Δουλεύοντας σε ταξί: η 28χρονη Ελένη αφηγείται
Ενότητα 1
Πώς προέκυψε το μεταπτυχιακό από τη δουλειά στο ταξί
00:00:00 - 00:04:08
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ονομάζομαι Μέμτσα Βασιλική, είμαι Ερευνήτρια στο Istorima και είμαι μαζί με την Αφηγήτρια Ελένη Τροκάνα και η μέρα είναι Τετάρτη 4 Μαϊου τ…και -πώς είναι η τύχη σου;- εγώ ακόμη μπορεί να μην είχα κάνει. Αυτό ήταν έτσι κάτι που αποκόμισα τουλάχιστον απ' αυτήν τη δουλειά σίγουρα.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΘέματα
Ενότητα 2
Η πρώτη μέρα στη δουλειά
00:04:08 - 00:07:56
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Θυμάσαι την πρώτη μέρα της δουλειάς σου στο ταξί; Δηλαδή- Βέβαια- Πώς ένιωθες; Ό,τι θες να μου περιγράψεις. Σαν χθες θυμάμαι πώς ήτ…α οικογένεια, ας πούμε, που ο καθένας είναι ένας αριθμός. Και ήταν έτσι, δεν ξέρω, δεν υπήρχε χώρος στον εγκέφαλο. Το άγχος τα έσβηνε όλα.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 3
Δύσκολες καταστάσεις και περιστατικά στο ταξί
00:07:56 - 00:20:23
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Τον πρώτο μήνα που είπες ότι γυρνούσες με κλάματα στο σπίτι ήταν, για ποιο λόγο ας πούμε; Τι δύσκολες καταστάσεις... Ήταν σίγουρα απ' το…ρόνια στο ταξί και έμπειρος, οπότε πληρώθηκε. Γιατί δεν υπήρχε περίπτωση να έφευγε χωρίς να πληρωθεί. Εμένα δεν θα με είχε πληρώσει ποτέ.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 4
Αγένεια και άλλα περιστατικά
00:20:23 - 00:29:12
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Υπήρχαν, ας πούμε, πελάτες που να είναι αγενείς ή να 'ναι του τύπου… Να σε βλέπουν ας πούμε κάπως υποτιμητικά; Για παράδειγμα να σου μιλάνε … και μόνο γι' αυτόν τον λόγο, για 2 ώρες, ας πούμε. Ήτανε έτσι, δεν… Είναι πάρα πολλά. Ξεκινάς και δεν ξέρεις τι θα σου τύχει. Ειλικρινά.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 5
Ωράρια και κέρδος
00:29:12 - 00:41:46
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Με το οικονομικό, πως είναι γενικά να δουλεύεις σε ταξί; Υπάρχει κάτι σταθερό; Είναι… Μπορεί τη μία μέρα να μπεις μέσα, δηλαδή να μην έχε…ν μπορεί να καταλάβει με τι άγχος αυτός ο άνθρωπος βγαίνει στο δρόμο και δεν ξέρει αν στα επόμενα 5 μέτρα θα έχει αμάξι να δουλέψει ή όχι.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΘέματα
Ενότητα 6
Οι συναδελφικές σχέσεις
00:41:46 - 00:45:48
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Η σχέση σου με τους συναδέλφους πώς ήτανε; Ήτανε καλές; Υπήρχανε δυσκολίες; Δεν είχα πολλές σχέσεις, γιατί είχα πολύ συγκεκριμένες σχέσει…ίνες τις ηλικίες. Ή δεν περιμένεις να μπεις σ' ένα ταξί και να δεις εκείνον τον οδηγό με το μουστάκι το τεράστιο και το κομπολόι στο χέρι.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 7
Εργασία σε πρατήριο καυσίμων
00:45:48 - 00:50:47
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Και μετά το ταξί με τι ασχολήθηκες; Μετά έπιασα δουλειά σ' ένα πρατήριο με καύσιμα, γιατί ήθελα και κάτι πιο σταθερό, λόγω του ότι δεν εί…που έτσι το είπα αυτό -για την προηγούμενη ερώτηση που μου έκανες- όντως έχει τύχει μια φορά να με ντροπιάσουνε πάρα πολύ, που το θυμήθηκα.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΘέματα
Ενότητα 8
Αναδρομή σε ντροπιαστικό και προσβλητικό περιστατικό
00:50:47 - 00:53:45
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ήταν ένα πρωί που είχα κάτσει στην πιάτσα του καζίνο. Ήταν γύρω στις 8 το πρωί και βγαίνουνε 2 τύποι, οι οποίοι ήταν από την Πάτρα. Γύρω στα…, ας πούμε, «εντάξει. Α, πόσο είναι 100-120 ευρώ; Εντάξει, θα της τα δώσουμε». Δηλαδή δεν ξέρω πώς του πέρασε απ' το μυαλό αυτό το πράγμα.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 9
Η αγάπη για το ταξί και τα όνειρα για το μέλλον
00:53:45 - 00:59:18
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Αν σου έλεγα να επιλέξεις μια απ' τις… Είτε το ταξί, είτε το βενζινάδικο, το πρατήριο, θα μπορούσες να επιλέξεις; Ναι, άνετα. Θα πήγαινα …άνεις, ή αν έχεις κι ακόμα κι ανάγκη από επιβίωση, σίγουρα είναι ζόρικο, αλλά ποτέ δεν είναι ακατόρθωτο. Αυτό! Ευχαριστώ πολύ! Κι εγώ!
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΘέματα
[00:00:00]Ονομάζομαι Μέμτσα Βασιλική, είμαι Ερευνήτρια στο Istorima και είμαι μαζί με την Αφηγήτρια Ελένη Τροκάνα και η μέρα είναι Τετάρτη 4 Μαϊου του 2022 και είμαστε στη Θεσσαλονίκη. Ωραία, Ελένη. Πες μου λίγα λόγια για 'σένα. Ποια είσαι, από πού είσαι, τι σπούδασες;
Λοιπόν, να πω καλησπέρα κι από 'μένα, λόγω της ώρας. Όπως προανέφερες ονομάζομαι Τροκάνα Ελένη, είμαι 28 ετών, ζω στη Θεσσαλονίκη, συγκεκριμένα στα περίχωρα. Έχω τελειώσει οικονομικές επιστήμες. Έχω επίσης, κάνει κι ένα μεταπτυχιακό πάνω στη λογιστική. Αυτή τη στιγμή εργάζομαι στην οικογενειακή μας επιχείρηση που ασχολείται με την τροφοδοσία στο χονδρεμπόριο. Και γενικότερα έχω περάσει από πάρα πολλές δουλειές στη ζωή μου. Και νομίζω ότι μία ήταν αυτή που με στιγμάτισε. Όταν ήμουνα περίπου 23-24 χρονών αποφάσισα να δουλέψω σαν οδηγός ταξί.
Πώς προέκυψε αυτή η ενασχόλησή σου με το ταξί;
Το έκανε ο μπαμπάς μου σαν δεύτερη δουλειά και γενικά κι από πιο μικρή ηλικία… Εγώ βασικά είχα ξεκινήσει -όχι ότι είναι καλό αυτό, ή σωστό, αλλά έπιασα πρώτη φορά τιμόνι 12 χρονών. Οπότε, είχα φτάσει σε μία ηλικία των 15 που οδηγούσα. Το δίπλωμα το πήρα για τυπικούς λόγους. Στα 16 ξεκίνησα να οδηγάω τριαξονικό, το οποίο κάποια στιγμή ήθελα να βγάλω και δίπλωμα γι' αυτό. Μου άρεζε το αυτοκίνητο. Και είχα τον μπαμπά μου ξέρω 'γω: «Να, ανέβα, βοήθησέ με». Αλλά περισσότερο ήταν η ανάγκη ότι ήθελα να μαζέψω χρήματα για να κάνω μεταπτυχιακό. Δηλαδή σαν πρότερος στόχος ήταν αυτό. Βέβαια, το μεταπτυχιακό ήρθε εντελώς αναπάντεχα και μέσα απ' αυτή τη δουλειά. Διότι μία μέρα, καθώς καθόμουνα στο αεροδρόμιο και περίμενα τη σειρά μου για να παραλάβω, μπήκε μέσα ένας κύριος εμφανίσιμος έτσι, με το κουστούμι του. Και άρχισε να μιλάει στο τηλέφωνο και γενικά έλεγε για κάτι συνέδρια λογιστικής και τα λοιπά. Και πήρα το θάρρος, τον ρώτησα από πού ερχόταν. Μου είπε από ένα συνέδριο λογιστικής στην Κύπρο. Πηγαίναμε θυμάμαι στην Τριανδρία, Τούμπα, κάπου εκεί πέρα. Και του είπα ότι κι εγώ, ας πούμε, έχω σπουδάσει οικονομικά και θέλω να κάνω ένα μεταπτυχιακό στη λογιστική, και δουλεύω στο ταξί για να μπορέσω να συγκεντρώσω τα χρήματα, διότι είχε κάπου γύρω στα 8 χιλιάρικα; 5; Ένα 5 και ένα 8, αν θυμάμαι καλά. Και μου λέει: «Γιατί δεν κάνεις αίτηση με υποτροφία;». Λέω: «Ποια υποτροφία;». Και άρχισε μου είπε έναν κανονισμό, τον οποίον εγώ… Μου είχε διαφύγει εντελώς και νομίζω ότι ο περισσότερος κόσμος δεν το ξέρει, ότι στα μεταπτυχιακά το 30 τοις εκατό μπορεί να είναι με υποτροφία οι εισακτέοι. Και εν τέλει αυτός ο άνθρωπος ήταν καθηγητής στο μεταπτυχιακό. Και αν δεν έμπαινε ο συγκεκριμένος άνθρωπος στο ταξί, να πιάσουμε την κουβέντα, για να μου πει να κάνω τα χαρτιά μου, τα οποία μπήκα να τα κάνω και οι προθεσμίες είχανε λήξει. Εκείνη τη στιγμή, εγώ έψαχνα εκείνο το διάστημα, έτσι μια μέρα που καθόμουν στην πιάτσα, να βρω κάποιο παρεμφερές μεταπτυχιακό και εντελώς τυχαία βλέπω παράταση της προθεσμίας. Εν τέλει έκανα τα χαρτιά μου. Πάω Δευτέρα στο μάθημα, Τρίτη στο μάθημα. Και Τετάρτη μπαίνει αυτός ο άνθρωπος να μου κάνει μάθημα. Και πάω και του λέω: «Με θυμάστε; Εγώ είμαι η κοπέλα απ' το ταξί, απ' το αεροδρόμιο;». Και… Δηλαδή αν δεν έμπαινε στο ταξί ο συγκεκριμένος άνθρωπος και -πώς είναι η τύχη σου;- εγώ ακόμη μπορεί να μην είχα κάνει. Αυτό ήταν έτσι κάτι που αποκόμισα τουλάχιστον απ' αυτήν τη δουλειά σίγουρα.
Θυμάσαι την πρώτη μέρα της δουλειάς σου στο ταξί; Δηλαδή-
Βέβαια-
Πώς ένιωθες; Ό,τι θες να μου περιγράψεις.
Σαν χθες θυμάμαι πώς ήτανε. Που, ας πούμε, είχα πάρει το αυτοκίνητο… Εντάξει, 150 παλμοί η καρδιά. Είχα κάτσει στην πιάτσα. Μπήκε μία κυρία, πήγαμε μια κοντινή απόσταση, την άφησα. Μπήκε ένας άλλος κύριος. Μια ακόμα πιο κοντινή απόσταση και ξαναγύρισα στην πιάτσα. Και το τρίτο δρομολόγιο ήταν πάρα πολύ περίεργο. Δηλαδή μπήκε ένας, έτσι, περίεργος άνθρωπος, ο οποίος… Κατεβήκαμε θυμάμαι στην Αριστοτέλους. Δεν ξέρω τι ακριβώς έκανε, πάντως νόμιμο δεν ήταν καθόλου! Έκανε μια τύπου δοσοληψία. Εκεί λίγο, άρχισε να στροφάρει το κεφάλι μου και να σκέφτομαι διάφορα πράγματα, τα οποία δεν [00:05:00]είναι νόμιμα και τον γύρισα πίσω. Δεν ξέρω τι έκανε, ούτε μπήκα στον κόπο να ρωτήσω, γιατί νομίζω λίγο φοβήθηκα. Αλλά γενικά θυμάμαι ότι τον πρώτο μήνα γυρνούσα σπίτι με κλάματα κι έλεγα ότι: «Δεν θέλω να ξαναπάω. Δεν μπορώ, δεν μπορώ, δεν μπορώ». Αυτό. Μετά το συνήθισα όμως, εντάξει. Ήτανε δύσκολο και νομίζω ότι, ακόμα είναι δύσκολο σαν δουλειά. Τώρα βέβαια ανεβαίνουνε και περισσότερες γυναίκες, αλλά οι περισσότερες είναι 40-50 χρονών. Δύσκολα θα βρεις νέα κοπέλα να το κάνει αυτό. Έχει τύχει να απορριφθώ, να με απορρίψουν δηλαδή, για το λόγο του ότι ήμουνα μικρή. Ή μου έτυχε πάρα πολλές φορές να με έχει σταματήσει η Τροχαία στο δρόμο, γιατί τους φαινότανε πάρα πολύ περίεργο. Νόμιζαν ότι δεν έχω χαρτιά. Ότι είμαι παράνομη. Με κοιτούσανε περίεργα. Δηλαδή ψάχναν να μου βρούνε κάτι στο δίπλωμα, στην άδεια, στην ασφάλεια, κάτι να βρούνε. Και μετά μου έλεγαν: «Μπράβο». Ή έχει τύχει, επειδή συνήθως το ταξί και με βάση το αεροδρόμιο έχουνε ειδικές τιμές σε καφέδες, είναι σαν προσωπικό ας πούμε του αεροδρομίου, και να μην μου χρεώνουνε τη χρέωση του προσωπικού, γιατί δεν πίστευαν. Έπρεπε να φέρω χαρτί ότι δουλεύω σαν οδηγός ταξί, για να μην πάρω έναν καφέ ας πούμε 5 ευρώ και να τον πάρω 1,5 ευρώ. Κάπως έτσι.
Εσύ -θα πάω πάλι στην πρώτη μέρα- πριν, δηλαδή όταν πήρες την απόφαση να δουλέψεις και έφτασε η πρώτη μέρα, πριν μπεις στο ταξί, ας πούμε, πώς ένιωθες γι' αυτήν την καινούρια εμπειρία; Ήσουν ενθουσιασμένη; Υπήρχανε δισταγμοί; Πώς το βίωσες;
Νομίζω ότι είχα τόσο άγχος, που δεν υπήρχε χώρος για ενθουσιασμό ή διστακτικότητα. Έλεγα, απ' τη μία ήμουνα χαρούμενη, γιατί κακά τα ψέματα, ήταν κάτι έτσι λίγο πρωτόγνωρο και σου ερχόταν και ένας δυναμισμός σαν χαρακτήρα. Δηλαδή ο χαρακτήρας μου έχει αλλάξει πάρα πολύ. Δεν ήμουνα άτομο ούτε που θα μάλωνε, ούτε που θα διεκδικούσε το δίκιο του. Ας πούμε, αν μου έπαιρνε κάποιος τη σειρά στο δρόμο ή στην τράπεζα ή οπουδήποτε, θα έλεγα: «Δεν πειράζει». Αλλά στο ταξί δεν μπορείς να είσαι έτσι. Είναι αυτοάμυνα. Και επίσης σκεφτόμουν, έτσι, τις συμβουλές: «Μη μιλάς, μην κάνεις, μην πιάνεις πολλές παρτίδες». Γιατί είναι πολύ περίεργος κλάδος. Δηλαδή είναι σαν μια τεράστια οικογένεια, ας πούμε, που ο καθένας είναι ένας αριθμός. Και ήταν έτσι, δεν ξέρω, δεν υπήρχε χώρος στον εγκέφαλο. Το άγχος τα έσβηνε όλα.
Τον πρώτο μήνα που είπες ότι γυρνούσες με κλάματα στο σπίτι ήταν, για ποιο λόγο ας πούμε; Τι δύσκολες καταστάσεις...
Ήταν σίγουρα απ' το άγχος, από το στρες. Και εγώ, όταν ανέβηκα στο ταξί, δεν ήξερα να στρίψω στην Μπότσαρη. Δηλαδή δεν είχα ιδέα, πού πέφτει το Κορδελιό, πού πέφτει ο Εύοσμος. Ιδέα όμως. Ήξερα 2-3 δρόμους, την Όλγας, Τσιμισκή, Εγνατία, Παραλιακή. Αυτά. Το, αν η Μπότσαρη ήτανε πιο κάτω απ' την Μαρτίου, ας πούμε, ή στενά ή όχι στενά, δεν είχα ιδέα. Επίσης, ήταν και το άγχος ότι, όταν ο άλλος παίρνει ένα ταξί, θέλει να πάει γρήγορα. Δεν μπορείς εσύ να πηγαίνεις κανονικά στον δρόμο, ας πούμε, σαν να πηγαίνεις τη βόλτα σου και να μην σε αγχώνει κάτι. Ή μπορεί να σου έκαναν παρατηρήσεις για το τι θα φορέσεις, γιατί ο περισσότερος κόσμος δεν ξέρει ότι σ' αυτήν την δουλειά υπάρχει κι ένα συγκεκριμένο dresscode, που απαγορεύει τα αμάνικα ή απαγορεύει τα σορτσάκια ή τα πολύ κοντά παντελόνια. Βέβαια αυτά είναι και λίγο οπισθοδρομικό. Γιατί πλέον οι εποχές έχουν αλλάξει, κι αυτός ο εσωτερικός κανονισμός έχει γραφτεί και θεσπιστεί με βάση το ότι το ταξί είναι ένα ανδροκρατούμενο επάγγελμα. Πλέον, που απαρτίζεται και σε ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό από γυναίκες, νομίζω ότι κάποια στιγμή πρέπει λίγο να αλλάξει αυτό. Αυτό με άγχωνε. Και γενικά ότι με κοιτούσανε περίεργα. Γιατί τώρα πλέον έχουμε φτάσει σε μια περίοδο που αποσύρονται οι παλαιοί και έρχονται οι νεότεροι. Οπότε είναι λίγο πιο open mind, έτσι ανοιχτόμυαλοι. Αλλά τώρα, όταν ένας, γύρω στα 60-70, λίγο πριν βγει στη σύνταξη, κοιτάει γυναίκα στο ταξί, δεν του κάθεται και καλά νομίζω. Είναι λίγο περίεργα. [00:10:00]Οπότε, να, λίγο με στραβοκοιτούσαν. Θυμάμαι την πρώτη μέρα που πήγα σε πιάτσα, είχα βγει να καθαρίσω απ' έξω και ήρθε ένας και με ρώτησε: «Ταξί», λέει, «ψάχνετε; Από 'κει είναι η πιάτσα». Και μου έκανε τόσο εντύπωση. Και του λέω: «Δεν ψάχνω ταξί, το οδηγάω το ταξί». Και γενικά ήτανε λίγο… Σίγουρα μπορεί, δεν πρέπει να θεωρείσαι και έκφυλη. Έτσι; Γιατί σε κοιτάνε… Υπάρχουνε πολύ κουτσομπολιό να το πω; Όλοι το βλέπουνε σαν ότι ψάχνεις να βρεις κάποιον άντρα ή κάτι τέτοιο. Ή και οι πελάτες ακόμα. Δηλαδή, μου έχει τύχει ή να μου πιάσουν το χέρι ή να με επιλέξουν γιατί είμαι γυναίκα. Αλλά έχει τύχει κιόλας να μου πούνε: «Εγώ δεν θέλω να πάω, γιατί είσαι πολύ μικρή». Ή «Δεν θέλω να πάω, γιατί δεν μπορείς να μου κουβαλήσεις τις βαλίτσες». Έχει διάφορα περιστατικά νομίζω. Θυμάμαι μια φορά, αυτό που μου είχε κάνει έτσι απ' την πιο κραυγαλέα εντύπωση ότι, είχα πάρει ένα ζευγάρι από ένα παραλιακό μαγαζί για μια πάρα πολύ κοντινή απόσταση, γύρω στα 10 λεπτά, για να πάμε στο ξενοδοχείο. Σε κάποια στιγμή, το ζευγάρι δεν καθότανε. Άρχισε να φιλιέται μες στο ταξί; Να φιλιέται όμως, πάρα πολύ έντονα και σκεφτόμουν από μέσα μου κι έλεγα: «Μα καλά, δεν ντρέπονται; Τι κάνουν; Δεν μπορούν να περιμένουν, ας πούμε; Τόσο έρωτας πια; Να πάμε στο ξενοδοχείο;». Όταν ήρθε η ώρα να στρίψω στο ξενοδοχείο -αγγλικά μιλούσανε, δεν ξέρω τι καταγωγής ήτανε- μου λέει ο άντρας ότι: «Μη στρίβεις, μην τυχόν και στρίψεις. Συνέχισε ευθεία». «Μα», του λέω, «γιατί;». «Είναι η γυναίκα μου», λέει, «μέσα και δεν θέλω να με δει». Είχε πάει, προφανώς είχε γνωρίσει στο ξενοδοχείο, την ερωμένη του; Την είχε φέρει μαζί του; Δηλαδή τέτοια περιστατικά νομίζω είναι άπειρα. Και έχω ακούσει -εμένα δεν μου 'χει τύχει- πολλές φορές, ότι ας πούνε βρίσκουνε και βέρες στο ταξί, από γυναίκες ή άνδρες, που τα βγάζουνε. Μου έχει τύχει να πάρω επίσης μία πάρα πολύ όμορφη κοπέλα, πάρα πολύ σικάτη, που έτσι όπως τη βλέπεις λες ότι θα πηγαίνει σε κάποιο ανατολικό προάστιο, σε κάποιο ωραίο σπίτι. Και να πάμε στα πορνεία. Και εκεί κατάλαβα ότι, τη δουλειά που κάνει εν πάσει περιπτώσει. Όχι ότι είναι ντροπή, προς Θεού, έτσι; Δηλαδή λίγο -το ταξί σε κάνει- λίγο ψυχολόγο. Περιμένεις, κάθε μέρα είναι εντελώς διαφορετική. Περιμένεις να βρεις έτσι… Δεν ξέρεις τι θα σου τύχει; Ποιος θα μπει μέσα; Τι θα σου πει; Τι θα κάνει; Αν είναι νευρικός, αν όχι. Είναι μια έκπληξη γενικότερα.
Υπήρχαν -τώρα που είπες για ψυχολόγο- υπήρχαν πελάτες ας πούμε, τύπου από ένα βράδυ για παράδειγμα, που να σ' έβαζαν στο κλίμα της δικής τους προσωπικής ζωής και να σου ζητούσαν τη γνώμη σου, για παράδειγμα;
Πάρα πολλές φορές! Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι, είχα πάρει έναν ηλικιωμένο από το καζίνο, ο οποίος είχε έρθει από την Σουηδία, αν θυμάμαι καλά; Μπορεί να κάνω και λάθος σ' αυτό. Ήρθε βράδυ. Πήγε με τα πόδια, απ' το αεροδρόμιο στο καζίνο. Και ξεκίνησε την άλλη μέρα το πρωί, για να πάει στο σπίτι του στη Χαλκιδική, στους δικούς του, γιατί δεν ήθελε να ανακαλύψουν οι δικοί του ότι πήγε κι έπαιξε λεφτά στο καζίνο και ήρθε μία μέρα νωρίτερα. Μου είχε πει για την αδερφή του η οποία ήτανε κλεπτομανής. Ότι της έβαζαν μες στο σπίτι πράγματα επίτηδες για να τα κλέβει. Για την άλλη του την αδερφή και στο τέλος μου έδωσε για μπουρμπουάρ 5 ζευγάρια κάλτσες, που είχε πάρει απ' τα duty free, μία πάρα πολύ ωραία κρέμα ημέρας. Την έδωσα σε μια συνάδελφό μου στο ταξί. Και κάτι νομίσματα, δεν ξέρω από πού τα είχε βρει. Αλλά, γενικά έχει πολλούς ανθρώπους. Ας πούμε, μία κυρία είχα πάρει, που είχε πεθάνει ο άντρας της, έτσι πρόσφατα. Είχα μια άλλη κυρία πελάτισσα πάρα πολύ συχνά, η οποία ήτανε 3 φορές χήρα. Και κάθε φορά που κάναμε τη συγκεκριμένη διαδρομή και περνούσαμε από πάνω απ' το Καυταντζόγλειο απ' τη ΔΕΥΑ, ξεκινούσε την ίδια ιστορία για τον άντρα της που δούλευε στη ΔΕΗ. Τα είχα ακούσει 500 φορές. Ο καθένας είναι με τον πόνο του, αρκεί να ξεκινήσει να μιλάει.
[00:15:00]Που μου είπες πριν για… Ότι υπήρχε, ας πούμε, και το ότι σου έπιασαν το χέρι, ο,τιδήποτε, υπήρχαν κάποιες πιο καταστάσεις που να ένιωσες ακόμη πιο άβολα; Ας πούμε να 'τανε ακόμη πιο...
Όχι. Γιατί ας πούμε εγώ πρόσεχα πάρα πολύ και κρατούσα τις αποστάσεις μου, ακόμα και στο τι θα βάλω. Και πάντα στο ταξί, όταν ανέβαινα, ξεχνούσα τη θηλυκότητά μου. Δηλαδή, ακόμα κι ο τρόπος που περπατούσα, ήτανε ανδρικός. Περπατούσα σαν νταλικέρης. Χωρίς να θέλω να θίξω τους ανθρώπους, εμένα μ' αρέσει πάρα πολύ το επάγγελμα αυτό. Αλλά δεν έπρεπε να είσαι, να περπατάς σαν γυναίκα ή να φέρεσαι για γυναίκα. Οι κινήσεις μου, απ' τη στιγμή που ανέβαινα στο ταξί, δεν ήταν λεπτεπίλεπτες, δεν ήταν θελκτικές. Έτσι; Ή ακόμα και πρόσεχα αυτά που θα πω, τον τρόπο που θα κάτσω, ήτανε πιο ανδρικός. Γιατί πρέπει να είσαι και λίγο συμμαζεμένος. Δηλαδή, που κάνεις αυτή τη δουλειά, δεν πρέπει να προκαλείς. Παρόλα αυτά υπήρξαν πολλές φορές στο δρόμο, ας πούμε, που θα συναντιόμασταν σε κάποιο φανάρι με κάποιον νεαρό ή με νεαρούς που επέβαιναν σε άλλα αυτοκίνητα, που θα με 'κλειναν τον δρόμο ή θα μου μάρσαραν το γκάζι. Γιατί θα ήθελαν να κάνουμε κόντρα ή κάτι τέτοιο. Φυσικά δεν τα δίνεις σημασία αυτά, αλλά σίγουρα, όταν ανεβαίνεις σ' ένα ταξί -όχι ότι είσαι όμορφος πάρα πολύ ή όμορφη- αλλά σίγουρα είναι κάτι που τραβάει τα βλέμματα. Δηλαδή σε κοιτάνε, γιατί είναι περίεργο. Ειδικά σε μία τέτοια ηλικία ας πούμε. Νομίζω ότι είναι περίεργο. Αλλά όχι. Η μόνη φορά νομίζω που φοβήθηκα, αλλά όχι για τέτοιο πράγμα, ήτανε έτσι, ένα καλοκαίρι. Πρέπει να ήτανε 10 η ώρα, που μπήκανε 2 μεθυσμένοι -ζευγάρι ήτανε, Άγγλοι νομίζω;- και ξεκινήσαμε να πηγαίνουμε μέσα σε ένα σημείο στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης, το οποίο είχε χωματόδρομο και ήτανε πίσσα σκοτάδι, ούτε ένα φως. Δεν μπορούσες να δεις τίποτα. Δεν μπορούσα να προσανατολιστώ -να πω πού είμαι- αν μου τύχαινε κάτι, το οποίο είχα βγάλει ένα ψαλίδι που είχα κάτω στο ντουλαπάκι απ' το τιμόνι. Και οδηγούσα με το ένα χέρι και κάτω από το πόδι το αριστερό κρατούσα το ψαλίδι, γιατί δεν ήξερα πραγματικά πού θα βγούμε και τι θα γίνει. Εν τέλει οι άνθρωποι, οκ βγήκαμε σε μία βίλα, την οποία λέω: «Πού βρέθηκε αυτό το σπίτι;». Και μετά κατάλαβα, ηρέμησα ας πούμε ότι: «Δεν με πάνε κάπου απόμερα, απλά είναι το σπίτι τέτοιο που βρίσκεται σε τέτοιο σημείο». Είχε πισίνες, είχε χίλια-δυο. Με πλήρωσαν και όλα καλά. Και νομίζω και μία άλλη φορά, που είχα φοβηθεί πάρα πολύ, που κατέβασα τον πελάτη από το ταξί. Γιατί ήταν τόσο μεθυσμένος -τον είχα πάρει από το καζίνο-, που πραγματικά ήτανε τόσο αψυχολόγητος, που μια γελούσε, μια έβριζε. Ειλικρινά ήτανε τρομακτικά αψυχολόγητος. Ήταν και βράδυ. Ήθελε να πάμε κάπου στις δυτικές συνοικίες, το οποίο, εγώ αμέσως σκεφτόμουνα ότι, δεν ήξερα τόσο καλά τα στενά, όσο ας πούμε στην ανατολική Θεσσαλονίκη, γιατί προτιμούσα να δουλεύω ανατολικά. Οπότε λέω ότι: «Άμα μου ορμήξει εκεί μέσα, δεν θα ξέρω από πού θα φύγω, ή πού θα πάω», ας πούμε. Ντάξει, έχει μία προστασία στο θέμα ότι είναι τα CB. Δηλαδή αυτά που κανένας κόσμος δεν καταλαβαίνει τι λένε, και μόνο ο οδηγός μπορεί να καταλάβει. Έχει τη δική του ορολογία ότι άμα συμβεί κάτι, ο κάθε ένας που είναι κοντά μπορεί να σε βοηθήσει. Όπως και έχει τύχει σε άλλο συνάδελφο. Να τύχει έτσι, να τον χτυπάνε μέσα στο ταξί και τον είχαν περικυκλώσει άλλοι ταξιτζήδες και προσπαθούσαν να τον βοηθήσουν. Αλλά γενικότερα όχι ότι είσαι κι 100% προστατευμένος.
Αυτό που είπες πριν τώρα με τον μεθυσμένο, πώς τον κατέβασες αυτόν απ' το ταξί;
Πώς τον κατέβασα; Του προφασίστηκα ότι έχει το ταξί κάποιο πρόβλημα, ότι ανέβασε… Κάτι έπαθε η μηχανή. Και έκανα δεξιά και κάλεσα να τον πάρει κάποιο άλλο ταξί. Που ήτανε πιο μεγάλος άνθρωπος και να τον πάει στον προορισμό του. Και εν τέλει ήταν τόσο μεθυσμένος, που μετά την άλλη μέρα που τον είδα, μου είχε πει ότι: «Ελένη» ότι «αν τον πήγαινες εσύ, δεν θα πληρωνόσουνα ποτέ». Δηλαδή δεν είχε λεφτά να πληρώσει. Και ευτυχώς που ο κύριος αυτός ήτανε έτσι και 50-60 χρονών και [00:20:00]πολλά, πάρα πολλά χρόνια στο ταξί και έμπειρος, οπότε πληρώθηκε. Γιατί δεν υπήρχε περίπτωση να έφευγε χωρίς να πληρωθεί. Εμένα δεν θα με είχε πληρώσει ποτέ.
Υπήρχαν, ας πούμε, πελάτες που να είναι αγενείς ή να 'ναι του τύπου… Να σε βλέπουν ας πούμε κάπως υποτιμητικά; Για παράδειγμα να σου μιλάνε αγενώς ή να επιβάλλονται;
Έχει… Ναι. Ας πούμε, υπάρχουν πολλοί πελάτες που θα σου πούνε: «Γιατί οδηγάς έτσι; Γιατί πήγες...». Γιατί υπάρχει και μια προκατάληψη, τα οποία δεν πρέπει να τα βάζουμε όλα σε ένα τσουβάλι. Ας πούμε, σε όλα τα επαγγέλματα έχει καλούς, έχει και κακούς. Έτσι είναι και στο ταξί. Απλά είναι το πρόβλημα ότι, επειδή το ταξί είναι ένα επάγγελμα απρόσωπο. Δεν είναι ένα μαγαζί το οποίο αν δεν συμπεριφερθεί ο μαγαζάτορας καλά στον πελάτη, θα στιγματιστεί το μαγαζί. Το ταξί, συνήθως ο κόσμος που μπαίνει μέσα ούτε ξέρει πού μπαίνει, ούτε κοιτάει πινακίδες, ούτε απολύτως τίποτα. Και αν το ξαναπετύχεις ποτέ στη ζωή σου το ίδιο ταξί. Οπότε, υπάρχει μια προκατάληψη ότι θα σε κλέψει, ότι δεν θα σου πάρει… Ότι θα κάνει κύκλους, ότι πάει αργά για να γράψει πιο πολλά το ταξίμετρο. Ενώ αυτό δεν ισχύει, γιατί το ταξίμετρο δεν μετράει με βάση την ταχύτητα. Μετράει με βάση τα χιλιόμετρα. Οπότε είτε πας γρήγορα, είτε πας αργά, το ίδιο θα πληρώσεις. Αλλά όχι, νομίζω πως εμένα, δεν ξέρω, επειδή ήμουνα και πιο ανεκτική και πιο ευγενική, δεν είναι ότι μου έχουνε φερθεί άσχημα. Αλλά υπήρχανε και πελάτες, ας πούμε, που έμπαιναν μες στο ταξί και νόμιζαν ότι το ταξί είναι αεροπλάνο. Και ήθελαν σε 5 λεπτά να έχουνε κάνει μια απόσταση, που με το δικό τους ΙΧ θα την κάναν σε μισή ώρα, και μετά έφταιγε η κίνηση ας πούμε ή το ταξί. Δεν μπορούμε όμως να το κάνουμε να πετάξει. Αυτό μόνο. Ότι: «Γιατί πας έτσι; Γιατί δεν έστριψες από 'δω;». Γιατί; Γιατί; Γιατί; Ενώ έλα και κάν' το εσύ άμα θέλεις. Και μετά, βλέπεις στο δρόμο τα ταξί και λες: «Μα γιατί πάνε έτσι;». Ή ότι: «Κάνουν ό, τι θέλουν». Δεν τα αντιλέγω, ότι κάποια πράγματα είναι υπερβολικά, αλλά πρέπει να την κάνεις αυτήν τη δουλειά για να καταλάβεις, γιατί ο άλλος οδηγάει έτσι; Γιατί όταν κάποιος καλεί το ταξί στο σπίτι του και ο άλλος έχει 5 λεπτά, ή 3 λεπτά να φτάσει στην κλήση του, ας πούμε, και μετά ο πελάτης παίρνει τηλέφωνο και παραπονιέται ότι άργησε… Πρέπει να μπεις από μέσα βασικά για να το κατανοήσεις αυτό το πράγμα, γιατί ο ταξιτζής θα πηγαίνει έτσι. Δεν τα εξισορροπώ όλα. Υπάρχουν και κάποιοι που είναι εντελώς απαράδεκτοι στο δρόμο. Αλλά όταν έχεις και τον πελάτη μέσα που, είτε φωνάζει, είτε θέλει να φτάσει, είτε έχεις κάποιον άρρωστο. Ας πούμε, μου έχει τύχει να πάρω έναν παππού, ο οποίος ήταν καρκινοπαθής και δεν μπορούσε να αναπνεύσει σε κάποια στιγμή μέσα. Και νόμιζα ότι θα πεθάνει εκεί μέσα, ειλικρινά. Δηλαδή άρχισε βαριανάσαινε και κοιτούσα απ' τον καθρέφτη, να δω αν αναπνέει. Ειλικρινά να δω αν αναπνέει. Νομίζω, έλεγα: «Παναγία μου, τι θα γίνει εκεί πέρα;». Είναι πολύ σοκαριστικό.
Και τι έγινε με τον παππού;
Ο παππούς, όλα ήτανε όλα εντάξει ευτυχώς. ΟΚ, κατέβηκε αυτοεξυπηρετούμενος. Αλλά έχει τύχει, επειδή το ταξί -μέσα απ' το ταξί γνώρισα και τον αρραβωνιαστικό μου ας πούμε έτσι, ήταν ένα ακόμα πράγμα το οποίο μου άφησε σαν καλή εμπειρία- έχει τύχει στον αρραβωνιαστικό μου να καλέσουν ταξί για να πάνε στο νοσοκομείο ένα ηλικιωμένο ζευγάρι. Και ο άντρας ο ηλικιωμένος, να πεθάνει στα σκαλιά της πολυκατοικίας. Γιατί η γυναίκα του, αντί να καλέσει το ΕΚΑΒ, θεώρησε ότι προλάβαινε να τον πάει μ' ένα ταξί και απλά τον κοιτούσανε. Δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι. Νομίζω ότι αυτό είναι πάρα πολύ σοκαριστικό, να πας να παραλάβεις πελάτη και να πεθάνει στα σκαλιά. Δεν ξέρω, μετά σου χαλάει όλη τη μέρα -δεν σου χαλάει όλη η μέρα;- το σκέφτεσαι πάρα πολύ νομίζω. Είναι λίγο σοκαριστικό. Εγώ δεν ξέρω πώς θα αντιδρούσα. Ή έχει παππούδες παρατημένους, με Alzheimer, με άνοια, που μπαίνουν μες στα ταξί και δεν ξέρουν πού θέλουν να πάνε. Ή τυχαίνει να πάρεις έναν πελάτη και να σου πει: «Έφυγε η μαμά μου απ' το σπίτι που έχει Alzheimer» και «κάνε γύρω-γύρω το τετράγωνο, μήπως και τη βρούμε». Και τυχαίνει πάρα πολλές φορές αυτό το πράγμα.
[00:25:00]Εσένα σου έτυχε αυτό;
Έτυχε στον αρραβωνιαστικό μου αυτό, το οποίο έφτασαν… Είχε πάρει ένα ζευγάρι ηλικιωμένους, οι οποίοι πήγανε σ' ένα χωριό της Κοζάνης. Και η γιαγιά στα 92 της, έψαχνε να βρει τον μπαμπά της και σοκαρίστηκε, όταν ένας γείτονας της είπε ότι πέθανε. Γιατί η γιαγιά, πήγε στο πατρικό της και έψαχνε να βρει τον μπαμπά της, γιατί είχε άνοια. Ήτανε λίγο… Δεν ξέρω. Νομίζω, τα πάντα μπορούν να συμβούνε σ' αυτό το επάγγελμα, τα πάντα, πραγματικά τα πάντα. Εντάξει, το καλοκαίρι είναι λίγο καλύτερα, γιατί δουλεύεις και με τους τουρίστες, είναι πιο ευχάριστοι.
Εσένα έτσι κάτι αστείο, ευτράπελο σού έχει τύχει;
Αστείο ε; Νομίζω πολλά είναι, δεν ξέρω ποιο να πρωτοθυμηθώ! Ειλικρινά δεν ξέρω ποιο να πρωτοθυμηθώ. Νομίζω είναι εικόνα δική μου στο μυαλό μου, που είχα πάρει έτσι 4, μία εγώ 5, άντρες, οι οποίοι ήταν όλοι πάρα πολύ χοντροί, πάρα πολύ χοντροί. Δηλαδή δεν… Είχαμε στριμωχτεί, και ήταν απ' τη Βαυαρία και μιλούσαν πάρα πολύ βαριά Γερμανικά. Και θέλαμε να πάμε από ένα ξενοδοχείο σε άλλο, εν πάση περιπτώσει. Και αυτός, ο ένας να μου έλεγε: «You are very briki». Μπρίκι, εγώ κατάλαβα ότι εννοούσε ο καημένος και ήθελε να πιει ελληνικό καφέ, αλλά... Και μετά άρχισα εγώ να του λέω για τον ελληνικό καφέ και τι ωραίος που είναι, και να δοκιμάσει, και τι μάρκα να πάρει. Κι αυτός ο καημένος προσπαθούσε να μου πει: «You are very pretty». Αλλά εγώ το αντιλαμβανόμουνα ως μπρίκι, ας πούμε. Αλλά εντάξει έχει και τα τυχερά του. Αυτή που δεν θα ξεχάσω ποτέ ήτανε μία κυρία, η οποία ήτανε χήρα, ήτανε Γερμανίδα, αλλά ζούσε στην Αμερική, γιατί είχε παντρευτεί μ' έναν στρατιωτικό. Το οποίο, την πήρα μία μέρα εντελώς τυχαία, και επί ένα σαββατοκύριακο, κάθε μέρα την έπαιρνα με το ταξί -φυσικά με πλήρωνε- γυρνούσαμε μοναστήρια και μετά πηγαίναμε για φαγητό. Με είχε πάει σε μία ταβέρνα, με είχε κεράσει καφέ. Δηλαδή είχα και τέτοιους πελάτες. Ή με κάποιους άλλους πελάτες στη Χαλκιδική, που ήθελαν έτσι να κάνουν τουρ και το μπάνιο τους, κλείσαμε το ταξί από το πρωί. Θυμάμαι, είχε κοστίσει γύρω στα 300 ευρώ η όλη διαδρομή. Κλείσαμε το ταξί απ' το πρωί, σταματήσαμε για μπουγάτσα στη Χαλκιδική, πήγαμε στον Όρμο Παναγιάς. Κανονικά, έκατσα μαζί τους, έκανα μπάνιο. Μου είχαν πει από την προηγούμενη μέρα να βάλω το μαγιό μου και φύγαμε 9 η ώρα το βράδυ. Ήταν σαν εκδρομή. Πραγματικά ήταν σαν εκδρομή. Βέλγοι ήτανε. Βέλγος και οι 2 ήταν απ' τον Άγιο Μαυρίκιο. Ήτανε ωραία έτσι. Επίσης, είχα συναντήσει κάτι… 2 ζευγάρια απ' το Τέξας, με τα οποία κρατάμε ακόμα επαφές στο Facebook. Και είχαν έρθει έτσι εκδρομή και μ' έχουν καλέσει να πάω και στο Τέξας όποτε θέλω. Είναι κτηματομεσίτες. Έχουνε τεράστιες οικογένειες. Είχαμε περάσει πολύ ωραία. Κι αυτό που έχω παρατηρήσει πάρα πολύ συχνά είναι ότι έρχονται πολλοί Άγγλοι για εξωσωματική γονιμοποίηση. Γιατί στην Αγγλία απαγορεύεται η εξωσωματική γονιμοποίηση και προτιμούνε, συνδυάζουν τις διακοπές τους και έρχονται εδώ πέρα. Αλλά με βοηθούσε το ότι ήξερα καλά αγγλικά, ας πούμε. Με βοηθούσε πολύ, γιατί έπαιρνα πολύ καλά μπουρμπουάρ. Και, ας πούμε, είχα κλείσει, μια φορά έτσι είχανε ένα ζευγάρι, 2 ώρες στο αεροδρόμιο κενό, και τους είχα κάνει τουρ στη Θεσσαλονίκη, στα κάστρα, στο λιμάνι, γενικά. Και μπορούσα να τους εξηγήσω στα αγγλικά για την αρχιτεκτονική, για την ιστορία επί Βυζαντίου, για τον Μέγα Αλέξανδρο, για τη Θεσσαλονίκη. Και στο τέλος μου έδωσαν 70 ευρώ, μόνο και μόνο γι' αυτόν τον λόγο, για 2 ώρες, ας πούμε. Ήτανε έτσι, δεν… Είναι πάρα πολλά. Ξεκινάς και δεν ξέρεις τι θα σου τύχει. Ειλικρινά.
Με το οικονομικό, πως είναι γενικά να δουλεύεις σε ταξί; Υπάρχει κάτι σταθερό;
Είναι… Μπορεί τη μία μέρα να μπεις μέσα, δηλαδή να μην έχεις βγάλει ούτε τα πετρέλαια, ούτε το ΦΠΑ, ούτε τα ένσημα, τίποτα. Και άλλη μέρα, να σου τύχει να πας, ας πούμε, ένα εκτός -πώς λέγεται στη γλώσσα των αυτοκινητιστών- και ξαφνικά σε 2 ώρες να έχεις βγάλει 70 ευρώ μεροκάματο. Το θέμα είναι ότι κανένας δεν σου καθορίζει το βασικό μηνιάτικο. Όπως κανένας δεν σου καθορίζει ότι δεν θα τρακάρεις στην επόμενη διασταύρωση και ότι το ταξί θα πρέπει να μείνει μέσα στο συνεργείο 3, 4, 5 μέρες. Δεν υπάρχει κάποια κάλυψη ότι αυτές οι 5 μέρες, κάποιος θα σε πληρώσει. Πώς ας πούμε δουλεύεις υπάλληλος σ' ένα μαγαζί, κι αν κλείσει το μαγαζί, θα πάρεις τον μισθό σου για τον χ-ψ λόγο. [00:30:00]Οπότε είναι κάτι εντελώς αβέβαιο. Πώς δεν ξέρεις τι θες να δεις σε πελάτη; Έτσι δεν ξέρεις κι αν αύριο θα δουλεύεις. Αν είναι δικό σου, δηλαδή είσαι ιδιοκτήτης, νομίζω είναι λίγο καλύτερα τα πράγματα. Αν είσαι οδηγός όμως και πρέπει να δώσεις και τη λεγόμενη αποκοπή, δηλαδή κάτι σαν ημερήσιο ή μηνιαίο ενοίκιο, υπάρχουν διάφορες συμφωνίες, εκεί είναι πιο ζόρικα τα πράγματα. Δηλαδή, πρέπει πρώτα να δουλέψεις σίγουρα για να βγάλεις τα έξοδα, τα οποία, όσο ήμουν εγώ -τώρα ο καθένας είναι και λίγο διαφορετικά- είναι 70, 80 ευρώ; Σίγουρα θα είναι τα έξοδα. Και μετά από 'κει και πέρα, αν σου μείνει κάτι. Αλλά υπήρξαν και μέρες, που ας πούμε, βάζεις από την τσέπη σου για να καλύψεις τα πετρέλαια και γυρνάς σπίτι χωρίς μεροκάματο. Μπορεί να γυρίσεις με 3 ευρώ. Μπορεί να γυρίσεις όμως και με 100 ευρώ μεροκάματο. Είναι καθαρά θέμα τύχης. Δεν έχει κάποιον παράγοντα ο οποίος να σε βοηθήσει στο να καλυτερέψεις τη δουλειά σου. Ας πούμε, όπως έχω ένα μαγαζί με ρούχα και επειδή θα έχω μια ωραία βιτρίνα, θα προσελκύσω κόσμο να μπει μέσα. Είναι καθαρά, αν είμαι τυχερός, γιατί μπορεί να μην είμαι τυχερός. Αν… Μπορεί να μου τύχει ένα καλό δρομολόγιο, μπορεί και να μη μου τύχει ένα καλό δρομολόγιο. Είναι… Βασίζεται πολύ στον παράγοντα τύχη. Κι αυτό νομίζω ήταν που δεν μου άρεζε κιόλας. Ότι για μένα σαν Ελένη δεν έχει… Το αρνητικό είναι ότι δεν έχει εξέλιξη. Δηλαδή, δεν μπορείς να κάνεις κάτι, ή να βάλεις το μυαλό σου να λειτουργήσει για να προοδεύσει η δουλειά. Είναι μια σταθερή, μόνιμη δουλειά, η οποία δεν είναι εξελίξιμη. Το μόνο που μπορείς να κάνεις για να προσελκύσεις κόσμο είναι να έχεις ένα περιποιημένο αυτοκίνητο, καθαρό, ατρακάριστο. Και να είσαι κι εσύ ο ίδιος καθαρός. Γιατί υπάρχουνε… Μου έχει τύχει, ας πούμε, να είμαι δεύτερη σε κεντρική πιάτσα και να είναι πρώτο ένα ταξί, το οποίο ο κόσμος δεν έμπαινε μέσα, γιατί μύριζε. Το ταξί, σαν ταξί είχε τέτοια οσμή, που περίμεναν 5 πελάτες και κανένας δεν έμπαινε στον πρώτο. Είναι -που σίγουρα είναι μια- πρέπει να μπεις στον πρώτο. Δεν μπορείς να μπεις στον δεύτερο ή στον τρίτο ή στον τέταρτο, ας πούμε. Είναι αναγκαστικό αυτό. Και τώρα που λέγαμε για αστείο, μια μέρα ήμασταν σε μία πιάτσα, έτσι στα περίχωρα, και έρχεται μία κυρία να πάρει ταξί κι ήταν ένα ταξί Mercedes, τύπου όμως caravan. Και πάει η κυρία να μπει στο δεύτερο ταξί. Και της λένε εκεί απ' την πιάτσα, πώς είχαν βγει, ότι: «Πρέπει να πάρετε το πρώτο». Και δεν ανέβαινε στο πρώτο, γιατί λέει ότι: «Εγώ δεν ανεβαίνω σ' αυτό, γιατί μοιάζει με νεκροφόρα». Και λένε: «Ναι, μα δεν γίνεται. Και τι στεναχωριέστε;», τη λέει ο ταξιτζής, «Όλοι μ' ένα τέτοιο θα πάμε στο τέλος». Έφυγε, πήρε αστικό. Δεν ανέβηκε ποτέ, γιατί της θύμιζε νεκροφόρα. Ο καθένας με τα κολλήματά του.
Θεωρείς ότι -και τώρα, ας πούμε, αυτά τα χρόνια που ήσουν στο ταξί- ότι ακόμα ο κόσμος παίρνει ταξί γενικά; Ή δεν το προτιμάει; Δηλαδή υπήρχε κίνηση, ας πούμε, από κόσμο;
'Ντάξει, τώρα σίγουρα επηρέασε ο κορονοϊός πάρα πολύ. Aλλά γενικά το ταξί ή θα το χρησιμοποιεί ο κόσμος, ή θα έχει μια εντελώς αρνητική άποψη. Δηλαδή σίγουρα οι ηλικιωμένοι χρησιμοποιούν ταξί. Σαν κόστος, έχουμε το πιο φτηνό -απ' τα πιο φτηνά ταξί- στην Ευρώπη γενικότερα. Aλλά για τον μισθό που παίρνει ο μέσος Έλληνας δεν είναι φτηνό. Δηλαδή, όταν ο άλλος θέλει να καλύψει μια απόσταση στην οποία θέλει να δώσει 10 ή 15 ευρώ ή έστω και 5 ευρώ. Δεν γίνεται όταν παίρνεις 25 ευρώ τη μέρα, τα 5-10 να τα δίνεις κάθε μέρα σε ταξί. Είναι ένα τεράστιο έξοδο, έτσι; Αλλά ή θα τα έχεις καλά με το ταξί και θα είσαι πελάτης και θα παίρνεις ταξί ή θα θεωρείς ότι: «Δεν παίρνω ταξί για κανέναν λόγο», ας πούμε. Εντάξει, μερικές φορές και νευριάζουν. Ή μπορεί να μπει κάποιος, να περιμένεις δύο ώρες και να μπει κάποιος για να σε πάει στο επόμενο τετράγωνο. Είναι πολύ άσχημο αυτό. Φυσικά και ο άνθρωπος δεν φταίει, γιατί θέλει να πάει στο επόμενο τετράγωνο. Αλλά δεν μπορεί να καταλάβει κι ότι ο ταξιτζής ας πούμε περιμένει εκεί πέρα δυόμιση ώρες για να πάρει 3,5 ευρώ. [00:35:00]Υπάρχουνε και έτσι, υπάρχουν κι αλλιώς. Αλλά είναι και κάποιοι που δεν σέβονται καθόλου. Ας πούμε, π.χ. να μπεις στο ταξί και ν' ανάψεις τσιγάρο, γιατί έτσι θες. Και να μην το σβήνεις. Ή θυμάμαι ότι μου είχε μπει κάποιος, ο οποίος είχε ένα σκύλο. Ήταν τεράστιος, μαδούσε πάρα πολύ. Γιατί έχεις το δικαίωμα να αρνηθείς να πάρεις ζώο, εάν τυχόν δεν είναι σε ειδικό κλουβί. Είχε γεμίσει όλο το ταξί τρίχες. Όταν λέμε είχε γεμίσει, είχε γίνει κατάλευκο απ' τις τρίχες και δεν άφησε ούτε 5 ευρώ για να το πλύνω. Δηλαδή, όταν εγώ απ' αυτήν τη διαδρομή έβγαλα 15 ευρώ, αν αφαιρέσουμε τα πετρέλαια, το ΦΠΑ και όλα αυτά, και τα 5 ευρώ πρέπει να τα δώσω στο πλύσιμο και να φάω και τον χρόνο μου για να πλύνω -γιατί στο ταξί ο χρόνος είναι χρήμα γενικότερα- εμένα τι μου έμεινε; Δεν θα έπρεπε να είχε, τουλάχιστον, την ευγένεια να δώσει κάτι για το πλύσιμο; Ή τυχαίνει ας πούμε, ειδικά κάτι βράδια Πρωτοχρονιάς, Ανάστασης, που μπαίνουν 6-7 η ώρα, και κάνουν εμετό μέσα. Και εσύ είσαι αναγκασμένος να τα καθαρίσεις. Έχει τύχει να βγει τάπερ με γεμιστά μες στο ταξί για μια διαδρομή 5 λεπτών και πιρούνι. Δηλαδή εγώ τι φταίω να μαζεύω τα ρύζια από κάτω; Δεν το σέβονται ορισμένοι. Ή ας πούμε, με τα παντελόνια, αυτά, τις τσάντες. Ή μπορεί να σκίσουνε τα καθίσματα. Δεν προσέχουν ούτε τις πόρτες, ούτε τίποτα. Για τον ταξιτζή όμως, αυτή είναι η δουλειά του. Το αυτοκίνητό του, είναι η δουλειά του.
Τα ωράρια που έκανες πώς ήτανε; Δηλαδή τι επέλεγες περισσότερο; Βράδυ; Μέρα;
Βράδυ θα καθόμουνα μόνο αν έκανα παραλαβή απ' το αεροδρόμιο, γιατί να πάω μες στην πόλη φοβόμουνα πάρα πολύ, ειδικά τη νύχτα. Δωδεκάωρα ήταν συνήθως. 12-14 ώρες, κάπου εκεί, που μετά δεν σου αφήνει περιθώριο να κάνεις κάτι άλλο. Συνήθως έτσι το πρωί, ας πούμε 6-7-8 μέχρι το απόγευμα, 7-8 -9, κάπως έτσι ήτανε. Εκτός κι αν είχα κάποιο προκαθορισμένο ραντεβού. Ας πούμε μου έχει… Μπορεί να σηκωνόμουν και 3 η ώρα τη νύχτα, γιατί θα έπρεπε ας πούμε 4 η ώρα να πάω κάποιον στο αεροδρόμιο. Κάπως έτσι. Αλλά γενικότερα επέλεγα τη μέρα, γιατί το βράδυ δεν μπορείς να ψυχολογήσεις και λίγο στο πρόσωπο αυτόν που σου σηκώνει το χέρι ή αυτόν που πάει να μπει στο ταξί. Εμένα μου 'χει τύχει πολλές φορές, να μην επιλέξω κάποιον, γιατί δεν μου αρέσει το πρόσωπό του, γιατί τον θεωρώ επικίνδυνο. Όπως έχει τύχει ας πούμε.
Θυμάσαι κάτι τέτοιο ας πούμε; Πιο συγκεκριμένο εννοώ; Πότε ήτανε; Κατάλαβες.
Ναι. Είχε τύχει ας πούμε έτσι ένας, που ήτανε ψιλοσούρουπο, με καμπαρντίνα. Και κάπου έτσι προς τη Γιαννιτσών, δηλαδή από 'κείνες τις περιοχές, δεν παραλάμβανα ποτέ. Όταν άφηνα κοντά στον Δενδροπόταμο, ή όλα αυτά, απλά πατούσα το κουμπί που δεν μπορούσε κανείς ν' ανοίξει την πόρτα. Και έφευγα ας πούμε προς τα μέσα. Και θυμάμαι 28η Οκτωβρίου που είχαν, έτσι, δεν είχε καθόλου κίνηση, και ήμουνα κάπου προς το ΒΑΟ, πάνω στην παλιά Λαχαναγορά, και ήμουν σ' ένα φανάρι σταματημένη. Αλλά πάντα είχα τον νου μου ότι κοιτάω γύρω, και είχε 2 -νομίζω έτσι απ' το χρώμα- ότι πρέπει να ήταν Αθίγγανοι. Και με κοιτούσανε πολλή ώρα, όσο ήταν το φανάρι. Σε κάποια στιγμή σηκώθηκε ο ένας. Τον είχα δει, είχα πατήσει το κουμπί να κλειδώνει. Και πήγε και τραβούσε ν' ανοίξει την πόρτα ας πούμε. Γιατί πρέπει να 'χεις τον νου σου ότι σ' ένα φανάρι μπορούν άνετα να σε κλέψουν ή κάτι τέτοιο. Οπότε, πάντα πρέπει να 'χεις τον νου σου. Και γενικά το πιο αγχωτικό, δεν νομίζω ότι είναι το να σε κλέψουν, γιατί δεν κρατάς και πολλά χρήματα πάνω σου. Τι να σου πάρουν; 20, 30, 50 ευρώ; Παραπάνω, δεν υπάρχει νόημα. Το πιο αγχωτικό είναι ότι μην πατήσεις άνθρωπο, και αυτό. Μην προκαλέσεις ατύχημα. Δηλαδή τα ποδήλατα, που δεν υπάρχουν υποδομές. Τα πατίνια που τρέχανε σαν τρελά και δεν υφίσταται στο δρόμο. Τι θεωρείται; Θεωρείται ποδηλάτης; Θεωρείται πεζός; Θεωρείται δίκυκλο; Δηλαδή έβλεπα, ας πούμε, παιδάκια 10 χρονών κι έλεγα: «Ποιος γονέας δίνει» -γιατί αυτά [00:40:00]ξεκλειδώνανε με κάρτα χρεωστική ή πιστωτική- «Ποιος γονέας νοήμων δίνει την κάρτα του σ' ένα παιδάκι 10 χρονών να παίρνει ένα πατίνι και να πηγαίνει στη Σοφούλη ή στη Λεωφόρο Νίκης;». Γιατί μη νομίζουμε κι ότι μετά από 10 ώρες, όχι ότι είναι και καθαρό ας πούμε το μυαλό, αλλά μη νομίζουμε κι ότι μέσα απ' τ' αμάξι εγώ μπορώ να δω τα πάντα. Δεν μπορώ να δω τα πάντα. Δηλαδή έχεις να διαχειριστείς τον πελάτη που μιλάει, πού θέλει να πάει; Τυχαίνει ο πελάτης στη μέση της διαδρομής ν' αλλάξει γνώμη και να θέλει να πάει από άλλον δρόμο. Πρέπει να διαχειριστείς τον χρόνο. Πρέπει να διαχειριστείς το τάμπλετ, το GPS. Πρέπει να διαχειριστείς το πράσινο, τον άλλον που θέλει να στρίψει, τις φορτοεκφορτώσεις. Δηλαδή έχεις πάρα πολλά πράγματα που σήμερα, που έχω ηρεμήσει, αμφιβάλλω πώς το έκανα εγώ αυτό το πράγμα. Ειλικρινά αμφιβάλλω. Αλλά νομίζω είναι εμπειρία ζωής γενικά. Όχι ότι δεν έχει τύχει να αισθανθώ και άβολα ή να μην θέλω να ξαναπάω, ή δεν έχω δει διάφορα έτσι σκηνικά. Γιατί ας πούμε έχει και κάποιους κανονισμούς ότι όταν είναι στο δρόμο 2 ελεύθερα ταξί, απαγορεύεται το ένα να προσπεράσει το άλλο, γιατί θεωρείται ότι του παίρνεις τη σειρά. Έχει έτσι ένα αρκετά μεγαλούτσικο βιβλίο με κανονισμό. Ή τα όρια από κάθε πιάτσα ή… Είναι λίγο πολύ ευρύ το φάσμα, που απ' έξω δεν μπορεί να το καταλάβει κανένας. Γιατί ας πούμε ο ταξιτζής οδηγάει έτσι. Δεν μπορεί να καταλάβει με τι άγχος αυτός ο άνθρωπος βγαίνει στο δρόμο και δεν ξέρει αν στα επόμενα 5 μέτρα θα έχει αμάξι να δουλέψει ή όχι.
Η σχέση σου με τους συναδέλφους πώς ήτανε; Ήτανε καλές; Υπήρχανε δυσκολίες;
Δεν είχα πολλές σχέσεις, γιατί είχα πολύ συγκεκριμένες σχέσεις. Γιατί δεν είχα και κοινά ενδιαφέροντα. Τώρα… Εντάξει αισθανόμουν σίγουρα πάρα πολύ άσχημα. Όταν είσαι σ' ένα περιβάλλον, που είναι από δίπλα σου 20 άντρες της τάξης του 40 με 60, εκεί πέρα δεν έχεις και λίγο, τι να πεις και τι να κάνεις. Είχα πάρα πολύ συγκεκριμένες σχέσεις. Ήμουνα πολύ καλά, επειδή είχα κάνει και γνωριμίες με γυναίκες και καθόμασταν όλες μαζί, αλλά ήμασταν μετρημένες στα δάχτυλα ας πούμε. Τώρα, μετά την καραντίνα, έχουν ανέβει πολύ περισσότερες γυναίκες. Δεν ξέρω αν φταίει το οικονομικό κι ανέβηκαν να βοηθήσουν τους άντρες τους ή κάτι παρόμοιο. Αλλά γενικότερα ήταν… Είναι ακόμα ανδροκρατούμενο περιβάλλον. Δηλαδή έχει τύχει κάποιος να μου κάνει παρατήρηση γιατί φορούσα αμάνικο. Και ήθελα να του πω ότι: «Ξέρεις τι; Δεν είναι ωραίο το αμάνικο στους άντρες, αλλά όχι ότι είναι έκφυλο να φοράς αμάνικο στο ταξί. Δεν βγήκαμε με καμιά φούστα μίνι». Πάντα προσέχεις τι φοράς. Να μην είναι άσχημο. Όπως δεν μπορείς να πας και με φόρμες, επίσης, να δουλέψεις. Απαγορεύεται κανονικά. Αλλά δεν είχα πολλές σχέσεις, γιατί δεν είχα και κοινά ενδιαφέροντα. Εγώ συνήθως ή είχα έτσι πιο της ηλικίας μου κι αυτά πολύ επιλεγμένα άτομα, ήτανε 2-3. Ή θα διάβαζα, θα έκανα ας πούμε, επειδή παράλληλα έκανα και ισπανικά, θα έκανα καμιά άσκηση. Πάντα στο πορτμπαγκάζ υπήρχανε βιβλία. Πάντα. Δεν υπήρχε περίπτωση. Και μετά που ξεκίνησα και το μεταπτυχιακό, δεν ήταν και πολύς ο χρόνος που δούλευα παράλληλα. Γιατί ήρθε η καραντίνα, δεν είχε καθόλου δουλειά και μετά σταμάτησα εντελώς. Γιατί δεν έχει συνέλθει ακόμα νομίζω το επάγγελμα. Είναι πολύ αμφίρροπο. Ήθελα μια πιο σταθερή δουλειά ύστερα.
Αυτοί που μου 'πες οι ταξιτζήδες, οι άντρες ας πούμε, ένιωσες ότι σε αντιμετώπιζαν κάπως ίσως, υποτιμητικά, επειδή ήσουν μια νέα… Και νέα και κοπέλα;
Υποτιμητικά όχι. Είχε και πολύ καλούς ανθρώπους ας πούμε, που εγώ ήθελα να έχω παρτίδες, σεβόμενη πάντα, που με βοηθούσανε κιόλας. Απλά δεν είχα κάτι κοινό. Και είναι φυσιολογικό. Όχι ότι ήταν οι άνθρωποι περίεργοι, αλλά λόγω της ηλικίας και του φύλου. Ας πούμε, τώρα αυτοί ήτανε και 20-25 χρόνια πάνω στο ταξί. Ή έμαθαν από μικροί έτσι. Είχανε άλλα κοινά ενδιαφέροντα. Πολλοί βέβαια παίζουνε, ασχολούνται με το Στοίχημα ή κάτι άλλο, χωρίς όλοι να είναι έτσι, αλλά δεν είχα [00:45:00]κοινά ενδιαφέροντα για να πω ότι είχα τέτοια τριβή που να μπω στη διαδικασία να αντιληφθώ ότι με κοιτούσαν υποτιμητικά ή κάτι τέτοιο. Σίγουρα υπήρχε μια μικρή ομάδα έτσι που ήταν λίγο περίεργη, αλλά νομίζω ότι είναι μειονότητα. Και πλέον γίνεται ακόμη πιο μειονότητα. Έχει αλλάξει αυτός ο κλάδος, έτσι όπως ήτανε παλιά. Γιατί τώρα πλέον, όπου κι αν κοιτάξω, αυτοί που είναι πάνω στο ταξί είναι πολύ μικροί, νέοι. Δηλαδή ξεκινάνε 25 μέχρι 35, δηλαδή πολύ δύσκολα -πολύ δύσκολα;- θα βρεις, αλλά δεν έχεις κι εκείνες τις ηλικίες. Ή δεν περιμένεις να μπεις σ' ένα ταξί και να δεις εκείνον τον οδηγό με το μουστάκι το τεράστιο και το κομπολόι στο χέρι.
Και μετά το ταξί με τι ασχολήθηκες;
Μετά έπιασα δουλειά σ' ένα πρατήριο με καύσιμα, γιατί ήθελα και κάτι πιο σταθερό, λόγω του ότι δεν είχε δουλειά με την καραντίνα. 'Ντάξει, ήταν και λίγο κι αυτό πάνω στο ανδροκρατούμενο, να το πω έτσι, αλλά δεν μ' ενοχλούσε, καθόλου μπορώ να πω. Απλά ζορίστηκα πάρα πολύ, γιατί εγώ είχα μάθει να δουλεύω έξω. Όταν εγώ μπήκα σε μια διαδικασία, του ότι έχω ωράριο και δεν είναι τόσο ελεύθερο, όπως στο ταξί που μπορούσα 2 ώρες να σταματήσω να πιω ένα καφέ, γιατί με πήρε μία φίλη μου και να συνεχίσω τη δουλειά μου, ή ήθελα να πάω να πάρω κάτι από ένα μαγαζί. Μπορούσα να πάω να το πάρω και να φάω μία ώρα να χαζεύω ένα μαγαζί ας πούμε. Όταν είχα ωράριο κι έπρεπε να 'ναι εκεί συγκεκριμένα και κλείστηκα μέσα σε 4 τοίχους, χωρίς να μπορώ να φύγω. Εκεί ήταν πάρα πολύ δύσκολο για 'μένα. Δηλαδή από εκεί που ήμουνα στην κίνηση, στον κόσμο, που έβλεπα, κι έκανα ουσιαστικά αυτό… Μπορούσα εγώ κάπως να καθορίσω τους πελάτες μου, ότι έπρεπε να κάθομαι και να λέω αυτό το μοτίβο ότι ο πελάτης έχει πάντα δίκιο. Ναι. Αλλά ευτυχώς μπήκα σ' ένα πάρα πολύ καλό περιβάλλον που με τους περισσότερους ας πούμε κρατάω σχέσεις τώρα. Τελείωσα και το μεταπτυχιακό μου. Με βοήθησε και πάρα πολύ τ' αφεντικό μου γενικά σε πάρα πολλά πράγματα και ήταν πολύ καλό αυτό. Γενικά τρομερή εκτίμηση. Και γενικότερα βοηθούσε όλο το προσωπικό. Δηλαδή αυτές τις μέρες νομίζω δεν βρίσκεις έτσι αφεντικό που ενδιαφερόταν σαν άνθρωπος για τα ενδοοικογενειακά του καθενός, ας πούμε. Ναι. Που είναι λίγο δύσκολο νομίζω να το βρεις. Γιατί ο άλλος θα σου πει: «Έλα, καν' τη δουλειά σου και δεν μ' ενδιαφέρει αν είσαι ψυχολογικά καλά ή όχι». Ναι. Αλλά εκεί ήτανε λίγο δύσκολος ο κόσμος πολλές φορές. Γιατί είχαμε να κάνουμε με κόσμο… Αν ήμουν στην Αθήνα, θα έλεγα ότι είχαμε να κάνουμε με κόσμο βορείων προαστίων. Τώρα στη Θεσσαλονίκη κάτι αντίστοιχο. Εκεί νομίζω μου φερόντουσαν πιο υποτιμητικά.
Δηλαδή;
Ο τρόπος που μιλούσαν ή ο τρόπος που ήθελαν να σε πληρώσουνε ή να σου πετάξουν, ας πούμε, την κάρτα: «Πάρ' την». Ότι είσαι ένας απλός υπάλληλος σε βενζινάδικο. Δεν είσαι κάτι ας πούμε. Χωρίς να ξέρεις ότι και ο άλλος μπορεί να είναι οποιοσδήποτε, έτσι; Αλλά τον κοιτούσανε λίγο πιο υποτιμητικά. Δεν ξέρω αν ήταν επειδή οι περισσότεροι… Πολλοί ας πούμε δούλευαν σε εταιρίες μεγάλες ή ερχόντουσαν με το κουστούμι. Αυτοί συνήθως φερόντουσαν περίεργα. Αυτοί που ερχόντουσαν έτσι με τεράστια αυτοκίνητα ή είχανε πολύ μεγάλες και εμφανείς εταιρείες στη Θεσσαλονίκη ή γενικότερα νόμιζαν ότι είχανε, δεν ξέρω. Ενώ, είναι αυτό που θα συναντούσες σε κάθε δουλειά. Δηλαδή τον απλό τον κόσμο, που δεν φέρεται υποτιμητικά, με τον κόσμο που νομίζει ότι υπερτερεί σε κάποια πράγματα. Το οποίο το είχα δει και στο ταξί αυτό. Μία μέρα που είχα πάρει έναν κύριο πάρα πολύ εμφανίσιμο απ' το αεροδρόμιο και τον είχα πάει σε ξενοδοχείο κάτω. Και μου είχε πει -προσπάθησε ας πούμε, ήταν 20 ευρώ ο λογαριασμός, τόσο ήταν η τιμή- και βγάζει ένα πακέτο, το οποίο σίγουρα ήτανε 5-6 χιλιάδες ευρώ είχε πάνω του, πενηντάρικα, κατοστάρικα, πάρα πολλά όμως. Και είχε και έτσι τάλιρα μέσα και μου λέει: «Δεν έχω ψιλά». Δηλαδή πήγε να μου το δώσει, αλλά το χέρι του δεν ήταν τεντωμένο, ήτανε σφιγμένο. Και του λέω: «Δεν πειράζει, αφήστε το» και το πήρε. Μετά από 5-10 λεπτά, παίρνω έναν άλλο κύριο, ο [00:50:00]οποίος ήτανε με φόρμα εργασίας και είχε πάνω του σοβατεπί, μπογιά. Ο οποίος ο άνθρωπος, είχε χάσει το αστικό κι ήθελε να πάει στην Καλαμαριά. Τον πάω στην Καλαμαριά και είχε ο άνθρωπος 2 τσαλακωμένα δεκάρικα, ήταν 8 ευρώ ο λογαριασμός, και μου δίνει 10 και μου λέει: «Κράτα τα ρέστα». Που δεν είχε πάκο με λεφτά. Είχε 2 τσαλακωμένα δεκάρικα μες στο τζιν του. Κι εκεί καταλαβαίνεις ότι, δεν είναι θέμα πόσα λεφτά έχεις, είναι θέμα του ανθρώπου. Και τώρα που έτσι το είπα αυτό -για την προηγούμενη ερώτηση που μου έκανες- όντως έχει τύχει μια φορά να με ντροπιάσουνε πάρα πολύ, που το θυμήθηκα.
Ήταν ένα πρωί που είχα κάτσει στην πιάτσα του καζίνο. Ήταν γύρω στις 8 το πρωί και βγαίνουνε 2 τύποι, οι οποίοι ήταν από την Πάτρα. Γύρω στα 40; Πάλι, πηγαίναν σ' ένα ξενοδοχείο στο κέντρο. Είχανε την κλασική προφορά που έχουν έτσι στην Πελοπόννησο. 'Ντάξει, κάθε τόπος έχει και τη δική του προφορά. Και μου έλεγαν ότι είχαν αφήσει τις γυναίκες στο σπίτι. Ήτανε τώρα, μπατζανάκια; Είχαν παντρευτεί αδερφές; Ήταν κουμπάροι, ψέματα. Κουμπάροι ήταν. Και ο ένας η γυναίκα του ήταν έγκυος στο παιδί το τρίτο κι είχαν ανέβει ταξίδι αναψυχής. Αφού έβγαλε και μου έδειχνε τα παιδιά του, στο τέλος -κάπου εκεί προς τη Λεωφόρο Στρατού πρέπει να ήμουνα, ναι εκεί στο παλιό 424- γυρνάει και μου κάνει αυτός που καθόταν πίσω: «Εσύ κοπελιά», λέει, «πόσα λεφτά», λέει, «κάνεις στη βάρδιά σου;». Λέω: «Τώρα εξαρτάται», λέω, «να, μέσες-άκρες περίπου», λέω, «γύρω στα 100 ευρώ; Κάπου εκεί», λέω, «τώρα μπορεί να 'ναι και 90 μπορεί να 'ναι και 150. Δεν έχει στάνταρ αυτό». Λέει: «Αν σου δώσω 120 ευρώ, θα 'ρθεις», λέει, «μαζί μου στο ξενοδοχείο;». Και μετά, φυσικά είχα μείνει παγωτό. Γιατί δηλαδή πόσο ευτελές μπορεί να 'ναι αυτό το πράγμα; Και λέω αν το θέλει η τύχη σου. Γιατί γυρνάει ο φίλος του, ο κουμπάρος του και του λέει: «Καλά», λέει, «εσύ άμα είχες αδερφή, έτσι θα ήθελες να της φέρονται;». Ήτανε βέβαια κάπως μεθυσμένοι. Τους αφήνω αυτούς στο ξενοδοχείο. Μου ξανακάνει την πρόταση να ανεβούμε πάνω. Του λέω: «Καλημέρα». Φεύγουνε και πάω κάθομαι στην πιάτσα της Μητροπόλεως στην Αριστοτέλους. Δεν περνάνε 10 λεπτά και μπαίνει μέσα μια μαμά με 2 παιδάκια και φεύγω εκτός Θεσσαλονίκης και τα πήρα τα λεφτά. Δηλαδή θέλω να πω ότι, είτε έτσι είτε αλλιώς, άμα θέλει θα σου τα δώσει. Και ήθελα να του πω: «Να πώς βγαίνουν τα 100 ευρώ. Όχι με τα δικά σου», ας πούμε. Αλλά νομίζω αυτό ήταν το πιο ευτελές που μου έχει τύχει.
Πώς ένιωσες γι' αυτό;
Απαίσια. Δηλαδή, επειδή δεν είναι ο χαρακτήρας μου τέτοιος, που θ' αρχίσω να… Πάντα ήμουνα μαλθακός χαρακτήρας και δη πριν ανέβω. Αλλά ήτανε απαίσια πραγματικά. Γιατί δεν σου δίνει κανένας το δικαίωμα εμένα να με προσβάλλεις. Και τι είμαι εγώ; Δηλαδή, κάποιοι μπορεί να το έχουν στο νου τους, αυτός το εξωτερίκευσε κιόλας. Ότι: «Εγώ», ας πούμε, «εντάξει. Α, πόσο είναι 100-120 ευρώ; Εντάξει, θα της τα δώσουμε». Δηλαδή δεν ξέρω πώς του πέρασε απ' το μυαλό αυτό το πράγμα.
Αν σου έλεγα να επιλέξεις μια απ' τις… Είτε το ταξί, είτε το βενζινάδικο, το πρατήριο, θα μπορούσες να επιλέξεις;
Ναι, άνετα. Θα πήγαινα στο ταξί νομίζω. Όχι νομίζω, είμαι σίγουρη ότι θα έκανα αυτή τη δουλειά. Αλλά γιατί με γεμίζει το διαφορετικό. Απ' την άλλη λίγο με φοβίζει το ότι εγώ είμαι ένας άνθρωπος που θέλω να έχω προγραμματισμό, γενικά στη ζωή μου. Και δεν μπορώ αυτήν την αβεβαιότητα, το σήμερα έρχονται 10, αύριο έρχονται 50, γιατί πάντα θέλω να ξέρω ότι να κάνω ένα πρόγραμμα, ότι θα έχω να πληρώσω τις υποχρεώσεις μου, ότι σχεδιάζω ένα ταξίδι, ότι, ότι, ότι. Απ' την άλλη είναι αυτό ότι, όπως προείπα, δεν έχει εξέλιξη. Κι εγώ γενικά στο ταξί ανέβηκα για να κάνω ένα μεταπτυχιακό. Δεν ανέβηκα με στόχο ότι επάγγελμα… Να το κάνω επάγγελμα ζωής. Βέβαια, ακόμα ας πούμε μπορώ να το κρατάω σαν να έχω ένα έξτρα εισόδημα για κάποιες φορές που θα ζοριστώ. Αλλά πλέον ο αρραβωνιαστικός μου δεν θέλει καθόλου να κάνω αυτή τη δουλειά. Καθόλου. Αυτός συνεχίζει και την κάνει. Οπότε εντάξει, έχω μια επαφή ακόμα με το τι γίνεται. Θα μου πει αυτός, [00:55:00]εκείνος, ο άλλος, τι κάνει ο κύριος τάδε και τέτοια ή περιστατικά. Αλλά νομίζω… Και μπορώ να το καταλάβω. Ότι 'ντάξει, είναι δουλειά, αλλά είναι πολύ κουραστική. Δηλαδή χάνεις… Δεν μπορείς να βγεις το βράδυ, δεν μπορείς να ξενυχτήσεις, είσαι… Δεν ξέρεις τι ώρα θα σχολάσεις. Έχει τύχει πολλές φορές να έχουμε δώσει ραντεβού και επειδή έτυχε ένας πελάτης κι αντί να σε πάει ανατολικά, σε πάει δυτικά, και: «Έμπλεξα στην κίνηση και τελικά δεν θα προλάβω να 'ρθω για καφέ 7 η ώρα». Δηλαδή δεν έχει. Πρέπει από μόνος σου να βάζεις το τέρμα, ότι: «Τώρα κλείνει. Όποιος και να μου σηκώσει το χέρι, δεν πρόκειται να πάρω άλλον πελάτη. Πάω σπίτι μου». Πρέπει εσύ να έχεις το όριο και τον φραγμό, γιατί δεν έχει μέτρο, ότι: «Δεν θα βρω έναν πελάτη μέχρι να πάω στο σπίτι».
Εσύ, παρόλες αυτές τις δυσκολίες, γιατί ήταν αρκετές αυτές για το ταξί που μου είπες, ιδανικά θα μπορούσες να φανταστείς να την ξανακάνεις όντως στο μέλλον αυτή τη δουλειά; Υποθετικά.
Για μόνιμα;
Για μόνιμα, ναι.
Νομίζω πως όχι. Όχι… Δεν θα τρελαινόμουν ας πούμε. Γιατί μου 'χει λείψει παροδικά, αλλά όχι σε μόνιμη βάση. Γιατί δεν -αυτό που προανέφερα- ότι με κουράζει ψυχολογικά ότι δεν υπάρχει -τώρα μπορεί να έχω γίνει κουραστική- εξέλιξη. Το ότι δεν μπορώ εγώ… Μ' αφήνει πίσω την πνευματική μου διαύγεια. Δεν μπορώ… Εγώ πάντα έμαθα ας πούμε ότι, και μου άρεσε να εξελίσσεσαι σαν άνθρωπος, να προχωράς μπροστά, να έχεις καινούριες ιδέες. Να είσαι σε μία επιχείρηση και να ψάχνεις να βρεις -πάνω στον τομέα μου ας πούμε- το πρόβλημα ή πώς θα μειώσω τα έξοδα, πώς θα κάνω αυτό, πώς εκείνο. Αυτό δεν έχει. Είναι κάθομαι και περιμένω κι ότι βρέξει ας κατεβάσει, που λέμε.
Και τέλος, ποια είναι τα όνειρά σου για το μέλλον; Πώς φαντάζεσαι; Τι θα ήθελες να κάνεις;
Το μέλλον μου; Σίγουρα θα ήθελα έτσι να έχω μια δουλειά με βάση αυτό που σπούδαζα. Γιατί συνειδητά και κατ' επιλογή μου άρεζε και επέλεξα τα οικονομικά και τη λογιστική συγκεκριμένα. Και δεν μιλάω ν' ανοίξω ένα λογιστικό γραφείο. Θα ήθελα πάρα πολύ να ασχοληθώ με το οικονομικό έγκλημα και το τρανταχτό, έτσι; Δεν μιλάμε για πολύ μικρές περιπτώσεις. Γιατί υπάρχουνε και εγκλήματα που βγαίνουνε στο φως μετά από πολλές δεκαετίες. Και παράλληλα, έτσι, θα μου άρεζε να πηγαίνω ας πούμε, να μπορώ να κάνω και 2-3 φορές το μήνα να βγαίνω στο ταξί, δεν θα είχα πρόβλημα. Αν δεν είχα σπουδάσει οικονομικά, δεν είχα μπει στη διαδικασία να κάνω μεταπτυχιακό και όλα αυτά, ήμουνα σίγουρη ότι θα γινόμουνα ή οδηγός σε ΚΤΕΛ ή οδηγός σε αστικό. Δηλαδή πάντα μου άρεζε η οδήγηση. Για να το κάνεις αυτό το επάγγελμα, πρέπει να το αγαπάς και πρέπει να το αντιλαμβάνεσαι, να αγαπάς το αυτοκίνητο. Και να μην είσαι νευρικός. Αν είσαι νευρικός σαν άνθρωπος, δεν υπάρχει περίπτωση ότι δεν θα τρακάρεις. Δηλαδή όταν νευριάζεις… Σου τυχαίνει κάτι; Πάει, άστο, ξέχασέ το. Άμα κάτσουμε και αναλογιστούμε -και πιστεύω σε όλους τους αυτοκινητιστές, από ταξί μέχρι φορτηγό, μέχρι χίλια δυο- άμα κάτσεις και αναλογιστείς πόσες φορές θα μπορούσες να έχεις τρακάρει, μπορούμε να μιλάμε εδώ 30 μέρες συνεχόμενα.
Τέλεια! Σ' ευχαριστώ πάρα πολύ Ελένη μου γι' αυτήν τη συνέντευξη.
Εγώ σ' ευχαριστώ Βίκυ πάρα πολύ. Και γενικά θέλω έτσι να πω ότι, τίποτα δεν μπορεί να μπει σε καλούπια. Αν θέλεις κάτι ή αν έχεις όρεξη να το κάνεις, ή αν έχεις κι ακόμα κι ανάγκη από επιβίωση, σίγουρα είναι ζόρικο, αλλά ποτέ δεν είναι ακατόρθωτο.
Αυτό! Ευχαριστώ πολύ!
Κι εγώ!
Περίληψη
Η Ελένη είναι μία 28χρονη κοπέλα η οποία από την ηλικία των 23 αποφάσισε να ασχοληθεί με «αντισυμβατικές» δουλειές. Ξεκίνησε να εργάζεται ως οδηγός ταξί και στη συνέχεια ως υπάλληλος σε πρατήριο καυσίμων, προσπαθώντας παράλληλα να ασχοληθεί με τις σπουδές της. Στη συνέντευξή της περιγράφει αναλυτικά τη ζωή ενός ανθρώπου που δουλεύει σε ταξί, με όλες τις δυσκολίες αλλά και τις ευχάριστες στιγμές που έζησε καθ' όλη τη διάρκεια. Άραγε, θα μπορούσε να ξανακάνει αυτή τη δουλειά;
Αφηγητές/τριες
Ελένη Τροκάνα
Ερευνητές/τριες
Βασιλική Μέμτσα
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
03/05/2022
Διάρκεια
59'
Περίληψη
Η Ελένη είναι μία 28χρονη κοπέλα η οποία από την ηλικία των 23 αποφάσισε να ασχοληθεί με «αντισυμβατικές» δουλειές. Ξεκίνησε να εργάζεται ως οδηγός ταξί και στη συνέχεια ως υπάλληλος σε πρατήριο καυσίμων, προσπαθώντας παράλληλα να ασχοληθεί με τις σπουδές της. Στη συνέντευξή της περιγράφει αναλυτικά τη ζωή ενός ανθρώπου που δουλεύει σε ταξί, με όλες τις δυσκολίες αλλά και τις ευχάριστες στιγμές που έζησε καθ' όλη τη διάρκεια. Άραγε, θα μπορούσε να ξανακάνει αυτή τη δουλειά;
Αφηγητές/τριες
Ελένη Τροκάνα
Ερευνητές/τριες
Βασιλική Μέμτσα
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
03/05/2022
Διάρκεια
59'