© Copyright Istorima
Istorima Archive
Τίτλος Ιστορίας
O δάσκαλος μουσικής από τη Ναύπακτο, που κατάφερε να διδάσκει γιουκαλίλι ως το Μπαλί!
Κωδικός Ιστορίας
13698
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Γιάννης Κριδεράς (Γ.Κ.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
19/11/2022
Ερευνητής/τρια
Νικολέτα Σουλτανίδη (Ν.Σ.)
[00:00:00]Καλησπέρα!
Καλησπέρα!
Θα ήθελες να μου πεις το όνομά σου;
Λέγομαι Γιάννης Κριδεράς.
Είναι Κυριακή, 20 Νοεμβρίου 2022 και βρισκόμαστε στη Ναύπακτο Αιτωλοακαρνανίας. Εγώ είμαι η Νικολέτα Σουλτανίδη και είμαι ερευνήτρια στο Istorima. Γιάννη, θα ήθελες να μου πεις, πού μεγάλωσες, πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια;
Γεννήθηκα το 1990, στην Αθήνα. Τα πρώτα χρόνια έζησα εκεί. Όταν ξεκίνησα το δημοτικό, ήρθα στη Ναύπακτο. Από τότε βρίσκομαι εδώ, με κάποια διαλείμματα. Παιδικά χρόνια, καλά. Τίποτα ιδιαίτερο. Φίλους, μια μικρή επαρχιακή πόλη, που σου επιτρέπει οπότε να έχεις όλα τα θετικά, αλάνα, εξωστρέφεια και όλη μέρα έξω. Δεν έχω, έτσι, κάτι ιδιαίτερο, που να πω ότι, από εκείνη την περίοδο έτσι μ’ έχει στιγματίσει είτε θετικά, είτε πολύ αρνητικά δηλαδή, μια ήρεμη παιδική ζωή, με τους φίλους, όλη την ώρα έξω και σχολείο.
Τι σας έφερε στη Ναύπακτο;
Ο πατέρας μου, ήτανε αστυνομικός. Είναι πλέον συνταξιούχος. Οπότε μία μετάθεση, μας έφερε πάλι εδώ, στα πατρογονικά εδάφη, γι’ αυτούς. Οπότε ήρθαμε όλοι εδώ και έτσι, ήτανε και η κατάλληλη στιγμή, να ξεκινήσω, ας πούμε, και το σχολείο, να φτιάξω τις παρέες μου εδώ. Οπότε, από τότε.
Με τι ασχολείσαι;
Είμαι καθηγητής μουσικής, παύλα, μουσικός, παύλα, παύλα, θα μπορούσαμε να πούμε... Καθηγητής μουσικής, όμως.
Πότε ξεκίνησες να ασχολείσαι με τη μουσική;
Ξεκίνησα να ασχολούμαι με τη μουσική, από δέκα χρονών, με παρότρυνση του πατέρα μου πάλι. Δεν ξέρω αν ήταν αναπόφευκτο, δεν ξέρω αν με σπρώξανε. Σίγουρα μ’ έσπρωξε αυτός, απλά όλη η οικογένεια, έτσι, είχε λίγο μια διάθεση, χωρίς να το εκφράζει κανείς, πολύ έντονα. Απλά μες στην... στα τραπέζια ή κάποιος μπορεί να δημιουργούσε κάτι, να ‘φτιαχνε στιχάκια, πίνακες ή κάτι τέτοιο. Οπότε... Θυμάμαι έντονα βέβαια ως παιδί, επειδή ήμουνα λίγο κλειστός, δεν ήμουνα καθόλου θετικός, ώστε να ξεκινήσω μουσική: «Πω! Να γνωρίσω ένα νέο άνθρωπο και νέους χώρους και πώς θα τέτοιο...». Οπότε λίγο το τρέναρα κάποιους μήνες και μετά υπέκυψα, βέβαια. Από τότε όμως, δεν σταμάτησα ποτέ τα μαθήματα. Είτε είναι πάνω στη μουσική, είτε γύρω από τη μουσική, μέχρι και σήμερα. Ίσως αυτό δείχνει και την αρχική μου τέτοια, ότι δένομαι με τους ανθρώπους ή δένομαι με τις καταστάσεις. Οπότε μουσική ξεκίνησε για μένα, έμπρακτα απ’ τα δέκα μου έτη και μέχρι σήμερα.
Γιατί υπήρχε στην οικογένειά σου, τόσο έντονα, η επιθυμία να μάθεις κάποιο μουσικό όργανο, ν’ ασχοληθείς με τη μουσική;
Δεν ξέρω αν είναι οι ρίζες πάλι κατά το ήμισυ, απ’ την οικογένεια του πατέρα μου και από την οικογένεια της μάνας μου πάλι, το αγαπούσαν, αλλά από την άλλη πλευρά το εκδήλωναν πιο πολύ. Η καταγωγή τους είναι από τη Σμύρνη. Ο παππούς μου, δεν τον πρόλαβα, αλλά η γιαγιά μου, η γυναίκα του, όλο ιστορίες, για εκείνη την περίοδο. Όλο ιστορίες από άλλες γιαγιάδες, θείους, αδέρφια του παππού μου. Για το τι είχαν εκεί, πώς ζούσαν εκεί, τι κάνανε εκεί, τι τραγουδούσανε. Έτυχε στην οικογένεια, να έχουμε…Ένας πρώτος ξάδερφος του παππού μου είναι, ήταν ένας ζωγράφος, πρόσφατα έφυγε, αλλά με πολύ μεγάλο καλλιτεχνικό έργο. Όπως σου είπα, τυχαίνει να βλέπω ξαδέρφια να ασχολούνται με τη μουσική, άλλος γράφει στιχάκια. Οπότε νομίζω, έτσι το έφερε αναπόφευκτα, το ένα τ’ άλλο, να ήμουνα και εγώ ένας ίσως ένας απ’ αυτούς, και έτσι.
Η οικογένειά σου ήθελε να ασχοληθείς επαγγελματικά με τη μουσική;
Όχι. Δεν ήταν αυτοσκοπός, δηλαδή «Πήγαινε να γίνεις αυτό». Προέκυψε. Το δέχτηκαν. Αρκετά καλά. Ok, μία συζήτηση, δύο, τρεις. Αλλά το να ασχοληθώ με αυτό επαγγελματικά, ήδη από τα δέκα ξεκίνησα. Όχι επαγγελματικά, αλλά ξεκίνησα να ασχολούμαι. Από κει και πέρα πολύ έντονα. Συνέχεια, συνέχεια, συνέχεια. Συμμετείχα, σ’ όποια εκδήλωση μπορεί να συμπεριλάβει και ένα μικρό παιδί. Είτε είναι σχολική, είτε είναι εξωσχολική. Δηλαδή σε ωδείο, σε κάποιες άλλες παραστάσεις έξω. Ήδη από δεκαπέντε, δεκαέξι, δεκαεφτά χρονών, άρχισα να πηγαίνω σε ό,τι ευκαιρία μου δινότανε. Όχι δουλειές, αλλά να συμμετέχω, ας πούμε, εθελοντικά, σε κάποιες τηλεοπτικές παραγωγές τοπικές, είτε στην Πάτρα, είτε στη Ναύπακτο, από δω, από κει. Συμμετείχα… Μπορεί να πήγαινα, όπου δούλευε κάποιος δάσκαλός μου, πήγαινα και εγώ από κοντά. Έβλεπα έκλεβα, αντέγραφα με τα μάτια και με το μυαλό και μόλις μου δινόταν η ευκαιρία να ανέβω να παίξω και εγώ, όποτε ανέβαινα. Στο σχολείο μετά, φτιάχνοντας μπάντες, συγκροτήματα, όλα αυτά, έτσι, που σου δίνουν ένα ερέθισμα παραπάνω. Όλα αυτά με οδήγησαν στο δρόμο, στο να ασχοληθώ επαγγελματικά. Όπως σου είπα, και η οικογένεια δεν μου το απέρριψε αυτό. Κάθε άλλο. Είχα το στήριγμα, μέχρι και να ενηλικιωθώ, ούτως ή άλλως, να συνεισφέρουν όσο μπορούνε και αυτοί, στα δίδακτρα, στο να πηγαίνω σε καλούς δασκάλους, σε καλές σχολές. Οπότε, πάλι αυτό με οδήγησε, σ’ αυτό που είμαι σήμερα.
Και ξεκινάς μαθαίνοντας κάποιο μουσικό όργανο;
Ναι, ξεκίνησα να μαθαίνω ένα λαϊκό, μουσικό όργανο, μπουζούκι. Μέχρι και τα είκοσί μου δηλαδή, δεν είχα ασχοληθεί με άλλο όργανο. Ξεκίνησα μ’ αυτό. Ξεκίνησα να δουλεύω με το που τελείωσα με αυτό, επαγγελματικά σε διάφορους χώρους. Μετέπειτα, από είκοσι χρόνων... Συγνώμη, να σε πάω λίγο πίσω. Εκεί πέρα δεκαπέντε, δεκαέξι, δεκαεφτά ενώ παίζω, παίζω καλά, ας πούμε, μαθαίνω, έχω μία καλή εξέλιξη, μπαίνουν και τα θεωρητικά της μουσικής. Τα οποία σε πάνε σ’ ένα άλλο, φάσμα. Όταν έχεις ένα λαϊκό μουσικό όργανο, υπάρχουν αυτά υποσυνείδητα, μέσα στη μουσική. Αλλά η θεωρία ή η κλασική μουσική, όπως συνηθίζουμε να λέμε, όλο αυτό το background το θεωρητικό, που σου ανοίγει πόρτες μετέπειτα, δεν υπάρχει τόσο, στην πρώτη φάση. Οπότε εγώ εκεί δεκαπέντε, δεκαέξι, ξεκινάω και αυτά τα θεωρητικά. Όπου μέχρι τα δεκαοχτώ, δεκαεννιά, εντάξει, δεν το είχα πολυαποφασίσει, ότι θα πάω εκεί, αλλά μ’ άρεσε πολύ η μουσική, η λαϊκή μουσική, η παραδοσιακή μουσική. Οπότε μέχρι τα είκοσι, έχω το μπουζούκι, έχω τα θεωρητικά και από κει και πέρα, γίνεται μία έκρηξη μες στο μυαλό μου και αρχίζω να μαθαίνω κιθάρα. Στην αρχή αυτοδίδακτος, μετά σε δάσκαλο, μετά πιάνο. Και τον περισσότερο καιρό, χωρίς να το παινεύομαι ή να το λέω, δηλαδή το ‘κανα μόνος μου. Το έκανα για μένα, γιατί μου άρεσε: «Να δω πώς ακούγεται κι αυτό. Α, μήπως να ηχογραφήσω κάτι και να δω τον εαυτό μου λίγο, πώς ακούγεται, σε αυτό». Λίγο στο κρουστό αυτό, λίγο έτσι. Αλλά τα βασικά όργανα, ας πούμε, πλέον, σήμερα που παίζω ή διδάσκω, είναι κιθάρα, μπουζούκι και ένα όργανο, που τα τελευταία χρόνια έχει επανέλθει λίγο, λέγεται γιουκαλίλι. Είναι μια μικροσκοπική κιθάρα. Οποίος… Έτσι το λέει κάποιος που το βλέπει, με την πρώτη ματιά. Οπότε, αυτά και οτιδήποτε άλλο μπορεί να πέσει στα χέρια μου. Αυτά όμως είναι τα βασικά, στα οποία δηλαδή μελετάω, καθημερινά και για μένα, αλλά και όταν έχω να πω σε κάποιον κάτι, πρέπει να καθίσω να μελετήσω, πάνω σ’ αυτά τα όργανα, να δω, να φτιάξω το πρόγραμμά μου και να δώσω ό,τι είναι να δώσω.
Μίλησέ μου για τις σπουδές σου. Πού πηγαίνεις για σπουδές; Τι ακριβώς κάνεις;
Λοιπόν, από μικρή ηλικία στο ωδείο. Οι ωδειακές σπουδές είναι σοβαρές σπουδές. Βέβαια, ακόμα λίγο στην Ελλάδα, έχουμε μείνει λίγο πίσω, στο επίπεδο, έτσι, της κατοχύρωσης των πτυχίων. Από μικρή ηλικία είμαι στο ωδείο. Δεκαοχτώ χρονών, δεκαεφτά, δεκαοχτώ δίνω πανελλήνιες εξετάσεις. Η πρώτη μου επιλογή ήτανε, για το Λαϊκών Σπουδών στην Άρτα, το ΤΕΙ εκεί. Μία ατυχία, κάτι εγώ δεν, τέλος πάντων, μία παρανόηση, περνάω στη δεύτερή μου επιλογή, η οποία ήταν Μουσική Τεχνολογία και Ακουστική. Δεν ήταν μακριά από μένα. Δεν είναι, ακόμη και σήμερα. Βέβαια, το αντικείμενο που μελετά ίσως είναι, για τα τότε δεδομένα, ήταν λίγο μακριά από μένα. Τέλος πάντων, φεύγω και πάω στην Κρήτη. Μένω εκεί, σε φίλους, στην αρχή. Αρχίζω να παρακολουθώ τη σχολή και συνειδητοποιώ, ότι είχε πολλά μαθηματικά και πολλή φυσική. Εννοείται. Μα ο ήχος είναι όλα αυτά. Εγώ όμως εκείνη τη στιγμή, δεν ήθελα να πάω στην αντίπερα όχθη. Εννοώ σ’ ένα καλλιτέχνη, έχουμε, ας πούμε, τη σκηνή, είναι αυτός επάνω, απέναντί του είναι ένας ηχολήπτης και όλη η παραγωγή, που ευθύνεται για το θεατή. Δηλαδή το ακρόαμα που θα λάβει, να είναι τέλειο, άψογο, το θέαμα. Οπότε δεν ήμουν έτοιμος και ίσως δεν ήθελα να πάω. Καμιά φορά το μετανιώνω βέβαια, γιατί τώρα η ενασχόλησή μου και με την παραγωγή τραγουδιών κλπ., σίγουρα με βοηθάει. Γιατί τώρα κάθομαι και μελετάω τέτοια πράγματα. Αλλά σ’ εκείνη τη φάση, εγώ ήθελα να σπουδάσω μουσική. Ήθελα να παίξω μουσική. Οπότε οι σπουδές, διακόπτονται, συνειδητά για τότε, και πάω στην Αθήνα. Όπου και πάω και εγγράφομαι εκεί, στο Δημοτικό Ωδείο Καλλιθέας. Εκεί κάνω, ξεκινάω πολύ πιο εντατικά, τα ανώτερα θεωρητικά της μουσικής και με την πάροδο ένα δύο χρόνων παίρνω… Γιατί είχα κάνει την προεργασία μου, παίρνω το πρώτο μου πτυχίο, που είναι στην Ενοργάνωση, Ενορχήστρωση Μπάντας. Ξεκινάω λίγο εκεί, δουλεύω με τη φιλαρμονική της Καλλιθέας. Έρχεται το δεύτερο πτυχίο, που είναι η Αρμονία, που είναι όλα τα θεωρητικά, τα βασικά της μουσικής. Παράλληλα παίρνω και μαθήματα, έτσι, από ανθρώπους, που θαυμάζω, στη λαϊκή μουσική. Γιατί θεωρώ, το λέω και στους μαθητές μου δηλαδή, ή ακόμη και στη ζωγραφική. Μπορεί να σπουδάζεις ζωγραφική: «Διάλεξε ένα καλλιτέχνη που σου αρέσει, όχι να πας να τον αντιγράψεις, να δεις όμως, να πάρεις απ’ αυτόν, πώς το κάνει, πώς σκέφτεται, ποια είναι η ματιά του, ποια είναι η οπτική του.» Έτσι, και εγώ τότε, πήγαινα σε διάφορους δασκάλους που θαύμαζα. Καθόμουν λίγο καιρό. Έβλεπα, χωρίς αυτό να με κάνει αντάξιό τους, έτσι; Απλά να πάρω απ’ αυτούς, τη ματιά τους. Πήγαινα σ’ έναν άλλο, οπότε έτσι προχωρούσα. Δούλευα και παράλληλα. Έρχεται και το επόμενο πτυχίο. Τα χρόνια με φέρνουν στη Ναύπακτο. Έρχεται ένα ακόμη πτυχίο και όλα αυτά, με φέρανε εδώ πέρα, που είμαι σήμερα. Συν επιμορφώσεις. Δηλαδή, ακόμα και σήμερα, μετά από τέσσερα πτυχία, στα ανώτερα θεωρητικά και αντίστιξη και φούγκα. Αυτές είναι οι ονομασίες τους στα ωδεία. Μέχρι και σήμερα, μπορεί να μη σταματάω, κάθε χρόνο να παρακολουθώ και μία επιμόρφωση, έτσι, πολύ μεγάλη. Ή στο ΕΚΠΑ, έχω κάνει δύο επι[00:10:00]μορφώσεις, οι οποίες είναι για τα παιδαγωγικά ή είναι για τη μουσικοκινητική αγωγή. Ένα άλλο κομμάτι, πολύ πολύ σημαντικό για μένα. Οπότε, οι σπουδές, μέχρι τώρα που μιλάμε, είναι εκεί. Ποτέ δεν ξέρουμε. Δεν ξέρω. Πάντα… Κάθε ένα χρόνο, δύο, κάτι μου ‘ρχεται. Λέω: «Μήπως να κάνω αυτό, μήπως να μπω εκεί, μήπως εκεί;». Πλέον δεν με αφήνει η δουλειά τόσο, αλλά όλο κάτι με τρώει.
Κατά τη διάρκεια των σπουδών σου, είχες γνωρίσει κάποιον άνθρωπο, που να τον θεωρείς, ας πούμε, σαν μέντορα; Να σε καθοδηγεί;
Ναι! Είχα την τύχη να γνωρίσω τέτοιους ανθρώπους. Νομίζω, αυτοί οι άνθρωποι προκύπτουν στη ζωή σου και από ανάγκη δικιά σου είτε από στοχοθεσία δικιά σου. Γιατί μπορεί να είναι ένας άνθρωπος και από αυτό τον άνθρωπο, να περάσουν, χίλιοι μαθητές, χίλιοι άνθρωποι. Να έρθουν να πάρουν κάτι. Μία γνώση, μία οπτική, μια ματιά, οτιδήποτε. Εγώ είχα την τύχη να γνωρίσω, ένα δυο τέτοιους ανθρώπους. Παρ’ όλα αυτά, όταν έβλεπα στα μάτια μου και ακόμα βλέπω δηλαδή, έχω, έτσι, ινδάλματα, ανθρώπους που θαυμάζω, πηγαίνω από κοντά τους, να τους βοηθήσω, να δώσω, να πάρω απ’ αυτούς. Εντάξει, δεν έχω... δεν μπορώ να πω, έτσι, ότι έχω να ξεχωρίσω κάποιον ιδιαίτερο. Είχα την τύχη όμως να γνωρίσω τέτοιους ανθρώπους, που μαθήτευσα κοντά τους και ήρθαμε και πιο κοντά. Με άλλους αναπτύξαμε και φιλικές σχέσεις, με άλλους δεν, ας πούμε, προχώρησε σε άλλα επίπεδα. Δεν είναι απαραίτητο. Απλά, ξέρεις, έτσι, έρχεσαι κοντά με ανθρώπους. Ήμουν τυχερός, ήμουν τυχερός όμως σ’ αυτό.
Θεωρείς ότι η συμβολή τους οδήγησε και σε αυτό που είσαι σήμερα; Δηλαδή να διδάσκεις μουσική, να κάνεις κάποια πράγματα;
Ναι. Κοίτα, δεν ξέρω. Κάπως εμένα το να διδάσκω, δεν ξέρω, δεν μπορώ να πω ότι ήταν μέσον. Πάντα μου κέντριζε το ενδιαφέρον όμως. Ήδη δηλαδή, όταν ήμουν στη σχολή, δεκαεφτά, δεκαοχτώ, δεκαεννιά χρόνων και μπορεί να ‘μασταν πολλοί μαθητές. Ένας δάσκαλος... Γιατί τα μαθήματα στη μουσική γίνονται ατομικά. Οπότε όταν μαζεύονταν πολλοί μαθητές, μπορεί να μου έλεγε ο καθηγητής εκεί: «Πάρε αυτούς τους μαθητές», ήταν πιο μικροί από μένα, «κάνε τους λίγο ζέσταμα ή προετοίμασέ τους, για το επόμενο ή να δούμε λίγο...» Δεν το έκανα με αγγαρεία. Ήθελα. Ήθελα να το κάνω και από δεκαοχτώ, δεκαεννιά χρόνων, χωρίς να έχω την εμπειρία. Ούτε την εμπειρία πάνω στο όργανο, ούτε την εμπειρία στο να διδάσκω. Και δεν το έκανα και καθαρά: «Α, είμαι δάσκαλος» ή «Πάμε να διδάξουμε». Τώρα όμως βοηθούσα, έκανα έτσι, ας το πούμε, πολύ άτυπα, έτσι, μαθήματα, σε φίλους και γνωστούς, που θέλαν να μάθουνε. Οπότε ήτανε νομίζω, λίγο…Ίσως είμαι τυχερός και σε αυτό, γιατί παίζει ρόλο και η τύχη και ρόλο η τύχη, αλλά και τι στόχο έχεις βάλει. Οπότε το να διδάσκω σήμερα, σίγουρα με βοήθησαν οι άνθρωποι, που ήρθα σε επαφή, οι περισσότεροι απ' αυτούς. Κάποιες φορές είναι θέμα, να κάνεις και εσύ τις σωστές ερωτήσεις. Αλλά μ’ ένα τρόπο με οδήγησε μόνο του, αυτό. Όπως σου λέω, πάντα από μικρή ηλικία θυμάμαι τον εαυτό μου, έτσι, να δείχνω, να μοιράζομαι, μ' έφερνε. Οπότε μου έφτιαχνε μια ομάδα, μία σχέση με έναν άλλον άνθρωπο. Οπότε, έτσι το βλέπω και σήμερα. Ακόμα και με μαθητές που τυχαίνει να κάνω μαθήματα. Ίσως λέμε καμιά φορά, λένε, έχω ακούσει καθηγητές: «Λοιπόν, εδώ δεν είμαστε φίλοι, δεν είμαστε τέτοιο. Είμαι ο δάσκαλος σου, εγώ είμαι αυτό, ήρθες να κάνεις μία δουλειά». Ναι. Δεν έχω καταφέρει να το διαχωρίσω απόλυτα αυτό. Χωρίς να έχω κάποιο παράπονο, να πω: «Α, εδώ πέρα με καβαλήσανε, με καβάλησαν οι μαθητές ή με καβάλησε αυτό. Ή έχασα ή δεν με σέβεται». Δεν έχω κανένα πρόβλημα, ένας μαθητής μου, που μπορεί να είναι και κοντά στην ηλικία μου –τι να σου πω απ’ το πιο απλό– να μου μιλάει στον ενικό; Ναι, ok ή να μου λέει ό,τι σκέφτεται; Ok, μια χαρά. Εγώ αυτό θέλω, να έχουμε μία σχέση ειλικρινή και αν δεν θέλει, ας πούμε, να κάνει κάτι, να μου το λέει. «Δεν θέλεις να συνεχίσεις;» Ok. «Δεν θέλεις αυτό που σου λέω;» Ναι, είμαστε εδώ. «Μπορείς να το αμφισβητήσεις, να μου πεις ότι δεν είναι έτσι, να το συζητήσουμε;» Οπότε, θεωρώ ότι θα τον βάλω και αυτόν σε μία άλλη διαδικασία, να ψάξει. Γιατί δεν είναι τι θα του πω, αλλά η κατάσταση που θα τον βάλω να μπει, να ψάξει, να εξερευνήσει και αυτή θα τον πάει εκεί που θέλει.
Εσύ είχες αναπτύξει τέτοιες σχέσεις με ανθρώπους που σε δίδασκαν ή είναι μια τεχνική η οποία σου βγήκε στην πορεία και την ανέπτυξες μόνος σου;
Εντάξει. Νομίζω θα ήτανε λίγο άσχημο να πω ότι το ανέπτυξα μόνος μου. Δεν φύτρωσα. Όλοι οι άνθρωποι που έχω γνωρίσει, σε όλους τους ανθρώπους που έχω καθίσει μαζί τους, να μάθω κάτι, ή σε μια τάξη ή σε προσωπικό επίπεδο έτσι, όλοι με βοήθησαν και με κάναν αυτό που είμαι σήμερα. Οπότε, απ’ όλους έχω να πάρω, απ’ όλους πήρα και από όλους παίρνω. Και πάντα δηλαδή μία καινούργια γνωριμία, ειδικά με ανθρώπους που θαυμάζω ή με ανθρώπους που θα ήθελα να είμαι κοντά τους, έχει να μου δώσει και διαμορφώνει και το δικό μου χαρακτήρα. Και πάλι, δεν μπορώ να ξεχωρίσω. Δηλαδή, αν πάμε στα χρόνια, ας πούμε του δημοτικού, ναι, σκέφτομαι ανθρώπους με τους οποίους είχα δασκάλους. Αν πάμε στα χρόνια του γυμνασίου λυκείου, ναι. Αν πάμε σε αυτά τα χρόνια πιο μετά, ανθρώπους, που μαθήτευσα δίπλα τους, ναι. Αλλά ο καθένας με τον τρόπο του. Δεν είναι όλοι το ίδιο ούτε επικοινωνούν όλοι το ίδιο. Οπότε απ’ όλους και όλοι με βοήθησαν και είμαι ευγνώμων δηλαδή για όλες τις γνωριμίες, τους ανθρώπους που ήμουνα κοντά τους.
Κατά τη διάρκεια των σπουδών σου δούλευες; Εργαζόσουν παράλληλα ως μουσικός;
Ναι, δηλαδή αν πάμε εκεί, στα χρόνια που ήμουνα δεκαοχτώ δεκαεννιά, ας πούμε, δούλευα εντατικά. Ξεκίνησα να δουλεύω σε στούντιο πιο πολύ. Κάναμε ηχογραφήσεις. Εμένα ένα, έτσι, άλλο πάθος, πάντα είναι η δημιουργία. Οπότε άρχισα λίγο να γράφω τραγούδια και αυτό με ώθησε στη βασική μου δουλειά για τότε, να δουλεύω σε στούντιο. Όχι να γράφω τα δικά μου τραγούδια. Εγώ πήγα μ’ αυτό τον σκοπό. Αλλά, έπρεπε να κάνω λίγο πίσω το δικό μου σκοπό, ούτως ώστε να γνωρίσω, να μάθω πάλι, κατάλαβες; Οπότε ήθελα να κλέψω γνώση. Ό,τι μπορείς να κλέβεις απ’ αυτό, είναι καλό. Όχι με την αρνητική έννοια. Κάθεσαι, κοιτάς, να είσαι παρατηρητής. Θα έρθει και η στιγμή, που πρέπει να μιλήσεις, πρέπει. Έτσι, όχι που είναι να μιλήσεις. Πρέπει να μιλήσεις, πρέπει να πάρεις θέση, πρέπει να εκφραστείς. Οπότε εγώ τότε σαν παρατηρητής, μπήκα στη δουλειά. Δουλεύαμε, φτιάχναμε για τηλεοπτικές παραγωγές τα τραγούδια. Ερχόντουσαν τραγουδιστές, ηχογραφούσαμε εκεί. Εγώ μπορεί να ηχογραφούσα μουσικά όργανα, μέσα σ’ αυτό. Κάθε μέρα, οχτώ ώρες, δέκα ώρες, δουλειά εκεί. Δηλαδή μετά τα μαθήματα του ωδείου, τα ιδιαίτερα, ήμουν εκεί, μέχρι το ξημέρωμα. Και κάποιες φορές, γιατί εκείνα τα χρόνια με είχε απορροφήσει αυτό, δούλευα και σε κάποιες εμφανίσεις. Μπορεί να ήτανε βραδινές, σε μαγαζιά βραδινά. Μπορεί να ήταν απογευματινές σε θεατρικές. Αλλά με το που τελείωσα το σχολείο, κατευθείαν δούλευα σε αυτό. Κι άλλες δουλειές. Δηλαδή, δεν είχα ποτέ πρόβλημα, για να καταφέρω ένα στόχο, να δουλέψω μία άλλη δουλειά. Δηλαδή, στη δουλειά μου, ας πούμε, η τεχνολογία είναι σύμμαχος. Οπότε για να καταφέρω να πάρω ένα καινούργιο μουσικό όργανο ή ένα άλλο αντικείμενο που θα με βοηθήσει στη δουλειά, δεν μου φτάνει απ’ τη μουσική η δουλειά; Ok, και μια άλλη και κάτι άλλο, μέχρι να καταφέρω το στόχο. Μετά το άφηνα και συνέχιζα στο δικό μου. Οπότε δεν… Έχω κάνει αρκετές δουλειές, αλλά η βασική ήταν αυτή η ενασχόληση, πάντα.
Ποιος ήταν ο στόχος σου όταν ξεκίνησες να σπουδάσεις μουσική; Πού ήθελες να φτάσεις; Είχες κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό σου;
Ναι, είχα. Πάντα μέσα σ’ αυτά ήτανε... αρχικά ήτανε η σύνθεση. Δηλαδή όταν ξεκίνησα να σπουδάζω, δεν ήταν ο σκοπός μου να έχω μία πολύ υψηλή οργανοχρησία, να ξέρω να παίζω πολύ καλά, ένα μουσικό όργανο και να δουλεύω μέρα, νύχτα, βράδυ, να παίζω. Μου άρεσε να γράφω τραγούδια. Μου άρεσε να φτιάχνω ηχοτοπία. Όλα αυτά, τέτοιες λέξεις, τα δουλεύουμε και με τους μαθητές μου τώρα. Δηλαδή μου άρεσε να γράφω μουσική για παραστάσεις. Μου άρεσε να γράφω δικά μου τραγούδια. Μου άρεσε κάτι που θα μου φέρναν, να το εξελίξουμε, να το… Οπότε στο μυαλό μου εγώ, όταν πήγα, ας πούμε, και στην Αθήνα για τις σπουδές, ήτανε η σύνθεση για να καταφέρω να γίνω αυτό. Να γράφω τα δικά μου τραγούδια, να μπορώ να εκφράζομαι, να φέρω ένα δικό μου ήχο. Παράλληλα, ήρθε όμως και το να διδάσκω. Δηλαδή πιο πολύ με κέρδιζε η επαφή με τον κόσμο, πάρα το να είμαι απομονωμένος, μέσα σε τόσο κόσμο, να παίζω δηλαδή σε μία σκηνή. Όχι ότι δεν μ’ αρέσει, αλλά ο στόχος μου ήτανε η διδακτική και η σύνθεση. Να διδάσκω και να γράφω, να κάνω αυτό. Μ’ ένα τρόπο, έρχεται μέχρι σήμερα κι αυτό. Άλλο λίγο παραπάνω, άλλο λίγο παρακάτω, ανάλογα με τις περιόδους, με τις εποχές, με την τύχη, με τις ευκαιρίες, με τα, με τα, με τα.
Μίλησέ μου για κάποιες συνεργασίες που είχες. Για κάτι το οποίο ήταν, έτσι, ενδιαφέρον.
Ναι. Ενδιαφέρον. Κοίτα, εμένα μου κέντριζε... Μου κέντριζε; Με ιντρίγκαρε πάρα πολύ, σε πιο μικρή ηλικία, να γνωρίζω, έτσι, ανθρώπους γνωστούς και να μπορέσω να παίξω μαζί τους. Από πριν ενηλικιωθώ, είχα την τύχη να δουλεύω, έτσι, σε κάποιες παραγωγές τηλεοπτικές, για γνωστούς ανθρώπους. Δηλαδή, δεν μπορώ να πω ότι έγινε τίποτα τρελό. Αλλά, για μένα, να δω τον Αντώνη Βαρδή, ας πούμε, από κοντά και να παίξω μαζί του ήτανε… Σε μία εκπομπή, μία νότα, δύο, ήτανε… Όνειρο ζωής! Ή άλλους καλλιτέχνες τέτοιου βεληνεκούς. Μετά, μπορώ να σου πω ένα περιστατικό που ήτανε λίγο αστείο. Έχω… Κάθισα στην Αθήνα τέσσερα πέντε χρόνια. Τον πέμπτο χρόνο, ας πούμε, κάθισα τέσσερα πέντε, τον πέμπτο χρόνο φεύγω και πάω φαντάρος, χωρίς να ξέρω τι θα κάνω μετά. Το πιο πιθανό όμως ήταν ότι θα έφευγα απ’ την Αθήνα, γιατί δεν έβρισκα αυτό που ήθελα να κάνω. Όχι ότι δεν είχε επιλογές, αλλά εγώ δεν μπορούσα να κάνω αυτό που ήθελα. Τέλος πάντων, όλα αυτά τα τέσσερα χρόνια έγραφα τραγούδια, έγραφα τραγούδια, τα ‘στελνα δεν πήγαιναν καλά. Δεν μπορούσε κάτι να βγει, να κυκλοφορήσει, κάτι δικό μου, με την ιδέα μου. Και είμαι φαντάρος πλέον και μετά από κάτι μήνες, χτυπάει το τηλέφωνο σε μία στιγμή άσκησης, οτιδήποτε. Τ[00:20:00]έλος πάντων, και σηκώνω το τηλέφωνο και λέω: «Nαι». Kαι μου λένε: «Είμαστε από την τάδε εταιρεία παραγωγής, που συνεργαζόμαστε με το Mega και ακούσαμε ένα απ’ τα τραγούδια που έχετε γράψει και θα θέλαμε να το βάλουμε στη σειρά». Εγώ άρχισα να λέω: «Ποιος είναι; Έλα, ρε. Έλα…». Κάποιος φίλος. «Έλα, είσαι εσύ; Όχι, εσύ. Τι μου λες;» Ήμουνα έτοιμος να το κλείσω. Πείθομαι, οικειοθελώς μάλλον, γιατί δεν μπορούσα να το πιστέψω ότι μου ανταποκρίθηκαν επιτέλους και έγινε αυτό. Οπότε, ένα αστείο γεγονός ήταν αυτό. Μετά ακολούθησε η έκδοση, όλα καλά, όλα ωραία. Αλλά ήταν ένα αστείο γεγονός, γιατί δεν μπορούσα να το πιστέψω, τη στιγμή λέω: «Εγώ τα παρατάω, θα φύγω, εσείς με παίρνετε μου λέτε θέλετε τραγούδια και συνεργασία;». Ήταν ένα γεγονός. Από τότε έχουν έρθει διάφορα, δεν θυμάμαι κάτι. Θυμάμαι, εντάξει, αργότερα, όταν άρχισα να γράφω τα δικά μου βιβλία πάνω στη μουσική. Πάλι πειράγματα ή φίλων ή, έτσι, συγγενών που βλέπανε το βιβλίο σε μια βιτρίνα και μου στέλνανε φωτογραφίες: «Ποιος είναι αυτός; Είναι ξάδερφος, είναι τέτοιος;». Εντάξει, λέω: «Ευχαριστώ πολύ. Ευχαριστώ». Όχι, ήταν και αυτό και ένα αστείο γεγονός ή ήταν, έτσι, σίγουρα… Ένα άλλο γεγονός, έτσι, που με έχει στιγματίσει, ας πούμε, είναι στη σχολική μου ζωή, λύκειο, γυμνάσιο, λύκειο κάπου εκεί. Είχα γνωρίσει έναν άνθρωπο, ο οποίος είναι πάρα πολύ σημαντικός. Έχει... ένα από τα μεγαλύτερά του έργα είναι... είχε φτιάξει, είχε επιμεληθεί όλα τα κρουστά, τότε στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας και γυρνούσε στα σχολεία και γυρνάει ακόμα. Οπότε στα μάτια μου αυτός ο άνθρωπος, που τον γνώρισα, που ήρθαμε σ’ επαφή μία, τέσσερις, πέντε φορές μες στο διάστημα για ένα γεγονός, ας πούμε, να παίξουμε σε μία αυτοσχέδια, έτσι, συναυλία, στα μάτια μου ήτανε ήρωας. Οπότε κι αυτή είναι μία στιγμή ιδιαίτερη, έτσι, για μένα. Παρ’ όλα αυτά, δεν έχω ιδιαίτερα πράγματα που έχω να αναφέρω.
Πώς σ’ έκανε να νιώσεις, η πρόταση, ας πούμε, για συνεργασία;
Μου έδειξε απ’ τη μία... Υπάρχει η βιασύνη, στην πιο μικρή ηλικία. Και τώρα βιάζομαι αλλά ok, γιατί, λέω, δεν προλαβαίνω, θέλω να τα κάνω όλα. Αλλά ήτανε μια δικαίωση ή ήταν και ένα, στο μυαλό μου, ότι ok, μάλλον έχουνε δίκιο. Τα πράγματα δεν έρχονται από τη μια μέρα στην άλλη. Θέλουν χτίσιμο, θέλουν υπομονή και ξανά και θέλουν και πολλή δουλειά. Οπότε, η πρόταση για συνεργασία δεν με βρήκε ούτε να… Σίγουρα χάρηκα, αλλά δεν με βρήκε να λέω: «Α, εγώ, με πήρανε πρώτη φορά στη ζωή μου για μία συνεργασία και εγώ κατέκτησα τα πάντα ή έκανα κάτι». Μου έδωσε χαρά και μου έδωσε ότι στο μυαλό να καταλάβω: «Ωραία, τώρα ξεκινάμε και αν μέχρι τώρα έχεις ασχοληθεί μια φορά ή ασχολείσαι, πρέπει να ασχοληθείς δίπλα και να το δεις πιο σοβαρά και έχεις ευθύνη. Έχεις ευθύνη. Δεν θα αλλάξεις τον κόσμο, ok, αλλά ό,τι κάνεις, πρέπει να έχει κάτι δημιουργικό. Πρέπει να είναι κάτι, πρέπει να λέει στον άλλο κάτι, έστω σε έναν. Πρέπει να λέει όμως σε κάποιον κάτι». Οπότε, η πρώτη μου συνεργασία, η πρώτη μου τέτοια σοβαρή συνεργασία και η πρώτη μου, έτσι, δουλειά μεγάλη με γέμισε με δύναμη να δουλέψω παραπάνω. Και αυτά, η παραπάνω δουλειά εμένα δε... Μου βγάζει κι άλλα, θέλω κι άλλο, δηλαδή μπορεί να με οδηγήσει σ’ έναν άλλο δρόμο.
Και ποιοι ήταν οι λόγοι που ένιωσες ότι στην Αθήνα δεν θες να ζήσεις άλλο και αποφασίζεις να επιστρέψεις στη Ναύπακτο;
Αρχικά, για μένα η Αθήνα ήταν όνειρο, απ’ τα μαθητικά χρόνια, να πάω. Δηλαδή σε κάθε ευκαιρία πήγαινα στην Αθήνα. Είχα, έχω και μία σχέση με τους γονείς μου καλή, οπότε τότε και τυχερός πάλι θα πω, αλλά και αυτοί πως με άφηναν. Αλλά πήγαινα ήδη από τα εφηβικά χρόνια. Πήγαινα μόνος μου, έτσι, για μία συναυλία ή με τους φίλους μου ή με κάποιο γνωστό. Πήγαινα, όποτε στα μάτια μου για μένα ήταν ο παράδεισος, γιατί είναι όλα συγκεντρωμένα εκεί. Όλη η παραγωγή εκεί. Θέλεις θέαμα, να ‘ναι κινηματογράφος, τηλεόραση, σινεμά; Θέλεις συναυλίες, θες καλλιτέχνες, θες στούντιο; Είναι τα πάντα εκεί και είναι εκεί. Οπότε, το ακολούθησα. Απλά, αν δεν έχεις πρόγραμμα καλό, στόχο καλό, δεν ακολουθείς ένα δρόμο, να μην αποσπάσαι από διάφορα πράγματα, είναι λίγο περίεργο. Εγώ δηλαδή… Και η ζωή στην Αθήνα, οι ρυθμοί της, λίγο με κούρασαν. Οι αποστάσεις, οι δουλειές, με κούρασε όλο αυτό. Και τα πολλά πρόσωπα, που δεν μπορούσα να επενδύσω σε μία καινούργια συνεργασία, γιατί σήμερα είναι αυτός, αύριο είναι εκείνος. Δεν μπορούσα να χτίσω τη σχέση που ήθελα, με τους ανθρώπους που μπορεί να ‘ταν συνεργάτες, πελάτες, φίλοι. Οπότε η όλη ζωή εκεί πέρα με κούρασε. Μετά μπήκε και στο μυαλό μου, ότι εγώ θέλω να ζω εκεί. Δεν θέλω όμως να σταματήσω. Πρέπει να βρω έναν τρόπο να κάνω αυτό που θέλω ή να προσπαθήσω τουλάχιστον να το καταφέρω, εκεί που μ’ αρέσει εμένα. Εκεί που μου δίνει εμένα, ξέρω γω, ενέργεια, έμπνευση. Κάνω και τώρα, δηλαδή, πηγαίνω συχνά, ας πούμε, στην Αθήνα για να δω κάτι ή να έρθω σε επαφή με άλλους ανθρώπους, φίλους ή δουλειές. Αλλά αν με ρωτούσες πριν εφτά οχτώ χρόνια, δεν θα ‘φευγα με τίποτα απ’ την Αθήνα. Τώρα θα γύρναγα με πάρα πολλά. Πρέπει να μου τάξεις πάρα πολλά για να πάω. Δύσκολα θα πήγαινα. Δεν θα πήγαινα. Πιο πολύ έχω στο μυαλό μου, ok, τι κάνουμε για να μπορεί να επιτύχει αυτό μια δουλειά, να μπορέσει να φτάσει στην Αθήνα ή μία δουλειά από εδώ, να γίνει ο πομπός η Αθήνα και να φύγει, να πάει παραπέρα. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, μία πόλη μικρή επαρχιακή, όπως είναι η Ναύπακτος, δεν έχει, ας πούμε, τις διεξόδους ή τις επαφές που μπορεί να έρθεις με ανθρώπους. Όχι ότι είναι κακό, απλά εντάξει σ΄ ένα επίπεδο δουλειάς, που έχει μία εξωστρέφεια, γιατί θέλεις να γράψεις, ας πούμε ένα τραγούδι, ok, έγραψες, πώς αυτό θα φύγει παραπέρα; Πώς άνθρωποι που έχουν εμπειρίες, εικόνες, μπορούν να συμβάλλουν σ’ αυτό για να το ανεβάσουν επίπεδο, να του δώσουν μια άλλη ματιά; Οπότε, όλα αυτά που σου είπα νωρίτερα με την Αθήνα, έτσι, με κούρασαν. Ναι, είναι πολλά, αλλά μάλλον με απέσπασαν λίγο απ’ αυτό που ήθελα να κάνω και έτσι ήρθα εδώ που είμαστε σήμερα.
Επομένως, μήπως ένιωθες ότι έχανες το στόχο σου;
Ναι, έχανα το στόχο μου. Μετέπειτα βρήκα ξανά τους στόχους μου, μπορεί να βρήκα και καινούργιους. Γιατί όπως σου είπα, έτσι, από μικρή ηλικία δεκαοχτώ, δεκαεννιά, είκοσι, εμένα σκοπός μου ήταν να γράφω, να δημιουργώ και να δείχνω, να μοιράζομαι γνώση; Γνώση; Τέλος πάντων, την εμπειρία μου; Οπότε αυτός ήταν ο στόχος μου. Στην Αθήνα ήταν και το βιοποριστικό, όλα αυτά. Οπότε μάλλον τον έχανα. Κέρδιζα σε γνωριμίες, σε αλλά, σ’ άλλα πράγματα, ας πούμε, σ’ επαφή με ανθρώπους καινούργιους, αλλά μάλλον έχασα το στόχο μου και οι συγκυρίες λίγο, μία πίσω σκέψη, φωνή στο μυαλό, έλεγε ότι κάτι δεν γίνεται σωστά, κάτι δεν γίνεται σωστά. Ενώ ήθελα πολύ να καταφέρω κάποια πράγματα, να τα επικοινωνήσω με τον κόσμο, δεν κατάφερνα ούτε καν να τα ολοκληρώσω. Γιατί κάτι άλλο θα ερχόταν, κάτι άλλο. Οπότε αυτό.
Και η επιστροφή σου στη Ναύπακτο πώς ήταν;
Η επιστροφή στη Ναύπακτο ήτανε ακαριαία. Δηλαδή, από Αθήνα φεύγω για φαντάρος. Καλά και φαντάρος, δεν δεχόμουν να με πας κάπου, που να μην είχε ενασχόληση με τη μουσική. Πήγα στρατιωτική μουσική. Ήμουνα στην Ξάνθη και από την Ξάνθη μετά από εννιά μήνες, ήρθα στη Ναύπακτο ακαριαία. Δηλαδή, ούτε, τα πράγματά μου μόλις τα μάζεψα, τα ‘φερα εδώ, τελείωσε. Δεν ήταν εύκολο. Δεν ήταν εύκολο, αλλά ξέρεις κάτι, μετά από αυτά τα τέσσερα, πέντε, έξι χρόνια στην Αθήνα, στρατό, τέλος πάντων, όλα αυτά μαζί, απέκτησα περισσότερο υπομονή. Και είπα: «Ok, δεν πετυχαίνεις σήμερα, δεν γίνονται όλα σήμερα. Πρέπει, ζούμε σε μία εποχή, ζούμε σε κοινωνίες που έχουν γρήγορους ρυθμούς, γρήγορα πράγματα. Δεν γίνονται τα πράγματα γρήγορα». Οπότε τον πρώτο χρόνο ήταν δύσκολα. Δεν μπορούσα να βιοποριστώ, αμέσως απ’ τη μουσική. Άρχισα να εργάζομαι σε ωδεία, πλέον σαν καθηγητής εκεί. Δούλευα κι άλλες δουλειές, άσχετες με τη μουσική. Έφτιαξα στο σπίτι μου ένα στούντιο οικιακό. Ξεκίνησα να κάνω εκεί τα δικά μου πράγματα. Δούλευα όπου μπορούσα και σαν μουσικός. Πάλι παραστάσεις ή μαγαζιά το βράδυ, ας πούμε, ζωντανές εμφανίσεις τέτοια, τοπικά, τέτοια πράγματα. Ήταν ένα σοκ στην αρχή. Βέβαια είχα αποφασίσει μέσα μου, ότι δύο είναι οι στόχοι. Το γράψιμο και η εκπαίδευση. Έτσι, δεν άργησε. Δηλαδή, κατευθείαν με το που ήρθα, μπήκα και σε εθελοντικά προγράμματα. Καταρχήν να βοηθάω, δεν ήταν καν δουλειά μου αυτό. Σε Κέντρο Δημιουργικής Απασχόλησης ΜΕΑ, στη βιβλιοθήκη της Ναυπάκτου, κάνοντας προγράμματα που συνεργαζόντουσαν με πολύ μεγάλους φορείς. Ανιδιοτελώς πραγματικά. Έβαζα και βάζω λεφτά δηλαδή από την τσέπη μου, απλά για να γίνει κάτι ωραίο, να έρθει κάποιος και να έχει μια ωραία εμπειρία. Ένα παιδί στην προκειμένη. Οπότε ο πρώτος χρόνος ήτανε, λίγη δουλειά στην ουσία, με ανταμοιβή απ’ τη μουσική, δουλειές άλλες άσχετες και πολλή δουλειά να αρχίζω να χτίζω και να παίρνω εμπειρίες και να γνωρίζω ανθρώπους στο εθελοντικό κομμάτι. Σε δομές, σε επιχειρήσεις, σε φορείς, σε τέτοια πράγματα.
Αισθάνθηκες ποτέ, αντιμετωπίζοντας κάποιες δυσκολίες ότι «Θα τα παρατήσω»; Έφτασες ποτέ σ’ αυτό το σημείο;
Όχι, γιατί… Ίσως, κάποια στιγμή με τρόμαξε λίγο, ας πούμε. Όπως δεν μου ερχόντουσαν τα πράγματα όπως ήθελα, τα τελευταία χρόνια, όταν ήμουνα στην Αθήνα. Η δουλειά εκεί. Αλλά ποτέ. Ποτέ δεν είπα αυτό. Για μένα, δηλαδή δεν είναι ποτέ στο μυαλό μου ότι, θα το παρατήσω. Πού είναι ο άλλος δρόμος; Δείξε μου έναν άλλο δρόμο. Πρέπει να βρω έναν άλλο δρόμο. Όχι, θα το κάνω. Δηλαδή και το να βιοποριστείς απ’ τη μουσική, είναι πολύ δύσκολο. Πόσο μάλλον σε μία χώρα, τόσο μικρή. Πόσο μάλλον σ’ έναν τόπο τόσο μικρό. Είναι κατά βάση, ακατόρθωτο να είναι το επάγγελμά σου. Οπότε τι μου αρέσει να κάνω; Μουσική. Ok, θα πάω να παίξω σε μία παράσταση ή θα κάνω τη μουσική για μία παράσταση. Θα πάω να παίξω σε μία συναυλία, θα πάω να παίξω σ’ ένα μαγαζί. Θα πάω να διδάξω. Θα γράψω ένα βιβλίο. Όχι από αγγαρεία, όλα αυτά. Δρόμους για να είμαι μέσα σε αυτό, που μου δίνει ζωή και δεν μου είναι αγγαρεία. Δηλαδή θα το κάνω με χαρά αν εμπεριέχει και έ[00:30:00]να ψήγμα μουσικής μέσα ή ένα ψήγμα μουσικότητας. Τα πάντα εμπεριέχουν. Αλλά θα το κάνω με χαρά. Οπότε δεν έχω καθόλου στο μυαλό μου, ότι δεν υπάρχει, δεν θα το κάνω. Θα το κάνω μ’ έναν άλλο τρόπο, θα βρω έναν άλλο δρόμο.
Βρήκες άτομα με παρόμοια ενδιαφέροντα στη Ναύπακτο;
Ναι. Αυτό είναι μία δυσκολία μιας μικρής… των μικρών κοινωνιών. Όχι μόνο εδώ, παντού. Το να βρεις ανθρώπους, να μπορέσεις να μοιραστείς, ας πούμε, μια… ιδέες. Ας πούμε, ας πιάσουμε το συγκεκριμένο αντικείμενο, πάνω στη μουσική. Ή οράματα ή να χτίσετε κάτι. Είναι πολύ δύσκολο και αν βρεις θα είναι πολύ λίγοι. Και όπως ξέρεις, όλοι οι άνθρωποι δεν είναι το ίδιο. Δεν θέλουν όλοι το ίδιο, δεν αποσκοπούν όλοι στο ίδιο. Οπότε είναι δύσκολο. Καλά, δεν θα πω ότι… Οι περισσότεροι άνθρωποι, που έχω συνεργαστεί... δεν έχω, δηλαδή είναι για μένα ευχάριστοι άνθρωποι. Περνάω καλά, μια χαρά. Απλά δεν μπορώ να πω ότι: «Α», δεν έχω στο μυαλό μου ότι, «αυτοί οι δύο εκεί, ξέρω γω, σ’ έναν άλλον τόπο, ας πούμε, επαρχιακό, κάνανε κάτι. Ω, ουάου, και τέτοιο». Εντάξει, είναι λίγο δύσκολο. Έχω γνωρίσει ανθρώπους, γνωρίζω ανθρώπους που μου δίνουν κίνητρα, που κάνουν τέτοιο, απλά ας πούμε ότι δεν έχω βρει κάτι, για να μοιραστώ το 100% ή ένα μεγάλο ποσοστό, απ’ τα οράματά μου, τις ιδέες μου και να είμαστε μαζί. Όχι να σώνει και ντε να πω στον άλλον να κάνει το ίδιο, αλλά να μοιραστούμε κάτι μαζί και να φτιάξουμε. Οπότε και εκεί το δίνω, ότι είναι ένα δύσκολο σε μια... στις μικρές κοινωνίες. Όχι ότι φταίνε οι άλλοι ή τέτοιο. Είναι πιθανότητες, μικραίνουνε.
Και πώς ξεκινάς τη διδασκαλία; Περιέγραψε μου λίγο τη διαδικασία, απ’ την πρώτη μέρα.
Ναι. Η πρώτη μέρα αν και… Η πρώτη μέρα, είναι όταν ξεκινάω δουλειά σε ωδείο. Ας πούμε σαν δάσκαλος μουσικής εκεί. Για μένα ήτανε κάτι ok. Το ‘χουμε ξανακάνει, έχω ξαναδείξει σε φίλους, έχω ξαναδείξει σε άλλους ανθρώπους έτσι, σε διάφορα πλαίσια. Μετά το δεύτερο στάδιο ήταν όταν άρχιζα λίγο να το πηγαίνω πιο πίσω. Δηλαδή να βλέπω όλο το δάσος, γιατί στην αρχή ήτανε, παίζω ένα μουσικό όργανο, κάνω αυτό. Όταν άρχιζα λίγο να απομακρύνομαι, έβλεπα και την… Να μην απευθυνθώ, ας πούμε, σε ομάδες παιδιών, να μην απευθύνομαι σε ομάδες παιδιών και να μην το κάνω τόσο εξειδικευμένο, να το κάνω λίγο πιο γενικό και να δούμε την ουσία του, και πιο απλό. Οπότε το επόμενο βήμα ήτανε σε Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης. Στα οποία δούλευα… Στα οποία… Γιατί δούλευα στην Πάτρα, στη Ναύπακτο, στο Μεσολόγγι, κατά καιρούς στην Αθήνα λίγο. Αλλά Πάτρα, Ναύπακτος, Μεσολόγγι, δηλαδή ήμουνα καθημερινά, σε Κέντρα Απασχόλησης Παιδιών, που έχουν ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, δεν είναι σχολείο, αλλά ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Οπότε εκεί πέρα έφερα τη μουσική, την έσπασα σε κομματάκια και την έκανα απλή. Εντάξει, τον πρώτο χρόνο, αν είχα δύο ώρες μάθημα, έκανα πέντε ώρες μελέτη πριν. Δηλαδή ακόμα και το «και» που θα πω, να ξέρω που θα πω, να ξέρω τι θα κάνω. Μη με ρωτήσει κάποιος και δεν ξέρω. Ήτανε τώρα, κρύψτε με. Ήθελα να μπορώ να δώσω κάθε απάντηση σε κάθε πιθανή ερώτηση. Εντάξει, αυτό δεν γίνεται. Αλλά τότε με γέμισε πολλές ευθύνες. Εντάξει, είχα έτσι λίγο άγχος. Αλλά ο χρόνος μέσα στην τάξη, δεν ξεπληρώνεται ποτέ. Είναι πάντα, κάτι θετικό. Ειδικά αν βρεις την επικοινωνία με τους από κάτω –είτε είναι παιδιά τριών, τεσσάρων, πέντε, έξι, εφτά είτε είναι δεκαπέντε, δεκαέξι, είναι για μένα, που προέρχομαι από το χώρο της μουσικής, έχω ζήσει πώς είναι να είσαι stage επάνω, να κάνεις live, ok κτλ.– είναι κανονικά, σαν να κάνεις ένα performance. Δηλαδή κάνω ένα μονόπρακτο ή αλλιώς κάνουμε ένα θεατρικό τώρα. Λοιπόν είμαστε έτσι. Δηλαδή πρέπει να δίνεις, να δώσεις την ενέργεια, για να περνάει. Αν πάρω ένα βιβλίο ok τα ‘μαθα καλά, πάω να τα πω τώρα στα παιδιά, τίποτα. Δεν γίνεται τίποτα. Το βλέπουμε, το ‘χουμε δει. Αλλά βλέπουμε και ανθρώπους, οι οποίοι λες, πόσο σε μαγνητίζει αυτός. Πόσο σε τέτοιο... Οπότε επειδή με πάει κουβέντα λίγο αλλού, αρκετά σύντομα, το δεύτερο χρόνο κιόλας που είμαι εδώ, ξεκινάω να εργάζομαι ως καθηγητής μουσικής πλέον, σε γυμνάσιο. Παράλληλα, μετά από λίγο καιρό, μπήκα και στο δημοτικό, μπήκα και σε νηπιαγωγείο και έτσι είδα λίγο όλες τις βαθμίδες. Εκεί το σχολικό πλαίσιο είναι διαφορετικό. Έχει ευθύνη. Έχει ευθύνη, στο παραμικρό. Γιατί εκείνη τη στιγμή, που είσαι, ας πούμε, στην τάξη και είσαι επάνω, σε απορροφάνε σαν σφουγγάρι. Οπότε, ακόμα και η κίνησή σου, μπορεί να κρύβει, μπορεί να μην κρύβει, έχει και δεύτερη και τρίτη ανάγνωση. Οπότε πρέπει να ξέρεις συνειδητά τι κάνεις. Παρ’ όλα αυτά, δύο πράγματα μέχρι τώρα μου έχει δώσει η ενασχόλησή μου με την εκπαίδευση. Πρέπει να ξέρεις τι κάνεις, πρέπει να ξέρεις τι λες, πρέπει να ξέρεις πώς συμπεριφέρεσαι. Γιατί ένας που είναι από κάτω, μπορεί να μη μάθει τίποτα από αυτά που είπες και το πιο πιθανό. Ένας, δύο, πέντε, κάποιος οτιδήποτε, μπορεί να κρατήσει άλλος δύο κουβέντα, άλλος δέκα, άλλος όλα. Τη συμπεριφορά σου όμως, την κίνησή σου, θα την πάρουν όλοι. Θα την πάρουν όλοι. Και να ξέρεις, επειδή το έχω στο μυαλό μου εγώ, από δικές μου εμπειρίες, ξέρω γω μπορεί να με ρωτήσεις: «Τι θυμάσαι από τότε, που πήγαινες σχολείο; Τι θυμάσαι από τότε;». Μπορεί να μη θυμάσαι τίποτα ή, ok, να έχει μείνει κάποια γνώση. Και να λες: «Ο αέρας, η κίνηση του ανθρώπου, η συμπεριφορά του, μέσα σε άλλους ανθρώπους». Όντας και δασκάλους δηλαδή, μπορεί να έχει ένα προνόμιο παραπάνω στην τάξη. Πρέπει να καθοδηγήσει την τάξη. Νομίζω είναι το σημαντικότερο. Χωρίς να ελαφρύνω όμως και το επίπεδο της γνώσης, αλλά το πώς κινείται και το πώς θα μεταφέρει την πληροφορία, νομίζω είναι το βασικό.
Τι ανταπόκριση βλέπεις από τα παιδάκια;
Θετική! Βέβαια καλό θα ήταν να ρωτήσουμε τα ίδια τα παιδιά, αλλά θετική. Θετική γιατί παίρνω αγάπη. Δηλαδή μπαίνω σε παιδιά, βλέπω παιδιά από τριών χρόνων, μέχρι δεκαεφτά δεκαοχτώ. Ξετρελαίνονται, τους αρέσει. Η μουσική –δεν την εφευρέσαμε ούτε τώρα, ούτε πριν εκατό χρόνια, ούτε πριν διακόσια– υπήρχε πάντα. Ναι, βάζουμε ακόμα πληροφορία, μεγαλώνει αυτό, έχει θεμέλια όμως γερά. Οπότε δεν τους λέω εγώ κάτι καινούργιο, για να πω ότι… Όμως είναι ο τρόπος που το παρουσιάζεις και μου δείχνει ο τρόπος που το παρουσιάζω, ότι μάλλον κάτι πάει καλά. Δηλαδή για μένα, να μπω σε μια τάξη του δημοτικού, μέχρι και τρίτη, τετάρτη, γιατί μπορώ να κάνω... Συνήθως τα μαθήματα που θέλω να κάνω σε τέτοιες τάξεις, νήπιο, προνήπιο, πρωτάκια, δευτεράκια και λίγο παραπάνω, δεν θέλω να είναι μέσα σε μια συμβατική τάξη. Θέλω να είναι μια τάξη ας είναι και empty space, να έχει ένα χαλί κάτω. Θα φέρουμε όργανα, μπάλες, τα πάντα, μουσικά όργανα. Θα βγάλω παπούτσια. Θα βγάλουμε όλοι παπούτσια. Θα πέσω κάτω, θα κυληθούμε, θα πιαστούμε, θα αγκαλιαστούμε. Είναι ένα πράγμα επαφής. Οπότε, έχοντας βάλει αυτό στο μυαλό μου, ότι σε αυτή την ηλικία θέλει επαφή, πρέπει να το βιώσει, αν κρίνω από το: «Γεια σας, κύριε Γιάννη», στο δρόμο, στο σούπερ μάρκετ, στο σχολείο, έξω αυτό... μάλλον κάτι, ας πούμε, γίνεται σωστά και με τα μεγαλύτερα παιδιά. Θέλει μία άλλη μεταχείριση. Θέλει μία φρεσκάδα. Δεν νοείται, ας πούμε, για μένα, να μπαίνω σε μία τάξη να λέω: «Το δέκατο πέμπτο… Αυτή η μουσική...» Αρχικά ξεκινώ εντελώς διαφορετικά. Τι μας αφορά, στην προκειμένη, έναν μαθητή, ας πούμε, στο σχολείο, που κάνει το μάθημα της μουσικής, δεν τον αφορά ούτε πού είναι η νότα «ντο» ούτε πού γεννήθηκε ο Μπαχ ή πόσα παιδιά έχει ούτε τι έγραψε. Δεν τον αφορά, σε πρώτη φάση τουλάχιστον. Το σχολείο είναι εκεί, για να σε κάνει να αγαπήσεις τη μουσική, να σε κάνει καλό ακροατή, να μπορείς να αποδομήσεις κάτι και να το καταλάβεις. Δηλαδή με τη ζωγραφική στο σχολείο, τι επιδιώκουμε, ας πούμε; Να βγάλουμε τον René Magritte ή να βγάλουμε, δεν ξέρω γω, τον Picasso, λέμε, λόγου χάρη; Όχι! Προσπαθούμε… Προσπαθούν οι τέχνες στο σχολείο, να δώσουν στο μαθητή, να βλέπει καλύτερα, να ακούει καλύτερα και να μπορεί να καταλάβει αυτό που βλέπει, να αποδομήσει και μετά να συνθέσει, μία εικόνα, έναν ήχο, κάτι καινούργιο. Οπότε και σε αυτές τις ηλικίες –για να μη φύγω, απ’ την ερώτηση– μάλλον κάτι πάει καλά. Ο τρόπος ο δικός μου είναι, πάμε στο σήμερα. Παίρνω το σήμερα και κάνουμε βήματα πίσω. Πάμε να φτάσουμε, να δούμε, να μάθουμε. Ε, τώρα σε άλλα μαθήματα που εξειδικεύονται στη μουσική, ας πούμε, σ’ ένα ωδείο κτλ. πάλι ο τρόπος μου δεν είναι αποστειρωμένος. Είμαστε μαζί. Πάμε εδώ να το λύσουμε, πάλι ξεκινάμε από το σήμερα και πάμε πίσω. Δεν νοείται τώρα, ένα παιδί τριών, πέντε χρόνων, δέκα, να το ξεκινήσω όταν ξεκινάει η μουσική, ας πούμε, ή να μπαίνει σ’ αυτό το χώρο και να του πω τι έγινε πριν χίλια χρόνια, πριν πεντακόσια χρόνια. Δεν τον ενδιαφέρει. Δεν είναι το τώρα του. Δεν είναι η ζωή του. Άμα τον ξεκινήσω τώρα όμως και πάμε σιγά σιγά πίσω, σίγουρα θα τον ενδιαφέρει και μετέπειτα αν το ακολουθήσει, θα δει ότι έχει ζουμί εδώ. Κάτσε, όλοι εδώ πατάμε, για να πάμε να κάνουμε το επόμενο βήμα. Αυτός είναι ο τρόπος μου, ας πούμε, μέσες άκρες και δείχνει να πηγαίνει καλά.
Νιώθεις ότι τα παιδάκια, ειδικά τα παιδιά που μου λες τώρα, νήπιο, δημοτικό, ότι ξεκινάνε και αναπτύσσουν ένα ενδιαφέρον στη μουσική, μέσα απ' αυτή τη διδασκαλία;
Ναι. Καταρχάς, δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην κάνει για τη μουσική, ας πούμε. Οπότε καλό είναι η μουσική να υπάρχει από πολύ μικρή ηλικία. Κι όταν το λέμε έτσι, εντάξει, προφανώς ο άλλος μπορεί να μην ξέρει, μπορεί να μη γνωρίζει λέει: «Θα το πάω το παιδί μου τριών, τεσσάρων, πέντε χρονών, να μάθει το τάδε μουσικό όργανο». Δεν χρειάζεται. Το παιδί χρειάζεται να έχει μουσική με έναν άλλον τρόπο στη ζωή του. Ας πούμε για παράδειγμα, ένα πρόγραμμα μουσικοκινητικής αγωγής. Μέσα από εκεί, το παιδί μπορεί να δει αν όντως έχει ενδιαφέρον, αν μπορεί να αναπτύξει μία δεξιότητα, μία κλίση μετά. Αν και ξαναλέω και το πιστεύω, όλοι οι άνθρωποι κάνουν για τη μουσική. Όλοι κάνουν για όλα. Πρέπει… Καλά όχι, σε πή[00:40:00]ρα τώρα να το κάνεις. Απλά πρέπει να εκπαιδευτείς σ’ αυτό. Πρέπει να το δεις, να το μάθεις, να δουλέψεις πάνω σ’ αυτό. Ok, αν ένας άνθρωπος έχει μία κλίση παραπάνω, ε, εσύ θα φτάσεις στα 80, αυτός θα φτάσει στο 82%, αλλά πάντα μιλάμε, για τέτοια ποσοστά δηλαδή. Οπότε ένα παιδί μικρής ηλικίας, πρέπει να έρχεται σ’ επαφή τριών, τεσσάρων, πέντε και να δει. Δηλαδή εγώ πάντα το λέω στους γονείς: «Κάνε ένα δώρο στο παιδί σου». Ok, να πάει, ξέρω γω σε ένα άθλημα, να πάει σε ένα άλλο κινητικό που μπορεί να είναι χορός ή κάτι τέτοιο ή μία άλλη τέχνη οπωσδήποτε. Αλλά: «Δώσε και στο παιδί σου, την ευκαιρία, της μουσικοκινητικής αγωγής, έστω για ένα χρόνο. Θέλεις να δεις αν θα ακολουθήσει, αν θα του αρέσει; Θα το δεις στο τέλος του μαθήματος, μετά από ένα χρόνο». Αλλά μέσα σε τέτοια μαθήματα, το παιδί κινείται, λειτουργεί σε ομάδες, Λειτουργεί μόνο του. Θα μου πεις και σε άλλα πράγματα. Αλλά μέσα από εκεί, μέσα απ’ αυτό, δεν καλείται να αποστηθίσει κάτι, τεσσάρων και πέντε χρόνων. Όχι, καλείται να παίξει και μέσα απ’ το παιχνίδι, θα μάθει. Αυτή είναι όλη η ουσία, να παίζει. Εγώ ούτως ή άλλως ακόμα και σήμερα, δεν ξέρω πως έχει μείνει αυτό στο δικό μας κλάδο: «Α, πάμε να παίξουμε μουσική.» Αλλά, εντάξει, εγώ είμαι χαρούμενος, γιατί ακόμα και τώρα πάμε να παίξουμε. Πάμε να παίξουμε και μπαίνω, ξαναλέω, κάνω μαθήματα σε προνήπιο μέχρι έκτη δημοτικού και γυμνάσιο. Μέχρι και έκτη δημοτικού, λέω: «Πάμε να παίξουμε τώρα». Και όλοι καταλαβαίνουν, όχι πάμε να τα κάνουμε μπάχαλο, πάμε να παίξουμε, πάμε να παίξουμε μουσική ή πάμε να παίξουμε, να κάνουμε ένα παιχνίδι δημιουργικό, που μπορεί να είναι κινητικό, μπορεί να είναι φωνητικό, πάρα πολλά. Αυτό.
Τι συναισθήματα αντλείς μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία;
Δεν ξέρω. Κάπως νιώθω καμιά φορά, σαν τη Μητέρα Τερέζα. Απ’ τη διδασκαλία, εντάξει, αγάπη. Φοβάμαι να την πω αυτή τη λέξη, για να μην ακουστεί πολύ γενικόλογο και πολύ έτσι, τετριμμένο. Το κάνω αληθινά και δεν ξέρω, το πιστεύω αληθινά. Οπότε, με τα παιδιά που έρχομαι κοντά, τα αγαπώ σαν να είναι παιδιά μου. Όχι με την έννοια είστε, είναι αυτό… Όχι, είμαστε κάτι παραπάνω αυτή τη στιγμή. Όταν βλέπω ότι αυτό περνάει και υποσυνείδητα και βγάζει ένα αποτέλεσμα, μου δίνει ικανοποίηση. Δηλαδή όταν δουλεύω κάτι, με μια ομάδα παιδιών, ας πούμε, και βλέπω ότι μετά από δύο μήνες, τρεις, ένα μήνα, δύο μαθήματα, μου δίνει ένα αποτέλεσμα, μου δίνει ικανοποίηση. Είναι δύο λέξεις, είναι δύο πράγματα απ’ τις πολλές, από τα πολλά συναισθήματα, ας πούμε, που βγαίνουν. Τώρα εντάξει, δεν ξέρω. Είναι πολλά. Για μένα δεν είναι απλό. Όπως τίποτα, όπως κανένας άνθρωπος δεν είναι απλό, δεν είναι άσπρο-μαύρο. Καμία διαδικασία δεν γίνεται μόνο μ’ ένα τρόπο. Ίσως και να γίνονται, δεν ξέρω. Αλλά για μένα, για μένα βρίσκεται πάντα και κάτι άλλο. Δηλαδή πρέπει να το δημιουργήσω. Οπότε και για μένα όλο αυτό, δεν είναι μόνο… Ξεχωρίζω, ας πούμε, ok, την αγάπη, την ικανοποίηση μετά, αλλά εντάξει, είναι πολλά.
Έχουν υπάρξει περιστατικά όπου η μουσική έχει λειτουργήσει θεραπευτικά, σε κάποιο παιδί;
Ναι. Χωρίς να είμαι ο απόλυτα ειδικός, πάντα για να μπορέσω να μιλήσω, για τα θεραπευτικά στοιχεία ή τα θεραπευτικά αποτελέσματα από... Είχα την τύχη, έτσι, για κάποιους μήνες να έρθω, να εργαστώ ας πούμε, σε μια ομάδα ανθρώπων, οι οποίοι είχανε, άλλος κινητικά προβλήματα, άλλος προβλήματα λόγου κτλ. και… Κοίτα, δεν αντέχουν όλοι οι άνθρωποι το ίδιο, ειδικά όσοι έχουνε κάποιες δυσκολίες, όσοι έχουνε κάποια προβλήματα, αντικειμενικά. Άλλος δεν μπορεί τους δυνατούς ήχους, άλλος δεν μπορεί τους ήχους, γενικά. Έχω δει όμως περιπτώσεις, που πραγματικά λες: «Πολύ δύσκολη κατάσταση». Έχω δηλαδή πάντα ένα παιδί στο μυαλό μου, που δεν μπορούσε να αρθρώσει κουβέντα. Δηλαδή συνέχεια θα κόλλαγε, συνέχεια θα ξεχνούσε τι έλεγε. Του έβαζα ν’ ακούσει ένα τραγούδι μία και δύο, ας πούμε, για να μάθουμε ένα τραγούδι και του έδινα τους στίχους. Αυτό το παιδί τραγουδούσε μετά από δυο ή τρεις φορές και μία φορά που το λέγαμε μαζί, τραγουδούσε το τραγούδι, χωρίς να κολλάει, χωρίς να κομπιάζει. Τραγουδούσε με πάρα πολύ καλή φωνή, πάρα πολύ καλή. Εντάξει, έχω δει και άλλα παιδιά, τα οποία πραγματικά, με το σωστό χειρισμό όμως, όχι ατσούμπαλα, όχι… Ήρεμα πρέπει να ξεκινήσεις αυτές τις συνεδρίες ή ήρεμα πάντα όταν κάνεις τα μαθήματα μουσικής, ήρεμα. Και έχω δει παιδιά, που πραγματικά, με το σωστό χειρισμό, αυτή την ώρα, ναι, γαληνεύουν… Γαληνεύουν; Τέλος πάντων, ηρεμούνε, ηρεμούνε. Πέφτουνε λίγο πιο χαμηλά και είμαστε σε μία φάση, που μπορούμε να τέτοιο… Οπότε σίγουρα πιστεύω στις θεραπευτικές ιδιότητες που έχει μουσική. Με κάποιους τρόπους, με κάποιες συνθήκες, ναι, ότι μπορεί να λειτουργήσει μ’ ένα, σαν κάτι εξτρά. Δεν λέμε ότι μπορεί να αλλάξει, ας πούμε, τον κόσμο, αλλά σίγουρα βοηθάει και σε άλλες ομάδες, αν το πάμε σε μια σχολική τάξη, που μπορεί να έχουμε, να είμαστε λίγο δραστήριοι, να είμαστε λίγο άτακτοι, να είμαστε λίγο τέτοιο, ναι, βοηθάει. Αλλά πάλι θέλει τρόπο. Όταν μπαίνουμε, όταν έχεις να διαχειριστείς, έτσι, μια τάξη πολύ, με πολλή ενέργεια, θέλει τρόπο. Δεν θέλει να πας, στην επίθεση και εσύ. Ούτε θέλεις, ούτε να αποσυντονίσεις. Αρκετά έχουν αποσυντονιστεί τα πράγματα. Πρέπει να πας μ’ έναν άλλο τρόπο. Οπότε έχω δει και σε τέτοιες τάξεις πιο συμβατικές πράγματα και για αυτό την πιστεύω τη μουσική και τη μουσικοκινητική. Είναι ένα πρόγραμμα το οποίο δουλεύω. Οπότε ναι, στην ερώτηση.
Ασχολείσαι… Γράφεις και βιβλία;
Ναι. Μέσα σε όλη αυτή τη δημιουργική μου διάθεση, ξεκίνησα το 2017, να γράψω ένα βιβλίο. Ούτε είμαι συγγραφέας ούτε πιστεύω ότι πότε θα γίνω. Και ξεκίνησα και με αυτό το σκοπό. Δεν… Έγραψα το πρώτο μου βιβλίο, ουσιαστικά ήτανε ένα εγχειρίδιο, ήταν από σημειώσεις μου, όλο. Για να μοιραστώ με διάφορες, με εκπαιδευτικούς και με γονείς. Έλεγα ακόμα και σε δασκάλους, που δεν κάναν το μάθημα της μουσικής, αλλά έπρεπε να το διδάξουν, ας πούμε: «Μην κάνεις αυτό, κάνε έτσι κάνε έτσι. Βάλ’ τους αυτό, να δεις πως θα το κάνουνε. Ξέρεις τι μπορείς να φτιάξεις μες στην τάξη με το τίποτα; Έχουν μουσικά όργανα τα παιδιά πάντα πάνω τους, ξέρω γω έχουν μέσα στην τσάντα τους, έχουν εκείνο, έχουν αυτό. Πράγματα, ένας χάρακας, ένα τέτοιο. Βάλε να παίξουν αυτό, να δεις μετά πώς αυτοί οι δύο δεν θα μαλώνουν. Βάλε να παίξουν αυτό, να τρέξουν έτσι, να χορέψουν αυτό, να δεις θα ηρεμήσουν και θα σ’ το ζητάνε». Όλα αυτά ήταν σημειώσεις, τα οποία τα είχα δουλέψει στην πράξη. Έβαζα, θα κάνουμε αυτή την άσκηση, θα παίξουμε αυτό, θα κάνουμε εκείνο. Έγραφα το τραγούδι, πρωτότυπο, πήγαινα, το δούλευα, α, μια αλλαγή εδώ, μια αλλαγή εκεί, το ξαναδούλευα, ωραία. Τέλος πάντων, μετά από ένα... μετά από κάνα χρόνο, λέω: «Δεν τα μαζεύω όλα μαζί; Δεν ζούμε και σε μια σύγχρονη εποχή», αναρωτιέμαι, «δεν πρέπει να έχει αυτό εικόνα;» Οπότε το πρώτο βιβλίο ουσιαστικά, είναι, έτσι, λίγο πιο μικρό, μαζεμένο και είναι ένα εγχειρίδιο, ένας βοηθός με δέκα δώδεκα ενότητες, για εκπαιδευτικούς και γονείς, που λέγεται: «Μουσική, Κίνηση Δημιουργία». Συνοδεύεται από βίντεο, δηλαδή σκανάρεις με το κινητό σου ή πληκτρολογείς ένα URL και σε βγάζει στο YouTube και έχεις εμένα να σου δείχνω πώς θα κάνεις μία κατασκευή, ένα μουσικό όργανο με το τίποτα, κυριολεκτικά. Πώς θα φτιάξεις ένα μουσικό όργανο. Πώς θα διδάξεις το ρυθμό, που είναι το πιο βασικό αλλά όλοι το ‘χουμε, τόσο γενικά στο μυαλό μας ή και κάποιοι το ‘χουμε και τόσο μακριά, δηλαδή δεν θέλουμε να ακούμε, για τέτοια πράγματα. Ο ρυθμός είναι παντού. Είναι παντού γύρω μας, είναι παντού μέσα μας, τα ‘χουμε ξαναπεί, όλοι εμείς δηλαδή, τα λέμε συνέχεια. Είναι από την καρδιά σου, από τα μάτια σου, από τα χέρια σου, είναι στη φύση, είναι παντού. Οπότε πρέπει να συντονιστείς με το κορμί σου, με τον εαυτό σου αρχικά. Πρέπει να μάθεις να περπατάς σωστά, να αναπνέεις. Οπότε, υπό αυτή την έννοια, πάλι δηλαδή κι ο ρυθμός, μέσα στο μάθημα της μουσικοκινητικής, στο βιβλίο, δεν ήτανε να μάθουμε ρυθμό ή να μάθουμε να παίζουμε ένα μουσικό όργανο, σωστά. Πώς μπορώ να συντονιστώ, να έχω τον ίδιο παλμό με κάτι άλλο, που ακούω και να παίζω και εγώ. Τέλος πάντων, όλο αυτό έγινε ένα μικρό εγχειρίδιο-βιβλίο. Το ‘χα ονομάσει βίντεο-βιβλίο, γιατί είχε και βίντεο μαζί, είχε και τα τραγούδια του, είχε όλο πρωτότυπο υλικό. Μετά, ήρθε, πώς θα μάθω γιουκαλίλι. Θεωρώ πάλι, έτσι, λίγο αδιανόητο, να κάνεις μάθημα μουσικής και να μην έχεις μουσικά όργανα. Βέβαια, δεν φταις πάντα εσύ. Αλλά είναι απ’ αυτά, τα παράλογα πράγματα ή πως κάνουν το μάθημα της μουσικής στο σχολείο και δεν τους παρέχουν όργανα ή δεν τους παρέχουν διαμορφωμένη τάξη. Είμαι τυχερός και έχω στην τάξη μου κάτι μικρά όργανα που μοιάζουν με κιθάρες, τα οποία λέγονται γιουκαλίλι. Ξεκίνησα να δουλεύω πάλι μέσα στην τάξη μ’ αυτά τα όργανα. Και λέω: «Δεν φτιάχνω μία μέθοδο, απλή, κατανοητή, να μπορέσει να την πάρει ένα παιδί δημοτικού, αν τον βοηθήσει και ένας δάσκαλος; Τέλεια». Αλλά ακόμη και μόνος του. Να πάρει αυτό το βιβλίο, να ξέρει, θα ξεκινήσω από το μηδέν, δεν είναι τεράστιο, είναι πολύ μαζεμένο κι αυτό. Ούτως ή άλλως, δεν μπορώ τώρα να… Άμα θέλεις να μάθεις κάτι, πρέπει να μαζέψεις όλη τη βιβλιογραφία, ας πούμε, να κάτσω να μάθω κάτι, θα πάρω δεκαπέντε είκοσι βιβλία. Σκοπός όμως είναι αυτό το βιβλίο να σου δώσει το ενδιαφέρον, να σου ανάψει λίγο τη σπίθα, να πας να πάρεις αυτό το μουσικό όργανο, να το συνδυάσεις μ’ ένα βιβλίο. Είμαστε τυχεροί γιατί είναι ένα πολύ οικονομικό όργανο. Οπότε ο καθένας μπορεί να το πάρει και να το συνοδεύσει με αυτό το βιβλίο. Αυτή ήταν η ιδέα μου, βλέποντας τα παιδιά μες στην τάξη. Τι μπορώ να τους δώσω; Ένα βοήθημα το οποίο μπορεί να τα έχει όλα. Μέχρι και τι τραγούδια μπορεί να παίξουν. Μετά, αμέσως την επόμενη χρονιά, ήρθε παραγγελία από τον εκδοτικό οίκο, να φτιάξω και ένα βιβλίο με τριάντα ελληνικά τραγούδια. Σε απλή μορφή, εύκολα, γι’ αυτό το μουσικό όργανο, με ιδιαίτερη σημειογραφία από κάτω, ούτως ώστε ένας που παίζει αυτό το όργανο, να μπορεί να παίξει. Δηλαδή και να μην έχεις ξαναπαίξει, αν πάρεις αυτά τα δύο βιβλία, μπορείς να τα καταλάβεις και τα δύο. Και το τελευταίο απόκτημα είναι, ζωγραφίζω… Λέγεται: «Ζωγραφίζω και μαθαίνω τα μουσικά όργανα, απ’ το Α ως το Ω». Γιατί ό,τι κάνω έρχεται μέσα από μια εμπειρική κατάσταση και καταλήγει. Κάνω σε παιδιά, ας πούμε, που πάνε πρώτη δημοτικού, σε παιδιά που πάνε νηπιαγωγείο. Μαθαίνουν τα γράμματα. Πώς θα τα κάνω να τα θυμού[00:50:00]νται; Προφανώς το κάνουν και με τη δασκάλα τους. Προφανώς θα το κάνουν και σπίτι, αλλά πώς θα το κάνω εγώ; Λέω: «Γιατί να μην τα συνδυάσω, μ’ ένα αλφαβητάρι μουσικών οργάνων; Οπότε παίρνει το παιδί αυτό το βιβλίο και έχει στην κάθε σελίδα ένα μουσικό όργανο, για να το ζωγραφίσεις, το σχέδιο υπάρχει, υπάρχει το γράμμα να το χρωματίσεις, υπάρχει και η λέξη από κάτω, ούτως ώστε να δεις πώς λειτουργεί το γράμμα μες στη λέξη, να μπορείς να το αναγνωρίζεις και να λες το «Π» του πιάνου ή και να το έχεις και σαν εικόνα. Οπότε στο μυαλό μου είναι αυτό. Τίποτα, πάρα πολύ απλό, είκοσι τέσσερις σελίδες, είκοσι τέσσερα γράμματα, εικόνα, να μπορέσω να δημιουργήσει στο παιδί μία εικόνα. Δεν είναι και τίποτα τρελό. Απλά για μένα είναι ένα εργαλείο, που ήρθε και αυτό πάλι ως αποτέλεσμα της δουλειάς. Μέχρι εκεί είμαστε τώρα γιατί... Ασχολούμαι δηλαδή και με παιδιά που δίνουνε πανελλήνιες για μουσική. Οπότε μιας και υπάρχουν κάποιες αλλαγές γενικά στο εκπαιδευτικό σύστημα, αλλάζει λίγο ο τρόπος εισαγωγής στα ιδρύματα και επειδή έχει αλλάξει, υπάρχει ένα κενό και θέλοντας πάλι να βοηθήσω τους μαθητές μου, έχω φτιάξει ένα σωρό σημειώσεις. Και τώρα είμαι σε μια διαδικασία που λέω: «Κάτσε», λέω, «άμα το βάλω κι αυτό και εδώ, κι αυτό και εκεί» και κάπως είμαι σε μία κατάσταση έτσι… Απλά επειδή, στοχεύεις σε μεγαλύτερες ηλικίες, στοχεύεις σ’ ένα επίπεδο πανελληνίων, απαιτεί πολλή προσοχή και πολλή μελέτη και πολλή βιβλιογραφία, να συγκεντρώσεις, να φτιάξεις. Αλλά είμαι σε μια κατάσταση έτσι, για το επόμενο βήμα. Ως εκεί για τώρα.
Τι έκανε, τι σε οδήγησε να ξεκινήσεις να γράφεις;
Ξέρεις τι, αφού δεν κατάφερα να γράφω, τη στιγμή που ήθελα τα τραγούδια έτσι όπως ήθελα, γιατί λίγο με τρέναρε αυτό, κάτι έπρεπε να γράψω. Οπότε, έγραψα βιβλία. Τίποτα, αυτό ήτανε. Δεν μπορώ να μην γράφω κάτι, να μην σημειώνω κάτι, να μη δημιουργώ κάτι καινούργιο, χωρίς να είναι... Πάντα, ας πούμε κάτι, δεν θεωρώ ότι υπάρχει παρθενογένεση, αλλά υπάρχει, έτσι, ένα ωραίο παζλ. Μία ωραία οπτική μάτια, καινούργια, φρέσκια, μία καινούργια, να γίνεται στις μέρες μας, πιο επίκαιρα. Οπότε, νούμερο ένα ανάγκη είναι ότι πάντα κάτι πρέπει να γράφω, κάτι πρέπει να κάνω. Και καμιά φορά… Τώρα τυχαίνει –γι’ αυτό είπα και στην αρχή της κουβέντας μας– τώρα το μεγαλύτερο ποσοστό κυριαρχούν, κυριαρχεί, η εκπαίδευση και τα βιβλία. Πάντα όμως υπάρχει και δουλεύεται και της μουσικής στην πράξη ή της σύνθεσης ενός τραγουδιού, ας πούμε.
Τι σου λένε για αυτές τις δημιουργίες σου, για τα βιβλία που γράφεις; Αντιδράσεις από τους γονείς...
Το πρώτο βιβλίο ήτανε μία αυτοέκδοση, ήταν λίγο δύσκολο να εκδοθεί, βέβαια, από έναν, έτσι, μεγάλο εκδοτικό οίκο, αλλά σαν αυτοέκδοση κτλ. Αρχικά αυτό ήταν μία πολύ όμορφη εμπειρία, γιατί κόσμος που δεν με ήξερε, δεν τους ήξερα, κάτι πρωτόγνωρο, απ’ όλη την Ελλάδα, επειδή ήταν λίγο και πιο εξειδικευμένο, μου στέλναν μηνύματα «Πολύ ωραίο», μου στέλνανε τέτοιο, μου στέλνανε από την Αγγλία, μου στέλνανε από την Κύπρο. Πραγματικά, υπήρχανε δάσκαλοι στην Αγγλία, οι οποίοι δίδασκαν εκεί και μου στέλναν φωτογραφίες από την Κύπρο, πρόσφατα από τις Βρυξέλλες. Που μου στέλνουν επειδή –όπως σου λέω– είναι λίγο πιο εξειδικευμένο. Κάποιος που ψάχνεται θα την βρει την πληροφορία: «Αυτό ας το πάρω, ας το δω, ας το δουλέψω». Οπότε ήτανε για μένα, πολύ σοκαριστικό, θετικά: «Πω, μου στέλνουν, ωραία», Εντάξει εγώ πάντα το αντιμετωπίζω αυτό: «Εντάξει, μπορούμε και καλύτερα και την επομένη φορά θα δείτε, θα φτιάξουμε κάτι καλύτερο και σας ευχαριστώ πολύ. Ευχαριστώ! Ευχαριστώ!». Ακόμη και τώρα όμως, έτσι που πρόσφατα, έκανα έναν έλεγχο να δω λίγο πώς πάνε αυτά, έχουν ανταπόκριση; Για παράδειγμα το βιβλίο με το γιουκαλίλι, έχει κάνει πάνω από μία χιλιάδα. Πάει και για δεύτερη. Αυτό για μένα, που δεν έχω, ας πούμε, δεν έχουμε στην οικογένειά μου ιστορικό να γράφουμε βιβλία ή να εκδίδουμε κάτι, μου δείχνει ότι μάλλον κάτι βρήκε. Βρήκε ένα κενό, βρήκε μία ιδέα, βρήκε μία σκέψη, βρήκε κάποιους ανθρώπους, που τους κάνει; Οπότε πάει καλά. Στην κοινωνία που, εδώ, ας πούμε, που έρχομαι σ’ επαφή, μ’ άλλους ανθρώπους, που τυχαίνει να παίρνουν το βιβλίο, ακούω θετικά σχόλια: «Και τι κάναμε, και αυτό, και να σας στείλουμε, α, και...». Οπότε από τον κόσμο, με όσα έχω καταφέρει ακόμα, γιατί ξαναλέω, είμαι νέος σε αυτό, σ’ αυτό τον τομέα, μου λένε όλοι πολύ θετικά σχόλια. Με τον καιρό περιμένω κι άλλο feedback. Αλλά με τον καιρό πιστεύω θα πάρω περισσότερα πράγματα, θα δω, όταν ταξιδέψουν κι αυτά, ωριμάσουν λίγο ακόμα μέσα στην κοινωνία ή σε διάφορους χώρους που μπορεί να δουλεύω. Οπότε παίρνω κάθε μέρα κάποιο σχόλιο. Ε, με τον καιρό θα αποκτώ και καλύτερη, γνώση.
Είσαι ικανοποιημένος; Χαίρεσαι για αυτό;
Ναι. Κάπως, μέσα μου δεν μ' αφήνω ποτέ, να χαρώ πολύ. Γιατί λέω με το που έγινε το ένα, πάμε τώρα για το επόμενο. Χαίρομαι, προφανώς, απλά… Δεν ξέρω αν την έχω, αν… Πάντα κοιτάω για το επόμενο, δεν το κάνω ούτε για να πάρω μπράβο και αυτό και να χαρώ με το μπράβο. Χαίρομαι όταν φτάνω κάτι στο τέλος. Δηλαδή πάντα εκεί. Τελείωσα κάτι; «Τέλεια», λέω. Νιώθω, όταν έχει ολοκληρωθεί κάτι, σαν να μου ‘χουνε πει χίλια μπράβο. Μετά τα υπόλοιπα μπράβο, πραγματικά, που θα μου πούνε, δεν μου λένε, τ’ αντιμετωπίζω πάντα ότι: «Σας ευχαριστώ». Σαν να μου είπε καλημέρα, ξέρω γω, και με χαιρέτησε, ενώ δεν θα με χαιρετούσε. Ok, δεν θεωρώ ότι έκανα τίποτα ή κάνω. Δεν το βλέπω έτσι. Οπότε, χαίρομαι πάντα μόνο για μένα. Όταν βλέπω, ότι έκανα κάτι και το έφτασα στο τέλος, λέω: «Ωραία, μπράβο, τα καταφέραμε». Από κει και πέρα, χαίρομαι απλά που θα μου μιλήσει ένας άνθρωπος και θα μου πει: «Κοίτα τι έκανες». Όχι, δεν θα το δω καν ότι: «Ω, ευχαριστώ. Κοίτα εγώ τι έκανα. Εσύ δεν έκανες. Κοίτα εγώ ή πόσο σπουδαίος είμαι». Τίποτα δεν είμαι. Εντάξει απλά τυχαίνει να έκανα αυτό. Δεν… Έτσι την έχω την επιτυχία. Επιτυχία; Αν πάει καλά, έτσι το ‘χω. «Ok, ευχαριστώ πολύ που το είδατε, που το προσέξατε», αυτό και μόνο με χαροποιεί, δε...
Θεωρείς όμως ότι και ο χρόνος στη Ναύπακτο σου έδωσε, έτσι, και το πιο δημιουργικό χρόνο, στο να ασχοληθείς με αυτό το κομμάτι;
Ναι. Ο χρόνος εδώ, το να θες να πας, ας πούμε, στη δουλειά σου πέντε λεπτά, το να μπορείς να φτάσεις, από το ένα σημείο στο άλλο, το να μπορείς το Σαββατοκύριακο να έχεις τη δυνατότητα, να πας στη θάλασσα, να πας στο βουνό, να πας και λίγο πιο πέρα. Να πας να αλλάξεις και νομό εύκολα, να πας… Και η ηρεμία του τόπου, η όχι τόση πολλή βαβούρα. Όχι ότι… Εμένα μου αρέσει ο κόσμος, θέλω να βλέπω, δεν είναι μοναχικός. Περνάω καλά με τον εαυτό μου, δεν έχω τέτοιο. Αλλά θέλω να βλέπω κόσμο. Εντάξει, απλά ο τόπος εδώ, θεωρώ ότι με βοήθησε. Έχω το χρόνο. Δηλαδή, πάντα τα Σαββατοκύριακα είναι μία καινούργια ιδέα, ας πούμε. Άλλη θα γίνει, άλλη δεν θα γίνει, άλλη θα δούμε για το μέλλον, τη σημειώνω παραπέρα. Με βοηθάει όμως πάντως σαν τόπος ότι όλα είναι κοντά, εύκολα. Η επαφή που μπορώ να έχω με άλλους ανθρώπους. Μπορώ να έχω τους φίλους μου, την οικογένειά μου, σε πέντε δέκα λεπτά. Μπορώ να πάω κάπου πάρα πολύ σύντομα ή μπορώ να πάω κάπου πολύ ήρεμα ή πολύ όμορφα, ας πούμε, σύντομα. Οπότε, για μένα είναι συν η κοινωνία, ας πούμε, της Ναυπάκτου, ο τόπος της Ναυπάκτου. Το προτιμώ από μία μεγαλούπολη. Θα πάω, θα την επισκεφτώ. Αλλά όχι να είμαι εκεί καθημερινά, με φθείρει.
Και κάτι άλλο που θα ήθελα να σε ρωτήσω. Το γιουκαλίλι πώς μπήκε στη ζωή σου; Πες μου λίγα πράγματα, γι’ αυτό το μουσικό όργανο.
Πραγματικά, δεν θυμάμαι. Αλλά ήρθε… Δεν ξέρω. Να το είδα στο internet τυχαία, ψάχνοντας; Μάλλον έτσι, γιατί δεν υπήρχε... Όταν έψαχνα να πάρω γιουκαλίλι, πραγματικά υπήρχανε σε δύο τρία καταστήματα σ’ όλη την Ελλάδα κάποια. Υπήρχε σαν όργανο πιο παλιά, αλλά δεν ήταν τόσο δημοφιλές. Οπότε, τέλος πάντων, μ’ έναν τρόπο, δεν θυμάμαι ακριβώς, έψαξα, το βρήκα, μου κέντρισε το ενδιαφέρον. Ό,τι όργανο βλέπω, παραγγέλνω, παίρνω. Φέρ’ το, φέρ’ το, φέρ’ το αυτό. Να το δω, να ακούσω τον ήχο του, να παίξω, να μάθω λίγο. Πορώνομαι έτσι για τρεις τέσσερις μήνες, μπαίνω λίγο σε ένα επίπεδο, το βάζω λίγο στην άκρη, όταν μου ξαναχρειαστεί, ξανά, το κοιτάω. Το γιουκαλίλι όμως κάπως μου έκατσε, ήτανε εύκολο και ήθελα να το έχω πάντα μαζί μου. Δηλαδή, πήγαινα στα παιδιά για μάθημα, είχα την κιθάρα. Στην αρχή, ξεκίνησα, είπα: «Δεν θέλω να έχω πιάνο, ας πούμε, στα παιδιά, δεν μπορώ να κουβαλάω πιάνο, δεν θέλω να κάθομαι στο πιάνο». Ακόμη και τα μαθήματα της μουσικής για παράδειγμα, δεν μου αρέσει η εικόνα π.χ. του δασκάλου στο πιάνο και τα παιδιά από κάτω. Ειδικά σε μικρές ηλικίες τριών, τεσσάρων, πέντε. Όχι. Θέλω να είμαι μέσα στα παιδιά. Οπότε η κιθάρα μου έδινε το δικαίωμα να βγάλω τα παπούτσια μου, να κάτσω οκλαδόν, να καθίσουμε όλοι μαζί, να πειράξω την κιθάρα, να τραγουδήσουμε, να παίξουμε, να είμαστε κάτω. Το γιουκαλίλι ήρθε να το τελειοποιήσει. Γιατί ήταν κάτι πολύ πιο μικρό, μπορούσα να καθίσω πάλι κάτω, μπορούσα να το βάλω στην τσάντα μου, μπορούσα να πάω, από δω από κει. Οπότε, κατευθείαν κόλλησα μαζί του. Και είδα μετά και ενδιαφέρον. Άρχισε κι ο κόσμος να ενδιαφέρεται. Δηλαδή, με το που με είδανε, έπαιζα ξέρω γω σε κάποιες παραστάσεις γιουκαλίλι, έπαιζα με τα παιδιά ή κάποια βιντεάκια που μπορεί να ανέβαζα. Μου λέγαν όλοι: «Τι είναι αυτό; Α, πολύ ωραίο, πολύ ωραίο». Λέω: «Είναι το κατάλληλο, γι' αυτή την ηλικία». Βασικά είναι το κατάλληλο για κάθε ηλικία, αλλά πόσο μάλλον για ένα παιδί πέντε χρόνων. Αν θέλει να ασχοληθεί, έτσι λίγο, με ένα όργανο, μέχρι να μπει, να αποφασίσει και να μάθει αυτό το όργανο πολύ καλά. Είναι πάρα πολύ μικρό. Είναι, η κλίμακά του είναι πολύ μικρή. Οπότε ταιριάζει σε μικρά παιδιά. Τέλος πάντων και αφού είδα και το ενδιαφέρον του κόσμου και είδα και την αγάπη των παιδιών σ’ αυτό το όργανο, μ’ έφερε μετέπειτα και στα βιβλία. Οπότε κάπως λίγο τ’ όνομά μου, έχει έρθει μ’ αυτό το όργανο, δίπλα-δίπλα. Δηλαδή έχουνε ξεχάσει ότι: «Παιδιά, παίζω μπουζούκι βασικά, εγώ ασχολούμαι με την λαϊκή, έτσι...». Όχι. Αλλά το έχω πάει και μόνος μου προς τα εκεί. Χωρίς να το επιδιώκω, απλά πλέον έχει κολλήσει το όνομά μου μαζί με το γιουκαλίλι. Και καθόλου… Μια χαρά, εμένα μου αρέσει πάρα πολύ.
Βλέπεις ανταπόκριση απ’ τον κόσμο; Έρχονται να σου πουν να τους μάθεις αυτό το όργανο;
Θα σου πω τι γίνεται τώρα. Έχω μαθήτρια από το Μπαλί. Έχω μαθητή στο Λονδίνο. Καλά, έχω τα παιδιά στο σχολείο, στην τάξη. Έχω μαθητή από την Πάτρα και όχι, δεν πηγαίνω εκεί. Βασικά έχω δυο τρεις απ’ την Πάτρα και έχω και ένα σ[01:00:00]την Αθήνα. Τους περισσότερους απ’ αυτούς, εκτός απ’ αυτούς στην Πάτρα έτσι κάποιους, δεν τους έχω δει ποτέ δια ζώσης. Οπότε γιουκαλίλι, internet, μουσική, εξωστρέφεια, άνοιξε όλο αυτό. Δηλαδή μου άνοιξε, το δρόμο, να γνωρίσω κι άλλους ανθρώπους, που δεν θα τους γνώριζα ποτέ. Οπότε βλέπω πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Ειδικά από παιδιά έτσι, που κάνω σε ομάδες παιδιών. Δηλαδή, το καταλαβαίνουν και οι γονείς. Αλλά τους λέω, μην αγχώνεστε, το κάνουμε και στην τάξη, το κάνουμε μαζί με τα παιδιά, οπότε μην τρελαινόμαστε, πάμε. Αφήστε τα παιδιά να μάθουν πρώτα τη μουσική, ομαδικά, να ξεκινήσουν –ξες– κάπου όλοι μαζί και μετά ας ξεκινήσει ένα όργανο, όποιο θέλει αυτό. Μπορεί να είναι και γιουκαλίλι, οποιοδήποτε άλλο. Και έτσι βλέπω και από τους γονείς συνέχεια ενδιαφέρον, αλλά και από άλλο κόσμο, που σου είπα, δεν έχω γνωρίσει ποτέ και χαίρομαι γι’ αυτό. Κάποιος… Δεν μπορώ πλέον, δεν μου φτάνει ο χρόνος. Μακάρι να μπορούσα, να ‘ρχομαι σ’ επαφή με περισσότερους, δεν μου φτάνει ο χρόνος πλέον. Δηλαδή μου στέλνουνε από παντού. Αλλά κι αυτό που καταφέρνω δηλαδή, μου δίνει χαρά. Που έχω –τι να σου πω;– ότι, αν πάω στο Μπαλί, έχω ένα κρεβάτι να κοιμηθώ; Όπως λέγαμε παλιά; Όχι, είναι πάρα πολύ… Βλέπω πολύ ενδιαφέρον απ’ όλους. Μικρούς και μεγάλους.
Τι άλλους στόχους έχεις μελλοντικά; Κάποιες στην συνεργασίες; Κάποια παράσταση; Οτιδήποτε.
Όπως σου είπα, επειδή μ’ ενδιαφέρει πάρα πολύ, οτιδήποτε εμπεριέχει έστω και λίγο μουσική ή κάτι το οποίο έχει μουσικότητα. Ασχολούμαι πάρα πολύ με τη μουσική για παραστάσεις. Ξεκίνησε στην αρχή –ξες– από, μπορεί να ‘ταν σχολικές, σε μεγαλύτερες τάξεις γυμνασίου, λυκείου. Μετά να γράφουμε, να δομούμε μαζί με κάποια ομάδα ανθρώπων ή και μόνος μου κάποιες παραστάσεις. Όλη τη μουσική και όλα αυτά. Και αυτό μετά πήγε και σε άλλες, πιο επαγγελματικές ή και σε άλλες ομάδες, ερασιτεχνικές ενηλίκων κτλ. Οπότε επειδή μ’ αρέσει πάρα πολύ, είναι ένας στόχος μου η μουσική για το θέατρο και να διοχετεύσω αυτή την επιθυμία μου και την ανάγκη μου στο να γράφεται μουσική, να γράφω μουσική. Ένα άλλο που τρέχει παράλληλα, ας πούμε, στο μυαλό μου, είναι κι ο ήχος με την εικόνα. Έτσι, πρόσφατα μου δόθηκε η δυνατότητα να γνωρίσω έναν άνθρωπο, ο οποίος είναι ένας πολύ μεγάλος ζωγράφος του τόπου. Και στην αρχή, μου ‘ρθε η ιδέα λέω: «Να του πάρω μία συνέντευξη, να.. Δεν θέλω», λέω, «στο χαρτί κάπως, να το ακούσω. Θέλω να τον δω, να τον ακούω, αλλά όλο αυτό να το ντύσω εγώ». Ότι είχα πάρει και μια κάμερα, πριν κάνα χρόνο. Οπότε γύρισα ένα ντοκιμαντέρ, γι’ αυτόν τον άνθρωπο. Ήτανε, είναι μια πρώτη προσπάθεια, αλλά με μουσική δικιά μου παντού, από την αρχή μέχρι το τέλος. Αυτός όντας και ένας σουρεαλιστής ζωγράφος, οπότε ξεκίνησε πάλι… Πήρα μια ιδέα, ας πούμε, και την πήγα στα παιδιά, στο σχολείο. Γιατί λέω: «Ok, κάτσε, καλά όλα αυτά που λες, να γυρίσεις ντοκιμαντέρ, ή να βάλω μουσική στα έργα του, στους πίνακες του και να ‘χει… Δουλεύει; Είναι κάτι ή είναι κάτι, που μου ήρθε εμένα τώρα;». Και λέω στους μαθητές: «Πάμε να ηχοποιήσουμε έναν πίνακα. Τι να κάνουμε; Τι είναι αυτό; Να δώσουμε ήχο σ’ ένα πίνακα. Βλέπεις αυτό τον πίνακα, βλέπεις αυτά τα χρώματα, βλέπεις, τι ήχο μπορεί σου γεννάει ή τι μουσική;». Όλοι οι καλλιτέχνες, ανέκαθεν δηλαδή και οι μεγάλοι, οι ζωγράφοι, ας πούμε, για παράδειγμα, έχουνε πει: «Αυτό το τάδε χρώμα, μου φέρνει αυτόν τον ήχο». Ή όλοι οι μουσικοί, ακόμα και εγώ στο μυαλό μου, αυτός ο ήχος είναι αυτό το χρώμα, αυτή η νότα, είναι μπλε, ξέρω γω. Αυτό είναι εκείνο. Δεν ξέρω πώς υπάρχει αυτό. Υπάρχει από τη φύση μας; Είναι κάποια ιδιότητα του εγκεφάλου μας; Δηλαδή ασχολείσαι… Όποιος και να ασχοληθεί πιστεύω θα το νιώσει, θα πει ότι: «Α, αυτό είναι έτσι, αυτό είναι κόκκινο, αυτό είναι μπλε, αυτό είναι σκοτεινό». Οπότε, τέλος πάντων, ήρθε μία πτυχή η κινηματογράφηση μαζί με τη μουσική ή η βιντεογραφία μαζί με τη μουσική, που μου αρέσει πάρα πολύ, με εξιτάρει. Και εκεί, υπάρχει πέρα απ’ αυτό, κάτι από το πρώτο ντοκιμαντέρ, ας πούμε, που έχει πολλή μουσική και πρωτότυπη, κάτι ακόμα, σαν συνέχεια δηλαδή. Ό,τι κάνω δεν θέλω να είναι: «Α, έκανα αυτό, πάω εξαφανίζομαι». Δεν το κάνω για να το κάνω, απλά είναι ένας τρόπος έκφρασης, ας πούμε. Οπότε, τα μελλοντικά σχέδια, κινούνται… Τα μαθήματά μας, κινούνται γύρω από τα βιβλία, οποιαδήποτε στιγμή δηλαδή γεννηθεί μία ιδέα, χωρίς ξαναλέω, να είναι αυτοσκοπός, βγάζω ένα βιβλίο μία φορά στα δύο χρόνια ή μπορεί να τύχει στο ένα χρόνο ή στα τρία ή… Μπορεί και να μη βγάλω καθόλου. Δεν ξέρω, όταν μου τελειώσει η ιδέα, εντάξει, τελειώνει, ας το πούμε έτσι. Αλλά, πέρα από τα μαθήματα, είναι η μουσική για το θέατρο, η βιντεογράφηση, η κινηματογράφηση, έτσι, μ’ έναν λίγο πιο ιδιαίτερο τρόπο. Αυτά.
Θα ήθελες να συμπληρώσεις κάτι άλλο;
Όχι, νομίζω έχω πει πάρα πολλά. Δεν ξέρω, πόσο πρέπει να μιλάει ένας άνθρωπος, σε μία τέτοια συνέντευξη. Νομίζω έχω πει πάρα πολλά. Όχι, δεν έχω να πω κάτι άλλο. Ο νους μας στα παιδιά γενικά και στους νέους ανθρώπους. Σ’ όλους τους ανθρώπους, ok, δεν είναι αυτό… Απλά, όσοι συναναστρεφόμαστε, έτσι, με παιδιά, δηλαδή, το νου σου, το νου σου εκεί, ψάξου, δώσε. Οπότε δεν έχω να πω κάτι άλλο, ειδικά γύρω από μένα τα ‘πα όλα. Απλά αν είχα ν’ αφήσω ένα μήνυμα, στα παιδιά. Γίνε και εσύ παιδί, παίξε, έλα στη θέση του, κατέβα χαμηλά, δες τα μάτια του. Δηλαδή μην είσαι από πάνω και θα καταλάβεις και εσύ. Θα δεις, θα δεις την οπτική του. Αυτό το να μπαίνεις στη θέση του άλλου ανθρώπου, το λέμε, το λέμε και πόσο κάθε φορά και το αναμασάμε. Τι πιο απλό, όταν μιλάς σ’ ένα άλλο παιδί, να κατέβεις και εσύ κάτω στα γόνατα ή να χαμηλώσεις και να το κοιτάξεις στα μάτια, να μιλήσεις. Το να ‘σαι από πάνω του, να του κουνάς το δάχτυλο, νομίζω όπως ήρθε έφυγε. Δεν θα του πει κάτι. Οπότε σαν κατακλείδα, έτσι, για μένα, αυτό, ότι αφορά για τα παιδιά, το νου σου εκεί λίγο.
Σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ!
Και εγώ!
Να ‘σαι καλά. Καλή συνέχεια!