Age Restricted Interview
This interview is only available to users who are eighteen years old or over.
«Έχω κάποιες απόψεις που δεν τις θυσιάζω για το προσωρινό όφελος»: Η πολυτάραχη ζωή του κυρίου Βασίλη από το Σωκράκι Κέρκυρας
Segment 1
Γνωριμία με τον αφηγητή, παιδικά βιώματα στο Σωκράκι Κέρκυρας, θεραπευτικές πρακτικές, κατασκευές, παραδοσιακά επαγγέλματα και νοσταλγικές γεύσεις
00:00:00 - 00:16:51
Partial Transcript
Λοιπόν, καλησπέρα σας, θα μας πείτε το όνομά σας; Στογιάννος Βασίλης. Λοιπόν, είναι Παρασκευή 12 του Φλεβάρη 2021, είμαι με τον κύριο Βα…ν κινηματογράφο «Όαση» τότε και ήμαστε όλη μέρα στη Σκάλα του Δημάρχου και στη ΝΑΟΚ. Μάλιστα. Εκεί μετά ήμαστε συνέχεια στη θάλασσα, ναι.
Lead to transcriptSegment 2
Από το Σωκράκι εγκατάσταση στην πόλη, σχολικές εμπειρίες, αστική ζωή και δραστηριότητες και η ελληνική βασιλική οικογένεια στην Κέρκυρα
00:16:51 - 00:26:48
Partial Transcript
Για να κλείσουμε έτσι με το Σωκράκι, απ' το σχολείο που πηγαίνατε, είπατε τις 3 πρώτες τάξεις- Τάξεις, ναι. Θυμάστε κάτι συγκεκριμένο; Π.χ…η, ας πούμε, ωφελήθηκε κάπως η Κέρκυρα από το... πώς το λένε, από την παρουσία του βασιλιά του τότε. Αυτά είναι για τη βασιλική οικογένεια.
Lead to transcriptSegment 3
Σχολικά χρόνια και Πανελλήνιες εξετάσεις εν μέσω Χούντας, περιορισμοί έκφρασης, αναμνήσεις από την Αθήνα ως φοιτητής και η δική του ματιά για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου το '73
00:26:48 - 00:46:18
Partial Transcript
Μετά στο γυμνάσιο, δώσατε ακαδημαϊκό; Πώς ήταν τότε όταν δώσατε εσείς για να μπείτε στο πανεπιστήμιο; Α, δώσαμε Πανελλήνιες, ναι. Πανελλήν…. Ναι, αυτό ήτανε μία έτσι από τις ευχάριστες νότες, πώς το λένε. Και μετά, βέβαια, τέλειωσα το Πολυτεχνείο, στρατό, οικογένεια, επάγγελμα.
Lead to transcriptSegment 4
Πρακτική άσκηση στο Κάιρο, η στρατιωτική θητεία και ο "φάκελος", εργασιακές εντάσεις και δικαστικές διαμάχες, ο αγώνας για τα πιστεύω του και η δικαίωση, η αποτίμηση των κτιρίων της Κέρκυρας και κλείσιμο συνέντευξης
00:46:18 - 01:08:01
Partial Transcript
Θα θέλατε, έτσι, να μας αναπτύξετε το θέμα Αίγυπτος; Στην Αίγυπτο πήγαμε μέσω μιας οργάνωσης μεταξύ Πολυτεχνείων και επιχειρήσεων, παγκόσμι…ίως το ατομικό, πιστεύω ότι είναι αυτά που είπα. Μάλιστα, πολύ ωραία. Εντάξει; Ναι. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ. Να 'σαι καλά. Να 'σαι καλά.
Lead to transcriptSegment 1
Γνωριμία με τον αφηγητή, παιδικά βιώματα στο Σωκράκι Κέρκυρας, θεραπευτικές πρακτικές, κατασκευές, παραδοσιακά επαγγέλματα και νοσταλγικές γεύσεις
00:00:00 - 00:16:51
[00:00:00]Λοιπόν, καλησπέρα σας, θα μας πείτε το όνομά σας;
Στογιάννος Βασίλης.
Λοιπόν, είναι Παρασκευή 12 του Φλεβάρη 2021, είμαι με τον κύριο Βασίλη Στογιάννο, βρισκόμαστε στον Ανεμόμυλο στην Κέρκυρα, εγώ ονομάζομαι Μαριλίζα Βλαστού, είμαι Ερευνήτρια στο Istorima και ξεκινάμε. Κύριε Στογιάννο, θα θέλατε να ξεκινήσουμε με την παιδική σας ηλικία; Πού μεγαλώσατε;
Ναι. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Σωκράκι Κέρκυρας. Το 1953 γεννήθηκα, είμαι 68 χρόνων. Είμαι συνταξιούχος του ΤΣΜΕΔΕ. Άσκησα για 42 χρόνια το επάγγελμα του πολιτικού μηχανικού. Και για την παιδική μου ηλικία έχω να πω τα εξής. Στο χωριό μου, το οποίο είναι παραδοσιακό, παρόλο που δεν είναι χαρακτηρισμένο παραδοσιακό, είναι παραδοσιακό στην κατασκευή και στη δόμησή του και καλά διατηρημένο χωριό. Λοιπόν, γεννήθηκα εκεί, εκεί πήγα τις τρεις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Την τρίτη όχι ολόκληρη. Η ζωή στο χωριό τότε ξεκινούσε την Κυριακή με τον εκκλησιασμό, ο οποίος ήταν σχεδόν υποχρεωτικός, και από το σχολείο και από την οικογένεια. Εγώ παρόλο που δεν τα 'χα και τόσο καλά με τις εκκλησιές, μου άρεσε ο εκκλησιασμός και γιατί καταλάβαινα σε μεγάλο βαθμό την εκκλησιαστική γλώσσα και μ' άρεσε, το 'βλεπα σαν ιστοριούλες αυτά που λέγανε και εκτυλίσσονταν μες στην εκκλησία. Τα σπίτια στο χωριό ήτανε φτιαγμένα όλα από πέτρα σε παραδοσιακό στιλ και διώροφα τα περισσότερα. Υπήρχαν και ισόγεια. Εμείς μέναμε σε ένα σπίτι διώροφο, παραδοσιακό, χτισμένο από τον πατέρα μου και τον παππού μου στην αρχή του χωριού ερχόμενοι από τον Ζυγό. Οι δρόμοι τότε ήτανε μεν υπήρχανε και από τις δύο μεριές του χωριού, επικοινωνούσε και με την Κορακιάνα και με τον Ζυγό, ήταν όμως χαλικόστρωτο, δεν υπήρχε άσφαλτος τότε. Το ρεύμα, το ηλεκτρικό ρεύμα ήρθε το ‘60, δηλαδή όταν ήμουν 7 χρόνων στο Σωκράκι, και ζούσαμε μέχρι τότε, ο φωτισμός ήταν με πετρελαιοφωτιές, λάμπες και η θέρμανση με τζάκια και με μαγκάλια. Σόμπα εμείς δεν είχαμε. Τότε υπήρχανε, εκτός από την εκκλησία, υπήρχε και ένα διθέσιο δημοτικό σχολείο στο οποίο πήγαινα κι εγώ, τις πρώτες τάξεις. Υπήρχανε καταστήματα αρκετά, κυρίως καφενεία, παντοπωλεία. Υπήρχε κουρείο, υπήρχε φούρνος. Και μάλιστα ο φούρνος ήτανε έτσι, μου άρεσε γιατί ήτανε ένας, ο φούρναρης, ένας πολύ γλυκός άνθρωπος, ο οποίος κρατούσε και την αλληλογραφία του χωριού και μας έδινε γραμματόσημα. Τον θυμάμαι σαν ένα πολύ ωραίο άνθρωπο. Και μ’ άρεσε γιατί έφτιαχνε και πολύ ωραίο ψωμί νόστιμο, το οποίο το παίρναμε εμείς και το γεμίζαμε, δίπλα ήταν ένα ελαιοτριβείο, το γεμίζαμε με λάδι και ήταν από τα ωραία φαγητά που μου 'χουνε μείνει σαν μικρός που ήμουνα. Άλλα καταστήματα στο Σωκράκι ήτανε κουρείο, σιδεράδες, ερχόταν ένας γανωτής, ένας που έκανε, εγάνωνε τα -πώς τα λένε;- τα χάλκινα τα δοχεία που μαγειρεύανε, καλάι έβαζε μέσα, κάτι τέτοιο, κάτι που γυάλιζε πολύ. Αυτός ήτανε περιοδεύων μάλλον έτσι από την Ήπειρο πρέπει να 'τανε. Υπήρχαν μαραγκοί, υπήρχε ελαιοτριβείο. Αυτά ήταν τα βασικά, η βασική ασχολία του χωριού. Υπήρχανε ή ένας ή δύο τσαγκάρηδες που φτιάχνανε παπούτσια, τα φτιάχναν αυτοί εκεί επιτόπου. Δεν αγοράζαμε, δεν υπήρχε όπως τώρα που αγοράζουμε έτοιμα παπούτσια. Επίσης, θυμάμαι ότι τα ρούχα τα κάναμε περισσότερο στους ράφτες, δεν είχαμε έτοιμα ρούχα και θυμάμαι και αρκετά μπαλώματα στα ρούχα μας. Τέλος πάντων, έτσι ήτανε τότε η κατάσταση. Επειδή εγώ κατάγομαι από οικογένεια μαστορική, ο παππούς μου ήτανε ένας σοφός άνθρωπος, είχε πολεμήσει στους Βαλκανικούς Πολέμους 12 χρόνια συνέχεια, εκεί έμαθε ανάγνωση και γραφή, όμως ήτανε πολύ σοφός άνθρωπος. Θυμάμαι που μας έλεγε κανόνες κατασκευής ακριβείς και τους θυμάμαι ακόμη τώρα, πολύ σωστοί. Επίσης, θυμάμαι ότι είχε πάρα πολύ καλές γνώσεις οικονομίας και μακροοικονομικής, πού τις απόκτησε δεν ξέρω, αλλά ήτανε ένας σοφός άνθρωπος.
Θα θέλατε να μας πείτε κάποιο παράδειγμα απ' αυτές τις συμβουλές;
Ναι, μας έλεγε, για παράδειγμα, «Πάνω το χρυσάφι, κάτω το δολάριο». Δηλαδή κάτι τέτοιες... «Δεν έχουμε χρήματα για να αγοράσουμε, να κάνουμε εισαγωγές, θα ακριβύνουν τα τρόφιμα». Κάπως έτσι. Τώρα, τα υλικά που φτιάχνανε τα σπίτια, πέτρα, την εξορύσσανε εκεί επιτόπου, είναι και ορεινό το χωριό, ασβέστη για να κάνουν τη συνθετική ύλη με το -πώς το λένε;- φτιάχνανε καμίνια, τα λειτουργούσαν, τα θερμαίνανε με ξύλα από τους λόγγους εκεί γύρω, και ασβεστόλιθο είχαμε πάρα πολύ. Και μ' αυτόν τον τρόπο ήτανε 10 μέρες αναμμένο το -πώς το λένε;- το καμίνι συνέχεια, μέρα νύχτα, μέρα νύχτα, μέχρι να γίνει η πέτρα ασβέστης. Δεν αγόραζαν τίποτα, το μόνο που αγόραζαν για να φτιάξουν ένα σπίτι ήτανε τα μεταλλικά κυρίως μέρη, καρφιά, μεντεσέδες, πόμολα, τέτοια πράγματα. Τα ξύλα, κόβανε ξύλα και φτιάχνανε τα ξύλινα μέρη, πατώματα, πόρτες και τέτοια πράγματα. Και μ' αυτόν τον τρόπο φτιάξανε και το σπίτι αυτό στο οποίο μέναμε. Δεν το γνώρισα εγώ βέβαια, γιατί το φτιάξαν πριν γεννηθώ εγώ, αλλά μας έλεγε ο παππούς μου και ο πατέρας μου πολλές φορές πώς το φτιάξανε.
Δηλαδή;
Δηλαδή παίρνανε από το τάδε μέρος που πήραν την πέτρα, από το άλλο μέρος πήρανε την άμμο, κάνανε απέναντι από κει, από το σπίτι που μέναμε, κάνανε καμίνι, το οποίο εγώ το θυμάμαι. Εκείνο το χάλασε ο αδερφός μου πριν από 15-20 χρόνια που έκανε μία διαπλάτυνση. Υπήρχε, ήτανε ωραία σαν κατασκευή, έτσι σαν τεχνική ήτανε ωραία. Τώρα, από θεραπευτικής πλευράς, το χωριό μου εξυπηρετούνταν από έναν νοσοκόμο, που ήταν εκεί πέρα ο νοσοκόμος του χωριού και τον οποίο τον θυμάμαι. Εντάξει, σοβαρός άνθρωπος ήτανε. Πηγαίναμε δε για τον γιατρό ή στην πόλη ή στην Κορακιάνα, που υπήρχε κάποιος αγροτικός. Δεν τον θυμάμαι τώρα, νομίζω Βλαχόπουλο τον λέγανε. Ένας έτσι γλυκός άνθρωπος και αυτός.
Είχε τύχει να πάτε σ' αυτόν τον νοσοκόμο ή στον γιατρό;
Ναι, αυτό ήθελα να πω, ο νοσοκόμος ερχότανε για να μας κάνει τις ενέσεις ή ξέρω 'γω, και θυμάμαι την πρακτική. Τότε δεν υπήρχαν σύριγγες μιας χρήσης και είχε ένα στενόμακρο κουτί από αλουμίνιο που από κάτω, όταν το άνοιγε, από κάτω έβαζε το ένα καπάκι πάνω στ' άλλο και από κάτω έβαζε φωτιά με οινόπνευμα για να βράσει, να αποστειρώσει τις σύριγγες και πώς τα λένε... Πώς θα αποστειρωθούν δεν ξέρω, αλλά το 'κανε με επιμέλεια όλο αυτό. Τώρα, οι υπόλοιπες θεραπευτικές πρακτικές που ακολουθούσαμε στο χωριό ήτανε πολλά βότανα που τα χρησιμοποιούσαμε, δεν ξέρω τώρα, δεν θυμάμαι ακριβώς τι. Χαμομήλι προφανώς και τέτοια πράγματα. Θυμάμαι ένα χαρακτηριστικό που δεν μου άρεσε και πολύ, αλλά το κάναμε. Όταν κουράζονταν τα μάτια μας ή είχαμε κάτι στο μάτι, βάζαμε αντί για κολλύριο μία βέργα από αμπέλι κομμένη, φρεσκοκομμένη, και το στάζανε στο μάτι τον χυμό, το οποίο έκανε κάποια δουλειά, τέλος πάντων, απλά σαν πρακτική. Σαν άλλη πρακτική είχαν τις βεντούζες. Τις βεντούζες τις οποίες υπήρχε ειδικό γυάλινο δοχείο περίπου σαν ποτήρι, το οποίο το βάζανε πάνω από ένα κομμάτι μπαμπάκι, το είχαν τυλιγμένο σε ένα πιρούνι με οινόπνευμα, ανάβαν το μπαμπάκι με το οινόπνευμα και βάζανε λίγο να ζεσταθεί ο αέρας της βεντούζας και μετά το βάζανε στην πλάτη. Αυτό ήταν καλό, δεν με πείραζε. Εκείνο εκεί που με πείραζε ήτανε μερικές φορές θέλανε να βγάζουνε και αίμα, να κάνουν αφαίμαξη μ' αυτόν τον τρόπο και κάνανε χαρακιές στην πλάτη. Ευτυχώς δεν μου κάνανε πολλές. Άλλη πρακτική ήταν η εντριβή. Εντριβές. Εντριβές γίνονταν ή ξερές χωρίς τίποτα ή με πετρέλαιο. Βάζαμε λίγο στην πλάτη πετρέλαιο, και καμιά φορά με -πώς το λένε;- με οινόπνευμα. Η πρακτική η μεγάλη, βέβαια, για το καθετί ήταν τα ξόρκια, ξόρκια για το καθετί. Ένα από τα ξόρκια που θυμάμαι είναι... κάτι βάζανε μέσα σε -δεν θυμάμαι τώρα γιατί ακριβώς, σε τι περιπτώσεις το χρησιμοποιούσαμε- αλλά βάζαν σε ένα ποτήρι βάζαν αμύγδαλα και αν τα αμύγδαλα λέει ανεβαίνανε πάνω, ήτανε καλά. Κάπως έτσι. Εμένα εκείνο εκεί που μ’ άρεσε ήτανε στο τέλος μαλακώναν τα αμύγδαλα και τα 'τρωγα, μ’ άρεσε, έβγαινε το φλούδι.
Πολύ ωραίο. Θυμάστε κάποιο έτσι παρόμοιο ξόρκι;
Ξόρκι, ναι. Είχα μια οδυνηρή, έτσι ψυχικά οδυνηρή, εμπειρία, η οποία όμως καθόρισε και σε μεγάλο βαθμό και τις απόψεις μου πιθανώς. Πιστεύω ότι αυτό καθόρισε. Στο χωριό τότε φτιάχνανε πολλά πράγματα. Το καλοκαίρι ασχολούνταν κυρίως με το στάρι και φτιάχνανε, κόβανε το στάρι, το κάνουνε δεμάτια και τα δεμάτια αυτά τα βάζουν το ένα πάνω στ' άλλο και κάνουνε θημωνιές, δηλαδή έτσι σωρούς μεγάλους με τέτοια πράγματα. Και από κάτω ήταν το αλώνι που τ' αλωνίζανε με τα άλογα για να φύγει το στάρι. Λοιπόν, εμείς όταν ήμαστε μικροί παίζαμε εκεί στις θημωνιές, λογικό είναι. Κάποια στιγμή εγώ είχα κάποια ενόχληση σε κάποιο... εδώ στα λαγόνια. Είχα κάποιον ερεθισμό, κάτι έβγαλα σαν εξόγκωμα και αποφάνθηκαν οι γριές, η γιαγιά μου και κάποιες άλλες, ότι είχα τη λούγκα.
Τι είναι η λούγκα;
Τι είναι η λούγκα; Ποτέ δεν το 'μαθα τι είναι η λούγκα. Πάντως αποφάσισαν ότι πρέπει να μου κόψουν τη λούγκα. Και αποφασίσανε να το κάνουν αυτό. Το σπίτι της γιαγιάς μου ήτ[00:10:00]ανε στο κέντρο του χωριού, είχε μία εσωτερική αυλή, αυτό συνηθιζόταν πολύ τότε στο χωριό, και στη μία άκρη της αυλής ήταν ένα ισόγειο κτίσμα που ήτανε η κουζίνα. Μες στην κουζίνα, λοιπόν, ήτανε ένα μέρος, η ωγνίστρα, που ανάβανε φωτιά, δεν είχε καπνοδόχο και διαχεόταν ο καπνός στο σπίτι. Είχε στέγη με κεραμίδια χωρίς μόνωση, χωρίς τίποτα, και έφευγε από κει ο καπνός. Λοιπόν, πήγαμε εκεί, με πήρανε εκεί στην ωγνίστρα, μου κατέβασαν το παντελονάκι, το σορτσάκι που φορούσα και βάλανε κάτι τσεκούρια -πώς το λένε;- στη φωτιά. Και μαζευτήκανε 4-5 γριές εκεί γύρω μου για να μου κόψουν τη λούγκα. Βέβαια, εμένα το μάτι μου... το μυαλό μου πήγε ότι αυτό που θα μου κόψουνε ήταν αυτό που υπήρχε εκεί σ' εκείνο το σημείο και είχα μείνει, είχα ασπρίσει από τον φόβο μου. Και αρχίσανε, λέγανε διάφορα πράγματα, δεν θυμάμαι τώρα, «Που θα την κόψουμε...» και το ένα και το άλλο και τέλειωσε βέβαια η... πώς το λένε. Από τότε, δεν μπορούσα να ακούσω για ξεματιάσματα, γι' αυτές τις πρακτικές καθόλου. Ήμουνα ακραίος ορθολογιστής, δηλαδή θεωρούσα ότι γνωρίζω κάτι μόνον εάν έχω μία εμπειρία και προκύπτει λογικά από αυτήν την εμπειρία. Μόνο αυτά σκεφτόμουνα σαν αληθινά, τίποτε άλλο, ήμουνα και έγινα πολύ ακραίος ορθολογιστής γι' αυτό το πράγμα. Κάτι που ήτανε ωραίο τότε στο χωριό μου ήτανε μία κατασκευή, η οποία ήτανε στο κάτω μέρος από τα σπίτια, μία προεξοχή ας πούμε της θεμελίωσης. Δεν ξέρω αν ήτανε για θεμελίωση ή για να κάθονται οι χωριανοί εκεί πέρα. Όμως αυτό το χρησιμοποιούσανε για κάθισμα, ήταν τα πεζούλια. Μετά πολλά απ' αυτά τα βγάλανε για να διαπλατύνουν τους δρόμους. Όμως, αυτά τα πεζούλια ήτανε πολύ χρήσιμα, γιατί εκεί καθότανε ο κόσμος, οι γριές, οι παππούδες -πώς το λένε;- και λέγανε, είχαν την κοινωνικότητά τους εκεί πέρα. Και εκεί αποφασίζανε και ποιος είναι άρρωστος, ποιος δεν είναι άρρωστος, ποιος θα του κάμουνε... πώς το λένε; Συνήθως αυτό ήταν έργο των γριών, των γιαγιάδων, όχι των παππούδων Οι παππούδες ήτανε στην κατασκευή. Θυμάμαι, επίσης, ότι εκείνο τον καιρό, όταν ήμουνα μικρός, είχε πολύ πολλή βαρυχειμωνιά. Θυμάμαι κάθε χρόνο χιόνιζε και χιόνιζε και πολλές μέρες, όχι λίγες μέρες έτσι όπως τώρα καμιά φορά που χιονίζει. Τόσο πολύ που όταν άρχιζε και έλιωνε το χιόνι στις στέγες, έλιωνε και δημιουργούσε σταλακτίτες. Και εμείς παίρναμε αυτούς τους σταλακτίτες και για σπαθιά τούς χρησιμοποιούσαμε. Μάλιστα, αυτά-
Πολύ ωραία.
Είναι τα βασικά από το χωριό. Θυμάμαι, επίσης, πυρκαγιές. Γινόντανε πυρκαγιές, τότε ο κόσμος θεωρούσε ότι αυτός, δεν υπήρχε άλλος φορέας για να σβήσει την πυρκαγιά. Δεν έρχονταν αεροπλάνα πυροσβεστικά, πυροσβεστικές κτλ. Πήγαινε ο ίδιος ο κόσμος και τις έσβηνε. Και αυτό το θυμάμαι έτσι πολύ έντονα. Αυτές είναι οι βασικές -πώς το λένε;- από το χωριό μου.
Πολύ ωραία. Από όλα αυτά που μας είπατε, σας έχει έτσι εντυπωθεί έντονα κάποια ανάμνηση, όπως μου είπατε για τη λούγκα;
Ναι.
Κάτι παρεμφερές; Π.χ. που μου 'πατε ακόμα για τον φούρναρη ή για τον ράφτη;
Ναι, θα σου πω.
Ή με τα παιδιά που παίζατε με τους σταλακτίκες;
Ναι, θα σου πω. Είχα μία θεία, την οποία την είχαμε σαν μάνα μου, σαν μάνα. Έτσι πολύ, ζήσαμε πολύ κοντά της, η οποία έπιανε πουλιά, έπιανε πουλιά, μικρά σπουργίτια, τέτοια, που πηγαίναν να φάνε μέσα στο κοτέτσι. Το κοτέτσι ήτανε πάνω από το σπίτι. Και μπαίνανε μέσα στα δίχτυα, μπερδεύονταν εκεί και τα 'πιανε. Και έπαιρνε η θεία μου αυτά τα πουλιά, τα 'βαζε μέσα σε αμπελόφυλλα ή κάποια άλλα φύλλα πλατιά, τέλος πάντων, και τα 'βαζε στη χόβολη και τα 'φτιαχνε και τα τρώγαμε. Μ’ άρεσαν πάρα πολύ. Όπως επίσης έφτιαχνε και μες στη χόβολη, έβαζε πατάτες και κρεμμύδια και γινόταν πάρα πολύ ωραία έτσι από τέτοια... από φαγητά. Από φαγητά επίσης, εκείνο εκεί που συνηθιζόταν ήτανε πολλά λάχανα είτε βραστά είτε τσιγαρέλι. Τις Κυριακές είχαμε πάντοτε καλό φαΐ με κρέας κτλ. Εκείνο που μ' άρεσε πάρα πολύ εμένα ήτανε όταν αρρώσταινα, που φτιάχνανε, σφάζανε ένα κοκοράκι, ένα ξέρω 'γω ένα κοτοπουλάκι και ήτανε πάρα πολύ νόστιμο, το βραστό. Αυτό, να σου πω, μέχρι τώρα τόσο νόστιμο δεν έχω ξαναφάει. Μάλιστα. Αυτά...
Μιας και μιλήσατε για τη διατροφή, παραδοσιακά φαγητά φτιάχνατε;
Ναι, τα παραδοσιακά ήταν τα γεμιστά, τα βραστά...
Της Κέρκυρας;
Ναι, ναι, και σοφρίτο κάνανε και παστιτσάδα κάνανε, μοσχάρι. Ψάρι λιγότερο, γιατί είμαστε λίγο πιο μακριά. Κυρίως βάζανε μπακαλιάρο με όλες τις παραλλαγές, με πράσα, μπουρδέτο και μπιάνκο κάνανε και βέβαια σκορδαλιά, τηγανητό. Στακοφύσι, δεν ξέρω, εσείς δεν το πολυτρώτε, συνηθίζετε η νεολαία, όμως ήταν πολύ ωραίο. Εμείς βέβαια στο χωριό μου το κάναμε στακοφύσι πάντοτε λεμονάτο, βρασμένο με πολύ πηχτή σάλτσα λεμονάτη, όχι κοκκινιστό. Κάτι το ξεχωριστό ήτανε τα τσιλιχούρδια το Πάσχα. Το Πάσχα σπάνια βάζαμε σούβλα, συνήθως το βάζαμε στον φούρνο.
Α, μάλιστα.
Ναι, τα σπίτια δεν είχανε φούρνους, ελάχιστα είχανε φούρνους. Η γιαγιά μου είχε φούρνο, έναν πολύ μεγάλο φούρνο με ξύλα. Εμείς το παίρναμε στον φούρνο του χωριού και το 'ψηνε.
Για πείτε μου για τα τσιλίχουρδα, πότε τα τρώγατε; Την Ανάσταση;
Την Ανάσταση. Αντί για μαγειρίτσα, εμείς δεν είχαμε μαγειρίτσα. Μαγειρίτσα απ' όταν παντρεύτηκα κάνει η γυναίκα μου.
Μάλιστα. Και Κυριακή του Πάσχα έτσι το τελετουργικό το μαγειρικό ποιο ήταν, εφόσον δεν σουβλίζατε αρνί;
Το πιο συνηθισμένο ήταν να το βάζουμε στον φούρνο με πατάτες. Αυτά που κάνουμε και τώρα, δεν έχουνε... εκτός από το... Μία λύση, σπάνια το κάνανε, αλλά το 'κανε ο μακαρίτης ο πατέρας μου, είναι ότι άνοιγε λάκκο στο χώμα και έβαζε ξύλα πολλά να ζεσταθεί καλά καλά καλά καλά και μετά τύλιγε ή αρνί ή άλλο κομμάτι ζώου και το 'χωνε εκεί μέσα για αρκετές ώρες και μετά ψηνόταν αυτό. Το τύλιγε με διάφορα... πώς το λένε. Ναι και του άρεσε, μάλιστα, αυτό πάρα πολύ. Μέχρι που πέθανε το 'κανε έτσι. Όταν πήγαινε σε κάνα κτήμα, του άρεσε αυτό.
Μάλιστα.
Μάλιστα.
Πριν αναφέρατε ότι επειδή δεν ήσασταν και κοντά στη θάλασσα, δεν τρώγατε και συχνά ψάρι. Το καλοκαίρι, λοιπόν, δεν πηγαίνατε τόσο συχνά στη θάλασσα;
Όσο ήμουνα στο χωριό μου δεν πηγαίναμε συχνά στη θάλασσα. Μετά που μείναμε εδώ πηγαίναμε συνέχεια στη θάλασσα, γιατί ήμαστε, μέναμε πάνω από το γυμναστήριο, δίπλα στον κινηματογράφο «Όαση» τότε και ήμαστε όλη μέρα στη Σκάλα του Δημάρχου και στη ΝΑΟΚ.
Μάλιστα.
Εκεί μετά ήμαστε συνέχεια στη θάλασσα, ναι.
Segment 2
Από το Σωκράκι εγκατάσταση στην πόλη, σχολικές εμπειρίες, αστική ζωή και δραστηριότητες και η ελληνική βασιλική οικογένεια στην Κέρκυρα
00:16:51 - 00:26:48
Για να κλείσουμε έτσι με το Σωκράκι, απ' το σχολείο που πηγαίνατε, είπατε τις 3 πρώτες τάξεις-
Τάξεις, ναι.
Θυμάστε κάτι συγκεκριμένο; Π.χ. κάποια δασκάλα ή κάποιον συμμαθητή σας ή κάποιο κάποια ανάμνηση μέσα στην τάξη;
Εκεί δεν μπορώ να πω ότι έχω έτσι έντονες αναμνήσεις. Θυμάμαι το σχολείο αυτό, γιατί το σχολείο αυτό μετά ήταν και εκλογικό κέντρο και μέχρι που πήρα τα δικαιώματά μου από κει, ψήφιζα εκεί και ανανέωνα τις εντυπώσεις μου για τον χώρο αυτόν, αλλά δεν θυμάμαι και πολλά πράγματα. Θυμάμαι οτι είχαμε έναν δάσκαλο, πολύ συμπαθητικό, χωριανό μου, και μία δασκάλα από την Κορακιάνα, η οποία η φουκαριάρα ανεβοκατέβαινε με τα πόδια δύο φορές την ημέρα, ανέβαινε και κατέβαινε με τα πόδια στο... πώς το λένε. Άλλα πράγματα από το σχολείο δεν θυμάμαι. Ή μάλλον να σου πω έτσι που μου 'ρχονται στο μυαλό. Θυμάμαι ότι, πρώτον, όταν σχολαίναμε στο σχολείο κάθονταν κάποιοι για να σκουπίσουν. Δεν είχε καθαρίστρια κτλ. Ήτανε ξύλινο το πάτωμα. Καθαρίζαμε εμείς μία φορά τη βδομάδα, δεν ξέρω, πόσο έπεφτε σ' εμάς. Θυμάμαι μετά ένα μεγάλο, ήταν μεγάλες οι αίθουσες, και θυμάμαι στη μία αίθουσα υπήρχε ένα μεγάλο κουτί ξύλινο και άμμο, στο οποίο κάτι κάνανε τώρα, γεωγραφία, κάτι σχεδίαζαν, δεν θυμάμαι όμως, με κάτι χρωματιστές κιμωλίες. Τίποτα περισσότερο δεν θυμάμαι από το σχολείο.
Μετά ήρθατε στην πόλη.
Μετά ήρθαμε στην πόλη, ναι.
Λοιπόν...
Ναι.
Εκεί μετά πού πηγαίνατε σχολείο;
Μετά πήγαινα, μία τάξη πήγα σε ένα ιδιωτικό σχολείο που το λέγανε «Ιόνιο Σχολή» και ήταν εδώ στον Ανεμόμυλο, ήταν το σχολείο αυτό εδώ στον Ανεμόμυλο. Και τις δύο τελευταίες τις πήγα σε ένα άλλο ιδιωτικό σχολείο, που το λέγανε Κερκυραϊκή Σχολή και ήταν απέναντι από το σημερινό «Bella Venezia».
Α, μάλιστα.
Ένα κτίριο που είναι εκεί πέρα, ναι. Και μετά πήγα στο 1ο Γυμνάσιο, αφού τέλειωσα. Ναι, από εκεί έχω αναμνήσεις βέβαια πολλές και φίλους και... πώς το λένε. Εκεί θυμάμαι και τον -όχι, από μικρός, απ’ όταν ήμουνα στο χωριό μου- θυμάμαι τον οδοντίατρο τον Βλαστό τον Στέφανο που πήγαινα, ο οποίος ήταν ένας πολύ γλυκός άνθρωπος και ήτανε ο οδοντίατρος που με περιποιούνταν όταν ήμουνα μικρός.
Α, ερχόταν και στο Σωκράκι;
Όχι, πήγαινα εγώ στην πόλη.
Α, πηγαίνατε εσείς.
Ναι, στο Σωκράκι δεν ερχόταν ο άνθρωπος, ερχόμαστε. Α, για το Σωκράκι να σου πω και το εξής που έτσι το θυμάμαι έντονα. Έχει ένα οδικό δίκτυο παλιό. Το οδικό δίκτυο από την Κορακιάνα στο Σωκράκι το είχανε φτιάξει οι Άγγλοι, επί Αγγλοκρατίας. Και είναι ένα τεχνικά άρτιο έργο, φτιαγμένο εν μέρει με εκσκαφή στον βράχο και εν μέρει με επίχωση, όχι όμως επίχωση έτσι ελεύθερη, φτιάχνανε πολύ ωραία, ωραία δομημένη ξερολιθιά και η οποία ακόμα υπάρχει και είναι και πολύ στέρεη. Και από κει ανέβαιναν και τα κάρα κτλ. Ήτανε χαλικόστρωτος αυτός ο δρόμος. Τώρα έχει χαρακτηριστεί και αρχαιολογικό μνημείο. Και τότε ανέβαινε από κει, η συγκοινωνία με την πόλη γινόταν από εκείνον τον δρόμο με ένα παλιό λεωφορείο, προ[00:20:00]φανώς θα 'τανε μικρό, εγώ το 'βλεπα μεγάλο, γιατί μεγάλο δεν μπορεί να περάσει εκεί. Και σε κάθε στροφή, επειδή έχει πολλές επάλληλες στροφές, έκανε μανούβρες για να περάσει και μύριζε πετρέλαιο, το οποίο όμως μία μυρωδιά που εμένα μου άρεσε, γιατί πιθανώς το συνδύαζα κάθε φορά με ένα ταξίδι στην πόλη, ξέρω 'γω, με καμία διαφυγή από το χωριό. Κάποια στιγμή χάλασε ο δρόμος ή χάλασε το λεωφορείο, δεν θυμάμαι τι ακριβώς έγινε, και ήρθε μεγαλύτερο λεωφορείο που δεν μπορούσε, όμως, να περάσει από κει και πηγαίναμε από τον Σπαρτύλα. Και επειδή αυτό το λεωφορείο εξυπηρετούσε και πάνω στη Στρινύλα, Λαυκί, μας άφηνε σε ένα σημείο που αρχίζει ο δρόμος για τον Στρινύλα και περιμέναμε να πάει να γυρίσει το λεωφορείο και μετά ξανανεβαίναμε και πηγαίναμε, δηλαδή πάνω από μιάμιση ώρα ταξίδι -αυτό- στην πόλη. Μετά, βέβαια αρχίσανε και παίρνανε ο κόσμος μηχανές, ξέρω 'γω, τέτοια πράγματα. Εμείς πολλές φορές όταν σταμάτησε το... Α, αυτό το λεωφορείο που ερχόταν από την Κορακιάνα, το λέγαμε «Διάνα», έγραφε κάτι μπροστά προφανώς «Diana», δεν θυμάμαι τώρα πώς ακριβώς το λέγανε, και εμείς το λέγαμε «Διάνα». Όταν σταμάτησε η Διάνα και χάλασε, κατεβαίναμε πολλές φορές από το Σωκράκι στην Κορακιάνα για να πάρουμε εκεί το λεωφορείο της Κορακιάνας. Ναι. Τώρα στα μεγαλύτερα χρόνια του δημοτικού ήμουνα εδώ σ' αυτά τα σχολεία που ανέφερα και πλέον είχα τη ζωή της πόλης, δεν είχαμε εκεί πέρα έτσι τόσο έντονα το παραδοσιακό στοιχείο, ήτανε πλέον πιο προσαρμοσμένη στην πόλη εκεί η ζωή μας.
Θα θέλατε να μου περιγράψετε, έτσι, μια τυπική ημέρα;
Στην πόλη;
Ναι, στην πόλη, σχολική μέρα.
Στο δημοτικό ήμαστε καθώς πρέπει, δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Να πάμε στο σχολείο, να γυρίσουμε, να διαβάσουμε. Στο γυμνάσιο, βέβαια, αρχίσαμε να 'μαστε πιο απελευθερωμένοι, κάναμε και τις σκάμπες μας, κάναμε διάφορα τέτοια πράματα. Στο σχολείο ήμαστε στο δημοτικό, στο δημοτικό σχολείο, τα αγγλικά μας, δεν είχαμε τίποτα περισσότερο χρόνο να κάνουμε. Στο γυμνάσιο, μετά, ας πούμε, απελευθερωθήκαμε λίγο περισσότερο και κάναμε όλες τις διαολιές τις συνηθισμένες που κάνουν τα παιδιά.
Και εκεί αναπτύξατε και νέες φιλίες φυσικά όταν πήγατε στην πόλη.
Ναι.
Με τους παλιούς σας φίλους στο Σωκράκι, τους βλέπατε;
Ναι, τους έβλεπα, διατηρήσαμε φιλίες, αλλά αποξενώθηκα γρήγορα. Ναι, γιατί δεν πήγαινα μετά, δεν έχω άλλους δεσμούς πλέον, από την καταγωγή μου μονάχα. Και δεν έχω δεσμούς. Παρόλ' αυτά, σαν μηχανικός δούλεψα πολύ εκεί πέρα, επειδή είναι μαστορικό χωριό το Σωκράκι, χρησιμοποίησα πάρα πολλούς επαγγελματίες τεχνικούς από κει, βέβαια. Αλλά τέλος πάντων, δεν γνωρίζω τη ζωή στο Σωκράκι έτσι καλά από εκεί και μετά. Ναι.
Στην πόλη είχατε εξωσχολικές δραστηριότητες;
Στην πόλη εξωσχολικές δραστηριότητες, το παιχνίδι, πώς το λένε, βεβαίως.
Στη γειτονιά.
Κολύμπι το καλοκαίρι. Από δραστηριότητες εγώ πήγαινα αγγλικά και μουσική.
Α, τι μουσική;
Ακορντεόν. Ναι.
Πολύ ωραία.
Σ' έναν πολύ ωραίο άνθρωπο, τον Βασιλά τον μακαρίτη που είχε ένα μικρό δωμάτιο στο Πλατύ Καντούνι και κάναμε εκεί. Πήγαινε πολύς κόσμος σ' εκείνον εκεί. Ναι. Καλός ήταν, τον θυμάμαι πάντοτε με πολλη έτσι αγάπη.
Εκεί μάθατε μουσική, λοιπόν.
Ναι, εκεί. Εκεί και στην Αθήνα έκανα μία απόπειρα να κάνω -πώς το λένε;- αρμόνιο, αλλά είχα πολλές έτσι υποχρεώσεις και στο Πολυτεχνείο και αλλού και δεν μπορούσα να... Ναι.
Εδώ τώρα, θα θέλατε να μας μιλήσετε, αν έχετε κάποια εμπειρία σχετικά με τη βασιλική οικογένεια που ζούσε στην Κέρκυρα, όταν εσείς ήσασταν παιδί;
Κοίταξε, η οικογένεια μου ήταν μία αριστερή οικογένεια. Δεν τα 'χαμε και τόσο καλά με τον Βασιλιά και με τα... πώς τα λένε, τα θεωρούσαμε μία ιδιαίτερη ενόχληση.
Άρα δεν σας άρεσε που ήτανε εδώ-
Βεβαίως όχι.
Όταν ερχόντουσαν.
Τόσο που, τέλος πάντων, όταν ο γιος μου ήτανε μικρός και αρχίσανε, γινόταν οι αμφισβητήσεις και οι διεκδικήσεις για το Μον Ρεπό, το οποίο ήτανε κλειδωμένο από το ‘67-’68 που έφυγε ο... πώς τον λένε, ο Κωνσταντίνος. Γίνονταν καθημερινές συγκεντρώσεις έξω από το Μον Ρεπό το ανάκτορο και φωνάζαμε συνθήματα κατά του βασιλιά. Και είχα τον γιο μου στην πλάτη μου εδώ στους ώμους μου και φώναζε και αυτός: «Στην Κέρκυρα ανήκει και όχι στο καθίκι». Ναι. Ε, μετά βέβαια γινήκανε πολλές τέτοιες διαδηλώσεις. Κάποια στιγμή θυμάμαι ότι μπήκε ένα μεγάλο απορριμματοφόρο του δήμου και έσπασε την πόρτα και μπήκανε μέσα. Και μπήκαμε και εμείς μέσα. Και τότε είδα για πρώτη φορά κάτι παράξενα μηχανήματα στους τοίχους του Μον Ρεπό, νομίζω υπάρχουν ακόμα. Και λέω: «Τι είναι αυτά;». Και τέλος πάντων, έμαθα ότι ήτανε air-condition. Και μιλάμε ήτανε... είχα τον γιο μου 5-6 χρόνων που τον είχα στην πλάτη μου, δηλαδή εγώ ήμουνα 37-40 χρονών, εκεί γύρω. Δεν είχα δει στη ζωή μου air-condition και ο βασιλιάς είχε από τότε, δηλαδή το ‘67 που έφυγε, το ’ 68, είχε air-condition, έτσι; Αυτό μου 'κανε εντύπωση τότε όσον αφορά τον βασιλιά. Όσον αφορά τον βασιλιά, θυμάμαι μετά ότι έρχονταν το καλοκαίρι, ραντίζανε με το αεροπλάνο για τα κουνούπια, για να μην έχουμε κουνούπια. Και θυμάμαι και δύο άλλα περιστατικά όσον αφορά τον βασιλιά. Το ένα είναι έτσι λίγο τραγικό που είχε πέσει το... Ήτανε μία φορά που θα 'ρχόταν ο βασιλιάς καλοκαιρινούς μήνες και πήγανε αρκετοί για να τον υποδεχτούνε στο αεροδρόμιο. Κάποιοι απ' αυτούς που είχανε περισσότερο μέσον, ανέβηκαν σ' ένα μπαλκόνι που ήτανε στο παλιό κτίριο του αεροδρομίου και έπεσε το μπαλκόνι. Και σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν. Και το δεύτερο είναι γύρω στο ‘64, κάπου εκεί, θα γεννούσε η Άννα-Μαρία, ‘65 δεν θυμάμαι, κάπου πριν από τη Χούντα πάντως. Και φτιάξανε το νοσοκομείο, το νοσοκομείο αυτό που είναι τώρα η Αστυνομία, δίπλα στα λύκεια. Αυτό το κτίριο το φτιάξανε τότε για να γεννήσει εκεί πέρα η Άννα-Μαρία, νομίζω εκεί γέννησε την πρώτη της κόρη. Μέχρι τότε το νοσοκομείο ήτανε στο κτίριο που στεγάζεται σήμερα ένα γυμνάσιο δίπλα στις φυλακές, ναι. Έτσι, η ιστορία αυτή. Και απ' αυτήν την άποψη, ας πούμε, ωφελήθηκε κάπως η Κέρκυρα από το... πώς το λένε, από την παρουσία του βασιλιά του τότε. Αυτά είναι για τη βασιλική οικογένεια.
Segment 3
Σχολικά χρόνια και Πανελλήνιες εξετάσεις εν μέσω Χούντας, περιορισμοί έκφρασης, αναμνήσεις από την Αθήνα ως φοιτητής και η δική του ματιά για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου το '73
00:26:48 - 00:46:18
Μετά στο γυμνάσιο, δώσατε ακαδημαϊκό; Πώς ήταν τότε όταν δώσατε εσείς για να μπείτε στο πανεπιστήμιο;
Α, δώσαμε Πανελλήνιες, ναι.
Πανελλήνιες.
Ναι. Στο γυμνάσιο, για να μπω στο γυμνάσιο δεν έδωσα εξετάσεις, γιατί είχανε καταργηθεί εκείνον εκεί τον χρόνο. Επίσης, δεν έδωσα ούτε από το γυμνάσιο στο λύκειο, γιατί πάλι είχανε καταργηθεί, έδωσα μόνο στο -πώς το λένε- στο γυμνάσιο. Το γυμνάσιο όλο το πέρασα, εκτός από την πρώτη Γυμνασίου, το πέρασα με τη Χούντα. Ναι.
Α, μάλιστα.
Και είχα κάποιες κακές εμπειρίες τότε. Πρώτον, γιατί φοβόμουνα, δηλαδή ένιωθα τον φόβο της καταπίεσης της Χούντας. Συνέβη δε και το εξής. Τις εφημερίδες τότε δεν τις πουλούσαν ελεύθερα όλα τα περίπτερα. Ήταν, είχαν άδεια δύο γυναίκες που είχανε ένα τραπεζάκι έξω από του Μουζακίτη τα... κάτω από τη σκαλινάδα που έρχεται από την «Όαση», στην Ευγενίου Βουλγάρεως, έξω από τα ρολόγια του Μουζακίτη τώρα. Και τέλος πάντων, επειδή μ' άρεσε και το διάβασμα, τότε ήτανε, βγαίνανε σε φυλλάδια, σε εβδομαδιαία φυλλάδια, διάφορα έργα μεγάλα. Ένα απ' αυτά ήτανε και η «Ρωσική Επανάσταση». Και εγώ το 'παιρνα, τη «Ρωσική Επανάσταση». Τέλος πάντων, όταν έγινε η Χούντα, ήρθανε στο σπίτι μου και ζητούσαν από τον πατέρα μου: «Μετ’ επιτάσεως αυτά». Και ο πατέρας μου ο καημένος ήτανε που ήτανε αριστερός και ήταν και σημαδεμένος, φοβότανε κιόλας για τα παιδιά του, δεν ήξερε και τίποτα όμως. Τέλος πάντων, μετά από ζόρισμα, πήγα και κατέβασα εγώ, είχαμε ένα πατάρι πάνω από το μπάνιο, και κατέβασα τα φυλλάδια αυτά. Και θυμάμαι ο μακαρίτης ο πατέρας μου, μου 'δωσε ένα χαστούκι έτσι για να δείξει την αντίθεσή του σε αυτά. Ήταν, όμως, ένα κακό, μία κακή εμπειρία αυτή. Επίσης, στο γυμνάσιο είχα φάει πολλές αποβολές. Δεν ήμουνα κάνας αλήτης ή πώς το λένε, αλλά αποβολές έφαγα πάρα πολλές. Με μεγαλύτερη, μία που έφαγα 15 μέρες με μείωση της διαγωγής σε «Κοσμία». Ναι. Και στο τέλος όταν πήγα στις εξετάσεις στο Πολυτεχνείο τις έδωσα με αποδεικτικό σπουδών, όχι απολυτήριο. Το απολυτήριο το πήρα τον Σεπτέμβρη στο οποίο ήταν «Κοσμία». Όχι ότι με πείραζε, αλλά τέλος πάντων. Και μετά κάτι πήρε ο πατέρας μου πιστοποιητικά από την Αστυνομία ότι ήμουνα καλό παιδί και μου βάλανε «Κοσμιοτάτη», γιατί δεν θέλανε ούτε -πώς το λένε;- να... Περισσότερο ήταν για τέτοιες, για καταστάσεις και γεγονότα που δημιουργήθηκαν, που είχανε σχέση πάντοτε με τη Χούντα.
Θα θέλατε να μας πείτε τι έγινε;
Θα σου πω μία, που είναι και αστεία. Μας έλεγε, εγώ όπως σου 'πα πήγαινα αναγκαστικά στην... πώς το λένε, εκκλησιασμό. Τότε ήταν ένας Δεσπότης, ο Μεθόδιος, ο οποίος έλεγε διάφορα πράγματα. Και έλεγε, θέλοντας να πει ότι να μη μιμούμαστε τους ξένους που έρχονται από την Ευρώπη, κυρίως τους τουρίστες που ήτανε ξεβράκωτοι κτλ., μας είπε οτι ο κίνδυνος έρχεται από Δυσμάς. Λοιπόν, ήμαστε μία μέρα στο γυμνάσιο και ο γυμνασιάρχης μάς έλεγε ένα κήρυγμα, του το επιβάλλανε βέβαια του ανθρώπου η Χούντα, για τον κίνδυνο από Βορράν, δηλαδή τον κομμουνιστικό κίνδυνο. Και ότ[00:30:00]αν τελείωσε, εγώ έτσι με το θάρρος του αθώου, λέω: «Εμάς μας είπε -λέω- ο Δεσπότης ότι ο κίνδυνος δεν είναι από Βορρά, είναι από Δυσμάς». 5 μέρες αποβολή, κάπως έτσι. Αυτό δείχνει και τη ζωή μας στη Χούντα, ε; Αυτά βασικά. Μετά, βέβαια, πήγα στο Πολυτεχνείο. Εξετάσεις τότε δίναμε στα Γιάννενα.
Και είχατε πάει μόνος σας;
Όχι, είχα πάει με τη μάνα μου -ή με τον πατέρα μου;- με τη μάνα μου νομίζω ήμουνα. Ναι, είχε 'ρθει και ο πατέρας μου, αλλά κυρίως με τη μάνα μου.
Τι θυμάστε απ' τις εξετάσεις;
Από τις εξετάσεις θυμάμαι ότι για παράδειγμα, δίναμε 6 μαθήματα. Εγώ στα Μαθηματικά ήμουνα πάρα πολύ καλός. Θυμάμαι ότι στις εξετάσεις, ένα από τα πρώτα μαθήματα, αν όχι το πρώτο, ήταν η Τριγωνομετρία, στην οποία μας έβαλε 3 θέματα, τα 'λυσα και τα 3 θέματα και βγήκα πολύ χαρούμενος και παίρνω τον καθηγητή μου τηλέφωνο που μου 'κανε ιδιαίτερα. Και του λέω: «Τα 'λυσα», μου λέει: «Πώς τα 'λυσες;». Του λέω -εγώ ήμουνα πολύ καλός και στον απειροστικό λογισμό, τον οποίο δεν κάναμε, ήταν ύλη του γυμνασίου τότε- λέω: «Με μέγιστα και ελάχιστα», δηλαδή με παραγώγους που μηδενίζαμε και βρίσκαμε τα... γιατί ήταν τέτοια θέματα. Λέει: «Ρε βλάκα -λέει- είναι εκτός ύλης!». Και πήρα 0. Ένα μάθημα μηδέν. Ναι.
Και μετά έπρεπε να ξαναδώσετε την επόμενη χρονιά;
Όχι, πέρασα!
Α!
Ναι. Φυσική, χημεία και έκθεση έπιασα, η βάση ήταν 120 μονάδες, εγώ έπιασα 119. Οπότε, όπως καταλαβαίνεις, μόνο απ' αυτά τα 3 είχα μπει ήδη, δεν είχα πρόβλημα, παρόλο που μηδενίστηκα σε ένα, δεν είχα πρόβλημα. Έτσι, ένα από τα κακά των εξετάσεων. Ναι. Αυτές είναι οι εμπειρίες μου στο... Α! Και θυμάμαι και κάτι που μέναμε σε ένα φιλικό σπίτι στα Γιάννενα και μία μέρα ήθελε να μας ευχαριστήσει εκεί ο φίλος που μέναμε και είχε φέρει κάποιον λαγό που του δώσανε, που σκοτώσανε κάποιοι κυνηγοί, τέλος πάντων, και μ' έκαμε στιφάδο. Και εμένα αυτός με διέλυσε! Και πήγα έδωσα Φυσική και ήμουνα… Ναι. Έτσι αυτά τα... από τις εξετάσεις.
Πηγαίνατε μαθήματα εξωσχολικά σε όλα αυτά τα μαθήματα τα εξεταζόμενα;
Πήγαινα Μαθηματικά και Φυσική και Χημεία σε άλλον. Και πήγα και 4 ή 5 μήνες σε έναν καθηγητή για τη Γλώσσα, για την Έκθεση. Εμείς δίναμε Έκθεση ελεύθερη, πώς το λένε. Ναι εντάξει, δεν είχα προβλήματα σ' αυτά.
Και έπειτα περάσατε στο Πολυτεχνείο επί Δικτατορίας.
Ναι. Επί Δικτατορίας το ‘71 μπήκα, το ‘76 τελείωσα. Και τελείωσα με τη Μεταπολίτευση. Ναι. Τέλος πάντων, έζησα όλα τα γεγονότα του Πολυτεχνείου εκεί πέρα, από πρώτο χέρι, όπως καταλαβαίνεις. Και τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, τα οποία ήτανε όμορφα χρόνια, δεν ήτανε και τόσο έτσι μαύρα. Τα μαύρα ήτανε της Χούντας.
Θα θέλατε να μας αφηγηθείτε κάποια περιστατικά από την περίοδο του Πολυτεχνείου τότε;
Ναι, κοίταξε, τα γεγονότα είχανε ξεκινήσει το ‘72. Οι πρώτες ανακατωσούρες κτλ., οι πρώτες αρνήσεις να δώσουμε εξετάσεις. Αυτό το λέγαμε αποχή, δεν ήταν αποχή, ήτανε... Τέλος πάντων, δεν πηγαίναμε να δώσουμε εξετάσεις. Μετά έγινε η ιστορία με τη Νομική. Ενδιάμεσα είχε γίνει, είχανε μπει στο Πολυτεχνείο η αστυνομία από μία πίσω πόρτα, ήταν δίπλα στη βιβλιοθήκη. Από τότε τη λέγαμε: «Κερκόπορτα». Μπήκανε, εγώ σ' εκείνο εκεί το επεισόδιο δεν ήμουνα. Ήτανε Δευτέρα θυμάμαι. Την Κυριακή είχαμε πάει με την τάξη μου εκδρομή στη Χαλκίδα και γυρίσαμε πολύ αργά το βράδυ. Οπότε κοιμηθήκαμε. Μας είχε πει, όμως, ο καθηγητής των Μαθηματικών: «15:00 η ώρα να 'ρθετε να πάρετε βιβλία». Εγώ τότε εμένα Αχαρνών και Ηπείρου, κοντά στο «Κύτταρο» του Σαββόπουλου, και λίγο πιο κάτω έμενε μία συμμαθήτριά μου από τα Γιάννενα -η οποία πέθανε η καημένη- και είχαμε συμφωνήσει 14:40, ας πούμε, να συναντηθούμε και να πάμε μαζί στο Πολυτεχνείο. Και πήγαμε στο Πολυτεχνείο από την μπροστινή πόρτα σαν κύριοι και έφαγα τόσο ξύλο, έχασα και τη συμμαθήτριά μου αυτή, χωρίς να ξέρω τι μου γίνεται. Ξανάφυγα, ούτε βιβλίο πήρα, αλλά ξύλο, δηλαδή πονούσα μία εβδομάδα. Ήταν τότε που μπήκαν αυτοί εκείνη εκεί τη Δευτέρα. Μετά έγινε, βέβαια, ο ξεσηκωμός. Είχαμε συνέχεια, φαινόταν ότι κάτι πήγαινε να γίνει. Είχαμε κάποιες συγκεντρώσεις, ας πούμε, συνελεύσεις κτλ., ήτανε μία οργάνωση της Χούντας φοιτητική, η ΕΚΟΦ.
Συμμετείχατε εσείς;
Όχι! Εγώ; Σε οργανώσεις της Χούντας θα συμμετέχω;
Α, ναι!
Το αντίθετο. Αλλά αυτοί οι ΕΚΟΦίτες, έτσι μία παρένθεση, είναι κάτι που το 'χουνε ξεχάσει και έχει περάσει τελείως. Ήτανε νεολαίοι, δηλαδή συμμαθητές μας, πώς το λένε, αφοσιωμένοι στη Χούντα. Και γνωρίζω πολλούς, και Κερκυραίους! Γνωρίζω, για παράδειγμα, δεν θέλω να πω ούτε όνομα, ούτε από πού ήταν, φίλος ο οποίος ήτανε φοιτητής της Παντείου και όταν πήγα εκεί πέρα μαζί με έναν άλλο φίλο σε μία -πώς το λένε- σε μία αναταραχή που είχε γίνει, λέει του αλλουνού, του λέει: «Κοίταξε -λέει- εδώ πέρα πίσω στην τσέπη, στην κωλότσεπη -λέει- είναι πιστόλι. Κοίτα, με πιστόλι, δεν θα διστάσω -λέει- να το χρησιμοποιήσω ούτε για εναντίον σας». Αυτά γίνονταν, οι ΕΚΟΦίτες. Και ΕΚΟΦίτες έχουμε πολλούς. Και βέβαια, λουφάξανε, αλλά βρέθηκαν και σε θέσεις ισχυρές του δημοσίου, τους ανταμείψανε. Έτσι για να βάζουμε τα πράγματα στη θέση τους. Λοιπόν, γινόταν τέτοιες συνελεύσεις. Εμείς ήμαστε, όσο και να 'ναι στο Πολυτεχνείο, το Πολυτεχνείο δεν είναι σχολή δημοσιοϋπαλληλικού ενδιαφέροντος και δεν μας ενδιέφερε να μας κάνουνε φακέλους και το 'να και το άλλο. Και ψηφίζαμε διάφορα πράγματα που ήτανε αντίθετα στη Χούντα, γι' αυτό και έγινε και η έδρα της αντίστασης στο Πολυτεχνείο. Έρχονταν κάποιοι καθηγητές, κάποιοι που ήταν καθίκια και χουντικοί, κάποιοι άλλοι όμως που ήταν πολύ συγκαταβατικοί και προσπαθούσαν πραγματικά να σώσουνε την κατάσταση και κάποιους άλλους από τους φοιτητές. Μετά εγίνηκε το Πολυτεχνείο. Τότε που γίνηκε το Πολυτεχνείο, ήτανε απόγευμα, εγώ εκείνη εκεί την ώρα είχα ξεκινήσει να κάνω γερμανικά, κάπου στα Εξάρχεια πάνω ήταν, από τα πρώτα μαθήματα που έκανα. Και όταν τελειώσαμε, ακούσαμε θορύβους κτλ. Ήτανε μόλις είχε περάσει ένα ασθενοφόρο και είχε ρίξει δακρυγόνα και τέτοια πράγματα, έχει γίνει... Δεν είχανε κατέβει τα τανκς, τα τανκς κατεβήκανε τα μεσάνυχτα. Και προσπάθησα, είχε όμως πολλή αστυνομία, ξύλο κτλ. Εκεί στο γκρουπ που κάναμε μάθημα στα γερμανικά ήτανε και ένα παιδάκι μικρό, πήγαινε στο γυμνάσιο, από τον Πειραιά, το οποίο με παρακάλεσε να το συνοδεύσω μέχρι τον σταθμό στην Ομόνοια. Και προσπάθησα εκεί, βέβαια εγίνηκε τόσος χαμός που έχασα και το παιδί, χάθηκα κι εγώ. Δεν μπόρεσα να πάω στο σπίτι μου εκείνο εκεί το βράδυ, γιατί ήταν όλα αποκλεισμένα. Δηλαδή από το Πολυτεχνείο στο σπίτι μου είναι 3 παράλληλες οδοί, η Αριστοτέλους, η Πατησίων, η Αριστοτέλους και πώς τη λένε... η Αχαρνών. Δεν μπόρεσα να πάω, ήταν όλα αποκλεισμένα. Πήγα σε κάτι φίλους μου σε μία κάθετο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, στο ύψος του κινηματογράφου «Σόνια». Μετά, είχε βραδιάσει, βέβαια, κιόλας τότε, σχηματίσαμε κάποια ομάδα, έτσι χωρίς... αυτόματα σχηματίστηκε επειδή φωνάζαμε εμείς, φωνάζαμε και αυτοί, ξέρω 'γώ, φοβόμαστε εμείς, φοβόντανε και αυτοί, και φωνάζαμε ένα σύνθημα που νομίζω το λένε πολλές φορές και στις -πώς το λένε;- στις εκπομπές που έχουνε για τα γεγονότα τότε: «Κατεβείτε κάτω!». Το «Κατεβείτε κάτω» δεν ήταν ένα σύνθημα παναθηναϊκό, ας πούμε, ελάχιστοι το λέγαμε. Οι περισσότεροι ξέρεις τι κάνανε; Ανοίγανε τα παράθυρα και μας φώναζαν ότι «Θέλουμε να κοιμηθούμε» και να φύγουμε. Αυτό ήταν το... πώς το λένε. Μετά, προσπαθήσαμε να κατέβουμε προς τα κάτω, προς τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας και στο ύψος της Αυστριακής Πρεσβείας, δηλαδή του Πεδίου του Άρεως, μας πυροβολούσαν Ευέλπιδες που ήταν κρυμμένοι στο Πεδίο του Άρεως. Και μάλιστα, ήτανε ένας φίλος, ο οποίος δεν άκουγε καλά, ο Παύλος, ο οποίος μας έλεγε -σηκώθηκε πάνω, εμείς είχαμε κρυφτεί πίσω από τα αυτοκίνητα ενστικτωδώς- και σηκώθηκε για να πάει και έτρεχε προς το Πεδίο του Άρεως για να σωθεί, γιατί έβλεπε, αλλιώς τα άκουγε, και κάποιος τον τράβηξε, τέλος πάντων. Και μετά βρεθήκαμε... σε εκείνο εκεί το ύψος του κινηματογράφου «Σόνια» πέρασα όλο το βράδυ. Και εκείνο εκεί που με εντυπωσίασε είναι ένα φως, ένας μεγάλος προβολέας από πάνω στο ύψος της Λεωφόρου Αλεξάνδρας όπως κατέβαινε που ήταν το πρώτο τανκς που ερχόταν και χτύπησε κάτω στα κτίρια της Πατησίων. Εκείνος είναι ένας προβολέας που τον θυμόμουνα μετά, μου ερχόταν έτσι σε εφιάλτες στον ύπνο μου. Μετά κατέβηκαν τα τανκς. Είχανε βάλει πολλά αυτοκίνητα μέχρι και λεωφορεία κατά μήκος της Λεωφόρου Αλεξάνδρας και τα τανκς πήγαιναν από πάνω απ' αυτά, δηλαδή τα πατούσανε. Και έβλεπες ολόκληρο αυτοκίνητο, ολόκληρη Mercedes, ήτανε 10 πόντοι σίδερο από τα τανκς. Εμείς προσπαθήσαμε, όταν κατέβηκαν τα τανκς, εντάξει, βγήκε και στρατός έξω, εξαφανιστήκαμε εμείς. Αλλά δεν μπορούσα να πάμε πουθενά. Και είναι ένας λοξός δρόμος εκεί, δεν θυμάμαι τώρα πώς τον λένε, στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας και μπήκαμε σε μία πολυκατοικία εκεί. Καμιά εικοσαριά άτομα. Και εκεί βγάλαμε όλο το βράδυ. Λοιπόν, εκεί -πώς το λένε- δεν άνοιξε κανένας. Και μάλιστα, ένας που φαινόταν λίγο χουντικός, ας πούμε, ήθελε να μας διώξει να πάμε πάνω στην ταράτσα. Αλλά στην ταράτσα ήτανε 1 ή 2 ελικόπτερα που συνέχεια χτυπούσαν: «Τα τα τα τα τα» συνέχεια με το πολυβόλο και δεν τολμούσαμε να πάμε. Τέλος πάντων, εκεί βγάλαμε όλο το βράδυ. Αυτή είναι η εμπειρία μου από εκείνο το βράδυ. Εκεί, λοιπόν, ανάμεσα στους άλλους, λέγαμε διάφορες κουβέντες, ήταν και ένας δικηγόρος, ο οποίος μας έλεγε πώς θα αντιμετωπίσει τους στρατιώτες που θα 'ρθουνε. Και μας έλεγε με νομικούς όρους, που τώρα το... Μας έλεγε νομικούς όρους ότι θα τους προτείνει νομικούς όρους, ότι δεν έχουν δικαιώματα κτλ., και λέω πόσο χαζός ήτανε κι αυτός. Την άλλη μέρα, τέλος πάντων, γύρω στις 6:00, αφού είχαν ηρεμήσει τα πράματα, εγώ τελείως αθώος, κατέβηκα τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, όλη γεμάτη τανκς, και μάζευα κάλυκες. Τέλος πάντων, ήτανε πολύ έτσι ρι[00:40:00]ψοκίνδυνη... εκ των υστέρων, τότε δεν αισθανόμουνα κίνδυνο. Και πήγα στο σπίτι μου. Αυτή ήτανε η -πώς το λένε;- η εμπειρία από εκείνο κει το βράδυ, κακή.
Έχετε κρατήσει αυτά που μαζέψατε;
Δεν κράτησα. Κοίταξε, είχα μαζέψει, ήτανε κάτι σαν σαν αντιαρματικά μεγάλα, κάλυκες μεγάλοι, οι οποίοι μ' αρέσανε, ήταν αισθητικά όμορφοι, από μπρούντζο, και τους πήρα για να... Έβλεπα στο Μοναστηράκι που αυτούς τους επεξεργάζονταν και κάνανε διάφορα έτσι εκεί βάζα, τέτοια. Και έλεγα: «Να το πάρω να το...». Εκείνες τις μέρες, όμως, είχε έρθει ένας θείος μου παπάς από... ήτανε Αρχιμανδρίτης στο Σουφλί, ο οποίος φοβήθηκε πάρα πολύ και μου 'πε να τους πετάξω, μην έρθουνε και μας βρούνε. Τέλος πάντων, κάποια στιγμή που 'μαστε στο μπαλκόνι πάνω στην Αχαρνών, που είχαμε βγει έξω να δούμε κάτι, κάτι που γινόταν από κάτω, που είχαν σταματήσει κάτι -δεν θυμάμαι τώρα ακριβώς τη σκηνή- για έλεγχο. Και βγήκαμε στο μπαλκόνι ο θείος μου, εγώ και ένας συμμαθητής μου από τον Πειραιά, ο οποίος δεν μπορούσε να πάει στον Πειραιά και τον φιλοξενούσα εγώ εκείνες τις μέρες εκεί πέρα. Και μόλις βγήκαμε στο μπαλκόνι, ήτανε μία αύρα. Οι αύρες ήτανε κάτι άρματα της αστυνομίας άσπρα- και με το οπλοπολυβόλο βάρεσε μία ακριβώς πάνω απ' τα κεφάλια μας. Ήτανε μετά σημαδεμένα στον τοίχο τα σημάδια απ' αυτές τις σφαίρες και ο καημένος ο θείος μου πήγε να σκοτωθεί για να μπει μέσα, και εμείς βέβαια οι άλλοι. Αυτές ήταν οι καταστάσεις τότε. Θυμάμαι δε σε ένα σημείο του... ένα κτίριο του ΟΤΕ ήταν στην 3ης Σεπτεμβρίου, που είχε μία ορθομαρμάρωση στο επίπεδο του ισογείου, στην οποία φαίνονταν έντονα οι τρύπες από τις σφαίρες, ναι.
Μάλιστα.
Μετά, για τότε, ένα άλλο γεγονός έτσι αξιοσημείωτο είναι το εξής. Είχα δύο φίλους Κερκυραίους, ο ένας ήτανε συνομήλικός μου και πήγαινε στους Μηχανολόγους Μηχανικούς, αλλά είχαμε πολλά κοινά μαθήματα μ' αυτόν -με τους Μηχανολόγους- και κάναμε πολή παρέα, και ο αδερφός του, που ήταν στους τοπογράφους, κάνα δυο χρόνια μικρότερος. Και με πήρε ο πατέρας τους -δεν είχανε τηλέφωνο αυτοί, εγώ είχα τηλέφωνο στο σπίτι μου- και με πήρε τηλέφωνο και μου λέει: «Θέλω να πας, σε παρακαλώ να πας πάνω...», αυτοί μένανε στα Εξάρχεια, γιατί -λέει- μετά από 3-4 μέρες δεν είχε νέα τους. Λέω: «Εντάξει, να πάω να δω και θα σε πάρω τηλέφωνο». Και βγαίνοντας δεν πήγα κατευθείαν από την Ηπείρου πάνω, αλλά πήγα λίγο λοξά και βρέθηκα στην Πλατεία Βικτωρίας για να αποφύγω, γιατί είχε διάφορες συγκεντρώσεις εκεί πέρα από αστυνομικά και τέτοια μπλόκα, και πήγα εκεί πέρα. Και όταν βρέθηκα στην Πλατεία Βικτωρίας, δεν ξέρω πώς, αλλά περικυκλώθηκε όλη η Αστυνομία από στρατιωτικά και αστυνομικά οχήματα και κοιτάζανε ταυτότητες και συλλαμβάνανε, είχε και κλούβα, οποίος είχε φοιτητική ταυτότητα, τον συλλαμβάνανε. Οπότε άνοιξε ένα ταξί η πόρτα του συνοδηγού και μου λέει αυτός που καθόταν πίσω -ένας έτσι ασπρομάλλης κύριος- μου λέει: «Έλα μέσα παιδί μου» και πήγα μέσα. Ήρθε, λοιπόν, κάποιος στρατιωτικός και για να ελέγξει, λέει: «Ο νεαρός;» και του λέει αυτός από πίσω, «Είναι γιος μου», λέει και του 'δειξε την ταυτότητα. Αυτός ήταν προφανώς στρατιωτικός ή άλλος υψηλόβαθμος σε -πώς το λένε;- αποστρατεία. Τον εχαιρέτησε και έφυγε. Λέω: «Τι διάολο γίνεται τώρα εδώ πέρα; Πού πάω;». Τέλος πάντων, πήγαμε λίγο πιο πέρα και μου λέει: «Στο καλό παιδί μου». Μία καλή ανάμνηση αυτή. Ναι, μετά βέβαια από αυτά γινήκανε οι γνωστές ιστορίες, άλλαξε η κυβέρνηση, ο -πώς τον λένε;- ήρθε στα πράγματα ο Ιωαννίδης, εκτοπίστηκε ο Παπαδόπουλος. Και το καλοκαίρι, το ‘73, ναι, το καλοκαίρι, βρέθηκα στην Αίγυπτο. Γιατί το συνδυάζω αυτό; Γιατί το δεξί χέρι του Ιωαννίδη ήταν ένας Στειακάκης, ο οποίος ήτανε στρατιωτικός ακόλουθος στην πρεσβεία στην Αίγυπτο, στο Κάιρο. Και ο ένας γιος αυτουνού ήταν συμμαθητής μου, ο οποίος ήτανε βέβαια, φαινότανε το παιδί που είχε... πώς το λένε, αλλά δεν κατέδωσε ποτέ κανέναν, δεν είχε... Και είχαμε κάποιες σχέσεις εμείς. Μου είπε, λοιπόν, και αυτός ότι θα πάω και εγώ λέει στην οικογένειά μου. Και είχα το τηλέφωνό του. Οπότε όταν πήγα εγώ στην Αίγυπτο, πήρα το τηλέφωνο αυτουνού -το ‘74, μιλάμε τώρα για το ‘74- του Στειακάκη. Και όταν έγινε το πραξικόπημα στην Κύπρο, είχα πάρει τηλέφωνο να δω πότε θα 'ρθει ο γιος του και μου λέει η μάνα του, λέει: «Εμείς -λέει, τον περιμένουμε», αλλά εμείς τον περιμένουμε, περιμέναν τον γιο τους, πηγαίνοντας εγώ στην εστία που έμεινα, βρήκα -πώς το λένε;- φύλλο πορείας για να πάω την επόμενη μέρα στο Πορτ Σάιντ, να πάρω το πλοίο για να παρουσιαστώ, την οποία την έσκισα κι εγώ και 2 άλλοι -πώς το λένε;- φοιτητές από την Ελλάδα που ήμαστε εκεί. Αυτά είχε η Χούντα. Μετά, με τη μεταπολίτευση, έτσι για να να έχουμε συνέχεια, το ‘74 που εγινήκανε και οι εκλογές και το δημοψήφισμα μετά, η ελευθερία που νιώθαμε κτλ. ήταν πρωτόγνωρη βέβαια. Και θα σου πω το εξής. Τότε νομιμοποιήθηκε το κομμουνιστικό κόμμα. Δεν αποκλείστηκαν, όμως, από τη διαδικασία την εκλογική και όλη την πολιτική διαδικασία τα φασιστικά κόμματα, τα ακραία δεξιά. Ένα απ' αυτά τα ακραία δεξιά κόμματα ήτανε και το κόμμα -δεν θυμάμαι πώς το λέγανε- του Γαρουφαλιά, του Πέτρου του Γαρουφαλιά, ο οποίος είχε πολιτικό γραφείο στην Κλαυθμώνος. Κι εμείς όταν τελειώναμε το Πολυτεχνείο εκεί στην Πατησίων, περνούσαμε από κει. Γίνονταν οι μεγαλύτερες αντισυγκεντρώσεις τότε στην Αθήνα. Ήταν όλη η "μαρίδα", τα παιδιά που πηγαίνανε φροντιστήριο, γιατί όλα εκεί γύρω ήταν Ομόνοια, Κλαυθμώνος, ξέρω 'γω, στην Κάνιγγος ήθελα να πω, συγγνώμη, όχι στην Κλαυθμώνος. Στην Κάνιγγος. Και μαζευόμαστε εκεί από κάτω και φωνάζαμε διάφορα συνθήματα. Έτσι, για να δεις πώς αντιδρούσαμε. Δεν πηγαίναμε να του πούμε κάτι έτσι εναντίον του, αλλά τον περιγελούσαμε και φωνάζαμε συνθήματα. Αυτός ήτανε γαμπρός του Φιξ, αυτουνού που είχε το «Φιξ», και φωνάζαμε συνθήματα: «Μπύρα Φιξ χωρίς αφρό, γάλα με ανθρακικό!», «Το σουβλάκι 4», δεν θυμάμαι τώρα πόσο είχε πάει. «Όχι τρύπα στις δεκάρες!», τότε είχαμε δεκάρες με τρύπα. Αυτά ήταν τα συνθήματά μας. Κι άλλα... Ναι, αυτό ήτανε μία έτσι από τις ευχάριστες νότες, πώς το λένε. Και μετά, βέβαια, τέλειωσα το Πολυτεχνείο, στρατό, οικογένεια, επάγγελμα.
Segment 4
Πρακτική άσκηση στο Κάιρο, η στρατιωτική θητεία και ο "φάκελος", εργασιακές εντάσεις και δικαστικές διαμάχες, ο αγώνας για τα πιστεύω του και η δικαίωση, η αποτίμηση των κτιρίων της Κέρκυρας και κλείσιμο συνέντευξης
00:46:18 - 01:08:01
Θα θέλατε, έτσι, να μας αναπτύξετε το θέμα Αίγυπτος;
Στην Αίγυπτο πήγαμε μέσω μιας οργάνωσης μεταξύ Πολυτεχνείων και επιχειρήσεων, παγκόσμια οργάνωση ήταν, IAESTE λεγότανε, για πρακτική άσκηση. Και εμένα με στείλανε σε μία τεχνική εταιρεία στην Αίγυπτο. Για μέγιστη διάρκεια ήταν 3 μήνες, εγώ τοτε είχα σκοπό να μαζέψω χρήματα και να πάω μέχρι τη Μαδαγασκάρη. Η ζωή στην Αίγυπτο ήτανε πάρα πολύ φτηνή, πάρα πολύ φτηνή, και έτσι με τα λίγα λεφτά που έφυγα -ήταν περιορισμός το συνάλλαγμα για να φύγω από την Ελλάδα, δεν θυμάμαι τώρα πόσα ακριβώς ήταν, αλλά πήρα αρκετά λεφτά για την Αίγυπτο, αρκετά λεφτά μαζί μου- και εκεί έπαιρνα τόσα λεφτά όσα έπαιρνε ένας μηχανικός, νεοδιόριστος μηχανικός. Έμενα σε μία φοιτητική εστία στην Γκίζα, κοντά στις πυραμίδες, και τα λεφτά που χαλούσαμε ήταν ελάχιστα και μας έμεναν πάρα πολλά λεφτά. Και θυμάμαι ήταν η πιο πλούσια περίοδος της ζωής μου απ' αυτήν την άποψη. Έμενα μαζί με 2 άλλους Έλληνες. Ήθελα να ταξιδέψω πιο νότια, όπως σου 'πα, μέχρι τη Μαδαγασκάρη, είχα κανονίσει όλο το... πώς το λένε. Όμως, κάποια στιγμή, έγινε το πραξικόπημα στην Κύπρο. Και μάλιστα, πώς το 'μαθα; Τότε για να τηλεφωνήσω από την Αίγυπτο στην Ελλάδα έπρεπε να κάνω 2 μέρες πριν αίτηση στον αιγυπτιακό ΟΤΕ, να συνδεθεί με τη Λιβύη, η Λιβύη Ιταλία, Ιταλία Ελλάδα, έτσι ήταν το πρωτόκολλο. Τέλος πάντων, και ήμουνα μία μέρα και περίμενα στη σειρά μου να μου πει στα καμαρίνια -έτσι όπως ήταν και εδώ στον παλιό ΟΤΕ- να μπω μέσα να μιλήσω. Τέλος πάντων, κάποια στιγμή λέει: «Στογιάννος», μπήκα εκεί μέσα και σήκωσα το τηλέφωνο και ήταν ο αδερφός μου ο Μιχάλης εδώ, ο οποίος αδελφός μου Μιχάλης ήταν 7 χρόνια μικρότερος από μένα. Εγώ τότε το ‘74 ήμουν 21. Ο αδερφός μου ήτανε 14, ο οποίος ήταν μόνος του εδώ στην Κέρκυρα, ο πατέρας μου με τη μάνα μου ήτανε στην Αθήνα. Ο άλλος αδερφός μου ήτανε στο Βερολίνο. Και η πρώτη του κουβέντα, του λέω: «Γεια σου Μιχάλη! Τι κάνεις;», μου λέει: «Τα 'μαθες;», λέω: «Τι;», «Έχουμε πόλεμο!». Λέω: «Τι πόλεμο;». Αυτή ήτανε, έτσι έμαθα το πραξικόπημα στην Κύπρο και την εισβολή στην Κύπρο. Πήρα, αγόρασα ένα ραδιόφωνο, άκουγα πάρα πολύ καλά τις εκπομπές της Κύπρου γιατί ήτανε κοντά, καμπάνα τις άκουγα. Και άκουγα, έτσι, είναι ανατριχιαστικά αυτά: «Πρώτο πολεμικόν ανακοινωθέν!», όπως άκουγα σε εκπομπές από τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο ανακοινωθέντα της ΕΡΤ, ξέρω 'γω τι ήταν τότε, της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, έτσι άκουγα δια ζώσης τα ανακοινωθέντα της Κύπρου που λέγανε: «Βομβαρδίζουν εδώ, σκοτώνουν εκεί» και τα λοιπά. Και το 'ζησα από κει. Και πηγαίνοντας στην εστία που έμενα, βρήκα και αυτό το φύλλο πορείας. Βέβαια, εγώ δεν είχα καμία όρεξη να κάνω τον ήρωα, άλλωστε Κερκυραίος είμαι, υπερέχει ο ορθολογισμός από τον πατριωτισμό. Και πήγα στην εταιρεία αυτή που απασχολούμουν, τέλος πάντων, έκανα την πρακτική μου και τους λέω: «Λίγο παραπάνω -λέω- μέχρι να περάσει η μπόρα». Και από τότε ήτανε -μέχρι τότε πήγαινα έτσι για να καλαμπουρίζω στην εταιρεία- από τότε πήγαινα και δούλευα. Ναι, και κάθισα πολύ, δεν θυμάμαι τώρα πόσο χρονικό διάστημα. Όταν πήγαμε να φύγουμε, όταν πέρασε, είχε έρθει ο Καραμανλής, έγινε η Μεταπολίτευση κτλ. στην Ελλάδα, τότε αποφασίσαμε κι εμείς να γυρίσουμε στην Ελλάδα. Ο ένας από τους δύο άλλους φοιτητές είχε φύγει την προηγούμενη εβδομάδα απ' όταν πήγαμε εμείς να φύγουμε με τον άλλον που έμεινε. Και πήγαμε, που λες, στο αεροδρόμιο και εκεί μας συλλάβανε οι στρατοχωροφύλακες της Αιγύπτου. Όταν πήγαμε, μπήκαμε στην Αίγυπτο, μας πήρε ένας καθηγητής που ήτανε -ξέρω 'γω- ο μέντοράς μας, ας πούμε, καθη[00:50:00]γητής του Πανεπιστημίου της Αιγύπτου, του Καϊρου, και μας πήρε για να μας βοηθήσει ο άνθρωπος, ε; Και μας σφράγισε τα διαβατήρια. Και εκεί βάλανε μία ταμπέλα, μία σφραγίδα και ήταν όλη στα αραβικά και κάπου έλεγε: «Days» και πριν είχε ένα νούμερο, έναν ρόμβο με μία γραμμή προς τα κάτω και έναν άλλον ρόμβο μεγαλύτερο δίπλα. Εγώ το διάβαζα 90 και προφανώς έγραφε: «90 days», λέω συμφωνούσε και με τους 3 μήνες που ήτανε η... πώς το λένε, «Α -λέω- έχουμε βίζα για 90 μέρες». Όμως, αυτό ήταν το 15, το 5 το δικό τους είναι ένας ρόμβος έτσι όρθιος και το 1 είναι λίγο διαφορετικό. Και όταν πήγαμε εκεί, διαπιστώσαμε, διαπίστωσαν αυτοί ότι είμαστε ξέρω 'γω 2 μήνες παρανομα στην Αίγυπτο. Μας κράτησαν εκεί. Τέλος πάντων, μας λέγανε διάφορα, ήρθε και κάποιος από την Ελληνική Πρεσβεία, κάτι εγίνηκε εκεί πέρα και προσπαθούσαμε να του πούμε εμείς ότι «Εμείς ήρθαμε γι' αυτό», τώρα πού να τα ξέρουμε αυτά που γράφανε; Και εκεί που έψαχνα, βρήκα τις οδηγίες του Πολυτεχνείου προς εμάς για το τι πρέπει να κάνουμε, τέλος πάντων. Και κάπου έλεγε: «Μέγιστη διάρκεια 3 μήνες», 3 months στα αγγλικά. Kαι του λέω: «Να 'το!». Το «3 months» ήταν η μόνη αγγλική, οπότε λέω: «Να 'το, 3 months», του λέω. «Αυτό -λέει- γύρευα!». Όλο το άλλο ήτανε στα ελληνικά. «Φύγε -λέει- εσύ!». 3 ώρες το αεροπλάνο αναμονή. ‘Οταν πήγα, με βρίζανε όλοι, ήρθε ένα έτσι μικρό όχημα στο αεροπλάνο της EgyptAir. Ε, βάζει τις τουρμπίνες για να φύγουμε, μετά από λίγο τις ξανασταματάει. Έρχεται και ο άλλος ο... Του λέω: «Τι έγινε;», Αλέξη τον λέγανε νομίζω, δεν θυμάμαι. Μου λέει: «Και εγώ τους έδειξα ένα τέτοιο χαρτί». Κι έτσι φύγαμε. Όμως μας χαρακτήρισαν: «Persona non grata». Βέβαια δεν ξέρω, γιατί και από οργάνωση μάλλον ανάλογη μ' εμάς θα έχουν, αν θα πάω, αν θα με βρούνε ή όχι, πάντως αυτή ήταν έτσι η εμπειρία μας. Και πάνε και τα ταξίδια μας και γυρίσαμε εδώ πέρα, αλλά εκ του ασφαλούς. Ξέραμε ότι δεν θα πάμε ούτε φαντάροι, ούτε πώς το λένε. Και ο λόγος που... δεν ήταν ότι ήμαστε τόσο, ξέρω 'γω, έτσι μη πατριώτες. Όμως το να έρθω να πάω να σκοτωθώ για τη Χούντα, δεν θα το θεωρούσα ποτέ μου έτσι... θα το θεωρούσα κουταμάρα, ούτε πατριωτισμό, ούτε τίποτε άλλο. Μάλιστα. Τώρα να σου πω και ένα άλλο πράγμα που είναι και αυτό... Όταν πήγα στον στρατό, παρουσιάστηκα στο 6ο Σύνταγμα Πεζικού στην Κόρινθο. Eκεί παρουσιάζονταν όλοι οι εξ αναβολής. Kαι παίρνανε από εκεί κάποιους για να τους κάμουνε δόκιμους, έφεδρους αξιωματικούς στα αντίστοιχα σώματα. Εμένα, λοιπόν, με επιλέξανε να με πάρουν μηχανικό, στη σχολή μηχανικού. Στη σχολή μηχανικού που πήγαμε, καμία 42 νομίζω, 46 άτομα, πάνω από το 60% ήμαστε συμμαθητές από την ίδια τάξη του Πολυτεχνείου. Λογικό αυτό. Όταν πήγα, όμως, εκεί, έρχεται ένας από τους... πώς τους λένε, τους στρατιωτικούς που ήταν εκεί, και μου λέει: «Εσύ θα φύγεις», λέει. Λέω: «Γιατί -λέω- θα φύγω;». Μου λέει: «Γιατί ο φάκελος σου -λέει- είναι τόσος!». Οπότε έφυγα... είχα την πεποίθηση ότι θα με διώξουν από κει και θα με πάνε κάπου... ότι κατά λάθος πήγα. Γι' αυτό είχα βγάλει όλα μου τα βιβλία από το θρανίο, είχαμε κάτι θρανία με δεξιά αριστερά συρτάρια που είχανε, ήταν τα βιβλία τα τεχνικά, ναρκοπολέμου, γεφυροποιΐας κτλ. Και είχα βάλει όλο βίπερ, τέτοια πράγματα. Ήμουνα η πηγή του βίπερ στη σχολή μου. Αλλά περνούσαν οι μέρες και δεν με διώχνανε. Ήρθε, όμως, η ώρα να δώσουμε και εξετάσεις. Εξετάσεις στη γεφυροποιΐα. Καθόμουνα εγώ τελευταίος πίσω πίσω και δίπλα μου ένας που κάναμε -ο Μάρκος ο Νικολαράκης- που κάναμε μαζί τη διπλωματική στο Πολυτεχνείο. Εγώ δεν είχα ούτε πίνακες, τίποτα και έπρεπε να υπολογίσουμε κάποια γέφυρα να περάσουν τανκς από πάνω, ξέρω 'γω, τέτοια πράγματα. Και έγραφε ο Μάρκος, έγραφε, έγραφε, έγραφε. Του λέω: «Ρε Μάρκο;». «Σσσ!», μου λέει, έγραφε, έγραφε. Εγώ δεν είχα τίποτα, ούτε το όνομά μου, γιατί μας είχε πει ο ταγματάρχης να μη γράψουμε το όνομα, να το γράψουμε μπροστά σ' αυτόν. Οπότε λέω τώρα θα κοπώ, δεν με διώχνουν, θα κοπώ, αφού δεν γράφω τίποτα, θα κοπώ! Σε κάποια στιγμή φεύγει ο ταγματάρχης, κάτι να βγει έξω, οπότε αρπάζω την κόλλα του Μάρκου, αφήνω τη δική μου και λέω του ταγματάρχη: «Τελείωσα, κύριε Ταγματάρχα!». Ποτέ μου δεν έχω αντιγράψει σε τόσες εξετάσεις που έχω κάνει στο πανεπιστήμιο κτλ. Τότε ήταν η πιο καλή αντιγραφή! Γράφω το όνομά μου και πήγα και έφυγα. Βέβαια, μετά όταν βγήκε έξω, μία μέρα με κλωτσούσε, γιατί ξανάκατσε να τα ξαναφτιάξει! Και μετά, τελειώσαμε, τέλος πάντων. Πήγα μετάθεση στην Κοζάνη, στο γραφείο επιχειρήσεων του Α' Σώματος και ήταν ένας ωραίος -πώς το λένε- αντισυνταγματάρχης, οπότε σε μία μέρα, κάποια μέρα μου λέει: «Βασίλη, ήρθε ο φάκελός σου, έλα εδώ να δεις -λέει- τι γράφει!». Και διάβασα εκεί πέρα τι γράφει, τι έγραφε. Θυμάσαι που σου είπα ότι έπαιρνα την ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης, μικρό παιδί, 14 χρόνων και αυτό γραμμένο μέσα, που το 'γραφε, που το κατέδωσε ένας περιπτεράς απέναντι, ο οποίος μετά έκανε τον Πασόκο, τέλος πάντων. Αυτά είναι... Και πολλά τέτοια, ότι στο Πολυτεχνείο το βράδυ, το βράδυ το Πολυτεχνείου -όχι, το προηγούμενο βράδυ- το προηγούμενο βράδυ ήμουν από εκείνους που δεν ήμουνα μέσα συνέχεια, αλλά πήγαινα και έπαιρνα φαγητά σ' αυτουνούς που είχαν τον ραδιοφωνικό σταθμό κτλ. Οπότε μπαινόβγαινα πολλές φορές εκεί πέρα. Και με είδε καθηγητής μου από το... κάποιος τέλος πάντων, και ήταν γραμμένο και αυτό μέσα, και άλλα πολλά πράγματα. Για τον πατέρα μου, τον μακαρίτη, που ήτανε στο ΕΑΜ, για τον αδερφό μου τον μεγάλο -που πέθανε πέρσι- ότι αργότερα ήτανε στη Χριστιανική Ένωση κτλ., ότι είμαι -που ποτέ μου δεν εκδηλώθηκα, ποτέ μου δεν ήμουνα- εκδηλώθηκα υπέρ ημιακραίου κόμματος, έτσι χαρακτήριζαν τότε το ΠΑΣΟΚ. Ναι. Όλα αυτά ήτανε γραμμένα εκεί μέσα στον φάκελο. Ο φάκελος αυτός, το ‘86 νομίζω, γινόταν μία συζήτηση στη Βουλή. Υπουργός Αμύνης ήτανε ο Χαραλαμπόπουλος και το ΠΑΣΟΚ πάνω. Και κατηγορούσανε -γινόταν για τους φακέλους των αξιωματικών- και αρνούνταν ο Αβέρωφ που ήταν τότε της Νέας Δημοκρατίας, ότι είχανε φακέλους. Και του παρουσίασε ο Χαραλαμπόπουλος φακέλους των αξιωματικών και λέει: «Αυτοί δεν είναι φάκελοι, είναι για το μόνιμο προσωπικό, για τους μόνιμους αξιωματικούς, φύλλα ποιότητας, τέλος πάντων, αξιολόγηση», ας πούμε. Λέει: «Πώς; Έχω -λέει- εδώ πέρα και εφέδρων αξιωματικών και θα σας δείξω- λέει- τον πιο μεγάλο -λέει- και θα πω και το όνομά του -λέει- Στογιάννος Βασίλης». Και είπε και όλον το φάκελο, έχω και τα πρακτικά της Βουλής εδώ πέρα, τον οποίο φάκελο έκανα αίτηση, αλλά τον καταστρέψανε. Έκανα αίτηση για να μου τον δώσουν, αλλά τον καταστρέψανε. Κι έχω μόνο κάποια περίληψη που αναφέρεται σ' εμένα, στον πατέρα μου και στον αδερφό μου. Έτσι ήτανε η ζωή τότε. Αυτά.
Ωραίο, έτσι, απομνημόνευμα να το 'χατε αυτό, ε;
Ναι, ναι, θα 'τανε ωραίο γιατί θα 'βλεπες την αηδία που βασίλευε τότε. Ε, τώρα παιδί 14 χρόνων που έπαιρνα τη «Ρωσική Επανάσταση», την οποία την έχω εκεί κάπου την έχω, όσα μείνανε, τα 'χω, έτσι, συρράψει. Ναι. Μάλιστα.
Μάλιστα.
Αυτά.
Αυτά για τα φοιτητικά. Και αργότερα ως επαγγελματίας ήρθατε στην Κέρκυρα να εγκατασταθείτε;
Ναι, παντρεύτηκα νωρίς, φοιτητής ων. Τον Ιούνιο -18 Ιουνίου- πήρα το δίπλωμά μου. Εμείς δεν είχαμε τότε ορκωμοσίες και τέτοια. ‘Ενα χαρτί με 4 αράδες ότι... βεβαίωση του Πολυτεχνείου ότι είναι πτυχιούχος και ανεβήκαμε πάνω στο Σύνταγμα, στην Καραγιώργη Σερβίας που ήταν το Τεχνικό Επιμελητήριο, γραφτήκαμε σαν μηχανικοί, μετά στο ΤΣΜΕΔΕ λίγο πιο κάτω. Κι αυτό ήταν όλο, γινήκαμε μηχανικοί. Δεν είχα τίποτα. Μετά, αμέσως δούλεψα. Τον Δεκαπενταύγουστο παντρεύτηκα και 22 Σεπτεμβρίου πήγα φαντάρος. Αυτή ήταν η σύντομη…
Σε ένα καλοκαίρι όλα...
Σε ένα καλοκαίρι όλα, ναι. Μετά γεννήθηκε η κόρη μου, όταν ήμουνα φαντάρος, και 7 χρόνια μετά ο γιος μου.
Θα θέλατε να μας μιλήσετε για την επαγγελματική σας, έτσι, ζωή και κάποια περιστατικά που να σας έχουν, έτσι, μείνει ανεξίτηλα;
Ναι. Κοίταξε, δυστυχώς η ζωή η επαγγελματική στην Ελλάδα δεν πάει και τόσο ομαλά, ούτε ακόμα τώρα, πολύ περισσότερο τότε. Και επειδή εγώ δεν ήμουνα και τόσο άνθρωπος του συμβιβασμού, βρέθηκα πολλές φορές σε κόντρες με τους κρατούντες. Θα σου πω δύο περιστατικά. Το ένα περιστατικό είναι με μία παλαιοημερολογίτικη εκκλησία που θέλανε κάποιοι, μία γυναίκα που είχε λεφτά, δώρισε στους παλαιοημερολογίτες ένα οικόπεδο εδώ στη Στρατιά, απέναντι απ' τους Αγίους Θεοδώρους, και θέλανε να φτιάξουνε μία παλαιοημερολογίτικη εκκλησιά. Και μου ανέθεσε σ' εμένα τη μελέτη. Εγώ πήρα όλες τις εγκρίσεις, αρχαιολογίες, ζήτησαν και από τον ΟΔΕΠ, Οργανισμός Διοίκησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας, τον τότε, τώρα δεν υπάρχει. Μου είπε ότι δεν είναι αρμόδιοι κτλ., βγάλαμε τις άδειες, ξεκινήσαμε να δουλεύουμε. Εγώ έμενα στο Κανόνι τότε. Τα μεσημέρια συνήθως περνούσα από κει, όταν είχαν έτσι σοβαρές δουλειές από μπετά και τέτοια, να επιβλέπω. Και ένα μεσημέρι που πήγα, ήρθε και το 100 και μου βάζει χειροπέδες και με συνέλαβε με την κατηγορία ότι κάνω, κατασκευάζω ετερόδοξο ναό στην Κέρκυρα, χωρίς την άδεια του εγχώριου ορθόδοξου... πώς το λένε. Βέβαια, αυτό ήταν προφανώς αντίθετο και στο Σύνταγμα, στην ανεξιθρησκία, στη Σύμβαση της Ρώμης, τη βασική Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όμως με πήρανε, με συλλάβανε. Δεν ξέρω τότε γιατί δεν πήγα στο αυτόφωρο, προφανώς θα ζητήσαμε -αλλά ήμουνα τόσο συγχυσμένος- τακτική. Έγινε τακτική δικάσιμη και τα δικαστήρια τότε ήτανε κάτω στο λιμάνι, το παλιό λιμάνι, στον «Μαύρο Γάτο». Λοιπόν, και εκεί εγώ χωρίς να είμαι παλαιοημερολογίτης ή τίποτα απ' όλα αυτά τα πράγματα, βρέθηκα στη μέση. Και ήτανε, είχε μαζέψει ο Δεσπότης ο Τιμόθεος -Θεός συγχωρέσ' τον- όλους τους παπάδες, είχε μαυρίσει εκεί η πλατεία από παπάδες, όλους τους παπάδες της Κέρκυρας, και από την άλλη μεριά είχανε φέρει οι [01:00:00]παλαιοημερολογίτες από την υπόλοιπη Ελλάδα, γιατί δεν ήτανε, δεν έχουμε στην Κέρκυρα παλαιοημερολογίτες, είχανε φέρει ολόκληρα φεριμπότ με κόσμο με μαύρες σημαίες, παλαιοημερολογίτες, και στη μέση ήμουνα εγώ. Τέλος πάντων, επειδή για μένα είχανε γνωματεύσει μεγάλοι -Μαγκάκης, ο Τρίτσης ο μακαρίτης- που δεν μπορούσαν να κάνουν και διαφορετικά. Ο Τρίτσης ήταν και Υπουργός Δημοσίων -πώς το λέγανε;-, Πολεοδομίας, ας πούμε, αρμόδιος για την πολεοδομία. Και αθωώθηκα, παρόλο που είχαμε πολύ άγρια κόντρα με τον... πώς τον λένε, μου 'κανε και εφετείο μετά, το 'χασε. Τέλος πάντων. Η μία ήταν αυτή. Η άλλη κόντρα με τη διοίκηση ήτανε το 2001, είχα πάρει και με μεγάλη έκπτωση ένα έργο σε δημοπρασία, νομαρχιακό έργο, να φτιάξω το βοηθητικό γήπεδο εδώ στο Εθνικό Στάδιο. Και όταν το ξεκίνησα, τέλος πάντων, έκανα δουλειές εκεί πέρα, είχε τσακωθεί ο τότε δήμαρχος με τον τότε νομάρχη. Ο δήμαρχος είχε το πολεοδομικό γραφείο, ο νομάρχης είχε το έργο και έστειλε ο δήμαρχος μέσω της προϊσταμένης του πολεοδομικού γραφείου, έστειλε σήμα διακοπής λόγω αυθαιρέτου. Και με συλλάβανε. Δεν υπήρχε πρωτόκολλο αυθαιρέτου, υπήρχε όμως μόνον ένα σήμα. Με σήμα μόνο δεν υπάρχει αυθαίρετο, υπάρχει μόνο πρωτόκολλο. Τέλος πάντων, πήγα στο αυτόφωρο πάλι με χειροπέδες και με όλα αυτά τα πράγματα. Και έγινε το δικαστήριο, μου ρίξαν 6 μήνες φυλακή και οριστική αφαίρεση της άδειας άσκησεως του επαγγέλματος. Και βέβαια, μετά άρχισα την αντίδρασή μου, δικαιώθηκα γιατί και το Διοικητικό Εφετείο Ιωαννίνων έκρινε όλα αυτά παρωδίες και πώς το λένε, αλλά αυτά κρατήσανε 2 χρόνια, έχασα και τη δουλειά. Ναι, τέλος πάντων, δεν το τράβηξα το σκοινί, γιατί θα μπορούσαν να γίνουνε... Θα σου πω όμως το εξής, ότι τότε ζήτησα να βγούνε αυθαίρετα πολλά έργα στην Κέρκυρα. Μεταξύ αυτών βγήκε, και το 'χω μόνον εγώ, γιατί αναγκάστηκαν να το βγάλουν, δεν μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά, πρωτόκολλα αυθαιρέτου για την αίθουσα συνεδριάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου στο Μον Ρεπό, η οποία είναι αυθαίρετη. Ναι, αυτά.
Μάλιστα! Άρα, έχετε αρκετές εμπειρίες με, έτσι, αντιμαχίες...
Ε, αντιμαχίες... Τέλος πάντων, έχω κάποιες απόψεις που δεν τις θυσιάζω για το προσωρινό όφελος.
Μάλιστα.
Επιζήμιες για μένα, γιατί τότε ζημιώθηκα αρκετά. Αν σου δείξω τον όγκο από τα έγγραφα, μιλάμε -τα 'χω στον Ποταμό σε μία αποθήκη- είναι κολοσσιαίος. Φαντάσου δικηγόροι, έξοδα, Διοικητικό Εφετείο στα Γιάννενα. Θυμάμαι, μάλιστα, μία φορά που πήγαμε, είχε οριστεί δικάσιμη στο Διοικητικό Εφετείο στα Γιάννενα και έπρεπε να πάω και εγώ και ο δικηγόρος μου. Όμως, τότε ήτανε -δεν ξέρω αν θυμάσαι- ήτανε κάτι ταραχές που γίνονταν εδώ πέρα για τον Καλαμά, που θέλανε οι Γιαννιώτες να ρίξουνε τα λύματά τους στον Καλαμά. Και εμείς είχαμε αποκλείσει και δεν έβγαινε ούτε φεριμπότ, τίποτα. Και έπρεπε να πάω εγώ στα Γιάννενα. Και πήγα με έναν, βρήκα έναν βαρκάρη στην Λευκίμμη και πήγε να μας πνίξει ο κερατάς, το θυμάμαι, δηλαδή λέω δεν θα ξαναπάω. Αλλά πήγα. Και ποια ήτανε η κατάληξη; Πήγα την άλλη μέρα στο Διοικητικό Εφετείο Ιωαννίνων και λέει ο πρόεδρος: «Αναβάλλεται». «Γιατί;». «Γιατί η υπηρεσία δεν είχε στείλει τον φάκελο». Έτσι μας αντιμετωπίζανε. Δηλαδή εμείς πήγαμε να πνιγούμε για να πάμε, γιατί αν δεν πηγαίναμε θα... και δυστυχώς η υπηρεσία δεν έστειλε τον φάκελο για να δικαστεί. Κάπως έτσι λειτουργεί και τώρα, μη νομίζεις ότι έχει αλλάξει τίποτα.
Κατάλαβα.
Ναι.
Πολύ ωραία. Θα θέλατε να μας μιλήσετε για άλλες εμπειρίες σχετικά με την πορεία σας ως εργολάβος; Αν είχατε αντιμετωπίσει κάποιες δυσκολίες ή έτσι περιστατικά που…;
Κοίταξε, άλλες εμπειρίες ήτανε... όλες... Δυστυχώς τότε υπήρχε πολύ κομματικό κράτος και έπρεπε να είσαι κομματικά ταγμένος κάπου για να πετύχεις κάτι. Εγώ δεν ήμουνα, τσακωνόμουνα με όλους και δεν είχα ποτέ έτσι καλή σχέση. Ναι, δεν είχα. Ούτε... η εργολαβική μου απασχόληση ήταν, ας πούμε, το 1/3 της δραστηριότητάς μου της επαγγελματικής. Ναι.
Σε έργα που είχατε αναλάβει, θυμάστε να 'χετε βρει αρχαία ευρήματα;
Ε, κοίταξε καλύτερα να μην το πούμε αυτό τώρα. Καλύτερα να μη θίξουμε τέτοια πράγματα.
Ωραία. Θα θέλατε να μας μιλήσετε σχετικά με την Κέρκυρα πάλι, σχετικά με την αρχιτεκτονική της, με το πώς εσείς την αντιμετωπίζατε, αν την εφαρμόζατε με όλο αυτό το παραδοσιακό…
Κοίταξε, επειδή εγώ δεν είμαι αρχιτέκτονας, δεν θα πω για την αρχιτεκτονική. Θα πω, όμως, για τη στατικότητα της Κέρκυρας, που δυστυχώς αντιμετωπίζεται πολύ στρεβλά, εξαιτίας της Αρχαιολογίας, η οποία θα είναι και υπεύθυνη για καταστροφή που μπορεί να προέλθει από ένα βίαιο γεγονός στον δομημένο πλούτο τον παραδοσιακό της Κέρκυρας. Τα σπίτια πρέπει να αντέχουν, εκτός από το να 'ναι και όμορφα. Και εντάξει, το να 'ναι όμορφα, να διατηρείται το -πώς το λένε- το παραδοσιακό κτλ., είναι έργο της Αρχαιολογίας. Όμως, το έργο της στερέωσης είναι καθαρά έργο στατικών. Και εκεί πέρα θέλουν να επεμβαίνουν οι αρχαιολόγοι με διάφορα επιχειρήματα που είναι, που δεν ταιριάζουνε με τίποτα. Και τι εννοώ; Εννοούν να μην εφαρμόζουμε τους κανονισμούς στα σπίτια της Παλιάς Πόλης κτλ. Και πολύ φοβάμαι ότι δεν γίνονται καθόλου καλά έργα πάνω σ' αυτόν τον τομέα. Και επειδή η Κέρκυρα είναι μία πολύ σεισμοπαθής περιοχή, με ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Ο μεγάλος σεισμός είναι πολύ μεγάλος. Η περίοδος, όμως, του μεγάλου σεισμού είναι μεγάλη. Δηλαδή γίνηκε ένας στη δεκαετία του 1720-1730, γινήκαν 3 απανωτοί σεισμοί, πολύ μεγάλοι, που ερήμωσαν την Κέρκυρα, 700 τόσους νεκρούς είχαμε. Και κάποτε θα γίνει και στο μέλλον. Πιο πριν είχε γίνει, έχω την ιστορικότητα των σεισμών της περιοχής, περίπου στα 400 με 500 χρόνια υπολογίζουμε. Τότε θα γίνει, είναι δεδομένο, δεν υπάρχει περίπτωση να μη γίνει! Και ο σεισμός, όπως λέμε, έχει μνήμη 3 ετών, τόσο τη θυμάται ο άνθρωπος. Μετά επανέρχεται η κανονικότητα και δεν τη θυμάται. Έχει ξεχάσει και τους νεκρούς, έχουν αποκατασταθεί εν μέρει και σε κάποιο βαθμό οι ζημιές κτλ. και ξανατραβάει μπροστά. Όμως, ο σεισμός είναι εκεί. Θέλουνε να γίνονται όλα όπως ήτανε τότε με τα ίδια υλικά, που δεν μπορεί να γίνει αυτό το πράγμα. Εγώ είδα σε άλλες περιοχές, στο Μπρίστολ για παράδειγμα, στο Βουκουρέστι που είναι ο ο κουνιάδος μου, και είναι UNESCO και εκεί πέρα, στην παλιά πόλη του Βουκουρεστίου, που έχουνε έντονα στοιχεία μεταλλικά και άλλα στοιχεία επέμβασης, για να σώσουνε τα σπίτια αυτά, για να τα στερεώσουν και είναι διακριτά από το μνημείο. Εδώ πέρα δεν θέλουν να φαίνεται τίποτα, ούτε τα μη ορατά απέξω, τέλος πάντων, στοιχεία όπως μανδύες κτλ. Τέλος πάντων, αυτό είναι πολύ τεχνικό για να... Ναι.
Μάλιστα.
Ναι.
Πολύ ωραία. Δεν ξέρω αν εσείς θέλετε να προσθέσετε κάτι άλλο ή να μου πείτε έτσι από τη συζήτησή μας πώς νιώσατε, αν σας άρεσε;
Βέβαια, πολύ, κάτι σύντομες, τέλος πάντων, όσο πιο σύντομα μπορώ να τα συμπυκνώσω. Είπα κάποιες απόψεις από τη ζωή μου που μπορεί να φανούνε σε κάποιον χρήσιμες, όπως για παράδειγμα η κριτική για την Αρχαιολογία.
Βέβαια.
Και επειδή τώρα αυτές τις μέρες δημοσιεύτηκαν και οι δασικοί χάρτες, βλέπω ότι θα δεινοπαθήσουμε πολύ από τους δασικούς χάρτες.
Μάλιστα. Έχετε έτσι κάτι άλλο που θα θέλατε να προσθέσετε, δεν ξέρω, από τα παιδικά σας χρόνια ή τώρα τα πιο πρόσφατα;
Κοίταξε, είναι πολύ πιο ιδιωτικά, οπότε δεν θα 'χουν και αξία. Οπότε σαν έτσι στοιχεία που μπορεί να έχουνε έτσι κάποιο ενδιαφέρον εκτός από τελείως το ατομικό, πιστεύω ότι είναι αυτά που είπα.
Μάλιστα, πολύ ωραία.
Εντάξει;
Ναι. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.
Να 'σαι καλά. Να 'σαι καλά.
Part of the interview has been removed for legal issues.
Content available only for adults (+18)
Summary
Ο Αφηγητής, Βασίλης Στογιάννος, γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Σωκράκι της Κέρκυρας, και μοιράζεται μαζί μας σημαντικά γεγονότα και εμπειρίες της ζωής του. Αρχικά, εξιστορεί παιδικά του βιώματα, εικόνες, μνήμες, ήθη και έθιμα μιας άλλης εποχής της Κέρκυρας. Στην τρίτη δημοτικού μετακομίζει στην πόλη της Κέρκυρας, ολοκληρώνει το δημοτικό και το γυμνάσιο και δίνει Πανελλήνιες εν μέσω Χούντας. Περνώντας στο Πολυτεχνείο, ως Πολιτικός Μηχανικός, μας περιγράφει από τη δική του σκοπιά πώς πέρασε τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και το βράδυ της 17ης Νοέμβρη 1973. Με το τέλος της Χούντας, έρχεται η πρακτική άσκησή του στο Κάιρο της Αιγύπτου. Επιστρέφοντας, αναφέρεται σε βιώματα του στρατού που συνδέονταν κυρίως με τη Χούντα και το "φάκελο διαγωγής" που τον ακολουθούσε. Τέλος, κάνει λόγο για ορισμένες επαγγελματικές του δουλειές ως πολιτικός μηχανικός και εργολάβος στην Κέρκυρα, που τον οδήγησαν σε μπελάδες, τους οποίους απαρνήθηκε και ξεπέρασε, καθώς μας παραθέτει και τα βιώματα του σχετικά με τη στατικότητα της Κέρκυρας όσον αφορά τη συντήρηση των όμορφων, αλλά αρκετά παλαιών κτιρίων της. Μία πολυτάραχη ζωή γεμάτη αγώνες και πάθος για την υποστήριξη των πιστεύω του, που -όπως λέει και ο ίδιος- δεν τις θυσιάζει για το προσωρινό όφελος.
Narrators
Βασίλειος Στογιάννος
Field Reporters
Μαριλίζα Βλαστού
Topics
Historical Events
Tags
Interview Date
11/02/2021
Duration
68'
Interview Notes
Γλωσσάρι:
λούγκα: η διόγκωση των αδένων της μασχάλης
ωγνίστρα: η γωνιά με τη φωτιά, το παραγώνι, το τζάκι
επίχωση: η σταδιακή κάλυψη ενός εδαφικού στρώματος από ένα άλλο
σκάμπα: σκασιαρχείο
Part of the interview has been removed for legal issues.
Content available only for adults (+18)
Summary
Ο Αφηγητής, Βασίλης Στογιάννος, γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Σωκράκι της Κέρκυρας, και μοιράζεται μαζί μας σημαντικά γεγονότα και εμπειρίες της ζωής του. Αρχικά, εξιστορεί παιδικά του βιώματα, εικόνες, μνήμες, ήθη και έθιμα μιας άλλης εποχής της Κέρκυρας. Στην τρίτη δημοτικού μετακομίζει στην πόλη της Κέρκυρας, ολοκληρώνει το δημοτικό και το γυμνάσιο και δίνει Πανελλήνιες εν μέσω Χούντας. Περνώντας στο Πολυτεχνείο, ως Πολιτικός Μηχανικός, μας περιγράφει από τη δική του σκοπιά πώς πέρασε τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και το βράδυ της 17ης Νοέμβρη 1973. Με το τέλος της Χούντας, έρχεται η πρακτική άσκησή του στο Κάιρο της Αιγύπτου. Επιστρέφοντας, αναφέρεται σε βιώματα του στρατού που συνδέονταν κυρίως με τη Χούντα και το "φάκελο διαγωγής" που τον ακολουθούσε. Τέλος, κάνει λόγο για ορισμένες επαγγελματικές του δουλειές ως πολιτικός μηχανικός και εργολάβος στην Κέρκυρα, που τον οδήγησαν σε μπελάδες, τους οποίους απαρνήθηκε και ξεπέρασε, καθώς μας παραθέτει και τα βιώματα του σχετικά με τη στατικότητα της Κέρκυρας όσον αφορά τη συντήρηση των όμορφων, αλλά αρκετά παλαιών κτιρίων της. Μία πολυτάραχη ζωή γεμάτη αγώνες και πάθος για την υποστήριξη των πιστεύω του, που -όπως λέει και ο ίδιος- δεν τις θυσιάζει για το προσωρινό όφελος.
Narrators
Βασίλειος Στογιάννος
Field Reporters
Μαριλίζα Βλαστού
Topics
Historical Events
Tags
Interview Date
11/02/2021
Duration
68'
Interview Notes
Γλωσσάρι:
λούγκα: η διόγκωση των αδένων της μασχάλης
ωγνίστρα: η γωνιά με τη φωτιά, το παραγώνι, το τζάκι
επίχωση: η σταδιακή κάλυψη ενός εδαφικού στρώματος από ένα άλλο
σκάμπα: σκασιαρχείο