καραβάκι αυτό και φτάναμε στο χωριό. Όπου αυτή η διαδρομή είναι από τις αγαπημένες μου διαδρομές ακόμα και σήμερα, είναι καταπληκτική. Το χωριό είναι στη νότια πλευρά της Ικαρίας, όπου η νότια πλευρά είναι πολύ βραχώδης και η διαδρομή αυτή είναι εκπληκτική γιατί έχει εκπληκτικά βράχια, λες δηλαδή και όλα τα βράχια του κόσμου έχουν πέσει σε αυτή την πλευρά του νησιού. Τα νερά είναι καταπληκτικά και ακόμα και τώρα τρελαίνομαι να κάνω αυτή τη διαδρομή και τη συνιστώ σε όποιον θέλει να ζήσει έτσι μία περιπέτεια. Όχι «περιπέτεια», να κάνει αυτή την διαδρομή, να δει κάτι πολύ όμορφο και πρωτόγνωρο.
Να ρωτήσω κάτι σε αυτό; Τώρα που είπες περιπέτεια, αυτή η διαδρομή…
Δεν είναι περιπέτεια πλέον εντάξει. Ναι, δεν είναι περιπέτεια. Αρκεί να είναι καλές οι συνθήκες να για να ταξιδέψεις. Εντάξει, αν δεν είναι…αν ο καιρός είναι άσχημος, δεν φεύγει καταρχήν η βενζίνα για να πάει στο χωριό. Όχι, δεν θα το ‘λεγα περιπέτεια, απλώς είναι πολύ ωραία η διαδρομή.
Εσύ όταν έμπαινες εκεί ως παιδί, τι θυμάσαι, πώς ένιωθες; Χαρούμενη; Φόβο;
Όχι, νομίζω επειδή από μικρή έζησα μέσ’ τη θάλασσα, δεν φοβόμουν. Όχι, δεν φοβόμουνα και γενικώς και τα ταξίδια, επειδή ακούω πολλούς ότι φοβούνται ξέρω γω τη θάλασσα, τα ταξίδι αυτά, δεν τη φοβάμαι, όχι. Επίσης, εκτός από το χωριό[00:05:00] αυτό που της μητέρας μου, το Καρκινάγρι, κάναμε διακοπές και στον Άγιο Κήρυκο για κάποια χρόνια, όπου εκεί έμενε η γιαγιά και ο παππούς από την πλευρά του πατέρα μου. Στην ουσία έμενε η θεία μου, η αδερφή του μπαμπά μου εκεί, είχε παντρευτεί και είχανε σπίτι ο άντρας της και μέναμε και κάποια καλοκαίρια θυμάμαι πολύ μικρή δηλαδή ότι πηγαίναμε και εκεί μέναμε. Και αυτό που θυμάμαι χαρακτηριστικά είναι ότι φτάναμε ξέρω γω ξημερώματα και πηγαίναμε σε ένα…ήταν ένα σπίτι έτσι πίσω από την προκυμαία…πίσω, δεν έβλεπε τη θάλασσα ας πούμε, είχε μπροστά σπίτια άλλα. Ήταν ένα πολύ ωραίο σπίτι με ένα πολύ ωραίο μπαλκονάκι, ανέβαινε μία κληματαριά και είχε έτσι μία πόρτα παλιά με ένα χεράκι, όπως είχαν παλιά οι πόρτες και χτυπάγαμε αυτό το χεράκι για να μας ακούσουν να ‘ρθούνε να ανοίξουν, ήταν πάνω το σπίτι. Και θυμάμαι κι αυτά τα καλοκαίρια πολύ γλυκά και ωραία. Από κάτω είχε ένα Παντοπωλείο ο παππούς μου που λεγόταν «Ο Μερακλής». Ο «Μερακλής» ήταν ο πεθερός της θείας μου, αρχικά και μετά πήρε το μαγαζί ο παππούς ο δικός μου και παρέμεινε να λέγεται ο «Μερακλής». Ε, μετά η θεία μου έφυγαν, πήγαν Αμερική. Το σπίτι αυτό δεν υπάρχει πια, έχει γίνει ξενοδοχείο. Θυμάμαι ότι κάναμε μπάνιο στη θάλασσα μπροστά εκεί στον Άγιο Κήρυκο είχε παραλία που τώρα δεν υπάρχει γιατί έχει γίνει η μαρίνα και είναι και το λιμάνι. Τις βόλτες στην παραλία, στα σπίτια έτσι προς τα πάνω, στη συνοικία που έχει πάρα πολύ ωραία σπίτια, παλιά καπετανόσπιτα, πάρα πολύ ωραία. Άλλο; Στο Καρκινάγρι τώρα, τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα όπως σου είπα. Ο δρόμος εκεί ήρθε το 1977, οπότε, φαντάσου. Μέχρι τότε ούτε ρεύμα φυσικά υπήρχε, έτσι; Μαγειρεύανε ή στα ξύλα ή με πετρογκάζ. Φυσικά αφού δεν υπήρχε ρεύμα, δεν είχε ούτε ψυγείο. Το νερό το βάζαμε σε στάμνες για να διατηρείται δροσερό. Το φαγητό, επίσης, υπήρχαν τα λεγόμενα «φανάρια» που ήταν ένα σαν κουτί αλλά με γύρω-γύρω έτσι σαν συρμάτινο, έκλεινε. Ένα κουτί ξύλινο φαντάσου, με σύρμα έτσι γύρω-γύρω, με πορτάκι και εκεί έβαζες τα φαγητά για να μην πάει οτιδήποτε ή έντομα ή δεν ξέρω γω… ναι, οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να πάει. Ήταν κρεμασμένο ψηλά και το διατηρούσες για μία μέρα ας πούμε, δεν ξέρω, δύο ή όσο μπορούσες να το διατηρήσεις. Το χωριό το δικό μας δεν είχε παραλία επειδή είναι… η νότια πλευρά δεν έχει πολλές παραλίες. Είναι βράχια άλλα πολύ ωραία βράχια και όλα τα παιδιά έτσι μάθανε ξέρεις μπάνιο εκεί στα δύσκολα, εν πάση περιπτώσει. Πηγαίναμε σε πανηγύρια, γινόντουσαν πανηγύρια- η διασκέδαση ήταν τα πανηγύρια, ας πούμε- όπου χρειαζόταν να πάμε, επειδή δεν είχε υπήρχε δρόμος, πηγαίναμε με τα πόδια. Ας πούμε υπάρχει η γνωστή Λαγκάδα που πια είναι πασίγνωστη και πηγαίναμε εμείς ποδαρόδρομο. Ανεβαίναμε υπήρχαν καλντερίμια, στρωμένα με πέτρες –ντουσεμέδες– και ανεβαίναμε γύρω στις τρεις ώρες δρόμο, με τα πόδια ή παλιά πήγαιναν με τα ζώα τους, άλλος με μουλάρια, με γαϊδούρια, δεν ξέρω με τι μπορούσε ο καθένας για να φτάσουμε στο πανηγύρι αυτό. Η πρώτη φορά που θυμάμαι εγώ ότι πήγα στη Λαγκάδα, ήταν… ήμουνα πολύ μικρή και αυτό που θυμάμαι ήταν ότι είχα πάει με τον παππού μου, τον πατέρα της μητέρας μου, ο οποίος σε κάποια σημεία της διαδρομής με έβαζε, με σήκωνε μέσα σε φυλάκι, το φυλάκι το χρησιμοποιούσαν ας πούμε σαν… είναι το δέρμα του ζώου, το καθαρίζουνε και το και το φτιάχν[00:10:00]ουν σαν τσάντα. Πώς έχεις… Τα ποδαράκια τα κάνουν χερούλι, σαν χερούλι ας πούμε, και το είχανε το χρησιμοποιούσανε για να βάζουν τα πράγματά τους μέσα, δεν είχαν άλλο. Και θυμάμαι ότι με είχε βάλει μέσα σε ένα τέτοιο φυλάκι.
Το θυμάσαι;
Ναι το θυμάμαι.
Τι θυμάσαι δηλαδή;
Θυμάμαι ότι φτάνουμε στη Λαγκάδα και ότι με έχει μέσα σε αυτό το φυλάκι.
Εσύ πόσο χρονών ήσουν τότε;
Πολύ μικρή πρέπει να ήμουνα, πολύ μικρή. Εντάξει, το πανηγύρι της Λαγκάδας από τότε ήταν από τα ωραιότερα, βέβαια εντάξει δεν υπήρχε τόσος κόσμος τότε. Ήτανε… οι περισσότεροι ήτανε χωριανοί ή ερχόντουσαν από τα γύρω χωριά. Αργότερα θυμάμαι πηγαίναμε από την προηγούμενη για να ετοιμάσουμε το… όπως κάνουν και τώρα, να ετοιμάσουμε το κρέας, το ζουμί που τρώνε στο πανηγύρι ας πούμε, να γίνει όλη την προετοιμασία του πανηγυριού και ακόμα και τώρα πηγαίνουν… Τα πανηγύρια εκεί γίνονται… βοηθάει πολύ το χωριό, οι σύλλογοι που έχουν εκεί. Βοηθάνε από πριν και μετά και στη διοργάνωση και μετά να μαζέψουν όλα τα πράγματα γιατί… και όλα τα έσοδα πάνε στο χωριό. Αυτό που θυμάμαι είναι ότι τότε δεν υπήρχε, δεν τραγουδούσαν στα πανηγύρια από ό, τι θυμάμαι, υπήρχε ένα βιολί και μία κιθάρα, έτσι ακομπανιαμέντο, χορεύανε πάντα τον κλασικό ικαριώτικο χορό, συρτά, ζεϊμπέκικο, τσιφτετέλι και ευρωπαϊκούς χορούς, ταγκό, βαλς και αυτό είναι το παράδοξο.
Το οποίο συνεχίζει και τώρα.
Και συνεχίζει και τώρα, συνεχίζει ακόμα και τώρα.
Να συνεχίσουμε από τη Λαγκάδα και το πανηγύρι;
Ναι, να πούμε καταρχήν ότι η Λαγκαδά είναι ένα καταπληκτικό μέρος, ορεινό, όπου πολύ παλαιότερα ήταν πρωτεύουσα της Ικαρίας. Είχαν καταφύγει κάτοικοι εκεί για να προστατευτούν από τους πειρατές, γιατί είναι ένα μέρος που δεν φαίνεται από τη θάλασσα, είναι Λαγκάδα όπως λέει και το όνομά του και εκεί γίνεται το πανηγύρι αυτό που λέμε. Είναι από τα διασημότερα πανηγύρια. Καταρχήν τα πανηγύρια γίνονται… σαν αφορμή, έχουνε θρησκευτικού… Γιορτάζουν κάποιον Άγιο πάντα και στην Λαγκάδα είναι τον Δεκαπενταύγουστο. Είναι το διασημότερο πανηγύρι και νομίζω δικαίως γιατί η ατμόσφαιρα που δημιουργείται εκεί είναι μοναδική, είναι διονυσιακή θα έλεγα και νομίζω παίζουνε… είναι το τοπίο, ο ικαριώτικος, το βιολί, να ακούς τον ήχο του βιολιού σε αυτό το τοπίο, το κρασί; Όλα αυτά μαζί. Το ότι είναι ένας χορός που χορεύεται αγκαλιά ο ένας με τον άλλον, ο ένας δίπλα στον άλλον και όλοι γίνονται ένα; Δεν ξέρω πώς να το πω. Πάντως, εγώ πάντα, όποτε από την παιδική μου ηλικία μέχρι τώρα, νομίζω έχει –σε όλα τα πανηγύρια αλλά ειδικά εκεί– έχει κάτι διονυσιακό, δηλαδή όλη ατμόσφαιρα.
Θυμάσαι ποια ήταν η αγαπημένη σου, αν έχεις αγαπημένη χρονιά, στη Λαγκάδα ή κάποια χρόνια που είπες «Ουάου αυτό είναι τέλειο»;
Όχι, εντάξει, όπως σου είπα και πριν, παλιότερα ήταν πιο λίγο ήτανε… οι περισσότεροι γνωριζόντουσαν μεταξύ τους. Βέβαια τα πράγματα εξελίσσονται, έχει γίνει γνωστό πλέον το νησί, έχει αναπτυχθεί, έρχεται κόσμος κ.τ.λ., αλλά ακόμα και με αυτό με τον όλο αυτό τον κόσμο που μαζεύεται εξακολουθεί να έχει αυτή τη διονυσιακή ατμόσφαιρα. Επίσης Δεκαπενταύγουστο, γίνεται πανηγύρι και στο άλλο μου χωριό που είναι οι Κουνιάδοι. Κουνιάδοι Ικαρίας Αυτό είναι το χωριό του πατέρα μου, από κει κατάγεται ο πατέρας μου. Οι Κουνιάδοι είναι ορεινό χωριό μεν αλλά έχει απίστευτη θέα, βλέπεις τη θάλασσα δηλαδή μπροστά σου. Είναι ψηλά και βλέπεις θάλασσα, είναι καταπρά[00:15:00]σινο, είναι δύο διαμετρικά αντίθετα χώρια. Το ένα είναι βραχώδες, το άλλο είναι πιο εύφορο.
Και πώς ανεβαίνεις εκεί πάνω;
Έχει δρόμο πλέον.
Πώς ανεβαίνατε μικρότεροι;
Μικρότεροι… Εγώ πήγα μεγάλη. Μεγάλη... Νομίζω ότι πρώτη φορά που πήγα εκεί ήτανε όταν έγινε επιστράτευση για την Κύπρο, το ’74, το καλοκαίρι του ’74. Πήγα και είχα πάει με βάρκα από το Καρκινάγρι στον Νάνουρα, με ένα ξάδελφο του πατέρα μου. Όπου κατεβήκαμε και ανεβήκαμε από τον Νάνουρα με τα πόδια στον Κουνιάδο, γιατί δεν υπήρχε τότε δρόμος. Και αυτό μου ‘χει μείνει, ότι όταν ανεβήκαμε στο χωριό, μάθαμε ότι έγινε επιστράτευση και ήτανε τότε όλοι στο σπίτι του ξαδέρφου αυτού και επειδή τα αδέλφια του πηγαίναν, τα παίρνανε για επιστράτευση, ήταν όλοι… Ήταν το κλίμα πολύ βαρύ.
Και ποιοι ήταν εκεί, θυμάσαι;
Θυμάμαι τη μητέρα τους. Νομίζω ήταν και κάποια αδερφή που δεν θυμάμαι τώρα. Ήταν πρώτη φορά που πήγα… ήταν σημαδιακό δηλαδή αυτό, στους Κουνιάδους, πώς έφτασα δηλαδή την πρώτη φορά που πήγα.
Σημαδιακό;
Μου έχει μείνει γιατί έγινε μία τέτοια μέρα αυτό.
Την μέρα που ήταν το πανηγύρι ήταν αυτό;
Όχι, όχι όχι, ήτανε Ιούλιος ήταν, όταν έγινε η επιστράτευση. Και από τότε, έκτοτε πήγαινα κι άλλες φορές, έμενα με τον παππού και τη γιαγιά εκεί, τους γονείς του πατέρα μου. Και εκεί τα πανηγύρια ήταν ιδιαίτερα, ήταν… είναι όλοι, ήταν και είναι όλοι πολύ γλεντζέδες, όλοι οι Ικαριώτες είναι πολύ γλεντζέδες αλλά εκεί ειδικά το σόι ήτανε πολύ… και από τη μεριά του πατέρα μου και της γιαγιάς μου ήτανε… Οι θείοι, ας πούμε, ήτανε πολύ γλεντζέδες και θυμάμαι πάντα να χορεύουν το «Πιπέρι» το πρωί. Σε όλα τα πανηγύρια το χορεύουν, αλλά εκεί ειδικά θυμάμαι τους θείους του πατέρα μου, τέλος πάντων, να το χορεύουνε.
Τι είναι το «Πιπέρι»;
Το «Πιπέρι» χορεύεται σε ρυθμό ικαριώτικο και κάποιος… είναι «Πώς το τρίβουν το πιπέρι». Κρατάει το.. ένα ζωνάρι και λέει: «Πώς το τρίβουν το πιπέρι; Με τη μύτη το τρίβουν». Πρέπει να πέσουν όλοι κάτω να τρίψουμε τη μύτη. «Με το στόμα το τρίβουν» και ούτω καθεξής. Και όποιος δεν το κάνει υποτίθεται σωστά και αυτός που κρατάει το ζωνάρι, τον χτυπάει.
Αποκλείεται.
Ναι, βέβαια εντάξει τον χτυπάει τώρα έτσι, χαριτολογώντας έτσι.
Και όταν λες τις πρωινές ώρες, το πρωί;
Το πρωί, εκεί τα πανηγύρια συνήθως ξεκινάνε από το βράδυ και τελειώνουν το πρωί, την άλλη μέρα το πρωί.
Πάμε στον Κουνιάδο όμως, λοιπόν γίνεται αυτό το «Πιπέρι», που το χορεύουν οι θείοι, οι αδερφοί του μπαμπά σου;
Όλοι το χορεύουν αλλά όταν αυτοί ήτανε πρώτοι ας πούμε στον χορό ήταν ένα ιδιαίτερο… Μου έχει μείνει, έχει χαραχτεί στη μνήμη μου τέλος πάντων.
Και χορεύατε και εσείς αυτόν τον χορό;
Ναι, όλοι το χορεύουν, όλοι το χορεύουν. Αλλά ήταν πάντα ας πούμε το έθιμο, ξέρεις, οι μεγαλύτεροι να κρατάνε το ζωνάρι.
Που μου λες ότι είναι γλεντζέδες οι ικαριώτες εν γένει και ειδικότερα από αυτό το σόι…
Ναι… Όχι, όλοι είναι γλεντζέδες! Όλοι είναι!
Τι σημαίνει ότι είναι γλεντζέδες; Τι περιλαμβάνει; Πώς το έχεις ζήσει εσύ;
Τους αρέσει η παρέα, το να βρεθούν με κάποιους ανθρώπους, να φάνε, να πιούν, να χορέψουνε, να καλαμπουρίσουνε που λένε, δηλαδή να αστειευτούνε, έχουνε νομίζω πολύ… αυτοσαρκάζονται οι ικαριώτες, θεωρώ. Τους αρέσει η ζωή. Και ευχαριστιούνται με απλά πράγματα νομίζω, δεν θέλουνε ποτέ πολλά πράγματα. Πάντα. Δηλαδή δεν είχανε ποτέ πολλά πράγματα για να ζήσουνε, όμως αυτά τους αρκούσαν. Το φαΐ τους, το κρασί. Γιατί είχαν πάντα πολύ ωραίο κρασί, ο πράμνειος οίνος που λένε, από την αρχαιότ[00:20:00]ητα, το κόκκινο αυτό βαρύ μπρούσκο κρασί.
Ωραία. Να περάσουμε λίγο στο… έχουμε πει για το τοπίο στα πανηγύρια, για το ποτό. Να πούμε λίγο για το φαΐ.
Ναι. Το φαΐ είναι ζουμί από κατσίκι και έχει βραστό και ψητό κατσίκι, σαλάτα και τώρα πλέον πια έχουν βάλει και πατάτες νομίζω -παλιότερα δεν υπήρχαν- τηγανίτες, συκωτάκι τηγανιτό, αυτά νομίζω είναι. Το κατσίκι είναι… ικαριώτικα κατσίκια πολύ νόστιμα, το ζουμί επίσης είναι υπέροχο. Επίσης αυτό που θυμάμαι και μέχρι και τώρα δηλαδή είναι πολύ ωραία, είναι τα παραδοσιακά προϊόντα που φτιάχνουν εκεί. «Καθούρα» είναι τυρί κατσικίσιο, θυμάμαι και τη γιαγιά μου πάντα να φτιάχνει καθούρα.
Πώς την έφτιαχνε;
Την έφτιαχνε με πυτιά, έτσι λέγεται, βράζουν το γάλα από το κατσίκι και ρίχνουν πυτιά. Τώρα δεν ξέρω ακριβώς πώς γίνεται και μετά το κρεμάνε σε τουλπάνι στον αέρα και στραγγίζει αυτό και γίνεται φρέσκια καθούρα ή μπορείς να την κάνεις χωρίς αλάτι ή αλατισμένη. Επίσης θυμάμαι τη γιαγιά μου, επειδή δεν υπήρχε ψυγείο τότε, να την αλατίζει και να τη βάζει μέσα σε λάδι, σε γυάλες και έτσι τη φύλαγε και μπορούσες να φας όλο το χρόνο, που ήταν φοβερό τυρί. Επίσης, κάνουνε το τουλουμίσιο. Το τουλουμίσιο είναι πάλι από… Το βάζουνε μέσα σε… πώς το λένε αυτό… σε δέρμα κατσικιού και ρίχνουνε γάλα και το αφήνουμε, δαμάζει εκεί και βγαίνει το τυρί. Την κοπανιστή. Έχει πολύ ωραίο μέλι, εκτός από το κρασί που είπαμε, έτσι; Πάντα είχε τα αχλάδια που τα λέγανε «Απίδια» εκεί, τα βερίκοκα τα ικαριώτικα, που τα λένε «Καϊσια», είναι μικρά βερίκοκα τα οποία ήτανε γλύκισμα, οι ντομάτες. Ντομάτες… τώρα θυμάμαι παιδί που έτρωγα από τη Λαγκάδα δεν έχω ξαναφάει τέτοια ντομάτα, ήτανε ζάχαρη, δεν υπάρχει πλέον. Ακόμα είναι ωραίες αλλά αυτό το πράγμα τότε ήτανε το κάτι άλλο. Και είναι ένας τόπος που έχει πολλά, έχει πολλά πράγματα από λαχανικά, σταφύλια, καρύδια.
Έχει πολλή πρώτη ύλη, ας πούμε;
Ναι, δηλαδή από παλιά είχε ο καθένας είχε το περιβόλι του. Είχε…, παρότι δεν τα είχανε για να τα πουλήσουν ας πούμε, αλλά ο καθένας είχε το περιβόλι του και είχε τα ζαρζαβατικά του, είχε τα ζώα του. Έτσι ζούσαν οι άνθρωποι.
Και εσείς είχατε;
Ναι, είχαμε και εμείς. Στο Καρκινάγρι είχαν τα ζώα τους, δύο κατσίκες ας πούμε, πηγαίνανε, αρμέγανε. Και μου άρεσε που το έχω… μου αρέσει το έχω ζήσει αυτό δηλαδή όλο. Το ότι ήμουν τόσο κοντά στη φύση και δεν είχα άλλη διέξοδο ας πούμε. Ότι δεν υπήρχε τηλέφωνο, δεν υπήρχε τίποτα. Υπήρχε ένας φούρνος τότε και ο μπαμπάς μου ήταν ναυτικός και όταν έπαιρνε τηλέφωνο έβγαινε με την ντουντούκα ο φούρναρης και φώναζε, όχι μόνο τη μητέρα μου, έλεγε ας πούμε «Γεωργία, έλα στο τηλέφωνο σε ένα τέταρτο!», ξέρω ‘γώ. Όλο το χωριό έτσι επικοινωνούσε και πήγαινες και στηνόσουν εκεί και περίμενες να σε πάρουνε τηλέφωνο, ας πούμε. Είναι ωραίο να… που το έχω ζήσει όλο αυτό, διαφορετικές τελείως συνθήκες από ό,τι είναι οι σημερινές.
Ο χορός;
Ο χορός ο ικαριώτικος… εντάξει, για μένα είναι ο ωραιότερος χορός που υπάρχει. Νομίζω ότι είναι μέσ’ στο DNA μου. Είναι ξεσηκωτικός, νομίζω απελευθερωτικός και ο ρυθμός του είναι κάτι ιδιαίτερο, τελείως ιδιαίτερο. Όλοι τα… όλοι οι χ[00:25:00]οροί έχουν ο καθένας τη δική του ομορφιά, αλλά εγώ θεωρώ ότι όταν χορεύω ικαριώτικο αισθάνομαι ότι ελευθερώνομαι από πολλά πράγματα. Και ενωτικός νομίζω. Και ενωτικός, δηλαδή όλοι όταν δεις ότι χορεύουν ικαριώτικο στα πανηγύρια γίνονται ένα, όλος ο κόσμος, γνωστοί-άγνωστοι θα γίνουν ένα εκείνη την ώρα. Αυτό είναι φοβερό συναίσθημα.
Και το καταλαβαίνεις και από την πλευρά αυτού που χορεύει και βλέποντας;
Ναι και βλέποντάς το. Είναι φοβερό αυτό, δηλαδή δεν το έχω δει αλλού!
Και εγώ συμφωνώ. Να πάω σε μια προτελευταία ερώτηση που είναι λίγο πιο trivial, ότι γίνεται συχνά δηλαδή. Αυτό που λένε ότι οι ικαριώτες έχουν το μυστικό της μακροζωίας κ.τ.λ., ποιο είναι αυτό; Εσύ σαν ικαριώτισσα μπορείς να μας πεις;
Νομίζω ότι έχουν μια κατάφαση ζωής, δηλαδή ότι τους αρέσει η ζωή. Γι’ αυτό. Έχουνε… Αυτό είναι το μυστικό της μακροζωίας. Ότι τους αρέσει και με τα λίγα πράγματα, αυτοί θα περάσουνε καλά, ξέρουν να ζήσουνε. Αυτό.
Και η τελευταία ερώτηση, γυρνώντας κάπως στην αρχή, θα ‘θελα να μου πεις, για να κλείσουμε, πώς νιώθεις κατεβαίνοντας, φτάνοντας βασικά με το πλοίο από την Αθήνα στην Ικαρία, από παιδί μέχρι τώρα.Τι είναι αυτό που νιώθεις;
Νιώθω ότι ανήκω εκεί, ότι ο αέρας ο αέρας, οι πέτρες, το χώμα, η θάλασσα ότι είναι κάτι από μένα, ότι είναι… Νομίζω ότι είναι διαφορετικά από άλλα μέρη. Θα μου πεις, ο καθένας έτσι νομίζει για τον τόπο του. Ε, κι εγώ έτσι νομίζω γιατί τον δικό μου.
Τέλεια. Αυτά. Δεν ξέρω αν θες να προσθέσεις κάτι άλλο;
Όχι.
Ωραία, σε ευχαριστούμε πάρα πολύ.
Και εγώ σε ευχαριστώ πολύ.
Φωτογραφίες

Τα βράχια και τα νερά τη ...

Μαγγανίτης, Ικαρία
Τοπίο στην Ικαρία

Η Ευαγγελία Γαγλία παιδί
Η Ευγαγγελία Γαγλία μικρή, ένα καλοκαίρι σ ...
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί για να διευκολυνθεί η παρακολουθήσή της.
Περίληψη
Η Ευαγγελία μάς ταξιδεύει στην Ικαρία, αφηγούμενη τα καλοκαίρια της εκεί από παιδί μέχρι και σήμερα. Το καϊκι που τους μετέφερε από τον Άγιο Κήρυκο στο Καρκινάγρι, τα ταξίδια που μερικές φορές αποτελούσαν "περιπέτεια", το Παντοπωλείο "Ο Μερακλής" στον Άγιο Κήρυκο αποτελούν ανεκτίμητα κομμάτια των παιδικών της χρόνων και εικόνων εκεί. Μας μεταφέρει, στη συνέχεια, στα ικαριώτικα πανηγύρια. Η μουσική, η θρησκευτική τελετή, το κατσικάκι και το κρασί που μαγειρεύουν και προσφέρουν οι κάτοικοι του χωριού, η διονυσιακή ατμόσφαιρα. Φυσικά, βασική αναφορά αποτελεί ο χορός των πανηγυριών. Το "Πιπέρι" που θυμάται να χορεύουν οι θείοι της στο χωριό του πατέρα της, τους Κουνιάδους, αλλά και ο κλασικός ικαριώτικος χορός που είναι "ενωτικός". Με τα λόγια της αφηγήτριας, "όταν δεις ότι χορεύουν ικαριώτικο στα πανηγύρια, γίνονται ένα, όλος ο κόσμος, γνωστοί ή άγνωστοι θα γίνουν ένα εκείνη την ώρα". Μέσω της ιστορίας αυτής, μεταφερόμαστε με έναν τρόπο εκεί και βλέπουμε τα βράχια της Ικαρίας και τα γαλαζοπράσινα νερά της, μυρίζουμε τον καθαρό αέρα και γευόμαστε τα νόστιμα φαγητά που προσφέρει ο τόπος αυτός.
Αφηγητές/τριες
Ευαγγελία Γαγλία
Ερευνητές/τριες
Μαρία Μούρτου-Παραδεισοπούλου
Ημερομηνία Συνέντευξης
13/01/2023
Διάρκεια
27'
Μέρος της συνέντευξης έχει αφαιρεθεί για να διευκολυνθεί η παρακολουθήσή της.
Περίληψη
Η Ευαγγελία μάς ταξιδεύει στην Ικαρία, αφηγούμενη τα καλοκαίρια της εκεί από παιδί μέχρι και σήμερα. Το καϊκι που τους μετέφερε από τον Άγιο Κήρυκο στο Καρκινάγρι, τα ταξίδια που μερικές φορές αποτελούσαν "περιπέτεια", το Παντοπωλείο "Ο Μερακλής" στον Άγιο Κήρυκο αποτελούν ανεκτίμητα κομμάτια των παιδικών της χρόνων και εικόνων εκεί. Μας μεταφέρει, στη συνέχεια, στα ικαριώτικα πανηγύρια. Η μουσική, η θρησκευτική τελετή, το κατσικάκι και το κρασί που μαγειρεύουν και προσφέρουν οι κάτοικοι του χωριού, η διονυσιακή ατμόσφαιρα. Φυσικά, βασική αναφορά αποτελεί ο χορός των πανηγυριών. Το "Πιπέρι" που θυμάται να χορεύουν οι θείοι της στο χωριό του πατέρα της, τους Κουνιάδους, αλλά και ο κλασικός ικαριώτικος χορός που είναι "ενωτικός". Με τα λόγια της αφηγήτριας, "όταν δεις ότι χορεύουν ικαριώτικο στα πανηγύρια, γίνονται ένα, όλος ο κόσμος, γνωστοί ή άγνωστοι θα γίνουν ένα εκείνη την ώρα". Μέσω της ιστορίας αυτής, μεταφερόμαστε με έναν τρόπο εκεί και βλέπουμε τα βράχια της Ικαρίας και τα γαλαζοπράσινα νερά της, μυρίζουμε τον καθαρό αέρα και γευόμαστε τα νόστιμα φαγητά που προσφέρει ο τόπος αυτός.
Αφηγητές/τριες
Ευαγγελία Γαγλία
Ερευνητές/τριες
Μαρία Μούρτου-Παραδεισοπούλου
Ημερομηνία Συνέντευξης
13/01/2023
Διάρκεια
27'