Δημιουργώντας ένα ροκ συγκρότημα την δεκαετία του '80 στην Ελευσίνα
Ενότητα 1
Τα παιδικά χρόνια και η πρώτη γνωριμία με τη μουσική
00:00:00 - 00:04:42
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Είμαι η ερευνήτρια Ανδρώνη Μυρτώ, είμαστε στην Ελευσίνα με τον Δημήτρη Ανδρώνη και είμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε. Λοιπόν, πες μου λίγα λ…αλε ο μαέστρος, ο Σπύρος ο Μπρετάνος, ένας εξαιρετικός άνθρωπος και ωραίος τρομπετίστας. Και έτσι ξεκίνησα δειλά δειλά να μαθαίνω τρομπέτα.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 2
Η γνωριμία με τη ροκ μουσική και η δημιουργία του συγκροτήματος «Γλυκιά Συμμορία»
00:04:42 - 00:08:00
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ωραία. Πες μου για τις μουσικές σου ακροάσεις, αν θέλεις. Δεν είχαμε και πολλές επιλογές. Τώρα μιλώντας για τα Βίλια, στα Βίλια είχαμε ένα…ίχους, δηλαδή, που αφορούσανε την ζωή των εφήβων, τους έρωτές μας, κτλ. Εκεί, λοιπόν, έπαιξα τρομπέτα και τραγουδούσα στην Γλυκιά Συμμορία.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 3
Τα μέλη του συγκροτήματος και αναμνήσεις από τις συναυλίες
00:08:00 - 00:14:07
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ωραία. Πάμε λίγο πίσω. Πού γνωριστήκατε με τον Τάσο; Σ’ ένα πάρτι, βέβαια. Σ’ ένα πάρτι, νομίζω, ενός φίλου που έγινε φίλος μετά, ο Νίκος …φορά το συγκρότημα, έτσι; Παραμένουμε φίλοι, εννοείται, και μάλιστα υπάρχει η σκέψη, έτσι, να κάνουμε μία επανένωση, ένα Reunion, θα δούμε.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 4
Οι αναμνήσεις από τις πρόβες
00:14:07 - 00:16:48
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Θυμάσαι κάτι χαρακτηριστικό, ίσως, απ’ τις συναντήσεις σας, τις πρόβες, τα τραγούδια; Οι πρώτες πρόβες που κάναμε ήτανε στο πατάρι του μα…έρα μου στις δραστηριότητες του συγκροτήματος, δηλαδή να κάνει συναυλία το συγκρότημα, και να έρχεται ο μπαμπάς μου; Το έβλεπα έτσι.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 5
Το σημαντικό δίδαγμα από τον πατέρα τού αφηγητή
00:16:48 - 00:20:08
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Και έχω μία χαρακτηριστική, έτσι, που μ’ έχει στιγματίσει αυτή η ιστορία, γιατί; Γιατί, προϊόντος του χρόνου, συνειδητοποίησα το μεγαλείο πο…τους επαινώ στο πιο μικρό τους επίτευγμα. Να μην το ξεχνάω, γιατί είναι πολύ σημαντικό, και στους δικούς μου ανθρώπους όσο είναι δυνατόν.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 6
Πώς δημιουργούνταν τα τραγούδια
00:20:08 - 00:22:26
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Ωραία. Κάτι άλλο. Θα ήθελες να μου πεις με ποιόν τρόπο έβγαιναν τα τραγούδια; Τα τραγούδια ή τα έφερνε ο… Εγώ δεν συνέθετα τραγούδια και …γήσαμε, μπλέξαμε με άλλα και παρέμεινε αυτό. Αλλά τώρα, που το λέω, θα πρέπει να το ξαναδώ. Οπότε, κάπως έτσι γινότανε, παρεΐστικα δηλαδή.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 7
Η διοργάνωση συναυλιών με μοχλό την πολιτική ιδεολογία
00:22:26 - 00:25:07
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Θα ήθελες να μου πεις πώς αισθανόσουν που εμπλεκόταν η πολιτική μέσα στο συγκρότημα; Καταρχήν και ως έφηβοι, ειδικά τότε, σχεδόν ήτανε δόγ…η φορά, ας πούμε, δηλαδή, βυθισμένος στις σκέψεις του κτλ., τον περιμέναμε στην πρόβα, είχε χαθεί και άργησε, οπότε είχαμε και το λέγαμε.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνησηΕνότητα 8
Οι συνειδητοποιήσεις του αφηγητή για τη μουσική και η κοινή μουσική αισθητική στο συγκρότημά τους
00:25:07 - 00:30:25
Απόσπασμα Απομαγνητοφώνησης
Μια ακόμα ερώτηση. Θα άλλαζες τίποτα από τότε; Αν άλλαζα τίποτα; Τώρα αυτό πάντα, η ερώτηση αυτή είναι…Το μόνο που θα άλλαζα θα ήτανε να μ…εξαιρετική ιδέα, η διάσωση της προφορικής…των προφορικών εμπειριών, τέλος πάντων, κάποιων ανθρώπων κτλ. Τέλεια, ευχαριστώ πολύ. Τελειώσαμε.
Μετάβαση στην απομαγνητοφώνηση[00:00:00]Είμαι η ερευνήτρια Ανδρώνη Μυρτώ, είμαστε στην Ελευσίνα με τον Δημήτρη Ανδρώνη και είμαστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε. Λοιπόν, πες μου λίγα λόγια για σένα.
Είμαι δάσκαλος μουσικής στο 10ο Δημοτικό Σχολείο Ελευσίνας εδώ και είκοσι οχτώ χρόνια. Ζω στην Ελευσίνα, έχω οικογένεια στην Ελευσίνα. Συνθέτω κατά καιρούς, διδάσκω σ’ ένα ωδείο εδώ στην Ελευσίνα. Αυτά.
Ωραία. Θα ήθελες να μου περιγράψεις την παιδική σου ηλικία;
Η παιδική μου ηλικία ξεκινάει στα Βίλια, Βίλια Αττικής, όπου, όταν ο πατέρας μου ήρθε από Γερμανία —ως μετανάστης είχε φύγει την δεκαετία του ’60—, χειροτονήθηκε ιερέας και τον στείλανε στα Βίλια. Εκεί γεννήθηκα εγώ, έβγαλα δημοτικό εκεί. Άλλαξα τρία σχολεία, μετά το δημοτικό, δηλαδή, πήγαμε στην Μάνδρα Αττικής, εκεί έβγαλα το γυμνάσιο. Και, κατόπιν, στην Ελευσίνα, στις αρχές του ’80, όπου τέλειωσα το λύκειο και ξεκίνησα τις σπουδές μου στη μουσική.
Ωραία. Θυμάσαι γιατί έπρεπε να φύγετε απ’ τα Βίλια;
Πάντα ήθελε ο πατέρας μου να φύγουμε από την μικροκοινωνία του χωριού και να έχουμε περισσότερες επιλογές επαγγελματικής αποκατάστασης, να είναι πιο κοντά, δηλαδή, σε αυτά, τα ενδιαφέροντά μας, αυτά που θα θέλαμε να κάνουμε. Οπότε, πάντα υπήρχε η σκέψη να κατέβουμε προς το κέντρο. Και αυτό συνέβη, έστω σταδιακά.
Ωραία. Πώς ήταν η ζωή στην Μάνδρα;
Η Μάνδρα ήταν συντηρητική κοινωνία για την εποχή, πολύ συντηρητική. Ο πατέρας μου εκεί έκατσε ένα χρόνο ως εφημέριος και κατόπιν κατέβηκε, η οργανική του θέση ήταν στην Ελευσίνα, αλλά εμείς εξακολουθούσαμε και μέναμε στην Μάνδρα. Γι’ αυτό κι έβγαλα εγώ… μείναμε τρία χρόνια δηλαδή, έβγαλα το γυμνάσιο εκεί. Όμως δεν μπορώ να πω, ωραία παιδικά χρόνια, δηλαδή έβγαλα το γυμνάσιο, την δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Μάνδρα. Ήταν η εποχή που ήρθα σε επαφή με τη μουσική, γράφτηκα στην φιλαρμονική, ας πούμε. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, όταν κατεβήκαμε, τώρα, εγώ ένα παιδί απ’ το χωριό, δεν ξέραμε καν τι θα πει, μεταξύ των παιδιών, τι θα πει «να τα φτιάξουμε». Και όταν ήρθα, τώρα, από ένα σχολείο που ήμασταν σαράντα πενήντα παιδιά στα Βίλια, ήρθα σε ένα σχολείο που είχε πεντακόσια παιδιά, ήρθε μία κοπελιά και μου είπε «να τα φτιάξουμε». Και ντράπηκα τόσο πολύ, που έκανα τρεις μέρες να ξανάρθω στο σχολείο. Παρόλα αυτά, τα φτιάξαμε μετά, βέβαια, αλλά λέω τώρα το σοκ που έπαθα, γιατί δεν μας είχε τύχει στα Βίλια, δεν ασχολιόμασταν με αυτά τα πράγματα. Και, ένα απόγευμα, βγαίνοντας με την μητέρα μου στην αγορά, στην Μάντρα, άκουσα κάτι σαν μουσική να ακούγεται, σαν πρόβα. Ήτανε μία αίθουσα, είχανε βάψει το τζάμι μάλιστα, για να μην φαίνεται απ’ τους περαστικούς απέξω, οπότε, ενώ η μάνα μου συνέχισε τον δρόμο, εγώ είχα κολλήσει στην τζαμαρία. Το κατάλαβε μετά από αρκετά μέτρα, η μάνα μου, ότι εγώ είχα κολλήσει, γύρισε πίσω, δηλαδή, και με είδε, οπότε μόλις ήρθε κοντά μου, της λέω: «Μάνα, εγώ εδώ θέλω να γραφτώ». Στην φιλαρμονική, ήταν η φιλαρμονική της Μάνδρας. Και έτσι ξεκίνησε, ας πούμε, επίσημα ένας τρόπος οργανωμένης σπουδής στην μουσική. Το πρώτο μου όργανο ήταν η τρομπέτα. Αυτό έγινε το 1979-’80, εκεί περίπου, δηλαδή ήμουν Α’ Γυμνασίου. ’81 μπορεί, ’80-’81. Και ήταν τέτοια η έλλειψη, υπήρχε έλλειψη στα όργανα, οπότε για πολλές ώρες την ημέρα μάθαινα δύο τρία εμβατήρια, γιατί έπρεπε, αφού γράφτηκα Σεπτέμβριο, έπρεπε τον Οκτώβριο να βγούμε υπηρεσία, στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου. Οπότε, ενώ δεν ήξερα ακόμα τεχνικά, σωστά το όργανο, είχα μάθει όμως δεύτερη τρομπέτα κάποια εμβατήρια και με έβγαλε ο μαέστρος, ο Σπύρος ο Μπρετάνος, ένας εξαιρετικός άνθρωπος και ωραίος τρομπετίστας. Και έτσι ξεκίνησα δειλά δειλά να μαθαίνω τρομπέτα.
Ενότητα 2
Η γνωριμία με τη ροκ μουσική και η δημιουργία του συγκροτήματος «Γλυκιά Συμμορία»
00:04:42 - 00:08:00
Ωραία. Πες μου για τις μουσικές σου ακροάσεις, αν θέλεις.
Δεν είχαμε και πολλές επιλογές. Τώρα μιλώντας για τα Βίλια, στα Βίλια είχαμε ένα κασετόφωνο του πατέρα μου, αν έφερνε μία κασέτα. Θυμάμαι είχε φέρει, ας πούμε, μια κασέτα της Χαρούλας, τα τραγούδια της Χαρούλας. Ακουγόταν κάτι διαφορετικό[00:05:00] από τα δημοτικά τραγούδια, τώρα, απ’ το σχολείο, απ’ τη Χούντα. Την Χούντα την προλάβαμε εμείς Α’ Δημοτικού, δηλαδή, όταν έπεφτε. Αλλά η νοοτροπία παρέμενε. Παρόλα αυτά, εγώ τώρα μεγαλωμένος μέσα σ’ ένα σπίτι ιερέα. Ο πατέρας μου αγαπούσε την δημοτική μουσική, τραγουδούσε δημοτικά τραγούδια. Εγώ για κάποιον λόγο δεν είχα έφεση σ’ αυτό το άκουσμα, οπότε, θυμάμαι, ήμουνα Στ’ Δημοτικού ή Ε’, μπορεί. Εκεί που μέναμε υπήρχανε κάποια κορίτσια που δίνανε για το πανεπιστήμιο, τότε, και είχανε φέρει έναν δίσκο, το «The wall» των Pink Floyd, και κάποιος θείος τούς είχε αγοράσει και ένα ηχοσύστημα, οπότε ξαφνικά, στα Βίλια, στο σπίτι που μέναμε, από κάτω που ήτανε η σπιτονοικοκυρά και τα κορίτσια, δηλαδή με τον δίσκο, που λέω, ξαφνικά ακούσαμε το Another brick in the wall. Αυτό ήτανε σοκ, πραγματικό σοκ. Και από κει και πέρα, η εξερεύνηση με την μουσική έγινε στην Μάνδρα όταν φτάσαμε, γιατί στην Μάνδρα, επειδή ήτανε συντηρητική η κοινωνία, όπως είπα πριν, το σκάγαμε και ερχόμασταν Ελευσίνα, που ήτανε έτσι λίγο, ας πούμε, η πρωτεύουσα της περιοχής. Η Ελευσίνα είχε νωρίς πολλούς πληθυσμούς, πολλές έτσι φυλές, να το πω, από όλη την περιοχή της Ελλάδας ως βιομηχανική περιοχή, ως η πρώτη βιομηχανική περιοχή. Και έτσι γνωρίσαμε πολλά παιδιά που και αυτά εξερευνούσανε τις μουσικές τους προτιμήσεις, με αποτέλεσμα να καθίσουμε προς τη ροκ πλευρά, ας πούμε. Εκεί γνωρίστηκα και με τον Τάσο τον Βέρδη. Είχε ένα ποδηλατάδικο ο πατέρας του, ο Τάσος το συνέχισε, ακόμα και τώρα δηλαδή έχει το μαγαζί, και δημιουργήσαμε ένα συγκρότημα. Η αγάπη μας αυτή να μιμηθούμε όλο αυτό που συνέβαινε και μας ερχότανε μέσα απ’ τα ραδιόφωνα, απ’ το εξωτερικό, δηλαδή να κάνουμε ένα ροκ συγκρότημα. Το ονομάσαμε «Γλυκιά Συμμορία». Τότε είχε παιχτεί, παιζόταν μία ταινία, δεν θυμάμαι, του Δημόπουλου ήτανε; Δεν θυμάμαι, θα το βρούμε, τέλος πάντων. Με μία καταπληκτική μουσική, την μουσική, θυμάμαι, την είχε γράψει ο Γιώργος ο Χατζηνάσιος και μας είχε στιγματίσει, γιατί η ταινία ήτανε πολύ περιθωριακή. Μίλαγε για μια παρέα παιδιών, η οποία κλείστηκε σ’ ένα σπίτι και αυτοκτόνησαν, όλοι. Ήτανε πολύ, έτσι, ερεθιστικό το θέμα για την εφηβεία μας. Και από την ταινία βγάλαμε το όνομα του συγκροτήματος, «Γλυκιά Συμμορία». Δεν υπήρχαν και πολλά τότε στην Ελευσίνα. Ήτανε δυο τρία —ξέρω ‘γώ—, αλλά έτσι δειλά δειλά εμείς κάναμε και δικά μας τραγούδια. Ο Τάσος τότε μελοποιούσε και ποίηση Brecht, αλλά και δικά μας, με στίχους, δηλαδή, που αφορούσανε την ζωή των εφήβων, τους έρωτές μας, κτλ. Εκεί, λοιπόν, έπαιξα τρομπέτα και τραγουδούσα στην Γλυκιά Συμμορία.
Ωραία. Πάμε λίγο πίσω. Πού γνωριστήκατε με τον Τάσο;
Σ’ ένα πάρτι, βέβαια. Σ’ ένα πάρτι, νομίζω, ενός φίλου που έγινε φίλος μετά, ο Νίκος ο Μακαρούνας. Τότε τα πάρτι γινόντουσαν στα σπίτια, δηλαδή η παρέα κουβαλούσε τους δίσκους, κάποιοι άλλοι τα ηχεία, κάποιοι άλλοι τον ενισχυτή και στήνονταν το πάρτι. Εκεί γνωριστήκαμε. Μετά, κολλήσαμε, ξεκινήσαμε παρέα, δεν μπορώ να πω ακριβώς την…Αυτό έγινε το 198’… τέλος ’81, το ’82; Εκεί.
Πού συχνάζατε; Θυμάσαι;
Βέβαια, υπήρχε μία παμπ, «ο Σκορπιός», ήτανε ρετρό πριν, νομίζω, όπου έπαιζε την μουσική που ακούγαμε. Φυσικά, τότε η εποχή ήθελε όποιους άκουγαν την ντίσκο να μην είχανε σχέση με αυτούς που άκουγαν ροκ. Είμασταν οι ντισκόβιοι και οι ροκάδες, ήταν ξεχωρισμένα τα πράγματα. Οι ντισκόβιοι συνήθως άκουγαν και τα λαϊκά της οκάς της εποχής, που εμείς δεν είχαμε καμία σχέση, ήτανε ιεροσυλία για εμάς αυτό, ήτανε ύβρις, κάτι τέτοιο. Οπότε, συχνάζαμε πάρα πολύ στην παμπ, που αργότερα την απέκτησε κι ένας φίλος μας, που στην συνέχεια παραλίγο να γίνει και γαμπρός μου.
Ωραία. Μέσα σε ποια εποχή περίπου γινόταν όλο αυτό;
Αυτό ξεκίνησε, τότε δεν το συνειδητοποιούσαμε βέβαια, αλλά είχε ξεκινήσει με την εποχή που ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε την μεγάλη αλλαγή στην Ελλάδα, με το ΠΑΣΟΚ στα forte του, που λέμε. Για εμάς ήταν κάτι φυσιολογικό τότε, αλλά για τους παλιότερους όντως υπήρχε μία τεράστια αλλαγή. Τώρα το πώς εξελίχθηκε αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Και επειδή υπήρχε αυτό το κλίμα της αλλαγής, της ανανέωσης της ελληνικής κοινωνίας, μιας ευμάρειας, είχανε διπλασιαστεί οι μισθοί των εργαζομένων, όλα έδειχναν, έτσι, ένα[00:10:00] μέλλον πολύ καλό κτλ. Το ΠΑΣΟΚ υποστήριζε πάρα πολύ τους δήμους, και οι δήμοι με την σειρά τους τέτοιες δράσεις συλλογικές κτλ. Επίσης τα κόμματα που είχανε απελευθερωθεί, που έκαναν συγκεντρώσεις, κυρίως τα αριστερά, το ΚΚΕ δηλαδή, το ΚΚΕ Εσωτερικού, το ΠΑΣΟΚ το ίδιο. Και λέω, αναφέρω τα κόμματα, γιατί τα κόμματα, θέλοντας να προσεγγίσουν την νεολαία, χρησιμοποιούσαν τα τοπικά συγκροτήματα για να, έτσι, μαζέψουν τους νέους, ας πούμε, σε εκδηλώσεις που κάναν. Άλλο που δε θέλαμε εμείς, διότι οικονομικά δεν μπορούσαμε να στηρίξουμε μια ηχοληπτική εγκατάσταση για να παίξουμε στις συναυλίες, οπότε, όπου γινόταν μια συγκέντρωση ενός κόμματος, νεολαίας κτλ., η Γλυκιά Συμμορία ήτανε παρούσα. Δηλαδή, έχουμε και φωτογραφικό υλικό από εκδηλώσεις του ΚΚΕ Εσωτερικού, του ΚΚΕ, του ΠΑΣΟΚ. Παρόλα αυτά, η πρώτη μας συναυλία δεν ήτανε με κόμματα. Την πρώτη συναυλία την είχαμε οργανώσει εμείς, νομίζω, δηλαδή ήταν μία συλλογική, μία κοινοτική κατάσταση, είχαμε συμβάλει όλοι με λεφτά για να συμβεί. Είχαμε καλέσει και κάποια συγκροτήματα από την Αθήνα. Θυμάμαι, είχε έρθει ένα συγκρότημα, «Kermits» λεγότανε. Και είχε γίνει και κάτι, έτσι, τραγικό τότε. Ο τραγουδιστής του συγκροτήματος… Δηλαδή, είχαμε εμφανιστεί μαζί, στην παραλία Ελευσίνας έγινε αυτό. Πρέπει να έγινε το ’83-’84, κάπου εκεί. Ο Μάριος, Μάριος Βασταρδής, ήτανε γιος του γνωστού ηθοποιού, του Βασταρδή, ο οποίος δυστυχώς μετά την συναυλία, δεν θυμάμαι τώρα πότε έγινε η συναυλία, αλλά λίγες μέρες μετά είχε ένα δυστύχημα και σκοτώθηκε. Και έτσι, του είχαμε κάνει και ένα αφιέρωμα, είχαμε γράψει κάποια λόγια, ή στην επόμενη συναυλία είχαμε μιλήσει, γιατί η γνωριμία μας ήταν μέσα απ’ την μουσική και αυτή έληξε τόσο βίαια με το δυστύχημα.
Ωραία. Προηγουμένως είπες ότι το συγκρότημα ουσιαστικά το φτιάξατε εσύ και ο Τάσος. Υπήρχαν κι άλλα άτομα;
Υπήρχαν κι άλλα άτομα. Ο Τάσος είχε πολλές ανησυχίες τέτοιες, έπαιζε κιθάρα, είχε τον αδερφό του, τον Θανάση, που επίσης έπαιζε κιθάρα. Και μαζευτήκαμε μια παρέα από την παμπ που είπα, ήταν ο Μιχάλης ο Μαθιουδάκης, ο Νίκος ο Μακαρούνας, ο Βαγγέλης ο Παπανικολάου, ο Βαγγέλης, λέω, ο Βασίλης ο Παπανικολάου και ο Μιχάλης ο Μαθιουδάκης. Ο Μιχάλης, δυστυχώς, δεν ζει, είχε ένα πρόβλημα υγείας και εδώ και λίγα χρόνια μάς άφησε. Παρόλα αυτά ήμασταν δεμένη παρέα και για δύο τρία χρόνια είχαμε κάνει όνομα στην Ελευσίνα, ας πούμε, ξέρω ‘γώ. Και είχαμε φτάσει να παίξουμε, νομίζω, είχαμε πάει και μέχρι το... στον Άλιμο κάπου; Νομίζω, κάπου, πάλι σε μία κομματική νεολαία δηλαδή κτλ., αλλά για εμάς ήταν ταξίδι τότε αυτό. Έχουμε και μία ωραία φωτογραφία με ένα πόνυ, θα σ’ την δείξω. Ήταν ωραία, γιατί αυτό μας έδινε έναν λόγο ύπαρξης, ένα σχήμα στις αναζητήσεις μας. Τώρα, εμείς στο σχολείο, λυκειόπαιδα, ξέρω ‘γώ, ο Τάσος τελείωνε, εγώ ήθελα λίγο ακόμα. Τώρα, το συγκρότημα έληξε άδοξα, με την έννοια ότι μετά ήρθε ο στρατός, υποχρεώσεις των μελών, όταν ο Τάσος τέλειωσε τον στρατό, έπρεπε να πάω εγώ. Οπότε, μετά άλλαξαν τα ενδιαφέροντά μας, άρχισαν οι σπουδές, οι άλλες αναζητήσεις του κάθε μέλους. Εγώ, ας πούμε, ασχολήθηκα επαγγελματικά, ξέφυγα απ’ την ροκ μουσική, ήρθα σε επαφή με την κλασική μουσική και σπούδασα, πήρα και δίπλωμα σύνθεσης με το πιάνο κτλ. Οπότε, χώρισαν οι δρόμοι μας όσον αφορά το συγκρότημα, έτσι; Παραμένουμε φίλοι, εννοείται, και μάλιστα υπάρχει η σκέψη, έτσι, να κάνουμε μία επανένωση, ένα Reunion, θα δούμε.
Θυμάσαι κάτι χαρακτηριστικό, ίσως, απ’ τις συναντήσεις σας, τις πρόβες, τα τραγούδια;
Οι πρώτες πρόβες που κάναμε ήτανε στο πατάρι του μαγαζιού του Μιχάλη του Μαθιουδάκη. Ήταν επιπλοποιός ο πατέρας του, γνωστός στην Ελευσίνα, και είχε ένα πατάρι. Κι εκεί μαζευόμασταν βράδια ατέλειωτα και παίζαμε, ερχόντουσαν και οι κοπελιές μας. Είχαμε και μια, έτσι, αστεία ιστορία. Εγώ, επειδή δεν είχα τρομπέτα δικιά μου, είχαμε δανειστεί από τη φιλαρμονική του Δήμου τότε και την είχα υπό την ευθύνη μου, βέβαια, την τρομπέτα. Ε, κάποια στιγμή την άφησα σε μια καρέκλα, είχε έρθει η κοπελιά του Μιχάλη, όμως, και μη βλέποντας, τώρα μπορεί να ήταν και σκοτάδι, η κοπέλα δεν το έκανε επίτηδες, έκατσε πάνω στην τρομπέτα και κάτι στράβωσε, τώρα, από τον μηχανισμό της. Τέλος πάντων, είχα την αγωνία, γιατί πώς θα την επιστρέψω; Ξέρω ‘γώ[00:15:00], τέλος πάντων, έχουμε να το λέμε. Αλλά πρόβες μετά… Τότε ο Δήμαρχος της Ελευσίνας ήταν ο Μιχάλης ο Λεβέντης, ένας πολύ καλός Δήμαρχος για πολλά χρόνια στην Ελευσίνα, ο οποίος έδινε μεγάλη σημασία στο να στηρίξει την νεολαία μέσα από την τέχνη, από τέτοιες δράσεις κτλ., οπότε, στο πολιτιστικό κέντρο του Δήμου, μας είχε παραχωρηθεί το λεγόμενο «Στέκι». Είχε ένα υπόγειο κάτω, αλλά κι άλλες φορές όποια αίθουσα ήταν κενή, οπότε, πολλές φορές κάναμε πρόβες και στο πολιτιστικό, σε κάποια αίθουσα που ήτανε διαθέσιμη. Είχαμε κάνει και συναυλίες εκεί, στον κήπο του πολιτιστικού, όπως λέμε, ξέρω ‘γώ, τις οποίες τις ηχογραφούσαμε με ένα κασετόφωνο, βέβαια. Κάποια στιγμή, κάποιος μας πήρε και ένα βίντεο, θυμάμαι, στην παραλία; Δε θυμάμαι. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, όμως, επειδή εγώ, όπως σου είπα, ήμουνα γιος ιερέα, άρα, για φαντάσου το σχήμα σε μια κοινωνία, η οποία τότε άρχιζε να αλλάζει, να γίνεται πιο ανοιχτή σιγά σιγά. Ακόμα και σήμερα είναι ζητούμενο, αλλά πολλά πράγματα έχουν αλλάξει σαφώς. Ένας γιος ιερέα με μακριά μαλλιά ήμουνα σίγουρα αντικείμενο σχολιασμού, κακοπροαίρετου σχολιασμού, βέβαια, από τους κατοίκους, ξέρω ‘γώ. Πολλές φορές το κάνανε και επίτηδες για να τσιγκλήσουν τον πατέρα μου, δηλαδή, να τον ερεθίσουνε. Παρόλα αυτά, ο πατέρας μου, επειδή ήταν άνθρωπος πολύ συνετός και συνεργάσιμος και ανοιχτόμυαλος, ποτέ δεν είχε, προσωπικά ο ίδιος, πρόβλημα με το ότι εγώ ήμουν ένας μαλλιάς, ροκάς κτλ., και ίσα ίσα που με υποστήριζε, αλλά, βέβαια, εγώ τότε το μόνο που δεν ήθελα είναι να έχω τον πατέρα μου στις δραστηριότητες του συγκροτήματος, δηλαδή να κάνει συναυλία το συγκρότημα, και να έρχεται ο μπαμπάς μου; Το έβλεπα έτσι.
Και έχω μία χαρακτηριστική, έτσι, που μ’ έχει στιγματίσει αυτή η ιστορία, γιατί; Γιατί, προϊόντος του χρόνου, συνειδητοποίησα το μεγαλείο που είχε ο πατέρας μου, γιατί ο πατέρας μου είχε το εξής προτέρημα: —υποθέτω χωρίς να το γνωρίζει και ο ίδιος ή ασυνείδητα— ήξερε πότε να μη μιλάει, ήξερε τη σημασία της σιωπής και ήξερε, επίσης, ότι με πολύ λίγα πράγματα μπορεί να πει πολλά, με την έννοια ότι θα μπορούσε να σε κοιτάξει μόνο και από κει και πέρα να τ’ ακούσεις όλα μόνος σου μέσα, με την εσωτερική φωνή που σου έβαζε, ας πούμε, μέσα σου. Οπότε, στην πρώτη συναυλία που κάναμε —χωρίς να μου το πει— αυτός είχε έρθει και κάθισε, μάλιστα, πρώτη θέση. Και τώρα να ‘μαι εγώ πάνω, να με κοιτάνε και τα κοριτσάκια, τότε που θέλαμε και να αρέσουμε και να… ξέρω ‘γώ. Και να ‘ναι και ο πατέρας μου; Ο παπάς, τώρα, στη συναυλία; Τέλος πάντων, την κάναμε την συναυλία, έφυγε, δεν έμεινε σε όλη την συναυλία, λίγο πριν το τέλος έφυγε. Μετά από καιρό, μήνες, δεν μου είπε τίποτα. Μου είπε ένα: «Συγχαρητήρια», ξέρω ‘γώ, κάποια στιγμή την άλλη μέρα. Μετά από μήνες, έτυχε και είχαμε βγει έξω τώρα φίλοι, ήτανε Σάββατο βράδυ, ξημερώματα Κυριακής, γυρίσαμε αργά στο σπίτι, οπότε, ερχόμενος πάω ν’ ανοίξω την πόρτα και εκείνη την ώρα άνοιγε την πόρτα ο πατέρας μου να πάει στην εκκλησία. «Ω!», μου λέει, «Τώρα ήρθες;» ξέρω ‘γώ. «Ε, μπαμπά βγήκαμε», του λέω, «και…», «Ε», μου λέει, «καλά κάνατε, εντάξει». Και εγώ θέλοντας να τον αποφύγω τώρα, να φύγω γρήγορα να πάω μέσα να κοιμηθώ, κοντοστέκεται αυτός και μου λέει: «Α, να σου πω κάτι.», μου λέει, «Παίξατε πολύ ωραία σε αυτή τη συναυλία, τραγούδησες ωραία. Μπράβο σας, πάρα πολύ ωραία ήτανε, δηλαδή πολύ σας χάρηκα». «Έλα, ρε μπαμπά, τώρα», του λέω, εγώ δεν ήθελα να με παινεύει τώρα και… «Εντάξει» του λέω. «Ε, να σου πω.», μου λέει, «Εγώ ξέρεις πού τραγουδάω; Τραγουδάω κάθε Κυριακή, ξέρεις πού;». Κοντοστάθηκα, πάγωσα, έμεινα. Μου λέει: «Τραγουδάω κάτω στον Άγιο Γεώργιο. Δεν έχεις έρθει μια φορά να με δεις, να μ’ ακούσεις» κι έφυγε, δεν είπε τίποτε άλλο. Αυτή τη φωνή την ακούω, γιατί προϊόντος του χρόνου, όπως είπα, μετά σπούδασα μουσική, έγινα δάσκαλος μουσικής, την κράτησα αυτή τη φωνή, αυτό που μου είπε και τώρα καταλαβαίνω την αξία της, πόσο σημαντικό είναι να στηρίζουμε τους ανθρώπους μας, στην επιλογή τους, σε αυτό που ‘χουνε κάνει. Φυσικά αισθάνθηκα τύψεις, πολύ, χρόνια μετά, αργότερα, γιατί πραγματικά με δίδαξε εκείνη την ώρα αυτό ακριβώς, ότι πόσο σημαντικό είναι να στηρίζεις τον άλλον, ανεξάρτητα αν σ’ αρέσει ή όχι αυτό που κάνει. Απ’ την ανθρώπινη πλευρά, δηλαδή. Δε θα το ξεχάσω ποτέ. Το έχω σαν οδηγό στην ζωή μου και προσπαθώ να μην το ξεχνάω, να το θυμάμαι ακόμη και με τους μαθητές μου, να τους επαινώ στο[00:20:00] πιο μικρό τους επίτευγμα. Να μην το ξεχνάω, γιατί είναι πολύ σημαντικό, και στους δικούς μου ανθρώπους όσο είναι δυνατόν.
Ωραία. Κάτι άλλο. Θα ήθελες να μου πεις με ποιόν τρόπο έβγαιναν τα τραγούδια;
Τα τραγούδια ή τα έφερνε ο… Εγώ δεν συνέθετα τραγούδια και τώρα τρομπέτα που έπαιζα, εντάξει, έπαιζα πέντε νότες, τώρα, σε σημεία. Η τρομπέτα, εξάλλου, δίνει έμφαση σε κάποια ρυθμικά σημεία κτλ., για μας ήταν σημαντικό, βέβαια, αλλά ακούγοντάς τα εκ των υστέρων…Παρόλα αυτά είχα φτάσει σε ένα σημείο, γιατί το παλέψαμε και μετά τον στρατό. Στον στρατό είχα φτάσει σε ένα καλό σημείο δεξιοτεχνίας στην τρομπέτα, αλλά μετά το παράτησα για το πιάνο, όπως θα σου πω. Οπότε τα τραγούδια τα ‘φερνε ο Τάσος, κυρίως, ή και ο Μιχάλης έγραφε τραγούδια, ο Βασίλης ο Παπανικολάου, ο Θανάσης επίσης, και μας τα έπαιζε και από εκεί και πέρα ο καθένας έβαζε τις ιδέες του και τα δοκιμάζαμε και αν μας άρεσε, μπαπ, τα κρατάγαμε και, με τις πολλές φορές που τα παίζαμε, γίνονταν κτήμα και μπορούσαμε και τα παίζαμε. Είχαμε ηχογραφήσει και σε στούντιο κάποια τραγούδια που μας άρεσαν πολύ, δηλαδή είχαμε κάνει ημιεπαγγελματική δουλειά, ας πούμε, την έχουμε, έτσι, αυτή τη κασέτα. Ήτανε, δηλαδή, ωραία στιγμή για μας να πάμε σ’ ένα στούντιο. Και, επίσης, είχαμε δώσει κασέτες και σε μια δισκογραφική εταιρεία —τόσο ήτανε τα μυαλά πάνω από το κεφάλι—, αλλά ήτανε πολύ της μόδας τότε, ήτανε η εποχή που όλοι προσπαθούσανε, νομίζοντας ότι μπορούν να είναι οι επόμενοι Beatles, οι επόμενοι Stones, ας πούμε, ή ξέρω ‘γώ, έστω μικρότερου βεληνεκούς. Νομίζω είχε η Julietta Karori, καλά θυμάμαι, τώρα είναι μουσική παραγωγός αυτή στο Τρίτο Πρόγραμμα. Είχε μια πολύ ωραία πρωτοβουλία στο Κρατικό Ραδιόφωνο, βέβαια, στην ΕΡΤ, και μάζεψε κάποιες ηχογραφήσεις. Έκτοτε δεν θυμάμαι τι έγινε αυτό και δεν το ‘χω ψάξει, έχει ενδιαφέρον να το ψάξω. Τους είχαμε δώσει τότε, γιατί θα γινότανε, υποτίθεται, μια εκπομπή, θα ακούγονταν τα τραγούδια μας στο ραδιόφωνο, τώρα ουάου! Τότε αυτό για μας ήτανε σαν να παίζαμε στο Wembley, ξέρω ‘γώ, ένα πράγμα. Λοιπόν, δεν ξέρω τι έγινε μετά όμως, δεν το κυνηγήσαμε, μπλέξαμε με άλλα και παρέμεινε αυτό. Αλλά τώρα, που το λέω, θα πρέπει να το ξαναδώ. Οπότε, κάπως έτσι γινότανε, παρεΐστικα δηλαδή.
Θα ήθελες να μου πεις πώς αισθανόσουν που εμπλεκόταν η πολιτική μέσα στο συγκρότημα;
Καταρχήν και ως έφηβοι, ειδικά τότε, σχεδόν ήτανε δόγμα ως έφηβος να είσαι αριστερός, δεν το συζητάω. Όχι με την έννοια να είμαστε οργανωμένοι, να είμαστε κόντρα στο σύστημα. Αρά, μ’ αυτή την έννοια λαμβάναμε μέρος και σε εκδηλώσεις της ΕΠΟΝ, ας πούμε, ή αντιστασιακών, ξέρω ‘γώ. Ο Brecht που ανέφερα, γιατί μας κέντραρε το ενδιαφέρον, κέντρισε το ενδιαφέρον ακριβώς για την αντίσταση που προήγαγε στο σύστημα κτλ. Αλλά, δεν είχαμε σχέση με τα κόμματα, ήμασταν όμως πολιτικοποιημένοι όσον αφορά την αδικία, γενικά, και αυτό που όλοι οι νέοι θέλουνε, έναν καλύτερο κόσμο, δηλαδή, έναν δικαιότερο κόσμο, έναν κόσμο ίσων ευκαιριών κτλ., που τότε δεν το βάζαμε σε κάποιον ορισμό, αλλά ζούσαμε την αίσθηση τού να το διεκδικούμε. Ξέραμε ότι αυτό είναι το σωστό. Οπότε και μέσα απ’ τα τραγούδια έβγαινε αυτό, βέβαια υπήρχαν και τραγούδια που μιλούσανε για τους έρωτές μας, για καθημερινά πράγματα, δηλαδή, αυτά τα προβλήματα που είχε ένας νέος της εποχής, ένας έφηβος.
Θυμάσαι τον τρόπο που οργανώνονταν οι συναυλίες;
Ομαδική δουλειά ήταν και αυτή, όπως σου είπα, δηλαδή βάζαμε… Η πρώτη συναυλία, νομίζω, είχαμε βάλει όλοι λεφτά για να πληρώσουμε τον ηχολήπτη. Αλλά, ντάξει, άλλες συναυλίες ήτανε θέμα του φορέα που την διοργάνωνε κτλ. Δεν κάναμε πολλές μόνοι μας. Εννοώ, οι κομματικές νεολαίες, τα κόμματα ή —ξέρω ‘γώ— κάποιος σύλλογος που ήθελε να ακουστεί κι ένα νεολαιίστικο συγκρότημα κτλ. Αναλάμβαναν αυτοί τα έξοδα. Φυσικά, ποτέ δεν επαρκούσε η ηχητική κάλυψη, έτσι; Ποτέ δεν ήταν αυτό που θέλαμε, αλλά αυτό είναι, επίσης, ένα πρόβλημα όλων των συγκροτημάτων της εποχής.
Θυμάσαι κάτι πολύ χαρακτηριστικά από όταν μαζευόσασταν; Τα παιδιά του συγκροτήματος εννοώ.
Θυμάμαι ότι στις πρόβες ο Βασίλης, επειδή ο Βασίλης έμπαινε τόσο μέσα στη μουσική, που μπορεί να τελειώναμε και αυτός ως ουρά να συνέχιζε. Πάντα έπρεπε να του χτυπάμε την πλάτη τού Βασίλη: «Τελειώσαμε». Ή μια άλλη φορά, ας πούμε, δηλαδή, βυθισμένος στις σκέψεις του[00:25:00] κτλ., τον περιμέναμε στην πρόβα, είχε χαθεί και άργησε, οπότε είχαμε και το λέγαμε.
Ενότητα 8
Οι συνειδητοποιήσεις του αφηγητή για τη μουσική και η κοινή μουσική αισθητική στο συγκρότημά τους
00:25:07 - 00:30:25
Μια ακόμα ερώτηση. Θα άλλαζες τίποτα από τότε;
Αν άλλαζα τίποτα; Τώρα αυτό πάντα, η ερώτηση αυτή είναι…Το μόνο που θα άλλαζα θα ήτανε να μπορούσα να είχα ασχοληθεί πιο σοβαρά πιο νωρίς στην ζωή μου με την μουσική, γιατί σοβαρά ασχολήθηκα μετά απ’ όλα αυτά που συζητάμε με το συγκρότημα, δηλαδή μετά τον στρατό, ουσιαστικά, ασχολήθηκα σοβαρά. Δηλαδή μιλάω τώρα, μετά τα 20 μου χρόνια, 21. Δηλαδή, μετά το 1989, εννοώ που τέλειωσα το στρατιωτικό. Αν θα άλλαζα κάτι, θα ‘ταν αυτό. Να είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ από πιο μικρός σοβαρά, με το πιάνο, ας πούμε, που το γνώρισα μεγάλος και δεν κατάφερα να το τελειώσω, βέβαια, γιατί κάποια πράγματα πρέπει να ‘ρχονται στον καιρό τους. Και όχι μόνο γι’ αυτό, βέβαια, και για άλλους λόγους.
ΟΚ. Θέλεις να προσθέσεις κάτι άλλο;
Έχει ενδιαφέρον ότι αποκόπηκα από την ροκ πλευρά της ζωής μου —ας το πούμε έτσι — ή, μάλλον, την έκανα παύση για λίγο, όπως τώρα μπορώ να πω με σιγουριά, εξαιτίας του Bach. Μόλις άκουσα μουσική του Bach από κοντά, μέσω των σπουδών μου δηλαδή κτλ., ήταν ένα δεύτερο σοκ για μένα και επίσης κατάλαβα ότι η αισθητική μου πρόταση, δηλαδή το μουσικό μου αισθητήριο, ήταν περισσότερο δυτικοευρωπαϊκό παρά ελληνικό. Αργότερα, λέω έκανα παύση, γιατί δεν τελειώνεις ποτέ με την ροκ, με την καλή ροκ κτλ., την εμπεριέχεις, την κουβαλάς πάντα. Αλλά έκανα παύση, γιατί έπρεπε να μελετήσω πολύ την λόγια μουσική, την έντεχνη μουσική που είχε αναπτυχθεί χρόνια στην Ευρώπη και, κατόπιν, ένα τρίτο σοκ το έπαθα όταν ανακάλυψα το μεγαλείο του Μάνου Χατζιδάκι, όσον αφορά την ελληνική μουσική, ο οποίος για μένα είναι ένας άνθρωπος που πραγματικά έχει γεφυρώσει το ανατολικό προφίλ της Ελλάδας με το δυτικό, αυτό το σταυροδρόμι, στην μουσική του. Και έκτοτε, κινούμαι εκεί, ανάμεσα. Δηλαδή, υπάρχει ανάμνηση της ροκ, υπάρχει η ποιότητα της έντεχνης δυτικής παράδοσης και υπάρχει και το βάθος, η ψυχή Ελλήνων συνθετών σαν τον Χατζιδάκι, υπάρχουν κι άλλοι, και ο Μίκης Θεοδωράκης και όλοι οι μεγάλοι τραγουδοποιοί της δεκαετίας του ’60 και του ’70, οι οποίοι, έτσι, δίνουνε το σχήμα που εμένα ταιριάζει, σ’ εμένα ταιριάζει στην ελληνική μουσική.
Με ποιόν τρόπο σε επηρέασε τότε;
Ποιο;
Οι μουσικές σου επιλογές.
Είμαι της άποψης ότι ο άνθρωπος διαμορφώνεται από δύο πράγματα. Απ’ το DNΑ του και από τις πολιτισμικές επιδράσεις που έχει, από τις επίκτητες, ας πούμε, αυτές που αποκτά δηλαδή όσο μεγαλώνει, στο κοινωνικό περιβάλλον που μεγαλώνει. Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα, επιστημονικά δεν μπορώ να το αποδείξω αυτό, ποια πλευρά, ας πούμε, είναι σε μεγαλύτερο ποσοστό, αλλά αν κοιτάξω τώρα, δηλαδή, την μουσική που άκουγα, με κάποιον τρόπο, χωρίς να την έχω διδαχθεί ή να μου έχει πει κάποιος ότι αυτό είναι καλό ή κακό, έκανα κάποιες επιλογές. Αυτές οι επιλογές ποτέ δεν ήτανε χαμηλής αισθητικής, ας πούμε. Οπότε, η μουσική με επηρέαζε, εγώ την επηρέαζα, πηγαίναμε παρέα.
Αυτή η ιδεολογία που μου περιέγραψες αντανακλούσε στο συγκρότημα;
Ναι, τότε, τότε δεν το συνειδητοποιούσαμε, αλλά σίγουρα μας ένωνε μία κοινή αισθητική, σαφώς, δηλαδή μας άρεσαν τα ίδια ροκ κομμάτια. Δεν υπήρχε περίπτωση να είμαστε μαζί και κάποιος να άκουγε και λίγα λαϊκά ή λίγο ντίσκο ή έστω παραπάνω από αυτό που εμείς θεωρούσαμε, ξέρω ‘γώ. Σαφώς είχαμε κοινή αισθητική με τα παιδιά, χωρίς όμως να το επιδιώκουμε, έτυχε αυτό. Και υποθέτω, επειδή μας άρεσε, περνάγαμε καλά, δεν το αναλύεις εκείνη την ώρα που συμβαίνει αυτό, το αναλύεις μετά, εκ των υστέρων, ξέρω ‘γώ, γι’ αυτό περάσαμε καλά, ήμασταν καλά μαζί, ήμασταν και καλοί σαν φίλοι, δηλαδή. Αλλά επί της ουσίας, ναι, η μουσική μάς ένωσε. Γι’ αυτό, και επειδή μετά άλλαξε η κατάσταση στην προσωπική ζωή του καθενός, αυτό κράτησε περίπου πέντε χρόνια, τέσσερα πέντε χρόνια πρέπει να ‘τανε. Δηλαδή, απ’ το 1982 μέχρι το 1987 που πήγα φαντάρος, δηλαδή. Εκεί, ναι,[00:30:00] νομίζω αυτή είναι η πενταετία, περίπου τώρα.
Ωραία. Έχετε να προσθέσετε κάτι άλλο;
Όχι.
OΚ. Ευχαριστώ πάρα πολύ.
Εγώ ευχαριστώ. Είναι πολύ σημαντικό αυτό που κάνεις…
Ευχαριστώ πολύ.
Και η δουλειά του Ιστορήματος, δηλαδή, είναι εξαιρετική ιδέα, η διάσωση της προφορικής…των προφορικών εμπειριών, τέλος πάντων, κάποιων ανθρώπων κτλ.
Τέλεια, ευχαριστώ πολύ. Τελειώσαμε.
Φωτογραφίες
Επανένωση με τις μουσικέ ...
Ο Δημήτρης Ανδρώνης, μέλος του συγκροτήματ ...
Περίληψη
Ο Δημήτρης Ανδρώνης αποτελεί ιδρυτικό μέλος ενός ροκ συγκροτήματος ονόματι «Γλυκιά Συμμορία» που δημιουργήθηκε στην Ελευσίνα την δεκαετία του '80. Οι μουσικές επιλογές και αργότερα η σε βάθος ενασχόληση με αυτή επηρέασε την πορεία του στην ζωή. Συνοδοιπόρος με την φωνή του ιερέα πατέρα του, ο Δημήτρης εξιστορεί την δική του ιστορία σχετικά με το συγκρότημα, το κλίμα της εποχής, και ένα σημαντικό δίδαγμα.
Αφηγητές/τριες
Δημήτριος Ανδρώνης
Ερευνητές/τριες
Μυρτώ Ανδρώνη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
31/05/2022
Διάρκεια
30'
Περίληψη
Ο Δημήτρης Ανδρώνης αποτελεί ιδρυτικό μέλος ενός ροκ συγκροτήματος ονόματι «Γλυκιά Συμμορία» που δημιουργήθηκε στην Ελευσίνα την δεκαετία του '80. Οι μουσικές επιλογές και αργότερα η σε βάθος ενασχόληση με αυτή επηρέασε την πορεία του στην ζωή. Συνοδοιπόρος με την φωνή του ιερέα πατέρα του, ο Δημήτρης εξιστορεί την δική του ιστορία σχετικά με το συγκρότημα, το κλίμα της εποχής, και ένα σημαντικό δίδαγμα.
Αφηγητές/τριες
Δημήτριος Ανδρώνης
Ερευνητές/τριες
Μυρτώ Ανδρώνη
Tags
Ημερομηνία Συνέντευξης
31/05/2022
Διάρκεια
30'