© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

«Κάθε βράδυ πριν πέσω να κοιμηθώ, προσευχόμουν για να ξυπνήσω κορίτσι»: η ιστορία της Μισέλ

Κωδικός Ιστορίας
10944
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Μισέλ Κααντάν (Μ.Κ.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
04/07/2021
Ερευνητής/τρια
Σοφία Στεφανάκη (Σ.Σ.)

[00:00:00]

Σ.Σ.:

Καλησπέρα. Θα μας πείτε το όνομά σας; 

Μ.Κ.:

Μισέλ Κααντάν.

Σ.Σ.:

Τέλεια. Λοιπόν, ονομάζομαι Στεφανάκη Σοφία. Είναι 5 Ιουλίου του 2021. Βρισκόμαστε σε ένα χωριό στα νότια της Κρήτης. Βρίσκομαι εδώ πέρα με τη Μισέλ Κάανταν. Εγώ είμαι ερευνήτρια για το Istorima και ξεκινάμε. Οπότε, Μισέλ, θέλεις αρχικά να μας πεις λίγα χρόνια για σένα;

Μ.Κ.:

Λοιπόν, λίγα λόγια για μένα. Γεννήθηκα στις 2 Δεκέμβρη του 1999. Γεννήθηκα στην Τεργέστη της Ιταλίας, μια πόλη του Βορρά που συνορεύει με τη Σλοβενία. Είναι πολύ ωραία πόλη με πολύ ωραίο καιρό, αλλά έχει λίγο θέμα το χειμώνα γιατί έχει πολύ αέρα. Αλλά, μετακόμισα στην Κρήτη το… 2006, ναι, το 2006, όπου και άρχισα κατευθείαν το Δημοτικό, μη γνωρίζοντας καθόλου ελληνικά, μην έχοντας καμία γνώση της ελληνικής κουλτούρας. 

Σ.Σ.:

Πώς ήταν αυτό;

Μ.Κ.:

Κοίτα, στην αρχή ήταν λίγο περίεργο, γιατί δεν ήξερα βασικά πράγματα. Το μόνο που ήξερα από την Κρήτη ήταν ο παππούς μου και η γιαγιά μου, που ήταν και τα βασικά άτομα τα οποία γνώριζα, γιατί ήρθα καλοκαίρι και ήρθα την εποχή που ουσιαστικά άρχιζε το σχολείο. Θυμάμαι απλά πολλά άτομα να με φωνάζουνε «το ιταλάκι» και να με σχολιάζουν και... Ήταν πολύ ρατσιστικό, «ο κωλοϊταλός», ξέρεις, «ο ξένος». Αλλά, ‘ντάξει, με τον καιρό νομίζω αυτό λίγο ήρθε σε μια ισορροπία. Ίσως βοήθησε και το γεγονός ότι ήμουν και από μια χώρα που δεν ήταν, ξες, η Αλβανία, η Ρουμανία, χώρες οι οποίες έχουν λίγο, ξες… πολύ κάτω, τις έχουν υποτιμήσει. Αλλά, με τον καιρό έγινα «ένας από όλους», δηλαδή δεν άλλαξε τίποτα. Αναφέρομαι στο εαυτό μου ως «ένας», γιατί, όπως θα πούμε και πιο μετά, είμαι τρανς, που από αγόρι έγινα γυναίκα.  Στην συνέχεια, λοιπόν, όταν άρχισα το σχολείο κτλ., είχα, έτσι, μία πολύ δυνατή φιλία —δεν θα πω επίθετο, θα πω μόνο το όνομα— με την Ελένη, που ήμασταν μαζί από την πρώτη μέχρι και την τρίτη Δημοτικού. Είχαμε μια πολύ βαθιά φιλία και περάσαμε, έτσι, πολύ παιδικά χρόνια τρέλας, γιατί ήταν κι αυτή, έτσι, πολύ «άγριο νιάτο». Υπήρξε ένα πολύ ωραίο δέσιμο. Μας φώναζαν «το ζευγαράκι» τότε. Ήμασταν «το ζευγαράκι του χωριού», γιατί κι ουσιαστικά κοιμόμασταν μαζί. Ήμασταν, ξες, το κλασσικό τυπικό ζευγαράκι του σχολείου του Δημοτικού. Μετά υπήρξε ένας χωρισμός λόγω, ξέρεις, παιδικής ηλικίας κτλ. Εγώ έφαγα πολύ bullying τότε, δηλαδή τρίτη Δημοτικού. Και στις αρχές είχα φάει, αλλά πιο πολύ τρίτη Δημοτικού με τέλη και αρχές του Γυμνασίου πέρασα μια πολύ δύσκολη φάση, γιατί είχα πάρει και κάποια παραπάνω κιλά. Ήμουνα πιο μίζερη σε εκείνη την ηλικία, αλλά αυτό με τον καιρό άλλαξε. Φτάσαμε στη δευτέρα Γυμνασίου να έχω αλλάξει σχολείο, γιατί πήγα σε ένα κοντινό χωριό, στο Χάρακα. Εκεί άρχισα την πρώτη του Γυμνασίου, η οποία, όμως, πέρασα πολύ άσχημα. Είχα πολύ άσχημη αντιμετώπιση και από το σχολείο και από κάποιους καθηγητές εκεί πέρα, με αποτέλεσμα απλά να πάρω μεταγραφή και να πάω στον Πύργο, που είναι ακριβώς το διπλανό χωριό. Και τελείωσα εκεί το Γυμνάσιο. 

Σ.Σ.:

Συγγνώμη που σε διακόπτω. Αναφορικά με το bullying, οι καθηγητές τι έλεγαν; Δεν σε βοηθούσαν; 

Μ.Κ.:

Κοίταξε, είχε περάσει… Λόγω του ότι εγώ είχα φάει πολύ bullying στο Δημοτικό και δεν μιλούσα σαν παιδί, είχε πάει ανάποδα και φαινόταν ότι εγώ ήμουνα η υπερόπτης ή ότι δεν ήμουνα το άτομο το οποίο θα κάνει παρέα, κατάλαβες; Οπότε, οι καθηγητές ήτανε σε φάση «Ντάξει, αυτή το έχει δει πλούσια» και είχαν μπει σε αυτό το mood χωρίς λόγο και χωρίς καν να μπουν στην διαδικασία να μιλήσουν με εμένα. Και απλώς δεν με βοήθησαν ποτέ. Υπήρξε μια τελείως αδιάφορη συμπεριφορά που, ενώ έβλεπαν… Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια μέρα που είχα κρυώσει και δεν είχα φάει για ένα δυο μέρες και ήμουν πολύ χάλια και πήγα να λιποθυμήσω και ένα παιδί με κορόιδεψε, τέλος πάντων, είπε κάτι, ξέρω ‘γώ —μπορώ να βρίσω;—, είπε «Α, την πουστάρα, πάλι προσποιείται», κάτι τέτοιο. Και το είπε μπροστά στην καθηγήτρια, η οποία κάνει «Καλά, ρε παιδί μου, δεν ντρέπεστε;», ξέρω ‘γώ, η οποία ήταν η μόνη που εκείνη τη μέρα, ρε παιδί μου, σήκωσε φωνή και είπε: «Για ποιον λόγο το είπατε αυτό;». Αλλά, σταμάτησε εκεί. Ήταν απλά ένα σχόλιο, ούτε καν υπήρξε τιμωρία. 

Σ.Σ.:

Και εσένα πώς σε έκανε να νιώθεις όλο αυτό;

Μ.Κ.:

Κοίταξε, για να πήρα τη μεταγραφή, πάει να πει ότι δεν περνούσα πάρα πολύ καλά! Ήταν ένας τρόπος να ξεπεράσω. Είχα γνωρίσει και έναν —δεν ξέρω αν τον θυμάσαι, τον Γιάννη τον Φανταουτσάκη, ένα παιδί εδώ πέρα από το χωριό—, ο οποίος καταλήξαμε να κάνουμε παρέα και μου είπε να πάω μαζί του, γιατί αυτός πήγαινε ήδη στον Πύργο. Αυτός είχε πάει ήδη όλο το Δημοτικό στον Πύργο και είχε πάει εξαρχής σ’ αυτό το σχολείο και μου είπε να πάω και εγώ εκεί. 

Σ.Σ.:

Έτσι ώστε να έχεις μια παρέα.

Μ.Κ.:

Ακριβώς. Εγώ πήγα, λοιπόν, γνωρίζοντας τον Γιάννη στο Γυμνάσιο. Πέρασα φανταστικά. Άλλαξε ο τρόπος με τον οποίο είδα το σχολείο. Ακόμα και παιδιά τα οποία… Υπήρχαν σχολιασμοί και υπήρχαν, ξες, σχολιάκια του τύπου «Γεια σου, ρε άντρα» και, ξες, τέτοια, αλλά ταυτόχρονα ήταν τόσο καλοί μαζί μου, που τα παρέβλεψα, γιατί υπήρχε πολύ ωραία ατμόσφαιρα. Είχε πολλή φάση είτε είχε πολλή, ξέρεις, παιδική ξεγνοιασιά. Στο Γυμνάσιο εγώ πέρασα φανταστικά. Δηλαδή, δευτέρα Γυμνασίου και τρίτη Γυμνασίου πέρασα υπέροχα. Ήταν λίγο σαν μία αποζημίωση των ετών του Δημοτικού—

Σ.Σ.:

Ακριβώς.

Μ.Κ.:

που είχα περάσει κόλαση, Ήταν απαίσια. Δηλαδή, στο Δημοτικό πέρασα όντως τραγικά χρόνια. Αλλά, ντάξει, μετά δευτέρα μέχρι και τρίτη Λυκείου μπορώ να πω ότι πήγε πολύ χαλαρά. Γνώρισα τις κολλητές μου, που είμαστε κολλητές μέχρι και σήμερα, η Μαρία με την Άννα, που είμαστε τώρα μαζί… πόσα χρόνια; Πέντε και τέσσερα, εννιά χρόνια, εννιά χρόνια είμαστε κολλητές, αυτοκόλλητες όμως. Εγώ πήγα Ιταλία, πήγα Αγγλία, όμως κάθε χρόνο ή έρχονται αυτές ή θα πάω εγώ Αθήνα.

Σ.Σ.:

Αυτό είναι πολύ ωραίο. Και τι συνέβαινε όλα αυτά τα χρόνια; Δηλαδή, τι σκεφτόσουνα, που είχες έρθει από Ιταλία, με όλο αυτό το background που είχες; 

Μ.Κ.:

Λοιπόν, θα σου εξηγήσω, απλά… Ίσως ακουστεί λίγο περίεργο όλο αυτό, αλλά εγώ από πάντοτε ήξερα ότι εγώ με τη ζωή μου θα κάνω κάτι σημαντικό. Εγώ είχα πάντοτε αυτήν την αυτοπεποίθηση και έλεγα ότι οτιδήποτε και να γίνει, όταν καταφέρω να είμαι μόνη μου θα καταφέρω να κάνω κάτι όμορφο, είτε αυτό είναι με τη δουλειά μου είτε αυτό είναι με τη ζωή μου. Αλλά, θα κάνω κάτι που θα αξίζει τον κόπο. Όπως θυμάσαι και εσύ, είχα κόλλημα με την Αμερική. Ειδικά με την Νέα Υόρκη συγκεκριμένα εγώ είχα θέμα να φύγω. Φαίνεται, κιόλας, στο δωμάτιο που καθόμαστε. Και απλώς είχα πάντοτε αυτήν την ελπίδα και την ιδέα πίσω στο μυαλό μου ότι αυτό κάποια στιγμή θα αλλάξει, ότι αυτό που περνάω τώρα κάποια στιγμή θα φύγει. Ήταν και μια παρηγοριά, ήταν το όνειρο μου, ήταν αυτό που σκεφτόμουν, ήταν ο μόνος λόγος που πάντα προσπαθούσα και τα κατάφερα. Δηλαδή, από τότε προσπαθούσα να βρω έναν λόγο για να φύγω απ’ αυτόν τον εφιάλτη, γιατί ήταν εφιάλτης, γιατί —είχε πολλά χρόνια— ξυπνούσα και δεν ήθελα να ζω. Ήθελα απλά να... Δεν ξέρω. Ήταν ένας μαγικός τρόπος να φύγω απ’ το χωριό, ένας μαγικός τρόπος να φύγω απ’ το σπίτι, να αλλάξω περιβάλλον. Ήθελα απλά να φύγω. Ήτανε το συνεχές άγχος της φυγής. Ήτανε πάντοτε: «Να φύγω. Πότε θα φύγω;». Αφού η μαμά μου μου έλεγε: «Φύγε, να δω τι θα κάνεις επιτέλους, ρε παιδί μου! Τι είναι αυτό το πράγμα;». 

Σ.Σ.:

Πάντα, δηλαδή, υπήρχε κάτι το οποίο σκεφτόσουνα και λες: «Αν το κάνω αυτό, θα είμαι καλά». 

Μ.Κ.:

Ναι. Ήτανε, βασικά… Το βασικό μου μέλημα ήταν να φύγω απ’ την Ελλάδα, όχι απλά απ’ το χωριό. Δεν ήταν ο σκοπός να φύγω απ’ το χωριό. Απ’ την Ελλάδα. 

Σ.Σ.:

Αυτό γιατί; 

Μ.Κ.:

Δεν έβρισκα τον εαυτό μου να ταυτίζομαι με την νοοτροπία του Έλληνα. 

Σ.Σ.:

Τι πιστεύεις ότι είναι η νοοτροπία του Έλληνα; 

Μ.Κ.:

Η νοοτροπία του Έλληνα πιστεύω ότι είναι πολύ βασισμένη στην κοινή γνώμη: πώς θα αντιληφθεί η κοινή γνώμη το άτομο και πώς θα καταλήξει αυτό να έχει την κοινωνική αποδοχή κάτω απ’ τους «όρους» που έχουμε συνηθίσει με την παραδοσιακή κρητική κοινωνία. Μπορεί στην Κρήτη να είναι το τι θα πει το χωριό, στην πόλη είναι τι θα πει η γειτονιά. Οπότε, δεν φεύγεις ποτέ απ’ αυτό το τι θα πει κάποιος, και το γεγονός ότι ήμουν τρανς το έκανε αυτό πολύ πιο αισθητό πάνω μου, γιατί ήξερα ότι οποιαδήποτε επιλογή θα επιφέρει είτε γνώμη αρνητική για μένα είτε για την οικογένεια μου. Οπότε, είχα φόβο γενικά. Ήξερα ότι εδώ δεν μπορούσα να μείνω. Για τον έναν ή για τον άλλο λόγο δεν μπορούσα να μείνω εδώ πέρα. Δεν ήμουνα… Δεν μπορούσα, δεν ήταν φτιαγμένος ο τόπος για μένα να μείνω εδώ. Δεν περνούσα καλά. 

Σ.Σ.:

Το είχες σκεφτεί, ας πούμε, το είχες προσπαθήσει κάπως; Εννοώ…

Μ.Κ.:

Να επικοινωνήσω τι είμαι;

Σ.Σ.:

Είτε να το επικοινωνήσεις είτε οτιδήποτε. Ας πούμε, υπήρξαν προσπάθειες που δεν βρήκες ανταπόκριση; 

Μ.Κ.:

Κοίταξε, υπήρχε άμεση επικοινωνία με τον κόσμο, γιατί ήμουν ένα πολύ θηλυπρεπές [00:10:00]αγόρι. Οπότε, αυτό είναι κάτι το οποίο φαίνεται άμεσα. Ήδη από τα πρώτα δύο λεπτά που με γνώριζες μπορούσες να καταλάβεις ή ότι είμαι γκέι ή ότι, τέλος πάντων, κάτι με μένα δεν είναι το ίδιο με τα υπόλοιπα αγόρια. Οπότε, αυτό ήδη έκανε την ζωή μου πολύ πιο δύσκολη, διότι κάθε μου επικοινωνία, ας πούμε, το απλό, να πάω σ’ ένα σουπερμάρκετ στην Ελλάδα —δεν λέω στην Κρήτη, λέω στην Ελλάδα, έτσι; Να σημειωθεί αυτό— ήταν ένας αγώνας. Δηλαδή, το γεγονός ότι έπρεπε να κατέβω στο μετρό στην Αθήνα, έπρεπε να αποδεχτώ τον κάθε σχολιασμό απ’ το λεωφορειατζή, από τον περαστικό, από το γιατρό, από το ταχυδρομείο, απ’ το σουπερμάρκετ. Ήταν πάντοτε ένα «struggle» το πώς θα περάσει εκείνη η μέρα και πώς θα αντιμετωπιστώ από τον κόσμο, το οποίο άλλαξε όταν ολοκληρώθηκε, αν θες, η αλλαγή πάνω μου και πλέον δεν φαινότανε τόσο —βασικά, δεν φαινόταν πια τίποτα όσον αφορά την εμφάνισή μου. 

Σ.Σ.:

Οπότε, πιστεύεις ότι μόνο και μόνο το γεγονός ότι ήσουν ένα θηλυπρεπές αγόρι, αυτό άνοιγε έναν διάλογο; Μονομερές, βέβαια. Εννοώ ότι δεν σε ρωτούσαν πράγματα.

Μ.Κ.:

Ναι, έκλεινε πόρτες.

Σ.Σ.:

Έκαναν σχόλια.

Μ.Κ.:

Ναι.

Σ.Σ.:

Δεν σε ρωτούσαν, εννοώ, «Γιατί;» και πώς νιώθεις. 

Μ.Κ.:

Όχι, παιδί μου. Περπατούσα στο δρόμο και θα άκουγα «Α, την πουστάρα. Α, αυτή. Α, πώς έχει γίνει έτσι;», ξέρω ‘γώ, ή το ένα και το άλλο. Οπότε, είχα μια πολύ αρνητική εικόνα για την Ελλάδα. Τη σιχαινόμουνα, δεν θα σου πω ψέματα. Την Ελλάδα την άκουγα και έλεγα: «Δεν θα ξαναπατήσω το πόδι μου στην Ελλάδα». Έλεγα στη μαμά μου: «Μαύρη η ώρα κι η στιγμή που με έφερες στην Ελλάδα. Γιατί με έφερες στην Ελλάδα; Γιατί με έφερες στην Ελλάδα;». 

Σ.Σ.:

Οι γονείς σου —συγγνώμη που διακόπτω— μέσα σ’ όλα αυτά τα χρόνια πώς ήταν; Τι σου έλεγαν; 

Μ.Κ.:

Μου έλεγαν πάντοτε: «Κάνε υπομονή και θα φύγεις. Κάνε υπομονή και θα φύγεις. Εμάς η ζωή μας είναι καλώς ή κακώς εδώ πέρα. Θα σε υποστηρίξουμε». Αυτό ευτυχώς το είχα. Είχα την υποστήριξη των γονιών μου, αλλά ήξερα ότι θα φύγω. Κι όντως, στα 17 το πρώτο πράγμα που ήταν να κάνω το έκανα. Έφυγα κατευθείαν, δηλαδή με το που τελείωσα το σχολείο έφυγα. 

Σ.Σ.:

Οπότε, ουσιαστικά, δεν ήταν αρκετή ούτε προφανώς η υποστήριξη απ’ τους γονείς αλλά ούτε και από το φιλικό περιβάλλον. Έπρεπε να έχεις κάτι άλλο, κάτι πιο μεγάλο. 

Μ.Κ.:

Σε καμία περίπτωση, όχι, σε καμία περίπτωση. Δεν θα μπορούσα να αρκεστώ σε αυτό. Αν είχα μείνει στην Ελλάδα στα 17 μου, δεν θα ήμουν η Μισέλ που είμαι σήμερα. Η Μισέλ που είμαι σήμερα είμαι γιατί στηρίχθηκα στα πόδια μου. Εγώ από τα 17 μέχρι τώρα, Σοφία, τα έχω κάνει όλα μόνη μου. Τίποτα δεν έχω πάρει από κανέναν. Οτιδήποτε έχω κάνει το κατάφερα μόνη μου, τελείως μόνη μου. 

Σ.Σ.:

Μάλιστα. Αυτό είναι πολύ αξιέπαινο, πραγματικά. Θες να μας μιλήσεις λίγο για τα 17 και μετά; Τι ήταν αυτό που κατάφερες μόνη σου; Ποια ήταν η διαδικασία; 

Μ.Κ.:

Λοιπόν, στα 17 —δεν ξέρω ποιο είναι το ρήμα. «Είχα κληθεί»; 

Σ.Σ.:

Τι θέλεις να πεις μετά;

Μ.Κ.:

Έπρεπε να επιλέξω να δώσω ή να μη δώσω Πανελλήνιες. Είχα αρχίσει φροντιστήρια ήδη από το Λύκειο. Από την πρώτη Λυκείου είχα αρχίσει φροντιστήρια. Ξέρεις, ήταν το σύνηθες φαινόμενο εδώ πέρα όποτε μπαίνουμε στο Λύκειο να αρχίζουμε. Ήδη απ’ το Γυμνάσιο κιόλας είχα κάνει φροντιστήρια για να μπω στη διαδικασία να δώσω Πανελλήνιες. Στο Λύκειο αποφάσισα ότι αυτό δεν είναι για μένα και ότι οι Πανελλήνιες δεν με εκφράζουν, γενικά. Δεν ήμουν και πότε το παιδί που θα κάτσω να διαβάσω ώρες ατελείωτες. Οι γονείς μου είχαν σπουδάσει στο εξωτερικό, οπότε γενικά είχα πολύ οικεία την ιδέα να σπουδάσω στο εξωτερικό. Αποφάσισα να μη δώσω Πανελλήνιες. Βασικά, έδωσα πανελλήνιες, αλλά ήτανε για σαν εμπειρία. Ήθελα απλά να δω πώς είναι. Έδωσα το Proficiency στα αγγλικά, το οποίο διάβασα έναν χρόνο και το πέρασα με πολύ καλό βαθμό, και λέω: «Θα το πάρω και θα δω τι θα κάνω μετά, από κει και πέρα».

Μ.Κ.:

Αποφάσισα να σπουδάσω στην Ιταλία Αισθητική και Κοσμετολογία, κοντά σε μία πόλη κοντά στο Μιλάνο. Έκατσα τρία χρόνια. Και με το που έφτασα στα 17, το 2017 το Σεπτέμβρη, 16 Σεπτέμβρη του 2017, εγώ έφτασα στην Ιταλία.

Σ.Σ.:

Ιταλία λόγω και του background και της γλώσσας και λόγω επειδή γεννήθηκες εκεί πέρα; 

Μ.Κ.:

Ναι. Ήταν πολύ εύκολο για μένα επειδή ήξερα την γλώσσα, είχα, ξες, τα στοιχεία όλα που χρειαζόμουνα. Δεν χρειαζόταν να κάνω τίποτα. Έπρεπε ουσιαστικά να πάω και να αρχίσω τη σχολή. Την άρχισα. Άρχισα και σχεδόν κατευθείαν τη φυλομετάβαση. Δηλαδή, πέρασαν λίγοι μήνες και άρχισα να το σκέφτομαι, άρχισα να το εξασκώ. Είχα αρχίσει ήδη να βάφομαι, οπότε είχα μπει ξαφνικά… Είχα μπει πλέον να είμαι ο εαυτός μου. Είχα μπει, ξέρεις, από το τελείως παραδοσιακό σε έναν χώρο όπου μπορούσα να είμαι τελείως ένα άτομο που... Βασικά, ξέρεις τι; Είχα αρχίσει να χτίζω την περσόνα μου. Ήτανε τη διαδικασία που άρχισα να γίνομαι η Μισέλ χωρίς καν να το ‘χω καταλάβει εγώ η ίδια, χωρίς καν να σκεφτώ ότι είχα αρχίσει ήδη τη διαδικασία της φυλομετάβασης. Απλά είχα αρχίσει να βάφομαι, είχα αρχίσει να ντύνομαι με άλλα ρούχα, να φοράω σκουλαρίκια. Ήτανε, ξέρεις, αυτή η φάση.

Σ.Σ.:

Έγινε φυσικά—

Μ.Κ.:

Πολύ, πολύ.

Σ.Σ.:

κι ήτανε σαν να υπήρχε ένα βηματάκι, ένα βηματάκι.

Μ.Κ.:

Ακριβώς.

Σ.Σ.:

Πρώτα, ας πούμε, άλλαξες τόπο, ζούσες σε έναν άλλο τόπο, μετά μακιγιάζ, μετά ρούχα και μετά... Ας πούμε, η σκέψη του να αλλάξεις φύλο από πότε σου είχε γεννηθεί;

Μ.Κ.:

Αχ, λοιπόν, το 2014 ανακάλυψα μία θεότητα που τη λένε Gigi Gorgeous. Η Gigi Gorgeous είναι ένα social media influencer που είναι από τον Καναδά, η οποία έχει αλλάξει φύλο και έχει ανεβάσει την ιστορία της φυλομετάβασής της στο Youtube. Είναι Youtuber ουσιαστικά. Εγώ τότε ήταν η πρώτη φορά… Βασικά, στην αρχή, όταν την είχα πρωτοδεί, δεν ήξερα καν ότι είναι τρανς. Εγώ απλά έβλεπα μια πολύ όμορφη γυναίκα η οποία κάνει διάφορα βιντεάκια στο ίντερνετ. Μετά, πηγαίνοντας πίσω στα βίντεό της, ανακάλυψα ότι είναι τρανς και είχα πάθει σοκ. Δεν ήξερα ότι τα τρανς άτομα μπορούν να έχουν μια φυσιολογική ζωή, γιατί ως τρανς ήξερα απλά, ξέρεις, τις κοπέλες που είναι στον δρόμο, ήξερα τις «τραβεστί», αλλά δεν είχα καθαρή ιδέα του τι σημαίνει να είσαι τρανς. Νόμιζα ότι απλά είναι κάποια άτομα τα οποία είναι «περίεργα». Δεν ήξερα καν τι σημαίνει το να ‘χεις αλλάξει φύλο. Τότε, όταν είδα αυτήν την κοπέλα, ήταν σαν να ταυτίστηκα, γιατί είδα τα βιντεάκια της και είναι τόσο «εγώ» αυτή η κοπέλα. Μοιάζω τόσο πολύ μ’ αυτό που περνάει. Και λέω: «Μήπως είμαι τρανς;» Όμως, εγώ φοβόμουν να το παραδεχτώ. Ήμουν σε φάση: «Αποκλείεται να είμαι τρανς». 

Σ.Σ.:

Γιατί; 

Μ.Κ.:

Γιατί στο μυαλό μου η λέξη «τρανς» ήταν κάτι αρνητικό. Όπως λέμε, ξέρω ‘γώ, «Αυτή έχει καρκίνο», «Αυτή είναι τρανς», γιατί στο μυαλό μου ήταν κάτι πολύ άσχημο. Δεν ξέρω πώς είχε γεννηθεί. Νομίζω ήταν, ξες, και το χωριό, πιστεύω, που απλά δεν ήξερα τους όρους. Ήταν ξεκάθαρα θέμα αμάθειας. Δεν ήξερα. 

Σ.Σ.:

Ήταν τα βιώματα που είχες. 

Μ.Κ.:

Ναι, ναι, ναι, ξεκάθαρα. 

Σ.Σ.:

Κι απλά ήρθες πρώτη φορά σε επαφή με ένα άτομο και είδες πραγματικά τι σημαίνει αυτό και ταυτίστηκες.

Μ.Κ.:

Ακριβώς. Ταυτίστηκα όσο δεν πάει. Είδα τη ζωή μου, να μπορώ να το κάνω εγώ αυτό. Απλώς, στα 14 μου το γεγονός ότι πρέπει να τα κάνω όλα αυτά μου φαινόταν αστείο. Λέω: «Πώς εγώ θα καταφέρω να κάνω αυτά που έχει κάνει αυτή; Απ’ τη στιγμή που είμαστε στην Ελλάδα, πώς θα καταφέρω εγώ να τα κάνω;». Μετά ήρθε λίγο μια «θεία δύναμη» και μου έδωσε όλη αυτή την αυτοπεποίθηση που χρειαζόμουν, και τα έκανα όλα, Σοφία. Με το που πήγα στην Ιταλία είπα: «Τώρα θα τα κάνω όλα». Κι έφτασα εδώ το καλοκαίρι του ‘18, Ιούνιο του ‘18, κι ήρθε και με πήρε η μαμά μου από το Ηράκλειο και είχα ήδη αλλάξει πάρα πολύ. Ξέρεις, είχα βάλει νύχια, ακρυλικό και το ένα και τ’ άλλο. Η μαμά μου έπαθε λίγο ένα σοκ. Ήταν σε φάση «Ώπα».

Σ.Σ.:

Δεν είχατε μιλήσει γι’ αυτό. 

Μ.Κ.:

Είχαμε μιλήσει, απλώς δεν με είχε δει ποτέ από κοντά. Δεν ήξερε πως είχα αλλάξει τόσο πολύ, γιατί είδε ουσιαστικά την αλλαγή στα μάτια της, είδε ένα άτομο το οποίο είχε αλλάξει. Κι αυτό ήταν σοκ τότε για τη μαμά μου, όχι αρνητικό, αλλά δεν ήξερε πώς να το αντιμετωπίσει και πώς να το παρουσιάσει και πώς να το αρχίσουμε ρε παιδί μου, πώς να αρχίσει τη διαδικασία της αλλαγής. 

Σ.Σ.:

Ήταν πρωτόγνωρο.

Μ.Κ.:

Πολύ, πολύ. Και γι’ αυτό το λόγο εγώ μετά από έναν μήνα έφυγα, γιατί συνήθως ήταν να κάτσω για όλο το καλοκαίρι. Μετά από έναν μήνα έφυγα και πήγα ξανά στην Ιταλία.

Σ.Σ.:

Ένιωθες ότι δεν ένιωθες άνετα εδώ;

Μ.Κ.:

Ναι. Δεν ένιωθα άνετα και πήγα στην Ιταλία. 

Σ.Σ.:

Ας πούμε, ποιες ήταν οι πρώτες αντιδράσεις από τον κόσμο όταν σε έβλεπαν ότι ήσουν λίγο «διαφορετικός» από ό,τι είχαν συνηθίσει, τέλος πάντων; Λέω «διαφορετικός» επειδή τότε…

Μ.Κ.:

Ναι, ναι, ναι. Οι αντιδράσεις… Δεν ήταν ότι υπήρξε κάποια έντονη αντίδραση, να πω ότι «Αυτό με πείραξε», ρε παιδί μου. Απλώς, έβλεπες τον κόσμο ότι υπήρχε αυτό, «Τι γίνεται εδώ πέρα, δηλαδή πώς πρέπει να συμπεριφέρομαι;». Οπότε... Εγώ είχα κάνει, όμως, ήδη γνωστό στο Instagram το γεγονός ότι είμαι γκέι εκείνη την εποχή, δηλαδή ως άτομο είχα ήδη πει στο κοινό μου αυτό που με ακολουθούσε στο Instagram ότι είχα βγει… επειδή είχα κάνει το πρώτο coming out ως γκέι. Και το είχαν αποδεχτεί όλοι, το ήξεραν όλοι έτσι κι αλλιώς πάρα πολύ καιρό πριν, οπότε δεν υπήρξε θέμα. Μετά, όταν έκανα το coming out ως transgender, το κοινό και γενικότερα τα άτομα μπήκανε στην διαδικασία να το αποδεχτούν, γιατί είχαν ήδη δει εμένα πώς συμπεριφέρομαι και ήταν λίγο… Έβγαζε νόημα, κατάλαβες; Ήταν πλέον σαν μια ιστορία που να έβγαζε κάπου.  Και ξεκίνησα από εκεί, το πήγα εκεί, τελικά κατέληξε εκεί. Υπήρχε μια σειρά από γεγονότα που ουσιαστικά ολοκλήρωνε το[00:20:00] παζλ. Δηλαδή, ήταν κάτι το οποίο βγήκε πολύ φυσικά. Μετά από εκείνο το καλοκαίρι εγώ είχα ήδη ξεκινήσει τη διαδικασία να βρίσκω ψυχολόγο και έτσι άρχισα την ψυχανάλυση κλπ. Η πρώτη επαφή με ψυχίατρο δεν πήγε πολύ καλά, γιατί κατέληξα σε μια παιδοψυχίατρο —να σημειωθεί αυτό— η οποία, όταν της είπα για την απόφασή μου, μου κάνει: «Κοίταξε να δεις, δεν θεωρώ ότι αυτό μού αποδεικνύει κάτι, το γεγονός ότι θες να είσαι γυναίκα, γιατί και εγώ όταν ήμουν μικρή έπαιζα ποδόσφαιρο αλλά δεν είμαι αγόρι».

Σ.Σ.:

Τραγικό.

Μ.Κ.:

Μου είπε με πολλή αυτοπεποίθηση σε ένα παιδί, τώρα, που ήτανε μόλις 17.

Σ.Σ.:

Αυτό… Πήγες σε ψυχίατρο επειδή έτσι ήταν η διαδικασία ή επειδή ήθελες εσύ να δεις αν όντως…

Μ.Κ.:

Ναι, ναι. Ήθελα να ξεκινήσω τη διαδικασία για τις ορμόνες. 

Σ.Σ.:

Ωραία. 

Μ.Κ.:

Οπότε, για να ξεκινήσει η διαδικασία για τις ορμόνες, τουλάχιστον στις ευρωπαϊκές χώρες, πρέπει να κάνεις κάποια ψυχοθεραπεία ή ψυχανάλυση, για να μπορεί η γιατρός να επιβεβαιώσει μετά στον ενδοκρινολόγο τη διαδικασία της ορμονοθεραπείας. Εγώ, λοιπόν, πήγα σ’ αυτή την παιδοψυχίατρο ελπίζοντας ότι θα βρω κάποια υποστήριξη, και στο πρώτο ραντεβού έφαγα ένα μεγάλο «Χ». Μου είπε ξεκάθαρα ότι «Εγώ δεν πιστεύω σε σένα» και ότι «Αυτό που πιστεύεις δεν είναι αλήθεια». Αυτό μου είπε. Σε ένα παιδί τότε 17. Πρέπει να καταλάβουμε πόσο σημαντική είναι η ηλικία, γιατί τώρα που είμαι 21 θυμάμαι πώς ήμουν τότε, στα 17 μου, και θέλω να βάλω τα κλάματα. Ήμουνα άβουλο, άβουλο ον. Ήμουν ένα άτομο το οποίο είχε αρχίσει τα πρώτα βήματά του, να κάνει για τη ζωή —τι να σου πω;— τα βασικά πράγματα. Και να του λες ότι «Αυτό που λες είναι λάθος» ή «Αυτό που λες είναι ψέματα» εμένα μου έκοψε τα φτερά, με διέλυσε. Όταν μου είπε «Και εγώ όταν ήμουν μικρή έπαιζα ποδόσφαιρο, αλλά δεν είμαι αγόρι», τα ‘παιξα, οπότε λέω: «Τι γίνεται τώρα;».

Σ.Σ.:

Οπότε, πώς ένιωσες; Ποιες ήταν οι σκέψεις σου; 

Μ.Κ.:

Είχε πάρα πολλή ζέστη εκείνη την ημέρα. Ήταν Ιούλιος. Είχε πάρα πολλή ζέστη εκείνη την ημέρα. Πήρα τη μαμά μου τηλέφωνο, της λέω: «Μαμά, μου ‘πε αυτό κι αυτό. Δεν ξέρω τι να κάνω». Είχα απογοητευτεί γιατί δεν ήξερα πώς να αρχίσω. Έψαχνα γιατρό. Είχα απογοητευτεί. Είχα φάει πολλές φάπες, είχα φάει πολλά σκατά και είχα απογοητευτεί. Δεν ήξερα τι να κάνω. Ήμουν σε μια απελπισία. Είχα πολύ κλάμα. Ήταν μια πολύ άσχημη περίοδος εκείνη η φάση.

Σ.Σ.:

Και έπειτα πώς βγήκες από αυτό; Τι έγινε;

Μ.Κ.:

Και μετά… Θα σου πω. Ήξερα ένα κορίτσι στην πόλη που έμενα που ήταν κι αυτή τρανς, και της έστειλα προσωπικό μήνυμα στο Messenger και της είπα: «Πώς άρχισες τη διαδικασία εσύ εδώ πέρα; Πώς κατάφερες να ξεκινήσεις να πάρεις ορμόνες;». Και μου κάνει: «Πήγα σ’ αυτήν τη γιατρό και απευθύνθηκα, τέλος πάντων, σ’ αυτήν την ψυχολόγο. Έκανα εκεί κάποιες συνεδρίες και μετά, από κει και πέρα, άρχισα την ορμονοθεραπεία». Της κάνω: «Ωραία, δώσε μου το όνομά της να πάω να τη βρω». Και όντως έτσι έγινε. Πήγα στη γιατρό, με έστειλε σε αυτή την ψυχαναλύτρια και αρχίσαμε και κάποιες συνεδρίες. Ε, μετά από τρεις τέσσερις συνεδρίες η γυναίκα κατάλαβε περί τίνος πρόκειται και άρχισα την ορμονοθεραπεία.

Σ.Σ.:

ΟΚ. Οπότε, ουσιαστικά η διαδικασία είναι ότι πρέπει να πάρεις το «ΟΚ»—

Μ.Κ.:

Που είναι λογικό.

Σ.Σ.:

ότι είσαι sane, να το πούμε κι έτσι, για να ξεκινήσεις αυτήν τη διαδικασία. 

Μ.Κ.:

Ακριβώς. 

Σ.Σ.:

Και μετά; 

Μ.Κ.:

Μετά που πήρα το «ΟΚ» από την ψυχίατρο άρχισα την ορμονοθεραπεία. Είχα αρχίσει ήδη εγώ… Εγώ παράλληλα τότε σπούδαζα και δούλευα σε κάποια μέρη, οπότε είχα αρχίσει κανονικά να ζω τη ζωή μου ως «Μισέλ». Είχα αλλάξει τα στοιχεία μου, είχα μπει στη διαδικασία, είχα βρει δικηγόρο να αλλάξω ταυτότητα, είχα ξεκινήσει τη διαδικασία της γραφειοκρατίας, που είναι πάρα πολύ μεγάλη. Δηλαδή, ένα άτομο το οποίο θέλει να αρχίσει τη διαδικασία της φυλομετάβασης πρέπει να έχει πολλή υπομονή και να βρει μια καλή δικηγόρο για να μπορεί να κάνει τα πράγματα πιο εύκολα. Απευθύνθηκα σε μία δικηγόρο στο Ηράκλειο της Κρήτης που με βοήθησε να αλλάξω το μητρώο μου κλπ. και από κει και μετά άλλαξα τα πάντα. Πήγα στο Δημαρχείο στην Τεργέστη, στην πόλη που γεννήθηκα, άλλαξα το φάκελό μου και το πήγα πλέον το μητρώο από «αρρένων» σε «θηλέων». Και μετά από ενάμιση χρόνο γραφειοκρατίας τελικά τα κατάφερα να πάρω ταυτότητα.

Σ.Σ.:

Πώς ένιωσες όταν πήρες την ταυτότητα στα χέρια σου με το όνομα «Μισέλ»;

Μ.Κ.:

Ήτανε σαν ψέματα. Δεν το πίστευα το γεγονός ότι… Δηλαδή, πλέον νόμιμα ότι στο κράτος ήμουν ως γυναίκα δεν το πίστευα. Ήτανε… Μόνο το γεγονός ότι κατάφερα να το κάνω όλο αυτό… γιατί η μαμά μου στο μόνο κομμάτι που με βοήθησε —που δεν είναι λίγο, να σημειωθεί— ήταν στο κομμάτι το οικονομικό. Η μαμά μου απλά μου έλεγε «Τι χρειάζεσαι; Θα στο δώσω» και μετά, ρε παιδί μου, όλα τα υπόλοιπα τα έβρισκα μόνη μου, όχι επειδή δεν ήθελε να με βοηθήσει αλλά επειδή εγώ μόνη μου είχα την αυτοδιάθεση να τα κάνω όλα μόνη μου. Δηλαδή έλεγα: «Θα κάνω αυτό, θα κάνω αυτό, θα κάνω αυτό». Τα ‘ψαχνα. Έμπαινα στο ίντερνετ, έψαχνα πληροφορίες, ξενυχτούσα πάνω από τον υπολογιστή για να δω τι μπορώ να κάνω, έπαιρνα τηλέφωνα, έπαιρνα την Πρεσβεία, έπαιρνα από δω, έπαιρνα από κει. Και λέω: «Τι θα κάνω; Είμαι 17. Πρέπει να τα λύσω γιατί μετά, αν κάνω κι άλλα πράγματα και πρέπει να τα αλλάξω από την αρχή, θα ‘ναι πιο δύσκολο τότε». Οπότε, τα άλλαξα όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Πήγα στο σχολείο, άλλαξα το απολυτήριο του Λυκείου μου, άλλαξα ταυτότητα, πήρα απαλλαγή από το στρατό, γιατί είχα και τη στρατιωτική μου θητεία που έπρεπε να ακυρώσω. Και μετά…

Σ.Σ.:

Οπότε, ουσιαστικά πρέπει να γίνει μια διαδικασία —συγγνώμη που διακόπτω—μετά το ψυχολογικό «ΟΚ», ας το πούμε κι έτσι, όπου αλλάζεις το όνομά σου. Στην ουσία αλλάζεις… Σε οτιδήποτε έχεις «αποτύπωμα» το αλλάζεις.

Μ.Κ.:

Ακριβώς, ακριβώς. Σε οτιδήποτε εσύ έχεις παρουσιαστεί σαν φυσικό άτομο και σαν «αρσενικό» πρέπει να αλλάξει στο «θηλυκό». Κι αυτό δεν γίνεται αυτόματα, γιατί τα μητρώα και οι φάκελοι μεταξύ τους δεν είναι συνδεδεμένοι. Δηλαδή, αν πάω στην εφορία και το αλλάξω δεν σημαίνει πως αυτό θα αλλάξει και στο ασφαλιστικό ταμείο. Ας πούμε, στην ασφάλεια υγείας μου ήταν μια διαφορετική εταιρεία, ένα διαφορετικό γραφείο. Οπότε, πρέπει να πάω εκεί με την καινούργια ταυτότητα, να αλλάξει στο σύστημα και από εκεί και πέρα αλλάζει το όλο πρόγραμμα και το όλο σύστημα στο όνομά μου. Είναι πολύ κουραστικό, πολύ χρονοβόρο και θέλει πολλή υπομονή, πολλή υπομονή.

Σ.Σ.:

Και εσύ, όμως, σε αυτόν τον ενάμιση χρόνο τι ένιωθες, τι ήταν αυτό που σε κρατούσε να συνεχίσεις να το κάνεις;

Μ.Κ.:

Έλεγα ότι μόλις τελειώσω πλέον δεν θα έχω τίποτα άλλο να ανησυχώ. Θα είμαι η Μισέλ και το μόνο που θα ανησυχώ θα είναι η ζωή μου. Σοφία, είναι δύσκολο να πρέπει να παλεύεις τη ζωή, που είναι ήδη από μόνη της δύσκολη, και να την παλεύεις ως ένα άτομο που δεν αναγνωρίζεις, διότι εγώ τη ζούσα ως ένα άτομο το οποίο δεν αναγνώριζα στον καθρέφτη. Οπότε, το γεγονός ότι έπρεπε να παλεύω δύο δαίμονες ήταν πολύ δύσκολο. Έπρεπε να βρω έναν τρόπο να τα κάνω πιο εύκολα και ο μόνος τρόπος ήταν να αλλάξω το φύλο μου. Και δεν μου αρέσει η λέξη «αλλαγή». Είναι πιο πολύ «επιβεβαίωση». Όπως και στα αγγλικά λέμε πλέον «confirmation» και δεν λέμε «change», είναι ουσιαστικά γιατί δεν είναι μια αλλαγή. Είναι μια επιβεβαίωση αυτού που αισθάνεσαι. Και είναι όντως έτσι. Αισθάνεσαι μια καταπίεση. Κοίταξε, πώς να στο πω; Ξυπνούσα και δεν ήμουν καλά. Δεν ήμουν καλά γιατί δεν με έβλεπα καλά. Δηλαδή, ξυπνούσα και ήμουν σε φάση: «Γιατί, ρε γαμώτο; Πού έφταιξα; Τι πήγε λάθος;». Και με το που το έφτιαξα απλά είχα να ανησυχώ για το τι θα κάνω με τη ζωή μου, τι να σπουδάσω, τι να κάνω. Είχε φύγει απ’ το μυαλό μου το άγχος της αυτοπραγμάτωσης της φυσικής, δηλαδή ένα βασικό άγχος του παρουσιαστικού μου είχε φύγει. Καταρχάς, έκανα και την εγχείρηση, να πούμε, σε μια ηλικία… Δηλαδή, στα 19 μου είχα κάνει ήδη την εγχείρηση. Δηλαδή, αυτό είναι σπάνιο. Να δεις ένα άτομο στα 19 του τρανς να κάνει την εγχείρηση είναι —τι να σου πω τώρα;— το 10%, το 5%. Είναι πολύ λίγες οι κοπέλες που καταφέρνουν να κάνουν την εγχείρηση σε τόσο μικρή ηλικία. Εμένα αυτό με «απογείωσε». Δηλαδή, φαντάσου ότι εγώ πήγα… Πότε πήγα; Το Μάιο του ‘18 πήγα Λονδίνο και πήγα στον γιατρό μου και του είπα: «Θέλω να κανονίσουμε τα της εγχείρησης». Μου λέει: «Θέλω δύο γιατρούς που να μου επιβεβαιώνουν την κατάστασή σου και ένα χαρτί που να γράφεις ότι έχεις κάνει την ορμονοθεραπεία πάνω από έναν χρόνο». Και όντως του πάω τα χαρτιά. Είχα πάει και στο Λονδίνο σε μια εκεί πέρα sex therapist, που με είχε εξετάσει. Μου είχε κάνει το χαρτί το δικό της και μετά πήγα σε έναν ψυχίατρο στην Αθήνα, τον Παπαδημητριάδη, που μου έδωσε κι αυτός το δικό του χαρτί. Και μετά που έκανα τη μετάφραση πήγα στο νοσοκομείο, του έδωσα όλα τα δικαιολογητικά και κλείσαμε το ραντεβού για το Σεπτέμβριο του ‘19, που έκανα την εγχείρηση.

Σ.Σ.:

Γιατί πιστεύεις ότι υπάρχουν λίγα άτομα τα οποία… Δεν είναι νεαρά. Εννοώ τα άτομα που μπαίνουν στην διαδικασία της φυλομετάβασης είναι πιο μεγάλης ηλικίας.

Μ.Κ.:

Αρχικά, είναι ο φόβος πώς θα σε αντιμετωπίσει η οικογένεια. Πολλοί φοβούνται να το παραδεχτούν ακόμα και στους εαυτούς τους και η ίδια η οικογένεια πολλές φορές δεν ξέρει πώς να το αντιμετωπίσει και φέρνει το άτομο σε τόσο μεγάλη δυσκολία, που φτάνει 30, 40 και ζει ως άντρας ή ως γυναίκα και αποφασίζει τελικά στα 40 του, 50 του να πει ότι «Μέχρι εδώ ήταν». Εγώ ήμουν πιο τυχερή, γιατί είχα μια οικογένεια που με στήριξε όσο τίποτα. Και ένα άλλο πολύ σοβαρό θέμα είναι η οικονομική υποστήριξη, γιατί είναι κάτι το οποίο θέλει πολλά χρήματα, κι αν το άτομο δεν έχει την οικονομική υποστήριξη των γονιών του, όχι μόνο την ψυχολογική αλλά και την οικονομική, αυτό το καθιστά αδ[00:30:00]ύνατο, διότι μια εγχείρηση που κοστίζει 15 με 20.000 ευρώ ένα παιδί στα 19 του, 18 του δεν έχει συνήθως αυτήν την οικονομική ευκολία. Οπότε, πρέπει από μόνο του να βρει τρόπο, αν θέλει και το επιθυμεί, γιατί στην Αγγλία η εγχείρηση χορηγείται από το κράτος. Και σε άλλες χώρες, όπως το Βέλγιο, η Ολλανδία, η Σουηδία. Οι Σκανδιναβικές χώρες γενικά και η Αγγλία με την Ιρλανδία το κράτος χορηγεί την εγχείρηση. Μπαίνεις, δηλαδή, σε λίστα αναμονής και η εγχείρηση χορηγείται. Στην Ελλάδα προφανώς αυτό ούτε καν είναι σαν όνειρο, οπότε το άτομο προσπαθεί να βρει τρόπους διαφυγής και αρχίζει με έναν πιο εύκολο τρόπο, που είναι η ορμονοθεραπεία ή η εγχείρηση πλαστικής στήθους, που κοστίζει πολύ λιγότερο. 

Σ.Σ.:

ΟΚ. Οπότε, ουσιαστικά υπάρχουν δύο επιλογές: είτε, ας πούμε, θα μείνεις στην ορμονοθεραπεία είτε θα το «τελειοποιήσεις» και θα το «ολοκληρώσεις» και θα κάνεις και την αλλαγή, και τη φυλομετάβαση, αλλά και το εξωτερικό παρουσιαστικό ουσιαστικά. 

Μ.Κ.:

Ναι, ναι, ναι. Να πω εδώ, να κάνω μια μικρή παρένθεση ότι σε καμία περίπτωση, σε καμία περίπτωση ένα άτομο που αποφασίζει να επιβεβαιώσει το φύλο του πρέπει αναγκαστικά να κάνει την εγχείρηση. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι υπάρχει «sex», υπάρχει το κοινωνικό φύλο και υπάρχει και η σεξουαλική προτίμηση. Εγώ γεννήθηκα με το φύλο να είναι αρσενικό, το κοινωνικό μου φύλο κι αυτό που ήθελα να είμαι να είναι θηλυκό, κι απλά το «sex preference» που έχω, δηλαδή η σεξουαλική προτίμηση που έχω, να είναι στρέιτ, να μου αρέσουν τα αγόρια. Αλλά, αυτό δεν έχει καμία σχέση με το «τι έχω εγώ στο βρακί μου». Το τι έχει ο καθένας στο βρακί του δεν έχει καμία σχέση με αυτό που αισθάνεται. Δηλαδή, ένα άτομο μπορεί να είναι αγόρι ή κορίτσι ανεξάρτητα από αυτό που έχει στο σώμα του. Αν εγώ δεν έκανα την εγχείρηση, θα ήμουν ακριβώς η ίδια γυναίκα που είμαι και τώρα. Απλώς εγώ, ως άτομο, αισθανόμουνα την ανάγκη να το κάνω, γιατί απλώς είχα μία δυσφορία με το σώμα μου. Δηλαδή, εγώ δεν μπορούσα να βλέπω το σώμα μου στον καθρέφτη. Σιχαινόμουν τον εαυτό μου. Όχι, όμως, όλα τα τρανς άτομα έχουν αυτήν τη δυσφορία. Πολλές γυναίκες είναι τρανς και αισθάνονται πολύ καλά με το σώμα τους. Δεν έχει καμία σχέση το ένα με το άλλο. Αυτό πρέπει να διαχωριστεί. Είναι πολύ σημαντικό.

Σ.Σ.:

Ωραία. Οπότε, θέλεις να κάνουμε λίγο ένα «σχολείο», δηλαδή να πούμε λίγο τις «κατηγορίες» που υπάρχουν; Θέλεις να εξηγήσεις;

Μ.Κ.:

Ναι, ναι. Λοιπόν, όπως είπα και πριν, υπάρχει το φύλο το οποίο γεννιέσαι, το οποίο είναι θηλυκό ή αρσενικό. Υπάρχει το «intersexual», το οποίο είναι το… Πώς λέγεται στα ελληνικά; 

Σ.Σ.:

«Intersex», που σημαίνει «ερμαφρόδιτος», αλλά νομίζω πλέον έχει καταργηθεί αυτή η λέξη.

Μ.Κ.:

Όχι «ερμαφρόδιτος». Είναι τελείως φυσικό. Είναι μία φυσική κατάσταση που το άτομο υπάρχει μια ανωμαλία στο σώμα του και μπορεί να έχει και τα δύο αναπαραγωγικά συστήματα. Αυτό είναι κάτι το οποίο είναι της φύσης και γεννιέται έτσι το άτομο.  Τα τρανς άτομα είναι άτομα τα οποία γεννιούνται με το αντίθετο φύλο από αυτό που αισθάνονται στο μυαλό τους. Εγώ, είμαι transgender γυναίκα, που αυτό σημαίνει ότι γεννήθηκα αγόρι αλλά μέσα μου αισθανόμουν γυναίκα. Υπάρχει… Συγγνώμη. Εγώ είμαι «τρανς κορίτσι», δηλαδή από αγόρι έγινα γυναίκα, και υπάρχει και το «τρανς αγόρι», που από κορίτσι γίνεται αγόρι. Υπάρχει μετά, όμως, και το… Πώς λέγεται; Πώς λέγεται ο όρος;

Σ.Σ.:

Μήπως «κοινωνικό φύλο»;

Μ.Κ.:

Ουσιαστικά τα άτομα τα οποία δεν θέλουν να έχουν κάποια ταμπέλα.

Σ.Σ.:

Α, «non binary». 

Μ.Κ.:

Non-binary. Είναι τα άτομα τα οποία δεν θέλουν να κάνουν identify ούτε ως γυναίκα ούτε ως αγόρι, και υπάρχουν και τα άτομα τα οποία δεν τους αρέσουν, δηλαδή δεν έχουν attraction από κανένα φύλο. Είναι «asexual».

Σ.Σ.:

Α, επίσης —συγγνώμη που διακόπτω— νομίζω υπάρχει και το «gender fluid».

Μ.Κ.:

Ναι. Ουσιαστικά το «gender fluid» είναι άλλος ένας όρος για να πεις ότι είσαι non binary. Είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Είναι και το «pansexual», που σημαίνει ότι έλκομαι και από τα δύο φύλα, και το «bisexual», που πλέον κι αυτό είναι… Είναι πάνω-κάτω όπως το «pansexual», απλώς είναι πιο πολύ είμαι attracted σε «γυναίκα» και «άντρα», κατάλαβες; Pansexual είναι ότι είμαι attracted σε οτιδήποτε υπάρχει.

Σ.Σ.:

Σε όλα τα φύλα.

Μ.Κ.:

Σε όλα τα φύλα. Όχι μόνο σε άντρα και γυναίκα αλλά σε οτιδήποτε έχει ζωή, είμαι attracted σε αυτό, που το θεωρώ και κάτι πάρα πολύ όμορφο. Μακάρι να ήμουν και εγώ pansexual. 

Σ.Σ.:

Εντάξει, εννοείται, ο καθένας με ό,τι νιώθει άνετα. Οπότε, για να το κάνουμε λίγο πιο συγκεντρωτικό: Υπάρχουν τα φύλα, τα οποία είναι παραπάνω από δύο. Το φύλο δεν είναι δυαδικό. Το λέμε εδώ και πάρα πολύ καιρό. Νομίζω ειδικά τα τελευταία χρόνια είναι πιο γνωστό. Υπάρχει το «βιολογικό φύλο», το οποίο είναι το φύλο με το οποίο γεννιόμαστε, και είτε το αποδεχόμαστε είτε δεν το αποδεχόμαστε, είτε νιώθουμε άνετα με αυτό είτε δεν νιώθουμε άνετα με αυτό. Έπειτα, υπάρχει το «κοινωνικό φύλο», το οποίο ανεξάρτητα από το αν αποδεχόμαστε το βιολογικό μας φύλο είναι πώς εμείς θέλουμε να το «εκφράζουμε» στην κοινωνία. Ας πούμε, για παράδειγμα, και εγώ, που είμαι γυναίκα και αποδέχομαι το βιολογικό μου φύλο, κάποιες φορές δεν αποδέχομαι το κοινωνικό μου φύλο, ας πούμε, για παράδειγμα, ότι πρέπει να έχω ξυρισμένα πόδια ή οτιδήποτε. Και έπειτα, υπάρχει και η σεξουαλικότητα, η οποία μεταφράζεται σε πολλά «φάσματα». Είπαμε, «στρέιτ»...

Μ.Κ.:

«Pansexual», «bisexual», «asexual»… 

Σ.Σ.:

«Fluid», οτιδήποτε. Βασικά, το «fluid» πάει πιο πολύ στα φύλα. Επειδή κατανοώ ότι είναι λίγο μπερδευτικό αλλά είναι καλό να το έχουμε και λίγο στο μυαλό μας ξεκάθαρο. Ωραία, οπότε, μέσα από όλη αυτήν τη διαδικασία της φυλομετάβασης, που είχες μια ζωή παράλληλα, τι συνέβαινε στη ζωή σου; 

Μ.Κ.:

Στη ζωή μου τα πράγματα πήγαιναν αρκετά καλά, διότι με το που πήγα στην Ιταλία γνώρισα μια πολύ καλή μου φίλη που με βοήθησε πολύ ψυχολογικά, τη Martina, η οποία με το που έφτασα ουσιαστικά στην Ιταλία εμείς κολλήσαμε. Και τα τρία χρόνια που έκατσα εκεί πέρασα πολύ χρόνο μαζί της και πέρασε και λίγο πιο ανώδυνα η όλη φάση. Έκανα σχέσεις, υπήρξε και μία περίοδος που είχα πολλούς ερωτικούς συντρόφους, γιατί είχα και ένα τραύμα στα 16 μου με έναν τριαντάχρονο, που ουσιαστικά είχα περάσει και λίγο μια σεξουαλική κακοποίηση τότε, και όλο αυτό με είχε επηρεάσει πάρα πολύ ψυχολογικά, με αποτέλεσμα τον πρώτο χρόνο που πήγα στην Ιταλία να έχω λίγο ένα μπάχαλο στην προσωπική μου ζωή, γιατί είχα πολλή ανασφάλεια, που αυτό σιγά-σιγά άλλαξε γιατί έκανα και μια σχέση μετά και βρήκα λίγο τον εαυτό μου. Μετά απ’ αυτήν τη σχέση κατάφερα να έχω μια αυξημένη αυτοεκτίμηση, την οποία τότε δεν είχα καθόλου. Και σιγά-σιγά το προχώρησα και μέχρι και σήμερα είμαι πολύ καλύτερα. Δηλαδή, σαν άτομο πλέον στα 21 μου μπορώ να πω ότι είμαι πολύ πιο ώριμη από πολλούς άλλους στα 21 κι από πολλούς άλλους στα 30, και βλέπω τη ζωή με άλλο μάτι. Έχω ζήσει πάρα πολλά πράγματα σε πολύ μικρή ηλικία, που καμιά φορά λέω: «Καλύτερα να μην τα είχα ζήσει, γιατί με ωρίμασαν απότομα». Αλλά, από την άλλη έχω τόσο πολύ προετοιμαστεί για την ζωή, που οτιδήποτε μου φέρει είμαι έτοιμη να το ζήσω. Πραγματικά, πλέον… Δηλαδή, το μόνο που με φοβίζει είναι ένα πρόβλημα υγείας, γιατί, ξες, οικογενειακά μου άτομα κλπ., αλλά όλα τα υπόλοιπα δεν με ενδιαφέρει τίποτα. Είναι όλα πλέον αποδεκτά. Πάντοτε είχα το φόβο πώς θα αντιμετωπίσω κάποια προβλήματα που τότε στο μυαλό μου φάνταζαν τεράστια αλλά πλέον είναι μηδαμινά, είναι τίποτα. 

Σ.Σ.:

Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, τη δύναμη την οποία απέκτησες μέσα από όλη αυτήν την διαδικασία. Και θες να μας πεις, ας πούμε, και για τους στόχους σου; Δηλαδή, αυτό που έλεγες όταν ήσουνα τότε «μικρός», που πίστευες ότι θα κάνεις κάτι μεγάλο, τώρα πως το βλέπεις; 

Μ.Κ.:

Ακριβώς ίδιο! Δεν έχει αλλάξει τίποτα. Ο δεκαεξάχρονος εαυτός μου θα ήταν απλά πάρα πολύ περήφανος, και περήφανη πλέον. Θα ήταν απλά πολύ περήφανη για μένα, γιατί τότε ήταν απλά ένα όνειρο και τώρα πλέον είναι ένα εφικτό όνειρο και ξέρω ότι μπορώ να το κάνω. Τότε είχα απλά την ελπίδα. Τώρα απλά μένει να προσπαθήσω πιο πολύ και πιο πολύ και πιο πολύ για να αποδείξω και σε μένα τι μπορώ να κάνω, έτσι; Γιατί δεν είναι κάτι απλό ένα τρανς κορίτσι να καταφέρει κάτι στην ζωή του. Μπορεί να ακούγεται πολύ ρομαντικό και πολύ βλακώδες αυτό, αλλά για μένα είναι άθλος. Για να καταφέρω να είμαι στην θέση που είμαι σήμερα έχω περάσει από πολύ δύσκολα και πολύ «σκοτεινά» μέρη ψυχικά. Πλέον, όμως, είμαι πολύ καλά και προσπαθώ καθημερινά με τους δαίμονες μου και προσπαθώ καθημερινά να φτάσω όσο πιο ψηλά: να έχω μία εταιρεία, να μπορώ να σπουδάσω, να μπορώ να ταξιδέψω, να μπορέσω να έχω άτομα τα οποία να εμπνέω, να έχω τα αδέρφια μου, να μπορέσω να τα βοηθήσω, την οικογένειά μου να την κάνω περήφανη. Είναι στόχοι οι οποίοι έχει πλέον κάθε άνθρωπος, αλλά ένα παραπάνω για εμένα, γιατί έφαγα όλη αυτήν τη σαβούρα, που πλέον είμαι σε φάση «Όλα αυτά τα έκανα, αλλά είχα λόγο, είχα σκοπό».[00:40:00] Δεν θέλω απλά να είμαι ένα τρανς κορίτσι που να καταλήξει στο πεζοδρόμιο και να καταλήξει όπως άλλα τόσα κορίτσια. Είμαι ένα τρανς κορίτσι που κατάφερε να έχει τη δική του εταιρεία, το δικό του πορτοφόλι, τη δική του οικογένεια, να υιοθετήσει παιδιά, να ταξιδέψει, να γνωρίσει κόσμο, να εμπνεύσει κόσμο, να μεγαλώσει παιδιά και να γίνει παράδειγμα. Και όχι για τρανς γυναίκα αλλά γενικά ως άνθρωπος, ως μια οντότητα. Σαν «η Μισέλ που κατάφερε» και όχι «η τρανς Μισέλ» αλλά «η Μισέλ». 

Σ.Σ.:

Αυτά είναι πράγματα τα οποία λες στον εαυτό σου τα οποία εύχομαι πάρα πολύ σε κάποια χρόνια να τα έχεις καταφέρει, γιατί όντως το αξίζεις, πραγματικά.

Μ.Κ.:

Ευχαριστώ.

Σ.Σ.:

Μάλιστα. Θέλεις να μας πεις λίγο για τον περίγυρό σου; Ποιες ήταν οι αντιδράσεις όταν εντέλει ήσουν γυναίκα, έγινες αυτό που ήθελες; 

Μ.Κ.:

Νομίζω ότι μιμήθηκαν λίγο τη συμπεριφορά των γονιών μου. Δεν μιμήθηκαν ούτε υπήρξε κάποια συμπεριφορά η οποία να με απογοήτευσε. Ήταν όλοι πολύ καλοπροαίρετοι, ήταν, ξέρεις, πολύ αποδεκτικοί. Από κάποιους μπορεί και να μην το περίμενα να είναι τόσο ανοιχτοί τελικά, αλλά αποδείχτηκε ότι όλος αυτός ο φόβος που είχα στο μυαλό μου ήταν απλά στο μυαλό μου και όλα τα υπόλοιπα ήρθανε πολύ φυσικά, διότι είδαν εμένα ότι παρουσιάστηκα σαν γυναίκα, με είδαν σίγουρη για τον εαυτό μου. Δεν είδαν ένα άτομο φοβισμένο ή το οποίο να μην ξέρει να συμπεριφερθεί. Είδαν μία γυναίκα. Είδαν ένα κορίτσι το οποίο έχει οτιδήποτε άλλο έχει ένα άλλο «φυσιολογικό» κορίτσι. «Φυσιολογικό» στα δικά τους μάτια. Όχι ότι υπάρχει το «φυσιολογικό», έτσι; Δεν θέλω να παρεξηγηθώ. «Φυσιολογικό» για την ελληνική κοινωνία. Μετά, δεν έκανα ποτέ κάτι άσχημο. Ήμουνα πάντοτε ένα άτομο το οποίο ό,τι είχε κάνει στην ζωή του είναι κάτι το οποίο θα μπορούσε να κάνει ένα άλλο οποιοδήποτε άτομο. Έκανα οτιδήποτε έκανε ένα κορίτσι στα 17 του, 18 του. ‘Ίσα-ίσα που έκανα και πολλά περισσότερα, γιατί δούλεψα για Εβδομάδες Μόδας στο Μιλάνο, πήγα στο Λονδίνο και δούλεψα για μια έκθεση, πήγα στη Μπολόνια. Δηλαδή, τους έδειξα να καταλάβουν ότι μπορώ και κάνω πράγματα μόνη μου. Κι αυτό ήταν ουσιαστικά σαν να επιβεβαιώνω ότι τα καταφέρνω, είμαι μια χαρά, «Δεν χρειάζεται να με κρίνεις. Είμαι απόλυτα φυσιολογική. Απλά αποδέξου με». Και όλο πήγε πολύ φυσικά, εκτός από την αδερφή της μαμάς μου —ξέρεις, την έχεις γνωρίσει κιόλας—, η οποία ποτέ δεν το αποδέχτηκε. Αλλά, εντάξει, δεν με πείραξε και ποτέ μου. Ήταν ένα αδιάφορο άτομο και παρέμεινε αδιάφορο. Είναι, δηλαδή, η μοναδική γυναίκα, βασικά ο μοναδικός άνθρωπος που απλά ποτέ δεν αποδέχτηκε τη διαφορετικότητά μου.

Σ.Σ.:

Οπότε… Σαφώς. Από την στιγμή, όμως που εσύ ήσουν σίγουρη για τον εαυτό σου νομίζω ότι κάθε άλλη γνώμη—

Μ.Κ.:

Είναι περιττή.

Σ.Σ.:

είναι περιττή. Εννοείται ότι ο αντίλογος είναι σεβαστός, αλλά η γνώμη εσένα δεν σε επηρεάζει. 

Μ.Κ.:

Ξεκάθαρα. Ναι. Δεν κρατάω κακία, δεν κρατάω καμία κακία. Ίσα-ίσα που, άμα τη δω και ανταλλάξουμε δύο κουβέντες δεν θα έχω κανένα θέμα, που δεν θα το έκαναν όλοι αυτό. Πιστεύω ότι πολλοί θα μπορούσαν να πουν: «Από τη στιγμή που δεν μου συμπεριφέρεσαι ωραία ή από την στιγμή που…» —γιατί μου έχει συμπεριφερθεί πολύ άσχημα στο παρελθόν η συγκεκριμένη γυναίκα. Θα μπορούσα απλά να μην της μιλάω. Αλλά, εντάξει. Καταλαβαίνω απλά ότι έχει μεγαλώσει με έναν τρόπο… Βασικά, ούτε καν ο τρόπος με τον οποίο έχει μεγαλώσει. Είναι απλά αυτή η νοοτροπία που έχει, την οποία απλά δεν είμαι μέρος αυτής κι είναι πολύ εντάξει. Ζει μόνη της, ζω μόνη μου, κάνει την ζωή της, κάνω την ζωή μου. Ούτε την πείραξα ούτε με πειράζει. Οπότε, όλα εντάξει, όλα καλά. 

Σ.Σ.:

Νομίζω αυτό μετράει. Θες να μας πεις λίγα παραπάνω πράγματα για τη ζωή σου; Ας πούμε, τι κάνεις, τι έκανες, τις σπουδές σου, τα όνειρά σου; 

Μ.Κ.:

Λοιπόν, τώρα είμαι στην Αγγλία. Σπουδάζω Φαρμακευτική. Μπαίνω στο δεύτερο έτος της Φαρμακευτικής. Έχω σκοπό μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια να έχω τελειώσει το πανεπιστήμιο και να αρχίσω να δουλεύω σε κάποια εταιρεία είτε στην Αγγλία είτε στην Αμερική. Το επόμενο καλοκαίρι εύχομαι να μπορέσω, λόγω της πανδημίας, να μπορέσω να φύγω, να πάω Αμερική, σε ένα γραφείο, και από εκεί και πέρα μετά βλέπουμε. Αλλά, για τα επόμενα τέσσερα χρόνια θα είμαι στην Αγγλία. Θέλω να τελειώσω τη σχολή μου και από κει και πέρα θα δούμε. Ο σκοπός μου είναι να φτιάξω τη δική μου εταιρεία φαρμακευτική, αν όχι φαρμακευτική με cosmetics, δική μου σειρά καλλυντικών, περιποίησης, να έχω το δικό μου brand, την δική μου εταιρεία. 

Σ.Σ.:

Μάλιστα. Εύχομαι πάρα πολύ να συμβεί αυτό.

Μ.Κ.:

Thank you, girl.

Σ.Σ.:

Και πώς έγινε —γιατί όταν είχες πάει στην Ιταλία είχες σπουδάσει κάτι άλλο. Εκεί πώς ήταν τα πράγματα και γιατί μετά επέλεξες να κάνεις κάτι άλλο; 

Μ.Κ.:

Λοιπόν, στην Ιταλία πέρασα πάρα πολύ ωραία. Λοιπόν, τον πρώτο χρόνο είχα γνωρίσει τη Martina, την κολλητή μου. Και έτσι, είχαμε αρχίσει να κάνουμε παρέα και είχαμε πάει πολλές εκδρομές, αλλά λόγω της κατάστασής μου, της φυλομετάβασης, ήμουν πολύ χάλια ψυχολογικά. Δηλαδή, είχα περάσει πολύ απαίσια γιατί είχα bullying στο δρόμο, και στην Ιταλία, και είχα πολύ άσχημη αντιμετώπιση γενικά από τον κόσμο, με αποτέλεσμα γενικά να μην είμαι πολύ καλά. Ήμουν πολύ άσχημα. Στο δεύτερο χρόνο, που είχα ήδη αρχίσει να αλλάζω, πέρασα ήδη πολύ καλύτερα και δούλεψα και για κάποιες εταιρείες, δούλεψα και για την Εβδομάδα Μόδας στο Μιλάνο, γνώρισα διάσημα μοντέλα κλπ., και αυτό μου «ανέβασε» την αυτοπεποίθηση. Μετά εκεί, ξέρεις, ανέβηκα πάρα πολύ εγώ, δούλεψα και έκανα το δικό μου, αν θέλεις, portfolio και αισθάνθηκα, ρε παιδί μου, το έζησα. Έζησα, ξες, πολύ ωραίες στιγμές. Ε, και μετά απ’ αυτό πέταξα.

Σ.Σ.:

Συγγνώμη. Στο χώρο αυτό υπήρχε καθόλου ρατσισμός; 

Μ.Κ.:

Ούτε καν. Είναι ο χώρος στον οποίο νομίζω υπάρχει η απόλυτη ελευθερία. Οι μισοί είναι γκέι, αρχικά. Οπότε, ξέρεις, υπάρχει η απόλυτη αποδοχή σ’ αυτό το κομμάτι. Μετά, εντάξει, στο Μιλάνο κτλ. είναι τα πράγματα πιο απλά. Αλλά, γενικά στην Ιταλία δεν είναι και τόσο ανοιχτόμυαλοι όπως πιστεύουμε. Είναι λίγο «μεσογειακή» κοινωνία, είναι μια κοινωνία η οποία έχει μεγαλώσει λίγο με τα στερεοτυπικά πρότυπα, τα οποία, εντάξει, αυτά διαιωνίζονται. Αλλά, εντάξει, δεν με πείραξε ούτε με ενόχλησε. Είχα την παρέα μου, είχα τη δική μου ζωή. Αλλά, εντάξει, πέρασα ωραία, πέρασα πολύ ωραία. Δηλαδή, κι η σχολή μου ήταν πολύ ενδιαφέρον. Πέρασα τέλεια. 

Σ.Σ.:

Πώς ένιωσες, όμως, που ήθελες, τότε μικρός, να φύγεις στο εξωτερικό και εντέλει είδες ότι και στο εξωτερικό υπάρχουν περιπτώσεις ρατσισμού;

Μ.Κ.:

Δεν το σκέφτηκα έτσι. Δεν σκέφτηκα ποτέ «Αχ, ξες κάτι; Κι εδώ υπάρχουν», αλλά έπρεπε απλά να βρω έναν τρόπο να το αντιμετωπίσω και το αντιμετώπισα. Δηλαδή, πλέον νομίζω ότι ακόμα και να με βρουν στον δρόμο, πλέον δεν μου κάνουν σχόλια, γιατί οτιδήποτε να γίνει δεν το αφήνω, δηλαδή δεν σηκώνω μύγα στο σπαθί μου και οτιδήποτε υπάρχει τους το κόβω μέσα σε δευτερόλεπτα.

Σ.Σ.:

Είσαι και διαφορετική, οπότε ξέρεις και να το αντιμετωπίζεις.

Μ.Κ.:

Ναι, ξεκάθαρα, ξεκάθαρα. Δηλαδή, ο τρόπος με τον οποίο το αντιμετωπίζω είναι απότομος και σε αποστομώνω μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου. 

Σ.Σ.:

Αυτό είναι χρήσιμο κάποιες φορές. Και έπειτα, όταν έκλεισε αυτός ο κύκλος της Ιταλίας, γιατί θέλησες να μετακομίσεις και να σπουδάσεις κάτι άλλο; 

Μ.Κ.:

Λοιπόν, εγώ μέσα σ’ αυτά τα τρία χρόνια στην Ιταλία είχα ήδη επισκεφτεί το Λονδίνο τέσσερις φορές. Μου άρεσε πάρα πολύ, γιατί είχα πάει να δουλέψω για μια έκθεση και μου άρεσε πάρα πολύ η Αγγλία. Μου άρεσε πάρα πολύ ο τρόπος ζωής, μου άρεσε η ελευθερία που είχανε στον τρόπο έκφρασης. Γενικά, την Αγγλία την είχα ερωτευτεί. Και είχα πει τότε στην μαμά μου, λέω «Με το που τελειώσω από την Ιταλία, μαμά, κάτι θα κάνω και θα έρθω εδώ να μείνω», γιατί τότε η Αμερική μού έπεφτε πολύ μακριά. Λέω «Θα πάω λίγο πιο κοντά» και το Λονδίνο ήταν το πιο κοντινό που μπορούσα να κάνω. Και με το που τελείωσα, δηλαδή, από την Ιταλία είχα ήδη αρχίσει τη διαδικασία με τα χαρτιά μου για να κάνω το πανεπιστήμιο. Έκανα το application, με πήραν από κάποια πανεπιστήμια, επέλεξα αυτό που ήταν πιο κοντά στο Λονδίνο και πήγα. Οπότε, ήταν μια… Ήδη, φαντάσου, από τον πρώτο χρόνο που πήγα στην Ιταλία είχα αρχίσει να σκέφτομαι για το πανεπιστήμιο στην Αγγλία. Δηλαδή, το σκεφτόμουνα ήδη. Με το που έφτασα στην Ιταλία σχεδόν είχα σκεφτεί να πάω Αγγλία. 

Σ.Σ.:

ΟΚ. Και γιατί δεν ακολούθησες επαγγελματικά αυτό που εξαρχής είχες σπουδάσει;

Μ.Κ.:

Ήταν πολύ λίγο, ήταν πολύ λίγο. Δηλαδή, η Αισθητική και η Κοσμετολογία είναι ένα πτυχίο το οποίο ναι μεν σου δίνει κάποια προσόντα αλλά είναι πολύ λίγα σε σχέση με αυτά που θα μπορούσα να κάνω μετά. Δηλαδή, πλέον με το πτυχίο της Φαρμακευτικής μπορώ όχι πλέον μόνο να έχω ένα φαρμακείο αλλά μπορώ πλέον να ανοίξω και ένα αισθητικό κέντρο και ένα φαρμακείο. Και στο μυαλό μου θέλω να ανοίξω κάτι ακόμη πιο μεγάλο, αλλά για να μπορέσω να το κάνω χρειαζόμουν και τα δύο πτυχία. Τελείωσα και την Αισθητική και τώρα θέλω να τελειώσω και τη Φαρμακευτική και μετά απ’ αυτό θα έχω τη δύναμη μόνη μου, χωρίς να χρειαστώ έναν τρίτο, κατάλαβες; Δηλαδή, μπορώ να ανοίξω και τα δύο στο όνομά μου, που αυτό είναι πολύ σημαντικό. Δεν χρειάζεται να εξαρτώμαι από κανέναν. Και τα δύο στο όνομά μου. Οπότε, θα ανοίξω κάτι που θα αφορά την αισθητική αλλά και το φαρμακείο, το οποίο είναι κάτι, αν θες, πιο επιστημονικό. Είναι κάτι που βασίζεται στο πανεπιστήμιο, είναι μια πανεπιστημιακή γνώση, η οποία, όπως και να ‘χει, είναι πολύ περισσότερη απ’ αυτήν που παίρνεις από ένα κολέγιο. 

Σ.Σ.:

Εννοείται. Είναι μία πάρα πολύ σωστή σκέψη αυτή και, αν έμενες στο κομμάτι της κοσμετολογίας, μετά θα έπρεπε να έχεις κάποιον συνεργάτη. Απ’ ό,τι καταλαβαίνω, ήθελες να είσαι ανεξάρτητη.

Μ.Κ.:

Ακριβώς, ακριβώς. Αυτό που με ενδιέφερε πάντα είναι να μπορέσω να έχω κάτι δικό μου χωρίς να προσλάβω κάποιον για να το κάνει για μένα. Άμα μπορέσω να το κάνω μόνη μου, το προτιμώ χίλιες φορές. 

Σ.Σ.:

Οπότε, ουσιαστικά τώρα διεκδικείς αυτήν την ανεξαρτησία. 

Μ.Κ.:

Ξεκάθαρα. Είναι το κομμάτι που μου αρέσει πιο πολύ. Και ως Τοξότης που σέβεται τον εαυτό του, το πιο σημαντικό πράγμα είναι να έχω την ανεξαρτησία μου.

Σ.Σ.:

Το οποίο από πότε άρχισες να το έχεις αυτό; 

Μ.Κ.:

Από πάντα, από πάντα. Δεν μπορούσα ποτέ το γεγονός να μου πει κάποιος [00:50:00]τι πρέπει να κάνω, είτε αυτό είναι η μαμά μου, είτε ο μπαμπάς μου, είτε οι φίλοι μου. Ήθελα πάντοτε να μπορέσω να είμαι ανεξάρτητη, ειδικά οικονομικά. Η οικονομική ανεξαρτησία για εμένα είναι πολύ σημαντικό παράγοντας. Και όχι μόνο η οικονομική ανεξαρτησία. Το γεγονός να «χτίσω» κάτι αλλά να είναι δικό μου, να είναι το δικό μου κομμάτι, η δική μου προσπάθεια, το δικό μου κομματάκι. Ακόμη και να είναι το μικρότερο μαγαζί στο πιο άκυρο μέρος του κόσμου, ξέρω ότι θα είναι δικό μου όμως.

Σ.Σ.:

Και ποιο ήταν το πρώτο πράγμα στη ζωή σου γενικότερα που θεώρησες ότι ήταν κάτι που εσύ κατέκτησες μόνη σου, που είχες αυτό το αίσθημα της ανεξαρτησίας;

Μ.Κ.:

Όταν με πήραν σε μία δουλειά, όταν με πήραν να ετοιμάσω κάποια μοντέλα, που στα μάτια μου φάνταζε κάτι το απίστευτο να το κάνω, και όταν το κατάφερα μόνη μου είπα ότι, αφού κατάφερα αυτό στα 18, μπορώ να κατακτήσω τον κόσμο. Αυτό. Ήταν η πρώτη επιβεβαίωση που ήρθε στα μάτια μου και με έκανε να αισθανθώ τόσο proud που, ξες, από κει μετά πήγε λίγο ντόμινο. Πήγε το ένα μετά το άλλο. 

Σ.Σ.:

Ναι, ακριβώς. Τώρα, αναφορικά με το εσύ πώς βλέπεις τον εαυτό σου στην Κρήτη.

Μ.Κ.:

Ναι.

Σ.Σ.:

Εννοώ ότι ήσουν μικρός τότε, ήθελες να φύγεις. Τώρα πώς το βλέπεις όταν έρχεσαι; Έχει αλλάξει η γνώμη σου;

Μ.Κ.:

Άλλαξε, καμία σχέση. Πλέον η Κρήτη είναι ένα κομμάτι το οποίο... Κοίταξε, λοιπόν, εγώ την Κρήτη την αγαπώ πάρα πολύ. Μ’ αρέσει πάρα πολύ η Κρήτη, απλώς η νοοτροπία μου είναι πολύ διαφορετική με τα άτομα που είναι εδώ πέρα. Δηλαδή, για εμένα το οτιδήποτε κάνει ένας άνθρωπος δεν με απασχολεί στο παραμικρό, δηλαδή η ζωή του άλλου είναι του άλλου. Εδώ στην Κρήτη είναι πολύ έντονο το συναίσθημα του κουτσομπολιού και της παρέμβασης και του σχολίου τι θα κάνει αυτός και ο άλλος, που εμένα πραγματικά δεν με απασχολεί. Ουσιαστικά, όμως… Δηλαδή, ο πυρήνας του χαρακτήρα μου δεν είναι το τι θα κάνει ο άλλος. Οπότε, το να κάνω κάτι εδώ πέρα στην Κρήτη άμεσα με υποβιβάζει, γιατί δεν είμαι έτσι εγώ, κατάλαβες; Οπότε, η Κρήτη είναι ένα μέρος που ξέρω ότι για πάντα δεν θα μπορέσω ποτέ να ταυτιστώ. Δεν αισθάνομαι ότι είμαι 100% Κρητικιά γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, δηλαδή, ενώ μ’ αρέσει ο τόπος, εκτιμώ τη φιλοξενία και το φιλότιμο που έχουν οι άνθρωποι, ο τρόπος που σκέφτονται είναι πολύ «παλιακός» και πολύ παραδοσιακός στα μάτια μου, γιατί εγώ είμαι της πλήρης ελευθερίας, δηλαδή στα άτομα δίνω την πλήρη ελευθερία να κάνουν τα πάντα. Αυτό, από τη στιγμή που δεν υπάρχει στην Κρήτη, δεν μπορώ να ταυτιστώ. Δηλαδή, βλέπω έναν κόσμο που είναι «ξένος». Οπότε, αυτό ακόμη είναι μια δυσκολία. Δηλαδή, όποτε κατεβαίνω κάτω πρέπει να αντιμετωπίσω αυτό το θέμα, ότι η Κρήτη είναι έτσι. Αλλά, εντάξει, καμία σχέση πλέον πώς με αντιμετωπίζει και εμένα η Κρήτη, έτσι; Πλέον οι άνθρωποι με αντιμετωπίζουν ως τη Μισέλ, ως μια κανονική κοπέλα η οποία απλά ζει τη ζωή της. Δηλαδή, πλέον έχουν αποδεχτεί όλοι την αλλαγή μου και δεν υπάρχει κανένα θέμα, ούτε δηλαδή θα έρθει ποτέ κάποιος να μου πει κάτι. Και όλα είναι μια χαρά. Οπότε, και η αντιμετώπιση η δική μου προς αυτούς είναι, ξέρεις, πιο χαλαρή και δεν υπάρχει, ξες, αυτή η awkward φάση τι θα γίνει στη συμπεριφορά μας. Αλλά, δεν παύει να βλέπω ότι δεν ταιριάζω εδώ πέρα. Δηλαδή, ο τρόπος ζωής μου δεν έχει καμία σχέση με την ζωή της Κρήτης. 

Σ.Σ.:

Τι πιστεύεις ότι θα έπρεπε να αλλάξει έτσι ώστε να ταυτίζεσαι πλήρως;

Μ.Κ.:

Πώς να στο πω; Η ελευθερία έκφρασης. Δεν θα ‘θελα να πρέπει να σκέφτομαι τι θα φορέσω έξω. Θα ήθελα να μπορέσω να φορέσω ό,τι θέλω χωρίς να σκεφτώ ότι από κάτω θα υπάρξει αυτός κι αυτός κι αυτός που θα με δει αυτός κι αυτός κι αυτός και θα σκεφτεί έτσι κι έτσι κι έτσι, κατάλαβες; Υπάρχει μία παραδοσιακή κοινωνία την οποία πρέπει να αντιλαμβάνομαι και πρέπει να σκέφτομαι, διότι έχω και μια οικογένεια από πίσω μου, την οποία δεν θέλω να προσβάλω και ότι δεν ζω μόνη μου. Έχω τη μαμά μου, το μπαμπά μου, τα αδέρφια μου, οι οποίοι ζούνε στο χωριό και καλώς ή κακώς η ζωή τους είναι εδώ πέρα. Οπότε, δεν μπορώ να έρχομαι εγώ με το έτσι θέλω και να καταστρέφω τη ζωή τους. Δηλαδή, πρέπει να έχω στο μυαλό μου ότι έχω τους δικούς μου και πρέπει να σέβομαι τη ζωή που κάνουν αυτοί. Οπότε, είμαι και εγώ πιο προσεκτική. Θα προσέξω πώς θα ντυθώ, πώς θα συμπεριφερθώ, τι θα πω. Δεν μπορώ να πω, ας πούμε, «Αχ, αυτή η κοπέλα νομίζω τα ‘χει μ’ αυτήν», ή, ξέρω ‘γώ, να μιλήσω πολύ ανοιχτά για τη σεξουαλική προτίμηση μιας κοπέλας ή ενός αγοριού, γιατί ξέρω ότι αυτό θα παρερμηνευτεί και θα φανεί ως κάτι άσχημο. Δεν μπορώ να αναφερθώ, δηλαδή, στη σεξουαλικότητα και στην έκφραση φύλου όσο άνετα θα αναφερθώ στο εξωτερικό. Δηλαδή, ο τρόπος με τον οποίο εκφράζομαι στο εξωτερικό είναι πολύ πιο ελεύθερος από ό,τι είναι στην Ελλάδα, γιατί εδώ θα υπάρχει κατακραυγή. Δηλαδή, εδώ δεν υπάρχει κατανόηση, δεν ξέρουν καν τι σημαίνει. Να φέρω φίλους μου που έχω στο εξωτερικό που περπατάνε με τακούνια και έρχονται με φούστες, εδώ πέρα θα τους πούνε «τέρατα», θα τους κρεμάσουν. Θα υπάρξει θέμα, δηλαδή, θα υπάρξει όντως θέμα. Αυτό με ενοχλεί που υπάρχει. Ή το να φέρω μια φίλη μου μαύρη, το πιο απλό. Δηλαδή, έχω φίλες που είναι μαύρες, που άμα τις φέρω στο χωριό θα τις κοιτάνε λες και είναι εξωγήινοι. 

Σ.Σ.:

Οπότε, αυτό που σε ενοχλεί είναι ότι όλα πρέπει να περνάν από ένα φίλτρο πριν να τα επικοινωνήσεις και πριν να τα κάνεις. 

Μ.Κ.:

Ναι. Είναι πολύ άσχημο, πολύ άσχημο. Αυτό που λες, ένα φίλτρο. Είναι το βασικό μου πρόβλημα. Δεν μπορώ να σκέφτομαι τι πρέπει να πω. Πρέπει συνέχεια να είμαι σε μία άμυνα εδώ πέρα. Πρέπει να σκεφτώ το τι θα πω, πώς θα επηρεάσει, σε ποιον θα το πω, τι θα πω και να καταλάβω σε ποιον απευθύνομαι, γιατί δεν είναι όπως εγώ έχω συνηθίσει στο εξωτερικό. Φαντάσου ότι εγώ τώρα λείπω από την Κρήτη πέντε χρόνια σχεδόν, δηλαδή τώρα μπαίνω στον πέμπτο χρόνο. Ο τρόπος με τον οποίο ζω δεν έχει καμία σχέση. Οι πιο πολλοί φίλοι μου είναι τρανς, γκέι, λεσβίες, δηλαδή είναι σχεδόν όλοι στην LGBT ομάδα, που αυτό άμεσα αποκλείει από τη ζωή στην Κρήτη. Το να φέρω στην Κρήτη φίλους που έχω στην Αγγλία ή στην Ιταλία… Δεν ξέρω καν αν θα μπορέσω να το κάνω, γιατί θα πρέπει να τους έχω συνέχεια μαζί μου, γιατί άμα τους αφήσω μόνους τους δεν ξέρω τι θα πάθουν. 

Σ.Σ.:

Πώς νιώθεις που δεν μπορείς να φέρεις έναν φίλο σου εδώ πέρα, που δεν νιώθεις άνετα να το κάνεις;

Μ.Κ.:

Είναι λίγο άσχημο, αλλά από την άλλη, εντάξει, δεν το σκέφτομαι τόσο πολύ. Λέω ότι, εντάξει, ακόμη και να έρθει η στιγμή που να πρέπει να αντιμετωπίσουμε αυτά τα άτομα, απλά δεν θα τους δώσω τόση σημασία. Εντάξει, προφανώς δεν θα πάω Μεγάλη Παρασκευή στο χωριό στην εκκλησία με τις φίλες μου που, ξες, ντύνονται, έτσι, πιο έντονα, αλλά, εντάξει, επειδή δεν με ενδιαφέρει και… Παλιά το είχα πιο έντονα αυτό. Είχα πολύ μεγάλο άγχος για το πώς θα αντιμετωπίσει ο άλλος τον κοινωνικό μου περίγυρο. Αλλά, εντάξει, πλέον δεν με ενδιαφέρει τόσο. Είμαι πιο χαλαρή πάνω σε αυτό το θέμα. Αλλά, ξέρω πού απευθύνομαι, ξέρω πολύ καλά πού απευθύνομαι. 

Σ.Σ.:

Όταν λες ότι ξέρεις πού απευθύνεσαι τι εννοείς; 

Μ.Κ.:

Ξέρω ότι δεν μπορώ να είμαι ο εαυτός μου. Ξέρω ότι ο εαυτός μου πρέπει να περνάει από αυτό που είπες πριν, με φίλτρο. Πρέπει να προσέχω τι θα πω, τι θα κάνω, γιατί ξέρω ότι θα υπάρχει κατακραυγή, δηλαδή θα παρερμηνευτεί και θα παρουσιαστεί ως κάτι τελείως παράλογο και ανώμαλο, που δεν θέλω να ακουστεί έτσι. Δηλαδή, επειδή είναι η φύση μου τέτοια και ξέρουν ότι είμαι τρανς, δεν θέλω απλά να πουν «Προφανώς. Με ποιους άλλους θα έκανε παρέα;», ξέρεις, αυτό. Οπότε, προσπαθώ, ξέρεις, να είμαι πιο χαλαρή, να κρατάω τους τύπους όποτε είμαι στην Κρήτη. Όποτε είμαι στο εξωτερικό είμαι πιο χαλαρή. 

Σ.Σ.:

Τι ήθελα να πω… Και πώς νιώθεις που, ακόμα και τώρα που έχει συμβεί η φυλομετάβαση και κάποια πράγματα τα οποία για άλλους ανθρώπους, ας πούμε, είναι δεδομένα για σένα δεν ήταν και έπρεπε να τα κατακτήσεις, ακόμα και τώρα, ας πούμε, πρέπει να «κρύβεσαι» με κάποιον τρόπο; Πώς σε κάνει να νιώθεις αυτό; Εδώ, εννοώ. 

Μ.Κ.:

Είναι πάρα πολύ άσχημο. Κοίταξε, έχω αποδεχτεί ότι η ζωή μου θα είναι έτσι. Όταν πήρα την απόφαση να αλλάξω φύλο, Σοφία —να επιβεβαιώσω, συγγνώμη, το φύλο— αποδέχτηκα, αν θες, αυτόν τον όρο, αυτό τον όρο που έπρεπε να αποδεχτώ και να πω ότι «Αφού θες να το κάνεις, πρέπει να έχεις και τα κότσια να αποδεχτείς όλο το πακέτο». Δεν είναι μόνο όμορφο. Είναι ωραίο το να μπορείς να αισθάνεσαι και να είσαι γυναίκα και να μπορείς να εκφράζεις τον εαυτό σου όπως θέλεις, αλλά μαζί με αυτό έρχεται και ένα τίμημα, που αυτό το τίμημα δεν είναι άλλο από την κοινωνική κατακραυγή, από τη δημόσια κρίση που όλοι έχουν να πουν κάτι για σένα. Αλλά, εντάξει, το αποδέχτηκα. Πλέον δεν το αισθάνομαι τόσο τραγικά. Πλέον αισθάνομαι ότι, εντάξει, θα αλλάξει. Μπορεί να μην είμαι εγώ η τυχερή, θα είναι τα παιδιά μου, θα είναι τα εγγόνια μου, θα είναι πιο μετά. Παλεύω για αυτούς. Παλεύω για να τα βρουν αυτοί έτοιμα. 

Σ.Σ.:

Αυτό είναι πάρα πολύ όμορφο που λες. Και αναφορικά με αυτό που είπες τώρα, τα παιδιά σου και τα εγγόνια σου, τι σκέφτεσαι αναφορικά με αυτό; Θέλεις να κάνεις οικογένεια;

Μ.Κ.:

Α, καλά, σίγουρα. Έχω τρέλα με τα παιδιά. Τρία τέσσερα παιδιά σίγουρα. Θέλω πολλά παιδιά, πολλά εγγόνια, μεγάλη οικογένεια, το κλασικό, το παραδοσιακό, το τυπικό, το αηδιαστικό, το ελληνικό! Το θέλω όλο.

Σ.Σ.:

Οπότε αυτό είναι κάτι το οποίο το έχεις πάρει απ’ την Κρήτη.

Μ.Κ.:

Ναι, εμένα μου αρέσει. Δεν σου είπα ποτέ… Εμένα μου αρέσει. Μακάρι να μπορούσα να[01:00:00] ταυτιστώ απόλυτα με αυτό, μακάρι να μπορούσα να είμαι κι εγώ όντως έτσι, αλλά δεν είμαι έτσι. Η οικογένειά μου δεν θα είναι σίγουρα η παραδοσιακή κρητική, ελληνική οικογένεια, αλλά θα είναι σίγουρα μεγάλη, θα είναι σίγουρα όμορφη, θα είναι σίγουρα έντονη, αλλά θα έχει πολύ LGBT χαρακτήρα. 

Σ.Σ.:

Πώς το σκέφτεσαι, δηλαδή; Γιατί όλοι το έχουμε κάπως στο μυαλό μας. Εσύ πώς το έχεις στο μυαλό σου; Πώς θα το ήθελες;

Μ.Κ.:

Κοίταξε, για μένα, αρχικά, η οικογένεια δεν σημαίνει να έχω έναν άντρα. Για μένα οικογένεια σημαίνει απλά να έχω παιδιά. Δηλαδή, οικογένεια δεν σημαίνει ότι πρέπει να έχω κάποιον να τη φτιάξω μαζί. Ιδανικά θα ήταν αυτό, να μπορέσω να έχω έναν σύζυγο για να μπορέσω να τα κάνω παρέα με κάποιον άλλον, να μπορέσω να μοιραστώ αυτά τα συναισθήματα, αλλά, εντάξει, είπα ότι… Έχω αποδεχτεί το γεγονός ότι, αν δεν μπορέσω να βρω κάποιον να μπορέσω να το μοιραστώ, θα τα καταφέρω μόνη μου. Όπως τα κατάφερα μέχρι τώρα μόνη μου, θα το καταφέρω και αυτό μόνη μου. 

Σ.Σ.:

Εννοείται, εννοείται. Είμαι σίγουρη για αυτό, πραγματικά. Τώρα τι άλλο να πούμε, τι άλλο θα μπορούσαμε να πούμε; Οπότε, αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι η Κρήτη είναι ένα μέρος που το αγαπάς πάρα πολύ—

Μ.Κ.:

Πάρα πολύ.

Σ.Σ.:

αλλά δεν ταυτίζεσαι εξ ολοκλήρου.

Μ.Κ.:

Ναι.

Σ.Σ.:

Πέρα από την έννοια της οικογένειας, που καταλαβαίνω ότι είναι κάτι πολύ σημαντικό για σένα, ποια άλλα χαρακτηριστικά πιστεύεις ότι ταυτίζεσαι με αυτά; 

Μ.Κ.:

Με την Κρήτη εννοείς; Είμαι πολύ —νομίζω, δηλαδή— «ανοιχτή», είμαι πολύ, νομίζω, φιλότιμη, δεν είμαι ένα άτομο το οποίο… Νομίζω είμαι ένα άτομο το οποίο κατευθείαν σε αγκαλιάζει. Δεν είμαι ένα άτομο το οποίο θα του πάρει χρόνο για να σε αποδεχτεί. Είμαι φιλόξενη. Έχω όλα τα χαρακτηριστικά που ο Κρητικός έχει και τον κάνουν μοναδικό. Ο Κρητικός έχει τη φιλοξενία και το φιλότιμο, που τον καθιστά μοναδικό στη γη. Αυτό τους το αναγνωρίζω και νομίζω ότι αυτό μου το μετέφεραν 100%. Δηλαδή, αυτά τα χαρακτηριστικά με βρίσκουν απόλυτα σύμφωνη και απόλυτα αποδεκτική, δηλαδή τα έχω «αγκαλιάσει» και τα έχω υιοθετήσει αυτούσια και θέλω να τα μεταλαμπαδεύσω και στα παιδιά μου. Δηλαδή, είναι πράγματα που θέλω και εκτιμώ σε κάποιον. Αλλά, αυτά έρχονται… Εντάξει, σου είπα, είναι τα καλά και τα κακά. Τα μεν και τα δε. Αλλά, εντάξει, όλα αποδεκτά. 

Σ.Σ.:

Εννοείται. Και αναφορικά με την οικογένειά σου, έκανες μια αναφορά, ας πούμε, σε μια θεία σου, ας πούμε, σε έναν άνθρωπο απ’ την οικογένειά σου που κάπως δεν το πήρε πάρα πολύ καλά.

Μ.Κ.:

Η αδερφή της μαμάς, μου, ναι. 

Σ.Σ.:

Όλοι οι υπόλοιποι; Οι φίλοι σου, τα αδέρφια σου, οι γονείς σου; Τι έχει αλλάξει ή τι δεν έχει αλλάξει; 

Μ.Κ.:

Λοιπόν, δεν άλλαξε τίποτα, γιατί όλοι, ειδικά η οικογένειά μου, το ήξερε από πολύ μικρή ηλικία, δηλαδή από την ηλικία… Φαντάσου πρώτη φορά το είπα στη μαμά μου στα 3 μου, δηλαδή 3 χρονών τής είχα πει ότι «Θέλω να πάμε στην εκκλησία και να προσευχηθώ να αλλάξω φύλο, δηλαδή να ξυπνήσω και να ‘μαι κορίτσι».

Σ.Σ.:

Έχεις αυτή τη μνήμη; 

Μ.Κ.:

Ναι, ναι, ναι, ξεκάθαρα. Θυμάμαι χαρακτηριστικά να της λέω: «Μαμά, θέλω να πάμε στην εκκλησία και να προσευχηθούμε στην Παναγίτσα να ξυπνήσω κορίτσι». Ξυπνούσα το πρωί, δεν έβλεπα να έχει αλλάξει τίποτα, τελικά πήγα στον πλαστικό! 

Σ.Σ.:

Πιστεύεις ότι αυτή ήταν η πρώτη φορά που… Δηλαδή, η μνήμη σου σου λέει ότι στα 3 σου κατάλαβες;

Μ.Κ.:

Το ήξερα από πάντα, Σοφία. Το ήξερα από πάντα. Από την πρώτη στιγμή που μπορούσα να αντιληφθώ το τι γίνεται γύρω μου ήξερα ότι είμαι γυναίκα, ήξερα ότι είμαι κορίτσι, ήξερα ότι έπρεπε να έχω έναν διαφορετικό τρόπο ζωής. Αλλά, εντάξει, στη συνέχεια το αποδέχτηκα. Μέχρι και σε μία ηλικία προσπάθησα να το αλλάξω, προσπάθησα να πείσω τον εαυτό μου ότι είμαι αγόρι. 

Σ.Σ.:

Και τι έκανες αναφορικά με αυτό;

Μ.Κ.:

Εντάξει, προσπαθούσα να μην έχω τόσο «θηλυκή» φωνή, προσπαθούσα να μη βάζω τόσο «θηλυκά» ρούχα, να μη ντύνομαι με τα ρούχα της μαμάς μου, να μη βάφομαι, να κουρεύομαι, να μπορέσω να μην είμαι τόσο «κραγμένη», όπως θα πούνε πολλοί. Αλλά, μέχρι και τα 17… Νομίζω το προσπαθούσα εγώ, αλλά δεν μου πέτυχε! 

Σ.Σ.:

Η πραγματικότητα ήθελε να βγει προς τα έξω. 

Μ.Κ.:

Με το που βρέθηκα μόνη μου, πήγα στα «Sephora» και ό,τι βαφτικό υπήρξε το πήρα! 

Σ.Σ.:

Και πώς σε έκανε να νιώθεις το να βλέπεις άλλα άτομα γύρω σου τα οποία στην κοινωνία φαντάζουν «κανονικά», θα λέγαμε, το οποίο είναι πολύ προσβλητικό και συγγνώμη και μόνο που το λέω.

Μ.Κ.:

Τι πράγμα;

Σ.Σ.:

Εννοώ πώς σε έκανε να νιώθεις τότε μικρός που έβλεπες όλους τους φίλους σου γύρω σου, τους περισσότερους τουλάχιστον, να ζουν τη ζωή τους με τα δεδομένα…

Μ.Κ.:

Το χειρότερο από όλα αυτά είναι αυτό, ότι βλέπεις όλους τους υπόλοιπους να ζουν «ιδανικά» και εσύ βλέπεις τον εαυτό σου να είσαι πολύ, πολύ κακά. Το πιο άσχημο πράγμα ήταν αυτό, ότι έβλεπα όλους τους άλλους να περνάνε τέλεια —τέλεια στο δικό μου μυαλό, γιατί, ντάξει, και προφανώς περνούσαν κι αυτοί τα δικά τους βάσανα. Αλλά, για εμένα ήταν το τέλειο. Δηλαδή, το γεγονός ότι υπήρχε το φλερτ, ότι έβλεπα τα κορίτσια να έχουν σχέσεις, να δουν τι θα φορέσουν, τι θα πούνε, αυτό, ξέρεις, το μυστικό, αυτό με στεναχωρούσε πολύ γιατί αυτό δεν το έζησα ποτέ. Δεν το έζησα ποτέ και… Εντάξει, δεν πειράζει, καλή καρδιά.

Σ.Σ.:

Τώρα, αναφορικά με αυτό —αν θες μου λες— πώς είναι, ας πούμε, το να πρέπει να επικοινωνήσεις αναφορικά με την ερωτική σου ζωή;

Μ.Κ.:

Let's get the tea!

Σ.Σ.:

Αν θέλεις, αν αισθάνεσαι άνετα.

Μ.Κ.:

Λοιπόν, κοίταξε, πριν την εγχείρηση, θέλοντας και μη, ο άλλος θα το καταλάβει. Υπάρχει ένας βασικός παράγοντας. Μετά την εγχείρηση θεωρώ ότι δεν πρέπει να το λες κατευθείαν. Θεωρώ ότι το άτομο, από τη στιγμή που το έχει αλλάξει αυτό και έχει αποφασίσει να το κάνει, έχει την ελευθερία μετά, που θα έχει μία οικειότητα με το άλλο άτομο, να μπορέσει να το δει αν μπορεί να το πει ή όχι. Γιατί μπορεί να γνωρίσω κάποιον, να βρισκόμαστε για έναν δύο μήνες αλλά τελικά να μην καταλήξει κάπου. Αναγκαστικό είναι να του το πω; Σιγά το πράγμα, αφού είμαι γυναίκα. Το τι έχω αλλάξει, η εγχείρηση, εσένα τι σε νοιάζει; Δηλαδή, εγώ μπορεί να ήμουν παλιά ΠΑΣΟΚ. Θα σου πω ότι ψήφιζα ΠΑΣΟΚ; Όχι. 

Σ.Σ.:

Οπότε, ουσιαστικά πιστεύεις ότι είναι κάτι το οποίο δεν πρέπει να το λες στο πρώτο ραντεβού.

Μ.Κ.:

Όχι, ξεκάθαρα. Ούτε καν, καλέ. Ούτε δεύτερο, ούτε τρίτο ούτε δέκατο. Μετά απ’ τους δυο μήνες και τρεις και τέσσερις και έναν χρόνο. Καταρχάς, τώρα, να στο πω κι απλά, κάνεις σεξ, ο άλλος δεν το καταλαβαίνει. Δηλαδή, είναι αναγκαστικό να του το πεις; Δεν το λες. Είναι σαν έχεις κάνει εσύ —τι να σου πω τώρα;— εγχείρηση στις ωοθήκες και να του πεις του άλλου: Ξέρεις κάτι; Δεν έχω μήτρα». Χέστηκε. Άμα είναι τόσο κομπλεξικός και έρθει και σου ζητήσει τα ρέστα, δεν άξιζε και ποτέ να είναι μαζί σου. Αλλά, αν αρχίσεις και μιλάς με κάποιον… Πώς να στο πω; Δεν οφείλεις σε κανέναν να του πεις τι έχεις στο βρακί σου. Δεν πας ως Σοφία να τους πεις «Γεια σου, καλησπέρα, Μπάμπη. Είμαι η Σοφία, 23 και έχω μουνί», συγγνώμη κιόλας. Λες τα βασικά, γνωρίζεσαι με τον άλλον και, αν τύχει… Στο μόνο θέμα που μπορώ να πω ότι πρέπει να το πεις είναι προφανώς αν θέλει το άλλο άτομο και πάει κάπου πολύ σοβαρά και θέλει οικογένεια, εκεί πέρα προφανώς εγώ αυτό δεν μπορώ να στο δώσω. Εγώ δυστυχώς έχω αυτό το «ελάττωμα». 

Σ.Σ.:

Με το «συμβατικό» τρόπο. 

Μ.Κ.:

Ναι, ναι, πάντοτε, έτσι; Εννοείται. Δεν εννοώ ότι δεν μπορώ να κάνω οικογένεια, ίσα ίσα. Απλά, αν το άλλο άτομο θέλει όπως και δήποτε να κάνει βιολογικά δικά του παιδιά, εγώ αυτό δυστυχώς δεν μπορώ να του το χαρίσω. Μην νομίζεις ότι και εμένα δεν με δυστυχεί. Εμένα με κάνει… Κι ένα απ’ τα πράγματα που με κάνει πιο δυστυχισμένη είναι αυτό: Δεν θα μπορέσω ποτέ να γίνω μαμά με το βιολογικό τρόπο. Αλλά, ντάξει, το έχω αποδεχτεί. Ο ψυχολόγος με βοήθησε πολύ να το αποδεχτώ.

Σ.Σ.:

Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό που λες και λυπάμαι και εγώ μαζί σου, πραγματικά. Αυτό το σκέφτεσαι τώρα. Τότε, ας πούμε, όταν ήσουν, έτσι, στα πρώτα σκιρτήματα, να το πω κι έτσι, πώς το ένιωθες, ότι πρέπει να το πεις;

Μ.Κ.:

Ναι, ναι. Τον πρώτο καιρό αισθανόμουν ότι έπρεπε να πω κατευθείαν για την αλλαγή και ότι έπρεπε να πω όλη την ιστορία μου, λες και ήταν όλοι οι εφημερίδες και έπρεπε εγώ να πω «Η Μισέλ η τρανς» και «Ξέρεις κάτι; Είμαι τρανς». Εντάξει, δηλαδή τι είναι τώρα αυτό; Εξήγησέ μου. Δεν είναι έτσι. Δεν οφείλεις σε κανέναν να πεις τι έχεις κάνει με τη ζωή σου. Αν το άλλο άτομο σε εκτιμάει, θα κάτσει για σένα. Αν, τώρα, είναι τόσο κομπλεξικό και δεν μπορεί να το αποδεχτεί, με γεια του, με χαρά του, Σοφία.

Σ.Σ.:

Ναι, απόλυτα. Συμφωνώ απόλυτα.

Μ.Κ.:

Αλλά, παλιά το είχα αυτό, ναι, αυτό, ότι πρέπει να το ξεκαθαρίσω. Πλέον δεν αισθάνομαι έτσι. Αν είναι κάτι να μείνει στη ζωή μου, θα μείνει. 

Σ.Σ.:

Και —εννοείται και σε αυτό αν θες απαντάς ή όχι— τι ανταπόκριση υπήρχε; 

Μ.Κ.:

Οι άντρες είναι πολύ κομπλεξικοί, βρε Σοφία. Δεν το ξέρεις; Από μένα θα το μάθεις; 

Σ.Σ.:

Για μίλησε μου.

Μ.Κ.:

Λοιπόν, οι άντρες, καταρχάς, νομίζουν ότι αν πας με τρανς άτομο είσαι γκέι. Ενός λεπτού σιγή γι’ αυτούς τους άνδρες, γιατί, λοιπόν… Να το πούμε κι αυτό, ότι αν πας με ένα τρανς άτομο δεν είσαι γκέι, κι αν είσαι γκέι δεν πειράζει, στο κάτω-κάτω! Λες και έχει λέπρα αν είσαι γκέι, δηλαδή ένα έλεος! Στο ‘21 πρέπει ακόμα να εξηγούμε γιατί δεν πειράζει να είσαι γκέι. Κάπου δεν είμαι καλά, βρε Σοφία μου, κι εγώ με τα νεύρα μου. Οπότε, ναι. Υπάρχει ένα κόμπλεξ. Ειδικά ο Έλληνας άνδρας μη και… Δεν μπορεί καθόλου. Τρανς είναι κακό πράγμα[01:10:00]. Ούτε του παπά. 

Σ.Σ.:

Έχουν υπάρξει, ας πούμε, περιπτώσεις στην Ελλάδα με το αντίθετο φύλο; Αν θες μου λες κάποιες ιστορίες.

Μ.Κ.:

Εγώ θα στα πω, λοιπόν. Ωχ Χριστέ μου… Λοιπόν, αν κάτι δεν μπορώ στον Έλληνα άνδρα, είναι αυτός ο ψευτοανδρισμός. Δηλαδή, δεν είναι καθόλου άνετοι με το φύλο τους. Το παίζουν όλοι άντρες και είναι όλοι «μπιπ», όλοι όμως, μηδενός εξαιρουμένου! Είναι πάρα πολύ λίγοι οι ακομπλεξάριστοι. Αυτοί που είναι άνετοι με το σώμα τους στην Ελλάδα είναι μετρημένοι στα δάχτυλα. Είναι όλοι κομπλεξικοί, ρε φίλε. 

Σ.Σ.:

Και τι εννοείς άνετοι με το σώμα τους; 

Μ.Κ.:

Αν είσαι άνετος με το σώμα σου και με το χαρακτήρα σου, χέστηκες ποιος είναι δίπλα σου. Τον γουστάρεις; Σ’ αρέσει; Σε καυλώνει; Τότε χέστηκες!

Σ.Σ.:

Οπότε, εννοείς αυτό, ότι αν ο άλλος νιώθει άνετα με το σώμα του βγαίνει και στη συμπεριφορά του.

Μ.Κ.:

Ε, βέβαια, ε, βέβαια φαίνεται. Ο άλλος φαίνεται. Και εμένα αυτό είναι που μ’ αρέσει. Δεν πά’ να είσαι ό,τι θες; Άμα ο άλλος ξέρει τι του αρέσει και ότι «Ναι, αυτό το άτομο το γουστάρω» και ξέρει ότι «Αυτό θέλω να είναι μαζί μου», αυτό είναι το πιο ωραίο. Εκεί φαίνεσαι αν είσαι άνδρας. Θες να μου δείξεις ότι είσαι άνδρας; Εκεί θέλω να μου το δείξεις. Όχι να μου λες: «Εγώ που δεν πάω με τρανς». «Εγώ που πάω με τρανς κάνω κι αυτό κι αυτό κι αυτό και δείχνω την αγάπη μου με αυτόν, αυτόν, κι αυτόν τον τρόπο. Είμαι ευαίσθητος, είμαι φιλόζωος, είμαι όλα αυτά που κάνουν έναν άνδρα να είναι μοναδικός», και δεν είναι ούτε ο ανδρισμός κι ούτε αυτή η ψεύτικη ανδρίλα, που την σιχαίνομαι. Είναι αυτό που λέμε στην Αγγλία «toxic masculinity», που πρέπει να φύγει μακριά. 

Σ.Σ.:

Εννοείται. Ελπίζω να φύγει, ελπίζουμε όλοι να φύγει. Οπότε, στην Ελλάδα υπάρχει αυτό. Στο εξωτερικό; Είναι λίγο διαφορετικά; 

Μ.Κ.:

Ναι. Οι άνθρωποι είναι πιο ενημερωμένοι, αρχικά. Δηλαδή, απ’ το Δημοτικό πλέον υπάρχουν ομάδες οι οποίες εξηγούν τι σημαίνει διεμφυλικότητα και τα άτομα μεγαλώνουν με τη γνώση της τρανς κοινότητας, που, εντάξει, σίγουρα δεν σου λέω ότι και στην Αγγλία θα βρεις και θα είναι όλοι με ανοιχτές αγκάλες, αλλά είναι πολύ πιο ανοιχτοί στο θέμα της τρανς. Δηλαδή υπάρχουνε πολλές τρανς κοπέλες που έχουν απόλυτα φυσιολογικές σχέσεις. 

Σ.Σ.:

Τι πιστεύεις ότι πρέπει να αλλάξει, ειδικά εδώ πέρα, στην Ελλάδα; 

Μ.Κ.:

Η ορατότητα.

Σ.Σ.:

Η ορατότητα; Δηλαδή;

Μ.Κ.:

Η ορατότητα σε οτιδήποτε αφορά την τρανς κοινότητα. Δηλαδή, δεν υπάρχουν τρανς γυναίκες ή τρανς άντρες πουθενά σε κανέναν κοινωνικό φορέα. Δηλαδή, έχεις πάει ποτέ στην ΔΕΗ και να δεις μια τρανς κοπέλα; Και θα μου πεις: «Πώς θα καταλάβω ότι είναι τρανς;». Είναι απλό το γεγονός, γιατί υπάρχουν και τα άτομα όπου καλώς ή κακώς «φαίνεται» η διαφορετικότητά τους. Δηλαδή, δεν πρέπει να φοβόμαστε να δείξουμε τη διαφορετικότητα των ανθρώπων στις δημόσιες υπηρεσίες, στα γραφεία, στις καφετέριες. Δηλαδή, οπουδήποτε υπάρχει κόσμος που δουλεύει να βάζουμε από όλα τα στρώματα. Όπως δεν βλέπεις σε καφετέριες να βάζεις μαύρους να δουλεύουνε, έτσι φοβούνται να βάλουν και τρανς άτομα. Είναι στην ίδια συνομοταξία. «Φαίνεται, ενοχλεί, οπότε δεν το βάζω». Κατάλαβες; Επίσης, με ενοχλεί πάρα πολύ «Είμαστε gay-friendly μαγαζί». Τι πάει να πει «Είμαστε gay-friendly μαγαζί»; Δηλαδή, στα υπόλοιπα απαγορεύονται; Αυτό θες να μου πεις; Αυτό εγώ το σιχαίνομαι, «Είμαστε gay-friendly μαγαζί». Δεν το ‘ξερα, συγγνώμη! 

Σ.Σ.:

Οπότε… Είναι πολύ ωραίο αυτό που λες, εννοώ είναι ωραία πάσα. Τι έχεις να πεις για όλο αυτό τώρα που έχει δημιουργηθεί —που εννοείται, είναι πολύ καλό—, ότι είμαστε λίγο πιο ανοιχτοί προς την κοινότητα LGBTQ+;

Μ.Κ.:

Τι είμαστε;

Σ.Σ.:

Εννοώ ότι είμαστε σαν κόσμος λίγο πιο ανοιχτοί τα τελευταία χρόνια.

Μ.Κ.:

Α, ναι. Εξαρτάται αυτό πώς το λες ή…

Σ.Σ.:

Θέλω να πω, ας πούμε ότι… Πιστεύεις ότι ο κόσμος ή κάποιες εταιρείες ή οτιδήποτε εκμεταλλεύεται αυτό το hype που έχει δημιουργηθεί; 

Μ.Κ.:

Ξεκάθαρα. Είναι λίγο αυτό που λέμε το trend της εποχής, λίγο αυτό.

Σ.Σ.:

Αυτό, αυτό.

Μ.Κ.:

Ξεκάθαρα, ναι, ναι, ναι. Όπως έχει γίνει κι αυτό που λέγαμε πριν ότι έχει γίνει με την vegetarian, vegan κι όλα αυτά με το lifestyle. Νομίζω ότι σιγά-σιγά υπάρχει και αυτό. Πουλάνε πολύ αυτή τη διαφορετικότητα. Αλλά, εντάξει, αν είναι αυτό που πρέπει να γίνει για να μπορέσουμε να γίνουμε αποδεκτοί, καλώς ας γίνει. Αν είναι από μια διαφήμιση να μπει μια τρανς κοπέλα να δουλέψει στην τράπεζα, να δουλέψει σε έναν δημόσιο φορέα, ας γίνει και αυτό. Καθόλου δεν με νοιάζει ο τρόπος που θα γίνει, απλά να γίνει. Όταν δω τρανς άτομο να είναι στην τηλεόραση, να είναι παρουσιαστής, τρανς άτομο να είναι στην ΔΕΗ, τρανς άτομο να είναι ταχυδρόμος, τρανς άτομο να είναι φαρμακοποιός —εγώ πρώτη και καλύτερη—, τότε ναι, θα μιλάμε για ορατότητα. Πλέον, όμως, είμαστε με τις κουρτίνες κλειστές και τα κρύβουμε όλα, Σοφία. Ροζ μαλλιά, μαύρη κοπέλα, Πακιστανός, Αλβανός, Ρουμάνος, κοντή, χοντρή, ψηλή. Όλα τα έχουμε καταδικάσει. Αυτό σιγά-σιγά πιστεύω ότι με τις δικές μας γενιές θα αρχίσει λίγο να ελαττώνεται. Μέχρι τότε κάνουμε το σταυρό μας, γι’ αυτούς που πιστεύουν τουλάχιστον. 

Σ.Σ.:

Τι πιστεύεις ότι εσύ… Εννοώ με το να το κάνεις όλο αυτό και σε πολύ μικρή ηλικία, για την κρητική κοινωνία τι πιστεύεις ότι έδωσε; 

Μ.Κ.:

Κοίταξε, αρχικά, πιστεύω ότι έδωσα πάσα σε πολλά άτομα που μπορεί να αισθάνονται ακριβώς το ίδιο με εμένα να κάνουν το βήμα και να αλλάξουνε και να μπορέσουν να επιβεβαιώσουν το φύλο τους, γιατί μου ‘χουν στείλει ήδη άτομα από την περιοχή μας που σκέφτονταν χρόνια να το κάνουν και εγώ τους έδωσα το ερέθισμα και τη σιγουριά «Ξέρεις κάτι; Αυτό μπορώ να το κάνω και εγώ». Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Δηλαδή, το γεγονός ότι υπάρχει ορατότητα είναι κάτι που είναι πάρα πολύ σημαντικό. 

Σ.Σ.:

Θες να μας πεις, δηλαδή, λίγο παραπάνω αναφορικά με αυτήν την ανταπόκριση; Τι σου είπε ο κόσμος; Και άτομα που ήδη μπορεί να τα ήξερες.

Μ.Κ.:

Ναι. Σοφία, δεν μου είπαν κάτι που δεν ήξερα ήδη. Ήξερα από πριν ότι τα άτομα που με υποστηρίζουνε με υποστηρίζουν έτσι κι αλλιώς. Απλά, θεωρώ ότι μετά από τη δημόσια, αν θες να πεις, τοποθέτησή μου πάνω στο θέμα, τα άτομα απλά είδαν ξεκάθαρα το πρόσωπο της τρανς κοινότητας, που δεν είναι άλλο από κοπέλες ή αγόρια που κατακτούν το φύλο τους. Δεν είναι τίποτα περισσότερο. Δηλαδή ή λέξη «τρανς», η λέξη «transgender» είναι κάτι το οποίο παλιά το είχαμε λίγο σαν βρισιά. Το λέγαμε λίγο σιγά, «Αχ, αυτή είναι τρανς». Το λες λίγο σιγά, λες και είναι κάτι κακό. Αυτό πρέπει λίγο να φύγει. Αυτή τη ρετσινιά της τρανς κοινότητας πρέπει λίγο να την πάμε στην άκρη. Εντάξει, είναι τρανς. Και η Σοφία είναι Ελληνίδα. Η Σοφία είναι καστανή. Αυτό είναι σαν να μου λες κάτι με το οποίο πρέπει να σε χαρακτηρίζει, το οποίο δεν είναι κάτι τέτοιο. Πώς να στο πω; Πρέπει να γίνει κομμάτι της κοινωνίας και να μπορούμε πλέον να αποδεχόμαστε όλα τα φάσματά της αυτούσια χωρίς να πρέπει να υπάρξει συζήτηση γι’ αυτό. Η Μισέλ είναι Μισέλ χωρίς να πρέπει να λέμε «η Μισέλ η τρανς», κατάλαβες; 

Σ.Σ.:

Οπότε, πιστεύεις ότι… Σαφώς πρέπει να γίνει αυτό, αλλά μέχρι να γίνει αυτό θα έπρεπε να χτιστούν αυτές οι ταμπέλες για να καταρριφθούν κιόλας σε επόμενο επίπεδο, να είναι τόσο δεδομένες, που να μην τις χρησιμοποιούμε καν. 

Μ.Κ.:

Ναι, κοίταξε. Δεν ξέρω αν αυτό βοηθάει, η ταμπέλα. Σίγουρα ίσως ο άνθρωπος έχει αυτή την ανάγκη, να πρέπει να αυτοχαρακτηρίζεται κάπως και να μπαίνει σε ομάδα, αλλά νομίζω ότι σε μερικά χρόνια από τώρα ο κόσμος θα έχει πλέον ίσως βαρεθεί κιόλας να το ακούει συνέχεια. Δηλαδή, πόσες φορές πλέον να μιλάς και για το ίδιο θέμα; Και, εντάξει, θα αλλάξει. Πιστεύω ότι σιγά-σιγά, από Μισέλ σε Μισέλ, από Σοφία σε Σοφία, από γκέι σε γκέι, από λεσβία σε λεσβία, όλο αυτό θα αλλάξει και θα γίνει πλέον κομμάτι της κοινωνίας.

Σ.Σ.:

Και εσένα οι ταμπέλες πώς σε κάνουν να νιώθεις; Αυτό, ότι είναι λίγο αχρείαστες; 

Μ.Κ.:

Δεν με πειράζει η ταμπέλα, βρε Σοφία. Δεν με πειράζει το θέμα «τρανς». Με πειράζει αυτό που εκπροσωπεί η ταμπέλα, με πειράζει πιο πολύ αυτό το υποχθόνιο μήνυμα που περνάει με αυτήν την ταμπελοποίηση που υπάρχει, ξέρεις, ότι πρέπει να υπάρχει σε όλα μια εξήγηση και να πρέπει να αιτιολογούμαστε για ποιον λόγο είμαστε έτσι και να πρέπει να λέμε και για ποιον λόγο δεν είμαστε ελέφαντες. Δηλαδή, κάτι το οποίο είναι πολύ απλό πρέπει να το κάνουμε πολύ δύσκολο, γιατί ουσιαστικά, ουσιαστικά, δεν υπάρχει θέμα. Είναι κάτι που είναι πολύ απλό, αλλά στο μυαλό μας φαντάζει τεράστιο και δύσκολο. Αλλά, η ουσία είναι πολύ λίγη, είναι κάτι που είναι πολύ απλό. 

Σ.Σ.:

Τι πιστεύεις ότι είναι δύσκολο το οποίο στην ουσία είναι απλό;

Μ.Κ.:

Τα κοινωνικά πρότυπα. Τα κοινωνικά πρότυπα, τα οποία πρέπει να καταρριφθούν ένα-ένα. Δηλαδή, η κλασική γυναίκα, η γυναίκα της οικογένειας, το στερεοτυπικό ότι η γυναίκα πρέπει να κάνει παιδιά, αυτό το ελληνικό, το πολύ παραδοσιακό, που σιγά-σιγά καταρρίπτεται και δεν πρέπει να μας φοβίζει, γιατί πολλοί φοβούνται. Δηλαδή, πιστεύουν ότι αν καταργηθεί αυτό θα πέσει ένας τοίχος. Εντάξει, ας πέσει. 

Σ.Σ.:

Το απλό σε τι μεταφράζεται;

Μ.Κ.:

Το απλό είναι απλά μια επιλογή, μια φυσική κατάσταση την οποία επιλέγει το άτομο να κάνει. Εσένα δεν πρέπει να σε αφορά. Από τη στιγμή που εγώ αποφασίζω να το κάνω αυτό με το σώμα μου εσένα δεν πρέπει καν να σε αφορά. Είναι κάτι το οποίο το κάνω εγώ σε εμένα και εσύ πρέπει απλά να το αποδεχτείς και να πας παρακάτω με τη ζωή σου. Το τι θα κάνει η κάθε Μισέλ με το σώμα της δεν πρέπει απλά να σε αφορά. Είναι απλά τρανς. Είναι τόσο απλό. Είναι απλά τρανς. 

Σ.Σ.:

Ναι. Τι άλλο ήθελα να ρωτήσω… Το ξέχασα. Αχ, το ξέχασα. 

Μ.Κ.:

Δεν πειράζει.

Σ.Σ.:

Όλα καλά, όλα πάρα πολύ καλά. Αχ, τι ήθελα να ρωτήσω;[01:20:00]

Μ.Κ.:

Δεν πειράζει.

Σ.Σ.:

Ξέχασα. Λοιπόν, λίγο για να... Έχω πάθει blackout. 

Μ.Κ.:

Δεν πειράζει αγάπη. Θες να πούμε για —πώς λέγεται;— την αλλαγή στην Ελλάδα, θες να συνεχίσουμε να μιλάμε για το τρανς κομμάτι; Τι θες να πούμε;

Σ.Σ.:

Εσύ, ας πούμε, τι θα ήθελες να πεις αναφορικά με τα πρότυπα και στην Ελλάδα και γενικότερα. Α, βασικά, όχι. Θυμήθηκα τι ήθελα να πω, συγγνώμη. Έκλαμψη. Τι πιστεύεις για το τόσο πολύ αυτό που υπάρχει με το politically correctness, ακόμη και στην LGBTQ+ κοινότητα; 

Μ.Κ.:

Το σιχαίνομαι.

Σ.Σ.:

Μίλησέ μου λίγο γι’ αυτό. 

Μ.Κ.:

Λοιπόν, σε καμία περίπτωση δεν θέλω να θίξω τα άτομα τα οποία αυτοπροσδιορίζονται ως μια έννοια, ωραία; Ο κάθε άνθρωπος έχει την ελευθερία να μπορέσει να το κάνει και είναι σεβαστό. Σε καμία περίπτωση, λοιπόν, δεν θέλω να τα κατακρίνω. Αυτό που κατακρίνω είναι ότι στην προσπάθειά τους να προστατέψουν τον τίτλο χάνουν την ουσία, κατάλαβες; Δηλαδή, εμένα το να με πεις «transgender», το να με πεις —όχι «τραβεστί». Είναι διαφορετική έννοια. Αλλά, να με πεις, ας πούμε «τρανς», «transexual», «transgender», για μένα είναι το ίδιο πράγμα. Η έννοια είναι μια. Αυτό που εμένα με ενοχλεί είναι να χρησιμοποιείται ο όρος ως κάτι αρνητικό. Αν ο όρος χρησιμοποιείται απλά για να χαρακτηρίσεις τον άλλο —δηλαδή είτε με πεις «τρανς» είτε «transexual», εμένα δεν με πειράζει. Αυτό που μου είναι σημαντικό είναι να έχεις ευγένεια και να έχεις ένα σεβασμό. Από τη στιγμή που έχεις αυτά τα δύο προς το άτομό μου, οτιδήποτε άλλο δεν με ενοχλεί. Πολλά άτομα έχουνε αυτήν την μανία να κολλάνε στους τίτλους, που είναι πολύ ενοχλητικό. Δηλαδή, και εγώ πολλές φορές πέφτω στο τριπάκι και προσπαθώ να τα μάθω, προσπαθώ να τα διορθώσω… Αλλά, είμαι σε φάση «Δεν σε προσβάλλω. Προσπαθώ και εγώ μαζί σου με σένα να μεγαλώσω κι εγώ τις γνώσεις μου. Αν τόσο πολύ σε ενοχλεί, θα το φτιάξω, αλλά...». Η ουσία ποια είναι; Η ουσία είναι μια, κι αν οι άνθρωποι είμαστε πιο απλοί σε αυτό το κομμάτι, κι ο άλλος θα μας πάρει πιο απλά, γιατί ακόμη και ένα άτομο το οποίο έχει άγνοια προς την κοινότητα, στην κάθε κοινότητα, αν πέσεις πάνω του κι αντί να του μάθεις τον προσβάλεις και τους πεις «Ξες κάτι; Αυτό που λες είναι λάθος», κι αυτός από άμυνα θα είναι αρνητικός με σένα. Αν, όμως, εσύ, του εξηγήσεις και του αποδείξεις ότι είναι απλά μια ομάδα κι εσύ απλά είσαι μέρος αυτής της ομάδας, όλο αυτό έρχεται φυσικά. Αν, όμως, προσπαθείς να του αποδείξεις κάτι και τελικά γίνεσαι η σπαστική κοπέλα ή το σπαστικό αγόρι που θα πρέπει συνέχεια να διορθώνει, αυτός λέει: «Εντάξει. Άφησέ το και δεν πειράζει. Θα τα βρει μόνη της».

Σ.Σ.:

Γιατί πιστεύεις ότι το κάνουν αυτό κάποια άτομα;

Μ.Κ.:

Ειλικρινά πιστεύω ότι είναι αμηχανία και λίγο κόμπλεξ, γιατί έχουν φάει κι αυτά τα άτομα πολλά σκατά και τα πολλά σκατά συνήθως δημιουργούν αυτές τις συμπεριφορές. Δηλαδή, τα άτομα τα οποία έχουν αυτήν τη συμπεριφορά νομίζω ότι έχουν απλά την αμηχανία της αυτοπροβολής, δηλαδή δεν ξέρουνε πώς να προβάλλονται, και ο τίτλος τους κι αυτό που έχουν κι αυτή η ομάδα που είναι είναι το πιο σημαντικό πράγμα: «Είμαι γκέι, είμαι λεσβία, είμαι non-binary». Όλα αυτά είναι έννοιες τις οποίες θα πρέπει να τις ξέρουμε και σιγά-σιγά θα τις μάθουμε οι άνθρωποι, αλλά δεν πρέπει να κρατιόμαστε από τις έννοιες. Είναι, μωρέ Σοφία, πολύ πιο απλό. Δηλαδή, για ποιον λόγο να πρέπει να αυτοπροσδιορίζεσαι τόσο πολύ; Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να κάνουμε την ζωή μας τόσο πολύ δύσκολη. Είναι… Θες να κάνεις κάτι με την ζωή σου; Κάν’ το. Δεν σε ρώτησε ποτέ κανένας τίποτα. Θες να κάνεις κάτι; Κάν’ το, απλά μην το πολυζαλίζεις. Αν κάθεσαι εκεί και το πολυζαλίζεις, χαλάει και η έννοιά του, πιστεύω. 

Σ.Σ.:

Ναι, απόλυτα. Υπήρχαν ποτέ παραδείγματα, και σε όλη αυτή τη διαδικασία και γενικά στη ζωή σου, που έπρεπε, ας πούμε, συνέχεια να εξηγείς πράγματα; 

Μ.Κ.:

Κοίταξε, ως Μισέλ, επειδή ως άτομο δεν είμαι ποτέ άτομο που θα δικαιολογηθεί για το οτιδήποτε —«I am unapologetically me», αυτό που λέμε στα αγγλικά—, δεν ήρθε ποτέ κάποιος να μου ζητήσει το λόγο. Αυτό που πάντοτε πρέπει να εξηγώ, αν κάτι πέσει μέσα στην κουβέντα, είναι ότι έχει υπάρξει αυτή η επιβεβαίωση του φύλου, αλλά κάτι πέρα από αυτό δεν μου έχει τύχει ποτέ. Ήμουν πάντοτε πολύ χαλαρή και το αντιμετώπιζα πάντα πολύ απλά. Δηλαδή, «Είμαι η Μισέλ, έχει τύχει να κάνω κι αυτό με την ζωή μου κι απλά, ντάξει, έτυχε». «Είμαι η Μισέλ και έχει τύχει να είμαι και αυτό». Αυτό. Τελειώνει εκεί, δηλαδή. 

Σ.Σ.:

Οπότε, όπως έχουμε πει, βέβαια, και τα πράγματα που κάνεις στην ζωή σου, πέρα από αυτό, που εννοείται ότι είναι πολύ σημαντικό, η φυλομετάβαση, ποια άλλα πράγματα στην προσωπικότητά σου πιστεύεις ότι σε καθορίζουν και θέλεις να τα ξέρει ο κόσμος, πέρα από αυτό; Για ποια πράγματα θες να σε ξέρει ο κόσμος; 

Μ.Κ.:

Λοιπόν, είναι ο δυναμισμός μου, είναι η… Είμαι πολύ καλοπροαίρετη. Θα είμαι πάντοτε το άτομο το οποίο θα προσπαθήσει να σε βοηθήσει και να σε καταλάβει και, ξέρεις, να σε «σαπορτάρει» όσο περισσότερο μπορεί. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι χαζή. Μπορώ πολύ εύκολα να καταλάβω την εκμετάλλευση μετά από πολλά «χαστούκια», αλλά ταυτόχρονα θέλω να ξέρει ο κόσμος ότι είμαι ένα άτομο το οποίο το ότι έχω κάνει αυτά που έχω κάνει είναι απλά ένας παραπάνω λόγος να είμαι ακόμη πιο δυναμική και να είμαι ακόμη πιο σίγουρη για τον εαυτό μου. Δεν είμαι άτομο το οποίο φοβάται γι’ αυτό που είναι. Έχω πολλή αυτοπεποίθηση, έχω πολλή αυτοεκτίμηση. Αλλά, αυτό έχει γίνει γιατί έχω περάσει και όλα τα υπόλοιπα, κατάλαβες; Παλιά, που δεν το είχα περάσει αυτό, ήμουν πολύ πιο ανασφαλής, Πλέον έχω κι όλα αυτά τα παραπάνω χαρακτηριστικά, που πλέον νομίζω ότι με χαρακτηρίζουν και με κάνουν τη Μισέλ που ξέρουν όλοι και σήμερα. Δηλαδή, το άτομο που είμαι σήμερα είμαι κυρίως αυτά. 

Σ.Σ.:

Εννοείται. Είναι ένα συνονθύλευμα όλων αυτών των πραγμάτων που έχουν γίνει.

Μ.Κ.:

Σιγουριά. Σιγουριά και δυναμισμός είναι τα πράγματα που με κυριεύουν. 

Σ.Σ.:

Τέλεια. Είναι απόλυτα ξεκάθαρο, να ξέρεις, σε όλους όσους σε γνωρίζουν, σίγουρα. 

Μ.Κ.:

Το πάλεψα!

Σ.Σ.:

Εννοείται. Είναι κι αυτό κεκτημένο. Ξεκάθαρα. Αναφορικά, τώρα, με τα πράγματα τα οποία είχαν γίνει και ήσουν ανασφαλής, ποια πράγματα, ας πούμε, πέρα απ’ το bullying ή και το bullying έγιναν τα οποία ήταν κάπως τα «τούβλα», μπορούμε να πούμε, που έχτισαν όλη αυτήν την αυτοπεποίθηση;

Μ.Κ.:

Λοιπόν, θα σου πω. Το πρώτο πράγμα που έγινε ήταν ότι κατάφερα να πάω στο εξωτερικό, οπότε έφυγα από έναν τόπο ο οποίος με είχε ως ότι δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι, γιατί είχα αυτό το στίγμα του γκέι και ότι «Σιγά. Και τι θα καταλήξει να κάνει κι αυτός;». Οπότε, το γεγονός ότι έφυγα απ’ την Κρήτη κατευθείαν μου έδωσε το boost που χρειαζόμουνα για να μπορέσω να αρχίσω την καριέρα μου. Το δεύτερο πράγμα: Δούλεψα. Δούλεψα για άλλους, κατάφερα να κάνω πράγματα. Απέδειξα την αξία μου κι αυτό με βοήθησε να καταλάβω ότι οτιδήποτε κι αν κάνω, αν το προσπαθήσω, θα το κάνω καλά. Οπότε, άρχισα να έχω αυτοπεποίθηση για τις ικανότητες μου. Μετά έχτισα ένα ωραίο σώμα. Δούλεψα πολύ στο σώμα μου. Έκανα γυμναστική, έκανα κολυμβητήριο, πήγαινα pole dancing, έχασα κιλά. Τα έκανα όλα μαζί, οπότε, ξέρεις, αυτό μου τόνωσε πολύ την αυτοπεποίθηση και τον εγωισμό, αν θέλεις, γιατί αυτό δεν το είχα ζήσει στο Λύκειο. Εγώ όλο αυτό, το φλερτ, τον έρωτα, την αποδοχή, ξέρεις, ότι εγώ μετράω, αυτό δεν το είχα ζήσει ποτέ στην ζωή μου. Στα 17 μου χρόνια ποτέ στη ζωή μου δεν είχα αισθανθεί όμορφη. Ποτέ μου, ποτέ μου. Οπότε, με το που το αισθάνθηκα το έζησα στο έπακρο. Ψήλωσα, ήμουν μια ψηλή γυναίκα, ψηλά τακούνια, κοντά φορέματα, έντονη προσωπικότητα, ωραίο βάψιμο, ωραία μαλλιά… Όλα στο πολύ, πολύ πολύ, πολύ, πολύ. Μετά, εντάξει, χαλάρωσα και το πήγα πιο χαλαρά. Αλλά, νομίζω ότι όλες αυτές οι ενέργειες έχτισαν τη Μισέλ που είμαι σήμερα. Δηλαδή, όλα αυτά τα «σκαλοπάτια», από τη δουλειά, από την εμφάνιση, από τη γυμναστική, όλα αυτά έχτισαν αυτό που είμαι σήμερα, δηλαδή βοήθησαν πάρα πολύ στο να αποδείξω στον εαυτό μου ότι αν θέλω να κάνω κάτι τελικά το κάνω. 

Σ.Σ.:

Τέλεια. Και είμαι σίγουρη ότι και στη συνέχεια ό,τι και να θέλεις θα το κατακτήσεις. Γιατί όχι, βασικά.

Μ.Κ.:

Έτσι ακριβώς.

Σ.Σ.:

Αυτό ακριβώς. Λοιπόν, και τώρα… Κάτσε να δω και πού βρισκόμαστε. Έχει περάσει μιάμιση ώρα!

Μ.Κ.:

Αλήθεια; 

Σ.Σ.:

Θες λίγο κάπως να το κλείσουμε; Ας πούμε, για παράδειγμα, θέλεις να κάνεις οικογένεια. Ποια είναι τα πράγματα τα οποία θα ήθελες να πεις στο παιδί σου αύριο, ας πούμε; 

Μ.Κ.:

Τι ωραία ερώτηση αυτή. Λοιπόν, αρχικά, το πρώτο πράγμα που θα ήθελα να κάνω ξεκάθαρο στο παιδί μου είναι ότι η αγάπη μου σε αυτό δεν θα έπρεπε να τεθεί θέμα συζήτησης. Θα πρέπει να την έχει σίγουρη. Δηλαδή, η αγάπη μου προς αυτό θα είναι άπειρη. Και σε αυτήν την αγάπη στηρίζεται και η αποδοχή σε οτιδήποτε αυτό επιλέξει[01:30:00], κι όχι όσον αφορά το σώμα του αλλά γενικά στο τι θα επιλέξει αυτό για τη ζωή του. Για εμένα, αυτό που θα προσπαθήσω εγώ να κάνω για το παιδί μου είναι απλά να είμαι η βάση του, το στήριγμά του για να κάνει αυτό που αυτό θέλει. Οτιδήποτε αυτό θέλει και αυτό θέλει να κάνει με την ζωή του, με τη δουλειά του, με την προσωπικότητά του, οτιδήποτε αφορά την ολοκλήρωση και τη ζωή τη δική του, που θα αφορά αυτόν, εγώ θα είμαι απλά το μπράτσο του και η δύναμή του. Αλλά, όλα τα υπόλοιπα θα τα κάνει αυτό από μόνο του, Αλλά, να ξέρει ότι εγώ απλά θα είμαι εκεί, η μαμά του, που θα το στηρίζει και θα το αγαπάει ανεξάρτητα με το τι θα γίνει, είτε αυτό αποφασίσει να κάνει την πιο απλή δουλειά είτε την πιο σύνθετη. Εγώ θα είμαι εκεί. 

Σ.Σ.:

Αυτό είναι πάρα πολύ όμορφο που λες, αυτήν τη στήριξη που λες ότι θες να δώσεις. Νομίζω ότι είναι το παν. Στήριξη και αγάπη, τίποτα παραπάνω. Όλα τα άλλα έρχονται. Και τι θα έλεγες στον εαυτό σου την ημέρα που έφτασες εδώ στην Ελλάδα; Πες, ας πούμε, ότι εγώ απέναντί σου είμαι ο «τότε» Μιχάλης των 6 ετών, 7 ετών.

Μ.Κ.:

Ναι, 7.

Σ.Σ.:

Αν τον είχες απέναντί σου, τι θα του έλεγες; 

Μ.Κ.:

Τι θα του έλεγα, θα του έλεγα…

Σ.Σ.:

Πώς θα συστηνόσουν, ας πούμε;

Μ.Κ.:

Ναι. «Όλα θα πάνε όπως τα έχεις ονειρευτεί, απλά κάνε λίγη υπομονή κι άρχισε πιο γρήγορα τη διαδικασία της αλλαγής». Αν το είχα αρχίσει στα 15-14, θα ήμουνα καλύτερα, γιατί θα είχα αρχίσει ήδη από τότε να έχω τη σιγουριά που έχω σήμερα. Θα την είχα από τότε, Αλλά, εντάξει, ίσως και να έγινε για κάποιον λόγο. Αλλά, τότε αν με έβλεπα θα μου έλεγα: «Κάνε λίγη υπομονή και όλα όσα σκέφτεσαι αυτήν τη στιγμή θα γίνουν».

Σ.Σ.:

Αυτό είναι πάρα πολύ ωραίο. Οπότε, με αυτήν την αφορμή, τι θα έκανες διαφορετικά; Που ξέρω ότι δεν έχει κανένα νόημα τώρα, εννοείται, ότι όλα γίνονται για έναν λόγο… 

Μ.Κ.:

Το μόνο που θα άλλαζα θα ήταν απλά να ξεκινήσω πιο γρήγορα την φυλομετάβαση. Όλα τα υπόλοιπα πήγαν και πολύ πιο καλύτερα από ό,τι περίμενα, μη σου πω. 

Σ.Σ.:

Εννοείται. Όντως όλα γίνονται για κάποιον λόγο με τον τρόπο που γίνονται. Εννοείται αυτό. Και… Δεν ξέρω. Εσύ πώς θα ήθελες να το κλείσεις όλο αυτό, αυτή τη συζήτηση; 

Μ.Κ.:

Λοιπόν, θα ήθελα απλά να κλείσω τη συζήτηση λέγοντας ότι ακόμα και στην περίοδο του 2021, μετά από δύο χρόνια σχεδόν πανδημίας και σε μία χώρα που έχει ζήσει όλον αυτόν το ρατσισμό και με αυτό που έχουμε ζήσει με τους αστυνομικούς φέτος —γιατί πρέπει τα πούμε κι αυτά—, με την υπεραστυνόμευση και μ’ αυτή την υπερβολική φύλαξη, να πούμε ότι πάντοτε, από την ελληνική μυθολογία, το κουτάκι της Πανδώρας, αυτό που πάντοτε θα μείνει θα είναι η ελπίδα. Οπότε, με αυτή θα πρέπει να κλείσουμε και να πούμε ότι πάντοτε θα υπάρξει αυτή η ιδέα της ελπίδας, που και για αυτήν παλεύουμε, για αυτήν πολεμάμε, για αυτήν τα κάνουμε όλα. Αν χάσουμε αυτήν, χάνεται όλο το παιχνίδι. Οπότε, όλα θα πάνε καλά, απλά θα πρέπει από μόνες μας να το προσπαθούμε, να μη θεωρούμε τίποτα αυτονόητο. Πρέπει κάθε φορά να το καλυτερεύουμε, να το προσπαθούμε, να το πολεμάμε, και στο τέλος θα καταλήξει κάτι όμορφο. Αλλά, θέλει πολλή δουλειά. Αλλά, όλα θα πάνε καλούτσικα, όπως είχε πει και μια ηθοποιός! 

Σ.Σ.:

Νομίζω ότι αυτό το οποίο είπες μόλις τώρα ταιριάζει πάρα πολύ με το ίδιο πράγμα που θα έλεγες στον εαυτό σου μικρός. 

Μ.Κ.:

Ακριβώς. 

Σ.Σ.:

Οπότε, νομίζω ότι…

Μ.Κ.:

Απευθύνομαι σε όλα τα παιδιά. Οτιδήποτε πολεμάς κι οτιδήποτε έχεις έναν στόχο κι έναν σκοπό για αυτό και βασίζεσαι πάνω σ’ αυτό και βασίζεις την ζωή σου πάνω σε αυτόν τον σκοπό, η βάση σου και ο άξονάς σου να βασίζεται σε αυτό, θα το καταφέρεις. Απλά, πρέπει να είσαι σίγουρος ότι αυτός είναι ο άξονάς σου, γιατί πολλές φορές μπερδευόμαστε και νομίζουμε ότι είναι κάτι που θέλουμε αλλά δεν είναι αυτό. Όταν το βρεις ουσιαστικά αυτό και βρεις τι είναι αυτό που τελικά σε κάνει ευτυχισμένο-ευτυχισμένη, θα το κάνεις ούτως ή άλλως.

Σ.Σ.:

Και πώς μπορείς να το καταλάβεις αυτό; 

Μ.Κ.:

Νομίζω, βρε Σοφία, δεν υπάρχει μαγικός τρόπος να το καταλάβεις. Απλά το νιώθεις. Είναι κάποια πράγματα τα οποία τα αισθάνεσαι και το μυαλό σου «φεύγει», «πετάει». Φτάνει στη θέωση. Αυτό που λέμε, ότι «Φτάνω στη θέωση», είναι όταν φτάνουμε στο σημείο αυτό του κορεσμού, της ευτυχίας. Όταν η ευτυχία είναι τόσο μεγάλη, που πλέον αισθανόμαστε ολοκληρωμένοι, είμαστε σίγουροι ότι αυτό είναι για εμάς. Όταν αυτό που κάνεις το ζεις, το παλεύεις και χάνεις χρόνο, χρήμα και όλα αυτά για να το πετύχεις, εντάξει, νομίζω ότι αξίζει. Αν, όμως το κάνεις μόνο και μόνο για να το κάνεις, μάλλον όχι. 

Σ.Σ.:

Δεν έχει νόημα. Οπότε, αυτό που θα μπορούσαμε να πούμε λίγο για κλείσιμο είναι αυτό που είπα και πριν ότι θα έλεγες εσύ στο εαυτό σου όταν ήταν 7: «Όλα θα πάνε καλά, απλά κάνε λίγη υπομονή».

Μ.Κ.:

«Λίγη υπομονή και… χάσε μερικά κιλά. Σταμάτα λίγο αυτή τη ζαμπονοτυρόπιτα, βρε παιδί μου!». Μα, είχα λυσσάξει, είχα λυσσάξει με τη ζαμπονοτυρόπιτα! Δεν ήμουν και εγώ τότε άνθρωπος! Δηλαδή, τι είναι αυτό το πράγμα. 

Σ.Σ.:

Ωραία, οπότε: «Όλα θα πάνε καλά, κάνε λίγη υπομονή και λίγο λιγότερες ζαμπονοτυρόπιτες».

Μ.Κ.:

Με είχε διαλύσει η ζαμπονοτυρόπιτα, παιδιά, στο κυλικείο! Πολύ κακό πράγμα. Άσε με. 

Σ.Σ.:

Μάλιστα. Θα ήθελες κάτι να προσθέσεις; 

Μ.Κ.:

Να προσθέσω… Αυτό που θέλω να προσθέσω είναι απλά αυτό, να πάρουμε τα πράγματα πιο χαλαρά. Αισθάνομαι ότι παίρνουμε τα πράγματα πολύ σοβαρά και χάνουμε την ουσία. Θέλω να πάρουμε το θέμα της διαφορετικότητας σε όλο το φάσμα της πολύ πιο χαλαρά. Δηλαδή, αυτή η τρέλα που μας πιάνει, που πανικοβαλλόμαστε, «Το παιδί μου θα βγει γκέι», «Θα βγει λεσβία», «Θα βγει μπάι», «Θα βγει τρανς»… χέστηκες. Ποιος χέστηκε, στο κάτω-κάτω; Πάρ’ το όπως έχει, κι αν τύχει δεν πειράζει! Πού είναι το κακό; Πού σε απασχολεί εσένα ως γονιό, πού σε απασχολεί; Επειδή πολλοί παίρνουν και τη δικαιολογία «Θα αντιμετωπίσει δυσκολίες στην ζωή του». Girl, δεν είναι αυτή η αλήθεια. Εσένα σε ενοχλεί, εδώ στην καρδιά σε ενοχλεί ότι θα έχεις ένα παιδί που είναι γκέι. Κόψ’ το. Δεν σε νοιάζει, δεν σε ενοχλεί, άσ’ το και θα βρει μόνο του το δρόμο του. Απλά πάρ’ το χαλαρά. Το έχουμε τραγικοποιήσει το θέμα, το έχουμε δει ως ένα τέρας, το οποίο είναι πάρα πολύ απλό. Είναι 1, 2, 3, βηματάκια-βηματάκια. Αν το αγαπάς το παιδί σου, δεν θα σκεφτείς καν ότι αυτό είναι θέμα. Τελείωσε. Είναι κάτι το οποίο έχει γεννηθεί έτσι, αποδέξου το, τελείωσε εκεί το θέμα. Και θα καταλήξει και πολύ πιο ευτυχισμένο.

Σ.Σ.:

Αυτό. Τέλεια Οπότε, νομίζω ότι από όλο αυτό το νόημα είναι σε αυτό που είπες, «να τα πάρουμε όλα χαλαρά».

Μ.Κ.:

Χαλαρώστε, παιδιά. Χαλαρώστε. Λίγο να χαλαρώσουμε, παιδιά. Να χαλαρώσουμε λίγο.

Σ.Σ.:

Το ελπίζω για όλους μας αυτό, πραγματικά. Οπότε, χάρηκα πάρα πολύ για αυτήν την κουβέντα. 

Μ.Κ.:

Και εγώ Σοφάκι μου, να ‘σαι καλά. 

Σ.Σ.:

Αλήθεια χάρηκα πάρα πολύ. Και ελπίζω όσοι το ακούσουν όλο αυτό —είμαι σίγουρη— ότι θα πάρουν όλοι κάτι. Και εσύ η ίδια. Και όλοι μας. 

Μ.Κ.:

Είναι, μωρέ… Ξέρεις, όταν τα βγάζω από μέσα μου είναι και εγώ σαν να καταλαβαίνω τι έχει συμβεί και να αντιλαμβάνομαι αυτά που μου ‘χουν συμβεί στη ζωή μου, γιατί είμαι 21 και νομίζω ότι είμαι 50. Δηλαδή, ξυπνάω καμιά φορά, «Τι έχω ζήσει;», ξυπνάω και λέω «Φίλε, 21 είσαι! Χαλάρωσε λίγο, πάρ’ το λίγο πιο χαλαρά», γιατί… Τα λέω για να τα ακούσω και εγώ. Είμαι, εντάξει, 21. «Χαλάρωσε και όλα θα πάνε καλά. Ηρέμησε». 

Σ.Σ.:

Ωραία. Οπότε, «Όλα θα πάνε καλά, κάντε λίγη υπομονή, λιγότερες ζαμπονοτυρόπιτες και χαλαρώστε»!

Μ.Κ.:

Χαλαρώστε παιδιά, θέλω λίγο να ηρεμήσουμε. 

Σ.Σ.:

Αυτό. Οπότε, και πάλι ευχαριστώ πολύ. 

Μ.Κ.:

Και εγώ, αγάπη. 

Σ.Σ.:

Και το κλείνουμε εδώ πέρα. 

Μ.Κ.:

Το κλείνουμε εδώ.