Η Αναστασία έχει περάσει τα ωραιότερα καλοκαίρια της ζωής της κάνοντας ελεύθερο κάμπινγκ
Ενότητα 1
Τα καλοκαίρια των παιδικών χρόνων και η πρώτη φορά σε ελεύθερο κάμπινγκ
00:00:00 - 00:09:18
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Καλησπέρα! Καλησπέρα! Πώς ονομάζεσαι; Είμαι η Αναστασία. Γεια σου, Αναστασία. Είμαστε στην Κυψέλη. Είναι σήμερα 13 Μαρτίου του 2023. Ε…νάγκη να το δοκιμάσω αυτό, που εντέλει μου άρεσε και το 'κανα κάθε χρόνο και το 'χουν υπερσυνηθίσει και δεν τους φαίνεται καθόλου περίεργο.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΤοποθεσίες
Ενότητα 2
Οι μέρες στο ελεύθερο και η επαφή με τους ντόπιους
00:09:18 - 00:20:56
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Και όταν έφτασες στη Δονούσα, πώς ήταν το τοπίο που αντίκρισες; Θλίψη. Θα σου πω γιατί. Είναι καταπληκτικό νησί, αλλά τότε το πλοίο έφτανε…ο δρόμος ή τα ζώα του, όχι κάποιον που δεν θέλει, ας πούμε. Αυτό. Δεν το 'χω απαντήσει. Κι οι δύο τυχεροί είμαστε. Ναι, δεν ξέρω. Δεν ξέρω.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΤοποθεσίες
Tags
Φωτογραφίες και τεκμήρια

Ελεύθερο κάμπινγκ στη Δο ...
Σκηνές πάνω από τον Κέδρο της Δονούσας.

Συνομιλώντας με ντόπιους
Καλοκαιρινές ιστορίες.
Ενότητα 3
Ο αυθορμητισμός, η επαφή με τον χρόνο και οι μαγικές εικόνες
00:20:56 - 00:30:22
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Σου 'χει δημιουργηθεί ποτέ η αμφιβολία για τη ζωή σου στην Αθήνα λόγω αυτού; Να σκεφτείς να μετακομίσεις σε κάποιο νησί, σε κάποια επαρχία;…να μην είσαι. Δηλαδή είναι πολύ απλές οι αποφάσεις. Και αυτό, δεν σκέφτεσαι πολύ. Απλά παρατηρείς την εικόνα και το ηχοτοπίο και μαγεύεσαι.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΤοποθεσίες
Φωτογραφίες και τεκμήρια

Έναστρη νύχτα στο Κεδρόδ ...
Με φίλους κάτω από τον καλοκαιρινό ουρανό.
Ενότητα 4
Αυτά που κάνουν ξεχωριστό το ελεύθερο κάμπινγκ για την Αναστασία
00:30:22 - 00:42:24
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Υπάρχουν στιγμές που έχεις νιώσει ανασφάλεια λόγω του ότι κοιμάσαι απλώς με μία σίτα από μπροστά σου; Ή υπάρχει κάτι το οποίο σε κάνει να ν…ώ πολύ, Αναστασία. Εγώ ευχαριστώ, Γλυκερία. Και εύχομαι ένα καλοκαίρι ακόμα πιο ελεύθερο και μοναδικό. Ευχαριστώ πάρα πολύ. Και σ’ εσένα!
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΤοποθεσίες
Φωτογραφίες και τεκμήρια

Ελεύθερο κάμπινγκ στα Κύ ...
Στημένες σκηνές στα Κύθηρα.
[00:00:00]Καλησπέρα!
Καλησπέρα!
Πώς ονομάζεσαι;
Είμαι η Αναστασία.
Γεια σου, Αναστασία. Είμαστε στην Κυψέλη. Είναι σήμερα 13 Μαρτίου του 2023. Εγώ ονομάζομαι Γλυκερία Παππά, είμαι ερευνήτρια για το Istorima και τώρα θα ξεκινήσουμε τη συνέντευξή μας με την Αναστασία. Λοιπόν, πες μας αρχικά λίγα πράγματα για εσένα.
Λοιπόν, εγώ είμαι η Αναστασία. Είμαι δασκάλα Δημοτικού. Έχω τελειώσει στην Αθήνα. Και τώρα ασχολούμαι με το θέατρο, το σπουδάζω. Και θα δούμε πού θα πάει αυτό. Αυτά. Μένω στην Αθήνα, έμενα πάντα όλη μου τη ζωή στην Αθήνα, οπότε έχω αρχίσει να τη βαριέμαι αφόρητα. Και δεν φταίει η Αθήνα, εγώ φταίω προφανώς. Είναι κάπως εγκλωβιστική. Οπότε πάντα επιδιώκω να φεύγω, δηλαδή ένα χαρακτηριστικό μου είναι αυτό. Να φεύγω, και κυρίως στη θάλασσα.
Γιατί θα έλεγες ότι η Αθήνα είναι εγκλωβιστική;
Γιατί παρόλο που σου δίνει πραγματικά αμέτρητες επιλογές και είναι μία megacity και έχει θέατρα, έχει μουσικές σκηνές, έχει σινεμά, έχει, έχει, έχει, εν τέλει απ’ τις πολλές επιλογές περιορίζεσαι, δεν κάνεις τίποτα –ή κάνεις τρία ίδια πράγματα για να νιώθεις ασφάλεια μέσα σ' αυτά– και δεν την απολαμβάνεις τόσο. Ή μάλλον τώρα που είμαι 25, την απολάμβανα τα προηγούμενα 6 χρόνια, αλλά τώρα έχω αρχίσει να βαριέμαι τους δρόμους της, τα ίδια πράγματά της. Αν και ταυτόχρονα παίζει και μια αγάπη και ότι πάντα την ξέρεις και έχεις ασφάλεια μέσα σ’ αυτήν, αλλά κάπως έχει ολοκληρωθεί νομίζω. Μπορεί να είναι κι η φάση τώρα, αλλά ίσως να έχει ολοκληρωθεί ο κύκλος της για εμένα τώρα. Στο μυαλό μου τουλάχιστον. Γιατί εδώ θα συνεχίσω να μένω.
Η τάση αυτή του να φεύγεις είναι κάτι που ένιωθες και μικρότερη; Δηλαδή με τους γονείς σου πηγαίνατε διακοπές, καλοκαίρια φεύγατε;
Ναι, ναι, η αλήθεια είναι ότι πάντα, μεγάλωσα με οικογένεια που με το που ερχόντουσαν Χριστούγεννα, Πάσχα, καλοκαίρι εξαφανιζόμασταν. Ήμασταν κι από τους τυχερούς που είχαμε εξοχικό, οπότε ήταν ψιλοστάνταρ το πού θα πάμε. Έχω και ευτυχώς τυχερές καταγωγές γιατί είμαι... Θέλω να πω, τυχερές καταγωγές; Ότι είμαι απ’ την Κρήτη που έχει τρομερή θάλασσα κι είμαι κι απ' τη Θεσσαλονίκη και τη Χαλκιδική που, επίσης, έχει πολύ ωραία θάλασσα στη Χαλκιδική και πολύ ωραία μέρη να πας. Αυτό εννοώ.
Θεωρείς ότι αυτό έπαιξε ρόλο στο να θες κι εσύ να επιδιώκεις το να φεύγεις και να πηγαίνεις σε ωραία μέρη, το ότι είχες αυτές τις εικόνες από παιδί;
Ναι, ναι, σίγουρα έπαιξε ρόλο. Δηλαδή ήταν συνδυασμένο το καλοκαίρι με παρέα, με φίλους, πολύ παιχνίδι, πολλή θάλασσα, εξερεύνηση, νέες εμπειρίες, νέα πράγματα. Αυτό. Πολλούς ανθρώπους. Κι επειδή το εξοχικό μας στη Χαλκιδική είναι σε συγκρότημα, ποτέ δεν υπήρχε ότι πάμε κάπου μόνοι μας και είμαστε μόνοι μας. Πηγαίναμε εκεί και γινόταν πάρα πολύ συλλογικό αυτό το πράγμα. Οι διακοπές ήταν σαν μοίρασμα τραπεζιών, βουτιές, βόλτες, ποδήλατα. Τέτοια πράγματα, πολύ ωραία.
Ποιο ήταν τότε το αγαπημένο σου κομμάτι των διακοπών;
Το αγαπημένο μου κομμάτι των διακοπών ήτανε σίγουρα το να είμαστε Δημοτικό και να βγούμε στην πιτσαρία πρώτη φορά. Ήτανε το... Και κυρίως η θάλασσα. Γιατί μ’ αρέσει, κάνω ψαροντούφεκο, κάνω τέτοια. Οπότε μπορώ να περνάω ατέλειωτες ώρες στη θάλασσα. Και στην παραλία και μέσα. Να βλέπω με τη μάσκα, να ακούω τον ήχο της θάλασσας πολύ, αυτό το ηρεμιστικό πράγμα. Δηλαδή και τώρα πριν κοιμηθώ, αυτό βάζω ν’ ακούσω. Βλέπω κάτι βιντεάκια γελοία, «Ροφός 7 κιλά». Οπότε, ναι, αυτό.
Κι οι διακοπές σας ήταν κυρίως στο εξοχικό; Κάνατε κάποιον άλλον εναλλακτικό τουρισμό ή σε ξενοδοχεία;
Με τους γονείς μου όσο ήμουνα πηγαίναμε συνήθως στο εξοχικό γιατί ήταν εύκολο γι’ αυτούς που δούλευαν κιόλας τα καλοκαίρια και τα λοιπά ή και στην Κρήτη, που επίσης είναι το σπίτι μας. Οπότε δεν είχα πολύ εικόνα ξενοδοχείου το καλοκαίρι. Δεν μου 'χε συμβεί. Θυμάμαι ότι είχαμε πάει στη Μήλο και κάτι τέτοια σε κάτι ενοικιαζόμενα πολύ ωραία. Αλλά δεν πηγαίναμε τόσο σε ξενοδοχεία. Επίσης, οι γονείς μου δεν είναι άνθρωποι που κάνουν κάμπινγκ. Οπότε δεν είχε έρθει στη ζωή μου μέχρι τα 18 αυτό. Ήρθε μετά. Οπότε, ναι, θα έλεγα ότι δεν κάναμε κάτι πολύ εναλλακτικό. Όχι. Κάναμε πολύ βασικά πράγματα.
Οι πρώτες σου διακοπές πού ήταν; Μόνη σου με την παρέα σου;
Μόνη μου... Η πρώτη φορά που πήγα χωρίς τους γονείς μου ήτανε στο Λύκειο, πρώτη Λυκείου νομίζω, στην Πελοπόννησο. Πού στην Πελοπόννησο; Στο Καλό Νερό, ένα χωριό, σε μια φίλη μου, αυτό. Αλλά μετά[00:05:00] οι σοβαρές διακοπές χωρίς γονείς ήτανε στα 17 που 'χαμε πάει στη Μήλο ένα καλοκαίρι με μια φίλη μου που 'ταν από κει. Και οι πιο σοβαρές ήτανε μετά το τέλος της τρίτης Λυκείου, το κλασικό τουρ ελληνικών νησιών, που, όμως, ήταν η πρώτη χρονιά που δεν είχα καταλάβει ακριβώς πού μου αρέσει να πηγαίνω, ποια νησιά μου αρέσουν, η διασκέδαση που μου αρέσει. Οπότε θα έβαζα τις πρώτες σοβαρές διακοπές μου τέλη πρώτου έτους που είχαμε κάπως πειστεί λίγο χωρίς να έχουμε ιδέα να πάμε στη Δονούσα το 2016 ή το 2017, δεν θυμάμαι. Που ήταν και οι πιο ωραίες νομίζω διακοπές που έχω σαν ανάμνηση.
Εκεί τι διακοπές είχατε επιλέξει να κάνετε; Πού θα μένατε, πώς θα περνούσατε τις μέρες σας;
Λοιπόν, εγώ είχα μια φίλη, έχω μια φίλη έτσι εναλλακτική. Τότε που εγώ δεν ήμουν τόσο στον τρόπο που έκανα διακοπές. Οπότε μου λέει, ήμασταν θυμάμαι για μπύρα κάπου στον Κεραμεικό, στο Μεταξουργείο, δεν θυμάμαι. Και μου λέει, λοιπόν: «Πού θα πάμε διακοπές;», αρχίσαμε να δίνουμε επιλογές. Και για κάποιον λόγο κάπου είχα διαβάσει εγώ για τη Δονούσα και «μαγικός προορισμός» και μπίρι μπίρι. Και της λέω: «Ρε, έχω δει Δονούσα, αλλά δεν ξέρω πού θα μείνουμε, τι παίζει εκεί». Γενικά μου φαινότανε μια κουκίδα μες στον χάρτη, δεν είχα ιδέα τι είναι, πόσους κατοίκους έχει, πίστευα ότι έχει τρεις. Αν έχει σχολείο, δεν ήξερα βασικά πράγματα. Όχι ότι είναι βασικό για να πας κάπου αν έχει σχολείο, αλλά ναι! Και τελικά μου λέει, αυτή προερχόταν από ένα πλαίσιο γονέων και τα λοιπά που έκαναν φουλ κάμπινγκ, οπότε μου λέει: «Θα μείνουμε ελεύθερο στην παραλία, θα 'ναι πολύ ωραία». Της λέω: «Ρε, τι θα πει τώρα ελεύθερο;», δεν ήξερα ακριβώς. Εν τέλει, όμως, πείστηκα γρήγορα. Γιατί αυτό, η άγνοια κάπως σε οδηγεί. Και ήτανε πολύ ωραία επιλογή. Αλλά θυμάμαι ότι με άγχωνε λίγο το ποιοι θα πάμε, πώς θα μείνουμε εκεί, τι πρέπει να έχουμε μαζί μας, πού θα απλώνουμε τα μαγιό μας. Τέτοια πράγματα. Αλλά ξεπεράστηκαν γρήγορα, κι έτσι πείστηκα.
Τι πράγματα είχες πάρει μαζί σου για το ελεύθερο; Πόσες μέρες θα κάνατε αρχικά;
Είχαμε πάει μ’ ένα πλαίσιο ότι θα πάμε για δέκα μέρες, ας πούμε, και είχαμε πει μια βδομάδα να την κάτσουμε, στην καλύτερη δέκα μέρες και βλέπουμε. Εν τέλει, κάτσαμε είκοσι μέρες; Ήταν φοβερά. Είχα πάρει, θυμάμαι ότι είχα αγχωθεί, δεν είχα backpack για κάμπινγκ, οπότε πήγαινα Μοναστηράκι και έψαχνα κι αυτό. Και σκηνή δεν είχα. Δεν είχα sleeping bag, τίποτα δεν είχα. Τα πήρα όλα. Και θυμάμαι το προηγούμενο βράδυ έκανα λίστα τι να πάρω μαζί μου και... «Δύο πετσέτες». Και θυμάμαι ότι εν τέλει δεν χώραγαν τα πράγματα, οπότε είχα πάρει πολύ λιγότερα απ’ ό,τι συνήθως παίρνω. Είχα πάρει μανταλάκια, σουγιά – μόνη μου. Γιατί μου 'χαν πει ότι μπορεί εκεί που θα στήσουμε να έχει φυτά που θα πρέπει να τα βγάλουμε από κάτω, τύπου ξερόχορτα. Οπότε ήμουνα: «Α, ωραία, να πάρω σουγιά!». Τι άλλο; Είχα πάρει διάφορα άκυρα πράγματα που δεν χρησίμευσαν ποτέ. Ήταν σαν να πηγαίναμε στην Παταγονία ειλικρινά. Φαρμακείο... Τώρα πραγματικά, για τσίμπημα φιδιού! Είχα γκουγκλάρει να βάλουμε θειάφι γύρω απ’ τη σκηνή. Μιλάμε τρομερά υπερβολικό. Γιατί όντως δεν είχε φίδια. Τέτοια πράγματα. Δεν χρειάστηκαν. Εντέλει χρειάζεται μαγιό, πετσέτα, άντε, ντάξει, τα μανταλάκια ήταν κάπως χρήσιμα. Αυτό, δεν θέλεις πολλά πράγματα νομίζω εκεί. Και τα 'χει όλα, δεν είναι ότι ψάχνεις κάτι.
Όταν το πες στους γονείς σου ότι θα πας για ελεύθερο, αγχώθηκαν καθόλου; Γιατί μου πες ότι δεν είναι τύποι που...
Αγχώθηκαν γιατί δεν το 'χαν ξανακούσει. Περισσότερο αγχώθηκε ο παππούς μου. Μου έλεγε: «Μα πώς είναι δυνατόν; Δεν θα έχει κεραμίδια πάνω απ’ το κεφάλι σας, δεν γίνεται να μείνετε εκεί». Ε, του εξηγήσαμε ότι γίνεται και τα λοιπά. Και οι γονείς μου ήταν λίγο αγχωμένοι στην αρχή, κυρίως με το γεγονός ότι δεν θα έχω πρίζα να φορτίζω το κινητό μου, άρα να τους μιλάω. Το οποίο, ντάξει, οκ, λύθηκε. Τους είχα πει ότι θα τους στέλνω ένα μήνυμα, δεν είναι τίποτα. Οπότε μπορώ να πω ότι στην αρχή αγχώθηκαν, αλλά κατάλαβαν πολύ γρήγορα την ανάγκη να το δοκιμάσω αυτό, που εντέλει μου άρεσε και το 'κανα κάθε χρόνο και το 'χουν υπερσυνηθίσει και δεν τους φαίνεται καθόλου περίεργο.
Και όταν έφτασες στη Δονούσα, πώς ήταν το τοπίο που αντίκρισες;
Θλίψη. Θα σου πω γιατί. Είναι καταπληκτικό νησί, αλλά τότε το πλοίο έφτανε 2:00 η ώρα το βράδυ. Οπότε, όπως καταλαβαίνεις, φουλ ψαρωμένες, πέντε κορίτσια. Φτάνουμε τώρα, πάμε στο πλοίο, έχουμε πάρει μαζί μας μερικές προμήθειες τύπου να 'χουμε και τις έχουμε φάει όλες απ’ το πλοίο απ' τη βαρεμάρα μας. Ήταν εννιά ώρες, δεν θυμάμαι. Κι ήταν μέρα. Δηλαδή, φεύγαμε 2:00 το μεσημέρι, φτάναμε... Όχι, 4:00 το μεσημέρι, φτάναμε 2:00 το βράδυ. Οπότε φτάνουμε στη Δονούσα, δεν έχουμε ιδέα πού είμαστε, δεν έχει και πολύ κόσμο. Βλέπουμε ένα μικρό ΚΤΕΛ, ας πούμε. Τους ρωτάμε πού να πάμε, τι να κάνουμε[00:10:00]. Είχαμε δει κάπου ότι πρέπει να πάμε στον... Αχ! Στον Κέδρο. «Ωραία», λέμε, «θα τους πούμε να πάμε εκεί». Πάμε κι απλά μας λέει μετά από τρία λεπτά διαδρομής ειλικρινά, άντε πέντε, ο κύριος που 'χε το λεωφορείο: «Εδώ κατεβαίνετε» και μας αφήνει απλά κάπου που δεν είχε ούτε ένα φως. Είχε ένα πάρα πολύ μικρό δρομάκι χωμάτινο. Και πραγματικά δεν είχαμε ιδέα πού να πάμε. Πάμε, αρχίζουμε ν’ ακούμε μουσική, είχε ένα μπαρ. Το μόνο μπαρ. Οπότε στήνουμε κάπου εκεί τη σκηνή και το πρωί μας ξυπνάνε κατσίκια, γιατί είχαμε στήσει τελείως λάθος τη σκηνή. Θέλω να πω ότι την είχαμε στήσει πολύ πίσω. Κι απλά ακούγαμε τα κουδούνια των κατσικιών, προβάτων, δεν ξέρω τι ήτανε, αλλά δεν μας πείραξαν γιατί ήταν ο γιδοβοσκός και τα φώναζε με διάφορους περίεργους ήχους. Αλλά έφυγαν. Τέλος πάντων, αυτά κατάλαβαν, εμείς όχι. Αυτό.
Το πρωί που ξύπνησες;
Το πρωί που ξύπνησα ήταν πολύ ωραία. Γενικά, δεν το περίμενα ότι θα κοιμηθώ τόσο άνετα το πρώτο βράδυ χωρίς να σκέφτομαι πραγματικά. Αστέρια φουλ, πάρα πολλά αστέρια. Πολύ καθαρός ουρανός και κάπως σαν να είναι θόλος, δηλαδή τον έβλεπες πολύ κοντά σου, λόγω της γεωγραφίας, δεν ξέρω, του νησιού. Γεωμορφίας μάλλον του νησιού. Πάρα πολύ κοντά. Ένιωθες ότι ο ουρανός πέφτει. Και κοιμήθηκα πάρα πολύ ωραία, πολύ άνετα. Είχαμε στήσει δύο σκηνές, οπότε ήμασταν και χωρικά πολύ άνετα. Και το πρωί που ξυπνήσαμε ανοίγεις τα μάτια σου, ανοίγεις τη σκηνή, είσαι... Βλέπεις τον ουρανό, το χωράφι. Η αλήθεια είναι ότι είχαμε στήσει στον ήλιο, άρα μας χτύπησε ο ήλιος, αλλά εγώ για κάποιον λόγο δεν με επηρέαζε. Ξύπναγα κάτι –που οι άλλοι ξύπναγαν 10:00 η ώρα το πρωί, σιχτίριζαν, γιατί πολλές φορές είχαμε βγει για ποτά–, και εγώ κοιμόμουν 2:00 η ώρα, έσκαγα χαλαρή στην παραλία 2:00 η ώρα, με έβριζαν όλοι στην παρέα, αλλά δεν με ενδιέφερε και πολύ. Οπότε ήταν τρομερό το να ξυπνάς και να μπορείς να βγεις απ’ τη σκηνή και να βουτήξεις απευθείας. Τρομερό.
Οι μέρες εκεί πώς πέρασαν; Τι κάνατε;
Πολύ ωραία. Γιατί γι’ αυτό διπλασιάστηκαν κιόλας από δέκα σε είκοσι, αν θυμάμαι καλά. Ξυπνάγαμε, πηγαίναμε στην παραλία, περνάγαμε τον περισσότερο χρόνο στην παραλία και μετά υπήρχε ένα πάρα πολύ όμορφο beach bar, το μόνο του νησιού, το οποίο δεν είναι beach bar όπως το έχουμε στο μυαλό μας. Δηλαδή, είναι πάνω απ’ την παραλία, πολύ ήσυχο, με τρομερές μουσικές –γιατί ασχολούνται τα παιδιά που το έχουνε και μ’ αυτό. Που πας, έχεις το βιβλίο σου, μπορείς να πας από πάρα πολύ νωρίς να πιεις τον καφέ σου, να φας και να δημιουργήσεις μια αίσθηση που ξέρεις τους ανθρώπους που δουλεύουν, αποκτάς μια επαφή. Και πραγματικά αυτό συνέβη και γι’ αυτό συνεχίσαμε να πηγαίνουμε και για πολλά χρόνια στο νησί. Γιατί δημιουργήσαμε, όντως, φιλικές σχέσεις εκεί, δουλέψαμε και λίγο όλοι. Ήτανε πολύ ωραία και πολύ συλλογικά. Ήταν πολύ ωραίο. Οπότε πηγαίναμε, καθόμασταν στο beach bar εκεί με τις ώρες κι ήταν αυτό, ότι το vibe του νησιού σου έπαιρνε από μέσα σου αυτό το... μετά από δύο-τρεις μέρες που χρειάζεσαι για να συνηθίσεις νομίζω και στο ελεύθερο να συνηθίσεις λίγο τους χρόνους σου, είναι διαφορετικό να μένεις έξω, οπότε και το σώμα πρέπει να συνηθίσει. Άρχιζες να ελευθερώνεσαι και να θες να μιλάς. Δηλαδή, αυτό που σε κλείνει στην πόλη άρχιζε να ανοίγει, να είσαι πιο κοινωνικός, να... Ακόμα και με την παρέα σου που μπορεί να 'χεις βαρεθεί να τους βλέπεις και στην Αθήνα να μην έχεις πολλά να πεις, εκεί άνοιγαν, δεν ξέρω ποια πράγματα, και ήθελες να μιλήσεις πιο φιλοσοφικά, να αναζητήσεις πράγματα και αυτά τα πράγματα που μπορεί να αναζητάς μόνος σου να τα επικοινωνήσεις και να... Και η πρώτη αυτή επικοινωνία, που θα άνοιγες το στόμα σου και θα έλεγες τον προβληματισμό σου, να είναι η αρχή μιας τεράστιας νύχτας συζητήσεων, ποτών, μοιράσματος, συγκίνησης ή και τίποτα απ’ όλα αυτά και που εν τέλει να καταλήγει σ' έναν χορό με φίλους και με ό,τι, με ένα φλερτ, με κάτι.
Εσύ περίμενες αυτό το άνοιγμα πριν πας; Περίμενες ότι θα αισθανθείς μ’ αυτόν τον τρόπο;
Όχι, δεν το περίμενα. Περίμενα ότι θα είναι κανονικές, ωραίες, ευχάριστες, ξεκούραστες διακοπές, αλλά κατάλαβα ότι δεν είναι. Είναι πιο πολύ γιατί, επειδή δεν έχεις το κυνήγι του να γυρίσω στο δωμάτιο, να κάνω μπάνιο, να ξαναβγώ, να αγχωθείς για πράγματα πολύ τετριμμένα. Δεν αγχώνεσαι για τίποτα, παρά για ελάχιστα πράγματα, ας πούμε, οπότε αρχίζεις να χάνεις τον χρόνο και να μη σ’ ενδιαφέρει αν είναι 2:00, 3:00 γιατί είναι μεσημέρι. Δηλαδή, τα βάζεις όλα σε μια πιο γενική ομπρέλα, ακόμα και το χρονικό, κι είναι πολύ ωραίο, πολύ απελευθερωτικό. Και δεν περίμενα ότι θα μου λειτουργήσε[00:15:00]ι έτσι και τόσο γρήγορα όσο μου λειτούργησε. Κι ότι θα πηγαίνω, ας πούμε, στη Χώρα... Χώρα; Εκεί, στο λιμάνι και θα αλλάζω συνέχεια το εισιτήριό μου, να μείνω άλλες δύο μέρες, άλλες δύο μέρες, άλλες δύο μέρες. Και είναι και χαρακτηριστικό ότι εν τέλει ποτέ δεν επέστρεψα στο ξενοδοχείο, ποτέ. Δηλαδή, μέχρι και σήμερα συνεχίζω να προτιμώ ή εξοχικό, φιλικό σπίτι ή ελεύθερο.
Έπιασες τον εαυτό σου να απομακρύνεται κάπως απ’ το κινητό του, απ’ το να σκέφτεται τι γίνεται στην Αθήνα, από διάφορα πράγματα που μπορεί να σε άγχωναν;
Ειδικά τα πρώτα χρόνια, πρώτον είχα ένα άθλιο κινητό που η μπαταρία του άντεχε... σαράντα λεπτά; Ήταν μονόδρομος να μην είμαι στο κινητό. Αλλά τα πρώτα χρόνια που δεν μ’ ενδιέφερε τόσο πολύ κι η οργάνωση του «Α, να 'χω ένα powerbank να μπορώ να απαντήσω σε ένα mail, κάτι να...», πραγματικά απλά άνοιγα το κινητό μου κάθε δύο-τρεις μέρες, έστελνα μήνυμα στους δικούς μου ότι είμαι μια χαρά, είμαι εκεί και αυτό και το έκλεινα. Δηλαδή δεν είχα καμία ανάγκη να είμαι στο κινητό να δω τι συμβαίνει. Και πραγματικά ήταν φοβερό ότι ό,τι έπρεπε να μάθεις, μία μεγάλη είδηση, ας πούμε, θα τη μάθαινες. Θα τη μάθαινες απ’ τους ντόπιους του νησιού, θα τη μάθαινες από το τρομερό σημείο συνάντησης, το καφενείο, που ήταν και μπακάλικο, που ήταν και εστιατόριο, που ήταν και όλα για το νησί, ας πούμε. Κι όχι μόνο σ’ εκείνο το νησί. Και μετά στα επόμενα νησιά πάντα υπήρχε ένα μέρος που λειτουργούσε λίγο ενημερωτικά. Από ένα ματς που θα έπαιζε εκείνο το καλοκαίρι, γιατί θα είχε Μουντιάλ μέχρι οτιδήποτε.
Η επαφή με τους ντόπιους πώς ήταν γενικά; Αγκάλιαζαν το ελεύθερο κάμπινγκ;
Ναι. Ειδικά τα πρώτα χρόνια και στη Δονούσα το αγκάλιαζαν πάρα πολύ, γιατί ήταν και ο μοναδικός τουρισμός τους, να πούμε την αλήθεια. Και ήταν και πολύ ανοιχτοί άνθρωποι και νομίζω με ανάγκη να ανοιχτούν. Οπότε, ναι, πολλές φορές είχε τύχει να πάω να πιω έναν καφέ, ας πούμε, επίτηδες στο καφενείο για να πιάσουμε κουβέντα εκεί με... Ήταν κυρίως ναυτικοί σε σύνταξη. Δηλαδή θυμάμαι ότι όλοι τα παιδιά τους τα είχαν στην Αθήνα ή κάπου μακριά και ερχόντουσαν όλα τα εγγόνια τους καλοκαίρι μόνο και τα βλέπανε. Είχε παιδάκια πολλά το νησί και... Το καλοκαίρι που παίζανε, που κάνανε. Υπήρχε και μια δασκάλα στο νησί, που είναι πάρα πολλά χρόνια εκεί. Υπήρχε ανάγκη να μιλήσουν. Ντάξει, μετά στα άλλα νησιά, στη Σκύρο, που είναι και πιο κοντά στην Αθήνα ή σε μια πόλη, ήτανε πιο εύκολα τα πράγματα. Δηλαδή δεν είχαν τόσο την ανάγκη, είχαν κι επιχειρήσεις μεγαλύτερες, λειτουργούσε αλλιώς όλη η κοινότητα κι η κοινωνία. Μετά, ντάξει, στα Κύθηρα, επίσης, πολύ πιο μεγάλο νησί, με αυτάρκεια, με νερό, με πολλά πράγματα. Που δεν είναι αυτονόητα για τα υπόλοιπα νησιά. Ήταν διαφορετική η επικοινωνία. Ντάξει, στην Κρήτη, επίσης, τελείως διαφορετική. Στα ορεινά χωριά, ας πούμε, που έχει τύχει να κάνω και κάμπινγκ σε ορεινό χωριό στην Κρήτη, στο Ρέθυμνο απ’ όπου είμαι. Στα ορεινά χωριά οι άνθρωποι έχουν πάρα πολλή ανάγκη να επικοινωνήσουν και να μάθουν, ας πούμε, για να σου αποδείξουν, βέβαια, ότι ζουν καλύτερα από σένα και να... Ναι, ναι, ότι δεν αξίζει να είσαι Αθηνέζος, ας πούμε. Έτσι. Αλλά είχαν κι αυτοί πολύ την ανάγκη να επικοινωνήσουν και να υπάρξουν σε μια συνθήκη γλεντιού ή οτιδήποτε με ανθρώπους διαφορετικούς απ’ αυτούς που βλέπουν συνήθως.
Θυμάσαι κάποια συνομιλία με κάποιον ντόπιο που να σου έχει χαραχθεί κάπως, να σου έχει μείνει;
Θυμάμαι... Θυμάμαι κάπως είχε πάει στη Δονούσα μ’ έναν ντόπιο –δεν θυμάμαι πώς τον λέγαμε–, που κάτι συζητάγαμε. Είχε έρθει, υπήρχαν κάποιοι ξένοι στο νησί, ας πούμε, που ήταν ψιλοσπάνιο τότε, ναι. Και κάπως πήγε η κουβέντα στη διαφορετικότητα και στο αν υπάρχει κάποιο νόημα στην ξενοφοβία και σε όλο αυτό το πράγμα και στη διαφορά, ας πούμε, του χρώματος του δέρματος. Και θυμάμαι ότι μου 'χε πει ένας κύριος, που πραγματικά μου 'χε μείνει σαν έκφραση, που ήταν πολύ απλή, ότι –αυτός ασχολούταν με την κτηνοτροφία–, και μου λέει: «Η κατσίκα αν είναι άσπρη ή αν είναι μαύρη, το ίδιο γάλα έχει». Και είναι τόσο απλό, ας πούμε, στο μυαλό του, τόσο μεστό σε μια πολύ μικρή φράση, τόσο βγαλμένο από το πρώτο επίπεδο που είναι, όμως, ταυτόχρονα αξεπέραστο. Γιατί στην πραγματικότητα μάλλον αυτό είναι. Ότι δεν υπάρχει καμία, καμία, καμία διαφορά. Τόσο απλά. Πολύ ωραίες συζητήσεις, επίσης, μ’ έναν βοσκό[00:20:00] στην Κρήτη τρομερά ελεύθερο. Που πολλές φορές έχω πιάσει τον εαυτό μου να πηγαίνω στη σχολή το πρωί και να είμαι στην Αλεξάνδρας και να λέω: «Υποτίθεται ότι ζω την ελευθερία εδώ κι έχω τόσες επιλογές και δεν ξέρω τους γύρω μου, αν είμαι ελεύθερη να εκφραστώ» και τα λοιπά, αλλά αυτός μπορεί να είναι στην Κρήτη το καλοκαίρι, αλλά είναι αυτή η στιγμή που ξέρω τι βλέπει, αυτό που είδα εγώ το καλοκαίρι. Βλέπει ένα απέραντο βουνό με μια υπέροχη θάλασσα. Και τελικά, ποιος είναι πιο ελεύθερος; Και ποιος κερδίζει περισσότερα από την εικόνα και απ’ το ότι θα βγει έξω και το πρώτο πράγμα που θα ακούσει θα είναι η θάλασσα, όχι ο δρόμος ή τα ζώα του, όχι κάποιον που δεν θέλει, ας πούμε. Αυτό. Δεν το 'χω απαντήσει. Κι οι δύο τυχεροί είμαστε. Ναι, δεν ξέρω. Δεν ξέρω.
Σου 'χει δημιουργηθεί ποτέ η αμφιβολία για τη ζωή σου στην Αθήνα λόγω αυτού; Να σκεφτείς να μετακομίσεις σε κάποιο νησί, σε κάποια επαρχία;
Ναι, με τις πρώτες δυσκολίες πάντα λέω ότι εγκαταλείπω, ρε παιδί μου, θα πάω σε ένα νησί να μείνω εκεί. Αλλά, ντάξει, ταυτόχρονα αντιλαμβάνομαι ότι το λέω με μια ασφάλεια ότι έχω μείνει σ’ αυτούς τους τόπους κυρίως –πέραν της Κρήτης που 'χω πάει και Χριστούγεννα και Πάσχα και τα λοιπά και κάτι άκυρες ημερομηνίες–, πέραν των πολύ μεγάλων προορισμών ότι θα είναι τρομερά δύσκολο τώρα να πας να μείνεις χειμώνα σε ένα μέρος που το χτυπάνε από παντού ο άνεμος και που θα σου βγάζει και μια θλίψη και μια σκοτεινιά να μείνεις όλο το χειμώνα, ενώ έχεις συνηθίσει να είσαι μες στους ανθρώπους, στην κοινωνικότητα. Δηλαδή το λέω με έναν ρομαντισμό περισσότερο κι όχι αναγνωρίζοντας τις πρακτικές δυσκολίες του μένω σ' ένα νησί με εκατό κατοίκους, που θα τους ξέρω σε μία βδομάδα όλους. Αυτό.
Τα επόμενα χρόνια που συνέχισες το ελεύθερο κάμπινγκ πώς ήταν; Ήταν πιο εύκολο για εσένα; Μπορούσες να προσαρμοστείς ακόμα πιο γρήγορα;
Ναι, ναι. Εξαρτάται, βέβαια, κι απ’ το πού πας το πόσο εύκολα θα προσαρμοστείς. Πώς είναι ο κόσμος εκεί, πώς είναι η παραλία. Αλλά νομίζω ότι, επειδή έχεις ξεμπερδέψει με κάποια διαδικαστικά πράγματα όσο περνάν τα χρόνια κι έρχεσαι σ’ επαφή μ’ αυτό, ποτέ δεν ανησυχείς με διάφορα πράγματα που μπορεί να ανησυχούσες στην αρχή, οπότε προσαρμόζεσαι πολύ πιο γρήγορα και αρχίζεις να γίνεσαι και πιο: «Λέω να πάω κι εκεί, να πάω κι εκεί», οι επιλογές σου ν’ ανοίγουν, δηλαδή, όσο περνάει ο καιρός. Και, επίσης, δεν είπα ότι είναι πολύ ωραίο νησί και η Ανάφη για ελεύθερο. Και της αξίζει έτσι να την πούμε. Είναι πολύ ωραίο νησί, πάρα πολύ όμορφο. Και μοναδικό νομίζω. Επειδή είναι ηφαιστειακό και μαύρο και έχει τη δυσκολία, γι’ αυτό το σκέφτηκα τώρα, της προσαρμοστικότητας, γιατί έχει πολλή ζέστη, πολύ λίγα δέντρα και τα λοιπά, αλλά έχει τρομερή ζωή, ωραίους ανθρώπους. Και αυτό. Πολύ ωραίο νησί για ελεύθερο.
Τι κάνει ένα νησί ωραίο για ελεύθερο;
Τι κάνει ένα νησί ωραίο για ελεύθερο; Να έχει ωραίες παραλίες. Που, εντάξει, θα μου πεις ποιο νησί δεν έχει μια-δύο ωραίες παραλίες; Όλα έχουν. Να έχει, ας πούμε, κοντά κάτι που να μπορείς να πας να πιεις καφέ, να πάρεις νερά, να έχει αυτήν την ευκολία. Κι, επίσης, εντάξει να μπορείς να βγεις το βράδυ χωρίς να διανύσεις μία απόσταση χιλιομέτρων. Να μπορείς να βγεις κοντά, να γυρίσεις. Ταυτόχρονα να μπορείς να έχεις την ησυχία σου στην παραλία. Να μην είναι ο ένας πάνω στον άλλον. Να κρατάει, ας πούμε, ένα, να κρατάς τις αποστάσεις με τους άλλους για να νιώθεις κι εσύ πιο ωραία κι αυτοί. Και νομίζω αυτά το κάνουν ωραίο. Και κυρίως η διάθεσή σου. Να πας εσύ πιο ήρεμος και πιο έτοιμος να αφεθείς, να περάσεις ωραία, να γνωρίσεις κόσμο, να παρτάρεις ή να κοιμηθείς. Να κάνεις αυτό που θες.
Με τα χρόνια που έμπαινες περισσότερο σ’ αυτό, άρχισες να νιώθεις πιο αυθόρμητη;
Ναι. Νομίζω ναι. Αυτό κερδίζεται με τα χρόνια. Με την εμπειρία. Αυτό που λέγαμε και πριν, ότι δεν σε νοιάζει πια πώς θα στήσεις τη σκηνή, ξέρεις να το κάνεις πολύ γρήγορα. Άρα επενδύεις περισσότερο στο πού θα πας, τι θα δεις, πόσο πιο ωραία θα περάσεις, με ποιους θα πας για να γίνει μια ωραία σύνθεση παρέας, να γνωρίσεις εκεί κόσμο. Τα διάφορα χόμπι του καθενός, δηλαδή συνδυάζονται πολύ εύκολα με ένα road trip στο νησί, με πεζοπορίες πάρα πολύ. Νομίζω και τα ελληνικά νησιά το 'χουν αυτό στο τσεπάκι, πραγματικά δηλαδή έχουνε τρομερές διαδρομές και κάνουνε πλέον και ημιμαραθωνίους και τέτοια που μπορείς αν είσαι αθλητικός τύπος και τα λοιπά να τρέχεις, να περπατάς πολύ. Εγώ, ας πούμε, που κάνω αυτά τα ψαροντούφεκα και τα τέτοια πάντα πάω νότια Κρήτη[00:25:00] με τις ώρες μες στη θάλασσα, οπότε εκεί επενδύεις περισσότερο στο ότι πρέπει να πάω σε μια παραλία που θέλω να έχει αυτόν τον βυθό. Οπότε αρχίζεις να σκέφτεσαι άλλα πράγματα και όχι «Πού να μείνω;» και τέτοια.
Θα έλεγες ότι εκτιμάς περισσότερο τον χρόνο σου ή ξεχνάς τον χρόνο σου;
Και τα δύο συμβαίνουν. Και νομίζω ότι αν δεν συμβεί το ένα, δεν θα συμβεί και το άλλο. Δηλαδή, αν δεν περάσεις νομίζω απ’ το στάδιο που ξεχνάς τον χρόνο σου και μπορεί να περάσει και μια μέρα που να είσαι, να έχεις σκεφτεί τρία πράγματα, τρία πολύ βασικά πράγματα για την επιβίωσή σου, να πιεις νερό, δεν θα φτάσεις και στο άλλο του πραγματικά να επενδύσεις πολύ προσωπικά και ατομικά τον χρόνο σου. Και, δεν ξέρω, είναι μία απ’ τις λίγες συνθήκες που πραγματικά αυτό που λέμε έτσι «προσωπικός χρόνος, ελεύθερος χρόνος», αλλά ωραίος χρόνος με τον εαυτό, έρχεται μέσα απ’ αυτήν πιθανότατα την απραξία μερικών ωρών ή μερικών ημερών, έρχεται ένα πολύ συνδετικό με τον εαυτό σου πράγμα, που εγώ το θυμάμαι χαρακτηριστικά στο Κεδρόδασος, που είναι κι ένα δύσκολο, ας πούμε, ελεύθερο γιατί δεν έχει τίποτα κοντά. Οπότε πρέπει να περπατήσεις αρκετά για να πάρεις νερά, πρέπει να... Είσαι δηλαδή πραγματικά εσύ κι η παραλία κι όσος κόσμος είναι εκεί, που δεν είναι πολύς. Και είναι τρομερό ότι από ένα σημείο και μετά μπορεί η σκέψη σου να έχει ωριμάσει τόσο πολύ και να σκέφτεσαι πράγματα που εδώ στην Αθήνα ή στην καθημερινή σου ζωή τα σκέφτεσαι με μια ταχύτητα, να τα σκέφτεσαι πολύ πιο αργά με μια απλότητα και μ’ ένα μεγαλείο, ας πούμε, που σε φέρνει πιο κοντά στην... Τουλάχιστον για εμένα, όπως εγώ ορίζω τα πράγματα, στον ορισμό, ας πούμε, του γιατί είμαστε άνθρωποι και στην ανθρωπινότητα. Και είναι, επίσης, πολύ απελευθερωτικό να καταλαβαίνεις ότι εν τέλει αυτά που χρειάζεσαι είναι τόσο basic και ένα, δύο, τρία, ονομασμένα, ας πούμε. Κι ότι τα υπόλοιπα στην πραγματικότητα, ναι, μπορεί και να τα χρειάζεσαι, αλλά δεν τα χρειάζεσαι τόσο. Κι είναι τόσο απελευθερωτικό να χρειάζεσαι ελάχιστα και μ’ αυτά τα ελάχιστα να είσαι και πολύ... υπέρ καλά! Όχι, απλά... Δηλαδή να έχεις φροντιστεί, να νιώθεις ωραία. Και ενώ μπορεί σε άλλη φάση της ζωής σου να έχεις χίλια περισσότερα πράγματα, ανθρώπους και να μην αισθάνεσαι ωραία. Δηλαδή, αυτό το κοντράστ και το οξύμωρο είναι πολύ ενδιαφέρον όταν το ζεις εκείνη τη στιγμή.
Θυμάσαι μία εικόνα που να ξύπνησες και να είδες και να σε μάγεψε;
Ναι. Νομίζω αυτή είναι στο Κεδρόδασος που είναι μια μαγική παραλία πραγματικά. Μαγική.
Πώς είναι; Περίγραψέ τη μας.
Είναι... Για να φτάσεις έχεις ένα περπάτημα, ένα μονοπάτι, ας πούμε, ένα τέταρτο, μπορεί και λίγο περισσότερο. Και είναι, λες «Κεδρόδασος» και νιώθεις ότι, ντάξει, έχει τρεις κέδρους. Αλλά, όχι, έχει δάσος κέδρων. Δηλαδή έχει πολλούς χαμηλούς, γερασμένους κέδρους έτσι με απλωμένα τα κλαδιά τους. Που πρέπει και να τους φροντίζεις και να τους δείχνεις αγάπη και τα λοιπά, γιατί είναι πολύ, είναι νομίζω κι υπό εξαφάνιση σαν πλάσματα. Κι είναι και πανέρμοφα. Και ακούς διάφορα πτηνά, πραγματικά πολύ ιδιαίτερους ήχους. Και έχει μια παραλία η οποία είναι καταγάλανη. Αγριεύει κιόλας πιο μέσα άμα κολυμπήσεις. Κι είναι ένα κράμα ξανθής άμμου, φοβερής λεπτής ξανθής άμμου με κάποια βράχια. Και αν περπατήσεις έτσι την ακτογραμμή, θα βρεις μικρούς κολπίσκους, που πραγματικά μπορείς να πας μία μέρα απ’ το πρωί και να ξεχάσεις να φύγεις, με το βιβλίο σου, τον καφέ σου και να είσαι τόσο καλά. Δηλαδ, θυμάμαι μια random κουβέντα στα ρηχά ενός κολπίσκου, όπου είχαμε καεί όλοι πάρα πολύ και δεν το είχαμε νιώσει, γιατί η κουβέντα πήγαινε τόσο καλά και το θέμα ήταν τόσο off. Δηλαδή, τύπου είχαμε ξεκινήσει απ’ το γνωστό της τρίτης Λυκείου, γνωστό και άγνωστο, και είχαμε φτάσει να συζητάμε τώρα κάτι πολύ random πράγματα για τη φιλοσοφία του δυτικού κόσμου. Και είχαμε καεί θυμάμαι και μετά λέγαμε: «Ρε, δεν το κατάλαβε κανείς, ας πούμε, ότι είμαστε αλήθεια καμένοι;». Και θυμάμαι εκείνη την εικόνα στο Κεδρόδασος του ν’ ανοίγεις τη σκηνή το πρωί, βασικά όχι να την ανοίγεις, ν’ ανοίγεις τα μάτια σου γιατί με σίτα κοιμάσαι, δεν έχει κάποιο προστατευτικό. Και να βλέπεις τώρα, να είναι νωρίς, οπότε να έχει ακόμα την τέλεια θερμοκρασία και να βλέπεις την άκρη του κέδρου από ψηλά, τον ορίζοντα, την παραλία να είναι ήρεμη και ν’ ακούς[00:30:00] αυτό το κύμα και να ξέρεις ότι σε είκοσι δευτερόλεπτα; Σαράντα; Μπορείς να είσαι μες στη θάλασσα ή αν θες μπορείς και να μην είσαι. Δηλαδή είναι πολύ απλές οι αποφάσεις. Και αυτό, δεν σκέφτεσαι πολύ. Απλά παρατηρείς την εικόνα και το ηχοτοπίο και μαγεύεσαι.
Υπάρχουν στιγμές που έχεις νιώσει ανασφάλεια λόγω του ότι κοιμάσαι απλώς με μία σίτα από μπροστά σου; Ή υπάρχει κάτι το οποίο σε κάνει να νιώθεις ότι δεν θα συμβεί τίποτα;
Σύμφωνα με το πόσες φορές έχω κάνει κάμπινγκ και δεν έχει συμβεί τίποτα, δηλαδή η στατιστική λέει ότι δεν θα συμβεί κάτι. Τις πρώτες μέρες ήτανε λίγο περίεργο, όχι περίεργο. Αισθανόσουν μία ανασφάλεια του ότι έχεις συνηθίσει στο σπίτι σου να έχεις τα κλειδιά σου επάνω σου και να ξεκλειδώνεις την πόρτα και να μπαίνεις. Αυτό δεν ισχύει. Δηλαδή, μπορείς ν’ ανοίξεις, ανοίγεις ένα φερμουάρ σαν να ανοίγεις το μπουφάν σου και μπαίνεις μέσα σ’ αυτό που ονομάζεις εκείνη την περίοδο «σπίτι». Οπότε έχεις μια ανασφάλεια η οποία φεύγει γρήγορα, γιατί αρχίζεις να γνωρίζεις και τους ανθρώπους που είναι δίπλα σου και αντιλαμβάνεσαι ότι δεν υπάρχει περίπτωση. Και είναι όμορφο το ότι σε μια καθημερινότητα που καλλιεργεί την καχυποψία και το ότι «Ποιος είναι αυτός; Και μου λέει αλήθεια; Και τι συμβαίνει μ’ αυτόν; Και γιατί είναι τόσο καλός;», που όλα μπορούν να γυρίσουνε μπούμερανγκ και να είσαι πάντα καχύποπτος, εκεί μαθαίνεις να αφήνεσαι σε μια πλευρά καλού. Ότι δεν θα συμβεί. Να μπαίνεις μ’ ένα τέτοιο manifesting στο μυαλό σου και τελικά να σου βγαίνει ότι δεν θα συμβεί το άσχημο. Παρ' όλα αυτά, έχω αισθανθεί μια φορά άβολα και δεν έχω αισθανθεί μόνο, ήταν και άβολο. Πάλι νότια Κρήτη, σε μια άλλη παραλία νότια, στο Ηράκλειο, που πράγματι ήμουνα με μια φίλη μου, είχαμε στήσει τη σκηνή και ήταν ένας πολύ περίεργος τύπος που έτσι κάπως κινούταν γύρω μας. Και, όντως, είχαμε κοιμηθεί για μεσημέρι και θυμάμαι ότι κάπως ακούσαμε φύλλα; Πίσω από ένα δέντρο που είχαμε στήσει. Και ήταν πράγματι ένας τύπος που μας παρατηρούσε; Δεν ξέρω τι έκανε. Δεν ήταν πολύ ωραίο. Αλλά πέραν αυτού, δεν έχει συμβεί τίποτα και ελπίζω ότι δεν θα συμβεί.
Δεν σε επηρέασε, όμως, αυτή η στιγμή;
Με επηρέασε.
Εννοώ στο να σταματήσεις...
Όχι, στο να σταματήσω όχι. Αλλά για τις επόμενες μέρες ότι είχαμε ένα άγχος γιατί ήμασταν και μόνο με τη φίλη μου, δεν ήμασταν μεγάλη παρέα και ήταν και μια αχανής παραλία, είχαμε μία, μέχρι να γνωρίσουμε, ας πούμε, τους γείτονες και να κάνουμε ένα παρεάκι, είχαμε μια σκέψη παραπάνω, ότι αυτό...
Με τα υπόλοιπα άτομα που γνωρίζεσαι στις παραλίες, στο κάμπινγκ δημιουργούνται σχέσεις που κρατάνε;
Νομίζω όπως σ’ όλες τις διακοπές. Δηλαδή είναι με μερικούς που έχουν κρατήσει και που δεν ξέρω αν μπορεί για κάποιον καιρό να κρατάνε υπό μια έννοια του σε βλέπω στην Αθήνα κάθε μήνα, ας πούμε, και κάνουμε παρέα. Αλλά υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που έχεις συνδεθεί μαζί τους με έναν τόσο ιδιαίτερο τρόπο, επειδή έχεις ξυπνήσει μαζί τους, σε έχουνε δει αγουροξυπνημένη, σε έχουνε δει να κάνεις το μπάνιο σου χαρούμενη, λυπημένη, σε πολλές φάσεις μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Που νιώθεις κάπως, τους νιώθεις κοντά σου, ενώ μπορεί να τους έχεις χάσει. Και να τους δεις μετά από... τυχαία, ας πούμε, στη γειτονιά σου στην Αθήνα και να νιώσεις τρομερή χαρά που θα τους δεις και να είναι ειλικρινές αυτό το πράγμα και απ’ τους δύο. Ότι χαίρομαι αλήθεια που σε βλέπω και δεν είναι κοινωνικό ότι «Α, να τα πούμε!». Δεν χρειάζεται καν να τα πούμε. Είναι αυτό που είναι. Δηλαδή υπάρχει μια σχέση εκεί που υπάρχει. Χωρίς να πρέπει να αποδεικνύεται συνέχεια με εξόδους ή με ό,τι. Αυτό. Οπότε θα πω ότι κρατάνε οι σχέσεις, ναι. Και νομίζω έχουμε όλοι απ’ την παρέα αποκτήσει φίλους από αυτές τις διακοπές, που τους βλέπουμε τακτικά και τα καλοκαίρια πάντα θα τους σκεφτούμε, ότι να τον πάρω να δω πού είναι...
Υπάρχουν άτομα που μπορεί, λόγω του ότι κάνετε και οι δύο ελεύθερο κάμπινγκ, να τα βλέπεις και σε άλλους προορισμούς τυχαία;
Ναι, ναι, έχει συμβεί αυτό. Είναι πολύ ωραίο. Είναι πολύ ωραίο γιατί αμέσως πας σ’ ένα καινούριο μέρος και βλέπεις ανθρώπους με τους οποίους είσαι γνωστός και άρα γρήγορα φεύγει το πρώτο κριντζ του «Α, ποιοι είναι αυτοί;». Τους ξέρεις, αμέσως πας, βγαίνεις, συζητάς, παίζεις χαρτιά, κάνεις ό,τι θες να κάνεις και μαθαίνεις και τα νέα τους. Σου δείχνουν και το νησί. Οπότε γίνεται όλο πολύ πιο εύκολο. Πολύ πιο εύκολο απ’ ό,τι ήταν ήδη.
Θυμάσαι κάποιο βράδυ που να έχεις περάσει και να 'χει κάτι το ξεχωριστό για εσένα;
Θυμάμαι ένα βράδυ πάλι στη Δονούσα. Πολλά ξεχωριστά βράδια, βέβαια, και στην Κρήτη. Αλλά στη Δονούσα θυμάμαι ένα βράδυ που έχουμε περάσει σούπερ γιατί είχε πάρτι, κάτι, δεν θυμάμαι. Και[00:35:00] γυρνάμε στη σκηνή και έχει καταστραφεί η μία σκηνή απ’ τον αέρα, τύπου τελείως, γιατί είχε πάρα πολύ αέρα. Και την πρώτη χρονιά κιόλας που κάναμε ελεύθερο. Και καταλήξαμε να μένουμε σε μία σκηνή τριών ατόμων πάντε άτομα. Ήτανε μία εικόνα, την έχω φωτογραφία, είναι πολύ αστείο. Πραγματικά είμαστε σαν κάμπιες, έτσι βαλμένες, σαν σαρδέλες μέσα σε κονσέρβα. Και απλά είχαμε γίνει ο περίγελος εκεί του μαγαζιού και του κάμπινγκ, γιατί είχαμε γνωρίσει και τα παιδιά. Και πραγματικά απλά συνέχεια ήτανε αστείο που μέναμε πέντε άτομα και άνοιγε μία σκηνή και έβλεπες έναν και δύο και τρεις και πόσοι μπορεί να βγούνε απ’ αυτήν την σκηνή; Και έγιναν τελικά πέντε. Και ενώ είχαμε αυτό το πολύ αντικειμενικό πρόβλημα του ότι κοιμόμασταν άθλια, μείναμε και δέκα μέρες παραπάνω. Γιατί περάσαμε τέ-λει-α. Υπήρχαν και κάποια άλλα βράδια που απλά έπινες το ποτό σου και άραζες και μίλαγες. Και ανοιγόσουν, αυτό που λέγαμε και πριν. 'Η που δεν μίλαγες καθόλου και ήσουνα στην παραλία και έβλεπες τον ουρανό και κοιμόσουνα. Ή πήγαινες και έτρωγες κάτι τρομερό, ας πούμε, σε ένα ωραίο νησί και μετά κοιμόσουν. Δηλαδή ο ύπνος παίζει ένα μεγάλο ρόλο στη δικιά μου τη ζωή. Και νομίζω σε όλων. Κι εκεί τον εκτιμάς πραγματικά πάρα πολύ. Ενώ περιμένεις ότι θα κοιμάσαι χάλια, κοιμάσαι τέλεια τελικά. Ή μπορεί να κοιμάσαι λιγότερες ώρες, αλλά είναι πιο ποιοτικός ο ύπνος.
Θεωρείς ότι πλέον σου έχει γίνει αναγκαίο το να ζεις αυτήν τη διαφορετικού τύπου ζωή τα καλοκαίρια;
Νομίζω πως ναι. Κι ότι όταν είμαι στη δουλειά, στη σχολή και τα λοιπά και οραματίζομαι, ας πούμε, «Αχ, τι θα κάνω το καλοκαίρι;», έτσι για να χαλαρώσω, πάντα οδηγούμαι σ’ αυτό το μονοπάτι του να το ζω έτσι τόσο απλά. Μπορεί να σκεφτώ και κάποιους άλλους προορισμούς που θέλω να πάω για άλλους λόγους, αλλά πάντα λέω ότι για να χαλαρώσω να πάω δύο βδομάδες, αν έχω τον χρόνο, κάπου τόσο ήρεμα. Τόσο χωρίς να σκεφτώ, να κλείσω Airbnb, να κλείσω ξενοδοχείο, να είναι προγραμματισμένο το ποια μέρα θα φύγω, ποια μέρα θα γυρίσω. Να έχει όλο αυτόν τον ρομαντισμό και την υπόσχεση του καλοκαιριού, ρε παιδί μου, που σου δίνει έτσι μια υπόσχεση, ότι μην κλείσεις επιστροφή, κάτι μπορεί να συμβεί, κάτι μπορεί να πάει ωραία. Οπότε μ’ αρέσει αυτό. Μ’ αρέσει να το σκέφτομαι έτσι.
Αισθάνεσαι ότι σε αυτά τα μέρη ίσως υιοθετείς κάποια χαρακτηριστικά που τα αφήνεις πίσω σου, όταν γυρνάς στην Αθήνα;
Σίγουρα είναι κάποιες συνήθειες ή κάποια... Κάποιες συνήθειες που δεν μπορείς να τις κρατήσεις. Δηλαδή, δεν μπορείς εύκολα να βγεις ό,τι ώρα γυρίσεις σπίτι σου κάπου έξω και να δεις άνετα τον ουρανό δύο λεπτά και να ηρεμήσεις. Ούτε μπορείς να έχεις αυτό, το να ξυπνήσεις, ακόμα και να 'ναι μια Κυριακή στην Αθήνα ή όπου μένει ο καθένας που θεωρητικά μπορεί να μην έχεις πολλά πράγματα να κάνεις, και πάλι δεν έχει την ίδια αίσθηση. Φταίει κι η εποχή που είναι το καλοκαίρι, που όλοι είμαστε πιο ανοιχτοί, πιο ήρεμοι. Οι περισσότεροι μάλλον, όχι όλοι. Αλλά δεν έχεις την ίδια ηρεμία και αυτή τη... τις λίγες επιλογές. Που τελικά παίρνεις μία κι όλες καλές είναι. Εδώ το υπερσκεφτόμαστε. Τι θα κάνουμε τώρα, τι θα κάνουμε μετά, πώς θα πάω απ’ το ένα μέρος στο άλλο; Ενώ εκεί, στο νησί, σε όποιο νησί είναι όλα πιο εύκολα. Κι αυτό το χαρακτηριστικό μοιραία το χάνεις. Αλλά χάνεις κι άλλα. Χάνεις το πόσο μιλάς, χάνεις το... Ίσως αυτό το βλέμμα που βλέπεις τους άλλους, που μπορεί να 'ναι και πλασματικό ότι είναι διαφορετικό, αλλά εσύ εκείνη τη στιγμή έτσι θες να το βιώσεις κι έτσι το βιώνεις. Το ότι είναι πιο καθαρό, ας πούμε, το αυτό... Όλος είσαι ο ίδιος πιο καθαρός και έτοιμος. Οπότε αυτό, επίσης, χάνεται. Και πολλές συνήθειες. Όπως, ας πούμε, εμείς είχαμε μια εποχή συνήθεια να ξεκινάμε τη μέρα μας με λίγο μασάζ στην παρέα. Το οποίο, ντάξει, δεν μπορείς να το κάνεις. Δεν τους βλέπεις καν το πρωί τους φίλους σου, οπότε... Το οποίο ήταν τέλειο! Πραγματικά ξυπνάγαμε, κάναμε δέκα λεπτά ο ένας στον άλλον μασάζ και μετά κάναμε τη ζωή μας. Αλλά ήτανε σούπερ.
Για ποιον λόγο δεν θα άλλαζες το ελεύθερο κάμπινγκ;
Για ποιο λόγο δεν θα το άλλαζα; Ντάξει, αν γεροντέψω πολύ, μάλλον θα το αλλάξω γιατί θα υπάρχουνε αντικειμενικά προβλήματα, θα πονάει η μέση μου, δεν θα μπορώ, δεν θα 'μαι τόσο... Οπότε κάποια στιγμή, μπορεί και όχι, αλλά μπορεί και... Βλέπω κάτι τέτοιους τύπους που κάνουνε στα βαθιά γεράματα το καλοκαίρι και λέω: «Μπράβο, ρε παιδιά». Αλλά δεν θα το άλλαζα γιατί πραγματικά είναι... σου θυμίζει... Η ύπαρξή μας είναι τόσο απλή όσο την κάνουμε εμείς[00:40:00], όσο τη θέλουμε εμείς. Η σκέψη μας, επίσης, είναι ελέγξιμη από μας. Και νομίζω ότι, και πέραν όλου αυτού του ψυχαναλυτικού που λέω τώρα, είναι πολύ οι εικόνες που βλέπεις που είναι τόσο pure και που έχουμε την ευκαιρία ακόμα στην Ελλάδα να τις δούμε ή που έχουμε ευκαιρία να γνωρίσουμε έναν τόπο να έχει ελάχιστα πράγματα και μετά ίσως να τον δούμε και ν’ αλλάζει, αλλά εμείς θα τον έχουμε δει και διαφορετικά, είναι πολύ ωραίο ταξίδι. Κι είναι πολύ ωραίο ταξίδι αυτό που... Στην αρχή, ας πούμε, εμένα με στεναχωρούσε πολύ ότι αχ, πάω σ’ ένα μέρος, μένω, νιώθω καλά εκεί, μαθαίνω τους ανθρώπους, παίρνω την οικειότητα και μετά αναγκαστικά θα φύγω κι αυτό θα τελειώσει. Και μου στοίχιζε. Πραγματικά έφευγα και έλεγα: «Πω, πω, πότε θα τους ξαναδώ; Μου λείπουνε!». Και μαθαίνεις, όμως, ότι αυτό. Υπάρχει αρχή, μέση, τέλος. Αυτό το πράγμα θα ολοκληρώσει τον κύκλο του και θα συμβεί κάτι άλλο μετά. Και γίνεσαι μ’ έναν τρόπο πιο ειλικρινής. Και, ναι, αυτό. Κι, επίσης, όντως οι εικόνες που βλέπεις είναι σπάνιες. Ή τώρα είχαμε δει στα Κύθηρα ένα βράδυ που απλά καθόμασταν χωρίς κάποιο φως στην παραλία με τα παιδιά και πίναμε ένα κρασί, γυρνάμε και βλέπουμε –το θυμάμαι σαν τώρα–, έτσι όπως κρατάγαμε τα ποτήρια μας, η φίλη μου η Τζο ουρλιάζει και της λέμε: «Τι έγινε;», γιατί είχε μπροστά το κινητό της με τον φακό, και βλέπουμε μια τεράστια θαλάσσια χελώνα, το οποίο δεν το περιμέναμε. Το πραγματικό της μέγεθος είναι τρομερό για τον άνθρωπο, είναι σαν τραπέζι, ας πούμε, και πιο μεγάλη. Να περπατάει για να πάει κάπου να γεννήσει και λες: «Τι είδα, ας πούμε, τώρα;». Ήταν τρομερό. Και έτσι ελαφρά πρωί να βλέπεις δελφίνια, ας πούμε, στο Λυβικό Πέλαγος, τρομερά πράγματα. Που έχουμε την ευκαιρία να τα δούμε και είναι κρίμα να μην τα δούμε. Οπότε νομίζω γι’ αυτό δεν θα το άλλαζα. Και για τις ανθρώπινες σχέσεις που δημιουργείς και για πολλούς λόγους. Νομίζω για το αίσθημα με το οποίο ξεκουράζεσαι, που είναι πολύ διαφορετικό απ’ το να πας σε ένα ξενοδοχείο. Είναι διαφορετικό. Να έχεις πάνω σου έτσι τη σκόνη της άμμου. Γίνεσαι διαφορετικός.
Σ’ ευχαριστώ πολύ, Αναστασία.
Εγώ ευχαριστώ, Γλυκερία.
Και εύχομαι ένα καλοκαίρι ακόμα πιο ελεύθερο και μοναδικό.
Ευχαριστώ πάρα πολύ. Και σ’ εσένα!
Φωτογραφίες

Ελεύθερο κάμπινγκ στα Κύ ...
Στημένες σκηνές στα Κύθηρα.

Ελεύθερο κάμπινγκ στη Δο ...
Σκηνές πάνω από τον Κέδρο της Δονούσας.

Θέα της φύσης μέσα από τ ...
Αλληλεπιδρώντας με τη φύση.

Έναστρη νύχτα στο Κεδρόδ ...
Με φίλους κάτω από τον καλοκαιρινό ουρανό.

Συνομιλώντας με ντόπιους
Καλοκαιρινές ιστορίες.
Περίληψη
Από τα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσής της η Αναστασία έχει αφιερωθεί στο ελεύθερο κάμπινγκ. Περιμένει πώς και πώς να έρθει το καλοκαίρι για να χαθεί στα βαθιά κάποιας παραλίας ενός απομακρυσμένου νησιού. Ανυπομονεί να στήσει τη σκηνή της, να κάνει τους πιο ξεκούραστους ύπνους της ζωής της και τις πιο ουσιαστικές συζητήσεις κάτω από τον ήλιο. Η ζωή στο ελεύθερο κάμπινγκ την κάνει, έστω και για μερικές μέρες, να αλλάζει. Να ξεκουράζεται πραγματικά και να χάνει κάθε επαφή με τον χρόνο. Την κάνει να μιλάει με ντόπιους και να ζει τις ζωές τους μέσα από τα λόγια τους, τα οποία κουβαλάει όσο διασχίζει την πολύβουη Αλεξάνδρας. Η Αναστασία δεν θα άλλαζε το ελεύθερο κάμπινγκ παρά μόνο αν δεν της το επέτρεπε πρακτικά πλέον η ηλικία της. Είναι σίγουρη, όμως, πως μέχρι τότε θα προσπαθεί να κυνηγά εκείνες τις μοναδικές εμπειρίες, συνομιλίες και εικόνες που της προσφέρει. Γιατί, μέσα απ’ όλα αυτά, στο τέλος «γίνεσαι διαφορετικός».
Αφηγητές/τριες
Αναστασία Γαλερού
Ερευνητές/τριες
Γλυκερία Παππά
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
12/03/2023
Διάρκεια
42'
Περίληψη
Από τα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσής της η Αναστασία έχει αφιερωθεί στο ελεύθερο κάμπινγκ. Περιμένει πώς και πώς να έρθει το καλοκαίρι για να χαθεί στα βαθιά κάποιας παραλίας ενός απομακρυσμένου νησιού. Ανυπομονεί να στήσει τη σκηνή της, να κάνει τους πιο ξεκούραστους ύπνους της ζωής της και τις πιο ουσιαστικές συζητήσεις κάτω από τον ήλιο. Η ζωή στο ελεύθερο κάμπινγκ την κάνει, έστω και για μερικές μέρες, να αλλάζει. Να ξεκουράζεται πραγματικά και να χάνει κάθε επαφή με τον χρόνο. Την κάνει να μιλάει με ντόπιους και να ζει τις ζωές τους μέσα από τα λόγια τους, τα οποία κουβαλάει όσο διασχίζει την πολύβουη Αλεξάνδρας. Η Αναστασία δεν θα άλλαζε το ελεύθερο κάμπινγκ παρά μόνο αν δεν της το επέτρεπε πρακτικά πλέον η ηλικία της. Είναι σίγουρη, όμως, πως μέχρι τότε θα προσπαθεί να κυνηγά εκείνες τις μοναδικές εμπειρίες, συνομιλίες και εικόνες που της προσφέρει. Γιατί, μέσα απ’ όλα αυτά, στο τέλος «γίνεσαι διαφορετικός».
Αφηγητές/τριες
Αναστασία Γαλερού
Ερευνητές/τριες
Γλυκερία Παππά
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
12/03/2023
Διάρκεια
42'