© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Η άνιση μάχη με τη δυσκολότερη κορυφή του κόσμου

Κωδικός Ιστορίας
10043
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Αντώνης Συκάρης (Α.Σ.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
26/02/2021
Ερευνητής/τρια
Σταύρος Βλάχος (Σ.Β.)
Σ.Β.:

[00:00:00]Είναι Παρασκευή 26 Φλεβάρη. Βρισκόμαστε στη Σταμάτα Αττικής. Λέγομαι Σταύρος Βλάχος. Το όνομά σας;

Α.Σ.:

Αντώνης Συκάρης.

Σ.Β.:

Ωραία, κύριε Συκάρη. Ευχαριστούμε για τη συνέντευξη. Σας συναντάμε πάλι μετά το Κ2. Θέλετε λίγο να μας πείτε πριν κάποια πράγματα για την αποστολή; Τι ήταν το Κ2 και γιατί ήταν δύσκολο;

Α.Σ.:

Το Κ2 είναι το δεύτερο ψηλότερο βουνό του κόσμου με 8.611 μέτρα, αλλά το δυσκολότερο βουνό πάνω απ’ τα 8.000 μέτρα. Είναι ένα βουνό, το οποίο μέχρι και τις 16 Γενάρη του 2021, κανείς ορειβάτης δεν είχε φτάσει στην κορυφή τον χειμώνα. Αυτό αποτελούσε μια πολύ μεγάλη πρόκληση για πολλούς καταξιωμένους ορειβάτες. Υπήρξαν προσπάθειες τα τελευταία τριάντα χρόνια από έξι μεγάλες αποστολές, συνήθως εθνικές αποστολές και όχι διεθνείς αποστολές, και που δεν τα είχαν καταφέρει. Φέτος -εννοώ το 2020- η Seven Summit Treks αποφάσισε να οργανώσει μία αποστολή για να προσπαθήσει το βουνό από διάφορους ορειβάτες από δεκαεφτά χώρες. Είχα την τιμή και τη χαρά να με καλέσει και εμένα ως μόνο Έλληνα. Αποδέχθηκα την πρόσκληση. Και έτσι, στις 20 Δεκέμβρη βρεθήκαμε στο Ισλαμαμπάντ του Πακιστάν δεκαεννιά ορειβάτες από τις δεκαεφτά χώρες και φτάσαμε με εσωτερική πτήση στη Skardu. Μείναμε και εκεί δύο μέρες. Γνωριστήκαμε και με τους υπόλοιπους. Πολλούς από αυτούς τους ήξερα από προηγούμενα βουνά, φυσικά. Και από εκεί ξεκίνησε ένα trekking, στην αρχή με αυτοκίνητο για οχτώ ώρες, σε δύσκολα σημεία, παράλληλα με ποτάμια και χωματόδρομους επικίνδυνους -γιατί ήταν χειμώνας με χιόνια, με πάγους-, με τζιπ. Φτάσαμε στο Γιάλου. Και από ‘κεί διανυκτερεύσαμε και ακολούθησαν άλλες τέσσερις, σύνολο πέντε, διανυκτερεύσεις μέσα στον παγετώνα Baltoro, που ήταν 120 χιλιόμετρα μέχρι να φτάσουμε στο base camp. Κινούμεθα σαν στρατός. Είχαμε περίπου εκατό porter μαζί μας που μετέφεραν, όχι μόνο τα προσωπικά μας αντικείμενα ή τα ομαδικά, αλλά μετέφεραν και τα τρόφιμα που θα καταναλώναμε στους δύο μήνες που θα μέναμε εκεί. Εκτός από εμάς υπήρχε ένας αρχηγός και ένας υπαρχηγός που έμεναν στο base camp και υπήρχανε και οι άνθρωποι που ήταν στην κουζίνα, εννιά Πακιστανοί και ένας Νεπαλέζος. Όλοι αυτοί κάθε μέρα που ήμασταν μέσα στον παγετώνα και στη διάρκεια του trekking, στήναμε τις σκηνές, μαγειρεύαμε, τρώγαμε, τα μαζεύαμε, τα φορτωνόμασταν και συνεχίζαμε, μέχρι και που φτάσαμε στις 26 Δεκέμβρη στο base camp στα 4.970 μέτρα. Οι συνθήκες κατά τη διάρκεια του trekking, αλλά και φυσικά όταν φτάσαμε στο base camp, ήταν πολύ σκληρές. Ο χειμώνας ήταν δριμύς. Είναι γνωστό για το πόσο δύσκολος είναι ο χειμώνας στην περιοχή του Baltoro, γιατί είναι αρκετά βόρεια, αλλά επίσης και στην ειδική περιοχή του Κ2. Δημιουργείται ένα μικροκλίμα και υπάρχουν θυελλώδεις άνεμοι και πολικές θερμοκρασίες. Έτσι, ήμασταν αναγκασμένοι να διανυκτερεύουμε και να βρισκόμαστε εκεί σε θερμοκρασίες -στο base camp εννοώ- από 19 μέχρι 29 υπό το μηδέν, καθ’ όλη τη διάρκεια του εικοσιτετράωρου. Ήταν σκληρές οι συνθήκες. Ήταν γεγονός ότι και στο trekking, αλλά και τις πρώτες μέρες, ήταν ένα σκληρό impact, μια αίσθηση που ακούστηκε μέσα μου. Σιγά σιγά, όμως, το ξεπέρασα, γιατί οπωσδήποτε βρισκόμουνα εκεί για έναν στόχο. Ήθελα πάρα πολύ να φτάσω στην κορυφή. Οπότε η επιθυμία μου αυτή με έκανε γρήγορα να συνηθίσω όλες αυτές τις συνθήκες και να προσαρμοστώ.

Σ.Β.:

Οπότε, φτάνετε στο base camp και βλέπετε το Κ2.

Α.Σ.:

Βλέπω το Κ2 και η πρώτη εικόνα του Κ2 προκαλεί αμέσως τα συναισθήματα του σοκ και δέος και ταυτόχρονα ότι αυτό το βουνό σίγουρα δεν μπορούμε να το κατακτήσουμε. Εκείνο μπορεί να κατακτήσει εμάς. Και εκείνο που θέλουμε είναι μόνο να μας επιτρέψει να φτάσουμε στην κορυφή του, να το επισκεφτούμε, όπως έγραψα και αργότερα, να το προσκυνήσουμε και άμεσα να αποχωρήσουμε απ’ αυτό. Έτσι και ξεκίνησε η δική μας η ιστορία. Εκείνο που έπρεπε να κάνουμε όλοι ήτανε να ξεκινήσουμε, να αρχίσουμε να ανεβαίνουμε σταδιακά.

Σ.Β.:

Πριν φτάσουμε εκεί, υπήρχε κάποια εκτίμηση για το ποσοστό επιτυχίας; Είχατε υπολογίσει περίπου;

Α.Σ.:

Ναι. Η αλήθεια είναι ότι το ποσοστό επιτυχίας αξιολογείτο περίπου στο 3%. Δεδομένου ότι κανείς δεν τα έχει καταφέρει, δεδομένου όλων αυτών το συνθηκών που ξέραμε, θα έπρεπε να είμαστε ρεαλιστές. Ξέραμε ότι το ποσοστό δεν μπορεί να είναι πάνω από το 3%. Αυτό, όμως, δεν εμπόδισε και εμένα προσωπικά και τους υπόλοιπους να προσπαθήσουν, όχι τόσο γιατί θα ήταν μία τρομερή εμπειρία ανεξαρτήτου αποτελέσματος, αλλά γιατί η πρόταση-πρόκληση για μένα, δεν θα μπορούσε αυτό να μην το αποδεχτώ και να μην προσπαθήσω. Είχα πει ότι αν δεν πήγαινα, θα με βασάνιζε σε όλη μου τη ζωή το ότι δεν προσπάθησα, δεν πήγα εκεί να κάνω την προσπάθειά μου. Και για αυτό το λόγο συμμετείχα. Και νομίζω ότι, όχι μόνο έκανα καλά, αλλά βγήκα πάρα πολύ ωφελημένος από όλο αυτό.

[00:05:00]

Σ.Β.:

Ωραία. Θα τα πούμε και στο τέλος αυτά. Πάμε λίγο στο χρονικό πάλι να μου αναλύσετε.

Α.Σ.:

Σωστό.

Σ.Β.:

Οπότε, φτάνετε εκεί κι ανεβαίνετε σταδιακά στα camp για εγκλιματισμό; Πώς είναι η…

Α.Σ.:

Ναι. Εκείνο που πρέπει να κάνουμε είναι να αρχίσουμε να εγκλιματιζόμαστε, να μπορέσουμε να προσαρμοστούμε, δηλαδή, στο μεγάλο υψόμετρο. Είναι η διαδικασία το rotation, δηλαδή του εγκλιματισμού. Και πρέπει να κάνουμε περίπου έξι ως οχτώ νύχτες πάνω από τα 6.000 μέτρα, σε δύο rotation και να ανεβαίνουμε και να κατεβαίνουμε. Αυτό το πετύχαμε με το πρώτο rotation. Μείναμε συνολικά τρεις νύχτες. Εγώ προσωπικά στο camp 1 στα 6.050 μέτρα. Και επέστρεψα πίσω. Υπήρξε ένα διάστημα που πάλι παραμέναμε εκεί, γιατί δεν έχεις και τη δυνατότητα πάντα να ανεβαίνεις, λόγω του ότι ο καιρός είναι χειμώνας και μικρά διαλείμματα καιρού υπάρχουν ως προς το να σου επιτρέψουν να ανέβεις επάνω. Και δεν μιλάω για την κορυφή. Ακόμα και για το camp 1 ή 2 πάλι ο καιρός είναι τόσο σκληρός και κακός, που δεν βρίσκεις πάντα το περιθώριο. Οπότε, υπάρχουν και διαστήματα που αναμένεις. Το δεύτερο rotation, το οποίο έγινε στο διάστημα από 12 έως 16 Ιανουαρίου, κατάφερα να φτάσω στο camp 2, που ήταν στα 6.600 μέτρα. Και ολοκλήρωσα τον εγκλιματισμό μου με συνολικά οκτώ μέρες και έξι διανυκτερεύσεις πάνω απ’ τα 6.000 μέτρα. Και ένιωθα πραγματικά πολύ δυνατός και εγκλιματισμένος και είχα προσαρμοστεί παρόλο τις πολύ, πολύ μεγάλες δυσκολίες που είχε το βουνό.

Σ.Β.:

Θέλετε λίγο να μας περιγράψετε τις συνθήκες που συναντήσατε και το τι ιδιαίτερο είχαν; Υπήρχε κρύο; Υπήρχε τι;

Α.Σ.:

Οι συνθήκες που υπήρχαν… Καταρχήν, ήταν το κρύο. Το πρώτο πράγμα το οποίο δεν σε άφηνε να ξεκουραστείς. Το κρύο δεν είχε μόνο το ότι, αν θα φορούσες ένα πουπουλένιο τζάκετ ή μία ολόσωμη φόρμα, που θα μπορούσες να προστατευτείς απ’ το κρύο. Το κρύο σού προκαλούσε την αφυδάτωση, την οποία έπρεπε να παίρνεις συνέχεια νερό, και σου προκαλούσε και τρομερά μεγάλη κούραση και εξασθένιση. Αυτά για να τα αντιμετωπίσεις, θα έπρεπε να τρως περισσότερο και να πίνεις, πράγμα που είναι δύσκολο, γιατί στο υψόμετρο, η έλευση του αέρα στο μεγάλο υψόμετρο σού αφαιρεί τη διάθεση και την όρεξη για να φας και να πιείς. Οπότε, πρέπει τότε να το κάνεις με το ζόρι, ας πούμε, να πιέζεσαι. Και αυτό πάλι είναι δύσκολο, γιατί το βουνό δεν είναι περπάτημα. Από το [Δ.Α. 00:07:49] base camp ξεκινάει σε παγωμένες ορθοπλαγιές, με κλίσεις από 45 έως 55 και πολλές φορές τοπικά και 60 μοίρες κλίση, που ‘ναι πολύ σοβαρή κλίση. Το τερέν είναι τελείως παγωμένο με water ice, δηλαδή παγωμένο νερό, νερόπαγος, ας το πούμε έτσι, το οποίο είναι πάρα πολύ αφιλόξενο και σκληρό ή blue ice, που είναι ο πιο σκληρός πάγος. Και από κει και πέρα υπάρχουν πολλά κομμάτια που είναι μικτά, δηλαδή έχουμε και πάγο και βράχο. Και πολλά βράχινα κομμάτια, τα οποία βράχινα έχουν επικαλυφθεί με το verglas, που είναι μία λεπτή στρώση από πάγο, που το σκαρφάλωμα το κάνει πάρα-πάρα πολύ δύσκολο. Σε όλες αυτές τις συνθήκες συν το κρύο, συν την εξουθένωση, είναι πολύ πολύ δύσκολο, ακόμα και αν φέρεις μαζί σου κάποιες σοκολάτες ή οτιδήποτε, κουράζεσαι, βαριέσαι. Δεν έχεις τη «διάθεση», θα έλεγα είναι η σωστή λέξη, να ανοίξεις την τσέπη σου και να βγάλεις να φας μία σοκολάτα. Την ώρα που την τρως, δεν τη θέλεις. Πρέπει πραγματικά να πιέσεις τον εαυτό σου να τη φας και αν την καταφέρεις και την καταπιείς, αμέσως φαίνεται η δύναμη, την οποία παίρνεις μέσα απ’ αυτό. Όλο αυτό είναι ένα παιχνίδι, το οποίο πραγματικά είναι δύσκολο, σε αυτές τις συνθήκες να μπορέσεις να μανατζάρεις την τροφή σου και το νερό σου και να μπορέσεις να παραμείνεις υγιής και δυνατός σε αυτό το περιβάλλον.

Σ.Β.:

Υπήρχε η σκέψη του: «Τι κάνω εγώ τώρα εδώ πέρα;» ή «Να εγκαταλείψω» ή «Δεν μπορώ άλλο»;

Α.Σ.:

Σαφώς υπήρχε αυτή η σκέψη και μπορώ να πω ότι αυτό έγινε από την πρώτη στιγμή. Την πρώτη νύχτα που βρισκόμουν στο trekking, από την πρώτη νύχτα, είχε 15 ή 14 υπό το μηδέν. Θυμάμαι άνοιξα τον υπνόσακό μου και μέσα σε μία θήκη βρήκα ένα μικρό φορμάκι από την οχτώ μηνών εγγονή μου με ένα μήνυμα που μου έγραφε ότι «Παππού, όταν θα γυρίσεις, θα ‘χω μάθει να κάνω αγκαλιές. Σε περιμένω, λοιπόν, για τη μικρότερη αγκαλιά του κόσμου». Μέσα σε αυτές τις συνθήκες και βλέποντας αυτό είναι πολύ λογικό να σκεφτείς: «Τι κάνω τώρα εγώ εδώ; Είμαι φυσιολογικός άνθρωπος; Γιατί το κάνω όλο αυτό; Γιατί βρίσκομαι εδώ;». Έπειτα, ο κίνδυνος της ζωής. Γνωρίζαμε και αυτό το γεγονός, ότι μπορεί κάποιος να χάσει τη ζωή του. Στο βουνό είχαν χαθεί ενενήντα, είχαν χαθεί ογδόντα εφτά άνθρωποι. Γενικά, αυτό το impact, μάλλον αυτό το κοντράστ, αν θέλετε, με το «Γιατί είμαι εδώ και γιατί δεν είμαι πίσω στην κανονική ζωή, σε αυτές τις [00:10:00]τόσο δύσκολες συνθήκες;» υπήρχε συχνά. Αλλά, απ’ την άλλη μεριά, υπήρχε η διάθεση να φτάσω στην κορυφή. Ήξερα γιατί βρίσκομαι εδώ και μπορούσα και το επικάλυπτα όλο αυτό. Και για αυτόν τον λόγο νικούσα, αν θέλετε, τον υπόλοιπο εαυτό μου, την άλλη φωνή, που μου ‘λεγε: «Γύρνα πίσω στην κανονική ζωή». Και παρέμενα εκεί σε όλο αυτό που ήθελα τόσο πολύ.

Σ.Β.:

Ωραία. Οπότε, πάμε στα γεγονότα τώρα, τι γίνεται, τι ακολουθεί.

Α.Σ.:

Στις 16 Γενάρη, την ημέρα που οι δέκα Σέρπα κατάφεραν να γράψουν με χρυσά γράμματα την ανάβασή τους στην παγκόσμια ιστορία της ορειβασίας και γενικά ένα παγκόσμιο γεγονός, ήταν καταπληκτικοί. Κατάφεραν να φτάσουν στην κορυφή. Βρήκαν ένα παράθυρο καιρού και το πέτυχαν. Εκείνη την ίδια μέρα, εγώ κατέβαινα μαζί με τους συντρόφους μου από το camp 2 στο camp 1 και εν συνεχεία θα έφτανα στο base camp. Κατά τη διάρκεια της κατάβασής μου από το camp 1 προς το base camp σταμάτησα σε ένα πλατό, στο Japanese camp να πάρω τηλέφωνο τον γιο μου να ρωτήσω εάν έφτασαν οι Σέρπα, που ήξερα ότι έχουν φύγει από το πρωί στην κορυφή. Εκείνη τη στιγμή που του μιλούσα βλέποντας την ανατολική ορθοπλαγιά, αυτή την παγωμένη που σκαρφαλώνουμε, είδα κάποια -άκουσα έναν θόρυβο και εν συνεχεία- είδα κάποια αντικείμενα να πέφτουν. Και όπως κρατούσα το ακουστικό και -μάλλον τη συσκευή τη δορυφορική στο αυτί μου- βλέπω ένα σώμα να κατρακυλά με απίστευτη δύναμη προς τα κάτω και ταχύτητα. Και φωνάζω: «Ωωωω! Πάει, πάει, πάει, πάει! Ο Ματία είναι! Ο Ματία είναι!». Ξεχνώ ότι μιλάω στον γιο μου. Εκείνη τη στιγμή ο γιος μου, επίσης, έχει βάλει ανοιχτή ακρόαση με τη μαμά του, με τη γυναίκα μου, και ακούει και εκείνη. Και χωρίς να καταλάβω ότι του μιλάω, περιγράφω το τι βλέπω, μέσα σε μία τρομερή αγωνία για το τι θα γίνει με αυτόν τον άνθρωπο νομίζοντας ότι είναι ο Ιταλός, ο Ματία. Κατρακύλησε κάτω. Πήρα τηλέφωνο στο γουόκι-τόκι τον αρχηγό της αποστολής και του είπα τι έγινε. Αυτός μου είπε: «Ηρέμησε. Τρέξε γρήγορα κάτω να δεις τι ακριβώς έχει συμβεί και ποιος είναι». Και άρχισα μετά να χρησιμοποιώ τα σχοινιά κάνοντας rappel για να πάω όσο γίνεται πιο γρήγορα στον άτυχο ορειβάτη, που νόμιζα ότι ήταν ο Ματία. Στην κάθοδό μου, όμως, άκουσα από άλλον ασύρματο τον Άλεξ με την Ταμάρα που είχαν φτάσει -γιατί ήτανε πιο κοντά αυτοί, είχαν προηγηθεί- να λέει στον ασύρματο, στο κοινό δίκτυο, ότι δεν είναι ο Ματία, αλλά είναι ο Σέρτζι ο Ισπανός, ο αρχηγός. Απόρησα γιατί λέω: «Ο Σέρτζι τόσο έμπειρος να φύγει; Πώς έγινε αυτό το πράγμα;». Και μετά άκουσα από τον Άλεξ να λέει μέσα, να λέει: «Sergi, please stay with us. Please stay with us. We are all together to you». Κατάλαβα ότι τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Και σε δεκαπέντε περίπου λεπτά από τη στιγμή που είχα μιλήσει στον ασύρματο στον αρχηγό είχα φτάσει κοντά του. Πράγματι ανέπνεε λίγο, αλλά ήτανε πολύ χτυπημένος, πρόσωπο. Το υπόλοιπο σώμα ήταν μέσα στη φόρμα του κουλουριασμένος. Φαινόταν ότι είχε υποστεί σοβαρά κατάγματα. Εκείνη τη στιγμή προσπαθούσαμε να φέρουμε ένα ελικόπτερο απ’ τον πακιστανικό στρατό, γιατί εκεί πετάει μόνο ο πακιστανικός στρατός. Αυτό δεν ερχόταν, είπε την άλλη μέρα. Κάλεσα το γιο μου και τον παρακάλεσα να τηλεφωνήσει τώρα στην Global Rescue που είμαι ασφαλισμένος εγώ, μια αμερικανική εταιρεία, που θα έστελνε ελικόπτερο πάλι απ’ τον πακιστανικό στρατό, φυσικά. Αυτοί καθυστερούσαν. Υπήρχαν διατυπώσεις εκεί. Και μετά από λίγο, ενώ ήμασταν πάλι πάντα πάνω από τον Σέρτζι, διαπιστώσαμε ότι σταμάτησε να αναπνέει και ότι είχε πεθάνει.

Σ.Β.:

Απλά ανέπνεε ή μίλησε, είπε κάτι;

Α.Σ.:

Όχι. Δεν μίλησε ποτέ ούτε είχε τις αισθήσεις του, σε καμία περίπτωση. Απλώς καταλαβαίναμε ότι ελαφρά ανέπνεε και ότι μετά από 10-15 λεπτά σταμάτησε και η αναπνοή του. Οπωσδήποτε αυτό μας σοκάρισε. Ήμασταν εκεί περίπου έξι άτομα. Υπήρχε… Ήταν συγκινητικές στιγμές. Αγκαλιαζόμασταν. Κλαίγαμε όλοι μαζί. Αργότερα περιμέναμε να έρθει ο γιατρός από το base camp, ο Τόμας ο Σλοβένος, που είναι στην ομάδα μας. Αυτός ήρθε πάρα πολύ γρήγορα. Άντι για τρεις ώρες έκανε περίπου μία ώρα και κάτι για να φτάσει. Θυμάμαι ότι με το που έφτασε, έκανε ένα έτσι για να αποφύγει κάτι πάγους που υπήρχαν που εμπόδιζαν την πρόσβαση σε αυτόν. Και τον κοιτάγαμε όλοι με αγωνία. Έφτασε εκεί. Έβαλε τα δύο του πόδια πάνω από το σώμα του άτυχου Σέρτζι. Έσκυψε κάτω. Προσπάθησε να ακούσει αν υπάρχει κάποιο ίχνος ζωής. Εμείς τον κοιτάγαμε περιμένοντας να δούμε, να μας πει κάτι ελπιδοφόρο, κάτι το οποίο... μήπως ζει, μήπως μπορούμε να τον προλάβουμε, μήπως μπορούμε να κάνουμε κάτι για αυτόν. Αλλά, σήκωσε το κεφάλι του και μας είπε ότι: «No option. Finish». Και οπωσδήποτε ήτανε το τέλος.  [00:15:00] Μετά τον δέσαμε με κάτι σχοινιά για να τον κάνουμε, έτσι, για να μπορούμε να μεταφέρουμε σε ένα στρώμα. Τον πήγαμε λίγο παρακάτω που υπήρχε μία σκηνή εκεί απ’ το A.B.C. και αρχίσαμε να επιστρέφουμε προς τα πίσω. Θυμάμαι ότι στη διαδρομή ρώτησα τον γιατρό, τον Τόμας: «Εάν ερχόταν ελικόπτερο άμεσα, θα μπορούσαμε να τον σώσουμε;». Και μου απάντησε: «Όχι. Καμία περίπτωση. Το σώμα του είναι κατεστραμμένο, είναι σαν τζελ από τα ατελείωτα χτυπήματα που δέχτηκε κατά την κάθοδό του». Αργότερα, την άλλη μέρα, ήρθε ελικόπτερο και τον πήρε. Τον μεταφέρανε μάλλον οι Σέρπα και όλοι μαζί στο base camp. Και απ’ το base camp την άλλη μέρα ήρθε ελικόπτερο και τον πήρε, να τον επιστρέψει πίσω στην οικογένειά του στην Ισπανία. Αυτό ήταν ένα δραματικό γεγονός. 

Σ.Β.:

Σκεφτήκατε ίσως εκεί πέρα να εγκαταλείψετε, ίσως να κάνετε κάτι άλλο, βλέποντας έναν σύντροφό σας να πεθαίνει;

Α.Σ.:

Ναι. Οπωσδήποτε σκέφτηκα… Όχι μόνο εγώ, αλλά και οι υπόλοιποι... Υπήρχε μια βουβαμάρα, μία παγωμάρα για τουλάχιστον είκοσι τέσσερις ώρες την επόμενη μέρα. Η θέση του ήταν άδεια, εκεί που καθότανε. Ένας καταπληκτικός άνθρωπος, πολύ έμπειρος, με έντεκα κορυφές πάνω από 8.000 μέτρα. Αναρωτιόμασταν όλοι: «Μα πώς έγινε αυτό; Τι πήγε στραβά;». Και οπωσδήποτε υπήρξε μια συζήτηση για τη δική μας συνέχιση. Τώρα, να βλέπεις να χάνεται ένας άνθρωπος τόσο έμπειρος, αρχηγός της αποστολής, είναι πολύ λογικό να σκεφτείς ότι μπορεί να σου συμβεί και σε σένα και ότι αυτό που φανταζόσουν ότι μπορεί να γίνει, έγινε. Άρα, μπορεί να ξαναγίνει. Άρα, εδώ είμαστε σε μία πάρα πολύ επικίνδυνη περιοχή και ότι ο θάνατος ίσως να ξαναχτυπήσει.  Αυτό κράτησε για σαράντα οχτώ ώρες. Δεν υπήρχε καμία συζήτηση για το τι θα κάνουμε μετά. Όλοι ήμασταν σε περισυλλογή. Και μετά από σαράντα οχτώ ώρες, έπρεπε να ερωτηθούν όλοι αν θα συνεχίσουν ή όχι. Έγινε αυτό και η πρόθεση ήταν όλων να συνεχίσουμε την αποστολή. 

Σ.Β.:

Γιατί, όμως, το κάνατε αυτό; Απ’ τη στιγμή που βλέπετε έναν κοινό σύντροφο και μου λέτε ότι ο θάνατος υπάρχει— 

Α.Σ.:

Ναι.

Σ.Β.:

Εκείνη τη στιγμή - δεν ξέρω- ίσως αρνείσαι ότι αυτό μπορεί να συμβεί και σε μένα; Πώς είναι η σκέψη εκείνη τη στιγμή και παίρνεις την απόφαση να συνεχίσεις;

Α.Σ.:

Αυτό είναι πολύ σωστό. Στην πραγματικότητα αυτό που εγώ σκέφτομαι συνέχεια είναι αυτό ακριβώς, γιατί το έχω εξετάσει στον εαυτό μου, ότι «Αυτό δεν θα συμβεί σε μένα». Η υπερβολική αισιοδοξία; Η υπερβολική -η υπερβολική- η αίσθηση της εμπειρίας που σου δίνει μία αυτοπεποίθηση και ξέρεις ότι θα αποφύγεις το τυχόν λάθος;  Παίζει, όμως, και ρόλο και η τύχη πολλές φορές. Δεν είναι μόνο το να είσαι προσεκτικός και να είσαι έμπειρος. Ο παράγοντας τύχη όταν ρισκάρεις έχει και αυτός τη σημασία του. Το γιατί έχει να κάνει με την αγάπη να φτάσεις στο βουνό και στον στόχο και ότι δεν πρέπει να παραιτηθείς γιατί συνέβη αυτό και ότι πλέον θέλεις να ανέβεις και για αυτόν και να αφιερώσεις την κορυφή και σ’ αυτόν. Κοιτάχτε, είναι συναισθήματα τα οποία ο καθένας τα εξηγεί διαφορετικά. Για μένα αυτό που είπατε πριν είναι πάρα πολύ σωστό, γιατί έχω κάνει και εγώ ερώτηση βαθιά μέσα μου. Νιώθω αυτό. Και εύχομαι αυτό να με συντροφεύσει και στην υπόλοιπή μου ζωή, δηλαδή ότι έχω αυτοπεποίθηση στον εαυτό μου και πιστεύω ότι σε μένα δεν θα συμβεί. 

Σ.Β.:

Ωραία. Άρα, παίρνετε την απόφαση και συνεχίζετε. Πώς εξελίσσεται η αποστολή μετά; 

Α.Σ.:

Από ‘κείνη την ημέρα και μετά, στις 17 Γενάρη, προσπαθούμε και ψάχνουμε να βρούμε ένα παράθυρο καιρού, για να μπούμε πια στην τελική προσπάθεια, ώστε να προσπαθήσουμε και εμείς για την κορυφή. Δυστυχώς, υπάρχουν πολλές ημέρες που φαίνονται καλές, αλλά είναι μόνο μία. Εμείς χρειαζόμαστε τουλάχιστον δύο ή τρεις ημέρες, προκειμένου να είναι καλός ο καιρός, για να φτάσουμε στην κορυφή. Μία μέρα δεν αρκεί, γιατί δεν μπορείς να φτάσεις στο camp 4 -ή στο camp 3 μάλλον- με κακό καιρό. Πρέπει να είναι καλός ο καιρός, για να φτάσεις εκεί ή τουλάχιστον να ‘ναι ντεμί.  Αλλά, ο καλός καιρός πρέπει να είναι την ημέρα που θα φύγεις απ’ το camp 3 να πας στην κορυφή και να γυρίσεις. Και αυτό πρέπει να ‘ναι και μία ακόμα μέρα, μήπως αργήσεις και όλα αυτά. Αυτό δεν συμβαίνει. Κάθε φορά που βλέπουμε ένα παράθυρο πλησιάζοντας η ημέρα, ο καιρός, δύο μέρες πριν χαλάει. Και έτσι, αναβάλλουμε συνέχεια την εκκίνησή μας. Κάποια στιγμή, επειδή βλέπω ότι η Seven Summit Trek επιθυμεί να ξεκινήσει με ένα τριήμερο παράθυρο εξαιρετικού καιρού, που σημαίνει όπως είχαν και οι Νεπαλέζοι, οι Σέρπα, αποφασίζω να συνεργαστώ με την άλλη ομάδα των τριών ανθρώπων, τον Αλί Σαντπάρα, τον γιο του και τον Τζον Σνόρρι απ’ την Ισλανδία, να πάω μαζί τους, γιατί είπα ότι εγώ θα πάω και με περισσότερο αέρα, και με 30 χιλιόμετρα και με 60 υπό το μηδέν. Θέλω να ανέβω στο βουνό. Αν εκείνοι τελικά δεν βρεθεί ποτέ αυτό το παράθυρο να πάω με αυτούς.  Και πράγματι, στις 25 Ιανουαρίου πηγαίνω. Αποφασίζω να πάω μαζί τους για να φτάσουμε camp 2 με μία και camp 3 και στην κορυφή. Όμως… το ραντεβού μας στις 21:00 το βράδυ να ξεκινήσουμε για ολονύχτια ανάβαση μαζί με τα τρία αυτά άτομα, [00:20:00]που τους εκτιμούσα και τους αγαπούσα πάρα, πάρα πολύ. Πολύ σπουδαίοι άνθρωποι. Ο Αλί Σαντπάρα είναι ο θρύλος -ήταν ο θρύλος- της ορειβασίας σε διακόσια εκατομμύρια Πακιστανούς. Τελικά, αποφάσισα να μην πάω, για τον λόγο του ότι ο Κώστας ο Γαβριήλ, ο μετεωρολόγος μας, μου είπε ότι θα χαλάσει πάλι ο καιρός. Θα συμβεί αυτό που λέγαμε πριν, δηλαδή. Και αυτό που βλέπεις τώρα τρεις μέρες πριν, στη μία μέρα μάλλον ξαναχαλάει. Έτσι φαίνονται η τάση. Και δεν πήγα.  Και βεβαίως έτσι έγινε και οι άνθρωποι αυτοί έφτασαν στο camp 3. Ταλαιπωρήθηκαν αρκετά. Επέστρεψαν πάλι πίσω. Με τα πολλά, βλέπουμε ένα παράθυρο που φαίνεται να είναι στις 4 με 5 Φεβρουαρίου και αποφασίζουμε στις 2 Φεβρουαρίου να ξεκινήσουμε για την τελική προσπάθεια. Το σχέδιό μας προέβλεπε στις 02:00 να είμαστε στο camp 1, στις 03:00 στο camp 2, στις 04:00 στο camp 3 και την ίδια νύχτα να ξεκινήσουμε για την κορυφή, ώστε την 5η Φεβρουαρίου το πρωί να βρισκόμαστε στην κορυφή. Η πρόβλεψη του καιρού δεν ήταν σαφώς όπως η 16η Ιανουαρίου. Ήταν χειρότερη. Έδινε 48 υπό το μηδέν και ταχύτητα ανέμου γύρω στα 20 χιλιόμετρα. Όμως, αποφασίσαμε να πάμε, γιατί δεν θα βρίσκαμε άλλη ευκαιρία. Ξέραμε ότι μετά τις 10 Φεβρουαρίου χαλάει πλέον ο καιρός από τα προηγούμενα χρόνια πάρα πολύ, με έντονες χιονοπτώσεις. Οπότε, αυτό ήταν το τελευταίο μας παράθυρο και η μόνη περίπτωση να φτάσουμε στην κορυφή. 

Α.Σ.:

Ξεκινήσαμε δεκατέσσερα άτομα που είχαμε μείνει από τους δεκαοχτώ, γιατί ο Σέρτζι είχε χάσει τη ζωή του και τρεις είχαν αποχωρήσει. Δεκατέσσερα άτομα εμείς και οι τρεις της άλλης ομάδας που είπαμε, να φύγουμε για το camp 1 και ούτω καθεξής. Φτάσαμε στο camp 1. Είχαμε ένα χρονικό περιορισμό προκειμένου να φτάσουμε το αργότερο σε οχτώμιση ώρες, γιατί αν κάναμε περισσότερο, εννιά, εννιάμιση, δέκα, δεν θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε, λόγω του ότι δεν ήμασταν ικανοί από δυνάμεις να συνεχίσουμε παραπάνω, που θα ήταν ακόμα πιο δύσκολα. Υπήρχε ένα time cap που είχανε θέσει οι άνθρωποι εκεί και καλώς το είχανε κάνει. Δεν σου απαγόρευε κανείς. Ό,τι ήθελε ο καθένας έκανε. Αλλά από αυτό θα μπορούσες να κρίνεις, αν είσαι σε θέση να συνεχίσεις. Πράγματι, και οι δεκατέσσερις φτάσαμε στο camp 1. Αλλά, την επόμενη μέρα, επειδή -εγώ έφτασα πρώτος και απ’ τους δεκατέσσερις σε εφτά ώρες και πενήντα πέντε λεπτά -επειδή, λοιπόν, οι άλλοι είχαν κάνει δέκα και έντεκα ώρες, πέντε από εμάς τους δεκατέσσερις, αποφάσισαν να γυρίσουν μόνοι τους στο camp 1 και να μην συνεχίσουν. Εμείς οι εννιά συνεχίσαμε στο camp 2 την επόμενη μέρα με πολύ δύσκολες συνθήκες. Kουβαλούσα τα πάντα μαζί μου: υπνόσακο, υγραέρια, φιάλες, αυτά, συσκευές υγραερίου, πάρα πολλά πράγματα. Είχα αρκετό, βαρύ φορτίο.  Δεν θα ξεχάσω τη στιγμή που μεταξύ camp 1 και camp 2 ήταν πολύ δύσκολη η ανάβασή μου λόγω του φορτίου, του κρύου, αλλά και του ανάγλυφου -γιατί και πάλι είχαμε βράχια βεργκλασωμένα, τα οποία έπρεπε συνεχώς να σκαρφαλώσεις. Τηλεφώνησα στο γιο μου και του είπα ότι είμαι πολύ κουρασμένος. «Πρώτη φορά νιώθω τόσο πολύ κουρασμένος. Πώς θα το ξεπεράσω; Θέλω να φτάσω στην κορυφή. Πρέπει από μέσα μου να βρω δυνάμεις για να μπορέσω να συνεχίσω». Και τότε μου είπε κάποια λόγια, τα οποία πραγματικά μου έδωσαν απίστευτη δύναμη και ώθηση, ότι «Είσαι ο μεγαλύτερος εκεί. Είσαι ο πιο έμπειρος. Μπορείς. Σκέψου ότι αυτή τη στιγμή σε παρακολουθεί χιλιάδες κόσμος από την Ελλάδα. Υπάρχουνε χιλιάδες μηνύματα που σου στέλνουνε». Πραγματικά συγκινούμαι και τώρα που το λέω αυτό. Είναι απίστευτο να μπορέσεις να παίρνεις ένα τέτοιο μήνυμα από το παιδί σου και να ξέρεις ότι όλη η Ελλάδα σε παρακολουθεί. Αυτή, το «όλη η Ελλάδα σε παρακολουθεί» είναι μαγικό. Πραγματικά αφαίρεσε από πάνω μου οτιδήποτε ένιωθα. Με μεταμόρφωσε εκείνη τη στιγμή. Η διάθεσή μου άλλαξε άρδην και έφυγα κατευθείαν για το camp 2 χωρίς να καταλαβαίνω τίποτα.  Είναι αυτό που είπα ότι είναι... Εκεί κατάλαβα οι αθλητές που παίζουν με εξέδρα και χωρίς εξέδρα ποια είναι η διαφορά. Είναι τρομερό αυτό το πράγμα. Το ένιωσα και εγώ. Και ευχαριστώ και πάρα πολύ τον κόσμο για αυτό που έκανε για μένα. Και κατάφερα να φτάσω στο camp 2. Μείναμε εκεί το βράδυ. Πάρα πολύ κρύο. Τέσσερα άτομα σε μια σκηνή. Δύσκολες συνθήκες. Περιμέναμε να ξημερώσει και να βγει και καλά ο ήλιος μπας και νιώσουμε λίγο καλύτερα. Από κει έπρεπε να περάσουμε το Σεμ. Είναι ένα πολύ δύσκολο αναρριχητικό, 20 μέτρα, λούκι, κανάλι -καμινάδα είναι το σωστό- σε πάγο και βράχο. Πάρα πολύ δύσκολο!

Α.Σ.:

Να το ξεπεράσουμε και από κει μετά να σκαρφαλώνουμε ατελείωτα μέχρι το camp 3 για δέκα ώρες σχεδόν -όχι δέκα, εφτά, για οκτώμισι ώρες με εννιά περίπου- να φτάσουμε στο camp 3, με πολύ δύσκολα σημεία και με πολύ φορτίο και μεγάλο υψόμετρο. Από τα 6.600 φτάσαμε στα 7.440.  Είχε νυχτώσει πια. Πλησιάζαμε στο camp 3. Έβλεπα ότι εκεί πάνω πρέπει να βρίσκεται. Όπως κοιτούσα το πεδίο, κατάλαβα πού βρίσκεται. Και πράγματι φτάνοντας στο camp 3, είχε νυχτώσει. Ήταν 18:30 η ώρα το βράδυ. Έκανε πολύ κρύο. Δεν είχα θερμόμετρο, αλλά η πρόβλεψη έδινε από 39 έως 41 υπό το μηδέν. [00:25:00]Δεν είχε αέρα αλλά έκανε πάρα πολύ κρύο. Και εκεί δυστυχώς διαπιστώσαμε ότι δεν υπήρξαν τέντες αφημένες κάτω για να τις στήσουμε όπως περιμέναμε να είχανε αφήσει απ’ την προηγούμενη φορά οι Σέρπα. Και αναγκαστήκαμε να βρισκόμαστε έξω. Υπήρχε μία σκηνή της Ταμάρα, που ήταν μέσα και υπήρχε και άλλη μία σκηνή της Seven Summit Trek, που είχαν και εκεί δύο-τρία άτομα από μας, που είχανε προηγηθεί. Δεν υπήρχε άλλη σκηνή. Όλοι οι υπόλοιποι, που ήμασταν εμείς και οι Σέρπα, ήμασταν απ’ έξω, ψάχναμε να βρούμε μες στο χιόνι, μήπως βρούμε τις σκηνές. Δεν βρίσκαμε τίποτα. Η ώρα περνούσε. Έμεινα περίπου πενήντα λεπτά σε αυτήν τη θερμοκρασία σχεδόν ακίνητος, με αποτέλεσμα να αισθανθώ ότι τα πόδια μου πονάνε. Ειδικά τα δάχτυλα των ποδιών μου πάρα πολύ. Και επειδή γνωρίζω πώς είναι το κρυοπάγημα κατάλαβα ότι ξεκινάει η διαδικασία του κρυοπαγήματος. Αυτό με επηρέασε σημαντικά. Προσπάθησα να βρω να μπω σε μία από τις τρεις σκηνές της Ταμάρα. Είχε έρθει και ο Πακιστανός με το γιο του και στήσαν τη σκηνή και τρυπώσαν όλοι μέσα. Αυτοί θα ‘ταν τρεις. Μπήκαν εφτά-οχτώ άτομα. Είχαμε τρεις σκηνές και μία τέταρτη που φέρανε κάποιοι Σέρπα, για να τοποθετηθούν τόσοι πολλοί άνθρωποι. Ήμασταν σε κάθε σκηνή εφτά-οχτώ άτομα μέσα ενώ η σκηνή είναι για δύο, το πολύ τρεις. Παρά ταύτα, έμεινα απ’ έξω ως τελευταίος, αν θέλετε. Δεν μπήκα μέσα. Ζητούσα από κάθε σκηνή να μου αφήσουν να μπω μέσα. Δεν το έκαναν γιατί δεν υπήρχε χώρος. Τελικά σε μία σκηνή τρύπωσα. Μπήκα μέσα. Άνοιξα τα παπούτσια μου. Προσπάθησα να δω τι γίνεται, να καταλάβω τι συμβαίνει με τα πόδια μου. Υπήρχανε δύο Σέρπα. Υπήρχε και ο Νοέλ ο Ιρλανδός μαζί μου εκεί και ο Γερμανός. Μου είπε ότι «Τα πόδια σου είναι σε άσχημη κατάσταση. Δεν πρέπει να συνεχίσεις γιατί θα έχεις σοβαρά προβλήματα».  Το ήξερα και εγώ, βέβαια, αυτό, το καταλάβαινα. Αλλά, προσπαθούσα να τρίψω τα πόδια μου μήπως τα συνεφέρω, να βάλω άλλες κάλτσες, γιατί παίζουν ρόλο κι οι κάλτσες, και να συνεχίσω. Δεν είχε κάνεις την επιθυμία να συνεχίσει λόγω του πολύ κρύου και αυτό εντάθη από τη στιγμή που μας είπε από κάτω ο αρχηγός Οντάβα ότι έχουμε πάλι αλλαγή του καιρού. Το 48 θα γίνει 65 γιατί ο αέρας από 10 θα φτάσει 30 και ότι είναι θερμοκρασία η οποία μπορεί να πάθεις υποθερμία άνετα. Οπότε, δεν είναι καιρός αυτός για να προσπαθήσουμε την κορυφή. 

Σ.Β.:

Το βράδυ εκείνο πώς πέρασε; 

Α.Σ.:

Εγώ ήθελα πολύ να συνεχίσω, βέβαια. Δεν ήθελα να σταματήσω. Έγιναν πολλές συζητήσεις με την οικογένειά μου, με τον μετεωρολόγο. Υπήρχε ένα πίσω-μπρος: «Φεύγω, δεν φεύγω. Φεύγω, δεν φεύγω». Τελικά, αποφάσισα να μην φύγω με την κατάσταση των ποδιών μου ενώ οι τέσσερις άλλοι -δύο Πακιστανοί, ο Ισλανδός και ο Χουάν Πάμπλο από τη Χιλή- έφυγαν για την κορυφή. Εκείνη τη στιγμή εγώ δεν το γνώριζα, γιατί δεν είχα επαφή με τους άλλους, έτσι; Το έμαθα την επόμενη μέρα. Το βράδυ ήταν πάρα πολύ σκληρό, γιατί σε τέτοια θερμοκρασία, που δεν είχα και τον υπνόσακο -γιατί δεν τον είχα πάρει μαζί μου για να αποφύγω το βάρος- ήταν πάρα πολύ δύσκολο.  Θυμάμαι ότι πήραμε ένα καμινέτο. Οι φιάλες που ήταν από κάτω έγραφαν «-37 °C». Δεν άναβαν γιατί είχε περισσότερο. Πήραμε μια φιάλη, την βάλαμε μέσα στην πουπουλένια στολή και την ζεστάναμε αρκετή ώρα. Άναψε λίγο φλογίτσα. Και μετά πήραμε μία άλλη, την βάλαμε πάνω στη φλογίτσα για να ζεσταθεί πολύ. Οπότε, την βάλαμε από κάτω και προσπαθούσαμε να την έχουμε καλυμμένη, για να μην επηρεάζεται απ’ την εξωτερική θερμοκρασία. Και για κάποιες ώρες, δύο-τρεις ώρες, ξοδέψαμε αυτές τις δύο-τρεις φιάλες παίρνοντας το καμινέτο και γυρίζοντας στα πρόσωπα που ήμασταν όλοι μες στη σκηνή, έτσι, κουλουριασμένοι, για να αισθανόμαστε λίγο ζέστη. Τέλειωσαν οι φιάλες. Μέχρι την άλλη μέρα το πρωί ήτανε μία εφιαλτική νύχτα, γιατί το πρωί ήταν απίστευτα πολύ. Είχαμε τις πουπουλένιες στολές, αλλά δεν είναι όπως ο υπνόσακος, γιατί αν έχεις και τον υπνόσακο, κοιμάσαι με την πουπουλένια στολή μέσα στον υπνόσακο.  Οπότε, εκεί ήμασταν μόνο με την πρωινή στολή σε μια πολύ εξτρίμ θερμοκρασία και ακίνητοι, διότι η κίνηση πάντα βοηθάει στο να ζεσταθείς. Όταν είσαι ακίνητος, το κρύο το νιώθεις στην πραγματικότητά του. 

Σ.Β.:

Ωραία.

Α.Σ.:

Την επόμενη μέρα αποφασίσαμε να επιστρέψουμε γιατί δεν είχαμε τη δυνατότητα να προχωρήσουμε. 

Σ.Β.:

Θέλετε να μου πείτε ποια ήταν η βασική σκέψη που σας κράτησε πίσω;

Α.Σ.:

Ναι. Η βασική σκέψη που με κράτησε πίσω ήτανε να μην ρισκάρω τα πόδια μου, να μην χάσω δάχτυλά μου. Ήταν σίγουρο ότι αν συνέχιζα, ανεξαρτήτου τι θα συνέβαινε στη διαδρομή, θα είχα σοβαρό πρόβλημα τα πόδια μου. Το σοβαρό μπορεί να σημαίνει ακόμα και κόψιμο των δακτύλων. Μπορεί να μην σήμαινε αυτό, αλλά εκείνο που σίγουρα θα συνέβαινε ήταν να μείνω μακριά απ’ τα επόμενα βουνά και το σχέδιό μου που έχω και το πλάνο μου να σκαρφαλώσω και τις δεκατέσσερις οκτάδες κορυφές. Οπότε, αυτή η σκέψη, ότι αυτό δεν θα μπορώ να το κάνω με τις βλάβες που θα δημιουργούσε στα δάχτυλά μου, με έκανε να μην συνεχίσω για την κορυφή.

Σ.Β.:

Η οικογένειά σας σάς επηρέασε;

Α.Σ.:

[00:30:00]Η οικογένειά μου είναι αλήθεια ότι δεν με επηρέασε ούτε αρνητικά ούτε θετικά, γιατί εκτιμεί και γνωρίζει τις ικανότητές μου και την κρίση μου, αν θέλετε. Και δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να έχει θέση σ’ αυτό. Ήθελε εγώ να πάρω την απόφαση, εγώ να κρίνω τι πρέπει να κάνω. Και έτσι κι έγινε. Δεν πήρε καμία θέση, αλλά μου είπε ότι «Εσύ θα αποφασίσεις. Εσύ ξέρεις καλύτερα τι έχεις». Εμείς δεν μπορούμε να το ξέρουμε από ‘δω. 

Σ.Β.:

Και όταν πήρατε την απόφαση, το συναίσθημα ποιο ήταν εκείνη τη στιγμή; Θυμάστε;

Α.Σ.:

Το συναίσθημα ήταν αυτό που υπάρχει ακόμα και σήμερα: μία μεγάλη πίκρα, μία μεγάλη απογοήτευση, μία μεγάλη στεναχώρια, γιατί δεν φτάσαμε στην κορυφή, που μπορεί να ήταν 3%. Αλλά, εκεί που ‘χαμε φτάσει και με όλα αυτά που είχαμε περάσει, είχε γίνει 70 ή 80%. Και κυρίως, γιατί εγώ τουλάχιστον, αλλά και κάποιοι από μας τους εννιά που είχαμε φτάσει εκεί - όχι όλοι, γιατί κάποιοι είχαν πει ότι δεν θα προσπαθήσουν σε καμία περίπτωση, αλλά δυο- τρεις- είχαμε τη δυνατότητα να αξιώσουμε και να προσπαθήσουμε την κορυφή.  Δεν ξέρω αν θα καταφέρναμε να φτάσουμε στην κορυφή. Δεν ξέρω αν θα είχαμε την τύχη των άλλων τριών ανθρώπων που δεν γύρισαν ποτέ. Κάτι το οποίο δεν συνέβη ποτέ, δεν μπορείς να το γνωρίζεις. Γνωρίζεις μόνο ό,τι συνέβη. Αυτό που συνέβη, λοιπόν, είναι ότι αυτοί οι τρεις συνέχισαν και δεν γύρισαν ποτέ. Εγώ και οι υπόλοιποι δεν συνεχίσαμε για την κορυφή και σήμερα ζούμε. Αυτό είναι που συνέβη και γνωρίζουμε. Αλλά, το ότι η πίκρα και η απογοήτευση και η στενοχώρια, παρόλο που ξέρω τι συνέβη, παραμένει και σήμερα είναι μία πραγματικότητα. 

Σ.Β.:

Θα μπορούσατε, πιστεύετε, να ‘χατε αλλάξει τη μοίρα της πορείας μαζί με τους υπόλοιπους άμα συμμετείχατε; 

Α.Σ.:

Ναι. Όλα μπορούν να συμβούν ανεξαρτήτως ποιος είναι ο επιπλέον ή οι επιπλέον που συμμετέχουν σ’ αυτήν την ανάβαση. Θα μπορούσε να ‘χει αλλάξει ο ρους της ιστορίας σαφώς, είτε να τους καθυστερούσα με αποτέλεσμα να γλίτωναν το κακό που τους βρήκε ή να το προσπερνούσαν ή να είχε παρθεί μια άλλη απόφαση με και τη δική μου, έτσι, συμμετοχή -γιατί όλοι μαζί θα αποφασίζαμε τι θα κάναμε- και να είχε αποφευχθεί όλο αυτό.  Όλα θα μπορούσαν να ‘χαν συμβεί. Ακόμα, όπως είπαμε, και να φτάναμε και στην κορυφή και να γυρίζαμε πίσω νικητές, που θα ‘ταν το καλύτερο σενάριο. Ακόμα, βέβαια, αν τους χτύπησε ένας σεράκ, να ‘μουν και εγώ μαζί και να είχα σκοτωθεί και εγώ. Αλλά, η απάντηση στην ερώτηση είναι αυτή που είπατε. Ναι, πολύ πιθανόν η συμμετοχή μου -όχι η ικανότητά μου, η απλή συμμετοχή ενός τέταρτου ανθρώπου- θα μπορούσε να είχε αλλάξει το ρου της ιστορίας. Βεβαίως. 

Σ.Β.:

Θα σας βασανίζει αυτό, πιστεύετε, αυτή η σκέψη;

Α.Σ.:

Θα με βασανίζει, αλλά πάντοτε θα υπάρχει το αντίκρισμα ή αν θέλετε η άλλη όψη, το ότι τα πόδια μου θα μπορούν να είναι καλά στις 25 Μαρτίου του ‘21 να ξεκινήσω για την Αναπούρνα. Δεν θα μπορούσα, σε καμία περίπτωση, να μπορέσω να πάω άμεσα το επόμενο βουνό, είτε το καλοκαίρι είτε τον επόμενο Σεπτέμβριο αν είχα συνεχίσει. Υπάρχει, βέβαια, αυτό που λέτε, αλλά απ’ την άλλη μεριά υπάρχει και αυτό, το ότι έσωσα τα πόδια μου. 

Σ.Β.:

Άρα, εν τέλει πιστεύετε ότι πήρατε τη σωστή απόφαση;

Α.Σ.:

Νομίζω ναι. Όσο κι αν υπάρχει πίκρα και στεναχώρια, όσο ακόμα και σήμερα να επικρατεί η επιθυμία της κορυφής και η δεύτερη σκέψη, το ότι σήμερα εγώ βρίσκομαι εδώ και σας μιλάω, αποδεικνύει ότι ήταν η σωστή απόφαση. 

Σ.Β.:

Άρα, πηγαίνετε τώρα προς τα κάτω. Αρχίζετε και κατεβαίνετε έχοντας κάποια κρυοπαγήματα. Πώς είναι η πορεία της καθόδου; 

Α.Σ.:

Η πορεία της καθόδου είναι το ίδιο δύσκολη, το ίδιο επικίνδυνη, και μάλιστα ακόμα περισσότερο, γιατί δεν έχουμε φάει, δεν έχουμε πιει τίποτα την προηγούμενη νύχτα. Έχουμε έρθει από την προηγούμενη μέρα σε όλη τη διάρκεια της ανάβασης με σχεδόν μηδενικό φαγητό, ίσως μία σοκολάτα. Και μετά από συνολικά τρεις νύχτες πάνω στο βουνό και τέσσερις ημέρες, είμαστε αρκετά εξαντλημένοι και ερχόμαστε από ένα υψόμετρο 7.450 σε θερμοκρασίες αυτές που ξέρετε, τις 30 και 40 υπό το μηδέν.  Οπότε, η κάθοδος έχει γίνει πολύ δύσκολη και ο κίνδυνος να κάνεις το παραμικρό λάθος ελλοχεύει και παραμένει εκεί. Οπότε, είμαι πάρα πολύ προσεκτικός. Χρησιμοποιώντας συνέχεια τα σκοινιά για να κατέβεις με rappel, πρέπει σε κάθε σημείο που αγκύρωσε, όπως λέμε, «ρελέ» όπως λέμε στην ορειβατική γλώσσα, να είσαι πολύ προσεκτικός, να αυτασφαλίζεσαι, προκειμένου όταν αλλάζεις τα σχοινιά να μην παραμένεις ούτε ένα δευτερόλεπτο χωρίς ασφάλιση, γιατί μπορεί να σκοτωθείς. Εκείνη τη στιγμή που όλα αυτά γίνονται και σκέφτομαι και κάνω, ακούω από έναν Σέρπα παρακάτω, τον Σέρπα του Ατανά απ’ τη Βουλγαρία, να φωνάζει: «Αντώνιο! Αντώνιο!». Του φωνάζω: «What?». Και να μου λέει ότι «Atana left down and finish». Κάτι ανάλογο συνέβη. Ή κάποιο σχοινί δεν πήγε καλά. Μπορεί να πήρε λάθος σχοινί γιατί υπήρχαν πάρα πολλά σχοινιά και λάθος σχοινιά. Δεν ήταν μόνο το σωστό σχοινί που δεν υπήρχε και πάντα ή ο ίδιος μπορεί να ‘κανε κάποια απροσεξία μέσα σε τόση κούραση. Δυστυχώς έφυγε, σκοτώθηκε.  Κι αυτό, επίσης, με επηρέασε πάρα πολύ και με έκανε να είμαι [00:35:00]πάρα πάρα πολύ προσεκτικός στην κάθοδό μου, με αποτέλεσμα να μην καταφέρω να φτάσω την ίδια μέρα στο base camp, αλλά να διανυκτερεύσω στο camp 1 και την άλλη μέρα, στις 6 του μηνός, να προχωρήσω προς τα κάτω. Θυμάμαι ότι είχα σκιαγραφήσει στο μυαλό μου όλη τη διαδρομή. Είχα εντοπίσει τα δύσκολα και επικίνδυνα σημεία και κάθε φορά έβαζα ένα «τικ» ότι θα περάσω και αυτό, τώρα αυτό έχει μείνει, αυτό έχει μείνει, αυτό έχει μείνει, αυτό έχει μείνει. Και περίμενα πώς και πώς να φτάσω στο A.B.C. για να νιώσω ότι τα κατάφερα, ότι επέστρεψα. Kαι ο θάνατος του Ατανά, αλλά και τα νέα το ότι οι τρεις δεν έχουν γυρίσει πια στις 6 του μηνός, που έπρεπε να ‘χαν γυρίσει απ’ τις 5, έδιναν την εικόνα ότι πλέον χάνουμε πέντε ανθρώπους στο βουνό και ότι αυτό μπορεί να συμβεί πλέον εύκολα και σε μένα και στον οποιοδήποτε μέσα από αυτήν τη μεγάλη κούραση που είχα στην κάθοδο. Άρα, πραγματικά η κάθοδος θεωρώ ήταν η πιο... Αυτή η πέντε και η έξι του μηνός για μένα ήταν οι πιο δύσκολες ημέρες στο βουνό μετά απ’ όλα αυτά που συνέβησαν. 

Σ.Β.:

Μαθαίνοντας ότι οι τρεις δεν επέστρεψαν, αυτό απάλυνε λίγο την απογοήτευσή σας, ότι δεν επιχειρήσατε για την κορυφή;

Α.Σ.:

Αν θα… Κοιτάχτε, είναι κρίσιμη ερώτηση αυτή. Και επειδή στη ζωή μου θέλω να απαντάω μόνο με ειλικρίνεια, δεν μπορείς να χαίρεσαι που άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, αλλά είναι όμως έτσι, γιατί αν θα σας πω κάτι άλλο δεν θα είναι αλήθεια και εγώ θέλω να σας πω την αλήθεια. Ναι, απάλυνε το ότι έκανα τη σωστή επιλογή και ότι δεν πήγα. Όχι όμως, ότι δεν μπορεί να λυπάσαι για τους ανθρώπους. Ακόμα και μετά από αρκετές ημέρες, πίστευα σε ένα θαύμα, ότι θα μπορούσαν να ‘χαν γυρίσει. Αλλά η ευθεία απάντηση είναι ναι, απάλυνε, όντως. Αν θέλετε, είναι μία δικαίωση στο ότι «Έκανες σωστά που δεν συνέχισες». 

Σ.Β.:

Ωραία. Άρα, συνεχίζετε για το base camp. Μετά υπήρχε άλλη μία απώλεια ενός... 

Α.Σ.:

Όχι. 

Σ.Β.:

Όχι.

Α.Σ.:

Πέντε, αυτοί. Δεν υπήρχε άλλη απώλεια ευτυχώς. Φτάσαμε στο base camp. 

Σ.Β.:

Εκεί είπατε και κάτι. Απευθύνατε ένα μήνυμα προς τους Έλληνες κι αυτά. 

Α.Σ.:

Ναι.

Σ.Β.:

Θέλετε να μας πείτε γιατί το είπατε και πώς νιώσατε εκείνη τη στιγμή;

Α.Σ.:

Ναι. Μόλις έφτασα στο base camp, έγραψα ένα μικρό βίντεο στο κινητό μου, το οποίο έστειλα στην Ελλάδα γιατί στο base camp είχε ίντερνετ κάποιες στιγμές και το ανέβασε ο γιος μου. Ήθελα να πω ότι... Ήθελα, καταρχήν, να ευχαριστήσω όλον τον κόσμο που μου στάθηκε τόσο πολύ κοντά. Όντως, ένιωθα να εκπροσωπώ την Ελλάδα. Δεν ήταν τυχαίο ότι κι ο ίδιος ο Πρωθυπουργός μού είχε τηλεφωνήσει πριν την αποστολή και μου είχε ευχηθεί και κατά τη διάρκεια μού είχε στείλει δυο μηνύματα. Ήταν πολύ συγκινητικό για μένα ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας να ασχολείται με έναν ορειβάτη και ειδικά εμένα. Πραγματικά ένιωθα πολύ μεγάλη τιμή πάνω σ’ αυτό και τα ενθαρρυντικά του λόγια. Αλλά, και φυσικά του κόσμου, γιατί ο κόσμος είναι το πιο σημαντικό. Είχα την ανάγκη να ευχαριστήσω και είχα την ανάγκη να πω ότι «Θα σας εξηγήσω τι ακριβώς συνέβη», όλα αυτά που έγιναν, δηλαδή.  Και βεβαίως, είχα την ανάγκη να μιλήσω και για τους τρεις ανθρώπους, τους πέντε ανθρώπους που χάθηκαν στο βουνό. Ήταν μία εσωτερική μου ανάγκη αυθόρμητα εκείνη τη στιγμή. Μάλιστα, τα μπέρδεψα κιόλας. Είπα στο ίντερνετ και όχι στα social media. Αλλά, ήτανε τόση πολλή και η κούρασή μου και η συγκίνησή μου που γίνονται και λάθη στη ροή του λόγου. 

Σ.Β.:

Γιατί ήταν τόσο σημαντικό για σας να ανέβετε σ’ αυτή την κορυφή;

Α.Σ.:

Ήταν πολύ σημαντικό για μένα γιατί πίστευα ότι, αν ένας Έλληνας καταφέρει να κάνει μία παγκόσμια πρωτιά, η ελληνική ορειβασία και οι Έλληνες ορειβάτες θα αναγνωριστούν και θα φανούν σε όλον τον κόσμο. Αυτό για μένα ήταν το πιο σημαντικό από όλα! Ήθελα να υπάρξει κάτι από Έλληνες ορειβάτες, που δεν έχει ξανασυμβεί ποτέ στα χρονικά. Ό,τι έχει γίνει στην παγκόσμια ιστορία σε μεγάλα γεγονότα ορειβατικά και επιτεύγματα, έχουν γίνει από ξένους. Ήταν κάτι αντίστοιχο που ήθελε να κάνει και ο Αλί. Ήθελε να ανέβει στο βουνό το Κ2, που ανήκει στο Πακιστάν, για τα διακόσια εκατομμύρια Πακιστανούς, για να τιμήσει αυτούς τους ανθρώπους και να κάνει κάτι ένας Πακιστανός που δεν είχε κάνει μέχρι εκείνη τη στιγμή κανένας άλλος Πακιστανός στον υπόλοιπο κόσμο.  Έτσι το ένιωθα και εγώ, ότι αυτή η επιτυχία θα τιμούσε τους Έλληνες ορειβάτες, την ελληνική ορειβασία και γενικά και την Ελλάδα ως χώρα. Ε, αυτό για μένα... Ένιωθα πρεσβευτής της. Ένιωθα αντιπρόσωπός της και μου έδινε όχι μόνο ευθύνη, αλλά μου έδινε και μεγάλη ώθηση, πολύ μεγάλη δύναμη. Νομίζω ότι μέσα απ’ όλο αυτό κατάφερα να κάνω ό,τι έκανα και πραγματικά το χάρηκα πάρα πολύ. 

Σ.Β.:

Αυτό ήθελα να ρωτήσω. Ο απολογισμός ποιος είναι αυτής της αποστολής;

Α.Σ.:

Απολογισμός της αποστολής είναι ότι σίγουρα καταφέραμε και εγώ ο ίδιος να φτάσουμε σε αυτά τα 7.450, που μετά τους δέκα [00:40:00]Σέρπα που πέτυχαν αυτή την τεράστια επιτυχία, κανείς άλλος άνθρωπος δεν είχε φτάσει χειμώνα σε τόσο μεγάλο ύψος. Μάλλον να εξαιρέσουμε τον Ντένις Ουρούμπκο, που είχε φτάσει 7.600, ο μοναδικός. Άρα, μετά τους δέκα Σέρπα και τον Ουρούμπκο, είμαστε εμείς οι άνθρωποι που καταφέραμε να φτάσουμε στο camp 3. Και ήταν πολύ σημαντικό για χειμώνα. Και σαφώς, η τεράστια εμπειρία που αποκομίθη από αυτές τις τόσο πολύ σκληρές συνθήκες, που σίγουρα πηγαίνοντας σ’ ένα άλλο βουνό οχτάρι την άνοιξη και το φθινόπωρο στο Νεπάλ ή το καλοκαίρι στο Πακιστάν, θα νιώθεις πολύ πιο έτοιμος, πιο έμπειρος και πολύ μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση να αντιμετωπίσεις τις δυσκολίες που θα είναι υποδεέστερες σε σχέση με αυτές που ήταν τον χειμώνα στο Κ2. Όμως, ήτανε και οι σχέσεις οι οποίες αποκομίθησαν με τους κοινούς συντρόφους μου, τους οποίους -αυτοί που επέζησαν- θα τους βλέπω και στα υπόλοιπα βουνά και ανέπτυξα πάρα πολύ καλή φιλία. Όμως, θα θυμάμαι πάντα και τους πέντε συντρόφους μας που χάθηκαν για τη γενναιότητά τους, για την αυταπάρνησή τους να φτάσουν στην κορυφή, για τη διάθεσή τους, για το μεγαλείο της ψυχής τους και για ένα ακόμα μεγάλο δίδαγμα, ότι όταν αγαπάς τόσο πολύ κάτι, ίσως αξίζει στο τέλος να θυσιαστείς για αυτό. 

Σ.Β.:

Μάλιστα. Ήταν η πιο επικίνδυνη αποστολή που ‘χατε συμμετάσχει;

Α.Σ.:

Σίγουρα ήταν η πιο επικίνδυνη αποστολή. Υπήρχε και το 1992 στο Κόνκουρ στην Κίνα–

Σ.Β. Ναι, μου το είχατε πει πρόσφατα.–

Α.Σ.:

Ναι, και αυτή. Αλλά, οπωσδήποτε το Κ2 ήταν η πιο επικίνδυνη αποστολή που έχω συμμετάσχει και θα μείνει στην ιστορία της ελληνικής ορειβασίας. Και γενικότερα η παγκόσμια κοινότητα ασχολήθηκε με την ορειβασία και με την αποστολή αυτή και ασχολείται και φυσικά η ορειβατική κοινότητα.

Σ.Β.:

Τα κρυοπαγήματα πώς εξελίσσονται; 

Α.Σ.:

Είμαι σε καλύτερο επίπεδο με τα χέρια. Τώρα έχουνε περάσει. Απλώς υπάρχει σοβαρή -τα πόδια είναι χειρότερα- πιθανότητα να έχει αποκτηθεί μία ευαισθησία, η οποία θα την καταλάβω όταν θα ξαναβρεθώ στο ψύχος. Αυτό μένει, βέβαια, να το δω στην πράξη. Θα ενισχυθώ με ακόμα καλύτερες κάλτσες, που δεν είχα, γιατί οι μπότες μου οι La Sportiva είναι εξαιρετικές. Και στις 25 Μαρτίου ετοιμάζομαι να φύγω για την Αναπούρνα, που ‘ναι ένα πολύ δύσκολο βουνό και είναι το λιγότερο σκαρφαλωμένο βουνό από όλα τα άλλα. 

Σ.Β.:

Δεν το μετανιώσατε που συμμετείχατε στην αποστολή αυτή σε καμία περίπτωση.

Α.Σ.:

Όχι. Σε καμία περίπτωση. Είμαι χαρούμενος, περήφανος, ικανοποιημένος. Εντάξει, υπάρχει μία μικρή πίκρα, όπως είπα, που δεν έφτασα στην κορυφή, αλλά κάθε φορά που νιώθω αυτό, θα πρέπει να βάζω αυτό που μου είπατε εσείς, ότι αν νιώθω δικαιωμένος όταν έμαθα ότι οι άλλοι τρεις άνθρωποι δεν γύρισαν. Με την έννοια ότι -όχι ότι χάθηκαν οι άνθρωποι, για τον Θεό-, αλλά το ότι τελικά ήταν η σωστή επιλογή που δεν έφτασα στην κορυφή. Οπότε, αντισταθμίζει την πίκρα ότι δεν έφτασα στην κορυφή, αφού μπορούσε να ‘χει συμβεί κάτι τέτοιο. 

Σ.Β.:

Η πίκρα, ωστόσο, παραμένει, δηλαδή.

Α.Σ.:

Η πίκρα παραμένει γιατί δεν μπορώ να λέω ποτέ μου τίποτα περισσότερο απ’ αυτό που νιώθω και είναι αλήθεια. Αυτό κάνω και στο Facebook. Αυτό σας έκανα και τώρα εσάς. Σας μίλησα απ’ την ψυχή μου και όπως ακριβώς ό,τι βίωσα λέω και ό,τι νιώθω λέω. 

Σ.Β.:

Κι η τελευταία: Όταν φτάσατε στο αεροδρόμιο κι είδατε την οικογένεια εδώ πέρα πάλι πώς νιώσατε; 

Α.Σ.:

Ένιωσα πολύ ωραία όταν είδα την οικογένειά μου. Ένιωσα αυτήν τη θαλπωρή και τη ζέστη, την οποία μου έλειπε όλο αυτό το διάστημα και συνεχίζω να νιώθω. Και πρέπει να χάσεις κάτι, να σου λείψει, για να εκτιμήσεις την αξία του. Άρα, λοιπόν, εγώ σήμερα και από την ημέρα που έφτασα στο αεροδρόμιο, έχω εκτιμήσει αυτές τις τεράστιες... το πολύ ωραίο πράγμα να είσαι στο σπίτι σου, στους ανθρώπους που σ’ αγαπάνε και να είσαι ζωντανός. Γιατί είναι τραγικό για τις οικογένειες των άλλων ανθρώπων να σε φέρουν πίσω σε ένα κουτί. Είναι πάρα πολύ τραγικό όλο αυτό το πράγμα. Δεν έχεις και το δικαίωμα να το κάνεις και για τους άλλους. Όχι για σένα. Για τους άλλους. Δεν πρέπει να γεμίσεις με θλίψη τους άλλους τους ανθρώπους που σ’ αγαπάνε. Εγώ ευτυχώς είμαι καλά και είμαι μαζί τους υγιής και αυτή είναι η μεγαλύτερη νίκη.

Σ.Β.:

Εκτός απ’ τη στιγμή της απόφασης. Μου ‘πατε ότι προσωπικό κίνητρο σάς κράτησε πίσω και όχι εν τέλει η σκέψη αυτή. 

Α.Σ.:

Είχα πει απ’ την αρχή ότι η επιθυμία μου να φτάσω στην κορυφή, σίγουρα διέπεται από προσωπικό κίνητρο, από προσωπική φιλοδοξία και στόχο. Αυτά τα εγχειρήματα δεν μπορεί να είναι χωρίς αυτό. Αυτό είναι το πρώτο πράγμα. Πρέπει να είμαστε ειλικρινείς. Κινείσαι πρώτα απ’ όλα για αυτό: για τη δική σου φιλοδοξία, για τη δική σου, αν θέλεις, ματαιοδοξία, μπορεί να πει [00:45:00]κανείς, αλλά σίγουρα κινείσαι γιατί το θέλεις να το κάνεις εσύ, για σένα. Από κει και πέρα, όμως, αυτή η συγκεκριμένη αποστολή είχε πάρει άλλη διάσταση και όχι μόνο για μένα, αλλά και για τα υπόλοιπα μέλη της αποστολής. Ήταν μία διεθνής αποστολή που ο καθένας εκπροσωπούσε τη χώρα του και τον λαό της. Με τη διάσταση που πήρε όλο αυτό το θέμα, ο κόσμος που ακολουθούσε, κατάλαβα ότι αυτό είναι ένα πραγματικό γεγονός και μου έδωσε μία ακόμα διάσταση. Ήθελα να ανέβω πραγματικά -που δεν το έχω πει άλλη φορά αυτό και δεν το ‘χω νιώσει για να το πω- για τους Έλληνες, για την ελληνική ορειβασία και λιγότερο για μένα.  Αυτό, λοιπόν, ήταν που με κράτησε προκειμένου να ξεχάσω ότι είμαι υποχρεωμένος να γυρίσω πίσω ζωντανός για να μην τους προσφέρω μία ανείπωτη θλίψη στο υπόλοιπο της ζωής τους, αν εγώ είχα χάσει τη ζωή μου. 

Σ.Β.:

Και πόσο λίγο πιστεύετε ότι απείχατε απ’ το να αποφασίσετε να συνεχίσετε τελικά; Ήτανε λίγη αυτή η απόσταση; 

Α.Σ.:

Ήταν πολύ λίγη, γιατί σε περίπτωση που δεν έμενα πενήντα λεπτά έξω, ώστε να αρχίσουν τα κρυοπαγήματα να δημιουργούνται ήταν σίγουρο ότι θα ακολουθούσα τους άλλους τρεις ή θα πήγαινα μόνος μου με δύο φιάλες οξυγόνου στην πλάτη μου. Ήταν 100% σίγουρο, όπως έχω κάνει και άλλες φορές στα βουνά. Άρα, ίσως «κάθε εμπόδιο για καλό» που λέει ο λαός μας. Αυτό να... Όχι. Αυτό ήταν. Μου απαγόρευσε το να συνεχίσω. 

Σ.Β.:

Ωραία. Ευχαριστούμε πολύ, κύριε Συκάρη. 

Α.Σ.:

Και εγώ σας ευχαριστώ πάρα πολύ. 

Σ.Β.:

Δεν ξέρω αν θέλετε κάτι άλλο να πείτε. Πιστεύω… 

Α.Σ.:

Για τους επόμενους στόχους; 

Σ.Β.:

Ναι.

Α.Σ.:

Ναι. Αυτό θα το πούμε γιατί είναι σημαντικό. Ως ορειβάτης, αλπινιστής, ο στόχος μου είναι να ανέβω και τις δεκατέσσερις κορυφές πάνω απ’ τα 8.000 μέτρα. Έχω πετύχει τις τέσσερις. Θα συνεχίσω άμεσα, στις 25 Μαρτίου -αν και πρέπει να πω ότι νιώθω ακόμα κούραση και δεν έχω ξεκουραστεί όσο πρέπει. Ελπίζω ότι μέχρι τις 25 θα το ‘χω καταφέρει. Πρέπει να ξεκινήσω και τις προπονήσεις- να συνεχίσω να ανεβαίνω κορυφές όπως είναι η Αναπούρνα. Και το καλοκαίρι θα ξαναπάω στο Κ2 μαζί με το Μάικ Ευμορφίδη και θα προσπαθήσουμε να το ανέβουμε το καλοκαίρι.  Θέλω μέσα από αυτήν την προσπάθειά μου να γίνω ο πρώτος άνθρωπος που θα ανέβει και τις δεκατέσσερις κορυφές σε ηλικία πάνω από 50 ετών. Δεν το έχει καταφέρει κανείς μέχρι σήμερα. Και βεβαίως θα επανέλθω σ’ αυτό που είπαμε πριν. Δεν είναι μόνο μια προσωπική μου φιλοδοξία και εγωιστικό όλο αυτό. Σαφώς είναι, αλλά από την άλλη μεριά βλέπω ότι παρακινώ πάρα πολλούς ανθρώπους να πετύχουν δικούς τους στόχους και όνειρα που ‘χουν βάλει στη ζωή τους μέσα από τις δικές μου προσπάθειες. Όχι μόνο για τη μέση ηλικία, αλλά και για όλες τις γενιές, οι προσπάθειες αυτές παρακινούν τον κόσμο. Δηλαδή, είναι εντυπωσιακό να μου στέλνει κάποιος και να μου λέει ότι «Νίκησα τον καρκίνο παρακολουθώντας την προσπάθειά σου και πιστεύοντας ότι τα πάντα είναι δυνατά». Ο άλλος να μου λέει ότι «Δευτέρα γεννιέται το παιδί μου και το πρώτο πράγμα που θα του πω όταν έρθει στον κόσμο είναι η δική σου ιστορία». Μου γράφουν απίστευτα μηνύματα και βλέπω τελικά όλο αυτό, πέραν από τη δική μου τρέλα, να σας το πω έτσι, έχει και ένα όφελος, γιατί μπορεί να είναι παρακινητικό, οι προσπάθειες αυτές και για τον υπόλοιπο κόσμο. Και αυτό το κάνει πραγματικά να έχει ένα ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον. 

Σ.Β.:

Τέλεια. Καλή επιτυχία ευχόμαστε στις επόμενες κορυφές. 

Α.Σ.:

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ. 

Σ.Β.:

Και πάντα να μας δίνετε δύναμη. 

Α.Σ.:

Αμήν. Σωστό.