«Σημασία έχει να ζεις όχι μόνο για τον εαυτό σου, τότε η ζωή είναι ακόμα καλύτερη»: Η συνεισφορά της Αγγελικής Σιτρά στην Παιδική Μέριμνα
Segment 1
Τα χρόνια της νιότης, η ενεργή συμμετοχή στο Πολυτεχνείο του 1973
00:00:00 - 00:31:48
Partial Transcript
Λοιπόν, καλημέρα, είμαι η Ευτυχία Βαρδούλη, είμαι Ερευνήτρια του Ιστορήματος, σήμερα είναι 4/12/2021 και είμαι εδώ πέρα με την κυρία; Α…ρεθήκαμε. Άλλαξε, εντάξει, άλλαξε μετά η κατάσταση από το '73-'74, που είχε γίνει και πλέον επανήλθε η χώρα, ας πούμε έτσι, έφυγε η Χούντα.
Lead to transcriptSegment 2
Η επιστροφή στη Λάρισα, το ιστορικό στέκι «Νικόδημος»
00:31:48 - 00:37:40
Partial Transcript
Το '75 τελείωσα εγώ τις σπουδές. Είχα αφήσει και δύο μαθήματα, τα οποία τα 'κανα αργότερα. Βρέθηκα το 1975, γνώρισα τον σύζυγό μου, και 1976… ξένων γλωσσών που ήταν για ενήλικες, την Ένωση, ήταν μία σειρά σχολείων σε όλη την Ελλάδα. Εγώ ανέλαβα το κομμάτι, το σχολείο της Λάρισας.
Lead to transcriptSegment 3
Το μεγάλο έργο που συντελέστηκε στην Ελληνική Μέριμνα-Παιδική Στέγη και ο απόηχός του στην κοινωνία
00:37:40 - 01:32:16
Partial Transcript
Αλλά όλα αυτά τα χρόνια, αφότου είχα έρθει στη Λάρισα, ασχολήθηκα κυρίως και με το θέμα των παιδιών, με την εξής έννοια. Πρωτο-ασχολήθηκα, σ… και με στόχο και με όραμα για να συνεχίζουμε τη ζωή μας. Ευχαριστούμε πολύ, κυρία Αγγελική. Κι εγώ ευχαριστώ πάρα πολύ. Να 'στε καλά.
Lead to transcript[00:00:00]Λοιπόν, καλημέρα, είμαι η Ευτυχία Βαρδούλη, είμαι Ερευνήτρια του Ιστορήματος, σήμερα είναι 4/12/2021 και είμαι εδώ πέρα με την κυρία;
Αγγελική Σιτρά.
Είμαι εδώ με την κυρία Αγγελική Σιτρά, στο σπίτι της στη Λάρισα. Λοιπόν, κυρία Αγγελική, θα θέλατε αρχικά να μας πείτε λίγα λόγια για τον εαυτό σας;
Ε, ναι, ευχαρίστως. Εγώ γεννήθηκα εδώ στη Λάρισα, από γονείς που γεννήθηκαν επίσης στη Λάρισα, ο πατέρας μου. Μάλιστα ο παππούς του πατέρα είχε έρθει στη Λάρισα και πάντα έλεγε από τη Λάρισα του Άργους, γιατί η καταγωγή του πατέρα μου είναι από το Άργος, κι όταν απελευθερώθηκε η Θεσσαλία από τους Τούρκους ήρθαν στην εδώ Λάρισα. Κι έλεγε από τη μία Λάρισα, γιατί στο Άργος «Λάρισα» ονομάζεται το Φρούριο, που έχει κι ένα θέατρο επίσης, αρχαίο θέατρο, ήρθαν εδώ στην επίσης Λάρισα. Μια πόλη που έχει και οκτώ χιλιάδες χρόνια ιστορίας. Εδώ μεγάλωσα, γεννήθηκα το 1952, και τη θυμάμαι πάρα πολύ έντονα τη δεκαετία του '50, πώς ήταν η περιοχή που έμενα τότε, η οποία δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή. Το σπίτι μου το πατρικό, το οποίο ήταν στην αρχή, εκεί και πού γεννήθηκα, ένα τούρκικο σπίτι και μάλιστα άκουγα που λέγανε ότι ήταν ένα σπίτι ενός Αγά, που είχε ένα πολύ μεγάλο χωλ, entrée το λέγανε τότε, το άκουγα από τη γιαγιά μου, για να μπορούν οι κόρες του Τούρκου να παίζουνε πινγκ πονγκ. Ήταν ένα αγροτόσπιτο, με πάρα πολλά... δίπλα ήταν ο στάβλος, το κοτέτσι, ο περιστερώνας, ένας μεγάλος περιστερώνας όπου υπήρχαν και κότες και περιστέρια και χήνες και πάπιες. Ήταν δίπλα στο στρατιωτικό νοσοκομείο, δεν υπήρχε η οδός Λαγού που είναι σήμερα. Κολλητά υπήρχαν κάποια καλάμια, και η οδός Λαγού στη συνέχεια ήταν ένας χωματόδρομος που πήγαινε μέχρι τη σημερινή ΔΕΥΑΛ, όπου εκεί υπήρχαν πολλά μικρά χωράφια με ζαρζαβατικά, και πηγαίναμε εκεί κι αγοράζαμε τις ντομάτες, τα λαχανικά κτλ. Η δε Ηρώων Πολυτεχνείου ήταν ένα ανάχωμα, που μάλιστα όταν πηγαίναμε στο σχολείο, την άνοιξη ήταν τα κιγκέρια. Δεν ξέρω αν ξέρεις ποια είναι τα κιγκέρια. Είναι τα γομαράγκαθα που ήτανε, τα κόβαμε, τα καθαρίζαμε και τα τρώγαμε, γιατί ήταν πάρα πολύ ζουμερά. Έχω πάρα πολλές αναμνήσεις από εκείνη την εποχή, διότι ήταν χωματόδρομοι. Δεν υπήρχε άσφαλτος, με πάρα πολύ σκόνη το καλοκαίρι, που μάλιστα καταβρέχαν συνέχεια όλοι για να μη σηκώνεται η σκόνη, και λάσπη τον χειμώνα. Γιατί οι δρόμοι μάλλον ασφαλτοστρώθηκαν, εκείνη την εποχή, τέλος του '50, αρχές του '60 υποθέτω, δηλαδή όταν εγώ θα πήγαινα στο δημοτικό. Πήγαινα σε ιδιωτικό σχολείο στην αρχή, και πηγαίναμε, ερχόταν το λεωφορείο, και θυμάμαι ότι περιμέναν οι χήνες για να με υποδεχτούν, όπως επίσης κι ένα σκύλος, ο Ρεξ. Ακόμα, θυμάμαι, τους... πηγαίναμε στο ποτάμι πολύ συχνά. Εκεί που είναι τώρα η ΔΕΥΑΛ, ήταν οι πολύ ωραίες βόλτες μας εκεί, και βλέπαμε το ποτάμι, καμία σχέση με τη σημερινή εποχή. Δεν υπήρχε, δεν είχε γίνει καν, στην περιοχή της ΔΕΥΑΛ που τώρα είναι σπίτια και σχολεία, ήταν οι άνθρωποι οι οποίοι πλένανε στο ποτάμι μέσα, υπήρχαν κάποιες πέτρες, και θυμάμαι, έχω εικόνες, που πλέναν τα χάλια τους και πήγαιναν εκεί και τις κουβέρτες τους. Έχει αλλάξει πάρα πολύ η Λάρισα από τότε μέχρι τώρα. Στη συνέχεια, τελείωσα το σχολείο, μάλιστα πήγαινα μετά, στο πρότυπο δημοτικό σχολείο, που ήταν στην άλλη άκρη της πόλης κι έπαιρνα το λεωφορείο. Αυτό ήταν κάτι πολύ σημαντικό για μένα τότε. Να πηγαίνω μόνη μου, να περνάω την πλατεία και να πηγαίνω στο πρότυπο σχολείο, που όταν πήγα -που πήγα στην τετάρτη δημοτικού εκεί- ήμουνα ένα παιδί ξένο προς τα άλλα παιδιά στην αρχή, αλλά μπορώ να πω με αγκάλιασαν αμέσως. Κι έχω πολλές ωραίες αναμνήσεις από το πρότυπο σχολείο. Τελείωσα, μετά πήγα στο 1ο Γυμνάσιο Θηλέων, που έγινε 3ο στη συνέχεια. Τα φοιτητικά χρόνια ήτανε, στην τετάρτη δημοτικού ήμουνα που είχε γίνει και η Χούντα, δύσκολες καταστάσεις, δεν τολμούσαμε να μιλήσουμε πολύ, αλλά δεν μιλούσε και πολύ ο κόσμος, τουλάχιστον στον κύκλο μου, έτσι, πολιτικά, θα έλεγα. Αυτό που θυμάμαι επίσης από τα παιδικά μου χρόνια είναι, επειδή ο πατέρας μου ήταν λάτρης της Ιστορίας και όλων των μνημείων, κάθε Κυριακή μας έπαιρνε και μας πήγαινε διάφορες εκδρομές για να δούμε είτε κάποιο παλιό μοναστήρι, το οποίο δεν λειτουργούσε, είτε ένα παλιό γεφύρι ή να μας δείχνει τα διάφορα δέντρα στα δάση και στα βουνά. Ήταν φυσιολάτρης. Μας μιλούσε πάρα πολύ για την Ιστορία, και από κει νομίζω ότι είναι και η αγάπη μου για όλη την αρχαία Ελλάδα και την Ιστορία, γιατί και τα βράδια που ερχόταν στο σπίτι, θα μας μιλούσε για τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, θα απήγγειλε από την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, εδάφια. Έχω πολύ ωραίες αναμνήσεις. Επίσης, πρέπει να πω ότι ο πατέρας μου είχε δύο ξενοδοχεία και πήγαινα. Μάλιστα το ένα εγκαινιάστηκε το 1958, κι έχω πάρα πολλές αναμνήσεις από το ξενοδοχείο. Όταν είχε έρθει για πρώτη φορά η Βουγιουκλάκη στη Λάρισα έμενε στο ξενοδοχείο. Τότε είχα πάει για να τη δω κι εγώ. Είχε μαζευτεί πάρα πολύς κόσμος απ' έξω για να δούνε τη Βουγιουκλάκη, την οποία φυγαδεύσαμε από την πίσω πόρτα, γιατί έπαιζε σε κάποιο θέατρο. Δεν μπορούσε να βγει από το ξενοδοχείο. Στη συνέχεια, σε όλα μου τα μαθητικά χρόνια, έκανα ξένες γλώσσες. Είχα μια έφεση προς ξένες γλώσσες, και η πρώτη ξένη γλώσσα που έμαθα ήταν η γερμανική, όταν ήμουνα, πήγαινα στο δημοτικό, είχα μία γερμανίδα δασκάλα, την κυρία Σεΐδα, ολλανδικής καταγωγής ήτανε, που αυτή μας μύησε. Ήταν ένα μικρό τμήμα, τρία μικρά παιδιά ήμασταν. Εγώ ήμουν η μικρότερη στο δημοτικό, τετάρτη δημοτικού πήγαινα. Ήταν άλλοι τρεις συμμαθητές, άλλα τρία αγόρια, και ήταν και κάποιοι δάσκαλοι, οι οποίοι μαθαίναν γερμανικά, για να πάνε στη Γερμανία. Και μάλιστα όταν ήταν για το πρώτο δίπλωμα, εμείς όλοι το πήραμε, πετύχαμε στις εξετάσεις, ενώ οι δάσκαλοι δεν μπορέσαν να πετύχουνε. Μέσω αυτής της επαφής με την κυρία Σεΐδα, τη Σιμόν, την οποία τη θυμάμαι πάρα πολύ καλά, δεν είχε παιδιά, με αγαπούσε πάρα πολύ. Kαι μάλιστα με έπαιρνε και Κυριακές και στο σπίτι της, και σε κάποιες εκδρομές, με μύησε στην κλασική μουσική, και στον εξπρεσιονισμό τον γερμανικό στην τέχνη. Γιατί μας έδινε, όπως επίσης και η κυρία Σεΐδα, και στη συνέχεια η κυρία Αντωνοπούλου η Ευθυμία, επίσης εξαιρετική δασκάλα της λατινικής γλώσσης, μας έβαζαν να ζωγραφίζουμε α λα Καντίσκι, όπως ο Κλέ και τα λοιπά. Μιλάμε τώρα δεκαετία, τέλος του '50 αρχές του '60, '60-'62. Έτσι, αυτό με έκανε να ανοίξω τους ορίζοντές μου σε κάποια άλλα θέματα, τα οποία δεν ήταν κοινά στην καθημερινότητα εδώ, στη Λάρισα ή τουλάχιστον στους κύκλους μας. Όπως επίσης, μέσω της αγγλικής και της γαλλικής γλώσσας, άνοιξαν οι ορίζοντες, κι ενώ μέναμε εδώ, είχα την εντύπωση ότι ταξιδεύω ανά τον κόσμο. Και με έκανε να θέλω να ταξιδέψω πραγματικά, και να μάθω όσο γίνεται περισσότερα πράγματα. Όταν τελείωσα το λύκειο, έδωσα εξετάσεις, γιατί ο πατέρας μου έλεγε ότι θα σπουδάσω ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, το οποίο το 'θελα πάρα πολύ ομολογώ, γιατί και τρεις γλώσσες μιλούσα, και μου άρεσε όλη αυτή η ενασχόληση με το ξενοδοχείο, όπου κρατούσα την αλληλογραφία εγώ, ούσα μαθήτρια, με τους ξένους που θέλαν να 'ρθουν στην Ελλάδα, που ήταν αρκετοί, γιατί ήταν και στρατιωτικοί που ερχόντουσαν και μένανε, και κάποιοι άλλοι. Αλλά όταν τελείωσα, γι' αυτόν τον λόγο δεν έκανα και φροντιστήρια, γιατί μου είπε ότι θα πάω στην Ελβετία να κάνω ξενοδοχειακές, να σπουδάσω ξενοδοχειακές επιχειρήσεις. Λοιπόν, ήμουνα στην τρίτη λυκείου, και τον ρωτάω πότε θα πάω, λοιπόν, πότε να κάνω τα χαρτιά για να πάω στην Ελβετία. Α, μου λέει, να περάσουν δύο χρόνια, για να μεγαλώσεις έτσι, και μετά να πας. Αυτό δεν μου άρεσε καθόλου. Οπότε, του λέω τότε, θέλω να δώσω εξετάσεις, για να δω αν έχω τη δυνατότητα να περάσω στο Πανεπιστήμιο. Ομολογώ ότι αυτό που ήθελα εγώ να σπουδάσω από παλιά, ήθελα πάρα πολλά πράγματα να σπουδάσω, για να πω την αλήθεια, αρχιτεκτονική, ψυχολογία, γλωσσολογία, όλα αυτά με ενδιαφέραν και δεν ήξερα τι να πρωτοκάνω. Όμως δεν είχα κάνει φροντιστήρια. Oπότε, αν και ήθελα, εφόσον θα είμαι στην Ελλάδα, μόνο Αθήνα. Θεωρούσα ότι εκεί είναι η πρωτεύουσα, εκεί ήθελα να πάω. Δεν έβαζα καν Θεσσαλονίκη, τη θεωρούσα λίγο επαρχία. Και σκέφτηκα πού μπορώ να πετύχω σίγουρα; ΑΣΟΕΕ, που είχε σχέση και με οικονομικά, αλλά ήθελα να πάω στην Αθήνα, για να κάνω κι άλλα πράγματα. Οπότε, έδωσα εξετάσεις, πέτυχα στην ΑΣΟΕΕ και μάλιστα 13η, γιατί είχα γράψει πάρα πολύ καλά χημεία, πάρα πολύ καλά ιστορία, και τα λοιπά. Έλα όμως που όταν πέρασα, μου λέει ο πατέρας μου δεν θα σπουδάσεις, δεν θα πας να σπουδάσεις! Κλείστηκα, λοιπόν, δύο μήνες στο δωμάτιο, δεν βγήκα έξω. Είχα βγάλει εδώ στο μέτωπο ένα... είχα πρηστεί, είχα παραμορφωθεί. Με πήγε στον γιατρό, στον Κατσίγρα συγκεκριμένα, μου έκανε ένα καθάρισμα, και φωνάζει ο Κατσίγρας τον πατέρα μου και του λέει «Αυτό είναι από στεναχώρια του παιδιού σου. Αν συνεχίσει έτσι, θα αρρωστήσει. Μπορεί και να πεθάνει», γιατί όντως[00:10:00] δεν είχα διάθεση να κάνω τίποτα. Είχα κλειστεί στο δωμάτιό μου, μια και δεν μου επέτρεπε να πάω να σπουδάσω. Εγώ το μόνο που ήθελα ήταν να φύγω από τη Λάρισα. Να κάνω όλα αυτά που είχα ονειρευτεί, και που ήταν η ζωή μπροστά μου. Λοιπόν, οπότε, μου λέει ο πατέρας μου «Ωραία» λέει «Θα πας στη Γερμανία», μια και είχα τελειώσει εδώ τη Mittelstufe, για να πάρω το Sprachdiplom στη Γερμανία. Κι εκεί που μόνη μου δεν είχα πάει μέχρι την Αθήνα, μπαίνω στο τρένο, πήγα, θα πήγαινα στο Goethe Institute. Μάλιστα υπήρχαν διάφορα, στην αρχή στο Brannenburg, που ήταν έξω από το Μόναχο, για να τελειοποιήσω τη γερμανική γλώσσα, έτσι που να πάρω το Sprachdiplom κι επιστρέφοντας, σύμφωνα με αυτά που σκέφτονταν οι γονείς μου, να ανοίξω ένα σχολείο γερμανικής γλώσσας, και να διδάσκω γερμανικά. Λοιπόν, θυμάμαι, μπήκα στο... τότε ήταν το Acropolis Express, όπου είχα κλείσει κι ένα wagon lit, για να πάω στη Γερμανία που θα πήγαινα στο Μόναχο. Όταν πήγα με μία βαλίτσα εγώ μεγάλη, μπήκα μέσα κανονικά. Όταν φτάνουμε στη Γευγελή, που ήταν στα σύνορα, μάς λένε, που η Γευγελή τότε ήταν μία, 1970, όταν φτάσαμε ήταν βράδυ σκοτάδι παντού, μας λένε ότι «Ξέρετε, έχει χαλάσει το τρένο, το βαγόνι, και θα πρέπει να κατεβείτε και θα περιμένετε το επόμενο τρένο, που θα έρθει μετά από κάποιες ώρες ή θα πρέπει να μπείτε στο βαγόνι αποσκευών». Εγώ, κατεβαίνοντας κάτω, δεν ήξερα κανέναν σαφώς. Μόνη μου ταξίδευα στη Γερμανία. Δεν ήταν γεμάτο το τρένο, ήταν πίσσα, δεν έβλεπα τίποτα. Φοβήθηκα να παραμείνω και παίρνω τη βαλίτσα μου και ανεβαίνω στο βαγόνι αποσκευών. Το βαγόνι αποσκευών δεν είχε τίποτα μέσα. Δεν μπορούσαμε να καθίσουμε. Ήταν διάφορα κιβώτια, μέχρι που είχε κι ένα κιβώτιο με κότες! Μάλιστα, από τη μία πλευρά, θα έλεγα δεν έκλεινε τελείως η πόρτα, και ήταν κι ένα, μία αλυσίδα, ένα σαν σκοινί. Έτσι ταξίδεψα σχεδόν σε όλη... πέρασα όλη τη Γιουγκοσλαβία. Αυτό ήτανε ένα ταξίδι έτσι, πολύ επεισοδιακό, σε κάθε σταθμό κατέβαινα, κατέβαιναν κι άλλοι, για να βρούμε κάποια άλλη θέση. Στη Γιουγκοσλαβία όμως δεν υπήρχε α' και β' θέση. Ήταν όλα ίδια, και ανέβαινε πάρα πολύς κόσμος. Οπότε, σχεδόν πάντα ξαναγύριζα εκεί ή ήμουνα στον διάδρομο για να περάσουμε τη Γιουγκοσλαβία. Μόλις φτάσαμε στην Αυστρία, έρχεται ένα τρένο, μας βάζουν στο καινούριο τρένο, γιατί αυτά ήταν απαράδεκτα, να περάσει έτσι, να περάσουμε σε βαγόνι αποσκευών, και τόσος πολύς κόσμος, και θυμάμαι ότι όταν είπα ότι εγώ πάω στο Brannenburg, γιατί μιλούσα πολύ καλά γερμανικά, το τρένο έκοψε την ταχύτητα και με άφησε στο Brannenburg, που ήταν πριν από το Μόναχο. Και κατέβηκε κάποιος, κατέβασε τη βαλίτσα και λίγο-πολύ εν κινήσει αλλά αργή κίνηση του τρένου, κατέβηκα κι εγώ. Ήτανε στη Γερμανία, εκεί που είχα μείνει στο Brannenburg, ήταν μία, πώς να πω, εντυπωσιάστηκα να πω την αλήθεια, πηγαίνοντας εκεί. Το Brannenburg ήταν ένα μικρό, μία μικρή κωμόπολη, αλλά ήταν τόσο οργανωμένα, τόσο πεντακάθαρα, τα πάντα. Όταν είχα φύγει από δω, ήταν ακόμα τέλος καλοκαιριού, να το πω έτσι, δηλαδή ήτανε ξερά. Εκεί ήταν όλα πολύ πράσινα, πάρα πολύ οργανωμένα, και είχα εντυπωσιαστεί από αυτό το πράγμα, από τον περίγυρο. Μέναμε τότε μέσα σε οικογένειες, δηλαδή ήταν δωμάτια που δίνανε οικογένειες και τα είχε νοικιάσει το Goethe Institute. Οπότε, μέναμε σε οικογένεια, με το δικό μας δωμάτιο και το μπάνιο. Μάλιστα, στο διπλανό δωμάτιο, ήταν μία Ιταλίδα, η οποία είχε ένα μικρό 500ρακι αυτοκίνητο. Εκείνη ήτανε... εργαζόταν στο Πανεπιστήμιο. Δίδασκε σε κάποιο. Από την Ούντινε ήτανε. Στο παραδιπλανό σπίτι, που ήταν ένα πολύ ωραίο σπίτι, ήταν μία Αγγλίδα, η οποία είχε και μία Rolls-Royce, εντυπωσιακή έτσι. Και μάλιστα ήταν έτσι τροφαντή. Είχε ιδιαίτερη αδυναμία στην Ελλάδα, κάναμε πολύ παρέα. Ήταν μία πολυπολιτισμική, έτσι, κοινότητα στο Goethe Institute. Στο τμήμα μας ήταν εξαιρετικά τα παιδιά όλα, περισσότερη παρέα όμως έκανα με Γάλλους, οι οποίοι ήταν... Μιλούσαν συνέχεια για τον Μάη του '68, το οποίο πράγμα άκουγα για πρώτη φορά, ότι είχε γίνει ο Μάης του '68. Διότι το '68, μαθήτρια εδώ στη Λάρισα, ούτε είχαμε ιδέα ότι είχε γίνει κάτι τέτοιο. Δεν μπορώ να πω ότι διάβαζα και πολλές εφημερίδες, μην πω ότι ήταν και λίγο απαγορευμένο από τους γονείς να διαβάζω εγώ εφημερίδες, εκείνο το διάστημα. Οπότε, είχα εντυπωσιαστεί από όλα αυτά, από τις ιδέες του Μάη του '68, γιατί ήταν πράγματα για τα οποία όντως έτσι σκεφτόμουνα κι εγώ. Και όταν ζεις σε μία κωμόπολη, σε μία μικρή πόλη επαρχιακή στην Ελλάδα, εκείνη την εποχή, όπου πάρα πολλά πράγματα ήταν απαγορευμένα, ακόμα οι σχέσεις αγοριών-κοριτσιών. Εμείς ήμασταν σε θηλέων, αλλού το αρρένων, και βλέπεις τόσο επαναστατικές ιδέες, τις οποίες όντως σκεφτόμουνα ότι αυτό είναι το σωστό, είχα εντυπωσιαστεί. Αλλά κάναμε διάφορες συζητήσεις. Εκείνοι τα είχαν βιώσει αυτά. Μεταφράσεις από... του Ρενέ Σαρτρ, μιλούσαμε για κινηματογράφο, [Δ.Α.], για όλες αυτές τις ιδέες, έτσι με είχανε πάρα πολύ επηρεάσει, κι έβρισκα ότι αυτός είναι ο κόσμος μου, ότι αυτά πιστεύω κι εγώ, και χαιρόμουνα που έβρισκα τέτοιους ανθρώπους, για να μιλάω μαζί τους. Η ζωή εκεί πέρασε πάρα πολύ ωραία. Δηλαδή στη Γερμανία, πηγαίναμε τα Σαββατοκύριακα, είτε κάναμε μπάνιο στις λίμνες είτε ανεβαίναμε πάνω στις Άλπεις, γιατί ήταν αυτοί όλοι και ορειβάτες και ούτε καθεξής, και είναι πράγματα τα οποία βίωσα κι εγώ, κατ' αυτόν τον τρόπο. Τότε ήταν που είχα δει και θέατρο του Μπρεχτ, ανακάλυψα και τον Μπρέχτ, πηγαίνοντας στο Μόναχο. Φυσικά το Μόναχο μετά, πήγα στο Μόναχο που θα 'θελα να συνέχιζα κι εκεί σπουδές, αλλά ήταν αδύνατον. Δεν μου το επέτρεπε ο πατέρας μου, δεν είχα την οικονομική δυνατότητα για να παραμείνω εκεί, αλλά το μόνο που ήταν μία πόλη, η οποία επίσης πρώτη φορά πήγαινα, με είχε εντυπωσιάσει. Με τις πινακοθήκες τις, η Alte Pinakothek, η Neu Pinakothek, με τις διάφορες εκθέσεις. Εκεί ήταν που είδα πραγματικά έργα του Κλε και του Καντίνσκι, που είναι τα Der Blaue Reiter, με τα μουσεία τα εξαιρετικά, όλο πεζόδρομοι και τα θέατρα, που είδαμε αρκετό Μπρεχτ εκεί. Ήταν μία πάρα πολύ ωραία, έτσι, εμπειρία. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, λοιπόν, λέει ο πατέρας μου «Τώρα θα ανοίξεις ένα σχολείο». «Όχι» του λέω «Εγώ τώρα θα πάω για σπουδές στην Αθήνα».
Πότε επιστρέψατε στην Ελλάδα;
Το '71, έναν χρόνο έμεινα στη Γερμανία. Το '71, και πάω το '71 στην Αθήνα, όπου εκεί μάλιστα θα 'λεγα ότι μόνη μου πήγα. Αντιδρούσε ο πατέρας μου και ήταν ένας θείος μου, πρώτος ξάδερφος του πατέρα μου που δεν είχε παιδιά, και είχε ιδιαίτερη αδυναμία, έτσι κι αυτός, και η γυναίκα του σε μένα, και κείνος με πήγε στην Αθήνα. Το πρώτο σπίτι ήταν στον Λόφο του Στρέφη, γιατί στην Καλλιδρομίου δίπλα έμεναν οι αδελφές του θείου, οι θείες μου δηλαδή. Και βρήκαμε ένα διαμέρισμα, εκείνος μου βρήκε, μου 'δωσε κι έναν χάρτη των Αθηνών. Με πήγε μέχρι την ΑΣΟΕΕ, με έκανε μία ξενάγηση στην Αθήνα, να ξέρω πώς θα πηγαίνω. Και άρχισε η φοιτητική μου ζωή στην Αθήνα. Εγώ, φυσικά, να πω την αλήθεια, ήθελα πάντα, παρόλο που οικονομικά προέρχομαι έτσι από μια εύπορη οικογένεια, ήθελα πάντα να είμαι ανεξάρτητη οικονομικά, δηλαδή να πατήσω στα πόδια μου, και το πρώτο πράγμα το οποίο έκανα, βρήκα παιδάκια κι έκανα μαθήματα, παρέδιδα μαθήματα γερμανικής. Οπότε, από τον πρώτο χρόνο ήμουνα και οικονομικά ανεξάρτητη, θα έλεγα. Δηλαδή, αυτό ήταν το ζητούμενό μου κιόλας. Ήρθα σε επαφή, μέσω μια φίλης και πρώτης ξαδέρφης μου, μακρινής μου ξαδέλφης, η οποία ήταν φοιτήτρια τότε, μεγαλύτερη από μένα, στην Οδοντιατρική Σχολή, με κάποιους φοιτητές της Οδοντιατρικής και του Χημείου, οι οποίοι ήτανε κι αυτοί έτσι αριστεροί, με αριστερές ιδέες, δίχως να είναι ενταγμένοι σε κάποιο κόμμα. Και τότε, ήταν πάρα πολλά άτομα τα οποία ήτανε με αριστερές ιδέες, δίχως να είναι ακόμα ενταγμένοι εδώ και πάρα πέρα. Υπήρχαν, σαφώς, και ενταγμένοι στο ΚΚΕ ή σε διάφορα άλλα. Αυτές ήταν οι πρώτες μου επαφές, έτσι με ανθρώπους που ήτανε διαφορετικών πολιτικών αντιλήψεων, απ' ό,τι είχα εγώ συνηθίσει μέσω της οικογένειάς μου. Και η πρώτη μου επαφή, εκεί που είχα εντυπωσιαστεί, ήτανε η Διεθνής Βιβλιοθήκη, ένας εκδοτικός οίκος, που έβγαλε τα πρώτα βιβλία, ήτανε το «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα» του Καστοριάδη και του Καρντάν για τον Καστοριάδη. Εκεί, λοιπόν, πήγα και συνάντησα κάποιους ανθρώπους που είχαν σχέση με τον Μάη του '68, οι οποίοι ήταν και Έλληνες που είχαν πάει στη Γαλλία και ερχόντουσαν, και εκεί συνάντησα και τον Σπύρο τον Στίνα, ένας μεγάλης ηλικίας, ο οποίος ήταν ένας επαναστάτης. Ήτανε στο ΚΚΕ, έγινε τροτσκιστής, και μετά ήτανε με μία ομάδα στην οποία ομάδα ήταν και ο Καστοριάδης. Μέσω αυτού, λοιπόν, αυτός είχε εντυπωσιαστεί ο Σπύρος ο Στίνας, με τις γνώσεις τις δικές μου, τις γενικότερες, κι επειδή δεν ήμουνα άτομο το οποίο να έχω, να είμαι ενταγμένη στο κόμμα, και να μιλάω μόνο μέσα από αυτά. Δηλαδή, ίσως και μέσω όλων αυτών, γιατί διάβαζα πάρα πολύ εγώ όταν ήμουνα μικρή, και μέσω και της γερμανικής μου κουλτούρας, που τι να πω; Από Κάφκα, δηλαδή αυτά ήταν στα μαθήματά μας μέ[00:20:00]σα, όλη η γερμανική διανόηση έπρεπε να τη μάθουμε, για να δώσουμε και εξετάσεις από τη Mittelstufe και για το δίπλωμα. Όλα αυτά σου ανοίγουν λίγο το μυαλό. Ακόμα, δηλαδή και για Φρόυντ κάναμε, στα μαθήματα, στη γερμανική γλώσσα. Όλα αυτά μου είχαν ανοίξει και τους δικούς μου ορίζοντες, και είχε εντυπωσιαστεί και ο Στίνας, ο οποίος με σύστησε στον Καστοριάδη και είχαμε βγει. Κάθε φορά που ερχόταν στην Ελλάδα, στα χρόνια αυτά μέχρι το '75 βρισκόμασταν, και πολλές φορές επειδή εγώ στο δεύτερο σπίτι που έμενα, είχα νοικιάσει ένα διαμέρισμα σε μία οικοδομή επί της... καλέ ξέχασα τον δρόμο, τέλος πάντων θα τον θυμηθώ. Πάθαμε κι ένα Αλτσχάιμερ. Ήταν ένα τριώροφο, μία τριώροφη οικοδομή, η οποία ανήκε σε κάποιους Έλληνες που μένανε στην Αφρική. Το ισόγειο είχε ένα γαλακτοπωλείο, το οποίο ήταν 24 ώρες το 24ωρο ανοιχτό, δεν έκλεινε ποτέ, και δίπλα ήταν ένα γραφείο κηδειών, επίσης 24 ώρες το 24ωρο ανοιχτό. Αυτοί, λοιπόν, οι ιδιοκτήτες νοίκιαζανε τον δεύτερο όροφο, τον οποίο νοίκιασα εγώ. Και ήμουνα σε μία άδεια οικοδομή, μόνη μου σε έναν όροφο. Αλλά είχα πάρα πολύ καλές σχέσεις με τους γαλακτοπώλες, οι οποίοι ήταν Βλάχοι, κι εγώ από τη μάνα μου έχω και μία βλάχικη καταγωγή, γιατί είναι από την... από τον Ασπροπόταμο, και ήταν εκεί η κυρία, η οποία... και ο κύριος με φώναζαν «Σουλτάνα, έλα, έχουμε το ρυζόγαλο» και με παίρναμε το πρωί να φάω ρυζόγαλο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, μία και ήμουνα μόνη στην οικοδομή, ερχόντουσαν πάρα πολλοί φοιτητές και ήμαστε ελεύθεροι να κάνουμε διάφορες συζητήσεις μέχρι πρωίας. Τότε, λοιπόν, ήτανε... ήρθε κάποιος φίλος και μου λέει ότι ψάχνουμε να βρούμε έναν χώρο να κρύψουμε ένα ζευγάρι, γιατί τους κυνηγούσε η Ασφάλεια. Ήταν ο Ρούσσος ο Βρανάς, ο οποίος ήταν δημοσιογράφος. Αυτός ήτανε ο πρώτος που είχε βάλει μία βόμβα στη Θεσσαλονίκη, είχε μπει στη φυλακή, τέλος πάντων τον βγάλανε και τα λοιπά, αλλά τον κυνηγούσε πάρα πολύ η Ασφάλεια. Και ήταν αυτός με την Αγγελική τη Φωτεινού, του Μικρού Πολυτεχνείου, που τους κυνηγούσανε. Οπότε, ανέλαβα εγώ να τους έχω στο σπίτι και μείνανε εκεί σε εμένα 4 μήνες. Ο Ρούσσος βρήκε τον τρόπο κι έφυγε στο εξωτερικό, κι εγώ τη φυγάδευσα την Αγγελική, μέσω του Στομίου μέσω μιας φίλης μου, γιατί η καλύτερη μου φίλη ήτανε μία Γερμανίδα στην ίδια ηλικία με μένα, η Τιτλίντε, με την αδερφή της την Ειρήνη, οι οποίοι ερχόντουσαν κάθε καλοκαίρι στο Στόμιο, για περίπου 2-3 εβδομάδες. Αλλά πάρα πολλά χρόνια, αυτό μιλάω ήταν, από 9 χρονών την ήξερα. Δηλαδή, μόλις εγώ άρχισα να κάνω γερμανικά. Κι ερχόντουσαν κάθε χρόνο, και πάρα πολλά καλοκαίρια, ερχόταν η Τιτλίντε με την Ειρήνη, δύο εβδομάδες νωρίτερα και μένανε στο σπίτι μας. Οπότε, είπα στη μητέρα τους, εάν μπορούν μέσα στο τροχόσπιτο, να πάρουν την Αγγελική στη Γερμανία, στο εξωτερικό. Συμφώνησε, δεν το είπε ούτε στην Τιτλίντε. Εγώ το είπα στη μαμά τους, η οποία ήτανε μία νοσοκόμα. Ο πατέρας τους ήτανε καθηγητής Θεολογίας και παπάς προτεστάντης. Και η Αγγελική ήρθε βράδυ, την έφερε ο αδελφός της εκεί, και φυγαδεύτηκε στη Γερμανία μέσα στο τροχόσπιτο. Όχι στη Γερμανία. Πέρασε την Ελλάδα όλη, και θα σας πω. Πέρυσι, ήρθε η αδελφή της και με βρήκε μετά από 50 χρόνια σχεδόν, η Ειρήνη, και την οποία φιλοξένησα στο Στόμιο, και πέρυσι και φέτος. Και το πρώτο πράγμα που με ρώτησε είναι «Τι κάνει η Αγγελική;». Και τον φόβο, τον οποίο είχε η οικογένεια, καθώς τη μετέφερε, μην τυχόν και σκάσει, πάθει, γιατί ήταν μέσα σε ένα... στη θέση του, στο κάθισμα. Δηλαδή, στον καναπέ ας το πω, εκεί ήτανε. Και πώς πέρασαν όλη την Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία που ζητούσαν διαβατήρια για εκείνη. Τέλος πάντων, υπήρχαν, αλλά υπήρχε... τον φόβο τον οποίο κι εκείνοι είχαν, προκειμένου να έρθει εις πέρας, που όλα ήρθαν εις πέρας, και μία χαρά. Την αφήσανε στην Αυστρία και πήγε μετά στην Ιταλία. Και τότε ήτανε ότι και εκεί στο σπίτι είχαν, πολλές φορές φέρνανε διάφορους πολύγραφους, κι όλα αυτά. Δηλαδή, αυτό ήταν μέσα, ξέρεις, για να γράφονται διάφορα κείμενα και τέτοια. Φυσικά, κάποια φορά, ήρθε η ασφάλεια, μου 'κανε ένα ντου. Ξέφυγα αρκετά, έτσι; Καλά, έκανα τη χαζή και την... πώς να πω; Έπαιζα την γκόμενα, ας το πω, έτσι για να ξεφύγω, αλλά από εκεί και πέρα υπήρχε ένας φόβος πάντα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να αφήσω αυτό το σπίτι και να πάω μετά στο... Αυτό είχε γίνει στο 2ο έτος, στο 3ο έτος πήγα στη Φωκίωνος Νέγρη και Δροσοπούλου. Κι εκεί ήμουνα και το 1970, όταν έγινε το Πολυτεχνείο, '73 με βρήκε εκεί, στο σπίτι αυτό της Δροσοπούλου και Φωκίωνος Νέγρη. Έγινε το Πολυτεχνείο, ήμασταν όλοι μέσα, ήταν φοβερή ιστορία του Πολυτεχνείου. Δηλαδή ιδίως όταν, να πω το εξής, γινόντουσαν οι διάφορες συνελεύσεις, μέσα, όταν μιλούσε κανείς, μιλούσε, ιδίως εμείς οι ανένταχτοι, αν θέλεις. Εγώ δεν μπορώ να πω ότι πήρα τον λόγο εκεί, αλλά στους ανένταχτους υπήρχε κάπου, είχαν αρχίσει να γίνονται κάποια, δεν τους επέτρεπαν πάντα να λένε τόσο ελεύθερες ιδέες εκείνων, σε κάποιες γενικές συνελεύσεις που ήμουνα. Ήταν φοβερή εμπειρία, ιδίως το βράδυ, όταν άρχισαν και πέφτανε τα καπνογόνα που δεν μπορούσαμε να αναπνεύσουμε. Μας δίναν όμως και βαμβάκι, και πέφταμε κάτω στο χώμα, μας λέγανε κάτω στο χώμα να είμαστε, για να μπορούμε να αναπνέουμε. Απ' έξω ήτανε οι... επάνω στις στέγες διάφοροι. Ακούγαμε πυροβολισμούς και ούτε καθεξής. Μπορώ να πω ότι και πριν μπω μέσα στο Πολυτεχνείο, έβλεπες πολύ κόσμο. Εκεί είδαμε και Εκοφίτες, ξέραμε όμως ποιοι είναι και πώς προφυλασόμασταν. Για να λέω την αλήθεια, εγώ έφυγα λίγο πριν μπούν τα τανκς, δηλαδή την τελευταία στιγμή που άνοιξαν οι πόρτες. Α, μπορώ να πω ότι μας στέλνανε από δίπλα, τι να σου πω φαγητά, οι διπλανοί δηλαδή, έτσι ερχόντουσαν τα πράγματα, που φέρνανε κάποια φάρμακα. Ένας φίλος μου, ο αδερφός του Γιάννη του Χρουσουγιάννη, πάρα πολύ καλός μου φίλος έφυγε από τη ζωή. Αυτός ήταν που θα πω ότι με μύησε σε πάρα πολλά πράγματα, μου έδειξε την Αθήνα. Μου έδειξε στην Αθήνα τα σπίτια όλα τα νεοκλασικά, τους δρόμους, τις εκκλησιές, ήταν ένα άτομο πολύ ευαίσθητο που μάλιστα, κι αυτόν και τη γυναίκα του επίσης τους είχα φιλοξενήσει στο σπίτι, γιατί τους κυνηγούσε η ασφάλεια, και ιδίως τον Γιάννη τον Χρυσούλη στο σπίτι στη Φωκίωνος Νέγρη. Ιδιαίτερα άτομα, πάρα πολύ μορφωμένα, πάρα πολύ έτσι σωστά άτομα, καλά άτομα. Δηλαδή τότε ήμασταν φοιτητές και φοιτήτριες που μπορούσαν και κοιμόμασταν, δηλαδή στο σπίτι μου, και είχα ένα ράντζο και κοιμόντουσαν όλοι, βάζοντας τα πόδια στα τραπέζια ή σε καρέκλες. Αλλά υπήρχε μία αλληλεγγύη, υπήρχε ένας σεβασμός στον άλλον, δηλαδή δεν ήταν... μια άλλη κατάσταση. Αυτό ήταν μοναδικό, δηλαδή μου έχει κάνει πάρα πολύ μεγάλη εντύπωση. Υπήρχε και μία αγάπη και μία αδελφοσύνη, θα έλεγα. Σαφώς, πάρα πολλές φορές, τα βράδια τραγουδούσαμε Θεοδωράκη, υπήρχαν και άτομα τα οποία παίζαν μουσική και όλα αυτά. Εντάξει, ο Γιάννης ο Χρυσούλης έπαιζε και πιάνο, αλλά εγώ δεν είχαμε πιάνο στο σπίτι. Όταν πηγαίναμε σε άλλα σπίτια, στο πατρικό του που είχε πιάνο ή στο... που μάλιστα ήταν μακριά, ή στα Εξάρχεια σε μία φίλη, αδελφή ενός φίλου του Μηνά που κι αυτή έπαιζε πιάνο. Δηλαδή, γινόντουσαν τέτοια πράγματα, αλλά είχαμε συζητήσεις μέχρι πρωίας για όλα τα θέματα. Τι να πω, δηλαδή από την αρχαία Ελλάδα, εάν ήταν δημοκρατία στην αρχαία Ελλάδα μια και υπήρχανε οι δούλοι, αναλύσεις επί των αναλύσεων. Πάρα πολλά κι όταν ερχόταν και ο Καστοριάδης, διάφορες άλλες διαστάσεις που είχε σχέση, ας πούμε η Δημοκρατία είναι στην καθημερινότητα και δεν μπορούν τα κόμματα, οποιοδήποτε κόμμα να σου βάζει περιορισμούς, όπως έκανε το ΚΚΕ, όπως μας έλεγε ο Στίνας τώρα, έτσι; Που έλεγε ότι και σεξ θα κάνετε μόνο Σάββατο, παράδειγμα. Πάρα πολλές συζητήσεις μέχρι πρωίας, και πάρα πολλές αναλύσεις, και σε βιβλία που διαβάζαμε και, τι να πω, από Ηeisenberg μέχρι ό,τι θέλεις, δεν μπορώ να θυμηθώ, και αναλύσεις. Μία πολύ έντονη φοιτητική ζωή, θα έλεγα, σε αυτό το θέμα.
Πώς φύγατε από το Πολυτεχνείο;
Από το Πολυτεχνείο; Έφυγα από εκεί μαζί με τον αδελφό του Γιάννη του Χρυσούλη, τον Άρη, αυτός με τράβηξε. Είχαν βγει... ήταν πάρα πολύς κόσμος τότε που τρέχαμε, γιατί κυνηγούσε η ασφάλεια, η αστυνομία, επάνω στην Τοσίτσα για να πάμε προς την πλατεία Εξαρχείων. Εκεί μπήκαμε μέσα σε ένα... 3-4 άτομα τρέχοντας, μέσα σε ένα... καφετέρια ήταν, στο υπόγειο κάτω, μας λένε πάμε, αλλά μπήκαν μέσα με τα γκλομπς κι άρχισαν μας χτυπούσανε. Μάλιστα εγώ, ράγισε το χέρι μου εδώ από το χτύπημα. Ανεβαίνοντας επάνω για να φύγουμε από κει, ανοίγει μία πόρτα σε μία πολυκατοικία πάνω στην πλατεία, και βγαίνει κάποιος και λέει «Αυτή είναι η αδελφή μου» και με τραβάει μέσα και μπαίνω μέσα κι έτσι σώθηκα[00:30:00] από το ξύλο, από αυτούς που ήτανε έξω από την ασφάλεια, και μου λέει «Πήγαινε γρήγορα στον 4ο όροφο». Πάω στον 4ο όροφο, γεμάτο φοιτητές, γιατί ανοίγαν οι πολυκατοικίες και μας βάζανε μέσα να μας σώσουνε. Όλο το βράδυ ήταν έξω, και πυροβολούσαν οι αστυνομικοί κάτω, δεν άφηναν να ανοίγουν παράθυρα. Δηλαδή ήταν κλειστά τα παντζούρια. Κλείνουμε τα παντζούρια. Το πρωί έπρεπε να φύγουμε, να πάμε. Μάλιστα, βρίσκω τότε τον αδερφό της Αγγελικής, που φυγάδευσα. Ήταν κάτω, τον βλέπω, ήταν ένας ψηλός ο Γιώργος. Οπότε κατεβαίνω κι εγώ κάτω, για να πάω στο σπίτι μου. Πάμε, και να μου λέει ο Γιώργος, γιατί έπρεπε να περάσουμε και τα τανκς τότε στην... πώς λέγεται ο δρόμος; Καλέ, έχω ξεχάσει τους δρόμους των Αθηνών! Για να πάω στο Πεδίο... για να πάω στο Πεδίο του Άρεως, ο μεγάλος δρόμος.
Πατησίων;
Όχι, όχι, η κάθετος στην Πατησίων.
Μαυροματαίων; Α, η Αλεξάνδρας.
Στην Αλεξάνδρας. Λοιπόν, για να περάσουμε την Αλεξάνδρας ήταν τανκς εκεί και στρατός. Να μου λέει ο Γιώργος «Το κεφάλι κάτω για να μη βλέπουμε» γιατί φαινόμαστε ότι ήμασταν τώρα ξενύχτηδες και τα λοιπά, για να μπορέσουμε να περάσουμε. Πήγαμε και φτάσαμε στο σπίτι. Ομολογώ ότι φοβόμουνα πάρα πολύ, δηλαδή είχα την εντύπωση... γιατί φάγαμε ξύλο, δεν ήταν παίξε-γέλασε, και όπως είναι το χέρι, έπρεπε να δέσω το χέρι μου. Μετά έφυγα και πήγα σε έναν θείο μου, που έμενε στο Πεντάγωνο απέναντι. Έχει η κουνιάδα μου εκεί φαρμακείο. Λοιπόν, και έμεινα εκεί τρείς μέρες, κοιμόμουνα συνέχεια, και μου λέγαν ότι παραμιλούσα. Πέρασε το Πολυτεχνείο, δηλαδή ήταν όλα αυτά, ξαναβρεθήκαμε. Άλλαξε, εντάξει, άλλαξε μετά η κατάσταση από το '73-'74, που είχε γίνει και πλέον επανήλθε η χώρα, ας πούμε έτσι, έφυγε η Χούντα.
Το '75 τελείωσα εγώ τις σπουδές. Είχα αφήσει και δύο μαθήματα, τα οποία τα 'κανα αργότερα. Βρέθηκα το 1975, γνώρισα τον σύζυγό μου, και 1976, μέχρι το '76 ήμουνα στην Αθήνα, παντρεύτηκα κι επέστρεψα στη Λάρισα. Όταν ήρθα στη Λάρισα, δεν ήθελα να επιστρέψω στη Λάρισα δηλαδή, να λέω την αλήθεια. Είχα την εντύπωση, γι' αυτό κράτησα και το διαμέρισμα στην Αθήνα μία πενταετία, αλλά... δηλαδή μέχρι το 1980, ήμουνα θα μείνω στη Λάρισα ή στην Αθήνα; Πήγαινα συνέχεια στην Αθήνα, εκεί ήταν οι φίλοι και όλα αυτά, αλλά εδώ ήταν οι δουλειές μας πλέον όμως. Εδώ ήταν ο κόσμος, εδώ στην πόλη. Οπότε αποφάσισαμε, βρεθήκαμε πάρα πολλά άτομα τα οποία είχαμε φύγει για σπουδές, επιστρέψαμε στην πόλη μας και είπαμε ότι θα πρέπει να ζήσουμε εδώ. Ήταν μία περίοδος επίσης έντονη σε πολιτικές συζητήσεις, και ούτε καθεξής. Μαζευόμασταν, μας φέρναν την αστυνομία, γιατί ήμασταν όλοι φωνακλάδες ή γιατί γινόντουσαν διάφορα. Οπότε, η παρέα αποφασίσαμε ότι πρέπει να βρούμε έναν χώρο, να τον έχουνε να πηγαίνουμε εκεί, που να μην ενοχλούμε τους ενοίκους στις πολυκατοικίες. Και ο Δημήτρης ο Σαμσαρέλος, που ήταν ένας φίλος μας πολύ αγαπητός, ο αρχιτέκτονας, έδωσε την ιδέα να νοικιάσουμε τον Νικόδημο, τον παλιό Νικόδημο. Ο Νικόδημος τι ήτανε; Ήταν ένα παλαιό παντοπωλείο, ένα παντοπωλείο το οποίο όλοι το ξέραμε, γιατί ήταν δίπλα από τα σχολεία μας. Κι εγώ όταν ήμουνα μικρή, να σου δώσω να καταλάβεις, και πήγαινα στο σχολείο του Μίχου μέχρι την τρίτη δημοτικού, μαζί με τον Μιχάλη τον Σάπκα που ήταν συμμαθητής, οι οποίοι ήμασταν οι πιο τροφαντοί, πηγαίναμε στον Νικόδημο και παίρναμε, τότε παίρναμε, μας έδιναν οι γονείς μας 1-2 δραχμές. Πηγαίναμε, λοιπόν, στον φούρνο και αγοράζαμε μισό κιλό ψωμί, αντί να πάρουμε ένα κουλούρι εμείς. Και πηγαίναμε και στον Νικόδημο και παίρναμε 2 δραχμές κασέρι, το οποίο ήταν αρκετό, δεν ήταν όπως ήταν το τρίγωνο, το τριγωνάκι το κεφαλοτύρι που δίναν με το κουλούρι. Τον ήξερα τον Νικόδημο, ο οποίος ήταν και θείος μου και κουμπάρος της οικογένειας. Λοιπόν, λέω θα πάω εγώ στον θείο μου να του ζητήσουμε. Πήγα, λοιπόν, εκεί. Αυτός είχε το Παντοπωλείο, αλλά είχε πάρει σύνταξη και το είχε κλείσει αλλά είχε μείνει ο χώρος, όπως ήτανε. Και ήταν ένας συλλέκτης, με την έννοια ότι μάζευε τα πάντα, δεν πετούσε τίποτα απολύτως. Ο χώρος ήταν ονειρεμένος και παραμένει ονειρεμένος, γιατί ήταν παλιές αφίσες με τη Βουγιουκλάκη, όταν η Βουγιουκλάκη ήταν 15 χρονών μελαχρινή και διαφήμιζε την μπύρα Stella, Amstel, δεν ξέρω ποια. Διάφορες. Ο ίδιος ήταν βασιλικός, και είχε όλους τους βασιλείς, και είχε και πιθάρια με... θα τα δεις όταν θα πάμε, που είχε το στέμμα το βασιλικό. Μέσα είχε διάφορα πράγματα και ο χώρος ο ίδιος, γιατί ήτανε από το 1906, με τις σεσούλες για τα φασόλια και τα σχετικά, για το λάδι τα πυθάρια και ούτω καθεξής. Οπότε αυτόν τον χώρο, τον νοικιάσαμε εμείς, και ήταν ένας χώρος όπου μαζευόμασταν, στην αρχή ήμασταν στα 7 ζευγάρια, γύρω στα 20 άτομα που κάναμε αυτό. Αλλά με την πάροδο του χρόνου γίναμε περισσότεροι. Για να μπορέσει να σταθεί αυτό, κάναμε έναν σύλλογο, τον Σύλλογο Φίλων της Ζωντανής Παράδοσης και ήταν το εντευκτήριο του συλλόγου. Για δύο χρόνια, όπου πηγαίναμε κάθε μέρα, ήταν εκεί ο χώρος μας. Δηλαδή, οι σύζυγοι μας, οι άντρες πολλές φορές πηγαίναν και τα μεσημέρια για τσίπουρα, το λέω για μετά από τις δουλειές τους. Αλλά κάθε βράδυ ήμασταν εκεί. Και κάθε βράδυ αναλάμβανε ένα άτομο της παρέας να φέρει κάποιο φαγητό, κάποιο μεζέ. Δεν υπήρχε κουζίνα μέσα. Οπότε ή το στέλναμε σε κάποιον φούρνο ή κάναμε κάτι, ξέρω γω, πρόχειρο, σαλάτες και ούτω καθεξής. Έτσι λειτούργησε ο Νικόδημος για δύο χρόνια και στη συνέχεια, τέλος πάντων, βρεθήκαν άτομα να αναλάβουν τη λειτουργία του. Και έτσι λειτούργησε γύρω στα 20-25 χρόνια, με εμάς να έχουμε, ας πούμε, το γενικό πρόσταγμα, με την έννοια ότι θα μείνει αυτός ο χώρος. Αλλά σε αυτόν το χώρο έγιναν τόσες πολλές ζυμώσεις, συναντήθηκαν τέτοιες φιλίες, κάναμε θέατρο αναλογίου, διαβάζοντας διάφορα, παρουσιάσεις βιβλίων, μουσικές εκδηλώσεις, διάφορους χορούς και πάρτι, ιδίως στις Απόκριες, ανάβαμε τις φωτιές. Υπήρχε, για ένα διάστημα ήταν ανοιχτό ή κλειστό, δηλαδή για μας τα μέλη μόνον, ή ανοιχτό, και αποφασίσαμε θα είναι ανοιχτό για όλους τους φίλους, και αυτό συνετέλεσε στο να δεθεί πάρα πολύ η παρέα μας, αυτοί όλοι, να γίνουνε πάρα πολλές ζυμώσεις και πάνω σε συζητήσεις, πάνω σε θέματα πολιτικά, κοινωνικά, που να έχουν σχέση με την τέχνη. Από εκεί ξεπήδησε και η Λάρισα Ανεξάρτητη Αυτοδιοίκηση θα έλεγα, δηλαδή αυτή η παρέα που ήταν μία ομάδα Λαρισαίων, οι οποίοι έξω από τα κόμματα, που θέλανε να... στοχεύσαν στη Δημαρχία, με την έννοια, Λαρισαίοι οι περισσότεροι, να φέρνουν τη Λάρισα στα μέτρα που εμείς θέλαμε, δηλαδή μία Λάρισα όπως εμείς την ονειρευόμαστε. Αυτό, επίσης, που μπορώ να πω είναι ότι όλα αυτά τα χρόνια όλοι εργαζόμασταν. Εγώ, στην αρχή, ήμουνα στο εργοστάσιο του συζύγου μου, στο λογιστήριο, και στη συνέχεια που έκλεισε, ανέλαβα ένα σχολείο ξένων γλωσσών που ήταν για ενήλικες, την Ένωση, ήταν μία σειρά σχολείων σε όλη την Ελλάδα. Εγώ ανέλαβα το κομμάτι, το σχολείο της Λάρισας.
Segment 3
Το μεγάλο έργο που συντελέστηκε στην Ελληνική Μέριμνα-Παιδική Στέγη και ο απόηχός του στην κοινωνία
00:37:40 - 01:32:16
Αλλά όλα αυτά τα χρόνια, αφότου είχα έρθει στη Λάρισα, ασχολήθηκα κυρίως και με το θέμα των παιδιών, με την εξής έννοια. Πρωτο-ασχολήθηκα, σε εθελοντική βάση πάντα, με τα παιδιά της Παιδόπολις, και μάλιστα είχα αναλάβει την πρώτη τάξη των παιδιών της Παιδόπολις. Αυτό είχε γίνει στην πρώτη συνάντηση που είχε επίσημη εκδήλωση το Λύκειο των Ελληνίδων, που υπήρξα και ιδρυτικό μέλος του Λυκείου των Ελληνίδων, που είχε γίνει στη Λέσχη Αξιωματικών. Είχε έρθει η διευθύντρια της Παιδουπόλεως και ζήτησε εθελόντριες που να πηγαίνουν στην Παιδόπολη, να έχουνε κάποια επαφή με τα παιδιά του δημοτικού, τα οποία δεν βγαίναν έξω από την Παιδόπολη, και οι μόνες εικόνες που είχαν ήταν μόνον τα άτομα που εργάζονταν στην Παιδόπολη. Τότε ήμασταν δύο άτομα που δηλώσαμε ενδιαφέρον, και πηγαίναμε μία φορά τη βδομάδα, κάθε βδομάδα, Σάββατο ή Κυριακή. Αυτό ήταν μία ιδιαίτερη εμπειρία, θα έλεγα, γιατί τα παιδάκια εκεί ήταν παιδιά παρατημένα. Δηλαδή, θυμάμαι στο δικό μου το τμήμα που ήταν κάποια παιδάκια, που παίρναν τηλέφωνο τους γονείς τους, τα περισσότερα παιδιά ήτανε από μονογονεϊκές οικογένειες, πολλές μαμάδες ήταν αρτίστες ή αλκοολικοί άνθρωποι, κάπως έτσι δηλαδή. Κάποιο παιδάκι από το δικό μου τμήμα είχε φύγει και πήγε στον Τύρναβο, σε κάποια άλλη οικογένεια, γιατί ήθελα να μείνει εκεί, αλλά δεν επιτρεπόταν όμως να γίνονται υιοθεσίες. Ένα άλλο παιδάκι, το θυμάμαι πάρα πολύ καλά, τον Γιαννάκη, ο οποίος έπαιρνε τηλέφωνο στον πατέρα του και του έκλεινε το τηλέφωνο ο πατέρας του κι έκλαιγε συνέχεια. Μάλιστα τότε, επειδή η αδελφή μου η Γεωργία είναι ζωγράφος, εγώ έβαζα τα παιδάκια να ζωγραφίζουνε. Και θυμάμαι αυτός ζωγράφιζε πάντα με μαύρα, γκρίζα και σκούρα χρώματα, και είχα κάνει μια συζήτηση, και μου είχε δώσει και η Γεωργία ένα βιβλίο, για να βλέπω το τι ρόλο παίζει η ζωγραφική, στο θέμα της έκφρασης της ψυχολογίας των παιδιών, και τότε έμαθα πως όταν κάνει κανείς ένα σπίτι και βάζει τη μαμά ή τον μπαμπά, πώς το θέλει και πώς αισθάνεται το ίδιο και ούτε καθεξής, και πόσο ρόλο παίζουν [00:40:00]τα χρώματα, στην έκφραση της ψυχολογίας. Δηλαδή, όταν ένα παιδί ζωγραφίζει -αυτό μετά το 'δα και στην Παιδική Στέγη- όταν ένα παιδί ζωγραφίζει με πολύ έντονα χρώματα και κόκκινα και κίτρινα και πράσινα, είναι ένα ισορροπημένο παιδί. Όταν ένα παιδί ζωγραφίζει με σκούρα χρώματα, γκρίζα, καφέ κλπ., είναι ένα παιδί που η ψυχή του είναι μαύρη, όπως και τα χρώματα τα οποία εκφράζει. Στην Παιδόπολη παρέμενα και ήταν μία, έτσι, οδυνηρή εμπειρία θα έλεγα, βλέποντας τα παιδάκια αυτά το πόσο υποφέρουν, και πόσο είχαν γραπωθεί πάνω μου, και αυτό με είχε προβληματίσει πάρα πολύ μετά, γιατί μάλιστα κάποια φορά ζήτησα και τα πήρα και στο σπίτι.
Συνεχίζουμε την αφήγηση.
Ναι.
Κυρία Αγγελική, είχαμε μείνει εκεί που είχατε πει ότι είχατε φιλοξενήσει κάποια παιδιά από τον Παιδότοπο στο σπίτι σας.
Από την Παιδόπολη, ναι, είχε έρθει όλο το τμήμα στο σπίτι, και μετά προβληματίστηκα πάρα πολύ, πώς θα 'θελα. Εγώ τα πήρα μία ημέρα, γιατί είχα την εντύπωση πως θα τους προσφέρω, και όντως χάρηκαν πάρα πολύ τα παιδιά. Φάγαμε εκεί, πήρανε και κάποια δωράκια. Πώς θα ήταν η επιστροφή τους μετά στην Παιδόπολη; Δηλαδή... και πώς... γιατί αυτό δεν το ξαναέκανα. Πώς θα αισθανόντουσαν εκείνα τα παιδιά; Δηλαδή, ήταν κάποια πράγματα, που πολλές φορές όταν κάνουμε κάποιες χειρονομίες για το καλό, δεν ξέρω αν είναι για το καλό ή το κακό των παιδιών, με αυτήν την έννοια. Η Παιδόπολη στη συνέχεια ήταν... επί ΠΑΣΟΚ σταμάτησαν τη λειτουργία τους, εδώθησαν, από όσο ξέρω, χρήματα στις οικογένειες για να πάρουν τα παιδιά. Δεν ξέρω τι απογίναν τα παιδάκια. Είχα κάποιες επιστολές που μου στείλανε ευχαριστήριες, έτσι με αγάπη, δηλαδή πόσο με σκεφτόντουσαν και τα λοιπά. Μετά από την επίσκεψη που είχαν έρθει στο σπίτι, δεν ξέρω τι απέγιναν τα παιδιά. Αυτό έγινε το 1983. Το 1984, μου ήρθε μία επιστολή, που ήτανε από τη Νομαρχία, διορισμού μου στο Συμβούλιο της Ελληνικής Μέριμνας. Η Ελληνική Μέριμνα είναι ένα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που ήταν ένα Σωματείο-Ίδρυμα, μάλιστα το έψαξα στη συνέχεια, αν ήταν σωματείο ή ίδρυμα, γιατί σωματείο, φιλανθρωπικό σωματείο, που ιδρύθηκε το 1946. Ιδρύθηκε στην Ελλάδα μετά τον Εμφύλιο, και μετά τον Παγκόσμιο πόλεμο. Σκοπός ήταν η αγάπη, σύνθημα τους ήταν η αγάπη για το παιδί, το οποίο δεινοπάθησε πάρα πολύ στα χρόνια του πολέμου και του Εμφυλίου. 'Ετσι με πρωτοβουλία τότε, απ' ό,τι ξέρω της βασιλίσσης Φρειδερίκης και διαφόρων άλλων, στην Αθήνα, από εκεί ξεκίνησε, δημιουργήθηκε η Παιδόπολις, η Παιδική Στέγη, οι Παιδικές Στέγες που ήταν η Ελληνική Μέριμνα της Παιδικής Στέγης, και απ' ό,τι ξέρω και το Ορφανοτροφείο. Η Ελληνική Μέριμνα είχε ένα διοικητικό συμβούλιο, το οποίο ήταν στην Αθήνα, εκεί ήταν και η έδρα. Δημιουργήθηκαν 50 παραρτήματα σε όλη την Ελλάδα, ένα εκ των οποίων ήταν και στη Λάρισα, που έχει το δικό του Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο ήταν 10μελές. Εμένα, λοιπόν, μου ήρθε ένας διορισμός, τον οποίον αποδέχτηκα. Πήγα στην Παιδική Στέγη, ήμουνα μέλος στην αρχή του Διοικητικού Συμβουλίου, και στη συνέχεια έγινα ταμίας, και στη συνέχεια έγινα Πρόεδρος. Ήταν μία πολύ μεγάλη εμπειρία αυτό για μένα. Και εκεί δουλεύαμε όλοι εθελοντικά, δηλαδή όλα τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, με πολύ αγάπη για τα παιδιά. Κάθε μέρα, υπήρχαν εφημερίες των κυριών, γιατί κυρίες ήταν βασικά, παλαιότερα υπήρχε ένας κύριος, ο οποίος όμως δεν τον πρόλαβα εγώ, ήταν και ο ταμίας, ο κύριος Καλογερόπουλος, και οι κυρίες αυτές τάιζαν τα παιδάκια, γιατί πρέπει να πω η Παιδική Στέγη φιλοξενούσε παιδιά ηλικίας από 2,5 έως 6 ετών, δηλαδή προσχολικής ηλικίας μέχρι και νηπιαγωγείο, ας το πούμε, στην τάξη, την ηλικία του νηπιαγωγείου, και ήταν γύρω στα 110-120 παιδιά. Ήταν παιδιά απόρων οικογενειών και εργαζόμενων μητέρων, και υπήρχε ένα προσωπικό, το οποίο ήταν 5 νηπιαγωγοί, γιατί ήταν 4 νηπιαγωγοί, γιατί υπήρχαν τέσσερα τμήματα. Μία η διευθύντρια, η οποία ήταν επίσης νηπιαγωγός, υπήρχε μία μαγείρισσα, και δύο καθαρίστριες. Οι εγκαταστάσεις είναι εδώ στη Λάρισα, μέσα. Οι κτιριακές εγκαταστάσεις καλύπτονται, καλύπτουν 550 τετραγωνικά μέτρα, ήταν ένας -για την εποχή που έγινε- ένας πρότυπος παιδικός σταθμός, πολύ καλά δομημένος και φτιαγμένος, σε ένα οικόπεδο 1600 μέτρων, γιατί υπάρχει μία αυλή μπροστά που είναι με λουλούδια, έτσι, ανθόκηπος και λαχανόκηπος, και πίσω αυλή με τα παιχνίδια για τα παιδιά. Πώς λειτουργούσε τώρα αυτό; Η Ελληνική Μέριμνα, μάλλον χάρη στην Ελληνική Μέριμνα λειτούργησαν οι Παιδικές Στέγες, οι Παιδικές Γωνιές. Έγιναν οι κατασκηνώσεις οι παιδικές, ήταν δημιούργημα της Ελληνικής Μέριμνας, και μάλιστα οι κυρίες, και εδώ στη Λάρισα, συνόδευαν τα παιδιά το καλοκαίρι στις κατασκηνώσεις, που συνήθως ήταν στο Πήλιο, τις οποίες όμως κατασκηνώσεις, στην αρχή τις δημιούργησε και τις λειτούργησε η Ελληνική Μέριμνα. Στη συνέχεια όμως, τις ανέλαβαν το κράτος και οι διάφοροι φορείς, ξέρω εγώ, οι τράπεζες και ούτε καθεξής, τα υπουργεία, Υπουργείο Γεωργίας και τέτοια. Λειτούργησε, επίσης, το νυχτερινό σχολείο και εδώ στη Λάρισα. Έγινε από το 1946, λειτούργησε μέχρι το 1976, 30 χρόνια, με έξοδα της Ελληνικής Μέριμνας. Λειτούργησε το νυχτερινό δημοτικό σχολείο. Γι' αυτό ήταν για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, και κυρίως για τα παιδιά τα οποία δεν είχαν τη δυνατότητα να τελειώσουν το δημοτικό σχολείο, στη διάρκεια του πολέμου και της Κατοχής. Kι επειδή πέρασαν τα χρόνια, δηλαδή από το 1940 που άρχισε ο πόλεμος μέχρι το '46, δεν λειτουργούσαν τα σχολεία όλα και πάρα πολλά παιδιά δεν μπορούσαν να πάνε στο σχολείο. Στη συνέχεια, πάρα πολλά παιδιά που ήταν και μεγαλύτερα, που δεν μπόρεσαν να τελειώσουν, άρχισαν να εργάζονται. Διότι έπρεπε να βοηθήσουν οικονομικά και τις οικογένειές τους, έτσι το σχολείο αυτό ήταν νυχτερινό και λειτούργησε επί 30 χρόνια, μέχρι το 1976, οπότε ήταν υποχρεωτική πλέον η εκπαίδευση, και όλα τα παιδιά πηγαίναν κανονικά στα σχολεία, ως υποχρεωτική εκπαίδευση. Το νηπιαγωγείο δεν ήταν πάντα υποχρεωτικό. Αργότερα έγινε υποχρεωτικό, και από πρόπερσι έγινε υποχρεωτικό και στα προνήπια. Στην Παιδική Στέγη, λοιπόν, όλα αυτά τα χρόνια λειτουργούσαν ως παιδικός σταθμός. Τα παιδιά εκεί τα οποία ήταν φτωχά παιδιά, πηγαίναν το πρωί, τους δινόταν πρόγευμα, το μεσημέρι μεσημβρινό και επειδή στα παλαιότερα χρόνια, όχι επί ημερών μου, οι μαμάδες, οι οποίες ήταν και μαμάδες των παιδιών, που ήταν και παραδουλεύτρες, οι περισσότερες, δουλεύαν από το πρωί μέχρι το βράδυ, τα παιδιά τους τα παίρνανε το βράδυ. Οπότε, υπήρχαν και κρεβατάκια, που τα παιδιά κοιμόντουσαν μέσα, και υπήρχε και ένα απογευματινό, βραδινό. Τα πρακτικά τα οποία υπάρχουν είναι εξαιρετικά, εξαιρετικά, με τόσες λεπτομέρειες, που μέσα από τα πρακτικά βλέπει κανείς πώς ήτανε η ζωή στη δεκαετία του '50, του '60, του '70... Και όλα αυτά στην Παιδική Στέγη, δηλαδή οι εγκαταστάσεις και όλα αυτά, λειτούργησαν χάρη στη φιλανθρωπία και χάρη στον αγώνα που κάναν τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, για εξεύρεση χρημάτων και είδη είτε για φαγητό είτε για τα ρούχα, γιατί τα παιδιά και το προσωπικό φορούσαν τις ποδιές τους, όπως και παλιά κι εμείς πηγαίναμε στο σχολείο με τις ποδιές. Αυτό ήταν, όλα επιδοτούνται από τις διαφορές βιοτεχνίες, βιομηχανίες που υπήρχαν, από λατζάδες ήταν, που ήταν από δω. Δηλαδή, βλέπει κάνεις πάρα πολλά στοιχεία. Εγώ θα σου μιλήσω όμως για τη δικιά μου ζωή μέσα στην Παιδική Στέγη όταν πήγα, που πήγα το 1984. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι πάντα υπήρχε και μία στην αρχή, σύμφωνα με αυτά που διαβάζω στα πρακτικά, ήτανε κάποια επιχορήγηση από τον Δήμο. Σταμάτησε όμως την πρώτη δεκαετία, δεκαπενταετία, ήταν και από τον Δήμο. Μετά σταμάτησε ο Δήμος να δίνει χρήματα και δίδονται κάποια χρήματα μέσω της Νομαρχίας, το οποία δεν ήταν σίγουρα πόσα θα είναι τα χρήματα. Απλούστατα, δινόντουσαν τα χρήματα έτσι που να πληρώνεται το προσωπικό, τα υπόλοιπα όμως για το θέμα της συντήρησης και επί ημερών μου, ερχόντουσαν ακόμα και από τον στρατό, από την αεροπορία τότε, για να βάψουν την Παιδική Στέγη. Ή ζητούσαμε εμείς, μέσω γνωστών και φίλων, να κάνουνε κάποιες δωρεές. Δηλαδή, όλα αυτά, οι συντηρήσεις ήτανε με χρήματα, τα οποία θα έπρεπε εμείς να βρούμε. Αυτό το οποίο είναι ότι πάντα δινόταν πάρα πολύ μεγάλη σημασία στο θέμα της τροφής, κυρίως στο Συμβούλιο, το πρώτο που ήμουνα, γιατί οι κυρίες ήταν μεγάλες και είχαν επίγνωση και είχαν βιώσει την πείνα, αν θέλετε, του πολέμου και ούτω καθεξής. Και είχαν μείνει λιγάκι σε αυτά και δίναν πάρα πολύ μεγάλη σημασία στο να τρέφονται καλά τα παιδιά. Αυτό που μπορώ να πω, υπήρχαν κάποια χρήματα από το ΙΚΑ, γιατί οι μητέρες που εργαζόντουσαν ήταν ασφαλισμένες στο ΙΚΑ, και έδινε το ΙΚΑ τότε τροφεία για τα παιδιά τους. Οπότε, υπήρχε και από κει ένα κονδύλι αρκετά σημαντικό, έτσι που να μπορούν να καλύπτονται οι ανάγκες της Παιδικής Στέγης, κυρίως βασικά ήταν το θέμα των αμοιβών του προσωπικού. Εγώ ανέλαβα την προεδρία το 2012. Α, πρέπει να πω ότι σταδιακά, επειδή υπήρχαν πάρα πολλά προβλήματα οικο[00:50:00]νομικά, είχαν αρχίσει να κλείνουν οι Παιδικές Στέγες. Δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στο θέμα της επιβίωσης, κυρίως από οικονομικής πλευράς. Το 2000, τα τελευταία που είχαν, ήταν στην Αθήνα και εκεί δεν... ήταν 3 παραρτήματα στην Αθήνα, η οποία Αθήνα είχε και πολύ μεγάλη περιουσία. Γιατί εγώ είχα πάει στην Αθήνα και είχα δει το Συμβούλιο εκεί. Ήταν κάποιες κυρίες μεγάλης ηλικίας, μάλιστα κάποια έμενε απέναντι περίπου από την ΑΣΟΕΕ ,σε μία οικοδομή, η οποία ήταν κυρία πάλαι ποτέ επί των τιμών και ούτω καθεξής, και υπήρχαν πάρα πολλές δωρεές σε κτίρια ολόκληρα στην Ελληνική Μέριμνα. Αυτά, όταν έκλεισε, όταν έκλεισε η Αθήνα, τα 3 παραρτήματα επωλήθησαν όλα ή δεν ξέρω, βγήκαν στον πλειστηριασμό και πληρώθηκε το ΙΚΑ, που ήταν κάποια εκατομμύρια, γύρω στα 300 εκατομμύρια, και το προσωπικό. Και έτσι είχε μείνει μόνο η Λάρισα, όπου μετεφέρθει η Λάρισα από το 2008, η έδρα από την Αθήνα στη Λάρισα. Εδώ κάναμε μία πάρα πολύ και συνετή διαχείριση, αλλά ήταν και μικρότερος ο... γνωριζόμασταν όλοι. Οπότε, γινόταν ένας πολύ μεγάλος αγώνας για εξεύρεση χρημάτων. Εγώ θυμάμαι ότι υπήρχαν, από τα χρόνια που ήμουν από το '84, διάφορες οικογένειες που δίναν κάθε μήνα κάποια χρήματα υπέρ της Παιδικής Στέγης.
Λοιπόν, συνεχίζουμε την αφήγηση. Είχαμε μείνει εκεί πέρα που περιγράφετε, το πώς υπήρχαν δυσκολίες πια στη χρηματοδότηση, το 2012-
Ναι, ναι, ναι.
Των δομών που υπηρετήσατε ως Πρόεδρος.
Λοιπόν, αυτό το οποίο έπρεπε... όταν ανέλαβα εγώ, έγινε και μία ανανέωση του Συμβουλίου, γενικότερα των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, διότι οι κυρίες του παλαιότερου Διοικητικού Συμβουλίου ήταν αρκετά μεγάλες. Άλλες είχαν φύγει από τη ζωή, είχαν προβλήματα υγείας, γιατί όταν πρωτομπήκα εγώ το 1984, εγώ ήμουνα 32 ετών και όλες οι κυρίες ήταν άνω των 60. Οπότε, ήταν απαραίτητη να γίνει μία ανανέωση. Αυτό το οποίο έπρεπε να κάνουμε ήταν δύο πράγματα. Ένα, να μπορέσουμε να βρούμε τρόπους, που να μπορέσει να λειτουργεί η Ελληνική Παιδική Στέγη στη Λάρισα, και ένα δεύτερο να αναβαθμίσουμε όλη τη λειτουργία της Παιδικής Στέγης και το τι θα δίναμε στα παιδιά. 'Οπως, επίσης, η Ελληνική και η Παιδική Στέγη ήταν πολύ γνωστή σε παλαιότερα έτη, διότι ήταν πολύ γνωστός και ήταν το κοσμικό γεγονός όλων των ετών, αφότου είχε γίνει η Ελληνική Μέριμνα-Παιδική Στέγη, που ήταν ο Χορός της Μερίμνης. Δύο ήταν οι χοροί στη Λάρισα, ο Χορός της Μερίμνης και ο Χορός των Οδηγών. Διότι ήταν άλλα τα χρόνια εκείνα, ο κόσμος δεν έβγαινε όπως βγαίνουν σήμερα ή όπως έβγαινε από το 1985 και μετά. Ήταν πιο περιορισμένος, ήταν οι χοροί που γινόταν, που ήταν τα κοσμικά γεγονότα, και παλαιότερα, όχι επί ημερών μου στον χορό της Μερίμνης, ήταν τόσο τα χρήματα γιατί είχανε διάφορα δώρα σε κλήρωση και αυτοκίνητο, να σου δώσω να καταλάβεις. Και βγαίναν από τα χρήματα αυτά που εισπράτταν από τη λαχειοφόρο και μόνο, τα λειτουργικά έξοδα όλης της χρονιάς. Αυτά δεν γινόταν πλέον στη Λάρισα, διότι άλλαξε ο τρόπος ζωής. Επίσης, αυτό που πρέπει να πω είναι ότι όλα τα χρόνια, επί ημερών μου, παίρναμε διάφορα τρόφιμα, όπως το κρέας, τυρί, φρούτα, ρύζι, τόνους ρύζι, τόνους από μακαρόνια, κριθαράκια και τα λοιπά, από το Υπουργείο Γεωργίας. Ήτανε μέσω από τους ίδιους κωδικούς που δίναν και στους πολύτεκνους και σε διάφορους άλλους. Και ήταν και τα χρήματα από το ΙΚΑ, όπως είπα. Όταν ανέλαβα εγώ, η σύμβαση με το ΙΚΑ ήταν του 1956, με την Ελληνική Μέριμνα, άλλαξε το ΙΚΑ και έγινε ΕΟΠΥΥ. Με το που έγινε ΕΟΠΥΥ, σταματήσανε να δίδονται τα χρήματα σε δομές, όπως η Ελληνική Μέριμνα. Εδίδοντο χρήματα μόνο σε άτομα τα οποία ήταν με ειδικές ανάγκες. Εμείς δεν είχαμε παιδιά με ειδικές ανάγκες. Οπότε, από κει έφυγε αυτό το κονδύλι. Από την πλευρά της Περιφέρειας, εδίδοντο χρήματα βάσει νόμου μέχρι το 1/3 του τζίρου της Ελληνικής Μέριμνας, που σημαίνει ότι τα άλλα 2/3 θα έπρεπε να τα βρούμε εμείς. Επίσης, σταματήσανε σταδιακά να δίνονται τα τρόφιμα που δίνονταν παλιά, διότι αυτά τα δίνανε, που τα περνάμε και δεν είχαμε πλέον τα τρόφιμα για να μαγειρεύουμε για τα παιδιά. Έπρεπε να βρίσκουμε και τρόφιμα. Και τι άλλο άλλαξε; Έτσι, είχαμε μία μεγάλη οικονομική δυσκολία. Έπρεπε, λοιπόν, ένα, να γίνει γνωστό το έργο της Ελληνικής Μέριμνας, της Παιδικής Στέγης, γιατί έπαψαν οι χοροί, άλλαξαν τα πράγματα, άλλαξαν οι καταστάσεις και δεν ήξερε ο περισσότερος κόσμος στη Λάρισα ότι υπάρχει Παιδική Στέγη, και ότι υπάρχει ένας... μία τέτοια δομή, που κάνει ένα τέτοιο κοινωνικό έργο. Οπότε, εκεί θα έπρεπε να το γνωστοποιήσουμε. Επίσης, το θέμα των... παλαιότερα όπως είχα αναφέρει, ερχότανε ο στρατός, και έβαφε και έκανε διάφορες... πώς να πω δουλειές μέσα στο κτίριο. Αυτά άλλαξαν, γιατί άλλαξε και ο στρατός. Δεν γινόταν αυτά τα πράγματα πλέον. Αλλάξαν οι νόμοι, και έπρεπε να υπάρχουν άλλες προδιαγραφές για το κτίριο. Παλαιότερα, η Παιδική Στέγη, επί ημερών μου δηλαδή, ήτανε σιδερένια τα παράθυρα, τα κουφώματα, τα παράθυρα, και άνοιγαν προς τα μέσα. Ακατάλληλα πλήρως. Το δάπεδο ήταν ακατάλληλο, γιατί γινόντουσαν κάποιοι έλεγχοι από τη Νομαρχία, και μετά έπειτα από την Περιφέρεια, για το πώς είναι οι προδιαγραφές σε έναν παιδικό σταθμό. Οπότε, όλα τα πράγματα θα έπρεπε να αλλάξουν. Έπρεπε να βρεθούν χρήματα για να αλλάξουνε. Ή πρέπει να πω και ακόμα κάτι, ότι μπορεί μεν να μην... όλα αυτά τα χρόνια, εκτός από τα παιδιά, τα οποία ήταν κάποια παιδιά όντως άπορα, δεν υπήρχαν χρήματα, ενώ από τα υπόλοιπα χρήματα, τα παιδιά τα οποία ήταν των εργαζομένων μητέρων, υπήρχε μία μηνιαία εισφορά της τάξεως των 50 ευρώ, όπως μέχρι σήμερα αυτό συνέχιζε, που ήταν κυρίως για τα θέματα των τροφείων, του να φάνε, με αυτήν την έννοια, ενώ στους άλλους παιδικούς σταθμούς, τους ιδιωτικούς, ήταν τριπλάσια και η αμοιβή, τα δίδακτρα. Σε μας δεν ήταν δίδακτρα, ήτανε κάποια συμμετοχή στο θέμα του φαγητού. Λοιπόν, όταν ανέλαβα εγώ, έπρεπε πάρα πολλά πράγματα να αλλάξουν. Να γίνει, πρώτα από όλα, πιο σύγχρονη η Παιδική Στέγη, να γίνει, να έχει μία δημοσιοποίηση του έργου που κάνει, και να αναβαθμιστούν και αυτά τα πράγματα, τα οποία δίναμε στα παιδιά, και το κτίριο το ίδιο, το οποίο ήταν ένα "μουντό", θα έλεγα κτίριο, που έχει ένα είδος ιδρύματος. Τα χρήματα ήταν πάρα πολύ λίγα, άλλαξε όμως τουλάχιστον εμφανισιακά, μέσα από τα έργα των παιδιών, που μέσα τα βάλαμε και τα κολλήσαμε σε διάφορα... κάναμε διάφορα ταμπλό και τα κολλήσαμε, που μέσα να υπάρχει, να υπάρχουν διάφορες ζωγραφιές. Καλέσαμε κάποιους, που ήρθανε και μόνοι τους, κάποια άτομα τα οποία ήταν καλλιτέχνες, δίχως να είναι σχολών αλλά ζωγραφίζανε, και ζωγράφισαν την Παιδική Στέγη. Εμείς δώσαμε μόνο τα χρώματα, βάλαμε. Έτσι άλλαξε τουλάχιστον η όψη, και έμπαινες μέσα σε έναν χώρο που ήσουνα πιο χαρούμενος να το βλέπεις, και αυτό άλλαξε και την ψυχολογία σε όλους, σαφώς. Αυτό το οποίο προσπάθησα να κάνω είναι να βρω τρόπους, που να μπορέσουμε να βρούμε χρήματα, για να κάνουμε κάποιες αλλαγές. Παλιές εγκαταστάσεις και τα πρώτα χρήματα τα οποία... Α, το πρώτο πράγμα που έκανα είναι ότι κάναμε μία ιστοσελίδα και ένα Facebook. Μία και ήτανε ο νέος τρόπος επικοινωνίας των ανθρώπων. Με το που έγινε η ιστοσελίδα, ως εκ θαύματος, πήραμε από το Ίδρυμα Νιάρχος! Και πώς τα πήραμε αυτά. Τότε το Ίδρυμα Νιάρχος έδινε 50.000 Ευρώ στα άτομα της Εθνικής Ομάδος, γιατί είχαν πάρει το πρώτο... είχαμε κερδίσει έναν αγώνα. Με την εξής προϋπόθεση, ότι θα τις δίναν για έναν φιλανθρωπικό σκοπό. Και τότε, στην Εθνική Ομάδα ήταν ο Γκέκας, δεν τον ήξερα, διότι δεν ασχολούμαι πάρα πολύ εγώ με θέματα τέτοιου είδους, αθλητικά, ο οποίος ήταν Λαρισαίος, και έψαξε να βρει ποιες δομές υπάρχουν στη Λάρισα, και βρήκε. Μόλις είχα κάνει το site, την Ελληνική Μέριμνα-Παιδική Στέγη, είχε ακουστά και από παλαιότερους ότι κάποια ερχόταν και ότι είχε βοηθήσει και είχε προσφέρει ένα μεγάλο κοινωνικό έργο, και προσέφεραν σε εμάς. Αυτό ήταν ένα εξαιρετικό δώρο. Τον βρήκα, έψαξα και τον βρήκα, και ήταν στην Ισπανία και τον ευχαρίστησα σαφώς, γιατί βρήκα τον αδερφό του εδώ, και μου έδωσε το τηλέφωνο και τον ευχαρίστησα. Και εμείς κάναμε, τότε, την αλλαγή της υδραυλικής εγκατάστασης, γιατί ήταν μια υδραυλική εγκατάσταση από το 1950 τόσο... και τρέχανε τα πάντα. Οπότε, κάναμε την αλλαγή της υδραυλικής εγκατάστασης, πάρα πολύ σημαντικό κομμάτι. Στη δε συνέχεια, βρήκα μία φιλανθρωπική οργάνωση γαλλική, την Prosuma, η οποία συνεργαζόταν με σχολή... Aυτή βοηθούσε χώρες, υπανάπυκτες χώρες της Αφρικής και της Νοτίου Αμερικής, και η οποία συνεργαζόταν [01:00:00]με δύο Πανεπιστήμια, της Λιλ, και της Μπαλασιέν, όπου οι φοιτητές του τμήματος των Οικονομικών Πανεπιστημίων εκεί, στο δεύτερο, τρίτος έτος, έπρεπε να κάνουν μία φιλανθρωπική δράση και να πάνε και στις χώρες. Λοιπόν, είχαν έρθει στην αρχή δύο φοιτητές. Εγώ είχα μία αλληλογραφία μαζί τους και εκεί, πρέπει να το πω, ήρθανε τρεις Γάλλοι, για ένα Σαββατοκύριακο. Και μάλιστα ήτανε και Πρωτομαγιά. Αυτό ήταν μέσω ενός φίλου μου που ήταν παντρεμένος με Γαλλίδα, ζούσε χρόνια στη Γαλλία, και ήξερε τον διευθυντή αυτής... τον πρόεδρο αυτής της φιλανθρωπικής οργάνωσης που ήταν ανιψιός. Λοιπόν, πήρα διάφορες πληροφορίες, μου ζητήσανε και είχα στείλει τα πάντα. Δηλαδή, απολογισμούς, προϋπολογισμούς, φωτογραφίες, τι θέλουμε να κάνουμε, και του είπα ότι αυτό το οποίο πρέπει να γίνει είναι να αλλάξουμε τα κουφώματα πρώτα από όλα, τα οποία ήταν ακατάλληλα, με μονό τζάμι, μπαίναν μέσα, σιδερένια, επικίνδυνα και για τα παιδιά. Έρχονται αυτοί, έρχονται τρεις, ο πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος και ο ταμίας από τη Γαλλία, για ένα τριήμερο για να μας δουν. Μάλιστα, κάποια στιγμή η διευθύντρια του Γαλλικού Ινστιτούτου, η οποία είναι και Πρόξενος, εδώ στη Λάρισα, του γαλλικού κράτους, μου τηλεφωνεί και μου λέει «Βρε Αγγέλα» μου λέει «Μου τηλεφωνεί ο Πρέσβης» και μου λέει «Ποια είναι αυτή η κυρία Σιτρά και ποιος... ποια είναι αυτή η Παιδική Στέγη;». «Ε, λέει, του είπα» γιατί μας ήξερε και θα σου πω πώς. Είχαμε μία συνεργασία με το Γαλλικό Ινστιτούτο. Και ήρθαν αυτοί οι τρεις για να δουν εδώ. Εγώ είχα 4 προσφορές από διαφόρων... διάφορους για τα κουφώματα, είδαν τον χώρο μας, κάλεσα και αυτούς τους τέσσερις, του είπα ότι εμείς προτιμούμε αυτόν, γι' αυτούς κι τους αυτούς τους λόγους. Συμφώνησαν οι άνθρωποι, ήταν πιο φτηνοί και είχαν το καλύτερο όνομα. Οπότε, εκείνοι πλήρωσαν, έδωσαν την προκαταβολή στην αρχή. Άστο να χτυπάει, δεν πειράζει. Λοιπόν, και όταν ήρθαν, παρέλαβαν το έργο, δώσαν και τα υπόλοιπα, και από τότε εν λευκώ ό,τι τους ζητούσα, φυσικά έστελνα, δεν ερχόντουσαν καν να δούνε. Είχαμε μία εξαιρετική συνεργασία, φιλοξενήσαμε 40 άτομα, εκ των οποίων σχεδόν όλα τα φιλοξένησα εγώ στο κάτω διαμέρισμα. Ήταν φοιτητές, οι οποίοι ερχόντουσαν εδώ, και θέλαν να κάνουν... Στην αρχή έβαψαν τα κάγκελα. Οι πρώτοι είχαν μείνει δύο μήνες. Οι άλλοι μέναν περίπου στον μήνα. Ήταν όλοι κατενθουσιασμένοι από τη Λάρισα, τους άρεσε πάρα πολύ η Λάρισα, είχαμε μία πάρα πολύ καλή συνεργασία. Μάλιστα μπαίναν μέσα στην τάξη και για αυτό το λόγο τα παιδιά... δηλαδή, με το που ανέλαβα εγώ, στα παιδιά...
Να το πατήσω; Να το ξεκινήσουμε; Συνεχίζουμε; Ωραία, κυρία Αγγελική, συνεχίζουμε. Ήμασταν εκεί πέρα που μας περιγράφετε, για τους ξένους φοιτητές που ερχόντουσαν να βοηθήσουν στη δομή.
Στην αρχή ήταν δύο. Δύο φοιτητές, οι οποίοι έμειναν εδώ δύο μήνες. Ήταν δύο εξαιρετικά παιδιά, συγγενείς των προέδρων, έτσι που δώσανε και ένα ριπόρτο, το πώς είναι τα πράγματα εδώ στη Λάρισα. Οι οποίοι είχαν κατενθουσιαστεί και από την πόλη της Λάρισας, γιατί αποτέλεσμα ήταν να έχω κατακλυστεί από διάφορα e-mail που θέλαν πάρα πολύ να έρθουν, να εργαστούν εθελοντικά στην Παιδική Στέγη. Όλα αυτά τα άτομα, τα οποία ήρθαν στα 8 χρόνια, γιατί ήταν μία συνεργασία 8 ετών, είχαν εντυπωσιαστεί από τη Λάρισα, διότι τη θεώρησαν μία πόλη πάρα πολύ καθαρή, πολύ ασφαλής. Εγώ τους πήγαινα πάντα, τους ξεναγούσα και τους έδειχνα όλα τα μουσεία, τους πήγαινα δηλαδή κάθε εβδομάδα, στη Λάρισα πάντα υπάρχουν κάποιες εκδηλώσεις είτε τέχνης είτε σε μουσεία κτλ. Τους έπαιρνα πάντα μαζί, και αυτό τους είχε ενθουσιάσει. Είδανε το όλο κλίμα στην Παιδική Στέγη που τους άρεσε πάρα πολύ. Τρώγαμε, τους άρεσε πολύ το ελληνικό φαγητό, γιατί τρώγανε στην Παιδική Στέγη, αλλά εμείς είχαμε υποχρέωση να τους φιλοξενήσουμε, που σημαίνει να τους δίνουμε φαγητό και ύπνο. Οπότε, την πρώτη φορά, γιατί υπήρχαν φορές που ερχόντουσαν 8 άτομα και 10 άτομα. Δεν μπορούσα εγώ να τους φιλοξενήσω όλους. Είχε φιλοξενήσει και η διευθύντρια, που είχε φιλοξενήσει δύο φορές. Τα μοιραζόμαστε, η διευθύντρια κι εγώ. Εγώ περισσότερα άτομα, γιατί είχα μεγαλύτερο σπίτι, και κάποια άλλη φορά ήταν ένα άλλο μέλος, είχε παραχωρήσει το σπίτι της, που έχει φιλοξενήσει επίσης τέσσερα άτομα. Στην αρχή, ήταν Γάλλοι, Γάλλοι λευκοί. Οι τελευταίες... τα τελευταία χρόνια, ερχόντουσαν γαλλικής υπηκοότητας, αλλά ήταν από την Αφρική, από την Γκάνα, από την Ακτή του Ελεφαντοστού, από την Τυνησία. Υπήρχαν και άτομα που ήταν και χριστιανοί και μουσουλμάνοι, αλλά ήταν όλα εξαιρετικά παιδιά. Πάντα λέγαμε ότι η αλληλεγγύη και ο εθελοντισμός, όταν πραγματικά τα βιώνεις και τα αισθάνεσαι, δεν εμποδίζουν σε αυτά ούτε τα σύνορα, ούτε το χρώμα, ούτε η θρησκεία, τίποτα. Είχαμε εξαιρετική συνεργασία και ήμασταν κατενθουσιασμένοι κι εμείς, κι εκείνοι, και τα παιδιά, διότι από την αρχή που ανέλαβα εγώ την προεδρία, κάλεσα φίλες, οι οποίες ήταν καθηγήτριες αγγλικής και γαλλικής, και κάνανε, 2 ώρες τη βδομάδα, γαλλικά στα παιδιά του νηπιαγωγείου. Και επίσης, είχαμε και μουσική. Μία μουσικό, η οποία έκανε μαθήματα μουσικής στα παιδιά. Οπότε, και κάποια γαλλικά, ξέραν κάποιες λέξεις και τραγούδια γαλλικά, με αποτέλεσμα όταν ερχόντουσαν οι Γάλλοι, μπαίναν στην τάξη και είχαν μία επαφή και μία συνεργασία με την καθηγήτρια γαλλικής, και κάναν μία πρόοδο σε αυτά, και ήταν ενθουσιασμένα και τα παιδάκια και οι Γάλλοι φοιτητές. Έτσι, μέσω της γαλλικής φιλανθρωπικής οργάνωσης, αλλάξαμε δάπεδα, βάλαμε ηλιακό θερμοσίφωνα, αλλάξαμε την κουζίνα, διότι μαγείρευε η παλαιότερη μαγείρισσα με μία στόφα, ενώ κάναμε μία μερική ανακαίνιση της κουζίνας, και ήταν πιο σύγχρονα όλα αυτά τα πράγματα. Και αυτά όλα γίνανε με χρήματα της Prosuma. Φυσικά, βάψαμε επανειλημμένως το κτίριο, αλλά αυτό έγινε με προσφορές Ελλήνων, Λαρισαίων, οι οποίοι ήρθαν και κάναν μία προσφορά για... Ήτανε μία οργάνωση που δεν θυμάμαι τώρα το όνομα της, ομολογώ. Καθώς επίσης, τα παιχνίδια και τον κήπο και μέσα έβαψε και η Keller Williams, που είναι μία ασφαλιστική, όχι μία εταιρεία real estate, που έχουνε μία μέρα αμερικανική, με τα αμερικανικά, ξέρεις, δεδομένα. Μία, την κόκκινη μέρα που λένε, και κάνουν μία εθελοντική προσφορά. Έτσι, μέσω αυτών των τρόπων, βρήκαμε τρόπους να εκσυγχρονιστεί και να αναβαθμιστεί το κτίριο, από πλευράς εγκαταστάσεων. Από κει και πέρα, κάναμε πάρα πολλές εκδηλώσεις, με την έννοια, είχαμε καθιερώσει ένα απογευματινό, ένα βραδινό, μία εκδρομή ετησίως, έτσι που κατ' αυτόν τον τρόπο και γινόμασταν... γινότανε γνωστές οι διάφορες δράσεις, αλλά είχαμε μια κοινωνική... ένα κοινωνικό άνοιγμα, που στηρίζαν και οικονομικά την Παιδική Στέγη, και μάθαιναν το έργο της Παιδικής Στέγης. Κάναμε επίσης bazaar, Χριστούγεννα και Πάσχα, όπου όλοι, όλα τα μέλη του Συμβουλίου, και η μαγείρισσα, κάναμε διάφορα γλυκά, μπισκότα και ούτω καθεξής, και ήταν κι αυτό ένα άνοιγμα, πάρα πολύ σημαντικό και για την εξεύρεση χρημάτων, αλλά και για την προβολή του έργου της Παιδικής Στέγης, που ήταν ένα έργο αγάπης και προσφοράς στην ουσία. Αυτό που πρέπει να πούμε είναι ότι με την οικονομική κρίση, εκεί στην αρχή, είχαν έρθει και χτυπούσαν την πόρτα και λέγανε διάφοροι, μήπως υπάρχουν τίποτα περισσεύματα φαγητού από τα παιδιά. Επίσης, οι διευθυντές των σχολείων, του διπλανού που είναι 29ο και το 6ο δημοτικό σχολείο, μας στέλνανε παιδιά για να πάρουνε φαγητό, για να φάνε, διότι η οικονομική κρίση είχε χτυπήσει τις πόρτες πολλών ανθρώπων και δεν... που δεν μπορούσαμε καν να το φανταστούμε ότι υπάρχουν άτομα που δεν έχουν δουλειές και δεν έχουν να φάνε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα εμείς, σε καθημερινή βάση, να σιτίζουμε 40 μέχρι 60 άτομα. Μέχρι 40 άτομα, γιατί είχαμε 110-120 παιδιά, συν τα 40, ήτανε 160 μερίδες ημερησίως. Έτσι, όλα αυτά τα χρόνια, είχαμε και καθημερινά συσσίτια, τα οποία ήταν σε οικογένειες που ερχόντουσαν και παίρνανε το φαγητό κατ΄ οίκον. Μπαίνανε από την πόρτα της κουζίνας. Είχαμε δημιουργήσει για να μην μπαίνουν ούτε από εκεί που μπαίναν τα παιδιά ούτε να βλέπει όλος ο κόσμος, από την κουζίνα είχαμε έναν ειδικό χώρο που φέρνανε τα τάπερ, τα γεμίζαμε, και κάθε μέρα παίρναν το φαγητό τους 40 επιπλέον άτομα. Αυτό είχε, σαφώς, ήταν μία μεγάλη κοινωνική προσφορά στην πόλη, γιατί ήταν παιδιά τα οποία μας στέλναν οι διευθυντές των σχολείων για τις οικογένειές τους, τα δικαστήρια, είχαμε διάφορες μονογονεϊκές οικογένειες, και ούτε καθεξής. Δηλαδή, είχαμε καθημερινά συσσίτια. Αυτό έπρεπε, μια και είχαν σταματήσει πλέον τα τρόφιμα από το κράτος, γιατί μάλιστα, και το είχα μάθει αργότερα, ότι αυτά τα τρόφιμα τα έπαιρνε πλέον το κοινωνικό παντοπωλείο. Δεν τα έδινε, γιατί εκεί είναι η ιστορία, και γι' αυτό σταμάτησε η δομή. Αυτή ήταν μία κοινωνική δομή προσφοράς προς τους ανθρώπους που είχαν ανάγκη. Αλλά αυτή την ευγενική προσφορά πλέον και την κοινωνική πρόνοια την ανέλαβαν οι δήμοι, με αποτέλεσμα αυτού του είδους οι δομές, όπως είναι η Ελληνική Μέριμνα, δεν υποστηριζόταν από το κράτος, και γι' αυτόν τον λόγο, αυτό το συνειδητοποιήσαμε σιγά-σιγά, γιατί όταν συμβαίνουν αυτά, δεν το συνειδητοποιείς αμέσως. Όταν τα μαθαίνεις, όπως επίσης ενώ παλαιότερα, μέ[01:10:00]σω του ΟΑΕΔ, μπορούσαν να 'ρθούνε κάποια άτομα και να εργαστούν, να κάνουν την πρακτική τους στην Παιδική Στέγη, οι μάγειροι, βοηθός μάγειρα. Μετά είπαν ότι αυτά φεύγουνε, οι μη κερδοσκοπικές δομές, όπως ήμασταν εμείς, γιατί εμείς δεν ήμασταν κερδοσκοπική δομή, δεν ήμασταν κερδοσκοπική επιχείρηση. Και πήγαιναν μόνο σε κερδοσκοπικές επιχειρήσεις. Ενώ παλαιότερα, λοιπόν, είχαμε για κάποια σειρά ετών, κάποιους βοηθούς που ερχόταν τα παιδιά και κάναν την πρακτική τους στην Παιδική Στέγη, και βοηθούσαν τη μαγείρισσα να καθαρίζει για 160 μερίδες πατάτες, λέω τώρα π.χ. ή τα φρούτα για τα παιδιά ή να κόβουν σαλάτες, αυτό έπαψε πλέον, και αυτό το κάναμε ή μέλη του Συμβουλίου ή εθελοντές που προσπαθούσαμε να βρούμε κάποιους εθελοντές για να έρθουν για να το κάνουνε. Βλέπαμε, λοιπόν, πώς σταδιακά αλλάζουν τα πράγματα. Χώρια που και από την Περιφέρεια μού είχαν πει ότι «Ξέρεις, θα σταματήσουν τα χρήματα, κάντε το κουμάντο σας». Πώς θα γίνει όμως, εμείς είχαμε τότε... όταν έχεις 8 άτομα προσωπικό, που ήταν μάλιστα με συμβάσεις αορίστου χρόνου και όχι ορισμένου χρόνου, όπως έχει ο Δήμος, και όπως έχουν τα σύγχρονα νηπιαγωγεία και σχολεία, που σημαίνει ότι στο διάστημα του καλοκαιριού απολύονται, και δεν υπάρχουν ούτε τα δώρα Χριστουγέννων και όλα αυτά ούτε τα δώρα. Είχαμε πολύ ακριβά... ακριβή μισθοδοσία, να το πω έτσι, που μας έλεγε και η Περιφέρεια ότι «Είναι πολύ ακριβή η μισθοδοσία σας», αλλά δεν μπορούσαμε να τους απολύσουμε, διότι δεν υπήρχαν ούτε χρήματα για απολύσεις. Χώρια που με το προσωπικό είχαμε πάντα μια τόσο στενή επαφή και σχέση, που δεν απολύεις κάποιον και σε κάποια ηλικία. Το αντιλαμβάνεσαι αυτό το πράγμα. Και αυτό σήμαινε και ακριβό ΙΚΑ. Οπότε, ήταν πολύ ακριβό, ακριβή η διατήρηση της Παιδικής Στέγης. Αυτό το οποίο κάναμε επίσης είναι ότι αναβαθμίσαμε πάρα πολύ αυτά που δίναμε στα παιδιά. Είπα ότι μπήκαν αγγλικά, γαλλικά και μουσική. Από την αρχή, ερχόταν κάθε χρόνο λογοθεραπεύτρια και ψυχολόγος. Εξέταζε όλα τα παιδιά, έβλεπε αν υπάρχουν κάποια προβλήματα, και αν υπήρχαν, ερχόντουσαν για θέματα λογοθεραπείας και τα λοιπά ή ενημερώναμε τους γονείς. Δημιουργήσαμε Σχολή Γονέων με φίλους ψυχολόγους, οι οποίοι ερχόντουσαν εθελοντικά, δεν πληρωνόντουσαν. Ούτε η λογοθεραπεύτρια, κανείς, ούτε οι καθηγήτριες γαλλικής, μουσικής και τα λοιπά. Σε εθελοντική βάση δουλεύαν όλοι. Αυτό είναι μέσω προσωπικών σχέσεων, έτσι που είχαμε δημιουργήσει τη Σχολή Γονέων, κάτι σε ετήσια βάση, και ερχόντουσαν οι γονείς και κουβέντιαζαν διάφορα θέματα τα οποία θέλανε, για το θέμα των παιδιών. Στα δε παιδιά, αυτό το οποίο κάναμε είναι... υπήρχαν διάφορα προγράμματα. Ένα από τα πρώτα ήτανε στοματικής υγιεινής, με μία φίλη και εκλεκτή οδοντίατρο, την κυρία Μπέη Φουντή. Με αυτήν είχαμε στήσει το πρόγραμμα και σε συνεργασία με τον οδοντιατρικό σύλλογο Λάρισας και με το Πανεπιστήμιο, την Οδοντιατρική Θεσσαλονίκης, που υπήρχε μία συνεργασία, όλα τα παιδιά, υπήρχε ένα πρόγραμμα με οδοντίατρους, οι οποίοι ερχόντουσαν και μαθαίναν στα παιδιά, με εξαιρετικά προγράμματα και παραμύθια και διάφορα που λέγανε, πώς να μάθουν να πλένουν τα δόντια τους, πώς να προσέχουν την τροφή τους, και κάθε χρόνο ερχόταν και η κινητή μονάδα από την Αθήνα. Οπότε εξεταζόντουσαν όλα τα παιδιά, και πολλές φορές και με οφθαλμίατρο μαζί, και δίναν τα αποτελέσματα στους γονείς, και λέγανε αν θα πρέπει κάτι να κάνουν τα παιδιά ή όχι. Γίνονταν φθορίωση και ούτω καθεξής. Είχαμε πρόγραμμα υγιεινής διατροφής. Δημιουργήσαμε ένα πάρκο κυκλοφοριακής αγωγής, μέσα στην Παιδική Στέγη, και με ποδηλατάκια που υπήρχαν και κάποια μικρά αυτοκινητάκια δώρο, μαθαίνανε και με τα σήματα κανονικά δηλαδή, τα παιδιά πώς να κυκλοφορούν μέσα. Υπήρχε ένα πρόγραμμα επίσης, σε ένα πρόγραμμα η «Ιστορία του Σχολείου μας», η Παιδική Στέγη Λάρισας πήρε το πρώτο βραβείο και μας βράβευσαν με δουλειές που κάναν τα παιδιά, στο μουσείο της Ακρόπολης, στην Αθήνα. Πρόγραμμα, σαφώς, για την ανακύκλωση, για την προστασία του περιβάλλοντος. Και ήταν το μόνο σχολείο στη Λάρισα, το οποίο πήρε τη σημαία, πράσινη σημαία, πώς τη λέγανε; Γιατί το θέμα, υπήρχε η ανακύκλωση μέσα, κι έτσι μαθαίναν τα παιδιά από την αρχή. Δηλαδή, πώς θα πρέπει να κλείνουν τη βρύση, στο θέμα της ανακύκλωσης, στα πάντα, στα χαρτιά, σε όλα, στο θέμα της μαγείρισσας, και αυτά όλα ήταν αποτυπωμένα με φωτογραφίες, με ντοκουμέντα. Κάναμε και μία ημερίδα, και εκεί είναι που σου είπα και προχθές ότι ήμασταν πρωτοπόροι, και θα σου δείξω την τσάντα, που έχω εγώ εδώ, που κάναμε τσάντες για αντικατάσταση, να μην παίρνουμε πλαστικές σακούλες, πριν ακόμα βγει ο νόμος για τη χρέωση της πλαστικής σακούλας. Και καλέσαμε τους γονείς να φέρουν παλιά ρούχα και κάναμε τσάντες, με τον λογότυπο της Παιδικής Στέγης, για να πηγαίνουν στο σούπερ μάρκετ ή οπουδήποτε στον μπακάλη, στον μανάβη κτλ., να χρησιμοποιούν την υφασμάτινη σακούλα, αντί για την πλαστική σακούλα, για προστασία του περιβάλλοντος. Και στη συνέχεια, επειδή αυτές έγιναν... ο καθένας κράτησε τα δικά του, επειδή ζητούσαν πάρα πολλοί, κάναμε με κάμποτ άσπρες, τις οποίες δίναμε σε μία πολύ χαμηλή τιμή, στα μπαζάρ που κάναμε και σε διάφορες άλλες εκδηλώσεις. Καλά, έχουν μείνει στην ιστορία οι εκδρομές που κάναμε, συνήθως με αφορμή τους Χαιρετισμούς, όπου πάντα βρίσκαμε ένα ιδιαίτερο μοναστήρι, ένα, έτσι, που να υπάρχει πάντα μία εκδρομή, και να βλέπουμε κάτι βυζαντινό. Βυζαντινό μνημείο, μοναστήρι ή εκκλησία και τα λοιπά, με έναν αρχαιολογικό τόπο, είχαμε έρθει στα Τρίκαλα. Όπου στα Τρίκαλα πήγαμε και στο τζαμί, που μάλιστα ήταν και μία έκθεση που είχα τηλεφωνήσει νωρίτερα και μου είπανε ότι είχε διατηρηθεί η έκθεση, με πήλινα ήτανε, κάτι. Δεν θυμάμαι ακριβώς πώς τη λέγανε, είχε μια ονομασία. Και τη διατηρήσανε για να τη δούμε εμείς, μια... 3-4 μέρες επιπλέον. Είχαμε δει, τότε ήταν ο Τέτσης, είχε μια έκθεση ο Τέτσης, σε ένα κτίριο του Δήμου. Μια μονοκατοικία. Πήγαμε σε κάποιες εκκλησίες παλιές που ήταν μέσα στα Τρίκαλα, στο Βαρούσι. Κάναμε και μία βόλτα, δηλαδή οι εκδρομές μας γινόνταν εντός Θεσσαλίας, στα Τρίκαλα, στην περιοχή Καρδίτσης, που είχαμε πάει επάνω, στη Λίμνη Πλαστήρα, σε ένα από τα μοναστήρια και σε διάφορα άλλα μέρη, γιατί είχε μία ποικιλία και με αρχαιολογικά ευρήματα, όπου ήταν οι αρχαιολόγοι και μας κάναν... Γιατί πήγαμε, για παράδειγμα, στην Καρδίτσα και στο Μουσείο, επισκεφθήκαμε το μουσείο, που ήταν ο κύριος Χατζηαγγελάκης που μας έκανε την ξενάγηση, μία και ήταν αυτός. Και στον ναό του Ποσειδώνα, που είναι κάπου έξω στο... δεν θυμάμαι την περιοχή τώρα πώς λέγεται. Και όλοι ερχόντουσαν πάντα κατενθουσιασμένοι, γιατί ήταν κάποιες εκδρομές, ήταν όλα αυτά που θέλαμε εμείς, που εμάς μας αρέσουν να τα δείξουμε και στον κόσμο, και να... και όλοι να μάθουνε, το τι παρουσιάζει η περιοχή μας ή η κάθε περιοχή. Ήταν μία πάρα πολύ σημαντική έτσι αυτή η... είχαμε στην Ελληνική Μέριμνα, στην Παιδική Στέγη, ήταν πολύ σημαντικός και η προσφορά αλλά και οι σχέσεις που είχαμε μεταξύ μας. Γιατί, όταν έχεις κάποιους, όταν έχεις ένα όραμα, και όταν έχεις κάποιους στόχους, αυτά όλα δένουν τους ανθρώπους και ο καθένας προσπαθεί να βγάλει τον καλύτερό του εαυτό. Και αυτό το οποίο κάναν όλα τα μέλη του Συμβουλίου και το προσωπικό, το οποίο εργαζότανε, που δεν έκανε μόνο αυτήν τη στενή δουλειά, που έπρεπε να κάνει, η οποία ήταν πάρα πολύ σημαντική σαφώς, βάσει των προγραμμάτων του Υπουργείου, αλλά όλα αυτά τα επιπλέον που συμμετείχαν και κάναν και για τα bazaar, τόσα πολλά πράγματα, τόσες πολλές χειροτεχνίες, οι δασκάλες, οι νηπιαγωγοί και για τις γιορτές, οι οποίες οι γιορτές όλες ήταν... Δηλαδή, όλοι μπήκαμε, είχαμε μπει σε ένα κλίμα, να τρέχουμε και να κάνουμε κάτι, όσο γίνεται πιο καλό, πιο δημιουργικό. Το πιο καλό που μπορούσαμε να δώσουμε στα παιδιά, με πάρα πολλά ερεθίσματα. Συνεργαστήκαμε με την Casp Gallery, πήγαιναν τα παιδιά. Με τη Δημοτική Πινακοθήκη. Πήγαν έτσι σε όλα τα μουσεία. Πηγαίναμε, κάθε χρόνο, στο Ωδείο. Δηλαδή, αυτό που θέλαμε ήταν να δώσουμε στα παιδιά αυτά, όσο γίνεται περισσότερα ερεθίσματα, που ερχόντουσαν οι γονείς και μας λέγανε, πήγαν εκεί, και τα παιδιά ζητάνε κι άλλα. Τα παιδιά, δηλαδή, μέσα από την ανακύκλωση, μας λέγαν οι γονείς «Μας λένε τα παιδιά μας τι πρέπει να προσέχουμε για να κάνουμε την ανακύκλωση». Αυτό ήταν πάρα πολύ σημαντικό και έδεσε και όλα τα μέλη και του Συμβουλίου, και ο καθένας έδινε, παρόλο πού ήμασταν διαφορετικοί άνθρωποι, αλλά όταν υπάρχουν, να, αυτό που λέω το κοινό όραμα και οι κοινοί σκοποί, βγάζει ο καθένας τον καλύτερο του εαυτό. Και θα έλεγα ότι αυτό ήταν πάρα πολύ σημαντικό ως δομή, όλα αυτά τα χρόνια, γιατί συμμετείχαν και οι πολίτες. Αισθανόντουσαν ότι κάτι προσφέρουνε στο κοινωνικό σύνολο. Δεν είναι ο καθένας μόνο για τον εαυτό του. Μάλιστα μόττο είχαμε και το λέγαμε πολλές φορές, αυτό που είχε πει και ο Μέναδρος στην αρχαία Ελλάδα «Σημασία έχει να ζεις όχι μόνο για τον εαυτό σου, τότε η ζωή είναι ακόμα καλ[01:20:00]ύτερη». Νιώθεις, ας πούμε, ότι παίρνεις μια χαρά και μία... δίνοντας αυτήν την αγάπη και αυτά όλα, αυτή την προσφορά, αυτό γυρνάει πίσω σε σένα. Τι να πρωτοθυμηθώ; Δηλαδή, οι συνεργασίες όλες αυτές, με τα θέατρα εδώ στη Λάρισα, με τις σκηνές που ήτανε ερασιτεχνικές σκηνές, οι οποίες δίναν παραστάσεις για την Παιδική Στέγη. Ή διάφοροι άλλοι, όπως ήτανε σχολές χορού, που κάνανε αυτά για την Παιδική Στέγη. Αυτά όλα ήταν ένα δέσιμο και πώς κινητοποιείται όλη η κοινωνία στο να υπάρχει μία παράλληλη, πώς να πω, σε περιόδους που ήτανε οικονομικής κρίσης. Ο κόσμος όμως κινητοποιείτο, όταν ήταν για κάτι τέτοιο και ιδίως για παιδιά, και ιδίως και για τα συσσίτια που κάναμε. Υπήρχε μία παράλληλη Ελλάδα θα έλεγα, η οποία από το υστέρημά τους δίνανε, και όλοι θέλαν να προσφέρουν, και μία συνεργασία με όλους αυτούς τους ανθρώπους. Αισθάνομαι ότι με το που κλείνει, γιατί έκλεισε η Παιδική Στέγη, αυτά όλα σαφώς αναβαθμίστηκαν πάρα πολύ, οι παιδικοί σταθμοί του Δήμου, γιατί παλιότερα δεν τα κάναν αυτά. Εμείς ήμαστε, όντως, εγώ έβλεπα τι προσφέρουν τα ακριβότερα σχολεία στην Αθήνα κι από κει έπαιρνα. Θεατρικό παιχνίδι. Ερχόταν ο Κουρεντζής κι έκανε θεατρικό παιχνίδι. Είχαμε παραχωρήσει την Παιδική Στέγη, και τα μαθήματα στις νηπιαγωγούς και στους διάφορους που θέλαν να κάνουν μαθήματα, τα κάνανε στην Παιδική Στέγη, και είχαν παρακολουθήσει και οι δικές μας οι νηπιαγωγοί και το προσωπικό. Και κάναν θεατρικό παιχνίδι και στα παιδιά, όταν εδώ δεν γινότανε αλλού, σε άλλα σχολεία. Αυτά γίνονται πλέον σήμερα, γιατί όλα αναβαθμίστηκαν, και οι παιδικοί σταθμοί του Δήμου, αλλά έπαψε... είναι με άτομα τα οποία, ας πούμε, πληρώνονται. Το κάνουν ως επάγγελμα. Εδώ, εμείς το κάναμε εθελοντικά. Δεν ήταν το επάγγελμα. Ο καθένας είχε το επάγγελμά του, το κάναμε και δίναμε και την ψυχή μας, γιατί το θέλαμε. Αυτό είναι κάποια διαφοροποίηση που έρχεται, που ήρθε πλέον στην κοινωνία. Δηλαδή, όλα γίνονται μέσα από κάποιους κωδικούς, θα δώσουμε εκεί τα χρήματα, θα κάνουμε εκεί, ενώ εμείς είχαμε ένα ολόκληρο τρέξιμο, και μία επαφή με τους ανθρώπους. Αν θα δεις τις επιστολές που έχω στείλει, μάλιστα τις κοίταζα σήμερα, ατελείωτες επιστολές σε όλες τις βιομηχανίες της Ελλάδος, για κομπόστες, για μακαρόνια, για το ένα, για το άλλο. Και υπήρχε ανταπόκριση. Και ήταν κι άλλες κυρίες, μέλη του Συμβουλίου, που ξέραν κάποιους ελαιοπαραγωγούς, παράδειγμα στην Κρήτη, μας στέλναν το λάδι. Α, και να πω ότι τα τελευταία χρόνια, το λάδι το πληρωνε η Prosuma, και το 'παιρνε από κάποιους ελαιοπαραγωγούς από το Πήλιο. Υπήρχε πάρα πολύ μεγάλη... αυτό ήταν πάρα πολύ σημαντικό. Είναι σημαντικό για την κοινωνική... για το δέσιμό της κοινωνίας, για τις σχέσεις τις κοινωνικές, με αυτήν την έννοια το αναφέρω. Δηλαδή, είναι λυπηρό που κάτι τέτοιο σταματάει. Σαφώς, αλλάξαν οι εποχές. Το αντιλαμβάνονται πλήρως, αλλά ίσως μιλάμε για εθελοντισμό, δεν ισχύει ο εθελοντισμός όμως πλέον. Δηλαδή, αυτά τα οποία, όπως γίνονται τα πράγματα, όταν βγαίνουν, σε βγάζουν και σε αντιμετωπίζουν στο τέλος, λες και ήμασταν ανώνυμες εταιρείες! Το κράτος μιλάω, αυτήν τη στιγμή, έτσι; Δεν ήμασταν ανώνυμη εταιρεία, μία κοινωνική δομή, η οποία σαν δομή ήταν μία φιλανθρωπική και κοινωνική δομή. Προσέφερε όλα αυτά τα χρόνια πάρα πολλά, διότι περάσανε και ανέθρεψε χιλιάδες παιδιά. Πέρα από αυτά, εμείς όλα τα χρόνια δίναμε χρήματα για να σπουδάσουν κάποια παιδιά, φοιτητές οι οποίοι δεν είχαν χρήματα. Υποστηρίξαμε κάποιους ανθρώπους, οι οποίοι δεν μπορούσαν να πληρώσουν το φως, το ένα, το άλλο, και αυτό γινόταν μέσα όχι από τα χρήματα που παίρναμε από το κράτος σαφώς, αυτά πήγαιναν στους μισθούς που δεν φτάναν κιόλας και στο ΙΚΑ, αλλά ήταν τέτοια... τέτοιες οι επαφές με τον κόσμο και με διάφορες επιχειρήσεις, οι οποίες βλέπαν το έργο μας, βλέπαν αυτά όλα, γιατί πρέπει να πω ότι κάθε χρόνο γινόντουσαν έλεγχοι από την Περιφέρεια, παλαιότερα από τη Νομαρχία. Από τη στιγμή που παίρναμε κάποια χρήματα κι εμείς τους θέλαμε αυτούς τους ελέγχους, γιατί από την τσέπη μας βάζαμε, όχι μόνο, και κοιτούσαμε και το πενηνταράκι, ας πούμε, και το ευρώ να μην πάει χαμένο. Το αντιλαμβάνεσαι. Αλλά, δυστυχώς, φτάσαμε σε ένα σημείο που δεν μπορούσαμε να επιβιώσουμε πλέον. Εκεί ήταν ένα πολύ μεγάλο θέμα, ιδίως όταν... γιατί υπήρχαν, α, αυτό που παρέλειψα να πω, ευτυχώς που είχαν βγει μετά τα προγράμματα του ΕΣΠΑ, για τα παιδιά που ήτανε, για τους παιδικούς, στον παιδικό σταθμό και στα προνήπια, όπου εκεί ήταν μία... Παίρναμε αρκετά χρήματα, δηλαδή πλήρωνε το κράτος γι' αυτά τα παιδιά, που δεν ήταν τα 50 ευρώ, ήταν τα 200, 220 ευρώ, πολύ σημαντικό. Έλα όμως που εδώ και δύο χρόνια και τα προνήπια ήταν υποχρεωτική εκπαίδευση, οπότε σταματήσανε οι επιχορηγήσεις από το ΕΣΠΑ, ήταν μόνο για τον παιδικό σταθμό. Και εκεί που παίρναμε παράδειγμα από αυτά τα χρήματα, από μέσα του ΕΣΠΑ 120.000, φτάναμε να παίρνουμε 25-28; Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορέσει η Παιδική Στέγη να επιβιώσει. Κι αυτό το οποίο κάναμε είναι ότι ζητήσαμε από τον Δήμο να γίνει, γιατί το οικόπεδο ήτανε του Δήμου, ήταν δωρεά του Δήμου προς την Ελληνική Μέριμνα. Τα κτίσματα όλα έγιναν με χρήματα της Ελληνικής Μέριμνας είτε διότι εκείνοι ερχόταν κάποια από την Αθήνα είτε διότι τα μέλη όλα πάσχισαν και βρήκανε άτομα που είτε έδωσαν χρήμα είτε έδωσαν υλικά για να κτιστεί η Παιδική Στέγη. Κι εμείς ζητήσαμε από τον Δήμο να γίνει μία δωρεά υποτρόπων, που σημαίνει να αναλάβει ο Δήμος την υποχρέωση να πληρώσει το ΙΚΑ, που υπήρχαν οφειλές, και θα σου πω γιατί, και τις αποζημιώσεις του προσωπικού.
Λοιπόν, κυρία Αγγελική, συνεχίζουμε την αφήγηση. Είχαμε μείνει εκεί πέρα που λέγατε ότι αρχίσατε να απορροφάτε ως δομή χρηματοδοτήσεις από το ΕΣΠΑ.
Αυτές ήταν χρηματοδοτήσεις, για τα παιδιά του παιδικού σταθμού και των προνηπίων, γιατί τα νήπια ήταν υποχρεωτική εκπαίδευση και δεν επιδοτούντο, λόγω της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Αλλά στα άλλα, ο παιδικός σταθμός και τα προνήπια, που δεν ήτανε, οι γονείς ήταν ένα πρόγραμμα που στηριζόντουσαν οι γονείς στην ουσία και παίρναμε τα χρήματα, μέσω αυτού του προγράμματος, έτσι που κάλυπταν ένα μεγάλο μέρος των δαπανών της Παιδικής Στέγης, κυρίως της μισθοδοσίας. Πριν από δύο χρόνια όμως και ο παιδικός σταθμός, συγγνώμη και τα προνήπια μπήκαν στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Έτσι, τα χρήματα πλέον τα οποία παίρναμε μέσω του ΕΣΠΑ, ήταν πολύ λιγότερα. Από 120.000, να σου δώσω να καταλάβεις, φτάσαμε στις 28.000. Αυτό όταν... είναι 100.000 λιγότερο ήταν ένα μεγάλο πλήγμα οικονομικό για την Παιδική Στέγη, διότι δεν μπορούσαν να πληρωθούν το προσωπικό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μένει το προσωπικό απλήρωτο και να φτάσουμε σε μία πολύ δεινή οικονομική κατάσταση. Ευτυχώς, που υπήρχε μία δωρεά, παλαιότερα από κάποια Λαρισαία, που δώρισε στην Παιδική Στέγη ένα διαμέρισμα, το οποίο ήταν νοικιασμένο όλα τα χρόνια, με ένα χαμηλό σχετικά ενοίκιο, και αυτό αποφασίσαμε να πωληθεί, έτσι πού να αμειφθεί το προσωπικό, γιατί το προσωπικό είχε μείνει απλήρωτο, περίπου ένα χρόνο, πράγμα το οποίο και έγινε στην ουσία. Επειδή όμως βλέπαμε ότι τα πράγματα δεν μπορούν να προχωρήσουν για την επιβίωση της Παιδικής Στέγης, και ένα άλλο που μπορώ να πω, όπως ανέφερα. Ένα, την αντιμετώπιζαν την Παιδική Στέγη, σε κάποια θέματα, ως ανώνυμη εταιρεία, αλλά από την πλευρά του κράτους όταν το έβλεπε, σταμάτησαν από την πλευρά του ΟΑΕΔ να έρχονται άτομα, τα οποία θα μπορούσαν να είναι, να κάνουν πρακτική και να βοηθήσουν, παράδειγμα τη μαγείρισσα. Διότι αυτά ήταν μόνο για επιχειρήσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Εμείς δεν ήμασταν κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Σταμάτησαν τα χρήματα από το ΕΣΠΑ, είχαν σταματήσει τα χρήματα από το ΙΚΑ των εργαζομένων μητέρων, μειώθηκαν οι επιχορηγήσεις από το δημόσιο, από την Περιφέρεια, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να επιβιώσει η Παιδική Στέγη. Αυτό, λοιπόν, το οποίο σκεφτήκαμε και αποφασίσαμε ως Διοικητικό Συμβούλιο, με πρόταση δική μου, ήτανε να γίνει μία δωρεά υπό τρόπου, όπως λέγεται, κι αυτό ήταν με τη συνεργασία του δικηγόρου προς τον Δήμο, διότι ο Δήμος μάς είχε δωρίσει το οικόπεδο, στο οποίο κτίστηκε η Παιδική Στέγη, με έξοδα της Παιδικής, της Ελληνικής Μέριμνας, και μάλιστα ζητήσαμε το ποσό των 283.000 δραχμών, έτσι που αυτό να είναι οι αμοιβές του προσωπικού, που θα ήταν στο τέλος και οι αποζημιώσεις του προσωπικού, συν η οφειλή προς το ΙΚΑ. Και είμαστε σε μία φάση που περιμένουμε, έχουν μπεί οι σχετικές υπογραφές, περιμένουμε αυτό το πράγμα να υλοποιηθεί. Και έτσι κλείνει το έργο, το φιλανθρωπικό έργο της Ελληνικής Μέριμνας-Παιδικής Στέγης, που ήταν ένα έργο αγάπης και προσφοράς για το παιδί, που βασίστηκε, στην ουσία, στον εθελοντισμό και στην αλληλεγγύη των μελών του Συμβουλίου, τα οποία έδωσαν και την ψυχή τους ακόμα. Σαφώς, και το προσωπικό προσέφερε πάρα πολλά πράγματα, αλλά ήταν αμειβόμενο και έκανε τη δουλειά του, ενώ όλοι οι υπόλοιποι, τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, όλα τα χρόνια πάσχισαν για την επιβίωση της Ελληνικής Μέριμνας [01:30:00]και της Παιδικής Στέγης, για να προσφέρει ένα κοινωνικό έργο, φιλανθρωπικό, τόσο και στα παιδιά της Παιδικής Στέγης, αλλά και στα συσσίτια, στα χρόνια τώρα της... τα τελευταία χρόνια, που ήταν χρόνια οικονομικής κρίσης, αλλά και παλαιότερα. Διότι όλα τα χρόνια, όπως ανέφερα, στηρίξαμε οικογένειες, στηρίξαμε φοιτητές, άπορους φοιτητές, και ούτε καθεξής. Και αυτό το οποίο έχει μείνει, είναι μία αγάπη, θα έλεγα, και μία... δηλαδή αυτό που μου έχει μείνει από όλα χρόνια είναι το πόσο σημαντικό ρόλο παίζει το να λειτουργούνε και να δουλεύουνε μαζί άτομα, σε εθελοντική βάση, αλλά με τις αξίες του εθελοντισμού και της κοινωνικής αλληλεγγύης και προσφοράς, πόσο αυτό δένει τον κόσμο και πώς αυτό γεμίζει την ψυχή μας. Αυτό θα ήθελα να πω για την πορεία μου μέσα, και τη συνεισφορά μου μέσα σε αυτήν τη δομή.
Κυρία Αγγελική, είχατε μία πολύ ενδιαφέρουσα πορείας ζωής, την οποία την έχουμε φτάσει μέσα από το έργο σας, μέχρι τώρα. Πριν κλείσουμε θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας τι είναι αυτό που σας έχει μείνει περισσότερο από όλη αυτήν την πορεία ζωής, και σκέφτεστε, ας πούμε, με αγάπη και σας έχει διαμορφώσει σαν άνθρωπο;
Νομίζω ότι αυτό το οποίο μένει στη ζωή είναι οι καλές σχέσεις, πάνω από όλα, το να βλέπει κανείς τα πράγματα όσο γίνεται σφαιρικά, και όχι μέσα από το δικό του θέλω. Και αυτό που λένε «αγάπη πάνω από όλα», το πιστεύω αυτό το πράγμα. Καλές σχέσεις. Και επίσης, θα σκεφτώ και θα κλείσω με αυτό που είχε πει και ο Ελύτης «Την άνοιξη, αν δεν τη βρεις, τη φτιάχνεις» και εκεί πρέπει να πασχίζουμε όλοι, να κάνουμε τη δική μας άνοιξη, για μας και για τους γύρω μας, για να έχουμε έτσι ένα φως και να προχωράμε με μία αισιοδοξία, ό,τι κάτι καλύτερο θα έρθει από αυτό το οποίο ζούμε, και να μην παρατάμε ποτέ τίποτα από αυτό που αρχίζουμε. Να είμαστε αισιόδοξοι και επίμονοι και με στόχο και με όραμα για να συνεχίζουμε τη ζωή μας.
Ευχαριστούμε πολύ, κυρία Αγγελική.
Κι εγώ ευχαριστώ πάρα πολύ. Να 'στε καλά.
Photos

Ελληνική Μέριμνα-Παιδική ...
Φωτογραφία αρχείου της Ελληνικής Μέριμνας- ...

Ημερολόγια της Ελληνικής ...
Ένα δείγμα των ημερολογίων της Ελληνικής Μ ...
Part of the interview has been removed for legal issues.
Part of the interview has been removed to facilitate its flow.
Summary
Η Αφηγήτρια Αγγελική Σιτρά διηγείται τα βιώματά της, από την παιδική ηλικία σε ένα αρχοντικό τούρκικο σπίτι της Λάρισας, τα χρόνια της νιότης και της αμφισβήτησης μέσα από τα ταξίδια της στην Ευρώπη, και τη φοιτητική ζωή στην Αθήνα, μέχρι την επιστροφή της και το φιλανθρωπικό έργο ζωής για την παιδική μέριμνα στη Λάρισα.
Narrators
Αγγελική Σιτρά
Field Reporters
Ευτυχία Βαρδούλη
Historical Events
Tags
Interview Date
03/12/2021
Duration
92'
Part of the interview has been removed for legal issues.
Part of the interview has been removed to facilitate its flow.
Summary
Η Αφηγήτρια Αγγελική Σιτρά διηγείται τα βιώματά της, από την παιδική ηλικία σε ένα αρχοντικό τούρκικο σπίτι της Λάρισας, τα χρόνια της νιότης και της αμφισβήτησης μέσα από τα ταξίδια της στην Ευρώπη, και τη φοιτητική ζωή στην Αθήνα, μέχρι την επιστροφή της και το φιλανθρωπικό έργο ζωής για την παιδική μέριμνα στη Λάρισα.
Narrators
Αγγελική Σιτρά
Field Reporters
Ευτυχία Βαρδούλη
Historical Events
Tags
Interview Date
03/12/2021
Duration
92'