Ο Παύλος Γαρυφάλλου καίει στο τζάκι του τα πεύκα στα οποία σκαρφάλωνε μικρός
Ενότητα 1
Η δράση κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς
00:00:00 - 00:11:33
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Καλησπέρα, θα μας πεις το όνομά σου; Ονομάζομαι Γαρυφάλλου Παύλος. Είναι 31 Ιανουαρίου του 2023, βρισκόμαστε στη Λίμνη της Βόρειας Εύβοι…εν είναι καθόλου. Δεν περίμενα, λοιπόν, να αφήσουν ένα χωριό περικυκλωμένο από φωτιές και με τόσο μικρό αριθμό πυροσβεστικών οχημάτων μέσα.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΘέματα
Ενότητα 2
Η προσπάθεια διάσωσης της περιουσίας, οι απώλειες και τα συναισθήματα
00:11:33 - 00:24:04
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Και κινδύνευσε και η δική σας περιουσία, η επιχείρηση σας, το σπίτι σας; Τι έγινε εκεί; Η δική μας περιουσία δεν κινδύνευσε απλά, αποτελει…τάξει, είμαστε ακόμα μικροί σε ηλικία θα τα ξαναδούμε έστω λίγο καλά, όχι ίδια, αλλά έστω λίγο καλά. Σ’ ευχαριστώ πολύ. Εγώ σας ευχαριστώ.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΘέματα
[00:00:00]Καλησπέρα, θα μας πεις το όνομά σου;
Ονομάζομαι Γαρυφάλλου Παύλος.
Είναι 31 Ιανουαρίου του 2023, βρισκόμαστε στη Λίμνη της Βόρειας Εύβοιας με τον Παύλο Γαρυφάλλου, εγώ ονομάζομαι Ντέπυ Κουρέλλου και είμαι ερευνήτρια στο Istorima. Παύλο, μπορείς να μας πεις κάποια πράγματα για σένα;
Είμαι 32 ετών, αυτή τη στιγμή ζω και εργάζομαι στη Λίμνη Ευβοίας. Έχω μεγαλώσει σε αυτό το μέρος, στη Βόρεια Εύβοια. Έμεινα μέχρι τα 22-23 μου εδώ. Μετά, αναγκαστικά, λόγω της οικονομικής κρίσης, ταξίδεψα στην Ελλάδα και στον κόσμο αναζητώντας εργασία και προσπαθώ να βρω το δρόμο μου για να γυρίσω σε αυτή την περιοχή. Μέσες-άκρες αυτά. Ένα γρήγορο, ας πούμε.
Από τα μέρη που επισκέφτηκες για εργασία, ποιο σου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση και γιατί;
Από τα μέρη που επισκέφτηκα για εργασία. Νομίζω το πιο διαφορετικό και πιο όμορφο μέρος ήταν το Μεξικό, λόγω του ότι έχει ανθρώπους πολύ διαφορετικούς, χαρούμενους για ό,τι κι αν τους δοθεί και η ζωή τους είναι πολύ, πολύ πιο απλή.
Είπες ότι να βρεις το δρόμο σου εδώ. Τι είναι αυτό που σε κρατάει στη Λίμνη;
Στη Λίμνη με κρατάει η παιδική μου ηλικία, με κρατάνε οι φίλοι μου, η οικογένειά μου. Αυτά νομίζω είναι πολύ δυνατοί λόγοι για να θέλεις να ζήσεις σε αυτό το μέρος και να θες να περάσεις τη ζωή σου και να δώσεις την ίδια παιδική ηλικία που είχες και εσύ στα παιδιά σου κάποια στιγμή. Αυτά.
Ήταν ωραία παιδική ηλικία;
Σίγουρα πολύ ωραία, για να τη θέλω τόσο πολύ για τα παιδιά μου ίσως, κάποια στιγμή.
Πώς θα την περιέγραφες;
Γεμάτη. Γεμάτη αναμνήσεις, γεμάτη πράγματα να κάνεις, πράγματα στη θάλασσα με ναυτικούς ομίλους, πράγματα στο βουνό. Πάρα, πάρα πολύ γεμάτη.
Σήμαινε για εσένα το βουνό, το δάσος;
Σήμαινε και σημαίνει. Ελπίζουμε κάποια στιγμή να... Σίγουρα δεν θα το δούμε στη μορφή που ήτανε, αλλά ελπίζουμε να το δούμε κάποια στιγμή σαν δάσος ξανά, γιατί όντως ήτανε κάτι πολύ δυνατό για μας.
Για πες μας τι έγινε το καλοκαίρι του ‘21; Ήσουν εδώ;
Το καλοκαίρι του ‘21 ήμουν εδώ. Είχα γυρίσει από τη δουλειά που βρισκόμουνα με σκοπό να κάνω τις διακοπές μου στη Λίμνη εκείνο το διάστημα και μελλοντικά να ξεκινήσω το χειμώνα να μένω ως μόνιμος κάτοικος εδώ. Οπότε, ναι, βρισκόμουν εδώ και είχα έρθει μάλιστα τρεις μέρες πριν ξεκινήσει η φωτιά. Τώρα το τι έγινε και το πώς έγινε είναι μια πολύ μεγάλη ιστορία, δεν είναι μικρό κεφάλαιο.
Εσύ θυμάσαι από πώς ενημερώθηκες; Από ποιον το ‘μαθες; Ποιες ήταν οι κινήσεις σου;
Εγώ θυμάμαι, μπορώ να σου πω, πολύ καθαρά και τις πέντε μέρες, για ό,τι ζήσαμε. Έκανα μπάνιο στην παραλία, σε μία πιο ήρεμη παραλία της Λίμνης, όταν ξαφνικά γύρισα, κοίταξα πάνω και ο ουρανός ήταν γεμάτος κάπνα και ανέβηκα να δω τι γίνεται στη Λίμνη. Και εκείνη την ώρα η φωτιά είχε ξεφύγει πλέον από τη Δάφνη, που ξεκίνησε, και είχε φτάσει πάνω από τη Σπιάδα. Οπότε, ανεβαίνοντας στον κόμβο της Λίμνης, είδα τη Σπιάδα όλη από ψηλά να καίγεται. Έτσι κατάλαβα ότι ξεκινάει να αλλάζει η πραγματικότητά μας. Εντάξει, το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα είναι: «Τι μπορώ να κάνω για να βοηθήσω φίλους και γνωστούς, οι οποίοι βρίσκονται στη Σπιάδα;». Οπότε πήρα απλά το μηχανάκι και έτρεξα να δω τι μπορώ να κάνω και πήγα να βοηθήσω κάποιους φίλους που μένουν σε αυτή την περιοχή. Καθώς έφτασα εκεί, βρήκα ήδη κι άλλους φίλους να καθαρίζουν περιμετρικά το σπίτι τους και να προσπαθούνε να προετοιμαστούν για αυτό που έρχεται, χωρίς καν να ξέρουνε τι είναι αυτό που έρχεται και το μέγεθος των πραγμάτων, που επρόκειτο να συμβούν. Πέρασα κάποια ώρα εκεί, κάναμε ό,τι μπορούσαμε και μετά έφυγα από κει για να προσπαθήσω να βοηθήσω και να σώσω ένα δικό μας, ένα δικό μας τροχόσπιτο, το οποίο έχουμε σε ένα μικρό κτηματάκι δίπλα από τη θάλασσα, για να έχω τουλάχιστον και την εικόνα του τι γίνεται στα δικά μας πράγματα. Βέβαια, καθώς προσπάθησα να το προσεγγίσω, η φωτιά είχε ήδη φτάσει εκεί, τα έχει δει περικυκλώσει όλα. Είχε ήδη κάψει αρκετά από τα γύρω μέρη και ο μόνος τρόπος για να έχω πρόσβαση ήταν από θάλασσα. Οπότε πήγα με το μηχανάκι από θάλασσα. Κάπως έτσι ξεκίνησε, δηλαδή–
Δηλαδή;
Δηλαδή από πολύ μικρή ηλικία οδηγάω μοτοσικλέτες, μας έμαθε ο πατέρας μου, μιας και είμαστε και ήμασταν μία περιοχή με πολύ όμορφο δάσος, να αγαπάμε τη φύση και να κάνουμε βόλτες μέσα σε αυτή και να τη βλέπουμε. Όχι να οδηγάμε στον δρόμο. Οπότε, επειδή είμαι λάτρης του Enduro και του Motocross έχω ένα τέτοιο μηχανάκι, το οποίο μου επέτρεψε να μπορέσω να έχω πρόσβαση, ακόμα και από θάλασσα, στο χωράφι το οποίο έχουμε. Και ίσως αυτός είναι ο λόγος ο οποίος δεν κάηκε. Κάπως έτσι ξεκίνησε η φωτιά του 2021 για μένα. Εννοείται ότι έμεινα εκεί μέχρι τις 05:00 το πρωί, για να σιγουρευτούμε ότι βοηθήσαμε όλους όσους είχαν σπίτια γύρω-γύρω[00:05:00], να σβήσουμε όλα τα δέντρα που καίγανε μέχρι το ξημέρωμα, και την επόμενη μέρα στη Σπιάδα και στη Χρόνια και να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για την περιοχή.
Ο κόσμος πώς ήταν; Ήταν ανήσυχος; Ήταν οργανωμένος; Έκλαιγαν, φώναζαν, μάλωναν; Η Πυροσβεστική;
Η Σπιάδα ήταν έρημη περιοχή. Δηλαδή το πρώτο δίωρο της φωτιάς είχε δοθεί εντολή για εκκένωση και όλοι οι κάτοικοι είχανε απομακρυνθεί, είχανε τρέξει προς τη Λίμνη, είχανε φτάσει στη θάλασσα, στις παραλίες. Είχανε κάνει ό,τι καλύτερο μπορούσαν για να φύγουν μακριά από αυτό που έρχεται. Η Πυροσβεστική απλά το πρώτο δίωρο ήταν εκεί για να δίνει οδηγίες εκκένωσης και για να αποτρέπει τους ανθρώπους να πλησιάζουνε τη φωτιά και να τους δίνει εντολές να φεύγουνε από τα σπίτια τους, για να μη θρηνήσουν θύματα. Τώρα, σαν δράσεις δεν είδα κάτι την πρώτη μέρα από την Πυροσβεστική. Δεν μπορώ να μιλήσω για όλη την περιοχή. Σίγουρα δεν ξέρω τι κάναν στις Ροβιές, τι κάνανε στη Δάφνη, τι κάνανε παντού, γύρω-γύρω, αλλά εγώ είδα τη Σπιάδα και τη Χρόνια, γιατί ήμουν εκεί από τις 16:00, 15:30 η ώρα που ξεκίνησαν όλα αυτά το μεσημέρι μέχρι τις 05:00 το πρωί, που και κοιμήθηκα για μία ή δύο ώρες, μέχρι που ξημέρωσε ξανά. Σίγουρα αυτές τις ώρες δεν είδα κάτι. Είδα πυροσβεστικά οχήματα να κινούνται στην περιοχή, δεν είδα δράση. Είδα μόνο σειρήνες και κίνηση. Αυτό. Έτσι ξεκίνησαν όλα και μετά πέρασαν άλλες δύο με τρεις μέρες, εννοείται κάνοντας ό,τι μπορώ. Όχι μόνο εγώ, και όλα τα παιδιά, όλοι οι νέοι της περιοχής. Δηλαδή, δεν ήμουνα εγώ, που είμαι από τη Λίμνη και περίμενα να φτάσει η φωτιά στη Λίμνη για να κάνω κάτι. Εννοείται ότι βρέθηκα και στη Δάφνη, όταν ξαναεπέστρεψε η φωτιά, και στις Κεχριές και στη Σκεπαστή. Όπως και όλα τα παιδιά, τα οποία είναι από αυτά τα χωριά, ήτανε και στη Λίμνη, όταν έφτασε η φωτιά στη Λίμνη. Οπότε οι επόμενες μέρες πέρασαν, μετά την πρώτη μέρα, οι επόμενες μέρες πέρασαν γράφοντας χιλιόμετρα γύρω-γύρω και βοηθώντας όσο μπορούσα στην περιοχή.
Όλα αυτά τα χωριά που περιέγραψες κάηκαν.
Ναι.
Είχες αρχίσει να πιστεύεις ότι θα καεί και η Λίμνη;
Άρχισα πραγματικά να πιστεύω ότι θα καεί η Λίμνη γύρω στις 15:00 η ώρα το απόγευμα –μεσημέρι προς απόγευμα– τη μέρα που κάηκε, όταν ακόμα δεν είχε δοθεί εντολή εκκένωσης, όταν ακόμα κανένας δεν πίστευε ότι θα καεί η Λίμνη, τότε άρχισα να πιστεύω ότι θα καεί η Λίμνη, γιατί είμαστε μία περιοχή που έχει το καλοκαίρι συχνούς ανέμους. Όχι υπερβολικά δυνατούς, αλλά η φορά των ανέμων είναι η ίδια σχεδόν κάθε μέρα και τα φαινόμενα ξεκινούν κάθε μέρα στις 15:00 το μεσημέρι, 14:30 με 15:00. Οπότε, γνωρίζοντας τα φαινόμενα της περιοχής και βλέποντας τη φωτιά, γιατί βρισκόμουν στον Σταυρό κοντά, πάνω, στο χωριό Μυρτιάς εκείνες τις ώρες, βλέποντας ότι πλέον γύρισε ξανά ο αέρας σε βοριά και ότι η φωτιά βρίσκεται εκεί δεν είχε πουθενά αλλού να πάει. Πλέον ήμουν 100% σίγουρος, και εγώ και όλοι όσοι ήμασταν εκεί, ότι η Λίμνη απόψε θα καεί. Στη Σπιάδα και στη Χρόνια είχε καεί τρεις-τέσσερις μέρες πριν, προς τη μεριά της Μονής Γαλατάκη και, στην ουσία, στην ανατολική μεριά της Λίμνης είχε καεί το 2016, άρα δεν είχε δάσος για να πάρει φωτιά η μοναδική πράσινη λωρίδα οδηγούσε στη Λίμνη και ο αέρας έσπρωχνε τη φωτιά σε αυτή την πράσινη λωρίδα. Μπορεί να μην ήταν πολύ δυνατός, αλλά όταν έχει ήδη κάψει η φωτιά από πίσω και έχει μπροστά να κάψει και μόνο δρόμο προς τα εκεί, εκεί θα πάει. Δεν γίνεται να πάει κάπου αλλού. Οπότε, εκείνη ήταν η ώρα που κατάλαβα ότι πλέον ήρθε η ώρα της Λίμνης.
Και ποιες ήταν οι ενέργειές σου; Τι έκανες;
Μαζί με μία ομάδα ατόμων, που βρισκόμασταν στο Σταυρό και προσπαθούσαμε να βοηθήσουμε, αλλά σίγουρα δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι για την πυρόσβεση δάσους, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να σβήσουμε σπίτια, τα πεύκα δεν σβήνουν εύκολα, φύγαμε άμεσα και ξεκινήσαμε και ήρθαμε στη Λίμνη και πήγαμε στην ανατολική μεριά, στη μεριά της Κοκκινιάς. Ξεκινήσαμε να καθαρίζουμε σπίτια, αυλές, πολύ πριν καν δούμε φλόγες, πολύ πριν καν δοθεί εντολή εκκένωσης, να ρίχνουμε δέντρα, να απομακρύνουμε ξερά χορτάρια και δέντρα από τα σπίτια και να κάνουμε προετοιμασίες για αυτό που θα ερχότανε, γιατί ήδη το είχαμε δει να συμβαίνει αρκετές μέρες. Αφού, λοιπόν, κάναμε ό,τι μπορούσαμε, μετά ξεκινήσαμε την προετοιμασία για το βράδυ που θα ερχόταν. Αφού τα απομακρύνουμε, λοιπόν, όλα, προετοιμάσαμε τα σπίτια της από εκεί μεριάς, που θεωρούσαμε ότι ήταν το πρώτο μέρος το οποίο θα δεχότανε αυτό το χτύπημα, μετά κατεβήκαμε στο χωριό και, στην ουσία, προετοιμαστήκαμε, γιατί νύχτωνε και πλέον είχε δοθεί και η εντολή εκκένωσης ακόμα μία φορά. Είχε έρθει και το ένα και μοναδικό αεροπλάνο το οποίο έκανε ή δύο ή τρεις ρίψεις πριν νυχτώσει και μετά ξαναεξαφανίστηκε και καθόμασταν στο λιμάνι και περιμέναμε απλά να εμφανιστεί η φωτιά για να ξέρουμε πώς θα κινηθούμε. Εντάξει, εννοείται ότι έφτασε από κείνη τη μεριά η φωτιά. Πλέον είναι ιστορία, δεν είναι κάτι το οποίο ήταν στη φαντασία μας. Δεν έφτασε, όμως, μόνο από εκεί. Εμείς περιμέναμε ότι τουλάχιστον θα φτάσει μόνο στην από εκεί μεριά. Δεν θα το αφήσουνε να περικυκλώσει όλη τη Λίμνη, γιατί δεν χρειάζεται να[00:10:00] είσαι, ξέρω ‘γω, ο αρχηγός της Πυροσβεστικής, ή αρχηγός Αστυνομίας, για να καταλάβεις ότι η Λίμνη είναι ένα χωριό παραθαλάσσιο, το οποίο έχει δύο δρόμους, ο ένας να φεύγει από τη βόρεια μεριά και ο άλλος από τη δυτική και από τη νότια μεριά δεν έχει καμία διέξοδο. Δηλαδή, αν επιτρέψεις στη φωτιά να περικυκλώσει στο χωριό, έχεις ένα χωριό τελείως περικυκλωμένο, με ανθρώπους που ζούνε μέσα και δεν μπορούν να φύγουνε πουθενά. Οπότε, δεν περίμενα ότι δεν θα κάνανε προσπάθεια να σταματήσουν τη φωτιά για να μη φτάσει στη δυτική μεριά της Λίμνης. Δεν περίμενα ότι θα φτάσει εκεί ποτέ. Οπότε δεν ήμασταν ποτέ προετοιμασμένοι για να κάνουμε κάτι στη δυτική μεριά, ήμασταν μόνο στην ανατολική. Αυτό. Τώρα. Έλα, όμως, που έφτασε στη δυτική. Βέβαια, από την άλλη, δεν περίμενα να αφήσουν και τη Λίμνη χωρίς πυροσβεστικά. Δεν περίμενα να περικυκλωθεί το χωριό και να μην έχει πυροσβεστικά μέσα, δηλαδή τα δύο ή τρία πυροσβεστικά δεν μπορεί να σβήσουν ένα χωριό, δεν μπορούν να πιάσουνε όλες τις μεριές ενός χωριού, το οποίο ναι μεν από τη μία μεριά έχει θάλασσα, αλλά απ’ την άλλη μεριά ήτανε όλο μες στο δάσος, όλο μες στο πράσινο. Πάνω από το μισό χωριό ακουμπάει σε πεύκα, όχι σε ελιές. Οι ελιές και άλλα δέντρα, okay, είναι πιο εύκολα διαχειρίσιμα στην πυρόσβεση τους, αλλά τα πεύκα δεν είναι καθόλου. Δεν περίμενα, λοιπόν, να αφήσουν ένα χωριό περικυκλωμένο από φωτιές και με τόσο μικρό αριθμό πυροσβεστικών οχημάτων μέσα.
Και κινδύνευσε και η δική σας περιουσία, η επιχείρηση σας, το σπίτι σας; Τι έγινε εκεί;
Η δική μας περιουσία δεν κινδύνευσε απλά, αποτελειώθηκε. Και η επιχείρησή μας και το σπίτι μας, και νομίζω σχεδόν ό,τι είχαμε αξίας στη Λίμνη.
Ποιος σε ενημέρωσε ότι καίγεται το σπίτι σου;
Δεν με ενημέρωσε κάποιος, ήμουνα εκεί, μπροστά του. Την ώρα που πήρε φωτιά, ήμουν εκεί, δεν ήμουνα στο δρόμο που καιγόντουσαν τα πεύκα, στην είσοδο του χωριού, ήμουν ένα δρόμο ακριβώς από πάνω, στην ουσία, πάνω από το σπίτι μου. Εκεί που, τουλάχιστον σωματικά, δεν κινδύνευα. Οι θερμοκρασίες ήταν πιο ανεκτές. Προσπάθησα να βοηθήσω, να καλέσω τους υπόλοιπους, με το όχημα που έχουμε είχαμε και κάναμε πυρόσβεση σε σπίτια να πλησιάσουν, αλλά δυστυχώς δεν τα κατάφεραν, λόγω και του πανικού που επικρατούσε. Οπότε, δέκα λεπτά με ένα τέταρτο μετά τους ενημέρωσα ότι δεν υπάρχει πλέον λόγος να έρθουν εδώ και ξανά κατέβηκα στο χωριό να συνεχίσω να βοηθάω, γιατί δεν πάει να πει ότι επειδή τελείωσε για μένα πρέπει να τελειώσει και για τους υπόλοιπους. Έπρεπε να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε μέχρι το ξημέρωμα.
Δηλαδή, για να καταλάβω, ήσουν ένα δρόμο πάνω και έβλεπες να καίγεται το συνεργείο;
Έβλεπα πρώτα να καίγεται το συνεργείο και στη συνέχεια να παίρνει φωτιά και το σπίτι μου. Αλλά έπρεπε να φύγω.
Οι δικοί σου πού βρίσκονταν;
Οι δικοί μου βρίσκονταν εκτός Λίμνης. Οι δικοί μου βρισκόταν στη Χρόνια, στο χωριό Χρόνια. Οπότε ο μόνος που ήμουνα εδώ ήμουνα εγώ και ο αδερφός του πατέρα μου, ο θείος μου, ο οποίος δεν βρισκόταν στο σπίτι εκείνη τη στιγμή, βρισκόταν κάτω, στη Λίμνη, αλλά ήμασταν οι μόνοι δύο που ήμασταν μες στο χωριό.
Πότε τους ενημέρωσες ότι χάσατε το σπίτι και το συνεργείο;
Περίμενα να τους το πω το πρωί, γιατί δεν ήθελα να δημιουργήσω πανικό. Δεν θα βοηθούσε κανέναν και δεν θα ωφελούσε σε τίποτα το να δώσω μία τέτοια είδηση στους γονείς μου εκείνη την ώρα, που αυτοί ήταν μακριά και δεν μπορούσαν να έρθουν εδώ και εγώ είχα ακόμα πολλά πράγματα να κάνω, γιατί ήτανε νωρίς ακόμα το βράδυ. Δηλαδή, αυτό έγινε περίπου 01:30 με 02:00 το βράδυ και δεν σταματήσαμε μέχρι να ξημερώσει, δεν σταματήσαμε μέχρι να πιάσει μεσημέρι της επόμενης μέρας. Την είδηση οι δικοί μου την μάθανε το επόμενο ξημέρωμα, όταν πήγα από κει να με δουν ότι είμαι καλά, γιατί αυτό είναι το πιο σημαντικό, και πλέον έπρεπε να τους πω τι έχει γίνει στη Λίμνη.
Πώς αντέδρασαν;
Η μητέρα μου ήταν αρκετά ψύχραιμη και πιο συνειδητοποιημένη. Για τον πατέρα μου ήταν σίγουρα πιο δύσκολο, γιατί πέρα από το ότι έχει περάσει μία ζωή εδώ, όλα αυτά τα έχει κάνει με τον κόπο του. Δηλαδή, το σπίτι το έφτιαξε με τον κόπο του, το μαγαζί αυτό το είχε μία ζωή, δούλευε μία ζωή εκεί μέσα. Είναι οι αναμνήσεις του, είναι τα πάντα. Δεν είναι ένα κτίριο, ένα σκέτο, άψυχο κτίριο, ας πούμε, το οποίο μπορεί να το έχεις στην κατοχή σου, αλλά να μην έχεις ζήσει μέσα σε αυτό και κάηκε. Είναι οι αναμνήσεις που χάθηκαν, είναι η περιουσία σου, είναι όλα όσα έχεις κάνει μέσα αυτό το κτίριο, που σίγουρα, ακόμα και αν επισκευαστεί, δεν είναι το ίδιο. Οπότε, για τον πατέρα μου ήταν δύσκολο, ήταν σίγουρα πολύ δύσκολο.
Τώρα πού ζούνε;
Τώρα ζούνε στο διπλανό χωριό, στη Χρόνια, σε αυτό το μικρό τροχόσπιτο, το οποίο επιβίωσε από όλη αυτή την υπόθεση.
Από επιλογή είναι εκεί;
Από επιλογή, ναι.
Γιατί δεν είναι στη Λίμνη;
Δεν είναι στη Λίμνη, γιατί ακόμα δυστυχώς δεν έχουμε καταφέρει να τελειώσουμε[00:15:00] το σπίτι, για να μπορέσουν να επιστρέψουν σε αυτό. Επειδή οι διαδικασίες ακόμα μία φορά είναι πολύ μεγάλες και τα ποσά είναι ακόμα μεγαλύτερα για να επισκευαστούν κάποια πράγματα και μίας κι οι διαδικασίες μεγάλες, οι αποζημιώσεις ακόμα φαίνονται με κιάλια, είναι αρκετά δύσκολο να βρεις ένα τόσο μεγάλο κεφάλαιο, τόσο εύκολα, για να επισκευάσεις, στην ουσία, το σπίτι. Οπότε, θέλει το χρόνο του, πιστεύω, όμως, ότι είμαστε κοντά σας σε αυτό.
Εσύ είχες προλάβει να πάρεις αγαπημένα αντικείμενα, προσωπικά αντικείμενα από το σπίτι, από το συνεργείο;
Ό,τι, ό,τι, ό,τι είχα κάηκε μέσα στο συνεργείο και το σπίτι. Τα μηχανάκια μου μόνο έμειναν. Το μηχανάκι που καβαλούσα και ένα δεύτερο μηχανάκι, το οποίο ήτανε αφημένο στο σπίτι ενός θείου μου, στο οποίο και μένω αυτή τη στιγμή. Όλα τα υπόλοιπα –ίσως και κάποια ρούχα ήταν στο σπίτι του θείου μου–, όλα τα υπόλοιπα ήταν μες στο σπίτι μου και μες στο μαγαζί.
Για τι στεναχωρήθηκες περισσότερο; Για ποια απώλεια; Αντικειμένου.
Αντικειμένου;
Πρακτική πες μου και συναισθηματική.
Πραγματικά δεν με στεναχώρησε κανένα αντικείμενο. Δεν με ένοιαξε. Όλα ξαναγίνονται. Αυτό που με στεναχώρησε εκείνες τις μέρες ήτανε το πώς πήρε τα πράγματα ο πατέρας μου. Δηλαδή, είμαι 30 χρονών –ήμουν 30 χρόνων– και, καλώς εχόντων των πραγμάτων, έχω χρόνια μπροστά μου και να ξαναδουλέψω, και για να ξαναγοράσω πράγματα, και για να ξαναχτίσω σπίτια, και για να ξαναγοράσω αγαθά, και να κάνω όλα όσα θέλω στη ζωή μου. Δεν είναι το ίδιο, όμως, για κάποιον που είναι 60-65-70. Δεν έχει ούτε το χρόνο ούτε τη διάθεση να ξανακάνει όλα αυτά. Οπότε, αυτό που με στεναχώρησε είναι σαν να βλέπω τον πατέρα μου να κλαίει. Τίποτα άλλο. Ούτε το σπίτι, ούτε το μαγαζί, ούτε τα αυτοκίνητα, ούτε τίποτα άλλο. Όλα τα άλλα θα ξαναγίνουν. Μπορεί να μην πάρουμε λεφτά, μπορεί να μη μας δώσουν τίποτα, μπορεί να μας βοηθήσει κανένας, μπορεί να μη γίνουν αύριο, αλλά κάποια στιγμή θα ξαναγίνουν. Αλλά το να τραυματίσεις έναν άνθρωπο και να μην μπορεί να επιστρέψει το μυαλό του ή να μη νιώθει καλά με τον εαυτό του, να νιώθει ότι τα έχει χάσει όλα, δεν ξαναεπιστρέφει εύκολα και δεν αγοράζεται με λεφτά. Οπότε, ναι, είναι το μόνο πράγμα με στεναχώρησε.
Είπες ότι το σπίτι, το συνεργείο, η περιουσία σας κάηκε 01:00 η ώρα, αλλά έκαιγε μέχρι–
01:00-02:00 το βράδυ. Μέχρι το πρωί έκαιγε.
Ναι, και ότι συνέχισες τη δράση σου.
Ναι.
Πες μας για εκείνες τις επόμενες ώρες.
Όταν έφυγα από δω, βρεθήκαμε ξανά στην ανατολική μεριά του χωριού, η οποία και αυτή καιγόταν ακόμα, και στη βορειανατολική, στη δεύτερη, στην ουσία, είσοδο του χωριού, στο δεύτερο δρόμο. Σβήσαμε κάποια σπίτια του, τον περίγυρό από κάποια σπίτια εκεί, τα προλάβουμε, στην ουσία, να μην καούν τα σπίτια. Μετά ξανά κάτω στο χωριό βοηθήσαμε, στη νότια μεριά, κοντά στο Ναυτικό Όμιλο, στο Λιμεναρχείο, κάναμε πυρόσβεση για να μην καεί το Λιμεναρχείο και να μην καεί και ο Ναυτικός Όμιλος και σε διάφορα μέρη μες στο χωριό. Γεμίζαμε δεξαμενές με νερό και πηγαίναμε και κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε, εκεί που μπορούσαμε τουλάχιστον.
Νερό πού βρίσκατε;
Νερό πού βρίσκαμε; Κάποιες μεριές του χωριού, επειδή το χωριό δεν έχει παροχή από μία δεξαμενή όλη κι όλη, έχει από αρκετές δεξαμενές κάποιες μεριές του χωριού είχαν ακόμα νερό. Οπότε, ή γεμίζαμε από κει ή γεμίζαμε από μία μεγάλη παροχή στο κέντρο, χαμηλά, του χωριού, που φέρνει νερό στην παλιά τη βρύση, που λέμε, και τρέχει μόνιμα νερό, γιατί, στην ουσία, είναι ποτάμι, το οποίο το έχουν εκμεταλλευτεί και μπορείς να γεμίσεις και νερό για πότισμα και εκεί βρισκόμασταν και εμείς και άλλα αυτοκίνητα που κάναν το ίδιο πράγμα μες στο βράδυ και κάποιες φορές βλέπαμε και κάποια πυροσβεστικά να γεμίζουν νερό από εκεί.
Υπήρξαν στιγμές ή στιγμή που κινδύνευσες;
Σωματικά δεν νομίζω να υπήρξε στιγμή που κινδύνευσα. Ειδικά όταν βρίσκεσαι σε μία περιοχή την οποία γνωρίζεις καλά και ξέρεις κάθε στενό στο χωριό σου, κάθε δρομάκι, κάθε μονοπάτι, ξέρεις και πώς με φυλαχτείς. Ξέρεις και από πού μπορείς να ξεφύγεις, και ειδικά όταν έχεις δίπλα στη θάλασσα, είναι μία ασφάλεια, ότι από όπου και αν σε περικυκλώσει υπάρχει θάλασσα. Από κει μπορείς να ξεφύγεις, δεν χρειάζεται να έχεις βάρκα, ακόμα και κολυμπώντας, δεν καίγεσαι.
Πότε νιώσατε ασφαλείς ότι πέρασε, τελείωσε η φωτιά, δεν κινδυνεύει το χωριό;
Ότι πλέον δεν κινδυνεύει άλλο το χωριό;
Γιατί κατάλαβα ότι η φωτιά στη Λίμνη πηγαινοερχότανε.
Ναι.
Σε εμάς, ας πούμε, στην Αγία Άννα πέρασε, έκαψε, έφυγε.
Ναι. Στη Λίμνη, όταν πλέον κάηκε το χωριό και ξημέρωσε και απλά δεν είχε τίποτα άλλο να ξανακαεί, δεν είχε μείνει τίποτα άλλο να κάνει αναζωπύρωση, πλέον ήμασταν σίγουροι ότι δεν έχει κάτι άλλο να καεί. Δεν υπήρχε, δηλαδή, κάτι άλλο να ξεκινήσει καινούργια εστία. Τότε σιγουρευτήκαμε όλοι, όχι μόνο εγώ ότι ό,τι ζήσαμε ζήσαμε, τελείωσε, δεν έχει άλλο, μπορούμε να πάρουμε μία ανάσα.
Και εσύ πότε ξαναγύρισες στο μέρος σας, στο σπίτι σας, στο συνεργείο;
Εγώ γύρισα ξανά στις 04:00 το ξημέρωμα.
Είχε σβήσει πια η φωτιά.
Είχε σβήσει η φωτιά, αλλά καιγότανε[00:20:00], στην ουσία, ο κάτω όροφος του σπιτιού, στον οποίο μένει η γιαγιά μου, μες στον οποίο μπήκα και τον έσβησα, μαζί με ένα φίλο μου, με νερό από τον ηλιακό θερμοσίφωνα, ο οποίος ευτυχώς είχε κρατήσει κάποιος κουβάδες και ήταν αρκετοί για να σβήσουμε το σπίτι, γιατί το δίκτυο δεν είχε νερό. Και ξανά, όταν ξημέρωσε, για να δούμε, στην ουσία, ποιο είναι το τελικό αποτέλεσμα. Δηλαδή, περίπου στις 07:30-8:00 η ώρα ξαναήρθα στη Λίμνη, ξαναήρθα στο σπίτι, όχι στη Λίμνη, γιατί στη Λίμνη βρισκόμουν, ξαναήρθα να δω τι γίνεται.
Και, Παύλο, το σπίτι που βρισκόμαστε τώρα;
Το σπίτι που βρισκόμαστε τώρα είναι ενός θείου που ζει στο εξωτερικό και μας το έχει δώσει για να μένουμε και να…
Αυτό πώς σώθηκε;
Αυτό σώθηκε, γιατί μέσα στον πανικό πέρασα και από αυτό το σπίτι να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ. Μάζεψα τέντες, απομάκρυνα τα πάντα από το προαύλιο χώρο, με το λίγο νερό που είχε, επειδή είναι πιο χαμηλά από το υπόλοιπο δίκτυο, έβρεξα όλη την πρόσοψη του σπιτιού και, μόλις πλέον δεν υπήρχε τίποτα άλλο να κάνω και τα είχα απομακρύνει όλα, απλά έφυγα. Οπότε, αυτός ήταν ο μόνος λόγος που σώθηκε νομίζω, γιατί όταν ήρθα το ξημέρωμα και σβήσαμε το σπίτι της γιαγιάς μου, στις 04:00 το πρωί, μαζί με αυτό το φίλο, κατεβήκαμε και εδώ να δούμε αν έχει μείνει κάτι και πραγματικά μείναμε και οι δύο έκπληκτοι, που αυτό το σπίτι δεν είχε καεί, γιατί ήταν πραγματικά μέσα στο πράσινο. Είχε παντού γύρω του πεύκα.
Βλέπω στο τζάκι έχεις πεύκα.
Ναι.
Τα καμένα;
Τα καμένα, ναι, για λίγα χρόνια ακόμα δεν θα μείνουμε από ξύλα.
Πώς αισθάνεσαι κάθε φορά που βάζεις ένα καμένο πεύκο στο τζάκι;
Δεν είναι καθόλου ωραίο, γιατί δεν είναι απλά καμένα πεύκα από το δάσος, είναι πεύκα έξω από το σπίτι μου. Είναι πεύκα τα οποία σκαρφάλωνα, όταν ήμουν μικρός, στα οποία έπαιζα. Δεν φαντάστηκα ποτέ ότι θα τα κάψω, ότι θα τα ξανακάψω στο τζάκι μου, όχι ότι θα τα κάψω. Δεν φαντάστηκα ποτέ ότι θα τα δω σε αυτή τη μορφή και ότι πλέον το μόνο που θα μπορούν να δώσουν για μένα είναι ζεστασιά στο τζάκι. Οπότε, δεν είναι ωραίο.
Έχεις ταξιδέψει σε τόσα μέρη αναζητώντας δουλειά, χρήματα, τώρα σκέφτηκες να φύγεις;
Τώρα δεν θέλω να φύγω, θέλω να μείνω, να στηρίξω την περιοχή, θέλω να ζήσω τη ζωή μου εδώ, θέλω να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ, αλλά, για να τα κάνω όλα αυτά, πρέπει και εγώ να μπορώ αλλά πρέπει και να μου δοθεί η ευκαιρία. Δεν θέλει μόνο ένα μέρος, δεν θέλει μόνο τη δική μου τη μεριά να το θέλει. Αν φύγουν όλοι οι υπόλοιποι, γιατί δεν υπάρχουνε δουλειές, τότε τι θα κάνω εγώ μόνος μου εδώ;
Έχει φύγει κόσμος;
Σίγουρα έχει φύγει κόσμος.
Από δικούς σου;
Από τους δικούς μου όχι, αλλά σίγουρα έχει φύγει κόσμος των οποίων τα επαγγέλματα δεν υπάρχουν πια ή, αν δεν έχει φύγει ακόμα, σίγουρα απασχολείται με τις υλοτομίες, με τους καθαρισμούς, με όλα αυτά, αλλά όλα αυτά θα τελειώσουν. Τότε φοβάμαι το τι θα γίνει, γιατί στην περιοχή είχε ρετσινάδες, είχε υλοτόμους, είχε πολλά επαγγέλματα, τα οποία στηρίζονταν από το δάσος. Αυτοί αυτή τη στιγμή απασχολούνται. Υπάρχει κάτι να κάνουνε. Υπάρχει ακόμα καθαρισμός της τεράστιας έκτασης, της τεράστιας καμένης έκτασης. Σε δύο χρόνια, όμως, δεν θα υπάρχει.
Παύλο, να υποθέσω ότι το καλοκαίρι οι φίλοι σου από Αθήνα, από άλλες πόλεις, ερχόντουσαν το καλοκαίρι εδώ να σε δουν;
Ναι.
Τους φιλοξενούσες και τέτοια.
Ναι, ναι, εννοείται.
Πέρσι ήρθαν;
Πέρσι ήρθανε, όπως και κάθε χρόνο, δεν άλλαξε κάτι για αυτούς επειδή το χωριό δεν φαινόταν το ίδιο. Έχουν και αυτοί κάτι που τους δένει σε αυτό το χωριό, μπορεί να μη μεγάλωσαν εδώ, αλλά είναι φίλοι μου.
Ωστόσο, η πρώτη εντύπωση, τα σχόλια τους, θυμάσαι κάτι χαρακτηριστικά;
Δεν θυμάμαι πραγματικά κάτι χαρακτηριστικά, γιατί δεν έρχονται εδώ, νομίζω, για τη Λίμνη οι φίλοι μου, έρχονται για μένα. Οπότε, είναι χαρούμενοι να με βλέπουν να είμαι καλά. Το τι γίνεται γύρω μας είναι άλλο πράγμα.
Εντάξει, βρε παιδί μου, όμως, ήταν ένα πανέμορφο χωριό–
Σίγουρα, σε κανέναν δεν άρεσε, αλλά, εντάξει, είμαστε ακόμα μικροί σε ηλικία θα τα ξαναδούμε έστω λίγο καλά, όχι ίδια, αλλά έστω λίγο καλά.
Σ’ ευχαριστώ πολύ.
Εγώ σας ευχαριστώ.
Φωτογραφίες

Ο Παύλος Γαρυφάλλου
Ο αφηγητής
Περίληψη
Ο Παύλος Γαρυφάλλου ήταν 30 ετών όταν είδε το χωριό του, τη Λίμνη, να καίγεται μαζί με την υπόλοιπη Βόρεια Εύβοια. Με φίλους και συγχωριανούς βοήθησε να σωθούν περιουσίες στη Σπιάδα, στη Χρόνια, στη Δάφνη, στις Κεχριές, στη Σκεπαστή και, φυσικά, στο χωριό του. Δεν κατάφερε, όμως, να σώσει το δικό του σπίτι και την οικογενειακή επιχείρηση. Όλα του τα προσωπικά αντικείμενα έγιναν στάχτη. Τίποτα από αυτά δεν τον ένοιαξε, παρά το κλάμα του πατέρα του, όταν αναγκάστηκε να εκκενώσει το σπίτι τους.
Αφηγητές/τριες
Παύλος Γαρυφάλλου
Ερευνητές/τριες
Δέσποινα Κουρέλλου
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
31/01/2023
Διάρκεια
24'
Περίληψη
Ο Παύλος Γαρυφάλλου ήταν 30 ετών όταν είδε το χωριό του, τη Λίμνη, να καίγεται μαζί με την υπόλοιπη Βόρεια Εύβοια. Με φίλους και συγχωριανούς βοήθησε να σωθούν περιουσίες στη Σπιάδα, στη Χρόνια, στη Δάφνη, στις Κεχριές, στη Σκεπαστή και, φυσικά, στο χωριό του. Δεν κατάφερε, όμως, να σώσει το δικό του σπίτι και την οικογενειακή επιχείρηση. Όλα του τα προσωπικά αντικείμενα έγιναν στάχτη. Τίποτα από αυτά δεν τον ένοιαξε, παρά το κλάμα του πατέρα του, όταν αναγκάστηκε να εκκενώσει το σπίτι τους.
Αφηγητές/τριες
Παύλος Γαρυφάλλου
Ερευνητές/τριες
Δέσποινα Κουρέλλου
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
31/01/2023
Διάρκεια
24'