© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Ένας μουσικός ανάμεσα σε Ελλάδα και Αμερική

Κωδικός Ιστορίας
10555
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Νίκος Λαρυγγάκης (Ν.Λ.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
05/03/2020
Ερευνητής/τρια
Βασίλης Κουτσογιάννης (Β.Κ.)
Ν.Λ.:

[00:00:00]Είμαι ο Νίκος ο Λαρυγγάκης του Πυθαγόρα, από τη Γλώσσα Σκοπέλου, γεννήθηκα στις 22 του Αυγούστου του 1954 και χαίρομαι που υπάρχω σε αυτόν το μικρό πλανήτη.

Β.Κ.:

Ωραία. Λοιπόν, συναντηθήκαμε σήμερα για να μιλήσουμε για μουσική. Εσείς πότε ασχολείστε, πότε ξεκινάτε να ασχολείστε με μουσική;

Ν.Λ.:

Θα έλεγα ότι τίποτα δεν έγινε τόσο συνειδητά. Η μουσική ερχότανε γύρω μου, στην ψυχή μου, απ' τον καιρό που ήμουνα παπαδάκι, μικρό παιδάκι, στο χωριό, στης Παναγίας την εκκλησιά εκεί και ταυτόχρονα ζούσα έντονα τη θρησκευτική μουσική του χωριού, με τις τελετές που γίνονταν ανάλογα, ξέρεις γάμοι, βαφτίσια, αυτά, ήμουν μέρος της εκκλησίας. Έτυχε και οι γονείς από την πλευρά της μητέρας μου να είναι κοντά στο χώρο της εκκλησίας, έτσι θα έλεγα ότι η ορθόδοξη εκκλησία άφησε πάρα πάρα πολλά στίγματα αργότερα που συνειδητοποίησα το δρώμενο της μουσικής, έτσι, το ανθρώπινο δρώμενο της μουσικής. Και αν θυμάμαι καλά, τώρα η αλήθεια ήταν ότι αργότερα μέσα από τα ραδιοφωνάκια που είχαμε τα μικρά, πέρα από τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ, τις ομάδες που παρακολουθούσαμε, ήταν και τα λαϊκά τραγούδια. Δεν ξέραμε τίποτα άλλο. Απ' "της Λαρίσης το ποτάμι που το λένε Πηνειό", μέχρι ξέρω γω στο ήταν ένας μικρός πιτσιρίκος πάνω στην, αυτό που καπνίζανε το τσιγάρο του και λοιπά κι εμείς νομίζαμε ότι θα ήμασταν μάγκες, λοιπόν. Οπότε ασχολήθηκα και με το λαϊκό τραγούδι, φυσικά στην πορεία ήμουνα θαυμαστής του Στέλιου του Καζαντζίδη και παραμένω, πλέον όχι ως θαυμαστής αλλά ως ένα φαινόμενο προς μελέτη θα 'λεγα, γιατί έχω την αίσθηση ότι πολλές φορές πάνω στην έξαρση μιας, θα έλεγα, καλλιτεχνικής φύσης, παίρνουμε κάποια πράγματα, αλλά καλά είναι να τα μελετήσουμε μετά την έξαρση για να δούμε τι ακριβώς είχε να μας δώσει αυτός ο άνθρωπος ή τι έγινε ή τι πραγματικά, που είναι ωφέλιμος ας πούμε.

Β.Κ.:

Οπότε η δικιά σας μουσική πορεία, συνειδητά, πότε ξεκινάει;

Ν.Λ.:

Συνειδητά νομίζω ότι ξεκίνησε πλέον στο αδιέξοδο που είχα από την Ιατρική, σπούδαζα στο πέμπτο έτος μικροβιολογίας του πανεπιστημίου του Μισισιπή. Και ευρισκόμενος, όχι μόνο απλώς στο αδιέξοδο της τέχνης της Ιατρικής, αλλά προβληματιζόμενος και στα ανθρώπινα προβλήματα, στα ανθρώπινα αδιέξοδα. Όταν συνειδητοποίησα ότι τα πράγματα, με λίγα λόγια, δεν είναι έτσι όπως τα σκεφτόμουνα σαν παιδάκι. Ο κόσμος είναι κάτι πολύ πιο πολύπλοκο, και κάτι πολύ θα 'λεγα πιο οδυνηρό, απ' αυτό που νομίζουμε. Αυτό δημιούργησε μέσα μου, τι να πω; Σκέψεις, πιέσεις; Κι επειδή είχα την εύνοια απ' την οικογένειά μου να έχω ένα δάσκαλο μουσικής κοντά, στο Βόλο, όταν πήγαμε για γυμνάσιο με την αδερφή μου, είχα, ήμουνα κοντά στη μουσική πάντα, αλλά δεν είχα σκεφτεί ότι αυτό το πράγμα θα μπορεί να ήτανε ζώσα ύλη για να υπάρχω, ξέρεις, σαν άνθρωπος. Δηλαδή νομίζω ότι αυτό ήταν κάτι που εντάξει είναι κάπου παραπέρα από μένα ή πέρα, μ' αρέσει εμένα [00:05:00]αλλά τι να ασχοληθώ με αυτό το πράγμα, δε γίνεται να ασχοληθείς. Μάλιστα, ήταν γνωστό, αυτό μας λέγαν οι πατεράδες μας, ότι με το ντριν ντριν ας πούμε δε μπορείς να ζήσεις. Παρόλο ότι οι δημοτικοί μας μουσικοί που έβλεπα δίπλα, αλλά ήτανε-. Νομίζω ότι η μουσική λειτουργούσε όπως και οι παπάδες παλιά, που ήταν δηλαδή, εργαζόντουσαν τη δουλειά τους, αλλά είχαν και το μεράκι ή την ευλογία, ανάλογα, να συνεισφέρουν στην κοινωνία τον ρόλο τους. Ε, μετά απ' ό,τι καταλαβαίνεις πήραν τα πράγματα κι άλλες εξελίξεις και γενικότερα στον τομέα της μουσικής μέσα από τους αιώνες, αλλά και στη δικιά μου τη μικρή ζωή, όταν πλέον συνειδητοποιώ και πήγα, βρέθηκα στο Λος Άντζελες για να δω το πραγματικό της μάτι θα 'λεγα και να ζήσω από κοντά αν, μέσα στον κόσμο, ναι, του Χόλιγουντ θα 'λεγα, κατ´ αρχάς τι είναι αυτό το πράγμα κι αν εγώ έχω ρολό εκεί πέρα. Αν δηλαδή υπάρχει μέσα μου, βλέπω κάποια ακτίνα που να μπορώ να πω ότι "Ναι, μου αρέσει εδώ πέρα", κι αν δεν μου αρέσει θα δω τι άλλο μπορώ να κάνω. Θα μπορούσα να κάνω ένα ρεστοράν, γιατί μου αρέσει να μαγειρεύω, μου αρέσουν, όλη μου η οικογένεια ήτανε στην Αμερική με τα ρεστοράν, οπότε όλα αυτά ήταν κοντά. Παρ' όλα αυτά φαίνεται ότι η ευλογία που μου έδωσε η Παναγιά τότε ήτανε να προσπαθήσω να την καλλιεργήσω. Κι έτσι βρίσκομαι τώρα στα 66 μου χρόνια να παλεύω με τις κιθάρες, με τα όργανα, με τον ήχο γενικότερα.

Β.Κ.:

Οπότε πότε ακριβώς είστε στην Ιατρική και λέτε ότι, -εννοώ ποια χρονιά περίπου-, και λέτε ότι δε θα ασχοληθώ με αυτό και πάω να κάνω μουσική;

Ν.Λ.:

Ναι, ήμουνα 23 χρονών, ήμουν στο πέμπτο έτος. Αλλά συνέβαινε πάντα από πίσω μου συνέβαινε κάτι, ήταν σαν να ήταν σε υπολανθάνουσα κατάσταση όλο αυτό και με κυνηγούσε διακριτικά θα έλεγα, γιατί έπαιζα στα Greek Nights, με καλούσαν που ήξεραν ότι τραγουδούσα ρεπερτόριο ελληνικό με την κιθαρούλα μου έπαιζα για τους Έλληνες, από αγάπη έτσι, για να τονώσουμε λίγο εκεί πέρα την κατάστασή μας, μια και όπως ξέρεις η ξενιτιά, κάποιοι από μας, δεν ξέρω αν είναι όλοι, αλλά νιώθουμε μεγάλη ερημιά μακριά από τον τόπο μας, και ο κάθε άνθρωπος σίγουρα. Ε, και αυτό ήταν μία παρηγοριά που μπορούσα να δώσω στους συνέλληνες εκεί πέρα και να περνάμε όλοι καλά μαζί.

Β.Κ.:

Οπότε ξεκινάτε να παίζετε σε μαγαζιά ας πούμε, τι μουσική;

Ν.Λ.:

Όχι ήτανε, εμένα μου βγήκε αλλιώς όλο αυτό το πράγμα. Ενώ ναι, υπήρχαν μαγαζιά, υπήρχαν χώροι, αν και εδώ στην Ελλάδα σαν νεότερα παιδιά στο νησί κάτω για τουριστικούς λόγους βοηθούσαμε ξενοδοχεία και λοιπά που τραγουδούσαμε, μου έγινε περισσότερο θα έλεγα εσωτερικό θέμα. Δεν ήταν δηλαδή πού θα παίξω, πού θα ηχογραφήσω, αν θα βγω προς τα έξω, δεν είχα τέτοιο, δεν πήγαινε το μυαλό μου εκεί πέρα. Εγώ ήθελα να ασχοληθώ με αυτό το υλικό της μουσικής να δω τι κάνει μέσα μου. Κι επειδή είχε αρχίσει να μου συμβαίνει τα τελευταία δύο χρόνια στο πανεπιστήμιο, έγραφα στιχάκια, σκεφτόμουνα, συνέχεια κυνηγούσα θεωρητικά θέματα της μουσικής, οπότε για αυτό και μάλλον μετά προσγειώθηκα εκεί πέρα, δηλαδή βρήκα ότι ας δοκιμάσω πλέον τι γίνεται με τη μουσική και φαίνεται ότι της άρεσα και με κρατάει κοντά της ακόμα.

Β.Κ.:

Οπότε πώς ξεκινάτε να ασχολείστε με μουσική δηλαδή εκεί πέρα;

Ν.Λ.:

Πλέον, πλέον δουλεύω, είμαι drop-out όπως λένε απ' το πανεπιστήμιο στην Αμερική, η οικογένεια έχει ψιλοανησυχήσει, «τι συμβαίνει στο παιδί που είναι τόσο καλός μαθητής και αύριο περιμένουμε ένα γιατρό, κι αυτός μας βγήκε, πήρε την κιθάρα κι έφυγε να πούμε, πέταξε και τα βιβλία του». Ήταν λίγο, πέρασε κάποιος καιρός για να ησυχάσω κι εγώ μέσα μου και να ασχοληθώ, γιατί έπρεπε να τακτοποιήσω και τους γονείς μου, τις ανησυχίες τους, των ανθρώπων που με αγαπούσαν και νόμιζαν ότι κάτι μου συμβαίνει. Ε, αυτό που συνέβαινε νομίζω ότι φάνηκε αργότερα με την ευλογία που υπήρχε,[00:10:00] να αρχίσω να διαμορφώνω τραγούδια, να διαμορφώνω μουσικές φόρμες... Στο Λος Άντζελες είχα καταπληκτικούς δασκάλους στο big grow workshop, στο στούντιο που πήγαινα να μάθω την τέχνη της τραγουδοποιίας, γιατί εκεί πέρα υπάρχουν σχολεία και για την τραγουδοποιία, μέχρι σήμερα ακόμα πέρα από το Paul Simone που είχε μεγάλο σχολείο τραγουδοποιίας έξω από τη Νέα Υόρκη, και είναι και καταπληκτικός τραγουδοποιός, έχουμε και γνωστούς, όπως εδώ στην Ελλάδα ξέρουμε τον Eric Clapton και λοιπά, που διδάσκουνε όποτε μπορούνε, πάνε σε σεμινάρια και λοιπά και λένε στα παιδιά τι συμβαίνει. Κάτι το οποίο εμείς το ακούμε λίγο ούφο ή το κάνουμε με ένα τρόπο θα έλεγα στην πατρίδα μου λίγο, μόνο στον τομέα της κλασικής περισσότερο μουσικής γίνονται πράγματα. Ή τώρα τελευταία, τελευταία χρόνια και να είναι καλά ο κύριος Νάκας και όλο το οικοδόμημα, τα αδέλφια και οι πατεράδες τους, είναι πραγματικά, φέρανε καινούργιο θα 'λεγα ρεύμα στα τεχνικά μέσα που έχουμε στη μουσική. Αλλά και με το σχολείο που έχουνε που συνδέεται με το Berkeley και έχουνε κάποια δείγματα ας πούμε υψηλών προδιαγραφών σε μία χώρα που ναι μεν έχει τα εχέγγυα και τις βάσεις για να αναπτύξει τον πολιτισμό της, όπως πάντα τον ανέπτυσσε, αλλά φαίνεται ότι τα τελευταία θα έλεγα 200 χρόνια, που γιορτάζουμε και του χρόνου, την προσπάθεια που κάναμε να απελευθερωθούμε απ' τον κακό εαυτό μας, και απ' τους βασανιστές μας, αλλά συνήθως εγώ πιστεύω ότι είναι ο κακός εαυτός μας ο μέγας βασανιστής, θέλω να πιστεύω ότι θα βρούμε τον δρόμο μας γιατί δεν τον έχουμε βρει ακόμα. Ενώ έχουμε δηλαδή τα χρόνια που ζω στην πατρίδα μου βλέπω απίστευτα ταλέντα και απίστευτες δυνατότητες και λοιπά, φαίνεται ότι ακόμα δεν έχουμε καταφέρει οι κοινωνίες μας να δημιουργήσουν συνθήκες, ώστε αυτό που έχει τις τάσεις δυναμικής μέσα σε μία κοινωνία να μπορούμε πραγματικά να το βοηθήσουμε και να το αναπτύξουμε. Και νιώθω ότι είμαστε κοινωνίες ίσως ακόμα, οι οποίες δεν μπορούμε, δεν έχουμε τη δυνατότητα να αναπτύξουμε τις δυναμικές των μελών αυτής της κοινωνίας και ταυτόχρονα έχουμε μπει και σε λάθος δρόμο διότι κάνουμε επιλογές επιλεκτικές ανάλογα ποιος είναι ποιος, ή τι μας βολεύει, ή ποια είναι τα συμφέροντα ή ποιες είναι οι τάσεις της μόδας. Κι εκεί πέρα, ναι μεν κάτι μπορεί να γίνει αλλά δεν έχει ουσία το πράγμα. Διότι αν ο Βαγγέλης ο Παπαθανασίου παραδείγματος χάρη ήταν τάση μόδας, δε νομίζω ότι θα μας είχε δώσει αυτό το έργο, έτσι; Είναι η δυναμική που υπάρχει μέσα στην κάθε οντότητα και η οποία με τον περιβάλλοντα χώρο τον συγκεκριμένο και τον εναρμονισμένο μπορεί να αποδώσει, αν δεν είναι, δε μπορεί να αποδώσει.

Β.Κ.:

Πάμε πίσω σε εσάς τώρα. Είπατε ότι ξεκινάτε σεμινάρια τραγουδοποιίας εκεί πέρα, με ποια μουσική ασχολείστε πρώτα εκεί πέρα;

Ν.Λ.:

Εκεί πέρα, κατ' ανάγκην έτσι, ενώ έπαιζα στα ελληνικά, ελληνικά τραγούδια και ελληνικές φόρμες, εκεί πέρα πλέον είχα μυηθεί στο αμερικανικό τραγούδι. Έτσι κι αλλιώς σαν ελληνοαμερικανός από τον προπάππου μου και απ' τις δυο γενιές των γονιών μου, έχω την αίσθηση ότι είχα μία τάση να καταλαβαίνω το αμερικανικό τραγούδι, το αγγλόφωνο γενικότερα. Οπότε νομίζω ότι με μεγάλη χαρά δόθηκα στο αμερικάνικο τραγούδι να δω τι συμβαίνει πιο κοντά και δε σου κρύβω ότι μου έκλεψε και την καρδιά και τα μυαλά. Αλλά και ο τρόπος περισσότερο θα έλεγα που, αυτό που μου έκανε πολύ εντύπωση, γιατί η μουσική όπου και να είσαι στον κόσμο είναι χρήσιμη και μας δίνει [00:15:00]πολλά στοιχεία έτσι στη ζωή μας. Αλλά εκεί πέρα αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι η δομή που έχουνε γύρω από τη μουσική, αυτά που λέγονται στο χώρο της διδασκαλίας, αυτά που συζητιούνται, ο τρόπος που έχουνε δηλαδή να ενισχύουν, θα έλεγα, την εκπαίδευση με σοβαρά περιοδικά. Έχουμε ένα περιοδικό τύπου ας πούμε, μία σειρά από, -υπάρχουν φερ' ειπείν κάτι που εδώ είναι ασύλληπτο-, περιοδικό τραγουδοποιίας. Όχι ένα, έξι! Όχι απλώς το περιοδικό της κιθάρας, είναι περιοδικά της κιθάρας, περιοδικά του πιάνου, περιοδικά για το βιολί, περιοδικό για την ηχογράφησ. Όλα αυτά είναι κομμάτι της επιστήμης, έτσι; Είναι κομμάτι της εκμάθησής μας. Και το οδυνηρό είναι ότι 40 χρόνια στην πατρίδα μου δεν βλέπω ένα μουσικό περιοδικό, ένα. Κι αν κάποια λέγονται μουσικά περιοδικά ας αναρωτηθούν οι άνθρωποι και ας κοιτάξουν έξω ποια είναι τα πραγματικά μουσικά περιοδικά, και τα δικά μας μοιάζουν λίγο με περιοδικά που δε μιλούν για την ουσία, αλλά περί της ουσίας. Και δεν θέλω να αναφέρω ονόματα γιατί όποιος θέλει ας κοιτάξει αν υπάρχει σοβαρό μουσικό περιοδικό στην Ελλάδα, το οποίο να μπορείς πραγματικά να διαβάσεις τον προβληματισμό, όχι τον κοινωνικό ή πολιτικό ή ιστορικό, αλλά τον προβληματισμό πάνω στη μουσική δομή των πραγμάτων και τα μυστικά ακόμα. Στην Αμερική οι άνθρωποι μας λέγανε τα μυστικά της τέχνης, που καμιά φορά εδώ στην πατρίδα νομίζουμε ότι είναι προσωπικά μας και δεν τα λέμε στον άλλον γιατί θα μάθει τα μυστικά μας, και για αυτό και έμαθα να είμαι ανοιχτός, και αυτό το οφείλω στην εκπαίδευση που είχα στην Καλιφόρνια και γενικότερα στο χώρο της Αμερικής, να είμαι ελεύθερος να προσφέρω αυτό που αν είναι κάτι χρήσιμο για τον συνάνθρωπό μου, χωρίς ξέρεις, απλά το δίνεις και ας πάει στην ευχή του Θεού.

Β.Κ.:

Οπότε μέχρι πότε κάθεστε στην Αμερική και με τι ασχολείστε μουσικά εκεί πέρα;

Ν.Λ.:

Αμερική, ασχολήθηκα λοιπόν φτιάχνοντας τραγούδια, ασχολήθηκα με το μπλουζ, με τη ροκ, τις ροκ φόρμες, με την τζαζ, με σύγχρονους, με σύγχρονη μουσική που είχαμε, με σύγχρονες φόρμες μουσικής που εδώ πέρα είμαστε τυχεροί διότι είχαμε έναν Γιάννη Χρήστου, ο όποιος ήτανε μεγάλη μορφή στον ηλεκτρονικό κόσμο της σύγχρονης μουσικής και ταυτόχρονα είχαμε και τον προηγούμενο αιώνα έναν Νίκο Σκαλκώτα, ο οποίος, γιατί όχι, ναι, θεωρείται από τους κορυφαίους συνθέτες του προηγούμενου αιώνα. Εγώ φυσικά δεν ήμουν, ούτε είμαι, ακαδημαϊκά εκπαιδευμένος. Είμαι ένα παιδί που απλώς ρουφάω πράγματα ή αφομοιώνω πράγματα, τα οποία έχουνε, είναι στο ακουστικό πεδίο και μέσα απ' αυτά φαίνεται ότι η ψυχούλα μου κάπως χορεύει. Και αφού ο χορός αυτός δίνει κάποια αποτελέσματα τα οποία φαίνεται ότι οι άνθρωποι γύρω μου καλώς τα ακούνε, έτσι βρέθηκα κι εγώ να χορεύω μες στον κόσμο της μουσικής, της εταιρείας Λύρας εδώ στην Ελλάδα από το 83'-84', να αξιωθώ τέλος πάντων να μου δώσουν χρήματα να γίνουν τρεις παράγωγες, το "Πράσινο αέρακι" το 85' με προσωπικά μου τραγούδια, το 87' μου δόθηκε η άδεια από την οικογένειά του Ανδρέα Εμπειρίκου να προχωρήσω στο έργο του Ανδρέα για εφτά [00:20:00]ποιήματα που τότε είχαν καθήσει στην καρδιά μου και να είμαι και τυχερός φυσικά η οικογένεια Μαραβέλια που είχε τελευταία την εταιρεία Λύρα, να είναι κοντά μου σαν γονείς μου θα 'λεγα, πάρα πολύ κοντά και να κάνουν και τα χατίρια μου. Σε αυτή την περίπτωση το χατίρι του να γίνει ένας δίσκος με τον Ανδρέα Εμπειρίκο που ήταν και ο μοναδικός και δεν έχει ξαναγίνει νομίζω ακόμα, και λυπάμαι που δυστυχώς δεν έχουν γίνει πράγματα πάνω όχι απλώς στον Ανδρέα Εμπειρίκου, αλλά και στους εκλεκτούς και αυτούς τους θα 'λεγα ποιητές που έχουμε γιατί όπως και να τους, ό,τι κοσμητικό επίθετο να βάλω νομίζω είναι άχρηστο. Οι Έλληνες ποιητές και θα 'λεγα οι ποιητές του κόσμου για μένα αποτελούν την ουσία της ανθρώπινης πορείας.

Β.Κ.:

Ήθελα να ρωτήσω μιας και είπαμε ότι θα αναφερθούμε. Εσείς ξεκινάτε μέσα από την εκκλησία και τα πρώτα ακούσματα μουσικής είναι μέσα στην εκκλησία όντας παπαδοπαίδι, όταν ήσασταν μικρός στη Σκόπελο. Και εν τέλει καταλήγετε στην Αμερική να ασχολείστε με την τζαζ, με τη ροκ, μετά έρχεστε εδώ πέρα και κάνετε ένα άλλο πράγμα. Πώς είναι όλο αυτό το μείγμα;

Ν.Λ.:

Ναι. Είναι λίγο τρελούτσικο το μείγμα, αλλά φαίνεται ότι ο καθένας μας κουβαλάει έναν τρελό μέσα του θέλω να πιστεύω. Και το λέω τρελό με την καλή έννοια, γιατί λέει η παροιμία μας ότι από τους τρελούς κι απ' τα παιδιά μαθαίνεις την αλήθεια. Είναι υπό εξέταση αυτό το θέμα ακόμα και νομίζω ότι οι επιστήμονες ακόμα το ψάχνουνε, και τους τρελούς και τα παιδιά έτσι, να δουν τι ακριβώς γίνεται, κι εγώ μαζί με αυτούς. Οπότε αφού μου επιτρέπει η ζωή να εκφράζομαι, έτσι και σε αυτή τη μικρή ιστορία που κάνουμε σήμερα, αλλά και στις μικρές ιστορίες που γράφουμε οι άνθρωποι που ασχολούμαστε, ναι, έχει μία, ένα είδος και σχιζοφρένειας θα έλεγα το πρωί να γράφεις μπλουζ αμερικάνικο και το βράδυ να το γυρνάς, να γράφεις ρεμπέτικο ή να τρέχεις απάνω στα Τρίκαλα και στις υπέροχες γωνίες που έχει η Ελλάδα και να κελαηδάν αυτά τα υπέροχα δημοτικά όργανα που έχουμε. Και εκεί πέρα δεν σου κρύβω ότι στη δημοτική μουσική την ελληνική ανέτειλαν άλλοι κόσμοι μέσα μου, ταυτόχρονα με την ευλογία του γέροντα Εφραίμ του Φιλοθεΐτη βρέθηκα στους χώρους κάποιων ευλογημένων ανθρώπων και εκεί πήρα θα 'λεγα, μετάλαβα θα 'λεγα, τι πήρα, τι να πάρεις; Μετάλαβα τη γεύση που έχει το μεγαλείο, αλλά και τη γλυκήτητα και την αλήθεια, η βυζαντινή μουσική, αυτό το κράμα της αρχαίας ελληνικής μουσικής θα 'λεγα μαζί με τις επιρροές που είχαμε από την Περσία, Αραβία, από τους γύρω λαούς. Αυτό θα 'λεγα ότι με συγκλόνισε πάρα πολύ. Δεν ξέρω αν ήτανε οι ρίζες, αν ήτανε η υποκειμενική μου θέση ή η προσωπική μου τέλος πάντων αίσθηση των πραγμάτων. Αλλά στην πορεία καθώς παλεύω κάθε φορά να φτιάχνω ένα μοντέλο τραγουδιού που μου φαίνεται ότι είναι σαν να δουλεύω στο ίδιο τραγούδι γύρω-γύρω, αλλά κάθε φορά παίρνει άλλες μορφές, εκεί μέσα στα χρόνια χωρίς να το σκέφτομαι συνειδητά ήρθαν τα [00:25:00]στοιχεία της βυζαντινής, της ροκ, της τζαζ, της αυτό που λέμε ίσως σύγχρονης μουσικής, αλλά ταυτόχρονα και αρχαιότροπης. Γίνεται ένα συνονθύλευμα το οποίο με άφηνε λίγο στην αρχή έκπληκτο, αργότερα ίσως να το διαχειρίζομαι λίγο καλύτερα μέχρι που τα αποτελέσματα πλέον και στην τραγουδοποιία αλλά και στην οργανική μουσική ήταν πλέον εμφανή, ότι τα στοιχεία ήτανε απ' όλο αυτό το κράμα των εμπειριών. Θέλω να πιστεύω και εύχομαι να είναι αγνό αυτό το πράγμα και να είναι όχι φτιαγμένα για κάποιο σκοπό, ο όποιος να έχει τίποτα άλλο παρά πέρα από την μουσικότητα, από την αξία της μουσικότητας ή την ωφέλεια που μπορεί να έχει ένα μουσικό δρώμενο στις ψυχές των ανθρώπων.

Β.Κ.:

Οπότε τώρα μετά από τόσα χρόνια μπορείτε να ξεχωρίσετε κάποιο είδος μουσικής που σας αρέσει περισσότερο ή τα θεωρείτε όλα κάπως ξεχωριστά και το ίδιο σημαντικά για σας;

Ν.Λ.:

Νιώθω ότι, δεν σου κρύβω ότι ναι, οι άνθρωποι κατηγοροιοποιούμε διάφορα πράγματα αλλά νομίζω ότι αυτό γίνεται, γινόμαστε κατήγοροι του ίδιου μας του εαυτού. Δηλαδή όταν πάει σε κατηγορίες, κάτι το οποίο είναι ασύλληπτο στην ουσία γιατί η μουσική είναι ασύλληπτη, μην κοιτάς που, εντάξει μπορούμε να φέρουμε δυο σταγόνες εμείς, τρεις σταγόνες ο παραπέρα, πέντε σταγόνες ο πιο ευλογημένος, και ο μέγας Μπετόβεν ας πούμε να κουνάει τα σύμπαντα. Αλλά γίνεται και για πρακτικούς λόγους φαντάζομαι γιατί οι επικοινωνίες έτσι, λειτουργούν μέσα σε κουτάκια, οπότε είμαστε αναγκασμένοι μέσα στα κουτάκια μας, να βάλουμε σε κουτάκια και την ψυχή μας και πολλά άλλα πράγματα. Αλλά να σας πω την αλήθεια, θα προτιμούσα να υπήρχε ένα πνεύμα γύρω από τη μουσική τουλάχιστον, το οποίο να είναι πιο ανοιχτό και να μην την βάζουμε... Γιατί η τάση αυτή στην πορεία φοβάμαι ότι έκανε ζημιές στη μουσική. Για αυτό πρέπει να κρατάμε πάντα ακόμα και οι επιχειρήσεις και πιστεύω και οι εταιρίες που φτιάχνουν αυτά τα πράγματα, οι οργανισμοί που δημιουργούνε συνθήκες για να παρουσιάζουν μουσικά δρώμενα, νομίζω ότι πρέπει να έχουν ένα τους παραθύρι ανοιχτό, δεν μπορεί να είναι κλειστό αυτό το πράγμα. Και χαίρομαι που στην πατρίδα μας, αυτοί οι ευλογημένοι άνθρωποι που προσπαθήσανε όσο μπορούσανε να στήσουνε το Μέγαρο Μουσικής με τον κύριο Λαμπράκη, η προσπάθεια που έκανε ο κύριος Λαμπράκης για να δημιουργήσει όλο αυτό το αυτό το μουσικό θα έλεγα, γιατί στην ουσία είναι ένα μουσικό όργανο, το οποίο, έτσι, μέσα σε αυτό το μεγάλο μουσικό όργανο παρουσιάζονται οι ορχήστρες τα πάντα. Όπως είναι και μουσικό όργανο ο ίδιος μας ο εαυτός, είμαστε μουσικό όργανο η ανθρώπινη οντότητα ή ακόμα και η ζωική οντότητα, ακόμα και ένα φυτό, είναι μουσικό φαινόμενο αυτό, δεν είναι απλώς ένα φυτό ή ένας άνθρωπος. Να 'ρθούμε λοιπόν σιγά-σιγά σε μία άλλη αντίληψη των πραγμάτων για να μας βοηθήσει όχι τίποτα άλλο, να μας βοηθήσει στο αδιέξοδο που βρισκόμαστε και στο τέλμα που έχουμε φτάσει. Γιατί ακόμα και η κλασική μουσική από ότι ακούω τους ειδήμονες φίλους μου και τον αγαπημένο μου δάσκαλο Μάνεση, το Γιώργο Μάνεση τον πιανίστα και θεωρητικό αλλά και εξαίρετο θα έλεγα άνθρωπο της τέχνης. Παίζουν, [00:30:00]παίζουν ρόλο δηλαδή πώς διαχειριζόμαστε τα πράγματα για το αύριο, άρα και για τη μουσική μια και μιλάμε για αυτό το θέμα. Ένας τομέας που πραγματικά, τώρα που το συζητάμε, με επηρέασε στην εξέλιξη της μουσικής και το θεωρώ πολύ σημαντικό να στο αναφέρω κι ίσως και να είναι και το πιο σημαντικό δεν ξέρω, δεν είμαι ειδικός, αλλά είναι η γλώσσα. Απ' τη μια πλευρά είναι η γλώσσα μας η ελληνική που κρύβει μέσα νομίζω όλη τη μουσική του κόσμου και οι γλώσσες των ανθρώπων γενικά που κρύβουν τη μουσική του κόσμου τους, έτσι; Άρα οι γλώσσες των ανθρώπων νομίζω ότι είναι το πρώτο ηχητικό μήνυμα που παίρνουμε για να μπορέσουμε μετά να προχωρήσουμε σε αυτό που λέμε έτσι εδώ κάτω, γράφω μουσική, κάνω αυτό, γιατί αυτό για μένα ακόμα παραμένει ένα μυστήριο και δεν είναι ξεκάθαρο τουλάχιστον μέσα μου ποιος γράφει, κι αν είμαι με λίγα λόγια εγώ που γράφω μόνος μου.

Β.Κ.:

Ωραία. Εγώ είμαι καλά αν δεν έχετε εσείς να προσθέσετε κάτι.

Ν.Λ.:

Να σου συμπληρώσω δύο πράγματα. Στο μείγμα, θα μιλήσω απλώς λίγο για το μείγμα της ελληνικής εμπειρίας και της αμερικάνικης, της αμερικανικής, σαν κράμα πλέον. Και μια και είμαι έτσι, συνηθίζουμε να λέμε αφού έχουμε δύο υπηκοότητες και ζούμε και από δω και από κει, και η μία πατρίδα και η άλλη πατρίδα και φυσικά όλες οι πατρίδες του κόσμου είναι πατρίδες μας. Και είμαστε, και να πάμε και λίγο παραπέρα, ότι σκεφτόμαστε τον εαυτό μας περισσότερο ως συμπαντικές οντότητες, γιατί είμαστε πάνω σε αυτή τη σφαίρα που τρέχει με ιλιγγιώδεις ταχύτητες και εμείς είμαστε τα κουνουπάκια εδώ πάνω, τα οποία καλά θα είναι να σκεφτόμαστε τουλάχιστον το πλαίσιο που βρισκόμαστε και να μην το κλείνουμε το πλαίσιό μας ούτε στα σύνορα μας, τα οποία τα σύνορα είναι αναγκαία για κάθε άνθρωπο και κάθε οντότητα ακόμα έχει τα όριά της και λοιπά, και ιδιαίτερα τα ελληνικά σύνορα τα οποία είναι και πονεμένα πολύ και ματωμένα πάρα πολύ. Αλλά πιστεύω ότι η εμπειρία Αμερική-Ελλάδα μου δίνει τη δυνατότητα να μη φοβάμαι να ανοίγομαι, να μη φοβάμαι το άνοιγμα σε κάποια άλλη κουλτούρα, σε κάποιο άλλο γεγονός, σε κάποια καινούρια ιστορία της ελληνικής επανάστασης που δεν έχω ακούσει και ίσως την έχουν κρυμμένη γιατί δε συμφέρει. Δηλαδή οτιδήποτε, να είμαστε κάπως, να αρχίσουμε να είμαστε ανοιχτοί. Γιατί νομίζω αν δεν είμαστε ανοιχτοί σε έναν κόσμο σαν κι αυτό που ζούμε, μάλλον θα είμαστε πολύ χαζοί. Διότι όταν κοιτάζω ψηλά βλέπω έναν ουρανό ο οποίος δεν τελειώνει, όταν κοιτάζω πέρα βλέπω μία θάλασσα που δεν τελειώνει, όταν βλέπω τα μάτια σου βλέπω εκεί μέσα κάτι το οποίο ένας Θεός ξέρει τι μπορεί να κρύβουνε, έτσι; Και τι κόσμους μπορεί να κρύβουνε. Άρα όντως είμαστε κόσμημα μες στο μεγάλο κόσμημα και αυτό που έχω χρέος να πω και απέναντι στη μια πατρίδα και απέναντι στην άλλη, ένα μεγάλο ευχαριστώ γιατί η εμπειρία της Ελλάδας και η εμπειρία της Αμερικής και η εμπειρία της Ευρώπης και η εμπειρία όλου του κόσμου, με κάνει πιο πλούσιο κάθε μέρα. Άρα το θέμα έγκειται [00:35:00]στο εάν εγώ μέσα μου, τι είδους απωθημένα έχω, πόσο κομπλεξικός είμαι και πώς διαχειρίζομαι την τέχνη της ζωής γενικότερα, έτσι; Διότι δεν είναι μουσική μόνο ένα τραγούδι, μουσική μπορεί να είναι και μια πράξη ανθρώπινη που γίνεται με τόση λεπτότητα και με τόση αρμονία που νομίζεις ότι έχεις ακούσει την πέμπτη του Μπετόβεν έτσι. Δεν ξέρω αν αυτά στέκουνε, αλλά στο μυαλουδάκι μου το μικρό πραγματικά έχει νόημα και έτσι είμαι ευγνώμων απέναντι γενικότερα στη ζωή, στους συνανθρώπους μου, στους δασκάλους μου και στους ανθρώπους που με στηρίζουν χρόνια. Γιατί όπως ξέρεις ένας άνθρωπος που δουλεύει μες στην τέχνη, στην τέχνη της ζωής συνεχίζω, πάντα έχει χορηγούς, θέλει δε θέλει, τους ξέρει δεν τους ξέρει, ορατοί και αόρατοι, είναι όλοι χορηγοί. Και για να κλείσω, πιστεύω ότι δε μπορεί να-, οι εμπειρίες τουλάχιστον που μου έχει αφήσει αυτή η ζωή σε προσωπικό επίπεδο, δε με αφήνει ήρεμο να κοιμάμαι ότι είμαι μόνος μου εγώ. Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα. Δηλαδή αυτό παίρνει τη θέση του και ξαφνικά μες στην τέχνη, στο άθροισμα της τέχνης εμφανίζονται όλα τα άλλα τα υλικά της ομορφιάς εκτός απ' το εγώ.

Β.Κ.:

Ωραία.

Ν.Λ.:

Εύχομαι να είναι χρήσιμο για σένα αυτό.

Β.Κ.:

Μια χαρά, ευχαριστώ πολύ.

Ν.Λ.:

Και να μην διαταράξαμε τα νέρα και λοιπά. Κι εγώ σε ευχαριστώ και εγώ ευχαριστώ για όλη αυτή την εμπειρία και που σε γνωρίζω Βασίλη και χαίρομαι γιατί έχω μεγάλη εκτίμηση στον μπαμπά.