Φαινόμενα 2000: Σπουδές και ζωή στο εξωτερικό
Ενότητα 1
Επιστροφή στην Ελλάδα εν μέσω πανδημίας
00:00:00 - 00:15:33
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Καλησπέρα. Ονομάζομαι Φανή Κωστίδου και είμαι ερευνήτρια για το Ιστόρημα. Σήμερα είναι 9 Σεπτεμβρίου 2020 και είμαστε εδώ με την Χριστίνα …ν οι 2 βδομάδες, όλα καλά, και ξεκίνησα να βγαίνω έξω και παράλληλά να κάνω τα μαθήματα για το μεταπτυχιακό online, όπως και συνεχίστηκαν.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 2
Περιστατικά και σχόλια ρατσιστικής αντιμετώπισης στην Ολλανδία
00:15:33 - 00:19:23
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Επιστρέφουμε, λοιπόν. Πώς ήτανε το κλίμα και το περιβάλλον στην Ολλανδία, στη χώρα προορισμού σου και εγκατάστασής σου, για μία νέα φοιτήτρι… μου έδωσαν. Μπορεί να μην έχουμε να φάμε πολύ, αλλά δεν είμαστε και τόσο χάλια, όσο μας έχουν στο μυαλό τους. Τουλάχιστον οι περισσότεροι.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 3
Λόγοι μετανάστευσης στο εξωτερικό
00:19:23 - 00:37:34
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Επιστρέφεις, λοιπόν, με την τελευταία πτήση από Ολλανδία– Ναι. Τον Μάρτιο είπες, αν δεν κάνω λάθος. Και τι κάνεις στην Ελλάδα; Και στην Ε… Χρονολογικά, από κει και πέρα. Σ' ευχαριστούμε πάρα πολύ, Χριστίνα! Εγώ ευχαριστώ για την ωραία συνέντευξη. Καλή συνέχεια. Και σ' εσάς.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνηση[00:00:00]Καλησπέρα. Ονομάζομαι Φανή Κωστίδου και είμαι ερευνήτρια για το Ιστόρημα. Σήμερα είναι 9 Σεπτεμβρίου 2020 και είμαστε εδώ με την Χριστίνα την Παρταλίδου, η οποία πρόκειται να μας αφηγηθεί την εμπειρία της για κάτι που φαίνεται να έχει πάρει διαστάσεις φαινομένου στην Ελλάδα. Πρόκειται δηλαδή, για όλο αυτό το κύμα φοιτητών και φοιτητριών, νέων ανθρώπων, επιστημόνων που φεύγουνε στο εξωτερικό, και εσύ είσαι μια από αυτές.
Μάλιστα!
Λοιπόν Χριστίνα, τι σπούδασες και πού σπούδασες;
Σπούδασα στο Τμήμα Βιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Η βιολογία άρχισε να μου αρέσει πάρα πολύ απ' όταν ήμουνα ακόμα στο Γυμνάσιο. Ήταν το μόνο μάθημα που μου κινούσε το ενδιαφέρον. Επομένως, πραγματικά όταν έκανα το μηχανογραφικό μου για να περάσω σε κάποια σχολή, δεν σκέφτηκα τίποτα άλλο σαν πιθανότητα. Και δήλωσα πρώτη επιλογή το Βιολογικό, πέρασα, και στα 5 χρόνια τελείωσα τη σχολή μου, αισίως, η οποία μου άρεσε πάρα πολύ και αγάπησα πάρα πολύ την επιστήμη μου, αλλά βγαίνοντας από το Βιολογικό ένιωσα ότι δεν έχω καταρτισθεί –δεν έχω εξειδικευτεί μάλλον. Είχα πάρα πολλές γνώσεις, πάρα πολλές γενικές γνώσεις, αλλά ήξερα ότι πρέπει να εξειδικευτώ σε κάποιον τομέα για να συνεχίσω την επαγγελματική μου πορεία.
Σε ποιο Πανεπιστήμιο ήσουνα;
Στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Ωραία. Ωραία και τελειώνεις τις σπουδές... Παράλληλα με τις σπουδές έκανες κάτι άλλο;
Παράλληλα με τις σπουδές δούλευα part-time σε καφετέριες. Ασχολούμουν με τον αθλητισμό, τον οποίο αγαπούσα πάντα. Αυτό. Και κατά τα άλλα, έκανα τη φοιτητική ζωή που κάνει κάθε φοιτητής στη Θεσσαλονίκη. Περνούσα τέλεια με τους φίλους μου, διάβαζα πολύ... Και μπορώ να πω το ευχαριστήθηκα.
Και πώς πήρες την απόφαση να φύγεις έξω;
Ναι... Λοιπόν, όταν τελείωσα, όταν πήρα το πτυχίο μου, την επόμενη μέρα μετά την ορκωμοσία μου ξεκίνησε μια πολύ δύσκολη περίοδος στη ζωή μου. Έπαθα αυτό που παθαίνουνε οι περισσότεροι όταν τελειώνουν τη σχολή τους. Φρίκαρα. Ένιωθα ότι είμαι στον αέρα, ότι δεν έχω τι να κάνω πλέον, ότι δεν έχω κάποιον σκοπό. Δούλευα ακόμα σαν σερβιτόρα το οποίο με έκανε πλέον... Δεν ήτανε πλέον το χαρτζιλίκι που έπαιρνα όταν σπούδαζα, ήτανε πλέον η δουλειά μου, και είχε αρχίσει αυτό να με βαραίνει πολύ. Το ένιωθα ανώφελο, ανούσιο, ότι απλά περνούσε η μέρα και γω το μόνο που έκανα ήταν να σερβίρω σ' ένα μαγαζί για πολύ λίγα λεφτά. Ξεκίνησα να ψάχνομαι για δουλειές σχετικές με τη βιολογία εδώ στη Θεσσαλονίκη. Πραγματικά δεν υπήρχε τίποτα. Πήγα σε μία συνέντευξη μόνο που ήταν για ένα Πειραματικό Σχολείο. Ζητούσε βιολόγο για να κάνει εργαστήρια στα παιδιά. Προφανώς δεν πήρα τη δουλειά γιατί δεν είχα καθόλου εμπειρία. Προτίμησαν κάποιον εκπαιδευτικό, καταρτισμένο, με εμπειρία με τα παιδιά. Και περνούσαν οι μήνες, εγώ έβλεπα ότι το μόνο που μπορώ να κάνω είναι σερβίρω στη Θεσσαλονίκη και αποφάσισα να κάνω ένα μεταπτυχιακό. Η πρώτη μου επιλογή ήταν να κάνω μεταπτυχιακό στη Θεσσαλονίκη ή κάπου στην Ελλάδα. Έψαξα λίγο αυτό το ενδεχόμενο. Δεν βρήκα τίποτα που να αξίζει. Δεν βρήκα κανένα αξιόλογο πρόγραμμα που να μου αρέσει πραγματικά. Επίσης, τα μεταπτυχιακά στην Ελλάδα δεν είναι ιδιαίτερα οικονομικά. Το δίδακτρα είναι περισσότερα απ' αυτά που σου προσφέρουν σαν προγράμματα. Και το θεώρησα μια καλή ευκαιρία να φύγω στο εξωτερικό. Και για να κάνω ένα μεταπτυχιακό που πραγματικά μου αρέσει, και μήπως και τυχόν πετύχαινε και είχα μια καλύτερα επαγγελματική πορεία στο εξωτερικό γενικά, και έμενα εκεί. Είχα και την αδερφή μου η οποία ήταν στη Γερμανία –μεγαλύτερη από μένα– δούλευε εκεί, είχε κάνει τη ζωή της, την καριέρα της. Την είχα σαν πρότυπο και σαν παράδειγμα, ότι θα μπορούσα να το κάνω και γω αυτό. Και άρχισα να κάνω αιτήσεις σε πανεπιστήμια του εξωτερικού. Αρχικά στη Σουηδία, και μετά προέκυψε η Ολλανδία, όπου και πήγα τελικά.
Και τι μεταπτυχιακό έκανες στην Ολλανδία;
Στην Ολλανδία έκανα μεταπτυχιακό επάνω στην αθλητική διατροφή. Ο τίτλος του μεταπτυχιακού είναι: Human Μovement Sciences, δηλαδή Επιστήμες της Ανθρώπινης Κίνησης, και η μία κατεύθυνση η οποία προσφερόταν ήταν τo Sports Nutrition, η Αθλητική Διατροφή. Με ενδιέφερε πάρα πολύ για πολλούς λόγους. Αφενός, στο Βιολογικό, στη σχολή μου ασχολήθηκα με τη διατροφή στην πτυχιακή μου. Μου είχε, έτσι, κινήσε[00:05:00]ι το ενδιαφέρον. Είχα πάρει και κάποιες γνώσεις σχετικά. Και ο αθλητισμός, όπως ανέφερα και πριν, πάντα μου άρεσε, πάντα ήθελα να μπω στον χώρο του αθλητισμού, να δουλέψω με αθλητές. Και τα συνδύασα. Ήταν πραγματικά το πρόγραμμα ακριβώς αυτό που ήθελα να κάνω.
Πώς γίνονται όμως οι μεταβάσεις σε μια άλλη χώρα και στην Ολλανδία; Πώς ξεκινάς; Πώς καταλήγεις; Πώς βρίσκεις σπίτι; Πώς πάει όλο αυτό το πακέτο;
Ξεκινάς με πάρα πολύ άγχος. Στην αρχή είναι πραγματικά πάρα πολύ έντονη η πίεση που αισθάνεσαι. Ξεκινάς παίρνοντας την απόφαση: «Θα πάω εκεί!». Κάνεις την αίτησή σου. Αν σε δεχτούν, καλώς. Και ξεκινάς να κινείς τις διαδικασίες. Το δεύτερο κομμάτι είναι να βρεις σπίτι. Ειδικά σε πόλεις που είναι πανεπιστημιουπόλεις, έχουνε πολλούς φοιτητές, πολλούς international φοιτητές, είναι συχνά πολύ δύσκολο να βρεις σπίτι. Πρέπει να ξεκινήσεις νωρίς, πρέπει να προσέχεις τις παγίδες και διάφορους επιτήδειους –που υπάρχουν πάρα πολλοί, δυστυχώς– και πρέπει να είσαι και τυχερός για να προλάβεις να βρεις σπίτι. Ξεκίνησα σχετικά νωρίς. Το μεταπτυχιακό μου ξεκινούσε τον Σεπτέμβριο, εγώ ήξερα ήδη ότι θα πάω από τις αρχές του καλοκαιριού. Νομίζω ότι ήτανε ακόμα Ιούνιος. Επομένως, είχα μήνες μπροστά μου. Δεν ήταν της τελευταίας στιγμής. Ξεκίνησα να ψάχνω σπίτι. Πραγματικά ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Συνειδητοποίησα ότι τα νοίκια ήταν πάρα πολύ ακριβά. Αποθαρρύνθηκα. Ήμουν οριακά στο να πω: «Δεν πάω! Δεν βγαίνει». Αλλά τελικά στάθηκα τυχερή. Μέσω Facebook βρήκα σπίτι. Μου έστειλε μήνυμα... Επειδή έκανα εγώ μια δημοσίευση στο Facebook, ότι «ψάχνω σπίτι, αν μπορεί κάποιος να με βοηθήσει» και αυτό το ανέβασα σε μια σελίδα με τους Έλληνες του Μάαστριχτ. Το Μάαστριχτ είναι η πόλη στην οποία έψαχνα σπίτι. Επομένως, ανέβασα ότι «ψάχνω σπίτι, μπορεί κάποιος να βοηθήσει; Να μου δώσει κάποια συμβουλή βασικά, πώς να κινηθώ, γιατί έχω αρχίσει να αγχώνομαι». Και επικοινώνησε μαζί μου ένας Έλληνας που σπούδαζε εκεί, ότι αυτός τον Αύγουστο θ' αφήσει το στούντιό του και μπορεί να μιλήσει με τον ιδιοκτήτη ώστε να μπω εγώ μετά απ' αυτόν. Ήμουνα πραγματικά πάρα πολύ τυχερή! Λύθηκε το θέμα του σπιτιού. Και μετά είναι όλη η ετοιμασία του να μετακομίσεις, στην ουσία, και να πας όλα σου τα υπάρχοντα, όλη σου τη ζωή σε μια άλλη χώρα. Αυτό γίνεται σιγά-σιγά. Με υπομονή. Είναι πολύ καλό να έχεις κάποιον που θα ταξιδέψει μαζί σου. Εγώ είχα το αγόρι μου τότε. Οπότε πήγαμε μαζί για να μπορούμε να κουβαλήσουμε και περισσότερα πράγματα, να με βοηθήσει να τακτοποιηθώ. Προφανώς και για ψυχολογική υποστήριξη, για να μην είμαι μόνη μου στο ταξίδι. Και τέλη Ιουλίου –νωρίς δηλαδή, δεδομένου ότι το μεταπτυχιακό άρχιζε τον Σεπτέμβριο– φτάσαμε στο Μάαστριχτ, μαζί με το τότε αγόρι μου.
Πώς είναι... Πώς εξελίχθηκε η ζωή σου τις πρώτες μέρες και τους πρώτους μήνες εκεί, στο συγκεκριμένο περιβάλλον;
Λοιπόν, οι πρώτες μέρες ήτανε ωραίες. Ήτανε κάτι καινούργιο, ήτανε exciting. Είχα ακόμα το αγόρι μου, με τον οποίο τότε είχαμε μεν συμφωνήσει ότι δεν θα είμαστε μαζί, αλλά είχα παρέα. Να εξερευνήσουμε λίγο το μέρος, τι έχει, πού είναι τα μαγαζιά κλπ. Οι πρώτες μέρες ήταν ωραίες, από εκεί και πέρα, βάλαμε τα κεφάλια μέσα. Εγώ ήθελα να βρω δουλειά όσο πιο γρήγορα γίνεται. Ξεκίνησα να ψάχνω δουλειά. Ευτυχώς, ήταν πολύ εύκολο! Πραγματικά ήταν πολύ εύκολο να βρεις στην Ολλανδία μία part-time δουλειά για φοιτητές. Ξεκίνησα να δουλεύω ως καμαριέρα σ' ένα ξενοδοχείο, στην ουσία καθάριζα. Το αγόρι μου έφυγε στο μεταξύ, μετά από λίγες μέρες. Χωρίσαμε φιλικά και συγκαταβατικά, και γύρισε στην Ελλάδα και εκεί έμεινα μόνη μου. Εκεί ήταν το πρώτο σοκ. Έμεινα μόνη μου σε μία ξένη χώρα. Δούλευα καθαρίστρια κάθε μέρα σ' ένα ξενοδοχείο. Δεν ήξερα κανέναν. Δεν είχαν ξεκινήσει ακόμα τα μαθήματα γιατί ήταν ακόμα Αύγουστος. Και εκείνες οι μέρες –δηλαδή, ένα δεκαήμερο μετά την άφιξή μου– ήταν οι πιο δύσκολες, γιατί απλά συνειδητοποίησα τι έκανα. Ότι έφυγα[00:10:00], ότι είμαι μόνη μου, ότι αν χρειαστώ κάτι, δεν έχω κανέναν να πάρω τηλέφωνο να έρθει να με βοηθήσει. Ο Αύγουστος ήτανε πολύ δύσκολος μήνας. Οκ, δούλεψα. Έκανα πάρα πολλές βόλτες μόνη μου, πέρασα πολύ χρόνο μόνη μου, και μετά ξεκίνησαν τα μαθήματα. Από κει και πέρα όλα πήραν τον δρόμο τους, κατά μια έννοια. Γιατί ήμουν πολύ απασχολημένη και με τη δουλειά, και με τα μαθήματα. Στο μεταξύ άλλαξα δουλειά, άρχισα να δουλεύω σαν σερβιτόρα πάλι σ' ένα ελληνικό εστιατόριο. Πολύ πιο ξεκούραστα απ' ό,τι το ξενοδοχείο και πιο ευέλικτα τα ωράρια. Είχα μαθήματα, είχα δουλειά, είχα το σπίτι μου, είχα πολλά πράγματα να κάνω... Επομένως, μπήκα σε ρυθμούς και σίγουρα ανέβηκε και η ψυχολογία μου. Συνήθισα, στην ουσία.
Οι κοινωνικές συναναστροφές;
Κοινωνικές συναναστροφές... Θα περίμενε κανείς –είναι σίγουρα ανάλογα, βέβαια, και τον χαρακτήρα του καθενός–, θα περίμενε κανείς ότι θα πας στο εξωτερικό να σπουδάσεις, θα έχει πολλούς φοιτητές από διάφορες χώρες, ότι θα γνωρίσεις πάρα πολύ κόσμο, θα είσαι συνέχεια έξω, θα είσαι συνέχεια με ανθρώπους... Για εμένα δεν ήταν έτσι αυτή η εμπειρία. Μπορεί να φταίει, όπως είπα, ο χαρακτήρας μου, μπορεί να φταίει τ' ότι είχα πάει εκεί προσηλωμένη σ' έναν στόχο, μπορεί να φταίει τ' ότι δούλευα παράλληλα, αλλά οι κοινωνικές συναναστροφές μου ήταν πολύ περιορισμένες. Γνώρισα παιδιά στη σχολή, γνώρισα και κάποιους Έλληνες, μίλησα με κόσμο, δικτυώθηκα, αλλά δεν πέρασα χρόνο με κόσμο εκτός της σχολής. Δεν βγήκα πολύ, δεν πηγαίναμε ο ένας στο σπίτι του άλλου... Τον ελεύθερό μου χρόνο τον περνούσα μόνη μου. Διάβαζα μόνη μου και ό,τι μου απέμενε ήμουν μόνη μου στο σπίτι.
Ποιος ημερομηνίες ήταν αυτές; Ποιος Ιούλης ήτανε και ποιος Σεπτέμβρης;
Ήτανε το 2019. Το 2019 πήγα. Τελείωσε ο πρώτος κύκλος μαθημάτων τον Δεκέμβριο του 2019. Μετά ήτανε οι διακοπές. Πρωτοχρονιά στο Μάαστριχτ μόνη μου! Πρώτη φορά έκανα μόνη μου Πρωτοχρονιά. Ξεκίνησε ο δεύτερος κύκλος μαθημάτων και μετά ήρθε ο κορονοϊός. Επομένως, δεν ολοκληρώθηκε όπως προβλεπόταν ο δεύτερος κύκλος μαθημάτων. Φύγαμε όλοι κακήν κακώς. Γύρισα κι εγώ στην Ελλάδα. Τα μαθήματα μεταφέρθηκαν online και από τότε δεν ξαναγύρισα πίσω στο Μάαστριχτ.
Μια ερώτηση παρένθεση για την επιστροφή σου στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του κορονοϊού: Πώς έγινε αυτό;
Έγινε τελευταία στιγμή. Λοιπόν, είχε ξεσπάσει ήδη όλο αυτό το πράγμα με την πανδημία. Είχα αρχίσει να ανησυχώ πάρα πολύ. Τ' ότι ήμουν μόνη μου σε μια ξένη χώρα με έκανε να ανησυχώ δυο φορές περισσότερο από τους υπόλοιπούς. Ένιωθα απροστάτευτη, δεν είχα κάποια ασφάλεια υγείας, είχα σταματήσει τη δουλειά γιατί έκλεισαν τα μαγαζιά, δεν είχα μαθήματα, ήμουνα σε καραντίνα μόνη μου στο σπίτι. Ένιωθα εκτεθειμένη από παντού, τα σουπερμάρκετ άδειαζαν, νόμιζα ότι δεν θα έχω να φάω αν συνεχιζόταν έτσι και είχα αρχίσει να προβληματίζομαι. Σκεφτόμουν... Δεν ξέραμε ακόμα αν τα μαθήματα θα συνεχίσουν να είναι online, αν θα επιστρέψουμε, επομένως δεν μπορούσα να φύγω. Κάποια στιγμή ήταν –τον Μάρτιο– που ξαφνικά ανακοίνωσαν –ξαφνικά; Ξαφνικά στην ουσία–, ανακοίνωσαν οι αεροπορικές ότι θα σταματήσουν όλες οι πτήσεις, και αυτό το ανακοίνωσαν λίγα εικοσιτετράωρα πριν την υποτιθέμενη λήξη των πτήσεων. Εκεί είναι που ταρακουνήθηκα. Πανικοβλήθηκα βασικά, δεν ταρακουνήθηκα. Μπήκα και έκλεισα αμέσως εισιτήρια. Πανάκριβα! Διότι ήταν τελευταία στιγμή. Και έκλεισα 21-22 Μαρτίου να γυρίσω Ελλάδα. Με την τελευταία πτήση που πραγματοποιήθηκε από Αϊντχόφεν-Θεσσαλονίκη.
Πέρασες καραντίνα; Έμεινες στο αεροδρόμιο; Συνέβη κάτι απ' όλα αυτά;
Στο αεροδρόμιο δεν έμεινα. Γύρισα απευθείας στο σπίτι όπου θα έκανα την καραντίνα μου. Ένα άδειο σπίτι μιας φίλης που μου το παραχώρησε, και έκανα 2 βδομάδες καραντίνα. Μόνη μου. Δεν βρέθηκα με τους γονείς μου, δεν ήθελα. Δεν ήθελα να βρεθώ και με τους φίλους μου, ένιωθα ότι τους εκθέτω σε κίνδυνο. Ακόμα ήταν πολύ... Τα πράγματα. Δεν ξέραμε πολλά πράγματα. Ήτανε... Τώρα, ας πούμε, δεν επικρατεί αυτή η ανησυχία νομίζω. Τότε πραγματικά φοβόμουν να έρθω σε επ[00:15:00]αφή με κάποιον. Ένιωθα τύψεις. Και έκανα 2 βδομάδες καραντίνα μόνη μου. Ήταν δύσκολο. Δεν μπορούσα να πάω στο σουπερμάρκετ. Ήρθανε δυο φορές φίλοι, μου άφησαν ψώνια για να έχω να τρώω, και δεν περπατούσα, ήμουνα κλεισμένη σ' ένα άδειο σπίτι στην ουσία, γιατί η φίλη μου δεν έμενε εκεί. Ήτανε παρατημένο το σπίτι. Αλλά πέρασαν οι 2 βδομάδες, όλα καλά, και ξεκίνησα να βγαίνω έξω και παράλληλά να κάνω τα μαθήματα για το μεταπτυχιακό online, όπως και συνεχίστηκαν.
Επιστρέφουμε, λοιπόν. Πώς ήτανε το κλίμα και το περιβάλλον στην Ολλανδία, στη χώρα προορισμού σου και εγκατάστασής σου, για μία νέα φοιτήτρια από την Ελλάδα που διεκδικεί μια δεύτερη ευκαιρία;
Υπήρχαν και καλά, και κακά στοιχεία. Το Μάαστριχτ είναι μια πόλη που έχει πολλούς διεθνής φοιτητές. Βλέπεις ανθρώπους απ' όλη τη γη, πραγματικά. Απ' την Ασία, απ' όλη την Ευρώπη, πολλούς Έλληνες, πολλούς Ιταλούς... Επομένως, δεν ένιωθα έξω απ' τα νερά μου, ας το πούμε έτσι. Υπήρχε αυτό το πολυπολιτισμικό κλίμα, τ' όποιο σε βοηθάει να εγκλιματιστείς σε μία πόλη. Από την άλλη, οι Ολλανδοί, οι ντόπιοι –ειδικά οι μεγαλύτερη σε ηλικία– είχαν –κάποιοι απ' αυτούς τουλάχιστον–, είχαν μια αρνητική στάση-διάθεση, απέναντι στους ξένους. Τρανταχτό παράδειγμα ήταν ο σπιτονοικοκύρης μου ο οποίος –μεγάλος σε ηλικία, 70 ετών– ήταν ρατσιστής! Δεν νομίζω ότι υπερβάλλω λέγοντας έτσι. Ήταν ρατσιστής με τους Έλληνες –μ' εμένα, με τον προηγούμενο Έλληνα που νοίκιαζε το σπίτι–, ήταν ρατσιστής με τους γκέι –μου είχε αναφέρει πολλά πράγματα–, με τους Ινδούς... Εν πάση περιπτώσει, όσες φορές έτυχε να συναναστραφώ μαζί του, κάποιο ρατσιστικό σχόλιο έγινε. Και αυτό το είδα και αλλού. Το είδα και σε πελάτες στο μαγαζί που δούλευα, επειδή δεν ήξερα Ολλανδικά, πολλές φορές μου μιλούσαν άσχημα. Έβλεπαν ότι δεν μιλάω Ολλανδικά και επέμεναν να μου μιλάν στα Ολλανδικά, παρόλο που τους απαντούσα στα Αγγλικά, που ήταν η γλώσσα με την οποία συνεννοούμουν. Το παρατήρησα ακόμα και σε σουπερμάρκετ. Έτυχε να είμαι μπροστά σε ένα περιστατικό που ένας κύριος στο σουπερμάρκετ φώναζε σε μια κοπέλα απ' την Ασία. Υπήρχαν τέτοια κρούσματα. Αλλά σε γενικές γραμμές το κλίμα ήταν καλό για τους διεθνείς. Ναι.
Υπήρχε κάποια συγκεκριμένη προσέγγιση ως προς την ταυτότητα της Ελληνίδας που έφερες, εξαιτίας όλων των τελευταίων οικονομικών θεμάτων που επικρατούν με την οικονομική κρίση;
Ναι! Δεν μπορώ ν' αναφέρω κάποιο συγκεκριμένο τρανταχτό περιστατικό, αλλά σίγουρα ο σπιτονοικύρης μου είχε αυτή την αντίληψη για τους Έλληνες. Ότι είμαστε πιο υποκουλτούρα, πιο φτωχοί, πιο... Σχόλια του τύπου: «Δεν ξέρω εκεί στην Ελλάδα τι κάνετε και αν δεν καθαρίζετε ή αν είστε βρωμιάρηδες ή αν δεν έχετε λεφτά, πάντως εδώ στη χώρα μου είναι έτσι». Υπήρχε λίγο αυτό. Επίσης, έχει τύχει να με ρωτήσουν, όταν είπα ότι είμαι από την Ελλάδα –δεν θυμάμαι από πού ήταν αυτός που μου το ρώτησε, πάντως ήτανε στο Πανεπιστήμιο– και με ρώτησαν: «Γιατί ήρθες;». Είπα ότι δεν βρήκα κάτι στην Ελλάδα, αποφάσισα να φύγω στο εξωτερικό και είπανε: «Εκεί είναι πολύ χάλια η οικονομία;». Και το είχαν στο μυαλό τους σαν κάτι πολύ τραγικό! Σαν να μην είχαμε να φάμε! Αυτή την εντύπωση μου έδωσαν. Μπορεί να μην έχουμε να φάμε πολύ, αλλά δεν είμαστε και τόσο χάλια, όσο μας έχουν στο μυαλό τους. Τουλάχιστον οι περισσότεροι.
Επιστρέφεις, λοιπόν, με την τελευταία πτήση από Ολλανδία–
Ναι.
Τον Μάρτιο είπες, αν δεν κάνω λάθος. Και τι κάνεις στην Ελλάδα;
Και στην Ελλάδα προσπαθώ να προσαρμοστώ σε μια νέα πραγματικότητα για μένα πλέον, πάνω που είχα αρχίσει να συνηθίζω την Ολλανδία, την ιδέα της Ολλανδίας, το κλίμα, όλα, γύρισα πάλι πίσω. Ένιωσα ανακούφιση όταν γύρισα. Βαθιά μέσα μου ήθελα να γυρίσω ούτως ή άλλως. Και ξεκίνησα να ψάχνω τρόπους να εκμεταλλευτώ τον χρόνο μου στην Ελλάδα. Ήμουν τυχερή διότι βρήκα να κάνω πρακτική στην Ελλάδα γι[00:20:00]α το μεταπτυχιακό μου. Επομένως, έχοντας το prospect, έχοντας την ιδέα ότι θα κάνω πρακτική, στον ορίζοντα –όταν τελειώσουν όλα αυτά με τον κορονοϊό– και έχοντας και το διάβασμα, κυλούσε κάπως ευχάριστα και χωρίς πολλή ανησυχία ο χρόνος. Όταν τελείωσε όλο αυτό με την καραντίνα, άρχισαν ν' ανοίγουν τα μαγαζιά κλπ., έπιασα και πάλι δουλειά σε μία καφετέρια, στη Θεσσαλονίκη. Γύρισα και στο παλιό μου σπίτι, στο φοιτητικό μου σπίτι. Επιτέλους, μετά από καιρό είχα τον χώρο μου, είχα την άνεσή μου, είχα τη δουλίτσα μου, είχα διάβασμα, περίμενα να ξεκινήσει η πρακτική μου κι ήταν όλα καλά. Τώρα είμαστε στο στάδιο που ξεκινάω επιτέλους την πρακτική μου, ξεκινάω παράλληλα και τον δεύτερο χρόνο των μαθημάτων –γιατί το μεταπτυχιακό μου ήταν διετίας– και μπαίνουν όλα σε ρυθμό. Το καλό είναι ότι μπορώ να το ολοκληρώσω το μεταπτυχιακό online. Δηλαδή να είμαι στην Ελλάδα, να κάνω ό,τι χρειάζεται μέσω διαδικτύου, χωρίς να χρειάζεται να βρίσκομαι εκεί. Αυτό έγινε κατ' εξαίρεση βέβαια, γιατί η περίπτωσή μου ήταν λίγο ιδιαίτερη. Και επομένως, τα πλάνα αλλάξαν πάρα πολύ. Από εκεί που ήτανε να μείνω 2 χρόνια στην Ολλανδία «και βλέπουμε», έμεινα στην Ολλανδία 10 μήνες και γύρισα στην Ελλάδα να τελειώσω αυτό που ξεκίνησα.
Υπάρχει Ολλανδία ακόμη στον ορίζοντα;
Όχι. Απ' τους πρώτους μήνες που ήμουν στην Ολλανδία ήξερα ότι τελικά θέλω να γυρίσω, θέλω να γυρίσω στην Ελλάδα. Όχι μόνο η νοσταλγία, όχι μόνο η μοναξιά... Όλα αυτά δεν με πείραζαν. Ίσα-ίσα είχα αρχίσει να τα συνηθίζω και να τα εκτιμάω, αλλά ένιωθα ότι το μέλλον μου είναι στην Ελλάδα. Ήθελα να δώσω μία ευκαιρία, ήθελα να ψάξω, έχοντας ένα μεταπτυχιακό πλέον, μια εξειδίκευση, μια κατάρτιση, αν μπορώ να κάνω κάτι στην Ελλάδα επαγγελματικά. Εάν πάλι δεν έβγαινε, εάν δεν βγει, τότε μόνο θα ξανασκεφτώ την Ολλανδία. Προς το παρόν, θέλω να δοκιμάσω την τύχη μου εδώ.
Πρώτα, ποια συναισθήματα τυλίγουν έναν άνθρωπο που τελικά έχει αποφασίσει να φύγει και το μετανιώνει και επιστρέφει πίσω στο σπίτι του; Ποια συναισθήματα τον κατευθύνουν προς αυτό;
Ένα μέρος είναι το συναισθηματικό, όπως είπες. Η νοσταλγία, η λαχτάρα να γυρίσεις να δεις τους φίλους σου, να είσαι με την οικογένειά σου, να είσαι στη χώρα σου, να βγαίνεις έξω και να ακούς Ελληνικά, να νιώθεις πολύ πιο άνετος όταν κινείσαι, ειδικά όταν γυρνάς στην πόλη που σπούδασες και αγαπάς. Και ένα άλλο είναι η λογική. Η λογική μου είπε ότι εν μέσω πανδημίας κορονοϊού το πιο συνετό είναι να μείνω κοντά στους δικούς μου, να μην ταξιδεύω άσκοπα και να είμαι εκεί που είμαι πιο «ασφαλής», σε εισαγωγικά. Και μπορώ να βοηθήσω τους γονείς μου σε περίπτωση που χρειαστούν κάτι. Επειδή, όπως είπα, η αδερφή μου λείπει στη Γερμανία –εκεί είναι η ζωή της–, θεώρησα ότι θα ήταν καλό, τουλάχιστον εγώ να είμαι κοντά στην οικογένειά μου.
Και δεύτερον –με πρώτον την προηγούμενη ερώτηση–, τι συμβαίνει στο μυαλό και στον συναισθηματισμό ενός ανθρώπου που αποφασίζει να πάρει αυτή την απόφαση –μια απόφαση που έχει πάρει τρομερές διαστάσεις και είναι εξαιρετικά συχνή– σε σχέση με την Ελλάδα, ώστε να αποχωρίσει και να βρεθεί κάπου έξω;
Τα συναισθήματα πριν φύγω, δηλαδή, στην απόφασή μου να φύγω;
Τι σε οδήγησε εκεί, συνολικά;
Ναι. Ένα συναίσθημα απελπισίας, ένα αίσθημα ότι βρίσκομαι σε μία λούπα που δεν τελείωνε ποτέ. Παρόλο που δεν κράτησε. Κράτησε λιγότερο από έναν χρόνο αυτό το μεταξύ αποφοίτησης από το Βιολογικό και το τι θα κάνω, διήρκεσε ούτε έναν χρόνο. Μέσα σ' αυτόν τον χρόνο όμως, εγώ έχασα το[00:25:00] μυαλό μου. Με επηρέασε πάρα πολύ ψυχολογικά. Το ένα ήταν αυτό το αδιέξοδο, το οποίο είχε να κάνει κυρίως με το επαγγελματικό κομμάτι. Και ένα άλλο που ένιωθα εκείνη την περίοδο ήτανε τάσεις φύγεις. Ήθελα να φύγω. Εκείνη την περίοδο έβγαινα από το σπίτι και δεν μου άρεζε αυτό που έβλεπα, δεν ένιωθα καλά, δεν ένιωθα ότι η Θεσσαλονίκη είναι το σπίτι μου, δεν ένιωθα ότι ανήκω εδώ. Αλλά κατόπιν κατάλαβα ότι δεν είχε να κάνει με το μέρος. Είχε να κάνει με την ψυχολογία μου. Όπου και να βρεθείς, έχεις τον εαυτό σου, έχεις το μυαλό σου, έχεις το πώς αισθάνεσαι μέσα σου. Δεν έχει να κάνει ούτε με το μέρος, ούτε με τους ανθρώπους με τους οποίους είσαι, ούτε καν με το τι κάνεις. Παρόλα αυτά, το μεγαλύτερο πρόβλημα που νομίζω ότι παρακινεί τους περισσότερους νέους είναι το πρόβλημα της ανεργίας που υπάρχει στην Ελλάδα, το οποίο έχει πάρει πραγματικά τρομακτικές διαστάσεις. Ειδικά στους νέους που είναι εξειδικευμένοι σε κάποια επιστήμη, που έχουν τελειώσει το Πανεπιστήμιο. Έχουν διαβάσει πάρα πολύ, έχουν ματώσει για το πτυχίο τους, αγαπούν την επιστήμη τους και θέλουν να κάνουν πράγματα και πραγματικά δεν τους δίνεται η ευκαιρία. Και το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να δουλεύουν σε καφετέριες, ή σε εργοστάσια, ή σε καταστήματα λιανικής. Αυτό είναι, νομίζω, που κάνει τους περισσότερους να φεύγουν στο εξωτερικό εδώ και χρόνια, όχι μόνο η γενιά μας. Προφανώς ξεκίνησε γενιές πριν. Και αν δεν αλλάξει κάτι, αυτό είναι που θα συνεχίσει να «διώχνει», σε εισαγωγικά, τους επιστήμονες και τα καλά μυαλά από την Ελλάδα.
Και στη συναναστροφή σου και με τους Έλληνες που συνάντησες εκεί, τι ποσοστό αισθάνεσαι και θα έκρινες ότι θα έμενε σε μία επιλογή, σε αντίθεση με σένα που επέστρεψες;
Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό νομίζω ότι θα έμενε. Από τα παιδιά που γνώρισα, κάποιοι έμειναν, κάποιοι γύρισαν στην Ελλάδα. Και από άλλες χώρες, κάποιοι έμειναν, κάποιοι γύρισαν στις χώρες τους. Αλλά οι περισσότεροι ξέρω ότι είχαν στο μυαλό τους να γυρίσουν πάλι στην Ολλανδία και να ψάξουν κάτι εκεί. Οι ευκαιρίες εκεί είναι πολύ περισσότερες. Τα παιδιά με γνώσεις και με όρεξη, εκτιμώνται. Απορροφώνται και από τα πανεπιστήμια και από διάφορες ερευνητικές ομάδες. Και, ναι, ξέρω ότι η πλειοψηφία έχει στο μυαλό του να μείνει εκεί που έκανε το μεταπτυχιακό, ή το διδακτορικό, ή ακόμη και το προπτυχιακό τους. Και πηγαίνουνε μ' αυτή την προοπτική.
Ποια θα ήτανε η κορυφαία εμπειρία, συνάντηση, περιστατικό που θα αναπολούσες; Άσχετα αν είναι αρνητική, ή θετική, ή οτιδήποτε, απ΄ όλο αυτό το διάστημα.
Από το διάστημα που έλειπα; Δεν ξέρω αν θα ήταν ένα περιστατικό συγκεκριμένο, όσο το γεγονός συνολικά ότι έμεινα μόνη μου για τόσο μεγάλο διάστημα, τόσες πολλές ώρες της μέρας μου, που πραγματικά βρήκα την ηρεμία μου, βρήκα τον εαυτό μου, φιλοσόφησα τη ζωή πάρα πολύ. Και γενικά, η μοναξιά που βίωσα με βοήθησε πάρα πολύ και την εκτίμησα. Και μου έδωσε και περισσότερη διάθεση να γυρίσω και να ξαναείμαι με ανθρώπους, να ξαναρχίσω να συναναστρέφομαι με ανθρώπους, να νιώθω ότι είμαι καλή επιρροή και καλή συναναστροφή και για τους άλλους, και ότι μπορώ να προσφέρω κάποια πράγματα απ' αυτά που έμαθα.
Και τι είναι αυτό που σ' έκανε να επαναπροσδιορίσεις τις εργασιακές, τις δυνατότητες προσφοράς εργασίας της Ελλάδας, στο μεσοδιάστημα; Γιατί είπες έφυγες με έναν τρίτο παράγοντα, την ανεργία, και επέστρεψες πάλι. Τι άλλαξε στο μεσοδιάστημα;
Το βασικό που άλλαξε μετά τον κορονοϊό, είναι ότι βρήκα την πρακτική στην Ελλάδα. Και ήταν μια πολύ καλή ευκαιρία που μου δόθηκε, να κάνω πρακτική στον ΠΑΟΚ. Οι πρώτες μου συζητήσεις ήταν πολύ ενθαρρυντικές. Μου είπαν ότι θέλουν άτομα, θέλουν δεύτερη διατροφολόγο. Το κλίμα ήταν[00:30:00] πολύ καλό και θετικό, και αυτό μου έδωσε έτσι... Μ' ανέβασε λίγο το ηθικό και μου έδωσε ελπίδες ότι αρχικά, με μία τέτοια προϋπηρεσία στο βιογραφικό μου θα είναι μεγάλο συν, και δεύτερον ότι μπορεί –ποιος ξέρει;– αν πάει καλά η πρακτική, και να μείνω στην ομάδα, και να δουλέψω κανονικά. Ήταν τελείως συγκυριακό, δηλαδή.
Πριν που ανέφερα τα ποσοστά αυτών που σκέφτονται να μείνουν ή όχι, άλλη μια ερώτηση πάνω σε ποσοστά που θα ορίσεις εσύ μέσα από την εμπειρία σου και ό,τι θα είχες να πεις: Τι ποσοστό θα ήθελε να φύγει και τι ποσοστό θεωρείς ότι εξαναγκάζεται;
Ναι. Υπάρχουν 2 κατηγορίες. Υπάρχουν αυτοί που θέλουν να φύγουν, γιατί, όπως ίσως κι εγώ, έχουν τάσεις φυγής, δεν νιώθουν καλά, είναι απογοητευμένοι από την κατάσταση στη χώρα, από την ανεργία, από το κλίμα, απ' οτιδήποτε και είναι αυτό, ή απλά θέλουν μια αλλαγή περιβάλλοντος και αποφασίσουν να φύγουν. Και σίγουρα ένα μεγάλο ποσοστό –θα έλεγα ότι είναι 50-50– είναι αυτοί που δεν θέλουν, αλλά πραγματικά δεν έχουν καμιά ελπίδα, δεν βγάζουν τα προς το ζην πλέον στην Ελλάδα και αναγκάζονται να φύγουν στο εξωτερικό σαν εργάτες ή και για σπουδές, παράλληλα με δουλειά.
Και άμα σου ζητούσα να αξιολογήσεις συνολικά όλο αυτό το διάστημα και όλη αυτή την απόφαση;
Θα έλεγα ότι ήταν μέχρι στιγμής η καλύτερη απόφαση που έχω πάρει στη ζωή μου, γιατί –όπως είπα– με βοήθησε να αλλάξω τελείως τρόπο σκέψης. Ανέβασε πάρα πολύ την ψυχολογία μου. Έκανα ένα μεταπτυχιακό που το αγάπησα, και ακόμα συνεχίζω να το κάνω και το αγαπώ. Μ' ενδιαφέρει πάρα πολύ. Μου έδωσε πάρα πολύ καλές βάσεις, γερές βάσεις και πολλές γνώσεις πάνω στο κομμάτι της αθλητικής διατροφής. Παρά τις δυσκολίες, δηλαδή, αν με ρωτούσες εκείνο τον καιρό μπορεί να σου έλεγα ότι «δεν έκανα καλά, ίσως θέλω να γυρίσω πίσω». Αλλά τώρα, κατόπιν εορτής, βλέπω ότι μέσα από αυτές τις δυσκολίες είναι που έγινα πιο δυνατή και αναθεώρησα και λίγο το τι θέλω να κάνω και τι μπορώ να κάνω. Επομένως, θα έλεγα ότι ήταν μια πολύ καλή επιλογή.
Ο κύκλος σου στην Ελλάδα, όταν πήρες αυτή την απόφαση, πώς αντέδρασε;
Οι γονείς μου με στήριξαν. Ήξερα ότι δεν θέλουν να φύγω. Το ήξερα επειδή ήδη η αδερφή μου έλειπε, ήξερα ότι και αυτό τους στεναχωρεί, το έβλεπα ότι πληγώνονται που θα φύγω, αλλά από την άλλη, καταλάβαιναν τη θέση μου και ήθελαν πάρα πολύ να συνεχίσω τις σπουδές μου και να κάνω αυτό που μ' αρέσει. Με στήριξαν και οικονομικά, με βοήθησαν όσο μπορούσαν προφανώς, γιατί τα διαδικαστικά έπρεπε να τα κάνω εγώ, να βρω σπίτι, να εγγραφώ κτλ. Με βοήθησαν όσο μπορούσαν και με στήριξαν και ψυχολογικά, πάνω απ' όλα. Οι φίλοι μου οι οποίοι ήταν ήδη οι μισοί σκορπισμένοι στην υπόλοιπη Ευρώπη και όσοι ήταν εδώ, επίσης με στήριξαν. Ξέρω ότι δεν ήθελαν να μ' αποχωριστούν, αλλά ήταν και ενθουσιασμένοι παράλληλα, ήθελαν όλοι να έρθουν βόλτα, να με δουν. Επομένως, ναι, ο αποχωρισμός ήταν λιγάκι δύσκολος, γιατί –ξαναλέω– πήγα με προοπτική να μείνω για πολύ-πολύ καιρό. Επ' αόριστον. Αλλά έγινε ο αποχωρισμός με τη συμφωνία ότι «με την πρώτη ευκαιρία θα 'ρθείτε, θα έρθω, θα βρεθούμε». Η αδερφή μου, η οποία ήταν στη Γερμανία –σχετικά κοντά, σε κοντινή απόσταση από την πόλη που σπούδαζα– ήταν επίσης πολύ χαρούμενη γι' αυτό το γεγονός. Όπως επίσης κι εγώ, γιατί θα μπορούσα να τη βλέπω πιο τακτικά. Και αυτό, σχετικά με τον κύκλο μου.
Πριν ανέφερες ότι έφυγες '19, άρα την Πρωτοχρονιά '19-'20 την έκανες μόνη σου.
Ναι.
Θα ήθελες, λοιπόν, σαν τελευταία ερώτηση, να μου πεις για μια από τις πιο οικογενειακές γιορτές στην ελλην[00:35:00]ική παράδοση, ποιο σενάριο συνάντησες εσύ; Πώς ένιωσες εκείνη την ημέρα εκπροσωπώντας, κατά πάσα πιθανότητα, μία σημαντική μερίδα των νέων Ελλήνων επιστημόνων που φεύγουν στο εξωτερικό;
Στην προοπτική της Πρωτοχρονιάς –των γιορτών γενικά, ότι θα τις περάσω μόνη μου– ένιωθα ένα σφίξιμο, μια στεναχώρια. Αυτό που νομίζω ότι όλοι λένε ότι νιώθουν σε περίπτωση που χρειαστεί να κάνουν μόνοι τους τις γιορτές. Όταν ήρθε όμως –εκείνες οι μέρες–, έμεινα μόνη μου. Οι περισσότεροι γύρισαν στα σπίτια τους. Η πόλη είχε αδειάσει από φοιτητές, είχε γεμίσει με τουρίστες. Το πήρα απόφαση. Έβγαινα βόλτες μόνη μου, πήγαινα στο κέντρο, γιορτινή ατμόσφαιρα... Το βράδυ της Πρωτοχρονιά μου πήρα δώρο ένα μπουκάλι σαμπάνια. Γύρισα στο σπίτι μου νωρίς από τη βόλτα, ετοίμασα να φάω, έκανα βίντεο κλήση με την αδερφή μου και απλά άλλαξα τον χρόνο, ξάπλωσα και κοιτούσα τα πυροτεχνήματα που έσκαγαν όλη τη νύχτα. Γιατί στην Ολλανδία, την Πρωτοχρονιά σκάνε πυροτεχνήματα όλη τη νύχτα. Και ένιωθα νομίζω μια γαλήνη που «το έκανα κι αυτό! Και είδες, τελικά; Δεν ήταν και τόσο κακό. Σιγά! Εκεί είναι οι γονείς σου, εκεί είναι φίλοι σου... Παρόλο που δεν είστε κοντά με την έννοια της φυσικής απόστασης, εξακολουθούν να είναι φίλοι σου και γονείς σου, και να σε αγαπάνε και να τους αγαπάς, και όλα καλά. Του χρόνου την Πρωτοχρονιά μπορεί να την περάσετε μαζί». Επομένως, έφυγε αυτή η μέρα και με έκανε λιγάκι πιο δυνατή.
Και μετά ήρθε ο κορονοϊός.
Και μετά ήρθε ο κορονοϊός. Πραγματικά, από κει και πέρα πια, ο χρόνος άρχισε να κυλάει πολύ πιο αργά. Δεν ξέρω καν πώς να... Δεν μπορώ να το βάλω καν σε σειρά το... Χρονολογικά, από κει και πέρα.
Σ' ευχαριστούμε πάρα πολύ, Χριστίνα!
Εγώ ευχαριστώ για την ωραία συνέντευξη.
Καλή συνέχεια.
Και σ' εσάς.
Περίληψη
Ολοκληρώνοντας τις σπουδές της στο τμήμα Βιολογίας του ΑΠΘ, η Χριστίνα βρέθηκε μπροστά σε εμπόδια και διλήμματα. Επέλεξε να φύγει στην Ολλανδία για μεταπτυχιακό με προοπτική την αναζήτηση εργασίας εκεί και τη μόνιμη εγκατάσταση. Αφηγείται εμπειρίες και δυσκολίες από τη ζωή της εκεί και πώς το ξέσπασμα της πανδημίας την έκανε να αποφασίσει να επιστρέψει τελικά στην Ελλάδα λίγο πριν κλείσουν τα σύνορα. Σήμερα κάνει πρακτική στη Θεσσαλονίκη και απαριθμεί μικρές και μεγάλες εμπειρίες ως κρίκος στην αλυσίδα του φαινομένου «Έλληνες φοιτητές στο εξωτερικό».
Αφηγητές/τριες
Χριστίνα Παρταλίδου
Ερευνητές/τριες
Φανή Κωστίδου
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
08/09/2020
Διάρκεια
37'
Περίληψη
Ολοκληρώνοντας τις σπουδές της στο τμήμα Βιολογίας του ΑΠΘ, η Χριστίνα βρέθηκε μπροστά σε εμπόδια και διλήμματα. Επέλεξε να φύγει στην Ολλανδία για μεταπτυχιακό με προοπτική την αναζήτηση εργασίας εκεί και τη μόνιμη εγκατάσταση. Αφηγείται εμπειρίες και δυσκολίες από τη ζωή της εκεί και πώς το ξέσπασμα της πανδημίας την έκανε να αποφασίσει να επιστρέψει τελικά στην Ελλάδα λίγο πριν κλείσουν τα σύνορα. Σήμερα κάνει πρακτική στη Θεσσαλονίκη και απαριθμεί μικρές και μεγάλες εμπειρίες ως κρίκος στην αλυσίδα του φαινομένου «Έλληνες φοιτητές στο εξωτερικό».
Αφηγητές/τριες
Χριστίνα Παρταλίδου
Ερευνητές/τριες
Φανή Κωστίδου
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
08/09/2020
Διάρκεια
37'