© Copyright Istorima
Istorima Archive
Τίτλος Ιστορίας
Σαπωνοποιία Πατούνη από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα
Κωδικός Ιστορίας
10038
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Απόστολος Πατούνης (Α.Π.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
25/02/2021
Ερευνητής/τρια
Μαρίνα Μπάντιου (Μ.Μ.)
[00:00:00]Καλησπέρα.
Καλησπέρα.
Θα μας πείτε το όνομά σας;
Εγώ είμαι ο Απόστολος o Πατούνης.
Ονομάζομαι Μαρίνα Μπάντιου, είναι Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2021. Είμαι με τον κύριο Απόστολο Πατούνη, βρισκόμαστε στον χώρο της σαπωνοποιίας Πατούνη, είμαι ερευνήτρια στο Istorima, ας ξεκινήσουμε λοιπόν την συνέντευξή μας. Μιλήστε μας για εσάς και τον ρόλο σας στην επιχείρηση.
Καταρχάς εδώ βρίσκομαι από μωρό παιδί. Οπότε αυτός ο χώρος είναι σαν σπίτι μου και δεδομένου ότι είναι αναλλοίωτος από εκείνα τα χρόνια, κουβαλάει και όλες τις παιδικές μου αναμνήσεις. Ήταν ο χώρος εργασίας του πατέρα μου και του θείου μου και ερχόμουνα πάρα πολύ συχνά εδώ πέρα και έβρισκα ενδιαφέρον και ασχολία και στο χώρο της παραγωγής αλλά και στο χημικό εργαστήριο, που διατηρούμε σε αυτό το χώρο, όπου ο πατέρας μου έδειχνε, μου έκανε διάφορα πειράματα χημείας και εδώ έμαθα και τα πρώτα, είχα και τα πρώτα ερεθίσματα της τεχνολογικής εκπαίδευσης. Με τον καιρό όμως τα σαπούνια πέσαν σε δεύτερη μοίρα δεδομένου ότι είχαν βγει τα απορρυπαντικά και τα πλυντήρια και η δραστηριότητα παρήκμασε και εκεί υπάρχει και ένα κενό της παρουσίας μου σε αυτό το χώρο, δηλαδή από τότε που έφυγα να πάω να φοιτήσω, να σπουδάσω και μέχρι που γύρισα πίσω για να ξεκινήσω να δουλεύω εδώ που ήταν μία περίπου μία εικοσαετία, αυτό το διάστημα πολύ λίγο ερχόμουνα, επισκεπτόμουν τον χώρο. Αφού έκανα τον κύκλο μου, σπούδασα, εργάστηκα εκτός Κερκύρας για ένα χρονικό διάστημα, κάποια στιγμή σκέφτηκα ότι υπήρχε κάποιο ενδιαφέρον σε αυτή τη δραστηριότητα, δεδομένου ότι υπήρχε μία μακρά οικογενειακή παράδοση και τεχνογνωσία και εμπειρία. Kαι σκέφτηκα ότι αυτή η παράδοση που της είχε πάρει πάνω από έναν αιώνα να χτιστεί, εάν η δραστηριότητα σταματούσε, θα τελείωνε μέσα σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, χωρίς επιστροφή. Με αυτό κυρίως σαν κριτήριο θέλησα να προσπαθήσω να συνεχίσω αυτή την οικογενειακή δραστηριότητα, σε μεγάλη αντίθεση της οικογένειας μου και του πατέρα μου και της μητέρας μου, δεδομένου ότι είχα σπουδάσει, είμαι μηχανολόγος μηχανικός από επάγγελμα και φυσικά θεωρούσαν ότι η ενασχόληση μου με τη δραστηριότητα αυτή, θα υποβάθμιζε τις επαγγελματικές μου προοπτικές. Παρόλα αυτά, όπως σας είπα, θεώρησα ότι υπήρχε ένας μεγάλος πολιτιστικός πλούτος, ο οποίος δεν ήθελα να πάει χαμένος και δεδομένου ότι διέκρινα από τότε ήδη μία τάση, μία παγκόσμια τάση, όχι τόσο πολύ τοπικά, όσο περισσότερο στο εξωτερικό επιστροφής σε φυσικά και παραδοσιακά και αυθεντικά παραδοσιακά προϊόντα, θεώρησα ότι υπήρχε μία προοπτική να κάνω κάτι εδώ πέρα, να αναβιώσω κατά κάποιο τρόπο την λειτουργία της επιχείρησης και αποφάσισα να έρθω να δουλέψω πάλι εδώ πέρα και τότε, για πρώτη φορά πραγματικά, ασχολήθηκα με την παραγωγή του σαπουνιού, δηλαδή, αυτό έγινε το ’95 και επέστρεψα στην Κέρκυρα, ήμουνα 36 χρονών, όταν ξεκίνησα να μαθαίνω από τον πατέρα μου να φτιάχνω σαπούνι. Μέχρι τότε έβλεπα το κόψιμο, το σφράγισμα, αλλά η διαδικασία της σαπωνοποίησης αυτή καθεαυτή, που γίνονταν στο καζάνι τότε ήταν η πρώτη φορά που ασχολήθηκα έτσι σοβαρά και δραστήρια με αυτό το μέρος της παραγωγής. Ο πατέρας μου ήταν ήδη αρκετά μεγάλος, πλησίαζε τα 80, αλλά ήμουνα τυχερός, γιατί ήταν σε καλή φυσική κατάσταση και μπόρεσε για 9 χρόνια να σταθεί δίπλα μου και να με βοηθήσει και να μου περάσει όλη την γνώση και την εμπειρία της παραγωγής του σαπουνιού, με τον πατροπαράδοτο τρόπο, την οποία εξακολουθώ με ευλάβεια και χρησιμοποιώ, τη διατηρώ αναλλοίωτη από τότε.
Θα μπορούσατε να μας περιγράψετε την διαδικασία παρασκευής σαπουνιού;
Η διαδικασία ξεκινάει από τη συλλογή της πρώτης ύλης, δεδομένου ότι η πρώτη ύλη είναι ένα φυσικό προϊόν, είναι συγκεκριμένα το ελαιόλαδο και το πυρηνέλαιο. Ειδικά το πυρηνέλαιο, είναι το ακατέργαστο πυρηνέλαιο η πρώτη μας ύλη. Το πυρηνέλαιο είναι ένα εποχιακό προϊόν, δηλαδή το ακατέργαστο πυρηνέλαιο θα το βρεις όσο καιρό διαρκεί η ελαιοκομική περίοδος στην Κέρκυρα, σε άλλα μέρη η ελαιοκομική περίοδος είναι για ένα δύο τρεις μήνες το πολύ, ξεκινάει δηλαδή γύρω στον Οκτώβρη και τελειώνει μέσα Ιανουάριο. Στην Κέρκυρα έχουμε μία παράδοση και η ελαιοκομική περίοδος μπορεί να πάει και μέχρι τον Απρίλη, Μάιο, Ιούνιο, έχει φτάσει και μέχρι τέλος Ιουλίου να γίνει, να έχουμε αλεσιά στο τέλος Ιουλίου. Αυτό έχει να κάνει αφενός μεν με το -παρένθεση είναι αυτό που λέω τώρα- έχει να κάνει με το είδος της ελιάς, που καλλιεργείται στην Κέρκυρα, αλλά και με τις πρακτικές των Κερκυραίων ελαιοπαραγωγών. Εν πάση περιπτώσει για να γυρίσω πίσω αυτό που ήθελα να πω, η ελαιοκομική περίοδος λοιπόν είναι αυτή κατά την οποία μπορώ να βρω το πυρηνέλαιο. Άρα πρέπει να προγραμματίσω την ποσότητα του πυρηνελαίου που θα χρειαστώ και επίσης πρέπει να φροντίσω να έχω και το ελαιόλαδο διαθέσιμο, για όταν θα το χρειαστώ. Οπότε ουσιαστικά η παραγωγή ξεκινάει από την συλλογή των πρώτων υλών, των συγκεκριμένων πρώτων υλών. Από εκεί και πέρα όταν αποφασίσουμε να κάνουμε μία καζανιά σαπούνι, ανάλογα με το ποιο σαπούνι πρόκειται να κάνουμε, αν θα κάνουμε το πράσινο σαπούνι ή του ελαιολάδου, βάζουμε το αντίστοιχο λάδι στο καζάνι, το οποίο επεξεργαζόμαστε μαζί με καυστική σόδα, προκειμένου να γίνει η σαπωνοποίηση και το λάδι να ενωθεί με τη σόδα και να γίνει σαπούνι και στη συνέχεια το διάλυμα του σαπουνιού το επεξεργαζόμαστε με διαλείμματα αλατιού για να το φέρουμε στην επιθυμητή τελική κατάσταση. Αυτή η διαδικασία, που είναι ουσιαστικά το ψήσιμο του σαπουνιού, όπως ονομάζουμε, διαρκεί περίπου μία εβδομάδα, αλλά μπορεί καμιά φορά να πάει και παραπάνω, δηλαδή φτάνει και τις 10 μέρες καμιά φορά. Εξαρτάται και ποιο σαπούνι φτιάχνουμε και[00:10:00] αφού ολοκληρωθεί λοιπόν η διαδικασία του ψησίματος και αφού το σαπούνι κρυώσει, στη συνέχεια με κουτάλες το βγάζουμε από τα καζάνια το απλώνουμε σε ανοιχτά τελάρα, στα καλούπια όπως τα λέμε, όπου στεγνώνει και στερεοποιείται και μετά αφού ακολουθήσουμε μία διαδικασία, όπου σημαδεύουμε την επιφάνεια και τραβάμε γραμμές, για να ξέρουμε που πρέπει να κόψουμε και να σφραγίσουμε, το κόβουμε και το σφραγίζουμε. Στη συνέχεια το σαπούνι το βγάζουμε από τα καλούπια, από αυτά τα ανοιχτά τελάρα, και τα βάζουμε στα ξηραντήρια, που είναι πάλι ξύλινα -τελάρα θα τα λέγαμε και αυτά;- όπου τα αφήνουμε εκεί πέρα για τουλάχιστον 4 μήνες να ξεραθεί και να ωριμάσει. Μετά από αυτό είναι έτοιμο για πώληση, κάνουμε και ένα ποιοτικό έλεγχο, οπτικό ποιοτικό έλεγχο ότι η πλάκα είναι εντάξει δεν έχει ανωμαλίες. Σήμερα πια ελέγχουμε και το βάρος του, τα παλιότερα χρόνια το πουλούσαμε με το κιλό το σαπούνι, οπότε δεν υπήρχε λόγος να ελέγξουμε το βάρος του, αλλά επειδή σήμερα το πουλάμε με το τεμάχιο ελέγχουμε και το βάρος να είναι μέσα στα όρια που έχουμε, τα όρια του βάρους που έχουμε καθορίσει και έπειτα είναι έτοιμο για πώληση.
Ποια είδη σαπούνια παράγετε;
Εμείς φτιάχνουμε τρία είδη σαπουνιού, η διαφορά μεταξύ τους είναι το λάδι από το οποίο φτιάχνεται το καθένα και έτσι φτιάχνουμε το πράσινο σαπούνι, το οποίο είναι από πυρηνέλαιο, το ελαιολάδου, από παρθένο ελαιόλαδο, ελαιόλαδο που αγοράζουμε από τους Κερκυραίους παραγωγούς και αυτό που έχει επικρατήσει να ονομάζεται τύπος Μασσαλίας, το οποίο είναι κατά περίπου 80% ελαιόλαδο και 20% φοινικοπυρηνέλαιο. Σε αυτό το σαπούνι παλιότερα ο πατέρας μου έβαζε και μία μικρή ποσότητα ζωικού λίπους, περίπου τα 5% ζωικό λίπος μέσα, αλλά τον τελευταίο καιρό το έχω καταργήσει το ζωικό λίπος από το σαπούνι. Έχουνε επέλθει διαφορές μικρό αλλαγές στον τρόπο που λειτουργούμε. Η πρώτη που ανέφερα είναι ότι πλέον δεν το πουλάμε με το κιλό, αλλά το πουλάμε κυρίως με το τεμάχιο, τουλάχιστον το σαπούνι που πουλάμε εκτός καταστήματος, γιατί στο κατάστημα έχουμε και κάποια σαπουνάκια, αυτά που βγαίνουν πολύ μεγάλα ή πολύ μικρά τα έχουμε για την τοπική αγορά, τα δίνουμε σε μία χαμηλότερη τιμή και τα δίνουμε με το κιλό, αλλά αυτά τα οποία πρόκειται να στείλουμε σε εξαγωγή φροντίζουμε και είναι μέσα στα όρια του βάρους που έχουμε καθορίσει. Αυτή είναι μία αλλαγή. Μία άλλη αλλαγή είναι, όπως σας είπα, ότι καταργήσαμε από τον τύπο Μασσαλίας το ζωικό λίπος και μία τρίτη αλλαγή είναι ότι σταματήσαμε να βάζουμε πράσινο χρώμα στο πράσινο σαπούνι. Το πράσινο σαπούνι από μόνο του βγαίνει πράσινο στο χρώμα, διότι το ακατέργαστο πυρηνέλαιο περιέχει τη χλωροφύλλη της ελιάς, με αποτέλεσμα το σαπούνι, όταν πρώτο φτιάχνεται να είναι πράσινο. Ωστόσο όσο το σαπούνι ωριμάζει και ξεραίνεται η εξωτερική στιβάδα της χλωροφύλλης οξειδώνεται και από πράσινη γίνεται κίτρινη και στο τέλος γίνεται καφέ, χάνει το χρώμα του εξωτερικά λοιπόν. Τα παλιά χρόνια λοιπόν, πριν ξεκινήσω εγώ να δουλεύω εδώ πέρα, και όταν η παραδοσιακή σαπωνοποιία ήταν στην ακμή της, ο κόσμος, η παραδοσιακή σαπωνοποιία είχε ξεκινήσει και έβαζε και λίγο πράσινο χρώμα μέσα στο σαπούνι, το οποίο διατηρούνταν και αφού άχνιζε το χρώμα του, η χλωροφύλλη του πυρηνελαίου, και αυτό έκανε το σαπούνι πιο ελκυστικό στο μάτι και το προτιμούσαν οι νοικοκυρές και έτσι ήταν μία πρακτική, που είχε επικρατήσει σε όλες τις σαπωνοποιίες να βάζουν και λίγο χρώμα μέσα στο σαπούνι. Μάλιστα όταν ξεκίνησα να δουλεύω εδώ πέρα ο πατέρας μου μου είπε και ο πατέρας μου και ένας, ο τελευταίος βοηθός που υπήρχε ακόμα εδώ, είχε συνταξιοδοτηθεί αλλά εξακολουθούσε και ερχόταν και περνούσε τις ώρες εδώ πέρα, τους έκανε πολύ εντύπωση που δεν θα έβαζα και πράσινο χρώμα μέσα στο σαπούνι. Εγώ τους είπα ότι αποφάσισα πλέον να μη βάζουμε, να το καταργήσουμε το ψεύτικο χρώμα στο σαπούνι και να γυρίσουμε στο πως είναι το σαπούνι τα ακόμα πιο παλιά χρόνια, πριν να αρχίσει να βάζουν πράσινο χρώμα σε αυτό. Να κάνω μία παρένθεση, παρέλειψα, όταν με ρωτήσατε τα είδη σαπουνιού που φτιάχνουμε, παρέλειψα να σας πω ότι, το πράσινο σαπούνι βγαίνει σε δύο εκδοχές, το πράσινο σαπούνι του πυρηνελαίου. Είναι το πράσινο σαπούνι, το οποίο είναι για ατομική περιποίηση, όπου είναι εξουδετερωμένο με την έννοια, ότι έχουμε αφαιρέσει οτιδήποτε περίσσια καυστικής σόδας υπάρχει μέσα και είναι με ένα ουδέτερο pH. Όπως και τα άλλα δύο είδη σαπουνιού, το ελαιολάδου και του τύπου Μασσαλίας, και υπάρχει και το πράσινο σαπούνι της μπουγάδας, το οποίο ήταν στα παλιά χρόνια και το πιο σημαντικό από όλα. Αυτό ήταν το 90% της παραγωγής της παραδοσιακής σαπωνοποιίας, στο οποίο υπάρχει μία μικρή ποσότητα περίσσεια σόδας, για αυτό εξάλλου και έχει για αυτή την άσπρη σκόνη εξωτερικά η πλάκα του σαπουνιού και αυτό το κάνει πιο αποτελεσματικό στο πλύσιμο των ρούχων και στην αφαίρεση των δύσκολων λεκέδων. Αυτό.
Τι ποσότητες παράγετε ετησίως;
Να πάμε πίσω, την εποχή του παππού μου, ο πατέρας μου μου λέει, ότι είχε φτάσει μία εποχή που ο παππούς μου είχε φτάσει τους 200 τόνους σε αυτόν εδώ το χώρο, που για μένα είναι ασύλληπτο νούμερο. Ήταν μία εποχή, όπου είχαν δύο καζάνια που δούλευαν, ένα μεγάλο και ένα μικρό, τώρα αυτά είναι ιστορικά μνημεία δεν τα λειτουργούμε πια αυτά τα καζάνια και είχε δύο βάρδιες, είχε μέρα νύχτα, δεν σταματούσε να δουλεύει το εργοστάσιο, για να πηγαίνει γρήγορα και είχε φτάσει μέχρι τους 200 τόνους σαπούνι ετησίως. Όταν ήρθα εδώ να αναλάβω, η παραγωγή ήταν περίπου η μία καζάνια το χρόνο, δηλαδή 800 κιλά το χρόνο, και μάλιστα όταν ήρθα εγώ, ήρθα κυριολεκτικά στο παρά πέντε του κλεισίματος, γιατί είχε και κάποια τελευταία λάδια και κάποια τελευταία βαρέλια λαδιού ο πατέρας μου, για να κάνει μία τελευταία καζανιά. Εκεί τον πρόλαβα, μία τελευταία καζάνια, το οποίο δεν το προόριζε για πώληση, θα ήτανε για την οικογένεια για όσο κρατήσει, για όσες γενεές κρατήσει, γιατί μια καζανιά φυσικά 800 κιλά σαπούνι είναι για περισσότερο από μία γενεά. Βεβαίως αυτό ήτανε. Με ανησύχησε, λέω: «800 κιλά μπορεί να είναι παραπάνω από μία γενεά αλλά κάποια στιγμή θα τελειώσει, πρέπει κάτι να κάνω!». Όταν ήρθα λοιπόν να αναλάβω, ήταν εκεί όπως σας είπε περίπου μία καζανιά τον χρόνο τα 800 κιλά σαπούνι. Σιγά-σιγά έκανα τις επαφές μου, τις εμπορικές μου επαφές, κυρίως με την Ιαπωνία ξεκίνησα τότε και σήμερα πια είμαστε περίπου στους 20 με 25 τόνους σαπούνι τον χρόνο, εκεί περίπου, που για αυτόν τον χώρο και για τα σημερινά δεδομένα, είναι περίπου τα όριά μας, δεν νομίζω ότι μπορούμε να ανέβουμε και πολύ περισσότερο από αυτό σε αυτόν τον χώρο[00:20:00].
Πόσα άτομα εργάζονται καθημερινά;
Και πάλι όταν ήρθα εδώ, ήταν ο πατέρας μου και αυτός ο συνταξιούχος βοηθός του, που του κανε και παρέα, και οι δυο τους παρόλο που ήταν μεγάλης ηλικίας, οι δυο τους κάναν ότι ήταν να κάνουνε, γιατί ήταν πολύ μικρή παραγωγή. Αρχικά και εγώ μαζί με αυτούς, μετά βρήκα και έναν άλλον βοηθό ακόμα, μετά και κάποιος άλλος και τώρα τόσα χρόνια μετά, σήμερα πια είμαστε περίπου έξι μαζί με μένα, μάλλον είναι έξι άτομα προσωπικό, φυσικά είμαι και εγώ εδώ πέρα και η σύζυγός μου και αυτή δεδομένου ότι είναι και χημικός, βοηθάει αρκετά στο χώρο, οπότε ναι μεν δεν είναι η κύριά της απασχόληση αυτή εδώ, αλλά έρχεται και αυτή και δουλεύει σε μερική απασχόληση και τα καλοκαίρια και τα τρία μου παιδιά και αυτά όποτε έχουμε την ευκαιρία τους αναλαμβάνουν και αυτοί κάτι και έτσι έχουν και το χαρτζιλίκι τους.
Θα μπορούσατε να μας περιγράψετε τον εξοπλισμό του σαπωνοποιείου;
Ο εξοπλισμός του σαπωνοποιείου με τη σημερινή με την παραδοσιακή του μορφή, είναι πάρα πολύ απλός. Είναι ένα καζάνι, όπου βάζουμε μέσα τα υλικά και τα ζεσταίνουμε και από κει και πέρα είναι τα ανοιχτά τελάρα, τα καλούπια, όπου στερεοποιείται το σαπούνι, είναι τα λεγόμενα καρφιά, όπου είναι ένα ξύλο με καρφιά πάνω σε ίση απόσταση μεταξύ τους με το οποίο σημαδεύουμε το σαπούνι στην περίμετρο του καλουπιού, είναι ένα κομμάτι σπάγκος με λίγο χρώμα πάνω, το οποίο για κάποιο λόγο το λέγαμε στάφνη, με φι όχι με θι, στάφνη με φι, στάφνη –και δεν ξέρω από που έχει προκύψει η λέξη- και με αυτό τραβούσαν γραμμές πάνω στο σαπούνι. Είναι η σφραγίδα που μοιάζει με ένα σφυρί, που έχει τη σφραγίδα στην άκρη και με αυτή σφραγίζουμε τα σαπούνια, και είναι και ένα μαχαίρι, που το μαχαίρι είναι μία λάμα στην άκρη από ένα ξύλο, με το οποίο κόβουμε σε ελεύθερη κοπή το σαπούνι και τα ξηραντήρια όπου θα βάλουμε μετά τα σαπούνια πάνω στα ξηραντήρια για να ξεραθεί. Οπότε ουσιαστικά ο εξοπλισμός είναι αυτός. Παρέλειψα να πω. Ναι έχουμε και τις αντλίες, την αντλία του λαδιού, με την οποία φορτώνουν με το λάδι στο καζάνι και έχουμε και την αντλία, με την οποίαν βάζουμε τα διαλύματα σόδας και αλατιού στο καζάνι, όταν επεξεργαζόμαστε το λάδι και το κάνουμε σαπούνι.
Ποια είναι τα κριτήρια καλής ποιότητας σαπουνιού;
Δύο. Το ένα είναι η ποιότητα της πρώτης ύλης -πολύ σημαντικό- και το δεύτερο είναι ο τρόπος, με τον οποίον φτιάχνουμε το σαπούνι, δηλαδή η συνταγή, η σαπωνοποίηση. Επίσης εξίσου σημαντικό.
Ποια είναι η ανταπόκριση των Κερκυραίων;
Η ανταπόκριση των Κερκυραίων ήταν καλή, δεν μπορώ να πω ότι είναι μία πάρα πολύ μεγάλη αγορά αυτή της Κέρκυρας και αυτό σε ένα βαθμό οφείλεται στο γεγονός ότο ότι έχουμε πάρα πολύ σκληρό νερό στην Κέρκυρα και δυστυχώς το σαπούνι έχει αυτό το μειονέκτημα, ότι στα σκληρά νερά δεν συμπεριφέρεται καλά. Αφήνει κατάλοιπα, δεν μπορείς να πλύνεις τα μαλλιά σου με το σαπούνι, γιατί τα κάνει πολύ σκληρά, δεν αφρίζει καθόλου, γενικά είναι δύσχρηστο με τα σκληρά νερά το σαπούνι. Παρόλα αυτά όμως οι Κερκυραίοι ανταποκρίθηκαν στην δραστηριότητά μου εδώ πέρα και οι παλαιότεροι με πολλή χαρά επιστρέψαν και άρχισαν να αγοράζουν τα σαπούνια και είμαι χαρούμενος να πω η νεότερη γενεά σιγά-σιγά αρχίζει και έρχεται και παίρνει τα σαπούνια μας. Οπότε, είμαι ευχαριστημένος από την τοπική αγορά.
Αναφέρατε προηγουμένως τις εξαγωγές στην Ιαπωνία.
Ναι.
Μιλήστε μας παραπάνω.
Αυτό είναι ένα πολύ ωραίο, μία πολύ ωραία ιστορία. Όταν ήρθα εδώ και αποφάσισα ότι θέλω να ξεκινήσω να δραστηριοποιούμαι με το σαπούνι, όπως σας είπα και νωρίτερα, είχα καταλάβει ότι ειδικά εκείνη την εποχή, στο εξωτερικό υπήρχε μία τάση και για φυσικά και για παραδοσιακά προϊόντα. Οπότε ούτως ή άλλως εξαρχής ο στόχος μου ήταν οι εξαγωγές. Και δεν ξέρω πώς έγινε σκέφτηκα: «Α θα ήταν πολύ ωραία να πουλούσα στην Ιαπωνία», έτσι μες στο μυαλό μου. Και την επόμενη μέρα που είπα αυτό το πράγμα, ίσως και να μην ήτανε ακριβώς την επόμενη μέρα, μία εβδομάδα αργότερα ενδεχομένως, πετυχαίνω ένα άρθρο σε ένα περιοδικό, όπου αναφερότανε σε μία δράση στην Ιαπωνία, όπως έχουμε στην Ελλάδα τον ΟΠΕΕ, πού είναι ο Οργανισμός Προώθησης Εξαγωγών Εξωτερικού Εμπορίου, στην Ιαπωνία ο αντίστοιχος οργανισμός ονομάζεται JETRO και είναι Japan External Trade Organization, είναι δηλαδή ο ιαπωνέζικος οργανισμός του εξωτερικού εμπορίου. Ο οργανισμός αυτός λοιπόν, εκείνη την περίοδο είχε ένα πρόγραμμα, με το οποίο έστελνε σε όλες τις άκρες του κόσμου αντιπροσώπους του, οι οποίοι θα πήγαιναν από τη μία χώρα στην άλλη, σε όλες τις χώρες και θα ψάχνανε να βρούνε, καινοτόμα προϊόντα, καινοτόμα σε εισαγωγικά, προϊόντα δηλαδή που δεν υπάρχουνε στην αγορά, αυτό εννοούμε καινοτόμα, δεν είναι απαραίτητα τεχνολογικά καινοτόμα προϊόντα. Καινοτόμα προϊόντα από μικρές επιχειρήσεις, τα οποία θα αναλάμβαναν οι ίδιοι, εφόσον εμπίπτουν και σε κάποιες άλλες προδιαγραφές που είχαν δώσει, να τα πάρουνε στην Ιαπωνία και να τα προωθήσουν στην αγορά εκεί, μέσα από ένα περίπτερο μιας μεγάλης έκθεσης, όπου γίνονταν στο Τόκιο. Και μέσα από άλλες δραστηριότητες επίσης. Και υπήρχε μία συνάντηση λοιπόν στην Αθήνα, φρόντισα και πήγα, τους βρήκα, μίλησα μαζί τους, τους έδειξα τα προϊόντα που είχα, τα σαπούνια μου, τους άρεσε η ιδέα, σε αυτόν τον Ιάπωνα ο οποίος είχε έρθει επί τούτου για αυτό το σκοπό. Του άρεσε, συμφωνήσαμε και ετοίμασα ένα πακετάκι με μία μικρή παρουσίαση και τα προϊόντα μου, τα οποία τα εκθέσανε σε μία έκθεση, όπως σας είπα, στην Ιαπωνία, Ambiente Tokyo, ήταν η έκθεση. Αν δεν κάνω λάθος ήταν το ‘96 αυτό, μπορεί να ήταν και το ‘97 δεν θυμάμαι τώρα. Από όσο γνωρίζω τα σαπούνια είχανε μεγάλη επιτυχία σε αυτή την έκθεση, δηλαδή είχα μεγάλη ανταπόκριση από τους Ιάπωνες. Θέλανε, ήταν πάρα πολλές οι εταιρείες, οι οποίες έδειξαν ενδιαφέρον στα προϊόντα μου. Γίνανε όλα τόσο γρήγορα, ούτε τιμές δεν είχα προλάβει να φτιάξω. Και τέλος πάντων ο πρώτος-ένας από όλους αυτούς που είδαν τα σαπούνια στην έκθεση και είχαν δείξει ενδιαφέρον, ήταν και ο πιο ενθουσιώδης και ο πιο δυναμικός από όλους, να πούμε, και πριν καλά-καλά λάβω την ειδοποίηση από τον JETRO με όλα τις διευθύνσεις, γιατί είδα ήταν 69 θυμάμαι ενδιαφερόμενοι για το σαπούνι μου. Το θυμάμαι το νούμερο και αναρωτιόμουν τώρα τι θα κάνω πώς θα φτιάξω ένα, τότε δεν υπήρχαν και e-mail, έπρεπε να το στείλω με φαξ σε όλους αυτούς αυτά τα πράγματα. Έπρεπε να φτιάξω το φαξ, να το στείλω σε όλους αυτούς τους ενδιαφερόμενους, πριν προλάβω λοιπόν να τους απαντήσω, λαβαίνω ένα φαξ εγώ από τον αυτόν που ήτανε και όπως σας είπα ο πιο ενθουσιώδης, ο οποίος μου έβαζε κ[00:30:00]αι την πρώτη παραγγελία. Μία μικρή παραγγελία από 1-2 κιβώτια, δεν θυμάμαι κάτι τέτοιο. Και έτσι ξεκίνησα λοιπόν. Μετά από αυτό ήρθε η επόμενη παραγγελία που ήτανε 10 κιβώτια, μετά ήρθε 1 παλέτα, μετά 2 παλέτες και από τις 2 παλέτες την επόμενη χρονιά μου έρχεται ένα 20αρι κοντέινερ, είναι το μισό κοντέινερ 20 πόδια. Και μετά μου έρχεται μία παραγγελία από 40αρι κοντέινερ την επόμενη χρόνια. Και πάλι 40αρι κοντέινερ και έτσι για πολλά χρόνια πηγαίναμε με ένα 40αρι κοντέινερ στην Ιαπωνία κάθε χρόνο, δηλαδή ετοίμαζα εγώ όλο το σαπούνι, το βάζαμε στο κοντέινερ και το στέλναμε στην Ιαπωνία. Το σαπούνι ουσιαστικά ένα κοντέινερ εκείνα τα χρόνια ήταν περίπου το ήτανε το 70- 80% της παραγωγής μου, ένα κοντέινερ σαπούνι και μου παιρνε όλο αυτό το διάστημα να το φτιάξω. Αυτός ο Ιάπωνας είχε κάνει μία συνεργασία με ένα κανάλι, τηλεοπτικό κανάλι, που πουλούσε το σαπούνι, και τουλάχιστον στην αρχή που πρωτοεμφανίστηκε το σαπούνι στην αγορά της Ιαπωνίας, το πρώτο, οι πρώτες δύο χρονιές, τις δύο πρώτες χρονιές που τους έδωσα σαπούνι, αυτό που εμένα μου είχε πάρει 6 και 8 μήνες να το φτιάξω, είχε πουληθεί μέσα σε λιγότερο από 2-3 μέρες, ξέρω γω, κάπως έτσι. Και μάλιστα αυτός είχε κλείσει με το κανάλι μία ολόκληρη εβδομάδα και μετά από τρεις μέρες δεν είχε να πουλήσει άλλο σαπούνι, έπειτα δεν είχε, δεν παρουσιαζόταν άλλο στην τηλεόραση, κάποιος άλλος πήρε τη θέση. Πήγαμε έτσι για αρκετά χρόνια πουλώντας ένα κοντέινερ, ένα 40αρι κοντέινερ το χρόνο, όπου κάποια στιγμή όμως επειδή αυτοί που είχαν το κανάλι, τον πίεζαν πολύ για τις τιμές, εγώ από την άλλη δεν μπορούσα να δώσω χαμηλότερες τιμές, γιατί ήμουνα ήδη αρκετά χαμηλά και έτσι αυτή η συνεργασία σταμάτησε κάποια στιγμή και εκεί οι πωλήσεις με την Ιαπωνία πέσαν λίγο απότομα. Ευτυχώς είχα ξεκινήσει κάποιες άλλες συνεργασίες και με άλλες χώρες, κάποια λίγα πράγματα στην Αγγλία, στη Γερμανία και στην Πολωνία αργότερα, και έτσι στην Αμερική, περιστασιακά όμως στην Αμερική, όχι κάτι μόνιμο, ακόμα, και έτσι σιγά-σιγά μπήκα σε άλλες αγορές και μαζί με την Ιαπωνία τώρα, έχω κι άλλες αγορές και μπορώ να πω ότι σήμερα πια η κυρίαρχη αγορά μου είναι η Γερμανία, όπου στέλνω κάτι αντίστοιχο του 1 κοντέινερ το χρόνο. Ίσως και λίγο παραπάνω από τόσο στη Γερμανία. Αυτά.
Η σαπωνοποιία αποτελεί πλέον ένα διατηρητέο μνημείο της βιομηχανικής κληρονομιάς της Κέρκυρας και αποτελεί έναν πόλο έλξης τουριστών, σχολείων, κάνετε και ξεναγήσεις στον χώρο αυτόν.
Ναι τις ξεναγήσεις τις εκπαιδευτικές. Είναι μεγάλη μου χαρά οι ξεναγήσεις εκπαιδευτικές και ξεκίνησαν κάποια στιγμή από κάποιον φίλο μου, ο οποίος ήταν δάσκαλος και μου λέει, μου ζήτησε να φέρει το σχολείο εδώ πέρα και πήγε πολύ καλά η ξενάγηση και έμειναν και τα παιδιά πολύ ευχαριστημένα και από αυτόν άκουσαν κάποιοι άλλοι δάσκαλοι και ζήτησαν και άλλοι να ρθούν εδώ και αυτό πήρε μεγάλες διαστάσεις, είχαμε φτάσει σε ένα σημείο όπου δεν προλαβαίναμε σχολικές εκδρομές, τις εκπαιδευτικές εκδρομές εδώ πέρα, και μάλιστα τους έκανα και είχα φτιάξει και ένα πρόγραμμα που τους έπαιρνα και στο χημείο, τους έδειχνα πως κάνουμε την οξυμέτρηση, το είχα διαμορφώσει το πρόγραμμα αυτό ανάλογα με το ποιας ηλικίας ήταν τα παιδιά. Είχαμε από νήπια μέχρι και φοιτητές του Ιονίου Πανεπιστημίου, οπότε είχαμε όλη την γκάμα, όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Δυστυχώς τώρα με τον κορονοϊό αυτό έχει σταματήσει και επίσης να και με τον τουρισμό. Και με τον τουρισμό μόνο του ήρθε, δεν το οργάνωσα εγώ με κάποιο τρόπο. Έχω το πλεονέκτημα να με σε ένα έτσι κεντρικό πλέον σημείο της πόλης, παρένθεση όταν χτίστηκε αυτός ο χώρος το 1891 ήταν οι παρυφές, αυτό που θα λέγαμε, της βιομηχανικής ζώνης της Κέρκυρας, ξεκινούσε από δω και ήταν μέχρι κάτω στο λιμάνι, μόνο εργοστάσια, δεν ήταν οικιστικός χώρος αυτός τότε και για αυτό είναι σε αυτή τη θέση. Ωστόσο σήμερα πια, είναι ο χώρος μες στην πόλη, μες στον ιστό της πόλης Κέρκυρας και τουρίστες, οι οποίοι περνούσαν από έξω αναρωτιόνταν τι γίνεται εδώ μέσα, μπαίναν μέσα, τους εξηγούσα δύο πράγματα, ο ένας με τον άλλον, έπειτα κάποιος τουριστικός οδηγός πέρασε, με είδε, με ανέφερε. Κάποια στιγμή και κάποιο τηλεοπτικό κανάλι τράβηξε κάποια πλάνα και έχει γίνει έτσι ένας πόλος έλξης τουριστών. Έφτασα στο σημείο, που και αυτό δυσκολευόμουν πάρα πολύ να το διαχειριστώ, γιατί είχα, συρρέαν οι τουρίστες και θέλανε όλοι να με ακούσουνε και να μάθουνε και δεν θα προλάβαινα να κάνω σαπούνι μου, αν ασχολούμουνα με αυτούς. Οπότε τα τελευταία 4-5, 3-4 χρόνια τώρα, ίσως λίγο περισσότερο, την τελευταία πενταετία, το οργάνωσα έτσι. Τώρα πια έχουμε και τις πλατφόρμες του Google και το Tripadvisor και όλα αυτά και έτσι μπορείς να επικοινωνήσεις με τον κόσμο και κανονίσαμε 12:00 το μεσημέρι κάθε μέρα, να κάνουν μία ξενάγηση στα αγγλικά, για όποιον ενδιαφέρεται να έρθει εδώ πέρα, χωρίς κόστος και υπάρχει μία μεγάλη, υπήρχε, γιατί πάλι με τον κορονοϊό σταμάτησαν αυτά, τον τελευταίο χρόνο, υπήρχε μια μεγάλη συρροή από τουρίστες που τους ενδιέφερε να δούνε πως λειτουργεί μια παραδοσιακή, μια αυθεντική παραδοσιακή σαπωνοποιία.
Μιλήστε μας περισσότερο για το κτήριο, στο οποίο στεγάζεται η σαπωνοποιία.
Το κτήριο είναι ιστορικό. Η ιστορία της επιχείρησης, της οικογένειας ξεκινάει από πολύ πίσω στις αρχές του 19ου αιώνα. Θα πάω λίγο πίσω για να σας πω και για το κτήριο. Στις αρχές του 19ου αιώνα, οι πρόγονοί μου, μαζί με κάποια ξαδέρφια τους κάνουνε μαζεύουν κάπες, προέρχονται από τα Τζουμέρκα και συγκεκριμένα από τους Καλαρρύτες, όπου υπάρχει μία τεχνοτροπία που φτιάχνουν κάπες, πολύ καλές για το κρύο και πολύ αποτελεσματικές και αυτές τις κάπες τις στέλνουν στη Γαλλία στον στρατό του Ναπολέοντα του Γ΄. Δεν ξεκίνησαν οι δικοί μου συγγενείς αυτή την εμπορική δραστηριότητα, η εμπορική αυτή δραστηριότητα πάει πίσω στον Ναπολέοντα. Πάλι από τους Καλαρρύτες, από χωριανούς από τους Καλαρρύτες, και μάλιστα, λέγεται, έχω ακούσει, κάποιος μου είπε ότι το είδε κάπου γραμμένο, δεν το έχω δει ο ίδιος γραμμένο, ότι όταν ο Ναπολέων μπήκε στη Ρωσία χρησιμοποιούσαν τις κάπες των Καλαρρυτών, δεν ήταν αυτός ο λόγος που δεν κέρδισε στην Ρωσία, αλλά είχε τις κάπες αυτές ο Ναπολέων τότε. Και η δικοί μου λοιπόν, στέλναν τις κάπες, συνέχισαν αυτό που γινότανε και προμήθευαν το στρατό του Ναπολέοντα του Γ΄ με τις κάπες. Με τα λεφτά που πέρναν, δεν φέρναν τα λεφτά πίσω, αγόραζαν σαπούνι και εισάγαν σαπούνι στην Ελλάδα. Αυτά είναι πληροφορίες που τα χω, τις έχω πάρει από ανθρώπους από τους Καλαρρύτες από το χωριό, που τα ξέρανε. Ήταν οι οικογένειες Πατούνης και Μπαζάκης, Μπαζάκης και Πατούνης. Με τα λεφτά λοιπόν περνάνε σαπ[00:40:00]ούνι στην Ελλάδα και το πουλούσανε. Κάποια στιγμή στα μέσα του 19ου αιώνα ο γιος της οικογένειας Μπαζάκη, ο Σπύρος ο Μπαζάκης, ο οποίος ήταν αρκετά δραστήριο άτομο, αποφάσισε να κάνει, δοκίμαζε με τις γνώσεις που έχει αποκομίσει, κυρίως από τον καπετάνιο, που έκανε τις μεταφορές, γιατί στη Γαλλία ήταν σε όλους γνωστό πώς φτιάχνεται το σαπούνι, όλοι ξέραν να φτιάξουν σαπούνι στην Γαλλία τότε. Από τις γνώσεις λοιπόν που πήρε από τον καπετάνιο για να φτιάχνει σαπούνι, έκανε τα δικά του πειράματα και ξεκίνησε να φτιάχνει σαπούνι ο ίδιος και η εταιρεία ήτανε Μπαζάκης και Πατούνης, μάλλον η αρχική εταιρεία ήταν Μπαζάκης και Σία και νομίζω ότι υπήρχε και κάποιος άλλος συνεταίρος μες στην εταιρεία, από μία τρίτη οικογένεια επίσης από τους Καλαρρύτες, ο οποίος αποχώρησε αργότερα. Μετά η εταιρεία μετονομάστηκε σε Μπαζάκης και Πατούνης και ουσιαστικά έτσι ξεκινήσαμε να φτιάχνουμε το σαπούνι εις στη Ζάκυνθο, το πρώτο σαπωνοποιείο φτιάχτηκε στη Ζάκυνθο. Στην επόμενη γενεά, που ήταν περισσότεροι οι απόγονοι, ξεκίνησε ο παππούς μου, ο προ προ παππούς μου ήταν ο Απόστολος Πατούνης, ο οποίος είχε δραστηριοποιηθεί στην πρώτη σαπωνοποιία της Ζακύνθου. Η επόμενη γενεά είχε δύο γιους, τον Γρηγόρη και τον Νικόλα. Ο Γρηγόρης έκατσε στη Ζάκυνθο και έφτιαξε το σαπούνι και ο Νικόλας ο Πατούνης, ο οποίος είχε σπουδάσει ήδη αρχιτεκτονική εις στη Σχολή Τεχνών, το νυν Μετσόβιο Πολυτεχνείο, με ένα πτυχίο που είχε από το 1890, νομίζω, το 1889 κάπου εκεί, τότε ολοκλήρωσε τις σπουδές του, με το πτυχίο λοιπόν με τις γνώσεις αρχιτεκτονικής και με το κομπόδεμα, που είχε από τον πατέρα του, γιατί είχε λεφτά η οικογένεια, αφού έφτιαχναν σαπούνι, ήρθε στην Κέρκυρα και έχτισε αυτό το κτήριο εδώ πέρα, για το σκοπό της σαπωνοποιίας, το οποίο αρχικά λειτούργησε και ως υποκατάστημα της Ζακύνθου. Οπότε φτιάχτηκε εξαρχής από έναν άνθρωπο, ο οποίος ήξερε και την τέχνη του σαπουνιού και είχε και τη γνώση της αρχιτεκτονικής και για αυτό έχει ιστορική σημασία το κτήριο, διότι εξαρχής φτιάχτηκε για αυτό το σκοπό, ως σαπωνοποιείο και βεβαίως και το επιβεβαιώνει και το γεγονός ότι τόσα χρόνια είναι λειτουργικό και εξακολουθεί να είναι ένας χώρος, όπου μπορούμε να λειτουργήσουμε ακόμα και σήμερα πια σε αυτό το χώρο, έτσι όπως είναι φτιαγμένος. Έχτισε λοιπόν το σαπωνοποιείο εις στο ισόγειο και ο όροφος χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία. Ο γιος του Νικόλα του Πατούνη, ο οποίος ήταν ο αδερφός του προ-παππού μου, ο προ παππούς μου ήταν ο Γρηγόρης, ο γιος του Νικόλα του Πατούνη δεν ενδιαφέρθηκε να συνεχίσει τη δραστηριότητα και τότε ανέλαβε ο παππούς μου ο Απόστολος, ο οποίος αγόρασε το ισόγειο, για να λειτουργήσει το σαπωνοποιείο και τον οποίον παππού μου διαδέχθηκε, διαδέχτηκαν τα δύο του παιδιά, ο πατέρας μου ως σαπωνοποιός και ο θείος μου ως περισσότερο στο εμπορικό κομμάτι της επιχείρησης, κυρίως στο κατάστημα και στη λιανική πώληση. Οπότε είναι ένα κτήριο, το οποίο είναι εδώ από το 19ο αιώνα χτισμένο για να, για αυτόν ακριβώς το σκοπό τον οποίο επιτελεί και σήμερα, από τον ίδιο τον πρώτο ιδιοκτήτη του. Αυτό λοιπόν το κτήριο λόγω της ιστορικότητας με δική μου πρωτοβουλία, ζήτησα από το Υπουργείο Πολιτισμού να κηρυχθεί διατηρητέο μνημείο και όντως κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο το κτήριο και ο εξοπλισμός που έχει μέσα, δηλαδή είναι πολλά στοιχεία μέσα σε αυτό το κτήριο που πρέπει να παραμείνουν ως έχουν και κυρίως τα δύο μεγάλα καζάνια, τα οποία τα δύο παλιά καζάνια, τα οποία δεν λειτουργούν πια. Στη συνέχεια κάποια στιγμή έκανα αίτηση στο Υπουργείο Πολιτισμού και εντάχθηκα και στον εθνικό κατάλογο, η δραστηριότητά μας εντάχθηκε στον εθνικό κατάλογο της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Οπότε, ουσιαστικά εδώ πέρα είναι μία λειτουργία, η οποία επιτελείται στον φυσικό της χώρο.
Το 2016 ξέσπασε πυρκαγιά στον επάνω όροφο. Πώς βιώσατε αυτό το γεγονός;
Δυστυχώς δεν έχω λόγια να σας πω πως ένιωσα τότε. Θυμάμαι ότι ο γιος μου ο μικρός, αμέσως μετά την πυρκαγιά στο σχολείο του ζητήθηκε, δεν θυμάμαι τώρα ποια λέξη ήτανε, δυστυχία νομίζω. Ναι κάτι να πει με το δυστυχία και «Δυστυχία είναι να καίγεται το μαγαζί του μπαμπά σου», κάπως έτσι, ήταν μικρός τότε. Και νομίζω ότι αυτό ως ένα βαθμό εξηγείται το πως αισθανθήκαμε όχι μόνον εγώ, αλλά όλη μου η οικογένεια και η μητέρα μου φυσικά και πως νιώθω ακόμα για αυτή την ημέρα, δηλαδή είναι κάποιες μνήμες, οι οποίες δεν θα φύγουν ποτέ από το μυαλό μου. Και μαζί με αυτό, υπήρχε ευτυχώς σώθηκε η δραστηριότητα, ευτυχώς η πυρκαγιά περιορίστηκε. Γιατί η πυρκαγιά έγινε στον πάνω όροφο, που δεν ήταν δική μας ιδιοκτησία, είναι σε άλλη ιδιοκτησία, δεν πέρασε σε εμάς η πυρκαγιά δεν κάηκε τίποτα εδώ κάτω σε μας. Περιορίστηκε μόνο στον πάνω όροφο και ότι ζημιές πάθαμε, ήτανε από τα νερά της κατάσβεσης και από τα νερά της βροχής μετά γιατί ήταν ασκεπές το κτήριο για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα και δυστυχώς είχαμε και μεγάλες απώλειες. Είχαμε απώλειες σε αρχειακό υλικό, ευτυχώς όχι το πολύ παλιό μας αρχειακό υλικό, γιατί έχουμε μία συλλογή από αρχεία, τα οποία είναι σημαντικά, αυτά όχι. Όμως κάτι κάποιες παλιές φωτογραφίες, κάποιες δημοσιεύσεις σε εφημερίδες και κάποια λιγότερο σημαντικά πράγματα, κάποια λίγα αρχεία καταστράφηκαν. Καταστράφηκε πολύ σημαντικό, το μεγαλύτερο μέρος του εργαστηριακού εξοπλισμού, που είχαμε στο χημείο μας, ήτανε παραδοσιακός εξοπλισμός, ζυγοί ακριβείας, όχι ηλεκτρονικοί όπως οι σημερινοί, τους παλιούς, τα οποία ήταν σε άριστη κατάσταση, συντηρούνταν και λειτουργούσε, λειτουργούσαν σε άριστη κατάσταση και αυτό επίσης καταστράφηκε. Κάποια έπιπλα, τα οποία ελπίζω κάποια στιγμή να μπορέσουμε να τα ανακαινίσουμε, και το κτήριο βεβαίως υπέστη και αυτό αρκετές ζημίες. Τώρα έχει μία υποστύλωση μεταλλική που δεν ξέρω πότε και πως θα μπορέσουμε να την αποκαταστήσουμε την αρχική, να το φέρουμε στην αρχική του μορφή.
Ας επιστρέψουμε στα παιδικά σας χρόνια. Πώς ήταν να μεγαλώνετε μέσα στην σαπωνοποιία;
Αρχικά δεν έδωσα, όπως είπα και νωρίτερα, μία μεγάλη, ήταν μεγάλη χαρά, ήταν ένας χώρος με τις πιο ζωντανές μου αναμνήσεις από εκείνα τα χρόνια. Υπήρχε όμως δυστυχώς στη συνέχεια μία αλλαγή στην, σε αυτή την ψυχολογία, διότι το σαπούνι, όταν βγήκαν, εμφανίστηκαν τα απορρυπαντικά, τα πρώτα χρόνια της εμφάνισης των απορρυπαντικών και των πλυντηρίων, εντάχθηκε στα πρωτόγονα προϊόντα. Οπότε θυμάμαι συγκεκριμένα η αδελφή μου κυρίως, γιατί ήτανε στο σχολείο θέμα συζήτησης, ειδικά ανάμεσα στα κορίτσια τι απορρυπαντικό χρησιμοποιεί η κάθε μαμά και η αδερφή μου δεν είχε να πει για κάποιο απορρυπαντικό, γιατί εμείς είχαμε ακόμα το σαπούνι της μπουγάδας και ένιωθε μειονεκτικά για [00:50:00]αυτό το λόγο και εγώ. Ήταν μία εποχή που με ρωτούσαν: «Τι δουλειά κάνει ο μπαμπάς σου;» και δεν τους έλεγα ότι ο μπαμπάς μου ήταν σαπωνοποιός, τους έλεγα ότι: «Είναι χημικός μηχανικός!», γιατί είχε σπουδάσει χημικός μηχανικός ο πατέρας μου, γιατί θεωρούσα πως θα ήτανε προσβολή να πω ότι ήταν σαπωνοποιός ο πατέρας μου. Και το ίδιο ένιωθε και ο ίδιος και το ένιωθε μέχρι τα τελευταία χρόνια του. Για αυτό εξάλλου και δεν ήθελε με κανένα τρόπο να συνεχίσω εγώ να δουλεύω εδώ, να αναλάβω την επιχείρηση.
Πώς τελικά πείσατε τον πατέρα σας να ασχοληθείτε και να συνεχίσετε την επιχείρηση;
Δεν ξέρω αν τον έπεισα ποτέ. Με πολύ αγώνα, ότι έκανα με πολύ αγώνα το κανα. Μάλιστα –να σου πω και αυτή την μικρή ιστορία- εγώ είμαι μηχανολόγος μηχανικός. Ένα μεγάλο διάστημα, στα πρώτα χρόνια της καριέρας μου δούλεψα στη Σαουδική Αραβία και στη Σαουδική Αραβία πήγα σε διάφορα εργοτάξια. Σε ένα από αυτά τα εργοτάξια, η εταιρεία με την οποία δούλευα εγώ, ήταν μία κυπριακή εταιρεία η AMB Παρασκευαΐδης, θυγατρική της JMB Παρασκευαΐδης, μία μεγάλη κατασκευαστική εταιρεία εκείνα τα χρόνια. Η εταιρεία λοιπόν, που δούλευα εγώ, ήταν υπεργολάβος σε μία γερμανική εταιρεία την Hochtief. Είχα δουλέψει με την Hochtief για ένα χρονικό διάστημα σε ένα έργο και είχα γνωριστεί λοιπόν με τα στελέχη της Hochtief, που ήταν σε αυτό το έργο εκεί πέρα, και είχαμε μία αμοιβαία εκτίμηση και συμπάθεια. Δούλευα με πολύ χαρά σε αυτό το έργο, με είχαν συμπαθήσει ιδιαίτερα. Αργότερα όταν δημοπρατήθηκε το αεροδρόμιο των Σπάτων, το πήρε η Hochtief και η Hochtief ετοιμαζόταν να κάνει προσλήψεις προσωπικού στην Ελλάδα και φυσικά, επειδή με ξέραν και τους ήξερα, ήμουνα μες στη λίστα, είχα φροντίσει να τους ενημερώσω τους ανθρώπους που ήξερα, ότι βρίσκομαι εδώ και θα με ενδιέφερε να δουλέψω στο αεροδρόμιο,στα Σπάτα και ήμουνα στη λίστα των ανθρώπων, που θα καλούσαν για interview για δουλειά. Και ήταν εκείνο το διάστημα όπου περίμενα, είχα σταματήσει από κάποια άλλη δουλειά, και περίμενα το τηλεφώνημα από την Hochtief, για πάω να ξεκινήσω να κάνω το interview και μάλλον να ξεκινήσω να δουλεύω κιόλας μαζί τους. Και αυτό το διάστημα, επειδή αυτά τα πράγματα καμιά φορά αργούν και λίγο περισσότερο από όσο νομίζεις, σκέφτηκα ότι ήταν μια καλή ιδέα να έρθω λίγο στην Κέρκυρα, να ξεκουραστώ, να χαλαρώσω και να κάτσω εδώ πέρα λοιπόν. Επειδή ο χρόνος περνούσε και από εκεί που νόμιζα θα τανε 1-2 βδομάδες, οι 3 βδομάδες έγινε μήνας, έγινε 1,5 μήνας κάπου εκεί περίπου, ίσως και 2 μήνες. Και μέσα σε αυτό το διάστημα ήταν που πήρα την απόφαση να παραμείνω εδώ και να δουλέψω στο σαπωνοποιείο. Εκεί πάνω που πήρα αυτή την απόφαση λοιπόν να δουλέψω στο σαπωνοποιείο χτυπάει το τηλέφωνο και ήταν ο φίλος μου ο Γερμανός από τη Hochtief, ο όποιος με καλούσε να πάω στην Αθήνα για το interview, όπου του είπα ότι ήμουν αρνητικός, του είπα, ότι έχω πάρει την απόφασή μου να παραμείνω εδώ πέρα. Λοιπόν αυτό ήταν μεγάλο πλήγμα για τον πατέρα μου, να αρνηθώ την δουλειά στην Hochtief και να κάτσω να δουλέψω στο σαπωνοποιείο. Αυτό είναι που θυμάμαι.
Θυμάστε την πρώτη φορά που δημιουργήσατε ο ίδιος την πρώτη πλάκα σαπουνιού;
Ναι θυμάμαι πάρα πολύ καλά. Ήμουνα εγώ και ήτανε μία κοπέλα βοηθός μου, η Σάβα, ήταν από Αλβανία, ήταν αρκετά έτσι ικανή κοπέλα και δυνατή και βγάλαμε λοιπόν το πρώτο σαπούνι, το κενώσαμε, το αφήσαμε στην άκρη και είπαμε να το κόψουμε την επόμενη μέρα. Δεν είχε κανένας από τους δυο μας εμπειρία στο κόψιμο. Ο κόφτης που είχαμε δεν υπήρχε πια να μας βοηθήσει, γιατί να σας πω ότι τα παλιά χρόνια οι δύο, οι δύο ειδικότητες στη σαπωνοποιία που διακρίνονταν στην παραδοσιακή σαπωνοποιία, ήτανε ο σαπωνοποιός, ο σαπουνάς, όπως λεγόταν, δηλαδή ο άνθρωπος ο ποιος μαγείρευε το σαπούνι και αυτός ήταν ο πιο σημαντικός από όλους και ο δεύτερος ήταν ο κόφτης. Αυτός που έκοβε το σαπούνι, που είχε δηλαδή αρκετά σταθερό και σίγουρο χέρι, για να κάνει το κόψιμο του σαπουνιού, να κόψει τα σαπούνια σωστά. Οπότε είπαμε να έρθουμε εδώ πέρα έφερε και η Σάβα, ήρθε κι άλλος ένας νομίζω, δεν θυμάμαι τώρα ποιος ήταν ο άλλος, κάποιος άλλος βοηθός και θα καθόμασταν εδώ, ήταν 25η Μαρτίου, ήταν μέρα, που δεν θα μας ενοχλούσε κανένας, θα μασταν τελείως ήσυχοι, είχαμε κλείσει πόρτες και τα λοιπά και θα καθόμαστε να κόψουμε τα πρώτα 15-16 καλούπια που είχαμε βγάλει από το καζανάκι. Τώρα βγαίνουν περίπου 30 σε κάθε καζανιά. Τότε ήταν κάπου 15-16 καλούπια. Προσπαθήσαμε, προσπαθήσαμε ένα-ένα τα κόβαμε, πήγαινε καλά το χέρι, είχαμε αρχίσει, έστρωνε το χέρι σιγά-σιγά, πάνω στη γραμμή το κόψιμο, όλα μια χαρά. Αφού κόψαμε όλα τα καλούπια και μείναμε πολύ ευχαριστημένοι, γιατί είδαμε ότι τα κόψαμε πολύ ίσια τα καλούπια, βγάλαμε τις πρώτες πλάκες και τι διαπιστώσαμε; Ότι ενώ κόβαμε ίσια από πάνω η λεπίδα δεν ήταν κάθετη στο σαπούνι ήταν με το πλάι και βγαίναν όλα με το πλάι τα σαπούνια. Μεγάλη αποτυχία, απογοητεύτηκα πάρα πολύ αλλά εκ των υστέρων διαπίστωσα ότι δεν τους ενοχλούσε καθόλου τους καταναλωτές να παίρνουνε σαπούνι, το οποίο ήτανε λίγο ζαβό και μάλιστα και οι τουρίστες, οι οποίοι έρχονταν εδώ και αγόραζαν τα σαπούνια μας, τα προτιμούσαν τα σαπούνια που ήταν ζαβά, γιατί δείχνανε ότι ήταν χειροποίητα. Βέβαια σήμερα είναι κριτήριο κακής ποιότητος το να κοπεί το σαπούνι στραβά και ο κόφτης μας ο Δημήτρης, το κόβει πολύ καλά το σαπούνι, ξέρει να κόβει ίσια το σαπούνι.
Πώς καταφέρατε να συνδυάσετε την παραδοσιακή πρακτική με την επιστημονική πλέον προσέγγιση;
Ουσιαστικά η προσέγγιση είναι πάντα παραδοσιακή, δεν έχει αλλάξει κάτι σε αυτό, απλώς η επιστημονική γνώση και υποδομή βοηθάει να κατανοήσουμε καλύτερα αυτό που κάνουμε και έχοντας μία σφαιρικότερη αντίληψη ενδεχομένως να ξεπεράσουμε και κάποια μικροπροβλήματα. Αυτό ήταν, ο πρώτος που το κανε αυτό, ήταν ο πατέρας μου, ο οποίος όπως σου είπα και νωρίτερα, σπούδασε χημικός μηχανικός και όταν ήρθε εδώ πέρα να φτιάχνει σαπούνι, έμαθε μεν την σαπωνοποίηση την παραδοσιακή σαπωνοποιία από τον πατέρα του, αλλά ταυτόχρονα ήξερε τι ήταν αυτό που κάνει, ήξερε δηλαδή τη χημεία της σαπωνοποίησης και μπορούσε να εξηγήσει και όλα τα υπόλοιπα.
Πώς σκοπεύετε να συνεχίσετε με την σαπωνοποιία;
Με τον τρόπο που πάω. Όχι με μεγάλες διαφορές. Για μένα το πιο, η φιλοδοξία μου, είναι να μπορέσω να παραδώσω αυτή την δραστηριότητα και την τεχνογνωσία στην επόμενη γενεά, έτσι όπως την πήρα, χωρίς αλλοιώσεις. Και έχω και δύο κανόνες, οι οποίοι είναι βγαλμένοι λίγο και από την εμπειρία, από την ιστορία της οικογένειας. Ένας είναι ο βασικός κανόνας. Είναι ως εκεί που φτάνει το χέρι σου, γιατί αν πας παραπέρα από εκεί που φτάνει το χέρι σου τότε χάνεις και τον έλεγχο αυτού που κάνεις. Μπορεί να έχεις μεγαλύτερες απολαβές, ενδεχομένως ή η επιχείρηση να μεγαλώσει, αλλά δεν θα είναι εν τέλει προς όφελός σου αυτό το πράγμα. Αν θέλεις δηλαδή να προχωρήσεις και να πας και να διαιωνιστείς και στην επόμενη γενεά, νομίζω ότι είναι καλό να πηγαίνεις ως εκεί που φτάνει το χέρι σου. Εντάξει μπορεί να ακούγεται λίγο, ξέρω γω, οπισθοδρομικό αυτό αλλά έτσι. Και το άλλο που λέω είναι και όσο χωράει η τσέπη μου, γιατί το περισσότερο δεν θα κάνει καλό, νομίζω.
Υπάρχει κάτι τελευταίο που θα θέλατε να πείτε πριν κλείσουμε;
Ότι μου δώσατε την ευκαιρία να έχω μία πολύ ωραία συνέντευξη κ[01:00:00]αι να αναπολήσω, με εξαίρεση τη φωτιά, ευχάριστες αναμνήσεις και γεγονότα.
Ευχαριστούμε πολύ.
Και εγώ.