© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

«Με τα τρένα τα απλά, που άνοιγες το παράθυρο και κοιτούσες και χάζευες»: Ερευνώντας την ιστορία του σιδηροδρόμου στον Έβρο (Ά Μέρος)

Κωδικός Ιστορίας
12902
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Διαμαντής Μυρτσίδης (Δ. .)
Ημερομηνία Συνέντευξης
17/11/2021
Ερευνητής/τρια
Ευγενία Καραμπατζάκη (Ε.Κ.)
Ε.Κ.:

[00:00:00]Γεια σας, είμαι η Καραμπατζάκη Ευγενία, Ερευνήτρια στο Istorima. Σήμερα, 18 Νοεμβρίου του 2021, βρισκόμαστε στην Αλεξανδρούπολη και αφηγητής μας είναι ο κύριος Διαμαντής Μυρτσίδης. Θέλω, για αρχή, να μου πεις μερικά πράγματα για σένα.

Δ. .:

Καλησπέρα, είμαι ο Διαμαντής Μυρτσίδης, είμαι εκπαιδευτικός Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, τελείωσα το Παιδαγωγικό Τμήμα της Αλεξανδρούπολης το 2012 και το Τμήμα Οικονομικών Επιστημών το 2020. Έχω παρακολουθήσει δύο μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών στην Αειφορική Διαχείριση Περιβάλλοντος και στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Έχω εργαστεί, στο παρελθόν, στον μεταναστευτικό τομέα, στο ΚΥΤ Φυλακίου και στο Κέντρο Κοινότητας του Δήμου Ορεστιάδας και, τώρα, εργάζομαι σαν επαγγελματικός σύμβουλος στο Κέντρο Κοινότητας Δήμου Αλεξανδρούπολης. Στα ερευνητικά μου ενδιαφέροντα είναι ο σιδηρόδρομος, καθώς ο πατέρας μου ήταν σιδηροδρομικός κι εγώ πέρασα τα πρώτα παιδικά μου χρόνια στον σταθμό του Πυθίου. Από μικρός, η ζωή μου ήτανε στα τρένα. Στη συνέχεια, σαν φοιτητής και σαν σπουδαστής λίγο πιο μπροστά, ταξίδευα με τα τρένα, τελειώνοντας τις σπουδές μου άρχισα να ψάχνω να βρω περισσότερα στοιχεία, ελληνική και ξένη βιβλιογραφία, από το 2014 έκανα τις πρώτες μου δημοσιεύσεις και, μετά από οχτώ χρόνια προσπάθειας, έκδωσα το βιβλίο μου σχετικά με την ιστορία του σιδηροδρόμου στον Έβρο. Για να βγάλω το βιβλίο, όπως είπα, στηρίχτηκα σε ελληνόγλωσση βιβλιογραφία. Ωστόσο, δεν υπήρχαν πολλές πηγές για την περιοχή μας, όσον αφορά... στα ελληνικά, διότι ο Έβρος βρίσκεται στην άκρη της Ελλάδας, πέρασαν πολλοί λαοί από την περιοχή μας, οι Τούρκοι, οι Βούλγαροι, κι έτσι αναζήτησα ξένα στοιχεία για να μπορέσω να τεκμηριώσω την εργασία μου: από την Τουρκία, από την Αγγλία, από τη Γαλλία. Επίσης, για τον σκοπό αυτό πήρα πολλές, πήρα πάνω από σαράντα συνεντεύξεις από παλαιούς σιδηροδρομικούς, εν ενέργεια σιδηροδρομικούς, άλλους ερευνητές της περιοχής, σιδηροδρομόφιλους, φίλους του σιδηροδρόμου, οι οποίοι μου διηγήθηκαν τις δικές τους ιστορίες και μου ’δωσαν το προσωπικό τους φωτογραφικό υλικό για να μπορέσει να γίνει αυτή η προσπάθεια. Αν δεν υπήρχαν όλοι αυτοί να με στηρίξουνε, δεν θα μπορούσα να το είχα εκδώσει.

Ε.Κ.:

Πρώτη φορά που σου ήρθε σαν σκέψη να το κάνεις αυτό ποτέ ήτανε;

Δ. .:

Όπως σας είπα και πριν, από μικρός είχα μεγαλώσει στον σιδηρόδρομο, οπότε μάζευα στοιχεία από μικρός. Βέβαια, όταν τελείωσε το Πανεπιστήμιο και μετά, εκεί γύρω στο 2014 και μετά, άρχισα να κάνω πιο εντατικές προσπάθειες. Ήθελα να κάνω αυτό το πόνημα, ήταν, όμως, υπήρχαν αρκετές δυσκολίες, καθώς δεν υπήρχαν στοιχεία για τον σιδηρόδρομο, οπότε αναγκάστηκα να ψάξω μόνος μου, τόσο από παλιούς σιδηροδρομικούς όσο και, κυρίως, από συλλόγους, από συλλόγους διάφορων χωριών, από συλλόγους Φίλων Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης, στην Αθήνα, στη Δράμα. Έκανα επιτόπιες παρατηρήσεις, πήγα, γύρισα όλους τους σταθμούς σχεδόν μόνος, με το αυτοκίνητο είτε, όπου μπορούσαμε να πάμε, και με τα πόδια. Και συνεχίζουμε ακόμα να μαζεύουμε στοιχεία, ώστε είτε να βελτιώσουμε την πρώτη προσπάθεια –τώρα αυτή είναι η δεύτερη έκδοση που έχω βγάλει, γιατί μου δώσανε κάποια επιπλέον στοιχεία κάποιοι άλλοι οι οποίοι είδαν το πρώτο βιβλίο και ενδιαφέρθηκαν– και ακόμα συνεχίζουμε, ας πούμε, στο μέλλον θα μπορούσε να επεκταθεί, να πιάσουμε για όλη τη Θράκη, να μάθουμε την ιστορία μας. Γιατί η ιστορία, δυστυχώς ή ευτυχώς, είναι ατελείωτη, οπότε ο καθένας έχει να βάλει το δικό του λιθαράκι σε αυτήν την προσπάθεια.

Ε.Κ.:

Πες μου, από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησες να συλλέγεις στοιχεία, την πρώτη μέρα, πήρες το αμάξι σου, πήγες με τα πόδια, πήγες στο χωριό σου, ρώτησες τον πατέρα σου, πώς έγιναν;

Δ. .:

Εντάξει, όπως είπα, υπήρχαν αντικειμενικές δυσκολίες, ωστόσο, όταν κάνεις κάτι με όρεξη, είναι αυτό που σου δίνει το κίνητρο. Σίγουρα, ας πούμε, από την αρχή, και ο πατέρας μου ήταν εκεί, ώστε να με βοηθήσει με διάφορους, με τους φίλους του, με τις γνώσεις του. Από πιο παλιά ακόμα, ας πούμε, ο παππούς μου έλεγε τις ιστορίες, έτσι, με τα τρένα, με το χωριό, που μου είχε δώσει και αυτός ένα κίνητρο να ασχοληθώ σαν τοπικός ερευνητής –δεν είμαι ιστορικός, δεν είναι το βασικό μου επάγγελμα, είναι το ενδιαφέρον μου, έτσι, να ασχολούμαι–, αλλά σίγουρα, όπως είπαμε, βοήθησαν πάρα πολλοί. Επίσης, με βοήθησαν οι τοπικοί φωτογράφοι, οι οποίοι είχανε φωτογραφίες από τον σιδηρόδρομο, από παρέες, και ο καθένας είχε να πει αυτό, τη δική του ιστορία, οι οποίες, σιγά-σιγά λίγο οι ιστορίες, λίγο η τεκμηρίωση από τις πήγες, μπορέσαμε να βγάλουμε άκρη. Όταν πήγα, όπως είπες, να δω, δυστυχώς οι σιδηροδρομικοί σταθμοί και οι σιδηροδρομικές γραμμές, είτε λόγω της ανακαίνισης, είτε λόγω ότι πέρασαν όλοι αυτοί οι διάφοροι λαοί, έχουν μετατραπεί οι σταθμοί. Οπότε, ήταν αυτή η διαφορά, το πώς ήτανε πριν από εκατό χρόνια που ήμασταν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και το πώς είναι σήμερα. Προσπάθησα μες στο βιβλίο να δείξω και αυτήν την αλλαγή, καθώς και το πώς είναι σήμερα, που ναι μεν εκσυγχρονίστηκε, έχουν γίνει τα έργα, αλλά, δυστυχώς, δεν υπάρχουν οι άνθρωποι που υπήρχανε στο παρελθόν. Δηλαδή, ζούσαμε σε έναν σταθμό, στο Πύθιο που μεγάλωσα, και δούλευαν δύο βάρδιες, υπήρχανε τελωνείο, αστυνομία, ταχυδρομείο, ήταν ολόκληρο χωριό. Και, τώρα, με τις νέες εξελίξεις, που ο καθένας έχει το αυτοκίνητό του και δεν χρειάζεται να παίρνει το τρένο, δυστυχώς όλες αυτές οι θέσεις εργασίας έχουν χαθεί και υπάρχει μια εγκατάλειψη, δυστυχώς. Πάντως[00:05:00], εντάξει, προσπαθούμε να αναδείξουμε την περιοχή μας, γιατί η ιστορία του σιδηροδρόμου είναι συνδεδεμένη με την ιστορία της περιοχής μας. Έτσι όπως ανέβηκε ο σιδηρόδρομος, ανέβηκε και η περιοχή μας. Νομίζω ότι τώρα πέφτουν και τα δύο δυστυχώς.

Ε.Κ.:

Ποια ήταν η πρώτη μαρτυρία που πήρες, πέρα από το οικογενειακό περιβάλλον;

Δ. .:

Ναι, πέρα από το οικογενειακό περιβάλλον που είπες, ένας άνθρωπος που με βοήθησε πολύ, ο οποίος δυστυχώς δεν βρίσκεται εδώ κοντά μας, ήταν ο συνταξιούχος ο σταθμάρχης ο Αντώνης ο Αντωνιάδης, ο οποίος είχε υπηρετήσει και στην Αδριανούπολη, στο Κάραγατς. Περνούσε τότε τρένο από μέσα, υπήρχε ένα εξής παράλογο – μία παρένθεση: Για να πάρει το τρένο από την Ορεστιάδα στα Δίκαια, έπρεπε να περάσει μέσα από την Τουρκία, ήταν στα πλαίσια αυτά, που είπαμε, που είχαν φτιάξει τη γραμμή οι Οθωμανοί. Μετά, το τρίγωνο του Κάραγατς και η Ορεστιάδα παραχωρήθηκε στην Τουρκία, οπότε, για ένα μικρό κομμάτι γραμμής, 8 χιλιόμετρα περίπου, έμπαινε μέσα στην Τουρκία. Αυτό άλλαξε το 1975, όταν ξεκίνησαν τα προβλήματα με την Κύπρο και όλα αυτά, υπήρχε μια ένταση μεταξύ των δύο χωρών, και, έτσι, έγινε καινούργια γραμμή που πηγαίνει από τις Καστανιές, πάει από τη Νέα Βύσσα Καστανιές και βγαίνει στα Μαράσια και δεν περνάει από το Κάραγατς. Ο πρώτος άνθρωπος που με βοήθησε και συμμετείχε σ’ αυτό ήτανε ο αείμνηστος σταθμάρχης ο Αντώνης Αντωνιάδης, ο οποίος, πέρα από το προσωπικό του υλικό που είχε, είχε και πολλά πράγματα, πολλές ιστορίες να μας πει, όπως είπα, γιατί το θεωρώ ιστορία αυτό, το ότι ήταν Έλληνας σταθμάρχης ο οποίος υπηρέτησε σε σταθμό της Ουρανούπολης στο Κάραγατς, οπότε είχε να μου πει κάποια πράγματα και για το μπες-βγες και για το πώς έγιναν τα έργα, ήταν πολύ χρήσιμη η μαρτυρία του και, σιγά-σιγά, αυτός ήταν ο οποίος μου άνοιξε τον δρόμο, ώστε μετά να πλησιάσω κι άλλους ανθρώπους.

Ε.Κ.:

Μετά πώς συνεχίστηκε;

Δ. .:

Ναι, μετά συνεχίστηκε από άλλους συναδέλφους του, του πατέρα μου εν ενεργεία και συνταξιούχους, στην περιοχή της Ορεστιάδας, όπου εμένα τότε, και, σιγά-σιγά, αφού βγάλαμε μια άκρη, ας πούμε, για την Ορεστιάδα, άρχισα να ψάχνω και τον υπόλοιπο Έβρο, αρχικά τους σιδηροδρομικούς στο Διδυμότειχο και τους συλλόγους στο Διδυμότειχο και, στη συνέχεια, στην Αλεξανδρούπολη, η οποία είναι και πρωτεύουσα του Νομού και είναι μία πόλη η οποία γεννήθηκε από τον σιδηρόδρομο, γιατί, να σας πω πάλι την ιστορία: Πριν έρθει ο σιδηρόδρομος, το Δεδέαγατς δεν υπήρχε, ήταν ένας πολύ μικρός οικισμός, ούτε καν χωριό. Με την έλευση του σιδηροδρόμου, πριν από εκατόν πενήντα χρόνια, δημιουργήθηκε και η Αλεξανδρούπολη. Οπότε, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη η Αλεξανδρούπολη με τον σιδηρόδρομο. Οι περισσότεροι που εργάστηκαν, οι περισσότεροι κάτοικοι, ή ήταν σιδηροδρομικοί ή είχαν σχέση με τον σιδηρόδρομο, τα παιδιά τους, τα εγγόνια τους, οπότε κι εδώ πήρα συνέντευξη πάνω από δέκα άτομα, μου είπανε τα προσωπικά τους βιώματα, μου παραχώρησαν κάποιο υλικό που είχαν, φωτογραφικό ή βιβλία. Μπορώ να πω ότι, γενικώς, ο κόσμος ήτανε πρόθυμος, όλοι αυτοί να βοηθήσουνε και ήτανε πράγματα, έτσι, πολύ σημαντικά που μου είπαν, τα οποία δεν ήταν καταγεγραμμένα, δηλαδή δυσκολεύτηκα, αυτό που σας είπα, δεν υπήρχανε βιβλία και ένα μεγάλο μέρος της προσπάθειας αυτής βασίζεται στις συνεντεύξεις. Ήταν επίπονη προσπάθεια και έκανα χρόνο, δηλαδή μου πήρε οχτώ χρόνια να το ολοκληρώσω και, όπως ακούστηκε, δεν το έχω ολοκληρώσει, γιατί ακόμα μου έρχονται στοιχεία, υπήρχαν στιγμές, έτσι, που έπαιρνα χρήσιμα πράγματα, έτσι, και ενθουσιαζόμουν με όλα αυτά που μάθαινα. Από την άλλη, υπήρχε και μια απογοήτευση, όταν πήγαινα και δεν πήγαινε όπως τα περίμενα. Δηλαδή, περίμενα ότι θα μπορέσω να μαζέψω περισσότερα στοιχεία, δυστυχώς πολλοί άνθρωποι οι οποίοι ήτανε γνώστες του αντικειμένου, όπως είπα –ο πρώτος που με βοήθησε–, συγχωρέθηκαν και, έτσι, δεν μπόρεσα να πάρω στοιχεία. Δηλαδή, υπήρχαν κάποιοι αξιόλογοι σιδηροδρομικοί ή σιδηροδρομόφιλοι γενικώς, που είχαν το δικό τους υλικό και είχαν τα προσωπικά βιώματα, αλλά, δυστυχώς, δεν μπόρεσα να... όταν πήγα, ήταν αργά, δεν μπόρεσαν να με βοηθήσουνε. Σίγουρα ήμουν τυχερός στην ατυχία μας, ας πούμε, τα δύο χρόνια που ήμασταν κλεισμένοι μέσα στον κορονοϊό, με βοήθησε να αφοσιωθώ περισσότερο, να περάσω τα στοιχεία, να γράψω να σβήσω και να το ολοκληρώσω, κάτι το οποίο είχα στο μυαλό μου ότι θα χρειαστεί τουλάχιστον άλλα δύο χρόνια. Με βοήθησαν σε αυτό και ο Κιγμάς ο Δημήτρης, ο φιλόλογος, ο οποίος έκανε εξαιρετική δουλειά στο να μπορέσει να δέσει όλα αυτά τα κείμενα, και ο καθηγητής ο Μανωλάς, ο οποίος, και αυτός, επεξεργάστηκε όλες αυτές τις πληροφορίες, γιατί, όπως είπα, είμαι ερασιτέχνης, ναι μεν έβαλα το γράψε-σβήσε εκεί πέρα να μπορέσω να τα συνδέσω, αλλά ούτε φιλόλογος είμαι, ήταν και η πρώτη μου προσπάθεια, δεν είμαι επαγγελματίας συγγραφέας, οπότε υπήρχανε προβλήματα, αλλά προσπαθούμε να τα βελτιώσουμε το δυνατόν. Χαίρομαι, όπως είπα, γενικώς, ότι το αγκάλιασε ο κόσμος, το ότι ακόμα μου στέλνουν, μου λένε: «Αυτό να πρέπει να το διορθώσετε, δεν έγινε τότε» ή μου στέλνουν το δικό τους φωτογραφικό υλικό το οποίο προσπαθώ να το συμπεριλάβω. Τις προάλλες, ας πούμε, βρέθηκε ένας κύριος από το Πολύκαστρο Κιλκίς, ο οποίος είναι συνταξιούχος σιδηροδρομικός, είχε περάσει τα πρώτα πέντε χρόνια της σιδηροδρομικής του καριέρας στον Έβρο και, μεγάλη μου χαρά, κάτσαμε αρκετή ώρα και ηχογραφήσαμε και μου είπε και αυτός πληροφορίες, έτσι από την καθημερινότητα, από τη ζωή στη Βύσσα στο χωριό[00:10:00], από τη ζωή στο Κάραγατς που είχε περάσει και αυτός, τα οποία, να σου πω την αλήθεια, ακόμα τα μοντάρω δεν τα έχω συμπεριλάβει, γιατί χρειάζεται αρκετή δουλειά όλα αυτά να προστεθούν στο βιβλίο, ναι.

Ε.Κ.:

Όταν σχεδίαζες να πραγματοποιήσεις μία συνέντευξη, είχες στο μυαλό σου συγκεκριμένες ερωτήσεις που ήθελες να κάνεις στο συγκεκριμένο πρόσωπο ή πηγαίνεις ανοιχτός να ακούσεις ό,τι έχει να σου πει;

Δ. .:

Ναι, εμένα αυτό που με ενδιέφερε ήτανε να μπορέσω κάποια στατιστικά στοιχεία από τον καθένα, που δεν μπορούσα να βγάλω άκρη. Για παράδειγμα, πόση κίνηση είχε, ποτέ δούλευε ο τάδε σταθμός, πότε σταμάτησε να λειτουργεί, και τα οποία, δυστυχώς, δεν μπόρεσα να τα βρω κάπου συγκεντρωμένα, γιατί μου είπαν ότι αυτοί οι λαοί που περάσαν, ας πούμε, οι Βούλγαροι, κατάστρεψαν μεγάλο μέρος των αρχείων, οπότε δεν υπήρχε, δεν ξέρουμε για την περίοδο εκείνη του ’40 και πιο πριν, έτσι που από παλαιότερους ή από αυτά που έχουν ακούσει και από τους πατεράδες τους προσπάθησα να βγάλω μια άκρη, ας πούμε. Στη συνέχεια, θέλησα να μάθω και για τη ζωή τους, για τα αντικείμενά τους, δηλαδή ήθελα, το άλλο που με ενδιέφερε, να μαζέψω και τα αντικείμενα. Ο ΟΣΕ δημιουργήθηκε το 1971, οπότε, προηγουμένως, που ήτανε ο ΟΣΕ εκεί γαλλοελληνικοί σιδηρόδρομοι, όλα αυτά τα αντικείμενα που είχε ο καθένας ήτανε συλλεκτικά και έχουν ιδιαίτερη αξία για μένα, γιατί ήτανε μοναδικά, ήταν μόνο στην περιοχή του Έβρου, δεν υπάρχουν πλέον αυτά, δεν υπάρχουν οι γαλοελληνικοί σιδηρόδρομοι, και όλο αυτό είναι μουσειακό υλικό. Υπήρχαν κάποιοι που είχαν έστω φωτογραφίες, τα οποία ήτανε πολύ σημαντικά για μένα, έτσι συναισθηματικής αξίας και, ενδεχομένως, και συλλεκτικής αξίας.

Ε.Κ.:

Κάποιες μαρτυρίες που σου κίνησαν πολύ έντονα το ενδιαφέρον, που σου προκάλεσαν έκπληξη, ας πούμε;

Δ. .:

Αυτό που μου έκανε εντύπωση τελευταία ήτανε που επισκέφτηκα στη Δράμα κι εκεί ήτανε κάποιοι, έχουν έναν Σύλλογο Συνταξιούχων Σιδηροδρομικών και Φίλων, έτσι, του σιδηροδρόμου, και εντυπωσιάστηκα και από την προσπάθεια που κάνουνε, αλλά, πραγματικά, φτιάχνουν ένα μουσείο, ένα μουσείο οι άνθρωποι, πέρα απ’ όλο αυτό, που μου είπαν τα δικά τους βιώματα, με το πώς ερχόταν η μηχανή, τι έκανε, το πώς κατάφεραν οι άνθρωποι να διασώσουν τη μηχανή. Γιατί στη Δράμα, αυτήν τη στιγμή, σώζονται δύο ατμομηχανές, και μου διηγήθηκε όλη την ιστορία το πώς ο συγκεκριμένος άνθρωπος κατάφερε από δω, από την Αλεξανδρούπολη, αυτήν την ατμομηχανή να τη σώσει και να μην καταλήξει να γίνει παλιοσίδερα. Και μου είπαν, αλλά και είδαμε ιδίοις όμμασι, όλη αυτήν την προσπάθεια που κάνουν, ώστε να τα ανακατασκευάσουν αυτά και να γίνουν λειτουργικά. Και αυτό που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, και μου το είπαν και το είδα ιδίοις όμμασι, είναι όλη αυτή η αθόρυβη δουλειά που κάνουνε οι άνθρωποι, με τα εργαλεία τους, οι τεράστιες εργατοώρες εθελοντικά, ώστε να μπορέσουν να λειτουργήσει η ατμομηχανή και τα βαγόνια του περίφημου του «Orient express» που περνούσε από την περιοχή. Αυτό είναι ζωντανή ιστορία, νομίζω, και μακάρι να υπάρξουν και άλλοι άνθρωποι σαν αυτούς, έτσι, να έχουν το μεράκι και τη διάθεση να καταστήσουν λειτουργικά, γιατί είναι η ιστορία μας και θα βοηθήσει να τη μάθουν οι νέες γενιές!

Ε.Κ.:

Έχεις κάποιες εμπειρίες απ’ όταν ήταν λίγο πιο λειτουργικά τα τρένα εδώ πέρα στον Έβρο;

Δ. .:

Ναι, εντάξει, εγώ επειδή είμαι και παραδοσιακός, με τα βιώματα αυτά που λες, δηλαδή θα προτιμούσα να είχα τον χρόνο να ταξιδεύω με τα τρένα τα απλά, που άνοιγες το παράθυρο και κοιτούσες και χάζευες, το οποίο να πηγαίνει σιγά-σιγά και να μπορούσα να το σταματάω και σε κάθε σταθμό να βγάζω φωτογραφίες, να μιλάω. Δηλαδή, όλα αυτά που είπες, ήμασταν στο τρένο παλιά μαζί, παλιά πηγαίναμε παντού με το τρένο έτσι και κατεβαίναμε στην Αλεξανδρούπολη όλοι μαζί για μπάνιο, ερχόμαστε όλοι μαζί, παρέες, ζητούσαμε, κάναμε το μπάνιο μας, γυρνούσαμε, πηγαίναμε στη Θεσσαλονίκη με το βραδινό, κοιμόμασταν εκεί όλοι μαζί. Στη συνέχεια, πηγαίναμε στο κυλικείο ή στο εστιατόριο καθόμασταν, συζητούσαμε, κάναμε παρέες στο τρένο. Δεν θα ξεχάσω, όταν έφτανε σε έναν σταθμό, ειδικά εδώ που ήταν λίγο-πολύ γνωστοί στο Διδυμότειχο, στο Σουφλί, και κοιτούσαμε από το παράθυρο να δούμε ποιος συνάδερφος του πατέρα μου δουλεύει για να χαιρετίσουμε, και λέγαμε: «Είναι ο τάδε», ναι, ήταν ευκαιρία να μιλήσουμε. Τώρα, το σημερινό το τρένο έχει εκσυγχρονιστεί και είναι πιο γρήγορο και ειδικά μεταξύ Αθήνας-Θεσσαλονίκης, αλλά είναι πιο «άχαρο», θυμίζει αεροπλάνο, δεν μπορείς να βγεις να κοιτάξεις, να χαζέψεις, ειδικά και κάποια άλλα που είναι με τα φιμέ, δεν μπορείς να δεις τα όμορφα τοπία και στα στενά του Νέστου, εδώ πέρα στη Μάντρα στο Σουφλί που βλέπεις τον ποταμό τον Έβρο. Άλλο ταξίδι που θυμάμαι, ήταν που είχαμε πάρει το πρωινό τρένο από το Πύθιο και θυμάμαι πόσο ωραία ήταν που έβγαινε ο ήλιος το πρωί και καθρεπτιζόταν στο ποτάμι. Όλες αυτές είναι οι εικόνες μοναδικές, τις οποίες δεν μπορείς να τις απολαύσεις με το αυτοκίνητο, ναι μεν είναι πιο γρήγορο, πιο σας εξυπηρετεί, άλλα το τρένο είναι το τρένο. Άλλες εικόνες, άλλες ωραίες εικόνες ήταν στο χιόνι το 2001, το 2005, είχε κλείσει ο δρόμος είχε πάρα πολύ χιόνι, το τρένο, όμως, συνέχιζε, συνέχιζε να λειτουργεί, να εξασφαλίζει, έφερνε τις εφημερίδες, το γάλα, όλα αυτά ερχόνταν με το τρένο. Και, φυσικά, άλλο σημαντικό κομμάτι είναι πάλι ο άνθρωπος, γιατί, για να μπορέσει να κυκλοφορήσει, υπάρχουν οι άνθρωποι οι οποίοι θα δουλέψουνε όλο τον χρόνο, εφτά μέρες την εβδομάδα, ειδικά κάτω στα χιόνια, στις πλημμύρες, ώστε να είναι ανοιχτό και να μπορέσει να εξυπηρετήσει τον κόσμο. Δηλαδή, ένα σημαντικό κομμάτι είναι ο άνθρωπος. Τώρα, ακούμε για το μετρό και τα υπόλοιπα, για τρένα που θα πηγαίνουν αυτόματα[00:15:00], είναι πολύ «άχαρα», δεν, το βασικό είναι ο άνθρωπος να πηγαίνει, που ήταν γεμάτα, πηγαίναμε στο Πύθιο και ήταν γεμάτα τουρίστες, ερχότανε με τα σακίδιά τους, με τις μπανάνες, όλα αυτά, ψιλομάθαμε να μιλάμε αγγλικά εκεί στον σταθμό, είναι μοναδικές εμπειρίες τις οποίες ελπίζω να ξαναζήσουμε στο μέλλον.

Ε.Κ.:

Μίλησε μου και για άλλες εμπειρίες για το Πύθιο εκεί στο χωριό σου...

Δ. .:

Ναι, στο Πύθιο ήταν πάντα ένας σταθμός ο οποίος ήτανε συγκοινωνιακός κόμβος, γιατί εκεί πέρα ενώνεται η γραμμή που πάει στην Τουρκία με τη γραμμή που συνεχίζει για την Αλεξανδρούπολη. Έχει μηχανοστάσιο και, τα παλαιότερα χρόνια, υπήρχε πάντα μία μηχανή εκεί εφεδρείας, που λέμε, που ήταν εκεί για να εξυπηρετήσει, γινόταν η μετεπιβίβαση των τουριστών. Δηλαδή, οι τουρίστες που ερχόντουσαν από την Κωνσταντινούπολη σταματούσαν στο Πύθιο για να γίνει ο έλεγχος των διαβατηρίων και μετά από μια-δυο ώρες, πότε είχε, παίρναν το τρένο, τώρα, για να συνεχίσουν για την Αθηνά. Ήταν η πύλη της Ελλάδας, παλαιότερα ειδικά, ήταν στάση για το «Orient express» το Πύθιο. Είναι ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής μου, εκεί πέρασα τα πρώτα παιδικά μου χρόνια, παρέα με όλους τους συναδέρφους του πατέρα μου, τους τελωνιακούς, τους αστυνομικούς. Είχε ο σταθμός ένα δικό του πάρκο, το οποίο μας πήγαινε η μητέρα μου και χαζεύαμε, είχε στο παρελθόν και δικό του σχολείο, το οποίο εγώ δεν το πρόλαβα, βέβαια. Επίσης, αυτό που μου άρεσε μικρός ήταν το τρίγωνο περιστροφής, δηλαδή πήγαιναν οι μηχανές κι έκαναν τη μανούβρα, που λέμε, ώστε να γυρίσει από την άλλη μεριά. Εκεί, με πήγαινε ο πατέρας μου και ήτανε πολύ εντυπωσιακό που έβλεπα τη μηχανή να κάνει αυτόν τον κύκλο για να μπορέσει να γυρίσει προς τα πίσω. Επίσης, μου άρεσαν οι δρετσίνες, τα μικρά βαγονάκια που χρησιμοποιούσανε οι εργάτες για να κάνουν τον έλεγχο της γραμμής, έμοιαζε με παιχνίδι, αλλά είναι πολύ σημαντικό, γιατί το βασικό είναι η συντήρηση, για να μπορέσει να περάσει το κανονικό το τρένο, για να μπορέσει, να υπάρχει συντήρηση. Ένα άλλο που ήταν, έτσι, ωραίο παιχνίδι για μένα, σαν παιδί, ήταν το ψαλίδι, που λέμε, εκεί που είναι εκείνο εκεί πέρα που αλλάζει η γραμμή, που γυρνάει χειροκίνητα. Το Πύθιο έχουν πει ότι, απ’ ό,τι είχα διαβάσει, το είχε πάρει και μία οργάνωση και ήταν να γίνει μουσείο εκείνος ο σταθμός, και δεν ξέρω τι θα γίνει τελικά, πάντως όλα αυτά τα κτίρια της μοναδικής αρχιτεκτονικής που έχουν κατασκευαστεί πριν από εκατόν πενήντα χρόνια, ενώ η Ορεστιάδα είναι νέα πόλη εκατό χρονών... Η καταγωγή του πατέρα μου είναι από τη Βύσσα, κι εγώ πήγα εκεί στον παιδικό σταθμό. Έχω γυρίσει όλον τον Έβρο, οπότε, πέρα από μόνος μου, έχω γυρίσει όλον τον Έβρο και όλους τους σταθμούς, γιατί, από κάθε σταθμό είχαμε «κάτι»: Δηλαδή, στη Βύσσα είναι ο πατέρας μου και πηγαίναμε στον σταθμό εκεί. Στο Πύθιο ήτανε ο σταθμός όπου πέρασα τα πρώτα παιδικά μου χρόνια μέχρι την ηλικία των 6 χρονών και, σου είπα και προηγουμένως, με το Πύθιο έχω έντονα... είμαι συναισθηματικά δεμένος. Στη συνέχεια, μεταφερθήκαμε, μετά το Πύθιο, πήγαμε στη Νέα Ορεστιάδα, και εγώ και ο πατέρας μου, οπότε και σε εκείνο τον σταθμό, τον χρησιμοποιούσα συνέχεια κι εγώ, επισκεπτόμουν τον πατέρα μου. Από την άλλη, η γιαγιά μου, η μητέρα της μαμάς μου, ήταν στα Λαγυνά, που έχουν και αυτοί σταθμό και τον χρησιμοποιούσα, κατέβαινα πάρα πολύ συχνά στα Λαγυνά, τουλάχιστον τρεις-τέσσερις φορές τον χρόνο πήγαινα με το τρένο, διότι είναι και δεν είναι πάνω στον κεντρικό δρόμο, οπότε αναγκαστικά πηγαίναμε με το τρένο. Και, για μένα, και εκείνος ο σταθμός είναι ιδιαίτερος, γιατί είναι λίθινος, μονώροφος και είναι μοναδικός στο είδος στην περιοχή του Έβρου. Δεν είναι ξύλινο, όπως είναι στο Πύθιο, στην Αλεξανδρούπολη και όπως είναι ο παλιός της Νέας Ορεστιάδας. Επίσης, όταν είχα γεννηθεί, ο πατέρας μου ήταν στο Διδυμότειχο, υπηρετούσε στο Διδυμότειχο και εκεί είχαμε πάλι γνωστούς και πηγαίναμε στο Διδυμότειχο, στο Σουφλί, το χρησιμοποιούσαμε το τρένο πάλι, όταν τύχαινε να πηγαίνουμε με τη γιαγιά μου από τα Λαγυνά στο παζάρι και αντίστροφα, οπότε κι εκεί έχω περάσει αρκετές ώρες περιμένοντας το τρένο να έρθει. Η Αλεξανδρούπολη, φυσικά, είναι η έδρα του νομού και ερχόμασταν συχνά για διάφορες δουλειές, είτε με τους φίλους μου, πιο μεγάλος, να κάνουμε μπάνιο είτε για άλλες δουλειές, οπότε έχω περάσει, έχω κατέβει και με το τρένο κι έχω πάει σχεδόν σε όλους τους σταθμούς. Στα Δίκαια, που είναι ο τελευταίος εν ενέργεια σταθμός του δικτύου, πήγα αρκετές φορές, ναι...

Ε.Κ.:

Με τα χρόνια, πώς αντιλαμβάνεσαι την αλλαγή που δημιούργησε ο σιδηροδρομικός σταθμός εδώ πέρα στον Έβρο;

Δ. .:

Ναι, όπως σας είπα, νομίζω ότι ο σιδηρόδρομος πηγαίνει... έχει παράλληλους δρόμους με την ιστορία της περιοχής. Δηλαδή, πριν από εκατόν πενήντα χρόνια, πριν έρθει ο σιδηρόδρομος, η περιοχή, το Δεδέαγατς, της Αλεξανδρούπολης, δεν υπήρχε, δεν είχε αναπτυχθεί. Ήρθε ο σιδηρόδρομος, άρχισε, σιγά-σιγά, να αναπτύσσεται, να γίνονται καινούργια κτίρια, εισήχθη στον Γερμανικό κόσμο, γιατί ήταν εύκολη σύνδεση με την Κωνσταντινούπολη, με την υπόλοιπη Ευρώπη, πέρασε το «Orient express», η διάσημη αυτή υπερταχεία, πόλεις αναπτύχθηκαν χάρη στον σιδηρόδρομο: το Σουφλί μπόρεσε να εξάγει τα προϊόντα του, η Αδριανούπολη και, μετέπειτα, η Νέα Ορεστιάδα χτίστηκε δίπλα στις γραμμές ώστε να μπορούν να μεταφέρουν τα προϊόντα. Έγινε το εργοστάσιο ζάχαρης και είχαμε τα παντζάρια. Στη συνέχεια, το τρένο το χρησιμοποιούσαν πάρα πολύ οι μετανάστες για να πάνε στη Γερμανία, γινότανε εκεί ο αποχαιρετισμός. Ο στρατός το χρησιμοποίησε και το χρησιμοποιεί ακόμα και σήμερα. Και, μετά, σιγά-σιγά, όταν η Ελλάδα μπήκε στην κρίση, άρχισε να μπαίνει και ο σιδηρόδρομος στην κρίση, εκεί το 2011, οπότε, αναγκαστικά, με τις περικοπές, έπρεπε το προσωπικό να μειωθεί, το οποίο, αφού μειώθηκε το προσωπικό, σταμάτησε να υπάρχει [00:20:00]επιβατικό και εμπορευματικό έργο, λόγω των περικοπών, και αυτό επηρέασε και την περιοχή μας, θεωρώ, δηλαδή ειδικά τα χωριά στον βόρειο τομέα, στο Τρίγωνο εκεί τώρα που είναι δύσκολη, που υπάρχει ένα τρένο την ημέρα, τους επηρεάζει και αυτούς να είναι κάπως απομονωμένοι. Έχει αλλάξει το τρένο σήμερα, έχει γίνει πιο σύγχρονο, τουλάχιστον στη Νότια Ελλάδα, στον άξονα Θεσσαλονίκη-Αθήνα, γιατί στον δικό μας, τη δικιά μας την περιοχή, σήμερα υπάρχει ένα τρένο την ημέρα όλο κι όλο, που εκτελεί την διαδρομή Αλεξανδρούπολη-Ορμένιο και πίσω. Έχω πολλά χρόνια να ταξιδέψω με το τρένο, είναι η αλήθεια, γιατί υπάρχει ένα δρομολόγιο το οποίο είναι μόνο τις καθημερινές, και το Σαββατοκύριακο, που θα ήθελα εγώ να ταξιδέψω, δεν μπορώ να ταξιδέψω. Έχω πολλά χρόνια και θα ήθελα κάποια στιγμή να κάνω τη βόλτα, να απολαύσω τη διαδρομή, όπως γινότανε παλιά. Ενδεχομένως, αν δρομολογηθούν τα περισσότερα τρένα, να μπορέσουμε να ταξιδέψουμε. Πάντως, σίγουρα, δεν νομίζω ότι θα είναι όπως παλιά, γιατί και με την έρευνα που έκανα, που πήγα και έκανα επιτόπια παρατήρηση, δυσκολεύτηκα να πλησιάσω και με έπιασε και μια μελαγχολία. Γιατί, όταν ο σταθμός λειτουργούσε και ήτανε ζωντανός, ήτανε πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι τώρα, που περνάνε οι μετανάστες, που έχουν μεγαλώσει τα χόρτα, και θα πρέπει να γίνουν περισσότερες πρωτοβουλίες ώστε να διατηρηθούνε, έστω ως μνημεία, οι σιδηροδρομικοί σταθμοί. Γιατί είναι κάποια κτίρια εκατόν πενήντα χρονών, τα οποία, και στην Αλεξανδρούπολη και στην Ορεστιάδα ο παλιός σταθμός, ήταν τα πρώτα κτίρια της πόλης, και το βασικό, για μένα τουλάχιστον, η ταπεινή μου άποψη, είναι ότι είναι ο άνθρωπος, δηλαδή, θα πρέπει να είναι όλα λειτουργικά, ώστε και να υπάρχει προσωπικό να τα φροντίζει και να μπορούν να τα χρησιμοποιούνε τα άτομα. Εγώ αυτό που ήταν ο στόχος μου, σε αυτήν την προσπάθεια, ήταν να μπορέσω να αναδείξω την αξία του σιδηροδρόμου στην περιοχή, τον ρόλο που έπαιξαν οι άνθρωποι και όσοι εργάστηκαν εκεί πέρα και να μπορέσω να μεταλαμπαδέψω τις γνώσεις μου, και για τον σιδηρόδρομο και για την περιοχή, στην υπόλοιπη Ελλάδα και σε τυχόν νέους ερευνητές, οι οποίοι θα αναζητήσουν κάποια στοιχεία, να έχουν έναν μπούσουλα για το πώς θα μπορέσουν να κινηθούνε και το πού θα μπορέσουν να αντλήσουν στοιχεία. Και, φυσικά, όποιος άλλος χρειαστεί τη βοήθειά μου, πολύ ευχαρίστως να μπορέσω να βοηθήσω, ειδικά στην προσπάθεια, που είναι πολύ σημαντική, όλα αυτά να καταγραφούν ώστε να υπάρχει. Γιατί είναι η ιστορία μας, και να είναι χρήσιμα, τόσο για τη νέα γενιά, για να μάθει, όσο και για κάποιον άλλο που θέλει να ασχοληθεί στον τομέα αυτόν, ο οποίος θεωρώ ότι έχει πολλή δουλειά ακόμα, γιατί η ιστορία είναι ατελείωτη και, ειδικά στην περιοχή μας, είμαστε σε πρώιμο στάδιο, κατά την ταπεινή μου άποψη.

Ε.Κ.:

Έχεις κάποιο όραμα, ότι πώς θα μπορούσε να φτάσει στα θετικά του ο σιδηρόδρομος εδώ στον Έβρο;

Δ. .:

Θα μπορούσε να αναδειχθεί και πιστεύω ότι γίνονται κάποιες προσπάθειες, δηλαδή με το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, με τον εκσυγχρονισμό που είχε γίνει Ιούνιο του 2011, έχει γίνει αυτό που έχουν πει, δηλαδή, και σε συνεντεύξεις, ότι έχει ανέβει η χωρητικότητα της γραμμής και θα μπορούσε να μεταφέρει φορτία, εμπορευματικό έργο, κυρίως προς τη Βουλγαρία προς το... αυτός ο περίφημος άξονας Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη. Επίσης, η Νέα Εγνατία, η σιδηροδρομική Εγνατία, που λένε ότι θα γίνει θα συνδέσει τους Τοξότες μέσω Καβάλας, Αμφίπολης και θα καταλήξει Θεσσαλονίκη, θα βοηθήσει σίγουρα, πιστεύω, γιατί θα συντομεύσει τον χρόνο διαδρομής και θα περνάει από μεγάλες πόλεις, όπως είναι η Καβάλα, θα συνδέσει τον αρχαιολογικό χώρο της Αμφίπολης, την Ασπροβάλτα και τον Σταυρό, που είναι τουριστικοί προορισμοί, όλα αυτά θα βοηθήσουν, πιστεύω.