© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Το δισκάδικο

Κωδικός Ιστορίας
12894
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Ζαχαρίας Βρελιανάκης (Ζ.Β.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
10/05/2021
Ερευνητής/τρια
Ναταλία Μητσιώνη (Ν.Μ.)
Ν.Μ.:

[00:00:00]Καλησπέρα. Θα μας πείτε το όνομά σας;

Ζ.Β.:

Καλησπέρα. Λέγομαι Ζαχαρίας Βρελιανάκης.

Ν.Μ.:

Ωραία. Είναι Τρίτη 11 Μαΐου 2021, είμαι με τον κύριο Ζαχαρία, βρισκόμαστε στο κέντρο της Αθήνας, εγώ ονομάζομαι Ναταλία Μητσιώνη, είμαι ερευνήτρια στο Istorima και ξεκινάμε. Θέλουμε πρώτα να μας πείτε λίγα λόγια για σας. Τι κάνετε στη ζωή σας; Ποιος είστε;

Ζ.Β.:

Στη ζωή μου, μια ζωή ασχολούμαι με το βινύλιο, από παιδί, όλη τη ζωή αγοράζω και πουλάω δίσκους, έχω κάνει πάρα πολλά ταξίδια και σε άλλες χώρες για να φέρω δίσκους, έχω ένα κατάστημα εδώ και ένα μικρό στη Θεσσαλονίκη. Ξεκίνησα το δισκοπωλείο μου τέλη της δεκαετίας του '80, αλλά και πιο παλιά ασχολιόμουν με τους δίσκους, δηλαδή δούλευα σε άλλα δισκοπωλεία πιο παλιά, είχα παίξει και σε ένα συγκρότημα κάποτε, πάντα με τη μουσική ασχολιόμουν πάντως, αυτή ήταν η ζωή μου. Πολλή μουσική.

Ν.Μ.:

Πώς αποφασίσατε να ανοίξετε δισκοπωλείο; Πότε ήρθε αυτή η μέρα που είπατε «εγώ θα κάνω αυτό, θα πουλάω βινύλια»; Πώς προέκυψε;

Ζ.Β.:

Καταρχήν, δούλευα σε δισκοπωλεία, κάποια στιγμή, είναι λίγο αστείο, χάλασε το μηχανάκι μου και δεν είχα χρήματα να το φτιάξω, ήμουνα 20 χρονών, 20 κάτι, και είχα δίσκους στο σπίτι και κατέβηκα εδώ κάτω στο Μοναστηράκι στον δρόμο και πούλησα κάποιους δίσκους για να φτιάξω το μηχανάκι μου. Και το είδα ότι ήταν μία δουλειά, που πέρα από ότι μου άρεσε ήταν και στο στοιχείο μου και ήτανε και εύκολο να την κάνω, υπήρχε και ζήτηση, και μετά άρχισα να ψάχνω δίσκους. Και επειδή ήταν τότε εκείνα τα χρόνια, στα '80ς, δύσκολα να βρεις δίσκους, πήγαινα, τότε φεύγανε οι αμερικάνικες βάσεις, και πηγαίναμε τότε όλοι στις πωλήσεις που κάναν, τα yard sales, που κάναν οι Αμερικάνοι, και εκεί πέρα πολλές φορές είχανε βινύλια και αγοράζαμε τότε, ήταν πολύ δύσκολο τα πρώτα χρόνια. Μετά άρχισα να πηγαίνω ταξίδια στην Ολλανδία και να φέρνω δίσκους, στην Αγγλία, για κάποια στιγμή το 1994 πήγα στην Αμερική, και στην Αμερική ήταν η εποχή που όλοι αφήνανε τα βινύλια για να πάρουν CD, ήταν το good timing, ήταν καλή περίοδος για μένα, πήγα εκεί και ό,τι δίσκο έβρισκα τον αγόραζα, δηλαδή αγόραζα μαζικά, ποσότητες δίσκων, έφερνα μεγάλες ποσότητες, που όλα αυτά μέσα σε αυτά τα χρόνια έχουνε φύγει. Έχω κάνει πάρα πολλά ταξίδια στη ζωή μου, δηλαδή έχω πάει στην Αμερική τριάντα φορές, έχω πάει Γιαπωνία για δίσκους, έχω πάει Βραζιλία, έχω πάει παντού, ξέρω γω, έχω πάει σαράντα φορές στην Ολλανδία, έχω πάει, δεν ξέρω πόσες, είκοσι φορές στην Αγγλία, έχω πάει Βέλγιο, Γερμανία, έχω πάει σε πολλές χώρες και πολλές φορές για να πάρω δίσκους, και Γαλλία πήγαινα, παντού, και μου άρεσαν όλα τα είδη, όλες οι μουσικές, έψαχνα γενικά πάντα.

Ν.Μ.:

Αυτά τα ταξίδια τα κάνατε αποκλειστικά για να αγοράζετε δίσκους; Ξεκινούσατε με αυτό το κίνητρο;

Ζ.Β.:

Πέρα από της Βραζιλίας, όλα τα άλλα τα έκανα μόνο για δίσκους, στη Βραζιλία το συνδύασα έτσι.

Ν.Μ.:

Υπάρχει κάποιο απ’ όλα αυτά τα ταξίδια που ξεχωρίζετε, στο οποίο βρήκατε κάτι πολύ ιδιαίτερο;

Ζ.Β.:

Τα πρώτα χρόνια στην Αμερική ήταν εντυπωσιακά, γιατί τότε πήγαινα στα δισκοπωλεία και επειδή είχαν αγοράσει δίσκους από πολλά σπίτια, έβρισκες ποσότητες από δίσκους, δηλαδή, και όλα τα μεγάλα ονόματα τα βρίσκαμε τότε και σε καλές τιμές, αυτό τώρα πια έχει τελειώσει το έργο, έχουν αλλάξει οι εποχές, είναι μία άλλη περίοδος η οποία η Αμερική είναι πολύ ακριβή πλέον στους δίσκους, έχουμε πολλούς τουρίστες που αγοράζουν δίσκους και τους παίρνουν τώρα και τους πάνε πίσω στις χώρες τους. Κάθε ταξίδι ήταν διαφορετικό, κάθε ταξίδι είχε κάτι άλλο να θυμάμαι, γνώρισα πολλούς ενδιαφέροντες ανθρώπους, ξέρω γω, ήταν ωραία. Και της Γιαπωνίας μου άρεσε πολύ, το Τόκιο, μ’ άρεσαν τα δισκάδικα στο Τόκιο, ήταν διαφορετικά, ήταν διαφορετικά από τα άλλα δισκάδικα που είχα δει γενικά.

Ν.Μ.:

Δηλαδή;

Ζ.Β.:

Δηλαδή, θυμάμαι μια αλυσίδα που λεγόταν Union, αυτά ήτανε τετραώροφα δισκάδικα, τα οποία είχανε στον έναν όροφο γιαπωνέζικη μουσική, στον άλλο όροφο είχανε ροκ, progressive, ψυχεδέλεια, τέτοια πράγματα, στον άλλο όροφο είχανε κλασική μουσική, jazz και τέτοια ή ethnic, world, και όλα αυτά μου έκανε εντύπωση γιατί είχαν τα CD και τους δίσκους στον ίδιο όροφο, με έναν υπάλληλο, ο οποίος είχε τις γνώσεις για... Και βάζανε συνέχεια προσφορές οι Ιάπωνες, είναι πολύ καλοί στις εκδόσεις δίσκων, δηλαδή άμα δείτε τους γιαπωνέζικους δίσκους, είχαν πολύ ωραίες εκδόσεις, είχανε το λεγόμενο obi, που είναι μία κορδέλα που βάζουνε πάνω στους δίσκους και είχανε μέσα πάντα στίχους και στα ιαπωνικά και στα αγγλικά και πολλές φορές δίσκοι που δεν είχανε στίχους τους μεταφράζαν οι ίδιοι, κάναν πολύ καλή δουλειά οι Ιάπωνες και στις ηχογραφήσεις και σε όλα, ήταν high end, ήταν πολύ ωραία.[00:05:00] Στην Αμερική έχω πάει σε είκοσι πέντε πολιτείες, ξέρω γω, περίπου ναι, δηλαδή έχω πάει έχω Τέξας, έχω πάει Μέμφις, έχω πάει Σαν Φρανσίσκο, έχω πάει Βοστώνη, έχω γυρίσει γενικά πολύ, αλλά πιο πολύ ήμουνα στην Ανατολική Ακτή, δηλαδή από Τορόντο, γιατί πήγαινα και Καναδά, από Τορόντο πάνω μέχρι κάτω στη Φλόριντα, ξέρω γω, εκεί, συνήθως πήγαινα δηλαδή Βοστώνη, Φιλαδέλφεια, Νέα Υόρκη, αλλά έχω πάει και από την άλλη πλευρά, έχω πάει και σε κάποια άλλα μέρη, έχω πάει πολλές φορές στο Όστιν στο Τέξας, που είχε το μεγαλύτερο παζάρι δίσκων στην Αμερική. Ήταν ενδιαφέροντα αυτά τα ταξίδια γιατί γνώριζες και κόσμο διαφορετικό, ήταν εμπειρίες, ήταν ωραία.

Ν.Μ.:

Δεν ήταν απλά χώροι αγοροπωλησιών, δηλαδή, κάνατε και ζύμωση, ας πούμε, μουσική, γνωρίζατε κόσμο…

Ζ.Β.:

Δεν το λες μουσική, το λες ζύμωση γενικά, γνωρίζεις ανθρώπους. Στην Αμερική γνώρισα πολύ καλούς ανθρώπους, πολύ ενδιαφέροντες, ήταν και αλλιώς η Αμερική το '90 και αλλιώς τώρα, τώρα έχει αλλάξει πάρα πολύ, ήταν πιο ωραία τότε, νομίζω.

Ν.Μ.:

Πότε ανοίξατε το μαγαζί;

Ζ.Β.:

Το '89 ξεκίνησα να πουλάω στον δρόμο, αρχές του '90 άνοιξα μαγαζί, πρώτα ήμουνα στη δίπλα στοά και από το '95 είμαι σε αυτήν εδώ τη στοά, δηλαδή 25 χρόνια είμαστε εδώ και πιο παλιά ήμασταν δίπλα, αλλά πάντα από παιδί ήμουνα με δίσκους στο χέρι, με κάποιο μουσικό περιοδικό, με κάτι, αυτό με τράβηξε.

Ν.Μ.:

Πώς ήταν το πρώτο διάστημα; Θυμάστε ποιος ήταν ο πρώτος πελάτης ή ο πρώτος δίσκος που πουλήσατε;

Ζ.Β.:

Όχι, πού να το θυμάσαι αυτό, δεν θυμάμαι κάτι τέτοιο, και δεν έχει και τόσο νομίζω, δεν ξέρω...

Ν.Μ.:

Ήταν δύσκολα στην αρχή; Πώς ήταν;

Ζ.Β.:

Στην αρχή ήτανε ήταν δύσκολο να βρεις δίσκους, γιατί πολλοί δεν πουλάγαν δίσκους, ψάχναν να αγοράσουν, πέρα από τις εταιρείες που πουλάγανε τότε να βρεις δίσκους, εν τω μεταξύ, εγώ πέτυχα και την εποχή που οι δίσκοι είχαν εξαλείψει, είχανε λόγω του CD δεν βρισκόντουσαν, οπότε έψαχνε πολύς κόσμος δίσκους στις αρχές του '90 και επειδή υπήρχε παντού το CD στα δισκοπωλεία ερχόντουσαν όλοι εδώ στο Μοναστηράκι να βρούνε δίσκους, εμείς πάντα είχαμε δηλαδή πουλάμε και CD κάτω και τώρα δεν βρίσκεις CD για παράδειγμα, το CD αυτή τη στιγμή έχει εξαλείψει, δεν υπάρχουν CD, και εκείνη την εποχή, δηλαδή, επειδή δεν βρίσκανε πουθενά αλλού, ερχόντουσαν στο Μοναστηράκι και εμείς τότε τους βρίσκαμε, από το εξωτερικό κυρίως, από διάφορες πηγές έβρισκα πάντα.

Ν.Μ.:

Έχετε συγκεκριμένο είδος που πουλάτε;

Ζ.Β.:

Όχι, πουλάμε όλα τα είδη, εμένα προσωπικά μου αρέσουν τα περισσότερα είδη μουσικής, δηλαδή, ακούω πάρα πολλή μουσική και συνέχεια μου αρέσουν περισσότερα πράγματα, μικρός ήμουνα πιο σε λιγότερα γούστα, όσο μεγάλωνα το γούστο μου επεκτάθηκε, έτσι, μεγάλωσε, με τα χρόνια τα αγαπάς όλα, τα σέβεσαι όλα, τα εκτιμάς, αλλάζει αυτό. Ναι.

Ν.Μ.:

Τι είδους πελάτες έρχονται;

Ζ.Β.:

Όπως είναι η κοινωνία, όλων των ειδών οι πελάτες, όλων των ειδών οι άνθρωποι. Εντάξει, ο συλλέκτης είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση, ο μανιώδης συλλέκτης, καμιά φορά, άλλοι μαζεύουν δίσκους που δεν τους ακούνε, άλλοι μαζεύουν δίσκους και τους ακούνε φανατικά, σε άλλους αρέσει η μορφή, σαν έργο τέχνης ο δίσκος, δηλαδή, το εξώφυλλο. Το CD είναι πιο μικρό, τους αρέσει το βινύλιο που είναι μεγάλο, τους αρέσει το εξώφυλλο και η μουσική παλιά γράφτηκε σε βινύλιο, οπότε αυτή ήταν η πρώτη μορφή και οπότε και στα νέα παιδιά τώρα, που έχει γυρίσει το βινύλιο, αρέσει αυτό, αρέσει η παλιά μορφή, όπως βγήκαν τότε τα συγκροτήματα. Πολλά συγκροτήματα τώρα και μουσικοί βγάζουνε βινύλιο. 

Ν.Μ.:

Θέλω να μου πείτε, οι συλλέκτες ξέρουμε ότι είναι λίγο περίεργοι όντως, γενικά έχετε περίεργους πελάτες, να σας ζητάνε περίεργα πράγματα, να σας δυσκολεύουν; Έχετε τέτοια περιστατικά;

Ζ.Β.:

Πάντα συμβαίνουν αυτά. Όταν έχεις μαγαζί και μπαίνει πολύς κόσμο μέσα είναι σαν να έχεις ένα σπίτι ανοιχτό να μπαίνει όποιος θέλει, βάζεις όρια και εσύ ξέρεις σαν μαγαζί, αυτό, εντάξει γενικά τους ελέγχουμε τους περίεργους, αλλά έχει από όλα, ναι, εντάξει. Μπορεί να πει ο άλλος να λέει τα προσωπικά του, τα ψυχολογικά του, ξέρεις, ακούμε και παράξενες ιστορίες όλα αυτά τα χρόνια, έχουμε ακούσει πολλές προσωπικές ιστορίες που είναι παράξενες, έρχονται λίγο και οι πελάτες και μας λένε και τα προσωπικά τους, δεν είναι έρχομαι αγοράζω έναν δίσκο, καμιά φορά, είναι ότι έρχονται για την κοινωνική επαφή πολλοί άνθρωποι, για το shopping therapy, για να μιλήσουνε, να συζητήσουνε, να πούνε... Κι ακούμε διάφορα και πολλά περίεργα, ναι. Και στο εξωτερικό γνώρισα πολλούς περίεργους όταν έπαιρνα δίσκους.

Ν.Μ.:

Για πείτε καμία ιστορία περίεργη.

[00:10:00]

Ζ.Β.:

Ιστορία περίεργη… Δεν ξέρω αν πρέπει να την πω τώρα αυτή την ιστορία, ήταν λίγο... Έχω πάει, παραδείγματος χάριν, σε σπίτι, οι Αμερικανοί συλλέγουν τα πάντα, δεν συλλέγουν μόνο δίσκους, δηλαδή έχω πάει σε σπίτι που έχει τους πιο σπάνιους ψυχεδελικούς δίσκους και μου λέει αυτή: «Δεν είναι η βασική μου συλλογή, η βασική μου συλλογή είναι τα κουταλοπίρουνα» και μου ανοίγει κάτι συρτάρια και μου βγάζει κάτι κουταλοπίρουνα, κάτι περίεργα, κάτι ξέρεις. Οι Αμερικάνοι γενικά μαζεύουνε, ο άλλος μου 'λεγε: «Πουλάω τους δίσκους γιατί θέλω να μαζέψω οτιδήποτε έχει να κάνει με τον Εμφύλιο στην Αμερική», ξέρεις, Νότιοι-Βόρειοι, αυτή την περίοδο, και μάζευε από κορνίζες, από πίνακες, δηλαδή ξέρεις, περί ορέξεως κολοκυθόπιτα, αυτό. Έχω πελάτη εδώ πολλά χρόνια, πολύ καλό παιδί, ο οποίος ό,τι δίσκο αγοράζει, γράφει σε ένα τετράδιο το κάθε τραγούδι και μετά κάνει λοταρία κάθε πρωί που ξυπνάει και αποφασίζει η λοταρία ποιο τραγούδι θα ακούσει, και δεν μπορεί να ακούσει ένα τραγούδι αν δεν το βγάλει η λοταρία, και έχει πολλούς δίσκους για χρόνια, είναι λίγο ψυχαναγκαστικό ακούγεται, αλλά του αρέσει, τέλος πάντων. Και δηλαδή αγοράζει, δηλαδή μπορεί να έχει σπίτι του 10.000 δίσκους και να έχει γραμμένα 100.000 τραγούδια σε ένα τετράδιο, που τα έχει βάλει με νούμερο, και μετά ρίχνει λοταρία και λέει το 515, είναι αυτός ο δίσκος, αυτό το τραγούδι έχω δικαίωμα να ακούσω σήμερα, πολύ ακραίο, αλλά συμβαίνει, ναι. Και ο ίδιος πελάτης μαζεύει πόμολα από ντουλάπια. Δηλαδή πάει... Μπορεί να δίνουν ένα ολόκληρο σύνθετο και να θέλει να αγοράσει το πομολάκι, ξέρετε, αλλά αυτό καμιά φορά μπορεί να το ακριβοπληρώσει, όσο κάνει το έπιπλο, για να του το βγάλουν να το πάρει. Ναι, όχι, δεν είναι... Είναι λίγο εκμετάλλευση αυτό, εντάξει συμβαίνουν και τέτοια.

Ν.Μ.:

Ποιο είναι το πιο ακριβό βινύλιο που έχετε πουλήσει;

Ζ.Β.:

Είναι ένα White Album των Beatles, που ήτανε... Το White Album είχε βγει κανονικά στην Apple, στην εταιρεία των Beatles, αλλά για λίγους μήνες είχε βγει στην Αγγλία για export copy, για εξαγωγή, είχε βγει με το σήμα της Parlophone, και αυτό ήταν ακριβό, εντάξει, μη φανταστείς, το 'χα δώσει αυτό τρεισήμισι χιλιάδες ευρώ, ναι, αλλά αυτό μπορεί να κάνει και 10 τώρα, έχουν αλλάξει, αυτό είναι το πιο ακριβό που έχω δώσει. Γενικά δεν είμαστε υπέρ του πολύ ακριβού δίσκου, μας αρέσει να πουλάμε πολλούς δίσκους σε πολύ κόσμο, αυτό μας αρέσει.

Ν.Μ.:

Πώς τον είχατε βρει αυτόν και πού τον πουλήσατε;

Ζ.Β.:

Τον είχα βρει στην Ελβετία σε ένα ταξίδι. Πήγαινα συχνά στην Ελβετία και έπαιρνα δίσκους τη δεκαετία του '90 τέλη και αρχές του 2000, και η Ελβετία επειδή είχε πολύ, γενικά οι δίσκοι βρισκόντουσαν σε μέρη που είχε πολύ υψηλό βιοτικό επίπεδο, δηλαδή εκεί, στη Νέα Υόρκη, εκεί που είχε μορφωμένους, που είχε ανθρώπους που είχαν σπουδάσει, που είχαν και καλύτερο οικονομικό υπόβαθρο, θα πηγαίνανε και θα παίρνανε jazz, θα ακούγανε, ναι, δηλαδή τους πιο... Ή στην Ελβετία, επειδή είχαν άλλο επίπεδο οικονομικό, έβρισκες τους πιο περίεργους, τους πιο avant garde δίσκους, τους πιο περίεργους, και έπιπλα μπορεί να 'βρισκες, πολύ ακριβά ή και οτιδήποτε, γενικά είχε πολύ καλής ποιότητας πράγματα, το ίδιο και η Σκανδιναβία. Ναι.

Ν.Μ.:

Οπότε το ακριβό δεν συνεπάγεται αυτόματα πολύτιμο και το αντίθετο; Πώς πάει αυτό δηλαδή, είναι άλλος ο πιο ακριβός...

Ζ.Β.:

Το ακριβό έχει να κάνει με την προσφορά και τη ζήτηση, δηλαδή οι Beatles, αυτό είναι ένα δύσκολο, Beatles, με αυτή την ετικέτα, αλλά μπορεί να είναι ένα πράγμα πολύ σπάνιο και να μην ενδιαφέρει κανέναν και να κάνει ένα ευρώ. Μπορεί κάτι άλλο να το βλέπεις αρκετές φορές, αλλά να έχει ζήτηση, οπότε να κρατάει κάποια τιμή, αυτό. Αλλά γενικά, καμιά φορά, σπάνιοι δίσκοι που καλλιτεχνικά δεν θα ενδιαφέρανε κόσμο αν είχαν βγει σε μεγάλη ποσότητα, επειδή έχουν βγει σε μικρή ποσότητα και είναι σπάνιοι και κάποιοι τους θέλουνε για να τους βάλουν στη συλλογή τους και ας μην τους πολυαρέσουν οι δίσκοι αποχτάνε μεγάλη αξία, γιατί είναι λίγο το τιράζ, λίγα τα αντίτυπα που βγαίνουνε, ναι.

Ν.Μ.:

Υπάρχει κάτι πολύ σπάνιο που έχετε αυτή τη στιγμή ή που έχει περάσει από τα χέρια σας;

Ζ.Β.:

Έχουμε σπάνιους δίσκους κάτω στη βιτρίνα κι αυτά, αλλά τώρα δεν θυμάμαι να σας λέω έναν έναν, άμα θέλετε να βγάλετε μία φωτογραφία, έχει σπάνιους δίσκους κάτω, ναι, πάντα έχουμε σπάνιους δίσκους, αλλά όχι του επιπέδου χιλιάδων ευρώ και τέτοια, μπορεί να κάνει 100 ευρώ, μπορεί να κάνει 200, τέτοιες τιμές, ξέρετε.

Ν.Μ.:

Έχει υπάρξει κάποια στιγμή σε όλο αυτό...

Ζ.Β.:

Οι περισσότεροι δίσκοι είναι στα 10, 20 ευρώ, εκεί, έχουμε χιλιάδες δίσκους με 1 ευρώ, που βγάζουμε συνέχεια, έξω από το μαγαζί πουλάμε με ένα ευρώ, πολλούς δίσκους. Και συνέχεια... Πολύς κόσμος έρχεται και παίρνει τέτοιους, δίνουμε πάρα πολλούς από αυτούς, έχουμε για όλα τα βαλάντια, [00:15:00]για όλες τις κατηγορίες.

Ν.Μ.:

Έχει αλλάξει το κοινό όλα αυτά τα χρόνια;

Ζ.Β.:

Έχει αλλάξει το κοινό, ναι. Οι παλιοί συλλέκτες έχουν εξαφανιστεί σε μεγάλο βαθμό και έχουνε γεμίσει και τις δισκοθήκες τους και έχουνε σταματήσει να ψωνίζουνε. Οι νέοι που αγοράζουνε, έχουνε μπει πολλοί νέοι και αγοράζουν και πικάπ και δίσκους, αλλά δυστυχώς η μεγαλύτερη γκάμα διαλέγουνε πενήντα ονόματα. Δηλαδή θα μας ζητήσουν Nirvana, Joy Division, Beatles, Doors, Pink Floyd, Rolling stones, Bowie, μας ζητάνε συγκεκριμένα πράγματα. Πουλάμε και από τα άλλα, αλλά πριν 15, 20 χρόνια τα πολύ κλασικά δεν πουλάγανε, τα είχαν πάρει όλοι οι παλιοί πελάτες, πουλάγαμε πιο πολύ παράξενους δίσκους, πιο άγνωστους, πιο περίεργους, πιο... Τώρα αυτό το πράγμα έχει αλλάξει, όλοι θέλουνε τους πολύ κλασικούς και γνωστούς δίσκους. Έχουν ανέβει δίσκοι που παλιά είχαν κάτσει και δεν πουλάγανε και τώρα τους ζητάει πάρα πολύς κόσμος, όπως το Rumors των Fleetwood Mac, υπάρχουνε δίσκοι δηλαδή... Το Rumors των Fleetwood Mac πριν 15 χρόνια δεν το ζητάγανε, είναι πολύ καλός δίσκος, φανταστικός, αλλά τώρα η πιο νέα γενιά ανακαλύπτει την αξία του. Αυτό. 

Ν.Μ.:

Εσείς ο ίδιος υποθέτω έχετε βινύλια…

Ζ.Β.:

Ναι, βέβαια έχω. Και εγώ έχω, μου αρέσει και ο καλός ήχος, έχω λάμπες, ενισχυτές με λάμπες, που όσο παίζει ο ενισχυτής με τη λάμπα έχει πιο ζεστό ήχο και παίζει πιο ωραία. Ναι, έχω δίσκους, μου αρέσουν, ακούω μουσική.

Ν.Μ.:

Ποιος ήταν ο πρώτος που αγοράσατε;

Ζ.Β.:

Το Rubber Soul των Beatles, 12 χρονών, σε ένα σούπερ μάρκετ στο Παλαιό Φάληρο, του Βασιλόπουλου τότε. Πουλάγανε δίσκους τα σούπερ μάρκετ τότε, όπως και τώρα σε κάποιες χώρες πουλάνε. Μία φίλη μου 'λεγε στη Ρωσία ότι πουλάνε δίσκους στο σούπερ μάρκετ τώρα, ή στην Αμερική έβλεπα στα βιβλιοπωλεία πουλάγανε βινύλια καινούρια, όχι μόνο στα δισκοπωλεία και αυτά. Ναι, έχει γίνει... Βλέπω μία τάση, αρέσει πάρα πολύ στα νέα παιδιά το βινύλιο, γιατί η παλιά μουσική γράφτηκε έτσι και ακόμα και τα καινούρια group παίζουν σαν τα παλιά, σε μεγάλο βαθμό. Δηλαδή υπάρχει μία ανακύκλωση της μουσικής, γιατί τα πάντα έχουν παιχτεί και τα μουσικά όργανα είναι τα ίδια με τότε, δηλαδή για να βγει κάτι καινούριο, πρέπει να εφευρεθούν νέα μουσικά όργανα, όπως είχε βγει το συνθεσάιζερ ή όπως είχανε βγει τα moog, όπως είχανε βγει διάφορα όργανα, το vocoder στη ντίσκο, κάτι, κι άλλαζαν οι ήχοι. Δηλαδή τώρα δεν έχουνε βγει νέα όργανα τα τελευταία χρόνια και για να αλλάξει ο ήχος θα πρέπει να εφευρεθεί κάτι καινούριο, διαφορετικά θα ακούμε ανακυκλώσεις του παλιού, οπότε το παλιό βγήκε σε βινύλιο οπότε και στα νέα παιδιά αρέσει σε βινύλιο, έτσι ήταν η φόρμα του η πρώτη.

Ν.Μ.:

Ποιο είναι το πιο ακριβό που έχετε αγοράσει εσείς για τη δικιά σας συλλογή; Είστε του σπάνιου γενικά ή παίρνετε και εσείς τα κλασικά;

Ζ.Β.:

Παίρνω κάτι που μ’ αρέσει, δεν είμαι του πολύ ακριβού γενικά, το πιο ακριβό θυμάμαι που είχα πάρει ήταν ένα των Άγγλων Kaleidoscope, ενός ψυχεδελικού συγκροτήματος του '67, που τo 'χα πάρει τότε 100.000 δραχμές, αυτό θυμάμαι. Αλλά τώρα σε σημερινά δεδομένα, αυτό θα κάνει γύρω στο χιλιάρικο σε ευρώ, αυτό που σας λέω τώρα ήταν πριν 20 χρόνια. Γενικά δεν ήμουνα πάντα, εμένα μ' άρεσε να ακούω μουσική, δεν με ενδιέφερε, δεν ήμουν ποτέ υπέρ του να παίρνω πολύ ακριβούς δίσκους, δεν μ' άρεσε αυτό. Ναι. 

Ν.Μ.:

Σε όλα αυτά τα χρόνια έρευνας σε όλο τον κόσμο, υπήρχε κάποια στιγμή που βρήκατε κάτι που δεν το περιμένατε και σας εντυπωσίασε πολύ;

Ζ.Β.:

Αυτό γίνεται κάθε μέρα, κάθε μέρα όταν ψάχνεις δίσκους βρίσκεις δίσκους που δεν έχεις ξαναδεί και αυτό είναι το ωραίο, ακόμα και δίσκοι που δεν σε ενδιαφέρουν μουσικά, είναι ενδιαφέρον γιατί βλέπεις νέα εξώφυλλα, νέα πράγματα. Έχω δει άπειρους δίσκους στη ζωή μου, όλη τη ζωή αυτό κάνω, ψάχνω δίσκους, εντάξει, και έχω δει πάρα πολλά πράγματα, πολύ ενδιαφέροντα. Και εν τω μεταξύ οι χώρες παλιά, παλιά υπήρχε το 45άρι, εγώ όταν άρχισα να μαζεύω δίσκους, πώς ξεκίνησα, άκουγε η μητέρα μου μουσική και είχε μικρά δισκάκια στο σπίτι και ξεκίνησα με τους μικρούς δίσκους, που ήταν ένα τραγούδι η πλευρά. Και με μάγεψε το βινύλιο τότε, μου άρεσε πολύ, βρήκα διέξοδο στη ζωή μου τότε μικρός. Και τη δεκαετία του '70, επειδή ήτανε πιο φτωχός ο κόσμος γενικά, δεν υπήρχαν χρήματα, αγόραζαν, πουλάγανε πάρα πολύ οι μικροί δίσκοι, στις αρχές της δεκαετίας του '80 με ΠΑΣΟΚ, με όλα αυτά, διπλασιάστηκε ο βασικός μισθός τότε, άλλαξε το κοινωνικό επίπεδο, άρχισαν να έρχονται πολλοί δίσκοι εισαγωγής, να βγαίνουν πολλά long play, μεγάλοι δίσκοι, και τότε όλα τα δισκάδικα πούλαγαν τους μικρούς δίσκους σε πολύ χαμηλή τιμή, με 20 δραχμές τότε πήγαινες και αγόραζες μικρά δισκάκια. Και επειδή εμείς είχαμε χαρτζιλίκι, τότε όταν ήμασταν πιτσιρίκια[00:20:00], ήταν μία εύκολη λύση, πήγαινες σε ένα δισκάδικο, έψαχνες δισκάκια και έτσι έμαθα πάρα πολλά τραγούδια στην τύχη ή κατέβαινα εδώ στο Μοναστηράκι και έψαχνα δισκάκια, γιατί ήταν πιο φθηνά απ' τους μεγάλους δίσκους και μάθαινες έτσι συγκροτήματα. Δεν υπήρχε τότε ίντερνετ, δεν υπήρχε, ακούγαμε τον Πετρίδη τότε, που μαθαίναμε κάτι από κει, αλλά γενικά υπήρχε σκοτάδι, τώρα ό,τι πληροφορία θες τη βρίσκεις αμέσως, είναι άλλο... Αυτό που θέλω να πω είναι ότι οι μικροί δίσκοι, σε κάθε χώρα στην Ευρώπη βγαίνανε με διαφορετικό εξώφυλλο, δηλαδή ένα τραγούδι των Beatles έβγαινε με ένα εξώφυλλο έτσι στην Αμερική, έβγαινε με άλλο στην Αγγλία, με άλλο στο Βέλγιο, με άλλο στην Ολλανδία, με άλλο στην Ελλάδα, με άλλο στην Τουρκία, δηλαδή κάθε χώρα είχε τα δικά της, με άλλο στην Αφρική. Ένας συλλέκτης Beatles μπορεί να έχει πενήντα διαφορετικά εξώφυλλα το ίδιο τραγούδι, γιατί βγήκαν διαφορετικά σε κάθε χώρα. Και αυτό έτσι κι αλλιώς σε κάνει δηλαδή να έχεις τεράστια ποικιλία πραγμάτων να δεις, πάντα βλέπεις διαφορετικά πράγματα, πάντα βλέπεις κάτι που δεν έχεις ξαναδεί, και πάρα πολύ αυτό το 'βλεπες στους μικρούς δίσκους, γι' αυτό το 'πα αυτό. Ναι.

Ν.Μ.:

Ενδιαφέρον.

Ζ.Β.:

Γι' αυτό έκανα αυτό το... 

Ν.Μ.:

Ωραία, μας αρέσουν αυτά.

Ζ.Β.:

Ωραία.

Ν.Μ.:

Θέλω να μου δώσετε λίγο κλίμα από αυτή την Αμερική των '90s, που λέτε ότι είναι αλλαγμένη τώρα. Πώς ήταν τότε δηλαδή ένα δισκοπωλείο εκείνη την περίοδο;

Ζ.Β.:

Ήτανε πολύ πιο φτηνοί οι δίσκοι, μεγαλύτερη ποικιλία, τώρα πας στα δισκοπωλεία κι έχουνε πάρα πολύ καινούριους δίσκους, έχουν πάρα πολλούς δίσκους του record store day, οι οποίοι είναι δίσκοι για μένα είναι ξαναζεσταμένο φαγητό, δηλαδή πάνε και βγάζουν τις ίδιες κυκλοφορίες με ένα άλλο εξώφυλλο, είναι και ακριβοί για κάτι που έχει ηχογραφηθεί και έχει πληρώσει το στούντιό του κάποτε και όλα αυτά, και επειδή ένας συλλέκτης είναι φανατικός, κάτι διαφορετικό να έχει, λίγο κάτι, πολλοί πάνε και ξαναγοράζουνε το ίδιο πράγμα, επειδή είναι λίγο διαφορετικό, γιατί θέλουν να το 'χουνε επειδή έχουνε τρέλα με ένα συγκρότημα, με κάτι, αλλά γενικά βλέπεις στα δισκάδικα πλέον στην Αμερική, τα τελευταία χρόνια, έχουν όλο σφραγισμένα καινούρια, πολλά του record store day ή πολλά νέες κυκλοφορίες, γιατί τώρα βγαίνουν όλα, όλα τα παλιά ξαναβγαίνουνε. Αλλά εμείς προτιμάμε τον ήχο των παλιών, δηλαδή τώρα γίνεται remastered, γίνονται διάφορα, κάποιες κυκλοφορίες καινούριες είναι πολύ καλές, από analogue tapes, δηλαδή απ' τα... Οι δίσκοι γραφόντουσαν από μπομπίνες, έγραφε το συγκρότημα στο στούντιο με μπομπίνες και η μπομπίνα γινότανε βινύλιο και ήταν αναλογικός ο ήχος, δεν τον ψηφιακός, όπως ήταν τώρα, και γενικά η ακουστική είναι τελείως διαφορετική, αλλά όταν έχεις πολύ φθηνά μηχανήματα δεν μπορείς να ακούσεις πολύ μεγάλες διαφορές, όσο πιο high end μηχανήματα έχεις, ακούς μεγάλη διαφορά στον ήχο και ακούς τις διαφορές, είναι πολύ μεγάλη δηλαδή. Και από εγγραφή σε δίσκο σε δίσκο διαφέρει και όλα. Και γενικά μπορεί ένας δίσκος να είναι εισαγωγής, original, και να παίζει τρεις φορές πάνω στον ήχο απ' ό,τι παίζει ένας ελληνικός παλιός ή ένας πορτογαλικός ή ένας ισπανικός ή κάτι άλλο, όλα παίζουν ρόλο. Πολλοί ελληνικοί βέβαια παλιοί παίζουν καλά, αλλά γενικά προτιμούμε τον παλιό ήχο. Και πολλοί πελάτες εδώ που έρχονται, φέρνουμε καινούρια, φέρνουμε σφραγισμένα, γιατί πολλά δεν μπορούμε να τα βρούμε πια, αλλά πάρα πολλοί έρχονται και ζητάνε να πάρουν το αυθεντικό, το παλιό, προσπαθούμε να το βρίσκουμε πάντα σε καλή κατάσταση. Αυτό είναι το δύσκολο, βρίσκεις δίσκους, πρέπει να είναι καθαροί οι δίσκοι, να είναι σε καλή κατάσταση. Και πολλοί δίσκοι έχουν καταστραφεί με τα χρόνια. Υπάρχουν δίσκοι που βγαίνανε, υπάρχουν δίσκοι πολύ σπάνιοι, γιατί βγαίναν διακόσια αντίτυπα, τριακόσια αντίτυπα, πεντακόσια αντίτυπα, και οι πιο πολλοί έχουν σπάσει, έχουν καταστραφεί, έχουν χαθεί τώρα, ο άλλος μπορεί να έχει φύγει στην Αυστραλία, ο άλλος έχει πάει στην... Δηλαδή οι δίσκοι εξαπλώνονται, μπορεί να είναι οπουδήποτε, έχω πάει σε σπίτια και έχω βρει δίσκους μέσα σε... Μπορεί να έχω βρει σπάνιους δίσκους αλλά μέσα σε πολύ κοινούς δίσκους, τυχαία ο ένας δίσκος μπορεί να πάει οπουδήποτε, να ταξιδέψει και να φύγει κι είναι πολύ δύσκολο να τον ξαναβρείς πίσω, πού πήγε και τι έγινε, και όσοι έχουν διασωθεί. Και όταν λέω για διακόσια, τριακόσια, πεντακόσια αντίτυπα, μιλάω για τις ελληνικές κυκλοφορίες τις παλιές. Και πολλοί Έλληνες καλλιτέχνες, ειδικά στο pop, στο rock, σε αυτά τα παλιά είχανε βγει πολύ μικρές κυκλοφορίες και είναι πάντα δυσεύρετοι οι δίσκοι τους, και να τους βρεις και καθαρούς.

Ν.Μ.:

Γενικά οι πελάτες θέλουν καθαρό τον ήχο, κάθονται και το ψειρίζουν;

Ζ.Β.:

Υπάρχουν όλων των ειδών οι πελάτες, υπάρχουν πελάτες που δεν το ψειρίζουν καθόλου, υπάρχουν πελάτες που δεν τους ενδιαφέρει η κατάσταση του δίσκου τόσο όσο το εξώφυλλο, άλλους δεν τους νοιάζει καθόλου το εξώφυλλο, τους νοιάζει ο δίσκος να παίζει καλά, άλλοι λένε το σκρατς επιβάλλεται στον δίσκο, να ακούς και λίγο σκρατσάκι. Γενικά οι περισσότεροι πελάτες μας είναι ελαστικοί σε αυτό, δεν τους πειράζει πολύ. Και εγώ έχω δίσκους στο σπίτι, δηλαδή ακούς παλιούς δίσκους... Δηλαδή άμα ακούσεις κλασική μουσική, τα Living Stereo, τα πρώτα Stereo, αυτά έχουν έναν ήχο, ακούς την ορχήστρα και νομίζεις ότι ακούς τα βιολιά στο βάθος, αλλά στο βάθος ακούς έναν όγκο μεγάλο, αυτό δεν υπάρχει στις νέες εκδόσεις, δηλαδή οι παλιοί δίσκοι, πολλοί παλιοί δίσκοι[00:25:00], όχι όλοι, είχανε φοβερή ακουστική και ακόμα και με λίγο σκρατσάκι ακούς τη διπλή απόδοση, ακούς κάτι άλλο, οπότε εγώ το παραβλέπω το λίγο σκρατς άμα ακούω κάτι πιο μουσικά έντονο, αυτό. Και με περισσότερη λεπτομέρεια και με περισσότερο...

Ν.Μ.:

Μου είπατε πριν ότι πηγαίνατε στις πρώην Βάσεις των Αμερικάνων;

Ζ.Β.:

Όχι στις Βάσεις, στα σπίτια, γιατί πολλοί Αμερικάνοι τότε που φεύγανε, πουλάγανε τα πράγματά τους, κάνανε yard sale και πουλάγαν τα πράγματά τους και πουλάγανε και δίσκους, και τότε πηγαίναμε τέλη του '80 και ψάχναμε δίσκους σε αυτά τα σπίτια. Τότε που φύγαν οι Βάσεις, που έφυγε απ' τη Βουλιαγμένης αυτή η μεγάλη Βάση, τότε. Ήταν όλη η Γλυφάδα τότε και οι γύρω περιοχές, Αργυρούπολη, όλα αυτά, ήταν με Αμερικάνους, και όλοι φεύγανε και πουλάγανε δίσκους και βρίσκαμε τότε πολλούς, πολλοί πηγαίνανε τότε.

Ν.Μ.:

Σας καλούνε και σε σπίτια τώρα συλλέκτες που μπορεί να θέλουν να τους πουλήσουν;

Ζ.Β.:

Ναι, γίνεται και αυτό, αλλά γενικά, επειδή μας φέρνουν και πάρα πολλούς στο μαγαζί γενικά, πάμε διαλεχτά, δεν πάμε όπου να 'ναι, γιατί πολλοί έχουν δίσκους που δεν μας ενδιαφέρουν, έχουμε πάρα πολλούς δίσκους και εμείς, δεν είναι αυτό, είναι πολλά ακόμα, αυτό είναι ένα κομματάκι.

Ν.Μ.:

Γιατί επιλέξατε το Μοναστηράκι;

Ζ.Β.:

Γιατί μικρός εδώ ερχόμουνα να αγοράσω δίσκους και ήταν πάντα εδώ ο χώρος για τους δίσκους, στην ίδια στοά, 14 χρονών ερχόμουνα και έπαιρνα δίσκους με τη μητέρα μου, μικρούς, στο υπόγειο αυτής της στοάς, στο οποίο τώρα έχω δισκάδικο εγώ, έτυχε να βρεθώ εδώ, αλλά πάντα το Μοναστηράκι ερχόντουσαν δίσκοι εδώ, όλοι εδώ τους πούλαγανε, εδώ έψαχνες να τους βρεις, ήτανε το μέρος για τους δίσκους. Έχω πάει πολλές φορές στην επαρχία για παράδειγμα παλιά, πριν χρόνια, και κοίταζα δίσκους σε δισκάδικα και μου λέγανε «Πήγαινε στο Μοναστηράκι», είχαν έναν δίσκο, ξέρω γω, 10 ευρώ, και εγώ τον είχα στο μαγαζί με 3 και μου λέγανε «Πήγαινε στο Μοναστηράκι να δεις πόσο ακριβά τους έχουνε, εκεί τον πουλάνε 50 ευρώ τον δίσκο», υπάρχει ένας μύθος για μας ότι είμαστε πολύ ακριβοί, αλλά επειδή εδώ έρχονται πάρα πολλοί δίσκοι, είναι πολύ εύκολο να βρεις πολλούς φτηνούς δίσκους στην περιοχή, αντιθέτως δηλαδή, ενώ αν πας στην επαρχία, επειδή δεν έχουν δίσκους, μπορεί να τους βαράνε, επειδή είναι για αυτούς κάτι πιο σπάνιο, πιο δυσεύρετο.

Ν.Μ.:

Εντός χώρας ανακαλύπτετε δίσκους ή μόνο στο εξωτερικό;

Ζ.Β.:

Κοιτάξτε, εγώ έχω ταξιδέψει και μέσα στη χώρα να πάρω δίσκους, έχω πάει από την Κρήτη μέχρι την Κοζάνη, την Καβάλα και στα νησιά και παντού, έχω πάρει πολλά δισκάδικα που κλείσανε τη δεκαετία του '90, έχω πάρει τα περισσότερα δισκάδικα βασικά, όταν κλείναν τα δισκάδικα με παίρνανε τηλέφωνο και έπαιρνα το ολόκληρο το δισκάδικο, κάπως έτσι, αυτό γινόταν την παλιά εποχή, τώρα δεν υπάρχουν δισκοπωλεία έτσι τέτοια, παλιά υπήρχαν 2.000 δισκοπωλεία στην Ελλάδα, τώρα είναι ελάχιστα τα δισκοπωλεία, αλλά εντάξει. Υπάρχει, έχει στην Αθήνα σίγουρα πάνω από 20-25 δισκάδικα έχει μόνο η Αθήνα, τέτοια έτσι, μικρά βέβαια, εμείς είμαστε πολύ μεγάλο μαγαζί, δηλαδή έρχονται από όλα, έχουμε πάρα πολλούς τουρίστες το καλοκαίρι, τώρα λόγω covid, δύο χρόνια δεν έχουμε, αλλά γινόταν χαμός με τους τουρίστες, οι οποίοι πολλοί έχουν ταξιδέψει και σε πολλές χώρες και μου λένε ότι δεν έχουν δει δισκάδικο σαν αυτό. Δηλαδή και με τους Ολυμπιακούς Αγώνες μας το λέγανε αυτό, που ερχόντουσαν αθλητές που είχαν πάει σε πολλές χώρες, που παίρναν δίσκους, που τέτοια, γενικά μας λέγανε τόσο μεγάλο δισκάδικο, με τόση ποικιλία, με τόση οργάνωση... Γενικά οι Έλληνες δεν μας λέγανε πολύ «μπράβο», όταν ξαφνικά άρχισαν να έρχονται οι τουρίστες, δεν ξέρω, γνώρισα μία ευγένεια, άρχισαν πάρα πολλοί να μας λένε «Συγχαρητήρια, πολύ ωραίο μαγαζί, πολύ ωραία οργάνωση», από τους Έλληνες ήταν πιο, το θεωρούσαν πιο δεδομένο ότι όλα αυτά υπάρχουν, δεν ξέρω, οι ξένοι παθαίνουν λίγο σοκ όταν βλέπουν τόσους δίσκους.

Ν.Μ.:

Η μαμά σας σας έφερνε εδώ να ψωνίσετε, όταν της είπατε ότι θέλετε να ανοίξετε μαγαζί πώς το πήρε; Της άρεσε αυτή η ενασχόληση με τη μουσική;

Ζ.Β.:

Σον πατέρα μου δεν άρεσε, μικρός ζήταγα χαρτζιλίκι απ' τον πατέρα μου και μου λέγε «Τι το θες;», το '78, '79, «Για να πάρεις το Pop & Rock δεν σου δίνω λεφτά», μου 'λεγε, βέβαια, αν ήξερε ότι μετά θα ακολουθούσα αυτή την πορεία, μπορεί και να μου 'δινε τότε, αλλά η μητέρα μου πάντα με υποστήριζε σε ό,τι έκανα, αλλά ντάξει, αυτό το έκανα μόνος μου, δεν με βοήθησε κανείς σε κάτι, αυτό το ξεκίνησα μόνος μου κάποια στιγμή, απλώς η μητέρα μου μου έδωσε την έμπνευση, της άρεσε και η μουσική πολύ, της άρεσαν και είχαμε δισκάκια στο σπίτι, από κάπου ξεκινάς, ναι. Αγαπούσε την τέχνη πολύ η μητέρα μου, της άρεσαν τα παλιά, της αρέσανε οι αντίκες, όλα αυτά.

Ν.Μ.:

Εντάξει, πρόσφορο έδαφος.

Ζ.Β.:

Ναι, ναι, ωραία ήτανε, είχε μανία με τις αντίκες, της άρεσαν πάρα πολύ. Είχα παππού αρχαιολόγο παρεμπιπτόντως, όπως εσείς, που στην Κατοχή μάλιστα έδωσε πολύ σπάνια έργα και τέτοια, γιατί τότε δίνανε για να φάνε, είχε πολύ σπάνια πράγματα και τα έδωσε, ναι, για αυτό το λόγο, αυτά γίνανε τότε[00:30:00] στον πόλεμο, χάθηκαν περιουσίες, διάφορα.

Ν.Μ.:

Μάλιστα. Το μετανιώσατε ποτέ;

Ζ.Β.:

Για αυτή τη δουλειά; Την αγαπάω, είναι η ζωή μου, τι να μετανιώσω, μου δίνει χαρά, με κρατάει νέο, με κρατάει ευτυχισμένο, είναι πολύ ωραία δουλειά αυτή, τι να ήμουνα πίσω από ένα γραφείο να κάνω κάτι άλλο; Δεν βαριέσαι με αυτή τη δουλειά, συνέχεια ακούς τραγούδια, εγώ ακούω και καινούρια συγκροτήματα και καινούρια ονόματα, μου αρέσουν, μ' αρέσει γενικά η μουσική, ακούω μουσική του '40, του '50, του '60, ακούω όλες τις μουσικές, και η μουσική πάντα σε κάνει μας κρατάει, και όταν δεν είμαστε καλά ακούμε κάτι και μας φτιάχνει, η μουσική μας θυμίζει πράγματα, αναμνήσεις, μας δίνει συναισθήματα, είναι ωραία, και είναι χαρά, γιατί ξέρεις, συνέχεια ανακαλύπτεις τραγούδια, η μουσική δεν τελειώνει, πάντα ανακαλύπτεις τραγούδια που δεν τα 'ξερες, που σου αρέσουν, και αυτό όλο σε κρατάει, είναι πολύ ωραίο. 

Ν.Μ.:

Μικρός τι ακούγατε; Από πού ξεκινήσατε;

Ζ.Β.:

Μικρός, παραδόξως... Ξεκίνησα με Beatles βασικά, έτσι, τα πρώτα δισκάκια ήταν κάτι Simon and Garfunkel, Mrs. Robinson, Sound of silence, κάτι του Elvis, και ξαφνικά ο αδερφός μου άκουγε Beatles όταν ήμουνα 12 σε ένα κασετόφωνο και μου τράβηξε την προσοχή, μετά πήρα το Rubber Soul των Beatles, αυτό που σας είπα, μετά μπήκα στους Beatles, σε μία φάση άκουγα μόνο Beatles, είχα κολλήσει πολύ άσχημα μαζί τους, σιγά σιγά είπα πρέπει να ξεκολλήσω, μετά πήγα σε μία συναυλία του '78 και είδα τους Socrates και έπαθα ένα πολιτισμικό σοκ με τους Socrates, με τη συναυλία, μου άρεσαν πάρα πολύ και πήγα και πήρα το Phos τότε και είχα κολλήσει και με το ελληνικό ροκ τότε, δηλαδή μάζευα ελληνικό ροκ όταν ήταν πολύ άγνωστο κι ερχόμασταν εδώ και παίρναμε μικρούς δίσκους του Άσιμου, του Σιδηρόπουλου, του Πουλικάκου και διαφόρων έτσι, και μαζεύαμε τότε πολύ ελληνικό ροκ μικρά. Μαζεύαμε και ξένα έτσι ροκ, ποπ, τέτοια, και σιγά σιγά όλο αυτό επεκτάθηκε, τώρα δηλαδή ακούμε όλες τις μουσικές.

Ν.Μ.:

Τι ακούτε αυτή την περίοδο; Πείτε μας καμιά πρόταση.

Ζ.Β.:

Από καινούρια ονόματα;

Ν.Μ.:

Γενικά. Τι ακούτε αυτή την περίοδο;

Ζ.Β.:

Δεν υπάρχει, ακούω όλα τα, ακούω πολλά πράγματα, γιατί κάτω παίζει μουσική συνέχεια και συνέχεια επιλέγω τι ακούω και ακούω πολλά είδη, αλλά από καινούρια ονόματα μου αρέσουνε, ξέρω γω, οι Arctic Monkeys, οι Thievery Corporation, οι Belle and Sebastian, που δεν είναι καινούριοι βέβαια, είναι κοντά 30 χρόνια, δεν ξέρω, αλλά μ' αρέσει η Lana del Rey, μου αρέσουν οι Florence and the Machine, και πολλά άλλα πιο άγνωστα, ναι, μου αρέσουν πολλά πράγματα. Και ελληνικά ακούω, ενώ δεν άκουγα παλιά, μικρός δεν άκουγα πολλή ελληνική μουσική, τώρα την έχω αγαπήσει τα τελευταία χρόνια, την έχω ψάξει, μου αρέσουνε οι ελληνικοί δίσκοι, μου αρέσει και η Μοσχολιού, μου αρέσει και ο Μπιθικώτσης, δηλαδή, δεν σταματάει αυτό, μου αρέσουν πολλά πράγματα.

Ν.Μ.:

Αυτό το παθαίνει πολύς κόσμος, είναι η αλήθεια. Μπορεί να υπάρχει πελάτης που να θέλει να αγοράσει κάτι και να ψιλοντρέπεται;

Ζ.Β.:

Έχει γίνει μερικές φορές να έρχονται και να μας λένε «Δεν είναι για μένα αυτό, είναι για το ανιψάκι μου», δηλαδή ένας που παίρνει rock και ξαφνικά φέρνει μία Madonna στο ταμείο ή φέρνει ένα σκυλάδικο ή φέρνει κάτι άλλο αλλά, ξέρεις, υπάρχει ένας όρος στα αγγλικά που λέγεται guilty pleasures, το ξέρεις, εμένα μου φαίνεται απαίσιο αυτό, γιατί να έχεις guilt για κάτι που σου αρέσει, δηλαδή αυτό είναι μία ψευδαίσθηση, ότι αυτή η μουσική είναι κακή, αυτή είναι καλή, η μουσική γενικά είναι υποκειμενική, δηλαδή σ' αρέσει, τελείωσε, μετά ψάχνεις να πεις αυτό δεν μου αρέσει για αυτό και για αυτό τον λόγο, αυτό είναι επειδή δεν σ' αρέσει, ψάχνεις να βρεις τους λόγους μετά. Εμένα μ' αρέσει πολύ η disco, μου αρέσει πολύ η disco η αμερικάνικη του '70, πάρα πολύ, τη λατρεύω, ακούω πάρα πολλά είδη γενικά, δεν είμαι του heavy πολύ και των σκληρών, έτσι. 

Ν.Μ.:

Θέλω να μου πείτε τώρα που έχουν βγει τα spotify και όλα αυτά, τι γνώμη έχετε, πώς τα αντιμετωπίζετε και αν έχουν επηρεάσει.

Ζ.Β.:

Τα αντιμετωπίζω θετικά, οι εποχές αλλάζουν, τίποτα δεν μένει ίδιο, τα πάντα ρει, που λέει και ο Ηράκλειτος, αυτό είναι μεγάλη αλήθεια, το ότι τα πάντα ρει είναι πάρα πολύ σωστό, δηλαδή τίποτα δεν μένει το ίδιο, δηλαδή αυτό ήταν τη δεκαετία του '60, του '70, τώρα έχουν αλλάξει τα πράγματα, ο κόσμος ακούει έτσι, η μουσική είναι μουσική, πέρα από τους δίσκους, πέρα από τις φόρμες, τις κασέτες, τις μορφές, αυτά που μας αρέσουν, η μουσική είναι μουσική, μουσική ακούς και στο ραδιόφωνο, μουσική ακούς παντού. Τώρα άμα θες να το ακούσεις σε καλύτερη φόρμα ή να το 'χεις, τότε παίρνεις έναν δίσκο, παίρνεις κάτι να το έχεις, ένα CD, αυτό που σου αρέσει, αλλά μπορεί να μαζεύεις δίσκους και να μην τη νιώθεις τη μουσική, όπως κάποιος άλλος που δεν μαζεύει άλλα ακούει και την αισθάνεται πιο πολύ. Το κάθε αυτί ακούει διαφορετικά από το άλλο αυτί, δηλαδ[00:35:00]ή κάποιος μπορεί να ακούει πιο μπάσες συχνότητες, κάποιος μπορεί να ακούει με περισσότερη λεπτομέρεια, κάποιος μπορεί να ακούει πιο χοντροκομμένα τον ήχο, να μην ακούει πολλά πράγματα, το αυτί εκπαιδεύεται. Και το αυτί είναι και άπληστο, όσο ακούει θέλει πιο πολύ να ακούει, όπως και το στόμα θέλει να τρώει έτσι και το αυτί, είναι ένα όργανο που είναι άπληστο πολύ, και ο καθένας ακούει διαφορετικά, αυτό.

Ν.Μ.:

Ενδιαφέρον. Τι άλλο να σας πω; Ωραία μου τα λέτε, είναι η αλήθεια.

Ζ.Β.:

Ωραία.

Ν.Μ.:

Τώρα με εξιτάρει πολύ αυτό το θέμα με τα ταξίδια σας, δεν ξέρω από πού να το πιάσω, νιώθω ότι έχει πολύ πράμα εκεί. 

Ζ.Β.:

Δεν θυμάμαι τίποτα, όχι, θυμάμαι κάποια, εντάξει. Γενικά εγώ τι έκανα, έπαιρνα ένα αυτοκίνητο και οδηγούσα στην Αμερική και μάζευα δίσκους, φόρτωνα δίσκους, πήγαινα σε πολιτείες, φόρτωνα, άλλες φορές νοίκιαζα φορτηγάκια, ξέρεις, και πήγαινα από πολιτεία σε πολιτεία, έχω οδηγήσει σε περίεργες συνθήκες, έχω κοιμηθεί στο αμάξι για να προλάβω να πάω από το ένα μέρος στο άλλο, δηλαδή μπορεί να είχα μία ώρα ύπνο για να βρω δίσκους σε άλλο παζάρι, ήμουν πιο νέος τότε, άντεχα να τα κάνω αυτά και γενικά δηλαδή μπορεί να τελείωνες, να πήγαινες σε μία έκθεση δίσκων, να τελείωνες 5-6 το απόγευμα, μετά σου λέγανε «Έλα σπίτι μου, έχω δίσκους» και πήγαινες σε ένα σπίτι και έβλεπες ο άλλος να έχει 15.000 δίσκους σπίτι του, ο άλλος 20.000 δίσκους και ξαφνικά ξενύχταγες εκεί να διαλέγεις δίσκους και την άλλη μέρα είχες παζάρι, έφευγες απ' τη Νέα Υόρκη και πήγαινες στην Πενσιλβάνια, στη Φιλαδέλφεια, και αυτό το πράγμα ήθελε οχτώ ώρες οδήγημα και έφτανες στο παζάρι και δεν προλάβαινες να κοιμηθείς, είχε μία περιπέτεια όλο αυτό. Ή οδηγούσαμε, πηγαίναμε στο Ντένβερ και είχαμε ντελαπαρισμένες νταλίκες δίπλα μας και οδηγούσαμε μέσα στη χιονοθύελλα με βινύλια, γενικά μία περιπέτεια, και δεν ήξερες τι θα βρεις. Όταν ψάχνεις και βρίσκεις καμιά φορά σπάνιους δίσκους χαίρεσαι, ξέρεις, είναι χαρά ότι βρήκες κάτι και το βρήκες και σε καλή τιμή και βρήκες μία ευκαιρία ή βρήκες κάτι που δεν το 'χεις ξαναδεί στη ζωή σου ή δεν ξέρεις ποτέ τι θα συναντήσεις. Μου 'χουν περάσει τα πιο σπάνια πράγματα από τα χέρια μου, εννοείται, έχουν περάσει πάρα πολλά πράγματα.

Ν.Μ.:

Μόνος σας τα κάνατε όλα αυτά ή σας ακολουθούσε κανείς;

Ζ.Β.:

Με ακολουθούσε η γυναίκα μου παλιά, για μία εποχή, μόνος μου το έκανα για πολλά χρόνια και κάποια στιγμή είχε έρθει μαζί μου, όταν ήμουνα παντρεμένος, είχε έρθει μαζί μου, ναι. Με είχε βοηθήσει πολύ τότε, έχουμε καλή σχέση ακόμα και τώρα και αγαπούσε και αυτή πολύ τη μουσική, είχε τρέλα. Σε δισκάδικο γνωριστήκαμε, που δούλευα υπάλληλος τότε.

Ν.Μ.:

Αλήθεια;

Ζ.Β.:

Δούλευα σε ένα δισκάδικο, στο δισκάδικο της Αθηνάς. Για χρόνια ταξίδευα μόνος μου, κάποια στιγμή ερχότανε μαζί μου, ναι. Αλλά σε πολύ μεγάλο βαθμό το έχω κάνει μόνος μου, βασικά, ναι.

Ν.Μ.:

Πείτε μου αυτή την ιστορία αγάπης. Πώς γνωριστήκατε στο δισκάδικο;

Ζ.Β.:

Μου είχε ζητήσει ένα συγκρότημα, τους Incredible string band, που δεν τους... Είχε πάει σε ένα άλλο δισκάδικο και δεν τους ξέρανε και εγώ της είπα: «Δεν έχουμε τώρα, θα φέρουμε την άλλη εβδομάδα» και έτσι γνωριστήκαμε, από το συγκρότημα αυτό, που μου άρεσε και μένα αυτό το συγκρότημα, ήταν ένα συγκρότημα από τη Σκωτία, απ' τη Γλασκώβη, κι ήτανε ψυχεδελική folk, ήταν περίεργο συγκρότημα, πολύ ωραίο. Μια φορά ήμουν σε ένα δισκάδικο στην Αμερική, με πλησιάζει ένας τύπος ελαφρώς καθυστερημένος έτσι και μου λέει: «Είσαι από την Ελλάδα; Ποπό, η Ελλάδα φοβερή χώρα, είχε πολύ γενναίους πολεμιστές, πολεμάγανε στους πολέμους, ήταν ήρωες, ήταν τέτοιο», άρχισε να μου λέει τέτοια και μετά του λέω: «Εσύ εδώ δουλεύεις;» «Εγώ δουλεύω εδώ δωρεάν, τον βοηθάω στους δίσκους κι αυτά». Το μαγαζί είχε και αντίκες και τέτοια. Και μου λέει: «Εγώ μαζεύω πράγματα από τον πόλεμο, οτιδήποτε πολεμικό μαζεύω», υπάρχουν πολλοί συλλέκτες που μαζεύουνε πράγματα από οτιδήποτε έχει να κάνει με πολεμικό υλικό, με τέτοια. Και μου λέει: «Έχω πάει σε ένα σπίτι και έχω τρελαθεί, το θέλω πάρα πολύ». Τώρα είναι άσχετο με τους δίσκους αυτό, αλλά μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση. Λέω: «Τι θέλεις;». Μου λέει: «Του έχω δώσει 200 δολάρια και δεν μου το δίνει, το θέλω πάρα πολύ κι η γυναίκα του του λέει "Κράτα το σουβενίρ για τα παιδιά μας και μην το πουλήσεις γιατί εκεί πήγες και πολέμησες στην Κορέα"». Και του λέω: «Τι ήταν αυτό;» Μου λέει: «Είναι το scalp ενός Κορεάτη». Το scalp, ξέρετε. Και μου λέει: «Του ζητάω να μου το πουλήσει». «Τι θα το κάνεις» του λέω «αυτό το πράγμα;» Πολύ spooky! Και αυτός όμως έκανε σαν τρελός και το ήθελε, μου 'λεγε: «It’s a need». «Το θέλω πάρα πολύ» να μου λέει. Αυτό ήταν από τα παράξενα, έχω ακούσει διάφορα, αλλά ήταν ακραίο, βέβαια, δεν ήθελα να το πω, αλλά κάτι με έτρωγε να το πω από την άλλη. Ναι. Όταν είχα πάει στην Ιαπωνία, το έχω ξαναπεί όμως αυτό σε άλλη [00:40:00]συνέντευξη, να το πω; Ήταν όλες οι ταμπέλες στα ιαπωνικά και δεν ήξερα να πάω στα δισκάδικα και οι ταξιτζήδες ήταν πολύ τίμιοι, δεν σε κλέβανε, αλλά δεν μιλάγαν καθόλου αγγλικά για να συνεννοηθείς και μου λένε θα σου βρούμε έναν βοηθό να σε πάει, λέω: «Πόσο θα παίρνει την ώρα;», και μου λέει: «Δεν πληρώνεται με λεφτά, θα του παίρνεις φαγητό». Του λέω: «Δεν είναι σωστό αυτό». Μου λέει: «Περίμενε και θα δεις» μου λέει ο Ιάπωνας. Και μου σκάει ένας χοντρός, τόσος, και πηγαίναμε και παίρναμε και τρώγαμε σούσι και αυτά και έτρωγε, ξέρεις, τέσσερις φορές αυτά που έτρωγα εγώ, έτρωγε... Τον είχαν διώξει οι γονείς του από το σπίτι επειδή έτρωγε πάρα πολύ. Ήταν πολύ ευγενικός, πολύ ντροπαλός και όλοι οι Ιάπωνες είναι έτσι, ξέρεις, αλλά γενικά μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Μου λέει: «Θα τον πληρώνεις σε φαγητό» και πραγματικά δεν σύμφερε. Ήτανε τεράστιος. Ναι, αυτό ήταν απ' τα παράξενα.

Ν.Μ.:

Έχετε κάνει φίλους μέσα από αυτά τα ταξίδια που να τους κρατάτε ακόμη;

Ζ.Β.:

Ναι, έχω φίλους στο εξωτερικό έτσι, αλλά εγώ γενικά έχω φίλους με τους οποίους δεν επικοινωνώ. Πιστεύω... Ξέρεις... Δεν μπορεί να κάνεις πολλούς φίλους, δεν σου επιτρέπει ο χρόνος, οι δουλειές, η ζωή, όσο μεγαλώνεις έχεις υποχρεώσεις, έχεις παιδιά, έχεις άλλα πράγματα, δεν έχεις πολύ χρόνο για να κάνεις φίλους, αλλά και με πολλούς πελάτες δηλαδή νιώθω φίλος, έρχονται εδώ, μου λένε την ιστορία τους, συζητάμε, νιώθω ότι τους αγαπάω, ξέρεις, υπάρχει αγάπη, ξέρεις, υπάρχει σχέση, υπάρχει επικοινωνία, αλλά έχω φίλο στην Αμερική, πολύ καλό, έχω φίλο στη Γλασκώβη, στη Σκωτία, πολύ καλό, που έμενα σπίτια τους και τέτοια, που κάναμε παρέα, αλλά βαριέμαι και email να στείλω μετά, αυτό, κάπως ναι, δεν είμαι πολύ συνεπής σε αυτά.

Ν.Μ.:

Πόσους δίσκους υπολογίζετε ότι έχετε τώρα;

Ζ.Β.:

Α, δεν ξέρω, είναι πάρα πολλοί, αυτό δεν είναι, έχουμε και μέσα πολλούς, έχουμε στο υπόγειο πολλούς, έχουμε και μία άλλη αποθήκη πιο μεγάλη από αυτή, δεν ξέρω πόσοι δίσκοι είναι, έχουμε και πολλές χιλιάδες CD, δεν ξέρω, είναι κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες δίσκοι, δεν θα κάτσω να τους μετρήσω ποτέ, μόνο οι μικροί μας, οι μικροί δίσκοι πρέπει να είναι 50.000. Βλέπετε όλα αυτά κουτάκια εδώ; Όλα αυτά είναι μικροί δίσκοι, είναι πάρα πολλοί, δεν φαίνονται, αλλά είναι πάρα πολλοί.

Ν.Μ.:

Πουλάνε οι μικροί δίσκοι τώρα ή δεν είναι τόσο της μόδας;

Ζ.Β.:

Πουλάνε, αρέσουνε, πουλάνε, όχι όσο οι μεγάλοι, αλλά πουλάνε, πάντα πουλάγανε, και εμένα μου άρεσαν πολύ οι μικροί γιατί με αυτούς ξεκίνησα και πολλά τραγούδια, πολλά συγκροτήματα βγάλανε ένα τραγούδι. Έχετε ακούσει τον όρο one hit wonders, ναι, εμένα μου αρέσουν τα one hit wonders, πολλοί καλλιτέχνες έβγαλα ένα καλό κομμάτι και πολλές φορές τα καλά συγκροτήματα στους μικρούς δίσκους βάζανε b-side, πίσω πλευρά, που δεν υπήρχε στους μεγάλους δίσκους, όπως οι Shocking Blue, δεν ξέρω αν το ξέρετε το Venus των Shocking Blue, ήταν Το κορίτσι του Μάη στα ελληνικά που λέγανε οι Olympians, από πίσω είχαν ένα κομμάτι το Hot sun, δεν υπήρχε σε άλμπουμ και ήτανε φοβερό τραγούδι, δηλαδή τα καλά συγκροτήματα είχανε καλά b-side πολλές φορές.

Ν.Μ.:

Ποιος είναι ο αγαπημένος σας δίσκος; Υπάρχει;

Ζ.Β.:

Είναι πολλοί και θα ήταν πολύ δύσκολο να διαλέξω, είναι πάρα πολλοί, αλλά αγαπημένοι σίγουρα είναι οι Love, το Forever changes, μου αρέσει πολύ, μου αρέσουνε Beatles διάφορα, μου αρέσουν πολλοί καλλιτέχνες, πολλοί, μου αρέσει ο Cat Stevens πολύ, μου αρέσει, είναι πάρα πολλά.

Ν.Μ.:

Κάτι που μου ήρθε τώρα. Επειδή τα περισσότερα δισκάδικα είναι στο κέντρο της Αθήνας, τι σχέση έχετε μεταξύ σας; Είναι ανταγωνιστική η σχέση;

Ζ.Β.:

Με τους περισσότερους έχουμε πολύ καλή σχέση, είμαστε φίλοι με τους περισσότερους και έχουμε καλή σχέση γενικά και έτσι πρέπει να είναι, σίγουρα υπάρχει ανταγωνισμός, αλλά εγώ δεν τον ξέρω γενικά, είμαι καλά, ξέρω γω, μιλάμε, μπορεί να βγούμε έξω και να φάμε, να περάσουμε καλά, καμιά φορά, όταν πάμε σε κάποιο παζάρι στο εξωτερικό όλοι χαιρετιόμαστε, έχουμε καλές σχέσεις.

Ν.Μ.:

Πηγαίνετε ακόμα σε παζάρια στο εξωτερικό;

Ζ.Β.:

Πήγαινα μέχρι πριν δύο τρία χρόνια, που κλείσανε λόγω covid, όλα αυτά.

Ν.Μ.:

Ποιο ήταν το τελευταίο που πήγατε;

Ζ.Β.:

Έχω αργήσει, πήγα στην Ολλανδία, αλλά έχω τρία χρόνια να πάω τώρα, αλλά τώρα άμα γίνει τον Νοέμβριο θα πάμε.

Ν.Μ.:

Για πείτε, πώς είναι αυτό το παζάρι δηλαδή;

Ζ.Β.:

Άμα μπείτε και το δείτε λέγεται Jaarbeurs, αυτό είναι το μεγαλύτερο παζάρι στον κόσμο, είναι σε έναν τεράστιο χώρο, πολύ τεράστιο χώρο, και μαζεύονται από όλο τον πλανήτη εκεί να πουλήσουν δίσκους, έρχονται [00:45:00]από το Μεξικό, την Αμερική, από όλη την Ευρώπη, βέβαια, την κεντρική, πάνε και Έλληνες, πάνε από όλες τις χώρες να αγοράσουν καταρχήν, και εκεί πέρα πας και βρίσκεις συγκετρωμένους πάρα πολλούς δίσκους και βρίσκεις και τους πιο σπάνιους δίσκους στις πιο ακριβές τιμές, βρίσκεις τα πάντα, βρίσκεις και τους πιο φτηνούς, βρίσκεις τα πάντα. Οι Ολλανδοί γενικά είναι πολύ καλοί στην οργάνωση, ενώ είναι μια μικρή χώρα η Ολλανδία, ξέρετε σαν μέγεθος είναι σαν την Πελοπόννησο, έχει το μεγαλύτερο παζάρι δίσκων στον κόσμο, ενώ στην Αμερική που πήγαινα, είναι πάρα πολύ μικρό το παζάρι τους το μεγαλύτερο στην Αμερική, που γίνεται στο Όστιν, στο Τέξας, δεν έχει σχέση, της Ολλανδίας είναι τεράστιο και δεν μπορείς να το δεις σε τρεις μέρες όλο, δεν προλαβαίνεις, εγώ θέλω προσωπικά καμιά βδομάδα να το δω το παζάρι όπως ψάχνω εγώ, που δεν ψάχνω ένα είδος, αλλά ψάχνω όλα τα είδη, δηλαδή είναι τεράστιο.

Ν.Μ.:

Θέλω να κάνω μια ερώτηση, δεν ξέρω αν μπορείτε να μου απαντήσετε, πάτε με ένα budget και λέτε θα ξοδέψω αυτά ή πάτε και ό,τι βρείτε;

Ζ.Β.:

Πας με ένα budget πάντα, δεν μπορείς, εννοείται, έχεις ένα budget.

Ν.Μ.:

Δεν είναι βολτάρω και μπορεί και να πουληθεί, επειδή μ' αρέσει πολύ, δεν μπορώ να κρατηθώ.

Ζ.Β.:

Όχι, ό,τι βλέπεις και το θες το αγοράζω, πάω με μεγάλο budget, δεν πάω με μικρό, όταν πάω, γιατί εμείς εδώ έχουμε πελάτες για όλα τα είδη, πουλάμε country, πουλάμε κλασική, πουλάμε jazz, πουλάμε blues, synth pop, new wave, italo, πουλάμε τα πάντα, όλα τα είδη, έχουμε πολλή εξειδίκευση στη disco, στα maxi singles, δηλαδή όλα μας ενδιαφέρουν και έχουμε πολύ μεγάλη γκάμα ελληνικού ρεπερτορίου, προσπαθούμε να έχουμε τα πάντα σε βινύλιο, και στο CD είμαστε καλοί, αλλά στο βινύλιο είμαστε πολύ, πάρα πολύ καλοί, αυτό είναι, προσπαθούμε, μου αρέσει να τα έχω κι όλα, ό,τι μπορώ να βρω το βρίσκω, στα καινούρια πάσχουμε λίγο, αλλά φέρνουμε και από αυτά, ναι, θα φέρουμε και Gorillas, θα φέρουμε και τέτοια δηλαδή, παίρνουμε και καινούρια πράγματα, και Lana και Linkin Park και διάφορα. Με το ένστικτο έχω βρει πολλούς δίσκους, πολλές φορές, και τελευταία στιγμή έχω βρει δίσκους, εκεί που λες δεν βρήκα, ξέρεις τα ταξίδια, πήγαινες σε μια πόλη και έλεγες μπορεί να βρω δίκσους, μπορεί να μην βρω, και καμια φορά σε οδηγούσε το ένστικτο και έβρισκες δίσκους ή κάποιος σου 'λεγε: «Έχω μια αποθήκη εκεί, που έχω κάτι βινύλια παρατημένα» και πήγαινες και έβρισκες θησαυρούς, μου 'χει τύχει αυτό μερικές φορές, και εκεί που έλεγα: «Ποπό, δεν βρήκα τίποτα», έχω πάει και σε ταξίδια και δεν έχω βρει, αλλά είναι δυο τρεις φορές αυτό, πάντα έβρισκα γενικά.

Ν.Μ.:

Πώς βρίσκατε τους ανθρώπους στο κάθε μέρος; Δηλαδή πώς ξέρατε πού θα πάτε;

Ζ.Β.:

Πολύ παλιά έπαιρνα το Yellow Pages, τον Χρυσό Οδηγό και έψαχνα τα δισκάδικα, πήγαινα στη Φρανκφούρτη, έβλεπα ποια είναι τα δισκάδικα στη Φρανκφούρτη και πήγαινα, άμα πήγαινα έτσι στην τύχη, άμα όμως πήγαινα πιο, όταν πήγαινες για παράδειγμα, ξέρεις, όταν πας στην Ολλανδία σε ένα παζάρι δίσκων και είναι όλα μαζεμένα ή έχεις κάποια δισκάδικα που συνεργάζεσαι και σου βρίσκουν τους δίσκους που θες, δηλαδή εμείς μόνιμα είχαμε δισκάδικα που συνεργαζόμασταν και μας βρίσκαν δίσκους, αλλά γενικά εγώ κυνηγούσα τη δουλειά και όταν με πήγαινε η δουλειά την κυνηγούσα πιο πολύ, όταν σε πάει κάτι πρέπει να το κυνηγάς πιστεύω, τώρα οι εποχές έχουν αλλάξει, και τώρα έχουμε πολλή δουλειά και μας ζητάνε και ψάχνουνε δίσκους και αυτά, αλλά τότε, επειδή δεν βρίσκανε δίσκους ερχόντουσαν στο Μοναστηράκι, γιατί οι εταιρείες τότε προσπάθησαν με τεχνητό τρόπο να πεθάνουν το βινύλιο, το 'χα ζήσει αυτό, γιατί ήμουνα υπάλληλος σε ένα δισκοπωλείο και ερχόντουσαν όλοι και λέγανε αυτό το θέλουμε σε βινύλιο και λέγαμε εμείς: «Δεν έχει βγει βινύλιο, μόνο CD, ή το τραγούδι που θέλετε δεν υπάρχει στην έκδοση του βινυλίου, υπάρχει στην έκδοση του CD», το κάναν αυτό το κόλπο οι εταιρείες σιγά σιγά να τελειώσουν το βινύλιο και χαλάγανε και πολύ την ποιότητα τη δεκαετία του '90 του βινυλίου, δεν τους ενδιέφερε, πιστεύαν το CD θα είναι για πάντα, την πατήσανε βέβαια γιατί μετά γίναν όλα ψηφιακά και τώρα ξαναβγάζουνε βινύλια. 

Ν.Μ.:

Οκ, τα δισκάδικα τα βρίσκατε από τον Χρυσό Οδηγό, αλλά πριν μου είπατε, ας πούμε, ότι σε κάποιους Αμερικανούς πηγαίνατε σε σπίτι και τέτοια, αυτά πώς προέκυπταν και πώς σας εμπιστεύονταν να πάτε;

Ζ.Β.:

Δύο λεπτά. Ξέρετε τι θα πει yard sale;

Ν.Μ.:

Όχι.

Ζ.Β.:

Μετακομίζω και βάζω βελάκια, δηλαδή βάζω στον δρόμο χαρτάκια και λέω «Yard sale» και βάζω ένα βελάκι εκεί, μετά ένα βελάκι εδώ, μετά βελάκι εκεί, έτσι κάνουν στην Αμερική παντού, αυτό είναι πολύ συνηθισμένο στην Αμερική. Λοιπόν τη δεκαετία του '80 τέλη, κάνανε πωλήσεις και τις διαφημίζαν [00:50:00]στην εφημερίδα, αγγελίες, και βάζανε επίσης και βέλη, δηλαδή πήγαινες στη Γλυφάδα, στην Άνω Γλυφάδα, έβλεπες στην Ιασωνίδου ταμπελάκια, σου έλεγαν να στρίψεις εκεί δεξιά, εκεί αριστερά, το σπίτι ήταν ανοιχτό και έμπαινε κόσμος μέσα και ψώνιζε τα πράγματα, βάζανε τιμές στα πράγματά τους και πουλάγαν έπιπλα, να μην τα πάρουν μαζί, πουλάγαν δίσκους, πουλάγαν πικ απ, πουλάγανε οτιδήποτε δεν θέλανε να πάρουν μαζί τους, αυτό ήταν κάτι συνηθισμένο εκείνη την εποχή. Δηλαδή, και εσείς τώρα πείτε ότι θέλετε να πάτε στην Αμερική, λέτε: «Δεν θέλω να πάρω όλη αυτή την οικοσκευή μαζί μου, κοστίζει, μεταφορά, αυτά». Κάνετε ένα yard sale και έρχεται κόσμος οποιοσδήποτε για να ψωνίσει, γιατί εσείς φεύγετε από κει, αυτό. Αυτό στην Αμερική είναι σαν έθιμο, το κάνουν όλοι. Και το κάνανε και οι Αμερικανοί που ζούσαν εδώ, αυτό, δεν ήταν κλειστά σπίτια, πήγαινε όποιος ήθελε.

Ν.Μ.:

Οκ, δεν φανταζόμουν ότι θα γινόταν μέσα στα σπίτια όλο αυτό.

Ζ.Β.:

Ναι, ναι. Πουλάγανε πιο φτηνά απ’ ό,τι έβρισκες κάτι μες στα σπίτια.

Ν.Μ.:

Οκέι.

Ζ.Β.:

Ναι. Αυτό στην Αμερική υπάρχει ακόμα, αλλά δεν βρίσκεις δίσκους στα yard sales στην Αμερική, τους έχουν ξεπουλήσει όλους εδώ και χρόνια, σπάνια μπορεί να βρεις. Και επειδή ξέρω πολλούς, εμένα με προμηθεύαν δίσκους πολύ dealers που αγοράζαν δίσκους, δηλαδή εγώ είχα προμηθευτές που ψάχνανε τρεις μήνες, πήγαινα εγώ, μου δίνανε αυτά που είχανε βρει, αυτοί ξυπνάγανε 6:00 το πρωί με χάρτη «πού θα πάω πρώτα, εκεί, μετά θα πάω εκεί, μετά εκεί», πήγαιναν άλλοι πρώτοι, υπήρχε ανταγωνισμός, προσπαθούσαν δηλαδή ποιος θα πάρει τα πράγματα ο ένας από τον άλλο, αυτό, αλλά πλέον οι δίσκοι έχουν στερέψει. Δηλαδή εμείς είμαστε πάνω από τριάντα χρόνια και βρίσκουμε δίσκους, έχουμε πολλούς γνωστούς, έχουμε πολλές πηγές, αλλά γενικά είναι πάρα πολύ δύσκολο να βρεις δίσκους, γιατί πέρα από αυτό είναι και πάρα πολλοί που εμπορεύονται τους δίσκους τώρα, δηλαδή αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα site, το discogs, δεν ξέρω αν τον ξέρετε, εκεί πέρα πουλάνε κοντά δύο χιλιάδες Έλληνες βινύλια, δηλαδή όλοι αυτοί ψάχνουνε δίσκους να αγοράσουνε, να πουλήσουν, δηλαδή κατεβαίνουν εδώ την Κυριακή, ψάχνουνε όλοι, εδώ έξω από το μαγαζί ψάχνουν εμένα δίσκους που έχω προσφορά για να δούνε, ψάχνουν στο ίντερνετ αν κάτι έχει αξία, να πάνε να το πουλήσουν πιο ακριβά, όλοι ψάχνουν δίσκους πάντως, υπάρχει μία ολόκληρη κατάσταση και είναι και συλλέκτες πολλοί, που αγοράζουν και πουλάνε και αυτά, είναι ευχάριστη δουλειά.

Ν.Μ.:

Σας κάνουν παζάρια;

Ζ.Β.:

Ε, βέβαια, μες στο πρόγραμμα είναι αυτό, ναι. Αλλά έχουμε τα όριά μας, όπως καθετί, είμαστε ευέλικτοι, αλλά έχουμε και τα όριά μας, ναι.

Ν.Μ.:

Λογικό. Ωραία. Δεν ξέρω, θέλετε να μου πείτε εσείς κάτι, να μου πείτε κάτι έτσι για conclusion;

Ζ.Β.:

Τίποτα, εμένα μου αρέσει πάρα πολύ που συνεχίζει η δουλειά μας, στη δεκαετία του '90, το 2000, πίστευα ότι αυτό το πράγμα θα τελειώσει κάποια στιγμή, ότι αυτοί όλοι θα φύγουνε, θα μεγαλώσουνε, βέβαια, και ξαφνικά είδα ότι πολλά νέα παιδιά έρχονται με τους γονείς τους, ξαναπαίρνουν πικάπ, ψάχνουν δίσκους, έχει γίνει μία ανακύκλωση σε αυτό, εσάς που σας αρέσουν τα παλιά, ξέρετε, είναι ωραίο αυτό δηλαδή. Και βλέπεις τα παιδιά τρελαίνονται, τα μικρά παιδιά, τρελαίνονται πάρα πολύ με το βινύλιο, τους αρέσει πάρα πολύ. Και το CD θα γίνει συλλεκτικό, ήδη έχει γίνει, θα γίνει συλλεκτικό τα επόμενα χρόνια πιο πολύ, γιατί τα CD δεν ξαναβγαίνουνε και πάρα πολύς κόσμος μαζεύει CD πάλι και δεν βρίσκονται CD. Το CD είναι φτηνό εν σχέση με το βινύλιο, πολύ φτηνό, αλλά δεν μπορείς να βρεις ό,τι θες πια, δεν υπάρχουν, οι εταιρείες δεν τα ξαναβγάζουνε, έχει τελειώσει, γιατί... CD παίρνουν σε μας οι μεγαλύτερες ηλικίες, οι μικρές ηλικίες παίρνουν όλες βινύλια, ναι. Και πάρα πολλά παιδιά έχω δει παίρνουν βινύλια για διακόσμηση, ενώ δεν έχουν πικ απ, γεμίζουν στο δωμάτιό τους τον τοίχο τους, τους αρέσει η φόρμα του δίσκου, τους αρέσει, κάνει κάτι. Είμαστε τυχεροί πάντως, δηλαδή εγώ πριν είκοσι χρόνια έλεγα ότι αυτό το πράγμα θα 'χει τέλος και ευτυχώς δεν έχει, συνεχίζει. Και αν θέλετε να ξέρετε, όλα τα εργοστάσια στην Ευρώπη έχουν ουρά για εκτύπωση βινυλίου, δηλαδή ένας γνωστός μου τώρα που βγάζει έναν δίσκο, θα περιμένει πέντε μήνες να τον παραλάβει τον δίσκο, δηλαδή έχουνε ουρά για να εκτυπώσουν, ένας άλλος γνωστός που είναι χονδρέμπορας στην Αυστρία, πούλησε τους τελευταίους τρεις μήνες με την καραντίνα 10.000 πικ απ, χονδρική, στην Αυστρία, στη Γερμανία, αυτά ένας χονδρέμπορας, θέλω να πω, υπάρχει μία άνθηση του βινυλίου, αρέσει πάρα πολύ.

Ν.Μ.:

Πολύ ενδιαφέρον. Μακάρι να έχει συνέχεια άνθηση και να μη σταματήσετε να κάνετε αυτό που σας κάνει τόσο χαρούμενο.

Ζ.Β.:

Εντάξει, δεν σταματά εδώ, αυτό έχει πάρει τον δρόμο του, δεν μπορεί να αλλάξει τώρα, τι να κάνω τώρα, τι να γίνω; Αυτά. Ωραία.

Ν.Μ.:

Ευχαριστώ πάρα πολύ.

Ζ.Β.:

Εγώ ευχαριστώ. Όταν ήμουνα μικρός, τη δεκαετία του '70, μαζεύαμε γραμματόσημα,[00:55:00] νομίσματα, πιστεύω ότι το πιο ωραίο από όλα τα παλιά πράγματα να μαζεύεις είναι οι δίσκοι γιατί έχουν και χρησιμότητα, τους ακούς κιόλας, δεν είναι ότι μαζεύεις κάτι, δηλαδή τον δίσκο τον παίρνεις, τον βάζεις στο πικ απ, τον ακούς, διαλέγεις το τραγούδι, δεν είναι μόνο ότι συλλέγεις κάτι, έχει και τη χρησιμότητά του. Δηλαδή γι' αυτό μου κάνει το πιο ωραίο από τα vintage πράγματα, το δίσκο δηλαδή. Και είναι και το πιο καθιερωμένο, που αρέσει στον πιο πολύ κόσμο νομίζω. Δηλαδή, πάντα ο άνθρωπος είχε μία τάση να συλλέγει κάτι, αλλά νομίζω ότι ο δίσκος είναι από όλα αυτά το πιο χρήσιμο και το πιο όμορφο, αυτό.

Ν.Μ.:

Δεν το 'χα σκεφτεί έτσι.

Ζ.Β.:

Θυμάμαι σε μία ελληνική ταινία με τον Λογοθετίδη, που του λέει κάποιος: «Τι το θέλεις, μωρέ, αυτό; Άχρηστο είναι». Και γυρίζει και λέει: «Το άχρηστο όμως δεν είναι που ομορφαίνει τη ζωή μας;», ξέρεις, και αυτό μου έκανε κλικ, μου άρεσε. Αυτό.