© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Από την υψοφοβία στην ακροβασία! O πρώτος Έλληνας ακροβάτης στο Τσίρκο του Ήλιου

Κωδικός Ιστορίας
10106
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Κρίτωνας Αναστασόπουλος (Κ.Α.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
13/07/2021
Ερευνητής/τρια
Κατερίνα Πιστόλα (Κ.Π.)

[00:00:00]

Κ.Π.:

Καλημέρα. Θα μας πεις το όνομά σου;

Κ.Α.:

Καλημέρα. Ονομάζομαι Κρίτωνας Αναστασόπουλος.

Κ.Π.:

Είναι Τρίτη 13 Ιουλίου 2021. Είμαι με τον Κρίτωνα Αναστασόπουλο στην Πάτρα. Εγώ είμαι η Κατερίνα Πιστόλα, ερευνήτρια στο Istorima και ξεκινάμε. Κρίτωνα, θα μας πεις που γεννήθηκες; Πώς μεγάλωσες; 

Κ.Α.:

Ναι. Γεννήθηκα στο Emmendingen της Γερμανίας. Είναι ένα μικρό χωριουδάκι έξω από το Freiburg στη νότια Γερμανία, πολύ κοντά στο Μαύρο Δάσος. Αγαπημένο μέρος. Και οι 2 μου γονείς είναι ελληνικής καταγωγής. Η μητέρα μου είναι Ελληνογερμανίδα, και από πολύ μικρός ήρθα Πάτρα, όπου και μεγάλωσα στο νομό Αχαΐας μέχρι τα 18 μου, αλλά είχαμε πάντα ωραία σχέση με τη Γερμανία. Τα καλοκαίρια συχνά φεύγαμε οικογενειακώς και περνάγαμε, κάναμε στάσεις σε οικογενειακούς φίλους παντού στη Γερμανία. Έτσι δημιουργήθηκε μία ωραία σχέση μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας. Αυτό από ό,τι θυμάμαι. Στην Πάτρα όταν πρωτοφτάσαμε, από μικρός θυμάμαι είχαμε έτσι νομαδική ζωή. Δηλαδή μετακομίζαμε πολύ συχνά, από σπίτι σε σπίτι, και νομίζω ότι αυτός ήταν ένας κύριος παράγοντας που συνέβαλε και στην επιλογή του επαγγέλματος μου αργότερα. Ένας από τους παράγοντες στο ότι μου αρέσει να ταξιδεύω. Μεγάλωσα σε μεγάλη οικογένεια, ήμουν ο πρώτος από 5 παιδιά. Είμαστε 5 αδέρφια. Οπότε από πολύ μικρός άρχισα να καταλαβαίνω τι πάει να πει το μοίρασμα, η ζήλια. Μου άρεσε όλο αυτό το σκηνικό της οικογένειας, οι πολλές ανάγκες, οι διαφορετικές ανάγκες. Έτσι, ήταν κάτι που από μικρός σκέφτηκα: «Άμα θα κάνω και εγώ οικογένεια αργότερα, θα μ’ άρεσε να έχω και εγώ παιδάκια να μαθαίνουν τι πάει να πει το μοίρασμα, η ενσυναίσθηση». Χαρακτηριστικό θα σου πω έτσι, αυτό που θυμάμαι από πάντα. Ένα από τα αγαπημένα μου μέρη στην Πάτρα που μεγαλώσαμε ήταν 3 χρόνια που ζήσαμε έξω από σχεδόν Άνω Συχαινά. Ήταν η περιμετρική που χτιζότανε τότε. Ήταν ένα μέρος το οποίο ήτανε στη μέση του πουθενά. Φαντάσου δεν είχαμε ούτε τηλέφωνο, ούτε τηλεόραση, στην αρχή, στα πρώτα χρόνια. Εκεί πρέπει να ήμουνα 6 χρονών, 6 με 8; Κάπου εκεί, αυτά τα 3 χρόνια. Έχω πολύ ωραίες αναμνήσεις από εκεί. Ελευθερία ξέρω ‘γώ. Ήμασταν γυμνά σαν τα ζωάκια, παίζαμε έξω με την αδερφή μου. Σκυλιά πολλά, πρόβατα. Ναι, ήτανε μία άγρια έτσι… Ας πούμε αστική ζωή, γιατί δεν ήμαστε και πολύ μακριά. Και ήμουν περήφανος για αυτό το μέρος που είχαν επιλέξει οι δικοί μου. Μετά έπρεπε να φύγουμε, πήγαμε σε άλλο μέρος, μετακομίσαμε πάλι. Ήρθανε κι άλλα αδέρφια μετά. Ναι. Μικρός μ’ άρεσε πολύ να δουλεύω, να βοηθάω τον παππού μου, τον πατέρα της μάνας μου, ο οποίος ήτανε έτσι πολύ ενεργός άνθρωπος. Ακόμα και μεγάλος, μεγαλύτερης ηλικίας δεν μπορούσε να κάτσει κάτω καθόλου. Οπότε ζυμώναμε ψωμί, είχε πάρει μύλους να αλέθει το σιτάρι από τη Γερμανία. Έφτιαχνε ελιές τέλος πάντων ή ασχολιόταν με τον κήπο και με είχε εμένα βοηθό. Έχω κάτι φωτογραφίες από πολύ μικρός που βοήθαγα τον παππού. Ναι, ναι.  

Κ.Α.:

Και παράλληλα, ο πατέρας μου επειδή και αυτός είχε ένα ιδιαίτερο επάγγελμα, επέλεξε και αυτός από μικρή ηλικία να κάνει έτσι τη δικιά του επανάσταση και να ακολουθήσει κάτι το οποίο τον συγκινούσε και του κινούσε την περιέργεια. Έγινε ηθοποιός ο πατέρας μου, αλλά αυτοδίδακτος. Έφυγε από πολύ μικρός. Πολύ μικρός… Γύρω στα 20 του, εκεί που σπούδαζε Πολιτικές Επιστήμες αποφάσισε κάποια στιγμή να φύγει με τη μητέρα μου να πάνε στη Γερμανία και να… Και να ασχοληθούν με το κουκλοθέατρο. Νομίζω στη Στουτγκάρδη είχαν πάει για κάποιους μήνες, μετά πήγε στην Ελβετία σε σωματικό θέατρο και κλοουνερί, και ναι, ασχολήθηκε με αυτό, καταπιάστηκε. Και πολύ έτσι σε φεστιβάλ και στο δρόμο, ελεύθερα, τέλη της δεκαετίας του '80. Και κάπου εκεί εγώ γεννήθηκα το ‘89 περίπου. Και από πολύ μικρός ήμουνα και εγώ στο… Πάνω στο σανίδι. Πρώτα εγώ και μετά τα αδέρφια μου. Και η αδερφή μου η Λητώ ήτανε και αυτή αρκετά από νωρίς μαζί μας. Και όσο μεγαλώναμε εμείς, ερχόντουσαν τα μικρότερα οπότε πιο πολύ είχανε μέχρι και την τέταρτη αδερφή μου, την είχε βάλει ο πατέρας στη σκηνή πάνω. Και βέβαια τώρα οι δικοί μου πλέον μένουνε Γερμανία, όπως και εμείς άλλωστε τώρα. Και ακόμα και η τελευταία, η μικρότερη με αυτό ασχολείται, εκτός σχολείου, ναι.  Οπότε ναι, θυμάμαι χαρακτηριστικά την τσίκνα από τα πανηγύρια, εκεί που πηγαίναμε από πολύ μικρός, σου λέω. Τα είχαμε αλωνίσει όλα τα χωριά Νομού Αχαΐας, Ηλείας. Δουλεύαμε μαζί, ο πατέρας μου και εγώ τον βοηθούσα, μαζί με τη μητέρα μου. Σε διαφορετικούς δήμους, σε έτσι πανηγύρια καλοκαιρινά, γιορτές. Τις γιορτές του κερασιού ας πούμε, τις γιορτές του καρπουζιού κάτω στα Φιλιατρά. Και φεύγαμε έτσι, από πολύ μικρός γεμίζαμε με τα σκηνικά, τις κούκλες, τα μαγικά και πηγαίναμε σε κάθε διαφορετικό χωριό και μεγαλύτερες πόλεις. Στήναμε με διαφορετικές συνθήκες κάθε φορά. Μπορεί να είχε πολύ αέρα, υπήρχε το άγχος, υπήρχε έτσι όλο αυτό, η εσωτερική ανακατωσούρα πριν κάνεις την παράσταση. Αυτό είναι κάτι που θυμάμαι πολύ χαρακτηριστικά από τον πατέρα μου. Αυτό, το ότι γίνεσαι άλλος άνθρωπος τη στιγμή που ξεκινάς την παράσταση. Όλη αυτή η αναμονή, ο σαματάς και μέχρι να ξεκινήσει η παράσταση. Ξεκινάει η παράσταση και πρέπει να την κρατήσεις. Να κρατήσεις το κοινό, να κρατήσεις την προσοχή. Δεν είναι θέατρο, είναι εξωτερικός χώρος, έχει μεγάλη διαφορά. Θυμάμαι περήφανος εγώ καθόμουνα από πίσω και κράταγα τα σκηνικά με τα πανιά, γιατί ήτανε έτσι μεταλλικοί στύλοι με ένα σίδερο στη μέση και έμπαινε συρταρωτό όλο το πανί γύρω-γύρω. Είναι κάπως σαν τον Καραγκιόζη, αλλά δημιουργούσες έτσι μία σκηνή, ένα background από πίσω, που είναι ο χώρος, ο σκηνικός σου χώρος. Και πολλές φορές είχε πολύ αέρα σε κάποια μέρη. Και αυτός ο αέρας ήτανε το χειρότερο άγχος τον πατέρα μου. Σιγά-σιγά, όσο -από μικρός δεν συνειδητοποιείς-, αλλά σιγά-σιγά, όσο το ζεις αυτό, το βιώνεις, βλέπεις ότι… Υπάρχει ένας χώρος εκείνη τη στιγμή πάνω στη σκηνή όπου καταρχάς έχεις την προσοχή πάρα πολύ κόσμου. Είναι όλοι και σε κοιτάνε! Και αυτό από τη μία, είναι κάτι σαν κολακεία, σαν μικρό παιδί, είναι κάτι… Σου φέρνει ένα αίσθημα αποδοχής της διαφορετικότητας σου. Ναι, δύσκολη η αποδοχή της διαφορετικότητας, ακόμα και σε πόλεις όπως η Πάτρα που θεωρείται ας πούμε ένα μεγαλύτερο χωριό, θεωρώ ότι αν θες να μεγαλώσεις λίγο διαφορετικά, γρήγορα γίνεσαι έτσι… Στοχεύεσαι έτσι επικριτικά. Και αυτό είτε είναι ένα είδος bullying, είτε είναι διαφορετική αντιμετώπιση, και αυτό είναι κάτι το οποίο σαν παιδί μπορεί να σε τραυματίσει. Εντάξει, τα δουλεύεις αργότερα, αν θέλει ο καθένας. Αλλά για να επανέλθω πάλι στην πάνω στη σκηνή, το θεραπευτικό που έχει αυτό κατά κάποιο τρόπο, στο οποίο εμένα μου… Με έλκυσε από πολύ νωρίς. Είναι… Ανεβαίνεις πάνω στη σκηνή και δημιουργείται, σαν να σταματάει κάπως ο χρόνος. Ιδανικά αυτό συμβαίνει, για μένα. Και η επικοινωνία επέρχεται σε διαφορετικό επίπεδο με τους θεατές, με τους υπόλοιπους είτε είναι χορευτές, ακροβάτες, ηθοποιοί, μουσικοί. Προσπαθείς εκείνη τη στιγμή, δημιουργείται ένα ωραίο περιβάλλον στο οποίο ναι, μπορείς να καταφέρεις να επικοινωνήσεις διαφορετικά. Είτε είναι από το απλό πράγμα που θα δημιουργήσεις είτε μέσω της κωμωδίας, να δημιουργήσεις γέλιο. Αυτό ήταν ένα μεγάλο έργο που έκανε ο πατέρας μου 20 χρόνια, όσο ζούσε στην Ελλάδα. Έκανε πολύ κόσμο να γελάσει. Και ο κόσμος είχε ανάγκη να γελάσει. Ήτανε… Οι περισσότεροι κωμικοί γενικότερα, αυτό μου έλεγε, είτε είναι άνθρωποι καταθλιπτικοί ή γενικότερα δεν είναι έτσι η ψυχή της παρέας πάντοτε, αλλά στη σκηνή πάνω είναι όπως ο Βέγγος. Όπως πολλοί ηθοποιοί, οι οποίοι κάνανε πολύ κόσμο να γελάσει, δεν ήταν απαραίτητα άνθρωποι έτσι στη ζωή [00:10:00]τους. Ήταν το αντίθετο πολλές φορές.  Πρέπει να έχω σύνδεση με τον πατέρα μου, γιατί μιλάω αρκετά για τον πατέρα, αλλά ήταν το έναυσμα. Το μεγάλο κίνητρο ουσιαστικά, το οποίο με στήριξε. Ήταν η μεγαλύτερη μου στήριξη στην Πάτρα από την παιδική και μετά, κυρίως την εφηβική ηλικία, που επέλεξα. Είχαμε ξεκινήσει με ένα σχήμα τους «Σαλτιμπάγκους» στην Πάτρα. Από μικρός ήμουνα, γύρω στα 13 χρόνων, όταν ήμουνα Α' - Β' γυμνασίου. Διάβαζα για τις εξετάσεις και παράλληλα έπαιζα και μπαλάκια στο δωμάτιό μου απ’ τη νευρικότητα. Δεν μπορούσα να καθίσω και πολύ, να βάλω κώλο κάτω, οπότε έπαιρνα μπαλάκια, τσακ τσακ τσακ, έπαιζα λίγο. Ήθελα μετά να βάλω και τέταρτο μπαλάκι και πέμπτο μπαλάκι και πήγαινε έτσι η φάση. Είχαμε γνωριστεί και με την ομάδα των Σαλτιμπάγκων και ξεκινήσαμε να κάνουμε όλοι μαζί θέατρο δρόμου. Κέρκυρα θυμάμαι, διαφορετικά events στην Πάτρα. Και αυτό εμένα στην προεφηβική και στην εφηβική μου ηλικία άρχισε να με μαγεύει. Έβλεπα ότι υπήρχε κάτι διαφορετικό. Και στη συνέχεια ο πατέρας, επειδή έβλεπε ότι τράβαγα, ότι μου άρεσε και ότι μπορούσε να γίνει και κάτι πιο σοβαρό, να το προχωρήσω, άρχισε να μου μιλάει ψιθυριστά για κάποιο Τσίρκο του Ήλιου, Le Cirque du Soleil, στον Καναδά που είχε ξεκινήσει από αρχές δεκαετίας του '80. Και είχε γίνει ήδη τότε, αρχές του 2000, είχε ήδη φτάσει αρκετά ψηλά. Και τι είχε συμβεί τότε; Να θυμηθώ... Πρέπει να ήταν κάποιοι Ελληνο-Καναδοί; Ένα καλοκαίρι, εκεί που παίζαμε παράσταση, έρχονται κάποιοι γνωστοί, δεν ξέρω, και μας φέρνουν δύο βιντεοκασέτες ρε συ. Η μία ήτανε το Quidam, ήτανε μία παράσταση που με είχε αγγίξει. Αυτή ήτανε που μου λέει: «Θέλω να γίνω αυτό!». Και τη βάζω, ρε παιδί μου, είχα ταυτιστεί 100%, είχα συγκινηθεί. Είχα δει μία ομάδα ακροβατών, ήταν το φινάλε, το τελευταίο νουμεράκι του Quidam της παράστασης της που παίζεται, νομίζω, ακόμα, πριν τον Covid. Και ήταν ένα μεγάλο νούμερο με Ρώσους ακροβάτες. Γιατί πρέπει να ήταν γύρω στις 15, πολύ όμορφο χορογραφημένο. Ήταν στολίδι τέλος πάντων αυτό το νούμερο, που είχε γίνει το '95. Και το βλέπω αυτό και άρχισα από τότε και λέω: «Αυτό θέλω να κάνω!». Και αρχίζω να κάνω πάλι ακροβατικά, έπρεπε κατά κάποιο τρόπο να αρχίσω να προπονούμαι εκεί στα 15 μου. Πάμε 2 καλοκαίρια, αυτό ήταν το 2004 ή το 2005. Έβραζαν οι ορμόνες τότε της εφηβείας! Είχα σπάσει χέρια, είχα σπάσει πόδια και παρόλα αυτά είχαμε βρει άκρη μέσω μιας Ελβετικής ομάδας να πάμε... Ήτανε μία Εθνική Σχολή Τσίρκου στη Βουδαπέστη, στην Ουγγαρία. Και φεύγουμε καλοκαίρι του 2005, να πάω να κάνω ένα καλοκαιρινό πρώτο Summer Camp. Σαν σεμινάριο για 2 βδομάδες. Πήγαμε όλοι οικογενειακώς, φαντάσου, και με τα 4 αδέρφια τότε, 5 ήτανε; Και τα 5! Έκανε και η αδερφή μου, παρακολούθησε το σεμινάριο. Ήταν ωραία. Ήταν παραδοσιακό. Πιο σκληρή Σχολή Τσίρκου με Ρώσους, Ούγγρους ακροβάτες, καθηγητές οι οποίοι είναι πιο… Είχαν μείνει τα ψεγάδια του κομμουνισμού ακόμα ας πούμε. Και αυτό ήταν μία πρώτη επαφή που είχα εκτός Ελλάδος, στην οποία είδα πως λειτουργεί. Στον επόμενο χρόνο είδα ότι είχε ανοίξει ένα καλοκαιρινό σεμινάριο στο Μόντρεαλ, στον Καναδά. 16 χρονών. Μεγάλο ταξίδι. Μου λένε οι γονείς μου: «Θα τα πληρώσουμε και θα πας εκεί πέρα για 2 εβδομάδες» «Ουάου!» λέω. Ήτανε φοβερή στήριξη αυτή. Και έφυγα, που λες, και πήγα στην καρδιά του Τσίρκου του Ήλιου, απέναντι από τις βασικές μονάδες του, ήταν η Εθνική Σχολή Τσίρκου του Καναδά. Πήγαμε με άλλους συνομήλικους από όλο τον κόσμο, από Ουρουγουάη, από Αμερική, από Ευρώπη εξίσου, και πέρασα 2 εβδομάδες εκεί. Ήτανε, εντάξει, ονειρικά! Είχαμε από το πρωί μέχρι το βράδυ φοβερό πρόγραμμα, ζούσαμε μέσα σε κοιτώνες όλοι μαζί. Το έκανα 2 χρόνια αυτό. Παράλληλα, αφότου γύρισα την πρώτη χρονιά Πάτρα, αποφάσισα και μαζί με τους γονείς μου να ξεκινήσω Αθλητικό Λύκειο, ούτως ώστε να μπορώ να προπονούμαι τα πρωινά. Μπήκα στου Λαδόπουλου τις εγκαταστάσεις, που είναι οι εγκαταστάσεις της ενόργανης και άρχισα να προπονούμαι με έναν πρώτο προπονητή τον Δημήτρη τον Στεφανόπουλο, ο οποίος με στήριξε με το τραμπολίνο. Ήταν ο προπονητής τραμπολίνου μου. Έκανα και κάποια διαγωνιστικά πρωταθλήματα και στο τραμπολίνο τα 2 πρώτα χρόνια. Εκεί πολύ ιδρώτας! Δηλαδή είχα βάλει το κεφάλι κάτω και πέρασα εφηβεία πολύ πειθαρχημένη. Μου άρεσε πολύ. Και μοναχική, ήμουνα δηλαδή στον κόσμο μου. Είχα βάλει στόχο και πήγαινα προς τα εκεί ας πούμε. Ζούσα δηλαδή στην ουτοπία μου. Είχα το στόχο μου, είχα την Ιθάκη μου, και είχα… Ήμουνα και μικρός οπότε σκεφτόμουνα μόνο την Ιθάκη. Δεν έβλεπα το ταξίδι. Σιγά-σιγά αυτά μετά τα μαθαίνεις, όσο μεγαλώνεις. Οπότε, που λες, πολλή προπόνηση. Και φτιάξαμε και μία ωραία παράσταση «Ένας κλόουν και μισός!» την είχαμε αποκαλέσει. Και ήταν η παράσταση του πατέρα με τον γιο. Είχαμε βάλει, είχαμε αναμείξει πολλά στοιχεία μαζί πλέον και την περιοδεύσαμε αυτή την παράσταση για 2-3 χρόνια σίγουρα. Ήταν από τα τελευταία… Αποχαιρετισμός από την Ελλάδα, γιατί μετά στα 18 μου έκανα την πρώτη ακρόαση.

Κ.Α.:

Πάλι στη σχολή του Μόντρεαλ, είχα στείλει ένα βιντεάκι. Τελικά δεν με πήρανε, πήρα Χ, τότε. Ήτανε πολύ απαιτητικοί και υπήρχαν και πάρα πολλές αιτήσεις. Πολλές εκατοντάδες αιτήσεις οπότε έπαιρναν, ξέρω ‘γω, 15-20 άτομα max. Δεύτερη επιλογή ήταν μία σχολή που την είχα ακούσει, η οποία λεγότανε ESAC "École Supérieure des Arts du Cirque" στις Βρυξέλλες. Πήγαμε πάλι, ήτανε το καλοκαίρι του '07, γινόντουσαν οι οντισιόν τον Ιούνιο. Πετάμε νομίζω Γερμανία. Πάλι είμαστε επταμελής οικογένεια, full στήριξη από ‘κει απ’ τους γονείς, νοικιάζουμε ένα multivan. Μπαίνουν όλοι μέσα και φεύγουμε να πάμε Βέλγιο! Βρίσκουμε ένα μέρος εκεί όπου μείναμε από φίλο φίλης Πατρινιάς, μας φιλοξενεί. Και εγώ πηγαίνω και κάνω την οντισιόν! 18 χρονών εγώ, πιτσιρικάς ψαρωμένος, αλλά και full μέσα στη δυναμική. Πάω. Είχα τεχνική καθαρή. Ήμουν από τους πιο ψηλούς στην τάξη, στο έτος μου. Ήτανε πολύ λιγότερο απαιτητική από ό,τι στο Μόντρεαλ, αλλά είχανε πιο πολύ αναπτύξει… Άφηναν χώρο στην καλλιτεχνική έκφραση. Δηλαδή υπήρχε θέατρο πολύ περισσότερο, χορός, κίνηση... Και ήταν πολύ πιο κοντά στην Ελλάδα. Δηλαδή ήταν ευρωπαϊκά δεδομένα, μου άρεσε αυτό. Στην οντισιόν μου γνωρίζουνε άλλους 2 συντρόφους τον Αντόνιο και το Ράφαελ και κάνουμε κολεκτίβα, ομάδα. Και μας λένε: «Εσείς οι τρεις θα ξεκινήσετε την ειδικότητα που λέγεται κορεάτικη τραμπάλα!». Είχαμε τον Γιούρι έναν Ρώσο προπονητή σκληροπυρηνικό, πολύ καλός, έτσι φημισμένος, αλλά εντάξει πολύ κλασικός ματσό Ρώσος προπονητής ας πούμε. Είχε γνώσεις, αλλά πολύ δύστροπος άνθρωπος. Και μπαίνουμε, δεν γνωριζόμασταν και ήταν έτσι ένα ριψοκίνδυνο εγχείρημα που πήρε και η σχολή, να μας βάλουν εμάς τους τρεις μαζί και να σπουδάσουμε 3 χρόνια μαζί και ενδεχομένως να μείνουμε να δημιουργήσουμε θίασο. Έκατσε καλά η φάση και με τα άλλα 2 παιδιά. Τελείως έτσι από διαφορετική κουλτούρα. Εκεί μου άνοιξαν πολύ τα μάτια. Έμαθα γαλλικά, αλλά βιωματικά τα έμαθα τα γαλλικά. Είχα κάνει 1-2 χρόνια κάποια ιδιαίτερα σε μεγαλύτερη ηλικία στο λύκειο, αλλά έπεσα στα βαθιά. Για 6 μήνες δηλαδή είχα πονοκέφαλο συνέχεια! Στο να προσπαθώ να καταλάβω τις συζητήσεις, να γίνω ένα. Υπήρχαν πολλοί γαλλόφωνοι, δεν μιλάγαμε αγγλικά. Και έτσι την αγάπησα τη γλώσσα και τα γαλλικά. Και μετά σπουδάσαμε μαζί, μεγαλώσαμε μαζί για 9 χρόνια, κάναμε φεστιβάλ δρόμου στην Ευρώπη, σε πολλά μέρη. Πήγαμε, κάναμε καμπαρέ στη Γερμανία, πήγαμε στο Τσίρκο του Ήλιου στον Καναδά για 2,5 χρόνια. Εκεί και αυτό και αν ήταν [00:20:00]μεγάλη εμπειρία! Και στη συνέχεια το αφήσαμε το Τσίρκο του Ήλιου κάποια στιγμή γιατί ήτανε αρκετά επώδυνο. Και κυρίως θέλαμε και εμείς να έχουμε λίγο μεγαλύτερη ελευθερία στο πώς να φτιάξουμε τη ζωή μας. Και ξαναήρθαμε Βέλγιο, ιδρύσαμε ας πούμε μια… Το θίασο μας και νομικά και για 3 χρόνια κάναμε, πήγαμε Ισπανία πάρα πολύ, λειτουργήσαμε και με ατζέντη, ναι... Ναι, και με την ομάδα μας, λοιπόν, που είχαμε ιδρύσει, οι οποίοι λεγόντουσαν Acrobarouf. Είχαμε ψάξει από την ακροβατική και στα γαλλικά το barouf είναι… Είναι ο θόρυβος, ο ήχος που γίνεται είτε σε κλειστούς χώρους όταν είναι στο μπαρ όταν πολύς κόσμος μιλάει πάρα πολύ δυνατά. Αυτός ο θόρυβος λοιπόν. Και το φτιάξαμε έτσι λοιπόν το όνομά του θιάσου, Acrobarouf. Και είναι άλλη φάση, είναι άλλη φάση το να δημιουργείς ένα είδος κολεκτίβας ή θιάσου τσίρκου. Αυτό το έχω βιώσει πολύ χαρακτηριστικά στο τσίρκο. Δεν υπάρχει τόσο πολύ ο ατομικισμός, όπως υπάρχει στο χορό. Παντρεύτηκα χορεύτρια, και η αδερφή μου είναι χορεύτρια, και έχω βιώσει πολύ στο πετσί μου τη σκηνή σύγχρονου χορού και λίγο στην Ελλάδα αλλά και αρκετά στο εξωτερικό. Και είναι σκληρός, είναι πολύ σκληρός. Ενδεχομένως σαν τους ηθοποιούς. Που λες, στο τσίρκο και με ομάδες που είμαι τώρα ενεργός έξω στη Γαλλία, στο Βέλγιο, υπάρχει αυτό το ωραίο του νομά, που είναι σαν μία μεγάλη οικογένεια και είτε είσαι σε τροχόσπιτα, σε καραβάνια, έχεις τη σκηνή τσίρκου σου, είτε παίζεις σε εθνικές σκηνές, είτε είναι σε καμπαρέ, υπάρχει όμως αυτή η έννοια της οικογένειας, της κολεκτίβας. Και εντάξει όπως μέσα σ' όλες τις οικογένειες μπορεί να υπάρχουν τα δύσκολα αδιέξοδα, ανά στιγμές, αλλά παράλληλα έχεις… Έχεις μία διαφορετική ψυχολογία. Δεν πλέεις σε νερά ωκεανού που είσαι μόνος σου και έχει μπει τόσο ελεύθερη έννοια, η έννοια της ελεύθερης αγοράς, του ανταγωνισμού. Που αυτό το κάνει πολύ δηλαδή σκληρό στην επιβίωση. Αν θες να χορέψεις για παράδειγμα. Στο τσίρκο ακόμα κρατάει αυτό, γιατί δεν υπάρχει και τόσο πολύ… Ο κύκλος είναι πιο μικρός απ' ότι του χορού ή του ηθοποιού. Και έχει αναπτυχθεί από μόνο του μία δικτύωση σε αυτό τον τομέα που αν είσαι καλός, μπορείς να ζήσεις από αυτό έξω. Με τους Acrobarouf λοιπόν περάσαμε πολλά, πολλά έτσι κύματα. Να επανέλθω λίγο στο Τσίρκο του Ήλιου που είναι από τα κομβικά σημεία και της καριέρας μας και του ταξιδιού μας. Ήμασταν περίπου 20. Εγώ ήμουνα πιο μικρός, ήμουνα 21-22, όταν το Τσίρκο του Ήλιου επικοινώνησε μαζί μας για μία καινούργια παραγωγή. Είχαμε ας πούμε το… Την πλεονασματική… Την πλεονεκτική θέση να επικοινωνήσει το Τσίρκο του Ήλιου μαζί μας. Και αποφασίσαμε να υπογράψουμε συμβόλαιο και να φύγουμε δηλαδή από την Ευρώπη. Να φύγουμε για 2 ή 3 χρόνια μαζί τους. Δεν πολυκαταλάβαμε τη διάσταση στην αρχή αυτής της επιλογής. Γιατί φτάσαμε στο Μόντρεαλ, εκεί σαν μία πολυεθνική, τεράστια εταιρεία, όπου όλα τρέχουν είτε ρολόι είτε τρέχουνε ρε παιδί μου, έχουν πολλούς κανονισμούς πρώτα απ' όλα, πολλά πρωτόκολλα. Δεν υπάρχει αυτό της αυτοοργάνωσης και της… Ότι ο ένας τα κάνει όλα. Ότι όπου υπάρχει ανάγκη, εγώ ασχολούμαι με τα μεταφορικά, εγώ ασχολούμαι με τα λογιστικά, εγώ ασχολούμαι με τον εξοπλισμό... Εκεί ο καθένας, επειδή μιλάμε τώρα στο Μόντρεαλ δουλεύανε τότε 2.500 κόσμος στις εγκαταστάσεις! Δηλαδή τεράστια φάμπρικα τσίρκου και υπήρχαν τμήματα. Απίστευτη οργάνωση. Δηλαδή είχε πάρει μία διάσταση που δεν υπάρχει σχέση με ευρωπαϊκά δεδομένα. Φτάνουμε εκεί πέρα, πάμε στις κατοικίες των καλλιτεχνών που είχαν φτιάξει ένα τεράστιο έτσι συγκρότημα κατοικιών, στην οποία μένανε όσοι ερχόντουσαν να κάνουν καινούργιες παραγωγές.  Είτε για 6 μήνες, είτε... Εμείς καθίσαμε σχεδόν 8-9 μήνες και 10 μήνες, 11. Ήταν λίγο έξω στην περιοχή Σαν Μισέλ του Μόντρεαλ, που είναι μία περιοχή όχι ιδιαίτερα ωραία περιοχή. Μη σου πω και υποβαθμισμένη. Δίπλα μας υπήρχανε γκέτο, ας πούμε. Γκέτο και με, ξέρω γω, με μαύρους με… Ήτανε πιο υποβαθμισμένη περιοχή. Προφανώς για οικονομικούς λόγους τις στήσανε εκεί πέρα όλες τις τεράστιες εγκαταστάσεις τους. Και μας πήρε 1 εβδομάδα, περίπου, στο να βρούμε λίγο τον προσανατολισμό μέσα στο λαβύρινθο αυτό. Σου λέω ήταν τεράστιος! Τεράστιος! Έχουν από τα πιο μεγάλα, την πιο μεγάλη βιοτεχνία κοστουμιών, νομίζω, μέσα. Φτιάχνουνε παπούτσια, φτιάχνουνε κουστούμια για όλες τις παραγωγές, γιατί μιλάμε τότε το 2011, είχαν γύρω στις 20 ή 15-20 παραγωγές ανά τον κόσμο! Είτε είναι περιοδεύοντες θίασοι που μιλάμε για χωριά περίπου 150 άτομα που πηγαίνουνε. Είτε είναι μόνιμοι, όπως στο Λας Βέγκας που είναι άλλα 180 άτομα, ξέρω γω, 200 άτομα. Τροφοδοτούσαν, λοιπόν, με κουστούμια και τα πάντα από κει. Είχανε φτιάξει τεράστιες εγκαταστάσεις που χώραγε ακόμα και σκηνή τσίρκου! Το Τσίρκο του Ήλιου χώραγε μέσα σε αυτό ρε συ να στηθεί! Που μιλάμε για σκηνή τσίρκου τύπου 2.500 χιλιάδες άτομα! 15 μέτρα ύψος, 20 μέτρα ύψος, χώραγε μέσα σε αυτή την εγκατάσταση! Έτσι λίγο σας δίνω λίγο αριθμούς για να συνειδητοποιήσετε λίγο τη διάσταση αυτού του πράγματος. Του Τιτάνα που είχανε δημιουργήσει εκεί πέρα. Ο Guy Laliberté ήτανε ο ιδρυτής, ο οποίος ήταν χίπης φάση, Καναδός χίπης, ο οποίος... Ναι. Δεν χρειάζεται να αναφερθώ. Ξεκίνησε το '80, έκανε ξυλοπόδαρα, φωτιές και ξεκίνησε να πάει από το Μόντρεαλ στο Σαν Φρανσίσκο με τα ξυλοπόδαρα, για να βρει παραγωγούς ή μέρη που μπορεί να παίζανε. Ήτανε μία ομάδα όλοι αυτοί τότε. Και σιγά-σιγά άρχισε να το χτίζει τόσο καλά, είχε τόσο επιχειρηματικό μυαλό που πολύ γρήγορα έγινε εκατομμυριούχος και δισεκατομμυριούχος σ’ αυτό. Η παραγωγή που καθίσαμε λοιπόν στο Τσίρκο του Ήλιου ήτανε η Amaluna. Ήτανε μία καινούργια παράσταση, όχι ιδιαίτερα γνωστή. Παρόλα αυτά, το ωραίο ήταν η σκηνή το chapiteau, η τέντα, η σκηνή του Τσίρκου του Ήλιου είναι πολύ όμορφη. Ναι. Έχει μια πολύ ωραία ιδιαιτερότητα. Ήταν μεγάλη εμπειρία αυτό. Ήταν και αγχώδης εμπειρία, αλλά και βοήθησε πολύ στο να έχουμε μετά και δουλειές στην Ευρώπη, βοήθησε πολύ στο βιογραφικό. Και βέβαια γνωρίσαμε τον Καναδά με πολύ ωραίο τρόπο. Πήγαμε σε μεγάλες πόλεις… Συνήθως μέναμε 1 με 2 μήνες στις μεγάλες πόλεις και μετά είχαμε 2 εβδομάδες διακοπές, οπότε πηγαίναμε όπου γουστάραμε. Νοικιάζαμε αμάξι, πηγαίναμε σε εθνικούς δρυμούς, πηγαίναμε σε νησιά που… Όπου ήθελε ο καθένας. Έχει απίστευτη ομορφιά ο Καναδάς. Ένα πολύ ωραίο road trip που είχαμε κάνει με έναν καλό φίλο, ήταν να κάνουμε τις δυτικές ακτές, την 101, που κατεβαίνει από τον Καναδά, το Σιάτλ και αυτή κατεβαίνει μέχρι το Μεξικό. Εμείς πήγαμε μέχρι την βόρεια Καλιφόρνια. Και περάσαμε έτσι από πόλεις φαντάσματα, μικρά χωριά που δεν έβρισκες ούτε λαχανικό εκεί, φαντάσου! Σε κάποια μέρη δηλαδή, δεν έβρισκες λαχανικό, δεν έβρισκες μανάβικο. Έπρεπε να πας στην επόμενη πόλη. Και η Πόρτλαντ και η Ουάσινγκτον DC πάνω ήταν πολύ όμορφες περιοχές. Και γαμώ τις εμπειρίες είναι αυτά! Αυτά σαν 20χρονος που δεν έχεις οικογένεια και είσαι ελεύθερος, φοβερό! Παρόλα αυτά, είχαμε επιλέξει κάποια στιγμή, επειδή οι παραστάσεις, ο φόρτος εργασίας ήταν πολύ ψηλός, δηλαδή κάναμε περίπου 360 παραστάσεις το χρόνο! Κάναμε διπλές παραστάσεις και μονές γύρω στις 8 με 10 παραστάσεις, όταν υπήρχαν πάρα πολλή ζήτηση, τη βδομάδα. Με μία Δευτέρα ρεπό, ξέρω γω. Και 1 φορά το μήνα Δευτέρα-Τρίτη ρεπό! Οπότε ήταν μεγάλος ο φόρτος εργασίας. Και αποφασίσαμε κάποια στιγμή να το ολοκληρώσουμε και να έρθουμε Ευρώπη, και να κάνουμε με το δικό μας ρυθμό, να στήσουμε μία παράσταση δρόμου. Και πήγε πολύ καλά μπορώ να πω, σε σχέση τώρα μ’ αυτά που βλέπω με το χορό, το στήσαμε πολύ ωραία. Κάποια στιγμή με τους Acrobarouf η φάση διέλυσε, γιατί ο καθένας μας ήθελε να ακολουθήσει διαφορετικά πράγματα και το κλείσαμε το '16. Το 2016 κάναμε την τελευταία μας περιοδεία το καλοκαίρι και το κλείσαμε με μια ωραία γιορτή. Και συνέχισε ο καθένας, λοιπόν, την πορεία του. 

Κ.Α.:

Εγώ μετά γνώρισα τη Μάγια, τη γυναίκα μου, η οποία είναι από την Ελβετία. Σπούδαζε χορό με την αδερφή μου στην Αμβέρσα, στο Κονσερβατόριο Χορού της Αμβέρσας και η αδερφή μου έκανε το καλύτερο δώρο, με γνώρισε σε αυτήν και έτσι στήσαμε [00:30:00]τη ζωή μας μαζί. Κάναμε 2 παιδάκια. Αυτό είναι το μεγαλύτερο δώρο. Κάναμε και κάποιες παραγωγές μαζί που ήταν πολύ ωραίες αυτές. Είναι σαν τα παιδιά μεγαλώνουν όσο μεγαλώνουμε και εμείς. Μπορεί να την αφήσεις την παράσταση και να την πάρεις μετά από 1 χρόνο, 2 χρόνια να την ξαναπαίξεις. Χαρακτηριστικά, την παίξαμε στην Πάτρα πέρυσι, ενόψει πρώτου covid, πέρυσι το καλοκαίρι, στο Φεστιβάλ Θεάτρου στην Πάτρα. Εκεί ήταν πολύ ωραία που την ξαναπαίξαμε, την είχαμε αφήσει 1,5 χρόνο ξέρω ‘γω. Και αυτή μεγαλώνει. Είναι ωραία όταν μπορείς να κρατάς. Αυτό είναι πολύ χαρακτηριστικό αν δουλεύεις μαζί με τη γυναίκα σου ή πολύ κοντινό σου άνθρωπο, μπορείς να κάνεις κάτι τέτοιο. Έχω δει επίσης με χορογράφους, οι οποίοι έχουνε ξεκινήσει ένα ντουέτο 10 χρόνια πριν, στα 20 τους, το ξαναπαίζουν στα 30, το ξαναπαίζουν στα 40, στα 50... Έχει άλλη αξία αυτό. Το να βλέπεις ένα τέτοιο έργο ανά το χρόνο. Να βλέπεις πως το σώμα γερνάει, πώς μεγαλώνει και πώς μπορεί αυτό πάλι να το επικοινωνήσεις με διαφορετικό τρόπο. Ένα απ’ τα κύρια μελήματα ας πούνε, αν θέλεις στον ακροβάτη πώς μπορεί το σώμα του να συνεχίσει να είναι και λειτουργικό αλλά και επίσης είναι το μέσο έκφρασης του, πως να το χρησιμοποιεί στο βάθος του χρόνου. Εγώ είμαι τώρα 32 και το κάνω αυτό από τα 15 μου. Και βλέπω πως μπορεί να είναι. Έχει και κάποια έτσι παραλληλισμό με τον πρωταθλητισμό. Πόσοι άνθρωποι, όπως πρωταθλητές και σε ολυμπιακό επίπεδο, χρησιμοποιούν το σώμα τους, το καταπονούν, ενδεχομένως. Το ωραίο με το καλλιτεχνικό επάγγελμα είναι ότι δεν έχεις αυτή την performance από την άποψη της απόδοσης και του πρωταθλητισμού, το να πιέζεις συνέχεια το… Το σώμα σου στα όρια. Και από μικρός εγώ το πίεζα στα όρια. Θες από καθαρά του χαρακτήρα μου, θέλεις ότι ήταν ένα μέσο για μένα κοινωνική ανάγκη να τον πιέσω για να αποδείξω την αξία μου, τη διαφορετικότητα μου. Και θεραπευτικά κιόλας πιστεύω ότι οι άνθρωποι, όπως όταν είτε έχουνε θυμό είτε έχουν συναισθήματα, τα οποία είναι πολύ εκρηκτικά, ο αθλητισμός ή κάτι καλλιτεχνικό, η έκφραση προς τα έξω, έχει θεραπευτικό, έχει θεραπευτικό σκοπό και λειτουργία.  Όσο, λοιπόν, μεγαλώνεις, το σώμα αυτό εκεί που στα 20 μου έκανα λίγο ζέσταμα και άρχιζα τα διπλά, τα τριπλά σάλτα, τις πιρουέτες, γούσταρα τρελά. Δεν είχα θέμα. Δεν είχα θέμα με τα γόνατα, δεν είχα θέμα με τη μέση. Όχι ότι τώρα έχω τρελό θέμα, αλλά το νιώθεις πως περνάει ο χρόνος. Πως αφήνει απατηλά πάνω της τους τραυματισμούς, τις αναμνήσεις. Και είτε βρίσκεις μια πρακτική η οποία έχει μία φιλοσοφία, όπως είναι η Γιόγκα, όπως είναι το Τάι Τσι, είτε είναι οι Pilates, είτε είναι κάτι πιο μοντέρνο. Εγώ προσωπικά έκανα και Γιόγκα ήδη από τη σχολή τότε, που ήμουνα 18 χρονών. Και αργότερα στα 25 μου, μαζί με τη Μάγια γνωρίσαμε έναν Κινέζο δάσκαλο στις Βρυξέλλες που έκανε Τάι Τσι, και ενώ είχαμε πάει την πρώτη φορά εκεί πέρα και υπήρχε μία βοηθός δασκάλου, ήτανε από την Ταϊβάν και θυμάμαι χαρακτηριστικά η Γιέν μου είχε πει ότι: «Εσύ ήρθες, αλλά δεν πίστευα ότι θα μείνεις». Γιατί είχε δει πολύ τη φλόγα. Το Τάι Τσι είναι με τον Γιν και το Γιανγκ, είναι με την εναρμόνιση του θηλυκού με το αρσενικό. Είναι η φιλοσοφία Ταοϊστική στην οποία θέλει μία υπομονή και μια ηρεμία. Εγώ έκατσα, δεν ξέρω πώς μου κάτσε. Ακόμα δεν ξέρω πώς μου έχει κάτσει. Και μου έχει φέρει μία εσωτερική ηρεμία όλο αυτό. Και βέβαια και μία διαφορετική προσέγγιση στο σώμα του ακροβάτη. Στο πως δηλαδή να προσεγγίζω την ακροβατική. Ακόμα και ανατομικά το σώμα μπορεί να αλλάξει με μια τέτοια πρακτική. Και αυτό ξέρω ότι είναι κάτι το οποίο θα είναι ένα εργαλείο, ένα μονοπάτι που θα το συνεχίσω μέχρι να πεθάνω. Είναι κάτι που βοηθάει πολύ στη ζωή. Και μπορείς να το αφήσεις, να το ξαναπάρεις μετά από 1 χρόνο. Θα το πάω. Έχω μια τάση να το πάω πρωταθλητισμό και εκεί πέρα, αλλά δεν χρειάζεται. Το αφήνεις και πάει. Σε ξαναβρίσκει από μόνο του αυτό μετά, στην ανάγκη σου. Οπότε σαν πρώτο στόχο έχω μέχρι τα 40 μου να συνεχίσω έτσι δυναμικά, να μπορώ να είμαι και σε κολπάκια ακροβατικά που να μπορούν να κρατάνε έτσι επίπεδο. Με ενδιαφέρει αυτό. Πιστεύω ναι, μέχρι τα 40 θα μπορώ να το κάνω αυτό άνετα. Άμα κάνω και υγιή ζωή. Τρώω, κινούμαι καλά. Ναι. Και ο covid δεν έχει συμβάλει καθόλου καλά σε αυτή τη φάση. Εντάξει, όπως λέει και η Μάγια, επειδή πολλοί καλλιτέχνες και νέοι- γνωριζόμουν και με νέους, όταν τους δίδασκα στη σχολή όπου είχα σπουδάσει, εγώ πλέον διδάσκω μερικές φορές. Και έβλεπα τα νέα παιδιά, ας πούμε, πως κάποια στιγμή τα διαδικτυακά μαθήματα... Που να κάνεις διαδικτυακό μάθημα ακροβατικής; Εναέριας ακροβατικής; Είχανε γίνει όλα έτσι! Το άφηναν τα παιδιά. Λέει: «Θα το αφήσω και όταν αυτό σταματήσει το κύμα με τον covid, θα το ξαναξεκινήσω!». Πολλοί άλλαζαν τελείως και επαγγελματική κατεύθυνση. Δεν είχαν, ας πούμε, την ανάγκη, την επιθυμία ή το κίνητρο να κάνουν κάτι στο οποίο στο καταστείλει τελείως. Δεν μπορείς να κάνεις κάτι. Η Μάγια είπε ότι: «Ένας καλλιτέχνης ενδεχομένως δεν αποφασίζει. Δεν μπορεί να ζήσει χωρίς αυτό. Ακόμα και αν δεν του προσφέρει χρήματα, εισόδημα. Εκεί δείχνει την ανάγκη να είσαι καλλιτέχνης, τη δημιουργία, να εκφράσεις, να επικοινωνήσεις σε άλλο επίπεδο. Ενδεχομένως όχι και τόσο χρηστικό». Το καλλιτεχνικό επάγγελμα δεν είναι επάγγελμα όπως ο αστυνόμος ή ο γιατρός, που έχει άμεσα χρησιμότητα απτή. Και ναι, εγώ θεωρώ ότι η κοινωνία χωρίς τέχνη και ανθρώπους που ασχολούνται με την τέχνη, δεν έχει καθόλου τροφή για σκέψη. Γίνεται στείρα η κοινωνία. Και επειδή πάμε προς αυτή την κατεύθυνση, θεωρώ, γίνεται όλο και πιο κατευθυνόμενη η φάση που πάμε και δεν αφήνεται χώρος στην ελεύθερη έκφραση, στη διαφορετικότητα, στο να επιλέγεις τι θέλεις να κάνεις. Παρόλο που έχουνε παλέψει οι προηγούμενες γενιές για τα δικαιώματά μας, αυτά όλο και πιο πολύ μπαίνουν σε μία κατεύθυνση που θεωρώ ότι χειραγωγείται. Αυτή η ζωή του καλλιτέχνη είναι καθαρά μία σφραγίδα, είναι μια δήλωση ότι: «Εμείς έτσι μπορούμε και ζούμε. Έτσι θέλουμε να ζήσουμε». Αυτό το μονοπάτι με τη Μάγια το έχουμε επιλέξει μαζί και θα το συνεχίσουμε και με τα παιδιά μας και στις επόμενες γενιές θα προσπαθήσουμε να… Να τους μεταλαμπαδεύσουμε αυτή τη δικιά μας. Γιατί αυτό πάει από γενιά σε γενιά. Δεν ήρθα εγώ ξαφνικά και έγινα ακροβάτης. Το μήλο κάτω από μια μηλιά πέφτει, μετά ίσως έρθει και μία αχλαδιά και γίνει διαφορετικός σπόρος και πάει λέγοντας... Δεν ξέρω, θες να ρωτήσεις κάτι;

Κ.Π.:

Όταν ξεκίνησες μικρός τις προπονήσεις, στην εφηβική σου ηλικία, τι σε έκανε να επιλέξεις το τραμπολίνο; Και έπειτα πως δέχτηκες την επιλογή για την κορεάτικη τραμπάλα;-

Κ.Α.:

Ωραία.  

Κ.Π.:

Ήταν αυτό που ήθελες να κάνεις ή είχες κάποιο άλλο όνειρο με τα ακροβατικά;

Κ.Α.:

Ναι. Το τραμπολίνο καθαρά για πρακτικούς λόγους. Και με την κρίση του πατέρα μου τότε, ότι έκρινε ότι το τραμπολίνο είναι πολύ καλή βάση για προσανατολισμό στον αέρα. Είτε κάνεις… Είτε αργότερα κάνεις κορεάτικη τραμπάλα, είτε κινέζικο στύλo, είτε ρώσικη κούνια, είτε εναέρια ακροβατικά. Τώρα λέω… Ίσως μιλάω τελείως κινέζικα, αυτές είναι ειδικότητες. Το τραμπολίνο κρατεί μία πολύ καλή βάση για όλα αυτά. Φυσικά τότε στην Πάτρα δεν υπήρχε... Υπήρχε ενόργανη. Το τραμπολίνο σιγά-σιγά το έβαζε τότε ο Στεφανόπουλος μέσα στο Λαδόπουλο. Και αποτέλεσε μια πολύ καλή βάση για… Για επιλογή, μετά, ακροβατικής ειδικότητας. Στην ακρόαση που έκανα στην ESAC το 2007, υπήρχανε προπονητές τραμπολίνο. Ήτανε μια, η πρώτη φάση έκανες γενικά ακροβατικά εδάφους, ευλυγισίας, ενδυνάμωσης, αν πέρναγες τη φάση αυτή έκανες τραμπολίνο, αν πέρναγες τη φάση αυτή παρουσίαζες το κομματάκι που είχες ετοιμάσει. Ο καθένας είχε ένα δικό του σόλο. Και θέατρο και [00:40:00]χορό, υπήρχαν όλες αυτές οι… Αυτά τα επίπεδα. Στο τραμπολίνο ήμουν από τους πιο καλούς, γιατί είχα κάτσει 2 χρόνια εδώ στην Πάτρα και έκανα. Είχα τραμπολίνο πολύ καλό ολυμπιακό. Και έκανα και σκάμμα κιόλας με αφρολέξ στρώματα οπότε έκανα πάρα πολύ τραμπολίνο. Το είδαν αυτό προφανώς η σχολή εκεί πέρα και είπανε: «Αυτός μπορεί να ασχοληθεί με τραμπάλα». Δεν είχα ξαναναπηδήσει ποτέ, δεν είχα κάνει άλματα σε τραμπάλα. Και στην αρχή σου παίρνει, ουφ, κάνα δίμηνο; Όταν είσαι και αρχάριος με αρχάριο, δεν μαθαίνεις, το άλμα δεν μαθαίνεται εύκολα. Τρως γόνατα, τρως μέσες, πέφτεις ξανά μετά. Εδώ γεμάτο περιοστίτιδες το καλάμι... Και αυτό ήτανε το κυριότερο. Ο κυριότερος λόγος που μας είπε η σχολή: «Εσύ και εσύ και εσύ θα κάνετε τραμπάλα». Και μπορούσαμε να το συνδυάσουμε και με ακροβατικά με σώματα, σωματική ακροβατική… Οι πυραμίδες, οι άλλοι 2 ήτανε λίγο πιο γεροί, σκληρή βάση και είχανε πιο πολύ μυϊκό ιστό να μπορούμε να κάνουμε κάποια ακροβατικά με σώματα. Το συνδυάσαμε έτσι, τραμπάλα με ακροβατική, αυτό. Με τράβαγε πολύ και μια ακροβατική που λέγεται Banquine, στην οποία είναι δύο οι βάσεις, κρατάνε τα χέρια του σε σταυρό και δημιουργούν μία πλατφόρμα με τα χέρια και ο εναέριος, ο από πάνω, ο flyer, ανεβαίνει όρθιος στα χέρια, εκτελεί ασκήσεις ακροβατικής, όπως είναι στο τραμπολίνο και προσγειώνεται πάλι στα χέρια, σε καρπούς. Δηλαδή θέλει καρπούς τώρα μάστορα οικοδόμου! Θέλει πολύ δυνατούς καρπούς! Και αυτό ήταν κάτι που μου άρεσε ανέκαθεν. Ήτανε το νουμεράκι του Τσίρκου του Ήλιου στο Quidam που ‘χα δει στη βιντεοκασέτα όταν ήμουνα μικρός. Αυτό με είχε... Και αυτό κάνω και τώρα. Είναι λιγότερο επίπονο για τους από πάνω, για τους flyer. Και έχει μία αίσθηση, ρε παιδί μου, ότι σε κρατάει κάποιος από κάτω, ξέρεις ότι είναι εκεί ανά πάσα στιγμή, είτε προσγειωθείς με το κεφάλι, είτε προσγειωθείς με έναν αγκώνα, θα σου έχει την πλατφόρμα να σε κρατήσει. Είναι εκεί. Έχει μια ωραία αίσθηση ασφάλειας, γείωσης με τη γη και παράλληλα και με τον αέρα. Χρειάζεται μία απογείωση. Εγώ τουλάχιστον, επειδή είμαι γήινο άτομο, μ’ αρέσει το χώμα, η γη, ψάχνω πολύ αυτή την απογείωση. Είτε μέσω της ομάδας, είτε μέσω της τραμπάλας, που είχα το τραμπολίνο, σιγά-σιγά αυτά με το φόβο και την ηλικία μειώνονται και ψάχνεις αλλιώς την απογείωση. Το Γιν και το Γιάνγκ, ναι.

Κ.Π.:

Θυμάσαι κάποια στιγμή, εν μέσω κάποιου τραυματισμού ή κάποιας έτσι πολύ δυσάρεστης κατάστασης, να σκέφτηκες ότι: «Θέλω να τα παρατήσω;».

Κ.Α.:

Ναι. O τραυματισμός υπήρξε στο Tσίρκο του Ήλιου το '13. Επειδή ήτανε… Η τραμπάλα ήτανε πολύ επίπονη ειδικότητα και πολλές οι παραστάσεις που γινόντουσαν. Το '13 στο Ντένβερ, στο Κολοράντο έσπασα, είχα ένα διπλό κάταγμα στο οποίο έπρεπε να κάνω εγχείρηση τότε. Εκεί πέρασα 6 μήνες δηλαδή αρκετά καταθλιπτικούς μέχρι να επανέλθω. Γιατί είχα φύγει τελείως από την ομάδα, έπρεπε να πάω μόνος μου στο Μόντρεαλ, μετά πήγα στο Βερολίνο στους δικούς μου. Και αυτό στα 24 με έφερε αντιμέτωπο έτσι με… Δεν ήθελα να σταματήσω, αλλά ήτανε σκληρό ρε παιδί μου, ήταν δύσκολο. Το '16 θέλησα να σταματήσω την τραμπάλα, γιατί είχα γνωρίσει και τη Μάγια, με ενδιέφερε ο σύγχρονος χορός, η έκφραση του σώματος, με τράβαγε και προς τα εκεί αυτή η κατεύθυνση. Και το θέατρο, λίγο αργότερα, το σωματικό, ή το θέατρο με τις εικόνες πολύ. Εκεί άρχισα να το αφήνω το τσίρκο και πέρασα 1-2 χρόνια που είπα: «Δεν είμαι τσιρκολάνος! Είμαι, είμαι…». Δεν ήξερα τι ήμουνα, χορευτής, ακροβάτης. Στη συνέχεια επανήλθα πάλι στο τσίρκο. Ήρθα, μου ζήτησε ο Acrobarouf ο φίλος που δούλευε σε μία Γαλλική ομάδα, που ήμασταν πολύ ακροβάτες ήταν 20 άτομα. Χρειαζόταν αντικατάσταση μία ακροβάτισσα έγκυος και πήγα για 6 μήνες μαζί τους. Και εκεί έτσι ξαναονειρεύτηκα. Είδα πάλι τη δυναμική της ομάδας, τη δυναμική της ακροβατικής, αυτό το να είναι όλοι εκεί για να πιάσουνε κάποιον που πετάει στο τέταρτο, στο τέταρτο άτομο πάνω. Και έχει κάτι πολύ το ζωώδες ένστικτο και πολύ παράλληλα μια όμορφη κοινωνική προσέγγιση, που τη βρίσκεις στη σκηνή, τη βρίσκεις στις προπονήσεις, στην καθημερινότητα, στη ζωή, ναι.  

Κ.Π.:

Και μπορείς να μας περιγράψεις τη στιγμή που ένιωσες ότι ξεπέρασες τα όριά σου ή έφτασες πάρα πολύ ψηλά; Μέχρι που έχεις φτάσει; Πετώντας στον αέρα;

Κ.Α.:

Θα σου απαντήσω έτσι, θεωρώ ότι η απάντηση έχει 2 όψεις. Μικρός… Μικρός, μέχρι τα 25 μου, μέχρι τα 24, μέχρι τραυματισμό, έδινα πολλή βάση στην τεχνική, στο ύψος, στο περισσότερο. Εκεί άμα θέλεις από απόδοση πρωταθλητική έφτασα στο πιο ψηλό. Παρόλα αυτά έβλεπα πιο πολύ με παρωπίδες τα πράγματα. Σιγά σιγά άρχισα και με τη διασταύρωση με διαφορετικές τέχνες, παραστατικές κυρίως, να μου ανοίγουν οι ορίζοντες. Και να βλέπω και το σώμα του ακροβάτη σαν ένα εργαλείο διαφορετικής… Πολυδιάστατο, και πώς μπορεί να εκφράζει και να αγγίζει το κοινό, χωρίς απαραίτητα να χρειάζεται να το εντυπωσιάσει με το ακροβατικό του εγώ. Με το πιο πολύ, με το πιο δύσκολο, με το πιο, πιο, πιο... Οπότε θεωρώ ότι υπήρχε έτσι ένα απόγειο τότε των ανθρώπινων σωματικών μου ορίων όταν ήμουνα μικρότερος. Όσο μεγαλώνω, βλέπω ότι πας παραπέρα κάθε φορά που γνωρίζεις έναν άνθρωπο, σου αφήνει ένα λιθαράκι, είτε είναι αυτό κάτι πάνω στην τέχνη, είτε είναι κάτι διαφορετικό και αυτό μπορείς να το χρησιμοποιήσεις για να πας παραπέρα. Δηλαδή δεν σταματάει ποτέ αυτό. Είτε είναι τώρα που έχουμε κάνει παιδιά και αυτά με βοηθάνε σαν άνθρωπο. Και σαν καλλιτέχνη να βλέπω τα πράγματα πολύ πιο συνολικά, πολύ πιο σφαιρικά και αυτό βοηθάει πολύ. Κάνει την τέχνη σου κατευθείαν πιο ανθρώπινη, πιο προσιτή στον άλλον, να του μεταδώσεις ένα συναίσθημα, μία ανάμνηση, κάτι που θα τον αγγίξει, στο οποίο δεν χρειάζεται τελικά να είσαι ο τρομερός ακροβάτης. Αυτό είναι το ωραίο, ναι. Η φλόγα υπάρχει μέσα και ανά καιρούς ξέρεις φουντώνει. Οπότε χρειάζεσαι σωματικά αυτό να το εκτονώσεις, να κάνεις πάλι, να έχεις την επαφή με το ρίσκο. Αυτό μου έχει μείνει ακόμα, η επαφή με το ρίσκο, το ριψοκίνδυνο, που είναι κάτι σαν εθισμός, ας πούμε. Είναι άμα το έχεις βιώσει πολύ και με τα extreme sports είναι εθισμός κάπως. Οπότε αυτή η επαφή με το ρίσκο έρχεται και παρέρχεται, ανά στιγμές. Είναι σαν να θες να ξανανιώσεις, είναι σαν να θες ζωντανός πάλι, νομίζεις ότι δεν υπάρχει αυτό το ρίσκο στη ζωή, ότι δεν ζεις τη ζωή 100%. Έχει ηρεμήσει πολύ με την οικογένεια. Η ίδρυση οικογένειας, αυτό μετά στο συμπληρώνει διαφορετικά, θεωρώ.

Κ.Π.:

Ποια ήταν η αντιμετώπιση που είχες από το σχολείο, συμμαθητές, συμμαθήτριες, γιατί αναφέρθηκες σε μοναχική ζωή κατά την εφηβεία σου. Πως το βίωσες;

Κ.Α.:

Ναι. Ναι. Μικρός, στην παιδική ηλικία, πέρασα πολύ ωραία, πολύ ευχάριστη. Ήμασταν από τις τελευταίες γενιές, θεωρώ, που τη δεκαετία του '90 τη βιώσαμε σαν παιδιά. Και υπήρχε αυτό το ανέμελο, το παραέξω. Επειδή προφανώς η οικογένειά μου ήτανε και έτσι… Δεν ήταν μία μέση αστική οικογένεια, μερικές φορές μόνο υπήρχε αυτή η κατάκριση του διαφορετικού. Που θεωρώ πιο πολύ σαν παιδί η εικόνα που προβάλλουμε στον εαυτό μας εμείς την κατακρίνουμε πιο πολύ, γιατί προφανώς δεν έχουμε την αυτοπεποίθησή που έχει ένας ενήλικας αργότερα. Και σαν έφηβος, επειδή είναι και εκεί τότε λεπτές ας πούμε οι ενέργειες, η προσωπικότητα διαμορφώνεται, ανακαλύπτεις τα συναισθήματα, προφανώς πολλά δεν τα εξέφραζα και μικρός. Με έκανε λίγο να δημιουργήσω ένα φλοιό, ένα κέλυφος, στο οποίο μπορούσα, ήξερα ότι εκεί είμαι ασφαλής, ότι μπορώ να επιτεύξω τους στόχους μου και αυτό ανά καιρούς με έκανε μοναχικό. Φοβόμουνα το θηλυκό φύλο. Φοβόμουνα, γιατί εκεί κυρίως στις παραστάσεις -αυτό είναι το περίεργο- στις παραστάσεις οι κοπέλες, τα κορίτσια στην εφηβεία θέλανε να με προσεγγίσουνε [00:50:00]γιατί προφανώς βλέπανε έναν έφηβο που μπορούσε και έκανε αυτό και υπήρχε η μεγάλη εντύπωση που δημιουργούσε.

Κ.Α.:

Και εγώ ρε συ, 14 χρονών κρυβόμουνα πίσω από τα φουστάνια της μάνας μου. «Πάμε να φύγουμε, μπαμπά! Μετά ξεστήνουμε και φεύγουμε, δεν καθόμαστε!». Ξέρω εγώ υπήρχε αυτή η επαφή μέχρι τα 16-17, παρόλο που υπήρχαν προφανώς οι ορμές όπως κάθε αγόρι. Και στα 17 έκανα μία πρώτη προσέγγιση, μία πρώτη ψιλοσχέση με μία κοπέλα. Αλλά εντάξει δεν ήτανε ότι πέρασα πολύ μοναχικά, απλώς είχα αυτό το στόχο που και σαν ταύρος που είμαι, βάζω το στόχο μου και πάω εκεί. Υπήρχε πάντα η σχέση, κατά κάποιο τρόπο, και από τους φίλους, γιατί κρατάω κάποιους παιδικούς φίλους, οι οποίοι ήταν εκεί πέρα. Υπήρχε πάντα η αποδοχή από κάποια άτομα. Αλλά επειδή ακολούθησα κάτι πολύ ριζικό, κάτι ριζοσπαστικό, έφυγα. Δηλαδή ήμουνα σε Γυμνάσιο στην Ανθούπολη και είχα μαθηματικό, ο οποίος ήταν μαθηματικός του πατέρα μου. Τον είχε ο πατέρας μου, 60+. Τώρα… Τύπος που δεν σου έβαζε πάνω από 10 στα διαγωνίσματα. Άλλο που και εγώ ήμουνα σκράπας στα μαθηματικά, αλλά ξέρω ‘γω πρώτη λυκείου, δευτέρα λυκείου, εκεί που αποφάσισα να πάω Αθλητικό, ήτανε σε φάση «Μην τον πετσοκόβεις έτσι!». Είχε πάει ο πατέρας μου και του είχε πει: «Ρε συ δάσκαλε, αυτός θέλει να γίνει ακροβάτης! Δεν έχει σχέση τώρα με το να μπει πανεπιστήμιο...». Είναι που και η παιδεία στην Ελλάδα είναι μόνο παραπαιδεία, θεωρώ. Αν δεν πας φροντιστήριο, που να μπεις σε πανεπιστήμιο; Εγώ δεν το πέρασα αυτό. Δεν πέρασα αυτό το άγχος. Αυτό είναι ένα πολύ θετικό πρόσημο στο πως τελείωσα το σχολείο στην Ελλάδα. Είχα άλλα άγχη, είχα άλλες τέτοιες, αλλά αυτό με το άγχος των βαθμών, δεν το είχα. Και είναι κάτι που δεν θέλω να το δώσω και καθόλου στα παιδιά μου. Της αξιολόγησης. Και… Και για αυτό ήταν και μία μεγάλη επιλογή να φύγουμε και να πάμε Γερμανία και με τη γυναίκα μου. Ενώ μας άρεσε η Ελλάδα σαν, προφανώς, τοποθεσία, κλίμα και τα γνωστά. Είναι φοβερό. Παρόλα αυτά η παιδεία και η αποδοχή της διαφορετικότητας, είμαστε πίσω εδώ στην Ελλάδα. Αν δεν πας ας πούμε Αθήνα και μερικώς στην Αθήνα αν δεν είσαι σε κάποιους κύκλους, δεν… Τρως bullying. Εγώ όχι τόσο πολύ bullying. Και λίγο εγώ. Πιο πολύ ας πούμε η αδερφή μου που ήτανε διαφορετική. Την έκανε μετά να δημιουργήσει ένα κέλυφος, να είναι τόσο εσωστρεφής που, εντάξει, δεν τη βοήθησε καθόλου να βρει τον εαυτό της, για πολλά χρόνια.

Κ.Π.:

Και επειδή αναφέρθηκες σε άγχη, υπήρχε κάτι που σου προξενούσε φόβο; Ποιος ήταν ο μεγαλύτερος σου φόβος;

Κ.Α.:

Φόβος… Σαν παιδί εννοείς ή πιο μεγάλος;

Κ.Π.:

Και ενήλικος...

Κ.Α.:

Ενήλικος πιο πολύ; Προφανώς... Είχαμε ένα ρητό πριν ξεκινήσουμε μία παράσταση με τους Acrobarouf. Πώς το λέγαμε στα γαλλικά; Λέγαμε: «Ouf! Ouf! Ouf! Acrobarouf! Une chose importante: Pas de blessure, jusqu'à la fin!» Κάθε φορά που ξεκινάει μια παράσταση, ήταν οι συνθήκες ρε παιδί μου, μπορεί να υπήρχε τώρα 2.000 κόσμος έξω, να γινότανε βαβούρα, εμείς έπρεπε να μπούμε σε μια ψυχολογία πολεμιστή. Και λέγαμε πάντα, κάθε φορά πριν ξεκινήσουμε: «Το σημαντικότερο είναι να τη χαρούμε αυτή την παράσταση, γιατί το κάνουμε αυτό από χαρά, δεν το κάνουμε για να γεμίσουμε λεφτά τις τσέπες μας, ούτε για κάποια άλλη τέτοια. Να το χαρούμε, να μείνουμε ακέραιοι και να μην τραυματιστούμε μετά από αυτή την παράσταση». Οπότε το βασικότερο τέτοιο μέλημα ήταν ο τραυματισμός, ένα χτύπημα που να σε έβγαζε εκτός για αρκετό καιρό. Αυτή ήταν η κυριότερη φοβία. 

Κ.Α.:

Το βασικότερο δεν σας το είπα. Μικρός, και ακόμα μου έχει μείνει, είχα υψοφοβία! Φοβόμουνα τα ύψη! Κλασικό θυμάμαι τώρα στα Συχαινά πάνω, να ανεβαίνει η αδερφή μου, μικρότερη από μένα, μία σκάλα πάνω σε μία μουριά. Είχανε φτιάξει τότε, είχανε βάλει στρώμα πάνω στη μουριά, την είχανε κάνει κυριλέ. Και εγώ να μην μπορώ να ανέβω! Με μαγνητοσκοπεί η μάνα να ανεβαίνω τα σκαλοπάτια και να πετάω πισινό πίσω και να κοιτάω κάτω έτσι! Ήμουνα 7 χρόνων; Δεν ανέβαινα! «Θέλω!». Ξέρω ‘γω η Λητώ πάνω να έχει αράξει, να πίνει τη μόκα της, εκεί τον καφέ τον παιδικό. «Έλα Κρίτωνα! Έλα!». Και εγώ να είμαι σε φάση: «Ναι! Έρχομαι, έρχομαι και εγώ.» Και εγώ έβλεπα Power Rangers τότε, ήμουνα μαχητής... Σκατά μαχητής! Ανέβαινα και κώλωνα! Και έλεγα: «Δεν ανεβαίνω...». Και να έχω τα μάτια μες στο φόβο και να κατεβαίνω πάλι. Οπότε είχα υψοφοβία και επέλεξα αυτό το επάγγελμα. Πιστεύω πλέον ότι το επέλεξα για να νικήσω αυτό το φόβο! Να τον υπερνικήσω αυτόν το φόβο της υψοφοβίας! Ναι, ναι... Υπάρχουν ειδικότητες ακόμα στο τσίρκο που δεν τις αγγίζω. Π.χ. η εναέρια κούνια, η παραδοσιακή εναέρια κούνια των Ρώσων είναι αυτή που είναι και οικογένεια. Και στο Μεξικό ή, όχι στην Κολομβία, η Κούβα έχουνε κι εκεί και αυτοί παράδοση. Έχεις το δίχτυ κάτω, ανεβαίνεις με αερόσκαλες πάνω και φτάνεις σχεδόν στα 8 μέτρα. Είναι η πλατφόρμα 9 μέτρα και από τα 9 μέτρα ρε παιδί μου, πιάνεις την κούνια, υπάρχει ο απέναντι ο οποίος είναι αυτός που σε κρατάει, και εσύ ξεκινάς, φεύγεις και σε πιάνει. Γυρνάς εναέρια και φεύγεις. Όλα αυτά με το δίχτυ. Δεν ξέρω αν σας δίνω μία εικόνα με αυτό. Πάντως αυτό το έκανα 2 φορές. Πέρασα δηλαδή το ύψος, το υψόμετρο των 7 μέτρων και λέω: «Παιδιά δεν πάω παραπάνω!» Ακόμα και με δίχτυ, που δηλαδή σκας μία χαρά στο δίχτυ, δεν παθαίνεις κάτι. Δεν… Ήμουνα φοβισμένος πολύ με το ύψος. Ναι, αυτό ήταν μια φοβία που έχω. Προφανώς να χάσω τον προσανατολισμό μου και να πέσω σαν σακί με πατάτες. Αυτό επίσης. Τώρα άλλους ψυχολογικούς λόγους υπήρχαν, αλλά κατά περιόδους, δηλαδή έπαιζε πάντα ρόλο η ψυχολογία. Είτε είναι κλειστοφοβίες, είτε μικροπανικοί είναι, οι οποίοι σιγά-σιγά εντάξει, όταν αποδέχεσαι συναισθήματα ή βιώματα και αυτά, αυτά σιγά-σιγά σβήνουνε. Αλλά θέλει και κότσια αυτό, δεν είναι πάντοτε εύκολο. 

Κ.Π.:

Θυμάσαι κάποια στιγμή επί σκηνής, σε κάποια παράσταση, ένιωσες μία πολύ έντονη χαρά;

Κ.Α.:

Ναι. Έχουμε παίξει σε απίθανα μέρη. Ναι, μπορώ να πω ότι χαρά ένιωθα, ένιωθα σε πάρα πολλά μέρη ας πούμε πληρότητα. Ας πούμε μπορεί να είναι σε φεστιβάλ Γερμανίας, στη Βρέμη που είναι ένα φεστιβάλ που το διοργανώνουν καλλιτέχνες και έχει γίνει θεσμός πλέον. Οι μουσικοί της Βρέμης και είναι πολύ ωραίο φεστιβάλ και ο κόσμος, το κοινό, είναι πολύ δεκτικό. Δηλαδή γνωρίζει ότι ο καλλιτέχνης ζει από αυτό. Σου αφήνει καπέλο γενναιόδωρο, παρακολουθεί με μεγάλη προσοχή. Η παράσταση ακόμα και αν είναι έξω, λες και είναι σε θέατρο. Και μιλάμε τώρα για 2.500 χιλιάδες κόσμο. Τέτοιες φορές ας πούμε νιώθεις: «Ουάου» λες. «Βασιλικά ζεις ρε παιδί μου». Και λες «Λειτούργημα ρε παιδί μου». Όταν έρχεται ο άλλος και σου σφίγγει το χέρι, είτε θέλει να σου πάρει μία φωτογραφία είτε να σου πει: «Παιδιά, αυτό που κάνετε είναι φοβερή τέχνη. Με άγγιξε, με, με…», νιώθεις πληρότητα. Υπάρχουν και στιγμές που έχεις παίξει για 15 άτομα και 2 κουτάβια ξέρω γω. Και εκεί λες μετά από συνθήκες που έχεις κάνει τον κώλο σου σε ταξίδι, έχεις φέρει, έχεις στήσει, έχεις ξεστήσει, πρέπει να φύγεις, αυθημερόν να πας Παρίσι... Παρόλα αυτά το κάνεις, και λες και εκεί μόλις τελειώνει μία παράσταση που μπορεί να πήγε και χάλια λες: «Και αυτό αξίζει! Mετράει! Για αυτό δεν πειράζει. Το κάνουμε και γνωρίζουμε γιατί το κάνουμε», ας πούμε. Στην Παλαιστίνη, επίσης, όταν παίξαμε στη Ραμάλα, ήτανε συγκινητικό. Γιατί εκεί μιλάμε τώρα για 6.000 άτομα! Είχε γεμίσει το αρχαίο ανοιχτό αμφιθέατρο. Είχανε βγάλει γιγαντοοθόνη έξω και μας περιμένανε με πάρα πολύ -πώς να το πω;- με ανυπομονησία και λαχτάρα οι Παλαιστίνιοι. Το είχαν διοργανώσει με πολύ μεράκι εκεί οι ντόπιοι. Και ήτανε μεγάλη η ομάδα που είχε έρθει από την Γαλλία και αυτό ήταν πολύ συγκινητικό. Μπορώ να σας δώσω και βίντεο και κάποιες φωτογραφίες από αυτή την βραδιά. Έχουμε παίξει σε διάφορα μέρη. Στην Αλγερία, σε φεστιβάλ. Εθνικό Φεστιβάλ Θεάτρου, που είχε έρθει ο Υπουργός Πολιτισμού στη Μπεζάια. Είναι μία πόλη παραθαλάσσια από την απέναντι πλευρά απ’ την Ελλάδα, αντίστοιχα σαν και εμάς, μόνο που έχουν και πιθήκους εκεί πέρα! Βγάζουνε σταφίδες και αυτοί και διάφορα. Και ας πούμε, ναι, πολύ… Εκεί πολύ ανάμεικτα συναισθήματα, περίεργα, γιατί είναι και το καθεστώς που είναι, έχει στρατιωτικά κατάλοιπα. Οπότε πρέπει να είσαι και εσύ [01:00:00]συνοδευμένος από αστυνομία από, να σε συνοδεύουν παντού. Πήγαινες από πόλη σε πόλη και είχες από ένα νομό και σε έπαιρνε αστυνομικό και σε πήγαινε. Και ένιωθες, ρε παιδί μου: «Τι είμαστε; Καλλιτέχνες, Ψωροκαλλιτέχνες που ήρθαμε από την Ευρώπη...». Περίεργα συναισθήματα... Αυτό που θα ήθελα μία φορά να κάνω είναι να παίξω με τους Κλόουν Χωρίς Σύνορα! Να πάω είτε σε Βαλκάνια, είτε σε Αφρική, είτε και σε άλλες περιοχές. Αυτό θα ήθελα να το κάνω κάποια στιγμή. Ήμουνα στο τσακ να το κάνω 2 φορές, δεν προέκυψε. Και εκεί θεωρώ διαφορετικό λειτούργημα αυτό που κάνουμε. Παίρνει άλλη διάσταση, άλλη αμεσότητα. Είναι, οι συνθήκες είναι πολύ πιο δυσχερείς και πολύ πιο δύσκολες. Και θέλει και λίγο και νεύρα, αλλά και θέλει να έχεις μια σταθερότητα εκεί πέρα. Τουλάχιστον για μένα, γιατί πολλές φορές μπορεί να με πάρει πολύ αυτό το από κάτω και να ξέρεις ότι μπορείς να δώσεις μέχρι εκεί, ρε παιδί μου. Δίνεις αυτό που έχεις να δώσεις. Και αυτό πιστεύω ότι είναι μεγάλη πλήρωση, το να το κάνεις μπροστά σε άτομα που δεν έχουν πρόσβαση σε πολιτισμό. Αλλά σίγουρα είναι χαρά. Το κυριότερο είναι και χαρά και πολλές φορές είναι και ανάγκη να το κάνεις. Να πεις ότι πατάς, δηλώνεις ότι είσαι εδώ, είναι ένα πλαίσιο που μπορείς να εκφράσεις και να κάνεις γιατί υπό άλλες συνθήκες δεν μπορείς να το κάνεις αυτό στην κοινωνία. Θα σε κλείσουν μέσα. Αυτό είναι περίεργο πως έχει δημιουργηθεί. Πόσο λεπτές είναι εκεί οι ισορροπίες. Υπάρχει μερικές φορές πολύ λεπτή ισορροπία. Μιλάμε πολύ ε;

Κ.Π.:

Θα ήθελες να προσθέσεις κάτι άλλο; Κάποια άλλη ανάμνηση; Μία σκέψη; Εμπειρία;

Κ.Α.:

Κοίταξε, εμπειρίες ο καθένας τις δημιουργεί στη ζωή του, απλώς επιλέγοντας το δικό του μονοπάτι. Πιστεύω ότι… Εύχομαι στους ανθρώπους και αυτοί που θα με ακούσουν, αλλά και όσοι δεν με ακούσουν, αν καταφέρουνε να κάνουν αυτό που αγαπάνε, να το ακολουθήσουν και ίσως και να το κάνουν επάγγελμα και να βιοποριστούνε. Πιστεύω ότι επέρχεται μεγάλη πληρότητα στη ζωή και δεν περνάει η ζωή τους περιμένοντας τη σύνταξή τους ή περιμένοντας μια διαφορετική εκτροπή της ζωής. Θεωρώ ότι ναι, πρέπει να βρουν τα κότσια να το κάνουν! Να ακολουθήσουν αυτό που θέλουν, ακόμα και αν είναι τρελό. Όσο τρελό μπορεί να ακούγεται για την κοινωνία, για το πώς θα το κρίνει ο άλλος. Αν έχει ένα κίνητρο εσωτερικό που τον καθοδηγεί, αυτό είναι… Μπορεί να μετακινήσει και βουνά. Και αυτό εύχομαι και στις επόμενες γενεές. Ιδίως μέσα σε αυτό τον όχλο που υπάρχει, που δεν αφήνει εύκολα χώρο στο να βρει κάποιος τον εαυτό του. Έρχονται άνθρωποι στη ζωή, μπορεί να τους αποκαλέσεις δάσκαλους ή καθοδηγητές ή πνευματικούς οδηγούς, όπως θέλει ο καθένας. Και μπορείς να αντλήσεις μαθήματα και να πεις: «Τον ακολουθώ ή κρατώ κάποια πράγματα. Και με πάει αυτό». Θέλει και μία μικρή φιλοσοφία. Να το φιλοσοφήσεις και απλώς να πεις: «Μία ζωή υπάρχει. Λυτή που ζούμε τώρα, ας τη ζήσουμε με πληρότητα!». Ναι, αυτό. Λοιπόν, ευχαριστώ πολύ που με ακούσατε. 

Κ.Π.:

Ευχαριστώ πολύ εγώ.

Κ.Α.:

Να σου πω τώρα κι ένα άλλο τώρα. Στα 16 μου πήγα πρώτη φορά στο Μόντρεαλ. Φεύγω από Πάτρα μαζί με τον πατέρα μου. Με αφήνει Ελευθέριο Βενιζέλο και φεύγω, πάω Φρανκφούρτη και εκεί πρέπει να περιμένω 6 ώρες στο αεροδρόμιο. Εκεί έφαγα μία φρίκη, 16 χρονών, νόμιζα ότι ήμουν άρρωστος. Παίρνω τηλέφωνο: «Μαμά, μπαμπά, θέλω να επιστρέψω σπίτι!», ξέρω ‘γω. Μου λένε: «Πήγαινε σε ένα ιατρείο που έχει μέσα το τέτοιο». Έφαγα φρίκη. «Δεν θα τα καταφέρω! Πώς θα πάω εκεί στο Μόντρεαλ; Και αν δεν με περιμένουν αυτοί και χαθώ και μείνω;».  Έφερε τρικλοποδιές εκεί η ζωή. Αλλά τελικά, πήγα εκεί στο ιατρείο, με κοιτάξανε οι νοσοκόμες εκεί μου λένε: «Εντάξει δεν έχεις τίποτα, δεν έχεις πυρετό. Είναι πιο πολύ ο πυρετός του ταξιδιού...». Και έφτασα εκεί πέρα. Με περιμένανε. Τέλεια, όλοι ας πούμε και πήγε μία χαρά η φάση. Πάντως βλέπω στο μυαλό εκεί από μικρό παιδί μου με έβγαζε και μην έπαιζε τέτοια σενάρια, όπως σε όλο τον κόσμο. Αλλά μήπως η πραγματικότητα συγχέεται τελικά με αυτό που εσύ πιστεύεις; Πιστεύεις δηλαδή ότι δεν θα τα καταφέρεις και πως είναι ακατόρθωτο αυτό. Κι αν αποφασίσεις ότι δεν το ελέγχεις, ότι πήρες αυτή την απόφαση, έκανες τις κινήσεις σου και τώρα μπαίνεις στο χορό και το χορεύεις, σε πάει και σου φέρνει και ωραία δώρα... Σου φέρνει γαμώ τα δώρα! Αυτό ήταν έτσι ένα ωραίο ευτράπελο! Ποιο άλλο; Ευτράπελα πολλά! Και τότε με τους Acrobarouf να τρέχουμε τελευταία στιγμή, να νοικιάζουμε φορτηγάκια, να μην έχουμε τα κατάλληλα χαρτιά, να φύγουμε Παρίσι, να ξαναφύγουμε μετά, να επιστρέψουμε αυθημερόν, να παίξουμε σε άλλη παράσταση και πάλι! Και πολλές φορές έπαιζες με τα κόκκινα... Εντάξει είσαι και μικρός κι έχεις ρε παιδί μου ενέργεια, αλλά είσαι σε φάση: «Πως θα τα καταφέρουμε;». Και τελικά βρίσκεις άκρη φίλε και τα καταφέρνεις τελευταία στιγμή. Το Μόντρεαλ το είχα γνωρίσει, τη σχολή του Μόντρεαλ μας την είχε πει ανιχνευτής ταλέντων του Τσίρκου του Ήλιου στην Ουγγαρία, που είχαμε πάει να δούμε ένα φεστιβάλ Ουγγαρίας ένα χειμώνα. Με σπασμένο χέρι εγώ και είχαμε πάει, παρόλα αυτά. Και είχαμε γνωρίσει έναν ανιχνευτή ταλέντων και είχε πει ότι του Μόντρεαλ σχολή είναι top και αντίστοιχη υπάρχει και στο Βέλγιο μια πολύ καλή. Δεν ξέρω, θες να ρωτήσεις κάτι άλλο; 

Κ.Π.:

Όχι. Ευχαριστώ, τέλεια.